Ανδρέα Κωστή ν. Hawaii Hotels Limited (Grand Resort), Αρ. Αίτησης: 107/18, 26/6/2025
print
Τίτλος:
Ανδρέα Κωστή ν. Hawaii Hotels Limited (Grand Resort), Αρ. Αίτησης: 107/18, 26/6/2025

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ – ΛΕΜΕΣΟΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ε. Κωνσταντίνου, Δικαστή

                   Ανθ. Παπαγεωργίου  )

                   Π. Φρυδά                    ) Μελών 

 

                                                                                           Αρ. Αίτησης: 107/18

Μεταξύ:

Ανδρέα Κωστή

                                                                                                            Aιτητή

 

και

 

Hawaii Hotels Limited (Grand Resort)

                                                                                                             Καθ’ ων η Αίτηση

 

 

Ημερομηνία: 26/06/2025

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για Αιτητή: κ. Κ. Κ. Καμένος για Κώστα Δ. Καμένο

Για Καθ’ ων η Αίτηση: κα Χρ. Μιχαήλ για Κώστα Π. Χ”Κωστή

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με την παρούσα αίτηση ο Αιτητής ζητά από τους Καθ’ ων η Αίτηση αποζημιώσεις για παράνομο και αδικαιολόγητο τερματισμό της απασχόλησής του σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου 1967 (Ν.24/67) όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα («ο Νόμος»), πληρωμή αντί προειδοποίησης, «οποιοδήποτε άλλο ωφέλημα  προκύπτει από τον Νόμο, έθιμο και από ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση»,     νόμιμους τόκους και έξοδα πλέον Φ.Π.Α..

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση με τους γενικούς λόγους της έγγραφου εμφάνισής τους απορρίπτουν τις εναντίον τους αξιώσεις και ισχυρίζονται ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του Αιτητή ήταν νόμιμος και δικαιολογημένος και οφείλεται στη διαγωγή που επέδειξε ο Αιτητής.

 

            Στην προκειμένη περίπτωση οι Καθ’ ων η Αίτηση είχαν το βάρος να αποδείξουν ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του Αιτητή έγινε νόμιμα βάσει των προβλεπόμενων στο άρθρο 5 του Νόμου όπου καθορίζονται περιοριστικά οι νόμιμοι λόγοι απόλυσης[1].  Πιο συγκεκριμένα, οι Καθ’ ων η Αίτηση είχαν το βάρος να αποδείξουν ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του Αιτητή  έγινε νόμιμα για ένα από τους λόγους που περιέχονται στο  άρθρο 5  του Νόμου.

 

            Από τα δικόγραφα προκύπτει ως παραδεκτό γεγονός ότι ο Αιτητής προσλήφθηκε από τους Καθ’ ων η Αίτηση την 01/05/1992 ως Τεχνικός Α’ (με καθήκοντα ηλεκτρολόγου, ψυκτικού, υδραυλικού και συγκολλητή) στο ξενοδοχείο που διαχειρίζονταν οι Καθ’ ων η Αίτηση και απασχολήθηκε από αυτούς μέχρι τις 05/04/2018, ημερομηνία κατά την οποία οι Καθ’ ων η Αίτηση τερμάτισαν την απασχόλησή του χωρίς την παροχή προειδοποίησης.

 

Την ημέρα της ακρόασης της υπόθεσης (23/06/2025) η δικηγόρος των Καθ’ ων η Αίτηση δήλωσε στο Δικαστήριο ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν θα προσκομίσουν οποιαδήποτε μαρτυρία προς απόδειξη της νομιμότητας της απόλυσης του Αιτητή.

 

Στη συνέχεια δηλώθηκε ως παραδεκτό γεγονός ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση έχουν ήδη καταβάλει στον Αιτητή ένα ποσό που αντιστοιχεί στις ακαθάριστες απολαβές του Αιτητή για 52 εβδομάδες καθώς και πληρωμή αντί προειδοποίησης, όπως επίσης και τα δικηγορικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας.

 

Ο νομοθέτης για την προστασία του δικαιώματος της εργασίας έχει θεσπίσει τον Νόμο ο οποίος προβλέπει ότι στην περίπτωση που μια απόλυση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί στη βάση των διατάξεων του Νόμου, ο εργοδότης υποχρεούται όπως καταβάλει αποζημίωση στον εργοδοτούμενο, η οποία αποζημίωση καθορίζεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου.  Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Νόμου όταν εργοδότης τερματίσει παράνομα την απασχόληση εργοδοτούμενου που έχει απασχοληθεί από αυτόν επί τουλάχιστον 26 εβδομάδες, ο εργοδοτούμενος έχει δικαίωμα  σε αποζημίωση που υπολογίζεται σύμφωνα με τον Πρώτο Πίνακα του  Νόμου.

 

Με βάση τη δήλωση της δικηγόρου των Καθ’ ων η Αίτηση σχετικά με τη μη προσκόμιση μαρτυρίας από τους Καθ’ ων η Αίτηση, το μαχητό τεκμήριο που προνοεί ο Νόμος για παράνομη απόλυση του Αιτητή δεν ανατράπηκε και κατά συνέπεια ο τερματισμός της απασχόλησης του Αιτητή θεωρείται αδικαιολόγητος και παράνομος. Συνακόλουθα ο Αιτητής δικαιούται σε αποζημιώσεις σύμφωνα με το άρθρο 3 του Νόμου.

 

            Το άρθρο 4 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου προβλέπει ότι το Δικαστήριο έχει απόλυτη διακριτική εξουσία ως προς το ποσό της αποζημίωσης που θα επιδικαστεί λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τ’ ακόλουθα:

 

(α)       τα ημερομίσθια και όλες τις άλλες απολαβές του εργοδοτούμενου,

(β)       την διάρκεια της υπηρεσίας του εργοδοτούμενου,

(γ)        την απώλεια προοπτικής σταδιοδρομίας του εργοδοτούμενου,

(δ)        τις πραγματικές συνθήκες του τερματισμού των υπηρεσιών του εργοδοτούμενου,

(ε)        την ηλικία του εργοδοτούμενου.

 

Σημειώνουμε ότι η αποζημίωση δεν μπορεί ούτε να υπερβεί τα ημερομίσθια δύο ετών (παράγραφος 3 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου, όπως τροποποιήθηκε) και ούτε να είναι μικρότερη του ποσού που θα ελάμβανε ο εργοδοτούμενος αν είχε κηρυχθεί ως πλεονάζων (παράγραφος 2 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου, όπως τροποποιήθηκε).

 

Στην υπόθεση Louis Tourist Agency Λτδ v. Αντιγόνης Ηλία (1992) 1 (Β) Α.Α.Δ. 98 σημειώνονται τ’ ακόλουθα:

 

«Το κριτήριο της αποζημίωσης βάσει του άρθρου 4 του Ν.24/67 δεν συναρτάται με το συμβατικό που καθορίζεται από το ΚΕΦ.149, και γενικά τις αρχές του δικαίου των συμβάσεων, δηλαδή ζημιά η οποία έπεται κατά λογική πρόβλεψη της διάρρηξης της συμφωνίας. Το θέμα των αποζημιώσεων επαφίεται στην απόλυτη κρίση του Διαιτητικού Δικαστηρίου, με μόνο περιορισμό εκείνο που τίθεται από το άρθρο 3 του Πίνακα, η αποζημίωση να μην υπερβαίνει τα ημερομίσθια των δύο ετών (Ν.92/79).  Η υλική ζημιά την οποία υφίσταται από τον τερματισμό ο εργοδοτούμενος είναι αναμφίβολα παράγοντας σχετικός, αλλά όχι ο μόνος ο οποίος λαμβάνεται υπόψη.

Η διαγωγή των μερών είναι άλλος σχετικός παράγοντας, όπως συνάγεται από την παράγραφο 4(δ) του Πίνακα.  Η απαρίθμηση των παραγόντων, που είναι σχετικοί με την αποζημίωση, θα ήταν αντινομική προς τον απόλυτο χαρακτήρα της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου.»

 

(Βλ. επίσης Εκδοτικός Οίκος Δίας Λτδ ν. Παπαχριστοδούλου (2006) 1 Α.Α.Δ. 625, Touchstone Technologies Ltd v. Μαυρομμάτη (2014) 1Β Α.Α.Δ. 1829, J.A.CABRAS  & BROS.LTD v. Χαραλάμπους κ.α (1992) 1Β Α.Α.Δ.896).

 

Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ως προς το ποσό που θα επιδικάσει ως αποζημίωση κρίνεται με βάση τα ενώπιόν του τιθέμενα πραγματικά γεγονότα.  Σε καμιά περίπτωση το Δικαστήριο δεν μπορεί να στηριχθεί σε υποθέσεις για να καταλήξει σε εύλογο αποτέλεσμα.

 

Ο Αιτητής πρόσφερε τη μαρτυρία του για να καθοριστεί το ποσό των αποζημιώσεων που δικαιούται δυνάμει του Νόμου.  Η εν λόγω μαρτυρία ήταν η μόνη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιόν μας.

 

Ο Αιτητής κατέθεσε ότι όταν αυτός απολύθηκε ήταν 49 χρονών. ‘Ότι είναι  πατέρας δύο παιδιών, μιας κόρης (η οποία, κατά τον χρόνο της απόλυσής του, ήταν φοιτήτρια) και ενός γιού (ο οποίος, κατά τον χρόνο της απόλυσής του, ήταν στρατιώτης).  Ότι όταν απολύθηκε ήταν Μεγάλη Εβδομάδα.  Προέβαλε τη θέση ότι λόγω της προχωρημένης ηλικίας του «πλέον μπορεί να αντιληφθεί κανείς τη δυσκολία» να αναζητήσει «βάσιμα νέα εργασία και την κατά συνέπεια απώλεια σταδιοδρομίας» του. Ο τελευταίος  εβδομαδιαίος μισθός του πριν την απόλυσή του ανερχόταν στο ποσό των €490,00.

 

Σε ερωτήσεις του Δικαστηρίου είπε ότι έμεινε άνεργος για ένα χρόνο, ότι έλαβε ανεργιακό επίδομα για έξι μήνες μετά την απόλυσή του, ότι βρήκε δουλειά με €1.600 καθαρά μηνιαίως και ότι τα παιδιά του κατά τον χρόνο απόλυσής του ήταν ενήλικα.

   

Ο Αιτητής δεν αντεξετάστηκε από την δικηγόρο των Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Με δεδομένο ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του Αιτητή κρίθηκε ως παράνομος θα πρέπει να προχωρήσουμε να αξιολογήσουμε την ενώπιόν μας τεθείσα μαρτυρία με σκοπό να καταλήξουμε στο ύψος των αποζημιώσεων που δικαιούται ο Αιτητής.

 

Σε ότι αφορά το ύψος των εβδομαδιαίων απολαβών του Αιτητή ενόψει του ότι η πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση,  η οποία ήταν σε θέση να γνωρίζει το ύψος των εν λόγω απολαβών, δεν αμφισβήτησε τις θέσεις του Αιτητή η εν λόγω μαρτυρία του γίνεται αποδεκτή και προβαίνουμε στο ανάλογο εύρημα γεγονότος.

 

Περαιτέρω δεν έχουμε λόγο να μην αποδεχτούμε ότι τα παιδιά του κατά τον ουσιώδη χρόνο της απόλυσής του ήταν ενήλικα και ότι αυτός όταν απολύθηκε ήταν 49 χρονών. Συνακόλουθα προβαίνουμε στα ανάλογα ευρήματα γεγονότων.

 

Σημειώνουμε ότι το γεγονός ότι απολύθηκε Μεγάλη Εβδομάδα λίγες μέρες πριν το Πάσχα (το εν λόγω γεγονός δεν αμφισβητείται από τους Καθ’ ων η Αίτηση στο δικόγραφό τους) από μόνο του δεν συνιστά ένδειξη κακοπιστίας από την πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Αξιολογώντας την υπόλοιπη μαρτυρία του Αιτητή, παρατηρούμε ότι, παρά το ότι αυτή παρέμεινε αναντίλεκτη, εντοπίζουμε σε αυτήν εγγενείς αδυναμίες.  Ο Αιτητής δεν μας έδωσε οποιαδήποτε στοιχεία που να υποστηρίζουν τις θέσεις του ότι η κόρη του ήταν φοιτήτρια και ο γιος του στρατιώτης και κατά συνέπεια οικονομικά εξαρτώμενοι από αυτόν. Περαιτέρω, δεν μας ανέφερε τις προσπάθειες στις οποίες προέβηκε για να βρει άλλη κατάλληλη εργασία μετά την απόλυσή του ούτε μας ανέφερε τα προσόντα του.  Περιορίστηκε, όταν ερωτήθηκε από το Δικαστήριο, στο να πει μόνο το όνομα του νέου εργοδότη του, τον καθαρό μισθό του και το ότι εργοδοτήθηκε ξανά ένα χρόνο μετά την απόλυσή του από τους Καθ’ ων η Αίτηση χωρίς να προσκομίσει οποιαδήποτε απτά στοιχεία που να επιβεβαιώνουν τις θέσεις του.  Ούτε μας έδωσε λεπτομέρειες για ποιο λόγο δεν κατέστη δυνατό να βρει άλλη εργασία με παρόμοιο μισθό με αυτόν που λάμβανε από τους Καθ’ ων η Αίτηση.  Λόγω των πιο πάνω κρίνουμε ότι η εν λόγω μαρτυρία του Αιτητή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως θετική, επαρκής και αξιόπιστη ώστε να  γίνει αποδεκτή και να αποτελέσει το υπόβαθρο για εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την υλική ζημιά και την απώλεια ανέλιξης και σταδιοδρομίας που υπέστηκε ο Αιτητής συνεπεία της απόλυσής του από τους Καθ’ ων η Αίτηση[2].  Το Δικαστήριο, ενόψει της εν λόγω αδυναμίας στη μαρτυρία του Αιτητή δεν μπορεί να προβεί σε εύρημα αναφορικά  με το σύνολο των επιπτώσεων (οικονομικών, υλικών, επαγγελματικών και προσωπικών) που υπέστηκε ο Αιτητής από την απώλεια της εργασίας του στους Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Παρατηρούμε ότι από το ενώπιόν μας μαρτυρικό υλικό δεν προκύπτει ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση στιγμάτισαν με οποιοδήποτε τρόπο τον Αιτητή απολύοντας τον (αφού δεν τέθηκε ενώπιόν μας μαρτυρία σχετικά με τον λόγο απόλυσης που αναφέρθηκε στην επιστολή απόλυσής του) ώστε η απόλυσή του να έχει αρνητικές συνέπειες στις πιθανότητες για μελλοντική εργοδότησή του[3].     

 

Με βάση τα ενώπιόν μας δεδομένα, βρίσκουμε ότι το ελάχιστο ποσό που θα ελάμβανε ο Αιτητής αν κηρυσσόταν πλεονάζων προσωπικό θα ανερχόταν στις €36.995 (75.5 x €490,00) και η μέγιστη αποζημίωση που μπορεί να του επιδικάσει το Δικαστήριο αντιστοιχεί στις απολαβές δύο χρόνων €50.960 (104 x €490,00).

 

Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη ότι ο Αιτητής: (α) απολύθηκε για λόγους που δεν αποδείχτηκαν ενώπιόν μας ότι ήταν νόμιμοι χωρίς όμως να αποδειχτεί ότι η απόλυσή του ήταν κακόπιστη, (β) εργάστηκε για 26 χρόνια στην υπηρεσία των Καθ’ ων η Αίτηση (περίοδος η οποία είναι ιδιαίτερα μακρόχρονη), (γ) ήταν 49 χρόνων κατά την απόλυσή του (ηλικία που μπορεί να θεωρηθεί ως κάπως δύσκολη για εξεύρεση εργασίας αλλά και ηλικία που απέχει 16 χρόνια από την ηλικία συνταξιοδότησης - σημειώνουμε ότι ενώ η μεγάλη ηλικία μπορεί να θεωρηθεί ως ένας παράγοντας που δυσκολεύει την ένταξη στην αγορά εργασίας και ως εκ τούτου λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο αλλά για να δοθούν όμως σημαντικά αυξημένες αποζημιώσεις ο εργοδοτούμενος οφείλει να αποδείξει ότι όντως στη δική του περίπτωση ο παράγοντας ηλικίας έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να μην καταφέρει να εργοδοτηθεί ξανά), (δ) ελάμβανε πριν την απόλυσή του το ποσό των €490,00 εβδομαδιαίως και (ε) δεν απέδειξε ότι προέβηκε σε εύλογες προσπάθειες να βρει άλλη παρόμοια εργασία με παρόμοιες απολαβές με αυτές που είχε στους Καθ’ ων η Αίτηση και τις συνέπειες που είχε η απόλυσή του στην οικονομική και επαγγελματική του κατάσταση, κρίνουμε ότι είναι εύλογο και δίκαιο, υπό τις περιστάσεις, όπως του επιδικάσουμε αποζημιώσεις που αντιστοιχούν με τις απολαβές 80 εβδομάδων ήτοι €39.200 (80 x 490,00).

 

Κατά συνέπεια εκδίδεται απόφαση υπέρ του Αιτητή και εις βάρος των Καθ’ ων η Αίτηση για το ποσό των €39.200 πλέον νόμιμο τόκο.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3(2) του Νόμου οι Καθ’ ων η Αίτηση είναι υποχρεωμένοι να καταβάλουν στον Αιτητή μόνο το ποσό των απολαβών ενός έτους και το υπόλοιπο ποσό το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού.  Δηλαδή ποσό που αντιστοιχεί με τις απολαβές ενός έτους (€25.480) πλέον νόμιμο τόκο θα πρέπει να  καταβληθεί από τους Καθ’ ων η Αίτηση, το δε υπόλοιπο ποσό (€13.720) πλέον νόμιμο τόκο θα καταβληθεί από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού.

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση ήδη κατέβαλαν στον Αιτητή το ποσό που αντιστοιχεί στις απολαβές 52 εβδομάδων και σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Σίμος Μουζούρης Cosmoplast Ltd (2007) 1 (B) AAΔ σελ. 896, το εν λόγω ποσό θα πρέπει να αφαιρεθεί από το ποσό της αποζημίωσης που έχει επιδικαστεί εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Κατά συνέπεια παρόλο που εκδίδεται απόφαση υπέρ του Αιτητή και εις βάρος των Καθ’ ων η Αίτηση για το ποσό των €13.720 ως αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησής του, οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν υποχρεούνται να καταβάλουν οποιοδήποτε ποσό προς τον Αιτητή, ενώ το Ταμείο θα πρέπει να καταβάλει στον Αιτητή το ποσό των €13.720  πλέον νόμιμους τόκους.

Ο Αιτητής δεν προώθησε την αξίωσή του για «οποιοδήποτε άλλο ωφέλημα προκύπτει από τον Νόμο, έθιμο και από ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση».  Συνακόλουθα η εν λόγω αξίωση απορρίπτεται.

 

Δεν επιδικάζουμε οποιαδήποτε έξοδα ενόψει της κοινής δήλωσης των δικηγόρων των δύο πλευρών ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση κατέβαλαν στον Αιτητή τα δικηγορικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας.    

 

 

 

 

(Υπ.) …………………………………

                                                            Ε. Κωνσταντίνου, Δ.

 

 

 

(Υπ.) ………………………………..                              (Υπ.) ………………………………

            Ανθ. Παπαγεωργίου, Μέλος                                          Π. Φρυδάς, Μέλος

 

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

 

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 

 

 

 

 

 



[1] Το  άρθρο 6 (1) του Νόμου προβλέπει ότι: “Καθ΄ οιανδήποτε ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών διαδικασίαν ο  υπό του εργοδότου τερματισμός απασχολήσεως του εργοδοτούμενου τεκμαίρεται, μέχρι αποδείξεως του εναντίου, ως μη γενόμενος δια τινά των εν τω άρθρω 5 εκτιθεμένων λόγων.”   

[2] Θεμιστοκλέους ν. Elyssee Irrigation Ltd, Πολ. Έφεση Αρ. 131/2012, ημερ.22/09/2017 λέχθηκαν τα πιο κάτω: «Ο εφεσείων υποστηρίζει ότι η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με το κριτήριο (γ) του άρθρου 4 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου, ότι δεν ήταν σε θέση να εξακριβώσει τις συνέπειες που είχε η απόλυση του στη σταδιοδρομία του δεν συνάδει και δεν δικαιολογείται από τα γεγονότα που το Δικαστήριο έκανε αποδεκτά. Η βάση της εισήγησης ερείδεται στο εύρημα ότι ο εφεσείων ενεγράφη άνεργος και λάμβανε ανεργιακό επίδομα, το οποίο, κατά τον εφεσείοντα, «ερμηνεύεται ότι.αναζητούσε εργασία», ενώ είναι αποδεκτό πως δεν μπορούσε να εκτελέσει χειρονακτική εργασία.  Όλα αυτά, υποστηρίζει, καταδεικνύουν ότι προέβη σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για μείωση της ζημιάς του. Η θέση του εφεσείοντα δεν ευσταθεί. Η λήψη ανεργιακού επιδόματος από μόνη της, ουδόλως τεκμηριώνει αναζήτηση εργασίας, ώστε να μπορεί να γίνεται λόγος για ευρήματα του Δικαστηρίου που δεν συνάδουν με τη μαρτυρία. Η αναζήτηση εργασίας πρέπει να αποδειχθεί.  Στην προκειμένη περίπτωση η μαρτυρία του εφεσείοντα κατέδειξε το αντίθετο, ότι δηλαδή δεν προσπάθησε να εξεύρει άλλη κατάλληλη γι' αυτόν εργασία. Πρόκειται δε για εύρημα επί πραγματικού γεγονότος το οποίο δεν ελέγχεται από το Εφετείο. Ο εφεσείων ο οποίος έφερε το βάρος απόδειξης των ισχυρισμών του,  απέτυχε να το αποσείσει για τους λόγους που με λεπτομέρεια καταγράφονται στην πρωτόδικη απόφαση.»

[3]  Δ.Σ. ν. Argosy Trading Company Ltd, Πολ. Έφεση Αρ. 310/12 ημερ.13/02/2019.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο