ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπoθ. Αρ.: Τ425/2025
06 Oκτωβρίου 2025
[Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
P.I. O.
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
-------------------
Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά
Στην απουσία των Καθ' ων η Aίτηση δυνάμει του Κανονισμού 3, εδάφιο (ε), των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (3/2019), ως έχουν τροποποιηθεί.
[Παρών: Π.Χαραλάμπους (κος) για πιστή μετάφραση από ελληνικά σε αγγλικά και αντίστροφα]
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, Δ ΔΔΔΠ: Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 09/09/2025, σύμφωνα με την οποία η μεταγενέστερη αίτηση του για διεθνή προστασία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη δυνάμει των άρθρων 12Βτετράκις(2)(δ) και 16Δ(3)(δ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Η υπό εξέταση προσφυγή ορίστηκε απευθείας για Ακρόαση σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 3 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (3/2019), ως έχουν τροποποιηθεί, αφού εν τω μεταξύ υποβλήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου σχετικό Υπόμνημα συνοδευόμενο από το σχετικό διοικητικό φάκελο. Μελετώντας αυτόν, το παρόν Δικαστήριο, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, δεν έκρινε σκόπιμη την παρουσία των Καθ' ων η Αίτηση και η διαδικασία ολοκληρώθηκε στην παρουσία μόνο του Αιτητή, ο οποίος δεν εκπροσωπείται από δικηγόρο.
Όπως προκύπτει από τον ενώπιον μου διοικητικό φάκελο, πρόκειται για ενήλικα άνδρα, υπήκοο Νιγηρίας, ο οποίος εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στις 17/02/2023 και μέσω Τουρκίας μετέβη στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου, από όπου στη συνέχεια εισήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές. Στις 07/03/2023 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, η οποία μετά από αξιολόγηση των ισχυρισμών του από τους Καθ’ ων η αίτηση απορρίφθηκε στις 29/08/2023.
Κατά της αρχικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ο Αιτητής μέσω συνηγόρου υπέβαλε την υπ’ αριθμό 3842/23 προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, υπό άλλη σύνθεση, η οποία στις 21/11/2024 απορρίφθηκε.
Στις 09/07/2025 υπέβαλε ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου μεταγενέστερη αίτηση για επανεξέταση του αιτήματός του για διεθνή προστασία. Κατά την εξέτασή της μεταγενέστερης αίτησης σε προκαταρκτικό στάδιο, αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου την 14/07/2025 συνέταξε εισηγητική έκθεση, με την οποία εισηγήθηκε όπως η μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή κριθεί ως απαράδεκτη. Η εν λόγω εισήγηση έτυχε της έγκρισης συγκεκριμένου λειτουργού, δεόντως εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 15/07/2024 αποφάσισε την απόρριψη της μεταγενέστερης αίτησης ως απαράδεκτης, δυνάμει των άρθρων 12Βτετράκις και 16Δ(3)(δ) του περί Προσφύγων Νόμου, τερματίζοντας παράλληλα το δικαίωμα παραμονής του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 16Δ(4)(β)(ι) του ίδιου Νόμου.
Ο Αιτητής στις 09/09/2025 παρέλαβε την πιο πάνω απορριπτική απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση, μέσω επιστολής ημερομηνίας 09/09/2025, θέτοντας την υπογραφή του, μετά από πλήρη επεξήγηση του περιεχομένου της σε γλώσσα κατανοητή από τον ίδιο.
Εμπρόθεσμα, ο Αιτητής, αυτοπροσώπως αυτή τη φορά, καταχώρησε την με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο προσφυγή εναντίον της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, προβάλλοντας πραγματικούς ισχυρισμούς και όχι νομικούς ισχυρισμούς προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, και δη ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στην χώρα του διότι κινδυνεύει η ζωή του. ισχυρίζεται ότι υπάρχει ανασφάλεια και σκοτωμοί. Προβάλλει επιπλέον ότι οι γονείς του σκοτώθηκαν από την τρομοκρατική ομάδα IPOB και ότι ο ίδιος αποτελεί καταζητούμενο πρόσωπο.
Ενώπιον του Δικαστηρίου, ο Αιτητής εμμένει στην ορθότητα των ισχυρισμών του χωρίς να προβάλλει οτιδήποτε επιπλέον, παραδεχόμενος ωστόσο πως οι ισχυρισμοί του αποτελούν επανάληψη των όσων ανέφερε στην αρχική του αίτηση.
Το νομικό πλαίσιο εντός του οποίου το αρμόδιο όργανο οφείλει να εξετάζει υποβληθείσες μεταγενέστερες αιτήσεις αποτελούν τα άρθρα 12Βτετράκις και 16Δ του περί Προσφύγων Νόμου, τα οποία και προνοούν τα ακόλουθα (ο τονισμός και οι υπογραμμίσεις του παρόντος Δικαστηρίου):
«16Δ.-(1)(α) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο –
(i) Μεταγενέστερη αίτηση, ή
(ii) νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά ή μετά την ημερομηνία στην οποία καθίσταται εκτελεστή απόφαση του Προϊσταμένου επί πρότερης αίτησης του αιτητή,
ο Προϊστάμενος εξετάζει το συντομότερο δυνατό οτιδήποτε ούτως υποβληθέν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
(β) Στην παράγραφο (α), ο όρος «απόφαση» περιλαμβάνει απόφαση που λαμβάνεται από τον Προϊστάμενο δυνάμει του άρθρου 16Β ή 16Γ.
(2) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο είτε μεταγενέστερη αίτηση είτε νέα στοιχεία ή πορίσματα, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο Προϊστάμενος δεν μεταχειρίζεται οτιδήποτε υποβληθέν ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Ο Προϊστάμενος, λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.
(3)(α) Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρκτική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του, σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας:
Νοείται ότι σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτησή απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.
(β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώνει ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν τα προαναφερόμενα στην παράγραφο (α) νέα στοιχεία ή πορίσματα, προβαίνει σε ουσιαστική εξέτασή τους, αφού προηγουμένως ενημερώσει σχετικά τον αιτητή, και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση, μόνο εφόσον –
(i) Τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας∙ και
(ii) ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.»
Το δε άρθρο 12Βτετράκις(2) προνοεί ότι (οι υπογραμμίσεις του παρόντος Δικαστηρίου):
«Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να θεωρήσει αίτηση ως απαράδεκτη μόνο εάν-
[..]
(δ) η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας∙ ή
[.].»
Με βάση τα πιο πάνω, είναι σαφές ότι με την υποβολή μεταγενέστερου αιτήματος από αιτητή ασύλου, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρκτική εξέταση επί του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης, με σκοπό να διαπιστώσει κατά πόσο προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα, τα οποία δεν λήφθηκαν υπόψη στα πλαίσια εξέτασης της αρχικής του αίτησης. Στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν νέα στοιχεία ή πορίσματα, τότε η αίτηση κρίνεται απαράδεκτη χωρίς επί της ουσίας εξέταση. Σε αντίθετη περίπτωση, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε ουσιαστική εξέταση της μεταγενέστερης αίτησης και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση, μόνο εφόσον τα νέα στοιχεία ή πορίσματα που προέκυψαν ή υποβλήθηκαν αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας και εφόσον ο Προϊστάμενος ικανοποιείται ότι ο αιτητής αδυνατούσε να υποβάλει τα συγκεκριμένα στοιχεία κατά την προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Δικαστήριο.
Είναι απολύτως αντιληπτό ότι, όπως εν προκειμένω και στην παρούσα περίπτωση, η μεταγενέστερη αίτηση εξετάζεται ως ένα μεταγενέστερο διάβημα, στα πλαίσια της αρχικής αίτησης για την οποία λήφθηκε ήδη απόφαση από το αρμόδιο όργανο. Ο Προϊστάμενος, εν πρώτης, έχει υποχρέωση να λάβει υπόψη του όλα τα γεγονότα που προηγήθηκαν και να προβεί σε μια συγκριτική εξέταση της αρχικής αίτησης του Αιτητή με τη μεταγενέστερή του αίτηση ώστε να διαφανεί εάν με την υποβολή της μεταγενέστερης αίτησης, ο Αιτητής για πρώτη φορά προβάλλει τέτοια στοιχεία ή ισχυρισμούς τα οποία χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης.
Ανατρέχοντας στο περιεχόμενο του ενώπιον μου διοικητικού φακέλου, διαπιστώνω ότι με την αρχική του αίτηση ο Αιτητής ισχυρίστηκε ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, προβλήματα που αντιμετ΄χπιζε με τον θείο του λόγω περιουσιακών διαφορών.
Οι Καθ’ων η αίτηση εξετάζοντας τους ισχυρισμούς του Αιτητή μετά από συνέντευξή του, απέρριψαν το αίτημά του για παροχή σε αυτόν διεθνούς προστασίας εφόσον οι ισχυρισμοί του κρίθηκαν αναξιόπιστοι. Αξιολογώντας επιπλέον τον ενδεχόμενο κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής του έκριναν στηριζόμενοι στις δηλώσεις του Αιτητή, πως δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται πως σε περίπτωση επιστροφής του θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο βλάβης.
Αναφορικά με το ενδεχόμενο παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας στον Αιτητή, διαπιστώθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση στα πλαίσια πάντα της αρχικής του αίτησης, πως δεν προκύπτουν ενδείξεις που θα μπορούσαν να παραπέμπουν σε πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) του περί Προσφύγων Νόμου.
Ο Αιτητής όπως αναφέρθηκε και στα γεγονότα πιο πάνω, ασκώντας το δικαίωμά του σε πραγματική προσφυγή, αμφισβήτησε την απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση, υποβάλλοντας προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, εκπροσωπούμενος μάλιστα από δικηγόρο της επιλογής του. Να σημειώσω ότι με την απόρριψη της προσφυγής η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση κατέστη τελεσίδικη.
Στη μεταγενέστερη αίτησή του, ο Αιτητής ισχυρίζεται πως δεν μπορεί να επιστρέψει στην χώρα καταγωγής του λόγω του ότι η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο, και πως στη χώρα του υπάρχει μεγάλη ανασφάλεια. Προβάλλει πως εξαιτίας αυτού έχασε τους γονείς του. Επιπλέον αναφέρει πως η IBOP κηρύχθηκε τρομοκρατική ομάδα και ότι ο ίδιος καταζητείται από αυτούς.
Στη βάση των πιο πάνω δηλώσεων του Αιτητή και κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης της μεταγενέστερης του αίτησης, οι Καθ’ ων η αίτηση αποφάσισαν την απόρριψη της ως απαράδεκτης, δυνάμει των άρθρων 12Βτετράκις(2) και 16Δ(3)(δ) του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με την αιτιολόγηση της εν λόγω απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή ευρήματα που δεν είχαν ληφθεί υπόψη κατά τα προηγούμενα στάδια και στα πλαίσια αξιολόγησης της αρχικής του αίτησης για διεθνή προστασία, ούτε προέκυψαν νέα στοιχεία ή ευρήματα τα οποία να αποτελούν επί της ουσίας λόγους που αυξάνουν την πιθανότητα ο Αιτητής να δικαιούται διεθνή προστασία, ή/και που δεν υπέβαλε ο Αιτητής σε προηγούμενη διαδικασία και συγκεκριμένα με τη καταχώριση προσφυγής στο Δικαστήριο άνευ δικής του υπαιτιότητας.
Καταληκτικά, κρίθηκε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις από τα στοιχεία που υποβλήθηκαν ότι, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην Νιγηρία θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί βασανιστήρια, ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, κατά παράβαση του Άρθρου 3 της ΕΣΔΑ ή/και της αρχής τη μη επαναπροώθησης.
Επαναλαμβάνεται ότι με την υποβολή μεταγενέστερου αιτήματος από αιτητή ασύλου, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρκτική εξέταση αυτού και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση μόνο εφόσον τα υποβληθέντα από τον αιτητή νέα στοιχεία αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας και εφόσον ο Προϊστάμενος ικανοποιείται ότι ο αιτητής αδυνατούσε να υποβάλει τα συγκεκριμένα στοιχεία κατά τη προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Δικαστήριο.
Από τα ενώπιον μου στοιχεία καθώς και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ως εκτέθηκε ανωτέρω, προκύπτει ότι πράγματι, με την υποβολή της μεταγενέστερης αίτησής του, ο Αιτητής δεν ανέφερε νέα στοιχεία ώστε να δύναται να κριθεί παραδεκτή η μεταγενέστερη αίτησή του. Ούτε δε, λόγω της γενικότητας και αοριστίας με την οποία ο ίδιος προβάλλει τους εν λόγω ισχυρισμούς, μπορεί να θεωρηθεί ότι αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησής του με διεθνή προστασία.
Συνεπώς, ως προκύπτει ορθά οι Καθ' ων η αίτηση έκριναν τη μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή ως απαράδεκτη, στη βάση του ότι οι ισχυρισμοί του, δεν αποτελούν νέα στοιχεία και επιπλέον, τα όσα επιπρόσθετα επικαλείται, δεν αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης του με διεθνή προστασία ή/και εξ υπαιτιότητάς του, δεν είχαν αναφερθεί κατά τα προηγούμενα στάδια, ήτοι κατά την εξέταση της αίτησής του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και κατά την προηγουμένη προσφυγή του ενώπιον του Δικαστηρίου.
Ο Αιτητής δεν επικαλέστηκε οποιαδήποτε νέα ή τέτοια στοιχεία ώστε να κριθεί απαραίτητο από τους Καθ' ων η αίτηση να προβούν σε περαιτέρω εξέταση του αιτήματός του. Δεν διαφαίνεται ότι θα μπορούσαν οι Καθ' ων η αίτηση να αποφασίσουν διαφορετικά, παρά μόνο ότι η μεταγενέστερη αίτησή του είναι απαράδεκτη δυνάμει των άρθρων 16Δ και 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου.
Ως εκ των ανωτέρω, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα αλλά και η νομιμότητα της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση. Η μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή εξετάστηκε πλήρως και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση. Το περιεχόμενο της επίδικης απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου στην οποία αναφέρονται οι λόγοι απόρριψης του μεταγενέστερου αιτήματός του ως απαράδεκτου, αποκαλύπτει ότι η εν λόγω απόφαση ήταν απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της διακριτικής ευχέρειας των Καθ’ ων η αίτηση. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε το μεμπτό, ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και είναι επαρκώς αιτιολογημένη.
Ως εκ τούτου η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Α.Α. ΑΓΡΟΤΗ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο