ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπoθ. Αρ.: 715/2023
29 Οκτωβρίου 2025
[Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΔΠ.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
1. Ν.
2. Μ. G (ανήλικη θυγατέρα)
Αιτήτριες
-και-
Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Οι Αιτήτριες εμφανίζονται αυτοπροσώπως.
Θ. Βασιλάκη (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η Αίτηση.
[Παρόντες: κος.Frangiskos Elesse για πιστή μετάφραση από ελληνικά σε αγγλικά και αντίστροφα, και ο κος Hassed UR Rehman από αγγλικά σε Urdu και αντίστροφα]
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ Δ. ΔΔΔΠ: Με την παρούσα προσφυγή, οι Αιτήτριες προσβάλλουν την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 29/12/2022 σύμφωνα με την οποία το αίτημά τους για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε.
Όπως προκύπτει τόσο από την Ένσταση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, που αποτελεί τεκμήριο Α στην παρούσα διαδικασία, τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:
Η Αιτήτρια αρ. 1 είναι υπήκοος Πακιστάν, η οποία σύμφωνα με δική της δήλωση, μαζί με την ανήλικη θυγατέρα της, Αιτήτρια 2 στην παρούσα, εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της στις 07/05/2022 και μέσω Τουρκίας μετέβη στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου από όπου στη συνέχεια εισήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές. Στις 30/05/2022 συμπλήρωσε αίτηση διεθνούς προστασίας παραλαμβάνοντας στις 07/06/2022, αντίστοιχη βεβαίωση υποβολής αίτηση διεθνούς προστασίας τόσο για την ίδια όσο και για την ανήλικη θυγατέρα της.
Στις 06/10/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στην Αιτήτρια αρ. 1 από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, παρέχοντας της δωρεάν βοήθεια διερμηνέα και στις 21/11/2022 συντάχθηκε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία γίνεται εισήγηση για απόρριψη του αιτήματος της Αιτήτριας εφόσον κρίθηκε ότι αυτή με βάση τα λεγόμενα της δεν πληροί τις προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου , Ν. 6(Ι)/2000. Στις 25/11/2022 ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου μέσω εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργού κατόπιν εξέτασης της εισηγητική έκθεσης, αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος της Αιτήτριας αρ. 1 και την επιστροφή της στο Πακιστάν.
Η απορριπτική απόφαση των Καθ' ων η αίτηση κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια αρ. 1 μέσω της επιστολής ημερομηνίας 29/12/2022 και ακολούθησε η εμπρόθεσμη υποβολή της παρούσας προσφυγής.
Μέσω της αίτησης ακυρώσεως της, η Αιτήτρια αρ. 1 προωθεί πραγματικούς ισχυρισμούς για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, ισχυριζόμενη ενδοοικογενειακή βία εξαιτίας της οποίας χώρισε από τον σύζυγο της. Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι έχει μια θυγατέρα και η ζωή της κινδυνεύει στη χώρα καταγωγής της από τον πρώην σύζυγο της.
Με τη γραπτή της αγόρευση η Αιτήτρια προβάλλοντας και πάλιν πραγματικούς ισχυρισμούς, ισχυρίζεται ότι οι γονείς της απεβίωσαν και δεν έχει αδέλφια. Ως περαιτέρω αναφέρει, ήταν παντρεμένη, αλλά ο σύζυγός της ήταν ναρκομανής και τζογαδόρος, με ψυχολογικά προβλήματα. Μεθούσε και την χτυπούσε σχεδόν καθημερινά τόσο την ίδια όσο και την ανήλικη κόρη τους∙ ενώ ως υποστηρίζει προσπάθησε να σκοτώσει την ίδια 3 φορές και την κόρη τους μια φορά. Λόγω των προαναφερθέντων προχώρησε σε έκδοση διαζυγίου και έκτοτε διέμενε με την κόρη της μακριά από τον πρώην σύζυγό της, ωστόσο ο τελευταίος δεν σταμάτησε να τους παρενοχλεί ενώ προσπάθησε να απαγάγει και την κόρη τους. Λόγω των συνθηκών, η Αιτήτρια μαζί με την κόρη της μετακόμισαν από την πόλη Gujranwala στην πόλη Lahore, όπου πίστευε ότι θα ήταν ασφαλείς, καθώς πρόκειται για μια πόλη με πληθυσμό 20 εκατομμύρια κατοίκους, ωστόσο, ως ισχυρίζεται τις εντόπισε και εκεί. Εγκατέλειψε τη χώρα της για να σώσει τις ζωές τους και να προσφέρει στη κόρη της καλύτερη μόρφωση.
Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση μέσω της δικής τους γραπτής αγόρευσης, προβάλλουν ότι η Αιτήτρια είναι οικονομική μετανάστρια, και δεν συντρέχει κίνδυνος βλάβης σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής της. Περαιτέρω, προβάλλουν ότι η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποσείει το βάρος απόδειξης, ούτε να στοιχειοθετήσει οποιοδήποτε βάσιμο φόβο δίωξης σύμφωνα με τους λόγους του άρθρου 3 του Ν. 6(Ι)/2000. Επιπρόσθετα, δεν κατέδειξε τη συνδρομή οποιουδήποτε λόγου που να καθιστά αναγκαία και/ή δυνατή την παραχώρηση σε αυτήν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας βάσει του άρθρου 19(Ι) του ιδίου νόμου. Η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος, των Νόμων και των Διεθνών Συμβάσεων μετά από δέουσα έρευνα, αφού λήφθηκαν υπ' όψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και είναι δεόντως αιτιολογημένη.
Δεδομένου ότι το Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 11 του Περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018 κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος της Αιτήτριας, κρίνω σκόπιμο όπως παραθέσω πιο κάτω όλους τους ισχυρισμούς που αυτή προέβαλε σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός της, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας.
Με την αίτηση της για παροχή διεθνούς προστασίας, η Αιτήτρια αρ.1 κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της λόγω της κακοποιητικής συμπεριφοράς του πρώην συζύγου της. Δήλωσε ότι είναι διαζευγμένη εδώ και 10 χρόνια καθώς ο σύζυγος της δεν ήταν καλός άνθρωπος, τη χτυπούσε και η ίδια και η θυγατέρα της δεν ένοιωθαν ασφαλείς στη χώρα τους. Οι γονείς της απεβίωσαν, ενώ η ίδια δεν είναι σε καλή οικονομική κατάσταση και προσπαθεί να προσφέρει ένα καλύτερο μέλλον για τη θυγατέρα της.
Στα πλαίσια της συνέντευξής της από αρμόδιο λειτουργό, η Αιτήτρια ανέφερε ως περιοχή καταγωγής της και τόπος διαμονής της την πόλη Gujranwala. Διαζευγμένη από το έτος 2011, μητέρα μιας ανήλικη θυγατέρα (γεννηθείσα 02/05/2006). Ως προς την πατρική της οικογένεια, δήλωσε ότι οι γονείς της απεβίωσαν, ο πατέρας της το έτος 2011 και η μητέρα της το 2020 και δεν έχει αδέλφια. Κατά δήλωσή της απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με επαγγελματική εμπειρία στο τομέα εκπαίδευσης νέων οδηγών, παράλληλα δε παρέδιδε μαθήματα θρησκείας. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι μετά το διαζύγιο εργαζόταν σκληρά ώστε να ανταπεξέλθει στα έξοδα τους, ο πρώην σύζυγος της δεν τους παρείχε οικονομική βοήθεια, ούτε είχε επικοινωνία με τη θυγατέρα του δηλώνοντας πως η ίδια μετά το διαζύγιο δεν γνωρίζει τον τόπο διαμονής του.
Ως προς τους λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κατά την ελεύθερη αφήγησή της ανέφερε ότι έφυγε με σκοπό να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον και καλύτερη εκπαίδευση για την κόρη της, προβάλλοντας τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει. Ως περαιτέρω ισχυρίζεται, εγκατέλειψε τη χώρα της λόγω των απειλών του πρώην συζύγου της ότι θα απαγάγει την κόρη τους. Στα πλαίσια των διευκρινιστικών ερωτήσεων η Αιτήτρια ανέφερε ότι δυσκολευόταν να τα φέρει εις πέρας και δεν ήταν σε θέση να εγγράψει την κόρη της σε ένα ιδιωτικό σχολείο, ώστε να λάβει καλύτερη μόρφωση. Αναφορικά με τον πρώην σύζυγό της η Αιτήτρια ανέφερε ότι έλαβε διαζύγιο το 2011 και έκτοτε δεν είχε οποιαδήποτε επαφή ή επικοινωνία με τον εν λόγω άνδρα, ο οποίος σημειώνει η Αιτήτρια δεν συνείσφερε οικονομικά στην ανατροφή της κόρης τους. Ως προς τις απειλές, αναφέρει ότι η τελευταία φορά που δέχθηκε απειλή ήταν το 2012, ωστόσο, ως υποστηρίζει 2 χρόνια πριν τη συνέντευξη της ο εν λόγω άνδρας πήγε στο σχολείο της κόρης τους, χωρίς όμως να έχει οποιαδήποτε μορφή επικοινωνίας με την τελευταία.
Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός, στην εισηγητική του έκθεση απομόνωσε τρεις ουσιώδεις πραγματικούς ισχυρισμούς από τις δηλώσεις της Αιτήτριας, πρώτον ως προς την ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ της Αιτήτριας, δεύτερον ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα της για οικονομικούς λόγους και τρίτον, λόγω του πρώην συζύγου της.
Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός έγινε αποδεκτός αφού δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου και οι σχετικές δηλώσεις της Αιτήτριας επιβεβαιώθηκαν από την ταυτότητα της και/ή εντοπίστηκαν σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Ομοίως, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός έτυχε και αυτός αποδοχής, εφόσον ως διαφαίνεται από τις σχετικές δηλώσεις της Αιτήτριας, εγκατέλειψε τη χώρα της και ήρθε στην Κύπρο με σκοπό να εργαστεί και να παρέχει ένα καλύτερο μέλλον για τη θυγατέρα της αλλά και μόρφωση.
Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό της, ο οποίος αφορά ως διακρίθηκε στον κίνδυνο που διατρέχει από τον πρώην σύζυγο της, εξεταζόμενος από τους Καθ' ων η αίτηση, απορρίφθηκε, καθώς η Αιτήτρια, ως αξιολογήθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση, υπέπεσε σε αντιφάσεις και οι ισχυρισμοί της δεν είχαν την απαιτούμενη ευλογοφάνεια. Ειδικότερα, η Αιτήτρια δήλωσε ότι φοβόταν μήπως ο πρώην σύζυγος της πάρει την θυγατέρα του, ωστόσο, η ίδια ανέφερε ότι από το 2011 ο σύζυγος της δεν τους επισκεπτόταν και δεν γνωρίζει που διέμενε. Περαιτέρω, αναφέρθηκε σε ένα μεμονωμένο περιστατικό το οποίο έλαβε χώρα πριν από δύο έτη, όταν επισκέφθηκε τη θυγατέρα τους στο σχολείο, χωρίς να της μιλήσει. Σε σχέση με τις εναντίον της απειλές, η Αιτήτρια ανέφερε ότι αυτές λάμβαναν χώρα το έτος 2012, ενώ η ίδια εγκατέλειψε τη χώρα της το 2022, ισχυρισμός που κρίθηκε μη εύλογος από τους Καθ’ ων η αίτηση. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση επισήμαναν ότι τα όσα ανέφερε η Αιτήτρια αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος της και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης, καταλήγοντας ότι ο εν λόγω ισχυρισμός της Αιτήτριας δεν γίνεται αποδεκτός.
Προχωρώντας σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει των αποδεκτών ισχυρισμών, ήτοι των προσωπικών στοιχείων της Αιτήτριας και του γεγονότος ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της για οικονομικούς λόγους, oι Καθ’ ων η αίτηση, λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας, καθώς και το γεγονός ότι δεν διαπιστώθηκε πως η Αιτήτρια είχε υποστεί στη χώρα καταγωγής της οποιασδήποτε μορφής δίωξη ή σοβαρή βλάβη, έκρινε ότι, δεν προκύπτουν εύλογοι και βάσιμοι λόγοι η Αιτήτρια σε περίπτωση επιστροφής της στο Πακιστάν να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Σημειώθηκε επιπλέον πως πρόκειται για υγιή, ενήλικη γυναίκα, με στοιχειώδη μόρφωση στη χώρα καταγωγής της και χωρίς να παρουσιάζει στοιχεία ευαλωτότητας. Λαμβάνοντας υπόψη τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή καταγωγής και διαμονής της Αιτήτριας (επαρχία Gujranwala), όπου εξωτερικές πληροφορίες κατέδειξαν ότι δεν υφίσταντο συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας, διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να γίνει αποδεκτό ότι σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη ως απόρροια της κατάστασης ασφαλείας στο Πακιστάν.
Ακολούθως, κατά τη νομική αξιολόγηση, κρίθηκε πως στην περίπτωση της Αιτήτριας δεν προκύπτει ότι συντρέχουν τα απαραίτητα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης της Αιτήτριας σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται στο πλαίσιο του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου, κρίνοντας την ως οικονομικό μετανάστη. Παράλληλα, κρίθηκε πως από τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς της Αιτήτριας δεν συντρέχουν λόγοι παραχώρησης ούτε καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι στην περίπτωση της συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2) του ιδίου Νόμου. Ως εκ τούτου, οι Καθ' ων η αίτηση απέρριψαν την αίτηση διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας.
Έχοντας το Δικαστήριο δικαιοδοσία για πλήρη και εξ υπαρχής εξέταση της αίτησης των Αιτητριών, κάλεσε τις Αιτήτριες για ενώπιον του Δικαστηρίου ακρόαση, προκειμένου να υποβληθούν ερωτήματα ειδικότερα σε σχέση με την κακοποιητική συμπεριφορά του πρώην συζύγου της Αιτήτριας αρ. 1 και πατέρα της Αιτήτριας 2, εφόσον μελετώντας το πρακτικό της συνέντευξης το Δικαστήριο διαπίστωσε έλλειψη έρευνας επί του σημείου αυτού.
Η Αιτήτρια αρ. 1 ανέφερε ότι ο πρώην σύζυγος της δεν ήθελε η θυγατέρα του να φοιτά σε σχολείο και υποστήριξε ότι τις χτυπούσε και ως εκ τούτου μετακόμισαν στη πόλη Lahore, όπου τις εντόπισε διότι είναι ισχυρός, με αρκετά χρήματα. Πρόσθεσε ότι απέκτησε την επιμέλεια της θυγατέρας της – Αιτήτρια αρ.2, με απόφαση του Δικαστηρίου. Η Αιτήτρια αρ. 1, δήλωσε ότι η κακοποιητική συμπεριφορά του συζύγου της άρχισε μετά το θάνατο του πατέρα της, από το 2012-2013 άρχισαν οι μεταξύ τους συγκρούσεις και μετακόμιζε σε διάφορες πόλεις. Υποστήριξε ότι την εκβίαζε σωματικά και πνευματικά, μεθούσε, την χτυπούσε και την εκμεταλλευόταν. Ισχυρίστηκε ότι όταν καλούσε φίλους του μεθούσαν και προσπαθούσαν να βιάσουν τις Αιτήτριες, η Αιτήτρια αρ. 1 ζήτησε βοήθεια από πολιτικά πρόσωπα και όταν άλλαξε πόλη προέβη σε καταγγελία εναντίον του. Μετά την καταγγελία, ο πρώην σύζυγος της Αιτήτριας αρ. 1 την απείλησε ότι θα την σκοτώσει εάν πήγαινε ξανά στην αστυνομία. Το εν λόγω περιστατικό σημειώθηκε περί το τέλος του 2019 και ακολούθως οι Αιτήτριες επέστρεψαν στη πόλη Gujranwala. Περαιτέρω, ισχυρίστηκε ότι το 2020 ο πρώην σύζυγος της προσπάθησε να απαγάγει την Αιτήτρια αρ. 2 από το σχολείο της, μαζί με μια ομάδα ανθρώπους και τον σταμάτησαν οι φύλακες του σχολείου. Αναφορικά με τον πρώην σύζυγο της δήλωσε ότι έχει επιχειρήσεις με αυτοκίνητα και χρηματοδοτεί πολιτικούς και ο ίδιος δεν γνωρίζει ότι οι Αιτήτριες βρίσκονται στη Κυπριακή Δημοκρατία. Τέλος, ισχυρίστηκε ότι στο παρελθόν ο πρώην σύζυγος της αποπειράθηκε να βιάσει τη θυγατέρα τους.
Η Αιτήτρια αρ. 2, ούσα πλέον ενήλικη, ανέφερε ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι φοβάται τον πατέρα της, η ζωή της βρίσκεται σε κίνδυνο διότι μπορεί να την χτυπήσει και πως η ίδια επιθυμεί να σπουδάσει. Κληθείσα να περιγράψει τη σχέση της με τον πατέρα της δήλωσε ότι χτυπούσε την ίδια και τη μητέρα της και ότι αυτός δεν την ήθελε να πηγαίνει στο σχολείο, ενώ όταν πήγαινε, ο πατέρας της ερχόταν της φώναζε, την χτυπούσε και την απειλούσε. Παράλληλα η Αιτήτρια 2 ανέφερε ερωτηθείσα σχετικά πως δεν έχει καμία καλή ανάμνηση από τον πατέρα της.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση της αξιοπιστίας της Αιτήτριας αρ. 1, το Δικαστήριο μελετώντας το σύνολο του διοικητικού φακέλου, κρίνει ορθή την κατάληξη των Καθ'ων η αίτηση αναφορικά με τον ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας σχετικά με τα προσωπικά της στοιχεία, καθώς και τον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής τους στο Πακιστάν, καθώς δεν προέκυψαν περί του αντιθέτου στοιχεία, και σύμφωνα με την έκθεση/εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, οι σχετικές δηλώσεις της Αιτήτριας αρ.1 επιβεβαιώθηκαν και/ή εντοπίστηκαν σε εξωτερικές πηγές. Ομοίως, κρίνεται ότι ορθά έγινε αποδεκτός και ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός, που αφορά στους οικονομικούς λόγους για τους οποίους η Αιτήτρια αρ.1 με σαφήνεια και συνέπεια δήλωσε ως λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, μαζί με την θυγατέρα της- Αιτήτρια αρ. 2 και να έρθει στην Κύπρο.
Προχωρώντας στην εξέταση του τρίτου ουσιώδη ισχυρισμού και λαμβάνοντας περαιτέρω υπόψη των όσων λέχθηκαν από τις Αιτήτριες ενώπιον του Δικαστηρίου, κρίνεται αναγκαία η αναδιατύπωση του ισχυρισμού, ως εξής: λόγω της ισχυριζόμενης κακοποιητικής συμπεριφοράς του πρώην συζύγου της Αιτήτριας αρ. 1 προς την ίδια και προς την θυγατέρα τους- Αιτήτρια αρ. 2.
Αξιολογώντας τον πιο πάνω αναφερόμενο ισχυρισμό, διαπιστώνεται ότι το αφήγημα της Αιτήτριας αρ.1 χαρακτηρίζεται γενικότερα από έλλειψη σαφήνειας, συνοχής και λεπτομέρειας, ενώ παράλληλα εντοπίζονται ασυνέπειες και αντιθέσεις. Ειδικότερα, και ως προς την εσωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών της Αιτήτριας, κρίνεται ορθή η αξιολόγηση των Καθ' ων η αίτηση, στη βάση των όσων λέχθηκαν από την Αιτήτρια αρ. 1, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της. Ως προς τον ισχυρισμό περί άσκησης βίας εναντίον των Αιτητριών 1 και 2, ενώ υπάρχει σχετική αναφορά κατά τη καταγραφή επί της αίτησης ασύλου, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της, παρά το γεγονός ότι κλήθηκε να αναφερθεί στις απειλές που δέχθηκε, επικεντρώθηκε στο περιστατικό που πραγματοποιήθηκε στο σχολείο της θυγατέρας της και ότι η τελευταία φορά που δέχθηκε απειλές ήταν το έτος 2012, χωρίς να αναφερθεί σε περιστατικά κακοποίησης ή/και άσκησης βίας εναντίον της ιδίας και της θυγατέρας της. Κληθείσα, ενώπιον του Δικαστηρίου, να περιγράψει τη σχέση της με τον πρώην σύζυγο της και να αναφερθεί σε μεταξύ τους περιστατικά, οι αναφορές της Αιτήτριας αρ. 1 ήταν γενικές, επαναλαμβάνοντας ότι τις χτυπούσε, χωρίς ωστόσο να είναι σε θέση να παρέχει λεπτομέρειες και δεν μπορούσε να προσδιορίσει χρονικά το πότε ξεκίνησε η κατ' ισχυρισμό άσκηση βίας εναντίον της. Αναφορικά με το περιστατικό απαγωγής της θυγατέρας της – Αιτήτριας αρ. 2, η Αιτήτρια αρ. 1 υπέπεσε σε αντιφάσεις, ενώ κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της, ισχυρίστηκε ότι ο πρώην σύζυγος της πήγε στο σχολείο μόνο για να συναντήσει τη θυγατέρα του, χωρίς ωστόσο να τη συναντήσει (ερ. 23-1χ,6χ), ενώπιον του Δικαστηρίου, ισχυρίστηκε ότι μαζί με μια ομάδα ανθρώπων προσπάθησαν να απαγάγουν την Αιτήτρια αρ 2, χωρίς αποτέλεσμα. Ως προς το περιστατικό της απόπειρας βιασμού της ανήλικης, τότε, θυγατέρας της - Αιτήτριας αρ.2, σε κανένα στάδιο της συνέντευξης δεν αναφέρθηκε τέτοιο ή παρεμφερές γεγονός παρά το ότι είχε την ευκαιρία να το πράξει, καθώς κλήθηκε να δώσει λεπτομέρειες αναφορικά με την συμπεριφορά του πρώην συζύγου της. Επί της γραπτής της αγόρευσης, η Αιτήτρια αρ. 1 κατέγραψε ότι ο πρώην σύζυγος της προσπάθησε να την σκοτώσει τρεις φορές και μια φορά την θυγατέρα τους, χωρίς να είναι σε θέση να περιγράψει τα περιστατικά, να προσδιορίσει χρονικά πότε πραγματοποιήθηκαν και ούτε αναφέρθηκε σε περιστατικό απόπειρας βιασμού. Επίσης, διαπιστώνεται ότι, ενώ η Αιτήτρια είχε δηλώσει ότι ο τόπος καταγωγής και διαμονής της ήταν η πόλη Gujranwala (ερ. 27-2χ, 5χ), ενώπιον του Δικαστηρίου, αναφέρθηκε σε συνεχείς μετακινήσεις τους σε διαφορετικές πόλεις. Περαιτέρω, γενικές ήταν και οι αναφορές της Αιτήτριας αρ. 2, αναφορικά με τη σχέση της με το πατέρα της, ισχυριζόμενη ότι της φώναζε και τη χτυπούσε λόγω της φοίτηση της σε σχολείο, κάτι που ο ίδιος δεν επιθυμούσε για την κόρη του.
Ανατρέχοντας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τη ενδοοικογενειακή βία στο Πακιστάν, από έγκυρες πηγές προκύπτει ότι «Η βία κατά των γυναικών και των κοριτσιών, συμπεριλαμβανομένων των βιασμών, των δολοφονιών, των επιθέσεων με οξύ, της ενδοοικογενειακής βίας, της άρνησης πρόσβασης στην εκπαίδευση, της σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας, των παιδικών γάμων και των αναγκαστικών γάμων αποτελεί σοβαρό πρόβλημα σε ολόκληρο το Πακιστάν, και η κυβέρνηση δεν έχει λάβει ουσιαστικά μέτρα για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.»[1] Σύμφωνα με Έρευνα για τη Δημογραφία και την Υγεία στο Πακιστάν τη περίοδο 2017-18 του Υπουργείου Υγείας της χώρας, περίπου το ένα τρίτο των γυναικών που έχουν παντρευτεί έχουν υποστεί ενδοοικογενειακή βία.[2]
Έκθεση του USDOS αναφέρει ότι «δεν υπήρχε συγκεκριμένος ομοσπονδιακός νόμος που να απαγορεύει την ενδοοικογενειακή βία, η οποία είναι ευρέως διαδομένη. Η αστυνομία μπορούσε να κατηγορήσει πράξεις ενδοοικογενειακής βίας ως εγκλήματα σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του ποινικού κώδικα κατά της επίθεσης και της σωματικής βλάβης. Οι επαρχιακοί νόμοι απαγόρευαν επίσης πράξεις ενδοοικογενειακής βίας. Σύμφωνα με αναφορές, οι μορφές ενδοοικογενειακής βίας περιλάμβαναν ξυλοδαρμό, σωματική παραμόρφωση, ξύρισμα των φρυδιών και σε ακραίες περιπτώσεις ανθρωποκτονία. Οι γυναίκες που προσπαθούσαν να καταγγείλουν κακοποίηση συχνά αντιμετώπιζαν σοβαρά εμπόδια. Η αστυνομία και οι δικαστές ήταν μερικές φορές απρόθυμοι να ενεργήσουν σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, θεωρώντας τις ως οικογενειακά προβλήματα. Αντί να υποβάλλουν κατηγορίες, η αστυνομία συχνά ανταποκρινόταν ενθαρρύνοντας τα μέρη να συμφιλιωθούν. Οι αρχές επέστρεφαν συστηματικά τις γυναίκες στα μέλη της οικογένειάς τους που τις κακοποιούσαν.»[3]
Παρά τα πιο πάνω, δεν παραγνωρίζω ότι η Αιτήτρια 1 έλαβε διαζύγιο από το πρώην σύζυγο της τον Νοέμβριο του 2011 και παρέμεινε στη χώρα έως τον Μάιο του 2022, για πέραν από δέκα έτη, χωρίς να αναφερθεί σε κάποιο συγκεκριμένο γεγονός που να αποτέλεσε και το σημείο όπου την ώθησε στην απόφασή της να εγκαταλείψει από τη χώρα της τη δεδομένη στιγμή, πέραν από γενικόλογες αναφορές για απειλές από τον πρώην σύζυγό της. Διακρίνω επιπλέον ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παράσχει ένα ολοκληρωμένο αφήγημα με συνοχή και λεπτομέρειες ώστε να παραπέμπει σε βιωματικές εμπειρίες των καταστάσεων που κατ’ ισχυρισμό αντιμετώπιζε στη χώρα καταγωγής της.
Με βάση τα ανωτέρω, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι δεν στοιχειοθετείται η αξιοπιστία των ισχυρισμών της Αιτήτριας και κατά συνέπεια αυτοί απορρίπτονται, εφόσον διαπιστώνεται ότι από την αφήγησή της δεν εδραιώνεται η συνολική της αξιοπιστία, καθότι υπέπεσε ως ήδη αναλύθηκε ανωτέρω σε ασάφειες, γενικότητες και αντιφάσεις, χωρίς να προκύπτει ότι υφίσταται οποιαδήποτε στοχοποίηση της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής.
Στη βάση όλων των πιο πάνω, προκύπτει ότι η Αιτήτρια αρ. 1 δεν στοιχειοθέτησε κανέναν ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα. Τα όσα η ίδια επικαλείται δεν θα μπορούσαν να την εντάξουν στην έννοια του πρόσφυγα, όπως αυτή ερμηνεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων και από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.
Ο «Πρακτικός οδηγός της EASO: Αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.
Εξετάζοντας πλήρως την υπόθεση, διαπιστώνω ότι ορθά κρίθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν.6(Ι)/2000 για να παρασχεθεί στις Αιτήτριες το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστούν σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα τους.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν.6(Ι)/2000 «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει (α) κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, ή (β) βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή (γ) να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).
Οι διαπιστώσεις των Καθ΄ ων η αίτηση ότι οι Αιτήτριες δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα αλλά ούτε του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας κρίνονται εύλογα επιτρεπτές ενόψει όλων των στοιχείων που η διοίκηση είχε ενώπιον της, δεδομένου και του γεγονότος ότι η χώρα καταγωγής των Αιτητριών, ήτοι Πακιστάν, περιλαμβάνεται στον κατάλογο των ασφαλών χωρών ιθαγένειας σύμφωνα με την ΚΔΠ 145/2025, εφόσον ικανοποιείται βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στο Πακιστάν γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω, υπό τις περιστάσεις, ότι οι Αιτήτριες δεν κατάφεραν να τεκμηριώσουν σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός τους για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου.
Με βάση όλα τα πιο πάνω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €500 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον των Αιτητριών. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
A. AΓΡΟΤΗ, Δ. ΔΔΔΠ
[1] HRW - Human Rights Watch: World Report 2025 - Pakistan, 16 January 2025
https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/pakistan [Ημερομηνία πρόσβασης 08/09/2025]
[2] Freedom House: Freedom in the World 2025 - Pakistan, 2025
https://freedomhouse.org/country/pakistan/freedom-world/2025 [Ημερομηνία πρόσβασης 08/09/2025]
[3] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Pakistan, 23 April 2024
https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/pakistan/ [Ημερομηνία πρόσβασης 08/09/2025]
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο