ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ Κλίμακα: €500 - €2,000
Ενώπιον: Μ.Π. Μιχαήλ προσ. Ε.Δ Αίτηση Αριθμός: 1/2023
Αναφορικά με τον περί Εταιρειών Νόμο, Κεφάλαιο 113
και
Αναφορικά με την εταιρεία ROKIANA HOLDINGS LIMITED (HE 346607) ( υπό εκούσια εκκαθάριση από πιστωτές)
και
Αναφορικά με την απόρριψη επαλήθευσης χρέους όπως έχει υποβληθεί από την εταιρεία 01 Group Limited (υπό εκκαθάριση) την 09/12/2022, με επιστολή της Εκκαθαρίστριας της ROKIANA HOLDINGS LIMITED ( υπό εκκαθάριση) ημερομηνίας 16/12/2022.
Ημερομηνία: 24/05/2024
Για την Αιτήτρια: ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ & ΠΕΛΙΔΗΣ Δ.Ε.Π.Ε
Για την Καθ’ ής η Αίτηση : Ν. ΠΙΡΙΛΛΙΔΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ
ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΕ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 13/12/23 ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ
- Η ΑΙΤΗΣΗ:
Με την παρούσα ενδιάμεση αίτηση η Αιτήτρια αξιώνει την εξασφάλιση άδειας για να καταχωρήσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση, προς υποστήριξη της κυρίως αίτησης της ημερομηνίας 05/01/23.
Το αντικείμενο της κυρίως αίτησης είναι ουσιαστικά η απορριπτική απόφαση της Εκκαθαρίστριας της Καθ’ής η Αίτηση (Rokiana Holdings Limited) να αποδεχθεί επαλήθευση χρέους που υπέβαλε η Αιτήτρια ( 01 Group Limited (Υπό Εκκαθάριση), στις 09/12/22. Επί της ουσίας, μέσω της κυρίως αίτησης, ζητείται η ακύρωση της εν λόγω απορριπτικής απόφασης και η συμπερίληψη της Αιτήτριας στους πιστωτές της Καθ’ής η Αίτηση, αποδεχόμενη την επαλήθευση χρέους της Αιτήτριας για το συνολικό ποσό των €215.432,64.
Η απαίτηση της Αιτήτριας εναντίον της Καθ’ής η Αίτηση στηρίζεται σε δύο αποφάσεις του Δικαστηρίου Διεθνούς Διαιτησίας της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Συγκεκριμένα στην απόφαση Μ-205/2018 ημερομηνίας 26/11/2019 και στην απόφαση Μ-23/2020 ημερομηνίας 23/12/2021.
Η επίδικη άρνηση της επαλήθευσης χρέους από την Εκκαθαρίστρια της Καθ’ ής η Αίτηση, βασίστηκε, μεταξύ άλλων, και στο γεγονός ότι οι πιο πάνω Διαιτητικές Αποφάσεις Μ-205/2018 και Μ-23/2020, δεν είχαν μέχρι τότε εγγραφεί στην Κυπριακή Δημοκρατία. Η θέση της Εκκαθαρίστριας ήταν ότι οι εν λόγω Διαιτητικές Αποφάσεις μέχρι την εγγραφή τους στην Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχουν, ούτε δημιουργούν κανένα έννομο αποτέλεσμα εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας. ( βλέπε σχετικά Τεκμήριο 12 Ένορκης Δήλωσης κας Α.Αργυρού ημερομηνίας 23/03/23)
H Αιτήτρια επί της ουσίας ισχυρίζεται ότι είναι αναγκαία η καταχώρηση της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης προκειμένου να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου εξελίξεις που ακολούθησαν χρονικά την καταχώρηση της κυρίως αίτησης. Συγκεκριμένα, εξ’ όσων γίνεται αντιληπτό, ο κύριος σκοπός της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης είναι να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου τα εξής : α) Το γεγονός ότι κατά την 05/04/23 εξεδόθη απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας στο πλαίσιο της Γενικής Αίτησης 20/22, με την οποία ενεγράφη στην Κύπρο η πιο πάνω Αλλοδαπή Διαιτητική Απόφαση Μ-23/2020 κσι β) Να δοθεί απάντηση στον ισχυρισμό που προβάλλεται από πλευράς της Καθ’ ής η Αίτηση για τη μη νομότυπη αποστολή της επίδικης επαλήθευσης.
II. Η ΕΝΣΤΑΣΗ:
Η πλευρά της Καθ’ ής η Αίτηση ενίσταται στην καταχώρηση της ρηθείσας συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης από πλευράς της Αιτήτριας. Οι επτά (7) Λόγοι Ένστασης της συνοψίζονται ουσιαστικά στα πιο κάτω:
Στο ότι το περιεχόμενο της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης είναι άσχετο, μη ουσιώδες και καθόλου αναγκαίο για την εξέταση της κυρίως αίτησης, της οποίας το μοναδικό επίδικο ζήτημα είναι το κατά πόσο η απόφαση της Εκκαθαρίστριας ημερομηνίας 16/12/22 να απορρίψει την επαλήθευση χρέους της Αιτήτριας ήταν ορθή ή λανθασμένη (Λόγοι Ένστασης 1,2,3,4 και 6). Εξ’ όσων ισχυρίζεται η ορθότητα της απόφασης της Εκκαθαρίστριας θα πρέπει να κριθεί στη βάση των δεδομένων που είχε ενώπιον της το χρονικό σημείο λήψης της απόφασης της. Συνεπώς, το ζήτημα της εγγραφής της Διαιτητικής απόφασης Μ-23/2020, με την απόφαση του Ε.Δ Λάρνακας ημερομηνίας 05/04/23, συνιστά ουσιαστικά γεγονός μεταγενέστερο της απόφασης της Εκκαθαρίστριας και, ως ισχυρίζονται, ζήτημα άσχετο με την κυρίως αίτηση.
Στο ότι η προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση (Τεκμήριο 6 Ένορκης Δήλωσης κ. Ιακωβίδη ημερ. 13/12/23 ), περιέχει επιχειρηματολογία και νομικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι δεν αρμόζουν σε ένορκη δήλωση (Λόγος Ένστασης 5). Παραπέμπει επί του προκειμένου στις παραγράφους 12 έως 15 της προτεινόμενης συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης.
Τέλος, στο ότι σε περίπτωση που δοθεί άδεια για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, τότε θα καταστεί αναγκαία η καταχώρηση αίτησης για συμπληρωματική ένορκη δήλωση από πλευράς Καθ’ής η Αίτηση, γεγονός που θα καθυστερήσει την εκδίκαση της Κυρίως Αίτησης ( Λόγος Ένστασης 7).
III. ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ:
Η νομική βάση της παρούσας αίτησης είναι η Δ.48 Θ. 4(2) των Θ.Π.Δ η οποία αναφέρει το εξής:
« (2) Το Δικαστήριο ή Δικαστής μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα, μπορεί, για καλό λόγο να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Η ακρόαση αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.»
Με βάση την πιο πάνω Διάταξη, προκύπτει ότι το Δικαστήριο έχει διακριτική ευχέρεια να επιτρέψει τη καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, εάν επί τούτου προκύπτει «καλός λόγος». (βλέπε σχετικά A. Messios & Sons Ltd και άλλος ν. Ανδρέα Λεωνίδα (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 195).
Το τι συνιστά «καλό λόγο» είναι άμεσα συνυφασμένο με την αναγκαιότητα της καταχώρησης της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης για την επίλυση των επίδικων θεμάτων που προκύπτουν από την κυρίως αίτηση.
Στην προκειμένη περίπτωση η κυρίως αίτηση αφορά αίτηση για ακύρωση απόφασης απόρριψης επαλήθευσης χρέους. Η εξουσία του Δικαστηρίου στο πλαίσιο της κυρίως αίτησης δεν περιορίζεται στην εξέταση της ορθότητας της απόφασης της Εκκαθαρίστριας με βάση τα στοιχεία που τέθηκαν, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ενώπιον της. Αντιθέτως, το Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει εξ’ αρχής την απαίτηση της Αιτήτριας να συμπεριληφθεί στους πιστωτές της υπό Εκκαθάριση Εταιρείας. Στο πλαίσιο μάλιστα αυτό, το Δικαστήριο δεν περιορίζεται μόνο στα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον της Εκκαθαρίστριας κατά την εξέταση της επίδικης επαλήθευσης χρέους, αλλά μπορεί να εξετάσει περαιτέρω στοιχεία και τεκμήρια που ενδεχομένως να τεθούν ενώπιον του. Επί του προκειμένου παραπέμπω στην απόφαση In re KENTWOOD CONSTRUCTIONS LTD, [1960] 1 WLR 646 [CHANCERY DIVISION], όπου αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:
«It was argued on behalf of the liquidator that the question before the registrar was simply whether the liquidator was right or wrong, on the evidence available to him at the date when he rejected the proof, in rejecting the proof.
I do not think that is really the function of the court on an appeal from a rejection of a proof. When application is made to the court to reverse a decision of a liquidator in rejecting a proof, evidence is filed which is very commonly much fuller than the evidence available to the liquidator at the time when he decides to reject the proof; and the court is bound to decide the rights of the claimant in the light of the evidence which is before the court, and not merely to express a view as to whether the liquidator was right or wrong in rejecting the proof when he rejected it. It is, perhaps, significant that the Companies (Winding-Up) Rules, 1949, provide by rule 108 that if a creditor or contributory is dissatisfied with the decision of the liquidator in respect of a proof, the court may, on the application of the creditor or contributory, reverse or vary the decision. It is not merely the function of the court to say that a decision is right or wrong; it may vary it in any way it thinks necessary in the light of the evidence before the court. The court must approach the question de novo and determine to what extent the claimants ought to be allowed to rank as a proving creditor.»
Η πιο πάνω απόφαση υιοθετήθηκε και επιβεβαιώθηκε στην απόφαση του Εφετείου ( Court of Appeal) στην Re Trepca Mines Ltd [1960] 3 All ER 304 COURT OF APPEAL.
Παραπέμπω επίσης στο σύγγραμμα Palmer’s Company Law, Edition 23th, Volume I p. 1168, όπου, αποδεχόμενο ουσιαστικά την πιο πάνω αρχή, αναφέρει το εξής: “On an appeal against the rejection of a proof, the court must decide the rights of the claimant, and not merely express a view as to whether the liquidator was right or wrong in rejecting the proof.”
Με την παρούσα ενδιάμεση αίτηση επιχειρείται ουσιαστικά να εισαχθεί ως μέρος της μαρτυρίας που υποστηρίζει την κυρίως αίτησης, η αναγνώριση και η εγγραφή της Διαιτητικής Απόφασης Μ – 23/20 στην Κυπριακή Έννομη Τάξη. Είναι στην βάση αυτής ακριβώς της Διαιτητικής Απόφασης που βασίζει μεγάλο μέρος της απαίτησης της η Αιτήτρια εναντίον της Καθ’ ής η Αίτηση. Η εγγραφή της εν λόγω Διαιτητικής Απόφασης και το αποτέλεσμα της Γενικής Αίτησης 20/22, ακολούθησαν χρονικά την καταχώρηση της κυρίως αίτησης. Συνεπώς δεν θα μπορούσαν να είχαν συμπεριληφθεί στο πλαίσιο της αρχικής Ένορκης Δήλωσης που συνόδευε την κυρίως Αίτηση. Επομένως, λαμβάνοντας τα πιο πάνω υπόψη και ιδιαίτερα τη φύση της κυρίως αίτησης και το εύρος της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου κατά την εξέταση της κυρίως αίτησης, θεωρώ ότι στην προκειμένη περίπτωση το αίτημα της Αιτήτριας πρέπει να εγκριθεί και να επιτραπεί, στην ουσία της, η καταχώρηση της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.
Περαιτέρω με την προτιθέμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση (παράγραφοι 12 - 15) επιδιώκεται από την Αιτήτρια να εισαχθεί η θέση της σχετικά με συγκεκριμένη ένσταση που ηγέρθη από πλευράς της Καθ’ ής η Αίτηση αναφορικά με το νομότυπο της υποβολής της επαλήθευσης. Οι παράγραφοι 12 και 13 της προτιθέμενης συμπληρωματικής δήλωσης περιορίζονται σε μαρτυρία γεγονότων και υπό τις περιστάσεις θεωρώ αποκαλύπτεται “καλός λόγος” για να επιτραπεί η προσθήκη τους, προκειμένου να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, κατά τρόπο ολοκληρωμένο και η θέση της Αιτήτριας σε σχέση με τη συγκεκριμένη ένσταση που ηγέρθη.
Στις παραγράφους 14 και 15 η πλευρά της Αιτήτριας επιχειρεί να εισάγει μαρτυρία γνώμης αναφορικά με το αν ο “μέσος λογικός Εκκαθαριστής στην Κύπρο” θα δεχόταν ή δεν θα δεχόταν τη συγκεκριμένη επαλήθευση χρέους, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, ακόμα και εάν είχε παρεισφρήσει κάποιου είδους παρατυπία στην υποβολή της. Η συγκεκριμένη μαρτυρία γνώμης δεν θεωρώ ότι προσθέτει οτιδήποτε στην κυρίως διαδικασία. Αν παρείσφρησε η οποιαδήποτε παρατυπία στην υποβολή της επαλήθευσης χρέους και οι επιπτώσεις αυτής της τυχόν παρατυπίας, είναι ζήτημα που επαφίεται στην αποκλειστική κρίση του Δικαστηρίου, στην βάση των ενώπιον του δεδομένων, χωρίς να είναι αναγκαίο ή ακόμα και πρέπον να δοθεί σχετική μαρτυρία γνώμης επί τούτου.
Ως προς το Λόγο Ένστασης 7 και συγκεκριμένα ως προς το ζήτημα της τυχόν καθυστέρησης που θα προκαλέσει η έγκριση της παρούσας αίτησης, κρίνω ότι, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στην έγκριση της παρούσας αίτησης.
IV. ΚΑΤΑΛΗΞΗ:
Υπό το φως των ανωτέρω η παρούσα αίτηση εγκρίνεται. Δίνεται άδεια στην Αιτήτρια να καταχωρήσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση, ως το τεκμήριο 6 στην ένορκη δήλωση του κ. Χριστάκη Ιακωβίδη, ημερομηνίας 13/12/23, πλην των παραγράφων 14 και 15.
Η συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση να καταχωρηθεί εντός 3 εβδομάδων από σήμερα.
Τα έξοδα της παρούσας ενδιάμεσης αίτησης ακολουθούν το αποτέλεσμα. Δεδομένου ότι η αίτηση έχει πετύχει στο μεγαλύτερο και ουσιωδέστερο μέρος της, τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον της Καθ’ής η Αίτηση.
(Υπ.) ………………………………….
Μ. Μιχαήλ, Προσ. Ε.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο