N.N.K. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2006/24, 19/11/2025
print
Τίτλος:
N.N.K. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2006/24, 19/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ.: 2006/24

 

                                                            19 Νοεμβρίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

N.N.K.

Αιτήτριας

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

Η Αιτήτρια εμφανίζεται αυτοπροσώπως

Μ. Αμπελώμος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Τ. Tshiabo (κ.) για πιστή διερμηνεία από την ελληνική σε λινγκάλα και αντίστροφα

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η Αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 25.4.2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία και αποφασίστηκε η επιστροφή της στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής: ΛΔΚ).

 

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Η Αιτήτρια κατάγεται από τη ΛΔΚ και στις 17.1.2022, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 19.4.2024, πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη της Αιτήτριας από λειτουργό. Ακολούθως, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας και επιστροφή στη χώρα καταγωγής της. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 25.4.2024. Η εν λόγω απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 20.5.2024, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας, η Αιτήτρια αναφέρει ότι, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, θα απειληθεί από τα πρόσωπα που δολοφόνησαν τη μητέρα της. Η γραπτή της αγόρευση, περιορίζεται στην ίδια λακωνική δήλωση.

3.             Κατά την ακροαματική διαδικασία στις 18.3.2025, η Αιτήτρια ανέφερε ότι μεταξύ των ετών 2013 έως 2020 μετέβη στο Κονγκό-Μπραζαβίλ για να ζητήσει βοήθεια, καθώς δεν είχε χρήματα, και για λόγους επιβίωσης άρχισε να εκδίδεται. Μετά το διάστημα αυτό επέστρεψε στην Κινσάσα. Ερωτηθείσα από το Δικαστήριο να προσδιορίσει τα άτομα που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, σκότωσαν τη μητέρα της τον Ιούλιο του 2012, η Αιτήτρια δήλωσε ότι οι δράστες ήταν δολοφόνοι που συνεργάζονταν με πολιτικούς, επειδή ο πατέρας της είχε σκοτώσει μέλη των οικογενειών τους. Σε σχετική ερώτηση του Δικαστηρίου για το αν είδε τα πρόσωπα αυτά κατά το διάστημα 2012–2013 που βρισκόταν στο Μπραζαβίλ, η Αιτήτρια απάντησε αρνητικά, αναφέροντας ότι ενημερώθηκε από άτομα της εκκλησίας στην Κινσάσα πως τα πρόσωπα αυτά την αναζητούσαν. Σε ερώτηση του Δικαστηρίου για ποιον λόγο τα εν λόγω άτομα θα επιθυμούσαν να τη βλάψουν τόσα χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα της, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι στόχος τους ήταν να εκδικηθούν για το έγκλημα του πατέρα της σε βάρος των δικών τους συγγενών. Πρόσθεσε ότι κατά τη δολοφονία της μητέρας της το 2012, οι δράστες άφησαν γραπτό σημείωμα στο οποίο ανέφεραν ότι ο φόνος τελέστηκε ως αντίποινα για τις πράξεις του πατέρα της.

 

4.             Περαιτέρω, η Αιτήτρια υποστήριξε ότι, μετά τον θάνατο της μητέρας της και ενώ η ίδια διέμενε σε εκκλησία, τα ίδια άτομα αντιλήφθηκαν ότι ήταν εν ζωή και φέρονται να την αναζήτησαν δύο φορές το 2016, όταν βρισκόταν στο Μπραζαβίλ. Κατά την κατάθεσή της, τη δεύτερη φορά που βρίσκονταν στο Μπραζαβίλ, επικοινώνησε με γυναίκα στην Κινσάσα η οποία την ενημέρωσε ότι την αναζητούν και, μάλιστα, πραγματοποίησε έκκληση στην τηλεόραση για να βοηθηθεί η Αιτήτρια. Μετά από αυτό το κάλεσμα εμφανίστηκε άντρας που προσφέρθηκε να τη βοηθήσει να μεταβεί στη Γαλλία. Η Αιτήτρια ανέφερε επίσης ότι διατηρεί επικοινωνία τόσο με τον πάστορα της εκκλησίας όπου διέμενε όσο και με τη γυναίκα που έκανε την τηλεοπτική έκκληση. Σύμφωνα με όσα της μετέφερε ο πάστορας, τα πρόσωπα που σκότωσαν τη μητέρα της φέρονται να σκότωσαν και τη γυναίκα αυτή, ονόματι Άριετ, τον Νοέμβριο του 2024, επειδή αναζητούσαν την Αιτήτρια και δεν τη βρήκαν.

 

5.             Κατά την επόμενη δικάσιμο στις 16.6.2025, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι η κόρη της, ονόματι M. K. G., ηλικίας σήμερα 12 ετών, βρίσκεται στη Νότια Αφρική από τον περασμένο Δεκέμβριο, σύμφωνα με πληροφορίες που της μεταφέρθηκαν από τον πάστορα.

 

6.             Περαιτέρω, η Αιτήτρια κατέθεσε ότι μετά τον θάνατο της μητέρας της το 2012 μετέβη στο Μπραζαβίλ με τη φίλη της μητέρας της, ονόματι Αριέτ, όπου διέμεινε σε εκκλησία μέχρι το 2020, οπότε επέστρεψε στην Κινσάσα και συγκεκριμένα στο σπίτι της Αριέτ. Ανέφερε ότι εγκατέλειψε το σπίτι αυτό επειδή τα ίδια άτομα που είχαν σκοτώσει τη μητέρα της την αναζητούσαν. Σε σχετική ερώτηση του Δικαστηρίου αν, από το 2012 μέχρι το 2021 που αναχώρησε από τη ΛΔΚ, τα άτομα αυτά την προσέγγισαν άμεσα ή της προκάλεσαν βλάβη, η Αιτήτρια απάντησε ότι την αναζητούσαν συστηματικά στην οικία της Αριέτ, χωρίς όμως να γνωρίζει τα ονόματά τους. Υποστήριξε ότι της είχε μεταφερθεί πως τα άτομα αυτά είχαν σταλεί για να σκοτώσουν τους ίδιους ως αντίποινα για τον φόνο που τέλεσε ο πατέρας της. Η Αιτήτρια δήλωσε ακόμη ότι, σύμφωνα με όσα της είπε ο πάστορας, τα άτομα αυτά σκότωσαν και την Αριέτ τον περασμένο Νοέμβριο και από τότε ο πάστορας φρόντιζε το παιδί της.

 

7.             Σε σχετική ερώτηση του Δικαστηρίου τι πιστεύει ότι θα της συμβεί αν επιστρέψει σήμερα στη ΛΔΚ, η Αιτήτρια απάντησε ότι θεωρεί βέβαιο ότι θα τη σκοτώσουν. Όταν το Δικαστήριο την ρώτησε αν θα μπορούσε να αναζητήσει προστασία στην εκκλησία, η Αιτήτρια απάντησε ότι ακόμη και εκεί κινδυνεύει, λόγω του ότι στην ίδια εκκλησία δολοφονήθηκε η Αριέτ τον Νοέμβριο. Ως προς τον θάνατο της Αριέτ, επανέλαβε ότι οι δράστες εισήλθαν στην οικία της αναζητώντας την ίδια και, επειδή δεν τη βρήκαν, σκότωσαν την Αριέτ.

 

8.             Προς απόδειξη των δηλώσεών της,  η Αιτήτρια προσκόμισε στο Δικαστήριο τα εξής έγγραφα: α) ιατρικό έγγραφο της κόρης της (13.12.2017) περί αναιμίας, β) έγγραφο (8.1.2013) το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς της, βεβαιώνει τον βιασμό που υπέστη την ίδια μέρα από τα άτομα που σκότωσαν τη μητέρα της.

 

9.             Οι Καθ’ ων η Αίτηση προέβησαν μόνο σε προφορική τοποθέτηση, κατόπιν σχετικών οδηγιών του Δικαστηρίου, αμφισβητώντας τη γνησιότητα των εγγράφων που προσκόμισε η Αιτήτρια, υποστηρίζοντας ότι οι ημερομηνίες φέρουν σημεία παραποίησης, ότι τα δύο έγγραφα φαίνεται να έχουν συμπληρωθεί με το ίδιο στυλό, και ότι η προσκόμιση των εν λόγω εγγράφων δεν τεκμηριώνει την ύπαρξη της κόρης της Αιτήτριας, δεδομένου ότι δεν προσκομίστηκε σχετικό πιστοποιητικό γεννήσεως. Περαιτέρω, παρέπεμψαν στα ευρήματά τους κατά τη διοικητική διαδικασίας ως προς τη μη δυνατότητα υπαγωγής της Αιτήτριας σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

Το νομικό πλαίσιο

10.          Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».

 

11.          Ο Κανονισμός 2 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2023 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

12.          Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2025 (στο εξής: o περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

13.          Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμος καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

14.          Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

15.          Είναι κρίσιμο να σημειωθεί εκ προοιμίου ότι το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας εξετάζει την ενώπιόν του αίτηση διεθνούς προστασίας εξ υπαρχής και δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά εξετάζει την ουσιαστική της ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο εκάστοτε αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

16.          Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI: EU:C:2012:744, σκέψεις 63 έως 68).

 

17.          Προχωρώντας στην επί της ουσίας εξέταση των ισχυρισμών της Αιτήτριας, προκύπτει ότι κατά την καταγραφή της αίτησής της για άσυλο υποστήριξε πως είναι υπήκοος ΛΔΚ, γεννημένη στην Κινσάσα, όπου και διέμενε. Ανέφερε ότι αναχώρησε από τη χώρα της αεροπορικώς στις 29.10.2021 και εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία παράνομα μέσω των μη ελεγχόμενων περιοχών στις 26.11.2021.

 

18.          Η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη ΛΔΚ διότι, μετά τον θάνατο της μητέρας της, την απείλησαν ότι θα τη σκοτώσουν. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, η μητέρα της δολοφονήθηκε από εγκληματική συμμορία και την ίδια νύχτα η ίδια φέρεται να βιάστηκε και να έγινε απόπειρα να δολοφονηθεί, προκειμένου —όπως ανέφερε— να κρατήσει το στόμα της κλειστό.

 

19.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, η Αιτήτρια δήλωσε ότι είναι υπήκοος ΛΔΚ και ότι γεννήθηκε το έτος 1999 στην Κινσάσα, περιοχή Makala, όπου και διέμενε. Ως προς το θρήσκευμα ανέφερε ότι είναι Χριστιανή. Αναφορικά με το μορφωτικό της επίπεδο, δήλωσε ότι μετά το δημοτικό σχολείο διέκοψε τη φοίτησή της λόγω οικονομικών δυσκολιών.

 

20.          Ως προς το επάγγελμά της, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι μεταξύ των ετών 2013–2014 εργαζόταν περιστασιακά καθαρίζοντας μπαρ της γειτονιάς της. Προσέθεσε ότι, επειδή τα χρήματα δεν ήταν επαρκή, άρχισε —μετά τον θάνατο της μητέρας της το 2012 και κατά την περίοδο 2012–2014— να εκπορνεύει τον εαυτό της. Ισχυρίστηκε, επίσης, ότι έμεινε έγκυος χωρίς να γνωρίζει την ταυτότητα του πατέρα του παιδιού της και ότι το 2013 γέννησε ένα κορίτσι, το οποίο διαμένει σε ορφανοτροφείο στην Κινσάσα.

 

21.          Ερωτηθείσα για το τί έκανε μετά το 2014, η Αιτήτρια ανέφερε ότι, μετά τον θάνατο της μητέρας της το 2012, πήγε να μείνει σε μια εκκλησία, χωρίς, ωστόσο, να ενημερώσει τους ανθρώπους εκεί ότι εργαζόταν ως πόρνη, μέχρι τη στιγμή που έμεινε έγκυος και αναγκάστηκε να αποκαλύψει την αλήθεια στον πάστορα, ο οποίος της πρότεινε να συνεχίσει να διαμένει στην εκκλησία. Προσέθεσε ότι μια ημέρα, μια γυναίκα που βρισκόταν στην εκκλησία διαπίστωσε ότι βρισκόταν σε πολύ δύσκολη κατάσταση και της πρότεινε να εμφανιστεί σε τηλεοπτική εκπομπή για να εξιστορήσει όσα της συνέβαιναν και να ζητήσει βοήθεια. Μετά την εμφάνισή της στην εκπομπή, ένας άνδρας επικοινώνησε με τον πάστορα και προσφέρθηκε να βοηθήσει οικονομικά την Αιτήτρια, χρηματοδοτώντας τελικά το ταξίδι της από τη ΛΔΚ προς την Κύπρο. Αναφορικά με την οικογενειακή της κατάσταση, η Αιτήτρια ανέφερε ότι ο πατέρας της εγκατέλειψε την ίδια και τη μητέρα της όταν ήταν 5 ετών, επειδή η μητέρα της ήταν κινητικά ανάπηρη. Από τότε, δεν γνωρίζει πού βρίσκεται ο πατέρας της. Προσέθεσε ότι η μητέρα της απεβίωσε τον Ιούλιο του 2012, όταν κάποιοι εγκληματίες εισήλθαν στο σπίτι τους, την έσυραν από την αναπηρική καρέκλα και τη σκότωσαν. Ισχυρίστηκε ότι την ίδια νύχτα βιάστηκε και η ίδια. Τέλος, δήλωσε ότι δεν έχει αδέλφια ούτε άλλους συγγενείς στη ΛΔΚ.

 

22.          Ερωτηθείσα για τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, στο πλαίσιο της ελεύθερης αφήγησής της, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη ΛΔΚ επειδή δεν είχε οικονομική στήριξη. Σε ηλικία 5 ετών ο πατέρας της εγκατέλειψε την ίδια και τη μητέρα της, η οποία ήταν κινητικά ανάπηρη και μετακινούνταν με αναπηρική καρέκλα. Τον Ιούλιο του 2012 κάποιοι εγκληματίες εισήλθαν στο σπίτι τους, τη βίασαν και σκότωσαν τη μητέρα της. Μετά τον θάνατο της μητέρας της, η Αιτήτρια εγκαταστάθηκε σε μια εκκλησία και, λόγω οικονομικής ανέχειας, άρχισε να εργάζεται καθαρίζοντας μπαρ. Επειδή δεν υπήρχε κανείς που να μπορεί να χρηματοδοτήσει τις σπουδές της ώστε να αποκτήσει καλύτερη εργασία, άρχισε να εκπορνεύει τον εαυτό της μέχρι που έμεινε έγκυος. Η κόρη της γεννήθηκε με αναιμία. Όταν εξήγησε στον πάστορα την κατάστασή της, εκείνος αποφάσισε ότι θα συνέχιζε να διαμένει στην εκκλησία μαζί με το παιδί της, ενώ οι επισκέπτες της εκκλησίας της παρείχαν κατά διαστήματα βοήθεια. Μια γυναίκα που βρισκόταν στην εκκλησία της πρότεινε να εμφανιστεί σε τηλεοπτική εκπομπή για να εξηγήσει τί της συνέβη και να αναζητήσει βοήθεια. Ένας άνδρας που την είδε στην τηλεόραση επικοινώνησε με τον πάστορα, εξέφρασε την πρόθεσή του να τη στηρίξει και χρηματοδότησε το ταξίδι της προς την Κυπριακή Δημοκρατία. Εν συνεχεία, υποβλήθηκαν διευκρινιστικές ερωτήσεις προς την Αιτήτρια αναφορικά με όσα δήλωσε στο στάδιο της ελεύθερης αφήγησής της. Οι ερωτήσεις περιορίστηκαν σε ζητήματα σχετικά με το πιστοποιητικό γέννησης της κόρης της και την κατάσταση υγείας της. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν διαθέτει πιστοποιητικό γέννησης της κόρης της, ούτε οποιαδήποτε ιατρική βεβαίωση που να αποδεικνύει ότι η κόρη της πάσχει από αναιμία.

 

23.          Αξιολογώντας τις πιο πάνω δηλώσεις της Αιτήτριας, οι Καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: Ο πρώτος αφορά την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, και ο δεύτερος ότι η Αιτήτρια εγκατέλειψε τη ΛΔΚ για οικονομικούς λόγους.

 

24.          Ο πρώτος ισχυρισμός της Αιτήτριας ως προς τον τόπο καταγωγής της και τα προσωπικά της στοιχεία έγινε αποδεκτός από τους Καθ’ ων η αίτηση, καθώς οι παρεχόμενες πληροφορίες κρίθηκαν συνεκτικές και επαρκείς, επιβεβαιώνοντας την εθνικότητά της και τον τόπο γέννησής της. Περαιτέρω, έγινε αποδεκτή η εθνότητά της, καθώς και το ότι είναι χριστιανή ως προς το θρήσκευμα. Ο δεύτερος ισχυρισμός της έγινε επίσης αποδεκτός, καθώς κρίθηκε ότι η Αιτήτρια παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες και συνεκτικές δηλώσεις αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι εγκατέλειψε τη ΛΔΚ για οικονομικούς λόγους. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, οι Καθ’ ων η αίτηση παρέθεσαν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές σχετικά με την οικονομική κατάσταση της ΛΔΚ και κατέληξαν ότι, λαμβανομένης υπόψη της διαπιστωθείσας εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων της Αιτήτριας, ο ισχυρισμός της γίνεται αποδεκτός. Προχωρώντας στο στάδιο της αξιολόγησης κινδύνου, οι Καθ’ ων η αίτηση εκτίμησαν τον μελλοντικό κίνδυνο που θα αντιμετωπίσει η Αιτήτρια σε περίπτωση επιστροφής της στη ΛΔΚ και ειδικότερα στην Κινσάσα, στη βάση του αποδεκτού ισχυρισμού περί των προσωπικών της στοιχείων. Αξιολογήθηκε ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται πως η Αιτήτρια, σε περίπτωση επιστροφής της στη ΛΔΚ, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.  Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο της νομικής ανάλυσης, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής της στο προσφυγικό καθεστώς, καθώς δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξής της δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Όσον αφορά στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν στο ίδιο συμπέρασμα, ήτοι ότι η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής στο καθεστώς αυτό, καθώς δεν προκύπτει πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης κατά την έννοια του άρθρου 19(2)(α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

 

25.          Στο πλαίσιο της de novo και ex nunc αξιολόγησης των ισχυρισμών της Αιτήτριας, από το παρόν Δικαστήριο συντάσσομαι με την απομόνωση του πρώτου  και του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού της Αιτήτριας. Το παρόν Δικαστήριο αξιολογεί τους προβληθέντες ισχυρισμούς στη βάση των κοινώς αποδεκτών δεικτών αξιοπιστίας.[1] Περαιτέρω, διαπιστώνεται ότι στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας και ήδη κατά το στάδιο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας προκύπτει ότι η Αιτήτρια προώθησε και έτερο λόγo μη εγκατάλειψης της χώρας της, ήτοι τη δίωξή της από τους δολοφόνους της μητέρας της, οι οποίοι είχαν στο πλαίσιο της ίδιας περίστασης βιάσει και την ίδια.

 

26.          Αναφορικά με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων  η αίτηση για αποδοχή του για τους λόγους που καταγράφονται στην υιοθετηθείσα έκθεση εισήγηση, πλην του μέρους που αφορά στο ιστορικό των τόπων διαμονής της Αιτήτριας. Κατά τα λοιπά, η Αιτήτρια υπήρξε συνεκτική ως προς τις δηλώσεις της, οι οποίες ενώ εν μέρει επιβεβαιώνονται από το διαβατήριο που προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, όπως προκύπτουν από την έκθεση των Καθ’ ων η αίτηση.

 

27.          Ειδικώς ως προς τον τόπο διαμονής της, παρατηρείται ότι η Αιτήτρια δήλωσε κατά τη διοικητική διαδικασία ότι καθ’ όλη τη ζωή της διέμενε στην Kinshasa και ειδικότερα στην περιοχή Makala, αρχικώς με τη μητέρα της και ακολούθως στην εκκλησία. Αντίθετα, κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία, η Αιτήτρια διαφοροποίησε ουσιωδώς τις δηλώσεις της, αναφέροντας ότι από το 2013 έως το 2020 εγκατέλειψε τη χώρα της και διέμενε στη γειτονική Δημοκρατία του Κονγκό (Congo-Brazzaville) και ειδικότερα στη Brazzaville.[2]

 

28.          Η Αιτήτρια υπήρξε ιδιαιτέρως λακωνική στις αναφορές της ως προς τη φερόμενη πολυετή παραμονή της εκτός της χώρας καταγωγής της, χωρίς να παράσχει συγκεκριμένες ή επαρκείς λεπτομέρειες. Περαιτέρω, διαφοροποιήθηκε ουσιωδώς και ο πυρήνας του αιτήματός της, καθώς, ενώ κατά τις αρχικές της δηλώσεις απέδωσε την αποχώρησή της από τη ΛΔΚ σε οικονομικούς λόγους, ενώπιον του Δικαστηρίου ισχυρίστηκε ότι φοβάται για τη ζωή της από τα πρόσωπα που —κατά τα λεγόμενά της— δολοφόνησαν τη μητέρα της πριν από πέραν των δέκα ετών.

 

29.          Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και βάσει του διαφοροποιημένου αφηγήματός της, η ίδια υποστήριξε ότι επέστρεψε στην Kinshasa το έτος 2020, όπου και παρέμεινε μέχρι την οριστική αναχώρησή της από τη ΛΔΚ τον Οκτώβριο 2021. Συνεπώς, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής της θεωρείται η Kinshasa, ενώ δεν έχει τεκμηριώσει επαρκώς ότι πράγματι διέμενε, κατά το χρονικό διάστημα που νεοφανώς επικαλέστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, σε άλλο κράτος.

 

30.          Περαιτέρω, η Αιτήτρια ανέφερε τόσο κατά τη διοικητική όσο και κατά την παρούσα διαδικασία ότι είναι μητέρα ανήλικης θυγατέρας, γεννηθείσας το έτος 2013. Κατά τη διοικητική διαδικασία, η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν διαθέτει πιστοποιητικό γέννησης της θυγατέρας της ούτε και κάποια βεβαίωση περί του προβλήματος υγείας που φέρεται η θυγατέρα της να αντιμετωπίζει. Κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία, η Αιτήτρια προσκόμισε έγγραφο, το οποίο, κατά την ίδια, αποτελεί ιατρική βεβαίωση ότι η κόρη της πάσχει από αναιμία (βλ. Τεκμήριο 3, προσκομισθέν στις 16.6.2025).

 

31.          Ως προς την αξιολόγηση των εγγράφων, η γνησιότητα των οποίων δεν δύναται να επιβεβαιωθεί, αυτά εκτιμώνται ελεύθερα σε συνάρτηση με τα λοιπά στοιχεία που έχει ενώπιόν του το Δικαστήριο. Κατά πάγια νομολογημένη αρχή, ο δικαστής δεν υποχρεούται να αποφασίζει επί τεχνικών θεμάτων, όπως εν προκειμένω η γνησιότητα ενός εγγράφου, ούτε έχει τη δυνατότητα προς τούτο, αφού δεν διαθέτει την απαιτούμενη τεχνογνωσία για να προβεί σε τέτοιο εγχείρημα (βλ. Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3866, Λάμπρου Λάμπρος v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου, (2009) 3 Α.Α.Δ. 79).

 

32.          Τελικώς, η γνησιότητα των εγγράφων θα διασταυρωθεί μέσω των προφορικών ισχυρισμών, άλλως τα έγγραφα δύνανται να ενισχύσουν προφορικούς ισχυρισμούς, αλλά δεν επαρκούν αφ’ εαυτών για να τους αποδείξουν. Ως εκ τούτου, το παρόν Δικαστήριο συναξιολογεί τα εν λόγω έγγραφα, ακόμη και στις περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητά τους (βλ. Απόφαση ΔΕΕ 10.6.2021, υπόθεση C-921/19, LH κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2021:478, σκέψεις 44 και 66).

 

33.          Στην προκειμένη περίπτωση, διαπιστώνεται ότι το υπό εξέταση έγγραφο αποτελεί αντίγραφο, το οποίο, ωστόσο, φέρει εμφανείς χειρόγραφες επεμβάσεις και διορθώσεις των ημερομηνιών, στοιχείο που δεν παραπέμπει σε αυθεντικό έγγραφο. Επίσης, μία εκ των σφραγίδων είναι τοποθετημένη ανάποδα. Το εν λόγω έγγραφο η Αιτήτρια το προσκόμισε μαζί με άλλο έγγραφο, το οποίο επίσης, κατά την ίδια, πιστοποιεί τον βιασμό της που φέρεται να έλαβε χώρα το 2012 (βλ. Τεκμήριο 2, προσκομισθέν στις 16.6.2025). Το έντυπο που χρησιμοποιείται στην περίπτωση του βιασμού φαίνεται να είναι ταυτόσημο με εκείνο που χρησιμοποιείται για την πιστοποίηση του προβλήματος υγείας της θυγατέρας της, ενώ ο γραφικός χαρακτήρας και στα δύο έγγραφα εμφανίζεται εξωτερικά πανομοιότυπος. Περαιτέρω, και στο δεύτερο αυτό έγγραφο υπάρχουν εμφανή σημεία παραποίησης των ημερομηνιών, ενώ θεωρητικά πρόκειται για έγγραφα που εκδόθηκαν σε διαφορετικές ημερομηνίες. Ταυτοχρόνως, η Αιτήτρια δεν εξήγησε επαρκώς πώς τρίτο πρόσωπο κατόρθωσε να εξασφαλίσει από το εν λόγω νοσηλευτικό ίδρυμα και τα δύο αυτά έγγραφα, εν τη απουσία της, και ενώ μάλιστα πρόκειται για έγγραφα που, κατά τους ισχυρισμούς της, εκδόθηκαν το ένα το 2013 και το άλλο το 2017.

 

34.          Ως προς δε το έγγραφο που φέρεται να πιστοποιεί τον βιασμό της Αιτήτριας, η ημερομηνία που αναγράφεται ως ημερομηνία νοσηλείας (ήτοι 31.12.2012) δεν συμπίπτει χρονικά με την ημερομηνία του συμβάντος κατά την ελεύθερη αφήγησή της, ήτοι Ιούλιο 2012. Τα ανωτέρω έγγραφα, τα οποία, σε κάθε περίπτωση, είναι μειωμένης αποδεικτικής αξίας, όχι μόνο δεν ενισχύουν, αλλά αντιθέτως θίγουν τη γενική και ειδική αξιοπιστία της Αιτήτριας. Συνεπώς, δεν γίνεται δεκτό ότι η Αιτήτρια είναι μητέρα ανήλικου τέκνου το οποίο πάσχει από αναιμία, καθώς η γενική της αξιοπιστία έχει πληγεί.

 

35.          Όσον αφορά τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, περί των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Αιτήτρια στη χώρα καταγωγής της, αυτός επίσης γίνεται αποδεκτός, καθώς οι συναφείς δηλώσεις της αναφορικά με τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε κρίθηκαν συνεκτικές.

 

36.          Ακολούθως, οφείλει να εξεταστεί ο νεοσχηματισθείς ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι διώκεται από τα πρόσωπα που φέρονται να δολοφόνησαν τη μητέρα της και να τη βίασαν κατά το ίδιο περιστατικό. Ο ισχυρισμός αυτός, ο οποίος δεν προβλήθηκε σε αυτή του τη μορφή κατά τη διοικητική διαδικασία, διαφοροποιεί ουσιωδώς το προηγούμενο αφήγημα της Αιτήτριας ως προς τα κίνητρα και τις συνθήκες εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής της. Παρατηρείται καταρχάς ότι η Αιτήτρια μεταβάλλει κατ’ επανάληψιν το ιστορικό που επικαλείται, παρουσιάζοντας σοβαρές αντιφάσεις μεταξύ των δηλώσεων της κατά τη διοικητική διαδικασία και κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου αφήγησής της. Οι ισχυρισμοί της στερούνται επαρκών βιωματικών λεπτομερειών, ενώ το αφήγημά της μεταβάλλεται ως προς τον χρόνο, τα γεγονότα και τους φερόμενους φορείς δίωξης. Ειδικότερα, κατά τη διοικητική διαδικασία, η Αιτήτρια ανέφερε ότι άγνωστοι κακοποιοί εισήλθαν στην οικία της στην Κινσάσα και δολοφόνησαν τη μητέρα της. Η περιγραφή της υπήρξε γενικόλογη και χωρίς περαιτέρω λεπτομέρειες. Ανέφερε δε ως κίνητρα εγκατάλειψης της χώρας της τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε όταν έχασε τη μητέρα της. Αντιθέτως, ενώπιον του Δικαστηρίου, η ίδια πράξη παρουσιάζεται πλέον ως αφετηρία μακροχρόνιας δίωξης, χωρίς επαρκή τεκμηρίωση ή προσδιορισμό των δραστών. Στη δε καταγραφή της αίτησής της, η ίδια αναφέρθηκε σε απειλές που δέχτηκε, χωρίς σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας να εξειδικεύει επαρκώς τις περιστάσεις και το περιεχόμενο των εν λόγω απειλών. Ενώπιον του Δικαστηρίου, η Αιτήτρια προβάλλει για πρώτη φορά ότι τα πρόσωπα αυτά την αναζητούσαν επί σειρά ετών. Ωστόσο, δεν δύναται να τα ταυτοποιήσει ή να προσδιορίσει το κίνητρό τους∙ δεν εξήγησε πώς συνδέονται με τον πατέρα της, τον οποίο —κατά τα λεγόμενά της— δεν είχε δει από την ηλικία των 4 ετών∙ ούτε κατέδειξε οποιοδήποτε στοιχείο που να συνηγορεί σε συνεχιζόμενη αναζήτησή της.

 

37.          Επιπροσθέτως ο ισχυρισμός περί βιασμού προβάλλεται ως μέρος του ίδιου περιστατικού. Η Αιτήτρια, όμως, δεν ήταν σε θέση να παράσχει οποιεσδήποτε ουσιώδεις, προσωπικές ή βιωματικές λεπτομέρειες σχετικά με το συμβάν ή τα κίνητρα των δραστών. Η ασάφεια και η έλλειψη περιγραφικών στοιχείων θίγουν ουσιωδώς την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού.

 

38.          Περαιτέρω, ο ισχυρισμός της ότι διέμενε στη γειτονική Δημοκρατία του Κονγκό (Congo-Brazzaville) μεταξύ 2013 και 2020, λόγω της φερόμενης δίωξης, προβάλλεται μόνον ενώπιον του Δικαστηρίου. Κατά τη διοικητική διαδικασία η ίδια δήλωσε ότι διέμενε διαρκώς στην Κινσάσα. Η διαφοροποίηση αυτή δεν στηρίζεται σε κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Η Αιτήτρια υπήρξε αντιφατική και ως προς το πού βρίσκεται η ανήλικη θυγατέρα της. Αρχικώς ανέφερε ότι το τέκνο διαμένει σε ορφανοτροφείο. Ενώπιον του Δικαστηρίου, όμως, δήλωσε ότι βρίσκεται υπό τη φροντίδα πάστορα και γυναίκας που φέρεται να δολοφονήθηκε από τους φορείς δίωξης της Αιτήτριας. Ο νέος αυτός ισχυρισμός ουδέποτε προβλήθηκε προηγουμένως και δεν συνοδεύεται από αντικειμενικά δεδομένα. Δεν παρίσταται τέλος εύλογο, εάν η Αιτήτρια όντως ήταν υπό δίωξη να επιδιώκει την επιχορήγηση του ταξιδιού  της κάνοντας χρήση μαζικών μέσων επικοινωνίας.

 

39.          Επιπλέον, σύμφωνα με τις αρχικές της δηλώσεις κατά τη διοικητική διαδικασία, η Αιτήτρια παρέμεινε στην Κινσάσα για ολόκληρο το χρονικό διάστημα μετά το περιστατικό του 2012 και μέχρι την αναχώρησή της το 2021, χωρίς να αναφέρει οποιοδήποτε περαιτέρω περιστατικό βλάβης ή αναζήτησής της από τους φερόμενους δράστες. Το γεγονός αυτό, πέραν της σημασίας του για την αξιολόγηση του επικαλούμενου μελλοντικού κινδύνου, θίγει άμεσα και την αξιολόγηση της αξιοπιστίας της, καθώς αντιστρατεύεται τον ισχυρισμό περί συστηματικής και συνεχιζόμενης δίωξης.

 

40.          Το συνολικό αφήγημα της Αιτήτριας ως προς τη δολοφονία, τον βιασμό και τη συνεχιζόμενη δίωξη παρουσιάζει σημαντικές μεταβολές, ασυνέπειες και ελλείψεις σε βιωματικές λεπτομέρειες. Ως εκ τούτου, δεν θεμελιώνεται η εσωτερική αξιοπιστία του σχετικού ισχυρισμού.

 

41.          Λόγω της προσωπικής φύσης των ισχυρισμών, δεν αναμένεται η ύπαρξη επαληθεύσιμων εξωτερικών πηγών. Ωστόσο, το προσκομισθέν από την Αιτήτρια ιατρικό πιστοποιητικό, το οποίο φέρεται να εκδόθηκε κατά τον χρόνο του ισχυριζόμενου βιασμού (βλ. Τεκμήριο 2, προσκομισθέν στις 16.6.2025), όπως επισημαίνεται ανωτέρω κατά την αξιολόγηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού της, όχι μόνο δεν ενισχύει αλλά αντιθέτως θίγει περαιτέρω την ήδη τρωθείσα αξιοπιστία της, λαμβανομένων υπόψη των ενδείξεων μη γνησιότητας που αναλύθηκαν ανωτέρω. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, ο ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι διώκεται από άγνωστα πρόσωπα τα οποία δολοφόνησαν τη μητέρα της και τη βίασαν το 2012 δεν καθίσταται αποδεκτός, καθώς δεν θεμελιώνεται ούτε η εσωτερική ούτε η εξωτερική αξιοπιστία της Αιτήτριας.

 

42.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών, ήτοι των προσωπικών στοιχείων της Αιτήτριας, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τη κατάσταση που επικρατεί στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, την Κινσάσα, στη βάση της φυλετικής καταγωγής και θρησκείας της.

 

43.          Σύμφωνα με την ιστοσελίδα RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η ΛΔΚ εμπλέκεται σε αρκετές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις εντός των εδαφών της εναντίον ορισμένων μη κρατικών ένοπλων ομάδων, μεταξύ των οποίων οι ADF (Allied Democratic Forces), Mai-Mai Yakutumba, FDLR (Forces démocratiques de libération du Rwanda), CODECO (Coopérative de développement économique du Congo) και M23[3]. Ειρηνευτική αποστολή των Ηνωμένων Εθνών (UN Organization Stabilization Mission in the Democratic Republic of the Congo- MONUSCO) υποστηρίζει τις ένοπλες δυνάμεις της ΛΔΚ[4], και το Συμβούλιο Ασφαλείας,  με το ψήφισμά του υπ’ αρ. 2765 (2024), αποφάσισε την επέκταση της εντολής της MONUSCO μέχρι τις 20.12.2025[5]. Οι περιοχές Kivu, Kasai και Ituri είναι αυτές οι οποίες πλήττονται σε μεγαλύτερο βαθμό από τις ένοπλες συγκρούσεις, αν και η βία είναι εκτεταμένη και επηρεάζει ολόκληρη τη χώρα[6]. Ειδικά στην Kinshasa, οι προαναφερόμενες οργανώσεις, δεν παρουσιάζονται δρώσες[7].

 

44.          Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας στην Kinshasa, ευρύτερη περιοχή στην οποία βρίσκεται ο τόπος καταγωγής και τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, βάσει στοιχείων από το ACLED, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 17.10.2025), καταγράφηκαν 37 περιστατικά πολιτικής βίας[8], από τα οποία προκλήθηκαν 41 θάνατοι[9]. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της Κinshasa το 2023, ανερχόταν στους 16,316,000 κατοίκους[10]. Υπό το φως των ανωτέρω ποσοτικών και αριθμητικών δεδομένων, δεν διαπιστώνεται οποιοσδήποτε κίνδυνος για την Αιτήτρια ένεκα της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο προηγουμένης διαμονής της.

 

45.          Ως προς τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας, ειδικώς ως προς το θρησκευτικό της προφίλ ως χριστιανής, πέραν της απουσίας εκπεφρασμένου φόβου ένεκα αυτής της παραμέτρου ή άλλων συναφών προσωπικών περιστάσεων, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές, το σύνταγμα της ΛΔΚ απαγορεύει τις θρησκευτικές διακρίσεις και προβλέπει την ελευθερία της θρησκείας και το δικαίωμα λατρείας, με την επιφύλαξη της «συμμόρφωσης με τον νόμο, τη δημόσια τάξη, την δημόσια ηθική και τα δικαιώματα των άλλων». Ορίζει δε ότι το δικαίωμα στη θρησκευτική ελευθερία δεν μπορεί να καταργηθεί ακόμη και όταν η κυβέρνηση κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης ή πολιορκία. Σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των Η.Π.Α του 2023, σχετικά με τη θρησκευτική ελευθερία στη ΛΔΚ, οι χριστιανοί αποτελούν το 95,1% του πληθυσμού και 48,1% των χριστιανών είναι προτεστάντες. Αν και καταγράφηκαν κάποιες επιθέσεις από το ISIS-DRC/ADF, αυτές αφορούσαν αδιακρίτως βία κατά πολιτών.[11] Ως εκ τούτου, ούτε ένεκα του θρησκευτικού της προφίλ ευλόγως αναμένεται η Αιτήτρια να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα.

 

46.          Ως προς το προφίλ της ως γυναίκα μόνης χωρίς ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο επισημαίνονται τα ακόλουθα. Σύμφωνα με τον οργανισμό Freedom House, οι γυναίκες "αντιμετωπίζουν διακρίσεις σχεδόν σε κάθε πτυχή της ζωής τους". Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Παγκόσμια Τράπεζα τον Ιούνιο του 2022[12], οι γυναίκες έχουν περιορισμένο έλεγχο στις αποφάσεις του νοικοκυριού, γεγονός που έχει αρνητική επίδραση στην οικονομική ενδυνάμωση των γυναικών. Η ίδια πηγή ανέφερε ότι μόνο το 62% των γυναικών συμμετέχει στην αγορά εργασίας, με το 6,4% των γυναικών να εργάζονται σε έμμισθες θέσειςσε σύγκριση με το 23,9% των ανδρών».

 

47.          «Τον Οκτώβριο του 2022, η Δανική Υπηρεσία Μετανάστευσης (DIS) δημοσίευσε έκθεση για τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στην Κινσάσα, όπου επισημάνθηκε ότι στο κοινωνικό πλαίσιο "μια γυναίκα στη Λ.Δ. Κονγκό είναι πάντα κάτι μόνο σε σχέση με έναν άνδρα συγγενή. Ως εκ τούτου, οι γυναίκες που απομακρύνονται από αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο αντίληψης της οικογένειας γίνονται αντιληπτές αρνητικά από την κοινωνία και συχνά και από την ίδια τους την οικογένεια». Σύμφωνα με την ίδια πηγή, οι ανύπαντρες γυναίκες στην Κινσάσα "συχνά βρίσκονται σε πιο ευάλωτη θέση, γι’ αυτό πολλές γυναίκες από νοικοκυριά που διευθύνονται από γυναίκες προσποιούνται ότι είναι παντρεμένες, σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τον στιγματισμό και να μειώσουν την ευαλωτότητά τους»[13].

 

48.          Σε ό,τι αφορά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει μια ανύπαντρη μητέρα χωρίς μόνιμη εργασία στην Κινσάσα, η ενημερωτική έκθεση της Δανικής Υπηρεσίας Μετανάστευσης για τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στην Κινσάσα αναφέρει ότι «μια διεθνής ανθρωπιστική οργάνωση στη Λ.Δ. Κονγκό εκτίμησε πως είναι σχεδόν αδύνατο για τους ανθρώπους να έχουν πρόσβαση σε στέγαση χωρίς κοινωνικό δίκτυο και χρήματα. Κατά συνέπεια, η πηγή έχει καταγράψει περιπτώσεις ανθρώπων από την Κινσάσα που μετακινήθηκαν στις ανατολικές επαρχίες αναζητώντας μια καλύτερη ζωή και καλύτερες ευκαιρίες. Σύμφωνα με την ίδια οργάνωση, είναι σχεδόν αδύνατο να αποκτήσει κανείς πρόσβαση στην αγορά στέγασης ή σε καταλύματα χωρίς δίκτυο στην Κινσάσα. Ως εκ τούτου, πολλές ανύπαντρες γυναίκες χωρίς ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο στην Κινσάσα αναγκάζονται να καταφύγουν σε συναλλακτικό σεξ για να εξασφαλίσουν κατάλυμα με οποιονδήποτε τρόπο. Αυτή την άποψη συμμερίζεται και η οργάνωση Afia Mama, η οποία πρόσθεσε ότι οι επιλογές στέγασης για γυναίκες χωρίς ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο που μετακινούνται στην Κινσάσα από τις ανατολικές επαρχίες είναι η συγκατοίκηση σε σπίτια συγγενών – ένα σπίτι δύο υπνοδωματίων μπορεί να φιλοξενεί τυπικά 15 άτομα. Όσες δεν έχουν συγγενείς στην Κινσάσα συνήθως βρίσκουν καταφύγιο σε παράγκες ή κατασκευές από ξύλο ή χαρτόνι. Οι ανύπαντρες γυναίκες που έχουν υπάρξει θύματα εμπορίας ή εκμετάλλευσης είναι πιο επιρρεπείς στην πορνεία. Όταν προσπαθούν να βρουν στέγη ή όταν απλώς δεν μπορούν να πληρώσουν ενοίκιο – όπως στην περιοχή σεξουαλικής εκμετάλλευσης Πακαντζούμα (Pakadjuma), όπου προσφέρεται φτηνή στέγαση σε επικίνδυνο περιβάλλον […] Οι γυναίκες επιδίδονται πρόθυμα σε επιβιωτικό σεξ, μια πρακτική πορνείας για άτομα σε ακραία ανάγκη, που είναι συχνό φαινόμενο μεταξύ των γυναικών στη Λ.Δ. Κονγκό»[14]. Από τις ανωτέρω πηγές επιβεβαιώνεται ότι οι γυναίκες χωρίς ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο αντιμετωπίζουν πολλαπλές προκλήσεις ιδίως σε θέματα επιβίωσης και ασφάλειας.

 

49.          Σε ό,τι αφορά την πρόσβαση των γυναικών στην αγορά εργασίας, η ίδια έκθεση αναφέρει: «Το γενικό νομικό πλαίσιο για την πρόσβαση των γυναικών στην αγορά εργασίας έχει σημειώσει πρόοδο μέσα από πρόσφατες νομικές μεταρρυθμίσεις και τροποποιήσεις.

Το ισχύον νομικό πλαίσιο περιλαμβάνει: απαγόρευση διακρίσεων στην απασχόληση και εγγύηση ίσης αμοιβής (2017), απαγόρευση διακρίσεων λόγω φύλου στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (2017) και την παροχή δυνατότητας στις γυναίκες να εργάζονται χωρίς τη συγκατάθεση του συζύγου τους (2018).

 

50.          Το Σύνταγμα επίσης διασφαλίζει την προστασία και προώθηση των δικαιωμάτων τους, δηλώνοντας ότι οι δημόσιες αρχές είναι υπεύθυνες για την εξάλειψη κάθε διάκρισης. Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν έχει εφαρμόσει αποτελεσματικά ούτε το Σύνταγμα ούτε τη σχετική νομοθεσία. Οι γυναίκες συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν διακρίσεις στην εργασία και την ίση αμοιβή λόγω κοινωνικο-πολιτισμικών διαφορών. Η Afia Mama ανέφερε ότι η πρόσβαση των γυναικών στην αγορά εργασίας είναι δύσκολη. Αν και η προηγούμενη απαίτηση για συγκατάθεση του συζύγου έχει αρθεί, εξακολουθεί να αναμένεται από τις γυναίκες να την προσκομίζουν.

 

51.          Σύμφωνα με στοιχεία της ΔΟΕ που διατέθηκαν μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, οι γυναίκες αμείβονται λιγότερο από τους άνδρες για την ίδια εργασία, με το χάσμα αμοιβών να φτάνει το 77%. Επιπλέον, οι γυναίκες αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην ανάληψη θέσεων εξουσίας και υψηλής ευθύνης. Η πηγή από την Afia Mama παρατήρησε ότι οι επιχειρήσεις δεν έχουν ενδιαφέρον να προωθήσουν προοδευτικές πρακτικές για τις γυναίκες και συνεχίζουν τις παλιές μεθόδους, καθώς οι γυναίκες δεν γνωρίζουν τα δικαιώματά τους. Εκτός από αυτές τις προκλήσεις, οι γυναίκες υφίστανται σε μεγάλο βαθμό σεξουαλική παρενόχληση στην αγορά εργασίας. Η πλειονότητα υποχρεώνεται σε συναλλακτικό σεξ, δηλαδή την ανταλλαγή σεξουαλικών πράξεων με χρηματικό αντάλλαγμα. Αυτό συνήθως εμποδίζει τις γυναίκες από το να αποδεχτούν μια εργασία ή να δεχτούν μια προαγωγή, ακόμη και αν πληρούν όλες τις προϋποθέσεις»[15].

 

52.          Επιπλέον, σύμφωνα με διεθνείς πηγές, «λόγω της ανάγκης για πηγή εισοδήματος και της έλλειψης ευκαιριών απασχόλησης, πολλές γυναίκες, όταν αντιμετωπίζουν αυξανόμενα έξοδα διαβίωσης όπως τρόφιμα, στέγαση, μεταφορά, σχολικά δίδακτρα, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κ.λπ., πιθανόν να στραφούν στην πορνεία. Η πορνεία στη Λ.Δ. Κονγκό λέγεται πως ξεκίνησε με την εμφάνιση των πόλεων και την αστικοποίηση του πληθυσμού κατά την αποικιακή περίοδο. Στη χώρα, η γυναικεία εμπορική πορνεία είναι νόμιμη και έχει καταστεί κοινό μέσο βιοπορισμού, που περιλαμβάνει ώριμες γυναίκες αλλά και πολύ νεαρά κορίτσια του δρόμου».

 

53.          «Αν και η πορνεία μπορεί να θεωρηθεί ως πιθανή διέξοδος από τη φτώχεια και την ευαλωτότητα, σε πολλές περιπτώσεις οδηγεί σε αυξημένη ευαλωτότητα. Οι εργαζόμενες στο σεξ εκτίθενται σε προβλήματα υγείας, όπως ο HIV και άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, σε βία και σε στιγματισμό από το υπόλοιπο της κοινωνίας»[16].

 

54.          Οι ανωτέρω πηγές επιβεβαιώνουν τη δυσκολία την οποία επικαλείται η Αιτήτρια ως προς την εξεύρεση εργασίας από πλευράς των γυναικών με ικανοποιητικό εισόδημα.

 

55.          Ωστόσο, στην περίπτωση της Αιτήτριας, καίτοι η ίδια δηλώνει ότι δεν διαθέτει ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο, από το αφήγημά της προκύπτει ότι απολάμβανε εκτεταμένη ηθική και υλική ενίσχυση από την τοπική εκκλησία, η οποία τη φιλοξενούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της ανήλικης και ενήλικης ζωής της μετά το 2012 (βλ. ερυθρό 25, 3χ & ερυθρό 23, 2χ). Ειδικότερα, η Αιτήτρια αναφέρθηκε στον πάστορα που τη στήριζε ακόμη και μετά τη φερόμενη γέννηση του ανήλικου τέκνου της, καθώς και στην οικονομική συνδρομή που έλαβε μέσω προσώπου της εκκλησίας προκειμένου να ταξιδέψει στη Δημοκρατία (βλ. ερυθρά 25-24, 3χ& ερυθρό 23, 2χ).

 

56.          Έρευνα του Bertelsmann Stiftung (2024) για τη ΛΔΚ αναφέρει ότι οι χριστιανικές εκκλησίες και ιδιαίτερα η Καθολική Εκκλησία, η οποία παραμένει η μεγαλύτερη σε μέλη, ασκούν σημαντική κοινωνική επιρροή μέσω της παροχής εκπαιδευτικών και υγειονομικών υπηρεσιών[17]. Στην ίδια έκθεση, στο κομμάτι για την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη, καταγράφεται ότι η ΛΔΚ συνεχίζει να υποφέρει από κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, κυρίως λόγω της ανικανότητας των δομών διακυβέρνησης, μιας βαθιά ριζωμένης κουλτούρας διαφθοράς και της έλλειψης κατάλληλων μέτρων οικονομικής μεταρρύθμισης. Συναφώς επισημαίνεται ότι για πολλούς Κονγκολέζους, η επιβίωση εξασφαλίζεται μέσω της γεωργίας αυτοκατανάλωσης και του άτυπου μικρεμπορίου, ενώ επίσης καταγράφεται ότι οι εκκλησίες και τα μέλη της οικογένειας παρέχουν συχνά κοινωνική βοήθεια[18]. Στην ίδια έκθεση στο κομμάτι που αφορά την κοινωνική πρόνοια καταγράφεται ότι η ΛΔΚ στερείται λειτουργικών κρατικών συστημάτων κοινωνικής προστασίας, ενώ επίσης σημειώνεται ότι το 2022 περίπου 27 εκατομμύρια Κονγκολέζοι είχαν ανάγκη από επείγουσα ανθρωπιστική βοήθεια. Ως προς αυτό το σημείο, καταγράφεται σχετικά ότι οι εκκλησίες και ορισμένες εγχώριες και διεθνείς οργανώσεις παρέχουν κοινωνική βοήθεια, με τη σημείωση βέβαια ότι λόγω της τρέχουσας ανθρωπιστικής καταστροφής στη ΛΔ Κονγκό, αυτές οι οργανώσεις είναι υπερφορτωμένες, συχνά έχουν ανεπαρκή χρηματοδότηση και μπορούν να βοηθήσουν μόνο περιορισμένο αριθμό ανθρώπων[19].

 

57.          Σύμφωνα με τον καθηγητή κοινωνιολογίας του πανεπιστημίου της Kinshasa (UNIKIN) José M. Bazonzi, ο οποίος παρείχε πληροφορίες στη Δανέζικη Μεταναστευτική Υπηρεσία τον Αύγουστο του 2022, «πέρα από την οικογένεια, ένα ακόμα κοινωνικό δίκτυο, που διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην ένταξη ενός ατόμου είναι η εκκλησία». Ο ίδιος καθηγητής σε άλλο σημείο της συνέντευξης του επισημαίνει ότι «(έ)να άτομο χωρίς κοινωνικό δίκτυο στην Kinshasa θα αντιμετωπίσει σοβαρές δυσκολίες στην προσαρμογή και ένταξή του, διότι χωρίς την οικογένεια και χωρίς δεσμούς με την Εκκλησία, το άτομο θα είναι λίγο σαν να έχει εγκαταλειφθεί, καθώς στη ΛΔ Κονγκό η κοινωνική βοήθεια που παρέχει το κράτος δεν λειτουργεί σωστά. (…) Ένα τέτοιο άτομο αντιμετωπίζει πρώτα προβλήματα στέγασης, στη συνέχεια προβλήματα εργασίας και ακολούθως το πρόβλημα της εξεύρεσης πόρων. Επιπλέον, το άτομο θα έχει δυσκολίες όσον αφορά την τροφή και την πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη σε περίπτωση ασθένειας. Στη ΛΔ Κονγκό, η οικογένεια και η εκκλησία αποτελούν ή ουσιαστικά παίζουν τον ρόλο της άτυπης κοινωνικής ασφάλειας»[20].

 

58.          Τέλος, σε COI Query της EUAA αναφορικά με την κατάσταση των γυναικών χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο στη Kinshasa, καταγράφεται ότι σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εργασίας (ILO- International Labour Organisation) οι ΜΚΟ και εκκλησίες ανήκουν στους φορείς που παρέχουν κοινωνική βοήθεια σε ευάλωτα άτομα[21].

 

59.          Περαιτέρω, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ήταν ικανή προς εργασία και ότι εργάστηκε ως καθαρίστρια στη χώρα της, χωρίς, κατά τους ισχυρισμούς της, να εξασφαλίζει επαρκές εισόδημα.

 

60.          Ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη και το προσωπικό προφίλ της Αιτήτριας, ως αυτό έγινε αποδεκτό, και ειδικότερα ότι η Αιτήτρια είναι νεαρή, χωρίς να αντιμετωπίζει οποιοδήποτε σοβαρό πρόβλημα υγείας, με εργασιακή πείρα στον τόπο συνήθους διαμονής της, εξαιρουμένου του διαστήματος κατά το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς της, κατέφυγε στην πορνεία, ικανή προς εργασία και δεδομένου ότι διαθέτει υποστηρικτικό/κοινωνικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της, συμπεριλαμβανομένης της βοήθειας της τοπικής εκκλησίας και των παραγόντων της που την είχαν συνδράμει εμπράκτως στο παρελθόν, καθώς και εφόσον δεν προκύπτει οποιοδήποτε στοιχείο ευαλωτότητας πέραν όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, ούτε αποδεδειγμένο περιστατικό παρελθούσας δίωξης, κρίνεται ότι, σε συνδυασμό με τις παρατεθείσες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της στη χώρα καταγωγής της, δεν πιθανολογείται ότι, σε περίπτωση επιστροφής της εκεί, θα εκτεθεί ευλόγως σε κίνδυνο. Προς τούτο λαμβάνεται υπόψη η μακρά παραμονή της στην Κινσάσα, η εξοικείωσή της με το περιβάλλον και τους τυχόν κινδύνους.

 

61.          Υπό το φως της ανωτέρω ανάλυσης κινδύνου, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή της Αιτήτριας στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

62.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς η Αιτήτρια δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

63.          Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι η Αιτήτρια δεν τεκμηρίωσε, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] και δεν προκύπτει ότι αυτή διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

64.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής της Αιτήτριας, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι η προσφεύγουσα, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας της και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή (βλ. άρθρο 19(2)(γ) απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94  Elgafaji, σκέψη 43).

 

65.          Σημειώνεται συναφώς ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

 

66.          Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ.  απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, δεν λαμβάνει χώρα ένοπλη σύρραξη στην Kinshasa, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας.

 

67.          Ακολούθως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (Βλ. C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

68.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης

 

69.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

70.          Ενόψει των ανωτέρω ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών, δεν είναι δυνατό η επικρατούσα κατάσταση στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι στην ευρύτερη επαρχία της Kinshasa, να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε η Αιτήτρια μόνο λόγω της παρουσίας της εκεί να έρχεται αντιμέτωπη με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Ενόψει της έλλειψης της ουσιώδους αυτής προϋπόθεσης εφαρμογής του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή της Αιτήτριας στο αντίστοιχο καθεστώς.

 

71.          Ως προς δε την απόφαση επιστροφής της, από τα ενώπιόν μου στοιχεία, δεν προκύπτει οποιοδήποτε άλλο ζήτημα συναφές με την αρχή της μη επαναπροώθησης και των προϋποθέσεων έκδοσης της απόφασης επιστροφής, πέραν των όσων ήδη εξετάστηκαν και αναλύθηκαν ανωτέρω (Βλ. απόφαση της της 17ης Οκτωβρίου 2024, υπόθεση C 156/23 [Ararat] K, L, M, N κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2024:892, ιδίως σκέψεις 50 έως 51).

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 

 

 



[1] Ως προς τους δείκτες αξιοπιστίας (λεπτομέρεια, συνοχή, ευλογοφάνεια) Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System Judicial analysis Second edition,

 EUAA https://euaa.europa.eu/publications/judicial-analysis-evidence-and-credibility-context-common-european-asylum-system  [τελευταία ημερομηνία πρόσβασης 13.11.2025], σ. 120-134.

UNHCR Handbook on Procedures and Criteria for Determining Refugee Status

[2]Βλ. https://www.britannica.com/place/Republic-of-the-Congo? [τελευταία πρόσβαση 17.11.2025].

 

[3] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, ‘Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo’, Last updated: Tuesday 14th February 2023, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord (ημερομηνία πρόσβασης 22.10.2025)

[4] Ο.π.

[5] UNSC, S/RES/2765 (2024) διαθέσιμο σε https://digitallibrary.un.org/record/4069994?v=pdf (ημερομηνία πρόσβασης 22.10.2025)

[6] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, ‘Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo’, Last updated: Tuesday 14th February 2023, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord (ημερομηνία πρόσβασης 22.10.2025)

[7] Βλ. σχετικά Global Protection Cluster, https://www.globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-02/points_saillants-situation_de_protection_decembre_2023_vf.pdf,  Παρουσία των ανωτέρω ομάδων στην Kinshasa δε μαρτυρείται ούτε κατά την πρόσφατη επιστολή ομάδας ειδικών στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό προς τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας UNSC, 'Letter dated 15 December 2023 from the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo addressed to the President of the Security Council' (2023), διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 22.10.2025)

[8] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests)

[9] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project (βλ. πλατφόρμα Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής και είναι διαθέσιμη στον διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Democratic Republic of Congo, Kinshasa) (ημερομηνία πρόσβασης 22.10.2025)

[10] CIA, The World Factbook, DRC, https://www.cia.gov/the-world-factbook/countries/congo-democratic-republic-of-the/#people-and-society (ημερομηνία πρόσβασης 22.10.2025) 

[11] USDOS - US Department of State, ‘DEMOCRATIC REPUBLIC OF THE CONGO 2023 INTERNATIONAL RELIGIOUS FREEDOM REPORT’ (26 June 2024) σελ. 3 διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2023-report-on-international-religious-freedom/democratic-republic-of-the-congo/  (ημερομηνία πρόσβασης 22.10.2025)

[12] Ayivi Guedehoussou, Nono Akpedje; Dervisevic, Ervin; Donald, Aletheia Amalia; Hwang, Helena; Khonde, Lisette Meno; Lewis, Chloe Markham; Morrison, Laurel Elizabeth; Phipps-Ebeler, Verena; Pierotti, Rachael Susan; Vaillant, Julia.

Women's Economic Empowerment in the Democratic Republic of the Congo : Obstacles and Opportunities (English). Washington, D.C. : World Bank Group. http://documents.worldbank.org/curated/en/099130111302128277

[13] EUAA, COI QUERY RESPONSE – Democratic Republic of the Congo, p.3, διαθέσιμο σε: https://www.google.com/search?q=single+mothers+DRC&rlz=1C1GCEA_enCY1060CY1068&oq=single+mothers+DRC&gs_lcrp=EgZjaHJvbWUyBggAEEUYOdIBCTU0NTZqMGoxNagCCLACAQ&sourceid=chrome&ie=UTF-8 (ημερομηνία πρόσβασης 19/06/2025)

[14] The Danish Immigration Service, Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, διαθέσιμο σε: https://us.dk/media/ofggkep0/notat-drc-kinshasa.pdf ( ημερομηνία πρόσβασης 19/06/2025)

[15] Βλ. παραπάνω

[16] International Center for Advanced Research and Training (ICART), Bukavu, DR Congo ** International Institute of Tropical Agriculture (IITA), Bukavu, DR Congo, Understanding vulnerable women’s lives in Kinshasa, DR Congo: Female sex workers and agricultural opportunities, p. 5-6, διαθέσιμο σε: www.icrw.org/wp-content/uploads/2018/07/Baseline-Study-StrengtheningWomen-DRC.pdf?utm_source=chatgpt.com (ημερομηνία πρόσβασης  19.06.2025)

[17] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report: Congo, DR, 19 March 2024, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_COD.pdf, σελ. 8

[18] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report: Congo, DR, 19 March 2024, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_COD.pdf, σελ. 16

[19] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report: Congo, DR, 19 March 2024, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_COD.pdf, σελ. 22-23

[20] DIS - Danish Immigration Service: Democratic Republic of the Congo; Socioeconomic conditions in Kinshasa , October 2022, https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf, σελ. 47-48

[21] EUAA COI Query Response - DRC - Situation of women without a support network in Kinshasa,

25/08/2023, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2023_08_EUAA_COI_Query_Response_Q28_DRC_Situation_of_women_without_network.pdf, σελ. 6


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο