ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: T1176/24
10 Οκτωβρίου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
K.K.
Αιτητού
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
…………………….
Γ. Βασιλόπουλος (κος), για Γεώργιος Βασιλόπουλος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόρος για τον Αιτητή
Ρ. Προδρόμου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η αίτηση
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 22.11.2024, με την οποία απορρίφθηκε η μεταγενέστερη αίτησή του για διεθνή προστασία, καθώς η εν λόγω αίτηση κρίθηκε ως απαράδεκτη δυνάμει των άρθρων 16Δ και 12Βτετράκις των περί Προσφύγων Νόμων 2000 έως 2023 (στο εξής: o περί Προσφύγων Νόμος).
Γεγονότα
Νομικοί Ισχυρισμοί
3. Κατά την ακροαματική διαδικασία της 10.9.2025 ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ο Αιτητής, δια του συνηγόρου του, επεσήμανε ότι κατά την αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησής του, οι Καθ’ ων η αίτηση έλαβαν υπόψη εσφαλμένες ημερομηνίες, όπως αυτές αναγράφονται στα μεταφρασμένα στην αγγλική γλώσσα έγγραφα, τα οποία ο ίδιος είχε προσκομίσει. Ως προς τα εν λόγω έγγραφα, υποστήριξε ότι καταδεικνύουν τις απειλές που δεχόταν από τους Taliban λόγω της προηγούμενης επαγγελματικής του δραστηριότητας στη χώρα καταγωγής του, προς ενίσχυση του ισχυρισμού του περί δίωξής του.
4. Κατ' εφαρμογή του Κανονισμού 3(ε) των περί της λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, ως έχουν τροποποιηθεί, οι Καθ' ων η αίτηση συμμετέχουν καταρχήν στην παρούσα διαδικασία δια της καταχωρίσεως υπομνήματος, αλλά δεν συμμετέχουν στην ακροαματική διαδικασία. Στη βάση ωστόσο σχετικών οδηγιών του Δικαστηρίου, οι Καθ' ων η αίτηση συμμετείχαν στην παρούσα διαδικασία και δια της καταχωρίσεως γραπτής αγόρευσης, αλλά και κατά την ακροαματική διαδικασία.
5. Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης απόφασης και επισημαίνουν ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ήταν προϊόν δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Υποστήριξαν ότι με την μεταγενέστερη αίτησή του, ο Αιτητής, επανέλαβε τους αρχικούς του ισχυρισμούς, τα όσα προσκόμισε δεν αποτελούν νέα στοιχεία, αλλά αντιθέτως, συνιστούν έγγραφα υποστηρικτικού χαρακτήρα ως προς τις απειλές που ισχυρίστηκε ότι λάμβανε. Σε κάθε περίπτωση, σημείωσαν ότι αυτά δεν αυξάνουν τις πιθανότητες επιτυχίας της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξ υπαιτιότητάς του ιδίου δεν προσκομίστηκαν νωρίτερα.
To νομικό πλαίσιο
6. Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2023 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι του παρόντος δικαστηρίου):
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
7. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2025 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
8. Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.
9. Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποχρεώσεις αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών
16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).
(2) Ιδίως, ο αιτητής οφείλει-
(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙ […]
(3) Η Υπηρεσία Ασύλου αξιολογεί, σε συνεργασία με τον αιτητή, τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) στοιχεία.».
10. Το άρθρο 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τα ακόλουθα:
«Απαράδεκτες αιτήσεις
(2) Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να θεωρήσει αίτηση ως απαράδεκτη μόνον εάν-
(α) [...] (β) [...] (γ) [...]
(δ) η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας∙ ή
(ε) [...]».
11. Το άρθρο 16Δ του του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποβολή νέων στοιχείων ή πορισμάτων ή μεταγενέστερης αίτησης
16Δ.-(1)(α) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο -
(i) Μεταγενέστερη αίτηση, ή
(ii) νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά ή μετά την ημερομηνία στην οποία καθίσταται εκτελεστή απόφαση του Προϊσταμένου επί πρότερης αίτησης του αιτητή,
ο Προϊστάμενος εξετάζει το συντομότερο δυνατό οτιδήποτε ούτως υποβληθέν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
(β) Στην παράγραφο (α), ο όρος «απόφαση» περιλαμβάνει απόφαση που λαμβάνεται από τον Προϊστάμενο δυνάμει του άρθρου 16Β ή 16Γ.
(2) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο είτε μεταγενέστερη αίτηση είτε νέα στοιχεία ή πορίσματα, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο Προϊστάμενος δεν μεταχειρίζεται οτιδήποτε υποβληθέν ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Ο Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.
(3)(α) Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρτική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του, σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.
(β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώνει ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν τα προαναφερόμενα στην παράγραφο (α) νέα στοιχεία ή πορίσματα, προβαίνει σε ουσιαστική εξέτασή τους, αφού προηγουμένως ενημερώσει σχετικά τον αιτητή, και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση, μόνο εφόσον -
(i) Τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας∙ και
(ii) ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
(γ) Επί της νέας εκτελεστής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) εφαρμόζονται τα εδάφια (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.
(δ) Σε περίπτωση που μεταγενέστερη αίτηση δεν εξετάζεται περαιτέρω δυνάμει του παρόντος άρθρου, αυτή θεωρείται απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις και σε τέτοια περίπτωση ο Προϊστάμενος εκδίδει σχετική απόφαση επί της οποίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία τα εδάφια (7) και (7Ε) του άρθρου 18. Η εν λόγω απόφαση παραθέτει την αιτιολογία της και ενημερώνει τον αιτητή για το δικαίωμα που έχει να την προσβάλει στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για την προθεσμία άσκησης τέτοιας προσφυγής[...]».
12. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
13. Ως προς τους προωθούμενους λόγους προσφυγής, επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά εξετάζει την ουσιαστική της ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας και εν προκειμένω στην αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησής του ως παραδεκτής. Στην παρούσα διαδικασία, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].
14. Επισημαίνεται ότι η επίδικη πράξη αποτελεί απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ (ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων) και 13 (κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων), όταν η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση, στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον Αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας. Υπογραμμίζεται δε ότι καταρχήν ο Προϊστάμενος στο στάδιο αυτό δεν έχει υποχρέωση εκ νέου διενέργειας συνέντευξης (άρθρο 16Δ(2) του περί Προσφύγων Νόμου).
15. Το ζήτημα της εξέτασης των μεταγενέστερων αιτήσεων και ειδικότερα της έννοιας των νέων στοιχείων και πορισμάτων εξετάστηκε στην απόφαση του ΔΕΕ της 9ης Σεπτεμβρίου 2021 στην υπόθεση C 18/20, XY κατά Bundesamt für Fremdenwesen und Asyl, ECLI:EU:C:2021:710, σκέψεις 31 έως 44. Η εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων διενεργείται σε δύο στάδια: Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων [Βλ. επίσης απόφαση της 10ης Ιουνίου 2021, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Νέα στοιχεία ή πορίσματα), C 921/19, EU:C:2021:478, σκέψη 34].
16. Οι προϋποθέσεις παραδεκτού της αίτησης, συνεπώς, οι οποίες ανήκουν στο πρώτο στάδιο εξέτασης μίας μεταγενέστερης αίτησης, όπως μεταφέρθηκαν στην εθνική έννομη τάξη είναι οι ακόλουθες:
17. Πρώτον, καθορίζεται εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για το χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
18. Δεύτερον, εάν τα νέα στοιχεία ή πορίσματα που έχουν προκύψει ή υποβληθεί από τον αιτούντα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
19. Τρίτον, εάν ο συγκεκριμένος αιτών, χωρίς δική του υπαιτιότητα, δεν μπόρεσε να επικαλεσθεί τα εν λόγω νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία, που αφορούσε την εξέταση της αίτησής του. Οι πιο πάνω προϋποθέσεις θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά.
20. Ως εκ τούτου, σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου δεν υφίσταται ουσιαστική κρίση επί της βασιμότητας της αίτησης ασύλου, αλλά κρίση επί του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης για διεθνή προστασία, το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει μόνο κατά πόσον ευλόγως η αρμόδια αρχή έκρινε ως απαράδεκτο το αίτημα του Αιτητή για επανάνοιγμα της υπόθεσής του. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η διαδικασία ουσιαστικής εξέτασης της μεταγενέστερης αίτησης επαφίεται πλέον στην δικονομική αυτονομία των κρατών μελών.
21. Εν προκειμένω, ο Αιτητής, κατά την καταγραφή της αίτησής του, δήλωσε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του, καθώς με την άφιξη των Taliban, αντιμετώπιζε προβλήματα και λάμβανε απειλές από τους τελευταίους, εξαιτίας της εργοδότησής του κατά τα έτη 2014-2017 σε κατασκευαστική εταιρεία που συνεργαζόταν με την κυβέρνηση.
22. Κατά τη συνέντευξή του, ο Αιτητής επιβεβαίωσε την καταγωγή του από το Αφγανιστάν, δηλώνοντας ότι γεννήθηκε το 1998 σε χωριό της περιφέρειας Laghman, η οποία αποτέλεσε και τον τελευταίο τόπο διαμονής του πριν την αναχώρησή του από τη χώρα. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ανέφερε ότι είναι άγαμος και άτεκνος· οι γονείς του και ορισμένα από τα αδέλφια του εξακολουθούν να διαμένουν στον ανωτέρω τόπο συνήθους διαμονής του. Είναι εθνοτικής καταγωγής Pashto και Μουσουλμάνος Σουνίτης στο θρήσκευμα. Δήλωσε ότι είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ότι κατά το διάστημα 2020–2022 φοιτούσε σε πανεπιστήμιο της χώρας του, στον κλάδο των Οικονομικών, πλην όμως διέκοψε τις σπουδές του εξαιτίας της ανάληψης της εξουσίας από τους Taliban. Ως προς την επαγγελματική του δραστηριότητα, ανέφερε ότι το 2020 εργάστηκε σε κατασκευαστική εταιρεία με την επωνυμία «S.W.», στην οποία κατείχε τη θέση βοηθού διευθυντή (assistant manager) μέχρι τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Η εν λόγω εταιρεία, κατά τα λεγόμενά του, αναλάμβανε κυβερνητικά έργα, ενώ ο ίδιος, λόγω της θέσης του, ήταν επιφορτισμένος με τη διαχείριση των σχετικών συμβολαίων.
23. Αναφερόμενος στους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής, κατά την ελεύθερη αφήγησή του, υποστήριξε ότι αναγκάστηκε να αποχωρήσει λόγω του καθεστώτος των Taliban. Επεσήμανε ότι, μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους τελευταίους, επιβλήθηκαν σοβαροί περιορισμοί, σημειώθηκε οικονομική κατάρρευση και επικράτησε εκτεταμένη ανεργία, καθώς ευκαιρίες απασχόλησης παρέχονταν μόνο σε πρόσωπα συνδεόμενα με το νέο καθεστώς. Ο ίδιος, όπως ανέφερε, αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του και απώλεσε την εργασία του, γεγονός που τον εμπόδισε να συνεισφέρει οικονομικά στην οικογένειά του. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι η ζωή του τέθηκε σε κίνδυνο, καθότι έλαβε δύο φορές απειλές από τους Taliban, οι οποίοι τον κατηγόρησαν ότι συνεργαζόταν με την προηγούμενη κυβέρνηση, λόγω της απασχόλησής του σε εταιρεία που εκτελούσε κρατικά έργα.
24. Κατά την υποβολή διερευνητικών ερωτημάτων προς τον Αιτητή, αναφορικά με την απώλεια της εργασίας του, αυτός ανέφερε ότι η εταιρεία στην οποία εργαζόταν κατέρρευσε και ανέστειλε οριστικά τις δραστηριότητές της λόγω των περιορισμών και απαγορεύσεων που επέβαλαν οι Taliban μετά την ανάληψη της εξουσίας. Ως προς τις απειλές που ισχυρίστηκε ότι δέχθηκε, δήλωσε ότι η πρώτη έλαβε χώρα περίπου πέντε μήνες πριν την κατάληψη της χώρας από τους Taliban, όταν μέλη της οργάνωσης επισκέφθηκαν τον χώρο εργασίας του και του ανέφεραν ότι οφείλει να σταματήσει να εργάζεται σε έργα της κυβέρνησης, προτού αποχωρήσουν χωρίς περαιτέρω ενέργεια. Η δεύτερη απειλή, κατά τους ισχυρισμούς του, σημειώθηκε μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους Taliban, όταν τον προσέγγισαν καθ’ οδόν προς την οικία του και του είπαν ότι, αφού αγνόησε την προηγούμενη προειδοποίηση να παραιτηθεί από την εργασία του, θα κινηθούν δικαστικά εναντίον του.
25. Ο Αιτητής ανέφερε ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στο Αφγανιστάν, φοβάται πως οι Taliban ενδέχεται να τον σκοτώσουν, επειδή δεν συμμορφώθηκε με την αρχική τους προειδοποίηση να εγκαταλείψει την εργασία του. Επεξήγησε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του νόμιμα, μεταβαίνοντας οδικώς στο Ιράν με θεώρηση εισόδου (visa), και από εκεί ταξίδεψε αεροπορικώς προς τη Δημοκρατία. Δήλωσε ότι δεν γνωρίζει εάν οι αρχές της χώρας του θα του επιτρέψουν να επιστρέψει, ενώ, κατά τους ισχυρισμούς του, δεν θα του παρέχουν προστασία έναντι των Taliban. Υποστήριξε, τέλος, ότι δεν θα μπορούσε να διαβιώσει με ασφάλεια σε άλλη περιοχή του Αφγανιστάν, λόγω της εκτεταμένης παρουσίας και δραστηριοποίησης των Taliban σε ολόκληρη τη χώρα.
25. Οι Καθ’ ων η αίτηση διέκριναν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο πρώτος αναφορικά με τη χώρα καταγωγής, τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του Αιτητή και ο δεύτερος αναφορικά με την αδυναμία εύρεσης ικανοποιητικά αμειβόμενης εργασίας στο Αφγανιστάν. Αμφότεροι, οι ουσιώδεις ισχυρισμοί του Αιτητή, έτυχαν αποδοχής από τους Καθ΄ ων η αίτηση. Ειδικά σε σχέση με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, καταγράφηκε στην Έκθεση-Εισήγηση ότι το αφήγημά του αφορά κυρίως την ανικανότητά του να εξεύρει εργασία μετά την κατάρρευση της εταιρείας για την οποία εργαζόταν και ως εκ τούτου, ο σχετικός του ισχυρισμός περί απειλών που δεχόταν λόγω της συνεργασίας της εν λόγω εταιρείας με την προηγούμενη κυβέρνηση στη χώρα του, κρίθηκε ως μη ουσιώδης. Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, στη βάση των δύο αποδεκτών ουσιωδών ισχυρισμών και λαμβάνοντας συνολικά υπόψη την κατάσταση ασφαλείας και το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, οι Kαθ΄ ων η αίτηση, κατέληξαν ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται πως διατρέχει πραγματικό κίνδυνο εκ της παρουσίας του και μόνο ως άμαχος σε περίπτωση επιστροφής του, ένεκα της κατάστασης ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του. Κατά τη νομική ανάλυση που ακολούθησε, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν δύναται να υπαχθεί σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
26. Στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου της υπ΄αριθμόν 1294/2024 προσφυγής του, όπου ο Αιτητής, o οποίος εμφανιζόταν αυτοπροσώπως επαναλαμβάνει, στα γεγονότα αυτής, τα περί κινδύνου δίωξής του από τους Taliban εξαιτίας της εμπλοκής του με έργα της προηγούμενης κυβέρνησης στα πλαίσια της εργοδότησής του σε ιδιωτική εταιρεία, περί έλλειψης ευκαιριών απασχόλησης και περιορισμού των δικαιωμάτων ελευθερίας στη χώρα καταγωγής του. Η εν λόγω προσφυγή απορρίφθηκε κατόπιν δικαστικής απόφασης ημερ. 16.9.2024, με την οποία επικυρώθηκε η επίδικη απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση.
27. Εν προκειμένω, στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησής του, υποβληθείσας την 19.11.2024, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του διότι, μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους Taliban, ετέθη σε κίνδυνο λόγω της προηγούμενης απασχόλησής του σε κατασκευαστική εταιρεία που ανέλαβε κυβερνητικά έργα. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι, αφ’ ότου διέφυγε σε άλλη επαρχία, αποστάλθηκε στον πατέρα του απειλητικό μήνυμα, το οποίο μεταφράζεται ελεύθερα ως εξής: «Πού βρίσκεται ο γιος σου; Θα τον συλλάβουμε και θα τον σκοτώσουμε» («where is your son, we will arrest and kill him»), γεγονός που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει οριστικά τη χώρα (βλ. ερυθρό 126 του διοικητικού φακέλου). Προκειμένου να στηρίξει τους ανωτέρω ισχυρισμούς, ο Αιτητής προσκόμισε σειρά εγγράφων και υπέβαλε χειρόγραφες μεταφράσεις ορισμένων εξ αυτών στην αγγλική γλώσσα, οι οποίες στη συνέχεια εδόθησαν σε ορκωτό μεταφραστή και μεταφράσθηκαν στα ελληνικά (βλ. ερυθρά 108–122 του διοικητικού φακέλου). Σύμφωνα με τη μεταγενέστερη αίτησή του, τα ως άνω έγγραφα ευρίσκοντο ήδη στην κατοχή του, πλην όμως δεν είχαν προηγουμένως μεταφρασθεί· αφού διευθετήθηκε η μετάφρασή τους, τα προσκόμισε στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησης.
28. Κατά την αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησης, οι Καθ’ ων η αίτηση θεώρησαν ότι ο Αιτητής δεν προσκόμισε νέα στοιχεία, και ότι επανέλαβε τους ισχυρισμούς που πρόβαλε στην αρχική του αίτηση και στη συνέντευξή του. Περαιτέρω, ως προς τα έγγραφα που προσκομίστηκαν από τον Αιτητή, διαπιστώθηκαν τα εξής: Αναφορικά με τα ερυθρά 108-109, τα οποία σχετίζονται με την εργοδότηση του Αιτητή στην εταιρεία που ανέφερε, καταγράφηκε ότι δεν αποτελούν νέα στοιχεία τα οποία να αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης διεθνούς προστασίας καθώς αφορούν στην εργασία του στη χώρα του και δεν στοιχειοθετούν προσωπικό φόβο δίωξης. Επιπλέον, ο ισχυρισμός του για την εργασία του στη χώρα του, εξετάστηκε και κρίθηκε ως αξιόπιστος και ως εκ τούτου, δεν προσθέτει κάποιο νέο στοιχείο στο αφήγημά του. Ομοίως, τα ερυθρά 116-118, που αποτελούν το συμβόλαιο εργοδότησής του με ημερομηνία 15.2.2020, κρίθηκε ότι δεν αυξάνει τις πιθανότητες χορήγησης διεθνούς προστασίας, καθώς δεν συνδέεται με προσωπικό φόβο δίωξης.
29. Ως προς τις τρείς έγγραφες προειδοποιήσεις προς τον Αιτητή από τους Taliban, ήτοι τα ερυθρά 110-115 και 119-121 που φέρουν ημερομηνίες 19.4.2020, 14.7.2020 και 18.10.2021 αντίστοιχα, καταγράφηκε ότι δεν μπορεί να διαπιστωθεί η αυθεντικότητα των εγγράφων, ούτε η ταυτότητα των προσώπων που τα υπογράφει και δεν προσθέτουν οτιδήποτε στους ισχυρισμούς που έχει προβάλει στη συνέντευξή του και έχουν ήδη εξεταστεί. Επιπρόσθετα, σημειώθηκε ότι δεν αναφέρθηκε εκ μέρους του Αιτητή πότε περιήλθαν στην κατοχή του οι προειδοποιητικές επιστολές από τους Taliban και ότι υφίσταται πιστοποιημένη μετάφραση από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα και όχι από την γλώσσα στην οποία είναι συνταγμένα τα προσκομισθέντα έγγραφα.
30. Με βάση τα ανωτέρω, οι Καθ΄ων η αίτηση κατέληξαν ότι η μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή είναι απαράδεκτη, κρίνοντας περαιτέρω ότι αυτός δεν διατρέχει κίνδυνο να υποβληθεί σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση κατά παράβαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ ή της αρχής της μη επαναπροώθησης.
31. Στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, κατόπιν σχετικών οδηγιών του παρόντος Δικαστηρίου, κατατέθηκαν από πλευράς των Καθ΄ ων η αίτηση, επίσημες μεταφράσεις των εγγράφων που προσκομίστηκαν από τον Αιτητή στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησής του.
32. Κατά την ακροαματική διαδικασία της 10.9.2025, υποβλήθηκαν ερωτήσεις στον Αιτητή αναφορικά με τα έγγραφα που προσκομίστηκαν στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησής του. Ερωτηθείς σχετικά με τον χρόνο κατά τον οποίο περιήλθαν στην κατοχή του οι εν λόγω επιστολές, ο Αιτητής ανέφερε ότι ήδη κατά τη συνέντευξή του είχε αναφερθεί στις απειλές που δεχόταν από τους Taliban, πλην όμως δεν είχε μαζί του τις επιστολές όταν αφίχθη στη Δημοκρατία, καθώς δεν θεώρησε τότε ότι ήταν αναγκαίο να τις προσκομίσει. Μεταγενέστερα, λόγω της δικαστικής διαδικασίας, επιδίωξε να τις εξασφαλίσει μέσω ταχυδρομείου από τον πατέρα του. Διευκρίνισε ότι ούτε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του αναφέρθηκε ρητά στην ύπαρξη των επιστολών, επειδή δεν εκτιμούσε ότι ήταν ιδιαιτέρως σημαντικές. Υποστήριξε, επίσης, ότι είχε δεχθεί συνολικά τρεις απειλές από τους Taliban: δύο προφορικές, προτού εγκαταλείψει τη χώρα του, και μία τρίτη υπό μορφή γραπτής επιστολής, η οποία, κατά τους ισχυρισμούς του, παραλήφθηκε από τον πατέρα του μετά την αναχώρησή του από το Αφγανιστάν.
33. Επιπρόσθετα, η εταιρεία στην οποία ο ίδιος εργοδοτείτο, εξακολουθεί να δραστηριοποιείται στη χώρα καταγωγής του για λογαριασμό των Taliban. Παρά το γεγονός ότι οι απειλές που λάμβανε από τους τελευταίους, αφορούσαν στην απαίτησή τους να σταματήσει να εργάζεται στην εν λόγω εταιρεία όπως και έχει γίνει, ο ίδιος θεωρεί ότι εξακολουθεί να κινδυνεύει από τους Taliban, οπουδήποτε και εάν επιστρέψει στη χώρα του.
34. Υπό το φως των ενώπιον το Δικαστηρίου δεδομένων, και αξιολογώντας τα όσα ανέφερε και προσκόμισε κατά τη μεταγενέστερη αίτησή του επισημαίνονται τα εξής. Καταρχάς, παρά την εσφαλμένη τοποθέτηση των Καθ’ ων η αίτηση, τα έγγραφα που προσκόμισε ο Αιτητής, έστω και οψιγενώς, θεωρούνται νέα στοιχεία ακόμα και στην περίπτωση που προσκομίστηκαν προς απόδειξη ήδη προβαλλόμενων ισχυρισμών. Όπως επισημαίνεται στον Πρακτικό οδηγό της ΕΑSO (πλέον EUAA) για τις μεταγενέστερες αιτήσεις, του Δεκεμβρίου 2021,[1] τα νέα στοιχεία δύνανται να προέρχονται από γεγονότα που υφίσταντο ήδη κατά την πρώτη εξέταση (τα οποία, ωστόσο, δεν γνώριζε ο αιτών) ή να αναφέρονται σε γεγονότα που ανέκυψαν έκτοτε. Είναι συνεπώς δυνατόν να παρουσιαστούν νέα στοιχεία στα εξής τρία σενάρια: στο πλαίσιο πραγματικού γεγονότος που έχει ήδη παρουσιαστεί και αξιολογηθεί, στο πλαίσιο νέου πραγματικού γεγονότος και ως εντελώς νέοι ισχυρισμοί. Να σημειώθεί δε ότι εν προκειμένω, οι Καθ’ ων η αίτηση δεν είχαν απομονώσει ως ξεχωριστό ουσιώδη ισχυρισμό τις φερόμενες απειλές των Ταλιμπάν εναντίον του Αιτητή καίτοι ως ισχυρισμοί υφίσταντο ήδη και κατά τη διαδικασία εξέτασης της πρώτης του αίτησής για διεθνή προστασία.
35. Τα προσκομισθέντα από τον Αιτητή έγγραφα, η γνησιότητα των οποίων δε δύναται να επιβεβαιωθεί, αυτά εκτιμώνται ελεύθερα σε συνάρτηση με τα λοιπά στοιχεία που έχει ενώπιόν του το Δικαστήριο. Κατά πάγια νομολογημένη αρχή ο δικαστής δεν υποχρεούται να αποφασίζει επί τεχνικών θεμάτων, όπως εν προκειμένω η γνησιότητα ενός εγγράφου, αλλά ούτε έχει τη δυνατότητα προς τούτο αφού δεν έχει την απαιτούμενη τεχνογνωσία για να προβεί σε ένα τέτοιο εγχείρημα (βλ. Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3866, Λάμπρου Λάμπρος v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου, (2009) 3 Α.Α.Δ. 79). Τελικώς και η γνησιότητα των εγγράφων θα διασταυρωθεί μέσω των προφορικών ισχυρισμών, άλλως αυτά θα ενισχύσουν προφορικούς ισχυρισμούς, αλλά δεν επαρκούν αφ' εαυτών για να τους αποδείξουν[2]. Ως εκ τούτου, το παρόν Δικαστήριο συναξιολογεί καταρχάς το εν λόγω έγγραφο ακόμα και στις περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητά του (Βλ. Απόφαση του ΔΕΕ της 10.6.2021, την υπόθεση C 921/19, LH κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2021:478, σκέψεις 44 και 66).
36. Σημειώνεται, καταρχάς, ότι ο Αιτητής δεν παρέχει επαρκείς και πειστικές εξηγήσεις αναφορικά με την οψιγενή προσκόμιση των επίδικων εγγράφων, καθόσον οι δηλώσεις του εμφανίζουν αντιφάσεις ως προς τον χρόνο κατά τον οποίο αυτά περιήλθαν στην κατοχή του. Ειδικότερα, κατά την υποβολή της μεταγενέστερης αίτησής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι τα έγγραφα βρίσκονταν ήδη στην κατοχή του και ότι η μη προσκόμισή τους σε προγενέστερο στάδιο οφειλόταν στο γεγονός ότι ήταν αμετάφραστα· μετά τη διευθέτηση της μετάφρασής τους, τα υπέβαλε με τη μεταγενέστερη αίτηση. Εντούτοις, κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου, υποστήριξε αντιθέτως ότι δεν είχε τα εν λόγω έγγραφα (συμπεριλαμβανομένων των απειλητικών επιστολών των Taliban) όταν αφίχθη στη Δημοκρατία, καθώς δεν θεώρησε αναγκαίο να τα φέρει μαζί του, και ότι, ενόψει της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, επιχείρησε να τα εξασφαλίσει μέσω ταχυδρομείου από τον πατέρα του. Περαιτέρω, ακόμη και αν γινόταν δεκτός ο ισχυρισμός περί μετέπειτα εξασφάλισής τους, επισημαίνεται ότι σε κανένα από τα προηγούμενα διαδικαστικά στάδια δεν υφίσταται αναφορά σε έγγραφες απειλές ή επιστολές προειδοποιητικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία.
37. Σε κάθε περίπτωση, αναφορικά με το κατά πόσο τα εν λόγω έγγραφα αυξάνουν τις πιθανότητες χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας, παρατηρείται ότι, κατά τη συνέντευξή του, ο Αιτητής ανέφερε πως μέλη των Taliban τον είχαν προσεγγίσει δύο φορές ενόσω βρισκόταν στη χώρα καταγωγής του, προειδοποιώντας τον να σταματήσει να εργάζεται στην κατασκευαστική εταιρεία που διαχειριζόταν κυβερνητικά έργα. Κατά τους ισχυρισμούς του, το πρώτο περιστατικό έλαβε χώρα περίπου πέντε μήνες πριν από την κατάληψη της εξουσίας από τους Taliban. Σημειωτέον, ότι με ηλεκτρονικό μήνυμα, ημερομηνίας 8.4.2025, προς την Υπηρεσία Ασύλου (βλ. ερυθρό 162 του διοικητικού φακέλου), ο Αιτητής ζήτησε τη διόρθωση, όπως ανέφερε, εσφαλμένης αναφοράς στα πρακτικά της συνέντευξής του, προκειμένου να συνάδει με τη μαρτυρία που έχει προσκομίσει, επισημαίνοντας ότι λανθασμένα καταγράφεται στο ερυθρό 19 4x του διοικητικού φακέλου πως το πρώτο περιστατικό απειλής έλαβε χώρα πέντε μήνες προτού αναλάβουν την εξουσία οι Taliban, ενώ, κατά τον ίδιο, η ορθή χρονική τοποθέτηση είναι δεκαέξι μήνες πριν την ανάληψη της εξουσίας από αυτούς.
38. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι κατά τη συνέντευξή του ο Αιτητής αναφέρθηκε σε προσωπική προσέγγιση εκ μέρους των Taliban, ενώ τα προσκομισθέντα εκ μέρους του έγγραφα αφορούν σε γραπτές απειλητικές επιστολές. Ακόμη και αν θεωρηθεί ότι το πρώτο από τα εν λόγω έγγραφα, ημερομηνίας 23.9.2019, συνδέεται με την πρώτη αναφερόμενη απειλή, η δήλωσή του δεν συνάδει χρονικά με το γεγονός της κατάληψης της εξουσίας από τους Taliban, η οποία έλαβε χώρα τον Αύγουστο του 2021.[3]
39. Υπό το φως των ανωτέρω, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η εκ μέρους του Αιτητή εξήγηση περί μη αναφοράς των επίδικων εγγράφων κατά τη συνέντευξή του, επειδή δεν τα θεώρησε σημαντικά, δεν παρίσταται ευλογοφανής. Τα εν λόγω έγγραφα, δεδομένου ότι φέρονται να αποδεικνύουν απειλές εις βάρος του και να συνδέονται άμεσα με τον πυρήνα του αιτήματός του περί φόβου δίωξης, θα ανέμενε κανείς να είχαν αναφερθεί ήδη κατά το στάδιο της διοικητικής διαδικασίας — ακόμη και αν δεν ήταν τότε δυνατόν να προσκομισθούν. Η εκ των υστέρων εμφάνισή τους, σε συνδυασμό με τις αντιφάσεις ως προς τον χρόνο λήψης και κατοχής τους, καθιστά τα εν λόγω έγγραφα μειωμένης αποδεικτικής αξίας και υπονομεύει την αξιοπιστία των σχετικών ισχυρισμών του Αιτητή.
40. Αναφορικά με τις απειλές που ισχυρίστηκε ότι δεχόταν, ο Αιτητής, ερωτηθείς σχετικά κατά την ακροαματική διαδικασία της παρούσας, επανέλαβε ότι ενόσω βρισκόταν στη χώρα καταγωγής του είχε απειληθεί μόνο προφορικά και ότι, μετά την αναχώρησή του, ο πατέρας του έλαβε την τρίτη επιστολή, την οποία και προσκόμισε. Εντούτοις, οι δηλώσεις του ως προς τις περιστάσεις, το χρονικό σημείο και το πρόσωπο στο οποίο παραδόθηκαν οι εν λόγω επιστολές, παρουσιάζονται συγκεχυμένες. Περαιτέρω, οι προσκομισθείσες επιστολές φέρουν ημερομηνίες 23.9.2019, 14.6.2020 και 14.3.2022, ήτοι όλες προγενέστερες της αναχώρησής του από το Αφγανιστάν, η οποία τοποθετείται περί τον Ιούνιο του 2022. Από τα λεγόμενά του, ωστόσο, δεν προκύπτει ότι υπέστη οποιαδήποτε ενέργεια εκ μέρους των Taliban, παρά τις φερόμενες απειλές που, σύμφωνα με τα έγγραφα, εκτείνονταν ήδη από το 2019. Επιπλέον, το γεγονός ότι ο Αιτητής εξήλθε νομίμως από τη χώρα, οδικώς προς το Ιράν με θεώρηση εισόδου (visa), χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την έξοδό του, δεν συνάδει με την εικόνα ενός προσώπου που, κατά τους ισχυρισμούς του, αναζητείτο από τους Taliban επί σειρά ετών λόγω ανυπακοής στις εντολές τους.
41. Περαιτέρω, από τα ερυθρά 108, 109 και 175 (το τελευταίο συνιστά μετάφραση του ερυθρού 116) προκύπτει ότι ο Αιτητής εργοδοτείτο στην εταιρεία «S. W. C. C.» κατά το χρονικό διάστημα 15.2.2020 έως 20.10.2021. Ως εκ τούτου, κατά την ημερομηνία 23.9.2019, οπότε φέρεται να έχει συνταχθεί η πρώτη προειδοποιητική επιστολή, δεν προκύπτει ότι ήταν ήδη εργοδοτούμενος της εν λόγω εταιρείας, όπως αναγράφεται σε αυτήν. Περαιτέρω, εντοπίζεται αντίφαση μεταξύ των αναφορών του Αιτητή, καθώς στην αρχική αίτηση ασύλου του αναγράφεται ότι εργοδοτείτο στην κατασκευαστική εταιρεία κατά τα έτη 2014–2017. Επιπλέον, διαπιστώνονται ασάφειες και ως προς τη θέση που κατείχε, αφού στα ερυθρά 108 και 109 αναφέρεται ότι εργοδοτείτο ως “admin” ή “admin assistant”, διατύπωση που συμβαδίζει με τις αναφορές στις προειδοποιητικές επιστολές, ενώ στο ερυθρό 175 (μετάφραση του ερυθρού 116) αναγράφεται ως “deputy director”. Κατά τη συνέντευξή του, αντιθέτως, ισχυρίστηκε ότι κατείχε τη θέση του «assistant manager». Παρά τις ανωτέρω αντιφάσεις, το γεγονός της απασχόλησής του στην εν λόγω εταιρεία, ως στοιχείο του προσωπικού του προφίλ, έχει γίνει αποδεκτό· οι αντιφάσεις, ωστόσο, καταγράφονται και συνεκτιμώνται ως ενδείξεις που επηρεάζουν τη συνολική αξιοπιστία του Αιτητή, ιδίως σε σχέση με τον ισχυρισμό του περί λήψης απειλών από τους Taliban λόγω της εργασίας του.
42. Επιπρόσθετα, κατά την ακροαματική διαδικασία, ο Αιτητής δήλωσε ότι η εταιρεία στην οποία εργαζόταν εξακολουθεί να δραστηριοποιείται στο Αφγανιστάν, πλέον υπό τον έλεγχο των Taliban, ενώ κατά τη συνέντευξή του είχε ισχυριστεί ότι η εταιρεία είχε καταρρεύσει και παύσει τις δραστηριότητές της. Η ασυνέπεια αυτή ενισχύει τις αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία των δηλώσεών του. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός της εργοδότησής του στην κατασκευαστική εταιρεία — το οποίο έχει γίνει αποδεκτό — δεν συνιστά αφ’ εαυτού αποδεικτικό στοιχείο ότι δεχόταν απειλές ή ότι υφίσταται κίνδυνος δίωξης εκ μέρους των Taliban. Τέλος, επισημαίνεται ότι η οικογένεια του Αιτητή εξακολουθεί να διαμένει στον τόπο συνήθους διαμονής του, χωρίς να προκύπτει από τα στοιχεία της υπόθεσης ότι υπέστη οποιαδήποτε βλάβη ή παρενόχληση από το εν λόγω καθεστώς.
43. Σε σχέση με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, ως προς τον κίνδυνο που διατρέχει από τους Taliban εξαιτίας της εμπλοκής του σε έργα της προηγούμενης κυβέρνησης στα πλαίσια της εργοδότησής του, το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:
44. Από αναφορές σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, προκύπτει ότι οι κατηγορίες προσώπων, που πιθανόν να διατρέχουν κίνδυνο από τους Taliban περιλαμβάνουν, ενδεικτικά: (α) τις γυναίκες και τα κορίτσια, (β) πρώην κυβερνητικούς αξιωματούχους και υπάλληλους της κυβέρνησης, όπως επίσης και μέλη των οικογενειών τους, (γ) πρώην μέλη της αστυνομίας, των ειδικών δυνάμεων, των εθνικών δυνάμεων άμυνας και ασφαλείας (και μέλη των οικογενειών τους), πρώην δικηγόρους, δικαστές και εισαγγελείς, άτομα που συνδέονταν με ξένες δυνάμεις και οργανισμούς (συμπεριλαμβανομένων διερμηνέων, φύλακων ασφαλείας και πρώην προσωπικού πρεσβειών), (δ) ακτιβιστές και προασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, (ε) πρόσωπα που είναι πολιτικά ή ιδεολογικά αντίθετοι με τους Taliban, συμπεριλαμβανομένων δημοσιογράφων, (στ) μέλη των αντίπαλων ένοπλων ομάδων, (ζ) πρόσωπα LGBTI, (η) πρόσωπα που ανήκουν σε εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες[4].
45. Σημειώνεται ότι μετά την ανάληψη του ελέγχου του Αφγανιστάν τον Αύγουστο του 2021, οι Taliban ανακοίνωσαν μεν αμνηστία για πρώην κυβερνητικούς αξιωματούχους και μέλη των Αφγανικών Εθνικών Δυνάμεων Άμυνας και Ασφάλειας [Afghan National Defence and Security Forces (ANDSF)], συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είχαν εργαστεί για διεθνείς δυνάμεις, καθώς και για την αφγανική αστυνομία, η οποία ωστόσο, σύμφωνα με αναφορές δεν τηρείται στην πράξη[5].
46. Όσον αφορά στον Αιτητή, η προηγούμενη εμπλοκή του σε κυβερνητικά έργα στα πλαίσια της εργοδότησής του σε ιδιωτική εταιρεία, δεν φαίνεται εκ πρώτης όψεως να επαρκεί εν προκειμένω για να τον εντάξει σε μία εκ των προαναφερομένων κατηγοριών προσώπων που διατρέχουν κίνδυνο στο Αφγανιστάν από τους Taliban. Ούτε εκ της εθνοτικής του καταγωγής και του θρησκεύματός του, φαίνεται να διατρέχει κάποιο κίνδυνο, καθώς οι Σουνίτες Μουσουλμάνοι συνιστούν πλειοψηφία στο Αφγανιστάν[6] και οι Pashtuns συνιστούν τη μεγαλύτερη εθνοτική ομάδα[7] και την πλειοψηφία των μελών των Taliban[8].
47. Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, διαπιστώθηκαν τα κάτωθι:
48. Οι Taliban συνεχίζουν να έχουν de facto τον έλεγχο της χώρας, από τότε που κατέρρευσε η προηγούμενη κυβέρνηση τον Αύγουστο του 2021[9], εν μέσω της αποχώρησης των δυνάμεων των Η.Π.Α. και του ΝΑΤΟ[10].
49. Σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η χώρα συμμετέχει σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις, μια κατά του Εθνικού Μετώπου Αντίστασης [(National Resistance Front) (NRF)](πιστού στην προηγούμενη κυβέρνηση) και μια άλλη κατά του Ισλαμικού Κράτους στην Επαρχία Khorasan [Islamic State-Khorasan province (IS-KP)].[11]
50. Σε έκθεση της EUAA για το Αφγανιστάν που εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 2024, αναφέρεται ότι μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Taliban το 2021, τα επίπεδα ένοπλης βίας και οι βλάβες σε αμάχους μειώθηκαν σημαντικά σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια συγκρούσεων[12]. Ένοπλες ομάδες που αντιτίθενται στους Taliban εμφανίστηκαν εν μέσω της κατάληψης της εξουσίας και την άνοιξη του 2022, συμπεριλαμβανομένων των NRF (National Resistance Front), Afghanistan Freedom Front (AFF) και ISKP (Islamic State Khorasan Province)[13]. Στην ίδια έκθεση, αναφέρεται ότι οι επιθέσεις που διενεργήθηκαν από την ομάδα ISKP στόχευαν τους Taliban και εθνο-θρησκευτικές ομάδες, και ειδικότερα τους Shia Hazaras · με παραπομπή στη βάση δεδομένων ACLED, η εν λόγω πηγή αναφέρει ότι κατά την περίοδο 1.10.2023–30.9.2024, οι περισσότερες επιθέσεις που διενεργήθηκαν από την ομάδα ISKP καταγράφηκαν στις περιφέρειες Kabul και Kunar, ενώ καταγράφηκαν και επιθέσεις στις περιφέρειες Ghor, Kandahar, Nangarhar, Badakhshan, Baghlan, Balkh, Bamyan και Herat[14]. Αναφορικά με την NRF, με παραπομπή στη βάση δεδομένων ACLED, καταγράφεται ότι κατά την περίοδο 1.10.2023–30.9.2024, η πλειοψηφία των περιστατικών ασφαλείας που προκλήθηκαν από την εν λόγω ομάδα επικεντρώνονταν στις επαρχίες Kabul και Herat[15]. Η AFF, περί τις αρχές του 2024, μετέφερε τις δραστηριότητες της από αγροτικές σε αστικές περιοχές και επιθέσεις εκ μέρους της, πραγματοποιήθηκαν στις τοποθεσίες Pul-e Khumri (Baghlan Province), Kabul City, Mazar-e Sharif (Balkh Province), Kandahar City και Aibak City (Samangan Province)[16]. Σημειώνεται ότι η περιοχής καταγωγής και ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, βρίσκεται στην περιφέρεια Laghman, η οποία δεν συγκαταλέγεται στις ανωτέρω αναφερθείσες πληγείσες περιοχές από τις δραστηριότητες των ενόπλων ομάδων.
51. Σύμφωνα με έκθεση του USDOS για την χώρα που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2024 και αφορά το έτος 2023, αναφέρεται πως οι μάχες των Taliban με το Iσλαμικό κράτος (ISIS-K) συνεχίστηκαν και πως οι προσπάθειες των Taliban να νικήσουν την εν λόγω ομάδα οδήγησαν σε πολυάριθμες βίαιες συγκρούσεις[17]. Σύμφωνα με την UNAMA (UN Assistance Mission in Afghanistan), την οποία επικαλείται η ανωτέρω έκθεση, οι ενέργειες από μη κρατικές ένοπλες ομάδες, κυρίως τους Taliban και του ISIS-K, ευθύνονται για τους περισσότερους θανάτους αμάχων κατά τη διάρκεια του έτους[18].
52. Σε έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2025, αναφέρεται ότι οι επιθέσεις αυτοκτονίας του IS-KP στόχευαν επίσης μέλη των de facto αρχών των Taliban, προκαλώντας θύματα μεταξύ των αμάχων[19]. Σε έκθεση της UNHCR που εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 2025, αναφέρεται ότι κατά την περίοδο από 1.1.2024 έως 31.8.2025, η πλειοψηφία των καταγεγραμμένων περιστατικών ασφαλείας (ήτοι μάχες, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, βία κατά αμάχων) από τη βάση δεδομένων ACLED που επέφεραν ανθρώπινες απώλειες, σημειώθηκαν στις επαρχίες Kabul, Takhar και Herat[20]. Τα θύματα μεταξύ των αμάχων προκαλούνται κυρίως από τη χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών (IED) και επιθέσεων αυτοκτονίας, οι οποίες πραγματοποιούνται κυρίως από το ISKP και στοχεύουν είτε τις de facto αρχές, είτε τη σιιτική (Shia) μειονότητα του Αφγανιστάν[21].
53. Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας της περιφέρειας Lamghan στην οποία βρίσκεται η περιοχή καταγωγής και ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, βάσει στοιχείων από το ACLED, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 26.9.2025), καταγράφηκαν 15 περιστατικά πολιτικής βίας[22], από τα οποία προκλήθηκαν 14 θάνατοι[23]. Σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της περιφέρειας Lamghan το 2020, ανερχόταν στους 493,500 κατοίκους[24]. Ενόψει των ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών που παρατέθηκαν ανωτέρω, κρίνεται ότι η ένταση της βίας στην περιφέρεια στην οποία βρίσκεται η περιοχή καταγωγής και ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή κινείται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.
54. Δεδομένων των ανωτέρω, τα στοιχεία και οι ισχυρισμοί του Αιτητή κατά τη μεταγενέστερη αίτησή του αποτελούν μεν νέα στοιχεία, τα οποία εντούτοις προσκομίστηκαν οψιγενώς από δική του υπαιτιότητα και σε κάθε περίπτωση δεν αυξάνουν τις πιθανότητες υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Συνεπώς, δεν συντρέχουν οι εκ του νόμου προϋποθέσεις παραδεκτού .
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται, με €1400 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Bλ. https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-05/Practical_Guide_Subsequent_Applications_EL.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 2.10.2025)
[2] Βλ. Κωνσταντίνος Δ. Φαρμακίδης - Μάρκου, Προσφυγικό Δίκαιο, Ερμηνευτική προσέγγιση και πρακτική διάσταση, Νομική Βιβλιοθήκη, 2021, σελ. 31.
[3] Βλ. https://www.dfat.gov.au/geo/afghanistan? (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 9.10.2025)
[4] Amnesty International, ‘The State of the World's Human Rights; Afghanistan 2024’ (29 April 2025) διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/location/asia-and-the-pacific/south-asia/afghanistan/report-afghanistan/; UNAMA - UN Assistance Mission in Afghanistan, ‘No safe haven: Human rights risks faced by persons involuntarily returned to Afghanistan’ (July 2025) σελ. 3 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/file/local/2127977/unama-human-rights-risks-and-returns-en.pdf; UNHCR - UN High Commissioner for Refugees, ‘Guidance Note on Afghanistan - Update II’ (September 2025) σελ. 8-18 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/file/local/2130459/afg_guidance_note_update_ii_-_september_2025_1.pdf; UK Home Office, ‘Country Policy and Information Note Afghanistan: Fear of the Taliban [Version 5.0]’ (August 2025) σελ. 8-13 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/file/local/2128596/AFG CPIN Fear of the Taliban.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 2.10.2025)
[5] UK Home Office, ‘Country Policy and Information Note Afghanistan: Fear of the Taliban [Version 5.0]’ (August 2025) σελ. 9 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/file/local/2128596/AFG CPIN Fear of the Taliban.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 2.10.2025)
[6] Encyclopaedia Britannica, ‘Afghanistan - People, Religion’, last updated 22 January 2024 διαθέσιμο σε https://www.britannica.com/place/Afghanistan/Languages#ref21425; UK Home Office, ‘Country Policy and Information Note Afghanistan: Fear of the Taliban [Version 5.0]’ (August 2025) σελ. 12 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/file/local/2128596/AFG CPIN Fear of the Taliban.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 2.10.2025)
[7] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation: ecoi.net, ‘Afghanistan - Country Briefing’ (15 April 2024) διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/countries/afghanistan/briefing/; UK Home Office, ‘Country Policy and Information Note Afghanistan: Fear of the Taliban [Version 5.0]’ (August 2025) σελ. 12 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/file/local/2128596/AFG CPIN Fear of the Taliban.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 2.10.2025)
[8] UK Home Office, ‘Country Policy and Information Note Afghanistan: Fear of the Taliban [Version 5.0]’ (August 2025) σελ. 12 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/file/local/2128596/AFG CPIN Fear of the Taliban.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 2.10.2025)
[9] Amnesty International, ‘The State of the World's Human Rights; Afghanistan 2024’ (29 April 2025) διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/location/asia-and-the-pacific/south-asia/afghanistan/report-afghanistan/; UN General Assembly, UN Security Council, ‘The situation in Afghanistan and its implications for international peace and security; Report of the Secretary-General [A/80/366-S/2025/554]’ (5 September 2025) σελ. 1 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/file/local/2130168/n2522699.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 3.10.2025)
[10] Amnesty International, ‘The State of the World's Human Rights; Afghanistan 2024’ (29 April 2025) διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/location/asia-and-the-pacific/south-asia/afghanistan/report-afghanistan/ (ημερομηνία πρόσβασης 3.10.2025)
[11] Portal RULAC - Rule of Law in Armed Conflicts, updated on 7.10.2022 διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/countries/afghanistan (ημερομηνία πρόσβασης 3.10.2025)
[12] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO), ‘Afghanistan Country Focus’ (November 2024) σελ. 49 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2117560/2024_11_EUAA_COI_Report_Afghanistan_Country_Focus.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 3.10.2025)
[13] Ό.π. σελ. 49
[14] Ό.π. σελ. 54
[15] Ό.π. σελ. 52
[16] UN Security Council, ‘The Situation in Afghanistan and its implications for international peace and security’ (28 February 2024) para. 21 διαθέσιμο σε https://unama.unmissions.org/sites/default/files/sg_report_on_afghanistan_march_2024.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 3.10.2025)
[17] USDOS - US Department of State, ‘2023 Country Report on Human Rights Practices: Afghanistan’ (23 April 2024) σελ. 15 διαθέσιμο σε https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_AFGHANISTAN-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 3.10.2025)
[18] Ό.π.
[19] Amnesty International, ‘The State of the World's Human Rights; Afghanistan 2024’ (29 April 2025) διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/location/asia-and-the-pacific/south-asia/afghanistan/report-afghanistan/ (ημερομηνία πρόσβασης 3.10.2025)
[20] UNHCR - UN High Commissioner for Refugees, ‘Guidance Note on Afghanistan - Update II’ (September 2025) σελ. 2 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/file/local/2130459/afg_guidance_note_update_ii_-_september_2025_1.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 3.10.2025)
[21] Ό.π.
[22] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests)
[23] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project (βλ. πλατφόρμα Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής και είναι διαθέσιμη στον διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Aganistan, Lamghan) (ημερομηνία πρόσβασης 3.10.2025)
[24] City Population, Laghmān Province διαθέσιμο σε https://www.citypopulation.de/en/afghanistan/cities/ (ημερομηνία πρόσβασης 3.10.2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο