N.R.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1136/24, 19/11/2025
print
Τίτλος:
N.R.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1136/24, 19/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 1136/24

19 Νοεμβρίου, 2025

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

N.R.O.

Αιτήτριας,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η αίτηση

Χ. Ζηντίλη (κα) για Μ. Παπαλοίζου (κος), για την Αιτήτρια

Ε. Εμμανουηλίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Ρ. Ευαγγέλου (κος) για πιστή διερμηνεία από την ελληνική στην αγγλική και αντίστροφα

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η Αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται παράνομη, άκυρη, και στερούμενη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος, η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 6.2.2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: o περί Προσφύγων Νόμος). Αιτείται επιπρόσθετα, τη χορήγηση σε αυτήν καθεστώτος διεθνούς προστασίας. 

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Η Αιτήτρια κατάγεται από τη Νιγηρία. Εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία από τις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση περιοχές και περί τις 2.8.2022, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 28.8.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από λειτουργό, ο οποίος στις 2.2.2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 6.2.2024, ο οποίος εξέδωσε παράλληλα και απόφαση επιστροφής της Αιτήτριας στη Νιγηρία. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 12.3.2024, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Η Αιτήτρια δια της συνηγόρου της, κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας προώθησε ως μόνο λόγο προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας, καθώς και τους ισχυρισμούς της περί υπαγωγής της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.  

3.             Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης με αναφορές σε δηλώσεις της Αιτήτριας καταδεικνύοντας ότι δεν προκύπτει μελλοντικός κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής της, παραπέμποντας προς τούτο στα ευρήματά τους κατά τη διοικητική διαδικασία.    

Το νομικό πλαίσιο

4.             Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».

5.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2023 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2025 (στο εξής: o περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Το άρθρο 3 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2025 (στο εξής: ο Περί Προσφύγων Νόμος)καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

8.             Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποχρεώσεις Αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών

16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο Αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(2) Ιδίως, ο Αιτητής οφείλει-

(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του Αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο Αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙ [...]».

9.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

Κατάληξη

10.          Ως προς τους εγειρόμενους λόγους προσφυγής, επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την ενώπιόν του αίτησή διεθνούς προστασίας εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά εξετάζει την ουσιαστική ορθότητά της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, TorubarovC-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, η Αιτήτρια εκπροσωπούμενη και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

11.          Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτών. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie vAναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI: EU:C:2012:744, σκέψεις 63 έως 68).

12.           Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών της Αιτήτριας, κατά την καταγραφή της αίτησής της για διεθνή προστασία, η ίδια ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα

13.          καταγωγής της διότι, μετά τον θάνατο του συζύγου της, τρίτα πρόσωπα επιχείρησαν να την δηλητηριάσουν προκειμένου να οικειοποιηθούν την περιουσία του,

14.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, η Αιτήτρια, αναφορικά με τα προσωπικά της στοιχεία, δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Agbor της Πολιτείας Delta, έζησε για ένα έτος στην πόλη Asaba και στη συνέχεια επέστρεψε στην πόλη Agbor, όπου και διέμενε μέχρι την αναχώρησή της από τη χώρα. Δήλωσε επίσης ότι είναι εθνοτικής καταγωγής Igbo, χριστιανή στο θρήσκευμα, και ότι ομιλεί αγγλικά και igbo. Είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, εργάστηκε για περίπου ένα έτος ως καθαρίστρια και για πέντε περίπου μήνες ασχολήθηκε με την εκμάθηση ραπτικής. Ως προς την οικογενειακή της κατάσταση, δήλωσε ότι είναι χήρα με τρία παιδιά, ένα αγόρι και δύο κορίτσια. Ο πατέρας της έχει αποβιώσει, ενώ η μητέρα και ο αδελφός της εξακολουθούν να διαμένουν στην πόλη Agbor. Στην ίδια πόλη διαμένουν και τα τρία παιδιά της, μαζί με τους γονείς του εκλιπόντος συζύγου της.

15.          Ερωτηθείσα για τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής της, η Αιτήτρια, κατά την ελεύθερη αφήγησή της, δήλωσε ότι δεν είχε κάτι για να πολεμήσει για τα παιδιά της, καθώς η οικογένεια του συζύγου της πήρε ότι είχε με τον σύζυγο της, συμπεριλαμβανομένων των τέκνων της. Κατά την υποβολή διευκρινιστικών ερωτημάτων, η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν άντεχε να μην βλέπει τα παιδιά της και δεν είχε τα χρήματα για να τα διεκδικήσει, διευκρινίζοντας ότι αν πήγαινε σε αστυνομικό σταθμό θα ζητούσαν χρήματα για να αναλάβουν την υπόθεση της και η ίδια δεν είχε.

16.          Σε ερωτήσεις αναφορικά με τον θάνατο του συζύγου της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι αυτός απεβίωσε στις 16.9.2021 συνεπεία δυστυχήματος. Όπως δήλωσε, φιλικό πρόσωπο του συζύγου της την κάλεσε και την ενημέρωσε για το δυστύχημα, και στη συνέχεια επικοινώνησε με τον αδελφό του συζύγου της, ο οποίος επιβεβαίωσε τον θάνατό του. Διευκρίνισε ότι ο θάνατος οφειλόταν σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, κατά το οποίο τρίτα πρόσωπα τον χτύπησαν και εγκατέλειψαν το σημείο. Ακολούθως, ο φίλος του συζύγου της τη μετέφερε στο σπίτι της οικογένειας του συζύγου μαζί με τα παιδιά της, όπου όλοι θρηνούσαν. Μετά από μία εβδομάδα επέστρεψε στο δικό της σπίτι μόνη, ενώ τα παιδιά παρέμειναν με την οικογένεια του εκλιπόντος. Η κηδεία τελέσθηκε δύο εβδομάδες μετά τον θάνατό του· τα παιδιά της δεν ήταν παρόντα και, όπως ισχυρίστηκε, όταν ρώτησε για αυτά δεν έλαβε απάντηση.

17.          Κληθείσα να περιγράψει το περιστατικό που οδήγησε στην ανάληψη της φροντίδας και παραμονής των παιδιών της από την οικογένεια του συζύγου της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι ζήτησε από τον αδελφό της να περάσει από το σπίτι για να της φέρει ρούχα, και εκείνος την ενημέρωσε ότι όλα είχαν αφαιρεθεί. Επικοινώνησε με τον αδελφό του συζύγου της, ο οποίος της είπε ότι δεν της ανήκει τίποτε. Μετέβη στον πατέρα του συζύγου της, ο οποίος της ανέφερε ότι τα πάντα, ακόμη και τα παιδιά, ανήκουν σε εκείνον. Η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι άρχισε να κλαίει ζητώντας να πάρει τα παιδιά της, αλλά αυτός αρνήθηκε. Επίσης, ανέφερε ότι σταμάτησαν να της δίνουν φαγητό, με αποτέλεσμα να καλεί τη μητέρα της για να της το φέρνει, μέχρι που δεν μπορούσε να παραμείνει άλλο. Ο πατέρας του συζύγου της φέρεται να της είπε ότι μπορεί να διαμένει στο σπίτι όσο επιθυμεί, αλλά τα παιδιά θα παραμείνουν μαζί τους. Μη έχοντας τη δυνατότητα να πάρει τα παιδιά, αποχώρησε. Κατά τους ισχυρισμούς της, τα παιδιά έκλαιγαν και ο παππούς τα έσπρωξε μέσα στο σπίτι, ενώ η ίδια τους είπε ότι θα επιστρέψει. Ανέφερε ότι δεν κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία ούτε αναζήτησε νομική βοήθεια λόγω οικονομικής αδυναμίας. Τέλος, υποστήριξε ότι κάθε φορά που προσπαθούσε να δει ή να πάρει τα παιδιά της, την έδιωχναν, ενώ ο πατέρας του συζύγου της την απείλησε με Juju εάν επέστρεφε.

18.          Αξιολογώντας το αίτημα διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας, οι Καθ’ ων η αίτηση διαμόρφωσαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο πρώτος αφορά την ταυτότητα, το προσωπικό προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας· ο δεύτερος αφορά τον ισχυρισμό ότι οι γονείς του εκλιπόντος συζύγου της πήραν τα παιδιά και ότι η ίδια δεν διαθέτει τα οικονομικά μέσα για να πληρώσει την αστυνομία προκειμένου να τη βοηθήσει να τα ανακτήσει.

19.          Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθώς οι δηλώσεις της Αιτήτριας κρίθηκαν επαρκώς συγκεκριμένες και συνεκτικές, ευρισκόμενες σε συμφωνία τόσο με το προσκομισθέν διαβατήριο της όσο και με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Επισημάνθηκε ότι ο λειτουργός υπέβαλε ερωτήσεις και αναφορικά με την πρακτική ΑΓΓΟ (Ακρωτηριασμός Γυναικείων Γεννητικών Οργάνων – FGM), ως προς την οποία η Αιτήτρια δεν εξέφρασε οποιαδήποτε ανησυχία ή κίνδυνο. Δήλωσε ότι ούτε η ίδια ούτε οι θυγατέρες της υπεβλήθησαν στη συγκεκριμένη πρακτική, ούτε γνωρίζει πρόσωπα από τη δική της οικογένεια ή από την οικογένεια του εκλιπόντος συζύγου της που να την εφαρμόζουν.

20.          Αντιθέτως, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός της Αιτήτριας απορρίφθηκε, καθότι διαπιστώθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να παραθέσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες επί ζητημάτων που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός της, ενώ υπέπεσε και σε αντιφάσεις.

21.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι, λόγω της προσωπικής φύσεώς του, δεν ήταν δυνατό να εντοπιστούν σχετικές πληροφορίες από εξωτερικές πηγές. Κατόπιν έρευνας, ωστόσο, των Καθ’ ων η αίτηση,  επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη διαφθοράς στο αστυνομικό σώμα και περιστατικών χρηματισμού λειτουργών προκειμένου αυτοί να προβούν σε ενέργειες. Ωστόσο, λόγω της μη τεκμηρίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.

22.          Με βάση τον μόνο αποδεκτό ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, ήτοι τα προσωπικά της στοιχεία, τη χώρα καταγωγής και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της, την πόλη Agbor της Πολιτείας Delta, και λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής της, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι η Αιτήτρια, σε περίπτωση επιστροφής της, δεν θα αντιμετωπίσει δίωξη ούτε πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Επιπλέον, αξιολογήθηκε ο κίνδυνος υποβολής της σε ΑΓΓΟ, λαμβανομένων υπόψη των πληροφοριών για την εξάπλωση της πρακτικής στην Πολιτεία Delta καθώς και των δηλώσεών της. Καταλήχθηκε ότι, σε περίπτωση επιστροφής της, δεν υφίσταται κίνδυνος να υποβληθεί στη συγκεκριμένη πρακτική.

23.          Στο πλαίσιο της νομικής ανάλυσης, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης της Αιτήτριας δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης δυνάμει του άρθρου 19(2) του ίδιου Νόμου. Ειδικότερα, σε σχέση με πιθανή υπαγωγή της στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, από τις παρατεθείσες πληροφορίες αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της, κρίθηκε ότι δεν υφίσταται ένοπλη σύρραξη στην εν λόγω περιοχή.

24.           Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου, η συνήγορος της Αιτήτριας επανέλαβε τους ισχυρισμούς που η ίδια προέβαλε κατά τη διοικητική διαδικασία, ήτοι την παρά τη θέλησή της παραμονή των ανήλικων τέκνων της με τους γονείς του εκλιπόντος συζύγου της, τη μη αναζήτηση συνδρομής των αρχών της χώρας καταγωγής της λόγω έλλειψης οικονομικών πόρων, καθώς και τον εξαναγκασμό της σε πόση του ροφήματος Juju.

25.          Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, κρίνεται, επί τη βάσει των ενώπιον μου στοιχείων, ότι γίνεται δεκτό το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση αναφορικά με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό. Το παρόν Δικαστήριο αξιολογεί τους προβληθέντες ισχυρισμούς στην βάση των κοινώς αποδεκτών δεικτών αξιοπιστίας.[1]

26.          Συγκεκριμένα, ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, διαπιστώνεται ότι η Αιτήτρια υπήρξε σαφής ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, τον τόπο καταγωγής, την εκπαίδευση της και το οικογενειακό της περιβάλλον, χωρίς να προκύψουν στοιχεία ικανά να κλονίσουν την αξιοπιστία της ως προς τις σχετικές δηλώσεις.  Η αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού εδραιώνεται περαιτέρω, αφενός διότι οι συναφείς αναφορές της Αιτήτριας παρατίθενται με συνοχή και συνέπεια, επιβεβαιούμενες και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, καταγεγραμμένες επίσης στο διοικητικό φάκελο και αφετέρου από το διαβατήριο που αυτή προσκόμισε στην Υπηρεσία Ασύλου.

27.          Ως προς την αξιολόγηση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού της Αιτήτριας, ότι οι γονείς του εκλιπόντος συζύγου της πήραν τα ανήλικα τέκνα της και ότι η ίδια δεν δύναται να καταβάλει χρηματικό ποσό στην αστυνομία για να τη βοηθήσει να τα ανακτήσει, συντάσσομαι με την κατάληξη των Καθ’ ων η αίτηση περί μη θεμελίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας της. Η Αιτήτρια ήταν γενικόλογη αναφορικά με τις συνθήκες θανάτου του συζύγου της, με τις περιστάσεις υπό τις οποίες οι γονείς του εκλιπόντος ανέλαβαν την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων της, καθώς και με τον ισχυριζόμενο κίνδυνο εξαναγκασμού της σε πόση ροφήματος Juju. Επισημαίνεται ότι η Αιτήτρια δεν αναζήτησε τη συνδρομή των αρχών της χώρας καταγωγής της, παρά την άρνηση των γονέων του συζύγου της να της επιστρέψουν τα παιδιά, προβάλλοντας ως λόγο οικονομική αδυναμία. Δεν παραγνωρίζεται, ωστόσο, το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, όταν έλαβε οικονομική βοήθεια από τρίτο πρόσωπο το οποίο – όπως ισχυρίστηκε – συνάντησε σε υπεραγορά και κάλυψε τα έξοδα του ταξιδιού της προς τη Δημοκρατία (γεγονός το οποίο δεν κρίνεται ιδιαιτέρως ευλογοφανές, δεδομένου ότι επρόκειτο, κατά τους ισχυρισμούς της, για άγνωστο πρόσωπο και σημαντικό χρηματικό ποσό), η Αιτήτρια προτίμησε να εγκαταλείψει τη χώρα της παρά να προβεί σε ενέργειες για την εκ νέου ανάληψη της επιμέλειας και φροντίδας των παιδιών της.

28.          Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας της Αιτήτριας, παρατηρείται ότι οι περιστάσεις που συνθέτουν τον συγκεκριμένο ισχυρισμό αποτελούν προσωπικό βίωμα που εύλογα δεν αναμένεται να επιβεβαιωθούν από εξωτερικές πηγές. Ως προς την αναφορά της Αιτήτριας σε απειλή για Juju και τον εξαναγκασμό της σε πόση ροφήματος, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές, στη Νιγηρία υπάρχει μια ισχυρή και διαδεδομένη πίστη στο Juju και τα φυλαχτά, τη μαγεία, τα φαντάσματα, την αστρολογία, τη μαντεία, τη μετενσάρκωση, τα θαύματα, την ιδιωτική αποκάλυψη, κ.λ.π.. Αυτές οι πεποιθήσεις καλλιεργούνται και ενισχύονται από τους πολλούς προφήτες και προφήτισσες, γκουρού, θαυματοποιούς, θεραπευτές πίστης και μάντεις στις νιγηριανές πόλεις και την ύπαιθρο, ενώ τα κοινωνικοοικονομικά προβλήματα και οι εντάσεις αντανακλώνται στη συλλογική συνείδηση ως πράξεις μαγείας. Επίσης ο φόβος της μαγείας δεν είναι περιφερειακός - αγγίζει σχεδόν όλα τα τμήματα της κοινωνίας και είναι βαθιά ριζωμένος στη συλλογική συνείδηση.[2] 

29.          Σύμφωνα με τα ανωτέρω, οι δηλώσεις της Αιτήτριας, βρίσκουν εν μέρει έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες στο μέτρο που αναγνωρίζεται η ύπαρξη διαφόρων δοξασιών που συνδέονται με μυστικές τελετές και μαγεία, ωστόσο  δεν επαρκούν για να θεμελιώσουν την αξιοπιστία ως προς τον υπό εξέταση ισχυρισμό.

30.            Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού της Αιτήτριας, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τη κατάσταση που επικρατεί στο τόπο συνήθους καταγωγής της Αιτήτριας, την πολιτεία Delta, στη βάση της φυλετικής καταγωγής και θρησκείας της.

31.          Όσον αφορά στη θρησκεία της Αιτήτριας δεν προκύπτει φόβος δίωξης και/ή κίνδυνος σοβαρής βλάβης, καθώς σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για τη Θρησκευτική Ελευθερία στη Νιγηρία για το 2023, o χριστιανισμός είναι η δεύτερη δημοφιλέστερη θρησκεία συνολικά στη χώρα με ποσοστό 48,1% και μάλιστα, οι χριστιανικές ομάδες των καθολικών, των αγγλικανών και των μεθοδιστών, αποτελούν την πλειονότητα στην Νότια περιοχή της Νιγηρίας, όπου συμπεριλαμβάνεται η πολιτεία Delta.[3] Ούτε, επίσης, προκύπτει τέτοιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος λόγω της εθνοτικής καταγωγής της Αιτήτριας, καθώς σύμφωνα με έτερη εξωτερική πηγή, η φυλή Igbo, η οποία κυρίως εμφανίζεται στα ανατολικά, αποτελεί μία εκ των τριών κύριων φυλών στη χώρα της.[4]

32.          Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας σύμφωνα με το διαδραστικό χάρτη του RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και Ισλαμικού Κράτους (Islamic State in West Africa Province/ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη διεθνής ένοπλη σύγκρουση μεταξύ του Ισλαμικού Κράτους (ISWAP) και της Boko Haram. Από το 2014, η πολυεθνική ομάδα που δημιουργήθηκε (Multinational Joint Task Force) – η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, τον Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία – έχει παρέμβει προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης, αφήνοντας έτσι αμετάβλητο τον χαρακτηρισμό της κατάστασης ως μη διεθνούς.[5]

 

33.          Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την έκθεση (2024) της EUAA για τη Νιγηρία, «Το 2023, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο για τη Νιγηρία (Nigeria Watch), η κυριότερη μορφή βίας και θανάτων στη χώρα ήταν η εγκληματική δραστηριότητα, την οποία ακολουθούσαν τα πολιτικά και θρησκευτικά ζητήματα, και τα τροχαία ατυχήματα. Οι εγκληματικές δραστηριότητες περιλάμβαναν τις δραστηριότητες ομάδων cult (cultism), τις αγροτικές ληστείες, τις απαγωγές, και τις συγκρούσεις αγροτών/κτηνοτρόφων∙ οι βορειοκεντρικές και βορειοδυτικές περιοχές (North-Central and North-West regions) παρουσιάζονται ως οι πιο επηρεασμένες. Το Αφρικανικό Κέντρο Εποικοδομητικής Επίλυσης Συγκρούσεων (African Center for the Constructive Resolution of Disputes, ACCORD) διευκρίνισε ότι οι αγροτικές κοινότητες «έχουν γίνει ανασφαλείς και αμφισβητούμενοι χώροι, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από περιορισμένη κρατική παρουσία, ανεπαρκείς υποδομές και λιγοστούς πόρους». Οι αγροτικές περιοχές έχουν γίνει κόμβοι εγκληματικών δραστηριοτήτων και βίαιων συγκρούσεων στη Νιγηρία, και συγκεκριμένα στο βόρειο τμήμα της χώρας, όπου η τρομοκρατία, οι ληστείες, οι εξεγέρσεις, και οι απαγωγές βρίσκονταν σε αύξηση».[6]

34.          Σύμφωνα με πρόσφατα αριθμητικά στοιχεία από την βάση δεδομένων ACLED στην πολιτεία Delta της Νιγηρίας, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 7.11.2025), καταγράφηκαν 109 περιστατικά πολιτικής βίας[7] τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 102 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.[8] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της Πολιτείας Delta, σύμφωνα με πρόβλεψη του 2022, ανέρχεται σε 5,636,100 κατοίκους.[9]

35.          Όσον αφορά στην πολιτεία Delta, έκθεση της EUAA αναφέρει ότι οι πολιτείες όπου γενικά δεν διαπιστώνεται πραγματικός κίνδυνος για έναν άμαχο να επηρεαστεί προσωπικά με βάση την έννοια του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου (αντίστοιχο του άρθρου 15γ της Οδηγίας 2011/95 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας) είναι οι Abia, Akwa Ibom, Anambra, Bauchi, Bayelsa, Cross River, Delta, (πολιτεία όπου διέμενε η Αιτήτρια προτού φύγει από την Νιγηρία), Ebonyi, Edo, Ekiti, Enugu, Gombe, Imo, Jigawa, kano, Kebbi, Kogi, Kwara, Lagos, Nasarawa, Niger, Ogun, Ondo, Osun, Oyo, Plateau, Rivers, Sokoto και Taraba, καθώς και η ομοσπονδιακή πρωτεύουσα Abuja.

36.          Με βάση τα ανωτέρω, προκύπτει ότι η πολιτεία Delta της Νιγηρίας δεν φαίνεται να πλήττεται από τις ένοπλες συγκρούσεις που επικρατούν στη Νιγηρία, ούτε να επικρατούν συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ούτε υπό την καθημερινή του όρου έννοια, όπου δηλαδή οι τακτικές δυνάμεις της χώρας καταγωγής συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους (απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση Diakité, C-285/12, ημερ. 30.1.2014, σκέψεις 27-28), ουσιώδους προϋπόθεσης εφαρμογής του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

37.           Ως εκ τούτου, έχοντας ενώπιον μου το διοικητικό φάκελο, κρίνω ότι  δεν δικαιολογείται η υπαγωγή της Αιτήτριας στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν προβλήθηκε ισχυρισμός και κατ΄ επέκταση δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. 

38.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται υπαγωγή της στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς η Αιτήτρια δεν επικαλείται κατά βάσιμο τρόπο, αλλά και από τα ενώπιον μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

39.           Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό της Αιτήτριας δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών της περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], ότι αυτή διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)]. 

40.          Ως προς την υπαγωγή της Αιτήτριας στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, επισημαίνω τα κατωτέρω. Ιδίως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

41.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ( στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, η χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, ο αριθμός των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

42.          Εξάλλου, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζουσα βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

43.            Λαμβάνοντας υπόψιν τα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα τα οποία έχουν παρατεθεί στο πλαίσιο της αξιολόγησης κινδύνου δε διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην πολιτεία Delta, τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, καθώς και ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα, ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο αιτητής λόγω της παρουσίας του και μόνο εκεί να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19(2)(γ).

 

44.           Επικουρικώς, λαμβάνοντας υπόψιν το προφίλ της Αιτήτριας, στο πλαίσιο της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακα Elgafaji (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.2.2009) κυρίως δε το γεγονός ότι συνιστά γυναίκα, νεαρής ηλικίας, χωρίς προβλήματα υγείας και με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής, δεν εντοπίζεται κάποιο χαρακτηριστικό επίτασης κινδύνου στην περίπτωσή της.

 

45.          Επικουρικώς εξάλλου, ως προς δε την απόφαση επιστροφής της, από τα ενώπιόν μου στοιχεία, δεν προκύπτει οποιοδήποτε άλλο ζήτημα συναφές με την αρχή της μη επαναπροώθησης και των προϋποθέσεων έκδοσης της απόφασης επιστροφής, πέραν των όσων ήδη εξετάστηκαν και αναλύθηκαν ανωτέρω (Βλ. απόφαση της της 17ης Οκτωβρίου 2024, υπόθεση C 156/23 [Ararat] K, L, M, N κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2024:892, ιδίως σκέψεις 50 έως 51).

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] Ως προς τους δείκτες αξιοπιστίας (λεπτομέρεια, συνοχή, ευλογοφάνεια) Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System Judicial analysis Second edition,

 EUAA https://euaa.europa.eu/publications/judicial-analysis-evidence-and-credibility-context-common-european-asylum-system  [τελευταία ημερομηνία πρόσβασης 18.11.2025], σ. 120-134.

UNHCR Handbook on Procedures and Criteria for Determining Refugee Status

[2] Global security, Nigeria, religion, indigenous beliefs, https://www.globalsecurity.org/military/world/nigeria/religion-indigenous.htm [Ημερομηνία Πρόσβασης: 18.11.2025]

[3] USDOS - U.S. Department of State, 2023 Report on International Religious Freedom: Nigeria, 30.6.2024, https://www.state.gov/reports/2023-report-on-international-religious-freedom/nigeria/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 18.11.2025]

[4] Nigeria - Country briefing, https://www.ecoi.net/en/countries/nigeria/briefing/#ftn13  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 18.11.2025]

[5] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, Τελευταία Ενημέρωση: 02.03.2023  https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 18.11.2025]

[6] EUAA, Nigeria – Country Focus, July 2024, σελ. 19, 2024_07_EUAA_COI_Report_Nigeria_Country_Focus.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 18.11.2025]

[7] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests).

[8] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Nigeria, Delta) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 19.11.2025]

[9] City Population (2022): Africa: Nigeria: Delta State https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA010__delta/  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 19.11.2025]

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο