A. S. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1386/2025, 19/11/2025
print
Τίτλος:
A. S. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1386/2025, 19/11/2025

 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


Υπόθεση Αρ.: 1386/2025

 

19 Νοεμβρίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

A.    S.

Αιτητού

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

 

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως 

Α. Φιλίππου (κ.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 19.8.2024 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία και αποφασίστηκε η επιστροφή του στην Γκάμπια, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

Γεγονότα

1.     Ο Αιτητής κατάγεται από τη Γκάμπια. Περί τις 7.12.2022 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 19.8.2024, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: ο Προϊστάμενος) ενέκρινε εισήγηση για κλείσιμο του φακέλου της αίτησης του Αιτητή, καθώς ο τελευταίος δεν παρέστη κατά την προγραμματισμένη συνέντευξή του. Στις 28.4.2024, ο Αιτητής υπέβαλε αίτημα για επανάνοιγμα του φακέλου της αίτησης διεθνούς προστασίας, και στις 20.5.2024 πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη του Αιτητή. Στις 30.5.2025, ο Προϊστάμενος ενέκρινε εισήγηση για απόρριψη της αίτησης του Αιτητή για διεθνή προστασία και επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του. Η εν λόγω απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 10.6.2025, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.     Στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου   της διαδικασίας, ο Αιτητής δήλωσε ότι αιτήθηκε άσυλο στη Δημοκρατία προκειμένου να ολοκληρώσει τις σπουδές του, οι οποίες, όπως ανέφερε, είναι απαραίτητες για το μέλλον του. Η επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του χωρίς να έχει ολοκληρώσει τις σπουδές αυτές, κατά τον ισχυρισμό του, θα έθετε σε κίνδυνο την προσωπική του πρόοδο. Επιπλέον, αναφέρθηκε σε σχέση που έχει δημιουργήσει στη Δημοκρατία με σκοπό να παντρευτεί, ενισχύοντας περαιτέρω, κατά τους ισχυρισμούς του, τους δεσμούς του με τη Δημοκρατία.

3.     Στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, ο Αιτητής επαναλαμβάνει την επιθυμία του να προωθήσει την εκπαιδευτική του σταδιοδρομία, ευκαιρία που, κατά τους ισχυρισμούς του, δεν του παρέχει το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας καταγωγής του. Επιπλέον, αναφέρεται στις γενικότερες συνθήκες που επικρατούν στη χώρα του, ήτοι στην οικονομική αστάθεια, στις περιορισμένες εργασιακές ευκαιρίες, στην ανεργία και στην περιορισμένη πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες. Επίσης, κάνει λόγο για αυξημένη φτώχεια και ανισότητες. Ο Αιτητής αναφέρθηκε, εξάλλου, στη διαφθορά που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του και υποστήριξε ότι υπήρξε θύμα εμπορίας ανθρώπων για αναγκαστική επαιτεία, υπαίθριες πωλήσεις και αγροτικές εργασίες. Επιπροσθέτως, έκανε αναφορά και στο χαμηλό επίπεδο του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης. Αναγνωρίζει ότι δεν αντιμετωπίζει οποιαδήποτε απειλή από την κυβέρνηση της χώρας του· ωστόσο θεωρεί ότι, σε περίπτωση επιστροφής του, θα υποφέρει, θα οδηγηθεί σε κατάθλιψη και σε ακραία φτώχεια, καθώς, όπως ισχυρίζεται, «δεν θα έχει τίποτα». Κλείνοντας δηλώνει ότι η οικογένειά του εξαρτάται από τον ίδιο.

 

4.     Από την πλευρά τους, οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της προσβαλλόμενης απόφασης και παραπέμπουν στα ευρήματα της διοικητικής διαδικασίας. Επισημαίνουν δε ότι οι ακαδημαϊκής φύσεως επιδιώξεις του Αιτητή δεν δικαιολογούν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

Νομικό Πλαίσιο

1.            Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύει της προστασίας της χώρας ταύτης».

 

2.            Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

3.            Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2025 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

4.            Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό. 

 

5.            Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

6.            Είναι κρίσιμο να τονιστεί εκ προοιμίου, ότι το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την ενώπιον του αίτηση διεθνούς προστασίας εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά εξετάζει περαιτέρω και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. . Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. 

 

7.            Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).

 

8.            Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή επισημαίνονται συναφώς τα ακόλουθα: Κατά την καταγραφή της αίτησής του για διεθνή προστασία, δήλωσε ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής ένεκα ενδοοικογενειακής περιουσιακής διαμάχης.

 

9.            Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από τη Γκάμπια, γεννηθείς το 1998 και ότι ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του ήταν η περιοχή Kitty. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ανέφερε ότι η μητέρα του έχει αποβιώσει, ενώ ο πατέρας του έχει τρεις συζύγους. Ο ίδιος έχει πέντε αδέλφια, δύο αδελφούς και τρεις αδελφές. Αναφορικά με το μορφωτικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι έχει ολοκληρώσει δεκαπενταετή εκπαίδευση, έχει αποφοιτήσει από κολέγιο και έχει σπουδάσει στον κατασκευαστικό κλάδο. Ως μητρική του γλώσσα ανέφερε τα madinga, ενώ ομιλεί και την αγγλική. Δήλωσε μουσουλμάνος και γενικά υγιής, σημειώνοντας ότι η οικογένειά του δεν είναι ιδιαίτερα εύπορη, παρόλο που όλα τα μέλη της εργάζονται. Ως προς τους λόγους αναχώρησής του από τη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής δήλωσε ότι έφυγε αποκλειστικά για οικονομικούς και εκπαιδευτικούς λόγους, προκειμένου να εξοικονομήσει χρήματα για να συνεχίσει τις σπουδές του. Επιβεβαίωσε ότι αυτός ήταν ο μοναδικός λόγος για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα του. Εισερχόμενος στη Δημοκρατία, αντιλήφθηκε ότι στις μη ελεγχόμενες περιοχές δεν μπορούσε να εξασφαλίσει έγκυρο πιστοποιητικό σπουδών και, ως εκ τούτου, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στις ελεγχόμενες περιοχές, με σκοπό να εργαστεί ώστε να χρηματοδοτήσει την εκπαίδευσή του και να συνεισφέρει οικονομικά στην οικογένειά του. Υποβλήθηκαν περαιτέρω διευκρινιστικές ερωτήσεις ως προς τις ακαδημαϊκές του επιδιώξεις. Ερωτηθείς τι θα συνέβαινε σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν επιθυμεί και δεν προτίθεται να επιστρέψει, εξηγώντας ότι η οικογένειά του επένδυσε όλα τα διαθέσιμά της χρήματα για να ταξιδέψει στη Δημοκρατία, με σκοπό να εξεύρει εργασία και να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον. Ανέφερε, επίσης, ότι κατά την άποψή του οι αρχές της χώρας καταγωγής του και το κοινωνικό περιβάλλον θα δυσχέραιναν την επιστροφή του. Ερωτηθείς για τις αρχικές δηλώσεις του στο έντυπο της αρχικής αίτησης διεθνούς προστασίας, δήλωσε ότι κατά τον χρόνο συμπλήρωσής του δεν γνώριζε με ακρίβεια τι έπρεπε να καταγράψει.

 

10.         Κατά τη διοικητική διαδικασία ο Αιτητής προσκόμισε το πρωτότυπο διαβατήριό του (βλ. ερ. 7).

 

11.         Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς.  Ο πρώτος αφορά στην ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή και ο δεύτερος στους εκπαιδευτικού περιεχομένου λόγους εγκατάλειψης της χώρας του. Αμφότεροι οι ισχυρισμοί  έγιναν αποδεκτοί.

 

12.         Στο πλαίσιο της αξιολόγησης κινδύνου, αφού λήφθηκαν υπόψη οι αποδεκτοί ισχυρισμοί του Αιτητή, κρίθηκε, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής του, ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Ειδικότερα, μολονότι έγινε δεκτό ότι παρατηρούνται εκεί περιστατικά ανασφάλειας, κρίθηκε ότι ο βαθμός άσκησης αδιάκριτης βίας δεν είναι τόσο υψηλός ώστε να μπορεί να γίνει δεκτό ότι ο Αιτητής διατρέχει οποιοδήποτε κίνδυνο. Τα δε οικονομικά προβλήματα, τα οποία επιβεβαιώθηκαν από εξωτερικές πηγές ότι αντιμετωπίζει η χώρα καταγωγής του Αιτητή, δεν αφορούν τον ίδιο προσωπικά, αλλά το σύνολο της χώρας. Ως εκ τούτου, δεδομένων των ανωτέρω ευρημάτων, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, καθότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξής του δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στις διατάξεις του άρθρου 19(2) του ίδιου Νόμου.

 

13.         Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο ουσιώδη ισχυρισμό. Ο Αιτητής, και κατά την ακροαματική διαδικασία, επιβεβαίωσε ότι οι λόγοι εγκατάλειψης της χώρας του είναι αμιγώς εκπαιδευτικής φύσεως.

 

14.         Παρατηρείται ότι η λακωνική αναφορά του περί εμπορίας προσώπων, πέραν της γενικόλογης διατύπωσής της, δεν ανταποκρίνεται στα όσα ο ίδιος είχε αναφέρει κατά τη διοικητική διαδικασία, όπου καταγράφεται μια εκτενής ακαδημαϊκή πορεία και στενό οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο.

 

15.         Συνεπώς, δεν κρίνεται ότι προκύπτει οποιοσδήποτε νέος ουσιώδης ισχυρισμός από μέρους του Αιτητή, και κατά συνέπεια επιβεβαιώνεται η διάκριση των ουσιωδών ισχυρισμών όπως απομονώθηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση. Ωστόσο, το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να υποβάλει σε αυτόν ερωτήματα, όπου αυτός επιβεβαίωσε τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και τις περιστάσεις γύρω από την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του.  

 

16.         Ως εκ τούτου, προχωρώντας στη de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, αρχικά συντάσσομαι με τη διάκριση και την αποδοχή των ουσιωδών ισχυρισμών του Αιτητή, για τους λόγους που εμπεριστατωμένα καταγράφονται στη σχετική έκθεση εισήγησης, η οποία αποτέλεσε την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.

 

17.         Πέραν των συνεκτικών δηλώσεών του, οι ισχυρισμοί του Αιτητή επιβεβαιώνονται εν μέρει από το διαβατήριο που ο ίδιος προσκόμισε, καθώς επίσης και από εξωτερικές πηγές στις οποίες παραπέμπουν οι Καθ’ ων η αίτηση και οι οποίες εντοπίζονται στον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης.

 

18.         Ακολούθως, ως προς την αξιολόγηση του μελλοντοστραφούς κινδύνου που ενδεχομένως διατρέχει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, επίσης συντάσσομαι με τα τεκμηριωμένα συμπεράσματα των Καθ’ ων η αίτηση (βλ. ερ. 81–77). Πέραν του συμπεράσματος περί μη ύπαρξης κινδύνου απορρέοντος από τα προσωπικά του δεδομένα, δεν παρατηρείται οποιοσδήποτε εκπεφρασμένος φόβος προερχόμενος από οποιαδήποτε παράμετρο του προσωπικού του προφίλ.

 

19.         Ειδικά ως προς το θρήσκευμα του αιτητή (ισλάμ), επισημαίνεται ότι περίπου το 96,4 τοις εκατό του πληθυσμού της Γκάμπια είναι Μουσουλμάνοι[1]. Επιπρόσθετα σημειώνεται ότι το σύνταγμα της χώρας κατοχυρώνει τη θρησκευτική ελευθερία, εφόσον αυτή δεν θίγει τα δικαιώματα των άλλων ή το εθνικό συμφέρον, ενώ επισης απαγορεύει τις διακρίσεις λόγω θρησκείας και την καθιέρωση κρατικής θρησκείας[2]. Ως εκ τούτου, δεν προκύπτει οποιοσδήποτε κίνδυνος του Αιτητή ένεκα της θρησκευτικής του ταυτότητας ως μουσουλμάνου.

 

20.         Γενικότερα, εξετάζοντας την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή σε επικαιροποιημένη βάση, παρατηρείται ότι σύμφωνα με πληροφορίες από την πλατφόρμα RULAC, η Γκάμπια εξακολουθεί να  μην εμπλέκεται σε κάποια εσωτερική ή διεθνή ένοπλη σύρραξη, ωστόσο, η χώρα επηρεάζεται από την εσωτερική σύρραξη στην γειτονική Σενεγάλη (‘spillover effect’).[3]

 

21.         Η Γκάμπια κυβερνήθηκε για πάνω από δύο δεκαετίες από τον Πρόεδρο Yahya Jammeh, ο οποίος παραβίαζε συνεχώς τα πολιτικά δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες. Οι εκλογές του 2016 κατέληξαν σε μια έκπληξη με νίκη του αντιπολιτευόμενου υποψηφίου Adama Barrow, ο οποίος επανεξελέγη το 2021. Ο σεβασμός για τα θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων για ελεύθερη συνέλευση, ένωση και έκφραση, έχει βελτιωθεί υπό την κυβέρνηση Barrow, αλλά έχει δεχτεί κριτική για τη συνεχιζόμενη διαφθορά. Μεταξύ άλλων συνεχιζόμενων ανησυχιών, τα άτομα LGBT+ αντιμετωπίζουν σοβαρές διακρίσεις και η βία κατά των γυναικών παραμένει σοβαρό πρόβλημα.[4]

 

22.         H Διεθνής Αμνηστία αναφέρει για το έτος 2023 ότι παρά τη σημαντική πρόοδο στην εξασφάλιση του δικαιώματος στην αλήθεια, τη δικαιοσύνη και την αποκατάσταση για τις μαζικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Yahya Jammeh, υπήρξαν καθυστερήσεις στην παροχή πρόσβασης στη δικαιοσύνη και στην παροχή επαρκών αποζημιώσεων στα θύματα. Σαρωτικοί νόμοι συνέχισαν να απειλούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης και της ελευθερίας των ΜΜΕ. Ψηφίστηκε ένας εθνικός νόμος για την πρόληψη και τιμωρία της χρήσης βασανιστηρίων.[5]

 

23.         Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, στη διοικητική περιφέρεια Brikama (πρώην Western), όπου ανήκει ο τόπος διαμονής του αιτητή (Kiti),κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας αναφοράς τις 19/11/2025), καταγράφηκαν δύο περιστατικά πολιτικής βίας (“political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες) χωρίς κανένα συνδεόμενο θάνατο[6].

 

24.         Ο πληθυσμός της περιφέρειας Brikama, στην οποία υπάγεται το χωριό Kitty, προηγούμενος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, το 2024 ανερχόταν στους 1,151,128 κατοίκους[7].

 

25.         Λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω πληροφορίες σε συνάρτηση και με τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, ήτοι το γεγονός ότι πρόκειται για νέο, υγιή, μορφωμένο άνδρα, με επαγγελματική πείρα εντός και εκτός της χώρας του, διαθέτοντα οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο και εκτεταμένη μόρφωση, καθώς και γνώση της περιοχής όπου διέμενε επί μακρό χρονικό διάστημα, κρίνεται ότι ο Αιτητής θα μπορούσε να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του διασφαλίζοντας ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης, χωρίς ευλόγως να αντιμετωπίσει κίνδυνο βλάβης.

 

26.         Υπό το φως της ανωτέρω ανάλυσης κινδύνου, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

27.         Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

28.         Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] δεν προκύπτει ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

29.         Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο προσφεύγων, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή (βλ. άρθρο 19(2)(γ) απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94  Elgafaji, σκέψη 43).

 

30.         Σημειώνεται συναφώς ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

 

31.         Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ.  απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, δεν λαμβάνει χώρα ένοπλη σύρραξη στην Kitty, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.

 

32.         Ακολούθως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (Βλ. C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43)

 

33.         Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

34.         Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

35.         Ενόψει των ανωτέρω ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών, δεν είναι δυνατό η επικρατούσα κατάσταση στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι στην ευρύτερη περιφέρεια της Brikama, να χαρακτηριστεί ως αδιάκριτη βία λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής μόνο λόγω της παρουσίας του εκεί να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Σε κάθε περίπτωση, δεν προκύπτει οποιοσδήποτε παράγοντας επίτασης του κινδύνου στο πρόσωπο του Αιτητή (ΔΕΕ, C-285/12, Diakité, ημερ. 30/01/2014, σκ. 27-28). Ενόψει της έλλειψης της ουσιώδους αυτής προϋπόθεσης εφαρμογής του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο αντίστοιχο καθεστώς.

 

36.         Ως προς δε την απόφαση επιστροφής του, επικουρικώς επισημαίνεται ότι από τα ενώπιόν μου στοιχεία, δεν προκύπτει οποιοδήποτε άλλο ζήτημα συναφές με την αρχή της μη επαναπροώθησης και των προϋποθέσεων έκδοσης της απόφασης επιστροφής, πέραν των όσων ήδη εξετάστηκαν και αναλύθηκαν ανωτέρω (Βλ. απόφαση της της 17ης Οκτωβρίου 2024, υπόθεση C 156/23 [Ararat] K, L, M, N κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2024:892, ιδίως σκέψεις 50 έως 51).

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] USDOS - US Department of State: 2023 Report on International Religious Freedom: The Gambia, 26 June 2024, https://www.ecoi.net/en/document/2111867.html

[2] USDOS - US Department of State: 2023 Report on International Religious Freedom: The Gambia, 26 June 2024, https://www.ecoi.net/en/document/2111867.html

[3] RULAC, ‘Senegal: A Non – International Armed Conflict in Casamance’, 3 October 2019, https://www.rulac.org/news/senegal-a-non-international-armed-conflict-in-casamance, ημερομηνία πρόσβασης 20/03/2025

[4] Freedom House: Freedom on the Net 2024 - The Gambia, 16 October 2024, https://freedomhouse.org/country/gambia/freedom-net/2024, ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 20/03/2025

[5] Amnesty Internation, ‘Gambia 2023’, 2023, https://www.amnesty.org/en/location/africa/west-and-central-africa/gambia/report-gambia/ ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 20/03/2025

[6] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Gambia, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, https://acleddata.com/platform/explorer


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο