ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Αρ. Αγωγής: 1634/2020
Ενώπιον: Μ.Π. Μιχαήλ προσ. Ε.Δ
Μεταξύ:
E.E FAMILY TAXI LTD, Στυλιανού Χουρμουζίου , 31Α, VICTORIA COURT, flat 5, 6056, Λάρνακα
Ενάγουσα
και
- TIMMY TRAVEL & TOURS LIMITED , Αθηνών 5, 1015, Λευκωσία
- ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΛΟΥΚΑ, [ ] 5, [ ], Λευκωσία
Εναγόμενοι
Ημερομηνία: 28/06/24
Εμφανίσεις:
Για Ενάγουσα: ΘΕΜΗΣ ΘΩΜΑ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ
Για Εναγόμενους: ΧΡΙΣΤΟΣ & ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΩΝ/ΝΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ ΔΕΠΕ
Απόφαση
I. Δικογραφία - Μαρτυρία :
Με την παρούσα αγωγή η Ενάγουσα αξιώνει από την Εναγόμενη 1 το ποσό των €2,842.11 ως υπόλοιπο για προσφερθείσες υπηρεσίες. Συγκεκριμένα ως δικογραφείται από πλευράς Ενάγουσας και υποστηρίζεται από τη μαρτυρία του διευθυντή της, κ. Ε. Ευαγγέλου, (στο εξής Μ.Ε), η Ενάγουσα είναι εταιρεία η οποία ασχολείται με την παροχή υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών σε όλη την Κύπρο. Περί το έτος 2015, μετά από αίτημα της Εναγομένης 1, δια του διευθυντή της Εναγόμενου 2, η Ενάγουσα άρχισε να παρέχει τις υπηρεσίες της στην Εναγόμενη 1. Συγκεκριμένα η Ενάγουσα αναλάμβανε να μεταφέρει επιβάτες προς εξυπηρέτηση της Εναγόμενης 1 σε ολόκληρη την Κύπρο. Εξ’ όσων ισχυρίζεται ο Μ.Ε, οι υπηρεσίες της Ενάγουσας προσφέρονταν επί πιστώσει, με τη ανάληψη υποχρέωσης από πλευράς Εναγομένων 1 και 2 για εξόφληση των χρεών τους εντός σύντομου χρόνου, σύμφωνα με τα σχετικά τιμολόγια και το λογαριασμό που τηρούσε η Ενάγουσα. Το κόστος αυτών των υπηρεσιών για την περίοδο από 31/01/2015 - 31/12/2018 ανήλθε στο ποσό των €45,364.68. Κατά την ίδια περίοδο η Εναγόμενη 1 κατέβαλε το ποσό των €42,522.57. Παραμένει συνεπώς οφειλόμενο υπόλοιπο το αξιούμενο με την παρούσα αγωγή ποσό των €2,842.11.
Η ευθύνη του Εναγομένου 2, προκύπτει, σύμφωνα με την Ενάγουσα από το γεγονός ότι εγγυήθηκε προσωπικά την καταβολή του ποσού των εκδοθέντων τιμολογίων από πλευράς Ενάγουσας.
Προς ενίσχυση των ισχυρισμών του, ο Μ.Ε καταχώρησε τα εξής τεκμήρια:
Τεκμήριο Α: Αποτέλεσμα έρευνας από την ιστοσελίδα του Εφόρου Εταιρειών αναφορικά με την Ενάγουσα.
Τεκμήριο Β: Αποτέλεσμα έρευνας από την ιστοσελίδα του Εφόρου Εταιρειών αναφορικά με την Εναγόμενη 1.
Τεκμήριο Γ: Δέσμη με 41 τιμολόγια με εκδότη την Ενάγουσα και απευθυνόμενα προς την Εναγόμενη 1. Τα εν λόγω τιμολόγια φέρουν τους αριθμούς 000311, 000319, 000332, 000337, 000347, 000253, 000261, 000262, 000278, 000279, 000281, 000298, 000299, 1011,1029,1038,1565,1573, 1298, 1316, 1322,1608, 1629, 1647, 1648, 1690, 1699, 1732, 2052, 1454, 1469, 1477, 1402, 1420, 1429, 1446, 1379, 1399, 1521, 1539, 1260.
Τεκμήριο Δ: Πίνακας με στοιχεία περαιτέρω 15 τιμολογίων συνολικού ποσού €11,348.00
Τεκμήριο Ε: Δέσμη αποτελούμενη από 17 αποδείξεις καταθέσεων επιταγών που δόθηκαν από την Εναγομένη 1 έναντι του συνολικού οφειλομένου ποσού.
Τεκμήριο Στ: Πίνακας με τις συνολικές πληρωμές των Εναγομένων 1 και 2 προς την Ενάγουσα έναντι του συνολικού οφειλομένου ποσού.
Από την άλλη, η πλευρά των Εναγομένων, δεν αρνείται ότι όντως μεταξύ των διαδίκων υπήρχε κατά τον επίδικο χρόνο συμφωνία για παροχή των ρηθέντων υπηρεσιών μεταφοράς πελατών της Εναγόμενης 1 από την Ενάγουσα, έναντι αμοιβής που προσυμφωνείτο μεταξύ των διαδίκων ( Ενάγουσας και Εναγομένης 1).
Η διαφωνία των Εναγομένων 1 και 2, όπως προσδιορίζεται στο δικόγραφο τους και προωθείται με τη μαρτυρία του μοναδικού τους μάρτυρα, Εναγόμενου 2 (στο εξής Μ.Υ) εστιάζεται σε δύο ουσιαστικά σημεία:
Πρώτο, στην προσωπική εγγύηση εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της Εναγομένης 1 προς την Ενάγουσα, από τον Εναγόμενο 2. Ο Μ.Υ αρνείται κατηγορηματικά την ανάληψη καθ’ οιονδήποτε τρόπο προσωπικής εγγύησης των υποχρεώσεων της Εναγομένης 1.
Δεύτερο, στην ύπαρξη του κατ’ ισχυρισμό χρέους της Εναγομένης 1 προς την Εναγόμενη 2. Ο Μ.Υ δίνει μία διαφορετική εκδοχή των γεγονότων. Εν ολίγοις και επί της ουσίας, ο Μ.Υ αρνείται ότι υφίσταται το χρέος της Εναγομένης 1 προς την Ενάγουσα. Αμφισβητεί επίσης τα τεκμήρια που προσκομίζει η Ενάγουσα. Προσκομίζει μάλιστα ο ίδιος ως τεκμήριο 1 δέσμη κατατεθειμένων επιταγών της Εναγομένης 1 με δικαιούχο την Ενάγουσα. Ως ισχυρίζεται μέρος των εν λόγω επιταγών δεν είχαν συμπεριληφθεί από την Ενάγουσα στους υπολογισμούς της με αποτέλεσμα εντελώς λανθασμένα να θεωρεί ότι η Εναγόμενη 1 της οφείλει το οποιοδήποτε ποσό.
Η υπόθεση, ακολούθησε την πορεία της «ταχείας εκδίκασης» σύμφωνα με την Δ.30 θ. 5 και 6 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό η μαρτυρία τόσο της Ενάγουσας όσο και των Εναγομένων 1 και 2 καταχωρήθηκε γραπτώς και ακολούθως η ακρόαση της υπόθεσης διεκπεραιώθηκε με τις γραπτές αγορεύσεις των δύο πλευρών.
II. Το κύριο επίδικο ζήτημα:
Μέσω αντιπαραβολής των δικογράφων αλλά και της μαρτυρίας που προσκομίστηκε από τους διαδίκους, διαπιστώνω ότι η παρούσα υπόθεση παρουσιάζει δύο κύρια επίδικα ζητήματα :
α) Την ύπαρξη οφειλομένου ποσού ύψους €2,842.11 από την Εναγόμενη 1 προς την Ενάγουσα για τις προσφερθείσες υπηρεσίες της τελευταίας για την περίοδο συνεργασίας τους από 31/01/2015 - 31/12/2018.
β) Το κατά πόσο ο Εναγόμενος 2 εγγυήθηκε προσωπικά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Εναγόμενης 1 προς την Ενάγουσα από τη μεταξύ τους συνεργασία.
III. Αξιολόγηση Μαρτυρίας
Προχωρώ σε αξιολόγηση της μαρτυρίας που σχετίζεται με τα επίδικα θέματα όπως προσδιορίζονται ανωτέρω ( βλ. Al Ittihad Al Watani κ.ά. v. Παπαδόπουλου (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1924). Κατά την αξιολόγηση εκάστης μαρτυρίας λαμβάνω υπόψη το περιεχόμενο, την ποιότητα, την πειστικότητα και τη σύγκριση της με την υπόλοιπη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου ( βλ. Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506, Στυλιανίδης ν. Χατζηπιέρα (1992) 1 Α.Α.Δ. 1056).
I. Σχετικά με το ζήτημα της ύπαρξης του κατ’ ισχυρισμό χρέους της Εναγομένης 1 προς την Ενάγουσα, σχετική είναι η μαρτυρία τόσο του Μ.Ε όσο και του Μ.Υ.
Ο Μ.Ε είναι ο διευθυντής της Ενάγουσας (βλέπε σχετικά Τεκμήριο Α) και όπως δήλωσε ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος της. Εν συντομία, ο Μ.Ε ισχυρίζεται ότι συνολικά ιδωμένες οι πληρωμές της Εναγομένης 1 προς την Ενάγουσα είναι λιγότερες από τις συνολικές χρεώσεις της Ενάγουσας για τη συγκεκριμένη περίοδο συνεργασίας τους, δηλαδή από 31/12/2015 - 31/12/2018. Εξ΄ού και η οφειλή της Εναγομένης 1 προς την Ενάγουσα.
Το πως καταλήγει όμως σε αυτό το συμπέρασμα είναι ουσιώδους σημασίας. Ο Μ.Ε δεν συγκεκριμενοποιεί ποια τιμολόγια της Ενάγουσας οφείλονται, ούτε προσκομίζει κάποια κατάσταση λογαριασμού στην οποία να καταγράφονται οι χρεώσεις και οι πληρωμές της Εναγομένης 1. Αντιθέτως, καταλήγει στο κατ’ ισχυρισμό οφειλόμενο υπόλοιπο της Εναγομένης 1, μέσω λανθασμένων προσθαφαιρέσεων, από διάσπαρτα στοιχεία που είχε στην κατοχή του. Έχω διεξέλθει με ιδιαίτερη προσοχή τη μαρτυρία του Μ.Ε, όπως επίσης και ένα προς ένα τα τεκμήρια που κατέθεσε. Ενόψει των ενώπιον μου στοιχείων θεωρώ ότι η μαρτυρία του δεν παρουσιάζει τα στοιχειώδη εχέγγυα αξιοπιστίας προκειμένου να μπορώ να βασιστώ σε αυτή για εξαγωγή ευρημάτων. Οι λόγοι είναι οι εξής:
Ο μάρτυρας παρέθεσε περί τα 41 τιμολόγια (τεκμήριο Γ) και αλλά 15 τιμολόγια καταγεγραμμένα σε πίνακα που κατήρτισε ο ίδιος (τεκμήριο Δ). Τα τιμολόγια αυτά περιλαμβάνουν το κατ’ ισχυρισμό σύνολο των προσφερθεισών υπηρεσιών της Ενάγουσας προς την Εναγόμενη 1. Η συνολική αξία των υπηρεσιών αυτών κατόπιν των υπολογισμών του Μ.Ε ανήλθε στο ποσό των €45,364.68. Ο υπολογισμός του Μ.Ε, όπως ορθά επισημαίνεται στη Γραπτή Αγόρευση των Δικηγόρων των Εναγομένων, είναι απλά λανθασμένος. Με μία απλή πρόσθεση του συνόλου των τιμολογίων τόσο του τεκμηρίου Γ όσο και του Τεκμηρίου Δ, διαφαίνεται ότι το σύνολο των χρεώσεων της Ενάγουσας προς την Εναγομένη 1 ανέρχεται στο ποσό των €43,120.39 και όχι στο ποσό των €45,364.68.
Το γεγονός του λανθασμένου υπολογισμού των χρεώσεων έχει προεκτάσεις στη γενικότερη αξιοπιστία του Μ.Ε. Με βάση τα ίδια τα στοιχεία που προσκομίζει ο Μ.Ε (κατόπιν ορθού υπολογισμού) η Ενάγουσα δεν μπορεί να αξιώνει από την Εναγόμενη 1 οτιδήποτε πέραν των €597,82. Ο λόγος είναι ότι ως αναφέρει ο ίδιος ο Μ.Ε ( παράγραφος 6 Γραπτής Μαρτυρίας) και από τα στοιχεία που προσκομίζει ( τεκμήριο Στ), η Εναγόμενη 1 κατέβαλε έναντι του χρέους της προς την Ενάγουσα το ποσό των €42,522.57. Με ένα απλό υπολογισμό, αφαιρώντας τις πληρωμές της Εναγόμενης 1 από το συνολικό κατ’ ισχυρισμό χρέος προκύπτει το ποσό των €597,82 (€43,120.39 – €42,522.57). Το γεγονός αυτό καταρρίπτει, ως μη πειστικό, τον ισχυρισμό του Μ.Ε ότι του υποσχέθηκε και του εγγυήθηκε ο Εναγόμενος 2, ότι θα του εξοφλούσε το ποσό των €2.842.11 που κατ’ ισχυρισμό του όφειλε η Εναγόμενη 1.
Οι υπολογισμοί και τα συμπεράσματα του Μ.Ε αναφορικά με τις οφειλές της Εναγομένης 1 είναι γενικότερα επισφαλείς. Μεγάλο μέρος των χρεώσεων που καταλογίζει στην Εναγομένη 1 προέρχεται από μία λίστα που ετοίμασε ο ίδιος ο Μ.Ε από 15 τιμολόγια και τα κατέθεσε ως τεκμήριο Δ. Πέραν του ότι τα συγκεκριμένα 15 τιμολόγια δεν περιέχονται στο δικόγραφο της Ενάγουσας ( επισημαίνεται ότι δικογραφούνται μόλις 29 τιμολόγια από τα 56 που καταγράφει στη μαρτυρία του) προκαλεί ιδιαίτερο προβληματισμό και ο τρόπος με τον οποίο προβάλλονται μέσω της μαρτυρίας του Μ.Ε. Συγκεκριμένα, ο ίδιος ο Μ.Ε αναφέρει ότι τα 15 τιμολόγια που παραθέτει αναλυτικά μέσω του Τεκμηρίου Δ, δεν κατάφερε να τα εντοπίσει ο λογιστής του στον οποίο είχαν δοθεί εδώ και χρόνια προκειμένου να διευθετήσει τα λογιστικά βιβλία της Ενάγουσας. Δεδομένου όμως ότι τα συγκεκριμένα 15 τιμολόγια δεν ήταν στην κατοχή του Μ.Ε, πως κατάφερε ο ίδιος να ετοιμάσει ένα αναλυτικό πίνακα, ο οποίος περιέχει αποκλειστικά και μόνο αυτά τα μη ανευρεθέντα τιμολόγια;
Από την άλλη η μαρτυρία του Μ.Υ ήταν κατατοπιστική και εύλογη. Ο μάρτυρας εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο γίνονταν οι δοσοληψίες μεταξύ Ενάγουσας και Εναγομένης. Ως τεκμήριο 1 κατάθεσε μία δέσμη με 20 επιταγές της Εναγομένης 1 κατατεθειμένες στην Τράπεζα με δικαιούχο την Ενάγουσα. Το σημαντικό στοιχείο το οποίο τονίζει τόσο ο Μ.Υ όσο και οι Δικηγόροι του είναι το ότι φαίνεται να υπάρχουν 2 επιταγές που εκδοθήκαν από την Εναγόμενη 1 προς όφελος της Ενάγουσας, οι οποίες δεν λήφθηκαν υπόψη από την Ενάγουσα κατά τους υπολογισμούς της. Οι επιταγές αυτές είναι :
Α) Η υπ’ αριθμό 93089722, ημερομηνίας 21/01/2019 και ύψους €500 ( Τεκμήριο 1Α)
Β) Η υπ’ αριθμό 90138040, ημερομηνίας 26/06/2017 και ύψους €1.161,60 ( Τεκμήριο 1Γ)
Το άθροισμα των εν λόγω επιταγών είναι σαφώς μεγαλύτερο από το κατ’ ισχυρισμό χρέος της Εναγομένης 1 προς την Ενάγουσα, το οποίο ανέρχεται με βάση τα στοιχεία που προσκόμισε ο Μ.Ε σε €597,82. Συνεπώς η ύπαρξη των πιο πάνω επιταγών ανατρέπει εξ’ αντικειμένου την όποια αξίωση χρέους της Ενάγουσας απέναντι στην Εναγόμενη 1.
II. Αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό προσωπική εγγύηση του Εναγομένου 2 για τις οφειλές της Εναγόμενης 1 απέναντι στην Ενάγουσα δεν χρειάζεται να ειπωθούν πολλά. Ο συγκεκριμένος ισχυρισμός του Μ.Ε δεν υποστηρίζεται από κάποιο έγγραφο. Αποτελεί μία προφορική αναφορά η οποία δεν είναι πειστική ούτε λογικοφανής. Εμφανής είναι και η διάσταση που υπάρχει στη μαρτυρία του Μ.Ε με το δικόγραφο του αφού ενώ δικογραφεί ότι ο Εναγόμενος 2 εγγυήθηκε την αποπληρωμή των 29 τιμολογίων, στο πλαίσιο της μαρτυρίας διαφοροποιεί τη θέση του και αναφέρει ότι ο Εναγόμενος 2 εγγυήθηκε την πληρωμή και των 56 τιμολογίων.
Συνοψίζοντας, θεωρώ ότι δεν μπορώ να βασιστώ στην μαρτυρία του Μ.Ε προκειμένου να εξάγω το οποιοδήποτε εύρημα αναφορικά είτε με το κατ’ισχυρισμό χρέος της Εναγομένης 1 προς την Ενάγουσα, είτε με τη κατ’ ισχυρισμό προσωπική εγγύηση του Εναγομένου 2 για τις υποχρεώσεις της Εναγομένης 1.
Αντιθέτως θεωρώ ότι μπορώ να βασιστώ στη μαρτυρία του Μ.Υ ειδικότερα αναφορικά με τις πληρωμές που ισχυρίζεται ότι έγιναν από την Εναγομένη 1 προς την Ενάγουσα και οι οποίες υποστηρίζονται από έγγραφη τεκμηρίωση (τεκμήριο 1).
IV. Νομική Πτυχή - Διαπιστώσεις:
Η βάση της παρούσας αγωγής, όπως προκύπτει από τους δικογραφημένους ισχυρισμούς της Ενάγουσας, αποτελεί η παράβαση σύμβασης και συγκεκριμένα η μη εξόφληση του συμφωνηθέντος τιμήματος για εκτελεσθείσα εργασία βάσει της ρηθείσας συμφωνίας με την Εναγομένη 1. Σχετικά επομένως είναι τα άρθρα 37 και 73 του περί Συμβάσεων Νόμου (Κεφ. 149).
Όπως είναι πάγια Νομολογημένο, σε πολιτικές υποθέσεις όπως η παρούσα, η Ενάγουσα φέρει το βάρος απόδειξης της υπόθεσης της στο επίπεδο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων. (βλέπε Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος v. X'' Nέστορος, (1990) 1 Α.Α.Δ. 41, Μαρσέλ κ.ά ν. Λαϊκή Τράπεζα Λτδ (2001), 1(B) Α.Α.Δ 1858). Μόνο αξιόπιστη μαρτυρία μπορεί να γείρει την πλάστιγγα του ισοζυγίου των πιθανοτήτων. (βλέπε Αθανασίου κ.ά. ως Διαχειριστές της περιουσίας του Σάββα Αθανασίου, αποβιώσαντος v. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614)
Στην προκειμένη περίπτωση η Ενάγουσα όφειλε να αποδείξει ότι υφίσταται χρέος της Εναγομένης 1 προς την ίδια. Για τους λόγους που εξήγησα ανωτέρω δεν μπορώ να βασιστώ στη μαρτυρία του Μ.Ε προκειμένου να εξάγω αυτό το εύρημα.
V. Κατάληξη:
Ενόψει των πιο πάνω, η απαίτηση της Ενάγουσας δεν στοιχειοθετήθηκε και συνεπώς απορρίπτεται. Τα έξοδα ακολουθούν το αποτελέσματα και επιδικάζονται υπέρ των Εναγομένων 1 και 2 και εναντίον της Ενάγουσας όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Ενόψει του ότι οι Εναγόμενοι 1 και 2 είχαν κοινή εκπροσώπηση και κοινή υπεράσπιση από τον ίδιο Δικηγόρο κρίνω ορθό και δίκαιο όπως επιδικαστεί ένα σετ εξόδων εναντίον της Ενάγουσας.
Πιστόν αντίγραφο Πρωτοκολλητής |
(Υπ.) ...................................... Μ. Π. Μιχαήλ Πρ. Ε.Δ |
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο