ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: T506/25
5 Δεκεμβρίου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
F.S.M. Αιτητού
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
…………………….
Ν. Χαραλαμπίδου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Ρ. Ευαγγέλου (κος) για πιστή διερμηνεία από την γαλλική στην ελληνική και αντίστροφα
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 2.10.2025, με την οποία απορρίφθηκε η μεταγενέστερη αίτησή του για διεθνή προστασία, καθώς η εν λόγω αίτηση κρίθηκε ως απαράδεκτη δυνάμει των άρθρων 16Δ και 12Βτετράκις(2)(δ) των περί Προσφύγων Νόμων 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).
Γεγονότα
1. Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως. Ο Αιτητής κατάγεται από το Καμερούν. Περί τις 23.10.2019, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 10.10.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή. Στις 12.10.2023, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: o Προϊστάμενος) ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησής του για άσυλο και για επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του. Στις 10.11.2023, ο Αιτητής καταχώρισε την προσφυγή υπ’ αριθμό 4229/2023, η οποία απορρίφθηκε στις 26.6.2025. Περί τις 2.10.2025, ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου της αίτησής του για διεθνή προστασία. Στις 2.10.2025, ο Προϊστάμενος ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της μεταγενέστερης αίτησής του ως απαράδεκτης, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή την ίδια μέρα. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Νομικοί Ισχυρισμοί
2. Ο Αιτητής δια της συνηγόρου του υποστηρίζει ότι οι Καθ’ ων η αίτηση λανθασμένως, απέρριψαν το αίτημά του για επανάνοιγμα του φακέλου της αίτησής του για διεθνή προστασία καθώς ο ίδιος εξακολουθεί να κινδυνεύει στη χώρα του λόγω αναζήτησής του από τους Ambazonians, ενώ προσκόμισε με την μεταγενέστερη αίτησή του, αντίγραφο υποβολής καταγγελίας στην αστυνομία προς υποστήριξη των ισχυρισμών του.
3. Κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού 3(ε) των περί της λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, ως έχει τροποποιηθεί, οι Καθ’ ων η αίτηση συμμετέχουν στην παρούσα διαδικασία δια της καταχωρίσεως υπομνήματος, αλλά δεν συμμετέχουν στην ακροαματική διαδικασία.
To νομικό πλαίσιο
4. Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι του παρόντος δικαστηρίου):
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
5. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2025 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
6. Το άρθρο 3 Προσφύγων Νόμων 2000 έως 2025 (στο εξής: o περί Προσφύγων Νόμος) καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.
7. Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποχρεώσεις αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών
16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).
(2) Ιδίως, ο αιτητής οφείλει-
(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙ […]
(3) Η Υπηρεσία Ασύλου αξιολογεί, σε συνεργασία με τον αιτητή, τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) στοιχεία.».
8. Το άρθρο 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τα ακόλουθα:
«Απαράδεκτες αιτήσεις
(2) Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να θεωρήσει αίτηση ως απαράδεκτη μόνον εάν- (α) [...] (β) [...] (γ) [...]
(δ) η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας∙ ή
(ε) [...]».
9. Το άρθρο 16Δ του του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποβολή νέων στοιχείων ή πορισμάτων ή μεταγενέστερης αίτησης
16Δ.-(1)(α) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο -
(i) Μεταγενέστερη αίτηση, ή
(ii) νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά ή μετά την ημερομηνία στην οποία καθίσταται εκτελεστή απόφαση του Προϊσταμένου επί πρότερης αίτησης του αιτητή,
ο Προϊστάμενος εξετάζει το συντομότερο δυνατό οτιδήποτε ούτως υποβληθέν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
(β) Στην παράγραφο (α), ο όρος «απόφαση» περιλαμβάνει απόφαση που λαμβάνεται από τον Προϊστάμενο δυνάμει του άρθρου 16Β ή 16Γ.
(2) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο είτε μεταγενέστερη αίτηση είτε νέα στοιχεία ή πορίσματα, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο Προϊστάμενος δεν μεταχειρίζεται οτιδήποτε υποβληθέν ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Ο Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.
(3)(α) Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρτική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του, σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.
(β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώνει ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν τα προαναφερόμενα στην παράγραφο (α) νέα στοιχεία ή πορίσματα, προβαίνει σε ουσιαστική εξέτασή τους, αφού προηγουμένως ενημερώσει σχετικά τον αιτητή, και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση, μόνο εφόσον -
(i) Τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας∙ και
(ii) ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
(γ) Επί της νέας εκτελεστής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) εφαρμόζονται τα εδάφια (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.
(δ) Σε περίπτωση που μεταγενέστερη αίτηση δεν εξετάζεται περαιτέρω δυνάμει του παρόντος άρθρου, αυτή θεωρείται απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις και σε τέτοια περίπτωση ο Προϊστάμενος εκδίδει σχετική απόφαση επί της οποίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία τα εδάφια (7) και (7Ε) του άρθρου 18. Η εν λόγω απόφαση παραθέτει την αιτιολογία της και ενημερώνει τον αιτητή για το δικαίωμα που έχει να την προσβάλει στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για την προθεσμία άσκησης τέτοιας προσφυγής[...]».
10. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
11. Είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι, το παρόν Δικαστήριο ως Δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιόν του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (Βλ. Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας και εν προκειμένω στην αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησής του ως παραδεκτής.
12. Επισημαίνεται ότι η επίδικη πράξη αποτελεί απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ (ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων) και 13 (κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων), όταν η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον Αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας. Υπογραμμίζεται δε ότι καταρχήν ο Προϊστάμενος στο στάδιο αυτό δεν έχει υποχρέωση εκ νέου διενέργειας συνέντευξης (άρθρο 16Δ(2) του περί Προσφύγων Νόμου).
13. Το ζήτημα της εξέτασης των μεταγενέστερων αιτήσεων και ειδικότερα της έννοιας των νέων στοιχείων και πορισμάτων εξετάστηκε στην απόφαση του ΔΕΕ της 9ης Σεπτεμβρίου 2021 στην υπόθεση C 18/20, XY κατά Bundesamt für Fremdenwesen und Asyl, ECLI:EU:C:2021:710, σκέψεις 31 έως 44. Η εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων διενεργείται σε δύο στάδια: Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων [Βλ. επίσης απόφαση της 10ης Ιουνίου 2021, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Νέα στοιχεία ή πορίσματα), C 921/19, EU:C:2021:478, σκέψη 34].
14. Οι προϋποθέσεις παραδεκτού της αίτησης, συνεπώς, οι οποίες ανήκουν στο πρώτο στάδιο εξέτασης μίας μεταγενέστερης αίτησης, όπως μεταφέρθηκαν στην εθνική έννομη τάξη είναι οι ακόλουθες:
15. Πρώτον, καθορίζεται εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
16. Δεύτερον, εάν τα νέα στοιχεία ή πορίσματα που έχουν προκύψει ή υποβληθεί από τον αιτούντα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
17. Τρίτον, εάν ο συγκεκριμένος αιτών, χωρίς δική του υπαιτιότητα, δεν μπόρεσε να επικαλεσθεί τα εν λόγω νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία, που αφορούσε την εξέταση της αίτησής του. Οι πιο πάνω προϋποθέσεις θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά.
18. Ως εκ τούτου, σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου δεν υφίσταται ουσιαστική κρίση επί της βασιμότητας της αίτησης ασύλου, αλλά κρίση επί του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης για διεθνή προστασία, το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει μόνο κατά πόσον ευλόγως η αρμόδια αρχή έκρινε ως απαράδεκτο το αίτημα του Αιτητή για επανάνοιγμα της υπόθεσής του. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η διαδικασία ουσιαστικής εξέτασης της μεταγενέστερης αίτησης επαφίεται πλέον στην δικονομική αυτονομία των κρατών μελών.
19. Εν προκειμένω, ο Αιτητής, κατά την καταγραφή της αίτησής του, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω των απειλών που δέχθηκε από μαχητές Ambazonians. Ως υποστήριξε, διατηρούσε μικρή επιχείρηση στην πόλη Muyuka και οι Ambazonians άρχισαν να απαιτούν πράγματα από το κατάστημά του. Αρχικά τους τα παρείχε, ωστόσο στη συνέχεια αρνήθηκε, με αποτέλεσμα να τα λαμβάνουν με τη βία και να τον απειλούν. Από την άλλη πλευρά, ο κυβερνητικός στρατός άρχισε να τον υποψιάζεται ότι στηρίζει τους Ambazonians, ενώ ο ίδιος είχε σταματήσει να τους προμηθεύει. Η κατάσταση αυτή του προκάλεσε φόβο, με αποτέλεσμα να αναζητήσει τρόπο για να εγκαταλείψει τη χώρα.
20. Κατά τη συνέντευξή του, ο Αιτητής ανέφερε ότι κατάγεται από το Καμερούν, με τόπο καταγωγής την πόλη Mbouda της Νοτιοδυτικής περιφέρειας (Southwest region) και τόπο τελευταίας διαμονής την πόλη Muyuka της ίδιας περιφέρειας. Ως προς το οικογενειακό του πλαίσιο, ανέφερε ότι ο πατέρας του απεβίωσε το 2012, έχει δύο αδέρφια και έναν γιο ο οποίος διαμένει με τη μητέρα του Αιτητή στην πόλη Bafoussam. Ερωτηθείς για τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας, προέβαλε την κρίση, αναφέροντας ότι οι Ambazonians πήραν πράγματα από το κατάστημά του, και όταν ο στρατός μετέβη στην Muyuka για να εντοπίσει τους Ambazonians, κατέστη ύποπτος, καθότι ήταν αυτός που τους παρείχε τρόφιμα. Μία εβδομάδα μετά την αναχώρησή του από τη χώρα το κατάστημα καταστράφηκε ολοσχερώς.
21. Ακολούθησαν διευκρινιστικά ερωτήματα, μεταξύ των οποίων κλήθηκε να εξηγήσει τον τρόπο με τον οποίο ο στρατός τον συνέδεσε με την παροχή τροφίμων στους Ambazonians· ο Αιτητής απάντησε ότι ένας φρουρός που είχε υπό τον έλεγχο του καταστήματα της περιοχής ενημέρωσε τον στρατό για την έφοδο των Ambazonians στο κατάστημά του. Ως προς την παροχή τροφίμων, δήλωσε ότι οι Ambazonians προσέρχονταν στο κατάστημά του και έπαιρναν τρόφιμα, και όταν προσπαθούσε να τους μιλήσει τον απειλούσαν με όπλα. Αξιολογώντας τις δηλώσεις του, οι Καθ’ ων η Αίτηση απομόνωσαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: α) ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή, και β) ισχυριζόμενα προβλήματα από τον στρατό του Καμερούν.
22. Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός έγινε αποδεκτός. Αντιθέτως, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε, καθότι διαπιστώθηκε ότι οι συναφείς δηλώσεις παρουσίαζαν αντιφάσεις, έλλειψη ευλογοφάνειας και ανεπαρκείς πληροφορίες. Ως προς την αξιολόγηση του κινδύνου, κρίθηκε ότι υπάρχουν εύλογοι λόγοι ότι, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην πόλη Muyuka, θα μπορούσε να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της ανασφαλούς κατάστασης που επικρατεί στην περιοχή. Πλην όμως, κατά τη νομική ανάλυση, κρίθηκε ότι οι επικαλούμενοι ισχυρισμοί, σε συνάρτηση με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής και τις προσωπικές του περιστάσεις, δεν εγείρουν ευλόγως κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής του εκεί. Ως εκ τούτου, κρίθηκε ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
23. Επισημαίνεται ότι η ασκηθείσα από τον Αιτητή προσφυγή υπ’ αριθμό 4229/23, απορρίφθηκε κατόπιν δικαστικής απόφασης στις 26.6.2025 με την οποία επικυρώθηκε η εκεί επίδικη απόφαση, χωρίς ο Αιτητής να έχει προβάλλει οποιοδήποτε νέο ισχυρισμό προς τεκμηρίωση των ισχυρισμών του.
24. Στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησής του, ο Αιτητής επαναλαμβάνει τους ισχυρισμούς περί κινδύνου στην χώρα καταγωγής του, λόγω προβλημάτων και απειλών, προσκομίζοντας αντίγραφο υποβολής καταγγελίας στην αστυνομία.
25. Κατά την αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησής του, οι Καθ’ ων η Αίτηση διαπίστωσαν ότι τα στοιχεία που προσκόμισε ο Αιτητής δεν αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας, όπως ορίζεται στα άρθρα 3 και 9 του περί Προσφύγων Νόμου. Αναφορικά με το προσκομισθέν αντίγραφο καταγγελίας στην αστυνομία, οι Καθ’ ων η Αίτηση έκριναν ότι πρόκειται για εμφανώς έγχρωμο φωτοαντίγραφο, στο οποίο δεν γίνεται αναφορά στον Αιτητή, καθότι τα στοιχεία που παρατίθενται αφορούν άλλο πρόσωπο. Ως εκ τούτου, το εν λόγω έγγραφο κρίθηκε ότι δεν είναι σχετικό με την αίτηση του Αιτητή, αφού δεν επιβεβαιώνεται η ταυτότητα του προσώπου ούτε και η διασύνδεσή του με το προβαλλόμενο αίτημα.
26. Εκ προοιμίου επισημαίνεται ότι, λανθασμένως, οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν λαμβάνουν υπόψη ούτε και αναφέρονται στην ασκηθείσα από τον Αιτητή προσφυγή και τα ευρήματα του Δικαστηρίου στο πλαίσιο αυτής, η οποία συνιστά ουσιώδες διαδικαστικό στάδιο της εξέτασης του αιτήματός του για υπαγωγή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Περαιτέρω, η σχετική δικαστική απόφαση δεν εντοπίζεται στον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης.
27. Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένων ως προς της αξιολόγησης του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης του Αιτητή, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, διαπιστώνεται ότι ο τελευταίος δεν μεταβάλλει τον πυρήνα των ισχυρισμών του για διεθνή προστασία, οι οποίοι με τη σειρά τους έχουν αξιολογηθεί και απορριφθεί και κατά τη δικαστική εξέταση της πρώτης αίτησης του Αιτητή. Ως προς δε το έγγραφο που προσκόμισε, επιβεβαιώνεται ότι δεν αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
28. Ειδικότερα, το προσκομισθέν από τον Αιτητή έγγραφο, η γνησιότητα του οποίου δε δύναται να επιβεβαιωθεί, εκτιμάται ελεύθερα σε συνάρτηση με τα λοιπά στοιχεία που έχει ενώπιόν του το Δικαστήριο. Κατά πάγια νομολογημένη αρχή ο δικαστής δεν υποχρεούται να αποφασίζει επί τεχνικών θεμάτων, όπως εν προκειμένω η γνησιότητα ενός εγγράφου, αλλά ούτε έχει τη δυνατότητα προς τούτο αφού δεν έχει την απαιτούμενη τεχνογνωσία για να προβεί σε ένα τέτοιο εγχείρημα (βλ. Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3866, Λάμπρου Λάμπρος v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου, (2009) 3 Α.Α.Δ. 79). Τελικώς και η γνησιότητα των εγγράφων θα διασταυρωθεί μέσω των προφορικών ισχυρισμών, άλλως αυτά θα ενισχύσουν προφορικούς ισχυρισμούς, αλλά δεν επαρκούν αφ’ εαυτών για να τους αποδείξουν.[1] Ως εκ τούτου, το παρόν Δικαστήριο συναξιολογεί καταρχάς τα εν λόγω έγγραφα ακόμα και στις περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητα τους (Βλ. Απόφαση του ΔΕΕ της 10.6.2021, την υπόθεση C 921/19, LH κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2021:478, σκέψεις 44 και 66).
29. Συνεπώς, ως προς το συγκεκριμένο έγγραφο, το οποίο αφορά αντίγραφο υποβολής καταγγελίας στη γαλλική γλώσσα (ερυθρό 147 Δ.Φ.), με αγγλική μετάφραση αυτού (ερυθρό 153 Δ.Φ.), κρίνεται ότι αυτό είναι μειωμένης αποδεικτικής αξίας και συνεπώς δεν αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης διεθνούς προστασίας. Συγκεκριμένα παρατηρείται ότι το πρόσωπο, το οποίο προέβη στη συγκεκριμένη καταγγελία είναι τρίτο άτομο, ενώ δεν υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο που να θεμελιώνει τη σχέση του συγκεκριμένου προσώπου με τον Αιτητή. Επιπρόσθετα, ακόμη και αν γινόταν διασύνδεση του εν λόγω εγγράφου με τον πυρήνα του αιτήματος του Αιτητή, επισημαίνεται ότι το έγγραφο φέρει ημερομηνία 26.9.2025, ενώ σύμφωνα με τις δηλώσεις του Αιτητή κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, οι Ambazonians τον επισκέφθηκαν και απείλησαν κατάστημά του το 2016 (ερυθρό 20/6Χ Δ.Φ.). Η μεγάλη χρονική απόσταση που μεσολάβησε από την επίσκεψη των Ambazonians έως τη φερόμενη καταγγελία του αδελφού του – όπως αναφέρθηκε κατά την ακροαματική διαδικασία της 10.11.2025 – δεν είναι ευλογοφανής. Ακόμη και στην περίπτωση επαναλαμβανόμενων και διαρκών απειλών, το γεγονός ότι παρήλθαν σχεδόν δέκα χρόνια μέχρι να αναζητηθεί η συνδρομή των αρμόδιων αρχών πλήττει την ευλογοφάνεια και, συνεπώς, την ήδη πάσχουσα αξιοπιστία του Αιτητή.
30. Εν κατακλείδι, σημειώνεται ότι κατά τη δικάσιμο της 10.11.2025 έγινε αναφορά σε προγενέστερη καταγγελία, κάτι το οποίο δεν τεκμηριώνεται, καθότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, όταν ρωτήθηκε ο Αιτητής αν προέβη σε καταγγελία στις αρχές, απάντησε ότι «δεν υπήρχε αστυνομία, μόνο στρατός» (ερυθρό 19/6Χ Δ.Φ.). Εξάλλου, δεδομένης της μη θεμελίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή, τόσο κατά τη διοικητική όσο και κατά την προηγηθείσα δικαστική διαδικασία, η ύπαρξη και μόνον της φερόμενης καταγγελίας δεν θεμελιώνει ισχυρισμό περί όντως δίωξής του.
31. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω και τα όσα λέχθηκαν κατά τη δικάσιμο της 10.11.2025, διαπιστώνεται ότι ο Αιτητής δεν παρείχε ικανοποιητικές και εύλογες εξηγήσεις αναφορικά με το συγκεκριμένο έγγραφο και τη θεμελίωση της διασύνδεσής του με τον πυρήνα του αιτήματός του, ούτε και ως προς τους λόγους της όψιμης καταγγελίας και της αναζήτησης της συνδρομής των αρμόδιων αρχών της χώρας του. Τούτων λεχθέντων, κρίνεται ότι το προσκομισθέν έγγραφο είναι μειωμένης αποδεικτικής αξίας και, σε συνάρτηση με την ήδη τρωθείσα αξιοπιστία του Αιτητή, δεν αυξάνει τις πιθανότητες υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
32. Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, διαπιστώθηκαν τα κάτωθι:
33. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης παρατηρείται ότι το Καμερούν εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη με την Boko Haram στο Βορρά (περιοχή Far North)∙[2] ενώ στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές (Northwest και Southwest ) αναφέρεται ότι αριθμός αγγλόφωνων αποσχιστικών ομάδων μάχεται έναντι της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών. Ωστόσο, η βία δεν ισοδυναμεί με μη διεθνή ένοπλή σύρραξη.[3]
34. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με έκθεση του Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Human Rights Watch) που αναφέρεται σε περιστατικά που έλαβαν χώρα το 2023, η βία στις δύο αγγλόφωνες περιοχές, τη Βορειοδυτική και Νοτιοδυτική περιφέρεια, συνεχίστηκε για έκτο έτος.[4] Περαιτέρω, πρόσφατη έρευνα της ACCORD που ετοιμάστηκε ως απάντηση σε ερώτημα αναφορικά με την αγγλόφωνη κρίση και δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2024, αναφέρει ότι κατά την περίοδο αναφοράς (2021-2023), η βίαιη σύγκρουση μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας και άμυνας και των ενόπλων αυτονομιστικών ομάδων συνέχισε να μαίνεται στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές του Καμερούν.[5]
35. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην Νοτιοδυτική περιφέρεια (Southwest region) του Καμερούν, όπου βρίσκεται η πόλη Muyuka, τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 21.11.2025), καταγράφηκαν 444 περιστατικά πολιτικής βίας[6] τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 358 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.[7] Ειδικότερα, στην πόλη Muyuka, το ανωτέρω χρονικό διάστημα καταγράφηκαν στην εν λόγω βάση δεδομένων, 22 περιστατικά πολιτικής βίας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 31 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.[8] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός στην ευρύτερη νοτιοδυτική περιφέρεια ανερχόταν στα 1,553,320 (2020).[9]
36. Ενόψει των ποσοτικών και ποιοτικών χαρακτηριστικών τα οποία αναλύθηκαν ανωτέρω φρονώ ότι η προερχόμενη από την ένοπλη σύρραξη αδιάκριτη βία αγγίζει ένα μέτριο σχετικά επίπεδο και δεν εξικνείται σε τέτοιο επίπεδο ώστε μόνη η παρουσία ενός αμάχου σε αυτή να αρκεί για στοιχειοθέτηση πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, ανεξαρτήτως προσωπικών περιστάσεων.
37. Ως προς τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή δεν προκύπτει οποιαδήποτε παράμετρος του προφίλ του, η οποία να επιτείνει με οποιοδήποτε τρόπο τον κίνδυνο που τυχόν αυτός διατρέχει. Ούτε και ο Αιτητής εξέφρασε οποιοδήποτε φόβο απορρέων από το προφίλ του.
38. Συνεπώς, ορθώς η μεταγενέστερη αίτησή του απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, καθώς δεν συντρέχουν οι εκ του νόμου προϋποθέσεις παραδεκτού.
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1400 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.
Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλ. Κωνσταντίνος Δ. Φαρμακίδης - Μάρκου, Προσφυγικό Δίκαιο, Ερμηνευτική προσέγγιση και πρακτική διάσταση, Νομική Βιβλιοθήκη, 2021, σελ. 31.
[2] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, Τελευταία Ενημέρωση: 21/01/2021 https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon [Ημερομηνία Πρόσβασης: 4.12.2025]
[3] Ibid
[4] Human Rights Watch, Cameroon: Events of 2023, https://www.hrw.org/world-report/2024/country-chapters/cameroon [Ημερομηνία Πρόσβασης: 4.12.2025]
[5] ACCORD (Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation), Cameroon: The Cameroon Anglophone Crisis (2021 – 2023), 8 January 2024, σελ. 8 https://www.ecoi.net/en/file/local/2102908/a-12289.pdf
[6] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests).
[7] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Cameroon, Sud-Ouest) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 4.12.2025]
[8] Ibid
[9] Ministry of Territorial Administration, https://minat.gov.cm/presentation/carte-des-regions/sud-ouest/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 4.12.2025]
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο