D. S. F. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 2288/2024, 18/11/2025
print
Τίτλος:
D. S. F. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 2288/2024, 18/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

      Υπόθεση Αρ. 2288/2024

 

18 Νοεμβρίου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

D. S. F.  

Αιτητής

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ’ ων η αίτηση.

 ……………………

 

Ο αιτητής παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου

 

Γεωργία Κωνσταντινίδου για Μάριο Παπαλοΐζου, Δικηγόρος για τον αιτητή

 

Ειρήνη Παραδεισιώτη για Μελίνα Βασιλείου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 27/05/2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Σιέρρα Λεόνε και στις 25/10/2021 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας περιοχές. Αυθημερόν, ο αιτητής παρέλαβε τη Βεβαίωση Υποβολής Αίτησης Διεθνούς Προστασίας (Confirmation of Submission of an Application for International Protection).

 

Στις 22/05/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 23/05/2024 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, συγκεκριμένος λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού εξέτασε την Έκθεση - Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του αιτητή στις 27/05/2024. Στις 10/06/2024 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή προς τον αιτητή στην οποία συμπεριέλαβε την απόφασή της για απόρριψη του αίτηματός του και την αιτιολόγηση αυτής, η οποία και παραλήφθηκε μέσω ταχυδρομείου από τον αιτητή. Στη συνέχεια, ο αιτητής στις 25/06/2024 καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Ο συνήγορος του αιτητή, μέσω της γραπτής του αγόρευσης, εισηγείται πως η επίδικη απόφαση είναι εσφαλμένη, ως αποτέλεσμα αντινομικής και πλημμελούς διοικητικής διαδικασίας. Ειδικότερα, προβάλλεται ότι παραβιάστηκαν οι διατάξεις της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ για τις διαδικασίες ασύλου, καθότι ο αιτητής δεν ενημερώθηκε δεόντως για τη διαδικασία σε γλώσσα που κατανοεί. Περαιτέρω, δεν του παρασχέθηκε η δυνατότητα εκπροσώπησης από δικηγόρο κατά τη συνέντευξή του, ενώ η Υπηρεσία δεν άσκησε ορθά τη διακριτική της ευχέρεια ως προς την επανάληψη ή συμπλήρωση της συνέντευξης, με αποτέλεσμα να παραβιαστεί το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης του αιτητή.  

 

Με το δεύτερο λόγο ακυρώσεως, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται δέουσας και επαρκούς έρευνας, κατά παράβαση των άρθρων 45 και 46 του Ν. 158(Ι)/1999 και των σχετικών διατάξεων του Ν. 6(Ι)/2000. Υποστηρίζει ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν προέβησαν σε ενδελεχή εξέταση των πραγματικών περιστατικών και δεν στηρίχθηκαν σε συγκεκριμένες πηγές ή αποδεικτικά στοιχεία, με αποτέλεσμα να συναχθούν εσφαλμένα συμπεράσματα ως προς την αξιολόγηση του ισχυριζόμενου φόβου δίωξης του αιτητή από τη μυστικιστική κοινότητα «Poro» στη Σιέρα Λεόνε.

 

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, ο συνήγορος του αιτητή υποστηρίζει ότι η Υπηρεσία Ασύλου εσφαλμένα απέρριψε το αίτημα του αιτητή για χορήγηση καθεστώτος πολιτικού πρόσφυγα ή/και συμπληρωματικής προστασίας, κατά παράβαση των προνοιών του Ν. 6(Ι)/2000. Τονίζει ότι η Σιέρα Λεόνε, χώρα καταγωγής του αιτητή, δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο ασφαλών χωρών (Κ.Δ.Π. 166/2023, η οποία ίσχυε τη στιγμή έκδοσης της απόφασης), γεγονός που ενισχύει τον ισχυρισμό ότι η απόρριψη του αιτήματος του αιτητή ήταν αδικαιολόγητη και νομικά πλημμελής.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει πως αυτή έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία της υπόθεσης και αναφέρει πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη. Επιπλέον, εισηγείται ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών του που θεμελιώνουν το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για κάποιον από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να του αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Κατά συνέπεια, εισηγείται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. 

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό που προωθεί ο αιτητής περί του ότι εσφαλμένα και λόγω έλλειψης δέουσας και/ή επαρκούς έρευνας, το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημά του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.  Η πιο κάτω ανάλυση θα δώσει τη δυνατότητα εξέτασης και των τριών προβαλλόμενων ισχυρισμών.

 

Ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι κατάγεται από τη Σιέρα Λεόνε και δεν επιθυμεί να επιστρέψει εξαιτίας των σοβαρών προβλημάτων που αντιμετώπισε. Συγκεκριμένα, όταν ήταν 18 ετών, έχασε τον πατέρα του εξαιτίας της «Poro Society», μιας μυστικής αδελφότητας της περιοχής του. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η κοινότητα προσπάθησε να τον εξαναγκάσει να ενταχθεί, αλλά ο ίδιος αρνήθηκε. Εξαιτίας αυτής της άρνησης, ισχυρίστηκε πως απειλήθηκε και έτσι αναγκάστηκε να διαφύγει, καθώς η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο. Τέλος, ζήτησε από τις αρχές να του επιτρέψουν να παραμείνει στην Δημοκρατία, εκφράζοντας την επιθυμία του να ζήσει ειρηνικά και με ασφάλεια (ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο αιτητής ως προς τα προσωπικά του στοιχεία δήλωσε ότι είναι υπήκοος της Σιέρα Λεόνε, γεννημένος στο χωριό Mangay Bana, στην επαρχία Tonkolili, όπου και διέμενε μέχρι την αναχώρησή του από τη χώρα. Επίσης, ανέφερε ότι μιλά τις γλώσσες Αγγλικά, Krio και Temne και ότι είναι μουσουλμάνος. Ως προς το μορφωτικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε την πρώτη τάξη της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ αναφορικά με την επαγγελματική του δραστηριότητα, δήλωσε ότι εργάστηκε ως σερβιτόρος σε ξενοδοχεία στη Σιέρα Λεόνε κατά την περίοδο 2011-2014.

 

Μεταγενέστερα, από το 2015 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2021, διατηρούσε δική του μικρή επιχείρηση, μέσω της οποίας ενοικίαζε μοτοσυκλέτες. Περαιτέρω, σε σχέση με την οικογενειακή του κατάσταση,  δήλωσε ότι είναι άγαμος. Ανέφερε ότι ο πατέρας του έχει αποβιώσει, ενώ η μητέρα του εξακολουθεί να διαμένει στο χωριό Mangay Bana. Τέλος, ανέφερε ότι έχει έναν αδελφό, ο οποίος διαμένει στην πόλη Makeni, καθώς και θείους, θείες και ξαδέλφια τόσο στο χωριό Mangay Bana όσο και στο Mafuri, αμφότερα στην επαρχία Tonkolili (ερυθρό 21 και 22 του διοικητικού φακέλου).

 

Κληθείς να παραθέσει τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής κατά την ελεύθερη αφήγησή του ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη Σιέρα Λεόνε, αρχικώς με σκοπό να σπουδάσει στο εξωτερικό. Κατόπιν, ανέφερε ότι ο πατέρας του υπήρξε αρχηγός της μυστικιστικής κοινότητας Poro και  μετά τον θάνατό του, όταν ήταν σε ηλικία 18 ετών, τα μέλη της κοινότητας τον προσέγγισαν και του ζήτησαν να αναλάβει τη θέση του πατέρα του. Ο αιτητής δήλωσε ότι ουδέποτε υπήρξε μέλος της κοινότητας, ούτε επιθυμούσε να εμπλακεί στις δραστηριότητές της, τις οποίες χαρακτήρισε ως «κακές» και «βασισμένες σε τελετουργίες».

 

Όπως υποστήριξε, αρχικά τα μέλη της κοινότητας τον προσέγγισαν ειρηνικά, στη συνέχεια όμως άρχισαν να τον πιέζουν να δεχθεί τη θέση. Το 2020 ή 2021, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, άγνωστα άτομα εισήλθαν στο σπίτι του και τον λήστεψαν. Ο ίδιος προσέφυγε στην αστυνομία, πλην όμως, όπως ισχυρίστηκε, δεν εντοπίστηκαν οι δράστες. Μετά το περιστατικό αυτό, η μητέρα του τον προέτρεψε να εγκαταλείψει την οικία του και να κρυφτεί στο δάσος, προκειμένου να προστατευθεί.  Όπως δήλωσε, με τη βοήθεια φίλου του, κατάφερε να ταξιδέψει στην Κύπρο. Ερωτηθείς εάν είχε άλλους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη Σιέρα, απάντησε αρνητικά (ερυθρό 20 του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων που ακολούθησε, δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής του.  Ο αιτητής κλήθηκε να δώσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με το πότε τον προσέγγισαν για πρώτη φορά τα μέλη της μυστικιστικής κοινότητας Poro προκειμένου να αναλάβει τη θέση του πατέρα του ως αρχηγός. Ο ίδιος απάντησε ότι αυτό συνέβη το 2016, διευκρινίζοντας ότι τα μέλη της κοινότητας του έδωσαν χρόνο να μεγαλώσει πριν του ζητήσουν να αναλάβει τον ρόλο του αρχηγού («boss») (ερυθρό 20 του διοικητικού φακέλου).

 

Όταν ζητήθηκε από τον αιτητή να αναφέρει πότε έλαβε χώρα η ληστεία ο αιτητής διευκρίνισε πως συνέβη τον Νοέμβριο του 2020, όπου του αφαίρεσαν το κινητό του τηλέφωνο και κατέστρεψαν το διαμέρισμά του στο χωριό.  Όπως ανέφερε, πιστεύει πως το περιστατικό αυτό συνδέεται με την άρνησή του να ενταχθεί στην κοινότητα Poro. Όπως είπε, μετά τη ληστεία εγκατέλειψε το σπίτι του και το 2021 αναχώρησε από τη Σιέρα Λεόνε. Σε ερώτηση για το πώς γνωρίζει ότι η ληστεία σχετιζόταν με τη μυστικιστική κοινότητα, ο αιτητής απάντησε ότι δεν αντιμετώπιζε προβλήματα με κανέναν άλλο.  Όταν του ζητήθηκε ν αναφέρει που διέμενε από τον Νοέμβριο του 2020 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2021, που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής απάντησε ότι παρέμεινε στο χωριό Matonkara. Σε μετέπειτα ερώτηση, αν εκτός από τη ληστεία το έτος 2020 του συνέβη κάτι άλλο, ο αιτητής απάντησε αρνητικά (ερυθρό 20 του διοικητικού φακέλου).

 

Στη συνέχεια, ρωτήθηκε γιατί, ενώ ο πατέρας του είχε αποβιώσει το 2012, τα μέλη της Poro κοινότητας περίμεναν τέσσερα χρόνια, μέχρι το 2016, για να τον προσεγγίσουν.  Ο αιτητής ανέφερε πως τότε ήταν πολύ νέος, παρόλο που ήταν ο μεγαλύτερος γιος, και για αυτό τον λόγο ανέμεναν να μεγαλώσει προτού του ζητήσουν να αναλάβει τη θέση (ερυθρό 20 του διοικητικού φακέλου).  Όταν ρωτήθηκε για ποιο λόγο τα μέλη της κοινότητας θα ήθελαν να καταστήσουν αρχηγό κάποιον που δεν ήταν καν μέλος και δεν γνώριζε τίποτα για τη λειτουργία της κοινότητας, ο αιτητής απάντησε ότι αυτό αποτελεί παράδοση, δηλαδή ο μεγαλύτερος γιος του εκάστοτε αρχηγού να τον διαδέχεται στη θέση του (ερυθρό 20 του διοικητικού φακέλου).

 

Στη συνέχεια, ερωτήθηκε γιατί ενώ τον είχαν προσεγγίσει ήδη από το έτος 2016, το μοναδικό περιστατικό που συνέβη εναντίον του έλαβε χώρα το έτος 2020, δηλαδή τέσσερα χρόνια αργότερα και γιατί εφόσον επιθυμούσαν να αναλάβει τη θέση ή να τον βλάψουν, δεν το έπραξαν νωρίτερα. Ο αιτητής απάντησε ότι τον πίεζαν κατά διαστήματα μέσα σε αυτά τα χρόνια, μέχρι που έλαβε χώρα η ληστεία (ερυθρό 19 του διοικητικού φακέλου).  Όταν του ζητήθηκε να διευκρινίσει γιατί ενώ είχε δηλώσει ότι διέμενε στο πατρικό του σπίτι μέχρι την αναχώρησή του, σε άλλο σημείο της συνέντευξης ανέφεραν πως από το Νοέμβριο του έτους 2020 μέχρι τον Σεπτέμβριο του έτους 2021 διέμενε σε άλλο χωριό, επεσήμανε πως το μόνιμο σπίτι του ήταν πράγματι το πατρικό του, ωστόσο κατά το επίμαχο διάστημα διέμενε προσωρινά σε άλλο χωριό για λόγους ασφάλειας πριν αναχωρήσει από τη χώρα (ερυθρό 19 του διοικητικού φακέλου).

 

Ερωτηθείς ποιες θα ήταν οι συνέπειες εάν επέστρεφε στη Σιέρα Λεόνε, ο αιτητής δήλωσε ότι φοβάται πως θα χάσει τη ζωή του, προσθέτοντας ότι η ζωή του στην Κύπρο είναι καλή και δεν επιθυμεί να επιστρέψει (ερυθρό 19 του διοικητικού φακέλου).  Τέλος, κλήθηκε να εξηγήσει την απόκλιση μεταξύ των δηλώσεων που περιλαμβάνονται στην αίτησή του, όπου ανέφερε ότι η κοινότητα Poro επιχείρησε να τον μυήσει εξαναγκαστικά όταν ήταν 18 ετών και των όσων ανέφερε κατά τη συνέντευξη, ότι δηλαδή του ζήτησαν να αναλάβει ως αρχηγός το 2016, όταν ήταν 22 ετών. Ο Αιτητής επεξήγησε ότι τα μέλη της κοινότητας τον είχαν ενημερώσει για την πρόθεσή τους ήδη από τότε που ήταν 18 ετών, αλλά περίμεναν μέχρι να ενηλικιωθεί για να τον προσεγγίσουν επίσημα (ερυθρό 19 του διοικητικού φακέλου).

 

Στη βάση των ανωτέρω ισχυρισμών, ο αρμόδιος λειτουργός σχημάτισε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς ως ακολούθως: (1) Προσωπικά στοιχεία και προφίλ του αιτητή, (2) αναχώρηση από τη Σιέρα Λεόνε για εκπαιδευτικούς λόγους και (3) αναχώρηση από τη Σιέρα Λεόνε λόγω του ότι κινδυνεύει από μέλη της μυστικής οργάνωσης Poro, γιατί τον πίεζαν να πάρει την θέση του πατέρα του σαν αρχηγός και εκείνος αρνήθηκε. Ο πρώτος και ο δεύτερος ισχυρισμός έγιναν αποδεκτοί από τους Καθ’ ων καθότι κρίθηκε ότι πληρείται τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτητή. Ωστόσο, ο τρίτος ισχυρισμός δεν έτυχε αποδοχής.

 

Aναλυτικά, όσον αφορά στον τρίτο ισχυρισμό, της παρενόχλησης του αιτητή από μέλη της οργάνωσης Poro, οι καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζουν πως ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες για ζητήματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός του. Κλήθηκε επανειλημμένως να δώσει περαιτέρω διευκρινίσεις για τα γεγονότα που επικαλέστηκε, ωστόσο υπέπεσε σε αντιφάσεις, παρουσίασε χρονικές ασυνέπειες και έλλειψη ευλογοφάνειας, ενώ οι απαντήσεις του κρίθηκαν  γενικόλογες και μη επαρκώς τεκμηριωμένες.

 

Συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός ανέφερε πως ο αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του απεβίωσε το 2012, όταν ο ίδιος ήταν 18 ετών, και ότι τα μέλη της οργάνωσης Poro τον προσέγγισαν για να αναλάβει τη θέση του πατέρα του τέσσερα χρόνια αργότερα, δηλαδή το 2016. Όταν κλήθηκε να εξηγήσει γιατί τα μέλη της οργάνωσης περίμεναν τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα για να τον προσεγγίσουν, τη στιγμή που, λογικά, θα επιθυμούσαν να αντικαταστήσουν άμεσα τον αρχηγό μετά τον θάνατό του, ο αιτητής απάντησε ότι ήταν μεν ο μεγαλύτερος γιος, αλλά πολύ νέος εκείνη την εποχή. Η εξήγησή του ωστόσο, δεν κρίθηκε επαρκής, καθώς στερείται ευλογοφάνειας.

 

Επίσης, ο αιτητής υποστήριξε ότι τα μέλη της οργάνωσης Poro ήθελαν να τον καταστήσουν αρχηγό, παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τα λεγόμενα του, δεν ήταν μέλος και δεν γνώριζε οτιδήποτε σε σχέση με τη λειτουργία της οργάνωσης. Όταν του ζητήθηκε να αιτιολογήσει το γιατί θα επιθυμούσαν να τοποθετήσουν στη θέση του αρχηγού κάποιον εκτός της οργάνωσης, απάντησε ότι αυτό αποτελεί «παράδοση». Όπως επισημαίνει ο αρμόδιος λειτουργός, παρά του ότι του δόθηκε εκ νέου η δυνατότητα να διευκρινίσει το ζήτημα αυτό, ο αιτητής απάντησε με τον ίδιο τρόπο, χωρίς να παρέχει περαιτέρω διευκρινίσεις, γεγονός που καταδεικνύει αδυναμία επαρκούς αιτιολόγησης του ισχυρισμού του.

 

Περαιτέρω, αναφορικά με το περιστατικό της ληστείας, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι το 2020 ή το 2021 έπεσε θύμα κλοπής και ότι το γεγονός αυτό συνδέεται με την άρνησή του να γίνει μέλος της οργάνωσης. Αρχικά ανέφερε ότι το περιστατικό συνέβη το 2021, ενώ αργότερα τοποθέτησε τη ληστεία τον Νοέμβριο του 2020. Όταν ερωτήθηκε πώς γνωρίζει ότι η ληστεία συνδέεται με την οργάνωση, απάντησε ότι δεν είχε προβλήματα με κανέναν άλλο.  Ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως ο ισχυρισμός αυτός στερείται ευλογοφάνειας, καθώς ο αιτητής δεν προσκόμισε καμία επαρκή ή συγκεκριμένη πληροφορία που να αποδεικνύει τη σύνδεση της ληστείας με τη συγκεκριμένη οργάνωση.

 

Ακολούθως, ο αιτητής δήλωσε ότι τα μέλη της οργάνωσης τον προσέγγισαν για πρώτη φορά το 2016 και ότι η ληστεία, την οποία αποδίδει σε αυτά, συνέβη το 2021. Επίσης, ανέφερε ότι δεν υπήρξαν άλλα περιστατικά εις βάρος του και ότι εγκατέλειψε τη χώρα το ίδιο έτος. Όταν του επισημάνθηκε ότι, εφόσον τα μέλη της οργάνωσης επιθυμούσαν να τον καταστήσουν αρχηγό ή να τον βλάψουν λόγω της άρνησής του, θα ήταν λογικό να ενεργήσουν νωρίτερα, ο αιτητής απάντησε ότι «προσπάθησαν με τη ληστεία». Οι καθ’ ων η αίτηση εκτίμησαν πως οι εξηγήσεις αυτές είναι αόριστες και δεν αίρουν τις αντιφάσεις και την έλλειψη λογικής ακολουθίας στο αφήγημα του αιτητή.

 

Επιπλέον, ο αιτητής ανέφερε ότι διέμενε πάντοτε στο πατρικό του σπίτι μέχρι να αναχωρήσει από τη χώρα. Σε άλλο σημείο όμως της συνέντευξής του, δήλωσε ότι η ληστεία έλαβε χώρα «στο διαμέρισμά του στο χωριό». Όταν κλήθηκε να εξηγήσει την αντίφαση, απάντησε ότι εννοούσε το πατρικό του σπίτι, το οποίο συνηθίζει να αποκαλεί «διαμέρισμά του».  Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ανέφερε ότι μετά τη ληστεία εγκατέλειψε το χωριό του και διέμεινε σε άλλο χωριό, το Matonkara, από τον Νοέμβριο του 2020 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2021, που αναχώρησε από τη χώρα. Όταν του επισημάνθηκε η αντίφαση, διευκρίνισε ότι η μόνιμη κατοικία του ήταν το πατρικό του σπίτι, αλλά εκείνη την περίοδο έμενε προσωρινά αλλού. Οι καθ’ ων η αίτηση αναφέρουν πως θεωρούν ότι και οι δύο εξηγήσεις δεν αίρουν τις αντιφάσεις ούτε ενισχύουν την αξιοπιστία των δηλώσεών του.

 

Τέλος, το αρμόδιο όργανο διευκρίνισε πως από την αίτηση διεθνούς προστασίας, προκύπτει ότι ο αιτητής είχε δηλώσει πως εγκατέλειψε τη Σιέρα Λεόνε επειδή τα μέλη της οργάνωσης Poro επιχείρησαν να τον μυήσουν βίαια όταν ήταν 18 ετών, αλλά εκείνος κατάφερε να διαφύγει. Κατά τη συνέντευξή του, ωστόσο, ανέφερε ότι τα μέλη της οργάνωσης επιθυμούσαν να γίνει αρχηγός το 2016, όταν ήταν 22 ετών, και δεν περιέγραψε κανένα περιστατικό βίαιης μύησης. Όταν κλήθηκε να εξηγήσει τις αντιφάσεις, απάντησε ότι τον είχαν ειδοποιήσει όταν ήταν 18 ετών, αλλά περίμεναν μέχρι να γίνει 22 ετών για να τον προσεγγίσουν, προσθέτοντας ότι το μοναδικό περιστατικό που σχετίζεται με την υπόθεση ήταν η ληστεία. Οι καθ’ ων η αίτηση εκτιμούν ότι η εξήγηση αυτή όχι μόνο δεν αίρει τις αντιφάσεις, αλλά εμπεριέχει και νέα αντίφαση σε σχέση με τις προηγούμενες του δηλώσεις.  Κατά συνέπεια, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν πως ο αιτητής δεν προσκόμισε πειστικά, συνεκτικά και ευλογοφανή στοιχεία που να στηρίζουν τον ισχυρισμό του περί δίωξης από τα μέλη της οργάνωσης Poro, και οι απαντήσεις του κρίθηκε ότι στερούνται αξιοπιστίας.

 

Όσον αφορά στην εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτητή, είναι θέση των καθ΄ ων η αίτηση πως με βάση έγκυρες πηγές πληροφόρησης, στην οργάνωση Poro μυούνται τα μέλη από την παιδική-νεαρή ηλικία και για να γίνει κάποιος αρχηγός πρέπει πρώτα να είναι μέλος και να έχει γόητρο στην οργάνωση. Επομένως, καταλήγουν πως οι ισχυρισμοί του καταρρίπτονται από έγκυρες πηγές πληροφόρησης. Συνεπεία των ανωτέρω, ο εν λόγω ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός στο σύνολό του, λόγω έλλειψης τόσο εσωτερικής όσο και εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών του.

 

Υπό το φως των μοναδικών αποδεκτών ισχυρισμών σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή και τα εκπαιδευτικά του κίνητρα, ο αρμόδιος λειτουργός συνήγαγε κατά την αξιολόγηση κινδύνου, αφού παρέθεσε πληροφορίες αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του, ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι συντρέχει εύλογη πιθανότητα να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του τη Σιέρρα Λεόνε.

 

Ακολούθως, κατά τη νομική ανάλυση κρίθηκε πως δεν προκύπτει βάσιμος φόβος δίωξης βάσει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης στο πλαίσιο του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000. Ειδικότερα, κατά την αξιολόγηση των προϋποθέσεων του άρθρου 19 (2) (α) και (β) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, κρίθηκε πως ο αιτητής κατά την επιστροφή του στην Σιέρρα Λεόνε, δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας. Κατά την αξιολόγηση των προϋποθέσεων του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, ο λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στην Σιέρρα Λεόνε και συγκεκριμένα στο χωριό Mangay Bana, ο αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, αφού  η κατάσταση  στην Σιέρρα Λεόνε, δεν χαρακτηρίζεται από καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.  Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης υιοθέτησε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

 

Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τoν συνήγορό του αλλά και από τoν συνήγορο που εκπροσωπεί τους Καθ' ων η αίτηση.  Αναφορικά με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου και αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ του αιτητή, διαπιστώνω πως ορθώς έχει γίνει αποδεκτός καθώς ο αιτητής κρίθηκε ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος στις δηλώσεις του. Ομοίως, συντάσσομαι και με την θέση των καθ΄ ων η αίτηση ως προς την αποδοχή και του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού.  Δεν θεωρώ αναγκαίο να σχολιαστούν με λεπτομέρεια οι πιο πάνω ισχυρισμοί οι οποίοι μάλιστα δεν αμφισβητούνται.

 

Ακολούθως, θα συμφωνήσω με τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου περί αναξιοπιστίας του αιτητή ως προς τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό. Ειδικότερα, όπως ορθώς επισημαίνεται στην Έκθεση-Εισήγησή του, ο αιτητής δεν παρέθεσε επαρκείς πληροφορίες και λεπτομέρειες για τον πυρήνα του αιτήματός του.  Ο αιτητής δεν είχε υποστεί οτιδήποτε περαιτέρω ούτε παρουσίασε οτιδήποτε συγκεκριμένο ενώπιον μου που τροποποιεί την εικόνα που διαμορφώθηκε από το λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου ενόψει των ισχυρισμών του, όπως αυτοί καταγράφηκαν με λεπτομέρεια στην έκθεση/εισήγηση του λειτουργού.  Από το αφήγημά του, διαπιστώνεται πως ο αιτητής παρουσίασε τον πυρήνα του αιτήματός του με επιφανειακό τρόπο, με γενικές και αόριστες δηλώσεις οι οποίες δεν παρουσιάζουν βιωματικά περιστατικά και κατά συνέπεια δεν μπορεί να κριθεί εσωτερικά αξιόπιστος στις δηλώσεις του.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ανέτρεξα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης από τις οποίες προέκυψε πως η Poro Society συνιστά μια ανδρική μυστική κοινωνία (male secret society)[1] και ένα μακρά εδραιωμένο πολιτισμικό θεσμό στη Σιέρρα Λεόνε.[2] Για να γίνει κάποιος μέλος πρέπει να είναι άντρας[3], ενώ τα μέλη της κοινότητας Poro ανήκουν κυρίως στις εθνοτικές ομάδες Temne, η οποία προέρχεται από τις βόρειες επαρχίες της χώρας, και Mende, η οποία προέρχεται από τις νότιες και ανατολικές επαρχίες, φυλές οι οποίες αποτελούν έκαστη το 30 τοις εκατό του πληθυσμού.[4]

 

Η κοινότητα Poro  δεν έχει επίσημη κεντρική οργάνωση και λειτουργεί μέσω ανεξάρτητων τοπικών ομάδων[5]. Είναι ένας μακρά καθιερωμένος πολιτιστικός θεσμός στη Σιέρρα Λεόνε, όπου τα μέλη είναι αποκλειστικά άντρες. Κύρια λειτουργία της είναι να εκπαιδεύει αγόρια, διαβιβάζοντας μυστικά των πνευμάτων και δυνάμεις της μαγείας. Τα μέλη εντάσσονται μέσω μύησής τους και οι τελετουργίες πραγματοποιούνται σε απόμερα σημεία στο δάσος ή σε αγροτική γη. Κάθε τοπική ομάδα της κοινότητας Poro έχει μια ιερή θέση στο δάσος όπου πραγματοποιούνται τελετουργίες μύησης. Η μύηση γίνεται συνήθως κατά την εφηβεία και σηματοδοτεί όχι μόνο την εισαγωγή στην ίδια την κοινωνία, αλλά και μια ιεροτελεστία μετάβασης στην ενηλικίωση.

 

Τα αγόρια διδάσκονται πώς να γίνουν άντρες, μαθαίνοντας παραδοσιακούς νόμους, έθιμα, χειροτεχνίες, γεωργία και την πνευματική γνώση. Επίσης, υποβάλλονται σε αγωνιστικές δοκιμασίες σωματικής ικανότητας και αντοχής. Περαιτέρω, αναφέρεται ότι η κοινότητα Poro, στα πλαίσια μεθόδων εκφοβισμού, έχει χρησιμοποιήσει σύμβολα μαγείας για εκφοβισμό των μελών της κοινότητας και έχει προβεί σε βανδαλισμούς περιουσιών και επιθέσεις σε οικογένειες που αρνούνται να συμμετάσχουν σε αυτή. Παράλληλα, στα ίδια πλαίσια, συχνά απαγάγουν ανθρώπους που σκοπεύουν να μυήσουν με τη βία.[6]

 

Σε σχέση με τις πιο πάνω παρατεθείσες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, εντοπίζονται αφενός πληροφορίες που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη και τις δραστηριότητες της κοινότητας Poro, πλην όμως αυτό από μόνο του δεν επαρκεί για να αποδείξει τους ισχυρισμούς του αιτητή που προωθεί σε σχέση με τον πυρήνα του αιτήματός του. Αν και οι δηλώσεις του αιτητή φαίνεται να συνάδουν σε ένα βαθμό με πληροφορίες που αντλούνται από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση στη χώρα καταγωγής του, σε σχέση με τον ουσιώδη ισχυρισμό, η εξωτερική αξιοπιστία δεν αρκεί από μόνη της για να τεκμηριώσει την αλήθεια των ισχυρισμών του.  Για να καταστούν αποδεκτοί οι ισχυρισμοί του, απαιτείται να συνοδεύονται από σαφή, λεπτομερή και εξατομικευμένα στοιχεία που να αποδεικνύουν τον ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή.  Οι δηλώσεις του αιτητή κρίνω ότι είναι ασαφείς και επιφανειακές, στερούμενες τις αναγκαίας πειστικότητας ώστε να θεμελιώνουν το αίτημά του και είναι ξεκάθαρο από τις δηλώσεις του πως ο αιτητής υπέπεσε σε σοβαρότατες αντιφάσεις οι οποίες του τέθηκαν και δεν έδωσε ικανοποιητικές απαντήσεις επί τούτου.  Κατά συνέπεια, ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

 

Όλο το πιο πάνω ιστορικό στο οποίο στηρίζεται το αίτημα διεθνούς προστασίας που υπέβαλε ο αιτητής δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του. O αιτητής είχε την ευκαιρία στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία να προσκομίσει με το ορθό δικονομικό διάβημα οτιδήποτε θεωρούσε ότι έπρεπε να γνωρίζει το Δικαστήριο πράγμα που δεν έπραξε. 

 

 Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν προώθησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.  Τα στοιχεία αυτά, δεν θα μπορούσαν να εντάξουν τον αιτητή στην έννοια του πρόσφυγα έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται από την Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):  «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής».

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το προαναφερόμενο άρθρο, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (§37,38 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών). 

 

Οι διαπιστώσεις του αρμόδιου εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργού που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, περί του ότι ο αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα (άρθρο 3, του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000), συνιστούν διαπιστώσεις εύλογα επιτρεπτές ενόψει των στοιχείων που είχε ο Προϊστάμενος ενώπιον του, όπως αυτά διαφαίνονται από τον διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 1. 

 

Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται επικουρική προστασία.

 

Ορθά κρίθηκε από τον αρμόδιο εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργό που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1) του Ν. 6 (Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000, σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619.

 

Σύμφωνα με το διαδραστικό χάρτη του RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, στη Σιέρρα Λεόνε δε λαμβάνει χώρα οποιαδήποτε διεθνής ή μη διεθνής ένοπλη σύρραξη[7].  Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την ιστοσελίδα  Crisis24, μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου του 2002 στη Σιέρρα Λεόνε έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά το ζήτημα της σταθερότητας και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η χώρα θα μπορούσε να ολισθήσει εκ νέου  σε ένοπλη σύγκρουση. Πέραν τούτου, αναφέρεται ότι δεν υπάρχουν γνωστές τρομοκρατικές ομάδες που να δραστηριοποιούνται  ή που να εκτιμάται ότι αποτελούν απειλή για ξένα συμφέροντα στη χώρα. Ωστόσο, η εγκληματική δραστηριότητα είναι ευρέως διαδεδομένη και το μη βίαιο, ευκαιριακό έγκλημα συνιστά την κύρια απειλή τόσο για τους ξένους επισκέπτες, όσο και για τους ομογενείς. Συχνές είναι και οι κοινωνικές αναταραχές και οι δυνάμεις ασφαλείας τείνουν να απαντούν με τρόπο που συνήθως προκαλεί κλιμάκωση της κατάστασης.[8]

 

Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε πως κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 07/11/2025) στην Βόρεια Επαρχία (Northern Region) της Σιέρα Λεόνε, όπου εντοπίζεται και το χωριό Mangay Bana στην περιοχή Tonkolili, τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του αιτητή,   καταγράφηκαν 4 περιστατικά πολιτικής βίας ("Political violence", που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία δεν προκλήθηκαν θάνατοι[9]. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις για το έτος 2021, ο πληθυσμός της Βόρειας Επαρχίας ανέρχεται σε 1,316,831 κατοίκους[10].

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του όπου αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, υγιής, πλήρως ικανός προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του.  Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στην διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωση του για επαρκή έρευνα.

 

Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής διεξήγαγαν τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.  Συνεπώς, ο ισχυρισμός του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, αλλά και ότι το αρμόδιο όργανο δεν μελέτησε διεξοδικά τους ισχυρισμούς του αιτητή, απορρίπτεται στο σύνολό του, εφόσον δεν κρίθηκε ότι θα μπορούσε να αποδοθεί στον αιτητή το καθεστώς πρόσφυγα ή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Από τα πιο πάνω στοιχεία αλλά και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου καταλήγω πως θα πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός του συνηγόρου του αιτητή, περί του ότι η επίδικη απόφαση είναι εσφαλμένη επειδή παραβιάστηκαν οι διατάξεις της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ για τις διαδικασίες ασύλου, καθότι ο αιτητής δεν ενημερώθηκε δεόντως για τη διαδικασία σε γλώσσα που κατανοεί και επειδή εισηγείται πως η Υπηρεσία δεν άσκησε ορθά τη διακριτική της ευχέρεια ως προς την επανάληψη ή συμπλήρωση της συνέντευξης, με αποτέλεσμα να παραβιαστεί το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης του αιτητή.  Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου προκύπτει πως η διαδικασία εξελίχθηκε σε γλώσσα που ο αιτητής κατανοεί και από τα όσα αναφέρει δεν προκύπτει πως παραβιάστηκε το δικαίωμα ακροάσεως.  Ο αιτητής είχε τη δυνατότητα στην ενώπιον μου διαδικασία να αναφέρει οτιδήποτε ο ίδιος επιθυμούσε με το ορθό δικονομικό διάβημα πράγμα όμως που δεν έπραξε και κατά συνέπεια παρέμειναν οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί γενικοί και αόριστοι.  Επομένως, ο πρώτος προβαλλόμενος νομικός ισχυρισμός που προωθείται στην Γραπτή του Αγόρευση απορρίπτεται στο σύνολό του.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση.  Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και στην οποία αναφέρονται οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή τους ήταν απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.                                               

 

 

 

                                                                             Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.

 

 

 

 

 

 

 



[1] Immigration and Refugee Board of Canada, Sierra Leone: Information on the Poro Society, including rituals and initation; ability to refuse initiation or leadership roles; availability of state protection (2015-July 2017) https://www.ecoi.net/en/document/1424036.html

[2] CORI - Country of Origin Research and Information, 'Query Response  on forced initiation into Poro Society in Freetown, 9 March 2009, διαθέσιμο σεhttps://www.refworld.org/docid/49db6ccb2.html  

[3] Fanthorpe, R. (2007) Sierra Leone: The Influence of the Secret Societies, with Special Reference to Female Genital Mutilation. Writenet, Report commissioned by the United Nations High Commissioner for Refugees (UNHCR), 46cee3152.pdf   

[4] Immigration and Refugee Board of Canada, Sierra Leone: Information on the Poro Society, including rituals and initation; ability to refuse initiation or leadership roles; availability of state protection (2015-July 2017) https://www.ecoi.net/en/document/1424036.html  

[5] Country of Origin Research and Information (CORI), Sierra Leone: Fear of forced initiation into the Poro Secret Society in Freetown, 6 March 2009, https://www.refworld.org/docid/49db6ccb2.html 

[6] Country of Origin Research and Information (CORI), Sierra Leone: Fear of forced initiation into the Poro Secret Society in Freetown (βλενότητες 'History of Poro society in Sierra Leone' - σελ. 1, 'Functioning of Poro society in Sierra Leone' - σελ. 2, 'Initiation rituals' - σελ. 4-5, 'Methods of intimidation' - σελ. 5, και 'Groups and individuals at risk of forced initiation in Freetown' - σελ. 6-7), 6 Μαρτίου 2009, https://www.refworld.org/docid/49db6ccb2.html  

[7] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Geneva Academy, Map, διαθέσιμο σε: https://www.rulac.org/browse/map#  

[8] Crisis24, 'Sierra Leone Country Report', διαθέσιμο σεhttps://crisis24.garda.com/insights-intelligence/intelligence/country-reports/sierra-leone 

[9] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Sierra Leone (Northern), Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο