S & H HADJIYIANNIS ECONOMIKI LIMITED ν. ΘΕΟΔΩΡΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ, Αρ. Αγωγής: 1639/2022, 15/10/2023
print
Τίτλος:
S & H HADJIYIANNIS ECONOMIKI LIMITED ν. ΘΕΟΔΩΡΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ, Αρ. Αγωγής: 1639/2022, 15/10/2023

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής: 1639/2022(i)

                                                                                          

Μεταξύ:

 

S & H HADJIYIANNIS ECONOMIKI LIMITED

                       Ενάγουσας

                                                                   

-και-

 

ΘΕΟΔΩΡΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ

                                                                                                       Εναγόμενης

 

Αίτηση ημερομηνίας 09.12.2022 για Προσωρινό Διάταγμα.

 

Ημερομηνία: 16.10.2023.

 

Εμφανίσεις:

Για την Αιτήτρια: κ. Μιλτιάδης Σάββα

Για την Καθ’ ης  η Αίτηση: κα Φωτεινή Χατζηιωάννου

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με αυτή την αίτηση η Αιτήτρια ζητά Προσωρινό Διάταγμα που να διατάσσει την Εναγόμενη ή/και τους αντιπροσώπους της ή/και πρόσωπα που έλκουν δικαιώματα από αυτήν περιλαμβανομένων των τέκνων της να παύσουν άμεσα ή/και εντός προθεσμίας που θα καθορίσει το Δικαστήριο κάθε επέμβαση που διενεργείται εντός του πιο κάτω περιγραφόμενου ακινήτου της Ενάγουσας, δια την είσοδο, κατοχή και χρήση αυτού: Ακίνητο με Αρ. Εγγραφής: 0 / [ ], Φύλλο / Σχέδιο: 50 / 40, Τμήμα: 0, Τεμάχιο: ΕΠΙ [ ],  Μερίδιο: ΟΛΟ, Αριθμός Θύρας: [ ], Τοποθεσία: Παραγάλια, Ενορία: Μενεού Δήμος/Κοινότητα: Δήμος Δρομολαξιάς - Μενεού  Επαρχία: Λάρνακα.

 

 

Η  αίτηση βασίζεται στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ. 6, άρθρα 4, 5, 7 και 9, στον περί Δικαστηρίων Νόμο 14 του 1960 άρθρο 32 και 57, στον περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο, άρθρο 43, στους περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμούς Δ.48, Θ.1-9, Δ.39, στο Κεφ. 148 άρθρο 43, στο άρθρο 23 παρ. 1, 2, 4 και 8 του Συντάγματος, στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθώς και στις συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η αίτηση φαίνονται στην ένορκο δήλωση του Σπύρου Χατζηγιάννη, Διευθυντή της Ενάγουσας / Αιτήτριας ο οποίος, ως αναφέρει, γνωρίζει πολύ καλά τα γεγονότα που αφορούν την αίτηση από προσωπική γνώση και είναι εξουσιοδοτημένος από την Ενάγουσα να προβεί στην ένορκο δήλωση. Η Ενάγουσα είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης δεόντως εγγεγραμμένη στην Κύπρο, με έδρα την Λάρνακα, η οποία ασχολείται με την κατασκευή και πώληση οικιών, διαμερισμάτων και άλλων οικοδομών.

 

Ως ο ενόρκως δηλών αναφέρει, με βάση γραπτή συμφωνία ημερομηνίας 19/12/2000 η Ενάγουσα συμφώνησε να πωλήσει στην Εναγόμενη την κατοικία αριθμός [ ] που η Ενάγουσα ανήγειρε εντός του οικοδομικού συγκροτήματος “[ ]” που βρίσκεται στο χωριό Μενεού της Επαρχίας Λάρνακας για το ποσό των Λ.Κ.105.000 (€179.400). Επισυνάπτεται ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 2 αντίγραφο του πωλητηρίου εγγράφου. Έκτοτε η Εναγόμενη κατέχει και χρησιμοποιεί την πιο πάνω οικία. Το εν λόγω πωλητήριο έγγραφο δεν έχει καταχωρηθεί στο κτηματικό μητρώο του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λάρνακας.

 

Έναντι του τιμήματος αγοράς, η Εναγόμενη κατέβαλε μόνο το ποσό των Λ.Κ.25.000 (€42.715,03) μέσω δανείου το οποίο εξασφάλισε από την πρώην Συνεργατική με την εγγύηση του ιδίου προσωπικά  και του αδελφού του. Λόγω του ότι η  Εναγόμενη δεν αποπλήρωνε κανονικά το πιο πάνω δάνειο της, έχει καταχωρηθεί εναντίον της ως πρωτοφειλέτη και εναντίον των εγγυητών η αγωγή υπ’ αριθμό 1374/2021 του Ε.Δ. Λάρνακας (ΤΕΚΜΗΡΙΟ 3) η οποία εκκρεμεί προς εκδίκαση.

 

Πέραν του πιο πάνω ποσού η Εναγόμενη κανένα άλλο ποσό δεν πλήρωσε μέχρι σήμερα. Ένεκα της μη εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων της Εναγόμενης έναντι της Ενάγουσας, σε σχέση με το πιο πάνω πωλητήριο έγγραφο ημερομηνίας 19/12/2000  η Ενάγουσα καταχώρησε εναντίον της Εναγόμενης την αγωγή υπ’ αριθμό 936/2013 του Ε.Δ. Λάρνακας και στις 03/11/2021 εκδόθηκε εκ συμφώνου Απόφαση (ΤΕΚΜΗΡΙΟ 4) υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης μέσω της οποίας η Εναγόμενη διατάχθηκε να καταβάλει στην Ενάγουσα το ποσό των €230.000 με νόμιμο τόκο 2% από 03/11/2021 μέχρι εξοφλήσεως, ταυτόχρονα με την μεταβίβαση προς την Εναγόμενη του χωριστού τίτλου ιδιοκτησίας. Ως επίσης ο ενόρκως δηλών αναφέρει, μέχρι και την 03/11/2021 δεν είχε εκδοθεί χωριστός τίτλος του επίδικου ακινήτου, γνώριζε όμως ότι αυτός βρισκόταν στο τελικό στάδιο έκδοσης του.

 

Την ίδια μέρα, ήτοι στις 03/11/2021, δηλώθηκε εκ συμφώνου ως Κανόνας Δικαστηρίου, ότι το ποσό των €230.000 θα καταβάλλετο ταυτόχρονα με την έκδοση ξεχωριστού τίτλου, την υποθήκευση και μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου στην Εναγόμενη, ενέργειες τις οποίες η Ενάγουσα ανάλαβε να κάνει μέχρι την 02/05/2022. Δηλώθηκε, περεταίρω,  εκ συμφώνου ότι σε περίπτωση που η Εναγόμενη εξ υπαιτιότητας της δεν καταφέρει να εξασφαλίσει δάνειο για την πληρωμή του εξ αποφάσεως ποσού τότε υποχρεούται εντός ενός έτους να παραδώσει στην Ενάγουσα κενή και ελεύθερη κατοχή του επίδικου ακινήτου. Επισυνάπτεται ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 5 αντίγραφο πρακτικού του Δικαστηρίου ημερομηνίας 03/11/2021 και ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 6 αντίγραφο της Έκθεσης Απαίτησης που αφορά την αγωγή υπ’ αριθμό 936/2013 του Ε.Δ. Λάρνακας.

 

Στις 18/04/2022 εκδόθηκε χωριστός τίτλος αναφορικά με το επίδικο ακίνητο, ΤΕΚΜΗΡΙΟ 7. Ως εκ τούτου η Ενάγουσα συμμορφώθηκε με την υποχρέωση της να εκδώσει ξεχωριστό τίτλο του επίδικου ακίνητου μέχρι την 02/05/2022.

 

Σύμφωνα με τον ομνύοντα, επικοινώνησε άμεσα τηλεφωνικά με την Εναγόμενη και την ενημέρωσε ότι εκδόθηκε χωριστός τίτλος του ακινήτου καθώς και ότι η Ενάγουσα ήταν σε θέση να προχωρήσει με την διαδικασία φοροαπαλλαγής για τη μεταβίβαση του ακινήτου στο όνομα της. Η τελευταία του ανέφερε ότι κατέβαλλε προσπάθεια να εξεύρει το ποσό έτσι ώστε να προχωρήσει η μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου και ότι θα χρειαζόταν κάποιες μέρες. Για σκοπούς πλήρους αποκάλυψης και σε σχέση με τον χωριστό τίτλο του επίδικου ακινήτου ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι ο χωριστός τίτλος του επίδικου ακινήτου φέρει κάποιες σημειώσεις. Η πρώτη σημείωση αναφέρει ότι απαγορεύεται η εκούσια μεταβίβαση και/ή υποθήκευση διότι εκκρεμεί η εξαγορά του όρου κατασκευής του παραλιακού πεζόδρομου. Σε σχέση με αυτό το ζήτημα έχει αποσταλεί σχετική επιστολή από τον Δήμο Δρομολαξιάς – Μενεού προς όλα τα πρόσωπα προς τα οποία πωλήθηκαν οι κατοικίες εντός του συγκροτήματος, περιλαμβανομένης της Εναγόμενης, με κοινοποίηση προς τον ίδιο προσωπικά (ΤΕΚΜΗΡΙΟ 8). Το ποσό αυτό ανέρχεται σε σχέση με το επίδικο ακίνητο σε €4.082 το οποίο η Ενάγουσα είχε και έχει αναλάβει να πληρώσει σε περίπτωση που η Εναγόμενη κατέβαλλε προς την Ενάγουσα το εξ αποφάσεως χρέος της. Πληρώνοντας αυτό το ποσό το ακίνητο θα απαλλαχθεί άμεσα από τον περιορισμό μη μεταβίβασης και υποθήκευσης του. Οι λοιπές σημειώσεις επί του τίτλου αφορούν σε παράνομες προσθήκες και/ή μετατροπές στις οποίες έχει προβεί η Εναγόμενη όλα αυτά τα χρόνια που κατέχει το επίδικο ακίνητο. Συγκεκριμένα αφορούν ακάλυπτη βεράντα η οποία έγινε κλειστός χώρος με αλουμίνιο.

 

Ως ο ομνύων αναφέρει στη συνέχεια στις 23/05/2022, και αφού περνούσαν οι μέρες χωρίς να έχει κάποια επικοινωνία μαζί του η Εναγόμενη, της απέστειλε επιστολή, ΤΕΚΜΗΡΙΟ 9 μέσω των δικηγόρων του διά της οποίας, μεταξύ άλλων, την κάλεσε όπως στις 17/06/2022 προσέλθει στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας έτσι ώστε να γίνει η μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου στο όνομα της εξοφλώντας ταυτόχρονα το ποσό που οφείλει στην Ενάγουσα δυνάμει της πιο πάνω εκ συμφώνου Απόφασης, εκφράζοντας την ανησυχία του για τη αγωγή υπ’αρ. 1374/2021 η οποία του επεδόθη στις 27/04/2022 ως εγγυητή της Εναγόμενης. Η Εναγόμενη δεν απάντησε στην πιο πάνω επιστολή ούτε και προσήλθε στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας κατά την 17/06/2022. Στις 11/07/2022 απεστάλη μέσω των δικηγόρων του και δεύτερη επιστολή στην Εναγόμενη, ΤΕΚΜΗΡΙΟ 10 για να παρουσιαστεί στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας στις 17/07/2022 με σκοπό να υλοποιηθεί η μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου στη ίδια ταυτόχρονα με την εξόφληση, στην οποία επίσης δεν απάντησε. Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω η Εναγόμενη παρέλειψε να συμμορφωθεί με την εκ συμφώνου απόφαση και την καταβολή του εξ αποφάσεως χρέους και γι’ αυτό θα έπρεπε μέχρι την 03/11/2022 να παραδώσει την κατοχή του επίδικου ακινήτου στην Ενάγουσα. Ως επίσης αναφέρει ο ενόρκως δηλών, η Ενάγουσα με επιστολή ημερομηνίας 31/10/2022, ΤΕΚΜΗΡΙΟ 11 κάλεσε την Εναγόμενη να παραδώσει την κατοχή στην Ενάγουσα την 03/11/2022 ως το περιεχόμενο του πρακτικού του Δικαστηρίου και/ή τον κανόνα Δικαστηρίου όπως καταγράφεται στο πρακτικό ημερομηνίας 03/11/2021 στα πλαίσια της αγωγής υπ’ αριθμό  936/13 του Ε.Δ. Λάρνακας. Η εν λόγω επιστολή απεστάλη τόσο στην ίδια όσο και στην θυγατέρα της, η οποία διαμένει επίσης στην οικία αυτή.

 

Η Εναγόμενη ουδέν έπραξε και η Ενάγουσα με νέα επιστολή ημερομηνίας 29/11/2022, ΤΕΚΜΗΡΙΟ 12 τερμάτισε την αναφερόμενη συμφωνία επί Δικαστηρίω και αξίωσε εκ νέου την παράδοση της κατοχής του επίδικου ακινήτου εντός 5 ημερών από τη λήψη της πλην όμως και πάλι η Εναγόμενη αρνήθηκε και/ή παρέλειψε να παραδώσει την κατοχή του ακινήτου στην Ενάγουσα ενώ δεν αντέδρασε με οποιονδήποτε τρόπο στην επιστολή. Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω η Εναγόμενη  μέχρι και τις 03/11/2022 όφειλε να παραδώσει την κατοχή του επίδικου ακινήτου στην Ενάγουσα πράγμα το οποίο δεν έπραξε και ως εκ τούτου από τις 04/11/2022  επεμβαίνει παράνομα εντός του ακινήτου κατέχοντας και χρησιμοποιώντας το παράνομα. Η αξία του επίδικου ακινήτου ανέρχεται σήμερα σε €439.000 περίπου βάσει της τελευταίας εκτίμησης του Κτηματολογίου.

 

Σύμφωνα με τον ομνύοντα υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, διότι τίθεται θέμα παράνομης επέμβασης σε ακίνητο το οποίο αποδεδειγμένα ανήκει στην Ενάγουσα εφόσον η Εναγόμενη δεν έχει μέχρι και την 02/05/2022 αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος της προς την Ενάγουσα, ενώ η Ενάγουσα εξέδωσε πριν από την πιο πάνω ημερομηνία ξεχωριστό τίτλο για το επίδικο ακίνητο αλλά και τηρουμένης της δέσμευσης της να παραδώσει την κατοχή του ακίνητου στις 03/11/2022 εφόσον δεν θα αποπλήρωνε αυτό. Με βάση δε τα πιο πάνω προκύπτει ότι υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας της αγωγής αφού ουσιαστικά η Εναγόμενη κανένα δικαίωμα δεν έχει πλέον να παραμένει εντός του ακινήτου μετά την παρέλευση της 03/11/2022, ημερομηνία κατά την οποία όφειλε να είχε παραδώσει το ακίνητο στην Ενάγουσα. Από την πιο πάνω ημερομηνία είναι η Ενάγουσα που έχει κάθε δικαίωμα να κατέχει το ακίνητο ενώ αυτό κατέχεται και χρησιμοποιείται από την Εναγόμενη παράνομα και χωρίς την συγκατάθεση της Ενάγουσας.

 

Σε περίπτωση που δεν εκδοθούν τα αιτούμενα Διατάγματα, δεν θα μπορέσει να αποδοθεί αποτελεσματική θεραπεία με την εκδίκαση της αγωγής για τους ακόλουθους λόγους: Αν η Εναγόμενη συνεχίσει να κατέχει το Ακίνητο μέχρι την εκδίκαση της αγωγής υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να προκληθούν ζημιές στο Ακίνητο εξ’ υπαιτιότητας και/ή εξ’ αμελείας της Εναγόμενης. Η Εναγόμενη γνωρίζοντας ότι το ακίνητο δεν της ανήκει και είναι θέμα χρόνου να παραδώσει την κατοχή αυτού, δεν έχει κανένα κίνητρο να συντηρεί το ακίνητο αλλά αντιθέτως έχει σοβαρό κίνητρο να μην ενδιαφέρεται για τη συντήρηση του. Από την 03/11/2022 η Ενάγουσα υφίσταται καθημερινώς οικονομική ζημιά αφού η Εναγόμενη καρπούται το ακίνητο χωρίς κανένα οικονομικό αντάλλαγμα ενώ η Ενάγουσα εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να το αξιοποιήσει και να έχει οικονομικά οφέλη από αυτό. Η ζημιά που υφίσταται η Ενάγουσα δεν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα αφού στερείται ουσιαστικά το δικαίωμα της ιδιοκτησίας της αλλά και σε περίπτωση που ήθελε φανεί ότι η ζημιά που υφίσταται μπορεί να ικανοποιηθεί με θεραπεία αποζημιώσεων, η Εναγόμενη δεν είναι σε θέση και δεν θα είναι σε θέση να ικανοποιήσει τη ζημιά του με χρήμα καθότι η ίδια είναι αποδεδειγμένα αφερέγγυα. Το γεγονός ότι καταχωρήθηκε εναντίον της η αγωγή υπ’ αριθμό 1374/2021, η οποία αφορά το ποσό που έλαβε και πλήρωσε ως προκαταβολή στην Ενάγουσα δια την αγορά τότε του επίδικου ακινήτου και σε σχέση με το οποίο εκτίθεται προσωπικά ως εγγυητής της αλλά και το γεγονός ότι δεν αποπλήρωσε το εξ αποφάσεως χρέος της ως ανωτέρω δείχνει ότι η Εναγόμενη είναι αφερέγγυα.

 

Είναι η θέση του ότι η Εναγόμενη έχει επανειλημμένα προβεί σε μη τήρηση των συμφωνηθέντων προς την Ενάγουσα αφού τόσο αρχικά δεν τήρησε τους όρους του πωλητηρίου εγγράφου με αποτέλεσμα να καταχωρηθεί η αγωγή υπ’ αριθμό 936/13 και να εκδοθεί η απόφαση εναντίον της, ενώ δεν έχει τηρήσει ούτε την δέσμευση της όπως αυτή αποτυπώνεται στο πρακτικό ημερομηνίας 03/11/2021 που εκδόθηκε στα πλαίσια της αγωγής υπ’ αριθμό 936/13 αφού ούτε αποπλήρωσε το εξ αποφάσεως χρέος της ούτε και παρέδωσε την κατοχή του επίδικου ακινήτου ως όφειλε και ως δεσμεύτηκε.

 

Διατάχθηκε η επίδοση της Αίτησης και η Καθ’ ης η αίτηση καταχώρησε ένσταση.

 

Η ένσταση βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.39, Δ.48 ΘΘ. 1-5, 7, 8, 9, 11 και 12, στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ.6, άρθρα 4, 5, 7 και 9, στον περί Δικαστηρίων Νόμο 14/60, άρθρα 29, 30, 31 και 32, στον περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο άρθρο 43, στο Μέρος ΙΙΙ και V του περί Συμβάσεων Νόμου (ΚΕΦ.149), στο άρθρο 23 του Συντάγματος, στις αρχές του κοινού δικαίου, την αρχή της επιείκειας και τις συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Οι  λόγοι της ένστασης παρατίθενται αυτούσιοι και είναι οι ακόλουθοι:

 

1.            Η αίτηση είναι ουσία και/ή νόμω αβάσιμη και/ή καταχρηστική.

 

2.            Τα αιτούμενα διατάγματα είναι καταπιεστικά και/ή άκρως περιοριστικά και/ή δραστικά.

 

3.            Η αίτηση είναι κακόπιστη και/ή κακόβουλη και/ή καταχωρίστηκε με αλλότρια κίνητρα και/ή υπό καθεστώς παραπλάνησης του Δικαστηρίου.

 

4.            Η αίτηση στηρίζεται σε ψεύδη και αναλήθειες και/ή σε ανυπόστατους ισχυρισμούς.

 

5.            Δεν πληρούνται και/ή συντρέχουν οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/1960 και/ή νομολογία για έκδοση των αιτούμενων προσωρινών απαγορευτικών διαταγμάτων και/ή προστακτικών διαταγμάτων.

 

6.            Δεν αποκαλύπτεται ορατή πιθανότητα επιτυχίας της αγωγής.

 

7.            Δεν έχει καταδειχθεί ότι θα ήταν δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.

 

8.            Δεν  αποδείχθηκε η ύπαρξη του κατεπείγοντος.

 

9.            Η Αιτήτρια δεν προσήλθε στο δικαστήριο με καθαρά χέρια και/ή παραπλάνησε το Δικαστήριο με ψευδή και/ή λανθασμένα στοιχεία και/ή με την απόκρυψη και μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων και η Αίτηση εξυπηρετεί αλλότριους σκοπούς.

 

10.          Υπήρξε σοβαρή μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων που ήταν σε γνώση της Αιτήτριας και δεν τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου με σκοπό εκ μέρους της Αιτήτριας το Δικαστήριο να αποφασίσει για την έκδοση διαταγμάτων στην Αίτηση χωρίς να έχει ολόκληρο το ιστορικό και τα πραγματικά γεγονότα ενώπιον του.

 

11.          Η έκδοση προσωρινών διαταγμάτων βάσει της παρούσας αίτησης δεν θα εξυπηρετήσει τους σκοπούς της ορθής απονομής της δικαιοσύνης αλλά αντιθέτως θα οδηγήσει σε σπατάλη πολύτιμου δικαστικού χρόνου και αχρείαστων εξόδων.

 

12.          Η Αιτήτρια καθυστέρησε να αιτηθεί ή να διεκδικήσει τα κατ’ αίτηση διατάγματα με τρόπο και/ή σε βαθμό που κωλύεται και/ή εμποδίζεται και/ή αποκλείεται από του να δικαιούται την έκδοση τους.

 

Τα γεγονότα στα οποία βασίζεται η Ένσταση φαίνονται στην ένορκη δήλωση της Θεοδώρας Γεωργιάδη, Εναγόμενης/ Καθ’ ης η Αίτηση (στο εξής η «Καθ’ ης η Αίτηση»). Αναφέρει γεγονότα για τα οποία έχει προσωπική και για όσα γεγονότα δεν έχει προσωπική γνώση αναφέρει την πηγή της πληροφόρησής της. Αναφορικά με τη νομική πτυχή της υπόθεσης, διατυπώνει τη γνώμη και συμβουλή της δικηγόρου που την εκπροσωπεί. Παραδέχεται τον ισχυρισμό της Αιτήτριας ότι υπέγραψε συμφωνία ημερ. 19/12/2000, με όρους και λεπτομέρειες της οποίας θα αναφερθεί πιο κάτω και αγόρασε από την Αιτήτρια την κατοικία με αρ. [ ] η οποία ανεγέρθηκε εντός του οικοδομικού συγκροτήματος «[ ]» που βρίσκεται στο χωριό Μενεού της Επαρχίας Λάρνακας (στο εξής «κατοικία») για το ποσό των Λ.Κ.105.000 ισάξιο σε €179.400. Αρνείται τους ισχυρισμούς της παραγράφου 6 της ένορκης δήλωσης. Περαιτέρω δηλώνει ότι το ποσό που κατέβαλε έναντι του τιμήματος αγοράς της κατοικίας ως προκαταβολή ήταν Λ.Κ.30.000. Το ποσό των Λ.Κ.75.000, υπόλοιπο του τιμήματος της κατοικίας θα πληρωνόταν στην Αιτήτρια με δάνειο το οποίο θα εξασφάλιζε με την ταυτόχρονη υποθήκευση της κατοικίας, όταν θα εκδιδόταν χωριστός τίτλος ιδιοκτησίας.

 

Όσον αναφορά τους ισχυρισμούς της παραγράφου 7 της ένορκης δήλωσης αναφέρει ότι, για να μπορέσει να αγοράσει την κατοικία έπρεπε να λάβει χρηματοδότηση, γεγονός που γνώριζε η Αιτήτρια. Έτσι η ίδια και ο Αντώνης Γεωργιάδης ο οποίος απεβίωσε στις 21/03/2018 σύναψαν Συμφωνία Δανείου με το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Λύσης ημερ. 19/12/2000 (στο εξής το «δάνειο») για το ποσό των Λ.Κ.25.000 ισάξιο των €42.715,03. Η Τράπεζα για να δεχθεί να της χορηγήσει το δάνειο ήθελε εξασφάλιση με εγγύηση προς όφελος της, εφόσον δεν υπήρχε ξεχωριστός τίτλος ιδιοκτησίας, ώστε να υποθηκευθεί η κατοικία. Οι Σπύρος και Χαράλαμπος Χατζηγιάννης, προκειμένου να επιτευχθεί η αγοραπωλησία αποδέχθηκαν και υπέγραψαν Συμφωνία Εγγύησης την 19/12/2000, για να εξασφαλιστεί η αποπληρωμή του δανείου. Σημειώνει ότι το ποσό που εξασφαλίστηκε από το εν λόγω δάνειο  εισπράχθηκε κατευθείαν από την Αιτήτρια έναντι του τιμήματος πώλησης της κατοικίας.

 

Αρνείται το περιεχόμενο της παραγράφου 8 της Ένορκης Δήλωσης της Αιτήτριας και περαιτέρω αναφέρει ότι ήταν η συμφωνία τους με την Αιτήτρια ότι, το υπόλοιπο ποσό των Λ.Κ.75.000 του τιμήματος της κατοικίας θα πληρώνετο στην Αιτήτρια με δάνειο το οποίο θα εξασφάλιζε με την ταυτόχρονη υποθήκευση της κατοικίας, όταν θα εκδιδόταν χωριστός τίτλος ιδιοκτησίας. Ενόψει του ότι η Αιτήτρια ουδέποτε μέχρι και την πρόσφατη έκδοση του τίτλου είχε εξασφαλίσει την έκδοση χωριστού τίτλου ιδιοκτησίας της κατοικίας, ούτε το ακίνητο επί του οποίου ανεγέρθηκε η κατοικία μπορούσε να υποθηκευτεί καθότι βαρύνετο με προγενέστερες της πωλήσεως της κατοικίας υποθήκες, το εξασφαλισθέν δάνειο δεν μπορούσε να προχωρήσει με αποτέλεσμα το εκ Λ.Κ.75.000 υπόλοιπο του τιμήματος να μην μπορεί να πληρωθεί εξ’ υπαιτιότητας της Αιτήτριας.

 

Αρνείται το περιεχόμενο της παραγράφου 9 και ισχυρίζεται ότι, για σκοπούς καλής θέλησης και με πρόθεση να αποκτήσει την κατοικία, αποδέχθηκε την έκδοση εκ συμφώνου απόφασης ημερ. 03/11/2021 στην αγωγή 936/2013 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας με τους όρους και προϋποθέσεις που αναφέρονται στην εν λόγω απόφαση. Συγκεκριμένα στις 03/11/2021 εκδόθηκε εναντίον της απόφαση για το ποσό των €230.000 πλέον τόκο προς 2% ετησίως από 03/11/2021. Το ποσό, σύμφωνα με την απόφαση, θα καταβάλλετο με την έκδοση ξεχωριστού τίτλου, την υποθήκευση και μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου, την οποία η Αιτήτρια (στην παρούσα) όφειλε να πράξει μέχρι τις 02/05/2021.

 

Εκ των παραγράφων 10 και 11 της Ένορκης Δήλωσης της Αιτήτριας παραδέχεται μόνο τον ισχυρισμό ότι, έγινε κανόνας επί Δικαστηρίου ότι σε περίπτωση που λόγω δικής της υπαιτιότητας δεν μπορούσε να εξασφαλίσει δάνειο για την πληρωμή του εξ αποφάσεως ποσού τότε υποχρεωνόταν εντός ενός έτους να παραδώσει στην Αιτήτρια κενή και ελεύθερη την κατοχή της κατοικίας. Αρνείται τους λοιπούς ισχυρισμούς των παραγράφων 10 και 11.

 

Αρνείται κατηγορηματικά την παράγραφο 12 της Ένορκης Δήλωσης και ως αναφέρει  η Αιτήτρια ουδέποτε σε προηγούμενο στάδιο και μέχρι την 18/04/2022 που εκδόθηκε εν τέλει ο τίτλος ιδιοκτησίας, έλαβε οποιαδήποτε ουσιαστικά διαβήματα για έκδοση του. Περαιτέρω παρά το ότι ο τίτλος εκδόθηκε την 18/4/2022 έλαβε γνώση της έκδοσης του πολύ μεταγενέστερα.

 

Είναι η θέση τους ότι τα στάδια μέχρι την μεταβίβαση τίτλων μονάδων σε υπό ανάπτυξη ακίνητα είναι η χρηματοδότηση, ακολούθως η οριοθέτηση και η αδειοδότηση της ανάπτυξης, η υλοποίηση της ανάπτυξης, η έγκριση της κατασκευής, η εγγραφή των μονάδων στο Κτηματολόγιο, η έκδοση τίτλων μονάδων των ιδιοκτητών και τέλος η μεταβίβαση τίτλου μονάδας στον αγοραστή. Στην προκειμένη περίπτωση, η Αιτήτρια παρά του ότι της  πώλησε την κατοικία το 2000 χρειάστηκε 21 ολόκληρα χρόνια για να προχωρήσει στην έκδοση ξεχωριστού τίτλου ιδιοκτησίας. Από την συμπεριφορά της Αιτήτριας διαπιστώνεται ότι ουδέποτε κατέβαλε οποιαδήποτε ουσιαστική προσπάθεια προς τούτο.

 

Η υποχρέωση της Αιτήτριας για έκδοση ξεχωριστού τίτλου ιδιοκτησίας ήταν σύμφωνα με τον όρο 6 της Συμφωνίας Πώλησης ημερ. 19/12/2000, εντός τριών ετών μετά την παράδοση της κατοικίας. Η Αιτήτρια στην αίτηση της δεν αποκαλύπτει ούτε παραθέτει τους λόγους για τους οποίους καθυστέρησε η έκδοση του τίτλου ιδιοκτησίας και κάτω από ποιες συνθήκες εκδόθηκε εν τέλει ο τίτλος ιδιοκτησίας.

 

Είναι η θέση της ότι η Αιτήτρια δεν έλαβε όλα τα εύλογα και αναγκαία μέτρα για έκδοση ξεχωριστού τίτλου καθότι δεν εκπλήρωσε τους όρους που προβλέπονταν στην άδεια οικοδομής και στην πολεοδομική άδεια στο χρόνο που έπρεπε και από την άλλη αδράνησε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα για υποβολή νέων αιτήσεων έκδοσης πιστοποιητικού έγκρισης. Εν πάση περιπτώσει, η υποχρέωση της Αιτήτριας για λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για έκδοση ξεχωριστού τίτλου σχετιζόταν με την μη συμμόρφωση της με την άδεια διαίρεσης. Για το λόγο αυτό ο τίτλος εκδόθηκε με σημείωση ότι απαγορεύεται η εκούσια μεταβίβαση και/ή υποθήκευση καθότι δεν υλοποιήθηκε ο όρος 14 του παραρτήματος 1 της άδειας διαίρεσης. 

 

Αρνείται τους ισχυρισμούς των παραγράφων 13 και 14 της Ένορκης Δήλωσης ότι η Αιτήτρια άμεσα μετά την έκδοση του τίτλου επικοινώνησε μαζί της  και την ενημέρωσε για την έκδοση του. Ειδικότερα έλαβε πρώτη φορά γνώση της έκδοσης του τίτλου ιδιοκτησίας μετά από αρκετούς μήνες και εφόσον επικοινώνησε η δικηγόρος της  με τον δικηγόρο τους, αιτούμενη την αποστολή του τίτλου ιδιοκτησίας.

 

Όταν πληροφορήθηκε ότι ο τίτλος ιδιοκτησίας εκδόθηκε με σημειώσεις και ότι προνοείτο σε αυτόν ότι, απαγορευόταν  η εκούσια μεταβίβαση και υποθήκευση, ήταν αδύνατο να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό εφόσον δεν θα μπορούσε να υποθηκεύσει την κατοικία για να λάβει δάνειο για την εξασφάλιση του εξ αποφάσεως ποσού.

 

Ο ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι απαγορεύεται η εκούσια μεταβίβαση και υποθήκευση διότι εκκρεμεί η εξαγορά του όρου κατασκευής του παραλιακού πεζοδρομίου ισχύει αλλά δεν είναι ο μοναδικός λόγος. Εάν η Αιτήτρια είχε πρόθεση να επιλύσει το συγκεκριμένο ζήτημα, ώστε να εκδώσει ξεχωριστό τίτλο ιδιοκτησίας και τότε να της μεταβιβάσει την κατοικία, θα κατέβαλλε το ποσό που απαιτείται για να εξαγοράσει τον όρο κατασκευής του παραλιακού πεζόδρομου. Επιπλέον το γεγονός ότι η Αιτήτρια συμμορφώθηκε με την δικαστική απόφαση που προνοούσε έκδοση του τίτλου πριν την 02/05/2022 δεν αναιρεί το γεγονός ότι ο τίτλος εκδόθηκε με σημειώσεις και έτσι ενάντια στα δικά της συμφέροντα.

 

Όσον αναφορά τις λοιπές σημειώσεις του τίτλου που αφορούν σε κατ’ ισχυρισμό παράνομες προσθήκες σημειώνει ότι σε ουδεμία παράνομη προσθήκη ή μετατροπή στην κατοικία έχει προβεί. Περαιτέρω ουδέποτε οχλήθηκε από την Αιτήτρια και οποιαδήποτε αρμόδια αρχή αναφορικά με οποιαδήποτε προσθήκη ή μετατροπή επί της κατοικίας και ουδέποτε της υποδείχθηκε σε οποιοδήποτε στάδιο να επαναφέρει την κατοικία σε οποιαδήποτε κατάσταση, που θα υποβοηθούσε ή και εμπόδιζε την έκδοση χωριστού τίτλου ιδιοκτησίας.

 

Αρνείται το περιεχόμενο των παραγράφων 15, 16, 17 και 18 της Ένορκης Δήλωσης και συγκεκριμένα ότι, έλαβε γνώση των επιστολών ημερ. 23/05/2022 και 11/07/2022.  Ακόμα και εάν έλαβε οποιαδήποτε επιστολή αυτή δεν συνοδευόταν από χωριστό τίτλο ιδιοκτησίας, ο οποίος επαναλαμβάνει ότι της απεστάλη μετά από αίτημα της Δικηγόρου της και διαπιστώθηκε ότι έφερε επί τούτου, τη σημείωση με την οποία εμποδιζόταν η υποθήκευση και μεταβίβαση της κατοικίας σε οποιοδήποτε πρόσωπο.

 

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας για το περιεχόμενο των επιστολών (Τεκμήρια 9 και 10 της Ένορκης Δήλωσης), η Αιτήτρια στην ουσία την καλούσε να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της ως η εκ συμφώνου απόφαση ημερ. 03/11/2021 ενώ η Αιτήτρια δεν είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της που ήταν (ως εμφαίνεται στο πρακτικό ημερ. 03/11/2021, Τεκμήριο 5) να παραδώσει το ακίνητο ελεύθερο κάθε υποθήκης και εμπράγματου βάρους και να προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες ώστε να μπορέσει να υποθηκεύσει την κατοικία προς εξασφάλιση δανείου για πληρωμή του εξ’ αποφάσεως χρέους. 

 

Αρνείται την παράγραφο 19 της Ένορκης Δήλωσης και επαναλαμβάνει ότι, το πρακτικό ημερ. 03/11/2021 (τεκμήριο 5 της Αίτησης), καταγράφει ξεκάθαρα ότι θα υποχρεούτο  να παραδώσει κατοχή της κατοικίας, μόνο εάν λόγω δικής της υπαιτιότητας δεν κατορθώσει να λάβει χρηματοδότηση για καταβολή του ποσού των €230.000. Στην προκειμένη περίπτωση την αποκλειστική ευθύνη έχει η Αιτήτρια.  Δεν ήταν δυνατό, ως είναι η θέση της  να εξασφαλίσει χρηματοδότηση για το ποσό των €230.000.- από την στιγμή που δεν μπορούσε να υποθηκεύσει την κατοικία, η οποία βαρύνετο με προγενέστερες της πωλήσεως της κατοικίας υποθήκες και σύμφωνα με την υφιστάμενη σημείωση επί του τίτλου, τεκμηρίου 7 της Αίτησης.

 

Αρνείται το περιεχόμενο των παραγράφων 20 και 21 της Ένορκης Δήλωσης της Αίτησης και είναι η θέση της οι εν λόγω επιστολές δεν αποτελούν νόμιμη προειδοποίηση για έξωση της από το ακίνητο. Επιπλέον δεν παράγουν αγώγιμο δικαίωμα εναντίον της για παράνομη επέμβαση στην επίδικη κατοικία. Αρνείται επίσης το περιεχόμενο των παραγράφων 22 και 23 της Ένορκης Δήλωσης και επισημαίνει ότι τα 23 ολόκληρα χρόνια που θεωρούσε την επίδικη κατοικία δική της επένδυσε τεράστια χρηματικά ποσά για την διατήρηση και συντήρηση της κατοικίας που προσμετρούν στην αύξηση της αξίας της.

 

Αρνείται το περιεχόμενο της παραγράφου 24 της Ένορκης Δήλωσης και αναφέρει ότι στην εν λόγω κατοικία κατοικεί πέραν των 20 ετών και  εκεί μεγάλωσε τα παιδιά της. Επί σειρά ετών ανέμενε υπομονετικά και χωρίς ουδέποτε να προκαλέσει το παραμικρό πρόβλημα στην Αιτήτρια σε σχέση με την έκδοση ξεχωριστού τίτλου με σκοπό να προχωρήσει σε εξόφληση του ποσού που όφειλε και να  μεταβιβαστεί η κατοικία επ’ ονόματι της.

 

Η έλλειψη καλής θέλησης, συναίνεσης και συναντίληψης ως προς τον επιδιωκόμενο σκοπό της σύμβασης, από την Αιτήτρια, της υποχρέωσης να μεταβιβάσει και εγγράψει την κατοικία επ’ ονόματι της εντός 3 ετών όπως όριζε η Συμφωνία Πώλησης ημερ. 19/12/2000 ήταν παράγοντες που μεσολάβησαν στην καταβολή του συμφωνηθέντος τιμήματος, λόγω της διαφορετικής αντιμετώπισης και ερμηνείας συγκεκριμένου όρου της σύμβασης.

 

Άνευ Βλάβης των όσων έχει ήδη αναφέρει η ομνύουσα επισημαίνει ότι στα πλαίσια της αγωγής πρόκειται να ζητήσει ανταπαιτητικώς αποζημιώσεις από την Αιτήτρια ένεκα της δόλιας συμπεριφοράς και των πράξεων της. Επιπλέον, Διάταγμα με το οποίο διατάσσεται η Αιτήτρια όπως προβεί στις δέουσες και κατάλληλες ενέργειες για την εξασφάλιση τίτλου ιδιοκτησίας χωρίς οποιεσδήποτε σημειώσεις και περιορισμούς ώστε να καταστεί δυνατή η υποθήκευση και μεταβίβαση της επίδικης κατοικίας επ’ ονόματι της.

 

Αρνείται το περιεχόμενο των παραγράφων 25 και 26 της Ένορκης Δήλωσης και εισηγείται ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας στην ολότητα τους είναι ανυπόστατοι και απώτερο σκοπό έχουν να παραπλανήσουν το Δικαστήριο ώστε να εκδοθούν τα αιτούμενα προσωρινά διατάγματα. Είναι ξεκάθαρο από τα όσα αναφέρει ότι η Αιτήτρια δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια, αποκρύπτοντας ουσιαστικά γεγονότα.

 

Είναι η θέση της ότι αν η Αιτήτρια εκπλήρωνε τις υποχρεώσεις της ως όφειλε δεν θα ενεργούσε με τον τρόπο που ενέργησε μέχρι σήμερα και δεν θα καταχωρούσε την παρούσα αγωγή και αίτηση, οι οποίες καταχωρήθηκαν με αλλότρια και εκδικητικά κίνητρα λόγω, μεταξύ άλλων της αδυναμίας της να εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις της. Αρνείται τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας στην παράγραφο 27 και πραγματικά απορεί πως η Αιτήτρια βασίζεται σε ισχυρισμούς περί πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς στην κατοικία, λόγω μη συντήρησης της εκ μέρους της. Αποτελεί γεγονός ότι για διάστημα πέραν των 20 ετών είναι η μοναδική κάτοχος της κατοικίας στην οποία  επένδυσε τεράστια χρηματικά ποσά  για τη διατήρηση και συντήρηση της που σίγουρα προσμετρούν στην αύξηση της αξίας της. Οποιαδήποτε κατ’ ισχυρισμό ζημιά έχει προκληθεί στην Αιτήτρια είναι αποτέλεσμα των πράξεων και της δόλιας συμπεριφοράς της τελευταίας, η οποία μέχρι και σήμερα δεν κατόρθωσε να εκδώσει τίτλο για την κατοικία χωρίς εμπόδια ως όφειλε να πράξει εντός 3 ετών από την ημερομηνία παράδοσης της κατοικίας, δηλαδή 23 χρόνια πριν που να επιτρέπουν την υποθήκευση, μεταβίβαση και εγγραφή της κατοικίας επ’ ονόματι της.

 

Η ακρόαση της υπόθεσης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν, αντίστοιχα, την αίτηση και την ένσταση, χωρίς οι δύο πλευρές να προβούν σε αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων. Και οι δυο πλευρές υποστήριξαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους με την υποβολή εμπεριστατωμένων γραπτών αγορεύσεων, το περιεχόμενο των οποίων λαμβάνω υπόψη μου  και θα αναφερθώ σε αυτό όπου το κρίνω απαραίτητο. Απαντήσεις στα διάφορα επιχειρήματα θα δοθούν με το σκεπτικό του Δικαστηρίου που θα ακολουθήσει.

 

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ:

 

Υπάρχει πλούσια νομολογία αναφορικά με την εξουσία έκδοσης προσωρινού διατάγματος με βάση το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60.  Το εν λόγω άρθρο έχει αναλυθεί με σαφήνεια στην υπόθεση Odysseos v. A. Pieris Estates Ltd and another (1982) 1 C.L.R. 557, ικανοποίηση δε των τριών κριτηρίων που τίθενται ως προϋποθέσεις αποτελεί το πρωταρχικό μέλημα του Δικαστηρίου προτού εξετάσει τους υπόλοιπους παράγοντες που θα πρέπει να συνεκτιμηθούν κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας (Jonitexo v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263).

 

Η προϋπόθεση για ύπαρξη σοβαρού ζητήματος για εκδίκαση κατά τη δίκη ικανοποιείται με αναφορά στα καταχωρημένα δικόγραφα που θα καταδείξουν την ύπαρξη συζητήσιμης υπόθεσης.

 

Η δεύτερη προϋπόθεση της ύπαρξης πιθανότητας να δικαιούται ο ενάγοντας σε θεραπεία, ικανοποιείται με την αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης που αφορά την παρουσίαση μιας ορατής πιθανότητας επιτυχίας. Αυτή η δεύτερη προϋπόθεση συσχετίζει στην ουσία τη νομική θεμελίωση που απορρέει από το καταχωρημένο δικόγραφο με την πραγματική διαθέσιμη μαρτυρία όπως αυτή καταγράφεται στις ένορκες δηλώσεις για να θεμελιώσει την αγωγή. Αν ο αιτητής μπορεί να δείξει κάτι περισσότερο από την απλή πιθανολόγηση αλλά λιγότερο από το βαθμό του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, τότε το δεύτερο κριτήριο ικανοποιείται.

 

Η τρίτη προϋπόθεση ικανοποιείται εφόσον καταδειχθεί ότι χωρίς την έκδοση του διατάγματος θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο - όπου οι αποζημιώσεις θεωρούνται ότι δεν αποτελούν ικανοποιητική θεραπεία.

 

Αν αποτίμηση σε χρήμα μπορεί να γίνει εύλογα, τότε η έκδοση του ή η διατήρηση του σε ισχύ, αποκλείεται. Ακόμη και ασυνήθης δυσκολία στην εκτίμηση των ζημιών δεν δικαιολογεί κατ΄ ανάγκην την έκδοση διατάγματος. (Βλ. ΚΟΤ v. Θεωρή (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 255). Σημειώνεται ότι για την ικανοποίηση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32 δεν αρκούν γενικοί ισχυρισμοί αλλά όπως έχει εξηγηθεί στην Aνδρέου Aντώνης ν. Colossos Signs Ltd (Aρ. 2), (2008) 1 Α.Α.Δ. 626, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση πρέπει να παρέχονται λεπτομέρειες ή επεξήγηση που να υποστηρίζουν και να αιτιολογούν τον ισχυρισμό περί ανεπανόρθωτης βλάβης.

 

Εφόσον ληφθούν υπόψη οι πιο πάνω παράγοντες, το Δικαστήριο θα πρέπει να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο ή πρόσφορο να εκδώσει το διάταγμα. Το Δικαστήριο στο στάδιο αυτό, δεν προχωρεί στην κατάληξη συμπερασμάτων αναφορικά με την πλήρη εξέταση, είτε του πραγματικού είτε του νομικού καθεστώτος της υπόθεσης, δεδομένου ότι, όπως υποδείχθηκε στην υπόθεση Jonitexo v. Adidas (ανωτέρω), αυτό εμπίπτει στη σφαίρα εξέτασης του Δικαστηρίου που εκδικάζει την ουσία της ίδιας της αγωγής. (Βλ. επίσης Γρηγορίου v. Χριστοφόρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 248, 269-270).

 

Έχει πάγια νομολογηθεί ότι το Δικαστήριο μπορεί, χωρίς να υπεισέλθει και να εξετάσει την ουσία του προσωρινού διατάγματος, να το ακυρώσει αν διαφανεί ότι έχει γίνει τέτοια απόκρυψη γεγονότων κατά το στάδιο της μονομερούς έκδοσής του, που έχει επηρεάσει το Δικαστήριο το οποίο άλλως θα μπορούσε να μην το είχε εκδώσει.

 

Σύμφωνα με την υπόθεση Γρηγορίου v. Χριστοφόρου (ανωτέρω), η μη αποκάλυψη γεγονότων εξ αντικειμένου ουσιώδους σημασίας για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, ανατρέπει τη βάση του διατάγματος.  Στη σελίδα 264 της πιο πάνω υπόθεσης λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Η διαδικασία με μονομερή αίτηση επιβάλλει στον αιτητή την αποκάλυψη στο Δικαστήριο όλων των ουσιαστικών γεγονότων που μπορεί να ασκήσουν επιρροή στη δικαστική κρίση. Η αίτηση αυτή είναι ύψιστης πίστεως (uberrima fides). Ο αιτητής έχει καθήκον να φέρει σε γνώση του Δικαστηρίου οποιαδήποτε γεγονότα γνωρίζει, ή που με εύλογη επιμέλεια θα εγνώριζε, τα οποία μπορεί να είναι ευνοϊκά για τον απόντα διάδικο και μπορεί να ασκήσουν επιρροή στην κρίση του Δικαστηρίου.

 

Παράλειψη παρουσίασης ουσιαστικών γεγονότων ενώπιον Δικαστηρίου στη μονομερή αίτηση θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου και το Δικαστήριο απαντά:  "δεν σας ακούω πλέον" και ακυρώνει τη διαταγή που έδωσε, χωρίς να εξετάσει την ουσία. Τα γεγονότα πρέπει να είναι ουσιώδη για την απόφαση του Δικαστηρίου στη μονομερή αίτηση.»

 

(Βλέπε επίσης: Resola (Cyprus) Ltd v. Χρήστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598).

 

Τέλος, πρόσφατη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει δείξει ότι και ο παράγων του χρόνου μπορεί να είναι σημαντικός από την άποψη ότι ο αιτητής θα πρέπει να δείξει στο μονομερές στάδιο το επείγον του θέματος, παρακάμπτοντας έτσι τη συνήθη διαδικασία της ακρόασης και του άλλου μέρους στη διαφορά, το δε Δικαστήριο δύναται να ακυρώσει το διάταγμα γι΄ αυτό το λόγο, διότι το στοιχείο του κατεπείγοντος αποτελεί το βάθρο της εξουσίας του Δικαστηρίου να εκδώσει διάταγμα πάνω σε μονομερή βάση (Stavros Hotel Apartments Ltd (No.2) (1994) 1 A.A.Δ. 836, 841 και Βαβέλ Μπουτίκ Λτδ (1995) 1 Α.Α.Δ. 949, 954).

 

Μια από τις αρχές που το Δικαστήριο πρέπει να έχει υπόψη κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας, είναι το ανεπιθύμητο να ζητείται με την αίτηση η ίδια θεραπεία με αυτήν που ζητείται στην αγωγή. Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι όπου το αίτημα για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων είναι ταυτόσημο με τα αιτούμενα διατάγματα της αγωγής και η τυχόν έκδοση τους επιφέρει ουσιαστικά και τον τερματισμό της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων ή του ενδιαφέροντος τους να συνεχίσουν με την ταχύτατη εκδίκαση της αγωγής, όπως προνοούν οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας, σε συνάρτηση πάντοτε με το ισοζύγιο της ευχέρειας, δεν πρέπει να παραχωρούνται.

 

Στην απόφαση Ελπίδα Αβερκίου ν. Θεο Κτηματική Λτδ κ.α. (2013) 1 Α.Α.Δ. 222,  τονίστηκαν τα ακόλουθα (Δ. Παμπαλλής):

 

«Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Κοσμά ν. Χ΄Κυπρή (2001) ΑΑΔ 169, από τη στιγμή που ικανοποιείται το πρωτόδικο δικαστήριο για την ύπαρξη και των τριών προϋποθέσεων, που τίθενται με το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν.14/60, δεν αυτοματοποιείται η έκδοση του αιτούμενου προστακτικού διατάγματος, αφού τούτο, ως εκ της φύσεως του δεν έχει στόχο την αποκατάσταση της τάξεως πραγμάτων, αλλά την απόδοση στην εφεσείουσα της θεραπείας και μάλιστα προς ουσιαστική ικανοποίηση της κυρίως θεραπείας που ζητείται στην αγωγή».

 

Όταν το ασφαλιστικό μέτρο ζητείται διαρκούσης της εκκρεμοδικίας και όχι στο διηνεκές που είναι το ζητούμενο με την αγωγή και όταν ζητούνται και γενικές και ειδικές αποζημιώσεις, δεν πρόκειται για ταυτόσημες θεραπείες (βλ. Zena Company Ltd ν Demenian Catering Ltd (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1848). Το Ανώτατο Δικαστήριο στην πιο πάνω απόφαση ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση και εξέδωσε το ενδιάμεσο διάταγμα γιατί έτσι θα επαναφερόταν το status quo ante, η κατάσταση των πραγμάτων δηλαδή ως ίσχυε πριν την επέμβαση της εφεσίβλητης.

 

Πριν προχωρήσω στην εξέταση των προϋποθέσεων που θέτει το άρθρο 32 του Ν.14/60 θεωρώ κατάλληλο το στάδιο αυτό για να εξετάσω τη θέση της συνηγόρου της Καθ’ ης η αίτηση ότι η Αιτήτρια απέκρυψε από το Δικαστήριο ότι με βάση τη Συμφωνία πώλησης 19/12/2000 υποχρεούτο να εκδώσει στην Καθ’ ης η αίτηση χωριστό τίτλο ιδιοκτησίας, ότι δεν παρατίθενται οι λόγοι για την καθυστέρηση στην έκδοση χωριστού τίτλου ιδιοκτησίας ότι το ακίνητο επί του οποίου ανεγέρθηκε η επίδικη κατοικία βαρύνεται με εμπράγματα βάρη και υποθήκες.

  

Το θέμα της υποχρέωσης αποκάλυψης των γεγονότων εξετάστηκε στην αγγλική υπόθεση Brink's – MAT Ltd v. Elcombe and Others [1988] 3 All E.R. 188,  στην οποία τονίστηκαν τα ακόλουθα:

 

(1)  Ο αιτητής έχει υποχρέωση να προβαίνει σε πλήρη και δίκαιη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών στοιχείων.

(2)  Τα ουσιώδη στοιχεία είναι εκείνα τα οποία θα πρέπει να γνωρίζει ο Δικαστής όπως αυτά καθορίζονται από το Δικαστή και όχι από τους δικηγόρους των διαδίκων.

(3)  Η υποχρέωση της αποκάλυψης δεν περιορίζεται στα γεγονότα που ήταν γνωστά στον αιτητή, αλλά και σε εκείνα που μπορούσαν να αποκαλυφθούν με μια εύλογη έρευνα.

(4) Η έκταση της έρευνας που πρέπει να γίνει εξαρτάται από τα περιστατικά της υπόθεσης που περιλαμβάνει τη (i) φύση της υπόθεσης και (ii) το επιζητούμενο διάταγμα και τα επακόλουθα της έκδοσης του για τον εναγόμενο.

(5)  Το Δικαστήριο που διαπιστώνει τη μη αποκάλυψη θα πρέπει να αποστερήσει από τον αιτητή οποιοδήποτε πλεονέκτημα που έχει αποκομίσει.

(6)  Η μη αποκάλυψη που οφείλεται σε αθώα συμπεριφορά ή σε μη ορθή εκτίμηση της σχετικότητας της είναι μια σημαντική πτυχή, αλλά όχι αποφασιστική στην εξέταση της μη αποκάλυψης και

(7)  Κάθε παράλειψη δεν εξυπακούει την άμεση ακύρωση του διατάγματος.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, έχω εξετάσει τις θέσεις των δύο πλευρών επί του πιο πάνω θέματος και καταλήγω ότι η Αιτήτρια δεν μπορεί να κριθεί υπόλογη για απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος ή παραπλάνηση του Δικαστηρίου. Η Αιτήτρια,  με την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την παρούσα Αίτηση, προέβαλε τη δική της εκδοχή επί των ουσιωδών πραγματικών γεγονότων της υπόθεσης.  Έχω την άποψη ότι επί αυτών δεν τίθεται θέμα απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων, αλλά πρόκειται για παράθεση των αλληλοσυγκρουόμενων εκδοχών των δύο πλευρών που αφορούν την ουσία της διαφοράς μεταξύ τους, τις οποίες το Δικαστήριο δεν έχει εξουσία να εξετάσει στο παρόν στάδιο, ούτε και να καταλήξει σε συμπεράσματα σ'  αυτό το στάδιο της διαδικασίας, ως προς την πλήρη εξέταση του πραγματικού καθεστώτος της υπόθεσης.  Αυτό εναπόκειται στην κρίση του Δικαστηρίου κατά τη δίκη για την ουσία της διαφοράς τους στα πλαίσια της παρούσας αγωγής. (βλέπε σχετικά την Μιχαηλίδης Φαέθων ν. Παπάκυριακου (2004) 1 Α.Α.Δ. 209).

 

Συνεπώς, κρίνω ότι ο σχετικός λόγος Ένστασης περί απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων και παραπλάνησης του Δικαστηρίου εκ μέρους της Αιτήτριας, δεν γίνεται αποδεκτός και απορρίπτεται.

 

Προχωρώ στη συνέχεια να εξετάσω την υπό κρίση αίτηση  με βάση τις προϋποθέσεις που τίθενται στο άρθρο 32 του Ν.14/60.

 

Από μελέτη των γεγονότων της υπόθεσης, ευθύς εξ’ αρχής θα πρέπει να αναφερθεί ότι με βάση το αποδεικτικό υλικό που τέθηκε ενώπιον μου στα πλαίσια της υπό συζήτηση αίτησης και τις δικογραφημένες θέσεις της ενάγουσας, όπως αυτές είναι ήδη καταχωρημένες στο φάκελο της διαδικασίας, θεωρώ ότι η Αιτήτρια έχει αποκαλύψει συζητήσιμη υπόθεση, η οποία αφορά παράνομη επέμβαση και παράβαση από την Εναγόμενη συμφωνίας επί Δικαστηρίω με βάση την οποία εκδόθηκε ξεχωριστός τίτλος ιδιοκτησίας και ενώ η Εναγόμενη, όπως η Ενάγουσα υποστηρίζει, παρέλειψε να καταβάλει το συμφωνηθέν από αυτή ποσό, με ορατή μάλιστα την προοπτική επιτυχίας της στις αιτούμενες θεραπείες.

 

Ο ισχυρισμός της υπεράσπισης ότι η Ενάγουσα δεν μπορούσε να υποθηκεύσει το εν λόγω ακίνητο για να εξασφαλίσει το συμφωνηθέν ποσό ενόψει της ύπαρξης σημειώσεων στον τίτλο δεν μπορεί να οδηγήσει άνευ άλλου τινός στην εξαφάνιση κάθε προοπτικής και πιθανότητας η Ενάγουσα να δικαιούται τις αιτούμενες θεραπείες. Με το περιορισμένο βάρος που έχει για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, η Ενάγουσα έχει θέσει εκείνο το πραγματικό πλαίσιο γεγονότων κατά τρόπο που φαίνεται να ικανοποιούνται οι δύο πρώτες προϋποθέσεις. 

 

Το Δικαστήριο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί, ούτε και πρέπει, να προβεί σε οποιοδήποτε τελικό συμπέρασμα σε σχέση με τα ζητήματα που τελούν υπό αμφισβήτηση. Η διαδικασία έκδοσης προσωρινού διατάγματος δεν προσφέρεται για εξέταση αμφισβητούμενων γεγονότων. (βλ. Bacardi & Co Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1(B) Α.Α.Δ. 788).  Είναι σαφές ότι η πιο πάνω διαπίστωση του Δικαστηρίου γίνεται εκ πρώτης όψεως, χωρίς την ουσιαστική ενασχόληση με τους ισχυρισμούς και κατάληξη σε συμπεράσματα και τελική διάγνωση των δικαιωμάτων των διαδίκων, τα οποία θα απασχολήσουν στα πλαίσια της εκδίκασης της ουσίας της αγωγής. Η παρούσα, είναι η περίπτωση, θεωρώ, που οι αντικρουόμενοι ισχυρισμοί που αναδύονται από τα ενώπιον μου στοιχεία θα πρέπει να εξεταστούν τελεσίδικα κατά την εκδίκαση της ουσίας της αγωγής. Είναι σαφές με βάση τα γεγονότα που έχουν ενώπιον μου τεθεί ότι απαιτείται, μεταξύ άλλων, μελέτη της συμφωνίας  των μερών και των συναφών εγγράφων προς διαπίστωση της φύσης των υποχρεώσεων τους που αναφύονται από αυτά.

 

Προχωρώντας στην εξέταση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32, όπως είναι νομολογημένο, η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς αλλά με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτούμενου τη θεραπεία. (M & Ch Mitsingas Tr. Ltd. κ.ά. ν.  Timberland Co (1997) 1 Α.Α.Δ1791).  Πρέπει επίσης εδώ να αναφερθεί ότι το τρίτο κριτήριο, της ανεπανόρθωτης ζημιάς, περιλαμβάνει και άλλα μεταβλητά κριτήρια, πέραν της δυνατότητας αποζημίωσης, όπως υπεδείχθη και στην υπόθεση Παπαστράτης ν. Πιερίδη (1979) 1 Α.Α.Δ. 231. Στην υπόθεση Highgate Primary School Ltd ν. Φυλακτίδη (2009) 1 Α.Α.Δ. 317, λέχθηκε ότι η έννοια της πλήρους δικαιοσύνης δεν συναρτάται μόνο με την αποκατάσταση της υλικής ζημιάς αλλά είναι ευρύτερη και σε αυτήν περιλαμβάνεται και η προστασία των δικαιωμάτων των αιτητών. Στην υπόθεση Κυρίσαββα κ.ά. ν. Κύζη (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1245, επικυρώθηκε η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία οριστικοποιήθηκε προσωρινό διάταγμα, το οποίο απαγόρευε στους εφεσείοντες να συνεχίσουν την ανέγερση οποιασδήποτε οικοδομής, εντός του περιγραφόμενου στο διάταγμα ακινήτου.  Όπως συγκεκριμένα αναφέρθηκε στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (στη σελίδα 1253), υπήρχαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεδομένα, στη βάση των οποίων θα μπορούσε εύλογα να θεωρηθεί ότι θα ήταν δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, εφόσον ο χαρακτήρας του κτήματος θα είχε σημαντικά αλλοιωθεί, αν αφηνόταν η οικοδομή, η οποία περιλάμβανε την κατασκευή πεζοδρομίων, χώρου στάθμευσης, πρέμιξ, σιδήρων πασσάλων, να τελεσφορήσει.  Σχετική επίσης είναι η υπόθεση Zena Company Ltd vDemenian Catering Ltd (πιο πάνω), στην οποία ανατράπηκε η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία απερρίφθη αίτηση της εφεσείουσας για έκδοση προσωρινού διατάγματος για παύση της οχληρίας και της επέμβασης στην εύλογη χρήση και απόλαυση της περιουσίας της εφεσείουσας σε κοινόχρηστο χώρο, έκτασης 70τ.μ., μπροστά από την ανατολική είσοδο του κτιριακού συγκροτήματος, γνωστού ως «Μέγαρο Ζήνα», με το δικαιολογητικό από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν είχε ικανοποιηθεί η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32. Στην υπόθεση αυτή επαναβεβαιώθηκε η νομολογιακή αρχή ότι η έννοια του δύσκολου ή αδύνατου της πλήρους απονομής της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο, περιλαμβάνει και διάφορα άλλα μεταβλητά κριτήρια εκτός από την ανεπανόρθωτη ζημιά.  Το Ανώτατο Δικαστήριο, σημειώνοντας στην απόφαση του ότι σημασία είχε να διατηρηθεί το status quo ante πριν την επέμβαση της εφεσίβλητης στον αμφισβητούμενο χώρο, κατέληξε ότι η παράνομη επέμβαση εμφανώς αλλοίωσε το χώρο μπροστά από την ανατολική είσοδο με όλα τα συνεπακόλουθα. 

 

Σε ότι αφορά την τρίτη προϋπόθεση, είναι η θέση της Αιτήτριας, με αναφορά στις πιο πάνω αποφάσεις  ότι η παρανομία που ενέχει η συμπεριφορά της Καθ’ ης η Αίτηση είναι καταλυτική εφόσον η παράνομη επέμβαση της Εναγόμενης στο επίδικο ακίνητο είναι συνεχής και καθημερινή και προσβάλλει το δικαίωμα της Αιτήτριας να απολαμβάνει ελεύθερα την περιουσία της και να αποκομίζει οικονομικό όφελος. Προβάλλεται, περαιτέρω η θέση ότι η περιουσία της Ενάγουσας υπόκειται καθημερινά σε ζημία η οποία θα μεγαλώνει με τον χρόνο καθώς και ο ισχυρισμός ότι η Εναγόμενη είναι αποδεδειγμένα αφερέγγυα αφού δεν έχει τηρήσει τα συμφωνηθέντα με βάση την εκδοθείσα εναντίον της απόφαση. Κρίνω σκόπιμο στο σημείο αυτό να σημειώσω ότι η παρανομία που επικαλείται η Αιτήτρια συνδέεται αποκλειστικά με το αστικό αδίκημα της παράνομης επέμβασης και ουδόλως έχει συνδέσει τέτοια παρανομία με της παρατυπίες που αναφέρονται στον εκδοθέντα τίτλο ακίνητης ιδιοκτησίας ούτε και έχει προωθηθεί αντίστοιχη θέση στην αγόρευση της.

 

Με κάθε σεβασμό, οι πιο πάνω εισηγήσεις εκ μέρους της Αιτήτριας δεν βρίσκουν έρεισμα στα ενώπιον μου στοιχεία. Αυτό το οποίο προκύπτει, με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο, από τα όσα αναφέρονται πιο πάνω, είναι ότι η Ενάγουσα διασυνδέει την κατ’ ισχυρισμό ανεπανόρθωτη βλάβη που θα υποστεί, με τη χρηματική απώλεια που υφίσταται, συνεπεία της συνεχιζόμενης παράνομης επέμβασης της Εναγόμενης. Δεν προβάλλεται οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι η συνεχιζόμενη επέμβαση της Εναγόμενης  θα αλλοιώσει το χαρακτήρα του επίδικου ακινήτου. Ο ισχυρισμός ότι η Εναγόμενη θα παύσει να συντηρεί το ακίνητο, όχι μόνο προβάλλεται ατεκμηρίωτος αλλά έχει αντικρουστεί από την Εναγόμενη. Είμαι της άποψης ότι τα γεγονότα της υπό εξέταση υπόθεσης διαφέρουν από αυτά των υποθέσεων Κυρίσαββα κ.α. v. Κύζη και Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd (ανωτέρω). Αυτό το οποίο διαπιστώνω είναι ότι δεν τίθεται ζήτημα δυσκολίας ή αδυναμίας υπολογισμού των αποζημιώσεων τις οποίες αξιώνει η Ενάγουσα. Ο ισχυρισμός του Αιτητή περί αφερεγγυότητας της Καθ’ ης η αίτηση,  δεν έχει υποστηριχθεί από σαφή και θετική προς τούτο μαρτυρία και στερείται οποιασδήποτε βαρύτητας. Δεν έχει τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου οποιοδήποτε στοιχείο που να ενισχύει στην υπό συζήτηση περίπτωση την ως άνω θέση. Η επίκληση των καταχωρηθέντων εναντίον της αγωγών οι οποίες αφορούν την επίδικη διαφορά δεν μπορούν, άνευ άλλου, να καταδείξουν τέτοια αφερεγγυότητα ενώ τίποτε δεν έχει τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου, ικανό να πείσει ότι στην υπό συζήτηση περίπτωση δεν θα ήταν δυνατό η όποια ζημιά ήθελε προκληθεί στην Ενάγουσα να αποτιμηθεί σε  χρήμα ή έστω ότι δεν θα είναι δυνατός και ευχερής ο υπολογισμός της.  Τα πιο πάνω, θεωρούμενα σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν έχει τεθεί οτιδήποτε υπόψη του Δικαστηρίου από την πλευρά της Αιτήτριας  σε σχέση με την οικονομική κατάσταση και φερεγγυότητα της  Καθ’ ης  η αίτηση και την τυχόν αδυναμία της να αποζημιώσει την Ενάγουσα σε περίπτωση που κληθεί προς τούτο, δεν επιτρέπουν την υιοθέτηση της θέσης πως η μη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα προκαλέσει στην Ενάγουσα  ανεπανόρθωτη ζημιά, με την έννοια που αποδίδεται στον όρο σε περιπτώσεις ως η υπό συζήτηση. Συνεπώς, είναι η κατάληξη του Δικαστηρίου  η τρίτη προϋπόθεση δεν ικανοποιείται. 

 

Παρόλο που η τύχη της Αίτησης έχει διαφανεί, προχωρώντας ένα βήμα περαιτέρω θα εξετάσω τη θέση της συνηγόρου της Καθ' ης η αίτηση ότι η έκδοση του  Διατάγματος θα αποδώσει στην Αιτήτρια θεραπείες ταυτόσημες  με αυτές που αξιώνει με την αγωγή της.

 

Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι όπου το αίτημα για έκδοση Προσωρινών Διαταγμάτων είναι ταυτόσημο με τα αιτούμενα διατάγματα της αγωγής και η τυχόν έκδοση τους επιφέρει ουσιαστικά και τον τερματισμό της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων ή του ενδιαφέροντος τους να συνεχίσουν με την ταχύτατη εκδίκαση της αγωγής, όπως προνοούν οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας, σε συνάρτηση πάντοτε με το ισοζύγιο της ευχέρειας, δεν πρέπει να παραχωρούνται (βλ. Άκης (Μεταφορές Δεμάτων Εξπρές) Λτδ, εμπορευόμενοι υπό την επωνυμία AKIS EXPRESS v. C. Koukkouris Trading Co Ltd, εμπορευόμενοι υπό την επωνυμία ARIS EXPRESS (1998) 1 Α.Α.Δ. 149). Τα συντηρητικά διατάγματα στοχεύουν στην παροχή προσωρινής θεραπείας, λόγω της αντικειμενικής αδυναμίας άμεσης διεξαγωγής της δίκης και όχι στην ικανοποίηση του ουσιαστικού αιτήματος της δίκης (βλ. Goody's Evagorou Ltd v. Lani Restaurants Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 1572).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, το αιτούμενο Διάταγμα είναι πανομοιότυπο με τα αιτούμενα Διατάγματα στην παράγραφο Α-Γ της Έκθεσης Απαίτησης. Έχω, συνεπώς, την άποψη ότι τυχόν έκδοση του θα ισοδυναμεί τελικά με επίλυση της ουσίας της αγωγής. Και τούτο γιατί με αυτό ουσιαστικά επιζητείται η παράδοση κατοχής από την Καθ’ ης η αίτηση του ακινήτου το οποίο αποτελεί την κατοικία της και η συμμόρφωση της με το εν λόγω Διάταγμα θα συνεπάγεται παράδοση στο αρχικό στάδιο της διαδικασίας του ακινήτου και εκτός του επιβαλλόμενου πλαισίου κανονικής δίκης. Κατ' επέκταση, θα ισοδυναμεί με επιτυχία της Αιτήτριας στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο, στα πιο πάνω Διατάγματα της αγωγής, που αποτελούν την ουσία της αξίωσης της Αιτήτριας, καθιστώντας οριστική την επίλυση της διαφοράς, χωρίς να δοθεί η ευκαιρία στην Εναγόμενη να αμφισβητήσει την ουσία της αγωγής κατά τη δίκη.

 

Η πιο πάνω κατάληξη βρίσκεται σε συνάρτηση και με το ισοζύγιο της ευχέρειας, το οποίο, υπό τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, κρίνω ότι κλίνει υπέρ της Καθ' ης  η αίτηση.  Δεν μου διαφεύγει ότι το επίδικο ακίνητο χρησιμοποιείται από την τελευταία ως η κατοικία της και τυχόν έκδοση του Διατάγματος σε αυτό το στάδιο θα δημιουργούσε τετελεσμένα εις βάρος της. Σχετικά είναι όσα αναφέρθηκαν στην Κοσμά ν. Χ΄Κυπρή (πιο πάνω, σελ. 175-176).

 

Για όλα τα πιο πάνω, η Αίτηση  απορρίπτεται με έξοδα προς όφελος της  Καθ’ ης  η αίτηση και σε βάρος της Αιτήτριας, τα οποία, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, θα είναι πληρωτέα στο τέλος της δίκης.

 

 

 

 

 

(Υπ.)………………………..……

Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο