
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Α.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής:597/15
Μεταξύ:
ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ
Εναγόντων
-και-
1. ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ
2. ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΓΙΩΤΑ ΑΝΤΡΕΑ
3. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Εναγόμενων
Αίτηση ημερ. 17.2.23 για τροποποίηση της Έκθεσης Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης του Εναγόμενου 3
Ημερομηνία: 11 Μαΐου, 2023
Εμφανίσεις:
Για τον Εναγόμενο 3 – Αιτητή: κ. Σ. Σωτηρίου για Σ. ΣΩΤΗΡΙΟΥ & ΤΣΑΠΠΗ
Για τους Ενάγοντες – Καθ΄ ων η αίτηση: κα Γ. Αθανασίου για ΧΑΡΗΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ ΔΕΠΕ
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με αυτή την Αίτηση ο Αιτητής ζητά τα ακόλουθα :
Α. Άδεια και/ή Διάταγμα του Δικαστηρίου που να επιτρέπει και/ή διατάσσει την τροποποίηση της Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής, των παραγράφων και/ή γραμμών και/ή λέξεων που εμφαίνονται με έντονο μαύρο χρώμα και τη διαγραφή των παραγράφων και/ή γραμμών και/ή λέξεων που έχουν απαλειφθεί ως η Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης που επισυνάπτεται ως «Τεκμήριο Α» στην Ένορκο Δήλωση.
H Αίτηση καταχωρήθηκε μετά από άδεια του Δικαστηρίου ημερομηνίας 3.2.23 στη βάση των Περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικών) Διαδικαστικών Κανονισμών του 2022.
Η αίτηση βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Διαταγή 9, Διαταγή 12, Δ.25 θ.1(3) και Δ.48 Θ. 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, Δ.57, Δ.59 Δ.63, στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας Άρθρο 30, στον Περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικοί) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2022 άρθρο 4, ως επίσης επί της συμφυούς εξουσίας και πρακτικής των Δικαστηρίων.
Η Αίτηση βασίζεται σε ένορκη δήλωση του Εναγόμενου 3 ο οποίος αναφέρει τα ακόλουθα:
Γνωρίζει προσωπικά τα γεγονότα της υπόθεσης. Στις 02/05/2015 καταχωρήθηκε η παρούσα αγωγή από την Τράπεζα Κύπρου εναντίον του, ως εγγυητή, και εναντίον των Εναγόμενων 1 και 2. Στις 14/10/2016 οι δικηγόροι του καταχώρησαν Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση. Από την πιο πάνω ημερομηνία έχουν μεταβληθεί σημαντικά γεγονότα τα οποία δεν δικογραφούνται επομένως είναι αναγκαία η τροποποίηση των νέων γεγονότων αλλά και ισχυρισμών.
Ως αναφέρει επίσης η ανάγκη τροποποίησης ορισμένων σημείων της Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης είναι απόρροια των πολλών αλλαγών ήτοι της μεταφοράς εργασιών και χαρτοφυλακίου που έχουν γίνει εν σχέση με την Ενάγουσα καθώς το εν λόγω δάνειο αφορούσε την πρώην Λαϊκή Τράπεζα της οποίας τα δάνεια έχουν απορροφηθεί από την Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ η οποία με την σειρά της έχει μεταβιβάσει τα εν λόγω δικαιώματα στην APS LOAN MANAGEMENT LTD και η οποία όπως ενημερώθηκαν πρόσφατα, και συγκεκριμένα την 06/12/2022, μετά από δική τους έρευνα έχουν μεταφερθεί εκ νέου στην εταιρεία B2KAPITAL. Σήμερα, και μετά που το εν λόγω δάνειο έχει πωληθεί σε εταιρεία διαχείρισης πλέον, έχει καταφέρει να εξασφαλίσει μαρτυρία εν σχέση με τις συνθήκες υπογραφής των εν λόγω εγγυήσεων αλλά και τις προσπάθειες που κατέβαλε ώστε να του επιστραφούν τα εν λόγω χρήματα. Σήμερα οι λειτουργοί ένεκα του ότι γνωρίζουν την αλήθεια που περιβάλλει τις συνθήκες της υπόθεσης αλλά και του γεγονότος ότι οι ίδιοι δεν φοβούνται ότι θα χάσουν την θέση τους είναι έτοιμοι να καταθέσουν ενώπιον του Δικαστηρίου με σκοπό την εξακρίβωση της αλήθειας.
Στην βάση των εν λόγω εξελίξεων και στοιχείων που υπάρχουν και τα οποία περιβάλλουν την εν λόγω υπόθεση αλλά και του γεγονότος ότι πλέον το Δικαστήριο θα μπορεί να ακούσει δια μέσω μαρτυρίας τι πραγματικά συνέβηκε και κάτω από ποιες συνθήκες έχει προβεί σε υπογραφή των εν λόγω εγγυήσεων, κρίθηκε αναγκαία η αίτηση για τροποποίηση της Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης καθώς στην προηγούμενη Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση δεν υπήρχαν όλες αυτές οι λεπτομέρειες και η μαρτυρία που σήμερα έχει τη δυνατότητα να προβάλει. Η ανάγκη αυτή, είναι η θέση του ότι δεν οφείλεται σε παράληψη δική του ή των προηγούμενων δικηγόρων του καθώς τα εν λόγω έγγραφα δεν βρίσκονταν στην κατοχή τους παρά το γεγονός ότι ζήτησε αρκετές φορές από την Τράπεζα του την παράδοση τους. Περαιτέρω η εν λόγω μαρτυρία που έχει εξασφαλίσει από λειτουργούς οι οποίοι γνωρίζουν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έχει υπογράψει τα εν λόγω έγγραφα δεν μπορούσε προηγουμένως να παρουσιαστεί καθώς κανένας δεν συνεργαζόταν μαζί του ένεκα του ότι φοβούνταν για την εργασία τους.
Πράγματι δικογραφείται ισχυρισμός ότι η επίδικη εγγύηση έχει υπογραφεί από μέρους του, χωρίς να του εξηγηθεί το περιεχόμενο της, γεγονός που την καθιστά άκυρη ή ακυρώσιμη, όμως θα ήταν καλύτερο να δικογραφηθούν και ισχυρισμοί για δόλο και ψευδείς παραστάσεις στην βάση των όσων θα περιγράφει κατωτέρω.
Συγκεκριμένα, κατά ή περί τον Νοέμβριο του 2008 επισκέφτηκε για πρώτη φορά την εν λόγω τράπεζα ώστε να καταθέσει τα χρήματα του τα οποία είχε σε άλλο τραπεζικό ίδρυμα ώστε να λαμβάνει καλύτερα επιτόκια. Στις αρχές Δεκεμβρίου 2008, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο τότε κατάστημα των Εναγόντων επί της Στρατηγού Τιμάγια στη Λάρνακα με σκοπό την κατάθεση των χρημάτων του σε λογαριασμό που άνοιξε στην πρώην Marfin Popular Bank Public Co, ο υπάλληλος της Τράπεζας Σ.Σ., ο οποίος τον γνώριζε, τον φώναξε για να του μιλήσει. Του υπόδειξε τον Εναγόμενο 1 και του ανέφερε ότι είναι οικογενειάρχης, πατέρας τεσσάρων παιδιών και βρίσκεται σε διαδικασία αγοράς ενός καταστήματος και χρειάζεται να λάβει δάνειο, όμως δεν έχει ακόμη τον τίτλο ιδιοκτησίας, ούτε κάποιον εγγυητή. Ο ίδιος δεν γνώριζε τον Εναγόμενο 1 και ο πιο πάνω υπάλληλος του παρουσίασε ένα πωλητήριο έγγραφο ημερομηνίας 11/08/2006, αντίγραφο του οποίου του έδωσε να κρατά ως εξασφάλιση του ώστε να τον πείσει και του ζήτησε να υπογράψει τη συμφωνία εγγύησης για το δάνειο του Εναγόμενου 1 ώστε να προχωρήσει η διαδικασία λήψης δανείου από τον τελευταίο και σε σύντομο χρονικό διάστημα, αφού θα εκδοθεί ο τίτλος ιδιοκτησίας του καταστήματος, θα κληθεί ώστε να τερματίσουν τη συμφωνία εγγύησης και θα μπει ως υποθήκη το εν λόγω κατάστημα.
Εμπιστευόμενος τα λεγόμενα και τις διαβεβαιώσεις του υπαλλήλου και χωρίς να έχει το περιθώριο να αναγνώσει και να κατανοήσει πλήρως το περιεχόμενο της εν λόγω συμφωνίας εγγύησης ή του εγγράφου που του είχαν παρουσιάσει υπόγραψε κάποια έγγραφα. Το εν λόγω έγγραφο το έχει ζητήσει πολλές φορές από την Τράπεζα αλλά ουδέποτε του δόθηκε αντίγραφο.
Στη συνέχεια, κατά ή περί την 21/10/2011, ο ίδιος υπάλληλος της Τράπεζας τον κάλεσε εκ νέου στο ίδιο κατάστημα και του ζήτησε να υπογράψει νέα συμφωνία εγγύησης για το δάνειο του Εναγόμενου 1 καθώς υπήρχε ανάγκη επέκτασης του πρώτου δανείου για να ολοκληρώσει τις εργασίες του εν σχέση με το κατάστημα ο Εναγόμενος 1 και τα οποίο θα πωλούσε ώστε να αποδεσμευτούν τα εν λόγω χρήματα. Στις 07/12/2022 κατάφερε να παραλάβει αντίγραφα των εν λόγω συμφωνιών εγγύησης μετά από πολλές προσπάθειες, από ένα υποκατάστημα της Τράπεζας Κύπρου.
Παρά τους ενδοιασμούς του, ο υπάλληλος της τράπεζας τον προέτρεψε να υπογράψει λέγοντας του ότι ο Εναγόμενος 1 είναι πολύ κοντά στην εξασφάλιση του τίτλου ιδιοκτησίας του καταστήματος και ότι θα το πωλούσε και ότι δεν θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στον ίδιο αφού μόλις έχει στην κατοχή του τον τίτλο ιδιοκτησίας του καταστήματος, οι συμφωνίες αυτές θα τερματιστούν και δεν θα έχει καμία ευθύνη, πείθοντας τον με αυτό τον τρόπο να υπογράψει για δεύτερη φορά.
Στην πάροδο των χρόνων, έκανε πάρα πολλές προσπάθειες ώστε να τερματίσει τις εν λόγω εξασφαλίσεις με τους τραπεζικούς υπαλλήλους να μην ανταποκρίνονται στα αιτήματά του. Επισκέφθηκε πάρα πολλές φορές το πιο πάνω Τμήμα με σκοπό την εξεύρεση λύσης και μοναδικό σκοπό να μπορέσει να αποδεσμευθεί από τις πιο πάνω αναφερόμενες εξασφαλίσεις αφού τα πράγματα δεν έγιναν ως του είχε υποσχεθεί και παρουσιάσει ο υπάλληλος της Τράπεζας. Είχε προβεί στις εν λόγω ενέργειες στην παρουσία τρίτων προσώπων και επιφυλάσσεται να παρουσιάσει αυτήν τη μαρτυρία κατά τη δίκη. Συγκεκριμένα διευθέτησε περισσότερες από τέσσερεις συναντήσεις με τους τότε λειτουργούς της Τράπεζας Κύπρου όπου γινόταν ουσιαστική συζήτηση για επιστροφή χρηματικού ποσού προς αυτόν.
Την 05/11/2014, οι Ενάγοντες προέβησαν παράνομα, αυθαίρετα και χωρίς καμία προηγούμενη ενημέρωση σε μεταφορά του ποσού των €60.000 από το λογαριασμό του έναντι της οφειλής του Εναγόμενου 1. Άμεσα και μόλις πληροφορήθηκε για την εν λόγω μεταφορά απέστειλε επιστολή μέσω των δικηγόρων του, την 16/12/2014, δια μέσω της οποίας καλούσαν τους Ενάγοντες όπως του επιστρέψουν το εν λόγω ποσό αφού το οφειλόμενο χρέος δεν είχε αποκρυσταλλωθεί δικαστικώς. Αντί αυτού οι Ενάγοντες κατά ή περί την 02/04/2015 καταχώρησαν αγωγή. Την 14/10/2015 καταχώρησε δια μέσω των προηγούμενων δικηγόρων του Έκθεση Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης και καταχωρήθηκε από τους Ενάγοντες Απάντηση στην Υπεράσπιση και Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση την 12/11/2015.
Στο μεταξύ, από τη συμπλήρωση των δικογράφων μέχρι τον ορισμό της ακρόασης της υπόθεσης, κατά ή περί το 2017, οι Ενάγοντες προέβησαν για δεύτερη φορά, παράνομα, αυθαίρετα και χωρίς οποιαδήποτε ενημέρωση σε μεταφορά του ποσού των €92.152,84 έναντι της οφειλής του Εναγόμενου 1, το οποίο είχε κατατεθειμένο στην Τράπεζα. Ως ο ενόρκως δηλών αναφέρει, πολλές φορές προσπάθησε να ζητήσει από διάφορούς λειτουργούς ένα έγγραφο με το υπόλοιπο του δανείου και των λογαριασμών του όμως ουδέποτε του δόθηκε οποιοδήποτε έγγραφο. Παρουσιάζει ως Τεκμήριο Ε κατάσταση στην οποία φαίνεται η εν λόγω παράνομη ανάληψη του ρηθέντος ποσού, την οποία η Ενάγουσα αποκρύβει από το Δικαστήριο προσπαθώντας να το παραπλανήσει. Τα εν λόγω έγγραφα τα εξασφάλισε στις 07/12/2022 μετά από επίσκεψη του σε υποκατάστημα της Τράπεζας Κύπρου όπου τους ανέφερε ότι η εν λόγω υπόθεση έφυγε από κοντά τους και αυτή πλέον βρίσκεται σε άλλη τράπεζα όμως χρειαζόταν τις καταστάσεις λογαριασμών ώστε να διευθετήσει την υπόθεση του. Μετά από πολλές προσπάθειες κατάφερε να λάβει τα εν λόγω έγγραφα τα οποία εδώ και χρόνια προσπαθεί να εντοπίσει και να προμηθευτεί.
Ισχυρίζεται επίσης ότι λαμβάνοντας γνώση της καταχρηστικής αυτής συμπεριφοράς των Εναγόντων, προσπαθούσε αγωνιωδώς να εξασφαλίσει όλα τα σχετικά έγγραφα που αφορούν τις καταστάσεις των λογαριασμών του στην πρώην Marfin Popular Bank Public Co, νυν Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λίμιτεδ και εγγράφων σχετικών με τις υποχρεώσεις του ως εγγυητής και παροχέας εξασφάλισης χωρίς οποιαδήποτε ανταπόκριση, γεγονός που δεν του επέτρεπε να εκθέσει όλα τα ουσιώδη γεγονότα για την υπεράσπισή του.
Είναι η θέση του ότι οι εν λόγω τροποποιήσεις δεν αλλάζουν το σύνολο της υπεράσπισης αλλά σκοπό έχουν να προσδιορίσουν ακριβώς τα όσα θα κληθεί το Δικαστήριο να ακούσει στην εν λόγω υπόθεση στην βάση και της ουσιαστικής μαρτυρίας που τώρα έχει εξασφαλιστεί από την πλευρά τους.
Επειδή δε οι δικηγόροι του τον ενημέρωσαν ότι η υπόθεσή του έχει μεταβιβαστεί στην APS LOAN MANAGEMENT LTD και πάλι έκανε αγώνα δρόμου προσπαθώντας να εξασφαλίσει έγγραφα εν σχέση με την υπόθεση του χωρίς αποτέλεσμα. Ακολούθως οι δικηγόροι του, ετοίμασαν πληρεξούσιο έγγραφο και σχετική επιστολή καλώντας το αρμόδιο Τμήμα να τους εφοδιάσει με όλα τα σχετικά με την υπόθεσή του έγγραφα. Προς έκπληξη τους ενημερώθηκαν την 06/12/2022 ότι το εν λόγω χαρτοφυλάκιο μεταβιβάστηκε στην Β2KAPITAL. Ουδέποτε τους ενημέρωσε οποιοσδήποτε εν σχέση με την εν λόγω εξέλιξη και ο ίδιος ουδέποτε έδωσε τη συγκατάθεση του. Οι δικηγόροι του έχουν μιλήσει τηλεφωνικώς με συγκεκριμένο άτομο το οποίο εργάζεται στην εν λόγω εταιρεία και ενημερώθηκαν ότι οι βρίσκονται σε μεταβατική περίοδο λήψης υποθέσεων και εγγράφων επομένως δεν μπορούν να παραδώσουν οποιαδήποτε έγγραφα εν σχέση με την εν λόγω υπόθεση σε αυτό το στάδιο.
Οι τροποποιήσεις ζητούνται πριν την ακρόαση της υπόθεσης και παρά την μεγάλη παρέλευση χρόνου αλλά και στη βάση του γεγονότος ότι η εν λόγω υπόθεση έχει μεταφερθεί σε νέα εταιρεία αυτή μπορεί να αποτιμηθεί σε χρηματική αξία και η εν λόγω εταιρεία δεν επηρεάζεται δυσμενώς από την εν λόγω τροποποίηση αλλά ούτε μπορεί να υπάρξει ο ισχυρισμός της κατάχρησης και της καθυστέρησης. Όπως τον ενημερώνουν οι δικηγόροι του στις περιπτώσεις όπου δεν προκαλείται ζημιά ακόμη και η μη πλήρως αιτιολογηθείσα καθυστέρηση δεν μπορεί να στερεί τον διάδικο του δικαιώματος να αποφασίζονται όλα τα επίδικα θέματα που εγείρει. Το ουσιωδέστερο, στην βάση της σχετικής επί του θέματος νομολογίας είναι να δοθεί η ευκαιρία στους διαδίκους να κριθούν όλες οι πραγματικές διαφορές μεταξύ τους.
Σε περίπτωση που απορριφθεί η Αίτηση θα επηρεαστεί δυσμενώς η Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση του καθώς δεν θα μπορεί να παρουσιάσει μαρτυρία η οποία σχετίζεται με τις συνθήκες υπογραφής των εν λόγω εγγυήσεων.
Πυρήνας των προτεινόμενων τροποποιήσεων εξακολουθούν να είναι οι ίδιοι ισχυρισμοί. Τα γεγονότα ως προς την ουσία τους δεν διαφοροποιούνται με οποιοδήποτε τρόπο.
Προσθέτει ότι η αίτηση δεν γίνεται με κακή πίστη και ο μοναδικός λόγος καθυστέρησης είναι ο δόλιος και ανέντιμος τρόπος με τον οποίο η Ενάγουσα συμπεριφέρεται. Σε συζητήσεις που είχε ο δικηγόρος του είχε με εκπρόσωπους και υπαλλήλους της Ενάγουσας διαπίστωσε ότι οι ίδιοι μέχρι πριν ένα μήνα δεν αποδέχονταν ότι έχουν λάβει παράνομα το ποσό των €92.152,84. Σήμερα το αποδέχονται μόνο επειδή ο ίδιος τους παρουσίασε την κατάσταση λογαριασμού που εξασφάλισε τον Δεκέμβριο του 2022.
Σημειώνει ότι έχει σήμερα υποστεί οικονομική ζημία αξίας €152.152,84. Όπως τον πληροφορούν οι δικηγόροι του, σε περίπτωση που δεν εγκριθεί η αίτηση του τότε οι ισχυρισμοί του ίσων να μην μπορούν να ακουστούν ενώπιον Δικαστηρίου ή σε περίπτωση που ακουστούν ίσως να μην ληφθούν υπόψη καθώς αυτοί ναι μεν δικογραφούνται αλλά δεν είναι ξεκάθαροι στο σύνολο τους. Κάτι τέτοιο θα είχε ολέθρια αποτελέσματα στην υπόθεση καθώς το Δικαστήριο θα θα αποφασίσει στην βάση λανθασμένων γεγονότων και ισχυρισμών τα οποία οι ίδιοι οι Ενάγοντες όλο αυτό το διάστημα όφειλαν να παρουσιάσουν στο Δικαστήριο. Αντί αυτού σήμερα αξιώνουν από αυτόν το αρχικό ποσό ως η Έκθεση Απαίτησης τους.
Επομένως η αίτηση δεν παραβιάζει αλλά ούτε και αγνοεί τον Διαδικαστικό Κανονισμό με αριθμό 4153 ημερ. 23/12/2022 ήτοι τους περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικοί) Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2022 και την Παράγραφο 4 αυτών καθώς τα εν λόγω γεγονότα έχουν προκύψει μετά την δημοσίευση αυτού και συγκριμένα στις 06/12/22 και 07/12/22.
Οι Καθ’ ων η Αίτηση – Ενάγοντες καταχώρησαν ένσταση στην Αίτηση.
Η ένσταση βασίζεται επί των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας Δ.25 Θ.1 έως 6, Δ.48 Θ.1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 9, Δ.39, Δ.21, Δ.19, Δ.59, Δ.64, στους περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικοί) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2022 με αριθμό 35/22 και στους τροποιητικούς (Αρ.1) Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2022 με αριθμό 36/22, στο Άρθρο 30.2 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στη νομολογία των Κυπριακών Δικαστηρίων καθώς επίσης και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.
Οι λόγοι στους οποίους βασίζεται η ένσταση είναι αυτούσιοι οι ακόλουθοι:
1. Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων ή/και δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου προς όφελος του Αιτητή.
2. Η παρούσα αίτηση παραβλέπει πλήρως τους περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικοί) Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2022 με αριθμό 35/22 που εκδόθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 25/11/2022 και στους τροποιητικούς (Αρ.1) Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2022 με αριθμό 36/22 που εκδόθηκαν στις 23/12/2022 καθότι η αγωγή είναι του 2015 ή/και ήταν ήδη ορισμένη για ακρόαση ή/και η τροποποίηση της υπεράσπισης δεν θα εξυπηρετήσει το συμφέρον της δικαιοσύνης.
3. Η καθυστέρηση (laches) ή/και υπέρμετρη ή/και αδικαιολόγητη καθυστέρηση υπό τις περιστάσεις, στην υποβολή της παρούσας Αίτησης, για τροποποίηση της υπεράσπισης και της προσθήκης Ανταπαιτήσεων προσλαμβάνει την μορφή περιφρόνησης του Δικαστηρίου και κατάχρησης της Δικαστικής διαδικασίας (abuse of the process of the court) και έχει εκτροχιάσει τη δίκη της παρούσας αγωγής.
4. Η Αίτηση έχει καταχωριστεί με υπέρμετρη ή/και αδικαιολόγητη καθυστέρηση ή/και σε πολύ προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας, ήτοι μετά την πάροδο επτάμιση (7,5) ετών από την καταχώρηση της αρχικής υπεράσπισης (15/10/2015) και αφού η υπόθεση είχε οριστεί επανειλημμένα για ακρόαση.
5. Η δικαιολογία που δίδεται για την υπέρμετρη καθυστέρηση στην καταχώριση της Αίτησης δεν βρίσκει έρεισμα στην πραγματικότητα ή/και δεν είναι καθόλου πειστική ή/και είναι παντελώς αβάσιμη ή/και ανεπαρκής ή/και δεν μπορεί να αποτελέσει βάση υπέρ της ενάσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων ή/και δεν αποτελεί νόμιμο λόγο αιτιολόγησης της καθυστέρησης.
6. Η Αίτηση είναι έκδηλα, υπέρμετρα και αδικαιολόγητα καθυστερημένη και παραβιάζει το θεμελιώδες δικαίωμα του κάθε διαδίκου που καθιερώνεται στο άρθρο 30.2 του Κυπριακού Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο η δίκη πρέπει να διεξάγεται μέσα σε εύλογο χρόνο. Τυχόν έγκριση της παρούσας αίτησης θα εκτροχιάσει τη δίκη ακόμη περισσότερο και θα οδηγήσει σε υπέρμετρη καθυστέρηση στην εκδίκαση της υπόθεσης καθώς στο νέο τροποποιημένο δικόγραφο σε περίπτωση αποδοχής της Αίτησης θα περιέχονται αντιφάσεις τέτοιας μορφής και νέες βάσεις ή/και αιτίες ή/και θα προστεθούν ανταπαιτήσεις που αντί να απλοποιούν και να συγκεκριμενοποιούν τα επίδικα θέματα θα τα περιπλέξουν ή/και γενικεύσουν σε βαθμό που δεν θα είναι δυνατή η κατανόηση των επίδικων θεμάτων και η επίλυση τους σε σύντομο χρόνο και η πραγματική βάση της υπόθεσης θα διευρυνθεί και θα περιπλακεί.
7. Η παρούσα Αίτηση είναι κακόπιστη ή/και υποβάλλεται κατά κατάχρηση των δικαστικών διαδικασιών ή/και η επιδιωκόμενη αιτούμενη τροποποίηση της υπεράσπισης προβάλλεται παντελώς κακόπιστα και καταχρηστικά.
8. Η αιτούμενη τροποποίηση αφορά σε ισχυριζόμενα γεγονότα τα οποία ήταν στη σφαίρα γνώσης του Αιτητή και θα μπορούσε με την εύλογη επιμέλεια από μέρους του Αιτητή να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας ή/και να προβλεφθούν στην αρχική υπεράσπιση ή/και δικόγραφο.
9. Με την καταχώρηση της Αίτησης επιχειρείται ριζική μετατροπή της υπεράσπισης του Αιτητή με την οποία εισάγονται νέες βάσεις ή/και αιτίες ανταπαίτησης 8 χρόνια από την καταχώριση της αρχικής υπεράσπισης του Αιτητή και αφού η υπόθεση προγραμματίστηκε αρκετές φορές για ακρόαση ενώπιον του Δικαστηρίου.
10. Η παρούσα Αίτηση καταχωρίστηκε με σκοπό να καθυστερήσει την έναρξη της ακροαματικής διαδικασία, προκαλώντας με τον τρόπο αυτό την περαιτέρω αναβολή της ακρόασης.
11. Με την αίτηση ο Αιτητής εισάγει νέα θέματα με αποτέλεσμα να μεταβάλλεται άρδην ή/και να τροποποιείται η ουσία της υφιστάμενης Υπεράσπισης τόσο σε πραγματικό όσο και νομικό πλαίσιο με νέους ισχυρισμούς που θα διαφοροποιήσουν και θα δημιουργήσουν εντελώς νέα υπεράσπιση, γεγονός που θα ανατρέψει το πλαίσιο της διαδικασίας που αναπόφευκτα θα συνεπάγεται επαναπροσδιορισμό των επίδικων θεμάτων ή/και επιδιώκεται ουσιαστικά η διεύρυνση των νομικών και πραγματικών πλαισίων της δίκης ή/και αποτελεί προσπάθεια εισαγωγής νέων νομικών ισχυρισμών ή/και νέας βάσης υπεράσπισης η οποία ανατρέπει την μέχρι τώρα βάση αντιδικίας των μερών και των επίδικων θεμάτων με αποτέλεσμα τον ουσιαστικό επαναπροσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων και τον εκτροχιασμό της δίκης από την προσδιορισθείσα πορεία.
12. Η αιτούμενη τροποποίηση θα έχει ως αποτέλεσμα τον δυσμενή επηρεασμό των δικαιωμάτων των Καθ’ ων η αίτηση σε ανεπανόρθωτο βαθμό ή/και κατά τρόπο ώστε οι Καθ’ ων η αίτηση να βρεθούν σε δυσμενή θέση ή/και κατά τρόπο που η επιδίκαση εξόδων δεν θα συνιστά επαρκή ή/και εύλογη αποζημίωση των Καθ’ ων η αίτηση υπό τις περιστάσεις.
13. Με την σκοπούμενη τροποποίηση και την αδικαιολόγητη καθυστέρηση υποβολής της αίτησης επηρεάζονται τα δικαιώματα των Καθ’ ων η αίτηση για ταχεία εκδίκαση της αγωγής ή/και δίκαιης δίκης σε εύλογο χρόνο όπως τούτο καθορίζεται σαν συνταγματικό δικαίωμα και δικαίωμα προστατευμένο από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα δικαιώματα του ανθρώπου.
14. Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η αίτηση ήταν σε γνώση του Αιτητή πριν και κατά την καταχώρηση της αγωγής καθώς και σε όλο το χρονικό διάστημα που εκκρεμούσε ενώπιον του Δικαστηρίου η υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση οι λόγοι τροποποίησης που προβάλλονται δεν ανάγονται σε θέμα που προέκυψε πρόσφατα ή σε θέμα που αγνοούσε ο Αιτητής.
15. Δεν δίδεται οποιαδήποτε βάσιμη δικαιολογία ή/και δεν δικαιολογείται επαρκώς η προβολή της νέας υπεράσπισης στο προχωρημένο αυτό στάδιο ή/και ουδεμία εξήγηση δίδεται στην Αίτηση ή/και στην ένορκη δήλωση που την υποστηρίζει για την προσθήκη στην υφιστάμενη υπεράσπιση νέων ισχυρισμών σε αυτό το προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας ή/και σε κάθε περίπτωση οι ισχυρισμοί που επιχειρούνται να εισαχθούν στο προχωρημένο αυτό στάδιο της διαδικασίας ήταν εξ’ αρχής γνωστοί στον Αιτητή.
16. Οι λόγοι που υποστηρίζουν την προώθηση της Αίτησης είναι ανεδαφικοί ή/και αναληθείς ή/και δεν αποτελούν παρά προφάσεις ή/και ύστερες σκέψεις ή/και επινοήσεις του Αιτητή που προβάλλονται εμφανώς κακόπιστα ή/και με σκοπό να καθυστερήσει ή/και εκτροχιάσει ή/και δυσχεράνει την όλη διαδικασία, σε βλάβη των συμφερόντων των Καθ’ ων η Αίτηση και κατά παράβαση των αρχών της δίκαιης δίκης.
17. Η αιτούμενη τροποποίηση δεν συνιστά εύλογη (legitimate) τροποποίηση σύμφωνα με τις καλά εμπεδωμένες νομολογιακές αρχές που διέπουν το θέμα της τροποποίησης των δικογράφων.
18. Η αιτούμενη τροποποίηση, εάν επιτύχει, θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στους Καθ’ ων η Αίτηση ή/και θα έχει ως αποτέλεσμα τον δυσμενή επηρεασμό των δικαιωμάτων των Καθ’ ων η Αίτηση σε ανεπανόρθωτο βαθμό ή/και κατά τρόπο ώστε οι Καθ’ ων η Αίτηση να βρεθούν σε δυσμενή θέση ή/και κατά τρόπο που η επιδίκαση εξόδων δεν θα συνιστά επαρκή ή/και εύλογη αποζημίωση των Καθ’ ων η Αίτηση.
19. Με την αιτούμενη τροποποίηση επιχειρείται να εισαχθεί στην Έκθεση Απαίτησης μαρτυρία και επιχειρηματολογία, ενώ τα δικόγραφα πρέπει να περιορίζονται σε ισχυρισμούς.
20. Η αξίωση που επιχειρείται να προστεθεί στην ανταπαίτηση είναι αβάσιμη καθότι το ποσό που ανταπαιτούν οι Αιτητές σε καμία περίπτωση δεν οφείλεται από τους Καθ’ ων η αίτηση.
Τα γεγovότα στα οποία στηρίζεται η έvσταση φαίvovται στην έvoρκη δήλωση του Α.Β. υπαλλήλου της B2Kapital Cyprus Ltd, η οποία στις 24/11/2022 έχει συνάψει συμφωνία διαχείρισης και ρύθμισης δανείων με τους Ενάγοντες/ Καθ’ ων η αίτηση (οι Καθ’ ων η αίτηση). Δυνάμει της εν λόγω συμφωνίας η B2Kapital Cyprus Ltd ενεργεί δια λογαριασμό των Καθ’ ων η αίτηση και έχει αναλάβει τη διαχείριση αριθμού χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων των Εναγόντων, συναφών συμφωνιών εξασφαλίσεων-εγγυήσεων και συναφών θεμάτων. Εκ των προαναφερόμενων χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων είναι και οι πιστωτικές διευκολύνσεις της παρούσας αγωγής και οι συναφείς με αυτές εξασφαλίσεις.
Ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι είναι πλήρως εξουσιοδοτημένος να προβεί στην ένορκη δήλωση. Στο πλαίσιο δε των καθηκόντων του έχει στην κατοχή του τα έγγραφα της παρούσας υπόθεσης και γνωρίζει τα γεγονότα που αφορούν την αγωγή. Για όσα γεγονότα δεν έχει προσωπική γνώση αναφέρει την πηγή της πληροφόρησης του και αναφορικά με τη νομική πτυχή της υπόθεσης, διατυπώνει τη συμβουλή των δικηγόρων των Καθ’ ων η αίτηση. Αναφέρει τα ακόλουθα:
Έχει αναγνώσει την Αίτηση, καθώς και την ένορκη δήλωση που την συνοδεύει του Παναγιώτη Χαραλάμπους (η ΕΔ Χαραλάμπους) με την οποία αιτείται την έκδοση διατάγματος τροποποίησης της καταχωρηθείσας υπεράσπισης δια της προσθήκης των παραγράφων 11, 12, 16, 17, και 27 και την προσθήκη Ανταπαιτήσης (παράγραφοι 31 – 34) και διαφωνεί με τις αξιούμενες θεραπείες που αναφέρονται σε αυτήν, για τους λόγους που αναφέρονται στο σώμα της ένστασης, τους οποίους επαναλαμβάνει και υιοθετεί.
Είναι η θέση του ότι οι ισχυρισμοί που περιέχονται στην ΕΔ που συνοδεύει την Aίτηση, είναι αναληθείς και παραπλανητικοί και ο Αιτητής δημιουργεί μια λανθασμένη εικόνα με μοναδικό και απώτερο σκοπό να δημιουργήσει στο Δικαστήριο εντυπώσεις αλλά και να ασκήσει αθέμιτη πίεση προς τους Καθ’ ων η Αίτηση για να καθυστερήσουν την εκδίκαση της αγωγής που εκκρεμεί εναντίον του.
Ο Αιτητής προχώρησε στην καταχώριση της παρούσας Αίτησης στις 9/12/2022 προκαλώντας εκτροχιασμό της δίκης. Αποκλειστικός σκοπός της επιδιωκόμενης τροποποίησης είναι η εισαγωγή νέων ισχυρισμών στην Έκθεση Υπεράσπισης, η προσθήκη Ανταπαίτησης και καθυστέρηση της έναρξης της ακροαματικής διαδικασίας. Διαφωνεί με τους ισχυρισμούς στην ένορκη δήλωση του Αιτητή και εισηγείται ότι πρόκειται για αβάσιμες θέσεις. Επίσης, αναφέρει ότι ο Αιτητής είχε σε γνώση του όλα τα γεγονότα της υπόθεσης, το συμβατικό πλαίσιο και τις συνθήκες σύναψης των επίδικων συμφωνιών και δεν υπάρχουν οποιεσδήποτε εξελίξεις και νομικά θέματα που να ενισχύουν τις θέσεις του. Τώρα, σχεδόν οκτώ (8) έτη μετά την καταχώριση της αρχικής υπεράσπισης του και αφού η αγωγή είχε οριστεί επανειλημμένα για ακρόαση προβάλλει για πρώτη φορά ισχυρισμούς περί ψευδών παραστάσεων, δόλου, απάτης, μεθοδεύσεων, παραπλάνησης του και βαριάς αμέλειας από τους Καθ’ ων η αίτηση για σύναψη των εγγράφων που αφορούν την σύμβαση εγγύησης και δέσμευση κατάθεσης και ισχυρισμούς αναφορικά με παράλειψη εκτέλεσης νόμιμων καθηκόντων εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση. Οι ισχυρισμοί αυτοί είναι φτιαχτοί και προβάλλονται σε πολύ καθυστερημένο στάδιο της διαδικασίας.
Με την παρούσα Αίτηση, ο Αιτητής επιθυμεί να εισάγει ισχυρισμούς ότι η συμφωνία εγγύησης και δήλωσης δέσμευσης κατάθεσης είναι άκυρες ή ακυρώσιμες διότι υπογράφτηκαν κατόπιν ψευδών παραστάσεων και έπειτα από εξαπάτηση ή/και παραπλάνηση ή/και παρακίνηση ή/και εξώθηση του Αιτητή ή/και χωρίς να τους επεξηγηθεί το περιεχόμενο ή/και ότι υπήρχε δόλος από πλευράς των Καθ’ ων η αίτηση και του δόθηκαν ψευδείς παραστάσεις και ότι τον παρότρυναν να υπογράψει τις συμφωνίες. Οι εν λόγω ισχυρισμοί προβάλλονται για πρώτη φορά με την παρούσα Αίτηση. Επίσης, ο Αιτητής δεν παρουσιάζει οποιαδήποτε μαρτυρία που να στοιχειοθετεί τέτοιους ισχυρισμούς. Ο Αιτητής όχι μόνο δεν έχει πέσει θύμα εξαναγκασμού και πιέσεων αλλά αντίθετα με ελεύθερη βούληση προχώρησε στην υπογραφή της επίδικης εγγύησης και δέσμευσης κατάθεσης αφού δόθηκαν σ’ αυτόν αντίγραφα, ανέγνωσε τις συμφωνίες και εν πάση περιπτώσει του δόθηκε η πλήρης δυνατότητα να το πράξει ή να λάβει ή/και έλαβε νομική συμβουλή.
Είναι η θέση του ομνύοντα ότι οι επίδικες συμφωνίες εγγύησης και δέσμευσης κατάθεσης υπογράφησαν και καταρτίστηκαν δεόντως, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Αιτητή συνεπώς είναι καθ’ όλα νόμιμες, ισχυρές και εκτελεστές και παράγουν έννομα αποτελέσματα. Οι δε όροι που περιέχονται σε αυτές είναι σύμφωνοι με τη νομοθεσία και την ελευθερία των συμβάσεων. Οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του Αιτητή είναι αβάσιμοι, ανεδαφικοί και αναληθείς και αποτελούν εκ των υστέρων σκέψεις του Αιτητή σε μια προσπάθεια αποποίησης των συμβατικών του ευθυνών οι οποίες απορρέουν νόμιμα από την επίδικη συμφωνία εγγύησης.
Προσθέτει ότι στην αίτηση γίνεται αναφορά σε γεγονότα που συνέβησαν το 2008 και 2010 τα οποία ήταν σε γνώση του Αιτητή και θα έπρεπε να συμπεριληφθούν στην αρχική υπεράσπιση του.
Περαιτέρω, είναι η θέση του ότι με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής επιθυμεί να εισάγει ισχυρισμούς για το ότι δήθεν οι Καθ’ ων η αίτηση το 2017 προέβησαν παράνομα και αυθαίρετα και χωρίς ενημέρωση σε μεταφορά του ποσού των €92.152,84 έναντι της οφειλής του Εναγόμενου 1 το οποίο είχε κατατεθειμένο στην Τράπεζα. Πιστεύει ότι με την τροποποίηση ο Αιτητής επιχειρεί να εισαγάγει στην Υπεράσπισή του νέα μαρτυρία γεγονός ανεπίτρεπτο. Ως αναφέρει, η αιτούμενη προσθήκη είναι περιττή, αχρείαστη, δεν έχει τίποτα να προσφέρει και μπορεί να τεθεί στο δικαστήριο κατά το στάδιο που θα προσφερθεί μαρτυρία. Οι ίδιοι οι Καθ’ ων η αίτηση στο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας θα προσφέρουν μαρτυρία και θα παρουσιάσουν τις καταστάσεις λογαριασμού στις οποίες θα φαίνεται το έμβασμα του εν λόγω ποσού. Σε καμία περίπτωση οι Καθ’ ων η αίτηση δεν αποκρύβουν το εν λόγω γεγονός από το δικαστήριο ως αβασίμως και αναληθώς ισχυρίζεται ο Αιτητής.
Περαιτέρω, σε σχέση με τους πιο πάνω ισχυρισμούς, ο Αιτητής στην παράγραφο 10 xii της ΕΔ Χαραλάμπους ψευδώς αναφέρει ότι προσπάθησε πολλές φορές και ζητούσε από διάφορους λειτουργούς ένα έγγραφο με το υπόλοιπο του δανείου και του λογαριασμού του αλλά ουδέποτε του δόθηκε. Ως προς τούτο, παρουσιάζει ως Τεκμήριο Ε κατάσταση στην οποία φαίνεται η κατ’ ισχυρισμόν παράνομη ανάληψη του ποσού που δήθεν οι Καθ’ ων η αίτηση αποκρύβουν από το δικαστήριο προσπαθώντας δήθεν να το παραπλανήσουν. Ακόμα, αναφέρει ότι δήθεν εξασφάλισε το εν λόγω έγγραφο στις 7/12/2022 μετά από επίσκεψη σε υποκατάστημα της Τράπεζας Κύπρου. Σε σχέση με τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς τονίζει ότι δεν φαίνεται πουθενά ότι η συγκεκριμένη κατάσταση λογαριασμού εξασφαλίστηκε στις 7/12/2022, ότι ο Αιτητής είχε ανά πάσα στιγμή πρόσβαση στις καταστάσεις λογαριασμού που επισυνάπτει ως Τεκμήριο Ε καθότι αφορούν λογαριασμό του ιδίου που τηρείται στην Τράπεζα Κύπρου και ότι από την στιγμή που προχώρησε σε δέσμευση του λογαριασμού του γνώριζε ότι ανά πάσα στιγμή οι Καθ’ ων η αίτηση χωρίς προειδοποίηση μπορούσαν να λάβουν τα χρήματα που υπήρχαν κατατεθειμένα στον εν λόγω λογαριασμό άρα όφειλε να ελέγχει τον εν λόγω λογαριασμό.
Η αξίωση που επιχειρείται να προστεθεί στην ανταπαίτηση είναι αβάσιμη καθότι το ποσό που ανταπαιτεί ο Αιτητής σε καμία περίπτωση δεν οφείλεται από τους Καθ’ ων η αίτηση.
Είναι επίσης ισχυρισμός του ομνύοντα ότι η Αίτηση εγείρεται σε πολύ προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας και με υπέρμετρη καθυστέρηση λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τη σημασία των προτεινόμενων νεοφανών ισχυρισμών και την επίδραση που θα έχουν οι ισχυρισμοί αυτοί εάν επιτραπεί στον Αιτητή να τους συμπεριλάβει στην Υπεράσπιση του. Η αιτούμενη τροποποίηση εάν επιτραπεί θα εισαγάγει εντελώς νέες βάσεις υπεράσπισης και ανταπαιτήσεις, οι οποίες καμία σχέση δεν έχουν με την υφιστάμενη υπεράσπιση και οι οποίες ανατρέπουν την μέχρι τώρα βάση αντιδικίας των μερών και των επίδικων θεμάτων.
Οι ισχυρισμοί που επιθυμεί να προβάλει στην Υπεράσπισή του ο Αιτητής, είναι νεοφανείς και καταλαμβάνουν εξ απροόπτου την πλευρά των Καθ΄ ων η αίτηση και μάλιστα σε προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας, καθότι ουδέποτε προβλήθηκαν στο παρελθόν, είτε πριν από την καταχώριση της αγωγής είτε στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας εκκρεμούσης της αγωγής.
Ως επίσης αναφέρει, στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση δεν αιτιολογείται η απραξία του Αιτητή για την μη καταχώρηση της αίτησης έγκαιρα, αλλά και ούτε και δικαιολογείται ο χρόνος ο οποίος παρήλθε μέχρι την καταχώρηση της Αίτησης. Οι ισχυρισμοί ότι έχουν μεταβληθεί δήθεν σημαντικά γεγονότα τα οποία δεν δικογραφούνται χωρίς να αναφέρει ποια είναι αυτά τα σημαντικά γεγονότα ή σε αλλαγή δήθεν της υπάρχουσας κατάστασης και ότι δήθεν είναι δίκαιο και απαραίτητο να γίνουν οι αιτούμενες τροποποιήσεις για σκοπούς αποπεράτωσης των πραγματικών ζητημάτων που είναι αμφισβητούμενα μεταξύ των διαδίκων ή ότι δήθεν το δικαστήριο θα κρίνει να αποφασίσει στη βάση λανθασμένων γεγονότων και ισχυρισμών δεν αποτελούν αιτιολογίες ικανές ώστε να δικαιολογήσουν την απραξία του Αιτητή ή εν πάση περιπτώσει αποτελούν θέσεις που κανέναν δεν μπορούν να πείσουν ως προς την βασιμότητά τους. Εισηγείται ότι η προτεινόμενη υπεράσπιση και ανταπαίτηση έγινε στην ίδια βάση και με τα ίδια δεδομένα που γνώριζε ο Αιτητής κατά την ετοιμασία της υφιστάμενης υπεράσπισης.
Τα έγγραφα τα οποία επισυνάπτονται στην Ε/Δ Χαραλάμπους είναι τα έγγραφα τα οποία είχαν ήδη αποκαλυφθεί από τους Καθ’ ων η αίτηση και ο Αιτητής και οι δικηγόροι τους ουδέποτε ενδιαφέρθηκαν να τα επιθεωρήσουν ή να προβούν στα ανάλογα δικονομικά διαβήματα για να τα ζητήσουν από τους Καθ’ ων η αίτηση.
Με την επιδιωκόμενη τροποποίηση, επηρεάζονται δυσμενώς τα δικαιώματα των Καθ’ ων η αίτηση για διεξαγωγή της δίκης μέσα σε εύλογο χρόνο. Είναι έκδηλο ότι η παρούσα αίτηση γίνεται κακόπιστα, καταχρηστικά και επιδιώκει αλλότριους σκοπούς και δη τον εκτροχιασμό της δίκης από την ήδη προσδιορισθείσα πορεία της με αναπόφευκτες επιπτώσεις στα δικαιώματα των Καθ’ ων η Αίτηση, δοθέντος ότι ο Αιτητής θα μπορούσε με την κατάλληλη επιμέλεια να προωθήσει την σκοπούμενη τροποποίηση σε προγενέστερο στάδιο. Επίσης, επιδιώκεται η εισαγωγή και προσθήκη νέων ισχυρισμών που θεμελιώνουν νέα βάση υπεράσπισης και ή εισαγωγή ανταπαίτησης και επιδιώκεται ουσιαστικά η διεύρυνση των νομικών και πραγματικών πλαισίων της δίκης με αποτέλεσμα τον ουσιαστικό επαναπροσδιορισμό των επίδικων θεμάτων και την πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημίας στους Καθ’ ων η Αίτηση αφού θα στερηθούν τη δυνατότητα ή/και δικαίωμα να παρουσιάσουν την υπόθεση τους κατά τρόπο ώστε να αντιμετωπίσουν τους νεοφανείς ισχυρισμούς του Αιτητή σε αυτό το προχωρημένο στάδιο και δη μετά από την παρέλευση οκτώ (8) ετών από την καταχώριση της αγωγής. Ο Αιτητής προσπαθεί να εκμεταλλευτεί ευκαιριακά τη μη δικογράφηση τέτοιων ισχυρισμών στα δικόγραφα του με την καταχώρηση της αίτησης τροποποίησης ώστε να στερήσει το δικαίωμα των Καθ’ ων η Αίτηση να γνωρίζουν την υπόθεση του Αιτητή και τις δικογραφημένες θέσεις προκειμένου να μην είναι σε θέση να προετοιμάσουν κατάλληλα την υπόθεση τους.
Τα γεγονότα στην ένορκη δήλωση του Αιτητή δεν δικαιολογούν επαρκώς και ή καθόλου την προβολή της νέας μορφής υπεράσπισης και ανταπαίτησης σ’ αυτό το προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας και ουδεμία βάσιμη δικαιολογία προβάλλεται ώστε να μπορεί το Δικαστήριο να κρίνει τη γνησιότητα των προθέσεων του Αιτητή και να εξασκήσει την διακριτική του ευχέρεια.
Η Αίτηση είναι κατά νόμο και ουσία αβάσιμη, αθεμελίωτη, αδικαιολόγητη, κακόπιστη και καταχρηστική και αν εγκριθεί από το Δικαστήριο θα προκαλέσει στους Καθ’ ων η αίτηση ανεπανόρθωτη βλάβη η οποία δεν μπορεί να καλυφθεί με οποιαδήποτε διαταγή ως προς τα έξοδα.
Είναι έκδηλο ότι η Αίτηση γίνεται για σκοπούς καθυστέρησης της διαδικασίας ή εν πάση περιπτώσει για αλλότριους λόγους, κακόπιστα και καταχρηστικά, καθώς η εξήγηση που έχει δοθεί στην παρούσα περίπτωση, δεν είναι καθόλου ικανοποιητική, ή εν πάση περιπτώσει επιχειρείται με την προτεινόμενη τροποποίηση να εισαχθούν νέοι ισχυρισμοί χωρίς να προβάλλεται καλός λόγος γιατί δεν μπορούσαν να εγερθούν νωρίτερα.
Σε σχέση με τι ιστορικό της υπόθεσης αναφέρω ότι η αγωγή καταχωρήθηκε στις 2/4/15. Στις 14/10/2015 ο Εναγόμενος 3 καταχώρησε Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση στην αγωγή. Στις 12/4/15 καταχωρήθηκε Απάντηση στην Υπεράσπιση. Η αγωγή προγραμματίστηκε για πρώτη φορά για ακρόαση στις 29/06/2016 και έκτοτε επαναορίστηκε αρκετές φορές για ακρόαση για τους λόγους που φαίνονται στα πρακτικά της διαδικασίας. Την τελευταία φορά που η αγωγή ήταν προγραμματισμένη για ακρόαση, δηλαδή στις 14/12/2022 αναβλήθηκε ενόψει του γεγονότος ότι οι Ενάγοντες βρίσκονταν σε μεταβατικό στάδιο και δεν είχαν στην κατοχή τους τα έγγραφα που αφορούσαν την υπόθεση.
Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων. Στις αγορεύσεις τους οι συνήγοροι υποστήριξαν τις θέσεις τους με αναφορά στις νομικές αρχές που διέπουν το θέμα. Έχω θέσει ενώπιον μου όσα ανέφεραν και θα σταθώ σε αυτά όπου ήθελε κριθεί αναγκαίο.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Η εξουσία του Δικαστηρίου να επιτρέπει τροποποίηση δικογράφων απορρέει από τη Δ.25 θ.1 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών. Η εν λόγω διάταξη τροποποιήθηκε ριζικά με τον περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικό)(Αρ.2) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2015. Οι διατάξεις της Δ.25 εφαρμόζονται σε αγωγές που καταχωρίστηκαν από 01.01.15 αναστέλλεται όμως η εφαρμογή τους αναφορικά και μόνο με αγωγές κλίμακας πέραν των €10.000 μέχρι 31.12.15. Εφόσον η παρούσα υπόθεση που είναι κλίμακας €100.000- €500.000 καταχωρίστηκε στις 2.4.2015 το καθεστώς που διέπει την εξέταση της Αίτησης αυτής είναι αυτό που ίσχυε πριν από τη θέσπιση του πιο πάνω τροποποιητικού διαδικαστικού κανονισμού.
Από τη θεώρηση της νομολογίας προκύπτει ότι η τροποποίηση των δικογράφων είναι εφικτή σε κάθε περίπτωση όπου κρίνεται αναγκαία για τον προσδιορισμό της ουσίας της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων και για αποτροπή της πολλαπλότητας των νομικών διαδικασιών (βλ. The Annual Practice 1958, στη σελίδα 622). Ακόμη και στις περιπτώσεις που επιδιώκεται νέα βάση αγωγής, η αίτηση τροποποίησης δεν είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, αλλά εξετάζεται και συνεκτιμάται υπό το πρίσμα του συνόλου των στοιχείων της δεδομένης περίπτωσης. Το συμφέρον της δικαιοσύνης συνιστά, σε κάθε περίπτωση, κυρίαρχο παράγοντα, κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, να επιτρέπει τροποποίηση (βλέπε IKOS CIF LTD v. Marin Coward κ.α., Πολ. Έφεση αρ. 137/13 και 138/13, απόφαση ημερομηνίας 20.3.2014). Εξαίρεση αποτελούν οι περιπτώσεις όπου η τροποποίηση δυνατόν να επιφέρει βλάβη ή αδικία στην άλλη πλευρά, η οποία δεν μπορεί να αποζημιωθεί σε χρήμα ή εκεί όπου κρίνεται ότι ο αιτητής έχει ενεργήσει κακόπιστα (βλέπε Περικτιόνη Χρίστου ν. Ανδρέα Στυλιανού Αζά (1992) 1 Α.Α.Δ. 704 και σύγγραμμα Bullen & Leake (121 έκδοση, Sweet & Maxwell) στη σελίδα 128). Η σύγχρονη τάση, όπως προβάλλει μέσα από τη νομολογία, είναι να επιτρέπονται τροποποιήσεις στις κατάλληλες περιπτώσεις ακόμα και όταν τέτοια τροποποίηση είναι αποτέλεσμα αμέλειας ή καθυστέρησης, νοουμένου βέβαια ότι δεν προκαλείται αδικία στην άλλη πλευρά που δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί σε χρήμα (Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (1991) 1 Α.Α.Δ. 934).
Στις περιπτώσεις όπου παρατηρείται καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος ο αιτητής οφείλει να δίδει εξηγήσεις για τους λόγους της καθυστέρησης. Όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση, μεγαλύτερη είναι και η ανάγκη για παροχή επαρκών εξηγήσεων, τόσο για την καθυστέρηση όσο και για την αναγκαιότητα της αιτούμενης τροποποίησης. Όπως εξηγήθηκε στην Saba & Co (Τ.Μ.Ρ.) v. Τ.Μ.Ρ. Agents (1994) 1 Α.Α.Δ. 426, η σημασία του θέματος της αιτιολόγησης της καθυστέρησης συναρτάται με τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης, τη γνησιότητα των προθέσεων του αιτητή και την αναγκαιότητα ή το βαθμό της χρησιμότητας της τροποποίησης.
Η έναρξη της δίκης δεν δημιουργεί ανυπέρβλητο εμπόδιο στην επιδίωξη τροποποίησης δικογράφων. Στο στάδιο όμως αυτό η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με φειδώ λαμβάνοντας υπόψη τον εκτροχιασμό της δίκης από την προσδιορισθείσα πορεία και τις αναπόφευκτες επιπτώσεις στα δικαιώματα του αντιδίκου (βλέπε επίσης Φοινιώτης v. Greenmar Navigation Ltd (1989) 1 Α.Α.Δ. 33, Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (πιο πάνω), Astor Manufacturing & Exporting Co κ.ά. v. A.G. Leventis κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 726, Ταξί Κυριάκος Λτδ ν. Ανδρέα Παύλου (1995) 1 Α.Α.Δ. 560, Federal Bank of Lebanon (SAL) v. Σιακόλα (2002) 1 Α.Α.Δ. 223, Jamal Y. Khan κ.α. v. Δημοκρατίας του Πακιστάν (2011) 1 Α.Α.Δ. 1211, Kayat Trading Ltd. v. Genzyme Corporation, Πολιτική Έφεση αρ. 58/2012, απόφαση ημερομηνίας 4.3.2013, Clive Preece κ.ά. ν. Νάσου Θεοφίλου Ρωσσίδου (2011) 1 Α.Α.Δ. 2138 και Αρτέμιος Παπαχρυσοστόμου ν. Κώστα Γρηγοριάδη και Συνεταίροι (2012) 1 Α.Α.Δ. 817).
Στην υπόθεση Federal Bank of Lebanon (S.A.L.) v. Ν. Σιακόλα (1999) 1 Α.Α.Δ. 44, η αγωγή καταχωρήθηκε στις 23/1/86 και η αίτηση τροποποίησης 12 χρόνια μετά. Το Εφετείο έκρινε πως υπήρξε μεγάλη καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης. Έκρινε, περαιτέρω, πως υπήρξε σφάλμα αφού ο συνήγορος θα έπρεπε εξ αρχής να γνωρίζει τη δικονομική ανάγκη για την παροχή λεπτομερειών του αλλοδαπού δικαίου. Η αίτηση για τροποποίηση εγκρίθηκε. Η εξήγηση που δόθηκε ότι ο συνήγορος τελούσε με την αντίληψη ότι δεν χρειαζόταν η έκθεση λεπτομερειών ήταν ικανοποιητική στην απουσία ένδειξης ότι η καθυστέρηση δεν ήταν καλόπιστη.
Υπό το φως των νομικών αρχών που αναφέρονται πιο πάνω θα προχωρήσω να εξετάσω τα θέματα που έχουν εγερθεί, λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο των αγορεύσεων των συνηγόρων των δύο πλευρών.
Καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης – αιτιολόγησή της
Με την Ένσταση τους, οι Καθ’ ων η Αίτηση προβάλλουν τη θέση ότι η υπό κρίση Αίτηση έχει καταχωριστεί με υπέρμετρη ή/και αδικαιολόγητη καθυστέρηση (laches). Σύμφωνα με τη θέση τους η δικαιολογία που δίδεται για την υπέρμετρη καθυστέρηση στην καταχώριση της Αίτησης δεν είναι πειστική και εύλογη και δεν αποτελεί νόμιμο λόγο αιτιολόγησης της καθυστέρησης. Ειδικότερα, εισηγούνται ότι η αιτούμενη τροποποίηση αφορά σε κατ’ ισχυρισμό γεγονότα τα οποία ήταν στη σφαίρα γνώσης του Αιτητή και θα μπορούσαν με εύλογη επιμέλεια από μέρους του να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας ή/και να προβλεφθούν στην αρχική Yπεράσπιση. Κατά τη θέση τους η αναφορά σε χρονολογίες και σε γεγονότα που συνέβησαν το 2008 και 2010 δείχνει ότι τα επιχειρούμενα να εισαχθούν γεγονότα στην Υπεράσπιση δεν είναι γεγονότα τα οποία τώρα προέκυψαν και δεν μπορούσαν να παρουσιαστούν εξ αρχής με το αρχικό του δικόγραφο, αλλά αποτελούν νέα μαρτυρία ή/και επινοήματα του Αιτητή, ως μια απέλπιδα προσπάθεια του να περιπλέξει το Δικαστήριο και να εκτροχιάσει τη διαδικασία. Ο συνήγορος του Αιτητή αντιτείνει ότι η πολυετής καθυστέρηση δεν οφείλεται σε παραλείψεις και/ή μη έγκαιρη δράση και/ή κακοπιστία του Εναγόμενου 3 και ότι είναι απόλυτα δικαιολογημένη στη βάση των γεγονότων ως αυτά εκτίθενται στην Ένορκη Δήλωση του. Είναι η θέση του Αιτητή ότι, επί μακρόν, προσπαθούσε να εξασφαλίσει έγγραφα και/ή πληροφορίες που αφορούσαν την υπόθεση του χωρίς καμία ανταπόκριση, τα οποία τελικά περιήλθαν εις γνώση και/ή κατοχή του την 6/12/2022 και 7/12/2022. Ο μοναδικός λόγος καθυστέρησης, σύμφωνα με το συνήγορο είναι ο δόλιος και ανέντιμος τρόπος με τον οποίο οι Ενάγοντες ενεργούσαν καθώς απέφευγαν και/ή αποφεύγουν μέχρι σήμερα να καταθέσουν και/ή παραδώσουν έγγραφα και/ή πληροφορίες που έχουν στην κατοχή τους.
Σε σχέση με αυτό το θέμα διαφωτιστικά ήταν όσα αναφέρθηκαν στη F.B.L. v. Σιακόλα (πιο πάνω). Η καθυστέρηση προσμετρά σε συνάρτηση με το στάδιο κατά το οποίο επιχειρείται η τροποποίηση, αρχίζοντας όμως από το χρονικό σημείο κατά το οποίο διαπιστώθηκε η ανάγκη για τροποποίηση. Με αυτή την έννοια δεν μπορώ να διαγνώσω υπέρμετρη και/ή αναιτιολόγητη καθυστέρηση εκ μέρους του Αιτητή. Τα γεγονότα και νέα στοιχεία που επιχειρεί να συμπεριλάβει στην Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση του, τα οποία αφορούν κυρίως τις συνθήκες υπογραφής των εγγράφων εγγύησης και εξασφαλίσεων, σύμφωνα με την εκδοχή του προέκυψαν πρόσφατα, μετά την πώληση του επίδικου δανείου σε Εταιρεία διαχείρισης, από τραπεζικούς λειτουργούς οι οποίοι προηγουμένως ήταν απρόθυμοι να συνεργαστούν μαζί του λόγω του κινδύνου που διέτρεχαν να απωλέσουν την εργασία τους. Τα δε συναφή με τα εν λόγω γεγονότα έγγραφα τα οποία επισυνάπτονται ως Τεκμήρια στην ένορκη δήλωση του εξασφαλίστηκαν σύμφωνα με τον Αιτητή στις 6/12/2022 και 7/12/2022, μετά από πολλές προσπάθειες του. Σημειώνω στο σημείο αυτό ότι δεν είναι απόλυτα ορθός ο ισχυρισμός στην ένορκη δήλωση στην ένσταση ότι το σύνολο των εν λόγω εγγράφων είχε αποκαλυφθεί στην ένορκη δήλωση των Καθ’ ων η αίτηση κατά τη διαδικασία αποκάλυψης εγγράφων.
Είναι γεγονός ότι, όπως αναφέρεται στην ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση οι ισχυρισμοί που επιχειρεί να προσθέσει ο Αιτητής ήταν στην σφαίρα της γνώσης του πριν την καταχώρηση της Αίτησης. Παρατηρείται όντως ολιγωρία από τον Αιτητή, ωστόσο θα πρέπει να λεχθεί ότι η όποια καθυστέρηση δεν εξετάζεται μεμονωμένα από απόψεως μόνο χρονικής διάστασης αλλά θα πρέπει να συναρτάται με την γνησιότητα των προθέσεων του Αιτητή και την αναγκαιότητα ή το βαθμό της χρησιμότητας της τροποποίησης.
Η αλήθεια των εξηγήσεων που δόθηκαν σε σχέση με την καθυστέρηση δεν διαψεύσθηκε ή αμφισβητήθηκε καθ’ οιονδήποτε θετικό τρόπο από τους Καθ’ ων η αίτηση (βλ. Saba & Co (T.M.P.) v. T.M.P. Agents (πιο πάνω). Υπό το φως των πιο πάνω και των εξηγήσεων που δόθηκαν θεωρώ ότι πρόκειται για ειλικρινή παραδοχή αργοπορημένης διαπίστωσης, τεκμηρίωσης ή επαλήθευσης γεγονότων και αδυνατώ να διαγνώσω μη καλόπιστη καθυστέρηση ή αργοπορία ή τέτοια υπέρμετρη καθυστέρηση που να ισοδυναμεί με πρόθεση πρόκλησης καθυστέρησης ή κακοπιστία. Ο χρόνος που έχει παρέλθει από το κλείσιμο των δικογράφων δεν συνιστά τέτοια καθυστέρηση που να καθιστά την Αίτηση ανεδαφική έχοντας υπόψη το ότι δεν θα προκληθεί αδικία στην άλλη πλευρά που δεν θα μπορούσε να αποκατασταθεί με έξοδα.
Η κατ’ ισχυρισμό αλλαγή της βάσης της Υπεράσπισης
Σύμφωνα με την εισήγηση των Καθ’ ων η αίτηση η Αίτηση αποτελεί προσπάθεια εισαγωγής νέων νομικών ισχυρισμών ή/και νέας βάσης Υπεράσπισης η οποία ανατρέπει την μέχρι τώρα βάση αντιδικίας των μερών και των επίδικων θεμάτων. Περαιτέρω, είναι η θέση των Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής προσπαθεί με την Αιτήση να εισάξει νέα θέματα με αποτέλεσμα να μεταβάλλεται άρδην η ουσία της υφιστάμενης Υπεράσπισης τόσο σε πραγματικό όσο και νομικό πλαίσιο με νέους ισχυρισμούς και με την εισαγωγή Ανταπαίτησης που θα διαφοροποιήσουν και θα δημιουργήσουν εντελώς νέα Υπεράσπιση, γεγονός που θα ανατρέψει το πλαίσιο της διαδικασίας που αναπόφευκτα θα συνεπάγεται επαναπροσδιορισμό των επίδικων θεμάτων ή/και επιδιώκεται ουσιαστικά η διεύρυνση των νομικών και πραγματικών πλαισίων της δίκης με αποτέλεσμα τον ουσιαστικό επαναπροσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων και τον εκτροχιασμό της δίκης από την προσδιορισθείσα πορεία. Ο Αιτητής επιχειρεί να προσθέσει ισχυρισμό ότι έχει πέσει θύμα εξαναγκασμού, πιέσεων και ψευδών παραστάσεων, δόλου, απάτης, μεθοδεύσεων, παραπλάνησης του, καθώς και ισχυρισμών περί βαριάς αμέλειας από τους Καθ’ ων η αίτηση για σύναψη των εγγράφων που αφορούν τη σύμβαση εγγύησης και δέσμευσης κατάθεσης και ισχυρισμούς αναφορικά με παράλειψη εκτέλεσης νόμιμων καθηκόντων εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση ή/και παρακίνηση ή/και εξώθηση του Αιτητή ή/και χωρίς να του επεξηγηθεί το περιεχόμενο ή/και ότι υπήρχε δόλος από πλευράς των Καθ’ ων η αίτηση και του δόθηκαν ψευδείς παραστάσεις και ότι τον παρότρυναν να υπογράψει τις συμφωνίες. Οι εν λόγω ισχυρισμοί κατά τη θέση των συνηγόρων προβάλλονται για πρώτη φορά με την παρούσα Αίτηση. Επίσης, κατά τον ισχυρισμό τους ο Αιτητής δεν παρουσιάζει οποιαδήποτε μαρτυρία που να στοιχειοθετεί τέτοιους ισχυρισμούς και με ελεύθερη βούληση προχώρησε στην υπογραφή της επίδικης εγγύησης και δέσμευσης κατάθεσης αφού δόθηκαν σ’ αυτόν αντίγραφα, ανέγνωσε τις συμφωνίες και εν πάση περιπτώσει του δόθηκε η πλήρης δυνατότητα να το πράξει ή να λάβει ή/και έλαβε νομική συμβουλή.
Από την άλλη, ο συνήγορος του Αιτητή αντιτάσσει ότι οι ισχυρισμοί των Καθ’ ων η αίτηση είναι αβάσιμοι. Οι αιτούμενες τροποποιήσεις, είναι η θέση του ότι έχουν ως απώτερο σκοπό την περαιτέρω και λεπτομερή αναφορά και/ή προώθηση των θέσεων και/ή ισχυρισμών του Εναγόμενου 3, οι οποίες αποτελούν προέκταση της ήδη υφιστάμενης βάσης Υπεράσπισης και/ή αιτίας Ανταπαίτησης. Η ακυρότητα και/ή το ακυρώσιμο της συμφωνίας εγγύησης και/ή δήλωσης δέσμευσης αποτελούσε εξ’ αρχής Υπεράσπιση του Εναγόμενου 3. Σκοπός των τροποποιήσεων είναι σύμφωνα με την εισήγηση του να διασαφηνίσουν και προσδιορίσουν τις θέσεις του Αιτητή, κάτι που θα αποβεί προς όφελος της καλύτερης απονομής της δικαιοσύνης. Καμία βλάβη και/ή δυσμενής επηρεασμός δεν προκαλείται στα συμφέροντα των Εναγόντων καθώς σε κάθε περίπτωση υπάρχει η δυνατότητα από πλευράς τους να αντικρούσουν τους όποιους ισχυρισμούς τόσο με την Απάντηση τους στην Υπεράσπιση όσο και με την προσκόμιση κατάλληλης μαρτυρίας. Αποτέλεσε δε επιχείρημα του συνηγόρου ότι, σύμφωνα με τη νομολογία δεν είναι εκ προοιμίου νομικά επιλήψιμη η επιδίωξη τροποποίησης για να συνάδει η προσαχθείσα μαρτυρία με το δικόγραφο του διαδίκου.
Το κρίσιμο ερώτημα που προβάλλει είναι αν οι προτεινόμενες τροποποιήσεις μετατρέπουν την ουσία, τη φύση ή τον χαρακτήρα της αγωγής, αφού ακόμα και η προσθήκη μιας νέας βάσης αγωγής η υπεράσπισης, δεν είναι από μόνη της λόγος άρνησης αιτούμενης τροποποίησης. Όπως προκύπτει από τη νομολογία και σχετικές αυθεντίες, ακόμα και η προσθήκη μιας νέας βάσης αγωγής ή υπεράσπισης, δεν είναι αφ’ εαυτής λόγος άρνησης αιτούμενης τροποποίησης. Όπως αναφέρεται και στο σύγγραμμα Annual Practice (1950) στη σελ. 627, το Δικαστήριο δεν πρέπει να αρνηθεί να επιτρέψει μια τροποποίηση απλά επειδή μέσω αυτής εισάγεται μια νέα υπόθεση. Θα αρνηθεί μόνο εκεί όπου η τροποποίηση θα άλλαζε την αγωγή μετατρέποντας την σε αγωγή ουσιωδώς διαφορετικού χαρακτήρα, η οποία θα μπορούσε με περισσότερη ευχέρεια ν’ αποτελέσει αντικείμενο νέας αγωγής (βλ. επίσης Χρίστου v. Στυλιανού (1992) 1 (Α) Α.Α.Δ. 704).
Δεν θεωρώ ότι ευσταθεί η πιο πάνω εισήγηση για αλλαγή της αγωγής αφού η εισαγωγή των αιτουμένων τροποποιήσεων δεν θα μετατρέψει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ουσία, τη φύση ή το χαρακτήρα της αγωγής ή της Υπεράσπισης. Σίγουρα πρόκειται για νέους ισχυρισμούς που δεν ηγέρθηκαν προηγουμένως, αφορούν όμως τις ίδιες επίδικες συναλλαγές και την εγκυρότητα ή μη των επίδικων συμφωνιών.
Τα όσα επιχειρούνται να προστεθούν με τις παραγράφους 11 και 16 συνδέονται αλλά και επεκτείνουν την παράγραφο 10 της Υπεράσπισης στην οποία προϋπήρχε ισχυρισμός για ακυρότητα των συμφωνιών. Είναι γεγονός ότι μέσω της παραγράφου 16 επιχειρούνται να προστεθούν ισχυρισμοί για ψευδείς παραστάσεις, δόλο, απάτη και αμέλεια των Εναγόντων, κρίνω όμως ότι οι πιο πάνω ισχυρισμοί αφορούν άμεσα τις συνθήκες που περιβάλλουν την υπογραφή των συμφωνιών και δεν μετατρέπουν τη φύση της αγωγής. Επιπλέον κρίνω ότι οι αιτούμενες τροποποιήσεις συνιστούν ολοκληρωμένη δικογράφηση των ισχυρισμών του Εναγόμενου ώστε να συνάδει με το μαρτυρικό υλικό που σκοπεύει να παρουσιάσει κατά την ακρόαση της υπόθεσης. Βασικά αποτελούν προέκταση του υφιστάμενου περιεχόμενου και συμπληρώνουν το πλαίσιο εκδοχής του Εναγόμενου. Με την εισαγωγή των νέων ισχυρισμών δίνεται μια ολοκληρωμένη εικόνα της εκδοχής του Εναγόμενου. Εξαίρεση στα πιο πάνω αποτελούν οι Λεπτομέρειες παράλειψης εκτέλεσης των νόμιμων καθηκόντων των Εναγόντων που επιχειρούνται να προστεθούν τόσο στην Ε/Υ όσο και στην Ανταπαίτηση, τις οποίες δεν κρίνω αναγκαίες η χρήσιμες. Χρήσιμη δε για την υπόθεση θεωρώ την προσθήκη της παραγράφου 27 ισχυρισμού περί μεταφοράς δεύτερου χρηματικού ποσού από το λογαριασμό του Εναγόμενου 3 έναντι της οφειλής του Εναγόμενου 1 από τους Ενάγοντες, η οποία συμπληρώνει την εικόνα των επίδικων θεμάτων για να είναι ευχερέστερη η εξέταση τους στη βάση του μαρτυρικού υλικού που θα προσκομιστεί κατά την ακρόαση. Όσον αφορά την τελευταία σημειώνω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση στην ένορκη δήλωση τους (βλ. παρα.14) δηλώνουν ότι το εν λόγω έμβασμα δεν αμφισβητείται.
Συνοψίζοντας, οι πιο πάνω ισχυρισμοί, οι οποίοι περιλαμβάνονται και στην Ανταπαίτηση του Εναγόμενου, με την εξαίρεση που σημειώνω πιο πάνω, αφορούν τα ίδια επίδικα θέματα και συνεπώς δεν βλέπω κανένα λόγο γιατί δικονομικά ή νομικά να μην μπορούν να προστεθούν ούτε και θεωρώ ότι η διαδικασία θα εκτροχιαστεί σε τέτοιο βαθμό που να παραβιάζονται οι πρόνοιες του άρθρου 30.2 του Συντάγματος. Εξάλλου η πλευρά των Εναγόντων θα έχει κάθε ευκαιρία χρονική και άλλη να τους αντιμετωπίσει αφού η ακρόαση της υπόθεσης δεν έχει ακόμη αρχίσει.
Η κατ’ ισχυρισμό κακοπιστία τoυ Αιτητή και η θέση ότι η Αίτηση υποβάλλεται κατά κατάχρηση των δικαστικών διαδικασιών
Από το σύνολο των στοιχείων που έχουν τεθεί ενώπιον μου δεν έχω εντοπίσει οποιοδήποτε σαφές στοιχείο που να καταδεικνύει κακοπιστία όπως η νομολογία έχει ερμηνεύσει τον όρο αυτό. Οι εισηγήσεις των Καθ’ ων η αίτηση περί ύπαρξης κακοπιστίας παρέμειναν στο επίπεδο ισχυρισμών και δεν έχουν εξειδικευθεί ή τεκμηριωθεί μέσω της ένορκης δήλωσης τους.
Από τα ενώπιον μου στοιχεία κρίνω επίσης ότι ούτε ο ισχυρισμός περί κατάχρησης δεν ευσταθεί. Πρόκειται για ένα γενικό και αόριστο ισχυρισμό που στερείται τεκμηρίωσης. Ο Αιτητής προωθεί την παρούσα Αίτηση ασκώντας το δικαίωμα που του παρέχουν οι θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας το οποίο έχει αναγνωριστεί με βάση τη νομολογία που παρατίθεται πιο πάνω.
Ο ισχυρισμός για πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς στους Καθ’ ων η αίτηση
Αποτέλεσε εισήγηση των συνηγόρων τους ότι θα προκληθεί ανεπανόρθωτη ζημιά στους Καθ’ ων η Αίτηση αφού θα στερηθούν τη δυνατότητα να παρουσιάσουν την υπόθεση τους κατά τρόπο ώστε να αντιμετωπίσουν τους νεοφανείς ισχυρισμούς του Αιτητή σε αυτό το προχωρημένο στάδιο και δη μετά από την παρέλευση οκτώ (8) ετών από την καταχώριση της αγωγής. Εισηγήθηκαν επίσης ότι τυχόν έγκριση της Αίτησης θα στερήσει το δικαίωμα των Καθ’ ων η Αίτηση να γνωρίζουν την υπόθεση του Αιτητή και τις δικογραφημένες θέσεις του χωρίς να είναι σε θέση να προετοιμάσουν κατάλληλα την υπόθεση τους.
Από την άλλη, η θέση του συνηγόρου του Αιτητή είναι ότι ισχυρισμοί των Καθ’ ων η αίτηση είναι γενικοί και αόριστοι και ότι δεν προσδιορίζεται η βλάβη και/ή ζημία η οποία θα προκληθεί εάν η αίτηση τροποποίησης πετύχει και η οποία δεν θα μπορεί να καλυφθεί με οποιαδήποτε διαταγή ως προς τα έξοδα.
Δεν μπορώ να συμμεριστώ τη θέση των Καθ’ ων η Αίτηση ότι η έγκριση της Αίτησης θα προκαλέσει αδικία ή βλάβη η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί με έξοδα και τούτο γιατί η πάνω θέση δεν έχει επεξηγηθεί με σαφήνεια. Επαναλαμβάνω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση θα έχουν την ευκαιρία να αντικρούσουν τις θέσεις του Αιτητή τόσο με την Απάντηση τους όσο και κατά την ακρόαση της υπόθεσης. Συμπληρώνω ότι δεν πιστεύω ότι η εξεύρεση μαρτυρικού υλικού από ένα τραπεζικό οργανισμό για τα νεοηγειρόμενα γεγονότα είναι ιδιαίτερα δυσχερής ή εν πάση περιπτώσει τόσο προβληματική ώστε να αποκλείσει εκ προοιμίου την εισαγωγή των ισχυρισμών του Εναγόμενου προς υπεράσπιση του.
Συνοψίζοντας, καταλήγω ότι η έγκριση της Αίτησης (με την εξαίρεση που έχω αναφέρει πιο πάνω) δεν θα προκαλέσει αδικία ή βλάβη η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί με έξοδα.
Κατά συνέπεια εκδίδεται διάταγμα τροποποίησης της Έκθεσης Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης ως η παράγραφος Α της Αίτησης, πλην των Λεπτομερειών παράλειψης εκτέλεσης των νόμιμων καθηκόντων των Εναγόντων (α)-(γ) στην παρα.17 στην Ε/Υ και στην παρα.33(α)-(δ) στην Ανταπαίτηση (Τεκμήριο Α στην ένορκη δήλωση στην Αίτηση). Τροποποιημένη Έκθεση Υπεράσπισης και Ανταπαίτηση να καταχωρηθεί εντός 15 ημερών από τη σύνταξη του παρόντος Διατάγματος και τροποποιημένη Απάντηση εντός 15 ημερών από την επίδοση της τροποποιημένης Έκθεσης Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης.
Τα έξοδα της παρούσας Αίτησης και επιπλέον όσα έξοδα χαθούν (costs thrown away) λόγω της τροποποίησης επιδικάζονται υπέρ των Εναγόντων - Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του Εναγόμενου - Αιτητή, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Τα έξοδα θα είναι πληρωτέα στο τέλος της δίκης.
(Υπ.): ……………………………
Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο