ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΥΡΕΑΣ, Αρ. Αίτησης: 62/18, 63/18, 64/18, 24/2/2025
print
Τίτλος:
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΥΡΕΑΣ, Αρ. Αίτησης: 62/18, 63/18, 64/18, 24/2/2025

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ - ΠΑΦΟΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:    Ε. Κωνσταντίνου, Δικαστή

Λ. Λουκά           )

Γ. Λεωνίδα       ) Μελών

                                                                                           Αρ. Αίτησης: 62/18

Μεταξύ:

ΑΝΘΙΜΟΣ ΣΑΜΨΩΝ

                                                                                                            Αιτητή

και

 

1.    SWISSPORT CYPRUS LTD

2.    ΤΑΜΕΙΟ ΠΛΕΟΝΑΣΜΟΥ

Καθ’ ων η Αίτηση

---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------  Αρ. Αίτησης: 63/18

Μεταξύ:

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΟΥΤΗΣ

                                                                                                            Αιτητή

και

 

1.    SWISSPORT CYPRUS LTD

2.    ΤΑΜΕΙΟ ΠΛΕΟΝΑΣΜΟΥ

Καθ’ ων η Αίτηση

---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

      Αρ. Αίτησης: 64/18

Μεταξύ:

ΝΙΚΟΣ ΠΑΛΑΤΕΣ

                                                                                                            Αιτητή

και

 

1.    SWISSPORT CYPRUS LTD

2.    ΤΑΜΕΙΟ ΠΛΕΟΝΑΣΜΟΥ

Καθ’ ων η Αίτηση

  -------------------------------------------------------------------------------------------------------------- 

Ημερομηνία: 24/02/2025

 

Εμφανίσεις:

Για τον Αιτητές: κα Ε. Νικολάου

Για τους Καθ’ ων η Αίτηση 1: κα Μ. Αγαθοκλέους

Για Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού: κ. Γ. Αθανασιάδης

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με τις υπό κρίση συνενωμένες αιτήσεις οι Αιτητές αξιώνουν από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 αποζημιώσεις λόγω παράνομου τερματισμού της απασχόλησής τους σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Τερματισμού της Απασχόλησης Νόμου του 1967, Ν.24/67 (στο εξής «ο Νόμος»)  αν ήθελε αποδειχθεί ότι ο τερματισμός της απασχόλησής τους την άνοιξη του 2016 ήταν παράνομος και αδικαιολόγητος και/ή διαζευκτικά αξιώνουν από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού («το Ταμείο») πληρωμή με βάση το άρθρο 16 του Νόμου σύμφωνα με τον Τέταρτο Πίνακα του Νόμου σε περίπτωση που ήθελε αποδειχθεί ότι η απόλυσή τους και/ή ο τερματισμός της απασχόλησής τους οφειλόταν σε πραγματικές συνθήκες πλεονασμού, νόμιμο τόκο, έξοδα πλέον Φ.Π.Α..

 

            Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 στους γενικούς λόγους της έγγραφης εμφάνισής τους απορρίπτουν τις εναντίον τους αξιώσεις και ισχυρίζονται ότι ο τερματισμός της απασχόλησης των Αιτητών ήταν νόμιμος και δικαιολογημένος καθότι οφειλόταν σε πραγματικές συνθήκες πλεονασμού και συγκεκριμένα (α) λόγω μείωσης στον κύκλο εργασιών τους και (β) λόγω αναδιοργάνωσης της οργανωτικής δομής τους που οδήγησε στη μείωση συγκεκριμένων θέσεων εργασίας. Περαιτέρω ισχυρίζονται ότι οι Αιτητές αφού έλαβαν ένα ποσό από αυτούς ως χαριστική πληρωμή υπέγραψαν δήλωση απαλλαγής των Καθ’ ων η Αίτηση 1.  Ως εκ τούτου ζητούν απόρριψη των αιτήσεων με έξοδα υπέρ τους.          

 

Το Ταμείο στους γενικούς λόγους της έγγραφης εμφάνισής του αρνείται τις εναντίον του αξιώσεις ισχυριζόμενο ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Ταμείου ο τερματισμός της απασχόλησης των Αιτητών δεν οφειλόταν σε λόγους πλεονασμού καθότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 (α) δεν παρουσίαζαν μείωση του κύκλου εργασιών τους κατά τον ουσιώδη χρόνο της απόλυσης των Αιτητών και (β) δεν προέβησαν σε οποιανδήποτε αναδιοργάνωση που να καταργεί τα καθήκοντα των Αιτητών και/ή να μειώνει ουσιαστικώς τα καθήκοντα των Αιτητών και τα καθήκοντα των Αιτητών εξακολούθησαν να υφίστανται αφού μετά την απόλυσή τους εκτελούνται από άλλους εργοδοτουμένους.  Ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 μετά την απόλυση των Αιτητών προέβηκαν σε νέες προσλήψεις εργοδοτουμένων χαρακτηρίζοντας τους ως εποχιακούς. Στη βάση των πιο πάνω ζητά την απόρριψη των αιτήσεων εναντίον του με έξοδα υπέρ του.

 

 Βάρος Απόδειξης

 

Το άρθρο 5 του Νόμου προβλέπει τους λόγους που καθιστούν νόμιμη και δικαιολογημένη την απόλυση και οι οποίοι δεν παρέχουν στον εργοδοτούμενο δικαίωμα αποζημίωσης.  Με το εδάφιο (β) του εν λόγω άρθρου καλύπτεται ο λόγος απόλυσης λόγω πλεονασμού.

 

Το άρθρο 6(1) του Νόμου καθιερώνει νόμιμο μαχητό τεκμήριο υπέρ του εργοδοτούμενου σύμφωνα με το οποίο «….. ο υπό εργοδότου τερματισμός απασχολήσεως τεκμαίρεται, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, ως μη γενόμενος δια τινά των εν τω άρθρω 5 εκτιθεμένων λόγων» δηλαδή των λόγων που καθιστούν νόμιμη και δικαιολογημένη την απόλυση και δεν παρέχουν στον εργοδοτούμενο δικαίωμα αποζημίωσης.

 

Επομένως στην παρούσα περίπτωση οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 έχουν το βάρος να αποδείξουν ότι τερμάτισαν την απασχόληση των Αιτητών λόγω πλεονασμού βάσει των προβλεπομένων στο άρθρο 5(β) σε συνδυασμό με το άρθρο 18 του Νόμου, όπου καθορίζονται περιοριστικά οι λόγοι πλεονασμού.

 

Προς απόδειξη του εν λόγω ισχυρισμού κατέθεσε η κα Κυριακή Ττόφα, Διευθύντρια Υλοποίησης Συστήματος Πληροφορίων Ανθρώπινου Δυναμικού σε Παγκόσμιο Επίπεδο των Καθ’ ων η Αίτηση 1.  Οι Αιτητές δεν κατέθεσαν ενώπιόν μας.  Το Ταμείο δεν προσκόμισε οποιονδήποτε μάρτυρα και αρκέστηκε στην αντεξέταση της κας Ττόφα.  

Εκτός από την προφορική μαρτυρία ενώπιόν μας υπάρχει και η πραγματική μαρτυρία, δηλαδή τα διάφορα έγγραφα που κατατέθηκαν ως τεκμήρια και στα οποία θα αναφερθούμε όπου κρίνεται σκόπιμο κατά την παράθεση και την αξιολόγηση της μαρτυρίας.

 

Μαρτυρία  -  Ανάλυση Μαρτυρίας

 

Α. Από τις έγγραφες προτάσεις, τις δηλώσεις των διαδίκων και το ενώπιόν μας μαρτυρικό υλικό προκύπτουν τα πιο κάτω παραδεκτά και/ ή αναντίλεκτα  γεγονότα.

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 αποτελούν εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και ασχολούνται, μεταξύ άλλων, με την παροχή υπηρεσιών εδάφους στα αεροδρόμια Λάρνακας και Πάφου.

 

 Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 έχουν μόνιμο και εποχιακό προσωπικό.  Οι Αιτητές ήταν μόνιμα μέλη του προσωπικού των Καθ’ ων η Αίτηση 1, ωρομίσθιοι πρώην κυβερνητικοί υπάλληλοι και εργάζονταν στο αεροδρόμιο της Πάφου.

 

Ο Αιτητής στην αίτηση με αρ. 62/18 εργαζόταν ως Αρχιεργάτης.  Ο Αιτητής στην αίτηση με αρ. 63/18 εργαζόταν ως Οδηγός.  Ο Αιτητής στην αίτηση με αρ. 64/18 εργαζόταν ως Συντονιστής.

 

Επειδή οι Αιτητές ήταν πρώην κυβερνητικοί εργάτες οι Καθ’ ων η  Αίτηση 1 δεν μπορούσαν να αλλάξουν τα καθήκοντά τους χωρίς τη συγκατάθεσή τους[1]

 

Μετά το κλείσιμο των Κυπριακών Αερογραμμών τον Ιανουάριο του 2015 οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 αρχές του 2015 απέλυσαν 51 εργοδοτούμενους τους στο αεροδρόμιο της Λάρνακας ως πλεονάζοντες στη βάση της αναδιοργάνωσης στην οποία προέβησαν λόγω της μείωσης του όγκου εργασιών τους που προέκυψε με το κλείσιμο των Κυπριακών Αερογραμμών[2].  Το Ταμείο στους 51 εργοδοτούμενους των Καθ’ ων η Αίτηση 1  που απολύθηκαν το 2015 κατέβαλε πληρωμή για απόλυση που οφείλεται σε λόγους πλεονασμού[3].

    

Η απασχόληση των Αιτητών τερματίστηκε την άνοιξη του 2016 με πανομοιότυπες επιστολές των Καθ’ ων η Αίτηση 1 (Δέσμη εγγράφων - Τεκμήριο 2) για λόγους πλεονασμού και πιο συγκεκριμένα λόγω μείωσης του όγκου εργασιών τους και της ανάγκης για αναδιάρθρωση. Η απόλυσή τους έγινε μετά από διαπραγματεύσεις μεταξύ των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και των συντεχνιών των υπαλλήλων των Καθ’ ων η Αίτηση 1[4].  

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 απέστειλαν (α) στον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικής Ασφάλισης επιστολή ημερομ. 20/11/2015 με την οποία τον ενημέρωναν ότι λόγω μείωσης του όγκου εργασιών τους και της ανάγκης για αναδιάρθρωση θα προχωρήσουν σε απολύσεις λόγω πλεονασμού και ότι ο ακριβής αριθμός του προσωπικού που πλεονάζει θα καθοριστεί και θα γνωστοποιηθεί εν ευθέτω χρόνο και (β) στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων έντυπο με τίτλο «Προειδοποίηση Πλεονασμού στον Υπουργό» ημερομ. 15/04/2016 στο οποίο αναγράφονταν τα ονόματα των εργοδοτουμένων που απολύθηκαν λόγω πλεονασμού (Τεκμήριο 5). 

 

Σε όλους τους Αιτητές οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 με τον τερματισμό της απασχόλησής τους κατέβαλαν όλα τα δεδουλευμένα ωφελήματά τους, πληρωμή αντί προειδοποίησης οκτώ εβδομάδων και ένα ποσό ως χαριστική αποζημίωση.  Όλοι οι Αιτητές με την παραλαβή από αυτούς του ποσού της χαριστικής αποζημίωσης υπέγραψαν πανομοιότυπες δηλώσεις απαλλαγής (Δέσμη εγγράφων - Τεκμήριο 3).  Παραθέτουμε πιο κάτω αυτούσιο απόσπασμα από τις εν λόγω δηλώσεις:

 

«Περαιτέρω, με την παρούσα δηλώνω ότι παραιτούμαι από κάθε δικαίωμα και αποδεσμεύω και απαλλάσσω οριστικά και τελεσίδικα την Swissport Cyprus Ltd, την Swissport International και τις θυγατρικές τους εταιρείες καθώς και τις εταιρείες που συνδέονται μαζί τους, από κάθε είδους απαίτηση για πληρωμή ή αποζημίωση που δυνατόν να προκύψει από τον τερματισμό της εργοδότησής μου στις ……».

 

 Η ημερομηνία πρόσληψης, η ημερομηνία απόλυσης, οι τελευταίες εβδομαδιαίες απολαβές, οι εβδομαδιαίες απολαβές για σκοπούς πληρωμής από το Ταμείο του κάθε Αιτητή με βάση την υποπαράγραφο 2[5] του άρθρου 4 του Τέταρτου Πίνακα του Νόμου και το ποσό που έλαβε ο κάθε Αιτητής ως χαριστική αποζημίωση φαίνονται στον πιο κάτω πίνακα:

 

Αριθμός Αίτησης

Ημερομηνία πρόσληψης

Ημερομηνία απόλυσης

Εβδομαδιαίες Απολαβές

Εβδομαδιαίες Απολαβές για σκοπούς πληρωμής από το Ταμείο

Χαριστική Αποζημίωση

62/14

07/03/1989

18/03/2016

€767,14

€697,52

€75.000

63/18

07/03/1989

28/04/2016

€800,26

€697,52

€73.000

64/18

01/11/1983

11/03/2016

€862,69

€697,52

€40.000

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 παρέδωσαν στους Αιτητές πανομοιότυπες επιστολές (Δέσμη εγγράφων - Τεκμήριο 6) οι οποίες είχαν το ακόλουθο περιεχόμενο:

 

«Σε συνέχεια του τερματισμού της απασχόλησης σας από την εταιρεία Swissport λόγω πλεονασμού σύμφωνα με την επιστολή ημερομηνίας ……… 2016 σημειώνουμε τα εξής:

 

Σε περίπτωση που το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού απορρίψει την αίτησή σας και η απόφασή του επικυρωθεί ως ορθή από το αρμόδιο Δικαστήριο, η εταιρεία θα σας καταβάλει το ποσό που θα λαμβάνατε ως πλεονάζον προσωπικό.  Νοείται ότι το ποσό αυτό θα είναι πέραν της χαριστικής (ex gratia) πληρωμής που έχετε λάβει σύμφωνα με την τελική ρύθμιση της πληρωμής σας από την εταιρεία».    

 

 

Στον πιο κάτω πίνακα παραθέτουμε τις ημερομηνίες παραλαβής της χαριστικής αποζημίωσης και υπογραφής της δήλωσης απαλλαγής από τον κάθε Αιτητή και την ημερομηνία που παραδόθηκε στον κάθε Αιτητή η επιστολή από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 σε σχέση με το ποσό της πληρωμής από το Ταμείο:

 

 

Αριθμός Αίτησης

Ημερομηνία παραλαβής χαριστικής πληρωμής / υπογραφής δήλωσης απαλλαγής

Ημερομηνία επιστολής των Καθ’ ων η Αίτηση 1 σε σχέση με το ποσό πληρωμής από το Ταμείο

62/14

18/03/2016

18/03/2016

63/18

15/04/2016

14/04/2016

64/18

11/03/2016

06/04/2016

 

            Τον Μάιο του 2016 οι Αιτητές υπέβαλαν αιτήσεις στο Ταμείο («το Ταμείο») για πληρωμή λόγω πλεονασμού και οι Καθ’ ων η Αίτηση 1  συμπλήρωσαν και απέστειλαν στο Ταμείο τα σχετικά έντυπα των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων με τίτλο «Ερωτηματολόγιο» για την απόλυση των Αιτητών (Δέσμη εγγράφων - Τεκμήριο 1). Τόσο οι Αιτητές όσο και οι Καθ’ ων  η Αίτηση 1 ανέγραψαν στα εν λόγω έγγραφα ότι οι απολύσεις των Αιτητών οφείλονταν σε πλεονασμό λόγω μείωσης του όγκου εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και της ανάγκης για αναδιάρθρωση.   

 

            Το Ταμείο με πανομοιότυπες επιστολές του ημερ. 16/02/2018 προς τους Αιτητές τους ενημέρωσε ότι οι αιτήσεις τους για πληρωμή λόγω πλεονασμού απορρίφθηκαν καθότι σύμφωνα με τα στοιχεία που του δόθηκαν η απόλυσή τους δεν οφείλεται σε λόγους πλεονασμού (Δέσμη εγγράφων - Τεκμήριο 4).

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 απέστειλαν στο Ταμείο διάφορες επιστολές είτε προς υποστήριξη της θέσης τους για πλεονασμό των Αιτητών  είτε προς απάντηση διάφορων επιστολών του Ταμείου που τους απέστειλε το Ταμείο κατά την εξέταση της αίτησης των Αιτητών από το Ταμείο (Δέσμη Εγγράφων - Τεκμήριο 8).

 

Οι Καθ’ ων η  Αίτηση 1 την άνοιξη του 2016  διαφοροποίησαν την κατανομή των βαρδιών των Συντονιστών και το σύνολο των βαρδιών ανατέθηκε σε 3 Συντονιστές αντί 4.  Περαιτέρω άλλαξαν την οργανωτική δομή του Τμήματος Ράμπας. Πριν την αλλαγή (1) οι θέσεις των Αρχιεργατών και των Οδηγών και (2) οι θέσεις των Οδηγών και των Εκφορτωτών ήταν ξεχωριστές με ξεχωριστά καθήκοντα. Μετά την αλλαγή (1) στα καθήκοντα των Αρχιεργατών προστέθηκαν καθήκοντα Οδηγών και δημιουργήθηκε η θέση Αρχιεργάτη / Οδηγού Μηχανημάτων και (2) στα καθήκοντα των Οδηγών προστέθηκαν καθήκοντα Εκφορτωτών και δημιουργήθηκε η θέση Οδηγού / Εκφορτωτή.         Με την απόλυση του Αιτητή στην αίτηση με αρ. 62/18 οι Αρχιεργάτες στο αεροδρόμιο Πάφου  μειώθηκαν από 8 σε 7[6].  Με την απόλυση του Αιτητή στην αίτηση με αρ. 63/18 οι Οδηγοί στο αεροδρόμιο Πάφου μειώθηκαν από 7 σε 6[7].  Με την απόλυση του Αιτητή με αρ.64/18 οι Συντονιστές στο αεροδρόμιο Πάφου μειώθηκαν από 4 σε 3[8]

 

            Ο κύκλος εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις τους για τα έτη 2013 ως 2015[9] ήταν ως εξής:

 

Έτος  

Κύκλος εργασιών

2013

€23.986.848

2014

€22.652.194

2015

€20.772.383

           

            Σύμφωνα με τα στοιχεία δήλωσης των Καθ’ ων η Αίτηση 1 στο Φ.Π.Α. ο κύκλος εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 (Τεκμήριο 10) από την 01/12/2012 μέχρι τις 30/11/2016 ήταν ως ακολούθως:

 

Περίοδος

 Εκροές - Κύκλος εργασιών 

01/12/2012 – 30/11/2013

€27.406.398

01/12/2013 – 30/11/2014

€25.374.946

01/12/2014 – 30/11/2015

€22.613.376

01/12/2015 – 30/11/2016

€25.997.985

 

            Σύμφωνα με τα στοιχεία δήλωσης των Καθ’ ων η Αίτηση 1 στο Φ.Π.Α. ο κύκλος εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 (Τεκμήριο 10) από την 01/03/2012 μέχρι τις 26/02/2017 ήταν ως ακολούθως:

 

Περίοδος

 Εκροές - Κύκλος εργασιών 

01/03/2012 – 28/02/2013

€26.393.715

01/03/2013 – 28/02/2014

€27.573.555

01/03/2014 – 28/02/2015

€25.047.167

01/03/2015 – 29/02/2016

€22.361.813

01/03/2016 – 26/02/2017

€27.358.388

 

            Ο κύκλος εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1[10], οι πτήσεις που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1  και ο μέσος όρος των εργοδοτουμένων[11] που απασχόλησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 κατά τις περιόδους 01/04/2014 - 31/03/2015 και 01/04/2015 - 31/03/2016   ήταν:       

 

Περίοδος

Κύκλος εργασιών 

Αριθμός Πτήσεων

Μέσος όρος εργοδοτουμένων

01/04/2014 -31/03/2015

€22.430.392

13.468

587

01/04/2015 -31/03/2016

€20.865.944

12.043

538

 

Οι πτήσεις που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 κατά τα έτη 2013 - 2016 ήταν ως ακολούθως[12]

 

Έτος

Πτήσεις

2012

15.416

2013

14.063

2014

13.727

2015

11.964

2016

15.239

                                                                                   

Ο μέσος όρος προσωπικού των Καθ’ ων η Αίτηση 1 για τα έτη 2014 - 2016 ήταν ως εξής[13]:   

 

Έτος  

Μέσος όρος προσωπικού 

2014

621

2015

569

2016

601

 

            Κατά τις ακόλουθες χειμερινές περιόδους[14] οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 εξυπηρέτησαν τον πιο κάτω αριθμό πτήσεων[15]:

 

Χειμερινή Περίοδος

Πτήσεις 

01/11/2013 -31/03/2014

3.290

01/11/2014 -31/03/2015

3.012

01/11/2015 -31/03/2016

2.819

           

 Κατά τους μήνες (Ιανουάριος, Φεβρουάριος, Μάρτιος, Νοέμβριος και Δεκέμβριος)  των ακόλουθων χειμερινών περιόδων οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 εξυπηρέτησαν  κατ’ έτος    τους πιο κάτω αριθμούς πτήσεων[16]:

 

Έτος  

Πτήσεις   

2013

3.242

2014

3.267

2015

2.739

2016

3.597

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 εξυπηρέτησαν τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2014 2.879 πτήσεις, τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2015 2.523 πτήσεις και τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2016 2.687 πτήσεις. 

 

Από τον κατάλογο εργοδοτήσεων που εκτυπώθηκε από το ηλεκτρονικό σύστημα του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Τεκμήριο 7) προκύπτει  ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 από την 01/03/2015 μέχρι τις 30/04/2015 προσέλαβαν 99 εργοδοτούμενους και ότι η συντριπτική πλειοψηφία των εν λόγω εργοδοτουμένων απολύθηκε εντός του 2015. Περαιτέρω προκύπτει ότι από την 01/03/2016 μέχρι τις 30/04/2016 οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 προσέλαβαν 128 εργοδοτουμένους και (λαμβάνοντας υπόψη και χειρόγραφες σημειώσεις στο εν λόγω έγγραφο) εντός του 2016 απολύθηκαν 26 από αυτούς. Από τη χειρόγραφη σημείωση στο εν λόγω Τεκμήριο που αφορά τους κωδικούς επαγγελμάτων που προσέλαβαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 φαίνεται ότι αυτοί προσλήφθηκαν σε θέσεις καθαριστών, οδηγών λεωφορείων, χειριστών ηλεκτρονικών υπολογιστών, γραφέων, λιμενεργατών – φορτοεκφορτωτών.  

  

Β. (i) Η κα Ττόφα κατέθεσε ότι τέλη Οκτωβρίου του 2015 τερμάτισε τη λειτουργία του ο δεύτερος μεγαλύτερος πελάτης των Καθ’ ων η Αίτηση 1, η εταιρεία Transaero (ο μεγαλύτερος πελάτης των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ήταν οι Κυπριακές Αερογραμμές). Ανέφερε ότι τέλη του 2015 οι Καθ’ ων η Αίτηση 1, λόγω της περαιτέρω μείωσης στο πελατολόγιό τους (αφού ήδη το πελατολόγιό τους μειώθηκε με το κλείσιμο των Κυπριακών Αερογραμμών) και κατ’ επέκταση και της μείωσης στον κύκλο εργασιών τους, προέβησαν σε αναδιοργάνωση της οργανωτικής δομής τους γεγονός που οδήγησε στη μείωση των μόνιμων οργανωτικών αναγκών τους ανάμεσα στις οποίες ήταν και οι θέσεις των Αιτητών.  Ότι η απόφαση για απόλυση προσωπικού για λόγους πλεονασμού λήφθηκε τέλη του 2015 αλλά καθυστέρησε να υλοποιηθεί λόγω των διαβουλεύσεων που είχαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 με τις συντεχνίες των Αιτητών.  Ήταν η θέση της ότι επειδή η λειτουργία των αεροδρομίων στην Κύπρο έχει εποχικό χαρακτήρα ο κύκλος εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 χαρακτηρίζεται από εποχικότητα.  Ότι λόγω αυτής της εποχικότητας η συνήθης πρακτική των Καθ’ ων η Αίτηση 1 είναι να εργοδοτούν κατά την καλοκαιρινή περίοδο εποχικό προσωπικό. Υποστήριξε ότι το προσωπικό που προσλήφθηκε  το 2016  προσλήφθηκε για να καλύψει τις ανάγκες της καλοκαιρινής περιόδου του 2016 σε τομείς στους οποίους προέκυψαν προσωρινές ανάγκες.  Ότι στη βάση της αλλαγής της οργανωτικής δομής των Καθ’ ων η Αίτηση 1 μειώθηκαν συγκεκριμένες μόνιμες θέσεις εργασίας οι οποίες αφορούσαν υπηρεσίες και άτομα που δεν μπορούσαν να αξιοποιηθούν πέραν των συγκεκριμένων καθηκόντων τα οποία όριζαν οι όροι εργοδότησης και τα σχέδια υπηρεσίας τους. 

 

Αντεξεταζόμενη ισχυρίστηκε ότι τα καθήκοντα των Αρχιεργατών λόγω μείωσης των μόνιμων αναγκών ενσωματώθηκαν με άλλα καθήκοντα και ένα μέρος των καθηκόντων των Αρχιεργατών καταργήθηκε.  Σημείωσε ότι τα στοιχεία που αφορούν τον αριθμό των πτήσεων που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και τον κύκλο εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 που δόθηκαν στο Ταμείο και στο Δικαστήριο αφορούν το συνολικό κύκλο εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και τον συνολικό αριθμό πτήσεων που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1  στα δύο αεροδρόμια της Κύπρου.  Επανέλαβε ότι η ανάγκη για πλεονασμό προσωπικού προέκυψε τέλη του 2015 όταν έκλεισε η Transaero και ότι οι πλεονασμοί καθυστέρησαν λόγω των διαβουλεύσεων που είχαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 με τις συντεχνίες.  Υποστήριξε, παραπέμποντας στην επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 22/08/2017 (μέρος του Τεκμηρίου 8), ότι η ενημέρωση των Καθ’ ων η Αίτηση 1 για το πτητικό πρόγραμμα των πελατών της το 2016 έγινε τον Μάιο του 2016 και ότι αρχές του 2016 δεν ήταν δυνατό να προβλεφθεί η αύξηση στον κύκλο εργασιών που είχαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 το 2016.  Αναφέρθηκε στην επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 στο Ταμείο ημερ. 10/05/2018 (μέρος του Τεκμηρίου 8) και στα επισυνημμένα σε αυτήν ηλεκτρονικά μηνύματα και ισχυρίστηκε ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 ενημερώθηκαν τον Μάιο του 2016 για την έναρξη των πτητικών προγραμμάτων των νέων πελατών τους. Σημείωσε ότι συνήθως οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 λαμβάνουν ενημέρωση για τις πτήσεις της καλοκαιρινής περιόδου τον Φεβρουάριο αλλά αυτό δεν είναι πάντα σταθερό και ούτε πάντα η ενημέρωση είναι ακριβής αφού συχνά  αυτή η ενημέρωση διαφοροποιείται κατά την πορεία της καλοκαιρινής περιόδου. Τόνισε ότι λόγω της εποχικότητας των εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 οι πλεονασμοί βασίστηκαν στις μόνιμες ανάγκες τους οι οποίες καθορίζονται από τη χειμερινή περίοδο  και ότι οι προσλήψεις που έγιναν τον Μάρτιο του 2016 ήταν προσλήψεις εποχιακού / προσωρινού προσωπικού για να καλυφθούν οι εποχιακές / προσωρινές ανάγκες των Καθ’ ων η Αίτηση 1.  Ήταν η θέση της ότι ο αριθμός του εποχιακού προσωπικού δεν εξαρτάται μόνο από τον αριθμό πτήσεων αλλά και από άλλους παράγοντες όπως π.χ. οι ώρες των πτήσεων.   

 

(ii) Σε σχέση με τη μαρτυρία της κας Ττόφα σε συνάρτηση με το υπόλοιπο υλικό που τέθηκε ενώπιόν μας  σε ό,τι αφορά τον κύκλο/όγκο εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 παρατηρούμε τα πιο κάτω:

 

(α)  Οι θέσεις της σχετικά με το κλείσιμο το 2015 των αερογραμμών που ήταν οι μεγαλύτεροι πελάτες των Καθ’ ων η Αίτηση 1 (των Κυπριακών Αερογραμμών αρχές του 2015 και της εταιρείας Transaero τον Οκτώβριο του 2015) δεν αμφισβητήθηκαν από την πλευρά του Ταμείου.

 

(β) Οι θέσεις της ότι η απόφαση απόλυσης προσωπικού λήφθηκε τέλη του 2015 ενόψει της μείωσης του πελατολογίου και του κύκλου εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 αλλά υλοποιήθηκε την άνοιξη του 2016 λόγω των διαπραγματεύσεων των Καθ’ ων η Αίτηση 1 με τις συντεχνίες των Αιτητών και ότι οι μόνιμες ανάγκες των Καθ’ ων η Αίτηση 1 σε προσωπικό εξαρτούνται από τον κύκλο εργασιών τους τις χειμερινές περιόδους ήταν σταθερές, δεν αμφισβητήθηκαν ουσιαστικά από το Ταμείο και επιβεβαιώνονται από τα έγγραφα που κατατέθηκαν ενώπιόν μας ως Τεκμήρια[17] και από το γεγονός ότι η απασχόληση του κ. Μαλλουρίδη (Διευθυντή Επιχειρήσεων) τερματίστηκε στις 30/11/2015[18] για τους ίδιους λόγους που απολύθηκαν οι Αιτητές.

 

(γ) Οι ισχυρισμοί της για μείωση του κύκλου/όγκου εργασιών και των χειμερινών αναγκών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 πριν την απόλυση των Αιτητών υποστηρίζονται από τα οικονομικά στοιχεία των Καθ’ ων η Αίτηση 1 καθώς και από τα αριθμητικά στοιχεία των πτήσεων που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 όπως αυτά τέθηκαν ενώπιόν μας. Πιο συγκεκριμένα (1) από τις οικονομικές καταστάσεις των Καθ’ ων η Αίτηση 1 προκύπτει ότι ο κύκλος εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1, σε σχέση με τον κύκλο εργασιών τους το 2013,  μειώθηκε το 2014 κατά 5.6%  και το 2015 κατά 13.40%, (2)(α) σε σύγκριση με τις πτήσεις που εξυπηρέτησαν το 2013 οι Καθ’ ων η Αίτηση 1, οι πτήσεις που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 το 2014 ήταν μειωμένες κατά 2.4% και οι πτήσεις που εξυπηρέτησαν το 2015 ήταν μειωμένες κατά 15% και (β) οι πτήσεις που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 το 2015 ήταν μειωμένες κατά 22.4% σε σχέση με τις πτήσεις που εξυπηρέτησαν το 2012, (3) την περίοδο 01/04/2015 -31/03/2016 υπήρξε μείωση 7% του κύκλου εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 10.6% των πτήσεων που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 σε σχέση με την περίοδο 01/04/2014 - 31/03/2015, (4) τη χειμερινή περίοδο 2015 - 2016 οι πτήσεις που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 ήταν μειωμένες κατά 14.32% σε σχέση με τις πτήσεις που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 τη χειμερινή περίοδο 2013 - 2014 και οι πτήσεις που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 τη χειμερινή περίοδο 2014 - 2015 ήταν μειωμένες κατά 8.5% σε σχέση με τις πτήσεις που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 τη χειμερινή περίοδο 2013 - 2014, (5) οι πτήσεις του πρώτου τετραμήνου του 2016 ήταν μειωμένες κατά 7% σε σχέση με τις πτήσεις του πρώτου τετραμήνου του 2014, (6) οι πτήσεις που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 τους μήνες της χειμερινής περιόδου του 2015 ήταν μειωμένες κατά 16% σε σύγκριση με τις πτήσεις που εξυπηρέτησαν τους μήνες της χειμερινής περιόδου του 2014  και του 2013,  (7) οι εκροές των Καθ’ ων η Αίτηση 1 την περίοδο 01/12/2014 - 30/11/2015 ήταν μειωμένες (α) κατά 11% σε σχέση με τις εκροές της περιόδου 01/12/2013 - 30/11/2014 και (β) κατά 17% σε σχέση με τις εκροές της περιόδου 01/12/2012 - 30/11/2014 και (8) οι εκροές των Καθ’ ων η Αίτηση 1 την περίοδο 01/03/2015 - 28/02/2016 ήταν μειωμένες  κατά 15.3% σε σχέση με τις εκροές της περιόδου 01/03/2012 - 28/02/2013. Πέραν των πιο πάνω, τα γεγονότα  ότι  (1) το 2015 ο μέσος όρος των εργοδοτουμένων των Καθ’ ων η Αίτηση 1 (569) ήταν μειωμένος κατά 8% σε σχέση με τον μέσο όρο των εργοδοτουμένων του 2014 (621) και (2) την περίοδο 01/04/2015 - 31/03/2016 υπήρξε μείωση 8% στον μέσο όρο των εργοδοτουμένων των Καθ’ ων η Αίτηση 1 (538) σε σχέση με τον μέσο όρο των εργοδοτουμένων των Καθ’ ων η Αίτηση 1 την περίοδο 01/04/2014 - 31/03/2015 (587) τείνουν να καταδείξουν ότι ο κύκλος/όγκος εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 το 2015 και αρχές του 2016 ήταν μειωμένος σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη.    

 

(δ)  Η θέση της ότι η αύξηση που είχαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 το 2016 στον κύκλο εργασιών τους και στον αριθμό των πτήσεων που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1    σε σύγκριση με το 2015 (από τα ενώπιόν μας στοιχεία προκύπτει ότι οι εκροές της περιόδου 01/03/2016 - 28/02/2017 ήταν αυξημένες κατά 22% σε σχέση με τις εκροές της περιόδου 01/03/2015 - 28/02/2016  και ότι οι πτήσεις που εξυπηρέτησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 το 2016 ήταν αυξημένες κατά 27% σε σχέση με τις πτήσεις που εξυπηρέτησαν το 2015) δεν ήταν δυνατό να προβλεφθεί τέλος του 2015 - αρχές του 2016 υποστηρίζεται από τα ηλεκτρονικά μηνύματα τριών αεροπορικών εταιρειών (Cobalt, Rossiya Airlines, YANAIR) που φέρουν ημερομηνίες 21/04/2016, 12/05/2016 και 06/06/2016 τα οποία επισυνάπτονται στην επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ.10/05/2018.  Σημειώνουμε ότι η αναφορά των Καθ’ ων η Αίτηση 1 στην επιστολή τους ημερ. 12/04/2018 ότι το 2016 3200 πτήσεις προήλθαν από αεροπορικές εταιρείες οι οποίες το 2015 δεν είχαν πτητικό πρόγραμμα και οι εν λόγω πτήσεις τους γνωστοποιήθηκαν τον Μάιο - Ιούνιο του 2016 δεν αμφισβητήθηκε με ουσιαστικό τρόπο κατά την ενώπιόν μας διαδικασία.  Η κα Ττόφα εξήγησε πειστικά για ποιο λόγο στον προϋπολογισμό των πτήσεων για το 2016[19]  φαίνεται μια αύξηση της τάξης του 1.5% σε σχέση με τις πτήσεις του 2015 (ότι είναι πάγια τακτική των Καθ’ ων η Αίτηση 1 κάθε χρόνο ο προϋπολογισμός να βασίζεται στα αποτελέσματα του προηγούμενου έτους με μια μικρή αύξηση).  Συγκρίνοντας τον προϋπολογισμό των πτήσεων του 2016 με τις πτήσεις του 2014 και του 2013 παρατηρούμε ότι υπάρχει μείωση της τάξης του 12% και του 14% αντίστοιχα, οπόταν δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπήρχε πρόβλεψη ότι το 2016 θα υπήρχε ανάκαμψη στον όγκο/κύκλο εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1.

 

(iii)  Η κα Ττόφα ερωτώμενη για τους 128 εργοδοτούμενους που προσέλαβαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 την περίοδο 01/03/2016, ECLI:CY:AD:2016:D147 - 31/04/2016 είπε ότι αυτοί ήταν εποχιακό / προσωρινό προσωπικό για κάλυψη των αναγκών της καλοκαιρινής περιόδου και ότι οι Αιτητές δεν μπορούσαν να εργαστούν στις εν λόγω θέσεις.  Τόνισε ξανά ότι οι επίδικοι πλεονασμοί προέκυψαν από τη μείωση των μόνιμων αναγκών τέλος του 2015, ότι οι απολύσεις έγιναν την άνοιξη του 2016 λόγω των διαπραγματεύσεων που μεσολάβησαν με τις συντεχνίες των Αιτητών και ότι οι προσλήψεις που έγιναν την άνοιξη του 2016 έγιναν για την κάλυψη των τότε καλοκαιρινών αναγκών.  Οι πιο πάνω θέσεις της κας Ττόφα είναι σε συμφωνία με όλες τις επιστολές που απέστειλαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 στο Ταμείο (μέρος του Τεκμηρίου 8) και ιδιαίτερα με την επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερομ. 12/04/2018.  Σε υποβολή του δικηγόρου του Ταμείου ότι από τα στοιχεία του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων προκύπτει ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 τον Μάιο του 2014 εργοδοτούσαν 629 άτομα, τον Μάιο του 2015 599 άτομα και τον Μάιο του 2016 628 άτομα, προέβαλε τη θέση ότι μέσα στους εργοδοτούμενους του 2016 ήταν και το εποχιακό προσωπικό που προσλήφθηκε για τις ανάγκες της καλοκαιρινής περιόδου και σημείωσε ότι οι εποχιακοί / προσωρινοί εργοδοτούμενοι που προσλήφθηκαν τον Μάιο του 2016 κάλυπταν εποχιακές ανάγκες της τότε περιόδου οι οποίες εξαρτώνται όχι μόνο από τον αριθμό πτήσεων αλλά και από άλλους παράγοντες όπως π.χ. τις ώρες των πτήσεων.  Σημειώνουμε ότι η εν λόγω υποβολή του δικηγόρου του Ταμείου δεν υποστηρίχτηκε από οποιαδήποτε συγκεκριμένη μαρτυρία και δεν διευκρίνιζε αν αυτοί οι αριθμοί προέκυψαν κατά  το τέλος  του Μαΐου του 2016 όπου σύμφωνα με τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν μας φαίνεται ότι τον Μάιο του 2016 άρχισαν να αυξάνονται οι πτήσεις που εξυπηρετούσαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1.  Περαιτέρω δεν τέθηκε ενώπιόν μας οποιοδήποτε συγκεκριμένο στοιχείο που να δεικνύει ότι την άνοιξη - καλοκαίρι του 2016 προσλήφθηκε οποιοδήποτε πρόσωπο στις μόνιμες θέσεις που κατείχαν οι Αιτητές ή ότι αυξήθηκε το μόνιμο προσωπικό των Καθ’ ων η Αίτηση 1 το 2016.  Από τα ενώπιόν μας στοιχεία προκύπτει ότι το 2016 ο μέσος όρος των εργοδοτουμένων των Καθ’ ων η Αίτηση 1 (601) αυξήθηκε κατά 5.6% σε σχέση με τον μέσο όρο των εργοδοτουμένων του 2015 (569) και ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 εξήγησαν ότι «η εν λόγω αύξηση προέκυψε από την αύξηση των αναγκών κατά το δεύτερο μισό του 2016 και κατά συνέπεια αρκετά αργότερα από τις ημερομηνίες πλεονασμών[20]». Το γεγονός ότι την περίοδο 01/04/2015 - 31/03/2016 υπήρξε μείωση 8% στον μέσο όρο των εργοδοτουμένων των Καθ’ ων η Αίτηση 1 (538) σε σχέση με τον μέσο όρο των εργοδοτουμένων των Καθ’ ων η Αίτηση 1 την περίοδο 01/04/2014 - 31/03/2015 (587), κατά την κρίση μας, επιβεβαιώνει την εξήγηση που έδωσαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1.

 

(iv) Σε ότι αφορά τη μαρτυρία της κας Ττόφα σχετικά με την αλλαγή στην οργανωτική δομή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 στο Τμήμα Ράμπας στο αεροδρόμιο Πάφου, το οποίο ήταν το Τμήμα στο οποίο εργάζονταν οι Αιτητές, σημειώνουμε  ότι η εν λόγω μαρτυρία ήταν σταθερή και σε συμφωνία με τις επιστολές των Καθ’ ων η Αίτηση 1 προς το Ταμείο ημερομ. 15/01/2019, 21/01/2019 και 06/02/2020 (μέρος του Τεκμηρίου 8) και στα επισυνημμένα σε αυτές έγγραφα.

 

 Μελετώντας τα έγγραφα που τέθηκαν ενώπιόν μας σε συνάρτηση με τη μαρτυρία της κας Ττόφα παρατηρούμε:

 

 (α) (1) ότι δεν τέθηκαν ενώπιόν μας οποιαδήποτε συγκεκριμένα και σαφή στοιχεία σχετικά με τις βάρδιες και τα καθήκοντα των Συντονιστών πριν και μετά την αναδιάρθρωση του Τμήματος της Ράμπας και με τη διαφοροποίηση της κατανομής των βαρδιών και την ανάθεση του συνόλου των βαρδιών στους υπόλοιπους 3 Συντονιστές και (2) ότι η θέση του Συντονιστή παρέμεινε χωρίς κάποια διαφοροποίηση στο οργανόγραμμα των Καθ’ ων η Αίτηση 1,

 

(β) ότι ενώ τέθηκαν ενώπιόν μας στοιχεία σχετικά με το ποια ήταν τα καθήκοντα των Αρχιεργατών τα οποία καταργήθηκαν με την εισαγωγή της νέας δομής του Τμήματος Ράμπας με την οποία έπαυσε να υπάρχει η εν λόγω θέση και δημιουργήθηκε η θέση του Αρχιεργάτη / Οδηγού, δεν τέθηκαν ενώπιόν μας στοιχεία που να δεικνύουν (1) σε ποιο βαθμό αυτή η κατάργηση επηρέαζε τα εναπομείναντα εργασιακά καθήκοντα της θέσης του Αρχιεργάτη που μετατράπηκε σε θέση Αρχιεργάτη / Οδηγού και (2) ότι τα καθήκοντα που φαίνονται να καταργήθηκαν με τη δημιουργία της θέσης του Αρχιεργάτη / Οδηγού καταργήθηκαν εντελώς και δεν έχουν αναληφθεί από άλλους εργαζόμενους στη νέα οργανωτική δομή των Καθ’ ων η Αίτηση 1, και

 

(γ) ότι ενώ η θέση του Οδηγού φαίνεται να καταργήθηκε με την εισαγωγή της νέας δομής του Τμήματος Ράμπας τα καθήκοντα του Οδηγού δεν φαίνεται να καταργήθηκαν ή να μειώθηκαν σε ουσιαστικό βαθμό αφού τα καθήκοντα του Οδηγού συνεχίζουν να υπάρχουν αλλά εκτελούνται από άλλους εργοδοτούμενους (Εργατοδηγούς) που έχουν συνδυασμένα καθήκοντα εργασίας φόρτωσης και οδήγησης.

           

            Γ.  Στη βάση των πιο πάνω κρίνουμε τη μαρτυρία της κας Ττόφα ως αξιόπιστη και ως εκ τούτου γίνεται αποδεκτή. Σημειώνουμε ότι η αποδοχή της μαρτυρίας της κας Ττόφα αφορά τις θέσεις που προέβαλε σχετικά με τα γεγονότα της υπόθεσης (στον βαθμό που αυτά τέθηκαν ενώπιόν μας με τη μαρτυρία της κας Ττόφα) και όχι οποιοσδήποτε ισχυρισμούς της που αφορούσαν τις οποιεσδήποτε νομικές συνέπειες των εν λόγω γεγονότων (ιδιαίτερα όσον αφορά την αλλαγή της οργανωτικής δομής των Καθ’ ων η Αίτηση 1).  Συνακόλουθα βρίσκουμε ότι τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης είναι όπως αυτά προκύπτουν από την πιο πάνω ανάλυση της μαρτυρίας της κας Ττόφα και των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μας.

 

 

 

Νομική Πτυχή

 

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 18 του Νόμου, εργοδοτούμενος είναι πλεονάζον και κατά συνέπεια δικαιούται πληρωμή από το ομώνυμο Ταμείο όταν η απασχόλησή του τερματίστηκε:

 

«(α)      Διότι ο εργοδότης έπαυσεν ή προτίθεται να παύση να διεξάγη την επιχείρησιν εν τη οποία ο εργοδοτούμενος απησχολείτο, ή

 

(β)        διότι ο εργοδότης έπαυσεν ή προτίθεται να παύση να διεξάγη επιχείρησιν εις τον τόπον όπου ο εργοδοτούμενος απησχολείτο:

 

………………………………………………………………………………………………

 

(γ)        Ένεκα οιουδήποτε των ακολούθων άλλων λόγων σχετιζομένων προς την λειτουργίας της επιχειρήσεως:

 

(i)         Εκσυγχρονισμού, μηχανοποιήσεως ή οιαδήποτε άλλης αλλαγής εις τα μεθόδους παραγωγής ή οργανώσεως η οποία ελαττώνει τον αριθμό των αναγκαιούντων εργοδοτουμένων.

(ii)        Αλλαγών εις τα προϊόντα ή εις τα μεθόδους παραγωγής ή εις τα αναγκαιούσας ειδικότητας των εργοδοτουμένων.

(iii)                Καταργήσεις τμημάτων.

(iv)                Δυσκολιών εις την τοποθέτησιν προϊόντων εις την αγοράν ή πιστωτικών δυσκολιών.

(v)                 Ελλείψεως παραγγελιών ή πρώτων υλών

(vi)                Σπάνεως μέσων παραγωγής, και

(vii)              Περιορισμού του όγκου της εργασίας ή της επιχειρήσεως»

 

 

Το Δικαστήριο καλείται στη βάση των πιο πάνω γεγονότων και της ανάλυσής τους  να αποφασίσει κατά πόσον οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 κατάφεραν να αποδείξουν ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο της απόλυσης των Αιτητών συνέτρεχαν λόγοι πλεονασμού που δικαιολογούσαν την απόλυσή τους.

 

Από το ενώπιόν μας υλικό προκύπτει ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 επικαλούνται ως λόγο απόλυσης των Αιτητών ως πλεονάζον προσωπικό (α) τη μείωση του κύκλου εργασιών της επιχείρησής τους και (β) την αναδιοργάνωση και πιο συγκεκριμένα την αλλαγή στην οργανωτική δομή τους.

 

 Σημειώνουμε ότι η αναδιοργάνωση/εκσυγχρονισμός μιας επιχείρησης και η μείωση του όγκου εργασίας μιας επιχείρησης αποτελούν δύο αυτόνομους και όχι αλληλοεξαρτώμενους λόγους πλεονασμού.  Επομένως, είτε ο ένας λόγος αποδειχτεί είτε ο άλλος, η απόφαση του εργοδότη να απολύσει τον εργοδοτούμενο για λόγους πλεονασμού θα κριθεί δικαιολογημένη.

 

Τονίζουμε ότι με βάση τη νομολογία το κατά πόσον υπάρχουν πραγματικές συνθήκες πλεονασμού κρίνεται με αντικειμενικά κριτήρια αφού αναφέρεται στις πραγματικές ανάγκες της επιχείρησης και δεν εναπόκειται στην υποκειμενική κρίση του εργοδότη ή του εργοδοτουμένου (βλέπε United Hotels (Lordos) Ltd ν. Ανδρούλας Σταύρου κ.α. (2003) 1 Α.Α.Δ. 515). Κατά συνέπεια το ερώτημα που τίθεται είναι αν με βάση το ενώπιόν μας υλικό δικαιολογείται η απόλυση των Αιτητών σύμφωνα με τις πρόνοιες των εδαφίων (i), (ii) και (vii) της παραγράφου (γ) του άρθρου 18 του Νόμου.

 

Σύμφωνα με την επικρατούσα νομολογία για να διαπιστωθεί κατά πόσον υπήρξε πραγματική μείωση του όγκου εργασιών μιας επιχείρησης θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο συνήθης κύκλος ή όγκος  εργασιών της επιχείρησης αυτής κατά τα τελευταία χρόνια προ της απολύσεως[21].  Το Δικαστήριο κρίνοντας αντικειμενικά θα πρέπει να διαπιστώσει κατά πόσον υπήρξε ουσιαστική μείωση του συνήθους κύκλου ή όγκου εργασιών της επιχείρησης, κατά τον ουσιώδη χρόνο τερματισμού της απασχόλησης του εργοδοτούμενου, στον βαθμό που θα μπορούσε να θεωρηθεί δικαιολογημένη η απόφαση για απόλυση λόγω πλεονασμού.

 

Σχετικά με τον περιορισμό του όγκου εργασίας μιας επιχείρησης σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Α. Ιάσωνος Λτδ ν. Χρίστου κ.α. (1994) 1 Α.Α.Δ. 703, 706:

 

«Εποχιακή ή περιοδική μείωση του όγκου της εργασίας η οποία αφήνει ανεπηρέαστο τον όγκο της εργασίας, επιμετρούμενο μέσα στο συνήθη κύκλο της εμπορικής δραστηριότητας του εργοδότη, δε συνιστά λόγο για τον τερματισμό της απασχόλησης λόγω πλεονασμού.  Ο όγκος των εργασιών επιχείρησης έχει όχι μόνο εποχιακές αλλά και καθημερινές αυξομειώσεις και διακυμάνσεις.  Αν γινόταν δεκτή η θέση των εφεσειόντων, θα διανοιγόταν η οδός για την καταστρατήγηση του οικοδομήματος του νόμου που συναρτά τον πλεονασμό με τα αντικειμενικά δεδομένα της επιχείρησης. Ο όγκος εργασίας προσδιορίζεται με βάση σταθερό παρονομαστή που αντανακλά τον όγκο της εργασίας του εργοδότη στο πλαίσιο του συνήθους κύκλου της επιχειρηματικής του δραστηριότητας και αυτή η σημασία που ενέχει ο όρος ‘όγκος εργασίας’ στο πλαίσιο του άρθρου 18(γ) (vii) του Ν.24/67 (όπως έχει τροποποιηθεί).»

 

Χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στο σύγγραμμα Π. Γ. Πολυβίου, ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Θεωρία και Πράξη, 2018, όπου στις σελίδες 336-337 αναγράφονται τα πιο κάτω:

 

«Σίγουρα, όπως δείχνουν οι πολλές υποθέσεις από τα Δικαστήρια και ιδιαίτερα από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, η έννοια του «περιορισμού του όγκου εργασίας ή της επιχείρησης» είναι ιδιαίτερα δύσκολη, τόσο λογιστικά όσο και νομικά.  Ο Νόμος δεν καθορίζει συγκεκριμένο ποσοστό μείωσης ή περιορισμού του όγκου ή κύκλου εργασίας για να είναι δυνατή η ενεργοποίηση των νομοθετικών προνοιών για πλεονασμό, ούτε και είναι εύκολο να αξιολογείται η πραγματική κατάσταση της επιχείρησης εκεί που υπάρχουν σοβαρές και έντονες διακυμάνσεις είτε λόγω εξωγενών λόγων είτε άλλως πως. Η εποχικότητα από μόνη της δεν συνιστά ασφαλές πραγματικό ή νομικό έρεισμα για εξαγωγή συμπερασμάτων για περιορισμό του όγκου εργασίας.  Εάν όμως η εποχικότητα αυτή δεν περιορίζεται σε διακυμάνσεις αλλά έχει καταστεί μόνιμο ή έστω σύνηθες και μη προσωρινό στοιχείο της επιχείρησης, για οποιουσδήποτε λόγους, τότε η μείωση δεν αποτελεί πλέον εποχική διακύμανση αλλά αντικειμενικό δεδομένο.

 

………………………………………………………………….

 

Εφόσον η εποχιακή μείωση δεν αρκεί, και εφόσον απαιτούνται εάν όχι μόνιμα και μη αναστρέψιμα τουλάχιστον οικονομικά δεδομένα μακράς διάρκειας, το Δικαστήριο έχει να αντιμετωπίσει δύσκολες περιπτώσεις όταν θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν όχι μόνο οικονομικές και λογιστικές αναλύσεις αλλά και κοινή λογική.

 

………………………………………..

 

Η γενική προσέγγιση των Δικαστηρίων είναι ότι, παρόλο που η έννοια «της μείωσης του όγκου εργασίας» δεν μπορεί να καθοριστεί ή να διασαφηνιστεί εξαντλητικά, θα πρέπει το θέμα να αντιμετωπιστεί κατά τρόπο ορθολογιστικό, στο πλαίσιο του συνόλου της επιχειρηματικής δραστηριότητας και «ως συνάρτηση πολλών παραμέτρων».  Εάν οι εργασίες της εταιρείας έχουν μειωθεί εμφανώς και μόνιμα ή τουλάχιστον όχι προσωρινά, και αν αυτή η μείωση εργασιών αντικατοπτρίζεται σε σαφή μείωση εσόδων και αξίας, τότε υπάρχει η βάση για δικαστική κρίση ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις πλεονασμού σαν αποτέλεσμα της «μείωσης του όγκου εργασιών» της εργοδότριας εταιρείας.»

 

 

            Στο σύγγραμμα  Στ. Γιαννακούρου, Κυπριακό Εργατικό Δίκαιο, 2η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, 2022 στη σελίδα 341 σημειώνονται τα εξής: 

 

«Η μείωση του όγκου εργασίας μιας επιχείρησης πρέπει να διαρκεί μεγάλο χρονικό διάστημα και να μην είναι παροδική και συγκυριακή…………….….  Για να κριθεί η απόλυση λόγω πλεονασμού νόμιμη, ο εργοδότης θα πρέπει να καταδείξει ότι οι λόγοι δημιουργίας πλεονασμού δεν θα εξαλειφθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα αλλά θα παρατείνονται τουλάχιστον στο απρόβλεπτο σχετικώς μέλλον, δηλαδή ότι δεν είναι προβλέψιμη η διάρκεια τους.»       

 

            Σημειώνουμε ότι στην υπόθεση Σωτήρη Α. Χρυσάνθου ν. 1. PETROS PITSILLIS (GLASS MARKET) LIMITED, 2. Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού (2001) 1 Α.Α.Δ. 383 λέχθηκαν τα ακολούθα σε σχέση με τα στοιχεία που απαιτούνται για τη στοιχειοθέτηση λόγω πλεονασμού:

«Αυτό μας οδηγεί στον τέταρτο λόγο έφεσης που αφορά την κατάληξη του δικαστηρίου ότι κανένα πειστικό στοιχείο δεν προσκομίσθηκε σε τεκμηρίωση του ισχυρισμού για πλεονασμό.  Είναι προφανές από το παρατεθέν απόσπασμα ότι το τι είχε υπ΄όψη του το δικαστήριο ήταν μαρτυρία υπό μορφή ισολογισμών και άλλων λογιστικών στοιχείων που αφορούσαν τον κύκλο εργασιών της εταιρείας.  Ήταν γι΄αυτό το λόγο που το δικαστήριο θεώρησε ως άνευ σημασίας όχι μόνο τα αναφερόμενα στις επιστολές αλλά και την ίδια τη μαρτυρία του Εφεσείοντα 1 ότι το εργοστάσιο ήταν κλειστό την ημέρα που εδόθησαν οι επιστολές καθώς και ένα μήνα πριν από την ακρόαση.  Αυτό θεωρούμε ότι συνιστούσε λανθασμένη προσέγγιση στην αξιολόγηση της μαρτυρίας.  Οι ισολογισμοί και άλλα λογιστικά στοιχεία που αφορούν τον κύκλο εργασιών του εργοδότη μπορεί να είναι σημαντικά στοιχεία προς απόδειξη τέτοιας μείωση του κύκλου εργασιών του ώστε να δικαιολογούν συμπέρασμα πλεονασμού, δεν είναι όμως τα μόνα και αποκλειστικά στοιχεία που να μπορούν να συνιστούν τέτοια μαρτυρία, ούτε περιορίζεται νομολογιακά το είδος της μαρτυρίας που ενδεχόμενα να τεκμηρίωνε πλεονασμό.  Η αναφορά του δικαστηρίου στην υπόθεση Α. Ιάσωνος Λτδ ν. Χρίστου (1994) 1 ΑΑΔ 703 σε στήριξη της άποψης του ότι δεν παρουσιάσθησαν στοιχεία υπό μορφή ισολογισμών και άλλων τέτοιων που να καταδείκνυαν "πραγματικές συνθήκες πλεονασμού" ως εκ της μείωσης του συνήθους κύκλου εργασιών της εταιρείας, παραγνωρίζει τα πιο πάνω.  Η εν λόγω υπόθεση δεν αφορούσε το είδος της μαρτυρίας που μπορεί να τεκμηριώσει πλεονασμό αλλά τη συνάρτηση της εποχιακής και περιοδικής μείωσης του κύκλου εργασιών προς το συνήθη κύκλο εργασιών του εργοδότη. Στην προκειμένη περίπτωση υπήρχε μαρτυρία, που ήταν και μέρος των ευρημάτων του δικαστηρίου, ότι το εργοστάσιο της εταιρείας ήταν κλειστό τόσο την ημέρα που εδόθησαν οι επιστολές τερματισμού όσο και ένα μήνα πριν από την ακρόαση.  Χωρίς βέβαια να λέγουμε ότι αυτό θα ήταν αρκετό να αποδείξει τον ισχυριζόμενο πλεονασμό, θεωρούμε ότι, σε συνάρτηση και με την αναφορά που εγίνετο στις επιστολές ως προς το λόγο του τερματισμού, η μαρτυρία αυτή ήταν μαρτυρία που θα έπρεπε να σταθμισθεί από το δικαστήριο και όχι να αποκλεισθεί a priori ως μη σχετική.  Η καθολική αναστολή των εργασιών του εργοδότη που απεκάλυπτε το κλείσιμο του εργοστασίου συνιστούσε στοιχείο μαρτυρίας που ήταν σχετικό προς το επίδικο θέμα.»[22]

 

 

Στην υπόθεση Κώστα Χατζηχριστοφή ν. Πιερή Γεωργίου κ.α. (2002) 1Β Α.Α.Δ.873 σημειώθηκε ότι η αναφορά στον Νόμο σε «περιορισμού του όγκου εργασίας» σαφώς εννοεί περιορισμό ή μείωση του όγκου εργασίας του συγκεκριμένου εργοδότη, δηλαδή της επιχείρησης του εργοδότη και όχι μείωση του όγκου εργασίας του εργοδοτουμένου.

 

 Προσλήψεις νέου προσωπικού από ένα εργοδότη, ο οποίος απολύει προσωπικό λόγω μείωσης του όγκου εργασίας του, αντιβαίνουν τον λόγο πλεονασμού που επικαλείται ο εργοδότης εκτός αν συντρέχουν ειδικές περιστάσεις καθότι ένας εργοδότης δεν μπορεί να απολύει προσωπικό λόγω μείωσης του όγκου/κύκλου εργασιών και ταυτόχρονα να προβαίνει σε νέες προσλήψεις, λίγο πριν ή λίγο μετά τις απολύσεις λόγω μείωσης του όγκου/κύκλου εργασιών του (αφού τέτοιες προσλήψεις τείνουν να καταδείξουν ότι οι απολύσεις δεν οφείλονταν σε λόγους πλεονασμού). Σημειώνουμε ότι η πρόσληψη προσωπικού από εργοδότη ο οποίος απολύει προσωπικό για λόγους πλεονασμού μπορεί να μην αναιρέσει και να μην εμποδίσει τυχόν διαπίστωση για υπάρχον πλεονάζον προσωπικό στις περιπτώσεις όπου αφού εξεταστούν όλες οι περιβάλλουσες συνθήκες που αφορούν τις απολύσεις και τις νέες προσλήψεις κριθεί ότι, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, οι νέες προσλήψεις δεν επηρεάζουν το τυχόν συμπέρασμα για δικαιολογημένο πλεονασμό εντός του πλαισίου του Νόμου.

 

Χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στην απόφαση Α/φοί Γαλαταριώτη Λτδ ν. Παρασκευής Γρηγορά κ.α. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1985 όπου η εργοδότρια εταιρεία επικαλέστηκε τη συνεχιζόμενη κρίση στον τομέα του γενικού εμπορίου ως την αιτία απόλυσης της αιτήτριας και λέχθηκε στη σελίδα 1990 ότι:

 

«…..η απόλυση της εφεσίβλητης δεν οφειλόταν ούτε είχε οποιαδήποτε σχέση με τη μείωση του κύκλου εργασιών του καταστήματος, αιτία που δεν συνάδει με την πρόσληψη νέου υπαλλήλου». 

 

Στη συνέχεια στη σελίδα 1992 λέχθηκαν τ’ ακόλουθα:

 

«Το κρίσιμο ερώτημα ήταν λοιπόν, κατά πόσο υπήρξε περιορισμός του όγκου εργασίας των εφεσειόντων. Το Δικαστήριο αξιολογώντας το μαρτυρικό υλικό κατέληξε στο συμπέρασμα πως δεν υπήρχαν ενώπιον του τέτοια στοιχεία, οικονομικά ή λογιστικά, που θα μπορούσαν όντως να τεκμηριώσουν τον ισχυρισμό για περιορισμό του όγκου εργασιών της επιχείρησης των εφεσειόντων ή του τμήματος στο οποίο εργαζόταν η εφεσίβλητη.  Και εφόσον δεν υπήρξε μαρτυρία που βάσιμα θα μπορούσε να τεκμηριώσει την ύπαρξη συγκεκριμένων οικονομικών περιστάσεων δεν  παρίστατο ανάγκη εξέτασης κατά πόσο η απόλυση της εφεσίβλητης οφειλόταν αποκλειστικά ή κυρίως στις οικονομικές περιστάσεις των εφεσειόντων. Βλ. Murray v Foyle Meats [1993] 3 All. E.R 769. Εκείνο που επηρέασε την κρίση του Δικαστηρίου ήταν η διαπίστωση πως με βάση την αξιολογηθείσα ως αξιόπιστη μαρτυρία δεν υπήρχαν στοιχεία τα οποία να τεκμηριώνουν πειστικά τον περιορισμό του όγκου εργασιών των εφεσειόντων. Με τη μαρτυρία των εφεσειόντων αποκαλύφθηκε ότι  η πραγματική τους  πρόθεση ήταν η αντικατάσταση της εφεσίβλητης από τον υπάλληλο που προσλήφθηκε ……………     »

 

 

Στην υπόθεση Murray and Another v. Foyle Meats Ltd [1999] ICR 827 η Βουλή των Λόρδων στην απόφασή τους σημείωσαν ότι στις περιπτώσεις που το επίδικο ζήτημα αφορά απολύσεις λόγω, κατ’ ισχυρισμό, πλεονασμού το Δικαστήριο πρέπει να απαντήσει σε δύο ερωτήματα γεγονότων:

 

“The first is whether one or other of various states of economic affairs exists. In this case, the relevant one is whether the requirements of the business for employees to carry out work of a particular kind have diminished. The second question is whether the dismissal is attributable, wholly or mainly, to that state of affairs. This is a question of causation…………  there is no reason in law why the dismissal of an employee should not be attributable to a diminution in the employer’s need for employees irrespective of the terms of his contract of the function which he performed. Of course the dismissal of an employee who could perfectly well have been redeployed or who was doing work unaffected by the fall in demand may require some explanation  to establish the necessary causal connection. But this is a question of fact, not law..”

  

Αναφορικά με τους δυο άλλους λόγους, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο κάθε εργοδότης έχει το δικαίωμα, μέσα στα πλαίσια της επιχειρηματικής του δράσης, να διενεργεί οποιαδήποτε αλλαγή ή αναδιοργάνωση σχετιζόμενη με τη λειτουργία της επιχείρησής του.  Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι οποιαδήποτε αλλαγή ή μορφή αναδιοργάνωσης που γίνεται από τον εργοδότη συνιστά ταυτόχρονα και λόγο πλεονασμού σύμφωνα με τις προλεγόμενες πρόνοιες του Νόμου.  Καθώς έχει αναφερθεί στην απόφαση Α/φοι Γαλαταριώτη Λτδ  ν. Παρασκευής Γρηγορά κ.α. (πιο πάνω):

 

«Σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, ο εκσυγχρονισμός ή αναδιοργάνωση ή οποιαδήποτε αλλαγή της επιχείρησης για να συνιστά βάσιμο λόγο πλεονασμού πρέπει να είναι τέτοιου βαθμού, σε έκταση και σοβαρότητα, ώστε να επιφέρει μεταβολή στη φύση των καθηκόντων του εργοδοτουμένου ή την κατάργηση τους ώστε το αποτέλεσμα να συνεπάγεται “ελάττωση του αριθμού των αναγκαιούντων εργοδοτουμένων” κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 18(γ)(i) του Νόμου».

 

            Απαραίτητη προϋπόθεση για απόδειξη ύπαρξης πλεονασμού λόγω αναδιοργάνωσης είναι η μεταβολή ή κατάργηση/μείωση των καθηκόντων εργασίας του απολυόμενου εργοδοτουμένου.  Στην υπόθεση S & G Colocassides Ltd v. Πολύβιος Λαζαρίδης κ.α. (1999) 1 ΑΑΔ 2181 σημειώθηκε ότι εφόσον τα καθήκοντα της θέσης που καταργήθηκε ή του εργοδοτουμένου που απολύθηκε για λόγους αναδιοργάνωσης παραμένουν και εκτελούνται από άλλον εργοδοτούμενο, η απόλυση του εργοδοτουμένου δεν μπορεί να συνιστά απόλυση για λόγους πλεονασμού σύμφωνα με τον Νόμο καθότι υπό διαφορετικές συνθήκες η οποιαδήποτε απόφαση του εργοδότη για μείωση του εργατικού δυναμικού της επιχείρησής του, θα μπορούσε να συνιστά πλεονασμό λόγω αναδιοργάνωσης χωρίς την εισδοχή του αντικειμενικού παράγοντα που σχετίζεται με την κατάργηση ή τη μεταβολή των καθηκόντων που κατείχε ο απολυθείς εργοδοτούμενος.

 

Μια μέθοδος εξακρίβωσης του αν υπάρχει ή όχι πλεονασμός καθορίστηκε στην υπόθεση Hindle v. Percival Boats Ltd (1969) 1 ALL E.R. 836.  Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης αυτής, σε κάθε περίπτωση για να δικαιολογηθεί πλεονασμός πρέπει να διακριβωθούν οι πραγματικές απαιτήσεις της επιχείρησης και κατά πόσο αυτές μειώθηκαν κατά τον ουσιώδη χρόνο.  Στη συνέχεια πρέπει να διακριβωθεί κατά πόσο οι συγκεκριμένες μειωμένες απαιτήσεις συνδέονται με τα καθήκοντα του εργοδοτουμένου που θα απολυθεί ως πλεονάζον.  Αν στη διαδικασία αυτή, με αντικειμενικά κριτήρια επιβεβαιωθεί ο επηρεασμός της εργασίας του εργοδοτουμένου, αυτός θεωρείται πλεονάζον προσωπικό. Στο σύγγραμμα C. GrunfeldThe Law of Redundancy”, 3rd Edition, Sweet & Maxwell στη σελίδα 124 αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

Dismissals for redundancy will result in law only if the new system or technology caused the requirements of the business for employees to do work of a particular kind to cease or diminish.” 

 

Στο σύγγραμμα Π. Γ. Πολυβίου, ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Θεωρία και Πράξη, 2018 στις σελίδες 331 - 332 αναφέρονται τα πιο κάτω:

 

«Ιδιαίτερα, όσο αφορά την αναδιοργάνωση της επιχείρησης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή (για να ικανοποιεί τις προϋποθέσεις του Νόμου) θα πρέπει να συνεπάγεται την αλλαγή της δομής της επιχείρησης και/ή της λειτουργίας της, με τρόπο που να μειώνεται ο αριθμός των εργοδοτουμένων που είναι αναγκαίοι για να διεκπεραιώσουν τις σχετικές εργασίες. Συνήθως, η απόλυση αριθμού εργοδοτουμένων δεν συνιστά από μόνη της «αναδιοργάνωση» ή «αλλαγή στην οργάνωση» της επιχείρησης, απλώς και μόνο διότι μειώνεται ο αριθμός των εργοδοτουμένων. Η έννοια της «αναδιοργάνωσης» (όπως την ορίζει ο Νόμος και την εφαρμόζουν τα Δικαστήρια) είναι ότι ο εργοδότης έχει ενσκήψει στην δομή και την οργάνωση της επιχείρησης μετά από μελέτη της λειτουργίας της, και έχει καταλήξει στο συμπέρασμα μετά από μελέτη και έρευνα ότι θα πρέπει να υιοθετηθεί άλλο μοντέλο λειτουργίας που να είναι όχι μόνο πιο οικονομικά συμφέρον αλλά και πιο αποδοτικό. Το μοντέλο αυτό θα πρέπει να συνεπάγεται μείωση των θέσεων εργασίας και του απασχολούμενου προσωπικού».  

 

Στην υπόθεση Χρίστου Κυριακίδη ν. Ταμείου για Πλεονάζον Προσωπικό, Πολιτική  Έφεση Αριθμός 215/2011, ημερομ. 21/12/2017  το Ανώτατο Δικαστήριο με παραπομπές στη νομολογία προέβηκε σε ανάλυση σχετικά με το πότε η αναδιοργάνωση εμπίπτει στα πλαίσια της νομοθετικής πρόνοιας του άρθρου 18 του Νόμου. Παραθέτουμε πιο κάτω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην εν λόγω υπόθεση:

 

«Όσον αφορά το δεσπόζον ερώτημα κατά πόσο υπήρξε πλεονασμός, το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι αυτό που έπρεπε να αποφασίσει ήταν «κατά πόσον με την προσαχθείσα μαρτυρία αποδείχθηκε ότι η απόλυση του Αιτητή ήταν αποτέλεσμα αναδιοργάνωσης ή αναδιάρθρωσης της Εταιρείας, η οποία είχε σαν αποτέλεσμα την μείωση των αναγκαιούντων υπαλλήλων κατά τον ουσιώδη χρόνο», ως επίσης «κατά πόσον οι μειωμένες απαιτήσεις της επιχείρησης συνδέονται με το είδος των καθηκόντων του Αιτητή».   Πρόσθεσε δε ότι:

 

«Κανένας πλεονασμός δεν μπορεί να αποδειχθεί αντικειμενικά αν τα καθήκοντα των απολυθέντων λόγω πλεονασμού εργοδοτουμένων ανατίθενται σε άλλους εργοδοτούμενους ή αν τα καθήκοντα των απολυθέντων δεν εξέλιπαν και εκτελούνται από άλλους.»

 

Aφετηρία εξέτασης του ζητήματος πρέπει να είναι η επίμαχη πρόνοια, άρθρο 18(γ)(ι) του Νόμου, η οποία έχει ως εξής:

 

18. ∆ιά τους σκοπούς του παρόντος Νόµου, εργοδοτούµενος είναι πλεονάζων όταν η απασχόλησίς του ετερµατίσθη—

(α) [..]

(β) [..]

(γ) ένεκα οιουδήποτε των ακολούθων άλλων λόγων σχετιζοµένων προς την λειτουργίαν της επιχειρήσεως: (i) εκσυγχρονισµού, µηχανοποιήσεως ή οιασδήποτε άλλης αλλαγής εις τας µεθόδους παραγωγής ή      οργανώσεως η οποία ελαττώνει τον αριθµόν των αναγκαιούντων εργοδοτουµένων·

 

[..]»

 

Όπως ερμηνεύτηκε η πρόνοια στη Α/φοι Γαλαταριώτη Λτδ ν Γρηγόρα κ.ά (2001) 1 ΑΑΔ 1985, ερμηνεία η οποία εφαρμόστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο,  για να συνιστά βάσιμο λόγο πλεονασμού, ο εκσυγχρονισμός ή αναδιοργάνωση ή οποιαδήποτε αλλαγή της επιχείρησης, πρέπει να είναι τέτοιου βαθμού, σε έκταση και σοβαρότητα, ώστε να επιφέρει μεταβολή στη φύση των καθηκόντων του εργοδοτουμένου ή την κατάργησή τους ώστε το αποτέλεσμα να συνεπάγεται «ελάττωση του αριθμού των αναγκαιούντων εργοδοτουμένων» κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 18(γ)(i) του Νόμου.

 

Θα ήταν παράλειψη αν δεν αναφέραμε την έφεση με υπόμνημα S & G Colocassides Ltd v Λαζαρίδη κ.ά (1999) 1 ΑΑΔ 2181, όπου τα καθήκοντα της θέσης του απολυθέντος εφεσίβλητου 1 παρέμειναν και εκτελούνταν από άλλο.  Το Εφετείο απάντησε καταφατικά σε νομικό ερώτημα αν το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι υπήρχε φραστική κατάργηση της θέσης που δεν οδηγούσε σε απόλυση λόγω πλεονασμού, ερμήνευσε και εφάρμοσε ορθά ή εσφαλμένα τις διατάξεις του άρθρου 18(γ)(ι) του Ν.24/1967.

 

Η τελική προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν ευθυγραμμισμένη με τη νομολογία μας επί του θέματος, σύμφωνα με την οποία η ελάττωση του αριθμού των αναγκαιούντων εργοδοτουμένων, όπως προβλέπεται από την υπό αναφορά νομοθετική πρόνοια, συναρτάται με τη μεταβολή της φύσης των καθηκόντων του εργοδοτουμένου ή την μείωση τους σε βαθμό εξάλειψης τους.   

 

Η κάθε υπόθεση εξαρτάται, ασφαλώς, από τα δικά της δεδομένα. Η αναδιοργάνωση μιας επιχείρησης μπορεί να οδηγήσει ή να μην οδηγήσει σε πλεονασμό, ανάλογα με τη φύση και το αποτέλεσμα της αναδιοργάνωσης.  Βέβαια, τόσο στην Α/φοί Γαλαταριώτη Λτδ ν Γρηγόρα κ.ά (ανωτέρω) όσο και στην G Colocassides

Ltd ν Λαζαρίδη κ.ά (ανωτέρω) η συγκεκριμένη εργασία εκτελείτο μόνο από τον απολυθέντα υπάλληλο, με αποτέλεσμα η ανάθεση των καθηκόντων της θέσης του σε άλλο πρόσωπο ή πρόσωπα, τα οποία δεν ήταν προηγουμένως επιφορτισμένα με τα καθήκοντα αυτά, να μη συνεπαγόταν «ελάττωση του αριθμού των αναγκαιούντων εργοδοτουμένων» για την εκτέλεση τους. 

 

Υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας και έχοντας υπόψη το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι πλείστα των καθηκόντων του εφεσείοντα ανατέθηκαν στον προ δύο μηνών διορισθέντα Εκτελεστικό Πρόεδρο και τα υπόλοιπα σε άλλους υφιστάμενους διευθυντές, δεν βρίσκουμε λόγο να παρέμβουμε στην πρωτόδικη ετυμηγορία. Ο εφεσείων, ουσιαστικά αντικαταστάθηκε, με αποτέλεσμα να μην επέλθει ως αποτέλεσμα της αναδιοργάνωσης, ελάττωση στον αριθμό των αναγκαιούντων εργοδοτουμένων για την εκτέλεση της εργασίας που μόνο αυτός εκτελούσε πριν από την απόλυση του.  Ουσιαστικά δεν επήλθε κατάργηση της θέσης του (βλ. Α/φοί Γαλαταριώτη Λτδ ν Γρηγόρα κ.ά (ανωτέρω)).  Ακριβώς αντίθετη ήταν η περίπτωση στην υπόθεση Φιλελεύθερος Δημόσια Εταιρεία Λίμιτεδ ν Γιαννούλας Χρίστου, Π.Ε. 148/12ημερ. 7.7.2017, όπου λόγω της κατάργησης της θέσης της εφεσείουσας κρίθηκε ότι θα έπρεπε να αποζημιωθεί από το Ταμείο Πλεονάζοντος προσωπικού.»

 

Παραπέμπουμε και στο σύγγραμμα Bower’s, A Practical Approach to Employment Law, 7th Edition, Oxford University Press, στη σελίδα 420 όπου  σημειώνονται τα εξής: «A mere reorganization of work programme leading to a dismissal is not a redundancy dismissal. Thus, where duties are different, or hours have been changed, but the overall needs of the persons doing the collection of those duties, i.e. the job, is not less, the courts have not awarded a redundancy payment.»

 

  Εφαρμογή Νομικής Πτυχής

 

Με βάση τα γεγονότα και τα συμπεράσματα του Δικαστηρίου όπως αυτά προέκυψαν από την ανάλυση της μαρτυρίας και των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν του στις παραγράφους Β (ii) (α), (β),(γ) και (δ) πιο πάνω, καταλήγουμε ότι (1) οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 πριν την απόλυση των Αιτητών είχαν μια σημαντική και μόνιμη μείωση στον κύκλο/όγκο εργασιών τους που δικαιολογούσε τη λήψη μέτρων μείωσης του μόνιμου προσωπικού τους (πιο συγκεκριμένα, από το 2012 μέχρι το 2015 υπήρξε σημαντική μείωση στον κύκλο/όγκο εργασιών τους η οποία μείωση συνεχιζόταν μέχρι τον Μάρτιο του 2016) και (2) η αύξηση του κύκλου/όγκου εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 το 2016 (και πιο συγκεκριμένα η αύξηση από τον Απρίλιο του 2016 και μετά) δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά τον ουσιώδη χρόνο λήψης της απόφασης από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 για πλεονασμό του προσωπικού τους τέλη του 2015 – αρχές του 2016 (λαμβάνοντας υπόψη ότι (1) η απόλυση των Αιτητών καθυστέρησε να υλοποιηθεί λόγω των διαπραγματεύσεων που μεσολάβησαν μεταξύ των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και των συντεχνιών των Αιτητών και (2) η αύξηση στον κύκλο/όγκο εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 το 2016 προήλθε από νέους πελάτες οι οποίοι τους κοινοποίησαν το πτητικό πρόγραμμά τους μετά τον Απρίλιο του 2016[23]).  Τα πιο πάνω δεικνύουν ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 δικαιολογημένα και βάσιμα έκριναν ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο λήψης της απόφασης απόλυσης των Αιτητών η μείωση στον κύκλο/όγκο εργασιών τους ήταν μόνιμη.

 

Ενόψει των όσων αναφέρονται στην παράγραφο Β (iii) πιο πάνω (σε συνδυασμό με τα αναφερόμενα στην παράγραφο Β (ii) (δ) πιο πάνω) και πιο συγκεκριμένα ενόψει  (α) του ότι οι προσλήψεις που έγιναν την άνοιξη του 2016 έγιναν με σκοπό την κάλυψη των αναγκών της καλοκαιρινής περιόδου (δηλαδή για κάλυψη εποχιακών αναγκών), (β) του ότι κατά την εν λόγω περίοδο δεν προσλήφθηκε οποιοσδήποτε εργοδοτούμενος σε μόνιμες θέσεις ή στις μόνιμες θέσεις που κατείχαν οι Αιτητές και δεν αυξήθηκε το μόνιμο προσωπικό των Καθ’ ων  η Αίτηση 1 και (γ) η αύξηση των εργοδοτουμένων των Καθ’ ων η Αίτηση 1 το 2016 σε σύγκριση με το 2015 προέκυψε λόγω της απρόβλεπτης (κατά τον ουσιώδη χρόνο απόλυσης των Αιτητών) αύξησης στον κύκλο/όγκο εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 μετά την απόλυση των Αιτητών, κρίνουμε ότι  οι προσλήψεις στις οποίες προέβησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 την άνοιξη του 2016 και/ή το 2016 (1) δεν αναιρούν τα συμπεράσματά μας (α) για μείωση του κύκλου/όγκου εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 κατά τον ουσιώδη χρόνο απόλυσης των Αιτητών και (β) ότι η απόλυση των Αιτητών  έγινε κάτω από συνθήκες μείωσης του κύκλου/όγκου εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και (2) δεν αντιβαίνουν του λόγου πλεονασμού (της μείωσης του κύκλου εργασιών) που επικαλούνται οι Καθ’ ων η Αίτηση 1[24] και δεν καταδεικνύουν ότι η απόλυση των Αιτητών δεν οφειλόταν στη μείωση του κύκλου/όγκου εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1.    

 

Σε αυτό το σημείο σημειώνουμε ότι το γεγονός ότι δεν τέθηκαν ενώπιόν μας ξεχωριστά οικονομικά στοιχεία σχετικά με τον κύκλο/όγκο εργασιών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 στο αεροδρόμιο Πάφου δεν επηρεάζει την πιο πάνω κατάληξή μας καθώς με βάση τις αρχές της νομολογίας αυτό που εξετάζει το Δικαστήριο είναι τον κύκλο/όγκο εργασίας της επιχείρησης του εργοδότη.  Από το ενώπιόν μας υλικό φαίνεται ότι το Ταμείο πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας δεν ζήτησε από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 να του παραδώσουν ξεχωριστά στοιχεία σχετικά με τον κύκλο/όγκο εργασιών τους στο αεροδρόμιο της Πάφου.    

 

Υπό το φως των πιο πάνω, κρίνουμε ότι η απόλυση των Αιτητών έγινε κάτω από πραγματικές συνθήκες πλεονασμού, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 18(γ)(vii) του Νόμου και κατά συνέπεια οι Αιτητές δικαιούνται πληρωμή από το Ταμείο σύμφωνα με το άρθρο 16 του Νόμου.

 

 Σε σχέση με τους άλλους δύο λόγους πλεονασμού (αναδιοργάνωση και αλλαγή στις μεθόδους εργασίας) που επικαλούνται οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 σημειώνουμε, σύμφωνα με την ανάλυση της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιόν μας (παράγραφος Β (iv) πιο πάνω), τ’ ακόλουθα:

 

(α) δεν αποδείχτηκε (1) ότι τα καθήκοντα της θέσης του Αρχιεργάτη τα οποία καταργήθηκαν δεν αναλήφθηκαν από άλλους εργοδοτούμενους στη νέα οργανωτική δομή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και (2) ο βαθμός που επηρεάστηκαν τα καθήκοντα των Αρχιεργατών με την κατάργηση κάποιων από τα καθήκοντα της εν λόγω θέσης,

 

(β) η αλλαγή της οργανωτικής δομής των Καθ’ ων η Αίτηση 1 δεν φάνηκε ότι επέφερε οποιαδήποτε αλλαγή ή μείωση/κατάργηση των καθηκόντων που εκτελούσε ο Αιτητής στην Αίτηση με αρ. 63/18 (Οδηγός) αφού αυτά δεν εξαλείφθηκαν αλλά  συνέχισαν να υφίστανται και να διεκπεραιώνονται από άλλους εργοδοτούμενους, και

          

(γ) η θέση του Συντονιστή παρέμεινε ως είχε στο οργανόγραμμα των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και δεν αποδείχτηκε ότι τα καθήκοντα που εκτελούσε ο Αιτητής στην Αίτηση με αρ. 64/18 ως Συντονιστής μειώθηκαν ουσιαστικά και/ή καταργήθηκαν με τη διαφοροποίηση της κατανομής των βαρδιών αφού δεν τέθηκε ενώπιόν μας οποιαδήποτε συγκεκριμένη μαρτυρία σχετικά με την κατανομή των βαρδιών πριν και μετά την αλλαγή της οργανωτικής δομής των Καθ’ ων η Αίτηση 1 σε συνάρτηση με τα καθήκοντα των Συντονιστών.

 

Παρατηρούμε ότι η αναδιοργάνωση και/ή αλλαγή στις μεθόδους εργασίας που επικαλέστηκαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1, δεν φάνηκε ότι επέφερε οποιαδήποτε αλλαγή ή μείωση/κατάργηση των καθηκόντων που εκτελούσαν οι Αιτητές αφού δεν αποδείχτηκε ότι αυτά (1) μειώθηκαν σε ουσιαστικό βαθμό ή εξαλείφθηκαν και (2) δεν συνέχισαν να  υφίστανται και να διεκπεραιώνονται από άλλα πρόσωπα.  Το γεγονός ότι με την αλλαγή της οργανωτικής δομής των Καθ’ ων η Αίτηση 1 υπήρχε πρόβλημα με τους όρους εργοδότησης των Αιτητών σχετικά με τα εργασιακά τους καθήκοντα οι οποίοι δεν μπορούσαν να τροποποιηθούν δεν εμπίπτει εντός των πλαισίων των νομοθετικών προνοιών που προβλέπουν για αλλαγή στην οργάνωση ή αναδιοργάνωση της επιχείρησης ή αλλαγή στις μεθόδους εργασίας του εργοδότη αφού στην προκειμένη περίπτωση δεν αποδείχτηκε ότι η αλλαγή στην οργανωτική δομή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 επέφερε την κατάργηση ή την μεταβολή των εργασιακών καθηκόντων που εκτελούσαν οι Αιτητές. Κατά συνέπεια βρίσκουμε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο απόλυσης των Αιτητών δεν υφίσταντο λόγοι πλεονασμού σύμφωνα με τα εδάφια (i) και (ii) της παραγράφου (γ) του άρθρου 18 του Νόμου.

 

            Το άρθρο 16(1) του Νόμου προβλέπει ότι όταν η απασχόληση εργοδοτουμένου που απασχολήθηκε στον ίδιο εργοδότη για συνεχή περίοδο τουλάχιστον 104 εβδομάδων τερματίζεται λόγω πλεονασμού, ο εργοδοτούμενος δικαιούται πληρωμή από το Ταμείο που υπολογίζεται σύμφωνα με τον Τέταρτο Πίνακα του Νόμου.  Με βάση τις πρόνοιες  του Τέταρτου Πίνακα του Νόμου,  σε συνάρτηση με την περίοδο απασχόλησης και τις τελευταίες εβδομαδιαίες απολαβές των Αιτητών για σκοπούς πληρωμής από το Ταμείο:

 

(α)  ο Αιτητής στην αίτηση με αριθμό 62/18, ο οποίος απασχολήθηκε στους Καθ’ ων η Αίτηση 1 για σκοπούς του Νόμου 27 συναπτά έτη, δικαιούται σε πληρωμή η οποία  αντιστοιχεί με το ποσό των €52.662,76 (75.5 x €697,52),

 

(β)  ο Αιτητής στην αίτηση με αριθμό 63/18, ο οποίος απασχολήθηκε στους Καθ’ ων η Αίτηση 1 για σκοπούς του Νόμου 27 συναπτά έτη, δικαιούται σε πληρωμή η οποία  αντιστοιχεί με το ποσό των €52.662,76 (75.5 x €697,52) και

 

(γ) ο Αιτητής στην αίτηση με αριθμό 64/18, ο οποίος απασχολήθηκε στους Καθ’ ων η Αίτηση 1 για σκοπούς του Νόμου 33 συναπτά έτη, δικαιούται σε πληρωμή η οποία  αντιστοιχεί με το ποσό των €52.662,76 (75.5 x €697,52).

 

Για σκοπούς πληρότητας, σε περίπτωση που η πιο πάνω κατάληξή μας κριθεί λανθασμένη, θα προχωρήσουμε να καθορίσουμε το ποσό που θα δικαιούνταν οι Αιτητές στην περίπτωση που το Δικαστήριο έκρινε ότι ο τερματισμός της απασχόλησής τους ήταν παράνομος και να εξετάσουμε τις συνέπειες (α) της χαριστικής πληρωμής από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 στους Αιτητές, (β) των δηλώσεων απαλλαγής που υπέγραψαν οι Αιτητές (Τεκμήριο 3) και (γ) των επιστολών που έδωσαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 στους Αιτητές σχετικά με την πληρωμή του ποσού που θα ελάμβαναν από το Ταμείο στην περίπτωση που κριθεί από το Δικαστήριο ότι η απόλυσή τους δεν οφείλεται σε λόγους πλεονασμού (Τεκμήριο 6).

 

Το άρθρο 3(1) του Νόμου προβλέπει ότι στην περίπτωση που κριθεί ότι η απόλυση ενός εργοδοτουμένου είναι παράνομη τότε ο εργοδοτούμενος δικαιούται σε αποζημίωση η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του Πρώτου Πίνακα του Νόμου. Σημειώνουμε ότι σύμφωνα με το άρθρο 4 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου, το Δικαστήριο έχει απόλυτη διακριτική εξουσία ως προς το ποσό της αποζημίωσης που θα επιδικαστεί λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τ’ ακόλουθα:

 

(α)        τα ημερομίσθια και όλες τις άλλες απολαβές του εργοδοτούμενου,

(β)        την διάρκεια της υπηρεσίας του εργοδοτούμενου,

(γ)        την απώλεια προοπτικής σταδιοδρομίας του εργοδοτούμενου,

(δ)        τις πραγματικές συνθήκες του τερματισμού των υπηρεσιών του εργοδοτούμενου,

(ε)         την ηλικία του εργοδοτούμενου.

 

Περαιτέρω η αποζημίωση δεν μπορεί ούτε να υπερβεί τα ημερομίσθια δύο ετών (παράγραφος 3 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου, όπως τροποποιήθηκε) και ούτε να είναι μικρότερη του ποσού που θα ελάμβανε ο εργοδοτούμενος αν είχε κηρυχθεί ως πλεονάζων (παράγραφος 2 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου, όπως τροποποιήθηκε).

 

Στην υπόθεση Louis Tourist Agency Λτδ v. Αντιγόνης Ηλία (1992) 1 (Β) Α.Α.Δ. 98 σελ.104 - 105 σημειώνονται τ’ ακόλουθα:

 

«Το κριτήριο της αποζημίωσης βάσει του άρθρου 4 του Ν.24/67 δεν συναρτάται με το συμβατικό που καθορίζεται από το ΚΕΦ.149, και γενικά τις αρχές του δικαίου των συμβάσεων, δηλαδή ζημιά η οποία έπεται κατά λογική πρόβλεψη της διάρρηξης της συμφωνίας. Το θέμα των αποζημιώσεων επαφίεται στην απόλυτη κρίση του Διαιτητικού Δικαστηρίου, με μόνο περιορισμό εκείνο που τίθεται από το άρθρο 3 του Πίνακα, η αποζημίωση να μην υπερβαίνει τα ημερομίσθια των δύο ετών (Ν.92/79).  Η υλική ζημιά την οποία υφίσταται από τον τερματισμό ο εργοδοτούμενος είναι αναμφίβολα παράγοντας σχετικός, αλλά όχι ο μόνος ο οποίος λαμβάνεται υπόψη.

 

Η διαγωγή των μερών είναι άλλος σχετικός παράγοντας, όπως συνάγεται από την παράγραφο 4(δ) του Πίνακα.  Η απαρίθμηση των παραγόντων, που είναι σχετικοί με την αποζημίωση, θα ήταν αντινομική προς τον απόλυτο χαρακτήρα της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου.»

 

(Βλέπε επίσης Εκδοτικός Οίκος Δίας Λτδ ν. Παπαχριστοδούλου (2006) 1 Α.Α.Δ. 625, Touchstone Technologies Ltd v. Μαυρομμάτη (2014) 1Β Α.Α.Δ. 1829, J.A.CABRAS  & BROS.LTD v. Χαραλάμπους κ.α (1992) 1Β Α.Α.Δ.896).

Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ως προς το ποσό που θα επιδικάσει ως αποζημίωση κρίνεται με βάση τα ενώπιόν του τιθέμενα πραγματικά γεγονότα.  Σε καμιά περίπτωση το Δικαστήριο δεν μπορεί να στηριχθεί σε υποθέσεις για να καταλήξει σε εύλογο αποτέλεσμα.

 

Για σκοπούς του Νόμου (α) οι Αιτητές στις αιτήσεις με αρ. 62/14 και 63/14 ήταν  στην υπηρεσία των Καθ’ ων η Αίτηση 1 για 27 έτη και (β) ο Αιτητής στην αίτηση με αρ. 64/18 ήταν στην υπηρεσία των Καθ’ ων η Αίτηση 1 για 33 χρόνια.

 

Έχοντας υπόψη την υποπαράγραφο 2 του άρθρου 4 του Τέταρτου Πίνακα του Νόμου, το ελάχιστο ποσό που θα  μπορούσαν να λάβουν  όλοι οι Αιτητές ανέρχεται στο ποσό των €52.662,76 που αντιστοιχεί στο ποσό που δικαιούνται από το Ταμείο Πλεονασμού στην περίπτωση που η απόλυσή τους κριθεί ως πλεονασμός.  Η μέγιστη αποζημίωση που μπορεί να επιδικάσει το Δικαστήριο στους Αιτητές αντιστοιχεί στις απολαβές δύο χρόνων, δηλαδή ποσό €79.782,56 (104 x €767,14) για τον Αιτητή στην αίτηση με αρ. 62/14, ποσό €82.227,04 (104 x €800,26)  για τον Αιτητή στην αίτηση με αρ. 63/14 και ποσό €89.719,76 (104 x €862,69)  για τον Αιτητή στην αίτηση με αρ. 64/14.

 

Λαμβάνοντας υπόψη: (α)(1) ότι δεν αποδείχτηκε οποιαδήποτε κακοπιστία από την πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και (2) ότι οι Αιτητές απολύθηκαν μετά από διαπραγματεύσεις με τις συντεχνίες τους χωρίς να τίθεται ζήτημα στιγματισμού τους λόγω του λόγου απόλυσής τους[25], (β) ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 κατέβαλαν στους Αιτητές με την απόλυσή τους όλα τα δεδουλευμένα τους, πληρωμή αντί προειδοποίησης και ένα σεβαστό ποσό, παρέχοντας τους τους οικονομικούς πόρους να ζήσουν αξιοπρεπώς για ένα διάστημα μέχρι να βρουν άλλη εργασία[26], (γ) την ιδιαίτερα μακρόχρονη υπηρεσία των Αιτητών (περίοδος που μπορεί να θεωρηθεί όχι μόνο ως μακρόχρονη αλλά ως μια ολόκληρη ζωή), (δ) το ποσό των εβδομαδιαίων απολαβών που λάμβαναν οι Αιτητές πριν την απόλυσή τους και (ε) την απουσία οποιασδήποτε μαρτυρίας σχετικά με την ηλικία τους, με τις συνέπειες που είχε η απόλυσή τους στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία και στα οικονομικά τους και με τις προσπάθειες που έκαναν για να βρουν άλλη κατάλληλη εργασία, θα επιδικάζαμε στους Αιτητές ελαφρώς αυξημένες αποζημιώσεις που θα αντιστοιχούσαν με τις απολαβές 75.5 εβδομάδων, ήτοι ποσό €57.919,07 (75.5 x €767,14) για τον Αιτητή στην αίτηση με αρ. 62/14, ποσό €60.419,63 (75.5 x €800,26) για τον Αιτητή στην αίτηση με αρ. 63/14 και ποσό €65.133,10 (75.5 x €862,69) για τον Αιτητή στην αίτηση με αρ. 64/14.

 

Το ποσό που κατέβαλαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 στους Αιτητές ως  χαριστικές αποζημιώσεις σύμφωνα με τις αρχές που τέθηκαν στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Σίμος Μουζούρης ν. Cosmoplast Ltd (2007) 1 (Β) ΑΑΔ σελ.896[27], θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και να αφαιρεθεί από το ποσό της αποζημίωσης που  θα επιδικαζόταν εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1[28] καθότι  υπό διαφορετικές συνθήκες οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 θα ήταν υποχρεωμένοι να καταβάλουν στους Αιτητές διπλή αποζημίωση.  Ενόψει του ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 στους Αιτητές στις αιτήσεις με αρ.62/14 και 63/14 έχουν καταβάλει ποσά μεγαλύτερα από το ποσό που θα επιδικαζόταν στους Αιτητές, δεν θα εκδιδόταν απόφαση εναντίον τους για πληρωμή αποζημιώσεων στους εν λόγω Αιτητές.  Σε ό,τι αφορά τον Αιτητή στην αίτηση με αρ. 64/14 θα εκδιδόταν απόφαση εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1 για το ποσό των €25.133,01 ως αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησής του με νόμιμο τόκο. Σύμφωνα με το άρθρο 3(2) του Νόμου οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 είναι υποχρεωμένοι να καταβάλουν στον Αιτητή στην αίτηση με αρ. 64/14 μόνο το ποσό των απολαβών ενός έτους και το υπόλοιπο ποσό το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού.  Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 στην παρούσα περίπτωση έχουν ήδη καταβάλει στον Αιτητή στην αίτηση με αρ. 64/14 το ποσό των €40.000. Αφαιρώντας το εν λόγω ποσό από το ποσό των €44.859,88 που αντιστοιχεί με τις απολαβές ενός έτους, παραμένει το ποσό €4.859,88.  Δηλαδή ποσό €4.859,88 πλέον νόμιμο τόκο θα έπρεπε να καταβληθεί από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1, το δε υπόλοιπο ποσό €20.273,72 πλέον νόμιμο τόκο θα έπρεπε να καταβληθεί από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού.

 

Στην υπόθεση  Γ. Διονά ν. 1. Κυπριακές Αερογραμμές Δημόσια Εταιρεία Λτδ, 2. Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού, Πολ. Έφεση 182/11 ημερ. 24/05/2016 αναφέρθηκαν τα πιο κάτω:

 

«Περαιτέρω θα συμφωνήσουμε με τις επισημάνσεις που έγιναν από τον κ. Πολυβίου ότι αφενός δεν υπάρχει κάποια γενική διάταξη που απαγορεύει ρητώς την παραίτηση μισθωτού από την άσκηση των δικαιωμάτων του, και αφετέρου ότι η παραίτηση του μισθωτού από τα εργασιακά δικαιώματα του είναι πλήρως έγκυρη,  όταν ο συμβιβασμός είναι συνέπεια σοβαρής αμφισβήτησης ή αβεβαιότητας είτε σε σχέση με τις νομικές είτε με τις πραγματικές προϋποθέσεις των δικαιωμάτων του εργοδοτούμενου. Ακριβώς εν προκειμένω η υπογραφή του εγγράφου καταδεικνύει σαφή αποκρυστάλλωση δικαιωμάτων  του εφεσείοντα τα οποία μάλιστα, ως υποδεικνύεται από το πρωτόδικο Δικαστήριο, εξασφαλίστηκαν πλήρως. (βλ. Σύγγραμμα Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις του Ιωάννη Ληξουριώτη, 4η έκδ. σελ.63 κ.έ.).»

 

Στο σύγγραμμα Π.Γ. Πολυβίου, Ενοχικό Δίκαιο στο Κοινοδίκαιο και το Κυπριακό Δίκαιο, Τόμος Τρίτος, Το Δίκαιο  των Συμβάσεων, Νομική Βιβλιοθήκη, στις σελίδες 1325-1326  αναγράφονται τ’ ακόλουθα:

 

«Η μόνη εξαίρεση από την εγκυρότητα και δεσμευτικότητα εγγράφων απαλλαγής είναι η περίπτωση όπου κάποιος (συνήθως εργοδοτούμενος) «παραιτείται» από δικαιώματα τα οποία προκύπτουν από «κανόνες δικαίου αναγκαστικού χαρακτήρα». Ο κανόνας αυτός έχει διατυπωθεί ως ακολούθως (Ληξουριώτης, Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις, 4η  έκδοση, (2013) σ.63):

Είναι άκυρη κάθε συμφωνία με την οποία ο εργαζόμενος, είτε κατά τη σύναψη της σύμβασης εργασίας είτε κατά τη λειτουργία της είτε μετά τη λήξη της, παραιτείται από δικαιώματα που του παρέχει η εργατική νομοθεσία αναγκαστικού χαρακτήρα, εκτός εάν ορίζεται ρητά στο νόμο το αντίθετο.

 

 Η διαφοροποίηση αυτής της τελευταίας περίπτωσης από τη γενικότερη αρχή που επιτρέπει την παραίτηση του εργαζομένου από τις γενικότερες αξιώσεις και απαιτήσεις του είναι ότι, με βάση τη γενική αρχή, ο εργαζόμενος αναλαμβάνει να μην εξασκήσει τα όποια δικαιώματα ενδεχομένως έχει και τις όποιες αξιώσεις και απαιτήσεις θα μπορούσε ενδεχομένως να εγείρει, έναντι ανταλλάγματος (που συνήθως συνίσταται σε χαριστική αποζημίωση). Στην υπόθεση Χατζηστυλλή ν. Κυπριακές Αερογραμμές Λτδ  και στις άλλες που ακολούθησαν δεν υπήρχε θέμα εγκατάλειψης αποκρυσταλλωμένων δικαιωμάτων τα οποία παρέχει το αναγκαστικό δίκαιο, αλλά απλώς διευθέτηση μεταξύ των μερών με την οποία ο εργοδοτούμενος έλαβε ένα ποσό επί χαριστικής βάσης έναντι εγκατάλειψης αβέβαιων δικαιωμάτων και αξιώσεών του. Τέτοιος συμβιβασμός είναι απολύτως έγκυρος νομικά και εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον διότι αποτρέπει δικαστικές διαμάχες αβέβαιης διάρκειας και έκτασης.»[29]

       

             (η υπογράμμιση είναι δική μας)

 

Από το λεκτικό των δηλώσεων απαλλαγής στην παρούσα περίπτωση φαίνεται και υποδηλώνεται η απεμπόληση και/ή η παραίτηση των Αιτητών από το δικαίωμά τους να διεκδικήσουν  αποζημιώσεις για το παράνομο του τερματισμού της απασχόλησής τους αφού σε αυτό  δηλώνεται σαφώς η εγκατάλειψη από τους Αιτητές των δικαιωμάτων τους να διεκδικήσουν αποζημιώσεις από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 όσον αφορά τον τερματισμό της απασχόλησής τους. Δηλώνεται ρητά και ξεκάθαρα ότι οι Αιτητές εγκαταλείπουν  τα δικαιώματά τους λόγω του τερματισμού της απασχόλησής τους έναντι ανταλλάγματος που δεν αφορούσε αποκρυσταλλωμένα δικαιώματά τους που είχαν λόγω της απασχόλησής τους στους Καθ’ ων η Αίτηση 1. Η υπογραφή των δηλώσεων απαλλαγής καταδεικνύει σαφή αποκρυστάλλωση των δικαιωμάτων των Αιτητών που έχουν εξασφαλιστεί αναφορικά με τον τερματισμό της απασχόλησής τους και στα εν λόγω έγγραφα γίνεται αναφορά που υποδηλώνει αναμφισβήτητα εγκατάλειψη νόμιμων εργατικών δικαιωμάτων στη βάση συμβιβασμού και/ή διευθέτησης. Από το λεκτικό των εν λόγω εγγράφων φαίνεται ότι τα εν λόγω έγγραφα ήταν το αποτέλεσμα συμβιβασμού που ήταν συνέπεια σοβαρής αμφισβήτησης ή αβεβαιότητας σε σχέση είτε με τις νομικές είτε με τις πραγματικές προϋποθέσεις των δικαιωμάτων των Αιτητών σε ό,τι αφορά τον τερματισμό της απασχόλησής τους. (Βλέπε Κ. Γρηγορίου v. 1. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, 2. Κυπριακές Αερογραμμές Δημόσια Εταιρεία Λτδ (Πολ. Έφεση 204/2011 ημερ. 24.5.2016[30])). Στη βάση των πιο πάνω θα καταλήγαμε ότι η αποδοχή της χαριστικής πληρωμής και η υπογραφή των δηλώσεων απαλλαγής από τους Αιτητές εμποδίζει τους Αιτητές από το να διεκδικούν αποζημιώσεις από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1.  Ως εκ τούτου δεν θα εκδίδαμε οποιαδήποτε απόφαση εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1.

Σε ότι αφορά τις επιστολές που έδωσαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 στους Αιτητές σχετικά με την πληρωμή του ποσού που θα ελάμβαναν από το Ταμείο Πλεονασμού  στην περίπτωση που κριθεί από το Δικαστήριο ότι η απόλυσή τους δεν οφείλεται σε λόγους πλεονασμού (Τεκμήριο 6) σημειώνουμε ότι αυτές δεν θα επηρέαζαν τα πιο πάνω συμπεράσματά μας για τους ακόλουθους λόγους:

(α) με βάση τα νομολογηθέντα στην Σίμος Μουζούρης ν. Cosmoplast Ltd (2007) 1 (Β) ΑΑΔ σελ.896 δεν είναι δυνατό να δοθεί στους Αιτητές επιπρόσθετη αποζημίωση από αυτή που θα επιδίκαζε το Δικαστήριο εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1 (και χωρίς να ληφθεί υπόψη το ποσό που οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 κατέβαλαν χαριστικά στους Αιτητές) καθότι αυτό θα οδηγούσε σε διπλή πληρωμή των Αιτητών, και

(β)  το περιεχόμενο των  εν λόγω επιστολών δεν αφορά δικαιώματα των Αιτητών που προκύπτουν από τη σύμβαση απασχόλησής τους με τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 καθότι δεν αφορά δικαιώματα και υποχρεώσεις που αποκρυσταλλώθηκαν κατά τη διάρκεια της απασχόλησής τους αλλά αποτελεί υπόσχεση/δέσμευση των Καθ’ ων η Αίτηση 1 για πληρωμή συγκεκριμένου ποσού σε συνέχεια του τερματισμού της απασχόλησης των Αιτητών και ως εκ τούτου οποιοδήποτε δικαίωμα των Αιτητών που βασίζεται στις εν λόγω επιστολές δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών καθότι δεν συνιστά  είτε αυτοτελή αξίωση εντός των προνοιών της παραγράφου (ε) του άρθρου 1 του Περί Ετησίων Αδειών  Μετ’ Απολαβών Νόμου του 1967, Ν. 8/67[31]  είτε εργατική διαφορά εντός των προνοιών του Νόμου[32]

 

 

  

 

Κατάληξη

 

Για σκοπούς έκδοσης απόφασης, οι υποθέσεις αποσυνδέονται και εκδίδονται αποφάσεις ως ακολούθως:

 

            (Α) Απόφαση υπέρ του Αιτητή στην αίτηση με αρ. 62/18 και εναντίον του Ταμείου για το ποσό των €52.662,76 με νόμιμο τόκο πλέον δικηγορικά έξοδα €2.100,00 συν Φ.Π.Α..  Η αίτηση εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1 απορρίπτεται χωρίς καμία διαταγή για έξοδα.

(Β) Απόφαση υπέρ του Αιτητή στην αίτηση με αρ. 63/18 και εναντίον του Ταμείου για το ποσό των €52.662,76 με νόμιμο τόκο πλέον δικηγορικά έξοδα €2.100,00 συν Φ.Π.Α..  Η αίτηση εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1 απορρίπτεται χωρίς καμία διαταγή για έξοδα.

(Γ) Απόφαση υπέρ του Αιτητή στην αίτηση με αρ. 64/18 και εναντίον του Ταμείου για το ποσό των €52.662,76 με νόμιμο τόκο πλέον δικηγορικά έξοδα €2.100,00 συν Φ.Π.Α..  Η αίτηση εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1 απορρίπτεται χωρίς καμία διαταγή για έξοδα.

 

 

(Υπ.) ……………………………………..

                                                           Ε. Κωνσταντίνου, Δικαστής

 

 

(Υπ.) …………………………………                        (Υπ.) …………………………………

                Λ. Λουκά,  Μέλος                                                     Γ. Λεωνίδα, Μέλος

 

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 



[1] Βλ. Επιστολές των Καθ’ ων η Αίτηση1 ημερ. 10/05/2018 και 15/01/2019 (μέρος του Τεκμηρίου 8).

[2] Βλ. Επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 προς Υπουργείο Εργασίας, Προνοίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων       ημερ. 21/12/2015 (μέρος του Τεκμηρίου 8).

[3]  Βλ. Επιστολές των Καθ’ ων η Αίτηση  1 ημερ. 16/06/2017 και 12/04/2018(μέρος του Τεκμηρίου 8).

[4]  Βλ. Επιστολές των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 16/06/2017, 17/07/2017, 22/08/2017, 12/09/2017 και    12/04/2018  καθώς και κοινή επιστολή των συντεχνιών και των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 05/12/2017    (όλες οι εν λόγω επιστολές αποτελούν μέρους του Τεκμηρίου 8). 

[5] Η εν λόγω υποπαράγραφος προβλέπει ότι: «Νοείται ότι κατά τον υπολογισμόν της εβδομαδιαίας αμοιβής οιονδήποτε ποσόν το οποίο υπερβαίνει το τετραπλάσιο του εβδομαδιαίου ποσού των βασικών ασφαλιστέων αποδοχών όπως   τούτο εκάστοτε καθορίζεται στους Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμους του 1980 μέχρι 1993 δεν λαμβάνεται  υπόψιν». 

[6]  Βλ. Επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 21/05/2019.

[7]  Βλ. Επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 21/05/2019.

[8]  Βλ. Επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 10/05/2018.

[9]  Βλ. Επιστολή της KPMG ημερ. 02/02/2016  και  αντίγραφο της σελίδας 6 των εξελεγμένων λογαριασμών των Καθ’ ων η Αίτηση 1 για το έτος 2014 (μέρος του Τεκμηρίου 8).

[10]  Βλ. Επιστολή της KPMG ημερ. 21/06/2016 (Τεκμήριο 11).

[11]  Βλ. Επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 16/06/2017 (μέρος του Τεκμηρίου 8).

[12] Βλ. Τεκμήριο 9 και επιστολές των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 17/07/2017 και 22/08/2017 (μέρος του Τεκμηρίου 8). Σημειώνουμε ότι το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 9 σε ότι αφορά τον αριθμό των  πτήσεων του 2016 δεν θα ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο ενόψει του περιεχομένου των επιστολών που ανταλλάγηκαν μεταξύ του Ταμείου και των Καθ’ ων η Αίτηση 1 το 2017.  Από τις επιστολές του Ταμείου  ημερ. 25/05/2017 και 05/07/2017 (μέρος του Τεκμηρίου 8) προκύπτει ότι το Τεκμήριο 9 στάληκε στο Ταμείο μαζί με τα ερωτηματολόγια που συμπλήρωσαν οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 αναφορικά με τις απολύσεις των Αιτητών.  Από τις επιστολές των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 17/07/2017 και 22/08/2017 προκύπτει ότι ο πραγματικός αριθμός πτήσεων του 2016 είναι αυτός που αναγράφεται στις δύο εν λόγω επιστολές των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και όχι αυτός που αναγράφεται στο Τεκμήριο 9.

[13]  Τα εν λόγω στοιχεία καταγράφονται στην επιστολή του Ταμείου προς τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 25/05/2017.

[14]  Κατά την ακροαματική διαδικασία αποτέλεσε μη αμφισβητούμενο γεγονός ότι η χειμερινή περίοδος για      τα αεροδρόμια είναι από την 1η Νοεμβρίου μέχρι την 31η Μαρτίου.

[15]  Οι πιο πάνω αριθμοί προκύπτουν από τα έγγραφα που επισυνάπτονται στην επιστολή των Καθ’ ων η      Αίτηση 1 ημερ. 17/07/2017 (μέρος του Τεκμηρίου 8).

[16]  Τα πιο πάνω στοιχεία προκύπτουν από τα έγγραφα που επισυνάπτονται στην επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 17/07/2017 και από την επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 22/08/2017 (μέρος του Τεκμηρίου 8).

[17]  Βλ. Τεκμήρια 5 και 8.

[18]  Βλ. Τεκμήρια 7 και 8

[19]  Βλ. Επιστολή των Καθ’ ων η  Αίτηση 1 ημερ. 22/08/2017 (μέρος του Τεκμηρίου 8).

[20]  Βλ. Επιστολή των Καθ’ ων η Αίτηση 1 ημερ. 16/06/2017 (μέρος του Τεκμηρίου 8) παράγραφος 4.

[21] VALENTINE ESTATES LTD ν. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. 238/2012, ημερ. 19/03/2019, ECLI:CY:AD:2019:A99.    

[22] Βλέπε επίσης Ορθοδοξία Ζερταλλή ν. Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού (2003) 1Α Α.Α.Δ. 178.   

[23] Το 2016 οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 εξυπηρέτησαν 3.275 περισσότερες πτήσεις από τις πτήσεις που εξυπηρέτησαν το 2015 (15.239 – 11.964) και από αυτές οι 3.200 ήταν από τους νέους πελάτες που     τους κοινοποίησαν το πτητικό τους πρόγραμμα τον Απρίλιο του 2016 και μετά.   

[24] VALENTINE ESTATES LTD ν. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. 238/2012, ημερ. 19/03/2019.

[25] Βλ. Πολ. Έφεση  310/12 Δ.Σ. ν. Argosy Trading Company Ltd , ημερ.13/02/2019.

[26] Βλ. Πολ. Έφεση 131/2012 Θ. Θεμιστοκλέους ν. Elysee Irrigation Ltd, ημερομηνίας 22/9/2017.

[27]«Επομένως ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο αφαίρεσε το ποσό που είχε δοθεί στον εφεσείοντα κατά χάρη.  Αντίθετη ενέργεια από πλευράς του πρωτόδικου Δικαστηρίου θα οδηγούσε σε διπλή πληρωμή του εφεσείοντα, κάτι που δεν  είναι ορθό. Τούτο υποστηρίζεται από τις υποθέσεις Κολιού ν. Γεώργιος Δ. Κουννάς &Υιοί Λτδ (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1117 και Ιακώβου ν. Παπαδάκη (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2079 παρόλο που οι υποθέσεις αυτές δεν αφορούν αποζημίωση για παράνομο τερματισμό.  Η ουσία τους είναι ότι δεν πρέπει ένας να αποζημιώνεται δύο φορές

[28] Βλ. επίσης Π.Γ.Πολυβίου, ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Θεωρία και Πράξη, Εκδόσεις Χρυσαφίνης και Πολυβίου, 2018, σελ.669.  

[29]  Βλέπε επίσης Ιωάννης Κουκιάδης, Εργατικό Δίκαιο, Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις και το Δίκαιο  της Ευελιξίας της Εργασίας, Στ’ Έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2012 σελίδες 752-756.  Στη σελίδα 755 αναφέρεται ότι παρά το ότι  ο συμβιβασμός περικλείει απεμπόληση δικαιωμάτων ο κανόνας της ακυρότητας της συμφωνίας  παραίτησης  από νόμιμα  εργατικά δικαιώματα δεν επεκτείνεται και στην απαγόρευση συμβιβασμού  και σημειώνονται  τα εξής: «  ….. στη θεωρία και στη νομολογία επικράτησε η άποψη  της εγκυρότητας του συμβιβασμού, γιατί οδηγεί σ’ επίλυση της διαφοράς εργαζομένου και εργοδότη, που εξυπηρετεί και τα συμφέροντα του μισθωτού με το να αντισταθμίσει την ανασφάλεια του ως προς το υπαρκτόν ή το μέγεθος της επίδικης αξίωσής του ή ως προς το επισφαλές της απαίτησης σε περίπτωση δυσχερούς οικονομικής κατάστασης του εργοδότη.»       

[30] «Θα συμφωνήσουμε με το πρωτόδικο  Δικαστήριο ότι το πιο πάνω λεκτικό είναι σαφές και υπό το πρίσμα του δοθέντος χρόνου που συντελέστηκε απαλλάσσει την εφεσίβλητη 2 από οποιαδήποτε ευθύνη για τον τερματισμό των υπηρεσιών τους και την αποχώρηση τους από την Εταιρεία.

 Ρητώς και με την υπογραφή του πιο πάνω εγγράφου οι εφεσείοντες εμποδίζονται να διεκδικούν οποιεσδήποτε άλλες αποζημιώσεις αφού με σαφήνεια και in concreto στη τελευταία παράγραφο γίνεται αποδέσμευση της εταιρείας από οποιαδήποτε χρηματικά ποσά ή αγωγές ή διεκδικήσεις του υπαλλήλου κατά της εταιρείας. 

Η παράλληλη αντιπαροχή της χαριστικής αποζημίωσης σφραγίζει το χαρακτήρα της πιο πάνω απαλλαγής ως έχουσας τα στοιχεία του κωλύματος ως ερμηνεύθηκε στην υπόθεση Χατζηστυλλή v. Κυπριακών Αερογραμμών (2012) 1(Β) Α.Α.Δ. 989 όπου ετέθη παρόμοιο θέμα για την ισχύ τέτοιων εγγράφων. Υιοθετούμε δε ως προς αυτό όσα έχουμε πει στην απόφαση μας που επίσης εκδίδεται σήμερα στη Διονά v. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κ.ά. (2016) 1 Α.Α.Δ. 1235, ECLI:CY:AD:2016:A250

 

 

[31] Toni & Guy Limassol Ltd κ.α ν. Κυριάκου Θεοδώρου (2008) 1 Α.Α.Δ. 496.

[32] Στο σύγγραμμα  Π.Γ.Πολυβίου, ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Θεωρία και Πράξη, Εκδόσεις Χρυσαφίνης και Πολυβίου, 2018 στις σελίδες 746-747 «Εκ πρώτης όψεως, κάθε διαφορά μεταξύ εργοδότη και εργοδοτουμένου που προκύπτει από τη σύμβαση εργοδότησης συνιστά «εργατική διαφορά».  Είναι όμως δυνατό κάποια διαφορά να εκκρεμεί μεταξύ εργοδότη και εργοδοτουμένου, αλλά να συνδέεται τουλάχιστον νομικά όχι με την αρχική σύμβαση εργοδότησης αλλά με άλλη νομική σχέση που έχει δημιουργηθεί μεταξύ των μερών ενδιάμεσα, μεταξύ δηλαδή της αρχικής σύμβασης εργοδότητης και της γένεσης της διαφοράς μεταξύ των μερών.  Εάν δηλαδή ο εργοδότης και ο εργοδοτούμενος έχουν λύσει τη μεταξύ τους σχέση και έχουν συνάψει κάποια συμφωνία καταβολής συγκεκριμένου ποσού ή τέλεσης άλλης ενέργειας τότε η διαφορά που εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου δεν είναι «εργατική διαφορά» εν τη εννοία του Νόμου, με αποτέλεσμα η σχετική δικαιοδοσία να ανήκει στο Επαρχιακό Δικαστήριο.  Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Ανδρέας Αντωνίου v. E.R.E. Electrical & Refrigeration Engineering Co Ltd, (2007) 1 Β Α.Α.Δ. 1391«από τη στιγμή που η εργατική διαφορά, για την οποία αρμόδιο ήταν το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, μετατράπηκε σε συμφωνία πληρωμής συγκεκριμένου ποσού, αρμόδιο ήταν πια το Επαρχιακό Δικαστήριο».»


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο