OLGA STADCHENKO ν. SOLESKEN LIMITED, Αρ. Αίτησης: 290/18, 3/10/2025
print
Τίτλος:
OLGA STADCHENKO ν. SOLESKEN LIMITED, Αρ. Αίτησης: 290/18, 3/10/2025

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ – ΛΕΜΕΣΟΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ε. Κωνσταντίνου, Δικαστή

                   M. Πότσου                   )

                   Δ. Χαριλάου              ) Μελών 

                                                                                           Αρ. Αίτησης: 290/18

Μεταξύ:

OLGA STADCHENKO

                                                                                                            Aιτήτρια

και

 

SPOROS INVESTMENT LTD

                                                                                                             Καθ’ ου η Αίτηση

 

ΚΑΙ ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 22/01/2024

Μεταξύ:

 

OLGA STADCHENKO

                                                                                                            Aιτήτρια

και

 

SOLESKEN LIMITED

                                                                                                             Καθ’ ου η Αίτηση

Ημερομηνία: 3/10/25

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για Αιτήτρια: κ. Θ. Αδάμου

Για Καθ’ ου η Αίτηση: κα Μ. Τσαγκαρίδη

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

            Η εταιρεία Sporos Investments Ltd («η εταιρεία Sporos») κατά τον ουσιώδη, για την παρούσα αίτηση, χρόνο ήταν εγγεγραμμένη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και ασχολείτο με τις επενδύσεις σε ακίνητα στην Κύπρο.

 

 Η εταιρεία Sporos συγχωνεύτηκε με την εταιρεία Solesken Limited και τον Μάιο 2022 (Τεκμήριο 1) το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ενέκρινε σχετικό Σχέδιο Αναδιάρθρωσης και Συγχώνευσης και διέταξε όπως:  (α) όλων των ειδών τα δικαιώματα και όλες οι υποχρεώσεις της εταιρείας Sporos θεωρούνται ότι έχουν μεταβιβαστεί στη Solesken, (β)  όλες οι εργασίες της εταιρείας Sporos συνεχίσουν να διεξάγονται από τη Solesken Limited, (γ)  όλες οι δικαστικές διαδικασίες από την ή εναντίον της εταιρείας Sporos συνεχίσουν από την ή εναντίον της Solesken Limited και (δ)  η εταιρεία Sporos διαλυθεί χωρίς εκκαθάριση και όλα τα έγγραφα της εταιρείας Sporos που έχουν καταχωρηθεί στον Έφορο Εταιρειών ενσωματωθούν στον φάκελο της Solesken Limited στον Έφορο Εταιρειών.

 

 Ακολούθως, συνεπεία των πιο πάνω η εταιρεία Sporos αντικαταστάθηκε με διάταγμα του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών ημερ. 22/01/2024 από την εταιρεία Solesken Limited ως Καθ’ ης η Αίτηση στην παρούσα διαδικασία.

 

Μεταξύ της Αιτήτριας και της εταιρείας Sporos υπογράφηκε συμφωνία εργοδότησης («η Συμφωνία Εργοδότησης») η οποία φέρει ημερομηνία 01/04/2018 (Τεκμήριο 2). Η Συμφωνία Εργοδοτησης προέβλεπε ότι: (α) η Αιτήτρια θα εργοδοτείτο από την εταιρεία Sporos ως Executive Director, (β) ο καθαρός μηνιαίος μισθός της Αιτήτριας θα ανερχόταν στο ποσό των €5.000, (γ) η Αιτήτρια θα δικαιούτο 22 ημέρες ετήσια άδεια, 13ο μισθό και ετήσιο φιλοδώρημα και (δ) η Συμφωνία Εργοδότησης θα διαρκούσε μέχρι την 01/04/2020.

 

            Η εταιρεία Sporos με επιστολή της ημερ. 10/09/2018 απέλυσε αμέσως και χωρίς προειδοποίηση την Αιτήτρια (Τεκμήριο 5) προβάλλοντας ως λόγο απόλυσης ότι η απόδοση της Αιτήτριας δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες της και ενημέρωσε την Αιτήτρια ότι θα της καταβαλλόταν το ποσό των €10.000 χαριστικώς.

 

            Στις 18/09/2018 με επιστολή της η εταιρεία Sporos προς την Αιτήτρια την ενημέρωσε ότι, λόγω του ότι δεν της παρέδωσε τα εταιρικά της έγγραφα καθώς και τα έγγραφα που αφορούν τις τρέχουσες και τις εκκρεμούσες υποθέσεις της παρά τις επανειλημμένες  παρακλήσεις της προς αυτήν, αποφάσισε όπως μην της δοθεί το ποσό που της αναφέρθηκε στην επιστολή ημερ. 10/09/2018 ότι θα της δινόταν χαριστικώς. 

 

            Η εταιρεία Sporos κατέβαλε στην Αιτήτρια μετά την απόλυσή της το ποσό των €2.948,92 ως αναλογία (α) για τον μισθό του Σεπτεμβρίου του 2018 και (β) 13ου μισθού για το 2018.  

 

            Η Αιτήτρια με την παρούσα αίτηση αξιώνει πληρωμή αντί προειδοποίησης, αποζημίωση για παράνομη απόλυση, νόμιμο τόκο, έξοδα πλέον έξοδα επίδοσης και/ή διαζευκτικά αποζημίωση λόγω παράβασης της Σύμβασης Εργοδότησης.  Στους γενικούς λόγους της αίτησης ισχυρίζεται ότι εργοδοτήθηκε από την εταιρεία Sporos, κατά ή περί τις 19/02/2018, ως Εκτελεστική Διευθύντρια με προφορική συμφωνία καθότι η εταιρεία Sporos δεν επιθυμούσε να συνάψει γραπτή συμφωνία με αυτήν.  Ότι μετά από δική της προτροπή επιτεύχθηκε η υπογραφή της Συμφωνίας Εργοδότησης. Ότι η εταιρεία Sporos στις 10/09/2018 παράνομα και αδικαιολόγητα τερμάτισε την απασχόλησή της. Ότι στις 18/09/2018 η εταιρεία Sporos ανακάλεσε την προηγούμενη γραπτή δέσμευσή της να της καταβάλει το ποσό των €10.000 χαριστικώς προφασιζόμενη αβάσιμα ότι δεν της παρέδωσε τα εταιρικά έγγραφα και/ή άλλα έγγραφα που σχετίζονται με τις εργασίες της.

 

            Η Καθ’ ης η Αίτηση με τους γενικούς λόγους του έγγραφου εμφάνισής της απορρίπτει τις εναντίον της αξιώσεις.  Απορρίπτει τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας ότι εργοδοτήθηκε από τις 19/02/2018 με προφορική συμφωνία.  Ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια ενήργησε αντισυμβατικά και δεν εκτελούσε τα καθήκοντά της κατά ευλόγως ικανοποιητικό τρόπο παρά την καθοδήγηση που έλαβε από τους προϊσταμένους της και τις προειδοποιήσεις που της έγιναν.  Ως εκ τούτου, αιτείται απόρριψη της αίτησης ως νομικά αβάσιμης με έξοδα υπέρ της.

 

Μαρτυρία

 

Ο κ. Χριστόδουλος (Κρις) Ευθυμίου κατέθεσε ότι η εταιρεία Sporos πριν την 01/04/2018 δεν είχε οποιαδήποτε δραστηριότητα και/ή οποιαδήποτε εργασία.  Ότι όλοι οι πρώτοι υπαλλήλοι της εταιρείας Sporos εργοδοτήθηκαν την 01/04/2018.  Προς υποστήριξη της θέσης του κατέθεσε ως δέσμη εγγράφων Τεκμήριο 3, όλες τις συμφωνίες απασχόλησης που υπέγραψε η εταιρεία Sporos την 01/04/2018 με υπαλλήλους της.  Υποστήριξε ότι οι εργασίες της εταιρείας Sporos άρχισαν τον Απρίλιο του 2018 και ότι δεν καταβλήθηκε οποιοδήποτε ποσό από την εταιρεία Sporos στην Αιτήτρια πριν την έναρξη των εργασιών της εταιρείας Sporos και την έναρξη της απασχόλησης της Αιτήτριας την 01/04/2018. Ήταν η θέση του ότι δεν έγινε οποιαδήποτε προφορική συμφωνία εργοδότησης της Αιτήτριας με την εταιρεία Sporos. Ισχυρίστηκε ότι πριν τον Απρίλιο του 2018 ο διευθυντής της εταιρείας Sporos ενημέρωσε την Αιτήτρια ότι θα «ανοίξει» καινούργια εταιρεία στην Κύπρο (δηλαδή, την εταιρεία Sporos) και ότι θα της κάνει πρόταση εργοδότησης όταν η εταιρεία Sporos είναι έτοιμη να αρχίσει τις εργασίες της. Επανέλαβε ότι η έναρξη των εργασιών της εταιρείας Sporos και η έναρξη της απασχόλησης όλων των υπαλλήλων της εταιρείας Sporos έγινε την 01/04/2018. Ότι ανάμεσα στους πρώτους υπαλλήλους της εταιρείας Sporos ήταν αυτός και η Αιτήτρια.  Ότι αυτός εργοδοτήθηκε από την εταιρεία Sporos ως Πολιτικός Μηχανικός με σκοπό να επιβλέπει την ανέγερση και την πορεία των εργασιών ανέγερσης των διαμερισμάτων/κατοικιών που είχε αγοράσει στην Κύπρο η εταιρεία Sporos από την εταιρεία ανάπτυξης ακινήτων Prime Properties Group («η Prime») και να αποδεχτεί την παράδοση τους όταν αυτά ολοκληρωθούν.  Ότι γνώρισε την Αιτήτρια όταν εργοδοτήθηκε αυτός από την εταιρεία Sporos την 01/04/2018 και ότι δεν είχε οποιαδήποτε επαφή με αυτήν πριν την 01/04/2018.  Σημείωσε ότι ήταν πολύ σημαντικό τα ακίνητα που είχε αγοράσει η εταιρεία Sporos να κατασκευαστούν με τις σωστές προδιαγραφές βάσει των αρχιτεκτονικών σχεδίων, να είναι καλής ποιότητας και να έχουν λάβει όλες τις απαραίτητες άδειες από τις αρμόδιες αρχές.  Ότι αυτός είχε όλη την επικοινωνία με την Prime και ότι η Αιτήτρια δεν επικοινωνούσε με την Prime ώστε να ενημερώνεται για το στάδιο στο οποίο βρισκόταν η ανέγερση των ακινήτων που αγόρασε η εταιρεία Sporos ούτε τον ρωτούσε ώστε να την ενημερώνει αυτός για ο,τιδήποτε αφορούσε τα εν λόγω υπό ανέγερση ακίνητα. Περαιτέρω, ουδέποτε η Αιτήτρια ασχολήθηκε με οποιοδήποτε μέρος της εργασίας του ούτε του ανέθεσε οποιεσδήποτε εργασίες ή του έδωσε τις οποιεσδήποτε οδηγίες. Ότι αυτός σχημάτισε την εντύπωση ότι η Αιτήτρια απλά ήταν στο γραφείο χωρίς να κάνει οποιαδήποτε ουσιαστική εργασία και ότι η Αιτήτρια δεν είχε τις οποιεσδήποτε γνώσεις περί ακινήτων. Ότι η Αιτήτρια λειτουργούσε περισσότερο ως γραμματέας ή υποστηρικτικό προσωπικό παρά ως Εκτελεστική Διευθύντρια.  Υποστήριξε ότι αντιλήφθηκε ότι η Αιτήτρια δεν μιλούσε ελληνικά και ότι δεν μιλούσε καλά την αγγλική γλώσσα.  Ότι η έλλειψη προσόντων της Αιτήτριας φαίνεται από το δελτίο εγγραφής υποψηφίου για εργασία που αφορά την Αιτήτρια (Τεκμήριο 4) στο οποίο φαίνεται ότι η Αιτήτρια εγγράφηκε ως άνεργη στο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων στις 19/09/2018 και ζητούσε εργασία ως γραφέας γενικών καθηκόντων.  Ότι ο διευθυντής της εταιρείας Sporos τον ενημέρωσε ότι η ίδια η Αιτήτρια του είχε αναφέρει ότι μπορούσε και γνώριζε να εκτελεί τα καθήκοντα του Εκτελεστικού Διευθυντή αλλά τελικά διαφάνηκε ότι δεν μπορούσε να το πράξει ικανοποιητικά. Περαιτέρω, ισχυρίστηκε ότι ο διευθυντής της εταιρείας Sporos καθοδήγησε την Αιτήτρια και της έκανε τις απαραίτητες προειδοποιήσεις αλλά η Αιτήτρια δεν συνεργάστηκε ούτε βελτιώθηκε στην εκτέλεση των καθηκόντων της, γεγονός το οποίο είχε διαπιστώσει και αυτός προσωπικά και έμπρακτα. Ότι όταν τον ρώτησε ο διευθυντής της εταιρείας Sporos για την εντύπωση που είχε για την Αιτήτρια, του απάντησε πως αυτός δεν είχε οποιαδήποτε επαφή μαζί της και πως η άποψή του είναι ότι η Αιτήτρια δεν γνωρίζει απολύτως τίποτα για την ανάπτυξη γης και την ανέγερση οικοδομών.  Ενόψει όλων των πιο πάνω, η εταιρεία Sporos αποφάσισε να τερματίσει την απασχόληση της Αιτήτριας στις 10/09/2018. Ότι λόγω της καλής σχέσης της Αιτήτριας και του διευθυντή της εταιρείας Sporos καθώς και λόγω της οικογενειακής κατάστασης της Αιτήτριας, η εταιρεία Sporos είχε δηλώσει ότι θα κατέβαλλε ένα ποσό χαριστικά στην Αιτήτρια με τον τερματισμό της εργοδότησής της.  Ότι επειδή η Αιτήτρια δεν συνεργάστηκε και αρνήθηκε να παραδώσει σημαντικά έγγραφα της εταιρείας Sporos τα οποία αφορούσαν τις εργασίες της και εμπεριείχαν εμπιστευτικές πληροφορίες η εταιρεία Sporos απέσυρε την προσφορά της να της δώσει €10.000 χαριστικά.  Ανέφερε ότι όπως τον είχε ενημερώσει ο διευθυντής της εταιρείας Sporos με τον τερματισμό της απασχόλησης της Αιτήτριας η εταιρεία Sporos κατέβαλε στην Αιτήτρια την αναλογία του μισθού της για τον μήνα Σεπτέμβριο 2018 και την αναλογία του 13ου μισθού της για το έτος 2018 ενώ οι ετήσιες άδειες που έλαβε η Αιτήτρια ήταν περισσότερες από όσες δικαιούτο.  

 

Αντεξεταζόμενος, διευκρίνισε ότι όταν αναφερόταν στην κυρίως εξέτασή του στον διευθυντή της εταιρείας Sporos, εννοούσε τον κ. Michail Tikhomirov, o οποίος ήταν και ο ιδιοκτήτης της εταιρείας SporosAπέρριψε υποβολή ότι αυτός προσλήφθηκε στην εταιρεία Sporos μετά από μεσολάβηση και/ή σύσταση της Αιτήτριας. Υποστήριξε ότι η εταιρεία Sporos η οποία αγόρασε ακίνητα «ήθελε» κάποιο προσοντούχο άτομο στη θέση του Εκτελεστικού Διευθυντή ο οποίος να μπορεί να επιβλέπει την ανέγερση των ακινήτων που είχε αγοράσει και ότι η Αιτήτρια δεν γνώριζε από σχέδια και προδιαγραφές ακινήτων και ως εκ τούτου δεν είχε καμία σχέση με τα καθήκοντα ενός Εκτελεστικού Διευθυντή μιας εταιρείας που είχε εργασίες όπως αυτές της εταιρείας Sporos. Επιπλέον, ήταν η θέση του ότι η Αιτήτρια ως Εκτελεστική Διευθύντρια όφειλε να τον ρωτά ώστε να της δίνει τις σχετικές πληροφορίες για τα ακίνητα αλλά ουδέποτε το έπραξε. 

 

Η Αιτήτρια κατάθεσε ότι προσλήφθηκε στην υπηρεσία της εταιρείας Sporos τον Φεβρουάριο του 2018 στη θέση του Εκτελεστικού Διευθυντή (Executive Director).  Ότι πριν από την πρόσληψή της στην εταιρεία Sporos εργαζόταν μέχρι τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου του 2018 στην Prime ως υπεύθυνη του after sales department.  Ότι γνώριζε τους κ.κ. Mikhail Tikhomirov και Mykhail Klyukin, οι οποίοι ήταν οι ιδιοκτήτες της εταιρείας Sporos.  Ότι σε επικοινωνία που είxε μαζί τους της ανέφεραν πως λόγω της εμπειρίας και των ικανοτήτων που απέκτησε κατά την εργασία της στην Prime επιθυμούν να εργαστεί για την εταιρεία τους και να αποχωρήσει από την Prime.  Ότι μετά την απόλυσή της από την εταιρεία Sporos εργάστηκε σε άλλες εταιρείες με μεικτό μισθό περίπου €3.000.  Ότι τα καθήκοντά της σε όλες τις εταιρείες που εργάστηκε, περιελάμβαναν, μεταξύ άλλων, επαφή με τις κατασκευαστικές εταιρείες, οργάνωση προσφορών, σύνταξη συμφωνιών και επικοινωνία με νομικούς συμβούλους, επίβλεψη οικονομικού τμήματος, εξερχόμενων και εισερχόμενων πληρωμών, συμμετοχή σε διαδικασίες αγοραπωλησίας γης και έκδοσης τίτλων ιδιοκτησίας, επιθεώρηση και αποδοχή ακινήτων από τις κατασκευαστικές εταιρείες, ετοιμασία λιστών με διάφορες κακοτεχνίες, εξεύρεση πελατών για αγορά και ενοικίαση ακινήτων, πλήρη έλεγχο στην παράδοση των ακινήτων από τις κατασκευάστριες εταιρείες και μετέπειτα πώληση και μεταβίβαση των ακινήτων στους πελάτες. Κατέθεσε ως Τεκμήριο 7 ηλεκτρονικά μηνύματα τα οποία ισχυρίστηκε ότι απέστειλε στον κ. Tikhomirov στις 29/12/2017 και στις 19/01/2018 αναφορικά με τη συμφωνία εργοδότησης της στην εταιρεία Sporos.  Σημείωσε ότι επιθυμούσε να έχει υπογεγραμμένη συμφωνία εργοδότησης από την αρχή της εργοδότησής της στην εταιρεία Sporos καθότι λόγω του καθεστώτος διαμονής της στην Κυπριακή Δημοκρατία ήταν απαραίτητο να έχει γραπτή συμφωνία εργοδότησης. Ισχυρίστηκε ότι η Συμφωνία Εργοδότησης υπογράφηκε, κατόπιν δικής της προτροπής και επιμονής, την 01/04/2018 παρόλο που η εργοδότησή της ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2018. Ότι η συμφωνία της με τους κ.κ. Tikhomirov και Klyukin ήταν ότι η εταιρεία Sporos θα της «έβαζε» κοινωνικές ασφαλίσεις για όσο χρονικό διάστημα εργαζόταν στην εταιρεία Sporos χωρίς γραπτή συμφωνία εργοδότησης. Υποστήριξε ότι η εταιρεία Sporos εγγράφηκε στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών στις 20/02/2018 και ότι τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 2018 είχε συχνή επικοινωνία με τους κ.κ.Tikhomirov και Klyukin για θέματα που αφορούσαν την εταιρεία Sporos.  Προς υποστήριξη της θέσης της κατέθεσε φωτογραφία οθόνης κινητού η οποία, όπως ισχυρίστηκε, απεικονίζει συνομιλία της με τον κ. Tikhomirov στις 03/04/2018 για τα έξοδα της εταιρείας Sporos τον μήνα Μάρτιο του 2018 (Τεκμήριο 8).  Ότι από τον Φεβρουάριο του 2018 είχε αναλάβει να φροντίσει αναφορικά με τη μίσθωση γραφειακού χώρου της εταιρείας Sporos, να εξοπλίσει τον εν λόγω γραφειακό χώρο και να στελεχώσει με προσωπικό την εταιρεία Sporos.  Εντός αυτών των πλαισίων, δημοσίευσε αγγελία στο facebook αναγράφοντας πως ζητείται πρόσωπο για εργασία με προσόντα πολιτικού μηχανικού ώστε να επιβλέπει την ανέγερση των ακινήτων της εταιρείας Sporos και να φροντίσει για την παράδοσή τους και ότι θα ήταν επιθυμητό να ομιλεί ρώσικα. Ότι επικοινώνησε μαζί της η σύζυγος του κ. Χριστόδουλου Ευθυμίου ενημερώνοντας την ότι ο σύζυγός της είναι πολιτικός μηχανικός και μπορεί να αντιληφθεί την ρωσική γλώσσα.  Ότι ο κ. Ευθυμίου προσκλήθηκε σε συνέντευξη και προσλήφθηκε στην εταιρεία Sporos τον Μάρτιο του 2018.  Κατέθεσε ως Τεκμήρια 9, 10 και 11 ηλεκτρονικά μηνύματα που ισχυρίστηκε ότι αφορούν τη μίσθωση του γραφειακού χώρου της εταιρείας Sporos και ως Τεκμήριο 18 ηλεκτρονική αλληλογραφία που είχε με εταιρεία πώλησης ηλεκτρονικού εξοπλισμού. Ήταν η θέση της ότι ο κ. Ευθυμίου εργοδοτήθηκε στην εταιρεία Sporos από τον Μάρτιο του 2018.  Κατέθεσε ως Τεκμήρια 12 και 13 καταστάσεις τις οποίες ισχυρίστηκε ότι ετοίμασε όταν εργαζόταν στην εταιρεία Sporos και ότι ήταν οι καταστάσεις μισθοδοσίας των υπαλλήλων της εταιρείας Sporos για τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2018. Κατέθεσε επίσης ως Τεκμήρια 19, 20 και 21 ηλεκτρονικά μηνύματα που στάληκαν τέλη Φεβρουαρίου του 2018 υποστηρίζοντας ότι της στάληκαν από εργοδοτούμενους και/ή συνεργάτες της εταιρείας Sporos και αφορούσαν εργασίες της εταιρείας Sporos. Περαιτέρω, κατέθεσε ως δέσμη εγγράφων Τεκμήριο 22 αντίγραφα φωτογραφιών από οθόνη κινητού οι οποίες ισχυρίστηκε δείχνουν συνομιλίες μέσω της πλατφόρμας επικοινωνίας WhatsApp που έγιναν τον Μάρτιο του 2018 και αφορούσαν εργασίες της εταιρείας Sporos. Ήταν η θέση της ότι σε όλες τις εταιρείες στις οποίες εργάστηκε δεν της έγινε ποτέ παρατήρηση και ότι η μόνη φορά που απολύθηκε από την εργασία της ήταν όταν απολύθηκε από την εταιρεία Sporos. Υποστήριξε ότι η απόλυσή της δεν είχε σχέση με την απόδοσή της και κατέθεσε αντίγραφο φωτογραφίας από οθόνη κινητού η οποία ισχυρίστηκε ότι δεικνύει επικοινωνία που είχε με τον κ. Κlyukin στις 07/09/2018 μέσω της πλατφόρμας WhatsApp (Τεκμήριο 23) και στην οποία της ανέφερε ότι θα σταματήσει τις επιχειρήσεις του στην Κύπρο και γι’ αυτόν τον λόγο θα πρέπει να τερματιστεί η Συμφωνία Εργοδότησής της. Αρνήθηκε ότι μετά τον τερματισμό της απασχόλησής της παρέλειψε να παραδώσει σημαντικά έγγραφα της εταιρείας Sporos και κατέθεσε ως Τεκμήριο 14 έγγραφο ημερομηνίας 11/09/2018 στο οποίο φαίνεται ότι παρέδωσε στην εταιρεία Sporos τον φορητό υπολογιστή που είχε στην κατοχή της για να εκτελεί τις εργασίες της εταιρείας Sporos καθώς και όλα τα αντικείμενα που αφορούσαν τις εργασίες της εταιρείας Sporos. Σημείωσε ότι η εταιρεία Sporos της κατέβαλε το υπόλοιπο του μισθού της για τον Σεπτέμβριο του 2018 και την αναλογία του 13ου μισθού για το έτος 2018 μετά από καταγγελία της στο Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων στις 19/09/2018 (Τεκμήριο 17).

 

Αντεξεταζόμενη επέμενε ότι η εργασία της στην εταιρεία Sporos ξεκίνησε στις 19/02/2018 και σημείωσε ότι στις 19/02/2018, μέρα Δευτέρα, αυτή ήταν στο γραφείο που ενοικίασε η εταιρεία Sporos για σκοπούς της εργασίας της.  Είπε ότι η βασική εργασία της στην εταιρεία Sporos ήταν να επικοινωνεί με την Prime ώστε να παραληφθούν τα ακίνητα που αγόρασε η εταιρεία Sporos από την Prime και να διευθετηθεί η ενοικίαση.  Υποστήριξε ότι επικοινωνούσε απευθείας με την Prime και ότι πήγε σε πολλές συναντήσεις με εκπροσώπους της Prime στους χώρους των υπό ανέγερση ακινήτων, είτε μόνη της είτε με τον κ. Ευθυμίου ο οποίος ήταν ο πολιτικός μηχανικός της εταιρείας Sporos και ο οποίος προσλήφθηκε την 01/03/2018. Όταν της υποδείχθηκε το Τεκμήριο 24 το οποίο αποτελεί συμπληρωμένη και υπογραμμένη σύμβαση ενοικίασης γραφείων από την εταιρεία Sporos ημερομηνίας 22/06/2018, ανέφερε ότι αυτή η σύμβαση αφορά την εταιρεία Sporos και ότι επειδή η εταιρεία Sporos δεν είχε από την αρχή τραπεζικούς λογαριασμούς, η εταιρεία Sporos ενοικίασε τα εν λόγω γραφεία από τις 19/02/2018 και η σύμβαση ενοικίασης γράφτηκε σε μια άλλη εταιρεία των ιδιοκτητών της εταιρείας Sporos και μετά έγινε αλλαγή.  Σημείωσε ότι όλες οι εταιρείες που φαίνονται στα έγγραφα που κατέθεσε στο Δικαστήριο ως τεκμήρια ήταν ιδιοκτησίας των κ.κ. Tikhomirov και Klyukin και ότι το προσωπικό της εταιρείας Sporos τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2018 πληρώθηκε σε μετρητά από μετρητά που είχε δώσει σε αυτήν προσωπικά ο κ. Tikhomirov.  Απέρριψε υποβολές ότι τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 2018 απασχολείτο από άλλο, φυσικό ή νομικό, πρόσωπο.  Επίσης σημείωσε ότι επειδή όταν άρχισε τις εργασίες της η εταιρεία Sporos δεν είχε δική της ηλεκτρονική διεύθυνση, αυτή χρησιμοποιούσε την προσωπική της ηλεκτρονική διεύθυνση και οι υπόλοιποι υπαλλήλοι και/ή συνεργάτες της εταιρείας Sporos χρησιμοποιούσαν μία γενική ηλεκτρονική διεύθυνση. Είπε ότι όλη η νομική, λογιστική και γραφειακή υποστήριξη της εταιρείας Sporos γινόταν από το γραφείο στην Μόσχα το οποίο στήριζε όλες τις εταιρείες που ανήκαν στους κ.κ. Tikhomirov και Klyukin.

 

Νομική Πτυχή

 

(α) Τερματισμός της απασχόλησης

 

Το άρθρο 3(1) του Περί Τερματισμού της Απασχολήσεως Νόμου του 1967, Ν.24/67(«ο Νόμος») προβλέπει ότι όταν ο εργοδότης τερματίζει την απασχόληση ενός εργοδοτουμένου για οποιονδήποτε άλλο λόγο εκτός από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 5 του Νόμου τότε ο εργοδοτούμενος δικαιούται σε αποζημίωση από τον εργοδότη σύμφωνα με τις πρόνοιες του Πρώτου Πίνακα του Νόμου.  Σύμφωνα με το άρθρο 6(1) του Νόμου ο τερματισμός της απασχόλησης του εργοδοτουμένου από τον εργοδότη τεκμαίρεται ότι έγινε αδικαιολόγητα και παράνομα εκτός αν ο εργοδότης αποδείξει ότι αυτός έγινε για ένα από τους λόγους που περιοριστικά αναφέρονται στο άρθρο 5 του Νόμου οι οποίοι λόγοι καθιστούν νόμιμη και δικαιολογημένη την απόλυση του εργοδοτουμένου και κατά συνέπεια απαλλάσσουν τον εργοδότη από την καταβολή οποιασδήποτε αποζημίωσης.  Με το εδάφιο (α) του εν λόγω άρθρου καλύπτεται ο λόγος της μη εύλογης ικανοποιητικής εργασιακής απόδοσης.

 

Όπως έχει νομολογηθεί, το κριτήριο για το δικαιολογημένο ή μη της απόλυσης ενός εργοδοτουμένου είναι το εύλογο της κατάληξης του εργοδότη, ως λογικού εργοδότη να προβεί στον τερματισμό της εργοδότησης του εργοδοτουμένου υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις για τον συγκεκρμένο λόγο. Το κριτήριο είναι αντικειμενικό και δεν εξαρτάται από την υποκειμενική κρίση του εργοδότη.  Η απόφαση για απόλυση ενός εργοδοτουμένου θα πρέπει να βρίσκεται εντός των πλαισίων των λογικών αντιδράσεων ενός λογικού εργοδότη υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις για τον συγκεκριμένο λόγο βάσει των ενώπιόν του στοιχείων («within the band of reasonable responses of reasonable employer»).  Κατά την άσκηση του δικαιώματός του για απόλυση ενός εργοδοτουμένου ο λογικός και συνετός εργοδότης οφείλει να τηρήσει μια σωστή διαδικασία (a fair procedure) κατά την οποία τα δικαιώματα του εργοδοτουμένου θα είναι πλήρως σεβαστά πριν τη λήψη της απόφασης απόλυσής του[1] (Κακοφεγγίτου v. Kυπριακών Αερογραμμών Λτδ (2005) 1 Α.Α.Δ. 603, Kynigos Hotels Limited v. Γιωργούλλας Χρίστου, (2004) 1 Α Α.Α.Δ. 665, Galatariotis Telecommunications Ltd v. Σωτήρη Βασιλείου (2003) 1 Α.Α.Δ. 318).

          

Σύμφωνα με την αγγλική νομολογία, στις περιπτώσεις που ο εργοδοτούμενος απολύθηκε λόγω μη ικανοποιητικής εκτέλεσης των εργασιακών καθηκόντων του, το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσον ένας λογικός εργοδότης θα δικαιολογείτο υπό τις περιστάσεις να απολύσει ένα εργοδοτούμενο για αυτή την μη ικανοποιητική εκτέλεση της εργασίας[2].  Για να απαντηθεί το εν λόγω ερώτημα θα πρέπει να εξεταστούν τα πιο κάτω τρία ζητήματα:

 

(1)          Κατά πόσον ο εργοδότης είχε εύλογους λόγους να καταλήξει στο  συμπέρασμα  ότι η απόδοση του εργοδοτουμένου κατά τον χρόνο της απόλυσης ήταν τέτοιας φύσης και ποιότητας που δικαιολογεί την απόλυσή του[3].  Αυτό που πρέπει να αποφασιστεί είναι κατά πόσον ο εργοδότης είχε ενώπιόν του υλικό το οποίο τον ικανοποιούσε ότι ο εργοδοτούμενος δεν είναι ικανός να εκτελέσει τα εργασιακά του καθήκοντα και στο οποίο μπορούσε εύλογα να βασιστεί για να πάρει την απόφαση απόλυσης.  Ο εργοδότης έχει το βάρος να προσκομίσει μαρτυρία που να δεικνύει τη μη ικανοποιητική εκτέλεση της εργασίας από τον εργοδοτούμενο.  Η μαρτυρία που χρειάζεται για να αποδειχτεί η ανεπαρκής απόδοση που δικαιολογεί απόλυση διαφέρει από εργασία σε εργασία και εκτός από τα αποτελέσματα της εργασίας του εργοδοτουμένου λαμβάνεται υπόψη και η γνώμη του εργοδότη που σχημάτισε παρακολουθώντας την απόδοση του εργοδοτουμένου υπό την προϋπόθεση ότι η γνώμη αυτή είναι γνήσια[4].      

(2)          Κατά πόσον ο εργοδότης προέβηκε σε εύλογες προσπάθειες να προειδοποιήσει τον εργοδοτούμενο για την απόδοσή του και ότι υπάρχει το ενδεχόμενο απόλυσής του και να εξακριβώσει κατά πόσον ο εργοδοτούμενος μπορεί να βελτιωθεί.  Στην James v. Waltham Holy Cross UDC [1973] ICR 398 λέχθηκαν τα εξής: “An employer should be very slow to dismiss upon the grounds that the employee is incapable of performing the work which he is employed to do, without first telling the employee of the respects in which he is failing to do his job adequately, warning him of the possibilities or likelihood of dismissal on this ground and giving him an opportunity of improving his performance.”  Το House of Lords στην απόφαση του Polkey v. AE Dayton Services Ltd [1988] ICR 142 παρατήρησε ότι στην πλειοψηφία των υποθέσεων οι εργοδότες δεν θα μπορούν να θεωρηθούν ότι ενήργησαν εύλογα απολύοντας ένα εργοδοτούμενο για ανεπαρκή απόδοση εκτός αν έχουν δώσει στον εργοδοτούμενο προηγουμένως δίκαιες προειδοποιήσεις και την ευκαιρία να βελτιωθεί.  Στο σύγγραμμα St. D. Anderman (πιο πάνω) στη σελ.231 αναφέρονται τα πιο κάτω: “…tribunals may decide that a dismissal is unfair because employers have not met the standard of all ‘reasonable employers’ in respect of communicating their dissatisfaction to the employee, with an adequate indication of the employee’s shortcomings as well as providing an adequate indication that his job has been placed in jeopardy by these shortcomings. Moreover tribunals remain entitled to find a dismissal unfair where the employer fails to provide the employee with a reasonable opportunity to demonstrate an improvement”[5].  Στην υπόθεση McPhail v. Gibson [1977] ICR 42 αναφέρθηκε ότι η προειδοποίηση μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντική για ένα ανώτερο εργαζόμενο (senior employee) εφόσον οποιοσδήποτε εργοδοτούμενος σε οποιαδήποτε κλίμακα πρέπει να γνωρίζει ότι θέτει την εργασία του σε ρίσκο με την ανικανότητα ούτως ώστε να έχει την ευκαιρία να βελτιωθεί. Στην περίπτωση που ένας εργοδότης προειδοποιήσει τον εργοδοτούμενο ότι κινδυνεύει να απολυθεί και στη συνέχεια τον απολύσει χωρίς να του δώσει μια δίκαιη ευκαιρία να βελτιωθεί ή χωρίς να αφήσει να περάσει μια επαρκής περίοδος ώστε να μπορεί να κρίνει κατά πόσον υπήρξε μια βελτίωση, τότε η απόλυση μπορεί να θεωρηθεί ως παράνομη. Το ερώτημα, τι συνιστά εύλογη περίοδος, εξαρτάται από τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης. Η φύση της εργασίας, η περίοδος υπηρεσίας του εργοδοτουμένου, η θέση και η προηγούμενη εργασιακή απόδοση του εργοδοτουμένου είναι σχετικοί παράγοντες.  Στην υπόθεση Evans v. George Galloway & Co [1974] IRLR 167 κρίθηκε ότι πέντε (5) εβδομάδες δεν είναι αρκετή περίοδος για ένα υπεύθυνο που εργαζόταν έξι (6) χρόνια.  Στην υπόθεση Sibun v. Modern Telephones Ltd [1976] IRLR 81 αναφέρθηκε ότι τρία (3) χρόνια θα ήταν κατάλληλη περίοδος για ένα πωλητή που εργαζόταν αποδοτικά για 20 χρόνια.  Σημειώνουμε ότι η ύπαρξη προηγούμενων προειδοποιήσεων - παρατηρήσεων, ο αριθμός αυτών, αν αυτές ήταν δικαιολογημένες, το περιεχόμενο της κάθε παρατήρησης, οι ημερομηνίες που δόθηκαν και ο χρόνος που μεσολάβησε μεταξύ αυτών είναι θέματα τα οποία το Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει κατά την απόφανσή του κατά πόσον ο εργοδότης λαμβάνοντας υπόψη τις προηγούμενες παρατηρήσεις ενήργησε εντός των λογικών πλαισίων αποφασίζοντας την απόλυση του εργοδοτουμένου[6]

(3)          Κατά πόσον ο εργοδότης αποφασίζοντας την απόλυση του εργοδοτουμένου στη βάση της μη ικανοποιητικής απόδοσης ενήργησε εύλογα λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των περιστάσεων της περίπτωσης όπως π.χ. την προηγούμενη εργασιακή συμπεριφορά που επέδειξε ο εργοδοτούμενος, τα χρόνια υπηρεσίας του εργοδοτουμένου, τη συμπεριφορά του εργοδότη προς τον εργοδοτούμενο και το αν ο εργοδότης τήρησε τις υποχρεώσεις προς τον εργοδοτούμενο παρέχοντας του όλα τα αναγκαία εφόδια και την αναγκαία επίβλεψη, εκπαίδευση και στήριξη για την εκτέλεση των εργασιακών καθηκόντων του εργοδοτουμένου[7].  Στο σύγγραμμα St. D. Anderman (πιο πάνω) στις σελίδες 232-234 αναφέρονται τα πιο κάτω: “Where an employer has omitted to discharge one of his responsibilities towards the employee, it may be regarded by employment tribunals as a circumstance which makes it unreasonable to dismiss the employee for incapability. For example, where management can be shown to have failed to meet its general responsibility under the Code of Practice to organize work effectively by giving an adequate definition to the job to be done and providing adequate supervision, training or support, a tribunal may conclude ‘that the (employee) was not wholly to blame for his deficiencies and shortcomings and the responsibility for them must be substantially with the (employers) themselves’. ……. Where an employee has had a long record of good service in the past, this is a factor that may be taken into account by tribunals in judging the reasonableness of the management’s decision to dismiss. Furthermore, where an employee’s past record has been such as to result in promotion, …., this may be viewed by tribunals as increasing the degree of responsibility to be borne by management.”    

 

Τονίζουμε ότι σύμφωνα με την αγγλική νομολογία η νομιμότητα μιας απόλυσης που οφείλεται στην παράλειψη του εργοδοτουμένου να εκτελέσει την εργασία του κατ’ εύλογο ικανοποιητικό τρόπο, εξαρτάται από το εάν ο εργοδότης εφάρμοσε σωστά την αρχή της λογικότητας.  Σημειώνουμε ότι η πρόνοια του άρθρου 5(α) του Περί Τερματισμού  Νόμου απαιτεί «λογική αποτελεσματικότητα» («reasonable efficiency») και όχι «μέγιστη αποτελεσματικότητα» («utmost efficiency») και όπως αναφέραμε πιο πάνω το τι συνιστά λογική αποτελεσματικότητα ή απαιτούμενη επάρκεια στην εργασία είναι θέμα βαθμού που εξαρτάται από τα γεγονότα και τα περιστατικά που περιβάλλουν την κάθε υπόθεση[8].     

 

Σε αυτό το σημείο σημειώνουμε ότι από το γράμμα της πρόνοιας του άρθρου 5(α) του Νόμου φαίνεται ότι η ικανότητα ενός εργοδοτούμενου να εκτελέσει την εργασία του συναρτάται με την επιδεξιότητα, την έμφυτη κλίση, την υγεία ή οποιοδήποτε άλλο διανοητικό ή φυσικό στοιχείο του εργοδοτουμένου και όχι από τα προσόντα του (πτυχίο, δίπλωμα ή οποιοδήποτε άλλο ακαδημαϊκό ή επαγγελματικό προσόν που σχετίζεται με τη θέση εργασίας του εργοδοτουμένου).  Στην αγγλική εργατική νομοθεσία και στη σχετική νομολογία υπάρχει ξεκάθαρη διάκριση της ικανότητας του εργοδοτουμένου από τα προσόντα του εργοδοτουμένου ενώ στο άρθρο 5(α) του Νόμου γίνεται αναφορά μόνο σε παράλειψη εκτέλεσης εργασίας με ικανοποιητικό τρόπο και στην επιφύλαξη γίνεται αναφορά σε ανικανότητα.  Με βάση τις πρόνοιες της αγγλικής νομοθεσίας (Employment Relations Act 1996 section 98(2) (a) και (3)) ο λόγος απόλυσης ενός εργοδοτουμένου που σχετίζεται με την ικανότητα[9] ή τα προσόντα[10] ενός εργοδοτουμένου να εκτελεί την εργασία του ή το είδος της εργασίας για την οποία προσλήφθηκε από τον εργοδότη να εκτελεί είναι ένας από τους νόμιμους λόγους απόλυσης. 

 

(β) Περίοδος απασχόλησης

 

Στην παρούσα περίπτωση έχει εγερθεί ζήτημα με την περίοδο απασχόλησης της Αιτήτριας.

 

Το άρθρο 3(1) του Νόμου ρυθμίζει το δικαίωμα του εργοδοτουμένου σε αποζημιώσεις στην περίπτωση τερματισμού της απασχόλησής του και πιο συγκεκριμένα τα δικαιώματά του καθορίζονται σύμφωνα με τον Πρώτο Πίνακα του Νόμου υπό την προϋπόθεση ότι ο εργοδοτούμενος έχει απασχοληθεί συνεχώς επί 26 τουλάχιστον εβδομάδες. Με βάση τις πιο πάνω νομοθετικές πρόνοιες το δικαιοδοτικό πλαίσιο του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών για διεκδίκηση αποζημιώσεων για παράνομο τερματισμό καλύπτει τις περιπτώσεις στις οποίες κατά αποκλειστικότητα ο εργοδοτούμενος απασχολήθηκε συνεχώς για 26 εβδομάδες και το ποσό των αποζημιώσεων που αξιώνει ο εργοδοτούμενος για παράνομο τερματισμό δεν υπερβαίνει τις αποζημιώσεις που μπορούν να διεκδικηθούν δυνάμει του Νόμου, δηλαδή των ημερομισθίων των δύο ετών.  Στην υπόθεση Elli Kapsou v. Middle East Airlines Airliban (1988) 1 C.L.R. 152 τόσο η πλειοψηφία[11] όσο και η μειοψηφία[12] του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποφάσισαν ότι όπου η εργοδότηση δεν διάρκεσε τουλάχιστον 26 εβδομάδες δεν παρέχεται δικαίωμα σε αποζημιώσεις για τερματισμό της απασχόλησης βάσει του άρθρου 3(1) του Νόμου και ως εκ τούτου το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών δεν έχει οποιαδήποτε δικαιοδοσία.

 

Σημειώνουμε ότι σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου η ύπαρξη σχέσης εργοδότη-εργοδοτούμενου (σχέση εργασίας), η οποία δημιουργείται από την παροχή έναντι ανταλλάγματος εξαρτημένης εργασίας[13], είναι πάντοτε ζήτημα πραγματικό και εξετάζεται υπό το πρίσμα του συνόλου των γεγονότων κάθε υπόθεσης[14].  Δεν υπάρχει συγκεκριμένος καθορισμός της σχέσης εργοδότη-εργοδοτούμενου και η ύπαρξή της εξαρτάται από διάφορα ενδεικτικά στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν σε εύρημα κατά πόσο μια σύμβαση είναι σύμβαση σχέσης εργοδότη-εργοδοτούμενου. Το κριτήριο για να θεωρηθεί ένα πρόσωπο εργοδοτούμενος κάποιου άλλου δεν είναι μόνο η πληρωμή μισθού για υπηρεσίες που αυτός πρόσφερε αλλά θα πρέπει επίσης να καθοριστεί, κατά πόσο συντρέχουν και άλλοι παράγοντες[15] οι οποίοι θεμελιώνονται στα γεγονότα π.χ. η άσκηση ελέγχου από τον εργοδότη επί της εργασίας του εργοδοτούμενου, τυχόν ύπαρξη συμβολαίου, το δικαίωμα επιλογής των προσφερομένων υπηρεσιών, η προσφορά εργασίας σε συγκεκριμένο χώρο, το ωράριο, η μη ανάληψη επιχειρηματικού κινδύνου από τον εργοδοτούμενο, η δυνατότητα πειθαρχικού ελέγχου από τον εργοδότη, η κύρια ή η αποκλειστική παροχή εργασίας, η ένταξη του εργαζόμενου σε μια ιεραρχικά οργανωμένη υπηρεσία ή εκμετάλλευση την οποία καθορίζει και διευθύνει ένας τρίτος, η υποχρέωση του εργοδοτουμένου να εκτελέσει αυτοπροσώπως την οφειλόμενη εργασία, η παροχή ετήσιας άδειας ανάπαυσης ή πληρωμένης άδειας ασθενείας κ.λ.π. (βλ. το σύγγραμμα Halsbury’s Laws of England, 5th Edition, Vol.39 (2021) στην παράγραφο 4, Tsapaco Catering Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εργασίας (1998) 3 ΑΑΔ 796, Πολ. Έφεση 78/2010 Lounic Confectionery Ltd v. Θ. Θεοδώρου, ημερ. 26/10/2015).

 

Πέραν των πιο πάνω σημειώνουμε ότι το Μέρος Ι του Δεύτερου Πίνακα του Νόμου, καθορίζει τον τρόπο υπολογισμού της περιόδου της απασχόλησης ενός εργοδοτουμένου και ορίζει ότι οι σχετικές πρόνοιες για τον υπολογισμό της περιόδου απασχόλησης εφαρμόζονται μόνο αναφορικά με την εργοδότηση σε ένα εργοδότη με εξαίρεση τις περιπτώσεις που καλύπτονται από την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του Μέρους Ι του Δεύτερου Πίνακα, η οποία προβλέπει τ’ ακόλουθα:

 

«Νοείται ότι όταν η επιχείρηση ή τμήμα της επιχείρησης εργοδότη μεταβιβάζεται ως έχει σε άλλο εργοδότη ή όταν ο εργοδοτούμενος μετατίθεται από μια εταιρεία σε άλλη σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του άρθρου 20 του παρόντος Νόμου, τότε όλες οι εβδομάδες απασχόλησης στον πρώτο εργοδότη θεωρούνται κατά τον υπολογισμό της περιόδου απασχόλησης ως απασχόληση στο δεύτερο εργοδότη.»

 

Το Μέρος ΙΙ του ιδίου Πίνακα αναφέρει τους λόγους κάτω από τους οποίους δεν διακόπτεται το συνεχές της απασχόλησης ενός εργοδοτούμενου. Στο εδάφιο (γ) της παραγράφου 7 του εν λόγω Μέρους προνοείται ότι το συνεχές της απασχόλησης δεν διακόπτεται με την αλλαγή του προσώπου του εργοδότη ως εκτίθεται στις πρόνοιες της επιφύλαξης της παραγράφου 3 του Μέρους Ι του Δεύτερου Πίνακα του Νόμου.

 

Το άρθρο 20(γ) του Νόμου προνοεί για μετάθεση από την εργοδότρια εταιρεία σε άλλη συνδεδεμένη εταιρεία και καθορίζει την έννοια των συνδεδεμένων εταιρειών. Πιο συγκεκριμένα το εν λόγω άρθρο αναφέρει τα εξής:

 

«(γ) Αν ο εργοδότης του είναι εταιρεία εγγεγραμμένη με βάση τον περί Εταιρειών Νόμο και τον μεταθέτει σε κατάλληλη απασχόληση σε άλλη εταιρεία η οποία είναι συνδεδεμένη με την εταιρεία στην οποία απασχολείται:

 

Νοείται ότι για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, δύο εταιρείες θεωρούνται ‘συνδεδεμένες εταιρείες’ αν η μια είναι θυγατρική της άλλης ή αν και οι δύο εταιρείες είναι θυγατρικές τρίτης εταιρείας· ο όρος ‘θυγατρική εταιρεία’ έχει την έννοια που αποδίδεται σ΄ αυτόν από το άρθρο 148 του περί Εταιρειών Νόμου.»

 

 

Το άρθρο 148 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113 προβλέπει τα πιο κάτω:

 

 

«148.(1) Για τους σκοπούς του Νόμου αυτού, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), εταιρεία λογίζεται θυγατρική άλλης αν, αλλά μόνο αν, -

 

 (α) η άλλη εταιρεία είτε –

      (i)   είναι μέλος της και ελέγχει τη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου της· ή

   (ii)   κατέχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου σε αυτή· ή

   (iii) είναι μέλος της και ελέγχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μελών της δυνάμει      συμφωνίας που έχει συναφθεί με άλλα μέλη της.

 

 (β) η εταιρεία που αναφέρθηκε πρώτα είναι θυγατρική οποιασδήποτε εταιρείας η οποία είναι θυγατρική εκείνης της άλλη.»

 

Σημειώνουμε ότι δεν διευκρινίζεται στον Νόμο η έννοια της μεταβίβασης μιας επιχείρησης από ένα εργοδότη σε άλλο «ως έχει». Έχει νομολογηθεί ότι όταν ο νέος εργοδότης γίνεται κάτοχος μιας τρέχουσας επιχείρησης (as a going concern) δηλαδή γίνεται κάτοχος στοιχείων (όπως όνομα, κτηριακές εγκαταστάσεις, εξοπλισμός, ενεργητικό και παθητικό, φήμη, πελατεία κ.λ.π.) που του δίνουν τη δυνατότητα να συνεχίσει την επιχείρηση χωρίς καμιά διακοπή τότε θεωρείται ότι υπήρξε μεταβίβαση «ως έχει»[16].

 

 Στην απόφαση Secretary of State for Employment v. 1. Cohen and 2. Beaupress Ltd (1987) IRLR 169 αναφέρθηκε ότι το βάρος απόδειξης ότι υπήρξε μεταβίβαση μιας επιχείρησης από τον ένα εργοδότη σε άλλο το φέρει ο εργοδοτούμενος και ότι για να δικαιολογηθεί συμπέρασμα μεταβίβασης ο εργοδοτούμενος θα πρέπει να δώσει κάποια μαρτυρία που να τείνει να καταδείξει ότι υπήρχε μεταβίβαση της επιχείρησης του εργοδότη[17]. Τονίστηκε ότι η πολιτική και ο σκοπός της εργατικής νομοθεσίας δεν πρέπει να εξουδετερώνονται με την εφαρμογή ενός αυστηρού επιπέδου απόδειξης αφού οι εργοδοτούμενοι δεν μπορούν να έχουν άμεση και λεπτομερή γνώση των οικονομικών πράξεων των εργοδοτών τους και αφού σημειώθηκε ότι η μαρτυρία του εργοδοτουμένου δεν είναι αμάχητη και ότι ο εργοδότης μπορεί να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία σχετική με την πραγματική φύση της πράξης μεταξύ αυτού και του άλλου εργοδότη, αναφέρθηκε ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να είναι έτοιμο να συναγάγει τέτοια συμπεράσματα τα οποία είναι δίκαιο από την οποιαδήποτε μαρτυρία τέθηκε ενώπιόν του αν δεν τεθεί ενώπιόν του σαφής και απτή μαρτυρία από τον εργοδότη[18].  Σημειώνουμε ότι τα πιο πάνω λέχθηκαν σε μια υπόθεση στην οποία αντίδικος του εργοδοτουμένου ήταν ο εργοδότης του.

 

Το βάρος απόδειξης της περιόδου απασχόλησης, του συνεχές (της μη διακοπής) της απασχόλησης και της σχέσης εργασίας το έχει ο εργοδοτούμενος.

 

Ανάλυση μαρτυρίας – Εφαρμογή Νομικής Πτυχής   

 

Α. (i) Από το σύνολο του ενώπιόν μας μαρτυρικού υλικού προκύπτει ότι (α) η εταιρεία  Sporos την 01/04/2018 υπέγραψε συμφωνίες εργασίας (πέραν της Αιτήτριας) με ακόμα πέντε εργοδοτούμενους της (τον κ. Αλέξανδρο Μωυσίδη, τον κ. Ευθυμίου, τον κ. Κυριάκο Ασλανίδη, την κα Maria Titova και την κα Ειρήνη Βαγιάνου) και (β) η εταιρεία Sporos υπέγραψε στις 22/06/2018 συμφωνία χρήσης εξοπλισμένου γραφειακού χώρου τριών γραφείων στην οδό Κολωνακίου αρ.14 στη Λεμεσό με την εταιρεία IPM Management Ltd από τις 22/06/2018 μέχρι τις 22/06/2019 (Τεκμήριο 24).

 

  (ii) Ο κ. Ευθυμίου όταν του υποδείχτηκε το Τεκμήριο 9 παραδέχτηκε ότι η διεύθυνση που αναγράφεται σε αυτό, οδός Κολωνακίου αρ.14, ήταν διεύθυνση του γραφείου της εταιρείας Sporos χωρίς να αναφέρει ότι αυτή η διεύθυνση ήταν η διεύθυνση του γραφείου από τις 22/06/2018 και μετά και/ή ότι προηγουμένως η εταιρεία Sporos διατηρούσε  γραφεία σε άλλη διεύθυνση.

 

Β.  Αξιολογώντας τη μαρτυρία που έθεσε η πλευρά της Καθ’ ης η Αίτηση ενώπιόν μας παρατηρούμε τα πιο κάτω:

 

(α) Ο κ. Ευθυμίου κατά την κυρίως εξέτασή του ισχυρίστηκε ότι οι δραστηριότητες της εταιρείας Sporos άρχισαν την 01/04/2018 χωρίς να μας εξηγήσει τι ακριβώς εννοούσε με αυτή την αναφορά του και κατά την αντεξέτασή του είπε ότι η εταιρεία Sporos είχε αγοράσει υπό ανέγερση ακίνητα και ότι αυτός πριν προσληφθεί από την εταιρεία Sporos είχε εκφράσει τη γνώμη του για τα εν λόγω ακίνητα στον διευθυντή της εν λόγω εταιρείας.

 

(β) Ο κ. Ευθυμίου σε κάποια σημεία της μαρτυρίας του αναφερόταν σε διευθυντή και ιδιοκτήτη της Καθ’ ης η Αίτηση και σε κάποια άλλα σε διευθυντές της χωρίς να προβαίνει σε οποιεσδήποτε διευκρινίσεις σχετικά με τα πρόσωπα στα οποία αναφερόταν, γεγονός που μας ξενίζει. Σε κανένα σημείο της κυρίως εξέτασής του δεν αναφέρθηκε ονομαστικά στο πρόσωπο του διευθυντή που του έδωσε τις πληροφορίες για τις οποίες έδινε μαρτυρία και χρειάστηκε να τον ρωτήσει ειδικά ο δικηγόρος της Αιτήτριας κατά την αντεξέτασή του ώστε να πει ότι το εν λόγω πρόσωπο είναι ο κ. Tikhomirov.       

 

(γ) (i) Δεν τέθηκε ενώπιόν μας οποιοδήποτε σαφές στοιχείο σχετικά με τα καθήκοντα εργασίας που προσλήφθηκε η Αιτήτρια να εκτελεί στην εταιρεία Sporos. Ούτε μας αναφέρθηκε με σαφήνεια και λεπτομέρεια τι ακριβώς απαιτείτο από την Αιτήτρια.  Οι θέσεις του κ. Ευθυμίου ότι η Αιτήτρια είχε ενημερώσει τον Διευθυντή της εταιρείας Sporos ότι μπορούσε και γνώριζε να εκτελεί τα καθήκοντα της εργασίας του Εκτελεστικού Διευθυντή τέθηκαν ενώπιόν μας με γενικότητα και αοριστία. Περαιτέρω, δεν τέθηκε ενώπιόν μας οποιαδήποτε συγκεκριμένη μαρτυρία που να δεικνύει με σαφήνεια τι ήταν αυτά που δεν μπορούσε ή δεν μπόρεσε η Αιτήτρια να εκτελέσει με επάρκεια.  Ενώ ο κ. Ευθυμίου ισχυρίστηκε ότι η Αιτήτρια δεν είχε τα προσόντα να εκτελεί τα καθήκοντα του Εκτελεστικού Διευθυντή σε μια εταιρεία που είχε αγοράσει υπό ανέγερση ακίνητα αφού δεν είχε κάποια σχετικά προσόντα ή πείρα, δεν έδωσε πειστικές εξηγήσεις για τον εν λόγω ισχυρισμό του ο οποίος δεν στηριζόταν ούτε στους όρους πρόσληψης της Αιτήτριας (η οποία δεν φαίνεται να προσλήφθηκε με ειδικούς όρους για τα καθήκοντα ή τα προσόντα της) ούτε στη φύση της εργασίας της εταιρείας Sporos (η οποία δεν είναι εργοληπτική εταιρεία). Δεν τέθηκε ενώπιόν μας οποιαδήποτε σχετική επικοινωνία της διεύθυνσης της εταιρείας Sporos με την Αιτήτρια σχετικά με την εκτέλεση των εργασιακών καθηκόντων της ή τα προσόντα της. Ακόμη δεν μας εξήγησε για ποιο λόγο η καλή γνώση της ελληνικής και της αγγλικής γλώσσας ήταν απαραίτητη για την εκτέλεση των εργασιών της Αιτήτριας.

  

(ii) Οι ισχυρισμοί του κ. Ευθυμίου σχετικά με την αδιαφορία της Αιτήτριας και τη μη επικοινωνία της με αυτόν και την Prime και τις επιπλήξεις/παρατηρήσεις που της έγιναν τέθηκαν ενώπιόν μας με γενικότητα χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμένα στοιχεία και χωρίς τη συνοδεία συγκεκριμένου πραγματικού υποβάθρου. Ενώ ισχυρίστηκε ότι έγιναν αρκετές παρατηρήσεις στην Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες. Ο κ. Ευθυμίου δεν μας ανέφερε πότε σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του τον ρώτησε ο διευθυντής της εταιρείας Sporos για την απόδοση της Αιτήτριας ούτε μας ανέφερε κατά πόσον ο διευθυντής της εταιρείας Sporos είχε ενημερώσει την Αιτήτρια για την πληροφόρηση που έλαβε από τον κ. Ευθυμίου και την δική του γνώμη του για την εργασιακή της απόδοση.    

 

(iii) Σημειώνουμε ότι το Δικαστήριο για να είναι σε θέση (α) να αποφανθεί κατά πόσον οι ισχυρισμοί ενός εργοδότη για ανεπαρκή απόδοση ενός εργοδοτουμένου ευσταθούν και (β) να κρίνει κατά πόσον, υπό τις περιστάσεις της περίπτωσης, (i) αντικειμενικά δικαιολογείται η απόδοση μη ικανοποιητικής εκτέλεσης εργασιακών καθηκόντων σε ένα εργοδοτούμενο από τον εργοδότη του και (ii) δικαιολογείτο η απόλυση του εργοδοτουμένου, θα πρέπει να έχει ενώπιόν του όλες τις συνθήκες και τα στοιχεία που περιβάλλουν τη συμπεριφορά του εργοδοτουμένου καθώς και τις ενέργειες και τα μέτρα που έλαβε ο εργοδότης.  Χωρίς αυτά τα στοιχεία δεν μπορεί το Δικαστήριο να καταλήξει σε συμπέρασμα σε σχέση με το εύλογο της απόφασης απόλυσης στη βάση της αποδιδόμενης από τον εργοδότη στον εργοδοτούμενο αρνητικής απόδοσης.  Παρατηρούμε, ειδικά, ότι οι γενικόλογοι ισχυρισμοί του κ. Ευθυμίου, εκτός του ότι πλήττουν ουσιαστικά το αξιόπιστο της μαρτυρίας του, δεν μπορούν από μόνοι τους να αποτελέσουν το υπόβαθρο για την απόδοση στην Αιτήτρια μη ικανοποιητικής απόδοσης (μετά που της έγιναν σχετικές παρατηρήσεις και της δόθηκε χρόνος να βελτιωθεί / μετά που διαπιστώθηκε ότι δεν μπορούσε ή δεν ήταν εφικτό να βελτιωθεί), αφού ελλείπουν τα δεδομένα που πειστικά και αντικειμενικά θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν στον βαθμό που απαιτείται, σε διαδικασίες όπως την παρούσα, το δικαιολογημένο / εύλογο της απόφασης της εταιρείας Sporos να απολύσει την Αιτήτρια λόγω μη ικανοποιητικής απόδοσης.

 

(δ)  Ενώ ο κ. Ευθυμίου προέβαλε τη θέση ότι η Αιτήτρια μετά την απόλυσή της δεν παρέδωσε έγγραφα τα οποία σχετίζονταν με τις εργασίες της εταιρείας Sporos και περιείχαν εμπιστευτικές πληροφορίες και τα οποία είχε στην κατοχή της ως Εκτελεστική Διευθύντρια, δεν ήταν σε θέση όταν ερωτήθηκε να δώσει οποιεσδήποτε σχετικές διευκρινίσεις και περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι όλα τα σχετικά γεγονότα τα γνωρίζει ο διευθυντής της εταιρείας Sporos ο οποίος τον ενημέρωσε σχετικά.

 

(ε) Δεν γνώριζε, όπως ανέφερε άμεσα και προσωπικά, τα γεγονότα που έλαβαν χώρα πριν τον Απρίλιο του 2018. Ενώ επέμενε ότι οι εργασίες της εταιρείας Sporos δεν ξεκίνησαν πριν την 01/04/2018, δεν έθεσε οποιοδήποτε άλλο σχετικό στοιχείο με την εν λόγω θέση του πέραν των συμβάσεων εργασίας των υπαλλήλων της εταιρείας Sporos, γεγονός που μας προβληματίζει. Περαιτέρω, ενώ ανέφερε ότι πληροφορήθηκε από τους δικηγόρους της Καθ’ ης η Αίτηση ότι η Αιτήτρια αποκάλυψε διάφορα ηλεκτρονικά μηνύματα τα οποία ισχυρίζεται ότι δείχνουν ότι εργοδοτήθηκε από την εταιρεία Sporos από τον Φεβρουάριο του 2018 δεν σχολίασε ειδικά τα εν λόγω ηλεκτρονικά μηνύματα και περιορίστηκε στο να πει μόνο ότι ο διευθυντής της Καθ’ ης η Αίτηση του επιβεβαίωσε ότι οι εργασίες της εταιρείας Sporos άρχισαν τον Απρίλιο του 2018 και ότι δεν καταβλήθηκε οποιοδήποτε ποσό από την εταιρεία Sporos στην Αιτήτρια πριν τον Απρίλιο του 2018.      

 

Τα πιο πάνω καταδεικνύουν ότι η μαρτυρία του μάρτυρα της Καθ’ ης η Αίτηση είχε σημαντικά κενά και ουσιαστικές αδυναμίες οι οποίες μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν μπορούμε να θεωρήσουμε την εν λόγω μαρτυρία ως αξιόπιστη και ασφαλή βάση στην οποία μπορούμε να βασιστούμε για εξαγωγή ευρημάτων αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης. Κρίνουμε την μαρτυρία του κ. Ευθυμίου ως μη αξιόπιστη, μη ικανοποιητική και μη επαρκή και κατά συνέπεια δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε συμπεράσματα που να στηρίζουν την εκδοχή της Καθ’ ης η Αίτηση. Συνακόλουθα η μαρτυρία του μάρτυρα της Καθ’ ης η Αίτηση απορρίπτεται.

 

Γ.   Σε ό,τι αφορά τη μαρτυρία της Αιτήτριας παρατηρούμε κατ’ αρχάς ότι ουσιαστικοί ισχυρισμοί της δεν τέθηκαν κατά την αντεξέταση του κ. Ευθυμίου στερώντας από την  πλευρά της Καθ’ ης η Αίτηση τη δυνατότητα να απαντήσει στους εν λόγω ισχυρισμούς και να παρουσιάσει στο Δικαστήριο τη δική της εκδοχή σχετικά με τους εν λόγω ισχυρισμούς. Δεν δόθηκε οποιαδήποτε εξήγηση και/ή δικαιολογία για την εν λόγω παράλειψη της πλευράς της Αιτήτριας. Το εν λόγω γεγονός σύμφωνα με τις αρχές της νομολογίας (βλ. Fredericou Schools Co ltd v. Acuac Inc [2002] 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1527, Adidas v. The Jonitexo Ltd [1987] 1 CLR 383) εξασθενεί ουσιαστικά τη βαρύτητα των εν λόγω ισχυρισμών της Αιτήτριας. Πιο συγκεκριμένα, δεν τέθηκαν στον κ. Ευθυμίου (α) οι ισχυρισμοί ότι η εταιρεία Sporos ιδρύθηκε στις 20/02/2018, ότι διευθυντές και ιδιοκτήτες της εταιρείας Sporos ήταν οι κ.κ. Mikhail Tikhomirov και Mykhail Klyukin, οι οποίοι ήταν ιδιοκτήτες διαφόρων εταιρειών μέσω των οποίων διεξήγαγαν τις εργασίες τους και ότι όλη η νομική, λογιστική και γραφειακή υποστήριξη της εταιρείας Sporos γινόταν από το γραφείο στη Μόσχα, (β) το Τεκμήριο 8 με τη μορφή που κατατέθηκε ενώπιόν μας από την Αιτήτρια (στον κ. Ευθυμίου υποδείχτηκε αντίγραφο χωρίς το όνομα και τη φωτογραφία του κ. Tikhomirov, χωρίς το περιεχόμενό του να μεταφραστεί από τα ρωσικά στα ελληνικά και χωρίς να γίνει αναφορά στα στοιχεία του περιεχομένου του), (γ) οι θέσεις ότι αυτός είχε εργοδοτηθεί στην εταιρεία Sporos από τον Μάρτιο του 2018 (σημειώνουμε ότι τα Τεκμήρια 12 και 13 υποδείχτηκαν στον κ. Ευθυμίου χωρίς να είναι μεταφρασμένα από τα ρωσικά στα ελληνικά), (δ) τα Τεκμήρια 10 (10Α) και 11 (11Α), (ε) το Τεκμήριο 18 το οποίο αποτελείται από ηλεκτρονική αλληλογραφία με εταιρεία πώλησης ηλεκτρονικών υπολογιστών, (στ) τα Τεκμήρια 19 (19Α), 20 (20Α), 21 (21Α) και 22 και το περιεχόμενό τους και (ζ) το Τεκμήριο 23 και οι ισχυρισμοί ότι τον Σεπτέμβριο του 2018 ένας από τους ιδιοκτήτες της εταιρείας Sporos, ο κ. Klyukin,  την ενημέρωσε ότι θα διέκοπτε τις εργασίες στην Κύπρο. Λόγω της πιο πάνω παράλειψης της πλευράς της Αιτήτριας τα εν λόγω έγγραφα και οι εν λόγω ισχυρισμοί δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο.         

 

 Πέραν των πιο πάνω, η Αιτήτρια δεν προσκόμισε οποιαδήποτε έγγραφα που να δεικνύουν την ημερομηνία ίδρυσης της εταιρείας Sporos, τους μετόχους και τους διευθυντές της και τη σχέση της εταιρείας Sporos με την εταιρεία K2H Partners Ltd η οποία αναφέρεται στα ηλεκτρονικά μηνύματα του Τεκμηρίου 10 (10Α) σε σχέση με την υπογραφή της συμφωνίας παροχής γραφειακού χώρου από την εταιρεία IPM Management Ltd.  Σε ερώτηση που της υποβλήθηκε κατά την αντεξέτασή της κατά πόσον πριν την 01/04/2018 εργαζόταν σε άλλη εταιρεία και όχι στην εταιρεία Sporos απάντησε αρνητικά και περιορίστηκε στο να αναφέρει γενικά και αόριστα μόνο ότι όλες οι εταιρείες είναι ιδιοκτησίας των κ.κ. Mikhail Tikhomirov και Mykhail Klyukin. Ενώ στα ηλεκτρονικά μηνύματα του Τεκμηρίου 10 (10Α) γίνεται αναφορά σε ενοικίαση γραφείου από τις 22/02/2018 (σημειώνουμε ότι στο Τεκμήριο 9 αναγράφεται ότι η έναρξη ενοικίασης είναι η 20/02/2018 και ότι ενώ το εν λόγω έγγραφο είναι μη συμπληρωμένο και μη υπογραμμένο η Αιτήτρια δεν έδωσε οποιεσδήποτε συγκεκριμένες εξηγήσεις για το εν λόγω γεγονός), η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι από τις 19/02/2018 ήταν στο γραφείο της εταιρείας Sporos και εργαζόταν. Περαιτέρω, ενώ στα ηλεκτρονικά μηνύματα του Τεκμηρίου 10 (10Α) γίνεται αναφορά σε επισυνημμένα έγγραφα (τιμολόγια ενοικίασης για δυο μήνες και διορθωμένη σύμβαση) τα οποία απέστειλε η Αιτήτρια τα εν λόγω έγγραφα δεν κατατέθηκαν ενώπιόν μας. Η Αιτήτρια δεν κατέθεσε οποιαδήποτε απτά στοιχεία που να δεικνύουν ποια ήταν η τελευταία μέρα απασχόλησής της στην Prime και αρνήθηκε να απαντήσει στην ερώτηση κατά πόσον τα χρήματα που ισχυρίστηκε ότι έλαβε από τον κ. Tikhomirov για την εργασία της στη εταιρεία Sporos τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2018 τα είχε δηλώσει στην δήλωση εισοδημάτων της στο Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων για το έτος 2018, γεγονός που μας προβληματίζει υπό το φως του ισχυρισμού της ότι αυτή συμφώνησε με τους κ.κ. Mikhail Tikhomirov και Mykhail Klyukin όπως για όσο χρόνο εργαζόταν στην εταιρεία Sporos χωρίς γραπτή συμφωνία εργοδότησης η εταιρεία Sporos θα την ενέγραφε στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Περαιτέρω, όταν ρωτήθηκε κατά πόσον η εταιρεία Sporos κατέβαλε εισφορές στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων για το πρόσωπό της για τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2018 απάντησε ότι δεν γνωρίζει. Ενώ η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι ο κ. Ευθυμίου εργαζόταν στην εταιρεία Sporos από την 01/03/2018 δεν μας εξήγησε για ποιο λόγο στο Τεκμήριο 13 αναγράφεται ότι ο κ. Ευθυμίου εργάστηκε 21 ημέρες αντί 23 που εργάστηκαν οι άλλοι τρεις «υπαλλήλοι». Ακόμη δεν μας εξήγησε για ποιο λόγο αυτή φαίνεται στο Τεκμήριο 13 να εργάστηκε μόνο 10 μέρες τον μήνα Μάρτιο του 2018.  Η Αιτήτρια κατέθεσε ηλεκτρονικά μηνύματα τα οποία απέστειλε τον Δεκέμβριο του 2017 και τον Ιανουάριο του 2018 (Τεκμήριο 7) στα οποία επισυνάπτονταν προσχέδια της σύμβασης εργοδότησής της αλλά δεν κατέθεσε τα εν λόγω προσχέδια ούτε έθεσε ενώπιόν μας οποιαδήποτε σαφή και συγκεκριμένη μαρτυρία που να υποστηρίζει τη δικογραφημένη θέση της ότι στην αρχή της εργοδότησή της η εταιρεία Sporos δεν επιθυμούσε να συνάψει γραπτή συμφωνία με αυτήν και ότι αυτό επιτεύχθηκε μετά από δικές της προτροπές και πιέσεις.  Ενώ κατέθεσε ως Τεκμήριο 17 την καταγγελία που υπέβαλε στο Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων για μη καταβολή μισθού και ετήσιας άδειας και ανέφερε ότι μετά την εν λόγω καταγγελία η εταιρεία Sporos της κατέβαλε υπόλοιπο μισθού και αναλογία 13ου μισθού δεν μας ανέφερε αν το ποσό που της καταβλήθηκε για αναλογία 13ου μισθού του έτους 2018 αντιστοιχούσε σε περίοδο απασχόλησης από 19/02/2018 μέχρι 10/09/2018. Δεν φαίνεται στο περιεχόμενο του Τεκμηρίου 19 ότι το εν λόγω Τεκμήριο αφορά τις εργασίες της εταιρείας Sporos. Σημειώνουμε ότι ενώ δεν αμφισβητήθηκαν οι αναφορές του κ. Ευθυμίου ότι η κύρια εργασία της εταιρείας Sporos ήταν η παραλαβή και η αξιοποίηση των ακινήτων που αγοράστηκαν από την εταιρεία Prime, το Τεκμήριο 21 (21Α) αναφέρεται σε ενοικίαση ακινήτου και σε πράξη που δεν φαίνεται να έχει οποιαδήποτε σχέση με την Prime. Περαιτέρω στο εν λόγω Τεκμήριο αναφέρεται ότι η σύμβαση συντάχθηκε για την «Κ2Η» καθότι δεν λήφθηκαν τα στοιχεία της «νέας εταιρείας» (χωρίς οποιαδήποτε αναφορά ποια είναι αυτή η νέα εταιρεία). Από το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 22 (22Α) δεν φαίνεται (1) ποιοι είναι οι συμμετέχοντες σε αυτές τις συνομιλίες και (2) ότι οι εν λόγω συνομιλίες ξεκάθαρα αφορούν εργασίες της εταιρείας Sporos. Περαιτέρω στην εν λόγω συνομιλία υπάρχουν και διάφορες αναφορές που φαίνεται να είναι άσχετες με τις εργασίες της εταιρείας Sporos. Στο Τεκμήριο 18 δεν υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά που να δεικνύει ποιος ήταν ο αγοραστής των ηλεκτρονικών υπολογιστών και ενώ φαίνεται ότι στάληκαν προσφορές αυτές οι προσφορές που θα δείκνυαν ποιοι ήταν οι αγοραστές των ηλεκτρονικών υπολογιστών δεν κατατέθηκαν ενώπιόν μας. Ενώ η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές που αναφέρονται στο Τεκμήριο 18 αγοράστηκαν για την εταιρεία Sporos σε ερώτηση ποιος πλήρωσε τα σχετικά τιμολόγια ως αναφέρει στο ηλεκτρονικό μήνυμά της στις 20/02/2018, απάντησε ότι αυτή έδωσε τα τιμολόγια στο λογιστήριο και αυτοί (χωρίς να διευκρινίσει σε ποιους αναφερόταν) τα πλήρωσαν. Σημειώνουμε ότι στα εν λόγω Τεκμήρια γίνεται αναφορά σε πληρωμή μέσω τράπεζας ενώ η Αιτήτρια σε άλλο σημείο της αντεξέτασής της ανέφερε ότι η εταιρεία Sporos τον Φεβρουάριο του 2018 δεν είχε ανοίξει ακόμη τραπεζικό λογαριασμό. Σημειώνουμε ότι ένα ηλεκτρονικό μήνυμα από το εν λόγω Τεκμήριο φαίνεται να στάληκε στην Αιτήτρια στις 09/02/2018 ημερομηνία πριν την ημερομηνία που ισχυρίζεται η Αιτήτρια ότι προσλήφθηκε στην εταιρεία Sporos χωρίς η Αιτήτρια να προσφέρει οποιαδήποτε εξήγηση.

 

Κρίνουμε ότι οι πιο πάνω αδυναμίες στη μαρτυρία της Αιτήτριας είναι τόσο ουσιαστικές που δεν είναι ασφαλές να στηριχτούμε στη μαρτυρία της για την εξαγωγή ευρημάτων σχετικά με τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης. Ως εκ τούτου η μαρτυρία της Αιτήτριας δεν γίνεται αποδεκτή.

 

 Δ. Λόγω της απόρριψης της μαρτυρίας της Καθ’ ης η Αίτηση, το Δικαστήριο δεν ήταν δυνατό να προβεί σε σαφή ευρήματα αναφορικά με τις περιστάσεις της υπόθεσης κατά τον ουσιώδη χρόνο της απόλυσης της Αιτήτριας. Οι εν λόγω περιστάσεις θα αποτελούσαν τη βάση της κρίσης του Δικαστηρίου κατά πόσον η απόφαση απόλυσης της Αιτήτριας δικαιολογείτο εντός του πλαισίου του Νόμου και της Νομολογίας.  Στη βάση των πιο πάνω κρίνουμε ότι η Καθ’ ης η Αίτηση, η οποία είχε στους ώμους της το βάρος απόδειξης ότι ο τερματισμός της απασχόλησης της Αιτήτριας δεν ήταν παράνομος, απέτυχε να στοιχειοθετήσει στον βαθμό που απαιτείται, σε διαδικασίες όπως την παρούσα, το συμπέρασμα ότι κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης για απόλυση της Αιτήτριας, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, ένας λογικός εργοδότης εύλογα θα κατέληγε ότι η Αιτήτρια, παρά τις παρατηρήσεις / προειδοποιήσεις που της δόθηκαν εκτελούσε τα καθήκοντα της εργασίας της με τέτοιο μη εύλογα ικανοποιητικό τρόπο ο οποίος δικαιολογούσε την απόλυσή της. Είναι κατάληξή μας ότι η Καθ’ ης η Αίτηση δεν τερμάτισε νόμιμα την εργοδότηση της Αιτήτριας εντός των πλαισίων του άρθρου 5(α) του Νόμου.  Το γεγονός της μη αποδοχής της μαρτυρίας της Αιτήτριας δεν επηρεάζει με οποιοδήποτε τρόπο την πιο πάνω κατάληξή μας αφού το βάρος απόδειξης της νομιμότητας της απόλυσης της Αιτήτριας ήταν στους ώμους της Καθ’ ης Αίτηση. Σχετική αναφορά για το θέμα αυτό γίνεται στις υποθέσεις Kades v. Nicolaou & Another (1986) 1 CLR 21[19] και Paphos Stone C. Estates Ltd v. Μάκη Νεοπτολέμου, Πολ. Έφεση Αρ.361/2009 ημερ. 3/7/2014[20].

 

Όμως, προϋπόθεση για να δικαιούται η Αιτήτρια σε αποζημιώσεις και πληρωμή αντί προειδοποίησης στη βάση του Νόμου είναι η απασχόληση της Αιτήτριας στην εταιρεία Sporos, σύμφωνα με τον Νόμο, να ήταν πέραν των 26 εβδομάδων.

 

Λόγω των αδυναμιών στη μαρτυρία της Αιτήτριας τις οποίες υποδείξαμε πιο πάνω το Δικαστήριο δεν ήταν σε θέση να προβεί σε εύρημα ότι η απασχόληση της Αιτήτριας στην εταιρεία Sporos άρχισε στις 19/02/2018 όπως ισχυρίστηκε η Αιτήτρια. Σημειώνουμε (πέραν του γεγονότος ότι τα Τεκμήρια που κατέθεσε η Αιτήτρια δεν τέθηκαν στον κ. Ευθυμίου κατά την αντεξέτασή του) ότι μας προβλημάτισαν ιδιαίτερα τα γεγονότα ότι (α) στα έγγραφα που κατέθεσε η Αιτήτρια ενώπιόν μας, φαίνεται η Αιτήτρια να έχει επικοινωνία για σκοπούς, σύμφωνα με αυτήν, των εργασιών της εταιρείας Sporos πριν τις 19/02/2018, (β) η ενοικίαση των γραφείων στην οδό Κολωνακίου, σύμφωνα με τα έγγραφα που κατέθεσε η Αιτήτρια, άρχισε στις 22/02/2018 από μια άλλη εταιρεία, (γ) η Αιτήτρια, σύμφωνα με τα έγγραφα που κατέθεσε αυτή εργάστηκε στην εταιρεία Sporos τον Μάρτιο του 2018 μόνο 10 μέρες (γεγονός που μας δημιουργεί αμφιβολίες κατά πόσον η οποιαδήποτε σχέση είχε η Αιτήτρια με την εταιρεία Sporos και/ή άλλο πρόσωπο ήταν όντως σχέση εργασίας όπως αυτή καθορίζεται νομικά) και (δ) η Αιτήτρια δεν έθεσε οτιδήποτε που να δεικνύει ότι είχε γίνει οποιαδήποτε δήλωση σε αρμόδιες υπηρεσίες της Δημοκρατίας (Τμήμα Μετανάστευσης, Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων) σχετικά με την περίοδο απασχόλησής της στην εταιρεία Sporos και/ή με τα εισοδήματά της από την εν λόγω εταιρεία και/ή με τις απασχολήσεις και τα εισοδήματα που είχε η Αιτήτρια το 2018.  

 

Σε αυτό το σημείο σημειώνουμε ότι δεν διέλαθε της προσοχής του Δικαστηρίου ότι στο Τεκμήριο 24 αναγράφεται ότι σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης το πρόσωπο επικοινωνίας για την εταιρεία Sporos είναι η Maria Titova και ότι ηλεκτρονική διεύθυνσή της είναι [      ]@r-invest.ru και ότι οι ξεχωριστές ηλεκτρονικές διευθύνσεις των περισσότερων προσώπων με τα οποία η Αιτήτρια αντάλλαξε, τον Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2018, τα ηλεκτρονικά μηνύματα που κατέθεσε ενώπιόν μας (Τεκμήρια 7,10,11,19,20 και 21) ήταν [        ]@r-invest.ru. Το εν λόγω γεγονός από μόνο του δεν μπορεί να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι η Αιτήτρια εργαζόταν στην εταιρεία Sporos από τις 19/02/2018 αφού όπως διαφάνηκε τα άτομα με τα οποία είχε η Αιτήτρια ανταλλάξει ηλεκτρονικά μηνύματα εργάζονταν σε άλλες εταιρείες.

 

Η Αιτήτρια στους γενικούς λόγους της αίτησής της δεν ισχυρίζεται ότι τον Φεβρουάριο του 2018 εργαζόταν είτε για τον μέτοχο της εταιρείας Sporos είτε για άλλη εταιρεία συνδεδεμένη με την εταιρεία Sporos ούτε ότι η απασχόλησή της στην εταιρεία Sporos ήταν συνεχής με απασχόλησή της σε άλλο εργοδότη. Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι τα δικόγραφα αποτελούν το θεμέλιο της δίκης και το αποκλειστικό μέσο για τον προσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων. Ο Κ.3 (1) του περί Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Διαδικαστικού Κανονισμού του 1999, όπως τροποποιήθηκε μέχρι σήμερα (στο εξής «ο Κανονισμός»), επιβάλλει στον αιτητή να καθορίζει στην αίτηση, τους λόγους στους οποίους θεμελιώνεται το αίτημά του και να προσδιορίζει την αιτούμενη θεραπεία ή θεραπείες.  Σύμφωνα με τον Κ.5(1) του Κανονισμού ο Καθ’ ου η αίτηση στην έγγραφη εμφάνισή του θα πρέπει να προσδιορίσει λεπτομερώς τους λόγους για τους οποίους αμφισβητεί το αίτημα και την παροχή της θεραπείας ή των θεραπειών που εξαιτείται ο αιτητής.  Οι πρόνοιες αυτές επιβάλλουν τον προσδιορισμό των επίδικων θεμάτων στα δικόγραφα και ο σκοπός τους είναι ο αποκλεισμός πιθανότητας αιφνιδιασμού των διαδίκων. Στην Αθανασίου v. Reana Manufacturing & Trading Co. Ltd (2001) 1 A.A.Δ. 1635, το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι ο εξεταστικός χαρακτήρας που διέπει τη δίκη ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών και παρέχει ευρύτερη ευχέρεια στο Δικαστήριο για διερεύνηση των γεγονότων που άπτονται της διαφοράς δεν μεταβάλλει τον δικονομικό κανόνα ως προς τα επίδικα θέματα και τις παραμέτρους της δίκης. Στις υποθέσεις Χρ. Λαούτα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση 60/2010, ημερ.14/10/2014, Φιλελεύθερος Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. Γ. Χρίστου, Πολιτική Έφεση 148/12 ημερ.07/07/2017, ECLI:CY:AD:2017:A250 και Boygues Batiment International v. Ν. Σταυρινίδη, Πολιτική Έφεση 98/2011 ημερ.07/07/2017, ECLI:CY:AD:2017:A253 το Ανώτατο Δικαστήριο επιβεβαίωσε τις πιο πάνω αρχές και σημείωσε ότι δεν μπορεί η διερεύνηση των γεγονότων από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών να γίνεται χωρίς καθόλου προδιαγεγραμμένα πλαίσια. Συνακόλουθα το Δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει κατά πόσον στην προκειμένη περίπτωση η απασχόλησή της Αιτήτριας στην εταιρεία Sporos ήταν συνεχής με οποιαδήποτε τυχόν άλλη απασχόλησή της σε άλλο εργοδότη πριν την 01/04/2018. Εν πάση περιπτώσει, δεν τέθηκε ενώπιόν μας συγκεκριμένη σαφής μαρτυρία που να δεικνύει (1) τη σύνδεση της K2H Partners Ltd με την εταιρεία Sporos και (2) τη σχέση του κ. Tikhomirov με την εταιρεία Sporos όπως αυτή φαίνεται στα εταιρικά έγγραφα της εταιρείας Sporos ώστε να μπορεί να εξεταστεί κατά πόσον η παρούσα υπόθεση εμπίπτει στις πρόνοιες της επιφύλαξης της παραγράφου 3 του Μέρους Ι του Δεύτερου Πίνακα του Νόμου και του άρθρου 20(γ) του Νόμου. Περαιτέρω, λόγω της απόρριψης της μαρτυρίας της Αιτήτριας και των εγγράφων που κατέθεσε η Αιτήτρια ως Τεκμήρια για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε εύρημα ότι η Αιτήτρια πριν την 01/04/2018 εργοδοτείτο από τον κ. Tikhomirov ώστε να βασιστούμε στην αναφορά του κ. Ευθυμίου ότι ο κ. Tikhomirov ήταν ο ιδιοκτήτης της εταιρείας Sporos για την εξαγωγή οποιουδήποτε συμπεράσματος μεταβίβασης «ως έχει» μέρους των εργασιών/επιχειρήσεων του κ. Tikhomirov στην εταιρεία Sporos.

 

Εν όψει των πιο πάνω κρίνουμε ότι η Αιτήτρια δεν απέδειξε ότι εργαζόταν στην εταιρεία Sporos για περίοδο πέραν των 26 εβδομάδων. Κατά συνέπεια δεν δικαιούται σε πληρωμή αντί προειδοποίησης και αποζημίωση για παράνομο τερματισμό της απασχόλησής της

 

Για σκοπούς πληρότητας και σε περίπτωση που η πιο πάνω κατάληξή μας κριθεί λανθασμένη, θα προβούμε σε υπολογισμό της αποζημίωσης και της πληρωμής αντί προειδοποίησης που θα δικαιούτο η Αιτήτρια σε περίπτωση που η περίοδος απασχόλησής της θεωρηθεί ότι ήταν από 19/02/2018 μέχρι 10/09/2018.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου, το Δικαστήριο έχει απόλυτη διακριτική εξουσία ως προς το ποσό της αποζημίωσης που θα επιδικαστεί λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τ’ ακόλουθα:

 

(α)      τα ημερομίσθια και όλες τις άλλες απολαβές του εργοδοτούμενου,

(β)      τη διάρκεια της υπηρεσίας του εργοδοτούμενου,

(γ)      την απώλειαν προοπτικής σταδιοδρομίας του εργοδοτούμενου,

(δ)      τις πραγματικές συνθήκες του τερματισμού των υπηρεσιών του εργοδοτούμενου,

(ε)      την ηλικίαν του εργοδοτούμενου.

 

Στην υπόθεση Louis Tourist Agency Λτδ v. Αντιγόνης Ηλία (1992) 1 (Β) Α.Α.Δ. 98 σημειώνονται τ’ ακόλουθα:

 

«Το κριτήριο της αποζημίωσης βάσει του άρθρου 4 του Ν.24/67 δεν συναρτάται με το συμβατικό που καθορίζεται από το ΚΕΦ.149, και γενικά τις αρχές του δικαίου των συμβάσεων, δηλαδή ζημιά η οποία έπεται κατά λογική πρόβλεψη της διάρρηξης της συμφωνίας. Το θέμα των αποζημιώσεων επαφίεται στην απόλυτη κρίση του Διαιτητικού Δικαστηρίου, με μόνο περιορισμό εκείνο που τίθεται από το άρθρο 3 του Πίνακα, η αποζημίωση να μην υπερβαίνει τα ημερομίσθια των δύο ετών (Ν.92/79).  Η υλική ζημιά την οποία υφίσταται από τον τερματισμό ο εργοδοτούμενος είναι αναμφίβολα παράγοντας σχετικός, αλλά όχι ο μόνος ο οποίος λαμβάνεται υπόψη.

Η διαγωγή των μερών είναι άλλος σχετικός παράγοντας, όπως συνάγεται από την παράγραφο 4(δ) του Πίνακα.  Η απαρίθμηση των παραγόντων, που είναι σχετικοί με την αποζημίωση, θα ήταν αντινομική προς τον απόλυτο χαρακτήρα της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου.»

 

(Βλέπε επίσης Εκδοτικός Οίκος Δίας Λτδ ν. Παπαχριστοδούλου (2006) 1 Α.Α.Δ. 625, Touchstone Technologies Ltd v. Μαυρομμάτη (2014) 1Β Α.Α.Δ. 1829, J.A.CABRAS & BROS LTD v. Χαραλάμπους κ.α (1992) 1Β Α.Α.Δ. 896).

 

Θα πρέπει να πούμε ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ως προς το ποσό που θα επιδικάσει υπό μορφή αποζημίωσης, κρίνεται με βάση τα ενώπιόν του τιθέμενα πραγματικά γεγονότα.  Σε καμία περίπτωση το Δικαστήριο δεν μπορεί να στηριχθεί σε υποθέσεις για να καταλήξει σε εύλογα συμπεράσματα.  Σημειώνουμε ότι η αποζημίωση δεν μπορεί ούτε να υπερβεί τα ημερομίσθια δύο ετών (παράγραφος 3 του Πρώτου Πίνακα, όπως τροποποιήθηκε) και ούτε να είναι μικρότερη του ποσού που θα ελάμβανε ο εργοδοτούμενος αν είχε κηρυχθεί ως πλεονάζων (παράγραφος 2 του Πρώτου Πίνακα, όπως τροποποιήθηκε).

 

Έχοντας απορρίψει τη μαρτυρία της Αιτήτριας ως αναξιόπιστη, το Δικαστήριο δεν μπορεί να λάβει υπόψη τους ισχυρισμούς της σχετικά με τις πραγματικές συνθήκες του τερματισμού της απασχόλησής της. Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη (α) (1) το γεγονός ότι από τη μαρτυρία που προσκόμισε η Καθ’ ης η Αίτηση δεν αποδείχθηκε νόμιμος τερματισμός της απασχόλησης της Αιτήτριας από την εταιρεία Sporos και (2) η Αιτήτρια δεν απέδειξε ότι η εταιρεία Sporos απολύοντας την ενήργησε κακόπιστα, (β) το ύψος των εβδομαδιαίων απολαβών της Αιτήτριας (€1.250[21]), (γ) τη διάρκεια της υπηρεσίας της Αιτήτριας (λιγότερο από ένα έτος)[22], (δ) το γεγονός ότι ενόψει του περιεχομένου της επιστολής απόλυσης πιθανόν η απόλυση της Αιτήτριας να είχε αρνητικές συνέπειες στις πιθανότητες για μελλοντική εργοδότησή της[23] (σημειώνουμε ότι ενόψει της μη απόδειξης από την Αιτήτρια ότι όντως στιγματίστηκε από το περιεχόμενο της επιστολής απόλυσης δεν μπορεί να αποδοθεί ουσιαστική βαρύτητα στο εν λόγω γεγονός), (ε) ότι η εταιρεία Sporos δεν κατέβαλε στην Αιτήτρια με την απόλυσή της οτιδήποτε πέραν των οφειλόμενων δεδουλευμένων της και ότι δεν τέθηκε ενώπιόν μας οποιαδήποτε αξιόπιστη μαρτυρία που να στηρίζεται από απτά στοιχεία αναφορικά με τις επιπτώσεις που είχε η επίδικη απόλυση της Αιτήτριας στην επαγγελματική σταδιοδρομία της και την υλική ζημιά που υπέστηκε η Αιτήτρια συνεπεία της απόλυσής της[24] και (στ) την απουσία μαρτυρίας σχετικά με την ηλικία της Αιτήτριας, κρίνουμε ότι θα ήταν εύλογο και δίκαιο υπό τις περιστάσεις όπως της επιδικαστούν αποζημιώσεις που αντιστοιχούν σε απολαβές 2 εβδομάδων, ήτοι €2.500 (2x1.250).

 

Περαιτέρω η Αιτήτρια δυνάμει του άρθρου 9(1)(α) του Νόμου θα δικαιούτο σε πληρωμή αντί προειδοποίησης που αντιστοιχεί στις απολαβές μίας (1) εβδομάδας ήτοι €1.250.

 

Τέλος, σημειώνουμε ότι η αρχή της υπόθεσης Edwards v. Skyways Ltd [1964] 1 WLR 349 και οι νομικές αρχές που παρατίθεται σύγγραμμα του Π. Γ. Πολυβίου, ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Θεωρία και Πράξη, 2018 σελίδες 161-162 τις οποίες επικαλέστηκε ο δικηγόρος της Αιτήτριας στην αγόρευσή του αιτούμενος την καταβολή των €10.000 που είχε δηλώσει η εταιρεία Sporos στην επιστολή απόλυσης της Αιτήτριας ότι θα της κατέβαλλε χαριστικά, δεν έχουν οποιαδήποτε εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση καθότι δεν υπήρξε δεσμευτική συμφωνία στο να δοθεί ex gratia πληρωμή από την εταιρεία Sporos στην Αιτήτρια με την απόλυσή της.  Εν πάση περιπτώσει στην περίπτωση που θεωρείτο ότι υπήρχε δεσμευτική συμφωνία για το ποσό των €10.000 δικαιοδοσία θα είχε το Επαρχιακό Δικαστήριο και όχι το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών καθότι η αξίωση της Αιτήτριας θα βασιζόταν σε συμφωνία πληρωμής συγκεκριμένου ποσού για την οποία αρμοδιότητα έχει το Επαρχιακό Δικαστήριο και όχι το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών στα πλαίσια του Νόμου ή των άλλων νομοθετημάτων που του δίνουν καθ’ ύλην αρμοδιότητα (βλέπε Κοζάκη ν. Κοζάκη (2003) 1Α.Α.Δ. 1047, Αντωνίου ν. E.R.E. Electrical & Refrigeration Engineering Co Ltd (2007) 1 Α.Α.Δ. 1391).

 

Κατάληξη

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

Επιδικάζονται εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ της Καθ’ ης η Αίτηση μέρος των δικηγορικών της εξόδων €800,00 πλέον Φ.Π.Α. καθότι η μαρτυρία της πλευράς της Καθ’ ης η Αίτηση κρίθηκε αναξιόπιστη και καθόλου βοηθητική για τα επίδικα ζητήματα[25].

 

 

(Υπ.) ………………………………………

                                                          Ε. Κωνσταντίνου, Δικαστής

 

 

(Υπ.) …………………………………                         (Υπ.) ………………………………...

              Μ. Πότσου, Μέλος                                                          Δ. Χαριλάου, Μέλος

 

 

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

Subject: Industrial/Final

(Αναφορά: περίοδος απασχόλησης- απόλυση  λόγω μη ικανοποιητικής εκτέλεσης εργασίας)

 

 



[1] Στην Πολιτική Έφεση Αρ.59/2010 L.PAPAPHILIPPOU&CO, ο οποίος μετονομάστηκε σε L. PAPAPHILIPPOU&CO LTD ν. ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΛΟΥΚΑ, ημερ. 20/6/14 τονίστηκε ότι ο περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμος ως νομοθέτημα κοινωνικού περιεχομένου αποβλέπει στην προστασία του δικαιώματος εργασίας και συνακόλουθα και ως αποτέλεσμα της ανάγκης για πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων του εργοδοτούμενου προτού ληφθεί απόφαση τερματισμού της απασχόλησής του, «είναι επιτακτική η υποχρέωση τήρησης μιας σωστής διαδικασίας, στα πλαίσια της οποίας θα πρέπει να παραχωρείται στον  εργοδοτούμενο το δικαίωμα να ακουστεί και να αναπτύξει τις θέσεις του».

[2]  Βλέπε St. D. Anderman, The Law of Unfair Dismissal, 3rd Edition, Butterworths, σελ. 225-234, Harvey on Industrial Relations and Employment Law, Lexis Nexis, 2023, παράγραφοι [1106]- [1188].

[3] Στο σύγγραμμα IDS Employment Law Handbook - Unfair Dismissal, Thomson Reuters, 2010, στη σελ.129 αναφέρονται τ΄ ακόλουθα: “The availability of evidence of an employee’s incapacity will vary from job to job. In Fletcher v St Leonard’s School EAT 25/87, for example, the employer could point to evidence that pupils’ grades had fallen below the normal rate of success. Similarly, the incompetence of sales people can be shown by their failure to reach targets set by the employer. The incompetence of a piece-worker can be measured in the same way. However, failure to meet such targets does not always justify dismissal. The tribunal will take into account all the surroundings circumstances: whether the target was realistic; the reasons for the employee not attaining the target; how other sales staff fared and the employee’s length of service. For example, in Sibun v Modern Telephones Ltd 1976 IRLR 81, ET, S has been selling satisfactorily for 20 years. However, over period of 15 months, his sales missed targets by 25 per cent. After several warnings he was dismissed.  A tribunal held that it was unreasonable to judge him on results over the last 15-18 months after his long period of satisfactory service. In the circumstances, a three – year period should have been given before it was fair to dismiss.  The incompetence of manager is often more difficult to measure and prove. In Cook v Thomas Linnell and Sons Ltd 1977 ICR 770, EAT, the EAT said that if an employer has genuinely come to believe over a period of time that a manager is incompetent, that is in itself evidence of incapability. However, it will be necessary to see whether there is supporting evidence. Supporting evidence may include evidence of a fall-off in trade or complaints from customers or colleagues. In Queensway Discount Warehouses Ltd v Mc Neall EAT 569/85 the employer established incapability as the reason for dismissal based on a genuine belief that the manager was unable to motivate staff or deal with customers’ orders and that his store presented a poor image. The tribunal’s decision of fair dismissal was upheld by the EAT.”    

[4] Στην υπόθεση Alidair v. Taylor [1978] IRLR 82 λέχθηκε ότι το ερώτημα που τίθεται στις περιπτώσεις που ο εργοδότης απολύει τον εργοδοτούμενο λόγω μη ικανοποιητικής απόδοσης είναι τα εξής: “whether the employer honestly and reasonably held the belief that the employee was not competent and whether there was a reasonable ground for that belief”.  

[5] Βλέπε επίσης στο σύγγραμμα IDS Employment Law Handbook - Unfair Dismissal, Thomson Reuters, 2010, σελ.147-149.

[6] Auguste Noel Ltd v. Curtis [1990] ICR 604.

[7] Cockcroft v. Trendsetter Furniture Ltd [1973] IRLR 6, Woodward v. Beeston Boiler Co Ltd [1973] IRLR 7.

[8] Βλ. σύγγραμμα Π. Γ. Πολυβίου, ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Θεωρία και Πράξη, 2018 σελίδες 300-306.

[9]  Ο όρος ικανότητα ερμηνεύεται ως εξής: « capability ”……..   means his capability assessed by reference to skill, aptitude, health, or any physical or mental quality».     

[10] Ο όρος προσόντα ερμηνεύεται ως εξής:«“qualifications”……means any degree, diploma or other academic, technical or professional qualification relevant to the position which he held».   

[11]«It is undisputed that the appellant was employed by the respondents from 25 January 1982 till 11 July 1982 when her services were terminated and that, therefore, her employment lasted for less than twenty-six weeks.

Moreover it is, likewise, undisputed that in this case there are not being claimed damages in excess of the appellant's emoluments for two years and, therefore, her claim does not exceed the amount of damages which the Industrial Disputes Court is empowered to award under the termination of Employment Law, 1967 (Law 24/67).

Under section 3 of Law 24/67 an employee whose services are terminated after an employment of less than twenty-six weeks has no right to claim compensation under the provisions of Law 24/67.

By virtue of section 30 of Law 24/67, as reenacted by means of section 3 of the Termination of Employment (Amendment) Law, 1973 (Law 6/73), the Industrial Disputes Court is granted exclusive jurisdiction to decide on all industrial disputes arising out of the operation of Law 24/67 or any Regulations made thereunder including any incidental or ancillary to such dispute matter, except that an employee has the right, in relation to the termination of his employment, to file an action before the District Court of the District where he was employed at the time when the dispute arose if his claim for damages exceeds the amount of damages which the Industrial Disputes Court is empowered to award.

In the light of all the foregoing it is clear that the present instance is not one of those cases in which the appellant is entitled under section 30 of Law 24/67, as amended by Law 6/73, to file an action in a District Court and it is a case coming within the exclusive jurisdiction of the Industrial Disputes Court; but the appellant cannot claim compensation under Law 24/67 because she was employed for less than twenty-six weeks prior to the termination of her services.

Counsel for the appellant has argued that notwithstanding the provision of section 30 of Law 24/67 the appellant could claim, by virtue of a common law right, damages for wrongful dismissal by means of her action before the District Court.

The learned trial Judge, agreeing in this respect with counsel for the respondents, found that he no jurisdiction to entertain the action of the appellant because of the provisions of section 30 of Law 24/67.

In our opinion section 3 of Law 24/67 has created a new statutory right regarding compensation for wrongful dismissal in substitution of the common law right and consequently when a claim cannot succeed before the Industrial Disputes Court on the strength of such statutory right, as in this case, the exclusive under section 30 of Law 24/67 jurisdiction of the Industrial Disputes Court cannot be circumvented by an action before a District Court, such as the present one, which was rightly dismissed by the trial Judge for lack of jurisdiction.»

[12] « From the wording of s.30 (as amended), it becomes clear that the Industrial Disputes Court was given exclusive jurisdiction to decide on all industrial disputes arising out of the operation of the law, or any regulation made thereunder, or both of them, including any matters incidental or ancillary to those disputes, if the claim for damages does not exceed the amount which the Industrial Disputes Court is empowered to award under the Termination of Employment Law 1967, (24/67) which are the emoluments of up to two years. If a claim exceeds an employee's two years emoluments then the district Court has exclusive jurisdiction.

I do not agree with the contention that the District Court has jurisdiction only in cases where the employee's claim is for an amount which exceeds the amount the amount of compensation which may be awarded under Law 24/67. In my judgment an employee has no statutory right for compensation by virtue of s.3 of Law 24/67 unless he has continually served the same employer for at least 26 weeks; but if he is wrongfully dismissed before the lapse of 26 weeks he may resort to the District Court for his claim. If I where to hold that an employee cannot resort to the District Court for his claim then s.3 of the law would be contrary to Article 30 of the Constitution which provides that no person shall be denied access to the Court assigned to him by or under the Constitution

(Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας).

[13] Στο σύγγραμμα Ι. Κουκιαδης, ″Εργατικό Δίκαιο″, Γ΄ Έκδοση, στη σελ.182, αναφέρονται τ’ ακόλουθα:  «Ατομική σχέση εργασίας είναι η έννομη και ειδικότερα η ενοχική σχέση που συνδέει δύο πρόσωπα από τα οποία το ένα (που λέγεται μισθωτός) υποχρεώνεται να παρέχει με αντάλλαγμα ορισμένη αμοιβή στο άλλο (που λέγεται εργοδότης) την εργασία του σε κατάσταση εξάρτησης απέναντι στον τελευταίο»″.  Στη σελ.188 σημειώνεται ότι «… αντικείμενο της σύμβασης εξηρτημένης εργασίας που επικράτησε να λέγεται και απλώς ″σύμβαση εργασίας″ είναι η εξηρτημένη εργασία σε αντίθεση με την ανεξάρτητη εργασία, που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης ανεξάρτητων υπηρεσιών».

[14] Βλέπε Χριστάκης Κώστα v. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Εργασίας & Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Αρ. Υπόθεσης 594/2007), ημερ.14/03/2008, Χρ. Νικοδήμου & Σία Λτδ v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντή Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων και/ή του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Αρ. Υπόθεσης 168/2007), ημερ.09/04/2008, Στ. Θεοδούλου v. Ασπίς Πρόνοια Ανώνυμη Ασφαλιστική Εταιρεία Ζωής (1997) 1 Α.Α.Δ. 1551, στην υπόθεση AVRAAM K. PROUSI v. REDUNDANT EMPLOYEES FUND (1988) 1 C.L.R363 στη σελίδα 368 ελέχθη ότι: «The question as to whether the relationship of employer and employee exists is always a question of fact and the facts of each particular case have to be taken into consideration. The only criterion for making a person an employee of another is not the payment of a salary for services rendered by him but also it has to be established that the employer can exercise control over the work of the other».  

[15]  Στ. Γιαννακούρου, «Κυπριακό Εργατικό Δίκαιο», Νομική Βιβλιοθήκη, σελ.36. 

[16] Βλέπε Γ. Τομάζου κ.α. ν. Ταμείου Πλεονάζοντος Προσωπικού (2003) 1 Β Α.Α.Δ. 1078.

[17]The standard of proof in civil cases, including cases before the industrial tribunal, is the balance of probabilities. It was in our view incumbent on the employee, as the applicant for redundancy payment, to satisfy the industrial tribunal of the balance of probabilities of the ingredients necessary to substantiate his claim.  One of those ingredients was that there had been a transfer of business from Forecrest to Wearglen and a transfer of business from Wearglen to Beaupress.  It was not, however, in our judgment necessarily essential for him to place before the industrial tribunal documentary evidence of what the true transaction between employer and successive employer really was.  Evidence of that character would, in the ordinary way, not be available to an employee.  An employee can do no more than tell the industrial tribunal of what is within his own knowledge.  That is what the employee did.  It was within his knowledge that his employment had continued in the same place, under the same directors, with the same customers and with the same stock being used. All of those incidents of his continuous employment are consistent with there having been a transfer of business.  If there was no other evidence, they justify the inference of a transfer.”  

[18]We wish to repeat that the scheme of the Act must not be made unworkable by a rigid adherence to overstrict standards of proof.  If it is necessary, and we think it is, for an employee to satisfy an industrial tribunal that there has been the transfer of business, he may well be able to discharge the onus by giving evidence on the lines of that given by the employee in the present case.  An employee can do no more than give evidence of that of which he knows. To require him to do more than that in order to discharge some strict standard of proof would be, in effect, to deprive him of the chance of claiming the redundancy payments to which he might be entitled.  We are not prepared to underwrite a practice of that sort, and indeed, we think that we should find against it…………..  In the present case, there was evidence that a transfer had taken place………….. The employee’ s evidence would not, of course, necessarily be conclusive evidence. It would be possible for the employer ……to place before the tribunal other evidence of the true nature of the transaction between the employer and the succeeding employer, apt to show that there had not been a transfer of the business. But if no additional evidence were placed before the tribunal by the employer….  it seems to us that the inferences from that evidence which was placed before the tribunal by the employee ought to be sufficient for him to establish the transfer.” 

[19] «If there is no credible evidence to support the case of the party upon whom the burden of proof lies, as in the case, there is nothing to weight thereafter».

[20] «Το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά επιδίκασε αποζημιώσεις. Από τη στιγμή που έκρινε ότι οι Εφεσείοντες δεν απέσεισαν το βάρος που είχαν να αποδείξουν ότι ο τερματισμός έγινε νόμιμα για ένα από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 5(α), (ε) και (στ) του Νόμου, τότε ο Εφεσίβλητος δικαιούται σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Νόμου σε αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησής του. Το γεγονός ότι η μαρτυρία του Εφεσίβλητου δεν αξιολογήθηκε θετικά, δεν επηρεάζει κατά την άποψη μας το δικαίωμα του Εφεσίβλητου σε αποζημιώσεις, εφόσον το βάρος απόδειξης ότι ο  τερματισμός ήταν νόμιμος δεν ήταν στους ώμους του, αλλά στους ώμους των Εφεσειόντων.»           

[21] Το εν λόγω ποσό προκύπτει από τη μαθηματική πράξη [(13Χ5000)÷52}. Σημειώνουμε ότι το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών για σκοπούς καθορισμού των αποζημιώσεων λαμβάνει υπόψη του το ποσό των ακαθάριστων απολαβών του εργοδοτουμένου. Στην παρούσα περίπτωση δεν τέθηκε ενώπιόν μας το ύψος των ακαθάριστων απολαβών της Αιτήτριας και γι’ αυτόν τον λόγω λάβαμε υπόψη το ποσό των καθαρών απολαβών της. 

[22] Το γεγονός ότι η Αιτήτρια είχε υπογράψει συμφωνία εργοδότησης με την εταιρεία Sporos για δύο χρόνια από μόνο του χωρίς άλλες περιβάλλουσες περιστάσεις δεν αποτελεί στοιχείο που μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένες αποζημιώσεις. 

[23]  Δ.Σ. ν. Argosy Trading Company Ltd , Πολ. Έφεση  310/12 ημερ.13/02/2019.

   [24]  Πολ. Έφεση 131/2012 Θ. Θεμιστοκλέους ν. Elysee Irrigation Ltd, ημερομηνίας 22/9/2017.

[25] Βλέπε Πολιτική Αίτηση αρ. 84/23 (i-justice), Αναφορικά με την τελική απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών στην υπόθεση υπ’  αρ. 407/2015 και Αναφορικά με την αίτηση της εταιρείας Mavropoulos Construction Developments Ltd για άδεια καταχώρισης έφεσης για το θέμα των εξόδων, (Εφετείο) ημερομηνίας 21/12/2023.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο