J.T.A.TRAVEL LTD ν. ATLANTICA HOTEL MANAGEMENT LIMITED κ.α., Αγωγή αρ.: 1510/22, 5/12/2024
print
Τίτλος:
J.T.A.TRAVEL LTD ν. ATLANTICA HOTEL MANAGEMENT LIMITED κ.α., Αγωγή αρ.: 1510/22, 5/12/2024

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ  ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  ΛΑΡΝΑΚΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ.  ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ,  Π.Ε.Δ.

Αγωγή αρ.:  1510/22(i)

Μεταξύ:

 

J.T.A.TRAVEL LTD

Εναγόντων

 

-και-

 

1.       MALMO  HOLDINGS  LIMITED

2.       ATLANTICA  HOTEL  MANAGEMENT  LIMITED

3.       SHERATON  ESTATE  CO.  LIMITED

Εναγομένων

 

Αίτηση Εναγόμενης 2 ημερ. 11.6.24 για διαγραφή της αγωγής

 

Ημερομηνία:  06.12. 2024

Εμφανίσεις:

Για την Εναγόμενη 2 – Αιτήτρια:  κα Ε. Τσολάκη για Γ. Λ. Σαββίδης & Σία ΔΕΠΕ

Για τους Ενάγοντες – Καθ΄ ων η αίτηση:  κ. Άδ. Πετρίδης μαζί με την κα Κ. Λυσιώτη

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την υπό κρίση Αίτηση ζητούνται οι ακόλουθες θεραπείες :

 

Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η διαγραφή του Κλητηρίου Εντάλματος και/ή της Έκθεσης Απαίτησης της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής εναντίον της Εναγόμενης 2 για το λόγο ότι είναι επιπόλαια (frivolous) και/ή ενοχλητική (vexatious) και/ή μηδαμινή και/ή καταχρηστική της διαδικασίας και/ή δεν αποκαλύπτει λογικό αγώγιμο δικαίωμα και/ή αγώγιμο δικαίωμα και/ή άλλως πως εναντίον της Εναγόμενης 2.

 

B. Απόρριψη της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής εναντίον της Εναγόμενης 2 και επιδίκαση των εξόδων της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής υπέρ της Εναγόμενης 2 και εναντίον της Ενάγουσας.

 

Γ. Τα έξοδα της παρούσας αιτήσεως, έξοδα επίδοσης και Φ.Π.Α..

 

Η  αίτηση βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.27 Θ.Θ.1-3 και Δ.48 Θ.Θ.1-3 και 9(ο), στη Νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στο Κοινοδίκαιο, στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και στην εγγενή εξουσία και πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η παρούσα αίτηση φαίνονται στο σώμα της αίτησης και είναι, αυτούσια, τα ακόλουθα:

 

(α)  Η Εναγόμενη 2 ουδέποτε υπήρξε συμβαλλόμενο μέρος στην αναφερόμενη στην Έκθεση Απαίτησης συμφωνία ημερομηνίας 1/7/2021 και αυτό επιβεβαιώνεται στην Υπεράσπιση της Εναγόμενης 1 και ενδεικτικά αλλά όχι εξαντλητικά, στην παράγραφο 9 αυτής.

 

(β)  Τα ποσά τα οποία η Ενάγουσα αξιώνει και από την Εναγόμενη 2 καταβλήθηκαν στην Εναγόμενη 1 και αυτό επιβεβαιώνεται στην Υπεράσπιση της Εναγόμενης 1 και ενδεικτικά αλλά όχι εξαντλητικά στις παραγράφους 17 και 18 αυτής.

 

(γ) Ως εκ των ανωτέρω και σύμφωνα με τις παραδοχές της Εναγόμενης 1 ως αυτές εκτίθενται στην Υπεράσπιση της και συγκεκριμένα ότι το μοναδικό αντισυμβαλλόμενο της Ενάγουσας μέρος στην επίδικη συμφωνία ημερομηνίας 1/7/2021 είναι η Εναγόμενη 1, ότι η Εναγόμενη 2 υπέγραψε την εν λόγω συμφωνία με την ιδιότητα της σαν αντιπρόσωπος της Εναγόμενης 1 και όχι σαν συμβαλλόμενο μέρος, ότι η Εναγόμενη 1 επικύρωσε (ratified) την εν λόγω συμφωνία ως δεσμευτική για την ίδια και ότι η Εναγόμενη 1 έλαβε από την Ενάγουσα το αναφερόμενο στην παράγραφο 7 της Έκθεσης Απαίτησης ποσό των €2.030.000,00 και όχι η Εναγόμενη 2, είναι ξεκάθαρο ότι η Ενάγουσα δεν νομιμοποιείται να εγείρει την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή εναντίον της Εναγόμενης 2 και/ή ότι η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή εναντίον της Εναγόμενης 2 είναι επιπόλαια (frivolous) και/ή ενοχλητική (vexatious) και/ή μηδαμινή και/ή καταχρηστική της διαδικασίας και/ή δεν αποκαλύπτει λογικό αγώγιμο δικαίωμα και/ή αγώγιμο δικαίωμα και/ή άλλως πως εναντίον της Εναγόμενης 2.

 

Η Ενάγουσα - Καθ’ ης η Αίτηση καταχώρησε ένσταση στην αίτηση. 

 

Η ένσταση βασίζεται επί των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας Δ.27, θ. θ. 1-3 και Δ.48, θ. θ. 1 – 3, Δ.10, θ. 12 (1), επί των Γενικών και Συμφυών Εξουσιών του Δικαστηρίου, επί του περιεχομένου του φακέλου και επί της σχετικής επί του θέματος νομολογίας.

 

Οι λόγοι της ένστασης είναι, αυτούσιοι, οι ακόλουθοι:

 

(α)       Η αιτιολογία που παρατίθεται από την Εναγομένη αρ. 2, προς υποστήριξη του αιτήματος της, βασίζεται σε αναφορές που προκύπτουν από την Υπεράσπιση της Εναγομένης αρ. 1. Συνεπακόλουθα, το Δικαστήριο δεν μπορεί να εγκρίνει την Αίτηση της Εναγομένης αρ. 2, διότι, το επίδικο ζήτημα είναι κατά πόσο η Ενάγουσα έχει βάση Αγωγής εναντίον της Εναγομένης αρ. 2 και όχι το τι ισχυρίζεται η Εναγομένη αρ. 1 στην Υπεράσπιση της, η οποία, σε κάθε περίπτωση, θα μπορούσε να ενεργεί συνωμοτικά και/ή σε συνεννόηση με την Εναγομένη αρ. 2.

 

(β)       Η Αίτηση είναι πρόωρη και χωρίς να βασίζεται σε υπόβαθρο παραδεχτών και/ή αδιαμφισβήτητων γεγονότων, για να μπορεί το Δικαστήριο να διαμορφώσει δικαστική κρίση.

 

(γ)        Η Ενάγουσα δικογραφεί και αποκαλύπτει το λόγο που η Εναγομένη αρ. 2 ενάγεται και/ή αποτελεί μέρος της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό δικαστικής διαδικασίας. Σχετικές οι παραγράφοι 6, 7, 8, 9, 10, 11, 13 και 14, της Εκθέσεως Απαιτήσεως, οι οποίες εμπλέκουν την Εναγομένη αρ. 2 με σαφή τρόπο στα επίδικα γεγονότα της υπόθεσης.

 

(δ)        Η εμπλοκή της Εναγομένης αρ. 2 στη δικαστική διαδικασία επιβεβαιώνεται ως προς την ορθότητα της και από την Ειδοποίηση Συνεναγομένων ημ. 11/1/2024, που η Εναγομένη αρ. 2 καταχώρησε εναντίον των Εναγομένων αρ. 1 και 3.

 

(ε)        Το ηλεκτρονικό μήνυμα ημ. 27/4/2021, από την Εναγομένη αρ. 2 προς την Ενάγουσα, το οποίο εμπλέκει την Εναγομένη αρ. 3 στην επίδικη διαφορά, είναι, επίσης, ζήτημα το οποίο εμπλέκει την Εναγομένη αρ. 2 στη διαδικασία.

 

(στ)      Η Αίτηση φέρει λανθασμένη και/ή ελλιπή νομική βάση.

 

(ζ)        Η Αίτηση είναι αναιτιολόγητη και δεν υποστηρίζεται από ένορκο δήλωση. Λαμβανομένης υπόψη της δραστικότητας της θεραπείας, που η Εναγομένη αρ. 2 αιτείται υπό του Δικαστηρίου, το ορθό θα ήταν αυτή να υποστήριζε την Αίτηση της με ένορκη δήλωση και όχι τα γεγονότα να εκτίθενται με γενικότητα στο σώμα της Αίτησης.

 

(η)        Δεν είναι ορθό, ούτε δίκαιο, αλλά ούτε προς το συμφέρον της δικαιοσύνης, η Εναγομένη αρ. 2 να μην αποτελεί μέρος της δικαστικής διαδικασίας, λαμβανομένου υπόψη ότι το Δικαστήριο δεν έχει ακούσει ακόμα μαρτυρία επί των επιδίκων θεμάτων.

 

Με τις τελικές τους εμπεριστατωμένες αγορεύσεις οι συνήγοροι υποστήριξαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους. Το δικαστήριο έχει σημειώσει με πολλή προσοχή τις αναφορές και τα επιχειρήματα  των πλευρών για τα ζητήματα που εγείρονται στο πλαίσιο της παρούσας. Ειδικότερη αναφορά στις εισηγήσεις τους θα γίνει σε μεταγενέστερο στάδιο και όπου τούτο κρίνεται σκόπιμο για σκοπούς της παρούσας, έχοντας πάντα κατά νου ότι δεν απαιτείται ειδικότερη αναφορά ή πραγμάτευση κάθε επιχειρήματος που προβάλλεται (βλ. Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490).

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος της Εναγομένης 2 υποστήριξε ότι η Έκθεση Απαίτησης μπορεί να φαίνεται ότι αποκαλύπτει εναντίον της Εναγόμενης 2 μια κατ’ ισχυρισμό βάση αγωγής που έχει κάποια πιθανότητα επιτυχίας, όμως με την Υπεράσπιση της Εναγόμενης 1 αυτή η θέση κλονίζεται ισχυρά αφού, σύμφωνα με την εισήγηση της, η Εναγόμενη 1 παραδέχεται ότι εκείνη ήταν το μοναδικό αντισυμβαλλόμενο της Ενάγουσας μέρος στη συμφωνία ημερομηνίας 1/7/2021, ότι επικύρωσε τη συμφωνία ημερομηνίας 1/7/2021 (Βλ. παράγραφο 9 της Υπεράσπισης της Εναγομένης 1), καθώς και ότι έλαβε από την Ενάγουσα το αναφερόμενο στην παράγραφο 7 της Έκθεσης Απαίτησης ποσό των €2.030.000,00 (Βλ. παράγραφο 17 και 18 της Υπεράσπισης της Εναγομένης 1).  Επομένως, σύμφωνα με τη συνήγορο, με βάση τις παραδοχές στις οποίες προέβη η Εναγόμενη 1 στην Υπεράσπιση της, οι οποίες ενισχύουν και τη θέση της Εναγομένης 2 στην δική της Υπεράσπιση, προκύπτει ξεκάθαρα ότι η Ενάγουσα ουδεμία βάση και/ή εύλογη αιτία αγωγής έχει εναντίον της Εναγόμενης 2, ούτε και πιθανότητα επιτυχίας.

 

Από την άλλη, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Ενάγουσας εισηγήθηκε ότι η Εναγομένη 2 αποτελεί βασικό διάδικο στην υπόθεση, εκ της ιδιότητας της ως αυτή περιγράφεται στην παράγραφο 3 της Έκθεσης Απαίτησης, η οποία γίνεται παραδεκτή από την Εναγόμενη 2 στην παράγραφο 2 της Έκθεσης Υπεράσπισης της. Υπάρχει, πρόσθετα, όπως ο συνήγορος υποδεικνύει, η παραδοχή της Εναγομένης 2, στην παράγραφο 4, της Υπεράσπισης της, της παραγράφου 5, της Έκθεσης Απαίτησης, συγκεκριμένα, ότι μεταξύ των Εναγομένων 1 και 2, υπήρξε συνεργασία για τη διαχείριση του ξενοδοχείου της Εναγομένης 3, από την Εναγομένη 2. Σύμφωνα με τη θέση του συνηγόρου της Ενάγουσας, η Εναγομένη 2 εμπλέκεται, ενεργά, στα περιστατικά της υπόθεσης, ως αυτά εκτίθενται στις παραγράφους 5 μέχρι 15 της Έκθεσης Απαίτησης. Πρόσθεσε επίσης ότι η διαφωνία της Εναγομένης 2 στην παράγραφο 5 της Υπεράσπισης της ότι υπήρξε συμβαλλόμενο μέρος στην επίδικη Συμφωνία ημ. 1/7/2021 (με αναφορά στην παράγραφο 6 της Έκθεσης Απαίτησης) και οι ισχυρισμοί της τους οποίους προβάλλει στην παράγραφο 6 της Υπεράσπισης της, στη βάση των οποίων αποφεύγει να τοποθετηθεί εάν έλαβε από την Ενάγουσα το ποσό των €2.030.000 ενώ παραδέχεται ότι η Ενάγουσα κατέβαλε το εν λόγω ποσό υποδηλούν ότι η Απαίτηση της Ενάγουσας θα πρέπει να ακουστεί από το Δικαστήριο. Προς επίρρωση της θέσης του υπέδειξε επίσης ότι η Πιστωτική Σημείωση, την οποία η Ενάγουσα ισχυρίζεται ότι κατέχει και ότι έχει εκδοθεί προς όφελος της από τις Εναγόμενες 1 και 2 στις 3/9/2020 ως η παράγραφος 6, της Έκθεσης Απαίτησης, είναι παραδεκτό από την Εναγομένη 2 στην παράγραφο 6 της Υπεράσπισης της, ότι φέρει και τη σφραγίδα της Εναγομένης 2. Συνεπώς, καταλήγει ο συνήγορος, η Εναγομένη 2 παραδέχεται την εμπλοκή της στην έκδοση της συγκεκριμένης Πιστωτικής Σημείωσης, η οποία εκδόθηκε δυνάμει του Νόμου 59(1)/2020.

 

ΝOMIKH ΠΤΥΧΗ

 

Η παρούσα Αίτηση θεμελιώνεται στη Δ.27 ΘΘ.1-3 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας η οποία δίδει στο Δικαστήριο τη διακριτική ευχέρεια να παραμερίσει και απορρίψει αγωγή, λόγω του ότι δεν αποκαλύπτεται μέσα από το δικόγραφο εύλογη αιτία αγωγής, ή επειδή είναι επιπόλαια ή ενοχλητική.

 

Συγκεκριμένα, η Δ.27 θ.3 προνοεί τα ακόλουθα:

 

«The Court may order any pleading to be struck out on the ground that it discloses no reasonable cause of action or answer, and in any such case or in case of the action or defence being shown by the pleadings to be frivolous or vexatious, the Court may order the action to be stayed or dismissed, or judgment to be entered accordingly as may be just. »

 

Η πιο πάνω Διάταξη είναι ταυτόσημη με την O.25 r.3 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών. Το εύρος της και οι αρχές εφαρμογής της, από τα Δικαστήρια, αναλύονται στις σελ. 574 και 575 του Annual Practice 1958, όπου αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«It is only in plain and obvious cases that recourse should be had to the summary process under this Rule. The powers conferred by r.4 will only be exercised where the case is beyond doubt. The Court must be satisfied that there is no reasonable cause of action. A pleading will not be struck out under this Rule "unless it is not only demurrable but something worse than demurrable". So long as the Statement of Claim or the particulars disclose some cause of action, or raise some question fit to be decided by a Judge, the mere fact that the case is weak, and not likely to succeed, is no ground for striking it out. And where the Statement of Claim in its present form discloses no cause of action because some material averment has been omitted, the Court, while striking out the pleading, will not dismiss the action, but give the plaintiff leave to amend.».

 

Η Δ.27 παρέχει στο Δικαστήριο τη δυνατότητα ελέγχου των δικογράφων ως επίσης και εξουσία με συνοπτική διαδικασία να αναστέλλει ή να απορρίπτει αγωγή όπου το δικόγραφο δεν αποκαλύπτει εύλογη αιτία αγωγής (βλ. Mavromoustaki vYeroudes (1965) 1 C.L.R.176, Χ" Οικονόμου ν. Ελληνικής Τράπεζας Λτδ (1992) 1(Β) Α.Α.Δ.949Μιχαήλ Σάουρου κ.α ν. Μαρίας Κωνσταντίνου Φιλίππου (2012) 1 Α.Α.Δ. 2141. Από τη νομολογία φαίνεται ότι ο σκοπός της Δ.27 είναι η εξοικονόμηση χρόνου και δαπάνης (βλ. Hambou v. Thoma (1987) 1 C.L.R. 370Τhe Heirs of Late Theodora Panayi v. The Administrator of the Estate of the Late Stylianos Mandriotis (1963) 2 C.L.R. 167, 170). Όπως τονίστηκε επανειλημμένα, η δικαιοδοσία για απόρριψη αγωγής, χωρίς δίκη, ασκείται με άκρα φειδώ και μόνο σε εξαιρετικές και ξεκάθαρες περιπτώσεις όπου κρίνεται ότι η αιτία αγωγής είναι έκδηλα και σχεδόν αναντίλεκτα ελαττωματική ή όπου η αγωγή ή η υπεράσπιση φαίνεται από τα δικόγραφα ότι είναι επιπόλαιη ή ενοχλητική.

 

Στην υπόθεση In Re Pelmako (1991)1 Α.Α.Δ. 246 το Ανώτατο Δικαστήριο παρατήρησε ότι η διαγραφή δικογράφου, δυνάμει της Δ.19 θ.26 και της Δ.27 θ.3 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, συνιστά εξαιρετικό μέτρο που δικαιολογείται μόνο εφόσον το δικόγραφο κρίνεται ως αναντίλεκτα ανυπόστατο. Διαφορετικά, η διαγραφή θα συνεπαγόταν και παράβαση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος διαδίκου να προσφύγει ενώπιον Δικαστηρίου, στο οποίο δικαιούται να προσφύγει σύμφωνα με το Άρθρο 30.1 του Συντάγματος. Το δικόγραφο κρίνεται αποκλειστικά με βάση το περιεχόμενο του και τις αντικειμενικές συνέπειες που συνεπάγεται η τεκμηρίωση των ισχυρισμών που προβάλλονται σε αυτό. Αν με βάση αυτά τα στοιχεία το δικόγραφο κριθεί ως αναντίλεκτα ανυπόστατο, τότε διατάσσεται η διαγραφή του. Η διαπίστωση ως προς το κατά πόσο η δικογραφία αποκαλύπτει αγώγιμο δικαίωμα δεν είναι θέμα διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου αλλά θέμα δικαίου.

 

Διαφωτιστική παράθεση των νομολογιακών αρχών που διέπουν το θέμα της διαγραφής γίνεται στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου 1.MERIDIAN GAMING LTD κ.α. ν. 1. ΔΗΜΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ κ.α. Πολ. Έφεση υπ’ αρ. Ε88/2018, ημ. 29/1/2024. Παραθέτω σχετικό απόσπασμα:

 

«O σκοπός της Δ.27 είναι η εξοικονόμηση χρόνου και δαπάνης.  Σύμφωνα με τη νομολογία, εξουσία για διαγραφή ασκείται με εξαιρετική φειδώ. Όπως τονίστηκε στην Κ. Δημητρίου ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Κ. Δημητρίου v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2014) 1 Α.Α.Δ. 1125:

 

«Όπως παρατήρησε στην απόφαση του ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής η Δ.27 θ.3 θεσμοθετεί μια συνοπτική διαδικασία η οποία παρέχει στο δικαστήριο την εξουσία, χωρίς τη διεξαγωγή δίκης, να απορρίψει οιονδήποτε δικόγραφο. Παρέχεται δηλαδή εξουσία στο δικαστήριο να απορρίψει μια αγωγή, χωρίς να προβεί στην εκδίκαση της, όταν η αγωγή δεν αποκαλύπτει καλή βάση ή είναι επιπόλαιη ή ενοχλητική.  Η εξουσία αυτή ασκείται με εξαιρετική φειδώ και αποτελεί εξαιρετικής μορφής μέτρο (Δέστε: Σιακόλας v. Federal Bank of Lebanon (SAL) (1998) 1 ΑΑΔ 1338, 1344).»

          

Στην Χατζήκυριακος ν. Κυθρεώτη (1992) 1 A.A.Δ. 1119, αναφέρθηκε ότι:

 

«Η απόφανση για ανυπαρξία εύλογης αιτίας αγωγής οδηγεί αναπόδραστα στον οριστικό τερματισμό της διαδικασίας. Δικαιολογείται αυτός ο τερματισμός μόνο όταν το δικόγραφο, στην περίπτωση αυτή, το ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, είναι αναντίλεκτα ανυπόστατο. (Βλ. In Re Pelmaco Development Ltd, (1991) 1 Α.Α.Δ. 246. Εντοπισμός κάποιας αιτίας αγωγής ή έστω κάποιου ζητήματος κατάλληλου για εκδίκαση από το Δικαστήριο, επιβάλλει τη διατήρηση της διαδικασίας στη ζωή όσο και αν η προοπτική επιτυχίας εμφανίζεται απομακρυσμένη. ΒλCostas Mavromoustaki v. Iacovos N. Yeroudes as executor of the will of the deceased Spyros Michaelides (1965) 1 CLR 176Michael Papamichael v. Clitos Chaholiades (1970) 1 CLR 305

 

Στην πρόσφατη απόφαση Κ. Π. Ερωτοκρίτου & Σία κ.ά. v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Πολ. Έφεση Αρ. Ε94/2017, ημερ. 11.12.2023, λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Κατά τα άλλα, το πρωτόδικο Δικαστήριο γνώριζε πολύ καλά πως η διαγραφή δικογράφου δυνάμει της Δ.27, θ.3 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, συνιστά εξαιρετικό μέτρο το οποίο δικαιολογείται μόνο όταν   αναμφίβολα το δικόγραφο κρίνεται ανυπόστατο ή στερείται νομικού ή πραγματικού ερείσματος, κάτι που κατέγραψε στην απόφασή του. Γνώριζε επίσης πολύ καλά και την πλούσια νομολογία, μέρος της οποίας παρέθεσε.

 

Στη Δημοκρατία ν. Γεωργίου (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 704, στην οποία παρέπεμψε, το Ανώτατο Δικαστήριο σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε πως η κατ΄ ισχυρισμόν παραβίαση των Άρθρων 28, 30 και 35 του Συντάγματος προέβαλλε «ένα σοβαρό θέμα προς εξέταση που δεν θα μπορούσε να απορριφθεί σε αυτό το αρχικό στάδιο χωρίς την παράθεση μαρτυρίας».  Καταγράφεται στην πιο πάνω απόφαση, πως:

 

«Το βασικό ερώτημα που εγείρεται είναι όπως το έχει θέσει ο Δικαστής Lord Pearson στην υπόθεση Drummond-Jackson vBritish Medical Association το ακόλουθο:

 

"Does this statement of claim disclose an alleged cause of action which has some chance of success?"

 

Σε ελεύθερη μετάφραση,

 

 "Η έκθεση απαίτησης αποκαλύπτει μια κατ΄ ισχυρισμό βάση αγωγής που έχει κάποια πιθανότητα επιτυχίας;"»

 

Στην υπόθεση Nagle v.  Feilden [1966] 1 All E.R. 697, στην οποία παραπέμπει η υπόθεση Γεωργίου (ανωτέρω), επαναλαμβάνεται πως μία Έκθεση Απαίτησης δεν πρέπει να διαγράφεται και ένας ενάγων δεν πρέπει να στερείται του δικαιώματος του να εξασφαλίσει προς όφελός του απόφαση, εκτός εάν δεν έχει συζητήσιμη υπόθεση (unless the case is unarguable).»

 

Προχωρώντας στην εξέταση της υπό κρίση Αίτησης, σε συσχετισμό με τους λόγους ένστασης υπό το φως των πιο πάνω νομικών αρχών παρατηρώ τα ακόλουθα:

 

Όπως έχει αναφερθεί πιο πάνω, η εξουσία του Δικαστηρίου για διαγραφή δικογράφου στη βάση του ότι δεν αποκαλύπτει αγώγιμο δικαίωμα πρέπει να ασκείται με εξαιρετική φειδώ γιατί υπάρχει κίνδυνος να οδηγήσει σε αποστέρηση του δικαιώματος κάποιου πολίτη να προσφύγει στη δικαιοσύνη. Αναφορικά με την Εναγόμενη 2 υπάρχουν δικογραφημένοι ισχυρισμοί στην Έκθεση Απαίτησης, που τη συνδέουν με τη βάση αγωγής και δημιουργούν δικογραφικό έρεισμα για τις αξιώσεις που εγείρονται. Προβάλλεται έκδηλα, μέσω των δικογραφημένων ισχυρισμών της Ενάγουσας εύλογη βάση αγωγής σε σχέση με την Εναγόμενη 2. Τα θέματα που εγείρονται στα δικόγραφα και έχουν αναδειχθεί μέσω των αγορεύσεων των συνηγόρων, όπως αναλύονται πιο πάνω, είναι ζητήματα κατάλληλα για να αποφασιστούν κατά το στάδιο της δίκης αφού αφορούν την ουσία της υπόθεσης. Συγκεκριμένα, το θέμα του κατά πόσο η Εναγόμενη 2 ήταν συμβαλλόμενο μέρος στην επίδικη σύμβαση ημερομηνίας 1.7.2021 και το κατά πόσο η ίδια έλαβε το ποσό που αξιώνει η Ενάγουσα είναι εμφανές ότι θα πρέπει να αποφασιστούν με την παράθεση και αξιολόγηση μαρτυρίας κατά το στάδιο της δίκης. Τα διάφορα γεγονότα τα οποία η Εναγόμενη 2 επικαλείται στην Αίτηση αφορούν την ουσία της υπεράσπισης που εγείρει. Προσθέτω ότι οι αναφορές σε τυχόν παραδοχές της Εναγομένης 1 στην Υπεράσπιση της και το κατά πόσο αυτές ενισχύουν την Υπεράσπιση της Εναγόμενης 2 επιβεβαιώνουν την αναγκαιότητα της διεξαγωγής της δίκης. Δεν είναι επί του παρόντος να υπεισέλθει το Δικαστήριο στα γεγονότα σε τέτοια έκταση και βάθος.

 

Πριν ολοκληρώσω, θα αναφερθώ επιγραμματικά σε κάποιους από τους υπόλοιπους λόγους ένστασης που προβάλλει η Ενάγουσα. Ξεκινώ από τη θέση του ότι η αίτηση είναι αναιτιολόγητη γιατί δεν υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση.  Σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.48 Θ.9(ο) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, αίτηση η οποία βασίζεται στη Δ.27 Θ.3 για διαγραφή δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύεται από ένορκη δήλωση. Η παρούσα αίτηση εμπίπτει εντός αυτής της δικονομικής πρόνοιας, και έτσι δεν είναι αναγκαίο να συνοδεύεται από ένορκη δήλωση εφόσον τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται φαίνονται στο φάκελο της υπόθεσης του Δικαστηρίου. Σε σχέση με το λόγο ένστασης ότι η Αίτηση είναι πρόωρη και δεν βασίζεται σε υπόβαθρο παραδεχτών και/ή αδιαμφισβήτητων γεγονότων αρκεί να αναφερθεί ότι προς εξέταση Αιτήσεων της φύσης της παρούσας δεν αποτελεί προϋπόθεση το υπόβαθρο κοινών γεγονότων. Αντικείμενο εξέτασης αποτελούν οι ισχυρισμοί που περιέχονται στα δικόγραφα και όχι η κρίση του Δικαστηρίου επί των γεγονότων της υπόθεσης. Ο λόγος ένστασης ότι η εμπλοκή της Εναγομένης 2 στην υπόθεση επιβεβαιώνεται και από την καταχωρηθείσα και αποσυρθείσα Ειδοποίηση Συνεναγομένων ημ. 11/1/2024, από την Εναγόμενη 2 εναντίον των Εναγομένων 1 και 3 δεν είναι βάσιμος. Η εν λόγω διαδικασία ουδόλως μπορεί να προσδώσει, από μόνη της εμπλοκή στην Εναγόμενη 2.  

 

Στην παρούσα περίπτωση κρίνω ότι μέσω της Έκθεσης Απαίτησης εγείρεται ζήτημα προς απόφαση στα πλαίσια της δίκης σε σχέση με την Εναγόμενη 2. Συνεπώς, η Αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

Τα έξοδα της Αίτησης επιδικάζονται εναντίον της Εναγόμενης 2 και υπέρ της Ενάγουσας, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

(Υπ.) .......................................

Μ.  ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Π.Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής                   

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο