J. I. κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 358/23, 19/11/2025
print
Τίτλος:
J. I. κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 358/23, 19/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

    Υπόθεση Αρ. 358/23

 

19 Νοεμβρίου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

1. J. I.

2. J. A.

3. J. I. I.  

4. C. O. I.

 

 

 

                                                                                                                Αιτητές,

                    

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ’ ων η αίτηση.

 …………………….

 

Ραφαέλα Μαλεκίδου για Ελισσάβετ Φ. Κονοσίδου, Δικηγόρος για τους Αιτητές

 

Αίγλη Κίτσιου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Οι αιτητές προσφεύγουν με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 29/11/2022, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά τους για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από τα γεγονότα της Ένστασης που καταχώρησε η ευπαίδευτη δικηγόρος που εκπροσωπεί το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, οι αιτητές αρ. 1 και αρ. 2 είναι ενήλικοι σύζυγοι και οι αιτητές αρ. 3 και αρ. 4 τα ανήλικα τέκνα τους. Οι αιτητές είναι υπήκοοι της Νιγηρίας και στις 07/09/2018 υπέβαλαν αίτηση για διεθνή προστασία στην Υπηρεσία Ασύλου.  Στις 11/07/2018, δόθηκε στους αιτητές βεβαίωση υποβολής αιτήματος διεθνούς προστασίας από το Επαρχιακό Γραφείο Αλλοδαπών Λευκωσίας. Στις 08/11/2022 διεξήχθη συνέντευξη στον αιτητή αρ.1 και στις 09/11/2022 στην αιτήτρια αρ.2 από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO, πλέον Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο-EUAA) και τους παραχωρήθηκε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα. 

 

Μετά τη συνέντευξη, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας. Στις 13/12/2021, ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός, να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης που υπέβαλαν οι αιτητές.  Στις 19/01/2023 ετοιμάστηκε επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου προς τους αιτητές σχετικά με την απόρριψη του αιτήματός τους.  Η εν λόγω επιστολή επιδόθηκε δια χειρός στους αιτητές στις 23/01/2023 και τους επεξηγήθηκε σε γλώσσα που κατανοούν.  Στη συνέχεια, οι αιτητές καταχώρησαν προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών στα πλαίσια της Γραπτής της Αγόρευσης προβάλλει τους πιο κάτω λόγους ακυρώσεως: (1) Μη επαρκής και/ή δέουσα έρευνα και πλάνη περί τα πράγματα εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, (2) Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και/ή μη δεόντως αιτιολογημένη. Η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών κατά το στάδιο των διευκρινίσεων ενώπιον του Δικαστηρίου, απέσυρε όλους τους νομικούς ισχυρισμούς που προωθούσε μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης και δήλωσε πως προωθεί το νομικό ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Κατά συνέπεια, οι νομικοί ισχυρισμοί που αποσύρθηκαν, απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο κατά την ίδια δικάσιμο. 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης, αλλά και προφορικά ενώπιον του Δικαστηρίου, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει πως αυτή έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία της υπόθεσης και αναφέρει πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Επιπλέον, εισηγείται ότι οι αιτητές δεν κατάφεραν να αποσείσουν το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών τους που θεμελιώνουν το αίτημά τους για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, καθώς δεν απέδειξαν βάσιμο φόβο δίωξης για κάποιον από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να τους αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξαν ότι δύνανται να τους χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Κατά συνέπεια, εισηγείται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας και όχι μόνο ως ακυρωτικό Δικαστήριο.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 (2) και (3), του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Έχω εξετάσει με προσοχή τα εκατέρωθεν επιχειρήματα που προβάλλονται από τους ευπαίδευτους συνηγόρους των αιτητών και των καθ’ ων η αίτηση, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στον διοικητικό φάκελο και κρίνω πως πρέπει να καταγραφούν οι ισχυρισμοί των αιτητών σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός τους, τόσο για σκοπούς εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, όσο και για να εξεταστούν οι νομικοί ισχυρισμοί που προβάλλει η ευπαίδευτη συνήγορός τους. 

 

Κατά την υποβολή της αίτησης χορήγησης διεθνούς προστασίας ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, ο Αιτητής αρ. 1 δήλωσε ότι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την χώρα καταγωγής τους για να σπουδάσουν, προσθέτοντας ότι λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στη χώρα του σε σχέση με τα δίδακτρα, τη διατροφή και κάποια πνευματικά ζητήματα, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Νιγηρία. Όταν έφτασε στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, τα πράγματα έγιναν χειρότερα απ’ ό,τι περίμενε. Μετά από πολλές σκέψεις, αποφάσισε με την οικογένειά του, να εισέλθει στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές (ερυθρό 9 του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής αρ. 1, δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Benin στην Πολιτεία Edo. Το 2008 μετέβη στην πόλη Akwu στην Πολιτεία Delta, για σπουδές, στην οποία διέμεινε μέχρι το 2010. Ακολούθως, το 2011 μετέβη στην Πολιτεία Kogi, επιστρέφοντας στο Benin το 2012, η οποία σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του αποτελεί τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του πριν εγκαταλείψει την Νιγηρία (βλ. ερυθ. 73 2χ του διοικητικού φακέλου). Ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δήλωσε χριστιανός.

 

Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε έγγαμος με την Αιτήτρια αρ. 2 (βλ. ερυθ. 73 2x του διοικητικού φακέλου). Ειδικότερα, δήλωσε ότι ο γάμος τελέστηκε το 2016 ενώ ο ίδιος βρισκόταν στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές  και η σύζυγός του στη Νιγηρία (βλ.  ερυθ. 72 1χ του διοικητικού φακέλου). Σε ερώτηση αν διαθέτει ληξιαρχική πράξη γάμου, απάντησε καταφατικά, διευκρινίζοντας ότι η ημερομηνία που αναγράφεται είναι το 2018 και όχι το 2016, επειδή το  ανήλικο τέκνο τους (ο Αιτητής αρ. 3) γεννήθηκε το 2018 και τα έγγραφα εκδόθηκαν με αυτόν τον τρόπο. Ανέφερε ότι ο γάμος τελέστηκε δι’ αντιπροσώπου και ότι ο ίδιος δεν παρευρέθηκε αυτοπροσώπως. Ερωτηθείς πώς ήταν δυνατόν να τελεστεί ο γάμος χωρίς την παρουσία του, εξήγησε ότι μέλη της οικογένειάς του τον εκπροσώπησαν.

 

Συμπλήρωσε ότι άτομα τον εκπροσώπησαν και του απέστειλαν τα σχετικά έγγραφα, ενώ η σύζυγός του ήταν παρούσα. Ο αιτητής δήλωσε ότι η σύζυγός του, Αιτήτρια αρ. 2, αφίχθηκε στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές τον Σεπτέμβριο του 2017. Ανέφερε ότι έχουν δύο ανήλια τέκνα, εκ των οποίων το ένα γεννήθηκε στις μη ελεγχόμενες περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας (βλ. ερυθ. 23 και 17 του διοικητικού φακέλου) και το άλλο στην Κυπριακή Δημοκρατία (βλ. ερυθ. 39 – 38 του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με την πατρική του οικογένεια, δήλωσε ότι η μητέρα του διαμένει στο Lagos στη Νιγηρία ενώ ο πατέρας του έχει αποβιώσει. Πρόσθεσε ότι έχει δύο αδελφούς, έναν στο Lagos και έναν στο Benin, καθώς και τρεις αδελφές, μία στο Benin, μία στην Πολιτεία Ogu και μία στον Καναδά (βλ. ερυθ. 72 2χ του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε ότι είναι απόφοιτος από το Πανεπιστήμιο του Benin, στον τομέα της Νομικής (βλ. ερυθ. 73 1x του διοικητικού φακέλου). Πρόσθεσε ότι ακολούθως, το 2008 έγινε δεκτός στο εκπαιδευτικό ίδρυμα "Our Saviour Institute of Science and Technology" και το 2010 αποφοίτησε με πτυχίο στη Δημόσια Διοίκηση. Ο Αιτητής δήλωσε ότι στη χώρα καταγωγής του εργαζόταν, ενώ παράλληλα φοιτούσε στο σχολείο. Ειδικότερα, ανέφερε ότι δίδασκε σε ιδιωτικό σχολείο και συγκεκριμένα στο Achiever College στην πολιτεία Kogi, από το 2011 έως το 2012, ενώ κατά διαστήματα εργαζόταν και σε οικοδομικές εργασίες (βλ. ερυθ. 71 1χ του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ισχυρίστηκε ότι ο επίσημος λόγος ήταν ότι είχε υποβάλει αίτηση για σπουδές στο Πανεπιστήμιο στις μη ελεγχόμενες από την Δημοκρατία περιοχές. Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι δεχόταν πνευματικές επιθέσεις, προσθέτοντας ότι τα βράδυα είχε εφιάλτες και ότι ξυπνούσε βρεγμένος κατά τη διάρκεια της νύχτας.  Όταν του ζητήθηκε να αναφέρει τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής στη Νιγηρία, απάντησε ότι φοβάται τις πνευματικές επιθέσεις και ότι δεν θα μπορέσει να βρει καλή εργασία (βλ. ερυθ. 68 2χ του διοικητικού φακέλου). Ανέφερε επίσης ότι ενδέχεται να τον σκοτώσουν, διευκρινίζοντας ότι αυτοί που μπορεί να τον σκοτώσουν είναι οι ίδιοι άνθρωποι που του επιτέθηκαν πνευματικά. Σημείωσε ότι θα τους περιέγραφε ως φίλους και γνωστούς του, χωρίς όμως να γνωρίζει ποιο ακριβώς είναι το άτομο αυτό (ερυθ. 68 2χ του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά το στάδιο των διευκρινήσεων δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής του. Ως προς τη σύζυγό του, ο Αιτητής δήλωσε ότι γνώρισε τη σύζυγό του το 2010 και ότι εκείνη εγκατέλειψε την Νιγηρία μόνο για να ενωθεί μαζί του, αναφέροντας ότι δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα που να την ανάγκασε να διαφύγει (βλ. ερυθ. 67 1χ του διοικητικού φακέλου).  Η σχέση τους δεν ήταν σοβαρή αρχικά, αλλά όταν εκείνος ταξίδεψε, διατηρούσαν επαφή τηλεφωνικά και αποφάσισαν να είναι μαζί. Εξήγησε ότι παντρεύτηκαν το 2016 «δι’ αντιπροσώπου», καθώς ο ίδιος δεν βρισκόταν στη χώρα του και έστειλε την οικογένειά του να πραγματοποιήσει τον γάμο εκ μέρους του. Όταν η σύζυγός του τον συνάντησε το 2017, έζησαν μαζί και μετά τη γέννηση του τέκνου τους, χρειάστηκε να εκδώσουν πιστοποιητικό γάμου προκειμένου να εκδοθεί το πιστοποιητικό γέννησης του τέκνου τους. Για τον λόγο αυτό, το πιστοποιητικό γάμου φέρει ημερομηνία του 2018. Εξήγησε ότι στη χώρα του είναι συνηθισμένη διαδικασία να τελείται γάμος δι’ αντιπροσώπου.

 

Αναφορικά με τις πνευματικές επιθέσεις, δήλωσε ότι βλέπει όνειρα και πιστεύει πως δέχεται πνευματική επίθεση (βλ. ερυθ. 66 1χ του διοικητικού φακέλου). Εξήγησε ότι το 2005, όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο, άρχισε να έχει τέτοια όνειρα και να αντιλαμβάνεται ότι κάτι δεν πήγαινε καλά στη ζωή του.  Όταν ρωτήθηκε πώς αυτή η πνευματική επίθεση επηρέασε τη ζωή του, απάντησε ότι ένιωθε πως άνθρωποι τον ακολουθούσαν. Ανέφερε ότι δεν επισκέφθηκε ποτέ γιατρό, διότι, αν πήγαινε, ο γιατρός θα του έλεγε ότι έχει χάσει τα λογικά του (βλ. ερυθ. 66 1χ του διοικητικού φακέλου).

 

Σε ερώτηση σχετικά με το ποιος ήταν υπεύθυνος για την πνευματική επίθεση, απάντησε ότι πιθανόν να ήταν μια ομάδα φίλων του, χωρίς όμως να γνωρίζει ακριβώς ποιος (βλ. ερυθ. 66 1χ του διοικητικού φακέλου). Επανέλαβε ότι ίσως να επρόκειτο για φίλους ή εχθρούς του, αλλά δεν γνώριζε με βεβαιότητα.  Επιπρόσθετα, ο αιτητης ανεφερε πως δεν γνώριζε τον λόγο που δέχθηκε την πνευματική επίθεση  (βλ. ερυθ. 66 2χ του διοικητικού φακέλου).  Επιβεβαίωσε ότι, δεχόταν πνευματικές επιθέσεις από το 2005 και ότι από το 2005 μέχρι το 2013, όταν εγκατέλειψε τη χώρα του, δήλωσε ότι εργαζόταν, αλλά ένιωθε ότι δεχόταν πνευματικές επιθέσεις (βλ. ερυθ. 66 2χ του διοικητικού φακέλου). Ανέφερε επίσης ότι στα όνειρά του έβλεπε πως πολεμούσε με ανθρώπους. Κληθείς να εξηγήσει τον ισχυρισμό του ότι σε περίπτωση επιστροφής στη Νιγηρία,φοβάται ότι θα δεχτεί πνευματικές επιθέσεις, δήλωσε ότι τα άτομα που συναντά στα όνειρά του δεν επιθυμούν να παντρευτεί ή να βρει εργασία και ότι θα μπορούσαν να τον σκοτώσουν (ερυθ. 66 2χ του διοικητικού φακέλου).  Όταν του ζητήθηκε να αναφέρει αν αυτοί οι άνθρωποι είναι υπαρκτοί, απάντησε ότι τους βλέπει μόνο στα όνειρά του.

 

Σε ερώτηση αν μετά την αναχώρησή του από τη χώρα του μέχρι σήμερα, έχει κάποια ένδειξη ότι η ζωή του θα κινδυνεύσει σε περίπτωση επιστροφής στη Νιγηρία, απάντησε ότι βλέπει σχετικά όνειρα. Πρόσθεσε, ότι είναι σε θέση να καλύπτει μόνος του τις καθημερινές του ανάγκες, και ότι τα όνειρα δεν επηρεάζουν πλέον τη ζωή του, καθώς έχει συνηθίσει με αυτά και τα θεωρεί κάτι φυσιολογικό. Διευκρίνισε ότι η σύζυγός του δεν είναι θύμα των πνευματικών αυτών επιθέσεων. Όταν ρωτήθηκε αν, εκτός από τα όνειρα, είχε ποτέ απειληθεί ή βρεθεί σε κίνδυνο στη χώρα του, απάντησε αρνητικά (βλ. ερυθ. 65 2χ του διοικητικού φακέλου).  Τέλος, ερωτηθείς αν εκτός από αυτές τις πνευματικές επιθέσεις, έχει κάποιον άλλο φόβο σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του, απάντησε ότι ίσως να μην μπορέσει να βρει εργασία. Επιβεβαίωσε ότι, πέραν των πνευματικών επιθέσεων των οποίων δεν γνωρίζει την προέλευση, η ζωή του δεν είχε ποτέ τεθεί σε κίνδυνο ενόσω βρισκόταν στη χώρα του (βλ. ερυθ. 65 2χ του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της αιτήτριας αρ. 2 και ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, η αιτήτρια αρ. 2, δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Benin στην Πολιτεία Edo. Το διάστημα μεταξύ 2010 – 2014 διέμενε στην περιοχή Ekoma, και έπειτα επέστρεψε στην  πόλη Benin, η οποία σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της αποτελεί τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της πριν εγκαταλείψει την Νιγηρία (βλ. ερυθ. 88 2χ του διοικητικού φακέλου). Ως προς τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις, η Αιτήτρια δήλωσε ότι είναι χριστιανή. Αναφορικά με την πατρική της οικογένεια, ανέφερε ότι οι γονείς της διαμένουν στην πόλη Benin και ότι έχει τέσσερις αδελφούς και δύο αδελφές, οι οποίοι επίσης κατοικούν εκεί. Όσον αφορά το επαγγελματικό της υπόβαθρο, δήλωσε ότι εργαζόταν ως δασκάλα του μαθήματος των Θρησκευτικών στο Redeemed Christian School στην πόλη Benin (βλ. ερυθ. 88 2χ του διοικητικού φακέλου).  Περαιτέρω, ως προς το ταξίδι της στην Κυπριακή Δημοκρατία, η αιτήτρια αρ. 2 δήλωσε ότι αναχώρησε από τη Νιγηρία στις 20/09/2017 από το Διεθνές Αεροδρόμιο της Abuja και προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Ercan, μέσω της Κωνσταντινούπολης. Παρέμεινε στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, για περίπου ένα έτος και εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 07/09/2018 μαζί με τον αιτητή αρ. 1 και τον αιτητή αρ. 3 (βλ. ερυθ. 86 του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με τους λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές της και να ενωθεί με τον σύζυγό της στην Κυπριακή Δημοκρατία (βλ. ερυθ. 85 1χ του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείσα αν κάποιος την ενόχλησε ή της προκάλεσε βλάβη με οποιονδήποτε τρόπο όσο ζούσε στη Νιγηρία, απάντησε αρνητικά. Επίσης, δήλωσε ότι η ζωή της δεν διέτρεχε κίνδυνο κατά το διάστημα που βρισκόταν στη χώρα της.

 

Όταν της ζητήθηκε να αναφέρει τι φοβάται  ότι θα της συμβεί σε περίπτωση επιστροφής στη Νιγηρία, απάντησε ότι η ίδια δεν φοβάται κάτι συγκεκριμένο, αλλά ο σύζυγός της αντιμετωπίζει πνευματικά προβλήματα (βλ. ερυθ. 85 2χ του διοικητικού φακέλου). Όταν ρωτήθηκε αν πιστεύει ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι σε εκείνη ή στην οικογένειά της σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, απάντησε ότι τα παιδιά της ενδέχεται να δεχθούν πνευματικές επιθέσεις (βλ. ερυθ. 85 2χ του διοικητικού φακέλου) γιατί μπορεί να στοχοποιηθούν πνευματικά (βλ. ερυθ. 83 1χ του διοικητικού φακέλου).  Όπως υποστήριξε, την πεποίθηση της αυτή την στηρίζει στο ότι τα παιδιά είναι του συζύγου της και καθώς εκείνος δέχεται πνευματικές επιθέσεις, ενδέχεται να επηρεαστούν και αυτά. Διευκρίνισε ότι με τον όρο «πνευματική επίθεση» εννοεί κάτι που δεν είναι φυσικό αλλά πνευματικό, κάτι που δεν μπορεί να το δει κανείς. Σε ερώτηση αν έχει κάποια ένδειξη ότι τα παιδιά της θα δεχθούν πνευματική επίθεση, απάντησε αρνητικά, ενώ πρόσθεσε ότι οι υπεύθυνοι θα είναι οι ίδιοι άνθρωποι που επιτέθηκαν πνευματικά στον σύζυγό της, δηλαδή φίλοι του, χωρίς ωστόσο να γνωρίζει ποιοι ακριβώς είναι.

 

Αναφορικά με τις πνευματικές επιθέσεις του συζύγου της, Αιτητή αρ.1, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ο σύζυγός της ξυπνά τη νύχτα και της αναφέρει ότι δέχεται επιθέσεις από ανθρώπους στα όνειρά του (βλ. ερυθ. 84 1χ του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείσα τί άλλο γνωρίζει σχετικά, απάντησε ότι ο σύζυγός της της είπε πως οι πνευματικές αυτές επιθέσεις ξεκίνησαν όταν τελείωσε το δευτεροβάθμιο σχολείο, ωστόσο δεν του αρέσει να μιλά γι’ αυτό και η ίδια δεν γνωρίζει πολλά.  Περαιτέρω, δήλωσε ότι η ίδια και τα παιδιά τους δεν επηρεάζονται με κανέναν τρόπο από αυτό το ζήτημα (βλ. ερυθ. 84 1χ του διοικητικού φακέλου). Επισήμανε επίσης ότι ο σύζυγός της δεν επισκέφθηκε γιατρό, καθώς θεωρεί ότι ο γιατρός δεν θα τον πιστέψει. Σε ερώτηση ποιος είναι υπεύθυνος για την πνευματική επίθεση, απάντησε ότι ο σύζυγός της θεωρεί υπεύθυνους κάποιους φίλους του, χωρίς να προσδιορίζει ποιοι ακριβώς είναι.  Ανέφερε επίσης ότι και η ίδια ενδέχεται να δεχθεί πνευματική επίθεση σε περίπτωση επιστροφής στη Νιγηρία, καθώς ο σύζυγός της ήδη υφίσταται τέτοιες επιθέσεις (βλ. ερυθ. 83 2χ του διοικητικού φακέλου). Τέλος, ανέφερε ότι πιστεύει πως τα άτομα που επιτέθηκαν πνευματικά στον σύζυγό της εξακολουθούν να επιθυμούν να του κάνουν κακό, επειδή επιδιώκουν να καταστρέψουν τη ζωή του.

 

Οι αιτητές αρ.1 και αρ.2 κατέθεσαν έγγραφα αποδεικτικά, στην πλειοψηφία τους προσωπικών στοιχείων των ιδίων και των αιτητών αρ.3 και αρ.4, ως κατωτέρω: Πρωτότυπο διαβατήριο του Αιτητή αρ. 1 και αντίγραφο του πρωτότυπου εγγράφου (βλ. ερυθ. 28 και 29 του διοικητικού φακέλου), Πρωτότυπο πιστοποιητικό γάμου εκδοθέν στις 12/03/2018 (βλ. ερυθ. 77 του διοικητικού φακέλου), Πρωτότυπη δήλωση γάμου εκδοθείσα στις 09/03/2018 από το Ανώτατο Δικαστήριο του Benin (βλ. ερυθ. 78 του διοικητικού φακέλου), Αντίγραφο πανεπιστημιακού πτυχίου του Αιτητή αρ. 1 εκδοθέν από το Πανεπιστήμιο του Benin στις 26/01/2006 (βλ. ερυθ. 79 του διοικητικού φακέλου), Πρωτότυπο διαβατήριο της αιτήτριας αρ. 2 υπ’αρθμ.  A07603446 και αντίγραφο του πρωτότυπου εγγράφου (βλ. ερυθ. 18 και 28 του διοικητικού φακέλου),  Πρωτότυπη ειδοποίηση αποτελεσμάτων τελικών εξετάσεων πτυχίου εκδοθείσα στις 07/09/2015 από το Πανεπιστήμιο Ambrose Alli (βλ. ερυθ. 92 του διοικητικού φακέλου).

 

Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσαν στην αφήγησή τους, διέκρινε στην έκθεση - εισήγησή του δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις τους ως κατωτέρω: (1) Τα προσωπικά στοιχεία, την χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής τους,  και (2) ο Αιτητής αρ. 1 δέχτηκε πνευματικές επιθέσεις. Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτούς τους ισχυρισμούς των Αιτητών ως προς τα προσωπικά τους στοιχεία, καθώς οι δηλώσεις τους κρίθηκαν σαφείς, συνεκτικές ενώ διασταυρώθηκαν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Ειδικά ως προς την σύναψη του γάμου μεταξύ των Αιτητών αρ. 1 και αρ. 2, ο λειτουργός παρέθεσε πηγές πληροφόρησης αναφορικά με τον τρόπο καταχώρισης ενός γάμου στη Νιγηρία, καθώς και την σύναψή του διά αντιπροσώπου και έκρινε ότι οι πληροφορίες συμφωνούν με τις δηλώσεις των αιτητών αναφορικά με τον γάμο τους.

 

Αντιθέτως, ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε τον δεύτερο ισχυρισμό των Αιτητών, καθώς έκρινε ότι οι αιτητές δεν ήταν σε θέση να παρέχουν ουσιαστικές πληροφορίες και δεν κατέβαλαν προσπάθεια για να στηρίξουν τον ισχυρισμό τους. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι ο αιτητής αρ. 1 δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του με συνεκτικό, συγκεκριμένο και λεπτομερή τρόπο.  Επίσης, δεν εξήγησε τις περιστάσεις που οδήγησαν στην πνευματική επίθεση και δεν έδωσε πληροφορίες για το ποιος ήταν υπεύθυνος για την πνευματική επίθεση.

 

Ομοίως, η αιτήτρια αρ. 2 δεν ήταν σε θέση να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις περιστάσεις υπό τις οποίες ο σύζυγός της δέχθηκε πνευματική επίθεση και πέραν της δήλωσης ότι ο σύζυγός της έχει εφιάλτες, δεν ήταν σε θέση να προσθέσει περαιτέρω πληροφορίες. Ο λειτουργός σημειώνει ότι της δόθηκε η δυνατότητα να παρέχει περισσότερες πληροφορίες, αλλά η ίδια δεν ήταν σε θέση. Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι δεν αναμενόταν από την αιτήτρια 2 να γνωρίζει πλήρως την πνευματική επίθεση που βιώνει ο σύζυγός της, αλλά αναμενόταν να είναι σε θέση να παρέχει λεπτομέρειες, λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι παντρεμένη με τον αιτητή αρ.1 από το 2016 και συμβιώνει μαζί του από το 2017 μέχρι και σήμερα.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός παραπέμπει σε πηγές πληροφόρησης, αναφορικά με την πρακτική μαγείας στην Νιγηρία. Παρόλο που εξωτερικές πηγές αποτυπώνουν ότι οι πεποιθήσεις που σχετίζονται με την πίστη στη μαγεία υφίστανται στη Νιγηρία και αποτελούν σοβαρό ζήτημα, οι αιτητές αρ. 1 και αρ. 2 δεν ήταν σε θέση να παρέχουν πληροφορίες για να στηρίξουν τον ισχυρισμό τους. Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω δεδομένα, κρίθηκε ότι δεν δύναται να γίνει αποδεκτός ο εν λόγω ισχυρισμός των αιτητών.

 

Υπό το φως του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία των Αιτητών, ο αρμόδιος λειτουργός συνήγαγε κατά την αξιολόγηση κινδύνου, αφού παρέθεσε πληροφορίες αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής τους, ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι συντρέχει εύλογη πιθανότητα να αντιμετωπίσουν πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, σε περίπτωση επιστροφής τους στην χώρα καταγωγής τους τη Νιγηρία.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών των αιτητών, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό τους εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής τους, για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Στη συνέχεια, διαπίστωσε πως δεν υπήρχε εύλογη πιθανότητα οι αιτητές να αντιμετωπίσουν κίνδυνο σοβαρής βλάβης όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 19 του προαναφερθέντος Νόμου και κατά συνέπεια, δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ειδικά σε σχέση με το εδάφιο (γ) του άρθρου 19 (2) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.  Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης υιοθέτησε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

 

Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα των αιτητών λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από την συνήγορό τους αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους Καθ' ων η αίτηση.  Αναφορικά με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου και αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ των αιτητών, διαπιστώνω πως ορθώς έχει γίνει αποδεκτός καθώς οι αιτητές κρίθηκαν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστοι στις δηλώσεις τους. 

 

Προβαίνοντας σε αξιολόγηση του δεύτερου ουσιώδης ισχυρισμού του αιτητή αρ. 1, ότι δέχτηκε πνευματικές επιθέσεις, στα πλαίσια εξέτασης της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του, διαφαίνεται πως το αφήγημά του στερείται λεπτομερειών, συνοχής και ακρίβειας.  Ο αιτητής αρ.1 απέτυχε να δώσει συγκεκριμένες και λεπτομερείς πληροφορίες σε σχέση με τον πυρήνα του αιτήματός του. Θα συμφωνήσω με τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου περί αναξιοπιστίας του αιτητή αρ. 1, εφόσον δεν παρέθεσε επαρκείς πληροφορίες και λεπτομέρειες για τον πυρήνα του αιτήματός του.  Ο αιτητής αρ. 1 δεν είχε υποστεί οτιδήποτε περαιτέρω ούτε παρουσίασε οτιδήποτε συγκεκριμένο ενώπιον μου που τροποποιεί την εικόνα που διαμορφώθηκε από το λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου.  Από το αφήγημά του, διαπιστώνεται πως ο αιτητής αρ. 1 παρουσίασε τον πυρήνα του αιτήματός του με επιφανειακό τρόπο, με γενικές και αόριστες δηλώσεις οι οποίες δεν παρουσιάζουν βιωματικά περιστατικά και κατά συνέπεια, δεν μπορεί να κριθεί εσωτερικά αξιόπιστος στις δηλώσεις του.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού αναφορικά με τις πνευματικές επιθέσεις, καθώς και την πίστη στην μαγεία στην Νιγηρία, ανέτρεξα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προκειμένου να επιβεβαιώσω τους ισχυρισμούς του αιτητή.  Σύμφωνα με την επιστολή πληροφοριών του Υπουργείου Εξωτερικών της Ολλανδίας, αναφέρονται περιπτώσεις πνευματικών επιθέσεων (spiritual reprisals) που σχετίζονται με παραβίαση όρκων που είχαν δοθεί πριν από το ταξίδι.[1] Οι επιθέσεις αυτές συνδέονται με ατυχία, ασθένεια (σωματική ή ψυχική) και θάνατο. Παραδείγματα περιλαμβάνουν άτομα που επέστρεψαν στη Νιγηρία με τη βοήθεια ΜΚΟ και αρρώστησαν ή πέθαναν, καθώς και περιπτώσεις ατόμων που βρέθηκαν ξαφνικά στη Νιγηρία χωρίς αποσκευές, δηλώνοντας ότι «τους κάλεσαν πίσω φαντάσματα». Οι πηγές της έκθεσης επισημαίνουν ότι τα θύματα ήταν πεπεισμένα για την πραγματικότητα αυτών των πνευματικών επιθέσεων, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις και οι ίδιες οι πηγές συμμερίζονταν αυτή την πεποίθηση.

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με την έκθεση των Asylos & ARC Foundation, υπάρχουν αναφορές ότι παιδιά με αναπηρίες συχνά θεωρούνται «καταραμένα» ή ότι έχουν δεχθεί πνευματικές επιθέσεις, ιδιαίτερα σε αγροτικές ή παραδοσιακές κοινότητες.[2] Επιπλέον, η πίστη στη μαγεία συχνά συνυπάρχει με τον Χριστιανισμό και το Ισλάμ.[3] Σύμφωνα με άρθρο του BBC, ένας ακτιβιστής, μετά την ολοκλήρωση του διδακτορικού του στις θρησκευτικές επιστήμες το 2017, ανέλαβε ενεργό δράση για την προστασία ατόμων που κατηγορούνται για μαγεία στη Νιγηρία.[4] Όπως δήλωσε στο BBC, δεν άντεχε να παρακολουθεί αμέτοχος την αυθαίρετη θανάτωση ανθρώπων. Το BBC έχει τεκμηριώσει περιπτώσεις Πεντηκοστιανών παστόρων που πραγματοποιούν λειτουργίες στοχεύοντας υποτιθέμενους μάγους, πρακτική που, σύμφωνα με τον ακτιβιστή, είναι συνηθισμένη σε μια χώρα όπου η πίστη στο υπερφυσικό είναι ευρέως διαδεδομένη.

 

Από την πιο πάνω έρευνα επιβεβαιώνεται η πίστη στις πνευματικές επιθέσεις και η πίστη στη μαγεία στη Νιγηρία, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για να χορηγηθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας, λαμβάνοντας υπόψη την γενικότητα με την οποία προβλήθηκαν οι ισχυρισμοί του αιτητή αρ. 1.  Για να καταστούν αποδεκτοί οι ισχυρισμοί του, απαιτείται να συνοδεύονται από σαφή, λεπτομερή και εξατομικευμένα στοιχεία που να αποδεικνύουν τον ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή αρ. 1.  Οι δηλώσεις του αιτητή αρ. 1 κρίνω ότι είναι ασαφείς και επιφανειακές, στερούμενες της αναγκαίας πειστικότητας ώστε να θεμελιώνουν τον ισχυρισμό του.  Κατά συνέπεια, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

 

Παρατηρώ ακόμα ότι στην εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στο βέλτιστο συμφέρον των αιτητών αρ.3, 4 και ούτε η δικηγόρος των αιτητών αναφέρει οτιδήποτε συγκεκριμένο επί τούτου.  Επιπρόσθετα, οι αιτητές δεν ανέφεραν πως θα τεθούν σε κίνδυνο τα παιδιά σε περίπτωση επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής τους.  Η αιτήτρια αρ.2 κατά τη συνέντευξή της αρκέστηκε στο να αναφέρει πως τα παιδιά είναι του συζύγου της και καθώς εκείνος δέχεται πνευματικές επιθέσεις, ενδέχεται να επηρεαστούν και αυτά, διευκρινίζοντας βέβαια πως δεν τους έχει συμβεί οτιδήποτε.  Είναι δεδομένο βεβαίως πως εφόσον ούτως ή άλλως ο ισχυρισμός αυτός δεν έγινε αποδεκτός δεν νοείται να επηρεάσει με οποιοδήποτε τρόπο τα ανήλικα τέκνα τους. 

 

Στο προοίμιο της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και συγκεκριμένα στην παράγραφο 18 παρατίθεται ως γενικός κανόνας πως «Το «μείζον συμφέρον του παιδιού» θα πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό μέλημα των κρατών μελών κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα του παιδιού. Κατά την αξιολόγηση του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν ιδίως υπόψη τους την αρχή της οικογενειακής ενότητας, την ευημερία και την κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου, ζητήματα ασφάλειας και προστασίας και τις απόψεις του ανηλίκου ανάλογα με την ηλικία του και την ωριμότητά του.»

 

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το βέλτιστο συμφέρον των αιτητών 3 και 4 δε θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατεύθυνση άλλη από την προάσπιση της οικογενειακής ενότητας αυτών και εφόσον δεν έχει χορηγηθεί στους γονείς τους οποιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας και δεν έχουν αναφέρει αυτοί ή η συνήγορος τους οποιοδήποτε πρόβλημα που αφορά προσωπικά τα παιδιά, δεν θα μπορούσε να χορηγηθεί οποιοδήποτε καθεστώς στους ίδιους και κατά συνέπεια στα ανήλικα τέκνα τους με μόνη την ύπαρξη των ανήλικων τέκνων. 

 

Λαμβάνεται βέβαια υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του  δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την Κ.Δ.Π. 145/2025, καθόρισε τη χώρα καταγωγής των αιτητών ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική  μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής».

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το προαναφερόμενο άρθρο, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (§37 και §38 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).

 

Αδιαμφισβήτητα προκύπτει από το άρθρο 18 (5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, πως ο αιτητής που επιθυμεί την υπαγωγή του στο ειδικό προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης, οφείλει να εκθέσει στη διοίκηση με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του.  Ο αιτητής δεν είναι υποχρεωμένος να προσκομίσει για την απόδειξη των ισχυρισμών του, τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, αυτό όμως δεν αίρει την υποχρέωσή του να επικαλεσθεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το αίτημα που υπέβαλε στις αρμόδιες αρχές.

 

Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.

 

Ορθά κρίθηκε από το αρμόδιο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο να εκτελεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν.6(Ι)/2000 για να παρασχεθεί στους αιτητές το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστούν σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα τους.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1) του Ν.6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19 του Ν.6(Ι)/2000, σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός, διεξήγαγε έρευνα για την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής των αιτητών, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα οι αιτητές να αντιμετώπιζαν δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.  Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.  Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής των αιτητών, σε πρόσφατες πηγές πληροφόρησης, στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.  

 

Αναφορικά με την πολιτεία Edo, στην οποία υπάγεται η πόλη Benin, σημειώνονται τα κάτωθι. Σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EUAA) σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία, η οποία καλύπτει το χρονικό διάστημα από 1 Ιανουαρίου 2024 έως 31 Αυγούστου 2025, καταγράφονται σοβαρές προκλήσεις ασφαλείας σε διάφορες περιοχές της χώρας.[5] Ειδικότερα ως προς την πολιτεία Edo, καταγράφεται ότι τον Ιούλιο του 2025, η εφημερίδα Nigerian Observer επεσήμανε την «ανεξέλεγκτη δράση αιρέσεων και τις στοχευμένες απαγωγές» ως κύριες προκλήσεις ασφαλείας, ιδιαίτερα στην πόλη Benin, στο Ekpoma, στο Auchi και στις γύρω περιοχές.[6] Η οργάνωση PIND ανέφερε εγκληματικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων ανθρωποκτονιών, απαγωγών για λύτρα και κοινοτικής βίας, ως τις κύριες πηγές ανασφάλειας στις αρχές του 2025. Ως προς το δεύτερο τρίμηνο του 2025, η ίδια πηγή επεσήμανε μείωση στον αριθμό των αναφερόμενων θανάτων, παρά την αύξηση στον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας. Οι εγκληματικές δραστηριότητες, οι συγκρούσεις που σχετίζονται με αιρέσεις και η κοινοτική σύγκρουση παρέμειναν οι κύριες προκλήσεις ασφαλείας.[7]

 

Η εγκληματική βία ήταν επίσης ένας «σημαντικός» παράγοντας ανασφάλειας το 2024, μαζί με τη βία που σχετίζεται με αιρέσεις/συμμορίες. Όσον αφορά την κοινοτική σύγκρουση, η πολιτεία Edo ήταν μία από τις τρεις πολιτείες με τον χαμηλότερο αριθμό θανάτων το 2024, σύμφωνα με το Nigeria Watch.[8] Τέλος, η πόλη του Benin, εξακολουθεί να είναι ένας σημαντικός κόμβος εμπορίας ανθρώπων στην Αφρική, αλλά οι αυξημένες προσπάθειες επιβολής μπορεί να έχουν κάνει ορισμένα κυκλώματα εμπορίας ανθρώπων να μετατοπίσουν το ενδιαφέρον τους σε άλλες περιοχές της νότιας Νιγηρίας.[9]

 

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας, στην οποία υπάγεται η πόλη Benin, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 11/11/2025), καταγράφηκαν 163 περιστατικά ασφαλείας (που περιλαμβάνουν περιστατικά πολιτικής βίας, διαδηλώσεων, καταστολής, τρομοκρατικών επιθέσεων) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 132 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.[10] Συγκεκριμένα στην πόλη Benin της πολιτείας Edo της Νιγηρίας που συνιστά τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής των αιτητών, την ίδια περίοδο αναφοράς καταγράφηκαν 58 περιστατικά ασφαλείας και 24 θάνατοι. Σημειώνεται ότι ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Edo ανέρχεται σε 4.777.000[11] κατοίκους και της πόλης Benin σε 1.841.000[12] κατοίκους.

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα οι αιτητές να αντιμετωπίσουν κατά την επιστροφή τους κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του όπου αναμένεται να επιστρέψουν, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχουν κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας τους να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή τους. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις των αιτητών αρ. 1 και 2, παρατηρώ ότι ο αιτητης αρ,1 είναι άνδρας, υγιής, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, πλήρως ικανός προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του.  Η αιτήτρια αρ. 2 είναι ενήλικη, υγιής, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας, ικανή προς εργασίας, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της.  Οι αιτητές δεν έχουν θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχουν τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στην διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωση του για επαρκή έρευνα.

 

Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλαν οι αιτητές διεξήγαγαν τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.  Συνεπώς, ο ισχυρισμός της ευπαίδευτης συνηγόρου των αιτητών περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, αλλά και ότι το αρμόδιο όργανο δεν μελέτησε διεξοδικά τους ισχυρισμούς των αιτητών, απορρίπτεται στο σύνολό του, εφόσον δεν κρίθηκε ότι θα μπορούσε να αποδοθεί στους αιτητές το καθεστώς πρόσφυγα ή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα των αιτητών εξετάστηκε με επάρκεια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση.  Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού, στην οποία αναφέρονται οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της ήταν απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της διακριτικής της ευχέρειας. 

 

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον των αιτητών.

 

 

 

                                                                             Χ.Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 



[1] Netherlands Ministry of Foreign Affairs: Explanatory note for the Country of Origin Information Report on Nigeria, January 2023, 21 March 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2106946/2024-1172 MinBuZa Brief aanvullende informatie ambtsbericht Nigeria 2023 vertaling EN.pdf

[2] Asylos, ARC - Asylum Research Centre: Nigeria: Children and Young People with Disabilities, October 2021
https://www.ecoi.net/en/file/local/2061263/AsylosARC-Foundation_Nigeria-disability-report_October-2021.pdf 

[3] BBC, The hunt for Nigerians who can change into cats, 21.03.2022, https://www.bbc.com/news/world-africa-60749496?at_medium=RSS&at_campaign=KARANGA,

[4] BBC,  The man battling Nigeria’s 'witch-hunters', 2024, 26 October 2024, https://www.bbc.com/news/articles/cd0z0r5dgg1o

[6] Ο.π.

[7] Ο.π.

[8] Ο.π.

[9] USDOL - US Department of Labor: 2024 Findings on the Worst Forms of Child Labor: Nigeria, September 2025, https://www.ecoi.net/en/file/local/2131772/Nigeria.pdf 

[10] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Nigeria, Edo)

[11]     City Population, Nigeria, Edo State, διαθέσιμο σε https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA012__edo/ 

[12] City Population https://citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/  (Nigeria - Benin City)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο