ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: Τ436/25
10 Νοεμβρίου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
V.E.N.
Αιτήτριας,
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
.........
Η Αιτήτρια εμφανίζεται αυτοπροσώπως
Ρ. Ευαγγέλου (κος) για πιστή διερμηνεία από την αγγλική στην ελληνική και αντίστροφα
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η Αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 29.8.2025, με την οποία απορρίφθηκε η μεταγενέστερη αίτησή της για διεθνή προστασία καθώς κρίθηκε ως απαράδεκτη δυνάμει των άρθρων 16Δ και 12Βτετράκις των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023(στο εξής: o περί Προσφύγων Νόμος).
Γεγονότα
Νομικοί Ισχυρισμοί
3. Κατ΄ εφαρμογή του Κανονισμού 3(ε) των περί της λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, ως έχουν τροποποιηθεί, οι Καθ’ ων η αίτηση συμμετέχουν στην παρούσα διαδικασία δια της καταχωρίσεως υπομνήματος, αλλά δεν συμμετέχουν στην ακροαματική διαδικασία.
To νομικό πλαίσιο
4. Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2023 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι του παρόντος δικαστηρίου):
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ' ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
5. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2025 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
6. Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.
7. Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποχρεώσεις αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών
16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).
(2) Ιδίως, ο αιτητής οφείλει-
(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙ […]
(3) Η Υπηρεσία Ασύλου αξιολογεί, σε συνεργασία με τον αιτητή, τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) στοιχεία.».
8. Το άρθρο 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τα ακόλουθα:
«Απαράδεκτες αιτήσεις
(2) Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να θεωρήσει αίτηση ως απαράδεκτη μόνον εάν- (α) [...] (β) [...] (γ) [...]
(δ) η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας∙ ή
(ε) [...]».
9. Το άρθρο 16Δ του του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποβολή νέων στοιχείων ή πορισμάτων ή μεταγενέστερης αίτησης
16Δ.-(1)(α) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο -
(i) Μεταγενέστερη αίτηση, ή
(ii) νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά ή μετά την ημερομηνία στην οποία καθίσταται εκτελεστή απόφαση του Προϊσταμένου επί πρότερης αίτησης του αιτητή,
ο Προϊστάμενος εξετάζει το συντομότερο δυνατό οτιδήποτε ούτως υποβληθέν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
(β) Στην παράγραφο (α), ο όρος «απόφαση» περιλαμβάνει απόφαση που λαμβάνεται από τον Προϊστάμενο δυνάμει του άρθρου 16Β ή 16Γ.
(2) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο είτε μεταγενέστερη αίτηση είτε νέα στοιχεία ή πορίσματα, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο Προϊστάμενος δεν μεταχειρίζεται οτιδήποτε υποβληθέν ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Ο Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.
(3)(α) Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρτική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του, σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.
(β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώνει ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν τα προαναφερόμενα στην παράγραφο (α) νέα στοιχεία ή πορίσματα, προβαίνει σε ουσιαστική εξέτασή τους, αφού προηγουμένως ενημερώσει σχετικά τον αιτητή, και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση, μόνο εφόσον -
(i) Τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας∙ και
(ii) ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
(γ) Επί της νέας εκτελεστής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) εφαρμόζονται τα εδάφια (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.
(δ) Σε περίπτωση που μεταγενέστερη αίτηση δεν εξετάζεται περαιτέρω δυνάμει του παρόντος άρθρου, αυτή θεωρείται απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις και σε τέτοια περίπτωση ο Προϊστάμενος εκδίδει σχετική απόφαση επί της οποίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία τα εδάφια (7) και (7Ε) του άρθρου 18. Η εν λόγω απόφαση παραθέτει την αιτιολογία της και ενημερώνει τον αιτητή για το δικαίωμα που έχει να την προσβάλει στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για την προθεσμία άσκησης τέτοιας προσφυγής[...]».
10. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
11. Επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Η Αιτήτρια αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή της στο καθεστώς διεθνούς προστασίας και εν προκειμένω στην αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησής της ως παραδεκτής. Στην παρούσα διαδικασία, η Αιτήτρια έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς της και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552].
12. Επισημαίνεται ότι η επίδικη πράξη αποτελεί απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ (ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων) και 13 (κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων), όταν η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας. Υπογραμμίζεται δε ότι καταρχήν ο Προϊστάμενος στο στάδιο αυτό δεν έχει υποχρέωση εκ νέου διενέργειας συνέντευξης (άρθρο 16Δ(2) του περί Προσφύγων Νόμου).
13. Το ζήτημα της εξέτασης των μεταγενέστερων αιτήσεων και ειδικότερα της έννοιας των νέων στοιχείων και πορισμάτων εξετάστηκε στην πρόσφατη απόφαση του ΔΕΕ της 9ης Σεπτεμβρίου 2021 στην υπόθεση C‑18/20, XY κατά Bundesamt für Fremdenwesen und Asyl, ECLI:EU:C:2021:710, σκέψεις 31 έως 44. Η εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων διενεργείται σε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων [Βλ. επίσης απόφαση της 10ης Ιουνίου 2021, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Νέα στοιχεία ή πορίσματα), C‑921/19, EU:C:2021:478, σκέψη 34].
14. Οι προϋποθέσεις παραδεκτού της αίτησης, συνεπώς, οι οποίες ανήκουν στο πρώτο στάδιο εξέτασης μίας μεταγενέστερης αίτησης, όπως μεταφέρθηκαν στην εθνική έννομη τάξη είναι οι ακόλουθες:
15. Πρώτον, καθορίζεται εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
16. Δεύτερον, εάν τα νέα στοιχεία ή πορίσματα που έχουν προκύψει ή υποβληθεί από τον αιτούντα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
17. Τρίτον, εάν ο συγκεκριμένος αιτών, χωρίς δική του υπαιτιότητά, δεν μπόρεσε να επικαλεσθεί τα εν λόγω νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία που αφορούσε την εξέταση της αίτησης του. Οι πιο πάνω προϋποθέσεις θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά.
18. Ως εκ τούτου, σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου δεν υφίσταται ουσιαστική κρίση επί της βασιμότητας της αίτησης ασύλου αλλά κρίση επί του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης για διεθνή προστασία, το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει μόνο κατά πόσον ευλόγως η αρμόδια αρχή έκρινε ως απαράδεκτο το αίτημα του αιτητή για επανάνοιγμα της υπόθεσής του. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η διαδικασία ουσιαστικής εξέτασης της μεταγενέστερης αίτησης επαφίεται πλέον στην δικονομική αυτονομία των κρατών μελών.
19. Εν προκειμένω, η Αιτήτρια κατά την καταγραφή της αίτησής της δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της επειδή θα φυλακιζόταν για 14 χρόνια για το αδίκημα της ομοφυλοφιλίας (“for the offence of lesbian”, ερυθρό 3 Δ.Φ.). Ο αδερφός της την συμβούλευσε να εγκαταλείψει τη χώρα για σπουδές καθώς ήταν η μόνη επιλογή που είχε για να μην φυλακιστεί. Ωστόσο, τον Δεκέμβριο του 2019 ο αδερφός της είχε αυτοκινητιστικό ατύχημα, και ως κατέγραψε βρισκόταν στο νοσοκομείο με κάταγμα σπονδυλικής στήλης. Ο γιατρός την ενημέρωσε ότι δεν θα είναι σε θέση να περπατήσει ξανά, γεγονός το οποίο της προκάλεσε σοκ καθώς δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της γιατί θα αντιμετωπίσει ποινή φυλάκισης.
20. Κατά το διαδικαστικό στάδιο της συνέντευξης, και ειδικότερα αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια, κατά την ελεύθερη αφήγησή της στη συνέντευξη ημερομηνίας 15.9.2021, ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα της λόγω του σεξουαλικού της προσανατολισμού. Όπως προέβαλε, στις 21.1.2019 η αστυνομία εισέβαλε στην οικία της και τράβηξε φωτογραφίες με την ίδια και τη σύντροφό της, ενημερώνοντάς τες ότι θα προβούν σε σχετική αναφορά στον αστυνομικό σταθμό. Η ίδια, όπως δήλωσε, αισθάνθηκε ντροπή και αναγκάστηκε να ενημερώσει την οικογένειά της. Ο πατέρας της αναστατώθηκε με το ενδεχόμενο της φυλάκισής της για περίοδο δεκατεσσάρων (14) ετών, ενώ ο αδελφός της τη συμβούλευσε να μεταβεί στο Lagos, κάτι το οποίο και έπραξε. Στις 23.1.2019, εστάλη στον πατέρα της έγγραφο για εμφάνιση της Αιτήτριας ενώπιον Δικαστηρίου, γεγονός για το οποίο εκείνος την ενημέρωσε τηλεφωνικώς, παρακαλώντας ταυτόχρονα τα αδέλφια της να τη βοηθήσουν να εγκαταλείψει τη χώρα. Στη συνέχεια, τέθηκαν στην Αιτήτρια διευκρινιστικού χαρακτήρα ερωτήματα στο πλαίσιο του μοντέλου DSSH (Difference, Stigma, Shame, Harm), προς αξιολόγηση του ισχυρισμού της αναφορικά με τον σεξουαλικό της προσανατολισμό.
21. Οι Καθ’ ων η Αίτηση διέκριναν τρεις (3) ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αναφορικά με την ιθαγένεια, και τις περιοχές καταγωγής και συνήθους διαμονής της Αιτήτριας. Ο δεύτερος αναφορικά με τον σεξουαλικό προσανατολισμό της Αιτήτριας, και ο τρίτος αναφορικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης της από το κράτος λόγω του σεξουαλικού της προσανατολισμού. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός από τους Καθ’ ων η Αίτηση, ενώ οι δεύτερος και τρίτος απορρίφθηκαν λόγω έλλειψης ικανοποιητικών πληροφοριών, εντοπισμό αντιφάσεων και ασαφειών, και απουσίας ευλογοφάνειας. Στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού κρίθηκε ότι δεν προκύπτει ευλόγως πιθανότητα να κινδυνεύσει σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, και κατ’ επέκταση κρίθηκε ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
22. Κατά τη διαδικασία εξέτασης της καταχωρισθείσας προσφυγής με αριθμό 8892/2021, το Δικαστήριο επικύρωσε την απορριπτική απόφαση του Προϊσταμένου, προβαίνοντας το ίδιο σε επαναξιολόγηση των ενώπιόν του δεδομένων.
23. Στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησης της, η Αιτήτρια επανέλαβε ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της γιατί δεν θέλει να πάει φυλακή (ερυθρό 125 Δ.Φ.). Επιπρόσθετα, προσκόμισε: (1) Απόφαση Δικαστηρίου (ερυθρά 117-115 Δ.Φ.), και (2) αντίγραφο άρθρου διαδικτυακής εφημερίδας (ερυθρά 114-110 Δ.Φ.).
24. Κατά την αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησης, οι Καθ’ ων η Αίτηση επεσήμαναν ότι τα στοιχεία που υπέβαλε η Αιτήτρια δεν αποτελούν νέα στοιχεία τα οποία να αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Ως προς το έγγραφο που συνίσταται σε απόφαση δικαστηρίου, κρίθηκε ότι αναφέρεται σε ισχυριζόμενο φόβο δίωξης της Αιτήτριας, ο οποίος εξετάστηκε κατ’ ουσία και απορρίφθηκε. Η μορφή και ο τύπος του συγκεκριμένου εγγράφου δεν κατέστη δυνατόν να διασταυρωθεί ή να ανακτηθεί από παρόμοια έγγραφα σε διαδικτυακές ή άλλες πηγές. Αναφορικά με το άρθρο εφημερίδας, δεν κατέστη δυνατή η ανάκτηση του από την ιστοσελίδα η οποία αναγράφεται στο εν λόγω έγγραφο, ούτε και διασταυρώθηκε μέσω οποιασδήποτε άλλης διαδικτυακής πηγής. Ως εκ τούτου, κρίθηκε ότι τα συγκεκριμένα έγγραφα δεν αυξάνουν τις πιθανότητες χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
25. Υπό τα δεδομένα αυτά, η Έκθεση-Εισήγηση κατέληξε ότι η μεταγενέστερη αίτηση της Αιτήτριας είναι απαράδεκτη, η οποία υποβλήθηκε για να καθυστερήσει ή να παρεμποδίσει την διαδικασία.
26. Στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, η Αιτήτρια ρωτήθηκε για τα έγγραφα που προσκόμισε και ειδικά για τον τρόπο και τον χρόνο που αυτά περιήλθαν στην κατοχή της.
27. Με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, διαπιστώνεται καταρχάς ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε μεταβολή του πυρήνα αιτήματος της Αιτήτριας για διεθνή προστασία.
28. Ως προς τα προσκομισθέντα έγγραφα, επισημαίνεται ότι θεωρούνται νέα στοιχεία προς απόδειξη ήδη προβαλλόμενων ισχυρισμών. Όπως καταγράφεται στον Πρακτικό οδηγό της ΕΑSO (πλέον EUAA) για τις μεταγενέστερες αιτήσεις, του Δεκεμβρίου 2021[1] τα νέα στοιχεία δύνανται να προέρχονται από γεγονότα που υφίσταντο ήδη κατά την πρώτη εξέταση (τα οποία, ωστόσο, δεν γνώριζε ο αιτών) ή να αναφέρονται σε γεγονότα που ανέκυψαν έκτοτε. Είναι δυνατόν να παρουσιαστούν νέα στοιχεία στα εξής τρία σενάρια: στο πλαίσιο πραγματικού γεγονότος που έχει ήδη παρουσιαστεί και αξιολογηθεί, στο πλαίσιο νέου πραγματικού γεγονότος, και ως εντελώς νέοι ισχυρισμοί.
29. Επισημαίνεται συναφώς, τα έγγραφα που προσκομίζουν οι αιτητές η γνησιότητα των οποίων δε δύναται να επιβεβαιωθεί, εκτιμώνται ελεύθερα σε συνάρτηση με τα λοιπά στοιχεία που έχει ενώπιόν του το Δικαστήριο. Κατά πάγια νομολογημένη αρχή ο δικαστής δεν υποχρεούται να αποφασίζει επί τεχνικών θεμάτων, όπως εν προκειμένω η γνησιότητα ενός εγγράφου, αλλά ούτε έχει τη δυνατότητα προς τούτο αφού δεν έχει την απαιτούμενη τεχνογνωσία για να προβεί σε ένα τέτοιο εγχείρημα (βλ. Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3866, Λάμπρου Λάμπρος v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου, (2009) 3 Α.Α.Δ. 79). Τελικώς και η γνησιότητα των εγγράφων θα διασταυρωθεί μέσω των προφορικών ισχυρισμών, άλλως αυτά θα ενισχύσουν προφορικούς ισχυρισμούς, αλλά δεν επαρκούν αφ’ εαυτών για να τους αποδείξουν.[2] Ως εκ τούτου, το παρόν Δικαστήριο συναξιολογεί καταρχάς τα εν λόγω έγγραφα ακόμα και στις περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητα τους (Βλ. Απόφαση του ΔΕΕ της 10.6.2021, την υπόθεση C 921/19, LH κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2021:478, σκέψεις 44 και 66).
30. Παρατηρείται ειδικότερα ότι η Αιτήτρια δεν παρείχε ικανοποιητικές και εύλογες εξηγήσεις ως προς το οψιγενές της προσκόμισης των εν λόγω εγγράφων. Αναφορικά με την καταδικαστική απόφαση, η Αιτήτρια προέβη ενώπιον του Δικαστηρίου σε συγκεχυμένες δηλώσεις ως προς τον χρόνο έκδοσής της, καθότι αρχικά δήλωσε ότι έμαθε για την ύπαρξη δικαστικής απόφασης εναντίον της όταν επιδόθηκε η αστυνομική κλήση στον πατέρα της το 2019, ενώ στη συνέχεια ανέφερε ότι η απόφαση «βγήκε» τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους, ήτοι το 2025. Ωστόσο, το προσκομισθέν έγγραφο φέρει ημερομηνία 11.7.2019, γεγονός που δεν δικαιολογεί την καθυστερημένη υποβολή του.
31. Σε ερωτήσεις αναφορικά με τον τρόπο που περιήλθε στην κατοχή της, η Αιτήτρια υποστήριξε ότι ζήτησε από ξάδελφό της να μεταβεί στο Δικαστήριο και να λάβει την απόφαση. Όταν ερωτήθηκε πώς γνώριζε για την ύπαρξη της συγκεκριμένης απόφασης, επικαλέστηκε τις φωτογραφίες που, όπως ισχυρίστηκε, είχε στην κατοχή της η αστυνομία ως αποδεικτικά στοιχεία, γεγονός το οποίο αναδεικνύει υποθετική προσέγγιση και όχι επίσημη ενημέρωση από τις αρμόδιες αρχές. Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις που τέθηκαν προς αποσαφήνιση του χρόνου και του τρόπου ενημέρωσής της για την καταδικαστική απόφαση, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παραθέσει σαφείς και συγκεκριμένες πληροφορίες, αλλά αρκέστηκε σε γενικές και αόριστες αναφορές ότι «κλήθηκε από την αστυνομία» και ότι «αν πήγαινε, ίσως να μην μπορούσε να αποδράσει», εξ ου και δεν παρουσιάστηκε.
32. Περαιτέρω, η Αιτήτρια δεν παρείχε καμία εύλογη εξήγηση για ποιον λόγο δεν μνημόνευσε προηγουμένως την ύπαρξη της συγκεκριμένης απόφασης, δεδομένου ότι το έγγραφο αυτό συνδέεται άμεσα με τον πυρήνα του ισχυρισμού της περί φόβου δίωξης. Θα ήταν εύλογο να είχε αναφερθεί σε αυτό ήδη από το στάδιο της διοικητικής διαδικασίας, ακόμη και εάν δεν ήταν σε θέση να το προσκομίσει.
33. Επισημαίνεται, επίσης, ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει ευλογοφανή εξήγηση ως προς το πώς κατάφερε να εγκαταλείψει τη χώρα της, παρά τον ισχυρισμό ότι εκκρεμούσε αστυνομική κλήση και καταδικαστική απόφαση εναντίον της, προβάλλοντας απλώς ότι «η χώρα της δεν είναι σαν τον δυτικό κόσμο» και ότι, όταν μετέβη στο αεροδρόμιο, «δεν το ανακάλυψαν».
34. Όσον αφορά στο αντίγραφο του άρθρου που προσκόμισε, η Αιτήτρια δήλωσε ότι της απέστειλε τον σύνδεσμο ο ξάδελφός της, από τον οποίο ζήτησε να της αποστείλει φωτογραφίες οθόνης (screenshots) του δημοσιεύματος. Ερωτηθείσα εάν γνωρίζει τον δημοσιογράφο που συνέταξε το άρθρο ή την πηγή του, απάντησε αρνητικά και δεν ήταν σε θέση να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία για το πώς προέκυψε το ενδιαφέρον του δημοσιογράφου για την υπόθεσή της. Επιπλέον, το συγκεκριμένο έγγραφο δεν φέρει ημερομηνία δημοσίευσης, και η Αιτήτρια δήλωσε άγνοια περί αυτού. Σημειώνεται ότι ζητήθηκε από την Αιτήτρια να αποστείλει μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τον σύνδεσμο του άρθρου, κάτι το οποίο έπραξε. Ωστόσο, η πηγή, ο συντάκτης, ο τίτλος, καθώς και το κείμενο διαφέρουν από το δημοσίευμα το οποίο προσκόμισε σε έντυπη μορφή. Επισημαίνεται ότι οι πληροφορίες που περιέχονται στην εν λόγω διαδικτυακή δημοσίευση δεν δύναται να επιβεβαιωθούν. Παράλληλα, εγείρονται ερωτήματα ως προς την γνησιότητα του συγκεκριμένου άρθρου, καθότι η ημερομηνία σύνταξης του είναι 12.7.2019, ενώ η Αιτήτρια δεν έκανε καμία αναφορά στο συγκεκριμένο άρθρο κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων της (που διεξήχθησαν στις 5.8.2020 και 15.9.2021), αλλά ούτε και κατά τη διάρκεια της προσφυγής της αρχικής της αίτησης στο Δ.Δ.Δ.Π.
35. Επιπρόσθετα, η Αιτήτρια απέστειλε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου την επικοινωνία που είχε με τον ξάδερφο της αναφορικά με τον σύνδεσμο του προαναφερθέντος δημοσιεύματος, καθώς και υποστηρικτική επιστολή ως προς τους ισχυρισμούς της με συντάκτη τον ξάδερφο της. Επισημαίνεται ότι τα συγκεκριμένα έγγραφα έχουν εκ της φύσεώς του μειωμένη αποδεικτική αξία, καθότι, δεν προέρχονται από κάποια ανεξάρτητη πηγή αλλά αποτελούν κείμενα τα οποία εμπεριέχουν πληροφορίες υποκειμενικής προέλευσης λόγω και του προσωπικού δεσμού των δύο προσώπων (Αιτήτριας και συντάκτη). Τέλος, επισημαίνεται ότι το αντίγραφο της άδειας οδηγού του ξαδέρφου της, το οποίο στάλθηκε με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, επίσης, δεν διαφοροποιεί τα ανωτέρω ευρήματα, ενώ περαιτέρω δεν μπορεί να συναχθεί ο συγγενικός δεσμός του εικονιζόμενου προσώπου με την Αιτήτρια.
36. Τούτων λεχθέντων, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα προσκομισθέντα έγγραφα είναι μειωμένης αποδεικτικής αξίας και, σε συνάρτηση με την ήδη τρωθείσα αξιοπιστία της Αιτήτριας, δεν ενισχύουν τις πιθανότητες υπαγωγής της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Δεν παραλείπεται, τέλος, να σημειωθεί ότι η Αιτήτρια διέφυγε νομίμως από τη χώρα καταγωγής της, χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα, παρά τον ισχυρισμό περί ύπαρξης αστυνομικής κλήτευσης και καταδικαστικής απόφασης εναντίον της.
37. Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, διαπιστώθηκαν τα κάτωθι: Σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province).
38. Η Boko Haram παραμένει κυρίως ενεργή στη βορειοανατολική Νιγηρία, με την πολιτεία Borno γύρω από την περιοχή της λίμνης Chad να αποτελεί την κεντρική περιοχή των δραστηριοτήτων της. Η ομάδα έχει πρόσφατα εξαπολύσει θανατηφόρες επιθέσεις σε χωριά όπως το Darul Jamal και το Konduga στην πολιτεία Borno, προκαλώντας βαριές απώλειες σε αμάχους και στρατιωτικούς. Ενώ επικεντρώνεται γύρω από τη λίμνη Chad, η Boko Haram έχει επίσης επεκτείνει τις δραστηριότητές της στη Βόρεια Κεντρική Νιγηρία, συνεργαζόμενη με τοπικούς ληστές και μια μαχητική φατρία γνωστή ως Lakurawa. Η αναβίωσή της το 2025 περιλαμβάνει συχνές βίαιες επιθέσεις εναντίον χωριών και στρατιωτικών στόχων, ιδίως εκείνων που συνδέονται με αντίπαλες ομάδες όπως το ISWAP ή τις νιγηριανές κυβερνητικές δυνάμεις. Αν και η αντιτρομοκρατία επικεντρώνεται κυρίως στο ISWAP, η Boko Haram παραμένει μια τρομερή και βίαιη παρουσία στη βορειοανατολική Νιγηρία και σε γειτονικές χώρες όπως το Καμερούν.
39. Οι εν λόγω συγκρούσεις περιορίζονται στις προαναφερθείσες περιοχές της χώρας και δεν εκτείνονται στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, την πολιτεία Lagos.
40. H έρευνα που εξέδωσε για τη Νιγηρία η EUAA τον Ιούλιο του 2024 αναφέρει ότι «η Νιγηρία αντιμετωπίζει συμπίπτουσες κρίσεις ασφαλείας για πάνω από μια δεκαετία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ανέφερε ότι το «άνευ προηγουμένου κύμα διαφορετικών και αλληλοεπικαλυπτόμενων κρίσεων ασφαλείας» περιλάμβανε ληστείες, εγκλήματα και απαγωγές, εξεγέρσεις, αναταραχές από αυτονομιστές, τρομοκρατία και συγκρούσεις αγροτών/κτηνοτρόφων, τονίζοντας ότι το μεγαλύτερο μέρος της Νιγηρίας επηρεάστηκε από τη βία και το έγκλημα. Το 2023, στα βορειοδυτικά, συμμορίες ληστών κατηγορήθηκαν για απαγωγές, σεξουαλική βία και λεηλασίες, ενώ στα Βορειοανατολικά, υπήρξε μια αναζωπύρωση της δράσης του Ισλαμικού Κράτους (ISWAP) στη Δυτική Αφρική. Επιπλέον, στη Μέση Ζώνη και στη Βόρεια-Κεντρική περιοχή, συνεχίστηκε η διακοινοτική σύγκρουση μεταξύ γεωργών και κτηνοτρόφων, με αναφορές για θύματα. Οι δυνάμεις ασφαλείας της Νιγηρίας κατηγορήθηκαν για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων αεροπορικών επιδρομών αδιακρίτως. Το North-Central, μαζί με το North-West, ήταν οι δύο γεωπολιτικές ζώνες που επηρεάστηκαν κυρίως από ληστείες». Συνεπώς, η πολιτεία Lagos δεν επηρεάζεται από τα ανωτέρω περιστατικά.
41. Σημειώνεται συναφώς ότι σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην πολιτεία Lagos της Νιγηρίας, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 24.10.2025), καταγράφηκαν 92 περιστατικά πολιτικής βίας[3] τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 85 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.[4] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Lagos για το έτος 2025 εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 17,156,400 κατοίκους.[5] Παρά τα γενικότερα θέματα ασφαλείας δεν λαμβάνει χώρα στην παρούσα φάση οποιαδήποτε ένοπλη σύρραξη στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας.
42. Συνεπώς, ορθώς η μεταγενέστερη αίτησή της απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, καθώς δεν συντρέχουν οι εκ του νόμου προϋποθέσεις παραδεκτού.
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €500 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Bλ. https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-05/Practical_Guide_Subsequent_Applications_EL.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 3.11.2025]
[2] Βλ. Κωνσταντίνος Δ. Φαρμακίδης - Μάρκου, Προσφυγικό Δίκαιο, Ερμηνευτική προσέγγιση και πρακτική διάσταση, Νομική Βιβλιοθήκη, 2021, σελ. 31.
[3] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests).
[4] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Nigeria, Lagos) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 3.11.2025]
[5] World Population Review, https://worldpopulationreview.com/cities/nigeria/lagos [Ημερομηνία Πρόσβασης: 3.11.2025]
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο