
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Α.Ε.Δ.
Αγωγή αρ.: 1850/2020
Μεταξύ:
ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ
Ενάγοντες
-και-
ΑΡΧΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Εναγόμενη
-και-
A. SOULIS ENTERPRISES LIMITED
Τριτοδιάδικος
Αίτηση ημερ. 7.6.22 για καταχώριση συμπληρωματικής ενόρκου δηλώσεως
Ημερομηνία: 16 Δεκεμβρίου, 2022
Εμφανίσεις:
Για Εναγόμενη – Aιτήτρια: Ιωαννίδης Δημητρίου ΔΕΠΕ
Για Τριτοδιάδικο – Καθ΄ ης η αίτηση: Γεώργιος Κουκούνης ΔΕΠΕ
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με αυτή την αίτηση ζητείται Διάταγμα και/ή άδεια του Δικαστηρίου που να επιτρέπει την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης εκ μέρους της Αιτήτριας, στα πλαίσια της Αίτησης ημερομηνίας 22.2.2022, για την έκδοση οδηγιών αναφορικά με την περαιτέρω πορεία της υπόθεσης μεταξύ της Αιτήτριας και της A. Soulis Enterprises Ltd, Τριτοδιάδικου/Καθ’ ης η Αίτηση (στο εξής «η Καθ’ ης η Αίτηση»).
Η αίτηση βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.48, Θ.1 - 4, 4(1), 4(2), 8, 9, 12 και 13, Δ.39, Δ.57, Θ.2, Δ.59, Δ.64, στο άρθρο 30 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις αρχές του Κοινοδικαίου και της επιείκειας, στη νομολογία και στις συμφυείς εξουσίες και γενική πρακτική του Δικαστηρίου.
Η αίτηση βασίζεται σε ένορκη δήλωση της Χρύσως Προκοπίου (ΧΠ), καθώς και στον φάκελο του Δικαστηρίου. Ως η πιο πάνω αναφέρει είναι στην υπηρεσία της Αιτήτριας, κατέχει τη θέση της Λειτουργού Νομικών Υπηρεσιών Α’ και είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη από την Αιτήτρια να προβεί στην ένορκη δήλωση. Υιοθετεί το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης της ημερομηνίας 13.10.2021 στην μονομερή αίτηση για έκδοση και επίδοση ειδοποίησης Τριτοδιαδίκου, καθώς επίσης και το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης της ημερομηνίας 22.2.2022 στην αίτηση για έκδοση οδηγιών σε σχέση με την πορεία της υπόθεσης μεταξύ της Αιτήτριας και της Καθ’ ης η Αίτηση και προσθέτει τα ακόλουθα :
Στις 2.5.2022, η Καθ’ ης η Αίτηση προχώρησε σε καταχώριση ειδοποίησης ένστασης στην αίτηση ημερομηνίας 22.2.2022 με την οποία ζητά τον παραμερισμό της ειδοποίησης Τριτοδιαδίκου. Η ένσταση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Ανδρέα Σουλή (ΑΣ), και σε αυτήν, είναι η θέση της ότι εγείρονται σωρεία ισχυρισμών οι οποίοι, αφενός, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και, αφετέρου, δίδουν μια εντελώς λανθασμένη και παραπλανητική εικόνα στο Δικαστήριο. Ενόψει τούτου, εισηγείται ότι καθίσταται αναγκαία η καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ούτως ώστε τα ζητήματα αυτά να τεθούν υπόψη του Δικαστηρίου για να έχει ενώπιον του την πλήρη εικόνα των γεγονότων.
Σκοπός της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης και συνάμα ο καλός λόγος στην βάση του οποίου η Αιτήτρια καλεί το Δικαστήριο να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της έγκρισης της αίτησης, δεν είναι η μονοδιάστατη απάντηση στους ισχυρισμούς της Καθ’ ης η Αίτηση, αλλά η παρουσίαση μιας ορθής, ολοκληρωμένης και αληθούς εικόνας στη βάση της οποίας το Δικαστήριο θα κληθεί να αποφασίσει. Πιστεύει ότι μέσω της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης θα τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα γεγονότα που πλαισιώνουν την υπό εξέταση υπόθεση και θα αποτραπεί η επιχειρούμενη παραπλάνηση εκ μέρους της Καθ’ ης η Αίτηση. Με αυτόν τον τρόπο το Δικαστήριο θα είναι σε θέση να αξιολογήσει ολοκληρωμένα όλα τα ενώπιον του δεδομένα, πριν την έκδοση απόφασης, γεγονός το οποίο εξυπηρετεί τον σκοπό της ορθής απονομής της δικαιοσύνης.
Περαιτέρω και σε συνάρτηση με τα προαναφερόμενα, αναφέρει ότι υπάρχει καλός λόγος για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος και αυτός είναι η ανάγκη να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου το πλήρες πραγματικό και νομικό υπόβαθρο, ώστε να μην τίθεται κίνδυνος, όπως η αίτηση ημερομηνίας 22.2.2020 απορριφθεί εξαιτίας της μη σωστής αποσαφηνίσεως των γεγονότων τα οποία πλαισιώνουν την υπό εξέταση υπόθεση, ειδικότερα όταν αυτά βασίζονται σε παραπλανητικούς ισχυρισμούς της Καθ’ ης η Αίτηση.
Συγκεκριμένα, με την προτεινόμενη ένορκη δήλωση, Τεκμήριο 1 επιθυμεί να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία και/ή πληροφόρηση αναφορικά με τα πιο κάτω ζητήματα ως αυτά αναφύονται από την ένορκη δήλωση του ΑΣ:
i) Ζήτημα της συμβατικής σχέσης μεταξύ Αιτήτριας και Καθ’ ης η Αίτηση (παράγραφος 8 (α) έως (θ) και παράγραφοι 12 έως 25 στην ένορκη δήλωση ΑΣ).
ii) Ζήτημα αρμόδιων προσώπων και νομοθεσίας για συντήρηση και έλεγχο του επίδικου καλαθοφόρου (παράγραφοι 42 έως 52 της ένορκης δήλωσης ΑΣ).
Αναφέρει, τέλος, η ΧΠ ότι στη βάση νομικής συμβουλής που έχει λάβει, είναι η θέση της Αιτήτριας ότι η προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση δεν αποσκοπεί στην κάλυψη δήθεν «κενών», και δεν μπορεί να γίνεται λόγος για κάλυψη κενών, ειδικότερα από την στιγμή που δεν πρόκειται για περίπτωση έκδοσης διατάγματος επί μονομερούς βάσης στην βάση του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου.
H Tριτοδιάδικος Εταιρεία – Καθ’ ης η αίτηση καταχώρησε ένσταση στην Αίτηση η οποία στηρίζεται στην ίδια νομική βάση. Οι συγκεκριμένοι λόγοι ένστασης είναι αυτούσιοι οι ακόλουθοι:
1. Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτούμενων με την Αίτηση διαταγμάτων.
2. Δεν έχει παρουσιαστεί και ούτε υπάρχει καλός λόγος που να δικαιολογεί την έκδοση των αιτούμενων με την Αίτηση διαταγμάτων ή την καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.
3. Δεν δικαιολογείται και ούτε υπάρχει καλός λόγος έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων ή καταχώρησης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ενόψει του ότι:
(α) Το Δικαστήριο έχει ήδη εκδώσει διάταγμα ημερομηνίας 15 Νοεμβρίου 2021 με το οποίο επέτρεψε την προσεπίκληση της Εταιρείας ως τριτοδιαδίκου χωρίς να ακουστεί η Εταιρεία, βάσει ένορκης δήλωσης που προσκομίστηκε από την Εναγόμενη, δηλαδή μονομερώς∙
(β) Με την ένσταση της στην αίτηση της Εναγόμενης ημερομηνίας 22 Φεβρουαρίου 2022, η Εταιρεία επιδιώκει μεταξύ άλλων τον τερματισμό της διαδικασίας τριτοδιαδίκου, δηλαδή της διαδικασίας που άρχισε δια της έκδοσης του διατάγματος που αναφέρεται στην παράγραφο (α) πιο πάνω∙
(γ) Με την υπό κρίση Αίτηση της Εναγόμενης, η τελευταία επιδιώκει να προσθέσει μαρτυρία στην ένορκη δήλωση που υποστήριξε την αίτηση για έκδοση διατάγματος προσεπίκλησης τριτοδιαδίκου ημερομηνίας 13 Οκτωβρίου 2021∙
(δ) Αποτελεί κανόνα καθολικής εφαρμογής ότι δεν επιτρέπεται η προσθήκη μαρτυρίας ή η αλλοίωση της εικόνας που δόθηκε στο Δικαστήριο κατά την έκδοση προσωρινού διατάγματος όταν αυτό εκδόθηκε μονομερώς στην απουσία της μίας πλευράς, είτε για κάλυψη κενών, είτε για προσθήκη μαρτυρίας, είτε για οποιοδήποτε άλλο λόγο.
4. Η επιδιωκόμενη προς καταχώρηση συμπληρωματική ένορκη δήλωση συνίσταται σε επιχειρηματολογία και αυτό δεν αποτελεί καλό λόγο για παροχή άδειας καταχώρησης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.
5. Η προτιθέμενη προς καταχώρηση συμπληρωματική ένορκη δήλωση επιδιώκει την απάντηση σε θέσεις και ισχυρισμούς της Εταιρείας, και αυτό δεν αποτελεί καλό λόγο για παροχή άδειας καταχώρησης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.
6. Με τη σκοπούμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση η Εναγόμενη επιδιώκει τη συμπλήρωση κενών και την διόρθωση παραλείψεων κατά την καταχώρηση της ένορκης δήλωσης που συνόδευσε την αίτηση για έκδοση διατάγματος του Δικαστηρίου για προσεπίκληση της Εταιρείας ως τριτοδιαδίκου, όμως αυτό δεν αποτελεί καλό λόγο που να δικαιολογεί την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.
7. Με την προτιθέμενη προς καταχώρηση συμπληρωματική ένορκη δήλωση επιχειρείται ανεπίτρεπτα να επαναληφθούν σε αρκετό βαθμό αρχικοί ισχυρισμοί που περιλαμβάνονται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση της Εναγόμενης για παροχή οδηγιών τριτοδιαδίκου ημερομηνίας 22 Φεβρουαρίου 2022 και την ένορκη δήλωση που συνόδευσε την αίτηση για έκδοση διατάγματος προσεπίκλησης τριτοδιαδίκου ημερομηνίας 13 Οκτωβρίου 2021.
8. Άνευ βλάβης της θέσης της Εταιρείας ότι η καταχώρηση οποιασδήποτε συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης δεν είναι επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις, δεν έχουν προκύψει νέα γεγονότα μέσα από το περιεχόμενο της ένστασης της Εταιρείας στην αίτηση της Εναγόμενης για έκδοση οδηγιών τριτοδιαδίκου ημερομηνίας 22 Φεβρουαρίου 2022 έτσι ώστε να δικαιολογείται η παροχή άδειας καταχώρησης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης με βάση τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
9. Το περιεχόμενο της Αίτησης και της επιδιωκόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης δεν δικαιολογούν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της παροχής άδειας καταχώρησης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.
10. Η Εναγόμενη γνώριζε τις θέσεις της Εταιρείας επί όλων των θέσεων της Εναγόμενης, εφόσον προηγήθηκε η αίτηση της Εναγόμενης για προσθήκη της Εταιρείας ως συνεναγομένου, η οποία απορρίφθηκε, και ως εκ τούτου οι ισχυρισμοί εκ μέρους της Εναγόμενης που αναφέρονται στη σκοπούμενη προς καταχώρηση συμπληρωματική ένορκη δήλωση ήταν ήδη σε γνώση της Εναγόμενης τόσο κατά την καταχώρηση της αίτησης της για έκδοση διατάγματος προσεπίκλησης τριτοδιαδίκου ημερομηνίας 13 Οκτωβρίου 2021, όσο και της αίτησης για έκδοση οδηγιών τριτοδιαδίκου ημερομηνίας 22 Φεβρουαρίου 2022.
11. Η υπό κρίση Αίτηση είναι πραγματικά και νομικά αβάσιμη ή/και καταχρηστική.
12. Αρκετά μέρη της επιδιωκόμενης προς καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης δεν είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα είτε της ως άνω Αγωγής είτε της υπό κρίση Αίτησης και συνεπώς δεν συνιστούν και ούτε αποκαλύπτουν καλό λόγο για την καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.
Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η ένσταση φαίνονται στο φάκελο του Δικαστηρίου και σε ένορκη δήλωση του Ανδρέα Σουλή (ΑΣ), ο οποίος είναι ιδρυτής μέτοχος και διευθυντής της τριτοδιαδίκου εταιρείας A. Soulis Enterprises Limited, (εφεξής η Εταιρεία) και έχει δεόντως εξουσιοδοτηθεί από αυτήν να προβεί στην παρούσα ένορκη δήλωση. Ο ΑΣ αναφέρει τα ακόλουθα, ως προσπάθησα να τα συνοψίσω :
Απαντώντας τους ισχυρισμούς που περιλαμβάνονται στην ένορκη δήλωση της ΧΠ είναι η θέση του ότι ουδένας ισχυρισμός στην ένορκη δήλωση του δεν είναι παραπλανητικός. Εισηγείται επίσης ότι κανένα θέμα παραπλάνησης δεν μπορεί εξ αντικειμένου να εγερθεί υπό τις περιστάσεις, εφόσον η πλευρά της Εναγόμενης είχε την ευκαιρία να παρουσιάσει τη θέση της τόσο στα πλαίσια της αίτησης της για έκδοση ειδοποίησης τριτοδιαδίκου όσο και στα πλαίσια της αίτησης για έκδοση οδηγιών τριτοδιαδίκου. Σύμφωνα με τον ΑΣ η ένσταση της Εταιρείας στην αίτηση της Εναγόμενης για έκδοση οδηγιών τριτοδιαδίκου παρουσιάζει ορθή, αληθή και ολοκληρωμένη διάσταση των γεγονότων ενώ παραπλανητική ήταν η εικόνα που δόθηκε από την Εναγόμενη στο Δικαστήριο κατά την καταχώρηση της αίτησης της για έκδοση ειδοποίησης τριτοδιαδίκου ημερομηνίας 13 Οκτωβρίου 2021. Επιπρόσθετα, με την επιδιωκόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση δεν επιχειρείται η παράθεση νέων γεγονότων, αλλά αντίθετα απαντητικής επιχειρηματολογίας από μέρους της Εναγόμενης, επιχειρείται η αλλοίωση της εικόνας που παρουσιάστηκε μονομερώς στο Δικαστήριο και δεν υπάρχει καλός λόγος που να δικαιολογεί την έκδοση διατάγματος για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.
Σχολιάζοντας την επιχειρούμενη να κατατεθεί συμπληρωματική ένορκη δήλωση ο ΑΣ εισηγείται ότι στις παραγράφους 3 και 4 αυτής γίνεται γενικός νομικός σχολιασμός της ένορκης δήλωσης του ενώ σημειώνει ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί μεμπτή η επιλογή της Εταιρείας να καταγράψει εξ αρχής και με σαφήνεια τη θέση της ολοκληρωμένα στα πλαίσια της ένστασης της στην αίτηση για έκδοση οδηγιών τριτοδιαδίκου. Η παράγραφος 5 σύμφωνα με τον ΑΣ αποτελεί νομική επιχειρηματολογία, η Εναγόμενη δεν παρουσίασε στο Δικαστήριο την ορθή διάσταση των πραγμάτων και ολοκληρωμένη εικόνα των γεγονότων όταν αποτάθηκε στο Δικαστήριο για σκοπούς έκδοσης της ειδοποίησης προσεπίκλησης τριτοδιαδίκου και δεν έχει εκ πρώτης όψης αγώγιμο δικαίωμα εναντίον της Εταιρείας, είτε στην κατ’ ισχυρισμό παράβαση σύμβασης είτε στη βάση κατ’ ισχυρισμό παράβασης θέσμιου καθήκοντος, για όλους τους λόγους που αναφέρονται στην ένσταση που καταχώρησε η Εταιρεία. Η παράγραφος 6 της επιδιωκόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης αποτελεί επίσης νομική επιχειρηματολογία και σε σχέση με το έντυπο στο οποίο γίνεται αναφορά στην εν λόγω παράγραφο, σημειώνει ότι το ίδιο το έντυπο και οι αναφορές σε αυτό είναι τυποποιημένα για διάφορες εργασίες της Εταιρείας και όχι εξειδικευμένο για τις εργασίες που γίνονταν στο επίδικο καλαθοφόρο όχημα, ενώ αυτό που η Εταιρεία περιοριζόταν να κάνει στο πιο πάνω όχημα ήταν ενίοτε γρασαρίσματα και αλλαγή λαδιού, όχι συντήρηση ή έλεγχο του οχήματος ή της πλατφόρμας. Ισχυρίζεται επίσης ότι οι θέσεις τους ήταν ήδη γνωστές με βάση τη μαρτυρία στις αιτήσεις που προηγήθηκαν και ότι η προσπάθεια της ΧΠ να επανέλθει στο θέμα για να επιχειρηματολογήσει αποτελεί προσπάθεια κάλυψης κενών και παραλείψεων της. Σε σχέση με την παράγραφο 7 και 8 της επιδιωκόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης αναφέρει ότι η Εταιρεία ουδέποτε ανέλαβε να διενεργεί έλεγχο ή να συντηρεί το επίδικο καλαθοφόρο όχημα και ότι οι παρατηρήσεις που αναφέρονταν στα τυποποιημένα έντυπα που εκδίδονταν από την Εταιρεία αποτελούσαν επιπρόσθετες παρατηρήσεις που σημειώνονταν από αυτήν χωρίς να έχει μια τέτοια υποχρέωση έναντι της Εναγόμενης. Πέραν τούτου, οι εν λόγω παρατηρήσεις δεν αποτελούσαν μέρος της εργασίας που η Εταιρεία αναλάμβανε να εκτελέσει. Αυτό είναι ξεκάθαρο από το ότι οι εν λόγω παρατηρήσεις δεν αναφέρονταν στην ενότητα «Περιγραφή Εργασίας», αλλά στην ενότητα «Παρατηρήσεις». Επιπρόσθετα, σε κανένα τέτοιο έντυπο δεν αναφέρεται ότι η Εταιρεία εκτελούσε εργασίες ελέγχου του καλαθοφόρου οχήματος ή της πλατφόρμας. Ακόμη πιο σημαντικά, σε κανένα τιμολόγιο δεν τιμολογήθηκε ποτέ παροχή υπηρεσίας ελέγχου του επίδικου καλαθοφόρου οχήματος ή της πλατφόρμας. Αχρείαστη και αβάσιμη, επιχειρηματολογία παρατηρείται επίσης σύμφωνα με τη θέση του ΑΣ και στην παράγραφο 9 της επιδιωκόμενης προς καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Σε αυτήν κατά τη θέση του παραφράζονται και στρεβλώνονται τα όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση του στην ένσταση της Εταιρείας. Προσθέτει ότι ουδεμία χρονική αλληλουχία προκύπτει από τα τεκμήρια που παρατίθενται στην ένορκη δήλωση του και ότι ουδεμία «σύμβαση συντήρησης» δεν παρουσιάζει η ΧΠ, αλλά ούτε και οποιαδήποτε μαρτυρία που να υποστηρίζει τα όσα αβάσιμα διατείνεται περί ανάληψης από την Εταιρεία υποχρέωσης συντήρησης του καλαθοφόρου οχήματος ή πλατφόρμας. Σε ό,τι αφορά τις παραγράφους 10 μέχρι 12 της επιδιωκόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης σημειώνει ότι αυτές είναι αβάσιμες και παραπλανητικές και αφορούν νομικά θέματα και ερμηνεία νόμων. Η αναφορά της παραγράφου 10 στο Τεκμήριο 1 – το οποίο αφορά φερόμενη ως ανακοίνωση του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας που εκδόθηκε 3 χρόνια μετά το επίδικο εργατικό ατύχημα, χωρίς οποιαδήποτε σύνδεση, σχέση ή αναφορά σε αυτό – δεν είναι σχετική με τα επίδικα θέματα της αγωγής και επιπλέον, ως αναφέρει, θα μπορούσε να είχε συμπεριληφθεί στην αίτηση για έκδοση ειδοποίησης προσεπίκλησης τριτοδιαδίκου. Η επιδιωκόμενη συμπερίληψη της σε αυτό το στάδιο συνιστά προσπάθεια κάλυψης κενών πρωθύστερα, αφότου ήδη εξασφάλισε μονομερώς διάταγμα του Δικαστηρίου για προσεπίκληση της Εταιρείας ως τριτοδιαδίκου. Η αναφορά στο Τεκμήριο 2, το οποίο αποτελεί Κανονιστική Διοικητική Πράξη δεν έχει χώρο σε ένορκη δήλωση ενώ η αναφορά στο Τεκμήριο 3, στο οποίο φέρεται να επισυνάπτεται αντίγραφο της ιστοσελίδας του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας καθώς και η παράγραφος 11 αφορούν το νέο νομοθετικό πλαίσιο που ψηφίστηκε το 2021, δηλαδή 3 χρόνια μετά το επίδικο εργατικό ατύχημα χωρίς να γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στο νομοθετικό πλαίσιο που ίσχυε κατά το χρόνο που επισυνέβη το επίδικο εργατικό ατύχημα.
Στην παράγραφο 12 της ένορκης δήλωσης της ΧΠ σύμφωνα με τον ΑΣ προβάλλεται νομική επιχειρηματολογία ως προς το νέο νομοθετικό πλαίσιο το οποίο δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας το 2021. Πέραν του ότι καμία σχέση δεν έχει μια τέτοια Κανονιστική Διοικητική Πράξη με το επίδικο εργατικό ατύχημα που έλαβε χώρα τρία χρόνια προηγουμένως, το 2018, ουδεμία αναφορά γίνεται στην εν λόγω παράγραφο στο νομοθετικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο του επίδικου εργατικού ατυχήματος. Η αναφορά της ΧΠ περί κατ’ ισχυρισμό απόκρυψης του νομοθετικού πλαισίου δεν ισχύει και κανένα θέμα απόκρυψης δεν δύναται να εγερθεί τη στιγμή που η Εναγόμενη είχε την ευκαιρία να τοποθετηθεί επί αυτού προτού η Εταιρεία καταχωρήσει την ένσταση της στην αίτηση της Εναγόμενης για έκδοση οδηγιών τριτοδιαδίκου. Αναφέρει επίσης ότι στο Τεκμήριο 4 της επιδιωκόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης επισυνάπτεται αντίγραφο πιστοποίησης σε σχέση με ένα γερανό, όχι το επίδικο καλαθοφόρο όχημα ή πλατφόρμα και είναι άσχετο με τα επίδικα θέματα. Η Εναγόμενη παραλείπει να παρουσιάσει πιστοποιητικό επιθεώρησης του καλαθοφόρου οχήματος και της πλατφόρμας για την επίδικη περίοδο του εργατικού ατυχήματος το 2018, που είχε υποχρέωση να εξασφαλίσει, ειδικά μετά και τις επανειλημμένες προτροπές της Εταιρείας. Οι παράγραφοι 13, 14, 16 και 17 της επιδιωκόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης της ΧΠ συνιστούν νομική επιχειρηματολογία και η παράγραφος 15 και το Τεκμήριο 5 στο οποίο γίνεται αναφορά σε αυτή ουδεμία σχέση έχουν με τα επίδικα θέματα της Αγωγής. Επαναλαμβάνει ότι η Εταιρεία ουδέποτε ανέλαβε να συντηρεί ή ελέγχει την επίδικη πλατφόρμα, εξ ου και ουδέποτε έλαβε το εγχειρίδιο αυτής. Η αλληλογραφία που παρουσιάζεται αφορά άλλη πλατφόρμα και όχι την επίδικη, ως επίσης αφορά προσφορά για επιδιόρθωση της άπαξ και όχι συντήρηση της.
ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Η Δ.48 Θ.4(2) προνοεί τα ακόλουθα:
«Το Δικαστήριο ή Δικαστής, μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα, μπορεί, για καλό λόγο, να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικών ένορκων δηλώσεων. Η ακρόαση της αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.»
Το κατά πόσο θα δοθεί άδεια σε ένα διάδικο να καταχωρήσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση εμπίπτει στην σφαίρα της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου (Βλ. Αναφορικά με την αίτηση των Φιλόκυπρου Ματθαίου και άλλων (2008) 1 ΑΑΔ 510). Το Δικαστήριο θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει καλός λόγος ώστε να δοθεί άδεια για την καταχώρηση της ένορκης δήλωσης. Ο «καλός λόγος» δεν ερμηνεύεται στην πιο πάνω διάταξη, είναι όμως άρρηκτα συνυφασμένος με τη φύση της αίτησης, τις ιδιαιτερότητες της και το είδος των θεραπειών που αυτή επιζητεί και θα πρέπει να αποφασίζεται σε συνάρτηση με το δικαίωμα των διαδίκων να θέσουν ενώπιον του Δικαστηρίου το σχετικό αναγκαίο μαρτυρικό υλικό πριν την ακρόαση της αίτησης.
Η καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης δεν είναι δυνατό να εγκριθεί όπου περιέχει απλή επανάληψη των όσων αναφέρονται στην αρχική ένορκη δήλωση (Βλ. Παπακόκκινου κ.α ν Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (Αρ.1) (2012)1 Α.Α.Δ.643).
Όταν δεν έχει εκδοθεί μονομερώς οποιοδήποτε διάταγμα, πιο εύκολα μπορεί να ικανοποιηθεί η προϋπόθεση της ύπαρξης καλού λόγου για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Η ένορκη δήλωση που για καλό λόγο μπορεί να επιτραπεί να καταχωριστεί, δεν περιορίζεται ούτε στο να συμπληρώσει την αρχικά καταχωρηθείσα, έννοια μάλλον ενστάσιμη καθ' όσον αφορά την περίπτωση που ενδιάμεσο διάταγμα έχει εξασφαλιστεί στη βάση της αρχικής, ούτε και στο να απαντήσει σε ζήτημα που εγείρεται στην ένσταση. Είναι μια επιπρόσθετη ένορκη δήλωση που αφορά σε κάτι το οποίο είναι ορθό και δίκαιο να τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου.
Στην απόφαση Α. Messios & Sons Ltd κ.α ν Ανδρέα Λεωνίδου (2010) 1 Α.Α.Δ. 1195 συνοψίζονται στοιχεία που λαμβάνει υπόψη του το Δικαστήριο για την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας σύμφωνα με τη Δ.48, Θ.4(2):
«Κατά την εκτίμηση μας τα στοιχεία που επιθυμούν να θέσουν ενώπιον του δικαστηρίου, οι εφεσείοντες-αιτητές, με τις δύο ένορκες δηλώσεις για τις οποίες ζητούν την άδεια του δικαστηρίου να καταχωρήσουν, είναι στοιχεία που σχετίζονται με τους ισχυρισμούς και τις θέσεις που πρόβαλε ο εφεσίβλητος-καθ' ου η αίτηση στην αρχική του ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της ένστασης στην αίτηση επαναφοράς της έφεσης. Δεν πρόκειται, κατά τη κρίση μας, για ανεπίτρεπτη μαρτυρία ούτε για επανάληψη των αρχικών ισχυρισμών των εφεσειόντων, αλλά για διευκρινίσεις και ισχυρισμούς που είναι επιθυμητό να επιτραπεί στους εφεσείοντες-αιτητές να προβάλουν, ώστε το δικαστήριο να έχει ενώπιον του ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα των γεγονότων».
Υπό το ίδιο πρίσμα αντικρίστηκε το ζήτημα από τον κ. Α. Λιάτσο, Π.Ε.Δ. (ως ήταν τότε) στην αγωγή αρ. 7744/11 Ε.Δ. Λευκωσίας Alpha Bank Ltd v E.E ΑΓΙΑ-ΑΝΝΑ 2008 ΛΤΔ κ.α. απόφαση ημερ. 13.05.2013:
«Αφορά αίτημα για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, κατ’ ακολουθία της Δ.48 θ.4(2) των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.
Η παράθεση του σκοπού θέσπισης της εν λόγω Διάταξης θα οδηγήσει, θεωρώ, στην ευκολότερη κατάληξη του Δικαστηρίου. Μέσω της πιο πάνω Διάταξης παρέχεται η εξουσία στο Δικαστήριο, στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, να επιτρέπει την καταχώριση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα και δεδομένου ότι έχει στοιχειοθετηθεί «καλός λόγος». Στόχος αυτής της διάταξης είναι η παροχή της δυνατότητας μέσω συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων για ολοκληρωμένη παρουσίαση της αίτησης ή ένστασης αντίστοιχα, ούτως ώστε να καθίσταται δυνατή και η ακρόαση σε ό,τι αφορά τη διαφορά, αφού όλα τα γεγονότα τα οποία κρίνονται αναγκαία για στήριξη των εκατέρωθεν θέσεων τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου».
Δεν μπορεί να καθοριστεί εξαντλητικά τι είναι ορθό και δίκαιο να τεθεί, στην κάθε περίπτωση, υπόψη του Δικαστηρίου και συνεπώς τι συνιστά «καλό λόγο». Πέραν των βασικών αρχών τα επί μέρους κριτήρια είναι αμέτρητα, όσα και η ποικιλία των περιστάσεων της κάθε υπόθεσης.
Οι συνήγοροι αγόρευσαν θέτοντας στο Δικαστήριο τις αντίστοιχες θέσεις τους, τις οποίες έχω υπόψη και θα σταθώ σ' αυτές στη συνέχεια όπου κρίνω αναγκαίο.
Κρίνω σκόπιμο στο στάδιο αυτό να αναφέρω σε συντομία το ιστορικό της υπόθεσης. Στις 13.10.2021 καταχωρήθηκε από την Αιτήτρια και εγκρίθηκε αίτηση για άδεια προσεπίκλησης τριτοδιαδίκου. Ακολούθως, στις 22.2.2022 η Αιτήτρια καταχώρησε αίτηση για έκδοση οδηγιών μεταξύ εναγόμενου και τριτοδιάδικου, με βάση τη Δ.10 Θ.7 στην οποία η Καθ’ ης η αίτηση καταχώρησε ένσταση. Η παρούσα καταχωρήθηκε στα πλαίσια της αίτησης για έκδοση οδηγιών.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Καθοδηγούμενη από το πιο πάνω νομικό πλαίσιο θα προχωρήσω να εξετάσω την αίτηση σε συνδυασμό με τους λόγους ένστασης. Στην αγόρευση τους οι συνήγοροι της Αιτήτριας εισηγούνται ότι με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση επιχειρούν να θέσουν ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα τα οποία αντικρούουν παραπλανητικούς ισχυρισμούς οι οποίοι τέθηκαν στην ένορκη δήλωση στην ένσταση της Καθ’ ης η αίτηση ούτως ώστε το Δικαστήριο να έχει ενώπιον του ορθή και ολοκληρωμένη εικόνα των γεγονότων. Από την άλλη ο συνήγορος της Καθ’ ης η αίτηση αντιτείνει ότι δεν υφίσταται καλός λόγος που να δικαιολογεί την έγκριση της αίτησης. Σύμφωνα με τη θέση του επιχειρείται να προσαχθεί με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση νομική επιχειρηματολογία και μη σχετική μαρτυρία και γίνεται προσπάθεια αλλοίωσης της εικόνας που δόθηκε στο Δικαστήριο κατά την έκδοση του Διατάγματος προσεπίκλησης διαδίκου μονομερώς κάτι που είναι ανεπίτρεπτο, ως εισηγήθηκε, σε περιπτώσεις έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων.
Η συμπληρωματική δήλωση της Αιτήτριας εστιάζεται σε τρία σημεία.
Το πρώτο αφορά τη θέση της Καθ’ ης η αίτηση στην ένσταση της στην αίτηση για οδηγίες σε σχέση με τη διαδικασία τριτοδιαδίκου, ότι ουδέποτε υπήρξε σύμβαση μεταξύ της και της Αιτήτριας για την επιδιόρθωση του επίδικου ανυψωτικού καλαθοφόρου. Επιχειρείται, σύμφωνα με την εισήγηση των συνηγόρων της Αιτήτριας διόρθωση της λανθασμένης εικόνας που δίδεται σχετικά με το πιο πάνω θέμα, μέσω των παραγράφων 6 - 9 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Διαπιστώνω ότι τα πιο πάνω στοιχεία που η Αιτήτρια επιθυμεί να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση σχετίζονται με την εκδίκαση της υπό κρίση αίτησης και αποτελούν απάντηση σε συγκεκριμένη θέση της Καθ' ης η αίτηση. Επιπλέον, είναι απαραίτητα για να έχει το Δικαστήριο ενώπιον του ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα των γεγονότων που περιβάλλουν την ύπαρξη συμβατικής σχέσης στα πλαίσια εξέτασης της εκκρεμούσας κυρίως αίτησης.
Το δεύτερο ζήτημα που η Αιτήτρια επιθυμεί να περιλάβει στην προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση της με τις παραγράφους 10 – 13 αφορά το γεγονός ότι κατά τον χρόνο του ατυχήματος δεν υπήρχε νομοθετικό πλαίσιο για την πιστοποίηση των καλαθοφόρων, με σκοπό να απαντήσει στον ισχυρισμό της Καθ’ ης η αίτηση ότι η Αιτήτρια δεν πήρε το επίδικο όχημα για έλεγχο από Αρμόδιο φορέα (παράγραφοι 42 - 52 της ένορκης δήλωσης στην ένσταση ). Έχω την άποψη ότι η ύπαρξη ή μη νομοθετικού πλαισίου, κατά τον επίδικο χρόνο του ατυχήματος, για την πιστοποίηση καλαθοφόρων οχημάτων και δη εξουσιοδοτημένου ελεγκτή είναι αναγκαίο και σχετικό στοιχείο να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου προς διευκρίνιση και ή απάντηση στον ισχυρισμό της Καθ’ ης η αίτηση.
Ερχόμενη στο τρίτο ζήτημα, η Αιτήτρια επιχειρεί μέσω της παραγράφου 15 της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης της να αναιρέσει τον ισχυρισμό της Καθ’ ης η αίτηση ότι η Αιτήτρια δεν της έδωσε το εγχειρίδιο για το επίδικο καλαθοφόρο και κατ’ επέκταση δεν φέρει ευθύνη για τη συντήρηση του. Μέσω των όσων αναφέρει και ειδικότερα του Τεκμηρίου που επισυνάπτει προσπαθεί να καταδείξει πως δεν ισχύει τέτοια πρακτική αφού σε προηγούμενη περίπτωση η Καθ’ ης η αίτηση είχε εξεύρει το ανάλογο εγχειρίδιο με δική της πρωτοβουλία. Κρίνω συνεπώς σχετικά τα γεγονότα που επιχειρεί να παρουσιάσει η Αιτήτρια τα οποία συμπληρώνουν την εικόνα των στοιχείων που θα μπορεί να λάβει υπόψη το Δικαστήριο κρίνοντας την κυρίως αίτηση.
Δεν διαπιστώνω ότι τα όσα πιο πάνω προσπαθεί να προσθέσει με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση της η Αιτήτρια συνιστούν ανεπίτρεπτη νομική επιχειρηματολογία ή ανεπίτρεπτη μαρτυρία αλλά γεγονότα τα οποία είναι ορθό και δίκαιο να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Τα πιο πάνω θέματα είναι σχετικά με τα όσα εγείρονται στην αίτηση για οδηγίες τριτοδιαδίκου και είναι ισχυρισμοί ιδιαίτερα σημαντικοί και απαραίτητοι για να έχει το Δικαστήριο ενώπιον του ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα των γεγονότων σε σχέση με την εκκρεμούσα αίτηση. Κρίνω συνεπώς ότι έχει στοιχειοθετηθεί καλός λόγος σύμφωνα με τη νομολογία μας.
Περαιτέρω, θεωρώ ότι είναι προφανές ότι ο κανόνας που αναφέρεται στην υπόθεση Stavros Georghiou & Son (Scrap Metals) Ltd v. Του Πλοίου LIPA Σημαίας Μάλτας (2001) 1 A.A.Δ. 1220 ότι δηλαδή «δεν επιτρέπεται η επανόρθωση παράλειψης πρωθύστερα έτσι ώστε να μεταβληθεί η εικόνα που δόθηκε πρωταρχικά στο δικαστήριο» εφαρμόζεται σε περιπτώσεις προσωρινών διαταγμάτων στη βάση του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, όπου η προστασία εξασφαλίζεται μονομερώς και έτσι δεν τυγχάνει εφαρμογής σε διαταγή προσεπίκλησης τριτοδιαδίκου. Για τον πιο πάνω λόγο δεν συμφωνώ με την εισήγηση του συνηγόρου της Καθ’ ης η αίτηση ότι με την καταχώρηση της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης η Αιτήτρια επιχειρεί να καλύψει κενά ή να αλλοιώσει τη μαρτυρία που δόθηκε στη διαδικασία προσεπίκλησης τριτοδιαδίκου.
Εξετάζοντας, επομένως, όλα τα γεγονότα της υπόθεσης όπως εκτέθηκαν πιο πάνω σωρευτικά κρίνω ότι αποτελούν καλό λόγο για να δοθεί άδεια καταχώρησης Συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης σε συνάρτηση βέβαια με το γενικότερο δικαίωμα κάθε διάδικου να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου όλο, το κατά την άποψη του αναγκαίο υλικό ή επιθυμητό υπόβαθρο πριν την ακρόαση της αίτησης.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η αίτηση εγκρίνεται.
Δίδεται άδεια παρουσίασης της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης ως το Τεκμήριο 1, η οποία να καταχωριστεί εντός 10 ημερών από σήμερα και να παραδοθεί αντίγραφο στην Καθ’ ης η αίτηση.
Τα έξοδα της Αίτησης επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.): ………………………….
Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο