T. P. A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.97/23, 27/10/2025
print
Τίτλος:
T. P. A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.97/23, 27/10/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.97/23

 

27 Οκτωβρίου 2025

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

T. P. A.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κα Γιώτα Μιλτιάδου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, δικηγόρος για Αιτητή

Κα Θ. Παπανικολάου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.16/12/22, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος (Αιτητικό Α) και «έκδοση απόφασης […] επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή για διεθνή προστασία προς αντικατάσταση της προσβαλλόμενης απόφασης» (Αιτητικό Β).

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 24/09/19 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας στις 27/09/19 (ερ.1-3, 41).

Στις 11/07/22 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός ασύλου, όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.30-48). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση- Εισήγηση και στις 21/09/22 η αίτηση διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.83-90).

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του δόθηκε διά χειρός στις 19/03/24 σε γλώσσα την οποία κατανοεί (ερ.93-94, 2).

Στην επίδικη αίτηση ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής του λόγω πολέμου, ο οποίος, ως αναφέρει, επηρέασε τον ίδιο και την οικογένεια του. Ο αιτητής ήταν μηχανικός και αρχηγός της οικογένειας του, ο τόπος εργασίας του καταστράφηκε και γι’ αυτό δεν είχε τίποτε να κάνει ώστε να φροντίσει την οικογένεια του. Οι αποσχιστές του ζήτησαν να ενταχθεί στις τάξεις τους και – όταν ο αιτητής αρνήθηκε – τον απείλησαν ότι θα σκοτώσουν τον ίδιο και την οικογένεια του αν δεν το πράξει και μετά απ’ αυτό έπρεπε να «[τρέξει] μακριά από το Καμερούν για να [αναζητήσει] άσυλο και να [προστατευθεί]».

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ο αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε στην περιοχή Acha Tugi, Mbegwi (Νοτιοδυτική περιοχή) και το 2018 μετοίκησε στην πόλη Kribi, όπου διέμεινε μέχρι να εγκαταλείψει την χώρα. Είναι παντρεμένος, έχει τρείς ανήλικες κόρες, οι οποίες διαμένουν μαζί με την μητέρα τους στην πόλη Kribi, οι γονείς του έχουν αποβιώσει, έχει 6 αδέλφια, είναι απόφοιτος πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και εργαζόταν ως μηχανικός μοτοσικλετών, στον τομέα των κατασκευών και ως οδηγός.

Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του ο αιτητής - κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης - ισχυρίστηκε ότι μετά τον θάνατο της μητέρας του τον πλησίασε ένας φίλος του που εργαζόταν στον στρατό και του ζήτησε να τους βοηθήσει παρέχοντας πληροφορίες. Ο αιτητής συμφώνησε να δίνει πληροφορίες και έτσι του δόθηκε μια ασύρματη συσκευή (walkie-talkie) προκειμένου, εάν παρατηρούσε κάποιο ύποπτο πρόσωπο στο χωριό (Kai), να τους καλέσει και να τους ενημερώσει.

Μία ημέρα, μία ομάδα Ambazonians πήγε στο χωριό οπλισμένη και τότε ο Αιτητής έστειλε μήνυμα στον φίλο του από τον στρατό και τους καθοδήγησε. Ο στρατός έφτασε εκεί αλλά οι Ambazonians είχαν ήδη φύγει και έτσι, επειδή δεν τους εντόπισαν, ο στρατός άρχισε να πυροβολεί αδιακρίτως μέσα στο χωριό, με αποτέλεσμα να τραπούν όλοι οι κάτοικοι σε φυγή. Τότε ο αιτητής – ως ανέφερε - ένιωσε ενοχές, καθώς ήταν εκείνος που είχε ειδοποιήσει τον στρατό και έτσι απευθύνθηκε στον πάστορα του χωριού. Ο πάστορας τον συμβούλεψε να φύγει και ο Αιτητής την 01/05/18 μετέβη στην πόλη Kribi. Μετά από το περιστατικό αυτό, όπως ισχυρίστηκε, ο στρατός τον αναζητούσε, ενώ ο πάστορας τον ενημέρωσε ότι υπήρχε φήμη στο χωριό ότι συνεργαζόταν με τον στρατό. Πρόσθεσε ότι όταν εργαζόταν ως οδηγός στην πόλη Kribi, μετέβη σε ένα άλλο χωριό με την ονομασία Kampo. Την ίδια περίοδο είχε σημειωθεί έκρηξη σε άλλη περιοχή, στη βορειοδυτική ζώνη, κατά την οποία σκοτώθηκε ένας κάτοικος του χωριού Kampo. Σύμφωνα με όσα ανέφεραν οι κάτοικοι, υπεύθυνοι για τον θάνατο του ήταν οι Ambazonians. Όταν ο αιτητής έφτασε στο χωριό, ένα άτομο τον ρώτησε τί έκανε στο χωριό τους, αυτός του απάντησε ότι δεν γνώριζε σε τι αναφερόταν και τότε το εν λόγω άτομο τον χαστούκισε και τον μαχαίρωσε στην κοιλιά. Ο αιτητής άρχισε να φωνάζει και, σύμφωνα με όσα δήλωσε, κάποιοι κάτοικοι του χωριού επενέβησαν και τον μετέφεραν στο νοσοκομείο. Ο γιατρός κάλεσε την αστυνομία, αλλά, όταν έμαθαν από ποιο μέρος προερχόταν ο αιτητής, αρνήθηκαν να του προσφέρουν βοήθεια.

Ερωτηθείς τί φοβάται ότι θα του συμβεί εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του ο αιτητής απάντησε ότι δεν θα έχει που να μείνει και θα αντιμετωπίσει μεγάλο πρόβλημα από τον στρατό και τους αυτονομιστές μαχητές.

Μέσα από διευκρινιστικές ερωτήσεις δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής του. Κληθείς να διευκρινίσει την συνεργασία του με τον στρατό, ο αιτητής ανέφερε ότι έπρεπε να ενημερώσει, σε περίπτωση που έβλεπε κάτι περίεργο στο χωριό, καθώς του ζητήθηκε να δίνει πληροφορίες σχετικά με ύποπτες κινήσεις στο χωριό του και του δόθηκε μια ασύρματη συσκευή (walkie-talkie) προκειμένου να μεταδίδει αυτές τις πληροφορίες. Το άτομο που πρότεινε τη συνεργασία τον Μάρτιο του 2018 ήταν στρατιωτικός, χωρίς να γνωρίζει τον βαθμό του και ότι τον γνώριζε επειδή ήταν πελάτης στο γκαράζ που εργαζόταν, προσθέτοντας ότι κανείς δεν γνώριζε για την συνεργασία του με τον στρατό. Κληθείς να διευκρινίσει τον λόγο που το άτομο αυτό του πρότεινε συνεργασία, απάντησε ότι ήταν διότι τον γνώριζε από το συνεργείο. Κληθείς να διευκρινίσει την άποψή του για τον στρατό, ο αιτητής ανέφερε ότι δεν συμφωνεί μαζί τους.

Κληθείς να αναφέρει κάποιο περιστατικό κατά το οποίο συνεργάστηκε με τον στρατό, ανέφερε ότι τον Μάρτιο του 2018 τους παρείχε πληροφορίες, δηλώνοντας ότι δεν έχει να προσθέσει κάτι άλλο ως προς αυτό. Ερωτηθείς ως προς το είδος του εξοπλισμού που χρησιμοποιούσε, δήλωσε ότι έφερε μόνο την ασύρματη συσκευή (walkie-talkie) και ότι δεν γνωρίζει την εμβέλειά της και ότι το άτομο στο οποίο μετέφερε τις πληροφορίες ήταν τοποθετημένο στην «κορυφή του βουνού». Κληθείς να διευκρινίσει σε ποιόν ακριβώς μετέδιδε τις πληροφορίες, ισχυρίστηκε ότι υπήρχε ένα κεντρικό γραφείο, ωστόσο δεν γνώριζε ποιος του απαντούσε. Πρόσθεσε ότι συνεργάστηκε με τον στρατό για ένα μήνα συνολικά και ότι ο λόγος που συνεργάστηκε μαζί τους ήταν γιατί οι αυτονομιστές μαχητές του πρότειναν συνεργασία, ενώ ο ίδιος επιθυμούσε να φύγουν. Κληθείς να διευκρινίσει τί συνέβη και άλλαξε άποψη ως προς τους αυτονομιστές μαχητές, δήλωσε ότι η άποψή του άλλαξε, διότι αυτοί δεν κατέστρεψαν τίποτα.

Αναφορικά με το περιστατικό όπου ενημέρωσε τον στρατό ότι οι αυτονομιστές μαχητές (Ambazonians) είχαν συγκεντρωθεί στο χωριό του και ότι ο στρατός έκαψε το καφενείο και άρχισε να πυροβολεί τυχαία στο χωριό, ο αιτητής ανέφερε ότι αυτό συνέβη επειδή οι αυτονομιστές μαχητές σύχναζαν εκεί για καφέ, τοποθετόντας το χρονικά τον Μάρτιο του 2018, χωρίς να αναφέρει ακριβή ημερομηνία. Αναφορικά με τους αυτονομιστές μαχητές (Ambazonians) ο αιτητής δήλωσε ότι του πρότειναν συνεργασία τον Φεβρουάριο 2018, ωστόσο εκείνος αρνήθηκε αλλά δεν αντιμετώπισε πρόβλημα λόγω της άρνησής του. Σε ερώτηση για την άποψή του για τους αυτονομιστές μαχητές απάντησε ότι συμφωνεί μαζί τους, προσθέτοντας ότι αυτοί δεν ευθύνονται για τον θάνατο των κατοίκων του χωριού.

Σε ερώτηση αν συνέχισε να συνεργάζεται με τον στρατό μετά την άφιξή του στην πόλη Kribi, απάντησε αρνητικά, αναφέροντας ότι δεν ενημέρωσε τον στρατό ότι μετέβη εκεί, διότι, όπως δήλωσε, θα του ζητούσαν να επιστρέψει την ασύρματη συσκευή που του είχαν παραχωρήσει, την οποία είχε πετάξει, διότι φοβόταν ότι, αν την επέστρεφε, θα τον οδηγούσαν στη φυλακή. Ως προς το περιστατικό το οποίο έλαβε χώρα στο χωριό Kampo, ο αιτητής ανέφερε ότι εργαζόταν ως οδηγός και μετέφερε επιβάτες στην εν λόγω περιοχή και την πληροφορία για τον θάνατο κατοίκου του χωριού την έλαβε από κάποιον επιβάτη, ο οποίος του ανέφερε ότι οι Ambazonians είχαν επιτεθεί σε στρατιώτες στην Bamenda και – ως ανέφερε - είχε επισκεφθεί το συγκεκριμένο χωριό πολλές φορές, χωρίς όμως να γνωρίζει κάποιον προσωπικά, όμως οι ντόπιοι γνώριζαν ότι ήταν οδηγός. Όταν ρωτήθηκε για ποιον λόγο θεωρεί ότι δέχτηκε την επίθεση, ο αιτητής απάντησε ότι οφείλεται στον θάνατο του χωριανού στην περιοχή Bamenda και - σε ερώτηση γιατί πιστεύει ότι τον θεώρησε υπεύθυνο για τον θάνατο αυτό - απάντησε ότι πιθανότατα επειδή κατάγεται από τη βορειοδυτική περιοχή και επειδή, ως οδηγός, δεν μιλούσε τη γαλλική γλώσσα.

Αναφορικά με την διαμονή του στην Kribi ο αιτητής δήλωσε ότι δεν του συνέβη κάτι, αναφέροντας ότι ο πάστορας τον κάλεσε τον Δεκέμβριο 2018 και τον ενημέρωσε ότι ο στρατός τον αναζητά στο χωριό του. Ερωτηθείς πώς έμαθε ο πάστορας ότι ο στρατός τον αναζητούσε και εάν του είπε τον λόγο που τον αναζητούν, απάντησε ότι δεν γνωρίζει, αλλά μετά απ’ αυτό άρχισε να αναζητά τρόπο να εγκαταλείψει την χώρα, ενώ συνέχισε να διαμένει εκεί και να εργάζεται. Ερωτηθείς σχετικά ο αιτητής δήλωσε ότι οι αρχές της χώρας του και οι Ambazonians ποτέ δεν τον ενόχλησαν, ούτε του συνέβη κάτι από τον Δεκέμβριο 2018 μέχρι να εγκαταλείψει την χώρα τον Σεπτέμβριο 2019. Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής δήλωσε ότι αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή διότι προηγουμένως δεν διέθετε τα απαραίτητα οικονομικά μέσα για να το πράξει. Κληθείς να διευκρινήσει τον λόγο που θα αντιμετωπίσει μεγάλο πρόβλημα με τον στρατό, δεδομένο ότι – ως ανέφερε - δεν συνεργάζεται πλέον μαζί τους, ανέφερε ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν επέστρεψε την ασύρματη συσκευή (walkie-talkie) που του είχε δοθεί από τον στρατό. Ερωτηθείς τον λόγο που πιστεύει ότι ο στρατός τον αναζητά, απάντησε ότι αυτό στηρίζεται στο γεγονός ότι δεν επέστρεψε την εν λόγω συσκευή.

Όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει πώς κατόρθωσε να φύγει από τη χώρα νομίμως, με το γνήσιο διαβατήριό του, ενώ πιστεύει ότι οι αρχές τον αναζητούν, ανέφερε ότι δεν υπήρχε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του και ότι τον αναζητούσαν «μυστικά». Ερωτηθείς αν μέχρι σήμερα υπάρχει φήμη στο χωριό ότι συνεργάστηκε με τον στρατό ο αιτητής απάντησε αρνητικά και επιβεβαίωσε ότι κανείς στο χωριό δεν γνωρίζει για τη συνεργασία του με τον στρατό, πλην του πάστορα και της συζύγου του.

Σε ερώτηση για τον φόβο του απέναντι στους Ambazonians ο αιτητής ανέφερε ότι φοβάται επειδή δεν είναι διατεθειμένος να ενταχθεί στις τάξεις τους και θεωρεί πως αν επιστρέψει στο χωριό, θα υποχρεωθεί να το πράξει. Ερωτηθείς γιατί φοβάται, παρόλο που τους είχε ήδη αρνηθεί στο παρελθόν και δεν τον ενόχλησαν ξανά ο αιτητής ανέφερε ότι τότε δεν είχε παραμείνει για πολύ καιρό στο χωριό. Δήλωσε ότι η ηλικία του αποτελεί έναν λόγο που πιστεύει πως θα του ζητήσουν να συμμετάσχει, αλλά δεν έχει άλλες ενδείξεις για την απειλή από τους αυτονομιστές μαχητές. Ερωτηθείς αν έχει κάποιες ενδείξεις ότι η ζωή του θα μπορούσε να διατρέχει κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής, απάντησε ότι έχει την μαρτυρία του πάστορα, ότι ο στρατός εξακολουθεί να τον αναζητεί, ακόμα και όταν ο ίδιος βρισκόταν ήδη στην περιοχή Kribi. Ερωτηθείς εάν οι αρχές έχουν οχλήσει τη σύζυγό του από τότε που ο ίδιος εγκατέλειψε την χώρα, απάντησε αρνητικά. Τέλος, αναφορικά με τη δυνατότητα εσωτερικής μετεγκατάστασης του σε άλλο μέρος, όπως για παράδειγμα στην πόλη Douala, υποστήριξε ότι δεν θα μπορούσε, διότι είναι αγγλόφωνος.

Σημειώνεται ότι κατά τη συνέντευξη ενημερώθηκε για το δικαίωμα του να προσκομίσει έγγραφα και άλλα αποδεικτικά και ο αιτητής προσκόμισε δύο φωτογραφίες, οι οποίες - σύμφωνα με τα λεγόμενά του - απεικονίζουν τα τραύματά που υπέστη, δύο φωτογραφίες αναφορικά με τη δουλειά του και αντίγραφο ιατρικού εγγράφου.

Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή στην αίτηση και τη συνέντευξη, κατέταξαν αυτούς στους ακόλουθους ουσιώδεις ισχυρισμούς.

1.    Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή

2.    Ο αιτητής συνεργάστηκε με τον στρατό από τον Μάρτιο μέχρι τον Απρίλιο 2018

3.    Ο αιτητής καταζητείται από τις Αρχές της χώρα καταγωγής του

4.    Ο αιτητής δέχθηκε επίθεση και μαχαιρώθηκε από άτομο σε χωρίο κοντά στον τόπο διαμονής του

Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο εκ των ως άνω ισχυρισμών, απέρριψαν δε τον 2ο, 3ο και 4ο ουσιώδη ισχυρισμό, καθώς, ως κρίθηκε, στερούνταν εσωτερικής συνοχής.

Αναφορικά με τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό, ως κρίθηκε, οι δηλώσεις του αιτητή καθώς και οι αποκρίσεις του στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν σχετικώς ήταν ασαφείς και χωρίς λεπτομέρειες ως προς τις συνθήκες υπό τις οποίες αποφάσισε να συνεργαστεί με τον στρατό και δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με επαρκείς λεπτομέρειες και σαφήνεια τον τρόπο που επικοινωνούσε, με ποιόν, πότε, καθώς και το ακριβές περιεχόμενο αυτής της επικοινωνίας. Σχετικώς αξιολογήθηκε ότι, κληθείς να περιγράψει τη συνεργασία του με τον στρατό, η απάντησή του ήταν ότι «αν [δει] κάτι περίεργο στο χωριό, πρέπει να τον [ενημερώσει]», η οποία κρίθηκε αόριστη, ενώ επίσης δεν ήταν σε θέση να διευκρινίσει τον στρατιωτικό βαθμό του ατόμου που του πρότεινε τη συνεργασία, πληροφορία που – ως κρίθηκε – ήταν εύλογα αναμενόμενο να είναι σε θέση να παρέχει, λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, γνώριζε ήδη αυτό το πρόσωπο από την εργασία του και αποφάσισε να συνεργαστεί μαζί του. Κληθείς να εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο του προτάθηκε να συνεργαστεί με τον στρατό, απάντησε «επειδή [τον] γνώριζε από το γκαράζ», κάτι που θεωρήθηκε αόριστο. Ομοίως αόριστες και ασαφείς κρίθηκε οι δηλώσεις του αιτητή για την εμβέλεια της συσκευής καθώς και με ποιον επικοινωνούσε. Ομοίως αόριστες και στερούμενες λεπτομερειών κρίθηκαν και οι δηλώσεις του αιτητή αναφορικά με το περιστατικό όπου, ως ο ίδιος ανέφερε, ο στρατός άρχισε να πυροβολεί τυχαία και στη συνέχεια έκαψε το κατάστημα στο χωριό.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ως άνω 2ου ουσιώδους ισχυρισμού κρίθηκε ότι - λόγω της προσωπικής φύσης του – δεν μπορεί να αξιολογηθεί, και σημειώθηκε ότι, παρότι εντοπίστηκαν πληροφορίες που απεικονίζουν τη γενική κατάσταση στο Καμερούν με τους Ambazonians (οι οποίες – παρότι δεν καταγράφεται ρητά – φαίνεται να γίνεται αποδεκτό ότι συνάδουν με τα λεγόμενα του αιτητή), όμως, δεδομένης της μη λεπτομερούς αφήγησης του αιτητή, η εσωτερική αξιοπιστία δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή και γι’ αυτό απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.

Αναφορικά με τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμό κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του αιτητή σχετικά με το ότι – ως ανέφερε - καταζητείται από τις αρχές του Καμερούν δεν ήταν λεπτομερείς και συνεκτικές. Ειδικότερα, ως κρίθηκε, σχετικά με τις περιστάσεις υπό τις οποίες φέρεται να ανακάλυψε ότι καταζητείται από τις αρχές, ότι ο αιτητής απλώς δήλωσε ότι ο πάστορας τον κάλεσε και τον ενημέρωσε, χωρίς να είναι σε θέση να δώσει λεπτομερείς πληροφορίες για το τί ακριβώς συνέβη. Κληθείς να δώσει λεπτομέρειες και να αναφέρει τί του είπε ο πάστορας, απάντησε «μου είπε μόνο αυτό». Κρίθηκε περαιτέρω ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει την ακριβή ημερομηνία που τον ενημέρωσε ο πάστορας, καθώς η απάντησή του θεωρήθηκε αόριστη και, όταν ρωτήθηκε πώς έμαθε ο πάστορας ότι ο στρατός τον αναζητούσε, απάντησε «δεν ξέρω». Λαμβανομένης υπόψη της σημασίας της πληροφορίας αυτής, η οποία αποτελεί ένα από τα βασικά στοιχεία του ισχυρισμού του αιτητή, κρίθηκε ότι θα αναμενόταν να είχε συλλέξει περισσότερες λεπτομέρειες από τον πάστορα σχετικά με το πώς το έμαθε αυτό και ποιες ήταν οι πηγές του, εφόσον, ως ο αιτητής, ανέφερε, αυτός ήταν και ένας από τους κύριους λόγους που έφυγε από τη χώρα.

Επιπροσθέτως των ως άνω κρίθηκε ο αιτητής ανέφερε με ασυνέπεια ότι ενώ έμενε στο Kribi για αρκετό καιρό μετά τα συμβάντα που περιέγραψε, δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα μέχρι την ημέρα που έφυγε από τη χώρα του και ότι οι αρχές της χώρας του ποτέ δεν τον ενόχλησαν. Κληθείς να προσδιορίσει τον λόγο για τον οποίο ο στρατός τον αναζητούσε, απάντησε αόριστα ότι ήταν επειδή δεν επέστρεψε την ασύρματη συσκευή, όταν διέκοψε τη συνεργασία του μαζί τους και, κληθείς να εξηγήσει πως έφυγε από τη χώρα του νομίμως, χρησιμοποιώντας το αυθεντικό του διαβατήριο, ενώ – ως ανέφερε – τον αναζητούσαν, δήλωσε ότι ήταν «επειδή δεν υπήρχε ένταλμα σύλληψης για μένα, με αναζητούσαν κρυφά», και όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει τι εννοούσε με τη λέξη «κρυφά», απάντησε ότι «αν με αναζητούσαν επίσημα, θα το ήξερα και θα διέφευγα».  Αξιολογήθηκε δε περαιτέρω ότι η σύζυγός του αιτητή εξακολουθεί να ζει στο Kribi και οι αρχές ποτέ δεν την ενόχλησαν, κάτι που θεωρήθηκε επιπλέον αρνητικό στοιχείο αξιοπιστίας. Ακολούθως κρίθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες σχετικά με το γεγονός ότι οι αρχές τον αναζητούσαν.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, σημειώθηκε ότι η εξωτερική αξιοπιστία αυτού του δεν μπορεί να αξιολογηθεί, λόγω της προσωπικής φύσης του και, δεδομένης της ελλείψεως εσωτερικής συνοχής του ισχυρισμού, απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.

Αναφορικά με τον 4ο ουσιώδη ισχυρισμό κρίθηκε ότι – ομοίως με τα ως άνω – ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει κατά τρόπο συνεκτικό και με σαφήνεια τον λόγο για τον οποίο δέχθηκε επίθεση και μαχαιρώθηκε, δεδομένου ότι δεν γνώριζε το άτομο αυτό και οι απαντήσεις που έδωσε περί του ότι τον θεώρησε υπεύθυνο κρίθηκαν ανεπαρκείς, ως κρίθηκαν και οι αποκρίσεις του στις ερωτήσεις σχετικά με το άτομο που του επιτέθηκε. Σε συνέχει των ως άνω, όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει πρακτικά τον τρόπο με τον οποίο δέχθηκε επίθεση, οι απαντήσεις του κρίθηκαν αόριστες και στερούμενες αναμενόμενων λεπτομερειών και βιωματικών στοιχείων, λαμβανομένου υπόψη και του ότι -ως κρίθηκε - δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει την ακριβή ημερομηνία κατά την οποία εξήλθε από το νοσοκομείο και η περιγραφή του για τις θεραπείες που έλαβε ήταν ομοίως ανεπαρκής.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός έκρινε ότι δεν μπορεί να αξιολογηθεί λόγω της προσωπικής φύσης του περιστατικού. Αναφορικά με τα έγγραφα που ο αιτητής προσκόμισε κρίθηκε ότι οι φωτογραφίες που απεικονίζουν τον ίδιο δεν στοιχειοθετούν τους ισχυρισμούς του αιτητή, οι δε φωτογραφίες που απεικονίζουν τα κατ’ ισχυρισμό τραύματα του στο δάχτυλο και την κοιλιά του (ερ.49-52) δεν αποδεικνύουν ότι τα εικονιζόμενα τραύματα συνδέονται με το αφήγημα του. Αναφορικά με το ιατρικό πιστοποιητικό που προσκόμισε ο αιτητής (ερ.53), κρίθηκε ότι δεν αποδεικνύεται σύνδεση αυτού με τα τραύματα και την κατ’ ισχυρισμό επίθεση που δέχθηκε ο αιτητής. Συνεπεία των ως άνω ο 4ος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, και επί τη βάσει του ισχυρισμού που έχει γίνει αποδεκτός, ήτοι ότι του προφίλ του, κατόπιν ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής (Kribi/South) του αιτητή, εκ της οποίας οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι, δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα να εκτεθεί σε κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής.

Συνεπεία των ως άνω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε απόφαση επιστροφής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του.

Στα πλαίσια των αγορεύσεων του ο αιτητής αναφέρει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προϊόν ανεπαρκούς έρευνας και πλάνης αναφορικά με τις υφιστάμενες συνθήκες στη χώρα καταγωγής, δεν αιτιολογείται δεόντως και – κάνοντας αναφορές σε διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ) - εισηγείται ότι θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι το αφήγημα του αιτητή είναι αξιόπιστο και, σε κάθε περίπτωση, εκ μόνης της κατάστασης που επικρατεί στη χώρα, ο αιτητής διατρέχει κίνδυνο δίωξης ή και σοβαρής βλάβης, λόγω αδιάκριτης βίας και γι’ αυτό χρήζει διεθνούς προστασίας και – κατ’ ελάχιστο – θα πρέπει να του αποδοθεί συμπληρωματική προστασία.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν άπαντες οι ισχυρισμοί του αιτητή, είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και ορθή επί της ουσίας αυτής, ζητώντας γι’ αυτό απόρριψη της προσφυγής. Αναφέρουν δε ότι άπαντα τα επιμέρους ευρήματα τους επί της αξιοπιστίας των λεγομένων του αιτητή όσο και επί της κατάληξης τους ότι αυτός δεν χρήζει διεθνούς προστασίας είναι απολύτως εύλογα, πλήρως αιτιολογημένα και ορθά.

Δεδομένου ότι άπαντες οι εδώ προωθούμενοι από τον αιτητή ισχυρισμοί συμπλέκονται άρρηκτα με την επί της ουσίας ορθότητα της επίδικης απόφασης, προχωρώ λοιπών με επί της ουσίας εξέταση της, εξ υπαρχής και επί όλων των ενώπιον μου στοιχείων, η οποία τελείται σε κάθε περίπτωση (βλ. και Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.107/2023, Q. B. T. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημ.11/02/25).

Προχωρώ λοιπόν σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι:

«Εάν ένας αιτών ισχυριστεί ότι συνελήφθη σε διαδήλωση για πρώτη φορά στη ζωή του, θα προξενούσε έκπληξη η αδυναμία του να παράσχει συγκεκριμένα στοιχεία σχετικά με το πότε, πού και με ποιον τρόπο έλαβε χώρα η σύλληψή του, παρότι στην περίπτωση αυτή τίθεται το ζήτημα του βαθμού λεπτομέρειας που μπορεί εύλογα να αναμένεται. Σε κάθε περίπτωση, απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.».

Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι:

«[Οι] δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305).  […]

Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»

Διερχόμενος των ενώπιον μου στοιχείων είναι κατάληξη μου ότι συμφωνώ με όλα τα επί αξιοπιστίας των λεγομένων του αιτητή ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση αναφορικά με τον 2ο, 3ο και 4ο ουσιώδη ισχυρισμό του. Τούτο γιατί, ως και στην επίδικη αίτηση λεπτομερώς καταγράφεται, οι ισχυρισμοί που αφορούν την κατ’ ισχυρισμό δίωξη του από τον στρατό, λόγω της συνεργασίας του που αυτός διέκοψε, αλλά και της κατ’ ισχυρισμό επίθεσης που δέχθηκε από άγνωστο πρόσωπο στερούνται καταφανώς και επί πάσης πτυχής τους λεπτομερειών, συνοχής, χρονικής αλλά και λογικής συνέπειας, βιωματικών στοιχείων και συγκεκριμένων πληροφοριών που θα τους στοιχειοθετούσε. Ως προκύπτει από μια ανάγνωση του επίδικου πρακτικού της συνέντευξης, ο αιτητής δεν ήταν σε θέση τελικά να εξηγήσει πως και με ποιο άτομο από τον στρατό συνεργάστηκε, ποιος ήταν ο βαθμός του προσώπου αυτού, με ποιον επικοινωνούσε, γιατί θεώρησε ότι διώκεται ενώ ουδέν του συνέβη μετά που σταμάτησε τη συνεργασία του με τον στρατό και παρότι αυτός διέμενε στο ίδιο μέρος, όπου διαμένει μέχρι σήμερα η γυναίκα του, ουδέν του συνέβη είτε από τον στρατό είτε από τους Ambazonians, για τους οποίους ανέφερε ότι φοβάται ότι θα τον πιέσουν να ενταχθεί στις τάξεις τους. Σημειώνω εδώ ότι, παρότι η πτυχή που αφορά κατ’ ισχυρισμό φόβο του αιτητή από τους Ambazonians επειδή - ως ανέφερε – μπορεί να του αποδώσουν ότι συνεργάστηκε με τον στρατό, δεν εξετάστηκε αυτοτελώς από τους καθ’ ων η αίτηση, θα πρέπει και αυτή να απορριφθεί, δεδομένου ότι – ως ο ίδιος ο αιτητής τελικώς παραδέχθηκε – ουδείς γνώριζε ότι αυτός συνεργάστηκε με τον στρατό και καμία φήμη περί τούτου κυκλοφορεί στο χωριό του. Ομοίως, δεδομένης της γενικότητας και της ασάφειας των περί τούτου δηλώσεων του αιτητή αλλά και των εν πολλοίς μονολεκτικών αποκρίσεων του στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν σχετικώς, ουδεμία αξιοπιστία θα μπορούσε να αποδοθεί και στα όσα ανέφερε περί επίθεσης που δέχθηκε από άγνωστο άτομο και μαχαιρώματος του. Κατά τα τ’ άλλα αρκεί να παραπέμψω σχετικώς στα επί τούτου επιμέρους ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση, ως στην επίδικη έκθεση περιέχονται (ερ.83-87) και παρατίθενται και πιο πάνω, τα οποία υιοθετώ ως έχουν και δεν κρίνω ότι είναι σκόπιμο να επαναλάβω.

Σχετικά με την εξωτερική αξιοπιστία του 2ου, 3ου και 4ου ουσιώδους ισχυρισμού εντοπίζω τα εξής.

Η Διεθνής Αμνηστία και το Human Rights Watch (HRW) κάνουν λόγο για μη τήρηση και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε εκτεταμένο βαθμό στα πλαίσια της κρίσης στις Αγγλόφωνες επαρχίες.[1]

Αναφορά της οργάνωσης Human Rights Watch εκδοθείσα το 2018, ήτοι το χρόνο που κατ’ ισχυρισμό έλαβαν χώρα τα περιστατικά, αναφέρει την ύπαρξη ισχυρών ενδείξεων ότι οι άμαχοι οι οποίοι εκλαμβάνονται ως συνεργαζόμενοι με την κυβέρνηση στοχοποιούνται από τους αποσχιστές για εκβιασμούς, βασανισμούς και δολοφονίες.[2] Βάσει αναφοράς του ανεξάρτητου ιδρύματος Bertelsmann Stiftung[3], οι αποσχιστές στοχοποιούν αμάχους μεταξύ άλλων ως αντίποινα για αποδιδόμενη συνεργασία με την κυβέρνηση.[4] Άρθρο της εφημερίδας The African Observer αναφέρει ότι οι ένοπλες ομάδες συχνά κατηγορούνται για δολοφονίες, απαγωγές ή και τραυματισμούς αμάχων, τους οποίους κατηγορούν ότι συνεργάζονται με τις αρχές του Καμερούν.[5]

Τα Ηνωμένα Έθνη σημειώνουν υπάρχουν « […] αναφορές για βίαιες ενέργειες που καταλήγουν σε καταστροφή νοσοκομείων, σχολείων και ολόκληρων χωριών στις εν λόγω περιοχές τις οποίες έχουν διαπράξει μη κυβερνητικές ένοπλες ομάδες και μέλη των ενόπλων δυνάμεων του κυβερνώντος κόμματος […]»[6],  ενώ το HRW, σε πρόσφατη Έκθεσή του, και η Διεθνής Αμνηστία επίσης αναφέρουν πως στις ενέργειες αυτές προβαίνουν τόσο κυβερνητικοί και μη κυβερνητικοί δρώντες[7].  Η γεωγραφική τους κατανομή αναφέρεται από τα Ηνωμένα Έθνη: «Στις ΝΔ και ΒΔ επαρχίες, υψηλά επίπεδα ανασφάλειας συνεχίζονταν. Η παρουσία κρατικών σωμάτων ασφαλείας – αστυνομία, χωροφυλακή, στρατός – είναι συγκεντρωμένη κατά μήκος των κύριων οδικών αρτηριών και στις πόλεις, ενώ οι μη κρατικές ένοπλες ομάδες εντοπίζονται κυρίως στις αγροτικές περιοχές.»[8].

Σε COI QUERY του EASO, ημ.14/06/21, αναφέρεται ότι ο εκτοπισμός πληθυσμού από τα σπίτια του είναι συχνό φαινόμενο λόγω της γενικευμένης βίας, οι οποίοι εκτοπισθέντες βρίσκουν συχνά καταφύγιο σε αγροτικές ή δασώδεις εκτάσεις κοντά στον τόπο διαμονής τους:

«According to OCHA 712 180 IDPs were within or displaced in the North-West and South-West regions as of March 2021. Violence in the aforementioned regions resulted in multiple population displacements and over 1 427 people were forced to flee their homes only in March 2021, seeking shelter and safety in nearby bushes, villages and towns. 71 More than 10 000 people, mainly in Menchum division in the North-West region, were forced to flee their villages in April 2021 and IDPs reached the number of 712 800.72 For the same reference period , a UNHCR map depicting the locations of UNHCR persons of concern mentions that as of April 2021 there were 1 032 942 internally displaced persons, the majority of whom seem to be situated in the Far North, North-West and South-West regions.73 »[9]

Πηγές των Ηνωμένων Εθνών αναφέρουν τα εξής:

«Με την κλιμακούμενη βία ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τις μη-κρατικές ένοπλες ομάδες στις Νοτιοδυτικές και Βορειοδυτικές περιοχές τού Καμερούν κατά το 2019, ο άμαχος πληθυσμός είναι αντιμέτωπος με σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων […] μαζικό εκτοπισμό, επιθέσεις κατά περιουσιών, κάψιμο σπιτιών και χωριών, διαχωρισμός οικογενειών, απώλεια εγγράφων ταυτοποίησης, αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση […] έλλειψη πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες που έχουν επηρεασθεί από την κρίση και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (δολοφονίες, στρατολόγηση παιδιών, απαγωγές, έμφυλη βία, κ.ά. […] Επιθέσεις κατά χωριών, κάψιμο σπιτιών και δολοφονίες έχουν καταγραφεί.».[10]

Εκ των ως άνω δεν θα πρέπει να αμφισβητείται ότι – ως ήταν και εύρημα των καθ’ ων η αίτηση - διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ) δεικνύουν μια έκρυθμη κατάσταση, με συχνές ένοπλες συγκρούσεις, στα πλαίσια των οποίων καταγράφονται υψηλές απώλειες αμάχων και διώξεις αγγλόφωνων χωρίς κάποια νόμιμη αιτία, αυθαίρετες συλλήψεις, κρατήσεις, δολοφονίες  και πλήθος άλλων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αμφότερες τις μαχόμενες πλευρές. Σημειώνω εδώ ότι σχετικές ΠΧΚ παραθέτει ο αιτητής συνάδουν με τις ως άνω παρατιθέμενες και ουδέν περαιτέρω επί του ζητήματος προσθέτουν.

Παρά τα ως άνω δεν μπορεί όμως εν προκειμένω να παραγνωρισθεί η παντελής έλλειψη εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του αιτητή, ως ανωτέρω εξηγώ, η οποία είναι τέτοια που, στα πλαίσια συνολικής αξιολόγησης και αποτίμησης των στοιχείων που απαρτίζουν την υπόθεση, δεν μπορεί παρά να αποβεί μοιραία για τη γενική και συνολική αξιοπιστία των ισχυρισμών του, καθώς η συμφωνία των ισχυρισμών του με διαθέσιμες ΠΧΚ, ως γενικές πληροφορίες που αναφέρουν ότι τέτοια φαινόμενα απειλών υφίστανται στη χώρα καταγωγής δεν αρκεί άνευ ετέρου, τη στιγμή που αυτοί στερούνται εσωτερικής συνοχής, ενόψει της συνολικής θεώρησης των δεικτών αξιοπιστίας. Αν η αξιολόγηση γινόταν στη βάση μόνο εξωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών που στερούνται εσωτερικής συνοχής και θα οδηγούσε σε ανεπιφύλακτη αποδοχή, ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση των λεγομένων του. Στα πλαίσια συνολικής θεώρησης και αποτίμησης ενός αφηγήματος, οι ισχυρισμοί ενός αιτητή και η εσωτερική συνοχή τους, δεν μπορεί παρά να παραμένει το πρωταρχικό σημείο αναφοράς. Άλλωστε, ως και στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», σελ.97, αναφέρεται, «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.»

Θα συμφωνήσω περαιτέρω και με τα ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση επί των εγγράφων που ο αιτητής προσκόμισε στα πλαίσια της επίδικης αίτησης (ερ.49-53) προσθέτοντας όμως τα εξής. Αναφορικά με τις φωτογραφίες σημειώνω ότι, ως και οι καθ’ ων η αίτηση παρατηρούν, ουδόλως θα μπορούσαν από μόνες τους να στοιχειοθετήσουν τα όσα αυτός αναφέρει, δεδομένου ότι αφενός απεικονίζουν τον αιτητή έξω από ένα αυτοκίνητο, αυτές δε που απεικονίζουν τραύματα δεν θα μπορούσε να αποδείξουν – χωρίς την απαραίτητη επί τούτου εσωτερική συνοχή του αφηγήματος του – ότι προέκυψαν με τον τρόπο που αυτός αναφέρει. Σχετικά δε με το ερ.53, σημειώνω ότι, από μετάφραση που έγινε μέσω εφαρμογής στο διαδίκτυο, καθίσταται σαφές ότι αυτό αφορά τη σύζυγο του αιτητή και πρόκειται για προγεννητική εξέταση στην οποία αυτή υποβλήθηκε σε γυναικολογική κλινική στις 11/06/18, επί του οποίου, σε κάθε περίπτωση, ουδέν αναφέρει ο αιτητής και ουδόλως συνδέει αυτό με το αφήγημα του.

Αναφορικά με την αξιολόγηση εγγράφων σημειώνω και τα εξής.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», σελ.54, αναφέρεται ότι, «[τα] έγγραφα που έχει ο αιτών στη διάθεσή του δεν περιορίζονται στα έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή του. Αντιθέτως, ο αιτών έχει στη διάθεσή του τα έγγραφα όταν εύλογα αναμένεται ότι μπορεί να τα λάβει (122). Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ατομικές και ευρύτερες περιστάσεις του αιτούντος, συμπεριλαμβανομένων των περιστάσεων στη χώρα καταγωγής ή στον τόπο συνήθους διαμονής του. Τα έγγραφα τα οποία εύλογα αναμένεται ότι μπορεί να λάβει ο αιτών πρέπει να αξιολογούνται σε συνάρτηση με το προσωπικό ιστορικό και τις περιστάσεις του αιτούντος και δεν πρέπει να επηρεάζονται από μη εύλογες παραδοχές ή προκαταλήψεις όσον αφορά τα έγγραφα που θα πρέπει να είναι διαθέσιμα.».

Στις σελ.107-108 του ιδίου εγχειριδίου αναφέρονται τα εξής:

«Το περιεχόμενο, η φύση και ο συντάκτης αφορούν το αν το έγγραφο είναι αξιόπιστο. Ένα έγγραφο μπορεί να είναι γνήσιο, υπό την έννοια ότι πρόκειται όντως για το έγγραφο ως το οποίο υποβάλλεται, αλλά το περιεχόμενό του ενδέχεται να είναι αναξιόπιστο και να μην τεκμηριώνει τις δηλώσεις του αιτούντος. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι ένα έγγραφο είναι πλαστογραφημένο δεν σημαίνει ότι μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο μόνο γι’ αυτόν τον λόγο. Το βάρος της απόδειξης της γνησιότητας και της αξιοπιστίας του εγγράφου το φέρει ο αιτών.

Ενδεχομένως να πρέπει να εξεταστούν παράγοντες όπως η εσωτερική συνέπεια, το επίπεδο λεπτομέρειας, η συνέπεια με άλλα αποδεικτικά στοιχεία, και ιδιαίτερα με τις ΠΧΚ, και το αν οι πληροφορίες προέρχονται από άμεση πηγή. Το ίδιο ισχύει και για πτυχές που αφορούν τον συντάκτη, τα προσόντα του, την αξιοπιστία των πληροφοριών στις οποίες βασίζεται το έγγραφο και τον σκοπό για τον οποίο συντάχθηκε.

[…]

Τα έγγραφα πρέπει να υποβάλλονται στον ίδιο βαθμό ελέγχου που υποβάλλονται και οι δηλώσεις του αιτούντος: οι αρχές που εφαρμόζονται στην αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων και αναφέρονται στην ενότητα 4.3 ανωτέρω δεν ισχύουν μόνο για τις δηλώσεις, γραπτές ή προφορικές, αλλά και για όλα τα έγγραφα που υποβάλλονται προς στήριξη της αίτησης (324). Τα έγγραφα δεν πρέπει να αξιολογούνται χωριστά, αλλά με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων. Σε κάθε περίπτωση, πριν από οποιαδήποτε αρνητική διαπίστωση, θα πρέπει να έχει παρασχεθεί στον αιτούντα η κατάλληλη ευκαιρία ώστε να δώσει εξηγήσεις ή να σχολιάσει τις σχετικές ανησυχίες.»

Ενόψει και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών είναι κατάληξη μου ότι ουδέν εκ των εγγράφων που προσκόμισε ο αιτητής στα πλαίσια της επίδικης αίτησης ενισχύει ή και στοιχειοθετεί τα λεγόμενα του, δεδομένων των πολλών και σημαντικών ελλείψεων που έχουν εντοπισθεί στην εσωτερική συνοχή των λεγομένων του.

Αναφορικά με τους στα πλαίσια της παρούσης ισχυρισμούς και έγγραφα που ο αιτητής προσκόμισε σημειώνω τα εξής.

Ο αιτητής επαναλαμβάνει ότι διώκεται από τον στρατό και Ambazonians και επισυνάπτει στην ένορκη δήλωση του ημ.11/01/23 (συνάπτεται στην προσφυγή) τα εξής έγγραφα, την μετάφραση των οποίων προσκόμισε κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου με ένορκη δήλωση ορκωτού μεταφραστή ημ.10/04/25.

1.    Φερόμενη εντολή έρευνας για τον αιτητή ημ.08/02/22

2.    Φερόμενη γνωστοποίηση κράτησης της συζύγου του αιτητή ημ.10/09/22, εξαιτίας του αυτόφωρου αδικήματος υπόθαλψης εγκληματία

3.    Φερόμενη αποδέσμευση της συζύγου του αιτητή από την κράτηση ημ.12/09/22

Σημειώνω ότι, ως προκύπτει από το περιεχόμενο αλλά και τον φερόμενο χρόνο έκδοσης των ως άνω εγγράφων, παρότι – δεδομένου και του ότι πρόκειται για αντίγραφα και όχι πρωτότυπα – είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποφανθεί κάποιος επί της γνησιότητας τους, εντούτοις, δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι επ’ αυτών που αφορούν τη σύζυγο του αιτητή ουδέν αναφέρεται που να συνδέει την αναφερόμενη κράτηση της με τον αιτητή, σχετικά δε με το φερόμενο ένταλμα έρευνας που αφορά τον ίδιο, ουδέν στοιχείο καταγράφεται για τον χρόνο που φέρεται να τελέστηκε το αδίκημα για το οποίο διώκεται. Άπαντα δε τα ως άνω έγγραφα φέρουν χρόνο έκδοσης κατά πολύ μεταγενέστερο του χρόνου που αυτός τοποθετεί το αφήγημα του, καθώς αυτά φέρεται να έχουν εκδοθεί τον Φεβρουάριο και Σεπτέμβριο 2022, ενώ άπαντες οι ισχυρισμοί του αιτητή τοποθετούνται εντός του 2018, αυτός δε έφυγε από το Καμερούν τον Σεπτέμβριο 2019. Τα δε έγγραφα αυτά απέχουν χρονικά μεταξύ τους περί τους 7 μήνες. Δεν θεωρώ εύλογο, δεδομένου και του ότι αυτός έφυγε νομίμως από τη χώρα 4 έτη πριν τη φερόμενη έκδοση των εγγράφων αυτών, οι Αρχές της χώρας να κινηθούν εναντίον αυτού και της συζύγου του μετά από τόσο καιρό και χωρίς προηγουμένως να έχει συμβεί σ’ αυτόν κάτι σχετικώς, λαμβανομένου υπόψη του ότι ο ίδιος διέμενε περί τους 10 μήνες στο ίδιο μέρος, προτού φύγει από τη χώρα του δι’ αεροδρομίου. Ενόψει των ως άνω, δεδομένης βεβαίως και της συνολικής αποτίμησης των προσκομισθέντων εγγράφων, καταλήγω πως στα έγγραφα αυτά δεν μπορούν να γίνουν δεκτά και δεν αρκούν για να υπερκερασθούν εδώ τα κενά και ελλείψεις σχετικά με την εσωτερική συνοχή του αφηγήματος του αιτητή.

Είναι εκ των ως άνω κατάληξη μου ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή μπορεί να γίνει αποδεκτός, καθώς οι σημαντικές εν προκειμένω ελλείψεις εσωτερικής συνοχής δεν αφήνουν περιθώριο αποδοχής τους και στην απουσία μαρτυρίας που θα συμπλήρωνε τα κενά και τις ελλείψεις, ως αυτά ανωτέρω καταγράφονται, αυτά παραμένουν και πλήττουν αναπόφευκτα και τη συνολική αξιοπιστία του αιτητή.

Απομένει μια αποτίμηση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Kribi/South) σε επικαιροποιημένη βάση.

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην Νότια περιφέρεια (South region), όπου βρίσκεται η πόλη Kribi, τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης τις 17/10/25), καταγράφηκε 1 περιστατικό πολιτικής βίας[11] το οποίο είχε ως αποτέλεσμα 1 θάνατο.[12] Σύμφωνα με την ίδια βάση δεδομένων δεν υπάρχουν οποιαδήποτε καταγεγραμμένα περιστατικά πολιτικής βίας στην πόλη Kribi το ανωτέρω χρονικό διάστημα.[13] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός στην ευρύτερη περιφέρεια εκτιμάται περί τις 800.000[14] και στην πόλη Kribi περί τις 55.000 κατοίκων.[15]

Είναι κατάληξη μου εκ των ως άνω ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας και η ένταση τους στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι του επιπέδου που απαιτείται προκειμένου να αποδοθεί συμπληρωματική ή άλλη προστασία, δεδομένου ότι δεν θεωρώ πως υφίστανται εν προκειμένω ιδιαίτερες περιστάσεις, λαμβανομένου υπόψη του ότι το αφήγημα του αιτητή περί διώξεως του από τον στρατό και αποσχιστές δεν γίνεται αποδεκτό, που θα μπορούσαν να επιτείνουν τον κίνδυνο γι’ αυτόν, σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [16] (C-901/19, CF, DN, ημ.10/06/21, ΔΕΕ).

Έπεται λοιπόν ότι δεν τεκμηριώθηκε εδώ βάσιμος φόβος «καταδίωξης του [αιτητή] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες οι έννοιες ορίζονται στα αρ.3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

Ουδέν ετέθη ενώπιον μου στα πλαίσια της παρούσης που να ανατρέπει τα ως άνω.

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html ; Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html (accessed on 05/08/2022)

[2] HRW, ‘These Killings can be Stopped’ (2018),21-22 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1438857/3175_1532282307_cameroon0718-web2.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 12/02/2024)

[3] Bertelsmann Foundation, ‘Bertelsmann Stiftung’ (χωρίς ημερομηνία), διαθέσιμο σε https://www.bfna.org/bertelsmann-stiftung/

[4] BTI, ‘Cameroon Country Report 2022’ (2022), διαθέσιμο σε https://bti-project.org/en/reports/country-report/CMR (ημ. πρόσβασης 12/02/24)

[5] The African Observer, ‘30 Women Freed After Abduction by Separatists in Cameroon’s Anglophone Region’ (2023), διαθέσιμο σε  https://theafricanobserver.com/30-women-freed-after-abduction-by-separatists-in-cameroons-anglophone-region/ (ημ. πρόσβασης 12/02/24)

[6] United Nations Economic and Social Council, Concluding observations on the fourth periodic report of Cameroon, E/C.12/CMR/CO/4, para. 4, 25 March 2019: https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/treatybodyexternal/Download.aspx?symbolno=E/C.12/CMR/CO/4&Lang=En

[7] Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at:  https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html; Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html

[7] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at:  https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf

[8] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at:  https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf

[9] EASO, COI QUERY «Latest developments on security situation in Anglophone region between 1 January 2020 and 31 May 2021», σελ.8, available at: https://euaa.europa.eu/

[10] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 41-42, June 2020, available at:https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf

[11] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests).

[12] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Cameroon, Sud, Kribi) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 24/10/2025]

[13] Ibid

[14] City Population, https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 24/10/2025]

[15] World Population Review, https://worldpopulationreview.com/cities/cameroon [Ημερομηνία Πρόσβασης: 24/10/2025]

[16] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο