EVERCORPORATE LIMITED ν. ALICONA TRADING LTD κ.α., Αρ. Αγωγής: 1082/20, 10/10/2024
print
Τίτλος:
EVERCORPORATE LIMITED ν. ALICONA TRADING LTD κ.α., Αρ. Αγωγής: 1082/20, 10/10/2024

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον:  Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 1082/20

 

Μεταξύ:

 

EVERCORPORATE  LIMITED

   Εναγόντων

-και-

 

1.      ALICONA  TRADING  LTD

2.      ASBOLUS  HOLDINGS  LTD

3.     BROPAN  INVESTMENTS  LIMITED

4.      ELABUGH  INVESTMENTS  LIMITED

5.      GOLDROPEL  HOLDINGS  LIMITED

6.     OREONA  LTD

7.      OXILIERY  HOLDINGS  LIMITED

8.     PALANAX INVESTMENTS LTD

9.      SIGADOUR HOLDINGS LIMITED

10.   ZERIS HOLDINGS LTD

11.   KATARZYNA SWIETOCHOWSKA

12.   KATARZYNA BEATA SWIETOCHOWSKA

13.   PAWEL SLAWOMIR SWIETOCHOWSKI

14.   KRZYSZTOF ANDRZEJ SWIETOCHOWSKI

            Εναγομένων

Αίτηση ημερομηνίας 6/3/24 εκ μέρους των Εναγόντων-Αιτητών

για τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης τους

 

Ημερομηνία: 11.10.2024

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντες- Αιτητές: P. Kaimakliotis & Partners LLC

Για Εναγομένους - Καθ' ων η Αίτηση: κα Αγάθη Νικολάου για Α.Νικολάου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την παρούσα αγωγή η οποία καταχωρήθηκε στις 3/7/20 αξιώνονται ποσά για προσφερθείσες υπηρεσίες και/ή βάσει τιμολογίων και/ή γραπτών συμφωνιών και/ή ως υπόλοιπο λογαριασμού και/ή δυνάμει της αρχής του αδικαιολόγητου πλουτισμού, πλέον τόκο προς 8% με μηνιαίο ανατοκισμό από 17.4.2020. Οι αξιώσεις βασίζονται σε υπηρεσίες που κατ' ισχυρισμό προσφέρθηκαν από την Ενάγουσα στις Εναγόμενες εταιρείες δυνάμει γραπτών συμφωνιών παροχής εταιρικών υπηρεσιών ημερ. 23.8.2019 μεταξύ της Ενάγουσας και εκάστης εκ των Εναγομένων 1 - 10 χωριστά, καθώς και ορισμένων εκ των Εναγομένων 11 - 14 ως τελικών δικαιούχων και της εταιρείας Owis Limited η οποία συνδέεται με την Ενάγουσα.

 

Μετά τη συμπλήρωση των δικογράφων και τη συμμόρφωση των δύο πλευρών με την Δ.30 η αγωγή ορίστηκε για πρώτη φορά για ακρόαση στις 10/10/23.

 

Με αυτή την Αίτηση ζητείται άδεια και/ή Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να επιτρέπεται η τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης ημερ. 3/07/2020, δια της προσθήκης της φράσης «και/ή προέβησαν ανεπιτυχώς» στην υφιστάμενη παράγραφο 30, ώστε να διαμορφωθεί ως ακολούθως:

 

«30. Κατά παράβαση των όρων των ανωτέρω συμφωνιών, οι Εναγόμενοι 1-14 δεν προέβησαν και/ή προέβησαν ανεπιτυχώς στην πληρωμή των ανωτέρω τιμολογίων που εξέδωσε η Ενάγουσα τα οποία παραμένουν μέχρι και σήμερα οφειλόμενα και απαιτητά.»

 

Η Aίτηση βασίζεται στoυς περί Πoλιτικής Δικovoμίας Θεσμούς Δ.25 Θ.Θ. 1(3), 2, 3, 4 και 5, Δ.39, Δ.48, Θ.Θ. 1- 4, 7, 8 και 9, Δ.57, Δ.64 και στην πρακτική, νομολογία, διακριτική ευχέρεια και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα στα oπoία στηρίζεται η Αίτηση εκτίθενται στην ένορκη δήλωση του Παύλου Καϊμακλιώτη, Προέδρου (chairman) της Ενάγουσας-Αιτήτριας στην αγωγή με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο (εφεξής η Αιτήτρια και η αγωγή). Ως ο πιο πάνω αναφέρει, έχει προσωπική γνώση των γεγονότων στα οποία αναφέρεται πιο κάτω και είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος από την Αιτήτρια να προβεί στην ένορκη δήλωση εκ μέρους της. Έχει, περαιτέρω, μελετήσει τον φάκελο της αγωγής και έχει λάβει πληροφορίες και έγγραφα από την εγγεγραμμένη διευθύντρια της Αιτήτριας. Για τα νομικά θέματα στα οποία αναφέρεται, αναφέρει ότι είναι και ο ίδιος δικηγόρος αλλά έχει λάβει και νομική συμβουλή από τη δικηγόρο Άντρεα Ψαρά η οποία εργάζεται στην δικηγορική εταιρεία η οποία εκπροσωπεί την Αιτήτρια. 

 

Ως δηλώνει ο ομνύων η αγωγή ήταν ορισμένη για ακρόαση στις 10/10/2023. Κατά την προετοιμασία για την εν λόγω ακρόαση διαπιστώθηκε ένα φραστικό καλόπιστο λάθος και ασάφεια στην Έκθεση Απαίτησης λόγω παράλειψης, εκ παραδρομής αβλεψίας και τυπογραφικού λάθους. Για σκοπούς πληρότητας αναφέρει ότι η Έκθεση Απαίτησης ετοιμάστηκε από τους προηγούμενους δικηγόρους της Αιτήτριας, ήτοι από τους κ.κ. MICHAEL KYPRIANOU & CO LLC, οι οποίοι εκπροσωπούσαν την Αιτήτρια μέχρι την 16/01/2023. Κατά την 16/01/2023 καταχωρίστηκε ειδοποίηση αλλαγής δικηγόρου από τους υφιστάμενους δικηγόρους της Αιτήτριας.

 

Ειδικότερα, στην παράγραφο 30 της Έκθεσης Απαίτησης δεν διατυπώθηκε ορθά η θέση της Αιτήτριας καθότι αναγράφεται ότι «οι Εναγόμενοι 1-14 δεν προέβησαν στην πληρωμή» των επίδικων τιμολογίων. Για να διατυπωνόταν ορθά η θέση της Αιτήτριας θα έπρεπε να αναγραφεί ότι «οι Εναγόμενοι 1-14 δεν προέβησαν και/ή προέβησαν ανεπιτυχώς στην πληρωμή» των επίδικων τιμολογίων. 

 

Η θέση αυτή της Αιτήτριας είναι ήδη εις γνώση των Εναγομένων εφόσον συμπεριλήφθηκε στην ένορκη δήλωση ημερομηνίας 24/09/2020 που συνόδευε την αίτηση για συνοπτική απόφαση ιδίας ημερομηνίας κατά το αρχικό στάδιο της διαδικασίας της Αγωγής. Προς τούτο επισημαίνει ότι οι Εναγόμενοι καταχώρισαν ένσταση στην πιο πάνω αίτηση για συνοπτική απόφαση. Ως εκ τούτου οι Εναγόμενοι είχαν τη δυνατότητα να σχολιάσουν την πιο πάνω θέση της Αιτήτριας και με την επιζητούμενη τροποποίηση δεν καταλαμβάνονται εξαπίνης. Προκύπτει συνεπώς, είναι η θέση τους, ότι η επιζητούμενη τροποποίηση επήλθε από ένα καθαρά καλόπιστο φραστικό λάθος και ασάφεια κατά την σύνταξη της Έκθεσης Απαίτησης.

 

Ως προς το θέμα της καθυστέρησης, είναι η θέση της Αιτήτριας ότι καμία καθυστέρηση δεν έχει σημειωθεί διότι μόλις η Αιτήτρια αντιλήφθηκε το ως άνω φραστικό λάθος και ασάφεια κατά την προετοιμασία για την ακρόαση προχώρησε αμέσως στα απαραίτητα διαβήματα με την καταχώριση της παρούσας αίτησης, ούτως ώστε να αποκρυσταλλωθεί πλήρως η θέση της Αιτήτριας ως αυτή αντικατοπτρίζεται ήδη στον φάκελο του Δικαστηρίου και, εν πάση περιπτώσει, είναι σε γνώση των Εναγομένων.

 

Εισηγείται ότι εάν ήθελε εγκριθεί η επιζητούμενη τροποποίηση, δεν θα έχει καταλυτικές συνέπειες για την αντίδικη πλευρά εφόσον η επιζητούμενη τροποποίηση δεν αλλοιώνει την βάση της αγωγής, αλλά αφορά μια μικρή ασάφεια και φραστικό λάθος. Τονίζει δε ότι η ουσία της Υπεράσπισης των Εναγομένων θα παραμείνει η ίδια, και συνεπώς ουδόλως θα επηρεάσει τα δικαιώματα τους. Σημειώνει δε ότι η παρούσα Αίτηση γίνεται καλόπιστα και για τους λόγους που αναφέρονται στην παρούσα ένορκη του δήλωση και με γνώμονα την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.

 

Οι Εναγόμενοι - Καθ’ ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση στην Αίτηση.

 

Η ένσταση βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.19 Θ.4, Δ.21, Δ.25 1-5, Δ.30, Δ.39, Δ.48 Θ.1-7 και 9, στο άρθρο 30 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην Νομολογία και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Οι λόγοι  ένστασης είναι, αυτούσιοι, οι ακόλουθοι:

 

1.     Η αίτηση είναι δικονομικά και/ή επί της ουσίας ανυπόστατη και/ή αβάσιμη και/ή δεν πληροί τις προϋποθέσεις που θέτει ο Νόμος και/ή η Νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου αναφορικά με το αιτούμενο διάταγμα τροποποίησης της Έκθεσης Απαίτησης.

 

2.         Η αίτηση είναι παράτυπη και/ή ανεπίτρεπτη και/ή αντίθετη των Διαδικαστικών Κανονισμών και της πρακτικής του Δικαστηρίου.

 

3.         Η αίτηση είναι καταχρηστική, προκαλεί ζημιά στους Εναγόμενους – Καθ΄ ων η αίτηση εφόσον σκοπό έχει να ανατρέψει το βάθρο των γεγονότων τα οποία έχουν μέχρι σήμερα καθορισθεί και αποσαφηνισθεί από τα  δικόγραφα.

 

4.         Δεν τηρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος και/ή δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου προς όφελος των Αιτητών.

 

5.         Η αίτηση είναι καταχρηστική, κακόπιστη και ανεπίτρεπτη στο παρόν στάδιο, αφού καταχωρείται με υπέρμετρη καθυστέρηση.

 

6.         Η αίτηση υποβάλλεται καθυστερημένα και/ή με υπερβολική αργοπορία χωρίς ικανοποιητική εξήγηση των λόγων καθυστέρησης, αφού οι αιτούμενοι προς προσθήκη ισχυρισμοί ήτο γνωστοί και/ή έπρεπε να ήτο γνωστοί και/ή εύλογα μπορούσαν να εντοπισθούν κατά τα αρχικά στάδια της διαδικασίας και/ή κατά την σύνταξη της Έκθεσης Απαίτησης. 

 

7.         Ουδεμία αιτιολογία δίδεται αναφορικά με την καθυστέρηση των Εναγόντων – Αιτητών από την καταχώρηση της Εκθέσεως Απαιτήσεως μέχρι να αποταθούν εν τέλει στο Δικαστήριο με την παρούσα αίτηση ημερ. 06/03/2024.

 

8.       Η καθυστέρηση της καταχώρησης της παρούσας αίτησης από τους Ενάγοντες – Αιτητές είναι τέτοιας έκστασης που υπονομεύει το θεσμικό πλαίσιο επίκλησης των δικαιοδοσιών του Δικαστηρίου.

 

9.         Η αιτούμενη τροποποίηση δεν βασίζεται σε ύπαρξη νεοδημιουργηθέντων γεγονότων (nova producta), ούτε σε ύπαρξη νεοανακαλυφθέντων γεγονότων (nova reperta) και/ή εν πάση περιπτώσει αφορά γεγονότα που ακόμα και αν δεν ήταν εις γνώση τους  εύλογα μπορούσαν να εντοπιστούν από τους Ενάγοντες - Αιτητές και/ή τους δικηγόρους τους και να συμπεριληφθούν στην Έκθεση Απαίτησης τους και/ή να τοποθετηθούν «ορθά» από την αρχή και όχι τέσσερα (4) σχεδόν έτη μετά την καταχώρηση της αρχικής Έκθεσης Απαίτησης τους.

 

10.       Δεν προβάλλεται κανένας ουσιαστικός ή ικανοποιητικός λόγος ή δικαιολογία η οποία μπορεί να ελεγχθεί για την αληθοφάνεια της, γιατί οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί που επιδιώκονται να προστεθούν στην έκθεση απαίτησης δεν έχουν προβληθεί στο παρελθόν αφού τα γεγονότα εις τα οποία στηρίζονται ήταν στην σφαίρα γνώση των Aιτητών, αρχικώς, γεγονός το οποίο παραδέχονται και οι ίδιοι στην ένορκο δήλωση που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση.

 

11.      Τυχόν έκδοση του αιτούμενου Διατάγματος θα πλήξει τα συνταγματικά δικαιώματα των Εναγόμενων – Καθ’ ων η αίτηση ως αυτά προβλέπονται και/ή προστατεύονται επί του άρθρου 30 του Συντάγματος  για  την διεξαγωγή της δίκης εντός εύλογου χρόνου, στερώντας τους δια τούτου την ελευθερία τους και την ισότητα τους έναντι του Νόμου.

 

12.       Η αιτούμενη τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης δεν είναι αναγκαία για την ουσία της διαφοράς και εμφορείται από κακοπιστία των Αιτητών.

 

13.       Ουδεμία αιτιολογία δίδεται αναφορικά με την αναγκαιότητα της αιτούμενης τροποποίησης.

 

14.      Οι Αιτητές σε κάθε περίπτωση είχαν την δυνατότητα να προβούν ή/και να λάβουν τα αναγκαία διαβήματα ως προς την έκδοση του αιτούμενου Διατάγματος σε χρόνο προγενέστερο της παρούσας αίτησης.

 

15.       Με την παρούσα αίτηση, οι Αιτητές επιχειρούν να θεραπεύσουν την ανυπαρξία υπεράσπισης από μέρους τους.

 

16.       Οι Ενάγοντες - Αιτητές δεν προσήλθαν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και/ή απέκρυψαν ουσιώδη γεγονότα για την ορθή άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου επί τούτου.

 

17.      Οι ισχυρισμοί που περιέχονται στην ένορκη δήλωση και τα γεγονότα τα οποία συνιστούν το πραγματικό υπόβαθρο της παρούσης αιτήσεως είναι σε κάθε περίπτωση ψευδή και/ή ασαφώς εκτεθέντα και/ή ελλειπή και/ή δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια. 

 

18.    Οι Ενάγοντες - Αιτητές παραποιούν ουσιώδη για την εδώ διαδικασία γεγονότα τα οποία συνιστούν σε κάθε περίπτωση εκ των υστέρων επινοήματα προκειμένου να διορθώσουν και/ή αποκαταστήσουν το σφάλμα και/ή την αμέλεια στην οποία έχουν υποπέσει, παρά την αδικαιολόγητη καθυστέρηση από πλευράς τους, καταχρώμενοι την διαδικασία και βασιζόμενοι στο δυσαπόδεικτο της αναλήθειας των παρατιθέμενων ισχυρισμών τους.

 

19.         Οι παραλείψεις και/ή αβλεψίες των συνηγόρων των Εναγόμενων – Καθ’ ων η αίτηση δεν αποτελούν υπό τις περιστάσεις σφάλμα το οποίο μπορεί να συγχωρεθεί από το Δικαστήριο.

 

20.      Το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης δεν επιτρέπει στο Σεβαστό Δικαστήριο να ασκήσει την διακριτική του ευχέρεια υπέρ της έγκρισης της αιτούμενης τροποποίησης.

 

Η ένσταση στηρίζεται στην ένορκη δήλωση του Νίκου Χατζηνικολάου, ο οποίος αναφέρει τα ακόλουθα:

 

Είναι ο μοναδικός αξιωματούχος των Εναγόμενων-Καθ’ ων η αίτηση 1 - 10 και είναι πλήρως εξουσιοδοτημένος τόσο από αυτούς όσο και από τους Εναγόμενους - Καθ’ ων η αίτηση 11-14, να προβεί στην ένορκη δήλωση, γνωρίζει δε τα γεγονότα που αναφέρει στη συνέχεια τόσο από προσωπική γνώση που έχει γι’ αυτά όσο και μετά από σχετική πληροφόρηση του από τους Εναγόμενους – Καθ΄ ων η αίτηση αλλά και τους δικηγόρους τους.

 

Ως επίσης αναφέρει, διαφωνεί πλήρως με όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση στην Αίτηση ως επίσης και με τις αιτούμενες θεραπείες, αναφέρει δε ότι οι ισχυρισμοί που εκεί αναφέρονται συνιστούν εκ των υστέρων επινοήματα των Εναγόντων – Αιτητών.

 

Οι Ενάγοντες - Αιτητές, σύμφωνα με τη θέση του επιδιώκουν να τροποποιήσουν την Έκθεση Απαίτησης τους, ημερ. 03/07/2020, τέσσερα σχεδόν έτη μετά την καταχώρηση αυτής και αφού η αγωγή είχε ορισθεί για Ακρόαση ήδη σε δύο δικασίμους με πρώτη δικάσιμο την 10/10/2023, γεγονός το οποίο καταδεικνύει το καθυστερημένο της υπό εξέτασης Αίτησης.

 

Αξιοσημείωτο είναι κατά τη θέση του ενόρκως δηλούντα και το γεγονός ότι κανένας βάσιμος λόγος που να αιτιολογεί επαρκώς την καθυστέρηση στην καταχώριση της υπό εξέταση αίτησης, δεν προβάλλεται. Στην ένορκο δήλωση που συνοδεύει την υπό εξέταση Αίτηση, δεν παρέχονται καθόλου εξηγήσεις γιατί η αιτούμενη τροποποίηση και η προσθήκη των τριών λέξεων δεν έγινε νωρίτερα, παρά μόνο γίνεται μια γενική αναφορά ότι το «καλόπιστο λάθος» διαπιστώθηκε στα πλαίσια της προετοιμασίας της ακρόασης ημερ. 10/10/2023. Υπάρχει μια καταλυτική παραδοχή από μέρους τους, ήτοι από την «αντίληψη» του καλόπιστου λάθους αποτάθηκαν στο Δικαστήριο με αίτηση για την διόρθωση αυτού, μετά την πάροδο 5 μηνών.

 

Εν συνεχεία των ανωτέρω, σημειώνει ότι οι Αιτητές μπορούσαν εύλογα να διαπιστώσουν το καλόπιστο, φραστικό λάθος, ως το αποκαλούν, πολύ ενωρίτερα. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι οι νέοι δικηγόροι αυτών, έλαβαν καθήκοντα εκπροσώπησης αυτών από τον Ιανουάριο 2023, ήτοι 9 μήνες πριν τον ορισμό της δικασίμου ημερ. 10/10/2023. Καμία αιτιολογία δεν έχει δοθεί προς επεξήγηση των πιο πάνω θέσεων των Εναγόμενων – Καθ’ ων η αίτηση.

 

Ως επίσης αναφέρει ο ενόρκως δηλών, αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι τα γεγονότα ήταν ενώπιον των Εναγόντων – Αιτητών από την καταχώρηση της αγωγής, γεγονός το οποίο παραδέχονται ρητά μέσω της παραγράφου 6 της ενόρκου δηλώσεως στην Αίτηση, ενώ δε σε σχέση με τους ισχυρισμούς περί καλόπιστου ή/και φραστικού λάθους, εισηγείται ότι αυτό ήταν, θα έπρεπε να ήταν ή εύλογα θα μπορούσε να τεθεί στην προσοχή τους ούτως ώστε να προβούν στην τροποποίηση ή διόρθωση αυτού εγκαίρως και όχι σχεδόν 4 χρόνια μετά την καταχώρησης της αρχικής Έκθεσης Απαίτησης. Είναι παραδεκτό γεγονός ότι η τροποποίηση δεν αφορά γεγονότα ή στοιχεία τα οποία προέκυψαν πρόσφατα άλλα ήταν σε γνώση των Αιτητών από την αρχή της αγωγής και όμως δεν θεώρησαν ορθό να τα συμπεριλάβουν στην Έκθεση Απαίτησης τους.

 

Προσθέτει ότι από την ένορκη δήλωση των Εναγόντων – Αιτητών, απουσιάζει ο βάσιμος και επαρκής λόγος που να αιτιολογεί επαρκώς τους λόγους από τους οποίους προκύπτει ότι η προτεινόμενη τροποποίηση είναι αναγκαία για την ουσία της διαφοράς, καθώς όμοιοι ισχυρισμοί δικογραφούνται ήδη στην Έκθεσης Απαίτησης των Εναγόντων – Αιτητών.

 

Σύμφωνα με την νομική συμβουλή που λαμβάνει από τους δικηγόρους των Εναγόμενων – Καθ’ ων η αίτηση το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη των Εναγόντων – Αιτητών επ’ ουδενί λόγο δεν θίγεται από την εν δυνάμει απόρριψη της Αίτησης καθώς διά της αιτούμενης τροποποίησης επιδιώκεται η επανάληψη ήδη δικογραφημένων ισχυρισμών και όχι εισαγωγή νέων ισχυρισμών που είναι αναγκαίοι για την ουσία της διαφοράς.

 

Είναι η θέση τους ότι τυχόν έγκριση της αιτούμενης τροποποίησης από το Δικαστήριο θα επηρεάσει ανεπανόρθωτα το δικαίωμα των Καθ’ ων η αίτηση σε εκδίκαση της υπόθεσης τους εντός εύλογου χρονικού διαστήματος καθώς καταχωρίσθηκε καθυστερημένα.

 

Υποστηρίζουν επίσης ότι η υπό εξέταση Αίτηση προωθείται κακή τη πίστει, με αποκλειστικό σκοπό την παρέκκλιση της διαδικασίας. Το Δικαστήριο ως έχει πολλάκις νομολογηθεί, δεν καλείται να ασκήσει την διακριτική του ευχέρεια με σκοπό να παραχωρήσει την δυνατότητα στους δικηγόρους να καλύψουν ή να διορθώσουν τα λάθη και την αμέλεια την οποία ενδεχομένως να έχουν επιδείξει.

 

Είναι η θέση τους ότι διά της υπό εξέτασης Αίτησης οι Ενάγοντες – Αιτητές δεν επιθυμούν να εισάγουν ουσιώδη γεγονότα τα οποία να εξυπηρετήσουν τους σκοπούς ορθής απονομής της δικαιοσύνης και να παραθέσουν στο Δικαστήριο μια ολοκληρωμένη εικόνα ως προς τα γεγονότα αλλά κάθε άλλο, επιθυμούν να καθυστερήσουν την εκδίκαση της αγωγής ή να εξυπηρετήσουν αλλότριους σκοπούς.

 

Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων. Στις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις τους οι συνήγοροι υποστήριξαν τις θέσεις τους με αναφορά στις νομικές αρχές που διέπουν το θέμα. Έχω θέσει ενώπιον μου όσα ανέφεραν και θα σταθώ σε αυτά όπου ήθελε κριθεί αναγκαίο.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Η Δ.25 θ.1, όπως έχει τροποποιηθεί, προνοεί τα ακόλουθα:

 

«1. (1) Μετά την καταχώρηση αλλά πριν την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος, ο ενάγων δύναται οποτεδήποτε χωρίς να λάβει προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου να τροποποιήσει το κλητήριο ένταλμα του. Προς τούτο καταχωρείται τροποποιημένο κλητήριο ένταλμα με ανάλογη ένδειξη:

Νοείται ότι σε περίπτωση περισσότερων εναγομένων, επίδοση κλητηρίου εντάλματος εννοείται σε οποιοδήποτε εξ αυτών.

 

(2) Μετά την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος και πριν την έκδοση από τον ενάγοντα της Κλήσης για Οδηγίες σύμφωνα με τη Διαταγή 30, επιτρέπεται άπαξ η τροποποίηση του χωρίς άδεια του Δικαστηρίου. Σε τέτοια περίπτωση καταχωρούνται τα τροποποιημένα δικόγραφα με ανάλογη ένδειξη:

 

Νοείται ότι, όπου ο ενάγων καταχωρεί τροποποιημένο κλητήριο ή έκθεση απαίτησης, ο εναγόμενος καταχωρεί εντός 15 ημερών από την επίδοση, ανάλογα με την περίπτωση, τροποποιημένη έκθεση υπεράσπισης. Όπου ο εναγόμενος τροποποιεί το δικόγραφο του, ο ενάγων καταχωρεί εντός 15 ημερών από την επίδοση του, τροποποιημένη απάντηση, όπου χρειάζεται.

Νοείται ότι, όπου η έκδοση της κλήσης οδηγιών καταχωρείται από διάδικο ταυτόχρονα με τη συμπλήρωση της δικογραφίας, τότε η άπαξ τροποποίηση χωρίς άδεια του Δικαστηρίου δύναται να γίνει εντός περαιτέρω περιόδου 15 ημερών.

 

(3) Μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ως προνοείται από τη Διαταγή 30, ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται με εξαίρεση το εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, και τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης.»

 

Στην υπό κρίση περίπτωση εφαρμόζεται η Δ.25 θ.1.(3) η οποία διέπει το θέμα της τροποποίησης μετά την έκδοση κλήσης για οδηγίες.

 

Από το λεκτικό της Δ.25 θ.1.(3) προκύπτει ότι η τροποποίηση δικογράφου, μετά την έκδοση κλήσης για οδηγίες, δεν επιτρέπεται, με εξαίρεση την τροποποίηση που σκοπεί στη διόρθωση εκ παραδρομής καλόπιστου λάθους στη σύνταξη της δικογραφίας και στην περίπτωση που η τροποποίηση είναι αναγκαία, λόγω του ότι έχουν προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά την καταχώρηση του δικογράφου του οποίου σκοπείται η τροποποίηση. Αναμφισβήτητα η νέα Δ.25 θ.1(3) συνιστά παρέκκλιση από την μέχρι τώρα αποκρυσταλλωθείσα από τη νομολογία μας αρχή σύμφωνα με την οποία η τροποποίηση δικογράφου μπορούσε να επιτραπεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, εκτός στις περιπτώσεις εκείνες που θα προκαλούσε βλάβη στα δικαιώματα του αντιδίκου, η οποία δεν θα μπορούσε να αποκατασταθεί με την έκδοση κατάλληλης διαταγής ως προς τα έξοδα. (Ikos CIF Ltd v Coward κ.α. (2014) 1 Α.Α.Δ.663). 

 

Σκοπός της νέας Δ.25 και της νέας Δ.30 είναι να σταματήσουν οι ανεξέλεγκτες τροποποιήσεις δικογράφων επιβάλλοντας στους συντάξαντες τα δικόγραφα πολύ μεγαλύτερη προσοχή και επιμέλεια και περιορίζοντας ουσιαστικά τη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου σε αιτήματα τροποποίησης. Υπάρχουν αρκετές πρωτόδικες αποφάσεις, οι οποίες δεν είναι μεν δεσμευτικές, αλλά έχουν ερμηνεύσει την έννοια του «καλόπιστου λάθους και/ή αβλεψίας».

 

Παραπέμπω ενδεικτικά στην απόφαση της Προέδρου του Ε.Δ. Λευκωσίας, ως ήταν τότε, Λ. Δημητριάδου ημερ. 30.12.2019 στο πλαίσιο της Αγωγής με αρ. 813/2017 Οδυσσέως ν. Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ κ.α. όπου ο Αιτητής προβάλλοντας λόγους ύπαρξης καλόπιστου λάθους και αβλεψίας, δεν το υποστήριξε με τον αναγκαίο βαθμό μαρτυρίας. Αναφέρονται τα εξής διαφωτιστικά:

 

«Η παράλειψη καταγραφής γεγονότων που θεμελιώνουν τη βάση της Αγωγής ή συνιστούν αναγκαίες λεπτομέρειες προς υποστήριξη των δικογραφημένων ισχυρισμών δεν μπορούν να υπαχθούν στην έννοια του εκ παραδρομής καλόπιστου λάθους μόνο και μόνο γιατί ο Ενάγοντας επέλεξε για τους δικούς του λόγους - κάτι που είναι δικαίωμά του - μόνος του να προωθήσει την Αγωγή του χωρίς την αρωγή δικηγόρου. Ιδιαίτερα δε, όταν επιδιώκεται η συμπερίληψη τόσο εκτεταμένων τροποποιήσεων ως έχει περιγραφεί ανωτέρω. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί ο Αιτητής να επικαλείται την επιλογή του να μην διορίσει εξ αρχής δικηγόρο για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης ως λόγο που να δικαιολογεί την παράκαμψη των δικονομικών κανόνων που εφαρμόζονται.

 

 Η νέα Δ.25 και Δ.30 αναμφίβολα επιβάλλουν πολύ μεγαλύτερη προσοχή και επιμέλεια κατά το στάδιο σύνταξης των δικογράφων με τα περιθώρια άσκησης από πλευράς Δικαστηρίου διακριτικής ευχέρειας σε αιτήματα τροποποίησης να είναι ιδιαίτερα περιορισμένα. Η εν λόγω προσέγγιση συνάδει και με την αρχή της υψίστης σημασίας στόχευση (overriding principle) που φαίνεται να καθοδηγεί το πλαίσιο εφαρμογής της νέας Δ.25 και Δ.30.Εν ολίγοις, η νέα προσέγγιση πραγμάτων απαιτεί από όλους να μεριμνούν δεόντως για την συμπερίληψη των αναγκαίων στα δικόγραφά τους.

 

Στη βάση των πιο πάνω, είναι η κρίση του Δικαστηρίου ότι δεν έχει καταδειχθεί κατά το στάδιο σύνταξης της Έκθεσης Απαίτησης στον απαιτούμενο βαθμό εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος και/ή νέα δεδομένα τα οποία δεν ήταν γνωστά κατά τον ουσιώδη χρόνο.»

 

Ίδια γραμμή ακολούθησε και η Πρόεδρος, ως ήταν τότε, Ρ. Λιμνατίτου στην Αγωγή με αρ. 911/2016 Συνεργατικό Ταμιευτήριο Λεμεσού Λτδ ν. Χλόης Ιωάννου Νεοφύτου κ.α., ημερ. 28.7.2017. Εκεί ο Αιτητής (όπως και εδώ) επικαλέστηκε το καλόπιστο λάθος και/ή την αβλεψία λόγω αλλαγής του δικηγόρου του.

 

«Τόσο το περιεχόμενο της προτεινόμενης Έκθεσης Υπεράσπισης όσο και της Ανταπαίτησης δεν μπορεί να αφορούν καλόπιστο λάθος κατά τη σύνταξη της Έκθεσης Υπεράσπισης αφού με την αίτηση επιζητείται μια ριζική τροποποίηση. Καλόπιστο λάθος θα ήταν μια μικρή παράλειψη ή ασάφεια και όχι προσθήκη ισχυρισμών σε τέτοια έκταση.

 

Ούτε όμως και ως νέα γεγονότα μπορεί να χαρακτηριστούν τα όσα ζητείται να προστεθούν αφού οι εναγόμενοι ανέφεραν όπως ο ίδιος ο ενόρκως δηλών αναφέρει, τα γεγονότα στον πρώτο δικηγόρο τους όταν τον επισκέφθηκαν και του παρέδωσαν όλα τα σχετικά έγγραφα.

 

Η ανάγκη για τροποποίηση προέκυψε όπως φαίνεται μέσα από την ένορκη δήλωση μετά που ο νέος δικηγόρος των εναγομένων ανέλαβε την υπόθεση και εισηγήθηκε την τροποποίηση με τον τρόπο που περιλαμβάνεται στην αίτηση και όπως ο ίδιος την επιθυμεί. Είναι η κρίση μου ότι τα πιο πάνω δεν μπορεί να ερμηνευθούν ως οι προϋποθέσεις της Δ.25 θ. 1(3). Οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία εκτός από την αυστηρή ερμηνεία της Διαταγής όπως αναφέρω πιο πάνω, θα ήταν αντίθετη τόσο με το γράμμα όσο και με το πνεύμα και τον σκοπό της Δ.25 και ιδιαίτερα το θ.1(3) που αφορά την παρούσα υπόθεση.»

 

Στην Αγωγή με αρ.15/2017  Αrizona Trading Ltd ν. Μοντεξυλ Λτδ, ημερ. 31.5.2018, ο  Δικαστής  Χριστοδούλου προχώρησε ακόμα ένα βήμα αναφορικά με την ερμηνεία που πρέπει να δίδεται στο λεκτικό της Διαταγής 25 για το «καλόπιστο λάθος». Διαφωτιστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα:

 

«Λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας αναμένεται να συνδέεται με λεκτικά ή τυπογραφικά ή εκφραστικά λάθη που εμφιλοχωρούν κατά τη σύνταξη της δικογραφίας και όχι στην παράλειψη καταγραφής γεγονότων που θεμελιώνουν τη βάση αγωγής. Περαιτέρω, κρίνω ότι η παράλειψη του διαδίκου, να προμηθεύσει τον δικηγόρο του με όλα τα αναγκαία έγγραφα, τα οποία συγκροτούν τη βάση της απαίτησης του, δεν μπορεί να υπαχθεί στην έννοια του καλόπιστου λάθους στη σύνταξη της δικογραφίας».

 

Ερχόμενη στα γεγονότα της υπό κρίση Αίτησης, υπό το φως των πιο πάνω, διαπιστώνω ότι με βάση τα όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση της Αιτήτριας η επιχειρούμενη τροποποίηση δεν συνιστά καλόπιστο λάθος. Δεν έχει καταδειχθεί ή επεξηγηθεί στη βάση της προσκομισθείσας μαρτυρίας ποιο είναι το εκφραστικό ή τυπογραφικό λάθος το οποίο χρήζει τροποποίησης. Αντίθετα, η επιχειρούμενη τροποποίηση παραπέμπει σε καταγραφή πρόσθετων ή και διαζευκτικών γεγονότων που θεμελιώνουν τη βάση της αγωγής και όχι απλώς σε εσφαλμένη σύνταξη της Έκθεσης Απαίτησης. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και στη βάση των όσων αναφέρονται στην παράγραφο 35 της αγόρευσης του συνηγόρου της Αιτήτριας. Η παράλειψη καταγραφής γεγονότων που θεμελιώνουν τη βάση της Αγωγής ή συνιστούν αναγκαίες λεπτομέρειες προς υποστήριξη των δικογραφημένων ισχυρισμών δεν μπορούν να υπαχθούν στην έννοια του εκ παραδρομής καλόπιστου λάθους. Επιπλέον, η προτεινόμενη τροποποίηση, λαμβανομένης υπόψη της δοθείσας μαρτυρίας, δεν αφορά νέα δεδομένα που δεν ήταν υπαρκτά κατά τη λήψη οδηγιών και που προέκυψαν αργότερα. Τουναντίον, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση, συγκεκριμένα την παράγραφο 6 αυτής, τα επίδικα γεγονότα ήταν εις γνώση της Αιτήτριας από την καταχώρηση της αγωγής και ενόψει τούτου διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι η Αιτήτρια προσπαθεί να προσθέσει ισχυρισμούς που δεν ήταν μεταγενέστεροι της καταχώρησης της Έκθεσης Απαίτησης. Κρίνω σκόπιμο στο σημείο αυτό να προσθέσω ότι η επακόλουθη αλλαγή δικηγόρου δεν δικαιολογεί απόκλιση από την καθορισμένη διαδικασία. Εξάλλου, δεν έχει καταδειχθεί ότι οι προηγούμενοι δικηγόροι της Αιτήτριας δεν είχαν υπόψη τους τα γεγονότα που συνθέτουν το υπόβαθρο της υπό κρίση Αίτησης. Επιπρόσθετα, ούτε η επίκληση της Δ.25 θ.5, την οποία έχει επικαλεστεί ο συνήγορος της Αιτήτριας στην αγόρευση του, θα μπορούσε να συμβάλει στην επιτυχία της Αίτησης για το λόγο ότι δεν πρόκειται για ελάττωμα ή λάθος στη διαδικασία, ώστε το Δικαστήριο να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια και επιτρέψει την τροποποίηση του προς το σκοπό του καθορισμού του πραγματικού ζητήματος ή επίδικου θέματος.

 

Παρά το γεγονός ότι τα πιο πάνω σφραγίζουν την τύχη της Αίτησης, κρίνω σκόπιμο, για σκοπούς πληρότητας, να αναφέρω ότι θα απέρριπτα την Αίτηση για τον πρόσθετο λόγο της αδικαιολόγητης καθυστέρησης στην προώθηση της. Αποτέλεσε θέση της Αιτήτριας στην ένορκη δήλωση στην Αίτηση ότι καμία καθυστέρηση δεν έχει σημειωθεί διότι μόλις έγινε αντιληπτό το κατ’ ισχυρισμό φραστικό λάθος και ασάφεια κατά την προετοιμασία για την ακρόαση ημερομηνίας 10/10/2023 προχώρησε αμέσως στα στην καταχώριση της παρούσας Αίτησης, ούτως ώστε να αποκρυσταλλωθεί πλήρως η θέση της. Η πιο πάνω θέση, σύμφωνα με την Αιτήτρια, αντικατοπτρίζεται ήδη στον φάκελο του Δικαστηρίου και ήταν ήδη σε γνώση των Εναγομένων εφόσον συμπεριλήφθηκε στην ένορκη δήλωση ημερομηνίας 24/09/2020 στα πλαίσια  αίτησης της για συνοπτική απόφαση.

 

Στην απόφαση Federal Bank of Lebanon (SAL) v. Ν. Σιακόλα, (1999) 1 Α.Α.Δ. 44 τονίστηκε ότι η μεγάλη καθυστέρηση συναρτάται με τους λόγους που την προκάλεσαν, η δε έννοια της καθυστέρησης προϋποθέτει βέβαια τη δυνατότητα έγκαιρης ενέργειας.  Αυτό που έχει σημασία είναι η ανεκμετάλλευτη και αναξιοποίητη παρέλευση του χρόνου που διέρρευσε από τη στιγμή που διαπιστώθηκε η ανάγκη για τροποποίηση ή που προέκυψαν τα στοιχεία στα οποία αυτή αναφέρεται. Στη βάση των όσων πιο πάνω αναφέρονται, τουλάχιστον από τις 24/09/2020, κατά την καταχώρηση δηλαδή της αίτησης για συνοπτική απόφαση, αν όχι κατά την καταχώριση της αγωγής, ήταν γνωστά στην Αιτήτρια όσα σήμερα επιχειρεί να προσθέσει. Ουδεμία όμως ικανοποιητική εξήγηση δίδεται γιατί δεν λήφθηκαν οποιαδήποτε μέτρα για την εισαγωγή των ισχυρισμών αυτών ενωρίτερα, ειδικά μετά που μεσολάβησαν και όλα τα διαβήματα με βάση τη νέα Δ.30 και ειδικά ένορκες αποκαλύψεις εγγράφων, ονομαστικοί κατάλογοι μαρτύρων και σύνοψη μαρτυρίας.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

(Υπ.):  ……………………….

Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο