TA MERΙ FINANCE PVT. LTD ν. IGNACAR SALES LTD κ.α., Αρ. Αγωγής: 589/2023, 3/12/2023
print
Τίτλος:
TA MERΙ FINANCE PVT. LTD ν. IGNACAR SALES LTD κ.α., Αρ. Αγωγής: 589/2023, 3/12/2023

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ  ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  ΛΑΡΝΑΚΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ.  ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Α.Ε.Δ.                                                                                            

 

     Αρ. Αγωγής:  589/2023(i)

 

Μεταξύ:

 

TA MERΙ FINANCE PVT. LTD                     

                                                                                                                       Ενάγουσα/Αιτήτρια

και

 

  1. IGNACAR SALES LTD
  2. Γεώργιος Ιγνατίου

3.    Παναγιώτα Μιχαήλ

Εναγόμενοι / Καθ΄ ων η αίτηση

 

Αίτηση ημερ. 3/8/23 για καταχώριση συμπληρωματικής ενόρκου δηλώσεως

 

Ημερομηνία:  4  Δεκεμβρίου, 2023

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα – Aιτήτρια:  κ. Μάρκος Δημοσθένους για Π.Ν.ΚΟΥΡΤΕΛΛΟΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ

Για  Εναγόμενους  - Καθ΄ ων η αίτηση: κος Πιέρος Ζαπούνη

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την παρούσα αγωγή η οποία καταχωρήθηκε με γενικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, η Ενάγουσα αξιώνει εναντίον των Εναγομένων ποσά οφειλόμενα δυνάμει συμφωνιών δανείου και συμφωνιών και/ή επιστολών ανάληψης υποχρέωσης καθώς και  αποζημιώσεις για ζημιά που υπέστη ως αποτέλεσμα δόλου και/ή απάτης. Αξιώνει επίσης διατάγματα και αναγνωριστικές αποφάσεις σε σχέση με έγγραφα και οχήματα που αφορούν τις επίδικες συναλλαγές. Παράλληλα με την καταχώρηση του κλητηρίου η Ενάγουσα καταχώρησε μονομερή αίτηση για προσωρινά διατάγματα, και το Δικαστήριο έκδωσε κάποια εξ’ αυτών, ειδικότερα, διατάγματα που να απαγορεύουν στους Εναγόμενους να πωλήσουν, επιβαρύνουν, αποξενώσουν, μεταβιβάσουν ή δωρίσουν συγκεκριμένα οχήματα  και να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια ή διάβημα για την ανάκτηση συγκεκριμένου οχήματος στην κατοχή των Εναγόντων.

 

Με αυτή την αίτηση ζητείται άδεια του Δικαστηρίου με την οποία να επιτρέπεται η καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης της Μιράντας Κωνσταντίνου (ΜΚ).

 

Η αίτηση εδράζεται επί των Δ.39 ΘΘ. 1 - 21, Δ.48, ΘΘ. 1, 2, 3, 4 (2), 9, Δ.50, Δ.51, Δ.58, Θ.Θ.1-3 και Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, στα Άρθρα 21, 29 - 32 και 68 του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν. 14/60, στα Άρθρα 4, 5, 7 και 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, στο Άρθρο 5 του περί Επισήμων Γλωσσών της Δημοκρατίας Νόμου, Ν. 67/88, στα Άρθρα 3 και 7 του ΚΕΦ. 9, και στο Άρθρο 30 του Συντάγματος, Άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, στο κοινοδίκαιο και το δίκαιο της επιείκειας (equity law), τις συμφυείς και εγγενείς εξουσίες και διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, την πρακτική και τη νομολογία.

 

Τα γεγονότα στα οποία βασίζεται η Αίτηση εκτίθενται στην Ένορκη Δήλωση ημερομηνίας 03/07/2023 της ΜΚ. Ως αναφέρει η ενόρκως δηλούσα, είναι Αναπληρωματική Διευθύνων Σύμβουλος, των Εναγόντων - Αιτητών και είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη από τους Ενάγοντες - Αιτητές («οι Αιτητές») όπως προβεί στην Ένορκη Δήλωση εκ μέρους και για λογαριασμό τους. Έχει προσωπική γνώση των γεγονότων που αναφέρει, όσα δε γεγονότα δεν εμπίπτουν στην προσωπική της  γνώση είναι αληθινά, εξ όσων πληροφορείται από τους Αιτητές, τους δικηγόρους αυτών που χειρίζονται προσωπικά την παρούσα υπόθεση ειδικά σε σχέση με την νομική πτυχή των διαφόρων θεμάτων καθώς και από διάφορα έγγραφα που τέθηκαν υπόψη της και που αφορούν την παρούσα υπόθεση. Αποκαλύπτει δε την πηγή γνώσης της σε κάθε άλλη περίπτωση.

 

Για σκοπούς της παρούσας υιοθετά και επαναλαμβάνει την Ένορκη Δήλωση της, ημερ. 10/05/2023 (στο εξής «η αρχική Ε.Δ.»), η οποία έχει καταχωρηθεί στα πλαίσια της παρούσας Αγωγής και υποστηρίζει την Μονομερή Αίτηση για την έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων. Το διάβημα το οποίο η παρούσα ένορκη δήλωση υποστηρίζει σκοπεί στη λήψη άδειας του Δικαστηρίου για την καταχώρηση Επιπρόσθετης και/ή Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης (στο εξής «Σ.Ε.Δ.») στην αρχική  Ε.Δ.. Επισυνάπτεται προσχέδιο της σκοπούμενης Σ.Ε.Δ. ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ «1». Ως  πρόσθετα αναφέρει η ενόρκως δηλούσα, υπέρ της αδείας συνηγορεί η αναγκαιότητα να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα τα οποία έλαβαν χώρα μετά την καταχώρηση της Μονομερούς Αίτησης ημερομηνίας 10/05/2023 και τα οποία η Αιτήτρια έχει υποχρέωση να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου ως ο διάδικος που ζήτησε την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου προς όφελος της μονομερώς και έχει εξασφαλίσει ενδιάμεσο απαγορευτικό διάταγμα του Δικαστηρίου στα πλαίσια της παρούσας Αγωγής.

 

Είναι η εισήγηση της ότι οι Αιτητές έχουν συνεχή υποχρέωση να ενημερώνουν το Δικαστήριο για όσα γεγονότα έχουν λάβει και λαμβάνουν χώραν μετά την έκδοση του μονομερώς εκδοθέντος διατάγματος. Ειλικρινά φρονεί ότι υπάρχει καλός λόγος για τον οποίο η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να ασκηθεί υπέρ της Αιτήτριας, εφόσον σκοπός της σκοπούμενης Σ.Ε.Δ. είναι η συμμόρφωση της Αιτήτριας με τη συνεχή υποχρέωση η οποία την βαραίνει.

 

Περαιτέρω η ανάγκη για Σ.Ε.Δ. υπό τις περιστάσεις προκύπτει επίσης όχι για να προστεθούν ισχυρισμοί γεγονότων αλλά να απαντηθούν ισχυρισμοί οι οποίοι εκτίθενται στις Ένορκες Δηλώσεις του Γεώργιου Ιγνατίου ημερομηνίας 01/06/2023 και της Παναγιώτας Μιχαήλ ημερομηνίας 01/06/2023, οι οποίες συνοδεύουν την Ειδοποίηση Πρόθεσης Ένστασης των Καθ’ ων η Αίτηση της ημερομηνίας 06/06/2023 σε συνάρτηση με τα γεγονότα που ακολούθησαν την έκδοσης μονομερώς διαταγμάτων.

 

Είναι η θέση της ενόρκως δηλούσας ότι μέσω της εισαγωγής της Σ.Ε.Δ. επιδιώκεται η έκθεση της αλήθειας των  γεγονότων  κατ’ αντίθεση της εκδοχής ορισμένων γεγονότων ως τα εκθέτουν συμπληρωματικά οι Καθ’ ων η Αίτηση. Μάλιστα δε οι Αιτητές δεν ανέμεναν ούτε και μπορούσαν να προβλέψουν τέτοια ανάγνωση γεγονότων ως αυτά εκτίθενται από τους Καθ’ ων η Αίτηση. Είναι απαραίτητο, εισηγείται, όπως προσκομισθεί η εν λόγω μαρτυρία διά της σκοπούμενης Σ.Ε.Δ. ούτως ώστε το Δικαστήριο να έχει ενώπιον του τα περιστατικά ως έχουν στην εντέλεια τους και αντιστοίχως να τύχουν απάντησης ορισμένοι εκ των ισχυρισμών των Καθ’ ων η Αίτηση. Η Αιτήτρια δεν επιδιώκει μέσω της Σ.Ε.Δ. να προσθέσει γεγονότα που να αλλοιώνουν τα όσα έχουν ήδη τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου ή να επανορθώσει τυχόν παράλειψη της.

 

Ενδεικτικά σε ότι αφορά την ικανοποίηση της προϋπόθεσης του «καλού λόγου» αναφέρει τα ακόλουθα:

 

       i.        Τα όσα επιχειρούνται να εισαχθούν διά της σκοπούμενης Σ.Ε.Δ. αποτελούν μαρτυρία που αποσκοπεί να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα τα οποία έχουν λάβει χώραν σε χρόνο μεταγενέστερο της έκδοσης του απαγορευτικού διατάγματος ημερ. 12/05/2023, προκειμένου να βοηθήσει το Δικαστήριο να στηριχθεί κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασία σε όλα τα σχετικά γεγονότα που αφορούν την παρούσα διαδικασία.

 

      ii.        Η Αιτήτρια δεν επιχειρεί να επανορθώσει παράλειψη πληροφόρησης με σκοπό να μεταβάλει ή να αλλοιώσει την εικόνα που δόθηκε αρχικά στο Δικαστήριο, αλλά να αποσείσει το αυξημένο βάρος το οποίο φέρουν ως οι διάδικοι προς όφελος των οποίων ασκήθηκε μονομερώς η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.

 

     iii.        Η Αιτήτρια δεν επιχειρεί να επανορθώσει παράλειψη πληροφόρησης κατά τρόπο πρωθύστερο με σκοπό να μεταβάλει ή να αλλοιώσει την εικόνα που δόθηκε πρωταρχικά στο Δικαστήριο.

 

Σε περίπτωση καταχώρησης Σ.Ε.Δ., οι Καθ’ ων η Αίτηση ουδεμία ζημιά θα υποστούν, εφόσον η αίτηση την οποία η παρούσα ένορκη δήλωση υποστηρίζει καταχωρείται εγκαίρως. 

 

Αποτελεί εισήγηση της ενόρκως δηλούσας ότι το παρόν δικονομικό διάβημα ουδόλως αποτελεί παρακώλυση της εκκρεμούσης διαδικασίας ενδιάμεσης φύσης, αφού τείνει να προασπίσει τα συμφέροντα της Αιτήτριας, να παραθέσει την ακριβή εικόνα των περιστατικών και συμβάλει στην ορθή απονομή δικαιοσύνης.

 

Οι Εναγόμενοι/ Καθ’ ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση  στην Αίτηση.

 

Η ένσταση βασίζεται στην ίδια νομική βάση με την Αίτηση καθώς και σε πληθώρα άλλων νομοθετικών και Κανονιστικών Διατάξεων.

 

Οι  λόγοι της ένστασης είναι, αυτούσιοι, οι ακόλουθοι:

 

1. Η αίτηση των αιτητών ημερ. 03/08/2023 και η συμπληρωματική ένορκη δήλωση υποστήριξης αυτής ημερομηνίας 03/08/2023 είναι παράτυπη ή/και αντικανονική ή/και νομικά ανυπόστατη και/ή νομικά αβάσιμη ή/και ανεδαφική και/ή τα αιτούμενα διατάγματα δεν μπορούν να εκδοθούν και θα πρέπει να απορριφθεί γιατί στηρίζεται σε λανθασμένη βάση ή/και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα ή/και αποτελούν ψευδείς ισχυρισμούς της Αιτήτριας για να παραπλανήσει το Δικαστήριο στην έκδοση του προσωρινού Διατάγματος ή/και η Αιτήτρια απέκρυψε ουσιώδη γεγονότα τα οποία γνώριζε ή/και όφειλε να γνωρίζει.

 

2. Η Αίτηση των Αιτητών θα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη γιατί δεν εισάγει καλό λόγο για παραχώρηση άδειας συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.

 

3.  Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις οι προϋποθέσεις ή/και επιταγές του Νόμου και της Νομολογίας για να επιτραπεί από το Σεβαστό Δικαστήριο η προσαγωγή της σκοπούμενης μαρτυρίας.

 

4.  Η αίτηση των Αιτητών θα πρέπει να απορριφθεί γιατί στηρίζεται σε μαρτυρία η οποία μπορούσε να παρουσιαστεί με την αίτηση ημερ. 10/05/2023. Δεν παρέχει καμία και/ή ικανοποιητική εξήγηση για τους λόγους που δεν ανέφερε τα ανωτέρω γεγονότα κατά το στάδιο της αίτησης του. Οι ενάγοντες απέκρυψαν όλα τα πραγματικά γεγονότα από το Δικαστήριο ή/ και δεν αποκάλυψαν τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπόθεση ή/ και δεν προσήλθαν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια (with clean hands).

 

5. Η αιτήτρια επικαλείται ισχυριζόμενα γεγονότα στην ένορκη δήλωση της η οποία συνοδεύει την ενδιάμεση αίτηση της ημερομηνίας 10/05/2023 και στην οποία εμπεριέχονται ψευδείς και ανυπόστατοι ισχυρισμοί οι οποίοι δεν ευσταθούν και δεν είναι σε θέση να τους αποδείξει.

 

6. Δεν αναφέρεται στην αίτηση και στην ένορκο δήλωση τι πραγματικά επιζητείται με την Συμπληρωματική ένορκο δήλωση.

 

7. Δεν προέκυψαν γεγονότα μετά την καταχώρηση της αίτησης ημερ. 10/05/2023 που να δικαιολογούν επιπρόσθετη μαρτυρία.

 

8. Οι ενόρκως δηλούντες προβαίνουν σε ενόρκους δηλώσεις, σε σχόλια και επιχειρήματα που είναι άσχετα με τους σκοπούς της παρούσης αίτησης ή/και θέλουν να παρουσιάσουν μαρτυρία που εναπόκειται στην κυρίως αγωγή.

 

9.  Οι ενόρκως δηλούντες προβαίνουν σε ενόρκους δηλώσεις και σχολιάζουν τις θέσεις των καθ’ ων η αίτηση, γεγονός που είναι διαδικαστικά απαράδεκτο και έξω από τους σκοπούς της παρούσας αίτησης.

 

10. Δεν δικαιολογείται η έκδοση τους και αν η αίτηση των Αιτητών γίνει δεκτή, τότε θα βλάψει ανεπανόρθωτα τα δικαιώματα των καθ’ ων η αίτηση.

 

11. Γενικά η αίτηση είναι νομικά και πραγματικά ανυπόστατη, παράτυπη και νομικά αστήρικτη και ως τέτοια είναι έκθετη σε απόρριψη ή/και για τί δεν εξυπηρετεί κανένα συμφέρον για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.

 

12. Δεν αποκαλύπτονται ούτε στοιχειοθετούνται επαρκείς λόγοι για τον νομικό και πραγματικό βάσιμο της αίτησης.

 

13. Η μαρτυρία που ζητείται να προσκομιστεί με την αίτηση προσαγωγής μαρτυρίας δεν είναι αναγκαία και/ή ουσιώδης ή/και δεν επιτελεί κανένα σκοπό και/ή δεν προσκομίζεται για να αποδείξει κανένα γεγονός.

 

14. Τα τεκμήρια 1-3 που επιδιώκει να προσαγάγει με την συμπληρωματική του ένορκη δήλωση ο Αιτών, δεν αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες επιτυχίας της αίτησης του και\ή δεν αποδεικνύει τους ισχυρισμούς του και/ή  δεν ενισχύει τις θέσεις που εκ των υστέρων προέβαλλε και/ή τους λόγους που εκ των υστέρων επικαλέστηκε.

 

15. Η παρούσα αίτηση αποσκοπεί στην καθυστέρηση ή/και στην κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.

 

Τα γεγονότα της  ένστασης στηρίζονται στην ένορκη δήλωση του Γιώργου Ιγνατίου (ΓΙ) εναγόμενου/ καθ΄ ου η αίτηση 2 και διευθυντή της εναγόμενης/ καθ’ ης η αίτηση 1 ο οποίος αναφέρει ότι γνωρίζει πολύ καλά και από προσωπική γνώση τα γεγονότα που αναφέρει ενώ για τα υπόλοιπα εξειδικεύει την πηγή της γνώσης του. Για όσα θέματα είναι νομικής φύσης έλαβε σχετική συμβουλή από τους δικηγόρους του. Ο ενόρκως δηλών στην ουσία υιοθετεί και επαναλαμβάνει τους λόγους ένστασης του, προσθέτοντας ότι  η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος  δεν δικαιολογείται και ότι το διάταγμα ζητείται για σκοπούς πίεσης ή και εκμαίευσης οικονομικού οφέλους εις βάρος της εναγόμενης ή/και ότι η αίτηση καταχωρείται καταχρηστικά. Εισηγείται επίσης ότι η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα ανατρέπει την πρότερα κατάσταση (status quo ante) εις βάρος των συμφερόντων και των δικαιωμάτων του καθ’ ου η αίτηση. Είναι επίσης η θέση του ότι η μαρτυρία που ζητείται να προσκομιστεί με την αίτηση δεν είναι αναγκαία και/ή ουσιώδης ή/και δεν επιτελεί κανένα σκοπό και/ή δεν προσκομίζεται για να αποδείξει κανένα γεγονός. Τα τεκμήρια 1-3 που επιδιώκει να προσαγάγει με την συμπληρωματική της ένορκη δήλωση η Αιτήτρια, δεν αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες επιτυχίας της αίτησης της και/ή δεν αποδεικνύει τους ισχυρισμούς της και/ή δεν ενισχύει τις θέσεις που εκ των υστέρων πρόβαλε και/ή τους λόγους που εκ των υστέρων επικαλέστηκε.

 

Καταλήγει ότι δεν είναι δίκαιο και εύλογο να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της νομοθεσίας και νομολογίας για να επιτραπεί από το Δικαστήριο η προσαγωγή της σκοπούμενης μαρτυρίας προσθέτοντας ότι, άνευ βλάβης των πιο πάνω, σε περίπτωση που γίνει δεκτό το αίτημα της αιτήτριας για προσαγωγή μαρτυρίας, ο δικηγόρος του θα αντεξετάσει τους μάρτυρες αναφορικά με το περιεχόμενο της συμπληρωματικής μαρτυρίας τους.

 

ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

 

Η Δ.48 Θ.4(2) προνοεί τα ακόλουθα:

 

«Το Δικαστήριο ή Δικαστής, μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα, μπορεί, για καλό λόγο, να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικών ένορκων δηλώσεων. Η ακρόαση της αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.»

 

           Το κατά πόσο θα δοθεί άδεια σε ένα διάδικο να καταχωρήσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση εμπίπτει στη σφαίρα της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου (Βλ. Αναφορικά με την αίτηση των Φιλόκυπρου Ματθαίου και άλλων (2008) 1 ΑΑΔ 510). Το Δικαστήριο θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει καλός λόγος ώστε να δοθεί άδεια για την καταχώρηση της ένορκης δήλωσης. Ο «καλός λόγος» δεν ερμηνεύεται στην πιο πάνω διάταξη, είναι όμως άρρηκτα συνυφασμένος με τη φύση της αίτησης, τις ιδιαιτερότητες της και το είδος των θεραπειών που αυτή επιζητεί και θα πρέπει να αποφασίζεται σε συνάρτηση με το δικαίωμα των διαδίκων να θέσουν ενώπιον του Δικαστηρίου το σχετικό αναγκαίο μαρτυρικό υλικό πριν την ακρόαση της αίτησης.

 

Η καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης δεν είναι δυνατό να εγκριθεί όπου περιέχει απλή επανάληψη των όσων αναφέρονται στην αρχική ένορκη δήλωση (Βλ. Παπακόκκινου κ.α ν Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (Αρ.1) (2012)1 Α.Α.Δ.643).

 

Όταν δεν έχει εκδοθεί μονομερώς οποιοδήποτε διάταγμα, πιο εύκολα μπορεί να ικανοποιηθεί η προϋπόθεση της ύπαρξης καλού λόγου για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Η ένορκη δήλωση που για καλό λόγο μπορεί να επιτραπεί να καταχωριστεί, δεν περιορίζεται ούτε στο να συμπληρώσει την αρχικά καταχωρηθείσα, έννοια μάλλον ενστάσιμη καθ' όσον αφορά την περίπτωση που ενδιάμεσο διάταγμα έχει εξασφαλιστεί στη βάση της αρχικής, ούτε και στο να απαντήσει σε ζήτημα που εγείρεται στην ένσταση.  Είναι μια επιπρόσθετη ένορκη δήλωση που αφορά σε κάτι το οποίο είναι ορθό και δίκαιο να τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου. 

 

         Στην απόφαση Α. Messios & Sons Ltd κ.α ν Ανδρέα Λεωνίδου (2010) 1 Α.Α.Δ. 1195  συνοψίζονται στοιχεία που λαμβάνει υπόψη του το Δικαστήριο για την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας σύμφωνα με τη Δ.48, Θ.4(2):

 

«Κατά την εκτίμηση μας τα στοιχεία που επιθυμούν να θέσουν ενώπιον του δικαστηρίου, οι εφεσείοντες-αιτητές, με τις δύο ένορκες δηλώσεις για τις οποίες ζητούν την άδεια του δικαστηρίου να καταχωρήσουν, είναι στοιχεία που σχετίζονται με τους ισχυρισμούς και τις θέσεις που πρόβαλε ο εφεσίβλητος-καθ' ου η αίτηση στην αρχική του ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της ένστασης στην αίτηση επαναφοράς της έφεσης. Δεν πρόκειται, κατά τη κρίση μας, για ανεπίτρεπτη μαρτυρία ούτε για επανάληψη των αρχικών ισχυρισμών των εφεσειόντων, αλλά για διευκρινίσεις και ισχυρισμούς που είναι επιθυμητό να επιτραπεί στους εφεσείοντες-αιτητές να προβάλουν, ώστε το δικαστήριο να έχει ενώπιον του ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα των γεγονότων».

 

Δεν μπορεί να καθοριστεί εξαντλητικά τι είναι ορθό και δίκαιο να τεθεί, στην κάθε περίπτωση, υπόψη του Δικαστηρίου και συνεπώς τι συνιστά «καλό λόγο».  Πέραν των βασικών αρχών τα επί μέρους κριτήρια είναι αμέτρητα, όσα και η ποικιλία των περιστάσεων της κάθε υπόθεσης.

 

Οι συνήγοροι αγόρευσαν θέτοντας στο Δικαστήριο τις αντίστοιχες θέσεις τους, τις οποίες έχω υπόψη και θα σταθώ σ' αυτές στη συνέχεια όπου κρίνω αναγκαίο.

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

 

Καθοδηγούμενη από το πιο πάνω νομικό πλαίσιο θα προχωρήσω να  εξετάσω την αίτηση σε συνδυασμό με τους λόγους ένστασης. Με την επιχειρούμενη να κατατεθεί ένορκη δήλωση η ΜΚ αναφέρει ότι ενόψει της άρνησης του ΓΙ στην ένορκη δήλωση του στην ένσταση του περιεχομένου της παρα.55 στην ένορκη δήλωση στην αίτηση στην οποία αναφέρεται ότι εμπορικό όχημα δεν βρισκόταν στο χώρο όπου ήταν σταθμευμένο και πιθανόν να κλάπηκε από κάποιο από τους Εναγόμενους μετέβη με κάποιον ΜΚ, εργοδοτούμενο των αιτητών, στην Αστυνομία για υποβολή σχετικής καταγγελίας. Όπως ενημερώθηκε μεταγενέστερα το εν λόγω όχημα εντοπίστηκε στον χώρο της επιχείρησης του Καθ’ ου η αίτηση 1 και ο Καθ’ ου η αίτηση 2 παραδέχθηκε ότι ο ίδιος το είχε μετακινήσει, αντίθετα με όσα ψευδώς αναφέρει στην ένορκη δήλωση του στην ένσταση. Επίσης η ΜΚ αναφέρει ότι ψευδώς ο Καθ’ ου η αίτηση 2 ισχυρίστηκε στην ένορκη δήλωση του στην ένσταση ότι οι υπογραφές του πλαστογραφήθηκαν και ότι στη βάση μαρτυρίας γραφολόγου που επιστράτευσαν οι υπογραφές είναι πράγματι δικές του. Στην επιχειρούμενη να κατατεθεί ένορκη δήλωση επισυνάπτονται ως Τεκμήρια ένορκη δήλωση του ΜΚ καθώς και σχετική γραφολογική έκθεση.

 

Προχωρώντας στην εξέταση του πρώτου σκέλους της αίτησης, δηλαδή την επιδιωκόμενη να προστεθεί μαρτυρία ότι μεταγενέστερα της έκδοσης μονομερώς των διαταγμάτων, για την απώλεια συγκεκριμένου οχήματος έγινε καταγγελία στην αστυνομία και ανευρέθη σε χώρο όπου στεγάζεται η επιχείρηση  της  Καθ’ ης η αίτηση 1 και ότι με παραδοχή του Καθ’ ου η αίτηση 2 αυτός το μετακίνησε σημειώνω ότι δεν θεωρώ ότι έχει καταδειχθεί η αναγκαιότητα ή η χρησιμότητα της προσκόμισης της εν λόγω μαρτυρίας. Σημειώνω, επιπλέον, συναφώς ότι σε σχέση με τον ισχυρισμό της αιτήτριας στην παρα.55 στην αρχική ΕΔ της ότι το όχημα αγνοείτο ο ΓΙ αρκέστηκε στο να προβάλει άρνηση σε αυτόν. Κατ’ επέκταση δεν θεωρώ ότι έχει καταδειχθεί καλός λόγος για να επιτραπεί στην αιτήτρια να επεκτείνει τη μαρτυρία της ως πιο πάνω.

 

Ερχόμενη στο δεύτερο σκέλος του αιτήματος της Αιτήτριας με βάση το οποίο επιχειρεί να αντικρούσει τους ισχυρισμούς του Καθ’ ου η αίτηση για πλαστογραφία των υπογραφών του αναφέρω τα εξής :      

 

Στην υπόθεση Κούππα ν Πουλλάς Τσαδιώτης Λτδ κ.α.(2014)1(Β) Α.Α.Δ.1665 η οποία αφορούσε αίτηση για προσωρινό διάταγμα  λέχθηκαν τα εξής:

 

«Σ΄ ότι δε αφορά τη δυνατότητα που παρέχεται από τη Δ.48 θ.4(2) για συμπληρωματική ένορκη δήλωση, δεν πρέπει να λησμονείται ότι η δυνατότητα αυτή παρέχεται υπό την προϋπόθεση τεκμηρίωσης «καλού λόγου» και δεν βλέπουμε πως η αντίκρουση ισχυρισμών που προβάλλονται για ακύρωση διατάγματος που χορηγήθηκε μονομερώς θα μπορούσε να τεκμηριώσει «καλό λόγο». 

 

Το πιο πάνω απόσπασμα από την Κουππά, πιο πάνω, υιοθετήθηκε και από το Οικογενειακό Εφετείο στην Κόκκινου ν. Κόκκινου, (2016)1ΑΑΔ 2523, όπου μάλιστα ακυρώθηκε το προσωρινό διάταγμα που είχε οριστικοποιηθεί μετά που το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε επιτρέψει συμπληρωματική‑απαντητική ένορκη δήλωση και είχε λάβει υπόψη δεδομένα στη συμπληρωματική. Λέχθηκαν δε τα εξής σχετικά:

 

«Δεν υπάρχει, βέβαια, άκαμπτος κανόνας. Σε διαδικασίες, όμως, για προσωρινά διατάγματα, σπάνια είναι που θα προκύψει ανάγκη η οποία να εκφράζεται σε καλό λόγο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ του αιτήματος. Και αυτό γιατί στις διαδικασίες αυτές το έργο του Δικαστηρίου περιορίζεται ουσιαστικά σε εξέταση της συνδρομής των νομοθετικών προϋποθέσεων για την έκδοση του διατάγματος, χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης και σε εξέταση των αμφισβητούμενων γεγονότων.

... ..

"Καλός λόγος" προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιας ανάγκης με απώτερο σκοπό την επίλυση των επίδικων ζητημάτων της ενδιάμεσης διαδικασίας και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης». 

 

Βεβαίως, το ζήτημα της παραχώρησης, ή μη, άδειας για την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, ακόμη και στις περιπτώσεις όπου έχει προηγηθεί η έκδοση διατάγματος μονομερώς, εξακολουθεί να ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται σε συνάρτηση με τη φύση της ενδιάμεσης διαδικασίας και τα επίδικα θέματα. Δεν παραγνωρίζω το γεγονός ότι η Ενάγουσα δεν μπορούσε να προβλέψει τους ισχυρισμούς που ηγέρθηκαν με την ένσταση του Καθ’ ου η αίτηση. Έχοντας όμως  υπόψη ότι η υπό κρίση αίτηση για οριστικοποίηση των εκδοθέντων διαταγμάτων θα κριθεί έχοντας κατά  νου τους περιορισμένους σκοπούς της ενδιάμεσης διαδικασίας και ότι το Δικαστήριο στα πλαίσια τέτοιας διαδικασίας δεν προβαίνει σε κρίση επί της ουσίας με τελικά ευρήματα ή οριστικά συμπεράσματα αναφορικά με τη διαφορά μεταξύ των μερών (The Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263 και Bacardi & Co Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1 A.A.Δ. 788) κρίνω ότι η  αμφισβήτηση των  ισχυρισμών που ηγέρθηκαν στην ένορκη δήλωση στην ένσταση δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει καλό λόγο. Το κατά πόσο οι συμφωνίες που υπέγραψε ο Εναγόμενος είναι πλαστογραφημένες είναι θέμα που θα εξεταστεί σε σχέση με την ουσία της διαφοράς και κρίνω πως δεν χρειάζεται να συμπληρωθεί η ένορκη δήλωση των Εναγόντων με μαρτυρία που αφορά την υπογραφή των εν λόγω συμφωνιών ή μαρτυρία γραφολόγου. Οι εν λόγω ισχυρισμοί και η νομική τους σημασία θα εξεταστούν και αξιολογηθούν κατά την εκδίκαση της αγωγής. 

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω καταλήγω ότι η αιτήτρια δεν έχει καταδείξει οποιοδήποτε καλό λόγο που να δικαιολογεί την έγκριση της αίτησης.

 

Ως εκ τούτου η Αίτηση απορρίπτεται. Τα έξοδα της Αίτησης επιδικάζονται υπέρ των Εναγομένων - Καθ΄ ων η αίτηση και εναντίον της Ενάγουσας  - Αιτήτριας , όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο και θα είναι πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας της παρούσας Αγωγής. 

 

 

 

(Υπ.):  ……………………………

Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.

 

ΠΙΣΤΟ  ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

/ΕΑ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο