ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Π. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Ιορδάνη Τορνάρη ν. ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΣΙΑΛΑΡΟΥ, Αγωγή αρ.: 560/23, 7/2/2024
print
Τίτλος:
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Π. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Ιορδάνη Τορνάρη ν. ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΣΙΑΛΑΡΟΥ, Αγωγή αρ.: 560/23, 7/2/2024

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον:  Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.

 

Αγωγή αρ.:  560/23(i)

 

Μεταξύ:

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Π. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Ιορδάνη Τορνάρη

Ενάγοντα

και

 

ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΣΙΑΛΑΡΟΥ

Εναγόμενης

 

Αίτηση ημερ. 8.5.23 για έκδοση προσωρινών Διαταγμάτων

 

Ημερομηνία: 8 Φεβρουαρίου, 2024

Εμφανίσεις:

Για τον Ενάγοντα – Αιτητή : Άντρια Γεωργίου- Λοΐζου

Για την Εναγόμενη – Καθ΄ ης  η αίτηση: Γιάννης Πολυχρόνης ΔΕΠΕ

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με αυτή την Αίτηση ο Αιτητής ζητά :

 

«(Α) Την έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο να απαγορεύεται στην Καθ’ ης η Αίτηση - Εναγόμενη και/ή στους υπαλλήλους και/ή αντιπροσώπους και /ή υπηρέτες της η καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποξένωση και/ή δωρεά και/ή πώληση και/ή  επιβάρυνση και/ή δέσμευση και/ή περαιτέρω υποθήκευση του ακινήτου με Αρ. Εγγρ. 11 / [ ] Φ/Σχ 40 /56W2 Τμήμα 11 Τεμ. [ ] Λάρνακα, Άγιος Νικόλαος, Πουμπάρτες μέχρι την τελική εκδίκαση της παρούσας Αγωγής και/ή μέχρι νεότερης διαταγής του Σεβαστού Δικαστηρίου.  

(Β) Την έκδοση προσωρινού Διατάγματος με το οποίο να απαγορεύεται στην Καθ’ ης η αίτηση - Εναγόμενη, και/ή στους υπαλλήλους και/ή αντιπροσώπους και /ή υπηρέτες της, από το να υπογράφουν και/ή καταρτήσουν και/ή συνάψουν οποιεσδήποτε συμφωνίες και/ή έγγραφα με σκοπό να πωλήσουν, δωρίσουν, υποθηκεύσουν ή καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο αποξενώσουν και/ή δεσμεύσουν και/ή επιβαρύνουν και/ή διαθέσουν το ακίνητο με Αρ. Εγγρ. 11 / [ ] Φ/Σχ 40 /56W2 Τμήμα 11 Τεμ [ ] Λάρνακα, Άγιος Νικόλαος, Πουμπάρτες, μέχρι την τελική εκδίκαση της παρούσας Αγωγής και/ή μέχρι νεότερης διαταγής του Σεβαστού Δικαστηρίου.

(Γ) Την έκδοση προσωρινού Διατάγματος με το οποίο να δεσμεύεται και/ή να παγοποιείται οιονδήποτε ποσό βρίσκεται κατατεθειμένο σε οποιονδήποτε λογαριασμό επ’ ονόματι της Καθ’ ης η Αίτηση – Εναγόμενης σε οιονδήποτε τραπεζικό ίδρυμα εντός ή εκτός Κύπρου μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου και/ή μέχρι την τελική εκδίκαση και/ή αποπεράτωση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής.

(Δ) Διάταγμα του Δικαστηρίου, που θα διατάσσει την Εναγόμενη και/ή τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους της και/ή τους υπηρέτες της όπως μη προβούν σε οποιαδήποτε πράξη και/ή ενέργεια, για την αποξένωση και/ή διάθεση και/ή μεταβίβαση με οποιοδήποτε τρόπο και/ή  πώληση και/ή δωρεά και/ή επιβάρυνση με οποιοδήποτε τρόπο και/ή ενεχυρίαση και/ή υποθήκευση των οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων της ακίνητων ή κινητών, είτε αυτά βρίσκονται εντός ή εκτός της Κύπρου και/ή να μην προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια και/ή πράξη σε σχέση με οποιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία της, είτε αυτά βρίσκονται εντός ή εκτός Κύπρου μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου και/ή μέχρι την τελική εκδίκαση και/ή αποπεράτωση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής.

(Ε) Διάταγμα του Δικαστηρίου, με το οποίο θα διατάσσεται η Καθ’ ης η Αίτηση -Εναγομένη όπως εντός δέκα (10) ημερών από την επίδοση του διατάγματος, συντάξει ένορκη δήλωση, την οποία θα καταχωρίσει στον φάκελο της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής και θα επιδώσει εντός της ίδιας προθεσμίας στους δικηγόρους της Ενάγουσας/Αιτήτριας η οποία αναφέρει και/ή δηλώνει και/ή αποκαλύπτει τα περιουσιακά στοιχεία της εντός και εκτός Κύπρου.»

 

Στις 10.5.23 εκδόθηκαν μονομερώς τα Διατάγματα (Α) και (Β), πιο πάνω ενώ τα αιτητικά (Γ),(Δ) και (Ε) παρέμειναν για επίδοση. Με την γραπτή της αγόρευση η συνήγορος του Αιτητή προώθησε μόνο τα αιτητικά (Γ),(Δ), ζητώντας παράλληλα την οριστικοποίηση των αιτητικών (Α) και (Β).  

 

Η αίτηση βασίζεται στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ. 6 άρθρα 4, 5 και 9, στον περί Δικαστηρίων Νόμο Ν. 14/1960 άρθρα 29 και 32, στην Δ.39, Δ.48 Κ.  1 – 4, 6-9, Δ.57, Δ.64 θ.1 και 2, των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας στην Νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε σχέση με την έκδοση παρεμπιπτόντων Διαταγμάτων τύπου «Norwich Pharmacal», ήτοι στην βάση των νομικών αρχών που καθιερώθηκαν από το κοινοδίκαιο στην υπόθεση Νorwich Pharmacal Co  and Others - v - Commissioners and Customs Excise (1973) 2 Αll E.R. 943 στον Περί Διαχειρίσεως Περιουσιών Αποβιωσάντων Νόμο Κεφ. 189, άρθρα 25, 30, 31, 40(1)(2), 41(1) (2), 43(1) (2), 45,  52 (1) (2), άρθρο 57, 58 και 21 και στους περί Διαχειρίσεως Περιουσίας Κανονισμούς 170-196, στον περί Διαχειρίσεως Περιουσιών Αποθανόντων Νόμο Κεφ. 189 άρθρα 2, 13, 31-47 και 54,  στον περί Διαθηκών Διαδοχής Νόμο Κεφ. 195, άρθρα 2,44, 51, στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, στις αρχές της Νομολογίας και του κοινοδικαίου, στις αρχές της Επιείκειας και στις γενικές και συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση στηρίζεται σε ένορκη δήλωση του Ενάγοντα ο οποίος αναφέρει ότι στις 14/12/2022 με την συγκατάθεση όλων των κληρονόμων, διορίστηκε δυνάμει διατάγματος Δικαστηρίου διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα και εκτελεστής της διαθήκης του. Επισυνάπτει στην παρούσα αντίγραφο του σχετικού διατάγματος ως Τεκμήριο 1. Οι κληρονόμοι του αποβιώσαντα ήταν τρεις ήτοι οι (α) Γαβριήλ Τορνάρης (β) Θεοφανή Τορνάρη Αναστασιάδη (γ) Άννα Τορνάρη Πέτσα  (αποβιώσασα) δια μέσω του συζύγου της  Λουκή Πέτσα.

 

Ως σημειώνει, από το έτος 2017 όταν και καταχωρήθηκε η αίτηση για επικύρωση διαθήκης υπ’ αριθμό 217/17 μέχρι την 21/10/2022 διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντα ήταν η Εναγόμενη πρώην δικηγόρος κα Ρίνα Σιάλαρου η οποία παύθηκε εν τέλει λόγω εσκεμμένων παραλείψεων και σοβαρότατων παραπτωμάτων εκ μέρους της.

 

Συγκεκριμένα, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις των κληρονόμων εσκεμμένα δεν τελούσε τα καθήκοντα της και δεν διένειμε την περιουσία του αποβιώσαντα από το έτος 2017 όταν ξεκίνησε η διαδικασία διαχείρισης μέχρι και τον Αύγουστο του 2022 ενώ παράλληλα δεν τους ενημέρωνε αναφορικά με τα περιουσιακά στοιχεία του ούτε και για την πορεία της εκτέλεσης της διαθήκης και για την διανομή της περιουσίας του. Επισυνάπτει αντίγραφο του διατάγματος διορισμού της κας Σιάλαρου και αντίγραφο του διατάγματος  παύσης της ως Τεκμήρια 2 και 3

 

Στο μεσοδιάστημα και δη από την 21/10/2022 μέχρι την 14/12/2022 διορίστηκε ο κος Κωνσταντίνος Τορνάρης ως διαχειριστής ο οποίος εν συνεχεία αποποιήθηκε του δικαιώματος του προς όφελος του ομνύοντα  κατόπιν της σύμφωνου γνώμης όλων των κληρονόμων.

 

Από την έκδοση του διατάγματος με το οποίο ο ομνύον διορίστηκε ως εκτελεστής της διαθήκης του αποβιώσαντα ξεκίνησε τις διαδικασίες συλλογής και συνάθροισης της κληρονομιάς του τελευταίου, για να μπορέσει να προβεί σε απογραφή της περιουσίας του καθότι η κα Σιάλαρου η οποία όφειλε ως διαχειρίστρια και εκτελέστρια της διαθήκης του αποβιώσαντα να προβεί σε συλλογή και απογραφή δεν το είχε πράξει καθ’ όλη την διάρκεια του διορισμού της. Κατά τη συλλογή των αναγκαίων πληροφοριών και στοιχείων για την περιουσία του αποβιώσαντα επισκέφθηκε μαζί με την εκ των κληρονόμων του κα Φανή Τορνάρη τα τραπεζικά ιδρύματα της Ελληνικής Τράπεζας και της Τράπεζας Κύπρου.

 

Δυνάμει του πιο πάνω διατάγματος διαχείρισης ζήτησε από την Τράπεζα Κύπρου και την Ελληνική Τράπεζα, ως είχε δικαίωμα και υποχρέωση, να λάβει όλες τις πληροφορίες για τους λογαριασμούς επ’ ονόματι του αποβιώσαντα, για τους λογαριασμούς διαχείρισης επ’ ονόματι του αποβιώσαντα τόσο για τους ενεργούς όσο και για αυτούς οι οποίοι έκλεισαν για να έχει πλήρη εικόνα των οιονδήποτε χρηματικών ποσών τα οποία ενέπιπταν στην κληρονομιά.

 

Την 18/01/2023 επισκέφθηκε υποκατάστημα της Τράπεζας Κύπρου. Εκεί ο αρμόδιος υπεύθυνος του υποκαταστήματος τον εφοδίασε με κατάσταση λογαριασμού στην οποία εμφαίνονταν, η περισυλλογή και οι μεταφορές όλων των καταθέσεων και των χρημάτων του αποβιώσαντα στις οποίες προέβη η τότε διαχειρίστρια κα Σιάλαρου (Τεκμήριο 4). Από την εν λόγω κατάσταση λογαριασμού εμφαίνεται ότι για το σύνολο των καταθέσεων εκδόθηκε μια τραπεζική επιταγή (Τεκμήριο 5) για το συνολικό ποσό των €218.245,48 επ’ ονόματι της κας Σιάλαρου ως διαχειρίστριας της περιουσίας του αποβιώσαντα.

 

Σύμφωνα με την ενημέρωση της οποίας έτυχε από τον υπεύθυνο του υποκαταστήματος της Τράπεζας Κύπρου η εν λόγω επιταγή κατατέθηκε σε λογαριασμό της Ελληνικής Τράπεζας ήτοι στον λογαριασμό με αρ. 34410 Α 5642801. Στη συνέχεια  λόγω του ότι εξ’ όσων είχε αντιληφθεί από τα όσα του ανέφερε ο τραπεζικός υπάλληλος, ο λογαριασμός διαχείρισης βρισκόταν στην Ελληνική Τράπεζα, μετέβηκε την 23/01/2023 σε υποκατάστημα της, για να λάβει όλες τις σχετικές πληροφορίες και καταστάσεις λογαριασμών του αποβιώσαντα και της διαχείρισης της περιουσίας του. Αφού προέβη σε σχετικό αίτημα την 26/01/2023 κατόπιν ειδοποίησης από το υποκατάστημα της Ελληνικής Τράπεζας  μετέβηκε για να λάβει τις σχετικές πληροφορίες και έγγραφα τα οποία ζήτησε και ενημερώθηκε ότι οι λογαριασμοί διαχείρισης του αποβιώσαντα είχαν κλείσει και μόνο ο ένας ήταν ενεργός. Ζήτησε κατάσταση λογαριασμού τόσο αναφορικά με τον ενεργό λογαριασμό διαχείρισης αλλά και για τους ανενεργούς λογαριασμούς διαχείρισης, όσο και για τους λογαριασμούς επ’ ονόματι του αποβιώσαντα κατά την ημέρα θανάτου του. Η υπάλληλος της Ελληνικής Τράπεζας τον ενημέρωσε ότι το νομικό τμήμα της, δεν τους επέτρεψε να τον εφοδιάσουν με καταστάσεις λογαριασμού για τους κλειστούς λογαριασμούς διαχείρισης ούτε και για τους προσωπικούς λογαριασμούς επ’ ονόματι του αποβιώσαντα κατά τον χρόνο θανάτου του παρά μόνο για το μοναδικό λογαριασμό διαχείρισης ο οποίος παρέμενε ενεργός.  Ως εκ τούτου ζήτησε και πήρε και την ίδια μέρα σχετική κατάσταση του ενεργού  λογαριασμού διαχείρισης με αρ. [ ] στην οποία το εναπομείναν υπόλοιπο  ανερχόταν στο ποσό των €23,34.

 

Παρενθετικά στο σημείο αυτό, ως  αναφέρει, η κα Σιάλαρου περί τα μέσα Αυγούστου 2022 και ενώ εκκρεμούσε η αίτηση για παύση της, κατέβαλε κατόπιν επανειλημμένων οχλήσεων τόσο του ιδίου του ενόρκως δηλούντα όσο και των κληρονόμων του αποβιώσαντα κ.κ. Γαβριήλ Τορνάρη και Λουκή Πέτσα, τους οποίους εκπροσωπούσε κατά τον επίδικο χρόνο το συνολικό ποσό των €205.000, ήτοι μέρος του κληρονομικού τους μεριδίου ενώ ισχυριζόταν μάλιστα ότι δήθεν τους είχε μεταβιβάσει και την ακίνητη περιουσία η οποία παρέμενε εγγεγραμμένη επ’ ονόματι του αποβιώσαντα. Ουδέποτε όμως τους έδωσε πληροφορίες σχετικά με το σε ποιες ενέργειες συλλογής και  διανομής της περιουσίας προέβηκε και αγνοούσε επιδεικτικά όλες τις σχετικές εκκλήσεις τους. Επισυνάπτει ενδεικτικά αντίγραφο επιταγής επ’ ονόματι του κου Γαβριήλ Τορνάρη κληρονόμου του αποβιώσαντα για το ποσό των €100.000 την οποία του παρέδωσε η κα Σιάλαρου, ως Τεκμήριο 6. Εξακολουθούσε όμως η κα Σιάλαρου να οφείλει να καταβάλει και άλλα ποσά τα οποία αναλογούσαν στο κληρονομικό μερίδιο τους ενώ παράλληλα δεν είχε καταβάλει κανένα ποσό προς την κα Φανή Τορνάρη, ήτοι την έτερη κληρονόμο.

 

Συνεπεία των ανωτέρω όταν ενημερώθηκε ότι όλοι οι λογαριασμοί διαχείρισης ήταν κλειστοί και ο μοναδικός ενεργός ήταν ο λογαριασμός με υπόλοιπο το ποσό των €23,34 έμεινε έκπληκτος αφού προφανώς τα ποσά τα οποία είχαν να παίρνουν οι κληρονόμοι ως το κληρονομικό τους μερίδιο είχαν κάνει φτερά. Ως εκ τούτου λόγω της ισχυρότατης ένδειξης ότι τα χρήματα είχαν κλαπεί και/ή δολίως αποσυρθεί από το λογαριασμό διαχείρισης του αποβιώσαντα και προς περαιτέρω διερεύνηση του ζητήματος ζήτησε από τους υπάλληλους της Ελληνικής τράπεζας να τον εφοδιάσουν με αντίγραφα των τραπεζικών επιταγών οι οποίες εμφαίνονταν στην κατάσταση λογαριασμού με τις οποίες αποσύρθηκε το συνολικό ποσό των €71.800 χωρίς αυτό να καταβληθεί σε οιονδήποτε εκ των κληρονόμων για να μπορέσει να εξακριβώσει το τι είχε συμβεί. Συνακόλουθα υπάλληλος της Ελληνικής Τράπεζας τον εφοδίασε με (α) Αντίγραφο τραπεζικής επιταγής με αρ. [ ] για το ποσό των €10.000 επ’ ονόματι της κας Σιάλαρου, Τεκμήριο 7 (β)  Αντίγραφο τραπεζικής επιταγής με αρ. [ ] για το ποσό των €10.000 επ’ ονόματι της κας Σιάλαρου, Τεκμήριο 8 και (γ) Αντίγραφο τραπεζικής επιταγής με αρ. [ ] για το ποσό των €51.800 επ’ ονόματι κάποιου Ανδρέα Αλεξάνδρου, Τεκμήριο 9. Σε ερώτηση του προς τον τραπεζικό υπάλληλο τι απέγιναν τα ποσά των ανωτέρω επιταγών αυτός του ανέφερε ότι οι μεν επιταγές (α) και (β) εξαργυρώθηκαν σε μετρητά από την κα Σιάλαρου ενώ η δε επιταγή (γ) κατατέθηκε σε λογαριασμό με έναν εκ των δικαιούχων κάποιον Ανδρέα Αλεξάνδρου ο οποίος, τονίζει, δεν έχει καμία συγγενική ή άλλη σχέση με τους κληρονόμους του αποβιώσαντα.

 

Από τα πιο πάνω καθίσταται πρόδηλο ότι όντως η κα Σιάλαρου απέσπασε δολίως τα ανωτέρω ποσά από την διαχείριση του αποβιώσαντα και παρέβηκε εμφανώς τα καθήκοντα της ως εκτελέστρια της διαθήκης και διαχειρίστρια της περιουσίας του αφού μετέφερε ποσό €51.800 σε άγνωστο για τους κληρονόμους πρόσωπο ενώ παράλληλα απέσυρε και απέσπασε για ίδιον όφελος ποσό €20.000 και τούτα από τα μέχρι τώρα ευρήματα και χωρίς να έχει οιανδήποτε ενημέρωση ως προς τους υπόλοιπους λογαριασμούς του αποβιώσαντα και της διαχείρισης του, για τους οποίους δεν του επιτράπηκε η πρόσβαση. Επειδή η Τράπεζα του ανέφερε ότι μόνο με διάταγμα του Δικαστηρίου θα μπορούσε να τον εφοδιάσει με σχετικές πληροφορίες για όλους τους προσωπικούς λογαριασμούς και τους λογαριασμούς διαχείρισης επ’ ονόματι του αποβιώσαντα προέβη άμεσα στην καταχώρηση αίτησης αποκάλυψης πληροφοριών και εγγράφων τα οποία αφορούσαν τη διαχείριση της περιουσίας του αποβιώσαντα ούτως ώστε να λάβει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες και έγγραφα για να μπορέσει να προβεί σε εντοπισμό των χρημάτων και του συνόλου της περιουσίας του αποβιώσαντα γενικότερα. Την 2/2/23 το Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα αποκάλυψης όλων των λογαριασμών του αποβιώσαντα και σχετικών με αυτών εγγράφων, ούτως ώστε να μπορέσει να διερευνήσει, να εντοπίσει και να περισυλλέξει την περιουσία του αποβιώσαντα ως επιτάσσει το καθήκον του ως διαχειριστής της περιουσίας του, Τεκμήριο 10. Την 04/03/2023 μετέβηκε στο ΤΑΕ Λάρνακας όπου ανέφερε όλα τα πιο πάνω. Τόσο η Τράπεζα Κύπρου όσο και η Ελληνική Τράπεζα συμμορφώθηκαν με το διάταγμα αποκάλυψης και του παρέδωσαν όλα τα σχετικά ζητούμενα έγγραφα με την Ελληνική Τράπεζα να συμμορφώνεται την 14/03/2023.  

 

Κατά την μελέτη των αναφερόμενων εγγράφων προέκυψαν τα πιο κάτω:

 

Τα χρηματικά ποσά τα οποία είχε κατατεθειμένα ο αποβιώσαντας στην Τράπεζα Κύπρου και στην Ελληνική Τράπεζα είναι τα ακόλουθα:

 

Α. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ

 

Α/Α

Αρ. Λογ.

Ποσό άνευ Τόκων

1.          

[ ]

€3,150=

2.     

[ ]

€34,551=

3.     

[ ]

€173=

4.     

[ ]

€37,037=

5.     

[ ]

€32,756=

6.     

[ ]

€187=

7.     

[ ]

€12,356=

8.     

[ ]

€5,048=

9.     

[ ]

€5,048=

10.   

[ ]

€5,258=

11.   

[ ]

€62,869=

12.   

[ ]

€5,236=

13.   

[ ]

€15,746=

 

ΣΥΝΟΛΟ

€219,415=

 

Β. Ελληνική Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Λτδ

 

Α/Α

Αρ. Λογαριασμού

Ποσό Άνευ Τόκων

1.

[ ]

€160,30

2.

[ ]

€30,215.53

3.

[ ]

€20,073.39

4.

[ ]

---------------

5.

[ ]

€201,825.55

6.

360 [ ]-07

€71,442.81

 

ΣΥΝΟΛΟ

€323,717.58

 

 

Τα πιο πάνω ποσά προκύπτουν από τις φοροαπαλλαγές οι οποίες εκδόθηκαν από το τμήμα φορολογίας στα πλαίσια της διαχείρισης ενόσω η Καθ’ ης η αίτηση ήταν διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντα. Αντίγραφα των φοροαπαλλαγών της Τράπεζας Κύπρου και της Ελληνικής Τράπεζας παρουσιάζονται ως  Τεκμήριο 11 και 12, αντίστοιχα.

 

Από τα  πιο πάνω έγγραφα φαίνεται ότι κατά τη διάρκεια του διορισμού της ως διαχειρίστρια και εκτελέστρια της διαθήκης η Καθ’ ης η αίτηση λειτούργησε δύο λογαριασμούς διαχείρισης στην Ελληνική Τράπεζα ως ακολούθως: (1) Λογ. με αρ. [ ] (Ο λογαριασμός έχει κλείσει) και (2) Λογ. με αρ. [ ]  (Ο λογαριασμός παραμένει ενεργός και φέρει υπόλοιπο €23,34). Για σκοπούς καλύτερης αναφοράς οι πιο πάνω λογαριασμοί θα αναφέρονται ως Λογαριασμός Διαχείρισης 1 και Λογαριασμός Διαχείρισης 2, αντίστοιχα. Καταστάσεις των εν λόγω λογαριασμών από την ημερομηνία ανοίγματος τους μέχρι και το κλείσιμο τους επισυνάπτονται ως Τεκμήρια 13 και 14, αντίστοιχα.

 

Από τα έγγραφα τα οποία ο ενόρκως δηλών παρέλαβε αναφορικά με τους λογαριασμούς τους οποίους διατηρούσε ο αποβιώσαντας στην Τράπεζα Κύπρου προκύπτει ότι οι λογαριασμοί αυτοί έκλεισαν και εκδόθηκε μια τραπεζική επιταγή με το συνολικό τους ποσό αφαιρουμένων των χρεώσεων οι οποίες επιβλήθηκαν από την τράπεζα επ’ ονόματι της κας Σιάλαρου ως διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντα. Η επιταγή αυτή είναι η επιταγή υπ’ αριθμό [ ] της Τράπεζας Κύπρου για το ποσό των €218.245,48, Τεκμήριο 6. Η αναφερόμενη επιταγή όπως εμφαίνεται στην κατάσταση του λογαριασμού διαχείρισης 1 (Τεκμήριο 13) κατατέθηκε την 03/01/2020 στον εν λόγω λογαριασμό.

 

Αναφορικά με τους λογαριασμούς τους οποίους διατηρούσε ο αποβιώσαντας στην Ελληνική Τράπεζα αυτοί έκλεισαν και τα ποσά αυτών πλέον οι τόκοι κατατέθηκαν στον λογαριασμό διαχείρισης 1 πλην του ποσού των €71.442,81.Το αναφερόμενο ποσό κατατέθηκε στον λογαριασμό διαχείρισης 2 την 27/04/2022 και αφαιρουμένων των τραπεζικών εξόδων μεταφοράς κατατέθηκε εν τέλει το ποσό των €71.438,34. 

 

Ακολούθως από τις καταστάσεις των αναφερόμενων λογαριασμών εντόπισε τα ποσά τα  οποία αποσύρθηκαν και τα αντιπαρέβαλε με τα αντίγραφα των επιταγών τα οποία περιλαμβάνονταν στα έγγραφα με τα οποία τον εφοδίασαν οι τράπεζες.  Με βάση την αναφερόμενη αντιπαραβολή προκύπτει ότι εκδόθηκαν επιταγές τόσο επ’ ονόματι της Καθ’ ης η αίτηση όσο και επ’ ονόματι αγνώστων προσώπων τα οποία ουδεμία συγγενική σχέση είχαν με τους κληρονόμους πράγμα το οποίο καταδεικνύει ότι τα αναφερόμενα ποσά είτε αποσπάστηκαν ή κλάπηκαν από την κα Σιάλαρου ως διαχειρίστρια και εκτελέστρια της διαθήκης του αποβιώσαντα και δόθηκαν σε άγνωστα πρόσωπα είτε τα οικειοποιήθηκε η ίδια αφού οι κληρονόμοι ουδέποτε έλαβαν οποιοδήποτε εκ των ποσών τα οποία αποσύρθηκαν.

 

Συγκεκριμένα στον πιο κάτω πίνακα εμφαίνονται οι επιταγές οι οποίες εκδόθηκαν προς όφελος τρίτων άγνωστων προσώπων στην διαχείριση από τον Λογαριασμό Διαχείρισης 1:

 

Α/Α

Αρ. Τραπεζικής Επιταγής

Ημερ. Έκδοσης

Ποσό

Δικαιούχος

1.

[ ]

24/01/2020

€80,000

Έλενα Ξενή

2.

[ ]

10/01/2020

€50,000

Αnthony Amatino

3.

[ ]

10/01/2020

€50,000

Pantaleone Amatino

4.

[ ]

10/01/2020

€50,000

Anna-Maria Amatino

5.

[ ]

14/10/2019

€23,000

Aνδρέας Παναγή

6.

[ ]

25/09/2019

€70,000

Μαρία Περικλέους

7.

[ ]

17/09/2019

€24,173

Άλκιστης Βον Γκυζίκη

8.

[ ]

17/09/2019

€24,173

Γιωργούλα Χιώτη

9.

[ ]

18/09/2019

€12,173

G.A Vasiliou

Client Alkistis Von Gyzicki

10.

[ ]

18/09/2019

€12,000

G.A Vasiliou

Client Alkistis Von Gyzicki

 

 

ΣΥΝΟΛΟ

€395,519

 

 

 

Επισυνάπτεται δέσμη με αντίγραφα όλων των επιταγών οι οποίες εκδόθηκαν επ’ ονόματι τρίτων προσώπων από τον λογαριασμό διαχείρισης 1 ως Τεκμήριο 15.

 

Από τα αντίγραφα των πιο πάνω τραπεζικών επιταγών φαίνεται ότι ο λογαριασμός από τον οποίο αποσύρθηκαν τα ποσά είναι ο λογαριασμός διαχείρισης 1. Μαζί με τα αναφερόμενα αντίγραφα επιταγών περιλαμβάνεται και τραπεζικό έγγραφο με οδηγίες της Καθ’ ης η αίτηση ως προς την έκδοση των επιταγών όπου σε κάποιες περιπτώσεις αναφέρεται ψευδώς ότι η έκδοση γίνεται στα πλαίσια δήθεν διανομής της περιουσίας του αποβιώσαντα. Όλα τα ποσά των επιταγών πληρώθηκαν σε πρόσωπα τα οποία ουδεμία σχέση είχαν με την διαχείριση και τους κληρονόμους του αποβιώσαντα και τα οποία δεν έχουν κανένα δικαίωμα επί της κληρονομιάς. Ως ο ενόρκως δηλών διευκρινίζει, από την κατάσταση του λογαριασμού διαχείρισης 1 προκύπτει ότι οι επιταγές υπ’ αριθμό [ ] επ’ ονόματι κάποιας Άλκηστης Βον Γκυζίκη για το ποσό των €24.173 και [ ] επ’ ονόματι κάποιου Ανδρέα Παναγή για το ποσό των €23.000 κατατέθηκαν εκ νέου στον λογαριασμό διαχείρισης 1 χωρίς να εισπραχθούν από τα ως άνω αναφερόμενα πρόσωπα. Ως εκ τούτου το συνολικό ποσό το οποίο παράνομα αποσύρθηκε από τον λογαριασμό διαχείρισης 1 και καταβλήθηκε σε τρίτα πρόσωπα από την Καθ’ ης η αίτηση ανέρχεται σε €348.346.

 

Αναφορικά με το λογαριασμό διαχείρισης 2 ως φαίνεται στην κατάσταση λογαριασμού, Τεκμήριο 14 εκδόθηκε μια επιταγή επ’ ονόματι τρίτου άγνωστου προσώπου ήτοι η επιταγή υπ’ αριθμό [ ] επ’ ονόματι κάποιου Ανδρέα Αλεξάνδρου για το ποσό των €51.800 (Τεκμήριο 9). 

 

Από τα πιο πάνω καθίσταται πρόδηλο ότι από τους δύο λογαριασμούς διαχείρισης έχει κλαπεί από την απερχόμενη διαχειρίστρια κα Ρίνα Σιάλαρου το συνολικό ποσό των €400.146. Το ποσό αυτό έχει καταβληθεί σε τρίτα άγνωστα και άσχετα με την διαχείριση πρόσωπα γεγονός το οποίο φανερώνει την διάπραξη του αδικήματος της κλοπής υπό αντιπροσώπου και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. 

 

Πέραν όμως των ανωτέρω ποσών η Καθ’ ης η αίτηση απέσπασε και άλλα ποσά από τους δύο λογαριασμούς διαχείρισης τα οποία οικειοποιήθηκε η ίδια είτε με αναλήψεις μετρητών είτε με εξαργυρώσεις και μεμονωμένα σε καταθέσεις τραπεζικών επιταγών στο όνομα της. Ο ενόρκως δηλών παραθέτει τις τραπεζικές επιταγές και τις αναλήψεις μετρητών και τα ποσά τα οποία απέσπασε και εν συνεχεία οικειοποιήθηκε η Καθ’ ης η αίτηση ως διαχειρίστρια και εκτελέστρια της διαθήκης του αποβιώσαντα από τον λογαριασμό διαχείρισης 1.

 

ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ 1:

 

Α/Α

Αρ. Τραπεζικής Επιταγής

Ημερ. Έκδοσης

Ποσό

Δικαιούχος

1.

[ ]

30/11/2020

€526.93

Αικατερίνη Σιάλαρου

2.

[ ]

17/07/2020

€3,500

Αικατερίνη Σιάλαρου

3.

[ ]

30/06/2020

€3,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

4.

[ ]

01/06/2020

€3,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

5.

[ ]

11/05/2020

€3,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

6.

[ ]

30/04/2020

€3,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

7.

[ ]

22/04/2020

€3,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

8.

[ ]

24/03/2020

€3,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

9.

[ ]

17/03/2020

€3,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

10.

[ ]

27/02/2020

€4,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

11.

[ ]

20/02/2020

€3,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

12.

[ ]

06/02/2020

€3,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

13.

[ ]

31/01/2020

€2,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

14.

[ ]

24/01/2020

€1,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

15.

[ ]

17/01/2020

€3,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

16.

[ ]

07/01/2020

€6,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

17.

[ ]

03/01/2020

€1,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

18.

Ανάληψη μετρητών

30/12/2019

€3,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

19.

Ανάληψη μετρητών

27/12/2019

€300

Αικατερίνη Σιάλαρου

20.

[ ]

28/11/2019

€2,500

Αικατερίνη Σιάλαρου

21.

[ ]

15/11/2019

€5,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

22.

[ ]

31/10/2019

€4,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

23.

[ ]

24/10/2019

€6,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

24.

[ ]

13/08/2019

€8,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

25.

[ ]

01/08/2019

€40,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

26.

[ ]

01/08/2019

€40,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

27.

[ ]

01/08/2019

€5,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

 

 

ΣΥΝΟΛΟ

€161,826.93

 

 

ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ 2:

 

Εν σχέσει με τον λογαριασμό διαχείρισης 2 τα ποσά τα οποία απέσπασε προσωπικά η Καθ’ ης η αίτηση είναι τα ακόλουθα (Επιταγές Τεκμήρια 8 και 9):

 

Α/Α

Αρ. Επιταγής

Ημερ. Έκδοσης

Ποσό

Δικαιούχος

1.

[ ]

09/05/2022

€10,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

2.

[ ]

09/05/2022

€10,000

Αικατερίνη Σιάλαρου

 

 

ΣΥΝΟΛΟ

€20,000

 

 

Η Καθ’ ης η αίτηση κατά την διάρκεια του διορισμού της από τα ανωτέρω ποσά τα οποία απέσπασε και από τους 2 λογαριασμούς διαχείρισης επέστρεψε πίσω συνολικό ποσό των €40.450 ως ακολούθως:

 

Α/Α

 

Ημερ. Επιστροφής

Ποσό

1.

Επιστροφή Επιταγής [ ]

στον Λογ Διαχ.1

23/12/2019

€40,000

2.

Κατάθεση μετρητών στον Λογ. Διαχ 2

04/07/2022

€400

3.

Κατάθεση μετρητών στον Λογ. Διαχ 2

04/07/2022

€50

 

 

ΣΥΝΟΛΟ

€40,450

 

Στη βάση των πιο πάνω το συνολικό ποσό το οποίο απέσπασε η Καθ’ ης η αίτηση  από τους δύο λογαριασμούς διαχείρισης ανέρχεται στο ποσό των €141.376,93 Σημειώνει ότι σε κάποιες από τις ανωτέρω περιπτώσεις η Καθ’ ης η αίτηση έθετε ως λόγω απόσυρσης των ποσών δήθεν δικηγορικά έξοδα όμως ουδέποτε ειδοποίησε και ουδέποτε ανέφερε σε οιονδήποτε εκ των κληρονόμων περί δικηγορικών εξόδων ή περί απόσυρσης οποιουδήποτε ποσού από τους λογαριασμούς διαχείρισης για δικηγορικά έξοδα γεγονός το οποίο υποδηλοί ξεκάθαρα το αδίκημα της κλοπής.

 

Στη βάση των πιο πάνω σύμφωνα με τον ενόρκως δηλούντα προκύπτει ότι το συνολικό ποσό καταθέσεων του αποβιώσαντα το οποίο κατατέθηκε στους λογαριασμούς διαχείρισης του μετά τις φοροαπαλλαγές και την αφαίρεση των τραπεζικών εξόδων ανερχόταν σε €541.598,93. Από το εν λόγω ποσό η Καθ’ ης η αίτηση απέσπασε δολίως και κατέβαλε €400.146  αδικαιολόγητα σε τρίτα πρόσωπα άγνωστα στη διαχείριση και στους κληρονόμους του αποβιώσαντα, με τη δικαιολογία σε κάποιες περιπτώσεις να είναι ψευδώς ότι δήθεν τα διένειμε σε κληρονόμους. Η ίδια η οικειοποιήθηκε το ποσό των €141.376,93 με την έκδοση επιταγών από τους λογαριασμούς διαχείρισης του αποβιώσαντα και με την ανάληψη χρημάτων από αυτούς με την πρόφαση σε κάποιες περιπτώσεις ότι δήθεν αφορούσαν δικηγορικά έξοδα. Το συνολικό ποσό που δολίως αποσπάστηκε και διατέθηκε από την Καθ’ ης η αίτηση ανέρχεται στο ποσό των €541.522,93.

 

Ως παρεμβάλλει ο ενόρκως δηλών, περί τα μέσα Αυγούστου 2022 και ενώ εκκρεμούσε η αίτηση για παύση της Καθ’ ης η αίτηση, αυτή κατέβαλε κατόπιν επανειλημμένων οχλήσεων τόσο του ιδίου όσο και των κληρονόμων του αποβιώσαντα κ.κ Γαβριήλ Τορνάρη και Λουκή Πέτσα, τους οποίους εκπροσωπούσε κατά τον επίδικο χρόνο το συνολικό ποσό των €205.000, ήτοι €100.000 στον Γαβριήλ Τορνάρη και €105.000 στον Λουκή Πέτσα (σύζυγο της αποβιωσάσης Άννας Τορνάρη Πέτσα θυγατέρας του αποβιώσαντα) ήτοι μέρος του κληρονομικού τους μεριδίου, ενώ ισχυριζόταν μάλιστα ότι δήθεν τους είχε μεταβιβάσει και την ακίνητη περιουσία η οποία παρέμενε εγγεγραμμένη επ’ ονόματι του αποβιώσαντα. Ουδέποτε όμως τους έδωσε πληροφορίες σχετικά με το σε ποιες ενέργειες συλλογής και  διανομής της περιουσίας προέβηκε και τους αγνοούσε επιδεικτικά σε όλες τις σχετικές εκκλήσεις τους. Επιπρόσθετα των ανωτέρω όμως η Καθ’ ης η αίτηση εξακολουθεί να οφείλει να καταβάλει και άλλα ποσά τα οποία αναλογούσαν στο κληρονομικό μερίδιο όλων των κληρονόμων ενώ παράλληλα δεν είχε καταβάλει κανένα ποσό προς την κα Φανή Τορνάρη, ήτοι την έτερη κληρονόμο.

 

Το συνολικό ποσό το οποίο η Καθ’ ης η αίτηση δολίως και παρανόμως απέσπασε από την κληρονομιά του αποβιώσαντα αφαιρουμένων των ποσών τα οποία κατέβαλε προς τους δύο κληρονόμους ανέρχεται σήμερα στο ποσό των €336.522,93.

 

Προσπάθησε κατ’ επανάληψη και επικοινώνησε με την Καθ’ ης η αίτηση για να την καλέσει να καταβάλει τα οφειλόμενα ποσά παρά ταύτα η τελευταία πέραν την υπόσχεσης της για διευθέτηση δήθεν συνάντησης στο γραφείο της την 10/04/2023 για καταβολή των οφειλόμενων, (την οποία ακύρωσε λίγες μέρες πριν την 10/04) δεν ανταποκρίνεται σε καμία από τις προσπάθειες επικοινωνίας μαζί της ή όταν ανταποκρίνεται με διάφορες προφάσεις ισχυρίζεται ότι θα καταβάλει το ποσό παρά ταύτα δεν έχει καταβάλει μέχρι σήμερα κανένα ποσό από τα ποσά τα οποία δόλια έκλεψε από την κληρονομιά του αποβιώσαντα. 

 

Το Μεγάλο Σάββατο, 15/04/2023, μη έχοντας άλλη επιλογή, ο ενόρκως δηλών, ως αναφέρει, μετέβη στην Αστυνομία και έδωσε κατάθεση στην οποία ανέφερε όλα όσα έχουν συμβεί και ζήτησε να διωχθεί η Εναγόμενη για την καταδικαστέα και παράνομη συμπεριφορά της.  Έκτοτε η Εναγόμενη επικοινώνησε μαζί του και του ανέφερε ότι θα πληρώσει τα ποσά τα οποία οφείλει χωρίς να το έχει πράξει μέχρι και σήμερα ενώ παράλληλα τον ενημέρωσε ότι θα εγκαταλείψει και την Δημοκρατία περί τα μέσα Μαΐου 2023. Ενόψει τούτου την 28/04/2023 έδωσε οδηγίες στο δικηγορικό γραφείο ΑΝΤΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ-ΛΟΙΖΟΥ Δ.Ε.Π.Ε όπως προβεί σε καταχώρηση αγωγής σε βάρος της Εναγόμενης. Την 02/05/2023 καταχωρήθηκε γενικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα με το οποίο αξιώνονταν τα ποσά τα οποία υφάρπαξε η Καθ’ ης η Αίτηση. Μετά την καταχώρηση και στα πλαίσια της αγωγής διεξήχθη έρευνα αναφορικά με τα περιουσιακά στοιχεία της Εναγόμενης με βάση την οποία διαφάνηκε ότι η Εναγόμενη στα πλαίσια της δόλιας και ύπουλης συμπεριφοράς της αποξένωσε πρόσφατα, ήτοι την 28/03/2023, και ενώ υποσχόταν ότι δήθεν θα καταβάλει τα ποσά τα οποία απέσπασε, περιουσιακό στοιχείο δια δωρεάς προς την θυγατέρα της προφανώς για να μην μπορεί να εισπραχθεί οιονδήποτε ποσό από τα πρόσωπα από τα οποία έκλεψε τα αναφερόμενα ποσά. Επισυνάπτει σχετικό πιστοποιητικό έρευνας ακίνητης ιδιοκτησίας ως Τεκμήριο 19.  

 

Από το πιστοποιητικό έρευνας της περιουσίας της Εναγόμενης προκύπτει ότι εξακολουθεί να παραμένει εγγεγραμμένο επ’ ονόματι της ένα ακίνητο ήτοι το ακίνητο με Αρ. Εγγρ. 11 / [ ], Φ/Σχ. 40/56W2, Τμήμα 11, Τεμ. [ ], Λάρνακα, Άγιος Νικόλαος, Πουμπάρτες η εκτιμημένη αξία του οποίου σύμφωνα με το Κτηματολόγιο ανέρχεται στο ποσό των €632.600,00 (Εκτίμηση 01/01/2021 ως εμφαίνεται στο πιστοποιητικό έρευνας, Τεκμήριο 20). Το συγκεκριμένο ακίνητο είναι και το μοναδικό το οποίο παραμένει εγγεγραμμένο επ΄ονόματι της Εναγόμενης και σε περίπτωση που δεν εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα όπως φαίνεται ξεκάθαρα και από τις πρόσφατες ενέργειες της η Εναγόμενη η οποία προσπαθεί να καλύψει τα ίχνη της και να εμποδίσει την όποια προσπάθεια ανάκτησης του ποσού που έκλεψε με διάφορα τεχνάσματα, είναι πολύ πιθανό αν όχι και σίγουρο ότι θα αποξενώσει και το εναπομείναν ακίνητο για να αποτρέψει την ανάκτηση των κλαπέντων ποσών. Περαιτέρω, ως εμφαίνεται και από τα αντίγραφα των επιταγών επ’ ονόματι της, Τεκμήριο 19 η Εναγόμενη εξαργύρωνε τις επιταγές σε μετρητά συνεπώς ενδέχεται να έχει μεταφέρει τα ποσά τα οποία απέσπασε είτε στο εξωτερικό είτε να βρίσκονται κατατεθειμένα σε κάποιον δικό της τραπεζικό λογαριασμό στην Κύπρο ή στο εξωτερικό.

 

Συνεπώς είναι επείγον όπως εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα αφού σε αντίθετη περίπτωση ανά πάσα στιγμή δυνατόν η Εναγόμενη να αποξενώσει και την εναπομείνασα περιουσία και να μην μπορεί να ανακτηθεί η κλαπείσα περιουσία σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής.

 

Η αίτηση καταχωρήθηκε αμέσως μόλις λήφθηκε το πιστοποιητικό έρευνας και εντοπίστηκε την 04/05/2023 η δόλια αποξένωση περιουσιακών στοιχείων δια δωρεάς από την Εναγόμενη και λαμβανομένων υπόψιν των συνεχών και ψευδών υποσχέσεων της ότι θα κατέβαλλε το οφειλόμενο ποσό οι οποίες συνεχίζονταν όλο τον Απρίλιο του 2023. Περαιτέρω, αποτείνεται μονομερώς καθότι σε περίπτωση που περιέλθει η παρούσα αίτηση εις γνώσιν της Εναγόμενης χωρίς την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα της δοθεί το δικαίωμα να αποξενώσει την ακίνητη περιουσία αντικείμενο της αίτησης και να την καταστήσει άνευ αντικειμένου ενώ αναμένεται να καθυστερήσει την διαδικασία με διάφορα τεχνάσματα και δικαιολογίες όπως πράττει μέχρι και σήμερα.

                         

Στη βάση όλων των ανωτέρω πιστεύει ότι υπάρχει καλή βάση αγωγής, σοβαρότατο ζήτημα προς εκδίκαση και ισχυρή πιθανότητα επιτυχίας αφού υπάρχει ισχυρότατη ένδειξη ότι έχουν διαπραχθεί σοβαρά ποινικά αδικήματα ήτοι κλοπή από αντιπρόσωπο, απάτη, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και απόσπαση χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις από την απερχόμενη διαχειρίστρια Εναγόμενη κα Αικατερίνη (Ρίνα) Σιάλαρου και σε περίπτωση μη έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων θα είναι δύσκολο να απονεμηθεί πλήρως δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο καθότι τυχόν αποξένωση του εναπομείναντος ακινήτου ή μη δέσμευση του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων της Εναγόμενης θα καταστήσει  αδύνατη την είσπραξη και ανάκτηση του κλαπέντος ποσού της περιουσίας του αποβιώσαντα αφού η Καθ’ ης η Αίτηση ανά πάσα στιγμή και ώρα εξαφανίζει περιουσιακά της στοιχεία.

 

Από τα ανωτέρω είναι εμφανές ότι είναι επίσης εύλογο και δίκαιο υπό τας περιστάσεις να παραχωρηθούν οι αιτούμενες θεραπείες ενώ το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει προς το μέρος του Ενάγοντα αφού ξεκάθαρα η ζημιά η οποία θα προκληθεί στον Ενάγοντα σε περίπτωση μη έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων θα είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν την οποία θα υποστεί η Εναγόμενη η οποία υφάρπαξε ένα τεράστιο ποσό αδικαιολόγητα και το επωφελήθηκε αδίκως.

 

Η  Εναγόμενη /Καθ' ης  η Αίτηση υπέβαλε ένσταση στην αίτηση.

 

Η ένσταση βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.1, Δ.2 θ.θ.1,2,3,4(α),14, Δ.5, Δ.6 θ.θ.1 (c) (e) (f) (g) (h), 4-7,  Δ.16 θ.9, Δ.27, θ.θ.1-3, Δ.30, Δ.39, Δ.48 θ.θ. 1-9, Δ.51, Δ.59, Δ.64 θ.θ. 1-2, στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 6, άρθρα  4, 5 και 9, στον περί Δικαστηρίων Νόμο, Νόμο 14/1960, άρθρο 32, στον περί διαχειρίσεως Περιουσιών Αποβιωσάντων Νόμο, Κεφ. 189, στους περί Διαχειρίσεως Περιουσίας Κανονισμούς 170 – 196, στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, στην Νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου, στο Κοινοδίκαιο, στο δίκαιο της Επιείκειας, στις γενικές και συμφυείς εξουσίες και γενική πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Οι συγκεκριμένοι λόγοι της ένστασης, αυτούσιοι, είναι:

 

(1)         Δεν συντρέχουν οι νομοθετικές ή/και απαραίτητες προϋποθέσεις ή/και οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν. 14/60 για την έκδοση ή τη διατήρηση σε ισχύ του αιτούμενου προσωρινού διατάγματος.

 

(2)         Δεν καταδεικνύεται ή/και δεν παρουσιάστηκε κανένας σοβαρός και/ή οποιοσδήποτε και/ή υπαρκτός κίνδυνος αποξένωσης οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων από την Εναγομένη/Καθ’ ης η Αίτηση.

 

(3)         Κανένα στοιχείο δεν αποκαλύφθηκε και καμιά μαρτυρία δεν παρουσιάστηκε από τον Αιτητή που να καταδεικνύει ότι η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση είναι προσωπικά αφερέγγυα και ότι σε περίπτωση που ο Ενάγοντας επιτύχει στην αγωγή του δεν θα μπορέσει να εισπράξει το λαβείν του.

 

(4)         Απουσιάζει το στοιχείο του κατεπείγοντος για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.

 

(5)         Η συνέχιση της ισχύς του διατάγματος είναι αλισυτελής και αχρείαστη.

 

(6)         Η συνέχιση της ισχύς του διατάγματος είναι καταχρηστική.

 

(7)         Η αξία της περιουσίας η οποία έχει δεσμευτεί είναι κατά πολύ μεγαλύτερη από τις αποζημιώσεις τις οποίες ισχυρίζεται ο Ενάγοντας ότι δικαιούνται.

 

(8)         Το άρθρο 4 του Κεφ.6 του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου πάνω στο οποίο στηρίζεται η αίτηση δεν έχει εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση καθότι περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου η περιουσία κατά της οποίας στρέφεται η αίτηση είναι το αντικείμενο της αγωγής.

 

Η ένσταση βασίζεται στην ένορκη δήλωση της Εναγόμενης/Καθ΄ ης η αίτηση η οποία αναφέρει ότι γνωρίζει καλά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Σε σχέση με τα νομικά θέματα έχει πάρει νομική συμβουλή από τους δικηγόρους της. Έχει διαβάσει και της έχουν επεξηγηθεί όλοι οι νομικοί λόγοι ένστασης που καταγράφονται στην ειδοποίηση περί προθέσεως ένστασης τους οποίους ως αναφέρει, υιοθετεί πλήρως. Εξ όσων την πληροφορούν οι Δικηγόροι της η παρούσα διαδικασία γίνεται για να καταδειχθεί κατά πόσον πρέπει να συνεχίσει να υφίσταται το ενδιάμεσο διάταγμα ημερ. 10/05/2023 και το Δικαστήριο δεν θα εξετάσει την ουσία της αγωγής. Ένεκα τούτου δεν θα αναφερθεί στην υπεράσπισή της καθότι δεν είναι το κατάλληλο στάδιο και επειδή εκκρεμεί εναντίον της ποινική διερεύνηση μετά από καταγγελία του Αιτητή προς το πρόσωπό της στο ΤΑΕ Λάρνακας για κατ’ ισχυρισμό αδικήματα κλοπής. Ένεκα της ποινικής διερεύνησης δεν επιθυμεί να αναφερθεί σε γεγονότα που πιθανόν να επηρεάζουν τα δικαιώματα της  ως ύποπτη, γι’ αυτό και θα αναφερθεί μόνο στα ουσιώδη τα οποία εξ όσων την πληροφορούν οι Δικηγόροι της  είναι ικανά για να τερματιστεί η ισχύς του Διατάγματος ημερ. 10/05/2023. Έχει αναγνώσει το περιεχόμενο της Ένορκης Δήλωσης του Αιτητή ημερ. 08/05/2023 καθώς και τα τεκμήρια που την συνοδεύουν και ως αναφέρει,  διαφωνεί και αρνείται πλήρως και στην ολότητα το περιεχόμενό τους εκτός από το γεγονός ότι η ίδια οφείλει στους κληρονόμους της περιουσίας του αποβιώσαντος Ιορδάνη Τορνάρη το ποσό των €336.522,93.

 

Εξ όσων την πληροφορούν οι Δικηγόροι της η συνέχιση της ισχύς του διατάγματος είναι αλυσιτελής και αχρείαστη καθώς έχει ήδη προσφέρει στον Αιτητή το ποσό το οποίο ζητεί στα πλαίσια της παρούσας αγωγής καθώς και τα Δικηγορικά έξοδα που αφορούν την παρούσα αγωγή, σε μεταξύ τους ηλεκτρονική επικοινωνία και μέχρι σήμερα αρνείται να το πάρει και ζητά από αυτήν το αδικαιολόγητο και υπέρογκο ποσό των €402.522,92. Επισυνάπτει ως αντίγραφο την επικοινωνία μεταξύ των Δικηγόρων της και των Δικηγόρων του Αιτητή ως Τεκμήριο 1. Επίσης εξ όσων λαμβάνει πληροφόρηση από τους δικηγόρους που χειρίζονται την υπόθεση, περί τον Ιούνιο του 2023 οι Δικηγόροι της μετέβηκαν με τον Αιτητή σε υποκατάστημα της Ελληνικής Τράπεζας με σκοπό να διευθετηθεί η ορθή διαδικασία μεταφοράς των χρημάτων του ποσού των €336,522.93 προς τον Αιτητή, δηλαδή τον καινούριο διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα Ιορδάνη Τορνάρη.

 

Στο στάδιο τούτο αναφέρει ότι εξ όσων την πληροφορούν οι Δικηγόροι της και εξ όσων φαίνεται από το Τεκμήριο 1 της ένορκης δήλωσης της, οι Δικηγόροι της επιχείρησαν αρκετές φορές να πραγματοποιήσουν ραντεβού στα γραφεία τους με τον Αιτητή και τους Δικηγόρους του, όμως ουδέποτε προσήλθαν προς συζήτηση με την πλευρά τους προς ρεαλιστική και εξώδικη λύση της παρούσας διαφοράς.

 

Η συνέχιση της ισχύς του διατάγματος είναι εντελώς καταχρηστική και εκβιαστική καθότι ο Αιτητής ζητά υπέρογκα και αδικαιολόγητα ποσά από αυτήν προς πλήρη εξόφληση της απαίτησής του γι’ αυτό και είναι αδιανόητο να συνεχίσει να υφίσταται το διάταγμα ημερ. 10/05/2023 αφού προσφέρει την αξίωση που ζητά ο Αιτητής και ο Αιτητής αρνείται με διάφορες προφάσεις και εκβιαστικούς τρόπους για να λάβει το ποσό των €402.522,92. Έχει ζητηθεί πολλές φορές από τον Αιτητή για να δώσει αρ. Λογαριασμού διαχείρισης του για να μπορέσει να μεταφέρει το ποσό των €336.522,93 και τα δικηγορικά τους έξοδα για την παρούσα αγωγή όμως ουδέποτε μέχρι και σήμερα τους προσκόμισαν τέτοιο λογαριασμό επιμένοντας στην παράλογη και εκβιαστική απαίτηση των €402.522,92.

 

Ένεκα των πιο πάνω είναι η θέση τους ότι δεν υπάρχει λόγος να συνεχίσει να υφίσταται το διάταγμα ημερ. 10/05/2023 και η συνέχιση του διατάγματος είναι αλυσιτελής και καταχρηστική.

 

Όσον αφορά την πιθανότητα να μην αποδοθεί πλήρης δικαιοσύνη στο μέλλον σύμφωνα με την ενόρκως δηλούσα, στην ένορκη δήλωση του ο Αιτητής  δεν αναφέρει οτιδήποτε που να καταδεικνύει ότι σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής δεν θα λάβει το ποσό που αξιώνει στο μέλλον. Αναφέρει ότι έχει τα χρήματα που αξιώνονται στην παρούσα αγωγή τα οποία αρνούνται να λάβουν ως πλήρη εξόφληση της απαίτησής τους.

 

Με τα όσα έχει παραθέσει πιο πάνω, θεωρεί ότι δεν έχει καταδειχθεί σε καμιά περίπτωση, και δεν έχει παρουσιαστεί ίχνος μαρτυρίας ότι είναι αφερέγγυα ή έχει πρόθεση να αποξενώσει την ακίνητη της περιουσία. Ακόμα και να δικαστεί η παρούσα είναι η θέση της ότι δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας που να αποδεικνύει ότι δεν θα πάρει το λαβείν του ο Αιτητής. Είναι η θέση τους ότι η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν. 14/60 δεν στοιχειοθετείται γι’ αυτό και το διάταγμα ημερομηνίας 10/05/2023 πρέπει να παραμεριστεί.

 

Αποτελεί πρόσθετη θέση τους ότι η Ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση του Αιτητή δεν αναφέρει τίποτα που να καταδεικνύει ότι ήταν τόσο επείγον να εκδοθεί το συγκεκριμένο διάταγμα, αλλά αντιθέτως διαφαίνεται καθυστέρηση στην προώθησή της αίτησης. Ο ίδιος ο Αιτητής αναφέρει στην Ένορκη δήλωση του ότι υπήρχαν μεταξύ τους συζητήσεις για το ποσό που αξιώνει στην παρούσα αγωγή από το 2022. Άρα εάν ήθελε πραγματικά να αποξενώσει όλη την περιουσία που βρισκόταν στο όνομά της θα μπορούσε να το κάνει από τότε που είχε λάβει γνώση ότι ο Αιτητής αξιώνει τούτο το ποσό από την ίδια. Επομένως η καθυστέρηση στην προώθηση της παρούσας και το γεγονός ότι η ίδια γνώριζε για τούτο το ποσό από πέρυσι σε συνάρτηση με το ότι ουδέποτε έδειξε πρόθεση να αποξενώσει την οικία της καταδεικνύει ότι δεν υπάρχει το κατεπείγον για να είχε εκδοθεί το παρόν διάταγμα.

 

Αναφέρει επίσης ότι το παρόν διάταγμα είναι αντίθετο με την αρχή της αναλογικότητας αφού παγοποιείται περιουσία πολύ μεγαλύτερη από την αξίωση του Αιτητή αφού όπως ο ίδιος ο Αιτητής αναφέρει στην παράγραφο 57 της ένορκης δήλωσης του ημερ. 10/05/2023 και όπως φαίνεται στο τεκμήριο 20 η οικία της αξίζει τουλάχιστον περί τις €632.600. Επίσης το άρθρο 4 του Κεφ.6 του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου στο οποίο στηρίζεται η αίτηση δεν έχει εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση καθότι περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου η περιουσία κατά της οποίας στρέφεται η αίτηση είναι το αντικείμενο της αγωγής. Η οικία της  δεν είναι αντικείμενο της αγωγής αφού αντικείμενο της αγωγής είναι το χρηματικό ποσό των €336.522,93.

 

Η ακρόαση της υπόθεσης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν, αντίστοιχα, την αίτηση και την ένσταση, χωρίς οι δύο πλευρές να προβούν σε αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων. Και οι δυο πλευρές υποστήριξαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους με την υποβολή εμπεριστατωμένων γραπτών αγορεύσεων, το περιεχόμενο των οποίων λαμβάνω υπόψη μου  και θα αναφερθώ σε αυτό όπου το κρίνω απαραίτητο. Στο σημείο αυτό σημειώνω ότι ο συνήγορος της Καθ’ ης η αίτηση μέσω της γραπτής του αγόρευσης δήλωσε ότι δεν θα προωθήσει τους λόγους ένστασης που αφορούν τα αιτητικά (Α) και (Β) της αίτησης, αλλά μόνο τους λόγους ένστασης 1 και 7, πιο πάνω που αφορούν τα υπόλοιπα αιτητικά. Υπάρχει, συνεπώς, αποδοχή της Καθ’ ης η αίτηση να καταστεί απόλυτο το Διάταγμα σε σχέση με τα αιτητικά (Α) και (Β) πιο πάνω. Σημειώνεται επίσης ότι, όπως έχει προαναφερθεί, η συνήγορος του Αιτητή δεν έχει προωθήσει με την αγόρευση της το αιτητικό (Ε).

 

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ


Στην παρούσα υπόθεση με βάση το αιτητικό (Γ) και (Δ) επιδιώκονται Διατάγματα παγοποίησης.  Στην υπόθεση
Seamark Consultancy Services Ltd κ.ά. ν. Joseph P. Lasala (2007) 1 Α.Α.Δ. 162 τονίστηκε ότι, «στην Κύπρο η εξουσία έκδοσης παρεμπιπτόντων διαταγμάτων, περιλαμβανομένων και των διαταγμάτων τύπου Mareva διέπεται από το άρθρο 32(1) του Ν.14/60 του οποίου η εμβέλεια είναι πολύ ευρεία δεδομένου ότι, στα δικαστήρια που ασκούν πολιτική δικαιοδοσία, παρέχεται η εξουσία να εκδίδουν παρεμπίπτοντα διατάγματα σ' όλες τις περιπτώσεις στις οποίες το δικαστήριο κρίνει ότι αυτό είναι δίκαιο ή πρόσφορο …….».

 

Σχετική είναι και η ακόλουθη περικοπή από την υπόθεση JSC Mezhdunarodniy Promyshlenniy Bank & Anr v Pugachev [2015] EWCA Civ 139 όπου υπογραμμίστηκαν τα ακόλουθα αναφορικά με το σκοπό έκδοσης τέτοιας φύσεως διατάγματα:

 

"The principles upon which freezing orders are granted are well-known. The purpose underlying the grant of a freezing order is to prevent a defendant from putting assets beyond the reach of judgment creditors in the event that judgment is entered against himThis has been said on many occasions, and it is unnecessary to cite authority in support of that proposition. Assets may be put beyond the reach of judgment creditors by hiding them, by transferring them abroad, or by dissipating them. But the underlying purpose of the freezing order is always the same. It is because that is the purpose of a freezing order that its scope is normally restricted to assets which would be amenable to execution in aid of a judgment."

 

Η εξουσία έκδοσης τέτοιας φύσεως διαταγμάτων διέπεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 32.

 

Υπάρχει πλούσια νομολογία αναφορικά με την εξουσία έκδοσης προσωρινού διατάγματος με βάση το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60.  Το εν λόγω άρθρο έχει αναλυθεί με σαφήνεια στην υπόθεση Odysseos v. A. Pieris Estates Ltd and another (1982) 1 C.L.R. 557, ικανοποίηση δε των τριών κριτηρίων που τίθενται ως προϋποθέσεις αποτελεί το πρωταρχικό μέλημα του Δικαστηρίου προτού εξετάσει τους υπόλοιπους παράγοντες που θα πρέπει να συνεκτιμηθούν κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας (Jonitexo v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263).

 

Η προϋπόθεση για ύπαρξη σοβαρού ζητήματος για εκδίκαση κατά τη δίκη ικανοποιείται με αναφορά στα καταχωρημένα δικόγραφα που θα καταδείξουν την ύπαρξη συζητήσιμης υπόθεσης.

 

Η δεύτερη προϋπόθεση της ύπαρξης πιθανότητας να δικαιούται ο ενάγοντας σε θεραπεία, ικανοποιείται με την αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης που αφορά την παρουσίαση μιας ορατής πιθανότητας επιτυχίας. Αυτή η δεύτερη προϋπόθεση συσχετίζει στην ουσία τη νομική θεμελίωση που απορρέει από το καταχωρημένο δικόγραφο με την πραγματική διαθέσιμη μαρτυρία όπως αυτή καταγράφεται στις ένορκες δηλώσεις για να θεμελιώσει την αγωγή.  Αν ο αιτητής μπορεί να δείξει κάτι περισσότερο από την απλή πιθανολόγηση αλλά λιγότερο από το βαθμό του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, τότε το δεύτερο κριτήριο ικανοποιείται.

 

Η τρίτη προϋπόθεση ικανοποιείται εφόσον καταδειχθεί ότι χωρίς την έκδοση του διατάγματος θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο - όπου οι αποζημιώσεις θεωρούνται ότι δεν αποτελούν ικανοποιητική θεραπεία.

 

Αν αποτίμηση σε χρήμα μπορεί να γίνει εύλογα, τότε η έκδοση του ή η διατήρηση του σε ισχύ, αποκλείεται.  Ακόμη και ασυνήθης δυσκολία στην εκτίμηση των ζημιών δεν δικαιολογεί κατ΄ ανάγκην την έκδοση διατάγματος. (Βλ. ΚΟΤ v. Θεωρή (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 255).

 

Εφόσον ληφθούν υπόψη οι πιο πάνω παράγοντες, το Δικαστήριο θα πρέπει να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο ή πρόσφορο να εκδώσει το διάταγμα. Το Δικαστήριο στο στάδιο αυτό, δεν προχωρεί στην κατάληξη συμπερασμάτων αναφορικά με την πλήρη εξέταση, είτε του πραγματικού είτε του νομικού καθεστώτος της υπόθεσης, δεδομένου ότι, όπως υποδείχθηκε στην υπόθεση Jonitexo v. Adidas (ανωτέρω), αυτό εμπίπτει στη σφαίρα εξέτασης του Δικαστηρίου που εκδικάζει την ουσία της ίδιας της αγωγής. (Βλ. επίσης Γρηγορίου v. Χριστοφόρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 248, 269-270).

 

Προχωρώ στην εξέταση της υπό κρίση αίτησης. Παρά το ότι με την αποδοχή των αιτητικών (Α) και (Β) της αίτησης, δεν έχουν αμφισβητηθεί οι δύο πρώτες προϋποθέσεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60, επιγραμματικά αναφέρω ότι από μελέτη των γεγονότων της υπόθεσης, ευθύς εξ’ αρχής θα πρέπει να αναφερθεί ότι με βάση το αποδεικτικό υλικό που τέθηκε ενώπιον μου στα πλαίσια της υπό συζήτηση αίτησης και τις δικογραφημένες θέσεις του Ενάγοντα, όπως αυτές είναι ήδη καταχωρημένες στο φάκελο της διαδικασίας, θεωρώ ότι έχει αποκαλύψει συζητήσιμη υπόθεση, η οποία αφορά βασικά δόλο, ψευδείς παραστάσεις, απάτη και παράβαση νόμιμου καθήκοντος  ως αποτέλεσμα των οποίων αποσπάστηκε από τον Ενάγοντα ποσό €336.522,93, με ορατή μάλιστα την προοπτική επιτυχίας του στις αιτούμενες θεραπείες. Κρίσιμο δε στοιχείο για σκοπούς της εξέτασης της δεύτερης προϋπόθεσης είναι η αποδοχή της Εναγομένης στην ένορκη δήλωση της ότι πράγματι οφείλει το εν λόγω ποσό. Με το περιορισμένο βάρος που έχει για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής έχει θέσει εκείνο το πραγματικό πλαίσιο γεγονότων κατά τρόπο που φαίνεται να ικανοποιούνται οι δύο πρώτες προϋποθέσεις.

 

Προχωρώντας στην εξέταση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32 επισημαίνεται ότι στην υπόθεση CPhasarias (Automotive CentreLtd v. Σκυροποιία «Λεωνίκ» Λιμιτεδ (2001)1 Α.Α.Δ.785 έχει υποδειχθεί ότι δεν αναδύεται ως ανάγκη η προσαγωγή μαρτυρίας για πραγματική πρόθεση κάποιου εναγομένου για αποξένωση ή επιβάρυνση.  Ότι προσμετράται, είναι η πιθανή επίδραση που θα έχει η αποξένωση ή επιβάρυνση, εφόσον γίνουν, στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδεχομένως θα εκδοθεί. Ο κίνδυνος δηλαδή μια δικαστική απόφαση να μην ικανοποιηθεί αν δεν εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα. Η γενικότερη προσέγγιση πως δεν είναι απαραίτητο να αποδειχθεί πρόθεση αποξένωσης, δεν έχει την έννοια πως η θεραπεία μπορεί να δοθεί σχεδόν δικαιωματικά, εκ του γεγονότος δηλαδή και μόνο ότι εκκρεμεί αγωγή στη βάση της οποίας οι ενάγοντες - αιτητές διεκδικούν την έκδοση απόφασης προς όφελός τους. Λαμβανομένων υπόψη του συνόλου των στοιχείων και της μαρτυρίας που τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου, το κριτήριο είναι να υπάρχει βάσιμος κίνδυνος ότι η τυχόν εκδοθείσα απόφαση υπέρ του ενάγοντα θα παραμείνει ανικανοποίητη. Το ζήτημα είναι πραγματικό και θα πρέπει να αποφασίζεται στη βάση του συνόλου των περιστατικών που περιβάλλουν την εκάστοτε υπό συζήτηση περίπτωση, στη βάση πάντα των αρχών του δικαίου που δικαιολογούν ή όχι την έκδοση διατάγματος αυτής της φύσης. 

 

Στα πλαίσια της εξέτασης της ικανοποίησης της  τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, είναι σημαντικό να σημειωθεί πως το ζητούμενο είναι κατά πόσο στην περίπτωση που τελικά ένας ενάγοντας επιτύχει στην αγωγή του, θα είναι αρκετή η κατοχύρωση των δικαιωμάτων του με επιδίκαση αποζημιώσεων. Ως υποδεικνύεται στο σύγγραμμα Διατάγματα, Ερωτοκρίτου και Αρτέμη, Έκδοση 2016, στη σελίδα 132:

 

«Αν η επιδίκαση αποζημιώσεων στο τελικό στάδιο είναι αρκετή για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων του ενάγοντα και ο εναγόμενος είναι φερέγγυος, τότε η έκδοση του διατάγματος με βάση τις αρχές του δικαίου της επιείκειας δεν είναι απαραίτητη».

 

Στην υπόθεση Ανδρέου Αντώνης ν. Colossos Signs Ltd  (Αρ. 2)(2008)1 Α.Α.Δ.626,  επισημάνθηκε ότι στις περιπτώσεις που η επιδίκαση αποζημίωσης στο τελικό στάδιο είναι αρκετή για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων ενός ενάγοντα και ο εναγόμενος είναι φερέγγυος, τότε η έκδοση του διατάγματος με βάση τις αρχές του δικαίου της επιείκειας δεν είναι απαραίτητη. Κρίθηκε ότι η  επιδίκαση αποζημιώσεων αποτελεί επαρκή θεραπεία όταν η φύση της υπόθεσης επιτρέπει δίκαιο υπολογισμό της ζημιάς (βλ. επίσης Κιτρομηλίδου v. Ελληνική Τράπεζα Λτδ (2005)1 (Β) Α.Α.Δ.1165). Η προβολή άλλωστε της θέσης για ανεπανόρθωτη ζημιά, είναι αναγκαίο να τεκμηριωθεί με την προσκόμιση κατάλληλων λεπτομερειών και εξηγήσεων. Γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί δεν αρκούν.  Πρέπει επίσης εδώ να αναφερθεί ότι το τρίτο κριτήριο, της ανεπανόρθωτης ζημιάς, περιλαμβάνει και άλλα μεταβλητά κριτήρια, πέραν της δυνατότητας αποζημίωσης, όπως υπεδείχθη και στην υπόθεση Παπαστράτης ν. Πιερίδη (1979) 1 Α.Α.Δ. 231. Στην υπόθεση Highgate Primary School Ltd ν. Φυλακτίδη (2009) 1 Α.Α.Δ. 317, λέχθηκε ότι η έννοια της πλήρους δικαιοσύνης δεν συναρτάται μόνο με την αποκατάσταση της υλικής ζημιάς αλλά είναι ευρύτερη και σε αυτήν περιλαμβάνεται και η προστασία των δικαιωμάτων των αιτητών.

 

Αναφορικά με τα αιτούμενα Διατάγματα  (Γ) και (Δ) της αίτησης, λόγω της φύσης του διατάγματος Mareva, η τρίτη προϋπόθεση συσχετίζεται με τον σκοπό του που είναι η χρήση του κυρίως ως «βοήθημα στη διαδικασία εκτέλεσης» και στοχεύει στην πρόληψη ενεργειών οι οποίες τείνουν να υπονομεύσουν την αποτελεσματικότητα της δικαστικής διαδικασίας (Pastella Marine Co. Ltd v. National Iranian Tanker Co Ltd (1987) 1 C.L.R. 583). Αυτό που εξετάζεται είναι ουσιαστικά η τυχόν ύπαρξη κινδύνου μετακίνησης ή αποξένωσης περιουσιακών στοιχείων και κατά συνέπεια κινδύνου μη ικανοποίησης τυχόν μελλοντικής απόφασης ή τέλος η ανάγκη διευκόλυνσης της εκτέλεσης (Διατάγματα, Ερωτοκρίτου και Αρτέμη, πιο πάνω, σελ. 215).

 

Στην υπόθεση Poltava Petroleum Co v Mexana Oil Ltd κ.α. (2001) 1 Β ΑΑΔ1301 παρατέθηκε αγγλική νομολογία βάσει της οποίας το διάταγμα Mareva χορηγείται σε σχέση με επαπειλούμενη εξαφάνιση περιουσιακών στοιχείων ευρισκομένων εντός δικαιοδοσίας, καθώς και ότι το σχετικό κριτήριο είναι κατά πόσο λαμβανομένης υπόψιν της μαρτυρίας στο σύνολο της, υπάρχει βάσιμος κίνδυνος ότι η τυχόν εκδοθησομένη απόφαση υπέρ του ενάγοντος θα παραμείνει ανικανοποίητη, χωρίς να είναι απαραίτητο να έχει επιδειχθεί άνομη πρόθεση. Για τη μη αναγκαιότητα κατάδειξης πρόθεσης αποξένωσης υπήρξε παραπομπή στην C. Phasarias (Automotive) Centre Ltd v. Σκυροποιϊα «Λεωνικ» Λτδ ( πιο πάνω).

 

Παρά τα πιο πάνω και με αφορμή την υπόδειξη σε αγγλική νομολογία ότι ο ενάγων πρέπει να προσαγάγει «στέρεη μαρτυρία» προς υποστήριξη του ισχυρισμού ότι η απόφαση δεν θα ικανοποιηθεί υπήρξε παραπομπή στο σύγγραμμα "Mareva  Injunctions Law and Practice" των S. Gee και G.M. Andrews από το οποίο παρατέθηκαν αφενός η υπόδειξη ότι εφόσον κάθε υπόθεση εξαρτάται από τα δικά της περιστατικά είναι αδύνατο να τεθούν γενικοί καθοδηγητικοί κανόνες και αφετέρου ορισμένοι από τους κανόνες οι οποίοι δυνατόν να είναι σχετικοί με τέτοια διεργασία, μερικοί εκ των οποίων έχουν ως ακολούθως (σε μετάφραση του Έντιμου Δικαστή Καλλή):

 

        «(1)     Η φύση των περιουσιακών στοιχείων τα οποία συνιστούν το προτεινόμενο αντικείμενο της αγωγής και η ευκολία ή δυσκολία με την οποία θα μπορούσαν να διατεθούν ή εξαφανισθούν. Ο ενάγων μπορεί ευκολότερα να αποδείξει τον κίνδυνο εξαφάνισης ενός τραπεζικού λογαριασμού, ή κινητών αντικειμένων, από τον κίνδυνο διάθεσης ακινήτων π.χ. την κατοικία του ή το γραφείο του ..................

          (2)      Η φύση και οικονομική υπόσταση της επιχείρησης του εναγομένου .....

          (3)      Η διάρκεια της καθιέρωσης της επιχείρησης του εναγομένου. Χρειάζεται ισχυρότερη μαρτυρία για ενδεχόμενη εξαφάνιση όπου ο εναγόμενος είναι μια προ πολλού καθιερωθείσα εταιρεία με εύλογη φήμη στην αγορά παρά εταιρεία για την οποία λίγο ή τίποτε είναι γνωστά ή μπορούν να εξακριβωθούν.

          (4)      Η μόνιμη κατοικία ή διαμονή του εναγομένου ....................................

          (5)      Αν ο Εναγόμενος είναι αλλοδαπή εταιρεία .............

          (6)      Το προηγούμενο ή υφιστάμενο πιστωτικό μητρώο ..........

          (7)      Οποιαδήποτε εκφρασθείσα πρόθεση εκ μέρους του εναγομένου αναφορικά με τις δοσοληψίες του με τα εντός της δικαιοδοσίας περιουσιακά του στοιχεία.

          (8)      Σχέσεις μεταξύ της Εναγομένης εταιρείας και άλλων εταιρειών οι οποίες δεν ικανοποίησαν διαιτητικές αποφάσεις ή δικαστικές αποφάσεις ............................

          (9)      Η συμπεριφορά του εναγομένου έναντι της αξίωσης του ενάγοντα: Σχέδιο υπεκφυγής , ή απροθυμίας να λάβει μέρος στη διαδικασία ή διαιτησία, ή η έγερση αδύνατων υπερασπίσεων μετά την αποδοχή ευθύνης, ή συνολική σιωπή, δυνατόν να είναι παράγοντες που βοηθούν τον ενάγοντα».

 

Πέραν των πιο πάνω δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι τα εκδοθέντα διατάγματα παγοποίησης αφορούν ακίνητη περιουσία η οποία δεν αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας αγωγής.  Δεν θεωρώ όμως ότι υπάρχει οτιδήποτε  μεμπτό στη δέσμευση της.  Όπως υποδεικνύει η νομολογία μας, στις περιπτώσεις που εγείρεται αγωγή για αποζημιώσεις είναι δυνατή η δέσμευση ακίνητης περιουσίας, με βάση το άρθρο 5 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.6, δεδομένου ότι θα πρέπει να υπάρχει καλή βάση αγωγής και θα πρέπει να αποδειχθεί πως αν πωληθεί ή αποξενωθεί η ακίνητη περιουσία πιθανόν ο Ενάγοντας να εμποδιστεί από του να ικανοποιήσει μεταγενέστερη απόφαση που τυχόν εκδοθεί προς όφελος του.  Έχει επίσης νομολογηθεί ότι το κριτήριο της καλής βάσης αγωγής είναι παρόμοιο σε έννοια με τις δύο πρώτες προϋποθέσεις του άρθρου 32 και ότι η 3η προϋπόθεση προσομοιάζει με την προϋπόθεση του άρθρου 5 του Κεφ.6 πως αν πωληθεί ή αποξενωθεί η ακίνητη περιουσία πιθανόν ο Ενάγοντας να εμποδιστεί από του να ικανοποιήσει την απόφαση που τυχόν εκδοθεί προς όφελος του  (Seamark Consultancy Services Ltd vJoseph P. Lasala κ.ά. (πιο πάνω)).

 

Διαπιστώνω ότι στην  παρούσα περίπτωση στο αιτητικό (Δ) της αίτησης δεν εξειδικεύονται συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία ούτε και έχει επεξηγηθεί από τον Αιτητή η αναγκαιότητα δέσμευσης ολόκληρης της ακίνητης περιουσίας της Καθ’ ης η αίτηση κατά το γενικό τρόπο που αυτή επιζητείται μέσω της αίτησης. Περαιτέρω, σε σχέση με το αιτητικό (Γ) της αίτησης  δεν εξειδικεύονται  συγκεκριμένοι λογαριασμοί. Υπ' αυτή την έννοια σαφώς δεν δικαιολογείται η αιτούμενη γενική δέσμευση λογαριασμών και κινητής (και ακίνητης) ιδιοκτησίας βάσει του αιτητικού (Γ) και (Δ) της αίτησης, αντίστοιχα.

 

Έχω την άποψη πως τα πράγματα είναι διαφορετικά για την αναγκαιότητα δέσμευσης της ακίνητης περιουσίας της Καθ’ ης η αίτηση με βάση τα αιτητικά (Α) και (Β). Προβλήθηκε από τον Αιτητή η θέση ότι ο ισχυρισμός της Καθ’ ης η αίτηση στην ένορκη δήλωση της ότι είναι φερέγγυα είναι παντελώς ατεκμηρίωτος, ότι η Καθ’ ης η αίτηση έχει απωλέσει την άδεια της για άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος και ότι οι ισχυρισμοί της ότι προσπαθεί να επιστρέψει το ποσό στους κληρονόμους αποτελούν ψεύδη. Πρόσθετα, εισηγήθηκε ότι επί της επίδικης δεσμευμένης με το μονομερώς εκδοθέν Διάταγμα κατοικίας υπάρχουν επιβαρύνσεις προγενέστερες και σε περίπτωση αναγκαστικής πώλησης οι κληρονόμοι δεν θα λάβουν οποιοδήποτε ποσό. Έγινε περαιτέρω εισήγηση ότι είναι δίκαιο και εύλογο να εκδοθούν τα πρόσθετα Διατάγματα (Γ) και (Δ) γιατί δεν επαρκεί η δέσμευση του ακινήτου αφού αυτό τελεί υπό την αίρεση της μη εκποίησης του ακινήτου από τους προγενέστερους πιστωτές της Καθ’ ης η αίτηση και καμιά πληροφορία δεν δόθηκε ως προς το κατά πόσο εξυπηρετούνται τα χρέη της Εναγομένης προς αυτούς.

 

Στην προκείμενη περίπτωση με βάση το γεγονός ότι αναντίλεκτα η Καθ’ ης η αίτηση αποξένωσε στις 28.3.23 ακίνητη ιδιοκτησία της ενώ υποσχόταν ότι θα κατέβαλλε τα ποσά που όφειλε, μαρτυρία που δεν αμφισβητήθηκε, δεν θα μπορούσε να αποκλειστεί ο κίνδυνος περαιτέρω αποξένωσης της εναπομείνασας ακίνητης της περιουσίας. Αντίθετα τον καθιστά ορατό αλλά και ενδεχόμενο λαμβάνοντας υπόψη ότι η μονομερώς δεσμευθείσα είναι η μοναδική εγγεγραμμένη ακίνητη περιουσία που της ανήκει. Σε τέτοια περίπτωση αναμφίβολα η ζημιά την οποία θα υποστεί ο Ενάγοντας θα είναι ανεπανόρθωτη. Είναι δε γεγονός ότι δεν υπάρχουν στέρεα στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι η  Καθ’ ης η αίτηση είναι φερέγγυα  ή που να τεκμηριώνουν την πρόθεση της να καταβάλει  το οφειλόμενο, κατ’ ομολογία της, ποσό.

 

Στη βάση των πιο πάνω κρίνω ότι η δέσμευση του ακινήτου των αιτητικών (Α) και (Β) εξυπηρετεί πλήρως τις ανάγκες της υπόθεσης και διασφαλίζει τον Ενάγοντα απέναντι σε οποιονδήποτε κίνδυνο.

 

Μετά τη διαπίστωση συνδρομής όλων των προϋποθέσεων του άρθρου 32 το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον είναι δίκαιο ή πρόσφορο να προβεί στην έκδοση του διατάγματος και η οποιαδήποτε σχετική απόφαση αποτελεί προϊόν διακριτικής ευχέρειας με αναφορά στα συγκεκριμένα επίδικα γεγονότα.

 

Αυτό με φέρνει στην εισήγηση του συνηγόρου της Καθ’ ης η αίτηση. Ο συνήγορος επικαλέστηκε την παράγραφο 57 στην ένορκη δήλωση του Αιτητή στην οποία αναφέρεται ότι η εκτιμημένη αξία του ακινήτου της Καθ’ ης η αίτηση το οποίο έχει μονομερώς δεσμευτεί, σύμφωνα με το Κτηματολόγιο ανέρχεται στο ποσό των €632.600, ποσό μεγαλύτερης αξίας από την αξίωση του αιτητή. Κατά τη θέση του είναι συνεπώς όχι μόνο αχρείαστη η έκδοση των Διαταγμάτων (Γ) και (Δ) του αιτητικού της αίτησης αλλά καταχρηστική, αντίθετη με την αρχή της αναλογικότητας και θα επηρεάσει δυσανάλογα τα δικαιώματα της Καθ’ ης. Οι επιβαρύνσεις, σύμφωνα με την εισήγηση του, στο εν λόγω ακίνητο είναι περί τις €70,000 (βλ. Τεκμήριο 19), συνεπώς η αξία του είναι κατά πολύ μεγαλύτερη της αξίωσης.

 

Σε σχέση με τα αιτητικά (Α) και (Β) της αίτησης κρίνω πως μεγαλύτερη αδικία θα προκαλείτο εάν τελικά δικαιώνετο ο Ενάγοντας και εν τω μεταξύ να έχει αποξενωθεί το μοναδικό ακίνητο της Εναγόμενης, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η εκτέλεση της σχετικής απόφασης. Από την άλλη κρίνω ότι δεν προκαλείται οποιοσδήποτε δυσμενής επηρεασμός στην Εναγόμενη από τη δέσμευση του εν λόγω ακινήτου.

 

Ερχόμενη στα όσα αναφέρονται στα αιτητικά (Γ) και (Δ) της αίτησης, με αυτά επιχειρείται η έκδοση προσωρινού διατάγματος τύπου Mareva. Επιχειρείται δε η παγοποίηση και δέσμευση περιουσιακών στοιχείων που δεν αποτελούν το αντικείμενο της αγωγής και σε μια τέτοια περίπτωση η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου θα πρέπει να ασκείται με φειδώ (βλ. Marketrends (Capital Market) Ltd v. Γεωργίου (2002) 1Γ Α.Α.Δ. 1759).

 

Στο σύγγραμμα Διατάγματα, πιο πάνω, σελ. 235 αναφέρεται ότι κατά την έκδοση διαταγμάτων  τύπου Mareva το Δικαστήριο θα πρέπει να ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια με φειδώ, και να βεβαιώνεται πως δεν υπάρχει κατάχρηση εκ μέρους του Ενάγοντα. Οι δικηγόροι θα πρέπει να βεβαιώνονται ότι δεν ζητείται δέσμευση περιουσίας περισσότερης απ’ ότι χρειάζεται και να αποφεύγουν να ζητούν δέσμευση ολόκληρης της περιουσίας των εναγομένων αν δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος και η απαίτηση του ενάγοντα δεν το απαιτεί. Το ζήτημα το οποίο εγείρεται στο στάδιο αυτό είναι κατά πόσο είναι ορθό και δίκαιο να δεσμευτούν περαιτέρω περιουσιακά στοιχεία της Καθ’ ης η αίτηση εφόσον η αξία του ακινήτου που έχει δεσμευτεί μονομερώς υπερβαίνει την αξία της αξίωσης του Ενάγοντα. Η αξία του ακινήτου που έχει δεσμευτεί μονομερώς με βάση τα αιτητικά (Α) και (Β) είναι δεδομένη και αδιαμφισβήτητη, τα όσα δε αναφέρονται από τη συνήγορο του Αιτητή σε σχέση με τις προγενέστερες επιβαρύνσεις επί του ακινήτου της Καθ’ ης η αίτηση, και με βάση το πιστοποιητικό έρευνας συνιστούν φορολογικές εγγυήσεις ύψους περίπου €33.000 με βάση το άρθρο του Ν.31/1962 ως τροποποιήθηκε και μια υποθήκη για €35.880,63, οι οποίες επίσης δεν αμφισβητήθηκαν, δεν φαίνεται με βάση την ενώπιον μου μαρτυρία να είναι δυνατό να επηρεάσουν την αξία του ακινήτου. Η θέση του συνηγόρου του Αιτητή ότι σε περίπτωση αναγκαστικής πώλησης οι κληρονόμοι δεν θα λάβουν οποιοδήποτε ποσό παρέμεινε τόσο πραγματικά όσο και νομικά ατεκμηρίωτη.

 

Τίθεται συνεπώς, κατά την άποψη μου, θέμα αναλογικότητας. Ζητείται η κατά γενικό τρόπο δέσμευση όλων των τραπεζικών λογαριασμών της Καθ’ ης η αίτηση με το αιτητικό (Γ) καθώς και η κατά γενικό τρόπο  δέσμευση οποιωνδήποτε περιουσιακών της στοιχείων  με το αιτητικό (Δ), για τα οποία δεν δίδονται στοιχεία ή λεπτομέρειες, πέραν της δέσμευσης  του ακινήτου της Καθ΄ ης η αίτηση η αξία του οποίου υπερβαίνει κατά πολύ την αξίωση. Δεν θεωρώ, συνεπώς  ότι είναι δίκαιο και πρόσφορο όπως εκδοθεί το διάταγμα της παραγράφου (Γ) και (Δ) της αίτησης.

 

Στη βάση των πιο πάνω το μονομερές Διάταγμα καθίσταται απόλυτο σε σχέση με τα αιτητικά (Α) και (Β). Η αίτηση απορρίπτεται σε σχέση με τα αιτητικά (Γ),( Δ) και (Ε). Στη βάση του γεγονότος ότι ο συνήγορος της Καθ’ ης η αίτηση αποδέχθηκε τα αιτητικά (Α) και ( Β) κατά τις τελικές γραπτές αγορεύσεις και η αίτηση αφέθηκε να προχωρήσει σε εκδίκαση στη βάση και των πιο πάνω αιτητικών, ο Αιτητής μπορεί να θεωρηθεί ως ο επιτυχών διάδικος σε σχέση με αυτά. Κατά συνέπεια, ενόψει της μερικής επιτυχίας της αίτησης, επιδικάζονται έξοδα υπέρ του Ενάγοντα/ Αιτητή και εναντίον της  Εναγομένης /Καθ’ ης η αίτηση μειωμένα κατά το ήμισυ όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, θα είναι όμως πληρωτέα στο τέλος της αγωγής.

 

 

 

 

(Υπ.):  …………………………

Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.

 

 

Πιστόν Αντίγραφο

 

 

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο