
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ Αρ. Αγωγής: 1235/12
Ενώπιον: Μ.Π. Μιχαήλ, Ε.Δ
Μεταξύ:
ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΚΑΡΙΠΗΣ
Ενάγοντας
και
1. ATTICON CONSTRUCTION & DEVELOPMENT LTD (HE149065)
2. ΣΑΒΒΑΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ ( ΑΔΤ [ ])
Εναγομένων
Ημερομηνία: 12/09/24
Εμφανίσεις:
Για Ενάγοντα/ Αιτητή: κ. Α. Ζαχαρίου για Ανδρέας Β. Ζαχαρίου & Σια ΔΕΠΕ
Για Εναγόμενο 2/Αιτητή: κ. Χ. Πουτζιουρής για Χρίστος Πουτζιουρής & Συνεργάτες ΔΕΠΕ
Απόφαση σε αίτηση ημερομηνίας 17/11/23
I. Η παρούσα αίτηση:
Με την παρούσα αίτηση ο Αιτητής αξιώνει Διάταγμα που να απαγορεύει στον Εναγόμενο 2/ Καθ’ ού η Αίτηση από το να μεταβιβάσει και/ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποξενώσει τις μετοχές οι οποίες είναι εγγεγραμμένες επ’ ονόματι του εις την εταιρεία S&A NEW FAMAGUSTA MANAGEMENT LTD με αρ. Εγγραφής ΗΕ 17623, μέχρι την ολοκλήρωση των μέτρων εκτέλεσης της απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 05/11/2012 και είσπραξης ολόκληρου του ποσού της απόφασης πλέον τόκους.
H αίτηση βασίζεται επί των άρθρων 23 και 35 του Συντάγματος, επί του Κεφ. 6 επί του Κεφ. 113, επί του Νόμου 14/60 άρθρα 29, 30, 31, 32, 33 και 47, επί του Νόμου 31(Ι)/1992 ως ετροποποιήθη, επί των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας Δ.48. Θ. 1 -9, επί της πρακτικής και των συμφυών εξουσιών του Δικαστηρίου και επί των γενικών αρχών του Νόμου και της Νομολογίας.
Τα γεγονότα τα οποία υποστηρίζουν την αίτηση, προκύπτουν από την Ένορκη Δήλωση του κ Καρίπη, ημερομηνίας 17/11/23. Εν ολίγοις, ο ομνύοντας αναφέρει ότι στις 05/11/2012 εκδόθηκε απόφαση υπέρ του και εναντίον των Εναγομένων 1 και 2 στο πλαίσιο της παρούσας αγωγής. Η απόφαση εναντίον του Εναγομένου 2 κατατίθεται ως Τεκμήριο 1, βρίσκεται όμως και εντός του φακέλου του Δικαστηρίου. Σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, ο Εναγόμενος 2 οφείλει να καταβάλει στον Ενάγοντα το ποσό των €15,000 με τόκο 8% ετησίως από 06/11/13 μέχρι εξοφλήσεως. Επιδικάστηκαν επίσης έξοδα ύψους €1,542 συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ με τόκο 5,5% ετησίως επί του ποσού των €1,500, από 11/04/2012 και μέχρι εξόφλησης. Η απόφαση τελούσε σε αναστολή μέχρι τις 05/11/2013.
Ο κ. Καρίπης αναφέρει ότι εναντίον του Εναγομένου 2 έχει εκδοθεί διάταγμα μηνιαίων δόσεων, ενώ μέχρι σήμερα έχει καταβάλει έναντι του χρέους το ποσό των €2,750. Εξ’ όσων αναφέρει, στη βάση των υπολογισμών που παραθέτει, το σημερινό υπόλοιπο του Εναγομένου 2 ανέρχεται σε €26,850.
II. H Ένσταση του Καθ’ ού η Αίτηση.
Κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου η αίτηση επιδόθηκε στον Καθ’ού η Αίτηση, ο οποίος καταχώρησε Ειδοποίηση Ένστασης προβάλλοντας τους ακόλουθους 12 Λόγους Ένστασης :
1. Η αίτηση ημερομηνίας 11/11/2023 ή 17/11/2023 δεν στηρίζεται στη σωστή νομική βάση και είναι ουσία και νόμω αβάσιμη και δεν εξειδικεύει σε ποιο άρθρο του Ν. 31(Ι)/92 στηρίζεται.
2. Η αίτηση του Ενάγοντα/αιτητή είναι καταχρηστική και ή αποτελεί κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας.
3. Η αίτηση του Ενάγοντα/αιτητή είναι γενική και αόριστη και δεν υποστηρίζεται από το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που τη συνοδεύει.
4. Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Νόμου και της Νομολογίας για την έκδοση των ζητούμενων διαταγμάτων.
5. Ο Ενάγοντας/ Αιτητής δεν προσήλθε ενώπιον του Δικαστηρίου με «καθαρά χέρια» και/ή δεν έχει αποκαλύψει στο Δικαστήριο όλα τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης εφόσον του έχουν καταβληθεί περισσότερα ποσά από όσα ισχυρίζεται ότι έλαβε.
6. Η αίτηση στερείται του αναγκαίου πραγματικού υποβάθρου για την χορήγηση των διαταγμάτων που επιζητούνται και τυχόν έκδοση του διατάγματος θα παραβιάσει το περιουσιακό δικαίωμα του αιτητή.
7. Η αίτηση του Ενάγοντα/Αιτητή δεν υποστηρίζεται από έγκυρη ένορκη δήλωση σύμφωνα με τη Δ.39 εφόσον δεν στηρίζεται σε ένορκη δήλωση με την ίδια ημερομηνία της αίτησης, αφού στο αντίγραφο που του επιδόθηκε φαίνεται ως να έχει την 11/11/2023.
8. Ο Ενάγοντας/ Αιτητής επιζητεί τελικά διατάγματα σε ενδιάμεση αίτηση κατά παράβαση της σχετικής νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ή δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της σχετικής Νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ή δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της σχετικής Νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την έκδοση των τελικών διαταγμάτων.
9. Δεν ικανοποιούνται με την Αίτηση οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν. 14/60 και των άρθρων 4,5 και 9 του κεφ. 6 για την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων και δεν μπορούν να εκδοθούν μετά την τελική απόφαση του Δικαστηρίου.
10. Δεν βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου οι αναγκαίοι διάδικοι ήτοι η εταιρεία της οποίας θέλει να δεσμεύσει τις μετοχές ο Αιτητής και η οποία έχει συμφέρον στην έκβαση της αίτησης.
11. Το καταστατικό της εταιρείας δεν επιτρέπει την δέσμευση και/ή πώληση των μετοχών μελών της και δεν μπορεί να πωληθεί καμία μετοχή της παρά μόνο όπως προβλέπει το καταστατικό της.
12. Το αιτούμενο διάταγμα κανένα σκοπό δεν θα εξυπηρετήσει και θα είναι αλυσιτελές εφόσον ο Αιτητής μόνο να δεσμεύσει τις μετοχές ζητά στο διηνεκές.
Μέσω της Ένορκης Δήλωσης που υποστηρίζει την ένσταση ο Ενάγοντας αναφέρει ότι εναντίον του εκδόθηκε διάταγμα πληρωμής μηνιαίων δόσεων και το ποσό που διατάχθηκε να καταβάλει, το καταβάλει ανελλιπώς. Όπως αναφέρει το ποσό που έχει καταβάλει στον Ενάγοντα ανέρχεται στο ποσό των €3,650 και μάλιστα προσκομίζει, ως Τεκμήριο 1, σχετική κατάσταση λογαριασμού της συζύγου του, από τον οποίο καταβάλλονται οι μηνιαίες δόσεις, προς υποστήριξη του ισχυρισμού του. Ισχυρίζεται ότι για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο έχει περαιτέρω καταβάλει ακόμη €400 τα οποία όμως δεν φαίνονται στην σχετική κατάσταση λογαριασμού.
Παραδέχεται ότι έχει τις επίδικες μετοχές και μάλιστα καταθέτει το ιδρυτικό και καταστατικό της εταιρείας ως Τεκμήριο 2. Όπως αναφέρει το καταστατικό της εταιρείας δεν επιτρέπει την πώληση των μετοχών της παρά μόνο στα πρόσωπα που αναφέρονται στο καταστατικό και σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο καταστατικό. Όπως επίσης αναφέρει η εταιρεία έχει δικαίωμα επίσχεσης σε οποιαδήποτε μετοχή μέλους της για χρέη του εν λόγω μέλους και εξαιτίας του ότι ο ίδιος οφείλει χρήματα στην εταιρεία, η εταιρεία είναι αναγκαίος διάδικος.
III. Νομική Πτυχή:
Σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Επιβαρυντικών Διαταγμάτων Νόμου Ν. 31(I)/1992:
“(1) Όταν κατόπιν απόφασης ή διατάγματος Δικαστηρίου πρόσωπο καλείται να πληρώσει χρηματικό ποσό (οφειλέτης) σε άλλο πρόσωπο (πιστωτή), τότε, προς το σκοπό εκτέλεσης της απόφασης ή του διατάγματος, το Δικαστήριο, με βάση τις διατάξεις του Νόμου αυτού, δύναται να εκδώσει διάταγμα (το οποίο θα αναφέρεται ως επιβαρυντικό διάταγμα), με το οποίο επιβάλλει επιβάρυνση σε οποιοδήποτε συμφέρον, το οποίο ο εξ αποφάσεως οφειλέτης έχει επί περιουσιακών στοιχείων για τα οποία ο Νόμος αυτός εφαρμόζεται και τα οποία καθορίζονται στο διάταγμα, με σκοπό την εξασφάλιση πληρωμής του οφειλόμενου ποσού.
(2) Το Δικαστήριο, προτού αποφασίσει κατά πόσο θα εκδώσει επιβαρυντικό διάταγμα, εξετάζει όλα τα περιστατικά της υπόθεσης και ειδικότερα οποιαδήποτε ενώπιον του αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με-
(α) Την προσωπική και περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη~ και
(β) το ενδεχόμενο ζημιάς άλλου πιστωτή του οφειλέτη από την έκδοση του διατάγματος.
(3) Το Δικαστήριο δύναται κατά την έκδοση του διατάγματος να επιβάλει όρους σχετικά με την πληροφόρηση του οφειλέτη και άλλου ενδιαφερόμενου ή επηρεαζόμενου προσώπου ή σχετικά με οποιοδήποτε άλλο ζήτημα, οι οποίοι κατά την κρίση του είναι αναγκαίοι και υπό τις περιστάσεις δίκαιοι.
(4) Το Δικαστήριο το οποίο εξέδωσε το επιβαρυντικό διάταγμα δύναται οποτεδήποτε, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη ή άλλου προσώπου που δυνατό να έχει συμφέρον σε περιουσιακό στοιχείο στο οποίο αναφέρεται το διάταγμα, να εκδώσει διάταγμα δυνάμει του οποίου να ακυρώνει ή να διαφοροποιεί το επιβαρυντικό διάταγμα.
(5) Όταν επιβάλλεται επιβάρυνση με βάση τις πρόνοιες του Νόμου αυτού, το Δικαστήριο εκδίδοντας το διάταγμα δύναται να προβλέψει όπως η επιβάρυνση επεκτείνεται σε οποιοδήποτε μέρισμα ή άλλο εισόδημα πληρωτέο σε σχέση με το βαρυνόμενο στοιχείο.
(6) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 5 διάταγμα επιβάρυνσης εκδιδόμενο με βάση τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου θα έχει τις συνέπειες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του ίδιου άρθρου.
Στα περιουσιακά στοιχεία που μπορεί να εκδοθεί επιβαρυντικό διάταγμα δυνάμει του πιο πάνω Νόμου, περιλαμβάνονται και οι μετοχές. ( βλέπε άρθρο 2(1) Ν. 31(Ι)/92 και Ελένη Λ. Ιωάννου (Σιαρματτά) ν. Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. (2000) 1 ΑΑΔ 1463)
Στην απόφαση Συνεργατικό Συγκρότημα Συνεργατικών Εταιρειών Λευκόνοικο Λτδ, Πολιτική Αίτηση Αρ. 167/13, ημερ. 11.10.2013, το Δικαστήριο προσδιόρισε τη φύση της παρούσας διαδικασίας ως εξής : “Είναι φανερό από το περιεχόμενο του Άρθρου 3 ότι η διαδικασία που χαράσσεται με το Νόμο 31(Ι)/92 είναι μια ιδιόμορφη διαδικασία διακριτή από αυτή που προβλέπεται στο Άρθρο 9 του Κεφ. 6 και αφορά στην έκδοση «προσωρινών διαταγμάτων» εκκρεμούσης της αγωγής (βλ. Ψάλτης ν. Χ"Λόη (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1454, 1458). Σε τέτοιες περιπτώσεις το δικαστήριο για διασφάλιση των δικαιωμάτων του εναγομένου, εφαρμόζοντας τις πρόνοιες του Άρθρου 9(3) του Κεφ. 6 ορίζει το διάταγμα επιστρεπτέο. Όμως για την έκδοση «επιβαρυντικών διαταγμάτων» ως μέτρο εκτέλεσης, ο Νόμος δεν ορίζει παρόμοια διαδικασία. Αντίθετα, δια του Άρθρου 3(3) του Νόμου, ορίζεται διαφορετική διαδικασία προβλέποντας ότι το Δικαστήριο δύναται «να επιβάλει όρους σχετικά με την πληροφόρηση του οφειλέτη .. ή σχετικά με οποιοδήποτε άλλο ζήτημα.». Πέραν τούτου, το Άρθρο 3(4) του Νόμου δεν προβλέπει για καταχώρηση ένστασης για αμφισβήτηση του διατάγματος, αλλά για υποβολή αίτησης για ακύρωση ή διαφοροποίηση του διατάγματος. Πρόκειται για άλλη μια ουσιαστική διαφορά που τονίζει το ιδιόμορφο της διαδικασίας δυνάμει του Άρθρου 3 του Νόμου.”
Σημειώνεται επίσης ότι το επιβαρυντικό διάταγμα εκδίδεται κατά την ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου λαμβάνοντας υπόψη του παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο 3(2) του Ν. 31(I)/1992, ενώ το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει όρους σύμφωνα με το άρθρο 3(3) του Ν. 31(Ι)/1992. ( Βλέπε Ψάλτης ν. Χ"Λόη (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1454)
IV. Υπαγωγή των Νομικών Αρχών στην παρούσα Αίτηση:
Στην παρούσα περίπτωση δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Εναγόμενος 2/ Καθ’ού η Αίτηση συνεχίζει να οφείλει μέρος του εξ’ αποφάσεως χρέους στον Ενάγοντα/Αιτητή. Ακόμα και αν δεχόμουν πλήρως τους ισχυρισμούς του Καθ’ού η Αίτηση, μέχρι την ημέρα καταχώρησης της παρούσας Αίτησης, ο Καθ’ού είχε καταβάλει στον Αιτητή το ποσό των €3,450 ( αντί €2,750 που ισχυρίζεται ο Αιτητής). Ωστόσο το εξ’ αποφάσεως χρέος που βαρύνει τον Καθ’ ού η Αίτηση είναι πολύ μεγαλύτερο, αφού ανέρχεται σε €15,000 πλέον τόκους 8% ετησίως από 06/11/2013 μέχρι εξόφλησης και έξοδα.
Αποτελεί επίσης ουσιαστικό δεδομένο ότι οι μετοχές για τις οποίες ζητείται η έκδοση επιβαρυντικού διατάγματος αποτελούν ιδιοκτησία του Καθ’ού η Αίτηση ( βλέπε παράγραφο 11 Ε/Δ Καθ’ού η Αίτηση). Επισημαίνεται, ότι δεν έχει τεθεί ενώπιον μου η ύπαρξη οποιασδήποτε άλλης περιουσίας του Καθ’ού η Αίτηση, πέραν των ρηθέντων μετοχών.
Συνεπώς εκ πρώτης όψεως, κρίνω ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του Νόμου ενώ επίσης έχει καταδειχθεί η αναγκαιότητα έκδοσης του επιβαρυντικού διατάγματος εναντίον των συγκεκριμένων μετοχών ιδιοκτησίας του Καθ’ού η Αίτηση.
Έχω επίσης εξετάσει με προσοχή τις ενστάσεις του Καθ’ού η Αίτηση. Η κρίση μου επί αυτών έχει ως εξής:
Αναφορικά με το ότι η αίτηση στη Νομική της βάσης αναφέρεται γενικά στο Ν.31(Ι)/1992, χωρίς να προσδιορίζεται το συγκεκριμένο άρθρο 3 του ρηθέντος Νόμου, θεωρώ ότι αυτό αποτελεί απλή παρατυπία που δεν θα μπορούσε να προκαλέσει σύγχυση στον Καθ’ού η Αίτηση, ο οποίος μάλιστα εκπροσωπείται από Δικηγόρο. Ούτε και έχω διαπιστώσει ότι το ζήτημα αυτό τον επηρέασε δυσμενώς καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο τον Καθ’ού η Αίτηση (βλέπε κατ’ αναλογία Φαλέκκος Γιώργος ν. Κυριάκου Χριστοφίδη (2013) 1 ΑΑΔ 2534). Θεωρώ ότι οι ίδιες οι περιστάσεις της υπόθεσης είναι τέτοιες που εξανεμίζουν κάθε ίχνος αμφιβολίας αναφορικά με την φύση της παρούσας αίτησης και το νομοθετικό της υπόβαθρο. Όπως ορθά αναφέρει ο ίδιος ο Δικηγόρος του Καθ’ού η Αίτηση το άρθρο 9 του Ν. 31(Ι)/1992, δεν μπορεί να τυγχάνει εφαρμογής στην παρούσα υπόθεση καθ’ ότι αυτό σχετίζεται με τη χορήγηση “προσωρινού επιβαρυντικού διατάγματος”, κατά τη διάρκεια εκκρεμοδικίας, πράγμα που προφανώς δεν συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση. Στην παρούσα περίπτωση ο Καθ’ού η Αίτηση είναι εξ’ αποφάσεως οφειλέτης χρέους. Υπάρχει δηλαδή εκ συμφώνου τελική απόφαση (ημερομηνίας 05/11/2012) στη διαφορά των διαδίκων. Συνεπώς, καθίσταται εμφανές ότι το μόνο σχετικό νομοθετικό υπόβαθρο της αίτησης θα μπορούσε να είναι το άρθρο 3 του Ν. 31(Ι)/1992 και όχι οποιαδήποτε άλλη νομοθετική διάταξη, που έστω λανθασμένα συμπεριλήφθηκε στην παρούσα Αίτηση. Συνεπώς η ένσταση 1 απορρίπτεται.
Η πλευρά του Καθ’ού η Αίτηση εγείρει στο πλαίσιο της Γραπτής του Αγόρευσης ζήτημα που σχετίζεται με το τύπο της Αίτησης. Λανθασμένα ως ισχυρίζονται η αίτηση καταχωρήθηκε κατ’ εφαρμογή των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Ως ισχυρίζονται η αίτηση θα έπρεπε να υποβληθεί στη βάση των Νέων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Αρχικά πρέπει να επισημάνω ότι ο συγκεκριμένος λόγος ένστασης δεν εγείρεται μέσω της Ειδοποίησης Ένστασης του Καθ’ ού η Αίτηση. Τουναντίον, ο ίδιος ο Καθ’ού μέσω της Ένστασης του εγείρει ζήτημα μη συμμόρφωσης του Αιτητή με τους παλαιούς θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας (Λόγος ένστασης υπ’ αριθμό 7). Η συγκεκριμένη θέση του Καθ’ού η Αίτηση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Ορθά θεωρώ η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε ως ενδιάμεση αίτηση στο πλαίσιο υφιστάμενης αγωγής. Επί του προκειμένου παραπέμπω στην Ψάλτης Σωτήρης Ν. ν. Κώστα Χ"Λόη (2001) 1 ΑΑΔ 1454, όπου το Ανώτατο έκρινε ότι η αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 3 του Ν. 31(Ι)/92 μπορεί να θεωρηθεί ως ενδιάμεση[1]. Συνεπώς δεδομένου ότι η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε στο πλαίσιο της αγωγής υπ’ αριθμό 1235/12 που προφανώς αποτελεί διαδικασία που ηγέρθη πριν την 01/09/23 ( Βλέπε Κανονισμός 60.1 (2) των Νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας), ορθά η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε στη βάση των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Ο Καθ’ού η Αίτηση θεωρεί ότι η παρούσα αίτηση είναι καταχρηστική καθ’ ότι προηγήθηκε αυτής Αίτηση Έρευνας, στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε εκ συμφώνου διάταγμα αποπληρωμής του χρέους από τον Καθ’ού η Αίτηση με συγκεκριμένη μηνιαία καταβολή δόσης. Δεν συμφωνώ με τον Καθ’ ού. Ο Αιτητής είναι εξ’ αποφάσεως πιστωτής του Καθ’ού η Αίτηση από τις 05/11/2012 και από τότε έχει εισπράξει ένα μικρό μέρος του χρέους του. Θεωρώ ότι ενόψει των περιστάσεων της υπόθεσης ο Αιτητής με την παρούσα αίτηση καθ’ όλα νόμιμα και θεμιτά ασκεί δικαίωμα που του παρέχει ο Νόμος προκειμένου με το επιδιωκόμενο συντηρητικό διάταγμα να εξασφαλίσει την ικανοποίηση της υπέρ του Δικαστικής απόφασης με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο. Το γεγονός ότι προηγήθηκε αίτηση μηνιαίων δόσεων εναντίον του Καθ’ού η Αίτηση, δεν καθιστά καταχρηστική την παρούσα αίτηση. Συνεπώς οι ενστάσεις 2 και 12 απορρίπτονται.
Η παρατυπία την οποία ο Καθ’ού η Αίτηση επικαλείται αναφορικά με την Ένορκη Δήλωση του Αιτητή, δεν βρίσκει έρεισμα στα ενώπιον μου στοιχεία. Η καταχωρηθείσα στο φάκελο του Δικαστηρίου αίτηση φέρει ημερομηνία 17/11/23. Την ίδια ακριβώς ημερομηνία φέρει και η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση. Συνεπώς η ένσταση 7 απορρίπτεται.
Τέλος, ο Καθ’ού η Αίτηση ισχυρίζεται ότι η εταιρεία της οποίας οι μετοχές πρόκειται να δεσμευτούν αποτελεί αναγκαίο διάδικο στην παρούσα διαδικασία, λόγω δικαιώματος επίσχεσης που έχει επί των επίδικων μετοχών του, λόγω χρέους του ιδίου προς αυτήν. Ο σχετικός ισχυρισμός τίθεται στην παράγραφο 12 της Ένορκης Δήλωσης την οποία κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτολεξεί:
“Η εταιρεία έχει αλλάξει όνομα από προηγούμενο όνομα της και σύμφωνα με το καταστατικό της εταιρείας δεν επιτρέπεται η πώληση των μετοχών της παρά μόνο στα πρόσωπα που αναφέρονται στο καταστατικό και με την διαδικασία που αναφέρεται στο καταστατικό της εταιρείας και η εταιρεία έχει δικαίωμα επίσχεσης σε οποιαδήποτε μετοχή μέλους της για χρέη του εν λόγω μέλους και εγώ οφείλω ποσά στην εταιρεία και επομένως η εταιρεία είναι αναγκαίος διάδικος στην παρούσα αίτηση για να ακουστεί.”
Δεν συμφωνώ με τον Καθ’ ού η Αίτηση για τους εξής λόγους:
- Αρχικά πρέπει να σημειωθεί ότι ο ισχυρισμός του Καθ’ ού η Αίτηση περί χρέους του ιδίου προς την εταιρεία, περιορίζεται σε μία προφορική αναφορά, εντελώς γενική και αόριστη. To γεγονός αυτό αναπόφευκτα επιδρά στην πειστικότητα του ισχυρισμού του.
- Επισημαίνεται επίσης ότι με την παρούσα αίτηση δεν αξιώνεται διάταγμα πώλησης ή εκποίησης των μετοχών της Εταιρείας S&A NEW FAMAGUSTA MANAGEMENT LTD.
- Ακόμα όμως και στην περίπτωση που η ρηθείσα Εταιρεία θεωρήσει ότι έχει συμφέρον στις μετοχές και επηρεάζεται το οποιοδήποτε δικαίωμα της με το εκδοθέν επιβαρυντικό διάταγμα, έχει το δικαίωμα σύμφωνα με το άρθρο 3(4) του Ν. 31(Ι)/92 να αποταθεί στο Δικαστήριο με νέα αίτηση για ακύρωση ή διαφοροποίηση του επιβαρυντικού διατάγματος.
V. Κατάληξη
Ενόψει των ανωτέρω, θεωρώ ότι καμία εκ των ενστάσεων του Καθ’ού η Αίτηση δεν έχει έρεισμα και συνεπώς η αίτηση επιτυγχάνει. Εκδίδεται επιβαρυντικό διάταγμα ως το αιτητικό Α της αίτησης. Τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα και επιδικάζονται υπέρ του Αιτητή και εναντίον του Καθ’ού η Αίτηση ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Το παρόν διάταγμα να επιδοθεί από τον Αιτητή στην Εταιρεία S&A NEW FAMAGUSTA MANAGEMENT LTD, εντός 30 ημερών από σήμερα.
(Υπ.) ......................................
Μ. Π. Μιχαήλ Ε.Δ
Πιστόν αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
[1] Ψάλτης Σωτήρης Ν. ν. Κώστα Χ"Λόη (2001) 1 ΑΑΔ 1454: “Έχουμε ικανοποιηθεί πως η μονομερής αίτηση που υποβλήθηκε μπορεί να θεωρηθεί ως ενδιάμεση με την έννοια της Δ.39 θ2 και, συνεπώς, ήταν επιτρεπτή η αναφορά σ' αυτή εξ ακοής μαρτυρίας.”
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο