ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 3986/2024
28 Νοεμβρίου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Η. P. M.
Αιτητού,
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
Ο Αιτητής είναι παρών.
A. Ιωάννου (κ.), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Κ. Σάββα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Aιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος, η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30.8.2024, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: o περί Προσφύγων Νόμος) καθώς και η συνακόλουθη απόφαση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Παράλληλα αιτείται, τη χορήγηση σε αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Γεγονότα
1. Ο Αιτητής είναι ενήλικας και πολίτης της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (στο εξής: η ΛΔΚ). Περί τις 10.12.2021 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία και στις 22.7.2024 παραχώρησε συνέντευξη προς εξέταση του αιτήματός του. Στις 26.8.2024, λειτουργός συνέταξε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: o Προϊστάμενος), στην οποία εισηγήθηκε την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας και επιστροφή στη χώρα καταγωγής του, εισήγηση την οποία ενέκρινε ο Προϊστάμενος στις 30.8.2024. Οι εν λόγω πράξεις κοινοποιήθηκαν στον Αιτητή στις 13.9.2024, και στη συνέχεια ο τελευταίος καταχώρισε την υπό κρίση προσφυγή στις 11.10.2024.
Νομικοί Ισχυρισμοί
2. Ο Αιτητής, δια του συνηγόρου του, κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου ακροαματική διαδικασία, δήλωσε ότι προωθεί ως λόγους προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας και τον συναφή λόγο της πλάνης περί τα πράγματα. Ως προς την ουσία της προσφυγής, προβάλλει ότι δικαιούται καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας υπό την ιδιότητά του ως άμαχου πολίτη. Περαιτέρω, επισημαίνει ότι η απουσία οικογενειακού υποστηρικτικού δικτύου ενισχύει τον φόβο έκθεσής του σε απειλή από οποιαδήποτε εγκληματική ομάδα. Στο ίδιο πλαίσιο παραπέμπει σε έκθεση του Office for the Coordination of Humanitarian Affairs, στην οποία καταγράφεται η ανθρωπιστική κρίση που εξελίσσεται κυρίως στις ανατολικές επαρχίες της ΛΔΚ. Παραπέμπει επίσης στο Conflict Watchlist του ACLED για το 2024, όπου η πλειοψηφία των πληροφοριών αφορά τις ανατολικές επαρχίες, καθώς και σε περιστατικά ασφαλείας που έλαβαν χώρα στην Kinshasa. Προωθεί ότι διατρέχει βάσιμο κίνδυνο λόγω της καταγωγής του από τις «πληγείσες» νοτιοανατολικές περιοχές της χώρας, ήτοι – όπως προβάλλει – από την περιφέρεια της Kinshasa (Σημειώνεται ωστόσο, εκ προοιμίου) ότι η Kinshasa βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της ΛΔΚ, όπως προκύπτει και από την ανάλυση που ακολουθεί. Ο Αιτητής καταθέτει, επιπλέον, και άλλες πηγές αναφορικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του.
3. Από την πλευρά τους, οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας και ορθότητας της επίδικης απόφασης, ότι ο Αιτητής δεν κατόρθωσε, στον βαθμό που του αναλογεί, να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του και, εν γένει, την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Παραπέμποντας στα ευρήματά τους κατά τη διοικητική διαδικασία, προβάλλουν ότι η επίδικη απόφαση αποτελεί προϊόν δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και ότι ουδεμία πλάνη εμφιλοχώρησε στην κρίση τους. Καταλήγουν, τέλος, ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του Αιτητή οι προϋποθέσεις υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
Το νομικό πλαίσιο
4. Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».
5. Ο Κανονισμός 2 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2023 έχει ως ακολούθως:
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
6. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2025 (στο εξής: o περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
7. Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.
8. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
9. Ως προς τους προωθούμενους λόγους προσφυγής επισημαίνεται ότι το παρόν Δικαστήριο εξετάζει την ενώπιόν του υπόθεση/αίτηση διεθνούς προστασίας, κατά το νόμο και κατά την ουσία, μη περιοριζόμενο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, de novo και ex nunc, αξιολογώντας με βάση τα ενώπιόν του δεδομένα τις ανάγκες διεθνούς προστασίας (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Δεδομένης της πιο πάνω ανάλυσης για την έκταση της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθίσταται αλυσιτελής η προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, είχε την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].
10. Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI: EU:C:2012:744, σκέψεις 63 έως 68).
11. Προχωρώντας στην ουσιαστική εξέταση των ισχυρισμών του Αιτητή, σημειώνεται ότι κατά την καταγραφή του αιτήματός του, και ειδικότερα στο πεδίο αναγραφής των λόγων εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή δεν αισθανόταν ασφαλής από τη στιγμή που ανακάλυψε ότι η Μη Κυβερνητική Οργάνωση (στο εξής: η ΜΚΟ) στην οποία εργαζόταν εμπλεκόταν κρυφά σε εμπορία παιδιών. Περαιτέρω, δήλωσε ότι δέχθηκε απειλές (ερ. 13 δ.φ.).
12. Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου (ερ. 67–48), στο πλαίσιο των αποκρίσεών του, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από τη ΛΔΚ, και ότι γεννήθηκε το 1993 στην πόλη Kinshasa, όπου και διέμενε καθ’ όλη τη ζωή του, στην περιοχή Ngiri Ngiri, με εξαίρεση διάστημα τριών μηνών το 2021, κατά το οποίο διέμεινε στο Bas Congo (Kisantu) (ερ. 63 δ.φ.). Ως προς την εθνικότητά του ανέφερε ότι είναι Bayanzi (ερ. 63 δ.φ.), ενώ ως προς το θρήσκευμά του δήλωσε ότι είναι χριστιανός (ερ. 14 δ.φ.).
13. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι το 2010 ολοκλήρωσε σπουδές Πληροφορικής στο Πανεπιστήμιο ISIPA (ερυθρό 61 δ.φ.), ενώ ομιλεί λιγκάλα και γαλλικά (ερυθρό 61 δ.φ.). Ως προς την επαγγελματική του πείρα, ανέφερε ότι από το 2016 έως το 2018 ασχολείτο με επισκευές συσκευών τεχνολογίας. Επιπλέον, από τον Ιανουάριο έως τον Ιούλιο του 2021 διατηρούσε γραφείο πληροφορικής, ενώ από την 1.6.2021 και για τρεις μήνες εργάστηκε ως τεχνικός πληροφορικής στη ΜΚΟ «Espace des Vulnérables» (ερ. 33–32 δ.φ.). Σε σχέση με την πατρική του οικογένεια, ο Αιτητής ανέφερε ότι οι γονείς του κατοικούν στην Kinshasa και συγκεκριμένα στην περιοχή Ngiri Ngiri. Έχει τέσσερα αδέλφια· τρεις αδελφές και έναν αδελφό. Ένας αδελφός και μία αδελφή του βρίσκονται στη ΛΔΚ — η αδελφή του στην Kinshasa, ενώ για τη διαμονή του αδελφού του δεν έχει γνώση. Ομοίως, δήλωσε ότι δεν γνωρίζει πού βρίσκονται οι άλλες δύο αδελφές του (ερ. 62 δ.φ.). Τέλος, ο Αιτητής δήλωσε ότι ουδέποτε έχει καταδικαστεί ή φυλακιστεί στη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 31 δ.φ.). Ως προς το ταξίδι του, ο αιτητής προέβαλε ότι έδωσε σε έναν φίλο του πατέρα του το διαβατήριό του, προκειμένου ο τελευταίος να διευθετήσει το ταξίδι του (ερυθρό 61 δ.φ.).
14. Όσον αφορά στους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής, κατά την ελεύθερή του αφήγηση, δήλωσε ότι εργαζόταν για μία ΜΚΟ με την ονομασία Espace des Vulnérables, η οποία ασχολείτο με την προστασία εγκαταλελειμμένων παιδιών. Αρχικά εργάστηκε για δύο εβδομάδες στην Kinshasa και στη συνέχεια μετατέθηκε στο Kongo Central, όπου είχε ως καθήκον την καταγραφή παιδιών, ενώ αργότερα του ανατέθηκε η μεταφορά παιδιών από το Congo Central σε άλλες περιοχές. Σε μία από τις μεταφορές αυτές, ζητήθηκε από τον Αιτητή και δύο ακόμη συναδέλφους του να μεταφέρουν επτά παιδιά από το ορφανοτροφείο Grace στο ορφανοτροφείο Hope, το οποίο διευθυνόταν από άνδρα ονόματι συνταγματάρχη Mudimbu. Όπως ανέφερε, κάθε φορά που πραγματοποιείται μεταφορά παιδιών συντάσσεται σχετική έκθεση. Ωστόσο, η έκθεση που συνέταξε το ορφανοτροφείο Hope ανέφερε ότι μεταφέρθηκαν μόνο τρία παιδιά, γεγονός που δεν συνέπιπτε με το περιεχόμενο της αρχικής αίτησης που αφορούσε επτά παιδιά. Το γεγονός αυτό, κατά τον Αιτητή, ενίσχυσε την πεποίθησή του ότι ο συνταγματάρχης Mudimbu εμπλεκόταν σε εμπορία παιδιών. Ο Αιτητής και οι συνάδελφοί του ενημέρωσαν σχετικά τον γραμματέα της ΜΚΟ Espace des Vulnérables και ακολούθως οι υπεύθυνοι της ΜΚΟ και του ορφανοτροφείου Grace άρχισαν να απειλούν τον συνταγματάρχη και να διενεργούν έρευνα για να διαπιστωθεί τι απέγιναν τα τέσσερα παιδιά που απουσίαζαν. Έκτοτε, ο συνταγματάρχης Mudimbu άρχισε να απειλεί τον Αιτητή και τους συναδέλφους του που είχαν πραγματοποιήσει τη μεταφορά, καθότι εκείνοι κατείχαν το αρχικό έγγραφο με τον ορθό αριθμό παιδιών. Ο Αιτητής ανέφερε ότι κάποια στιγμή πληροφορήθηκε πως ένας από τους συναδέλφους του απήχθη, οπότε αποφάσισε να διαφύγει στην Kinshasa. Παρά τη φυγή του, εξακολούθησε να δέχεται απειλές από τον συνταγματάρχη, ενώ, όπως δήλωσε, παρατηρούσε την παρουσία ύποπτων ανδρών, γεγονός που τον έκανε να αισθάνεται ότι η ζωή του βρισκόταν σε άμεσο κίνδυνο. Όταν, όπως περιέγραψε, άρχισαν να τον αναζητούν τις βραδινές ώρες στο μέρος όπου διέμενε στην περιοχή Ngiri Ngiri, ένας φίλος του πατέρα του, ονόματι «P. M.», τον οποίο ο Αιτητής είχε ενημερώσει για τις εξελίξεις, τον πήρε στο σπίτι του προκειμένου να τον κρύψει και στη συνέχεια τον βοήθησε να εγκαταλείψει τη χώρα (ερυθρά 60–59 δ.φ.). Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι φοβάται πως θα χάσει τη ζωή του από την «οργάνωση» του συνταγματάρχη Mudimbu (ερ. 59).
15. Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων, ο Αιτητής ανέφερε ότι δεν γνωρίζει το πλήρες όνομα του Mudimbu ούτε σε ποιο σώμα του στρατού ανήκε, ενώ ως προς τον ρόλο του στο ορφανοτροφείο Hope, δήλωσε ότι ο Mudimbu ενεργούσε ως εκπρόσωπος του ορφανοτροφείου. Παρείχε, επίσης, περιγραφή της εξωτερικής του εμφάνισης (ερ. 58 δ.φ.). Στο πλαίσιο των ίδιων διευκρινιστικών ερωτήσεων, του ζητήθηκε να παράσχει επιπρόσθετα στοιχεία για την οργάνωση του Mudimbu, τα καθήκοντα και τις λεπτομέρειες της εργασίας του στη ΜΚΟ Espace des Vulnérables, καθώς και για το περιστατικό με τα τέσσερα αγνοούμενα παιδιά, το οποίο, κατά τα λεγόμενά του, συνέβη περί τις 24 Ιουλίου 2021.
16. Ως προς το κατά πόσο υποβλήθηκε καταγγελία στις αρχές για το περιστατικό, ο Αιτητής δήλωσε ότι η ΜΚΟ και το ορφανοτροφείο Grace προέβησαν σε εσωτερική έρευνα και ενημέρωσαν σχετικά την αστυνομία. Ωστόσο, ανέφερε ότι δεν σημειώθηκε οποιαδήποτε ουσιαστική εξέλιξη, αφού ο συνταγματάρχης Mundibu συνεργαζόταν με μέλη της αστυνομίας. Σύμφωνα με τον ίδιο, όταν ο προϊστάμενός του υπέβαλε την καταγγελία, οι αστυνομικοί υποσχέθηκαν ότι θα διεξάγουν έρευνα, αλλά αμέσως μετά ξεκίνησαν οι απειλές εναντίον του ιδίου και των συναδέλφων του (ερ. 55–54 δ.φ.).
17. Αναφορικά με την εξαφάνιση του συναδέλφου του «Ch.», ο Αιτητής ανέφερε ότι το περιστατικό έλαβε χώρα περί τα τέλη Αυγούστου 2021, όταν ο «Ch.» δεν παρουσιάστηκε σε προγραμματισμένη συνάντηση και έκτοτε κανείς δεν τον ξαναείδε. Η οικογένειά του επίσης δεν γνώριζε οτιδήποτε για την τύχη του. Ο Αιτητής δήλωσε ότι θεωρεί ως υπεύθυνο για την εξαφάνισή του τον συνταγματάρχη Mundibu, καθώς όλοι όσοι είχαν εμπλακεί στη μεταφορά των παιδιών δέχονταν απειλές από τον ίδιο μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης (ερ. 54 δ.φ.). Ως προς τις απειλές σε βάρος του ίδιου, δήλωσε ότι ξεκίνησαν αμέσως μετά την ενημέρωση της αστυνομίας από τη ΜΚΟ και συνεχίστηκαν μέχρι την αναχώρησή του από τη χώρα. Όπως περιέγραψε, λάμβανε συχνά τηλεφωνήματα και μηνύματα (SMS) από αγνώστους με ρητές απειλές κατά της ζωής του και της οικογένειάς του. Η πιο χαρακτηριστική απειλή, την οποία μνημόνευσε, ήταν τηλεφωνική κλήση περί τον Σεπτέμβριο 2021, στην οποία τον προειδοποίησαν ότι «θα τον σκοτώσουν και θα σκοτώσουν και την οικογένειά του» (ερ. 54–53 δ.φ.). Αναφορικά με τη δηλωθείσα παρακολούθησή του, ανέφερε ότι μετά την αναφορά του περιστατικού των αγνοούμενων παιδιών στην αστυνομία παρατηρούσε ύποπτα άτομα να τον παρακολουθούν από απόσταση, φαινόμενο που, σύμφωνα με τον ίδιο, συνεχίστηκε μέχρι την αναχώρησή του (ερ. 53–52 δ.φ.). Ως προς την επίθεση κατά της αρραβωνιαστικιάς του, περιέγραψε ότι αυτή δέχθηκε επίθεση τον Σεπτέμβριο 2021 από αγνώστους μετά την κοινή τους έξοδο. Κατά τη δήλωσή του, την έδεσαν, τη χτύπησαν και της είπαν ότι είχαν σταλεί από ανθρώπους του συνταγματάρχη Mundibu και ότι αναζητούσαν τον Αιτητή (ερ. 53–52 δ.φ.). Τέλος, σε σχέση με το περιστατικό αναζήτησής του στην οικία του στη Ngiri Ngiri, δήλωσε ότι τον Σεπτέμβριο 2021 τρία άτομα, τα οποία χαρακτήρισε ως «πράκτορες» του Mudimbu, επιτέθηκαν στον γείτονά του και προκάλεσαν υλικές ζημιές στην κατοικία του, σπάζοντας την τηλεόραση και τον υπολογιστή του (ερυθρά 52–52 δ.φ.). Ως προς το εάν κατέφυγε στις αρχές της χώρας μετά τις απειλές και τις επιθέσεις, ο Αιτητής δήλωσε ότι την επομένη του περιστατικού στην κατοικία του μετέβη στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής Kartum στο Ngiri Ngiri προκειμένου να καταγγείλει το συμβάν. Ανέφερε ότι η αστυνομία επισκέφθηκε την οικία του για να διαπιστώσει τις ζημιές και υποσχέθηκε ότι θα διεξαγάγει έρευνα, όμως δεν υπήρξε οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια, ενώ μετά την καταγγελία οι απειλές αυξήθηκαν (ερυθρό 51 δ.φ.). Σε σχέση με το κατά πόσο εξακολουθεί να αναζητείται, ο Αιτητής δήλωσε ότι πέντε μήνες πριν τη διενέργεια της συνέντευξης η αδελφή του τον ενημέρωσε πως ο «J», ένας εκ των συνεργατών που συμμετείχαν στην μεταφορά των παιδιών, επικοινώνησε μαζί της και της ανέφερε ότι μέλη της οικογένειάς τους εξακολουθούν να δέχονται απειλές και επιθέσεις (ερ. 51–50 δ.φ.).
18. Τέλος, αναφορικά με το κατά πόσο θα μπορούσε να εγκατασταθεί σε άλλη περιοχή της ΛΔΚ, όπως το Matadi, απάντησε αρνητικά, υποστηρίζοντας ότι «οι άνθρωποι του συνταγματάρχη Mudimbu βρίσκονται παντού» και ότι το Matadi βρίσκεται επίσης στο Kongo Central (ερ. 51 & 50–49 δ.φ.).
19. Αξιολογώντας τις δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση απομόνωσαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, 2 ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά στην ταυτότητα, γενικότερα το προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, και έγινε δεκτός καθώς στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού (ερυθρά 85-83 δ.φ.). Ειδικά στο κομμάτι της εξωτερικής αξιοπιστίας εντοπίστηκαν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές αναφορικά με τις ομιλούμενες γλώσσες και τις θρησκείες στη ΛΔ Κονγκό, ενώ επίσης επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη της Kinshasa, της φυλής Bayanzi και των ορφανοτροφείων Hope και Grace στα οποία αναφέρθηκε ο Αιτητής.
20. Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ο οποίος αφορά στις δηλώσεις του ότι από τον Ιούλιο του 2021 δεχόταν απειλές από έναν συνταγματάρχη που, κατά τους ισχυρισμούς του, εμπλεκόταν σε εμπόριο παιδιών, οι Καθ’ ων η Αίτηση προέβησαν στις ακόλουθες επισημάνσεις αναφορικά με την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού: Αρχικά, επισημάνθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει το ακριβές όνομα του συνταγματάρχη, την ακριβή θέση που κατείχε στο στρατό ή τον συγκεκριμένο ρόλο του στο ορφανοτροφείο Hope. Παράλληλα, δεν ήταν σε θέση να τον περιγράψει αναλυτικά ούτε να εξηγήσει με σαφήνεια τι εννοούσε όταν ανέφερε ότι ο συνταγματάρχης είχε υπό τις διαταγές του «ομάδα πρακτόρων». Ομοίως, δεν παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες ως προς τον τρόπο μεταφοράς των επτά παιδιών από το ορφανοτροφείο Grace στο ορφανοτροφείο Hope, ούτε ως προς το τι ακριβώς συνέβη όταν διαπιστώθηκε από τον ίδιο και τη ΜΚΟ ότι η έκθεση του ορφανοτροφείου Hope ήταν λανθασμένη. Όταν κλήθηκε να εξηγήσει για ποιο λόγο συνδέει την εξαφάνιση των παιδιών με την πεποίθησή του ότι ο συνταγματάρχης Mudimbu εμπλεκόταν σε εμπόριο παιδιών, ο Αιτητής αναφέρθηκε, χωρίς ιδιαίτερη συνοχή, σε αναφορές περί εξαφανίσεων παιδιών στην πόλη Kipangu, ενώ προέβαλε ως επιπλέον στοιχείο την απαγωγή συναδέλφου του, για την οποία, ωστόσο, δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες, περιοριζόμενος στη δήλωση ότι ο συνάδελφός του δεν παρουσιάστηκε σε προγραμματισμένη συνάντηση και ότι ούτε η οικογένειά του γνώριζε πού βρίσκεται.
21. Αναφορικά με τις απειλές που ισχυρίστηκε ότι δεχόταν, ο Αιτητής δεν μπόρεσε να δώσει σαφείς και λεπτομερείς πληροφορίες για το περιεχόμενό τους, περιοριζόμενος στη γενικόλογη αναφορά ότι τον απειλούσαν πως «θα τον σκοτώσουν», χωρίς να προσδιορίσει τον αριθμό, τη συχνότητα ή άλλες κρίσιμες παραμέτρους των απειλών. Στο ίδιο πλαίσιο, όταν κλήθηκε να περιγράψει την πιο αξιοσημείωτη απειλή, περιορίστηκε στη δήλωση ότι τον Σεπτέμβριο 2021 του είπαν ότι θα σκοτώσουν εκείνον και την οικογένειά του. Ως προς τους «πράκτορες» του Mudimbu, τους οποίους ανέφερε ότι επιτέθηκαν στην κατοικία του, δεν ήταν σε θέση να δώσει αναλυτική περιγραφή των δραστών ούτε να περιγράψει με σαφήνεια τη διαδικασία που ακολούθησε όταν κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία. Ελλιπείς κρίθηκαν επίσης οι δηλώσεις του αναφορικά με την επίθεση που, κατά τους ισχυρισμούς του, δέχθηκε η αρραβωνιαστικιά του, ενώ και ο ισχυρισμός του περί παρακολούθησής του από άγνωστα άτομα χαρακτηρίστηκε από γενικόλογο και μη συγκεκριμένο χαρακτήρα. Τέλος, οι δηλώσεις του σχετικές με τον ισχυρισμό ότι εξακολουθεί να αναζητείται από τον συνταγματάρχη και τους ανθρώπους του κρίθηκαν επίσης ως στερούμενες επαρκών λεπτομερειών, καθώς ο Αιτητής περιορίστηκε στη γενική αναφορά ότι κάποια στιγμή ο συνάδελφός του επικοινώνησε με την αδελφή του και της είπε ότι η οικογένειά του εξακολουθεί να δέχεται απειλές. Υπό το φως των πιο πάνω επισημάνσεων, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι ο εν λόγω ισχυρισμός δεν τεκμηριώνει την εσωτερική αξιοπιστία που απαιτείται.
22. Υπό το σκέλος της εξωτερικής αξιοπιστίας, οι Καθ’ ων η Αίτηση κατέγραψαν ότι δεν κατέστη εφικτό να εντοπισθεί ο συνταγματάρχης Mudimbu ούτε να επιβεβαιωθούν τα επιμέρους περιστατικά που ανέφερε ο Αιτητής. Παρά ταύτα, επισημάνθηκε ότι εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνουν πως στη ΛΔΚ αξιωματούχοι δύνανται να προβαίνουν σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή να εμπλέκονται σε πράξεις διαφθοράς, ενώ γενικά επικρατεί κλίμα ατιμωρησίας, καθώς οι αρχές συχνά δεν διερευνούν, δεν διώκουν και δεν τιμωρούν τους υπεύθυνους, ιδιαίτερα όταν αυτοί κατέχουν ανώτερες θέσεις. Περαιτέρω, καταγράφηκε ότι, παρόλο που εντοπίστηκε η ιστοσελίδα του ορφανοτροφείου Grace, δεν περιλαμβάνεται σε αυτήν οποιαδήποτε αναφορά στον συνταγματάρχη Mudimbu. Υπό το φως των ανωτέρω, οι Καθ’ ων η Αίτηση απέρριψαν τον ισχυρισμό ως μη τεκμηριωμένο.
23. Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, οι Καθ’ ων η αίτηση, έλαβαν υπόψη τον μοναδικό αποδεκτό ισχυρισμό, καταγράφοντας ότι ο Αιτητής είναι ένας νεαρός άγαμος άνδρας, ο οποίος διαθέτει εκπαιδευτικό και εργασιακό υπόβαθρο και δεν αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας. Ακολούθως, οι Καθ’ ων η αίτησή παραπέμπουν σε εξωτερική πηγή αναφορικά με τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη ΛΔΚ, ενώ επίσης παραθέτουν ποσοτικά δεδομένα από τη βάση ACLED αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας στην επαρχία της Kinshasa κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2024, καταλήγοντας ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην Kinshasa θα αντιμετωπίσει κίνδυνο ένεκα της επικρατούσας κατάστασης ασφαλείας (ερυθρά 75-74 δ.φ.).
24. Τέλος, επί της νομικής αξιολόγησης, οι Καθ’ ων η Αίτηση έκριναν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης για τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης και στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου και ότι δεν ικανοποιούνται ούτε οι προϋποθέσεις υπαγωγής στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με το άρθρο 19(2) του ιδίου Νόμου, λαμβάνοντας κυρίως υπόψη την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή. Ειδικά σε σχέση με το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2) οι Καθ’ ων η αίτηση καταλήγουν ότι ο τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή δεν τελεί σε συνθήκες εσωτερικής ή διεθνούς ένοπλης σύρραξης.
25. Στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, όπως επισημάνθηκε ανωτέρω, ο Αιτητής, δια του συνηγόρου του, δεν προσκομίζει οποιοδήποτε νέο στοιχείο, αλλά, κατά τα λοιπά, εμμένει στον πυρήνα του αιτήματός του, αμφισβητώντας την αξιολόγηση των Καθ’ ων η αίτηση. Κατά την ακροαματική διαδικασία της 20.10.2025, υποβλήθηκαν ερωτήματα από το Δικαστήριο στον Αιτητή στο πλαίσιο των οποίων προέκυψαν τα εξής. Υποβλήθηκε στον Αιτητή ότι αυτός δεν προσκόμισε οποιοδήποτε έγγραφο που να αποδεικνύει είτε την εργοδότησή του είτε τις απειλές που ισχυρίστηκε ότι δεχόταν, καίτοι του δόθηκε η δυνατότητα (βλ. ερ. 64), με τον Αιτητή να αποκρίνεται ότι δεν έχει οτιδήποτε και ότι εκ των υστέρων θα μπορούσε να ψάξει. Ο Αιτητής δήλωσε ότι πριν από την αναχώρησή του από τη χώρα διέμενε για διάστημα περίπου τριών μηνών στην κοινότητα Ngiri Ngiri της Kinshasa, ενώ προηγουμένως διέμενε για περίπου δύο μήνες στην περιφέρεια Bas Congo (νυν Kongo Central), συγκεκριμένα στο Kisantu, και πριν από αυτό στο Yolo. Ως προς την εργασία του, ανέφερε ότι η ΜΚΟ στην οποία εργαζόταν ονομαζόταν UFEVEA, ότι εργαζόταν εκεί για περίπου δύο έτη και ότι ξεκίνησε να εργάζεται όταν διέμενε στο Yolo. Δήλωσε ότι τον Ιούλιο του 2021 άγνωστα άτομα εισήλθαν στην οικία του στη Ngiri Ngiri, ενώ ο ίδιος απουσίαζε, και μετέφεραν στους γείτονές του απειλητικό μήνυμα ότι σκόπευαν να τον σκοτώσουν. Ανέφερε ότι η βάση του ορφανοτροφείου La Grace βρισκόταν στη Madimba και η βάση του ορφανοτροφείου Hope στην Kipangu, με απόσταση μεταξύ τους περίπου δύο ωρών. Περιέγραψε ότι τα επτά παιδιά παραλήφθηκαν από τον γραμματέα του ορφανοτροφείου Hope και τον συνταγματάρχη, τον οποίο χαρακτήρισε ως υπεύθυνο του ορφανοτροφείου. Όταν ρωτήθηκε αν ο συνταγματάρχης ανήκε στον στρατό ή την αστυνομία, απάντησε ότι ανήκε στην αστυνομία. Ως προς τα παιδιά που δεν περιλαμβάνονταν στην έκθεση του ορφανοτροφείου Hope, ανέφερε ότι επρόκειτο για δύο αγόρια και δύο κορίτσια. Υποστήριξε ότι από την έρευνα που πραγματοποίησαν η ΜΚΟ και το ορφανοτροφείο La Grace προέκυψε ότι ο συνταγματάρχης ήταν υπεύθυνος για την εξαφάνιση των παιδιών, ότι η έρευνα διήρκεσε δύο εβδομάδες και ότι η μεταφορά των παιδιών στο ορφανοτροφείο Hope πραγματοποιήθηκε στις 24.7.2021. Ανέφερε ότι παρέμεινε στο Bas Congo για περίπου τρεις εβδομάδες μετά τη μεταφορά. Προσέθεσε ότι τον Αύγουστο 2021, ενώ βρισκόταν ακόμη στο Bas Congo, τέσσερις άνδρες —ένας με στρατιωτική στολή και τρεις με πολιτικά— προσπάθησαν να βάλουν τον ίδιο και ένα άλλο συνάδελφό του, που επίσης συμμετείχε στη μεταφορά, σε ένα αυτοκίνητο, αλλά κατόρθωσαν να διαφύγουν· κατά τον Αιτητή, οι δράστες ήταν απεσταλμένοι του συνταγματάρχη, καθώς ανέφεραν το όνομά του. Υποστήριξε ότι η επίθεση έλαβε χώρα στο χωριό Madilba γύρω στις δύο το μεσημέρι. Όταν ρωτήθηκε γιατί ο συνταγματάρχης στράφηκε κατά των υπαλλήλων που πραγματοποίησαν τη μεταφορά και όχι κατά των οργανισμών που διεξήγαγαν την έρευνα εις βάρος του, ο Αιτητής απάντησε ότι στράφηκε εναντίον τους επειδή ήταν μάρτυρες του περιστατικού και είχαν παραδώσει έγγραφα που τον εξέθεταν. Ανέφερε ότι, κατά τη γνώση του, ο συνταγματάρχης εξακολουθεί να είναι υπεύθυνος του ορφανοτροφείου Hope. Ως προς τον συνάδελφό του Ντάνι, δήλωσε ότι δεν είχε καμία επαφή μαζί του μετά τον Σεπτέμβριο 2021. Διευκρίνισε ότι η απαγωγή του συναδέλφου του “Ch” συνέβη κατά τη διάρκεια των δύο εβδομάδων που διήρκεσε η έρευνα για τον συνταγματάρχη. Τέλος, ανέφερε ότι όσο βρισκόταν στην Kinshasa ενημερώθηκε από τον γραμματέα της UFEVEA ότι ο συνταγματάρχης εξακολουθούσε να τον αναζητεί, ενώ μετά την αναχώρησή του άλλος συνάδελφός του από το τμήμα διαχείρισης πληροφοριών τον ενημέρωσε ότι εξακολουθούσε να λαμβάνει ενημέρωση για την εν λόγω υπόθεση.
26. Προχωρώντας στη de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, επισημαίνονται τα κάτωθι: Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, το Δικαστήριο συντάσσεται καταρχάς με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του Αιτητή, για τους λόγους που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι τόσο οι Καθ’ ων η Αίτηση όσο και το παρόν Δικαστήριο αποδέχονται ότι ο Αιτητής εργάστηκε, έστω και βραχύχρονα, σε ΜΚΟ, εκτελώντας καθήκοντα συναρτώμενα με τις γνώσεις του στην πληροφορική και τη διαχείριση ηλεκτρονικών δεδομένων. Παρότι ο Αιτητής δεν προσκόμισε οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία προς επιβεβαίωση της εργασιακής του σχέσης, στοιχεία τα οποία, ενόψει και της ειδικότητας και της τεχνικής του κατάρτισης, θα ανέμενε κανείς ότι θα μπορούσε να είχε διαφυλάξει ή τουλάχιστον να είχε ευχερέστερη πρόσβαση, οι δηλώσεις του αναφορικά με την εργοδότησή του, τη φύση των καθηκόντων του και το αντικείμενο της εργασίας του κρίνονται επαρκείς και συμβατές με το μορφωτικό και επαγγελματικό του προφίλ.
27. Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, το Δικαστήριο συντάσσεται με τα ευρήματα των Καθ’ ων η Αίτηση περί αναξιοπιστίας των δηλώσεών του, καθόσον, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των ισχυρισμών που προέβαλε σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, διαπιστώνεται ότι περιέπεσε σε σειρά αντιφατικών αναφορών ως προς καίρια σημεία του αιτήματός του.
28. Ως προς τον ίδιο ισχυρισμό, το Δικαστήριο επιβεβαιώνει την ορθότητα των επιμέρους ευρημάτων των Καθ’ ων η Αίτηση σχετικά με την αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή, ιδίως σε ό,τι αφορά την άγνοιά του αναφορικά με στοιχεία που ευλόγως αναμένεται να γνωρίζει για τον φερόμενο φορέα δίωξής του, καθώς και τη γενικόλογη και ασαφή παρουσίαση των περιστατικών που, κατά τους ισχυρισμούς του, συνιστούν απειλές σε βάρος του. Περαιτέρω, κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου ακροαματική διαδικασία, αναδείχθηκαν ουσιώδεις και συστηματικές αντιφάσεις μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή στη διοικητική διαδικασία και όσων προέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου. Ειδικότερα, στη συνέντευξη ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου ο Αιτητής τοποθετεί το περιστατικό διάρρηξης και τις απειλές που φέρεται να δέχθηκε στην οικία του τον Σεπτέμβριο 2021, καθώς και την απαγωγή του συναδέλφου του «Ch» περί τα τέλη Αυγούστου 2021. Ενώπιον του Δικαστηρίου, τα ίδια περιστατικά μετατίθενται χρονικά στον Ιούλιο 2021, δηλαδή δύο μήνες νωρίτερα, χωρίς ο Αιτητής να παρέχει επαρκή ή συνεκτική εξήγηση για τη μετατόπιση αυτή, ενώ αναφέρει ότι δεν θυμάται πού βρισκόταν όταν εισήλθαν άγνωστοι στην οικία του. Αν και το συγκεκριμένο σημείο δεν καθίσταται από μόνο του καταλυτικό, παραμένει αξιοσημείωτο, λόγω της σοβαρότητας των αναφερόμενων περιστατικών και της σύνδεσής τους με την απόφαση του Αιτητή να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του. Παρομοίως, για την απαγωγή του «Ch», ο Αιτητής στη διοικητική διαδικασία αναφέρει ότι έλαβε χώρα τον Αύγουστο, ενώ ενώπιον του Δικαστηρίου δηλώνει αρχικά ότι συνέβη τον Σεπτέμβριο, κατόπιν το επανατοποθετεί «κατά τις δύο εβδομάδες των ερευνών» και τελικά δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει με σαφήνεια ούτε μήνα ούτε χρονική αλληλουχία. Οι αντιφάσεις αυτές αφορούν χρονικά σημεία κρίσιμης σημασίας για την αξιολόγηση της ύπαρξης πραγματικής δίωξης και υπονομεύουν τη συνοχή του ισχυρισμού.
29. Αξιοσημείωτο, επίσης, είναι ότι στη διοικητική διαδικασία δεν υφίσταται οποιαδήποτε αναφορά σε επίθεση σε βάρος του Αιτητή στο Pangongo. Αντίθετα, ενώπιον του Δικαστηρίου ο Αιτητής προβάλλει για πρώτη φορά ότι τέσσερις άνδρες, ένας φέροντας στρατιωτική στολή και τρεις με πολιτικά, επιχείρησαν να τον εξαναγκάσουν να εισέλθει σε όχημα. Το Δικαστήριο επισημαίνει ότι το περιστατικό αυτό δεν περιλαμβάνεται στη συνέντευξη ούτε υποστηρίζεται από οποιοδήποτε στοιχείο του διοικητικού φακέλου, ενώ η συνήγορος των Καθ’ ων επιβεβαίωσε ότι το μόνο σχετικό περιστατικό που καταγράφηκε στη συνέντευξη αφορά την επίθεση στην αρραβωνιαστικιά του Αιτητή. Η εκ των υστέρων αυτή προσθήκη νέου, ιδιαιτέρως σημαντικού ισχυρισμού, χωρίς προηγούμενη αναφορά ή αιτιολόγηση, θίγει ουσιωδώς την αξιοπιστία του Αιτητή.
30. Επιπρόσθετα, σε όλη τη διαδικασία ο Αιτητής αδυνατεί να παράσχει βασικές πληροφορίες για τον φερόμενο διώκτη του, συνταγματάρχη Mudimbu: δεν γνωρίζει το πλήρες όνομά του, δεν γνωρίζει σε ποιο σώμα υπηρετεί, με μόνη μνεία κατά τη δικαστική διαδικασία ότι «υπηρετεί στην αστυνομία», δεν γνωρίζει τη θέση του στο ορφανοτροφείο ούτε τη σχέση του με τις αρχές, ενώ δεν μπορεί να εξηγήσει πώς είναι δυνατόν ένας υπεύθυνος ορφανοτροφείου να διεξάγει ο ίδιος έρευνα για τα αγνοούμενα παιδιά.
31. Τέλος, εντοπίζεται ουσιώδης αντίφαση και ως προς το πρόσωπο που, κατά τον Αιτητή, τον ενημέρωσε ότι εξακολουθεί να αναζητείται από τον συνταγματάρχη: στη συνέντευξη ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου ο Αιτητής ανέφερε ότι ενημερώθηκε από την αδελφή του, η οποία είχε λάβει την πληροφορία από τον συνάδελφό του «J», ενώ κατά την ακροαματική διαδικασία δηλώνει διαδοχικά ότι ενημερώθηκε από την οργάνωση UFEVEA, στη συνέχεια από τον γραμματέα της οργάνωσης (Kissg) και εν συνεχεία εκ νέου από τον «J» μετά την αναχώρησή του από τη χώρα. Η διαδοχική μεταβολή των προσώπων που φέρονται να παρέχουν την ίδια κρίσιμη πληροφορία, χωρίς συνεκτική ή τεκμηριωμένη εξήγηση, πλήττει ουσιωδώς την εσωτερική συνοχή των δηλώσεων του Αιτητή και κατ’ επέκταση την ευλογοφάνεια του ισχυρισμού του περί συνεχιζόμενης δίωξης.
32. Ως προς την εξέταση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή, επιβεβαιώνεται η έρευνα την οποία πραγματοποίησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση αναφορικά με τον φερόμενο φορέα δίωξης. Κατόπιν αναζήτησης στο δημόσιο διαδίκτυο μέσω της μηχανής αναζήτησης Google, δεν κατέστη εφικτό να ανευρεθούν πληροφορίες για οποιοδήποτε πρόσωπο φέρον το όνομα «Mudimbu» και κατέχον στρατιωτικό βαθμό συνταγματάρχη. Το εύρημα αυτό συνάδει με την εκτίμηση ότι δεν υφίσταται εξωτερική τεκμηρίωση του συγκεκριμένου ισχυρισμού.
33. Ως προς την ύπαρξη του ορφανοτροφείου «Hope», στο οποίο, κατά τους ισχυρισμούς του Αιτητή, φέρεται να επιχειρήθηκε η μεταφορά των τεσσάρων αγνοούμενων παιδιών, εντοπίστηκαν, κατόπιν γενικής αναζήτησης στη μηχανή αναζήτησης Google, πολλαπλές δομές και ορφανοτροφεία φέροντα την ονομασία «Hope». Για παράδειγμα, ανευρέθη μια οργάνωση με το όνομα Hope for Orphans - Congo Espoir pour orphelins – Congo[1]. Το ορφανοτροφείο βρίσκεται στο χωριό Kikamata[2] και λειτουργεί υπό τη διεύθυνση του Mr. Mungabo και απασχολεί 6 φροντιστές[3]. Επίσης ανευρέθη η οργάνωση Hope for all[4] η οποία συνεργάζεται με ένα ορφανοτροφείο της Kinshasa[5]. Η οργάνωση Project Hope 127 διατηρεί ορφανοτροφείο με το όνομα «Orphan’s Framing Center» κοντά στην πόλη της Goma[6]. Δεδομένου, ωστόσο, ότι ο Αιτητής δεν παρείχε ακριβή ή ειδικότερα προσδιοριστικά στοιχεία αναφορικά με τη συγκεκριμένη δομή, , πλήρη επωνυμία, πρόσωπα υπευθύνων ή στοιχεία επικοινωνίας, δεν είναι εφικτή η διενέργεια πιο στοχευμένης ή επαληθεύσιμης έρευνας. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο δεν δύναται να αντλήσει συμπεράσματα ως προς την πραγματική ύπαρξη του συγκεκριμένου ορφανοτροφείου ούτε ως προς τον ρόλο του στο αναφερόμενο περιστατικό. Κατόπιν έρευνας, ανευρέθη η τοποθεσία Kipangu την οποία προσδιόρισε ο Αιτητής ως τοποθεσία του ορφανοτροφείου Hope (αν και όχι στον ιστότοπο google maps[7]). Κατόπιν αναζήτησης στη μηχανή αναζήτησης google δεν ανευρέθη κάποιο ορφανοτροφείο με το όνομα Hope στην περιοχή Kipangu του Bas Kongo. Σημειωτέον ωστόσο, ότι αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το μέρος δεν υπάρχει, σύμφωνα με το COI Report Methodology της EUAA[8].
34. Κατόπιν αναζήτησης στη μηχανή αναζήτησης Google[9], δεν κατέστη εφικτό να ανευρεθεί ούτε η ΜΚΟ Espace des Vulnérables, στην οποία κατ’ ισχυρισμόν του εργαζόταν ο Αιτητής.
35. Παρόλα αυτά ανευρέθη ΜΚΟ με το όνομα UFEVEA, η οποία διατηρεί λογαριασμό στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Facebook[10]. Από τον εν λόγω λογαριασμό καθίσταται σαφές ότι το όνομα UFEVEA προκύπτει από τα αρχικά των λέξεων «Union des Femmes Veuves et Enfants Abandonnés» (Ένωση Χηρών Γυναικών και Εγκαταλελειμμένων Παιδιών). Στην ίδια σελίδα καταγράφεται το εξής: «Η UFEVEA ΜΚΟ είναι καταγεγραμμένη στο Υπουργείο Δικαιοσύνης με αριθμό: N°just./SG 20/520/2018. Η νομική προσωπικότητα της αποδόθηκε με την Υπουργική Απόφαση αρ. 319/CAB/ME/MIN/J&GS/2024 της 10ης Φεβρουαρίου 2024 και είναι εξουσιοδοτημένη να δραστηριοποιείται σε όλη την έκταση της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό». Επισημαίνεται ότι ο Αιτητής δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία συναφή με αυτή την πτυχή των ισχυρισμών του μολονότι είχε την ευκαιρία τόσο κατά τη διοικητική όσο και κατά τη δικαστική διαδικασία. Ως εκ τούτου, οι συναφείς δηλώσεις του Αιτητή δεν βρίσκουν έρεισμα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
36. Αναφορικά με την εμπορία προσώπων στη ΛΔΚ, σύμφωνα με μια έκθεση του Danish Immigration Office αναφορικά με τις κοινωνικοοικονομικές στην Kinshasa (2022) η λειτουργία ορφανοτροφείων έχει καταστεί επικερδής, καθώς τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί ένα κύκλωμα εμπορίας ανθρώπων που εμπλέκει τόσο τις Ένοπλες Δυνάμεις της ΛΔΚ (FARDC) όσο και τοπικές ΜΚΟ. Ειδικότερα περιγράφεται ότι παιδιά μεταφέρονται από διάφορες περιοχές της ΛΔΚ στην Kinshasa, όπου αφήνονται για κάποιο διάστημα στους δρόμους προτού τοποθετηθούν σε ορφανοτροφεία. Αφού τα παιδιά μεταφερθούν στα ορφανοτροφεία, γίνεται επικοινωνία με τους γονείς τους και στη συνέχεια πραγματοποιείται «επανένωση» με τις οικογένειές τους. Αυτό το σχήμα έχει εξελιχθεί σε μεγάλη επιχείρηση, καθώς είναι οικονομικά αποδοτικό να μεταφέρονται παιδιά στα ορφανοτροφεία και κατόπιν να «επανασυνδέονται» με τους γονείς τους[11]
37. Η Ειδική Εισηγήτρια του ΟΗΕ για την εμπορία προσώπων, ιδίως γυναικών και παιδιών, ανέφερε στη δήλωσή της μετά την επίσκεψή της στη ΛΔ Κονγκό τον Ιούλιο του 2025 ότι παρατηρείται συνεχιζόμενη εξάπλωση της εμπορίας παιδιών, ιδιαίτερα για σκοπούς στρατολόγησης και χρήσης από ένοπλες ομάδες καθώς και για σεξουαλική εκμετάλλευση. Επίσης, κατέγραψε ότι έλαβε αναφορές για αυξημένη και ενεργή στρατολόγηση παιδιών από ένοπλες ομάδες, ιδίως πιο πρόσφατα από την ομάδα M23. Αντίστοιχα, επεσήμανε ότι είναι εκτεταμένες και οι αναφορές για απαγωγές παιδιών από ένοπλες ομάδες, οι οποίες συνδέονται με σκοπούς εκμετάλλευσης, όπως στρατολόγηση, σεξουαλική εκμετάλλευση, παιδική εργασία και παιδικό γάμο[12]. Ως εκ τούτου, πηγές επιβεβαιώνουν την δράση μηχανισμών εμπορίας προσώπων και δη ανηλίκων στη ΛΔΚ, όπου ενίοτε εμπλέκονται και ΜΚΟ και οι ένοπλες δυνάμεις.
38. Δεδομένης της μη θεμελίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητής ως προς την φερόμενη δίωξή του από συγκεκριμένο πρόσωπο, η επιβεβαίωση της ανωτέρω μόνο πτυχής του αφηγήματός του δεν αρκεί για την αποδοχή του υπό εξέταση ισχυρισμού του.
39. Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής, στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του, επισημαίνονται τα τα εξής:
40. Ως προς την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, σύμφωνα με την ιστοσελίδα RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η ΛΔΚ εμπλέκεται σε αρκετές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις εντός των εδαφών της εναντίον ορισμένων μη κρατικών ένοπλων ομάδων, μεταξύ των οποίων οι ADF (Allied Democratic Forces), Mai-Mai Yakutumba, FDLR (Forces démocratiques de libération du Rwanda), CODECO (Coopérative de développement économique du Congo) και M23[13]. Ειρηνευτική αποστολή των Ηνωμένων Εθνών (UN Organization Stabilization Mission in the Democratic Republic of the Congo- MONUSCO) υποστηρίζει τις ένοπλες δυνάμεις της ΛΔΚ[14], και το Συμβούλιο Ασφαλείας, με το ψήφισμά του υπ’ αρ. 2765 (2024), αποφάσισε την επέκταση της εντολής της MONUSCO μέχρι τις 20.12.2025[15]. Οι περιοχές Kivu, Kasai και Ituri είναι αυτές οι οποίες πλήττονται σε μεγαλύτερο βαθμό από τις ένοπλες συγκρούσεις, αν και η βία είναι εκτεταμένη και επηρεάζει ολόκληρη τη χώρα[16]. Ειδικά στην Kinshasa, οι προαναφερόμενες οργανώσεις, δεν παρουσιάζονται δρώσες[17].
41. Έτερες πηγές επιβεβαιώνουν ότι καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024, η ένοπλη σύγκρουση στις ανατολικές επαρχίες North Kivu, Ituri και South Kivu συνεχίστηκε, κατά τη διάρκεια της οποίας «συνεχίστηκαν οι επιθέσεις κατά αμάχων» καθώς οι συγκρούσεις μεταξύ ένοπλων ομάδων και κυβερνητικών δυνάμεων κλιμακώθηκαν. Οι εχθροπραξίες στο North Kivu προκάλεσαν μαζικό εκτοπισμό πληθυσμών, διακοπή της ανθρωπιστικής βοήθειας και της παροχής τροφίμων στην Goma, και συνοδεύτηκαν από παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εις βάρος αμάχων και εκτοπισμένων πληθυσμών από τις Ένοπλες Δυνάμεις της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (FARDC), συμμαχικές πολιτοφυλακές, στρατεύματα της Rwanda και την ένοπλη ομάδα M23. Η Freedom House σημείωσε ότι «η σωματική ασφάλεια είναι επισφαλής λόγω της βίας και των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράττουν οι κυβερνητικές δυνάμεις και οι ένοπλες αντάρτικες ομάδες, ιδίως στα ανατολικά». Όπως αναφέρθηκε, από τον Ιανουάριο του 2025, οι μάχες μεταξύ των ένοπλων δυνάμεων της ΛΔΚ και των μαχητικών ομάδων υπό την ηγεσία της M23 έχουν ενταθεί στο ανατολικό τμήμα της χώρας, ιδιαίτερα στις επαρχίες North Kivu και South Kivu, ενώ η M23 προέλασε και κατέλαβε περιοχές στο North Kivu, συμπεριλαμβανομένης της πόλης Goma, και στο South Kivu. Στις 27 Ιουνίου 2025, πηγές ανέφεραν ότι η Rwanda και η ΛΔ Κονγκό υπέγραψαν συμφωνία ειρήνης με μεσολάβηση των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία «προέβλεπε βασικές ρυθμίσεις για την εδαφική ακεραιότητα, τον αφοπλισμό και την επιστροφή των προσφύγων». Πηγές περιέγραψαν ότι καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024, οι αρχές υπήρξαν καταπιεστικές απέναντι σε μέλη της αντιπολίτευσης, ακτιβιστές της κοινωνίας των πολιτών, επικριτές του καθεστώτος και δημοσιογράφους. Οι πολίτες ήταν «όλο και περισσότερο ανίκανοι να ασκήσουν ελεύθερα βασικές πολιτικές ελευθερίες». Θεμελιώδη δικαιώματα, ιδίως η ελευθερία της έκφρασης, της ειρηνικής συνάθροισης και του συνεταιρίζεσθαι, περιορίστηκαν, ειδικά στις επαρχίες Ituri και North Kivu, όπου είχε επιβληθεί στρατιωτικός νόμος[18]. Από τις ανωτέρω αξιόπιστες πηγές προκύπτει ότι η περιγραφόμενη έκρυθμη κατάσταση δεν αφορά στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.
42. Ειδικώς για την περιοχή της Kinshasa, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, σύμφωνα με μια εστιασμένη έκθεση COI που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο του 2025 σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στη ΛΔΚ από το βέλγικο Κέντρο Τεκμηρίωσης και Έρευνας (CEDOCA), «όσον αφορά την Kinshasa, αναφέρθηκαν σποραδικά περιστατικά ασφαλείας κατά τη διάρκεια του 2024, συμπεριλαμβανομένων διαδηλώσεων, μιας απόπειρας πραξικοπήματος, μιας απόδρασης από τη φυλακή Makala και ορισμένων επεισοδίων στην αγροτική περιοχή της κοινότητας Maluku λόγω της σύγκρουσης που λαμβάνει χώρα στη γειτονική επαρχία Mai-Ndombe». Η ίδια πηγή, επικαλούμενη πληροφορίες από το United Nations Joint Human Rights Office, ανέφερε ότι η επαρχία της Kinshasa ήταν «ανεπηρέαστη από ένοπλη σύγκρουση» και ότι «από την επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας στα ανατολικά το 2025, εκτός από διαδηλώσεις κατά δυτικών πρεσβειών, δεν έχουν αναφερθεί σοβαρά περιστατικά ασφαλείας στην Kinshasa»[19]. Τον Ιανουάριο του 2025, διαδηλωτές στην Kinshasa επιτέθηκαν σε πρεσβείες και προκάλεσαν πυρκαγιές στο πλαίσιο ενός ξεσπάσματος διαδηλώσεων κατά της επίθεσης των ανταρτών M23 στην ανατολική περιοχή[20]. Τα ανωτέρω απαντούν και στην τοποθέτηση του Αιτητή αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του.
43. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, στη διοικητική περιφέρεια της Kinshasa, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας αναφοράς τις 10/11/2025), καταγράφηκαν 3 περιστατικά πολιτικής βίας (“political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία προκλήθηκαν 3 θάνατοι[21].
44. Ο εκτιμώμενος πληθυσμός της περιφέρειας Kinshasa το 2020 ανερχόταν στους 14,565,700 κατοίκους[22].
45. Ειδικώς ως προς το θρησκευτικό του προφίλ ως χριστιανού, ούτε με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα, αντιμετωπίζει ευλόγως κίνδυνο. Πέραν της απουσίας εκπεφρασμένου φόβου ένεκα αυτής της παραμέτρου ή άλλων συναφών προσωπικών περιστάσεων, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές, το σύνταγμα της ΛΔΚ απαγορεύει τις θρησκευτικές διακρίσεις και προβλέπει την ελευθερία της θρησκείας και το δικαίωμα λατρείας, με την επιφύλαξη της «συμμόρφωσης με τον νόμο, τη δημόσια τάξη, την δημόσια ηθική και τα δικαιώματα των άλλων». Ορίζει δε ότι το δικαίωμα στη θρησκευτική ελευθερία δεν μπορεί να καταργηθεί ακόμη και όταν η κυβέρνηση κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης ή πολιορκία. Σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των Η.Π.Α του 2023, σχετικά με τη θρησκευτική ελευθερία στη ΛΔΚ, οι χριστιανοί αποτελούν το 95,1% του πληθυσμού. Αν και καταγράφηκαν κάποιες επιθέσεις από το ISIS-DRC/ADF, αυτές αφορούσαν αδιακρίτως βία κατά πολιτών.[23]
46. Με βάση τα ανωτέρω ευρήματα ως προς την κατάσταση ασφάλειας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή και ελλείψει οποιουδήποτε άλλου αποδεδειγμένου παράγοντα κινδύνου απορρέοντος από το προσωπικό του προφίλ, το γεγονός ότι ο Αιτητής δεν παρουσιάζει στοιχεία ευαλωτότητας αλλά αντιθέτως, πρόκειται για υγιή, μορφωμένο άνδρα, ικανό προς εργασία, με προηγούμενη εργασιακή πείρα στη χώρα καταγωγής του, και με υφιστάμενο κοινωνικό και οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο, δεν προκύπτει εύλογος ή αποδεδειγμένος κίνδυνος για την ασφάλειά του σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
47. Υπό το φως της ανωτέρω ανάλυσης κινδύνου, το Δικαστήριο καταλήγει ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθ' εαυτός από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά.
48. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
49. Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] δεν προκύπτει ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].
50. Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο προσφεύγων, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή (βλ. άρθρο 19(2)(γ) απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43).
51. Σημειώνεται συναφώς ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».
52. Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, δεν λαμβάνει χώρα ένοπλη σύρραξη στην Kinshasa, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.
53. Ακολούθως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (Βλ. C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
54. Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
55. Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
56. Ενόψει των ανωτέρω ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών, δεν είναι δυνατό η επικρατούσα κατάσταση στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι στην ευρύτερη επαρχία της Kinshasa, να χαρακτηριστεί ως αδιάκριτη βία λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής μόνο λόγω της παρουσίας του εκεί να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων. Την ίδια στιγμή, επικουρικώς, δεν προκύπτει οποιοσδήποτε παράγοντας επίτασης του κινδύνου στο πρόσωπο του Αιτητή (ΔΕΕ, C-285/12, Diakité, ημερ. 30/01/2014, σκ. 27-28). Ενόψει της έλλειψης της ουσιώδους αυτής προϋπόθεσης εφαρμογής του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο αντίστοιχο καθεστώς. Εν προκειμένω, καίτοι παρουσιάζονται προκλήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι ανωτέρω πηγές δεν περιγράφουν κατάσταση που να ταυτίζεται με καθολική ένοπλη σύρραξη με αμάχους υπό συνεχή αδιάκριτη βία.
57. Ως προς δε την απόφαση επιστροφής του, δεν εγείρεται οποιοσδήποτε ισχυρισμός και δεν έχει τεθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οτιδήποτε άλλο συναφές με την αρχή της μη επαναπροώθησης και των προϋποθέσεων έκδοσης της απόφασης επιστροφής, πέραν των όσων ήδη εξετάστηκαν και αναλύθηκαν ανωτέρω (Βλ. απόφαση της της 17ης Οκτωβρίου 2024, υπόθεση C 156/23 [Ararat] K, L, M, N κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2024:892, ιδίως σκέψεις 50 έως 51).
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Κ. ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[2] Δεν κατέστη δυνατό να ανευρεθεί το χωριό στην ιστοσελίδα google maps.
[7] Map of Kipangu (Democratic Republic of the Congo / Bas-Congo, Mbanza-Ngungu), https://satellites.pro/Democratic_Republic_of_the_Congo_map#-5.458270,15.045920,14 και https://www.viamichelin.com/?bounds=14.973211206509575%7E-5.8658115937232935%7E14.98361662357803%7E-5.857378199252793¢er=14.977947536788264%7E-5.861759868771941&filters=%7B%22ACCOMMODATION_RATE%22%3A7%2C%22ACCOMMODATION_AVAILABILITY_DATE_RANGE%22%3A%7B%22startDate%22%3A%222025-12-26%22%2C%22endDate%22%3A%222025-12-27%22%7D%7D&itinerary=%7B%22isDeparture%22%3Atrue%7D%7E%7B%22isArrival%22%3Atrue%7D&page=1&poiCategories=7&rechargeTreshold=20&selectedAddress=%7B%22address%22%3A%22%22%2C%22entityType%22%3A%22CITY%22%2C%22coordinates%22%3A%7B%22lat%22%3A-5.857001%2C%22lng%22%3A14.968788%7D%2C%22boundsSync%22%3Afalse%7D&withCaravan=false&zoiSettings=false%7E20
[8] EUAA COI Report Methodology, June 2019, rebranded in 2023, accessible at: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/2023_02_EUAA_COI_Report_Methodology_Rebranded.pdf σελ. 18
[9] https://www.google.com/search?q=espace+de+vulnerables+organisation+democratic+republic+of+congo&newwindow=1&sca_esv=278d09661b769015&sxsrf=AE3TifMxBKDDuv4f6Mwj9S6UCbTyy26OPQ%3A1762772792563&ei=OMcRaevsIdWO9u8Pkfbt2A4&ved=0ahUKEwjr6PqwuOeQAxVVh_0HHRF7G-sQ4dUDCBE&uact=5&oq=espace+de+vulnerables+organisation+democratic+republic+of+congo&gs_lp=Egxnd3Mtd2l6LXNlcnAiP2VzcGFjZSBkZSB2dWxuZXJhYmxlcyBvcmdhbmlzYXRpb24gZGVtb2NyYXRpYyByZXB1YmxpYyBvZiBjb25nb0jMHFDMAViyG3ACeAGQAQCYAaYBoAGGEKoBBDAuMTS4AQPIAQD4AQGYAgegAo8GwgIKEAAYsAMY1gQYR8ICDhAAGLADGOQCGNYE2AEBwgIXEC4YsAMYuAYY2AIYyAMY2gYY3AbYAQHCAggQABiABBiiBMICBRAAGO8FwgIIEAAYogQYiQXCAgQQIRgKmAMAiAYBkAYPugYGCAEQARgJkgcDMi41oAf8L7IHAzAuNbgHhwbCBwUxLjUuMcgHDQ&sclient=gws-wiz-serp
[11] Denmark - Immigration Service, COI Division DRC - Socioeconomic conditions in Kinshasa, 07/10/2022, σελ. 19, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf
[12] OHCHR - UN Office of the High Commissioner for Human Rights: Special Rapporteur on trafficking in persons, especially women and children; Country visit to the Democratic Republic of the Congo 15-25 July 2025; End of mission statement, 25 July 2025
https://www.ecoi.net/en/file/local/2128249/20250725-eom-rdc-sr-trafficking-en.pdf, σελ. 4,.Βλ. και HRC - UN Human Rights Council (formerly UN Commission on Human Rights): Technical assistance and capacity-building in the field of human rights in the Democratic Republic of the Congo; Report of the team of international experts on the Democratic Republic of the Congo [A/HRC/60/83], 29 August 2025, https://www.ecoi.net/en/file/local/2130281/g2512582.pdf, σελ. 6
[13] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, ‘Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo’, Last updated: Tuesday 14th February 2023, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord (ημερομηνία πρόσβασης 30.10.2025)
[14] Ο.π.
[15] UNSC, S/RES/2765 (2024) διαθέσιμο σε https://digitallibrary.un.org/record/4069994?v=pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30.10.2025)
[16] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, ‘Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo’, Last updated: Tuesday 14th February 2023, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord (ημερομηνία πρόσβασης 30.10.2025)
[17] Βλ. σχετικά Global Protection Cluster, https://www.globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-02/points_saillants-situation_de_protection_decembre_2023_vf.pdf, Παρουσία των ανωτέρω ομάδων στην Kinshasa δε μαρτυρείται ούτε κατά την πρόσφατη επιστολή ομάδας ειδικών στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό προς τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας UNSC, 'Letter dated 15 December 2023 from the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo addressed to the President of the Security Council' (2023), διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30.10.2025)
[18] EUAA COI Query Response - DRC - Democratic Republic of the Congo - Security Situation in Kinshasa,
01/07/2025, σελ.3-4, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2025_07_EUAA_COI_Query_Response_Q13_DRC_Security_Situation_Kinshasa.pdf
[19] EUAA COI Query Response - DRC - Democratic Republic of the Congo - Security Situation in Kinshasa,
01/07/2025, σελ. 4, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2025_07_EUAA_COI_Query_Response_Q13_DRC_Security_Situation_Kinshasa.pdf
[20] EUAA COI Query Response - DRC - Democratic Republic of the Congo - Security Situation in Kinshasa,
01/07/2025, σελ. 4, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2025_07_EUAA_COI_Query_Response_Q13_DRC_Security_Situation_Kinshasa.pdf
[21] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Democratic Republic of Congo, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, https://acleddata.com/platform/explorer
[22] City Population, https://citypopulation.de/en/drcongo/cities/
[23] USDOS - US Department of State, ‘DEMOCRATIC REPUBLIC OF THE CONGO 2023 INTERNATIONAL RELIGIOUS FREEDOM REPORT’ (26 June 2024) διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2023-report-on-international-religious-freedom/democratic-republic-of-the-congo/ (ημερομηνία πρόσβασης 30.10.2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο