ΜΑΡΙΑ ΝΙΚΟΛΑ ν. ΕΥΑ ΕΓΓΛΕΖΟΥ, Αρ. Αγωγής: 1669/23, 27/5/2024

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ                                                             Αρ. Αγωγής: 1669/23

Ενώπιον: Μ.Π. Μιχαήλ προσ. Ε.Δ                                             

Μεταξύ:

ΜΑΡΙΑ ΝΙΚΟΛΑ

Ενάγουσα

Και

ΕΥΑ ΕΓΓΛΕΖΟΥ

Εναγομένη

Ημερομηνία: 27/05/24

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα/Αιτήτρια: κ. Σ. Σταύρου για Σταυρου, Κεραυνός, Σωφρονίου Δ.Ε.Π.Ε

Για Εναγόμενη/ Καθής η Αίτηση: κα Αποστολίδη για Παναγιώτη Χ”παναγιώτου

 

Απόφαση σε αίτηση για συνοπτική απόφαση ημερομηνίας 31/01/24

( από την έδρα)

 

Με την παρούσα αγωγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 07/12/23, ζητείται ουσιαστικά από την Ενάγουσα διάταγμα έξωσης της Εναγομένης από το επίδικο ακίνητο, το οποίο βρίσκεται στην οδό [ ] 10Α, [ ], Λάρνακα με αριθμό εγγραφής 1/701 και αριθμό τεμαχίου 697. Η ενοικίαση του επίδικου ακινήτου από την Εναγόμενη άρχισε την 01/07/ 2014 με γραπτή συμφωνία ενοικίασης διάρκειας 1 έτους. Ακολούθως, ως ισχυρίζεται η Ενάγουσα, από την 30/06/2015 και ακολούθως η Εναγόμενη συνέχισε να κρατά το ακίνητο δυνάμει περιοδικής ενοικίασης από μήνα σε μήνα. Εν ολίγοις, η Ενάγουσα ισχυρίζεται ότι τερμάτισε την ενοικίαση του ακινήτου με επιστολή ημερομηνίας 03/05/23 και ζήτησε την παράδοση του ακινήτου μέχρι την 30/06/2023. Ως ισχυρίζεται η Εναγόμενη παραμένει στο ακίνητο ως παράνομη επεμβασίας από 01/07/23 μέχρι και σήμερα.

 

Η παρούσα αίτηση για συνοπτική απόφαση, καταχωρήθηκε στις 31/01/24 και βασίζεται ουσιαστικά στο Μέρος 24 των Νέων Θεσμών  Πολιτικής Δικονομίας. Η αίτηση συνεπώς οφείλει να πληροί τις προϋποθέσεις του Μέρους 24.4 στο οποίο αναφέρεται το εξής:

 

24.4. Η Αίτηση

(1) Υπό την επιφύλαξη των προνοιών του παρόντος Μέρους, η αίτηση υποβάλλεται σύμφωνα με το Μέρος 23.

(2) Η αίτηση ή η μαρτυρία η οποία περιέχεται ή αναφέρεται σε αυτή ή επιδίδεται με αυτή:

(α) προσδιορίζει περιεκτικά οποιοδήποτε νομικό σημείο ή πρόνοια σε έγγραφο στα οποία στηρίζεται ο αιτητής, ή/και

(β) αναφέρει ότι υποβάλλεται διότι ο αιτητής πιστεύει ότι, με βάση τη μαρτυρία, ο καθ’ ου η αίτηση δεν έχει πραγματική προοπτική επιτυχίας επί της απαίτησης ή του ζητήματος ή (ανάλογα με την περίπτωση) προοπτική επιτυχούς υπεράσπισης της απαίτησης και σε οποιαδήποτε από τις δύο περιπτώσεις αναφέρει ότι ο αιτητής δεν γνωρίζει άλλο λόγο για τον οποίο η απαίτηση ή το ζήτημα πρέπει να εκδικαστεί.

(3) Εκτός αν η ίδια η αίτηση περιέχει το σύνολο τής μαρτυρίας (αν υπάρχει) στην οποία στηρίζεται ο αιτητής, η αίτηση πρέπει να προσδιορίζει τη γραπτή μαρτυρία στην οποία στηρίζεται ο αιτητής. Αυτό δεν επηρεάζει το δικαίωμα του αιτητή να καταχωρίσει πρόσθετη μαρτυρία, δυνάμει του κανονισμού 24.5(2).

 

Στο πλαίσιο της παρούσας περίπτωσης ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στη διάταξη του Μέρους 24.4. 2(β) σύμφωνα με την οποία η αίτηση για συνοπτική απόφαση ή η μαρτυρία που την υποστηρίζει πρέπει να: “αναφέρει ότι υποβάλλεται διότι ο αιτητής πιστεύει ότι, με βάση τη μαρτυρία, ο καθ’ ου η αίτηση δεν έχει...προοπτική επιτυχούς υπεράσπισης της απαίτησης και…. να αναφέρει ότι ο αιτητής δεν γνωρίζει άλλο λόγο για τον οποίο η απαίτηση ή το ζήτημα πρέπει να εκδικαστεί”.

 

Έχω εξετάσει με προσοχή τόσο την παρούσα αίτηση όσο και τις ένορκες δηλώσεις που την υποστηρίζουν  και συγκεκριμένα τις Ένορκες Δηλώσεις της Ενάγουσας κας Μ. Νικόλα και του υιού της κ. Χ. Νικόλα.  Πουθενά δεν βρίσκω να γίνεται η συγκεκριμένη αναφορά που απαιτεί, κατά τρόπο επιτακτικό, το Μέρος 24.4 2(β).

 

Η Νομολογία του Ανωτάτου απαιτούσε πάντοτε αυστηρή συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις έκδοσης συνοπτικής απόφασης. Όπως αναφέρεται στην Μεττή Χριστόδουλος και Άλλος ν. Τράπεζας Κύπρου Λτδ (2002) 1 ΑΑΔ 417: “Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η διαδικασία τη συνοπτικής απόφασης είναι κατ' εξαίρεση διαδικασία που παρακάμπτει την κανονική διαδικασία της ακρόασης των αγωγών και αν οι συνθήκες είναι κατάλληλες, αποκλείει τον εναγόμενο από του να αμφισβητήσει την εναντίον του αξίωση. Απόφαση συνεπώς δυνάμει της Δ.18 θα πρέπει να εκδίδεται μόνο όταν υπάρχει αυστηρή συμμόρφωση με την προβλεπόμενη διαδικασία και αφού το δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν υπάρχει πιθανότητα ο εναγόμενος να διαθέτει υπεράσπιση ή ότι δεν έχει αποκαλύψει τέτοια γεγονότα που να θεωρούνται ικανά να του παράσχουν το δικαίωμα σε υπεράσπιση, καταγράφοντας συνάμα την κατάληξή του αυτή.  Η συμμόρφωση με τις διαδικαστικές προϋποθέσεις της Δ.18 είναι απαραίτητη για την ύπαρξη δικαιοδοσίας.  Κατά συνέπεια, εκτός αν ο ενάγων ικανοποιήσει πρώτα τις διαδικαστικές αυτές απαιτήσεις, το δικαστήριο δεν μπορεί να προχωρήσει στην έκδοση συνοπτικής απόφασης. “

 

Οι ίδιες αρχές και το ίδιο πνεύμα θεωρώ ότι διέπει την έκδοση συνοπτικής απόφασης με βάση του Νέους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Περαιτέρω, αντλώντας καθοδήγηση από Αγγλική Νομολογία, διαπιστώνω ότι κατά την εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης, απαιτείται με αυστηρότητα η συμπερίληψη της συγκεκριμένης αναφοράς που προνοείται στο Μέρος 24.4 2(β) ( ως αντιστοίχως ισχύει στην Αγγλία) είτε στο σώμα της Αίτησης για συνοπτική απόφαση είτε στην Ένορκη Δήλωση που την υποστηρίζει. Επί του προκειμένου παραπέμπω σε σχετικό απόσπασμα από την CHRISTOPHER DAVID BARNETT v ADAM WALKER et. al [2020] EWHC 1538 (QB) όπου αναφέρεται το εξής:

 

     34. Insofar as the Defendants’ application is under CPR 24.2, Practice Direction 24 at

paragraph 2(3)(b) requires that the application notice or the evidence contained or

referred to in it or served with it must ‘…state that it is made because the applicant

believes that on the evidence the respondent has no real prospect of succeeding on the

claim… to which the application relates’. The application notice and supporting

witness statements contain no such statement. However Mr Wagner submits that, for

the same reasons which support the application under CPR 3.4(2)(a), the claim has no

real prospect of success.

(…)

80. In my judgment the application under CPR 24.2 must fail for the simple reason that

neither in the application notice nor in their supporting evidence is there any statement

that complies with the requirements of the Practice Direction. This is no technicality. (...)

 

Ενόψει των πιο πάνω, κρίνω ότι στην προκειμένη περίπτωση η αίτηση δεν πληροί απαραίτητη προκαταρκτική προϋπόθεση, καθότι δεν περιλαμβάνει τη συγκεκριμένη αναφορά που αναφέρεται στο  Μέρος 24.4. 2(β) των Νέων Θ.Π.Δ. Το γεγονός αυτό αναπόδραστα οδηγεί την παρούσα αίτηση σε απόρριψη, χωρίς την εξέταση της ουσίας της.

Αναφορικά με τα έξοδα, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το ζήτημα της μη συμμόρφωσης της αίτησης με τις προκαταρκτικές προϋποθέσεις που θέτει το Μέρος 24.4, δεν εγείρεται από την  Καθ’ ής η Αίτηση, θεωρώ ορθό και δίκαιο όπως δεν επιδικαστούν έξοδα.

 

                                                                

  

 (Υπ.) ......................................

Μ. Π. Μιχαήλ Πρ. Ε.Δ

 Πιστόν αντίγραφο

Πρωτοκολλητής                                              


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο