
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Α.Ε.Δ.
Αγωγή αρ.: 2277/09
Μεταξύ:-
ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ
Εναγόντων
-και-
- ΝΙΚΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΤΟΦΑΛΛΗ
- ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΑΝΤΩΝΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΥΖ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΤΟΦΑΛΛΗ
- ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΑΝΔΡΕΑ ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΟΥ ΣΥΖ. ΝΙΚΟΥ ΤΟΦΑΛΛΗ
- POLYPHIMOS HOTELS LTD
Εναγομένων
Αίτηση ημερ. 06/10/2020 για ακύρωση μεταβίβασης ως δόλιας
Ημερομηνία: 29.3.2024
Εμφανίσεις:
Για τους Ενάγοντες – Αιτητές: κα Ρ. Ανδρέου για Χρ. Ιωάννου ΔΕΠΕ
Για την Εναγόμενη 2 – Καθ΄ ης η αίτηση 1 και για τον Καθ΄ ου η αίτηση 2: κ. Θ. Ποσνακίδης
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με αυτή την αίτηση ζητείται Διάταγμα ακύρωσης της μεταβίβασης του ακινήτου με αρ. Εγγραφής 0/[ ], Φ/Σχ. 0/2-276-372, τεμάχιο [ ], τμήμα 11, μερίδιο τα 3/5, στο Ξυλοφάγου, της Επαρχίας Λάρνακας το οποίο ήταν ιδιοκτησίας της Εναγομένης 2 και το οποίο μεταβιβάστηκε δυνάμει δωρεάς στον Αντρέα Τοφαλλή και την ακύρωση της εγγραφής επ’ ονόματι του Αντρέα Τοφαλλή. Ζητείται επίσης Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η επανεγγραφή του πιο πάνω ακινήτου επ’ ονόματι της Εναγομένης 2. Ζητείται περαιτέρω Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η εγγραφή της δικαστικής απόφασης ημερομηνίας 21/10/19 η οποία εκδόθηκε στα πλαίσια της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής εναντίον της Εναγομένης 2, ως επιβάρυνση επί του πιο πάνω περιγραφόμενου ακινήτου και Διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να διατάσσει την πώληση του πιο πάνω ακινήτου δια δημόσιου πλειστηριασμού.
Τα Αιτητικά που αφορούν την οικονομική εξέταση της Καθ’ ης η αίτηση, συγκεκριμένα το Αιτητικό 1(α) και 7 έως 12 αποσύρθηκαν άνευ βλάβης στις 09/03/2023.
Η αίτηση στηρίζεται στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο (ΚΕΦ. 6), ως τροποποιήθηκε, μέρη VIII και ΙΧ και άρθρα 14(1)(β),16-21, 22, 23, 24, 27, 28, 31, 33-43, 51, 52 και 82-91Ι, 97, 98 στον περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο (ΚΕΦ.62) άρθρα 1 έως 5, στους περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς Δ.39, Δ.40, Δ.42, Δ.48 Θ. 1 – 4, 8 – 10, Δ.52, Δ.57, Δ.64, στο άρθρο 23 και 30 του Συντάγματος, τις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου, τους Κανόνες της Φυσικής Δικαιοσύνης και τις αρχές της Επιείκειας.
Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η αίτηση φαίνονται στο φάκελο του Δικαστηρίου και εκτίθενται στην ένορκη δήλωση του Χριστόφορου Σωτηρίου ο οποίος είναι, ως αναφέρει, δεόντως εξουσιοδοτημένος από τους Ενάγοντες - Αιτητές να προβεί στην ένορκο δήλωση. Από την 02/05/2019 εργάζεται στην εταιρεία Altamira Asset Management (Cyprus) Ltd η οποία έχει συνάψει συμφωνία διαχείρισης και ρύθμισης δανείων με τους Ενάγοντες. Δυνάμει της εν λόγω συμφωνίας η Altamira Asset Management (Cyprus) Ltd ενεργεί δια λογαριασμό των Εναγόντων και έχει αναλάβει τη διαχείριση αριθμού χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων των Εναγόντων και συναφών συμφωνιών εξασφαλίσεων-εγγυήσεων. Μια από τις προαναφερόμενες χρηματοπιστωτικές διευκολύνσεις και εξασφαλίσεις είναι και το δάνειο και οι συναφείς με αυτό εξασφαλίσεις που σχετίζονται με την απόφαση στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή. Είναι ένας από τους λειτουργούς που χειρίζονται τις δικαστικές υποθέσεις των Εναγόντων και είναι πλήρως εξουσιοδοτημένος τόσο από τους Ενάγοντες όσο και από την Altamira Asset Management (Cyprus) Ltd να προβει στην ένορκο δήλωση. Στα πλαίσια των καθηκόντων του έχει στην κατοχή του τα έγγραφα που αφορούν τις διάφορες συμφωνίες δανείων ή άλλων πιστωτικών διευκολύνσεων οι οποίες καταλήγουν σε αγωγή εναντίον των οφειλετών της Συνεργατικής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, ή για τις οποίες έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση. Γνωρίζει τα γεγονότα που αφορούν την παρούσα αίτηση είτε από προσωπική γνώση είτε από τα έγγραφα τα οποία έχει στην κατοχή του. Όπου αναφέρεται σε γεγονότα που έχουν θέσει υπόψη του τρίτα πρόσωπα αναφέρει την πηγή της πληροφόρησής του, όπου δε αναφέρεται σε νομικές έννοιες, έλαβε νομική συμβουλή από τους δικηγόρους των Εναγόντων.
Οι Ενάγοντες μέχρι την 31/8/2018 ήταν Συνεργατικό Πιστωτικό Ίδρυμα και αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα και ασχολούνταν μεταξύ άλλων με δάνεια, καταθέσεις και άλλες χρηματοπιστωτικές εργασίες και διευκολύνσεις. Από την 3/9/2018 οι ενάγοντες μετονομάστηκαν σε Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ και έπαψαν να είναι Συνεργατικό Πιστωτικό Ίδρυμα και αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα, παρέμειναν, όμως, ως συνεργατική εταιρεία η λειτουργία της οποίας διέπεται, μεταξύ άλλων, από τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο 22/1985, ως έχει τροποποιηθεί.
Η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή αφορά χρηματοπιστωτική διευκόλυνση, η οποία παραχωρήθηκε στον Εναγόμενο 1 κατόπιν συμφωνίας ημερομηνίας 13/03/07 με τους Ενάγοντες. H Εναγόμενη 2 κατά την 13/03/07 σε αντάλλαγμα της παροχής προς τον εναγόμενο 1 του εν λόγω δανείου εγγυήθηκε γραπτώς και υπό τύπο συνεχούς εγγυήσεως όλες τις υποχρεώσεις του Eναγομένου 1 όσον αφορά το εν λόγω δάνειο. Επειδή ο Εναγόμενος 1 κατά παράβαση των όρων της εν λόγω συμφωνίας καθυστερούσε τις δόσεις του, οι Ενάγοντες με επιστολές τους ημερομηνίας 23/03/09, Τεκμήριο 1, τερμάτισαν το λογαριασμό και κάλεσαν τους Eναγόμενους όπως εξοφλήσουν ολόκληρο το χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού πλέον τόκους, ενημερώνοντας τους πως σε περίπτωση μη συμμόρφωσης τους θα λαμβάνονταν νομικά μέτρα εναντίον τους. Η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή καταχωρήθηκε στις 30/07/09, και επιδόθηκε στην εναγόμενη 2 κατά την 11/08/09. Την 21/10/09 εκδόθηκε απόφαση υπέρ των Εναγόντων και εναντίον των Εναγομένων 1 έως 3 για το ποσό των €129.295,55 πλέον τόκοι και έξοδα, η οποία δεν έχει εφεσιβληθεί. Το υπόλοιπο του εξ’ αποφάσεως χρέους ανέρχεται σήμερα στο ποσό των €282.790,44 πλέον τόκοι από 01/07/20. Αντίγραφο της σχετικής κατάστασης λογαριασμού επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 3.
Οι Ενάγοντες στα πλαίσια προώθησης μέτρων εκτέλεσης εναντίον εξ’ αποφάσεως οφειλετών, ζήτησαν από τους δικηγόρους τους όπως προβούν σε έρευνα για την ακίνητη ιδιοκτησία επ’ ονόματι των Εναγομένων και τυχόν αποξενώσεις αυτής. Από την εν λόγω έρευνα προέκυψε ότι η Εναγόμενη 2, στις 20/05/09, δηλαδή μετά την αποστολή της ειδοποίησης τερματισμού του επίδικου λογαριασμού, προέβηκε στην μεταβίβαση δια δωρεάς του ακινήτου με αρ. Εγγραφής 0/[ ], Φ/Σχ. 0/2-276-372, τεμάχιο [ ], τμήμα 11, μερίδιο τα 3/5, στο Ξυλοφάγου, της επαρχίας Λάρνακας (με αριθμό φακέλου αποξένωσης 4/Δ/790/2009) επ’ ονόματι του Αντρέα Τοφαλλή, ο οποίος ως θεωρεί ο ενόρκως δηλών είναι πρώτου βαθμού συγγενής της καθότι έχουν το ίδιο επίθετο. Επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 4 η σχετική έρευνα από το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας.
Είναι η θέση τους ότι η πιο πάνω μεταβίβαση του ακινήτου της Εναγομένης 2 έγινε με σκοπό την καταδολίευση των Εναγόντων και την παρεμπόδιση τους να εισπράξουν το εξ αποφάσεως χρέος τους. Η πρόθεση καταδολίευσης από την Εναγόμενη 2 διαφαίνεται από το γεγονός ότι από την ημέρα αποστολής της επιστολής τερματισμού του επίδικου λογαριασμού, προέβηκε στην μεταβίβαση της επίδικης περιουσίας, ουδόλως ευκαταφρόνητης αξίας, δια δωρεάς. Ο χρόνος κατά τον οποίο έγινε η μεταβίβαση δια δωρεάς από την Εναγόμενη 2 του πιο πάνω ακινήτου, δηλαδή μετά την αποστολή σε αυτήν της επιστολής τερματισμού του επίδικου λογαριασμού, φανερώνει ότι η αποξένωση του ακινήτου έγινε προς αποφυγή της εκτέλεσης απόφασης εναντίον της, δολίως, και με σκοπό την καταδολίευση των Εναγόντων ως πιστωτών της.
Ως αναφέρει ο ενόρκως δηλών η παρούσα αίτηση αποσκοπεί στην διασφάλιση της εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων, και στην καίρια απονομή της δικαιοσύνης, γιατί αν οι αποφάσεις των Δικαστηρίων δεν εκτελούνται τότε η δικαιοσύνη θα απονέμεται επί ματαίω. Επίσης, εξ’ όσων γνωρίζει, ουδέποτε δόθηκε η εντύπωση στην Εναγόμενη 2 ότι δεν θα εκτελεσθεί η εναντίον της δικαστική απόφαση. Οι πράξεις της Εναγόμενης 2 και ειδικότερα ο χρόνος κατά τον οποίο προέβηκε στη μεταβίβαση/αποξένωση του επίδικου ακινήτου, δεικνύει πέραν της πρόθεσης καταδολίευσης και μη δυνατότητας εκτέλεσης της απόφασης από τους Ενάγοντες, και έλλειψη σεβασμού προς την δικαστική διαδικασία.
Κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου που δόθηκε μετά από ακρόαση σχετικής αίτησης, εκ μέρους των Αιτητών καταχωρήθηκε συμπληρωματική ένορκη δήλωση από την Μάρθα Γεωργίου στην οποία αναφέρθηκαν τα ακόλουθα: Από την 14/10/2019 εργάζεται στην εταιρεία Altamira Asset Management (Cyprus) Ltd η οποία έχει συνάψει συμφωνία διαχείρισης και ρύθμισης δανείων με τους Αιτητές. Είναι μία από τους λειτουργούς που χειρίζονται τις δικαστικές υποθέσεις των Εναγόντων και είναι πλήρως εξουσιοδοτημένη τόσο από τους Αιτητές όσο και από την Altamira Asset Management (Cyprus) Ltd να προβεί στην ένορκη δήλωση. Στα πλαίσια των καθηκόντων της έχει στην κατοχή της τα έγγραφα που αφορούν τις διάφορες συμφωνίες δανείων ή άλλων πιστωτικών διευκολύνσεων οι οποίες καταλήγουν σε αγωγή εναντίον των οφειλετών των Αιτητών ή για τις οποίες έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση. Γνωρίζει τα γεγονότα που αφορούν την αγωγή είτε από προσωπική γνώση είτε από όσα προκύπτουν από τα έγγραφα τα οποία έχει στην κατοχή της. Όπου αναφέρεται σε γεγονότα που έχουν θέσει υπόψη της τρίτα πρόσωπα αναφέρει την πηγή της πληροφόρησής της, όπου δε αναφέρεται σε νομικές έννοιες, έλαβε νομική συμβουλή από τους δικηγόρους των Αιτητών.
Είναι η θέση της ότι η Καθ’ ης η αίτηση 1 παραπλανεί το Δικαστήριο στις παραγράφους 8, 9, και 13 της ενόρκου δηλώσεως της. Ως αναφέρει, οι ισχυρισμοί της Καθ’ ης η αίτηση 1 ότι μέχρι την καταχώρηση της παρούσας αίτησης δεν οχλήθηκε σε σχέση με την παρούσα αγωγή είναι παντελώς ψευδείς, καθότι στις 31/08/11 καταχωρήθηκε εναντίον των Εναγόμενων 1 έως 3 αίτηση για οικονομική εξέταση. Η εν λόγω αίτηση επιδόθηκε στην Εναγόμενη 2 στις 13/09/11. Στα πλαίσια της εν λόγω αίτησης εκδόθηκε διάταγμα καταβολής του οφειλόμενου ποσού δια μηνιαίων δόσεων εναντίον μόνο του Εναγόμενου 1 και η αίτηση αποσύρθηκε σε σχέση με τους υπόλοιπους Εναγόμενους. Πρόσθετα, σε σχέση με τα όσα αναφέρει η Καθ’ ης η αίτηση 1 στην παράγραφο 13 της ένορκης δήλωσης της αναφέρει ότι η παρούσα αίτηση έγινε καλόπιστα και με μοναδικό σκοπό να λάβουν οι Αιτητές το «λαβείν» τους το οποίο προκύπτει από μια καθόλα νομότυπη δικαστική απόφαση και επίσης, η αίτηση του Εναγόμενου 1 για ένταξη στο σχέδιο Εστία έχει απορριφθεί για λόγους που δεν αφορούν τους Αιτητές. Σημειώνει ότι ο Εναγόμενος 1 υπέβαλε ένσταση σε σχέση με την απόρριψη της αίτησης του στην Αρμόδια Αρχή, η οποία απορρίφθηκε κατά ή περί το Φεβρουάριο του 2022. Πρόσθετα, είναι η θέση της ότι η Καθ’ ης η αίτηση 1 παραπλανεί το Δικαστήριο στην παράγραφο 10 της ένορκης δήλωσης της. Ως εξηγεί, ο ισχυρισμός της Καθ’ ης η αίτηση 1 ότι δεν γνώριζε ότι ο Εναγόμενος 1 δεν κατέβαλλε τις δόσεις του είναι παντελώς ψευδής καθότι στις 23/03/09 κοινοποιήθηκε σε αυτήν σχετική επιστολή τερματισμού. Επιπρόσθετα, σε σχέση με τους ισχυρισμούς της Καθ’ ης η αίτηση 1 ότι το τεμάχιο 128 ήτο ένα ενιαίο τεμάχιο με το τεμάχιο 234, επισυνάπτει ως Τεκμήριο Α καθαρό τοπογραφικό σχέδιο από το οποίο προκύπτει ξεκάθαρα πως λόγω της «θέσης» και των σχημάτων των δύο ακινήτων, τα δύο αυτά τεμάχια ουδέποτε θα μπορούσαν να αποτελούν ένα ενιαίο τεμάχιο.
Σε σχέση με το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του Ενδιαφερόμενου Μέρους, αναφέρει ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 2 παραπλανεί το Δικαστήριο στην παράγραφο 14 διότι, ως λαμβάνει ενημέρωση από συνάδελφο της ο οποίος χειρίζεται τις οφειλές του Εναγόμενου 1, κατά το 2019 ο Εναγόμενος 1 ήταν σε διαβουλεύσεις με λειτουργούς των Αιτητών με σκοπό την πιθανή διευθέτηση των οφειλών του. Παρόλα αυτά από τον Ιούνιο του 2019 ο Εναγόμενος 1 δεν επικοινώνησε ποτέ ξανά με τους Αιτητές και στη συνέχεια υπέβαλε, ως είχε βέβαια το δικαίωμα, αίτηση για ένταξη στο Σχέδιο Εστία. Η αίτηση του αρχικά απορρίφθηκε και στη συνέχεια υπέβαλε ένσταση, στην οποία επίσης έλαβε απορριπτική απάντηση από την Αρμόδια Αρχή κατά ή περί το Φεβρουάριο του 2022. Πρόσθετα, οι Αιτητές δεν είναι «εξασφαλισμένοι» ως κατ’ ισχυρισμό αναφέρει ο Καθ’ ου η αίτηση 2 από το ενυπόθηκο ακίνητο, η αξία του οποίου είναι πολύ χαμηλότερη από το χρεωστικό υπόλοιπο, και επίσης ο Εναγόμενος 1 δεν καταβάλλει τις δόσεις του κατά παράβαση του διατάγματος ημερομηνίας 09/02/12. Συγκεκριμένα, ο Εναγόμενος 1 έπρεπε να καταβάλλει μηνιαίως το ποσό των €600 από την 01/04/2012 και από την 01/04/2013 το ποσό των €900 μηνιαίως, και από την έκδοση του διατάγματος κατέβαλε μόνο ποσά τα οποία αντιστοιχούσαν μόνο σε 3 δόσεις. Επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Β κατάσταση λογαριασμού.
Οι Καθ’ ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση.
Η ένσταση βασίζεται στα Άρθρα 14, 16-21, 22, 27, 28, 31, 33- 34, 51, 52, 73-74, 82-90, 91Α-91Ι, 97 και 98 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 6, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 134(Ι)/99, στον περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο (ΚΕΦ.62) άρθρα 1 έως 5, στη Δ.39 στη Δ.48 θ.θ.1-9 και Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, στη Νομολογία, στη Διακριτική Ευχέρεια, στις Συμφυείς Εξουσίες και Πρακτική των Δικαστηρίων.
Οι λόγοι ένστασης είναι, αυτούσιοι, οι ακόλουθοι:
1. Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμου, Κεφ. 62 και του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6 για έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων.
2. Ο Ενόρκως Δηλών αναφέρει αναληθή και/ή ψευδή γεγονότα.
- Τα γεγονότα της ένορκης δήλωσης δεν στοιχειοθετούν και δεν τεκμηριώνουν την αίτηση των Αιτητών.
4. Η Καθ’ ης η Αίτηση 1 είναι ηλικίας 74 ετών, αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας και το μόνο εισόδημα της είναι σύνταξη που λαμβάνει, με την οποία, με τις καθημερινές αυξήσεις των τιμών, μετά βίας καταφέρνει να συντηρήσει τον εαυτό της.
5. Οι Αιτητές δεν νομιμοποιούνται στην καταχώρηση της παρούσας αίτησης καθότι έχει εκπνεύσει η χρονική περίοδος ισχύος της απόφασης και/ή οι Αιτητές δεν έχουν προβεί στην ανανέωση της.
6. Το εξ αποφάσεως χρέος δεν αφορά τους Αιτητές στην παρούσα διαδικασία και η απόφαση δεν έχει εκδοθεί υπέρ της Συνεργατικής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, αλλά υπέρ της Σπε Μακράσυκας. Ως εκ τούτου η Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ δεν νομιμοποιείται να καταχωρήσει και να πετύχει την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση 1 και/ή του Καθ’ ου η Αίτηση 2 και/ή ουδέποτε επιδόθηκε στην Καθ’ ης η Αίτηση 1 οιανδήποτε αίτηση μετονομασίας και/ή άλλως πως και σε κάθε περίπτωση οι Αιτητές όφειλαν να κοινοποιήσουν την αλλαγή αυτή στην Καθ’ ης η Αίτηση 1 και/ή στου Εναγόμενους επιδίδοντας σε όλους ειδοποίησης αλλαγής του ονόματος.
7. Η μεταβίβαση και η εγγραφή του ακινήτου με αριθμό εγγραφής 0/[ ], Φ./Σχ. 0/2-276-372, Τεμάχιο [ ], Τμήμα 11, μερίδιο 3/5 στο Ξυλοφάγου, της Επαρχίας Λάρνακας, από την Καθ' ης η Αίτηση 1 προς τον Καθ' ου η Αίτηση 2, έγινε καλόπιστα χωρίς πρόθεση καταδολίευσης και/ή παρεμπόδισης ανάκτησης εξ αποφάσεως χρέους οιουδήποτε πιστωτή και/ή των Αιτητών.
8. Η Αιτήτρια κατά τον χρόνο της μεταβίβασης του ακινήτου με αριθμό εγγραφής 0/[ ], Φ./Σχ. 0/2-276-372, Τεμάχιο [ ], Τμήμα 11, μερίδιο 3/5 στο Ξυλοφάγου, της Επαρχίας Λάρνακας, δεν συγκαταλεγόταν στους πιστωτές της Καθ' ης η Αίτηση 1, βάσει της ερμηνευτικές διατάξεις του Περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμου, Κεφ.62 και/ή εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση 1, κατά τον χρόνο της μεταβίβασης, δεν υπήρχε δικαστική απόφαση ή διάταγμα ή οποιοδήποτε άλλο ένδικο μέσο, ως εκ τούτου, δεν νομιμοποιείται η καταχώρηση της παρούσας Αίτησης και/ή η μεταβίβαση δεν είναι καταδολιευτική.
9. Η Καθ’ ης η Αίτηση δεν έχει προβεί σε καταδολιευτική μεταβίβαση του ακινήτου με αριθμό εγγραφής 0/[ ], Φ./Σχ. 0/2-276-372, Τεμάχιο [ ], Τμήμα 11, μερίδιο 3/5 στο Ξυλοφάγου, της Επαρχίας Λάρνακας και η μεταβίβαση του ακινήτου στον υιό της δεν συνιστά καταδολιευτική μεταβίβαση σύμφωνα με τον Νόμο.
10. Η Αίτηση καταχωρίστηκε και προωθείται καταχρηστικά και/ή με πολύ μεγάλη καθυστέρηση και εχθρικά προς το πρόσωπο της Καθ' ης η Αίτηση 1.
11. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε στη καταχώρηση της παρούσας Αίτησης πάσχει δικονομικά και είναι λανθασμένη και/ή γίνεται με αλλότριο σκοπό και/ή οι Αιτητές είναι εξασφαλισμένοι από την ακίνητη περιουσία των Πρωτοφειλετών και/ή έχει εκδοθεί εναντίον των Εναγόμενων 1 και 3 διάταγμα για καταβολή του ποσού των €650 μηνιαίως για την εξόφληση του εξ αποφάσεως χρέους.
- Δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία με την οποία να καταδεικνύεται η οικονομική κατάσταση της Καθ’ ης η αίτηση 1 και τα όσα αναφέρονται από τους Αιτητές αναφορικά με την οικονομική κατάσταση της είναι αναληθή και/ή παραπλανητικά με σκοπό την παραπλάνηση του δικαστηρίου για να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα.
- Οι Αιτητές δε δικαιούνται σε κανένα από τα ζητούμενα διατάγματα και η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί με έξοδα εις βάρος των Αιτητών.
Η ένσταση στηρίζεται στις ένορκες δηλώσεις της Αναστασίας Τοφαλλή Παναγή, Καθ’ ης η αίτηση 1 και του Ανδρέα Τοφαλλή, Καθ΄ ου η αίτηση 2. Η πρώτη λέγει ότι γνωρίζει πολύ καλά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, αναφορικά δε με γεγονότα που δεν έχει προσωπική γνώση κατονομάζει την πηγή της γνώσης της, όσο δε αφορά νομικά θέματα έχει λάβει νομική συμβουλή από τους Δικηγόρους της.
Είναι 74 ετών, διαμένει μόνη της καθότι είναι χήρα και το μόνο εισόδημα που λαμβάνει είναι η σύνταξη χηρείας και γήρατος περί τα €700 μηνιαίως. Αντιμετωπίζει αρκετά προβλήματα υγείας, ήτοι πίεσης, καρδίας, διαβήτη κλπ. Ένεκα και των συνεχόμενων αυξήσεων στις τιμές μετά βίας της αρκεί η πιο πάνω σύνταξη για την συντήρηση και την διαβίωση της. Πέραν της πιο πάνω σύνταξης δεν έχει άλλα εισοδήματα ούτε και οποιαδήποτε άλλη ακίνητη περιουσία και ουδέποτε είχε εισοδήματα καθότι ήταν νοικοκυρά.
Σημειώνει ότι ουδέποτε έχει λάβει προσωπικά η ίδια την επιστολή ημερομηνίας 23/03/2009 (Τεκμήριο 1) και πρώτη φορά την είδε με την επίδοση της παρούσας αίτησης.
Μετά την επίδοση της αγωγής στην ίδια και επειδή δεν είναι σπουδασμένη δεν ήξερε καν τι ήταν και για ποιο λόγο κινούσαν οι Αιτητές αγωγή εναντίον της έτσι επικοινώνησε με τον υιό της – Εναγόμενο 1, ο οποίος της ανέφερε ότι θα το διευθετούσε ο ίδιος χωρίς περαιτέρω να γνωρίζει η ίδια τι ενέργειες έκανε. Έκτοτε και μέχρι την καταχώρηση της παρούσας αίτησης οι Αιτητές ουδέποτε την ενημέρωσαν ή όχλησαν σε σχέση με το πιο πάνω θέμα.
Περαιτέρω, εξ όσων την ενημέρωσαν πρόσφατα και μετά την επίδοση της παρούσας αίτησης οι Εναγόμενοι 1 και 3, δηλαδή ο υιός και η νύφη της εναντίον τους έχει εκδοθεί διάταγμα μηνιαίων δόσεων ύψους €650 μηνιαίως, οι οποίοι κατέβαλαν κανονικά τις δόσεις τους.
Σύμφωνα με την ενόρκως δηλούσα, η μεταβίβαση και η εγγραφή του ακινήτου με αριθμό εγγραφής 0/[ ], Φ./Σχ. 0/2-276-372, Τεμάχιο [ ], Τμήμα 11, μερίδιο 3/5 στο Ξυλοφάγου, της Επαρχίας Λάρνακας, από την ίδια προς τον άλλο υιό της - Καθ' ου η αίτηση 2, έγινε καλόπιστα χωρίς πρόθεση καταδολίευσης καθότι ως αναφέρει ανωτέρω η ίδια δεν γνώριζε ότι ο Εναγόμενος 1 δεν κατέβαλλε τις δόσεις του. Περαιτέρω, ως αναφέρει, ο λόγος που μεταβίβασε το επίδικο ακίνητο στον Καθ’ ου η αίτηση 2 είναι:
Α) Το επίδικο τεμάχιο πιο παλιά και πριν τη δημιουργία του δρόμου ήταν ενωμένο με το τεμάχιο 128 και είχαν τον ίδιο αριθμό τεμαχίου.
Β) Μετά τη δημιουργία του δρόμου τα ακίνητα «διαχωρίστηκαν» και έτσι το ένα έλαβε αριθμό τεμαχίου το [ ] και το επίδικο το [ ]. Τα τεμάχια [ ] και [ ] βρίσκονται απέναντι το ένα με το άλλο.
Γ) Το τεμάχιο [ ] το είχε μεταβιβάσει στον Καθ’ ου η αίτηση 2 και στην τότε σύζυγο του, στο οποίο και ανεγέρθηκε η συζυγική κατοικία του Καθ’ ου η αίτηση όπου διαμένει μέχρι και σήμερα.
Δ) Τόσο το τεμάχιο [ ] όσο και το επίδικο τεμάχιο [ ] προοριζόταν στον Καθ’ ου η αίτηση 2 ως δωρεά.
Ε) Ο χρόνος που μεταβίβασε το επίδικο τεμάχιο στον Καθ’ ου η αίτηση 2 δεν έχει καμία σχέση με την παρούσα αγωγή και την πρόθεση της να καταδολιεύσει οποιονδήποτε, ο λόγος του το μεταβίβασε τότε ήταν διότι εκείνο το διάστημα ο Καθ’ ου η αίτηση έκανε προσπάθειες να ανταλλάξει το επίδικο τεμάχιο με το τεμάχιο 235 το οποίο βρίσκεται ακριβώς στην πρόσοψη της κατοικίας του.
Είναι η θέση τους ότι οι Αιτητές κατά το χρόνο της μεταβίβασης του ακινήτου με αριθμό εγγραφής 0/[ ], Φ./Σχ. 0/2-276-372, Τεμάχιο [ ], Τμήμα 11, μερίδιο 3/5 στο Ξυλοφάγου, της Επαρχίας Λάρνακας, δεν συγκαταλέγονταν στους πιστωτές της ούτε και εναντίον της, κατά τον χρόνο της μεταβίβασης, δεν υπήρχε δικαστική απόφαση ή διάταγμα ή οποιοδήποτε άλλο ένδικο μέσο, ως εκ τούτου, δεν νομιμοποιείται η καταχώρηση της παρούσας αίτησης και η μεταβίβαση δεν είναι καταδολιευτική. Επίσης δεν έχει προβεί σε καταδολιευτική μεταβίβαση του πιο πάνω ακινήτου και η μεταβίβαση του ακινήτου στον υιό της έγινε καλόπιστα και δεν συνιστά καταδολιευτική μεταβίβαση σύμφωνα με τον Νόμο. Εξ όσων ενημερώνεται από τους Εναγόμενους 1 και 3 ήταν πάντοτε σε γνώση των Αιτητών η μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου, οι οποίο κακόπιστα προέβηκαν στην καταχώρηση της παρούσας αίτησης μετά τις προσπάθειες του Εναγόμενου 1 να ενταχθεί στο σχέδιο «Εστία».
Ανεξάρτητα του πιο πάνω ισχυρισμού της, εισηγείται ότι υπάρχει υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση εκ μέρους των Αιτητών στην καταχώρηση της παρούσας αίτησης, καθότι όπως προκύπτει από το τεκμήριο 4 η έρευνα σε σχέση με τυχόν αποξενώσεις ακίνητης περιουσίας της που διενεργήθηκε στο Κτηματολόγιο μόλις στις 07/1/2020, ενώ θα μπορούσαν να το πράξουν ενωρίτερα με αποτέλεσμα να επηρεαστούν αρνητικά τα δικαιώματα της.
Προσθέτουν ότι οι Αιτητές δεν νομιμοποιούνται στην καταχώρηση της παρούσας αίτησης καθότι έχει εκπνεύσει η χρονική περίοδος ισχύος της απόφασης και οι Αιτητές δεν έχουν προβεί στην ανανέωση της, το εξ αποφάσεως χρέος δεν αφορά τους Αιτητές στην παρούσα διαδικασία και η απόφαση δεν έχει εκδοθεί υπέρ της Συνεργατικής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, αλλά υπέρ της Σπε Μακράσυκας. Ως εκ τούτου η Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ δεν νομιμοποιείται να καταχωρήσει και να πετύχει την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος εναντίον της καθότι ουδέποτε της επιδόθηκε οποιαδήποτε αίτηση μετονομασίας και σε κάθε περίπτωση οι Αιτητές όφειλαν να κοινοποιήσουν την αλλαγή αυτή στην ίδια επιδίδοντας της ειδοποίηση αλλαγής του ονόματος.
Στην ένορκη δήλωση του ο Ανδρέας Ττοφαλή αναφέρει ότι ο Εναγόμενος 1 είναι αδελφός του, η Εναγόμενη 2 μητέρα του και η Εναγόμενη 3 σύζυγος του πρώτου. Ο ίδιος δεν γνώριζε για την ύπαρξη του επίδικου δανείου ή των επιστολών που είχαν αποσταλεί πριν του επιδοθεί η αίτηση ούτε και την ύπαρξη της αγωγής. Ως επίσης αναφέρει τα τεμάχια [ ] και [ ] είχαν, πριν τη δημιουργία του δρόμου τον ίδιο αριθμό τεμαχίου, ενώ μετά τη δημιουργία του δρόμου διαχωρίστηκαν και έλαβαν τους πιο πάνω αριθμούς, βρίσκονται δε απέναντι το ένα με το άλλο. Το τεμάχιο [ ] του το μεταβίβασε η Καθ’ ης η αίτηση 1 και σε αυτό ανεγέρθηκε η συζυγική του κατοικία στην οποία διαμένει. Τόσο το τεμάχιο [ ] όσο και το [ ] προορίζονταν από την μητέρα του προς τον ίδιο ως κληρονομικό του μερίδιο. Στην πρόσοψη της οικίας του εφάπτεται το τεμάχιο [ ] το οποίο έχει το ίδιο σχήμα και μέγεθος με το [ ]. Περί το έτος 2009 έκανε προσπάθειες να ανταλλάξει το [ ] με το [ ] επειδή γνώριζε από πολύ πριν ότι το [ ] προοριζόταν για τον ίδιο. Έτσι μίλησε με τη μητέρα του και συμφώνησαν να του το μεταβιβάσει για να προχωρήσει στην υλοποίηση της συμφωνίας και έγινε η μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου χωρίς ίχνος πρόθεσης για δόλια μεταβίβαση. Παρά όμως ότι ήταν πολύ κοντά σε συμφωνία με τον τότε ιδιοκτήτη του τεμαχίου [ ] εν τέλει ο τελευταίος πώλησε το ακίνητο σε developer. Ακολούθως ο ενόρκως δηλών εξηγεί ότι έκανε προσπάθειες με τον εν λόγω developer για ανταλλαγή των τεμαχίων όμως εξ όσων έμαθε η Εταιρεία του τελευταίου τέθηκε σε εκκαθάριση με αποτέλεσμα να είναι πολύ πιο δύσκολη η επίτευξη σχετικής συμφωνίας. Ως αναφέρει επίσης του μεταβιβάστηκαν τα 3/5 μερίδια του ακινήτου από τη μητέρα του ενώ τα 2/5 ανήκουν σε τρίτο, η δε αξία του επίδικου ακινήτου δεν είναι ψηλή. Μετά την επίδοση της παρούσας αίτησης επικοινώνησε με τον Εναγόμενο 1 ο οποίος του ανέφερε ότι κάνει προσπάθειες διευθέτησης της παρούσας υπόθεσης. Εν πάση περιπτώσει οι Αιτητές είναι εξασφαλισμένοι από το ενυπόθηκο ακίνητο, από την περιουσία του Εναγομένου 1 και από το διάταγμα μηνιαίων δόσεων.
Η ακρόαση της υπόθεσης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν, αντίστοιχα, την αίτηση και την ένσταση. Και οι δυο πλευρές υποστήριξαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους με την υποβολή εμπεριστατωμένων γραπτών αγορεύσεων, το περιεχόμενο των οποίων λαμβάνω υπόψη μου και θα αναφερθώ σε αυτό όπου το κρίνω απαραίτητο. Απαντήσεις στα διάφορα επιχειρήματα θα δοθούν με το σκεπτικό του Δικαστηρίου που θα ακολουθήσει.
Νομική Πτυχή:
Ως έχω προαναφέρει, η παρούσα αίτηση στηρίζεται στα άρθρα 1-5 του περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμου, Κεφ. 62 και στα άρθρα 82-91Ι του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6.
Επισημαίνεται εν πρώτοις, ότι αιτήσεις δυνάμει του Κεφ. 62 έχουν πρωτογενή χαρακτήρα και κατατάσσονται στην ευρύτερη κατηγορία των αγωγών, έστω και αν δικονομικά είναι ενταγμένες στο πλαίσιο της αγωγής στην οποία εκδόθηκε το εξ' αποφάσεως χρέος. Πρόκειται στην ουσία για αυτόνομη διαδικασία, που στοχεύει σε άλλη μορφή θεραπείας από αυτήν της αγωγής.
Η διαδικασία που ακολουθείται στα πλαίσια εξέτασης αίτησης ως η παρούσα, προβλέπεται στο άρθρο 4 του Κεφ. 62, ενώ επεξηγείται στην υπόθεση Ιωακείμ κ.ά. ν. Λαϊκή Τράπεζα Λτδ (2003) 1 Α.Α.Δ. 198, στην οποία λέχθηκαν μεταξύ άλλων τα εξής:
«Κατά τη γνώμη μας η αίτηση κάτω από τις διατάξεις του Κεφ.62 ανήκει στην κατηγορία αιτήσεων που έχουν πρωτογενή χαρακτήρα. Και για την οποία ισχύει η προθεσμία καταχώρησης έφεσης των έξι εβδομάδων. Παρόλο που δικονομικά τέτοια αίτηση είναι ενταγμένη στο πλαίσιο της αγωγής, εντούτοις ο ομφάλιος λώρος με αυτή έχει αποκοπεί. Πρόκειται για αυτόνομη διαδικασία, που στοχεύει σε άλλης μορφής θεραπεία και που κατατάσσεται, όπως προελέχθη, για το σκοπό που συζητούμε, στην ευρύτερη κατηγορία των αγωγών.»
Το Κεφ.62 παρέχει εξουσία στο Δικαστήριο να ακυρώσει οποιαδήποτε μεταβίβαση ή διάθεση ακίνητης περιουσίας που θεωρείται ως δόλια. Σχετική είναι η υπόθεση Τζιέπρα v. Χαράλαμπος Σάββα και άλλη (2013) 1 Α.Α.Δ. 2410. Ως προς τα κριτήρια που θα καθιστούσαν τη μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας ως δόλια και κατ' επέκταση άκυρη, σχετικές είναι οι πρόνοιες του άρθρου 3(1) του Κεφ.62, που έχουν ως εξής:
«3. (1) Κάθε δωρεά, πώληση, ενέχυρο, υποθήκη ή άλλη μεταβίβαση ή διάθεση οποιασδήποτε κινητής ή ακίνητης περιουσίας που γίνεται από οποιοδήποτε πρόσωπο με πρόθεση να παρεμποδίσει ή καθυστερήσει τους πιστωτές του ή οποιοδήποτε από αυτούς να ανακτήσουν από αυτόν, τα χρέη αυτού ή αυτών, θα θεωρείται ότι είναι δόλια, και θα είναι άκυρη εναντίον του εν λόγω πιστωτή ή πιστωτών. και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε τέτοια δωρεά, πώληση, ενέχυρο, υποθήκη ή άλλη μεταβίβαση ή διάθεση, η περιουσία που φέρεται ότι μεταβιβάστηκε ή έτυχε μεταχείρισης κατά άλλο τρόπο δύναται να κατασχεθεί και να πωληθεί προς ικανοποίηση οποιουδήποτε χρέους από δικαστική απόφαση που οφείλεται από το πρόσωπο που προβαίνει στη δωρεά, πώληση, ενέχυρο, υποθήκη ή άλλη μεταβίβαση ή διάθεση».
Σύμφωνα με τα όσα υποδείχθηκαν στην υπόθεση Lymperopoulou v. Christodoulou and Others (1957) Vol. 22 C.L.R. 184, δόλια μεταβίβαση μπορεί να ακυρωθεί μόνο εάν ο πιστωτής που υποβάλλει την αίτηση ακύρωσης, συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών που ο χρεώστης κατά τον χρόνο της μεταβίβασης είχε πρόθεση να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει στην ανάκτηση του οφειλόμενου προς αυτόν χρέους του. Το Κεφ.62, σε αντίθεση με το κοινοδίκαιο, δεν παρέχει θεραπεία για μεταγενέστερο πιστωτή «subsequent creditor», δηλαδή πιστωτή ο οποίος δεν βρισκόταν στην σκέψη του χρεώστη κατά τον χρόνο της μεταβίβασης (βλέπε Pambos Zenios Trading Ltd κ.ά. ν. Μιχάλης Χατζηπαύλου & Υιός Λτδ κ.ά. (2011) 1 Α.Α.Δ. 2322).
Το ποιος μπορεί να θεωρηθεί πιστωτής που δικαιούται θεραπείας δυνάμει του Κεφ.62, είναι θέμα πραγματικό και αποφασίζεται από το Δικαστήριο αφού ληφθούν υπόψη όλα τα δεδομένα της υπόθεσης με κύριο κριτήριο τον χρόνο μεταβίβασης. Θα πρέπει να αποδειχθεί ότι πρόκειται για πιστωτή τον οποίο ο χρεώστης κατά τον χρόνο της μεταβίβασης είχε πρόθεση να παρεμποδίσει στην ανάκτηση του οφειλόμενου προς αυτόν χρέους (βλέπε Φ. Ζίττη κ.ά. ν. Αναφορικά με την αίτηση της εταιρείας Φθαρτεμπορική Α/φοι Α. Κατσαρής Π. Λτδ, Πολιτική Έφεση αρ. Ε92/2014, απόφαση ημερομηνίας 16.7.2019), ECLI:CY:AD:2019:A308.
Σύμφωνα με το άρθρο 4 του Κεφ.62 η μεταβίβαση μπορεί να κριθεί δόλια είτε έγινε πριν, είτε μετά την έναρξη της αγωγής. Θα πρέπει, όμως, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης για ακύρωση να υπάρχει απόφαση υπέρ του αιτητή. Όπως συγκεκριμένα έχει λεχθεί στην υπόθεση Φ. Ζίττη κ.ά. v. Αναφορικά με την αίτηση της εταιρείας Φθαρτεμπορική Α/φοί Α. Κατσαρής Π. ΛΤΔ (πιο πάνω):
«Το ποιος μπορεί να θεωρηθεί πιστωτής είναι θέμα πραγματικό και το δικαστήριο θα πρέπει να το αποφασίσει με κριτήριο το χρόνο μεταβίβασης. Θα πρέπει να αποδειχθεί ότι πρόκειται για πιστωτή, τον οποίο ο οφειλέτης, κατά το χρόνο της μεταβίβασης, είχε πρόθεση να παρεμποδίσει στην ανάκτηση του οφειλόμενου προς αυτόν χρέους.
Από παλαιότερα η νομολογία καθόρισε το ζητούμενο. Σύμφωνα με την υπόθεση Lymperopoulou v. Christodoulou and others (1957) Vol. 22 CLR 184, δόλια μεταβίβαση μπορεί να ακυρωθεί μόνο εάν ο πιστωτής που υποβάλλει την αίτηση ακύρωσης, συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών που ο οφειλέτης κατά το χρόνο της μεταβίβασης, είχε πρόθεση να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει στην ανάκτηση του οφειλόμενου προς αυτόν χρέους του.»
Σημειώνω ότι στο άρθρο 3(2) του Κεφ. 62 καθορίζεται ότι σε περίπτωση μεταβίβασης χωρίς αντάλλαγμα σε γονέα, σύζυγο, παιδί, αδελφό ή αδελφή του δικαιοπάροχου, το βάρος απόδειξης ότι η μεταβίβαση ή εκχώρηση έγινε καλόπιστα και όχι με πρόθεση να παρεμποδίσει ή καθυστερήσει τους πιστωτές του, θα το έχει o δικαιοπάροχος ή εκχωρητής και το πρόσωπο στο οποίο έγινε η εν λόγω μεταβίβαση ή εκχώρηση.
Ως αναφέρθηκε στην Φ. Ζίττη κ.ά. v. Αναφορικά με την αίτηση της εταιρείας Φθαρτεμπορική Α/φοί Α. Κατσαρής Π. ΛΤΔ (ανωτέρω), στην βάση του εδαφίου (2) του Άρθρου 3 δημιουργείται μαχητό τεκμήριο ότι η μεταβίβαση ήταν δόλια και το βάρος απόδειξης, ότι αυτή έγινε καλή τη πίστει, είναι στους ώμους του δικαιοπάροχου. Το εν λόγω μαχητό τεκμήριο μπορεί να ανατραπεί στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων με την προσκόμιση αξιόπιστης μαρτυρίας. Ως επίσης λέχθηκε στα πλαίσια της υπό αναφορά υπόθεσης οι εφεσείοντες έπρεπε να αποδείξουν ότι κατά το χρόνο της μεταβίβασης δεν ήταν στη σκέψη της εφεσείουσας 1, ότι η εφεσίβλητη ήταν πιστωτής και ότι η μεταβίβαση δεν έγινε με σκοπό να αποξενώσουν περιουσία για να μην μπορέσει η εφεσίβλητη να εισπράξει το οφειλόμενο ποσό.
Το ουσιώδες στοιχείο για να χαρακτηριστεί ως «δόλια» μια μεταβίβαση περιουσίας, είναι η πρόθεση του μεταβιβάζοντος κατά τον ουσιώδη χρόνο. Είναι απαραίτητο να διαπιστωθεί ότι η διάθεση έγινε με πρόθεση παρεμπόδισης ή καθυστέρησης του πιστωτή. Απόλυτα κατατοπιστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση Vassiliades v. Vassiliades and another (1941) ΧVII (Part 1) C.L.R. 10:
«The Law of Cyprus as stated in sections 2 and 3 of the Fraudulent Transfers Avoidance Laws, 1886 and 1927 makes the intent of the transferor the crucial test for deciding whether the transfer or disposal is to be deemed to be "fraudulent". The fraud contemplated is not what has been called 'moral' fraud; But consists in the intention of the transferor to 'hinder' or 'delay' (that is something less than 'revent') his creditors. Whether or not that intention exists, must be decided as an inference of fact considering all the circumstances of the case».
Σχετική επί του θέματος είναι και η υπόθεση Τζιέπρα v. Χαράλαμπος Σάββα κ.ά (πιο πάνω), όπου η μεταβίβαση που έγινε σε πολύ προγενέστερο χρόνο από την εκ συμφώνου απόφαση εναντίον του εκχωρητή, ο οποίος είχε στην κατοχή του και άλλη περιουσία, δεν κρίθηκε δόλια.
Εισηγήσεις συνηγόρων:
Ο συνήγορος των Αιτητών στην αγόρευση του εισηγήθηκε ότι όπως αναδύεται από το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου, η Καθ’ ης η αίτηση και το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατάφεραν να αποσείσουν το βάρος με το οποίο ήταν επιφορτισμένοι ότι η επίδικη μεταβίβαση έγινε καλή τη πίστη και δεν έγινε με πρόθεση να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει η Καθ’ ης η αίτηση την ανάκτηση του εξ αποφάσεως χρέους. Υποστήριξε περαιτέρω ότι οι Αιτητές είναι πιστωτής εν τη έννοια του Νόμου, δηλαδή πιστωτής ο οποίος βρισκόταν στη σκέψη της Καθ' ης η αίτηση κατά το χρόνο που δόλια έγινε η μεταβίβαση δια δωρεάς του επίδικου ακινήτου στον υιό της.
Από την άλλη, ο συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση αντέτεινε ότι οι Καθ’ ων η αίτηση έχουν καταφέρει να αποσείσουν το βάρος ότι η μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου έγινε καλή τη πίστη και χωρίς την πρόθεση παρεμπόδισης των Αιτητών να ανακτήσουν το εξ αποφάσεως χρέος.
Μη αμφισβητούμενα γεγονότα :
· Κατά την 13/03/2007 οι Αιτητές συμφώνησαν να παραχωρήσουν πιστωτική διευκόλυνση στον Εναγόμενο 1 για το ποσό των 72.000 Λ.Κ. (€123.019,30). Προς επίτευξη της εν λόγω συμφωνίας ο Εναγόμενος 1 υπέγραψε συμφωνία ημερομηνίας 13/03/2007. Η Εναγόμενη 2/ Καθ’ ης η αίτηση και ο Εναγόμενος 3 σε αντάλλαγμα της παροχής προς τον Εναγόμενο 1 του ως άνω αναφερόμενου δανείου, εγγυήθηκαν γραπτώς και υπό τύπο συνεχούς εγγυήσεως όλες τις υποχρεώσεις του Εναγόμενου 1 προς τους Αιτητές σε σχέση με το εν λόγω δάνειο.
· Επειδή κατά παράβαση των όρων του ως άνω δανείου, ο Εναγόμενος 1 καθυστερούσε τις δόσεις του οι Αιτητές δια επιστολών τους ημερομηνίας 23/03/2009 (Τεκμήριο 1 στην ένορκη δήλωση Σωτηρίου) προς τους Εναγόμενους τερμάτισαν την εν λόγω συμφωνία δανείου και κάλεσαν αυτούς όπως εξοφλήσουν ολόκληρο το χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού πλέον τόκους. Επίσης ενημέρωναν τους Εναγόμενους πως σε περίπτωση μη συμμόρφωσης θα ληφθούν νομικά μέτρα.
· Στις 30/07/2009 καταχωρήθηκε η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή εναντίον των Εναγόμενων.
· Η αγωγή επιδόθηκε στους Εναγόμενους 1, 2 και 3 στις 11/08/2009 οι οποίοι παρέλειψαν να εμφανιστούν στη διαδικασία, με αποτέλεσμα στις 21/10/2009 να εκδοθεί απόφαση εναντίον τους, για το ποσό των €129.295,55 πλέον τόκοι και έξοδα. Στις 13/12/2022 εκδόθηκε διάταγμα για άδεια εκτέλεσης της απόφασης για 12 χρόνια σε σχέση με τους Εναγόμενους 1, 3 και 4 και για 3 χρόνια σε σχέση με την Εναγόμενη 2/ Καθ’ ης η αίτηση.
· Στα πλαίσια λήψης μέτρων για σκοπούς εκτέλεσης της απόφασης, οι Αιτητές προχώρησαν σε έρευνα για την ακίνητη ιδιοκτησία επ’ ονόματι της Καθ’ ης η αίτηση και τυχόν αποξενώσεις αυτής από την οποία προέκυψε ότι η Καθ’ ης η αίτηση κατά την 20/05/2009 προέβηκε στη μεταβίβαση δια δωρεάς του ακινήτου με αρ. εγγραφής 0/[ ], Φ/Σχ. 0/2-276-372, τεμάχιο [ ], τμήμα 11, μερίδιο τα 3/5, στο Ξυλοφάγου, της επαρχίας Λάρνακας επ’ ονόματι του Αντρέα Ττοφαλή Ενδιαφερόμενου Μέρους.
Εξέταση Αίτησης:
Εν πρώτοις κρίνω σκόπιμο να ασχοληθώ με τη θέση των Καθ΄ ων η αίτηση ότι η αίτηση καταχωρίστηκε και προωθείται καταχρηστικά και/ή με πολύ μεγάλη καθυστέρηση και εχθρικά προς το πρόσωπο της Καθ' ης η αίτηση 1. Με δεδομένο ότι η παρούσα αίτηση έχει καταχωρηθεί στις 06/10/2020, δηλαδή 11 χρόνια μετά την έκδοση της απόφασης (στις 21/10/2009) και 11 χρόνια και 5 μήνες μετά την μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου από την Καθ’ ης η αίτηση 1 στον Καθ’ ου η αίτηση 2 εισηγήθηκαν ότι αυτή υποβάλλεται πολύ καθυστερημένα και χωρίς οποιαδήποτε βάσιμη δικαιολογία. Προβάλλουν επίσης στην αγόρευση τους το γεγονός ότι, όπως φαίνεται στο Τεκμήριο Β της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης στην αίτηση, οι Αιτητές είχαν προβεί σε ακόμη τρείς έρευνες, κατά το έτος 2013 και εν όψει τούτου οι Αιτητές είχαν εντοπίσει, τουλάχιστον, από το 2013 της ύπαρξη της εν λόγω μεταβίβασης την οποία αποδέχτηκαν και δεν έλαβαν κανένα μέτρο για ακύρωση της.
Σημειώνεται ότι το εν λόγω Τεκμήριο Β αποτελεί κατάσταση λογαριασμού στην οποία φαίνονται χρεώσεις δικηγορικών εξόδων, όπως αναφέρεται, για έρευνες (search). Καμία αναφορά δεν γίνεται για έρευνα στο Κτηματολόγιο η σε ποιόν αφορούσε η εν λόγω έρευνα. Δεν βρίσκει έρεισμα, συνεπώς στα ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα η θέση για εντοπισμό της μεταβίβασης από το 2013. Όπως προκύπτει από το Τεκμήριο 4 στην ένορκη δήλωση του κ. Σωτηρίου η έρευνα στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείου Αμμοχώστου διενεργήθηκε στις 07/01/2020 σε σχέση με τυχόν αποξενώσεις ακίνητης περιουσίας της Καθ’ ης η αίτηση. Το γεγονός αυτό δεν αμφισβητήθηκε.
Είναι, κατά την εκτίμηση μου, προφανές ότι πράγματι θα μπορούσε η πλευρά των Αιτητών να είχε εντοπίσει την ύπαρξη της μεταβίβασης κάνοντας νωρίτερα έρευνα στο Κτηματολόγιο. Δεν υπήρξε, ωστόσο, παρά τον ισχυρισμό περί δυσμενούς επηρεασμού της Καθ’ ης η αίτηση στην παράγραφο 14 της ένορκης δήλωσης της οποιαδήποτε μαρτυρία ότι το γεγονός αυτό και η όποια καθυστέρηση σημειώθηκε στην καταχώρηση της παρούσας αίτησης επηρέασε καθ΄ οιονδήποτε τρόπο τα συμφέροντα της κατά τρόπο μάλιστα ώστε να αποτελεί από μόνη της λόγο για απόρριψη της αίτησης.
Αποτέλεσε επίσης λόγο ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση ότι οι Αιτητές κατά το χρόνο της μεταβίβασης του επίδικου ακινήτου, ήτοι στις 20/05/2009 δεν συγκαταλέγονταν στους πιστωτές της Καθ' ης η αίτηση 1. Σύμφωνα με τη θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου των Καθ’ ων η αίτηση στις 20/05/2009, που ως είναι παραδεκτό έλαβε χώρα η επίδικη μεταβίβαση του ακινήτου από την Καθ’ ης η αίτηση 1 στον Καθ’ ου η αίτηση 2 δεν εκκρεμούσε καμία δικαστική ή άλλη διαδικασία εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση αφού η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε στις 30/07/2009. Ήταν περαιτέρω η εισήγηση του ότι δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας, εκ μέρους των Αιτητών, ότι επιδόθηκε η επιστολή τερματισμού ημερομηνίας 23/03/2009 (Τεκμήριο 1) στην Καθ’ ης η αίτηση 1 και ακόμα και εάν επιδόθηκε, πότε έγινε η επίδοση αυτή στην Καθ’ ης η αίτηση 1, πριν ή μετά τις 20/05/2009, που ήταν η ημερομηνία μεταβίβασης. Απεναντίας σύμφωνα με το συνήγορο, ο ισχυρισμός της Καθ’ ης η αίτηση 1 στην ένορκη της δήλωση ότι ουδέποτε έλαβε την εν λόγω επιστολή δεν αμφισβητήθηκε. Σημειώνω στο σημείο αυτό ότι στην παράγραφο 6 της ένορκης δήλωσης της Καθ’ ης η αίτηση 1 αναφέρει ότι «ουδέποτε έχω λάβει προσωπικά εγώ την επιστολή ημερομηνίας 23/3/2009 (Τεκμήριο 1)».
Είναι κοινώς παραδεκτό ότι κατά τον χρόνο μεταβίβασης του ακινήτου, δεν είχε εκδοθεί απόφαση εναντίον της Καθ΄ ης η αίτηση 1.
Όπως έχει προαναφερθεί, με βάση την σχετική νομολογία το ποιος μπορεί να θεωρηθεί πιστωτής τον οποίο ο οφειλέτης, κατά το χρόνο της μεταβίβασης, είχε πρόθεση να παρεμποδίσει στην ανάκτηση του οφειλόμενου προς αυτόν χρέους, είναι θέμα πραγματικό και το Δικαστήριο θα πρέπει να το αποφασίσει με κριτήριο τον χρόνο μεταβίβασης.
Στην πολύ πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΙΚΟΛΑ ΓΙΑΝΝΙΤΣΑΡΟΣ κ.α. v. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ, Πολ. Έφεση Αρ. Ε151/2015, ημερ. 9/5/2023, ECLI:CY:AD:2023:A158 οι μεταβιβάσεις των ακινήτων από τον εφεσείοντα 1 προς τη θυγατέρα του έγιναν σε περίοδο δύο μηνών, μετά που έλαβε την επιστολή ημερ. 7.9.2009, που τον πληροφορούσε για την παράλειψη του πρωτοφειλέτη να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του και, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, ότι θα λαμβάνονταν δικαστικά μέτρα εναντίον του. Αποτέλεσε θέση των εφεσειόντων πως, εφόσον οι επίδικες μεταβιβάσεις έγιναν προγενέστερα της έκδοσης απόφασης εναντίον του δεν μπορούσε να αποδοθεί στον εφεσείοντα 1 πρόθεση καθυστέρησης ή και παρεμπόδισης των εφεσιβλήτων να εισπράξουν ή να εκτελέσουν την απόφαση Δικαστηρίου που μεταγενέστερα εκδόθηκε. Διαφωτιστικά ως προς το θέμα που απασχολεί λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Σύμφωνα με το Άρθρο 4 του Νόμου, η ιδιότητα του εξ αποφάσεως πιστωτή πρέπει να υπάρχει κατά το χρόνο καταχώρισης της αίτησης για ακύρωση δόλιας μεταβίβασης. Η μεταβίβαση όμως της περιουσίας, αντικείμενο αίτησης στη βάση του Νόμου αυτού, μπορεί να έχει γίνει πριν ακόμη εγερθεί αγωγή, όπως προκύπτει από το λεκτικό της εν λόγω νομοθετικής διάταξης, την οποία παραθέτουμε:
«4. Οπoιαδήπoτε δωρεά, πώληση, εvέχυρo, υπoθήκη ή άλλη μεταβίβαση ή διάθεση oπoιασδήπoτε κιvητής ή ακίvητης περιoυσίας πoυ θεωρείται ως δόλια βάσει τωv διατάξεωv τoυ άρθρoυ 3 τoυ Νόμoυ αυτoύ η oπoία έγιvε πριv από ή μετά τηv έvαρξη αγωγής ή άλλης διαδικασίας στηv oπoία τo δικαίωμα για αvάκτηση τoυ χρέoυς έχει απoδειχτεί, δύvαται vα ακυρωθεί με διάταγμα τoυ Δικαστηρίoυ πoυ εξασφαλίζεται με αίτηση oπoιoυδήπoτε εξ απoφάσεως πιστωτή πoυ γίvεται στηv εv λόγω αγωγή ή άλλη διαδικασία, και στo Δικαστήριo εvώπιov τoυ oπoίoυ η αγωγή ή άλλη διαδικασία έχει ακoυστεί ή εκκρεμεί.»
(Ο τονισμός είναι του Δικαστηρίου)»
Επανερχόμενη στα γεγονότα της παρούσας, σύμφωνα με τη μαρτυρία που παρουσίασαν οι Αιτητές, μέσω των δικηγόρων τους, στις 23/03/2009 απέστειλαν στην Καθ’ ης η αίτηση 1 την επιστολή, Τεκμήριο 1 στην ένορκη δήλωση στην αίτηση, δια της οποίας ενημέρωναν τόσο την ίδια όσο και τους υπόλοιπους Εναγόμενους για το τερματισμό της μεταξύ των μερών συμφωνίας ένεκα της μη συμμόρφωσης των Εναγόμενων με τους όρους της συμφωνίας. Επίσης, οι Αιτητές μέσω της εν λόγω επιστολής ενημέρωναν την Καθ’ ης η αίτηση και τους Εναγόμενους 1, 3 και 4 ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσης θα ληφθούν εναντίον τους νομικά μέτρα. Η εν λόγω επιστολή δικογραφείται στην παράγραφο 7 της Έκθεσης Απαίτησης των Εναγόντων. Η αγωγή καταχωρήθηκε στις 30/07/2009. Στο μεσοδιάστημα, και συγκεκριμένα στις 20/05/2009, δηλαδή δύο μήνες μετά την αποστολή της εν λόγω επιστολής η Καθ’ ης η αίτηση 1 προχώρησε στη μεταβίβαση δια δωρεάς του ακινήτου με αρ. εγγραφής 0/[ ], Φ/Σχ. 0/2-276-372, τεμάχιο [ ], τμήμα 11, μερίδιο τα 3/5, στο Ξυλοφάγου, της επαρχίας Λάρνακας επ’ ονόματι του ενδιαφερόμενου μέρους. Η θέση της Καθ’ ης η αίτηση 1 ότι δεν έλαβε «προσωπικά η ίδια» την εν λόγω επιστολή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Παρά την πιο πάνω θέση της, για την οποία δεν έδωσε περαιτέρω επεξηγήσεις, η ίδια ακολούθως παραδέχεται ότι της έχει επιδοθεί το κλητήριο ένταλμα της αγωγής. Παρατηρώ ότι η διεύθυνση η οποία αναφέρεται στο κλητήριο είναι ταυτόσημη με τη διεύθυνση στην οποία απεστάλη η επιστολή που προηγήθηκε, η ορθότητα της οποίας, όπως αυτή δηλώθηκε στους Αιτητές ουδόλως αμφισβητήθηκε. Ως εκ τούτου, εφόσον η επιστολή, σύμφωνα με τη μαρτυρία, απεστάλη και δεν επεστράφη, υπάρχει τεκμήριο ότι έχει παραδοθεί στο πρόσωπο στο οποίο απευθυνόταν (Latifundia Properties Ltd v. Ψακή (2003) 1 ΑΑΔ 670 και Πιττάκας ν. Γ. και Β. Χατζηδημοσθένους Λτδ (2004) 1 ΑΑΔ 189) και πιο πρόσφατα Singh v. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 86/22, ημ. 20.7.22, Έλληνας και Άλλων ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ, Π.Ε. 87/13, ημ. 3.12.19, ECLI:CY:AD:2019:A503).
Στην υπόθεση ΓΙΑΝΝΙΤΣΑΡΟΣ (πιο πάνω) λέχθηκαν τα ακόλουθα :
«Οι μεταβιβάσεις των ακινήτων από τον εφεσείοντα 1 έγιναν σε περίοδο δύο μηνών, μετά που έλαβε την επιστολή ημερ. 7.9.2009, που τον πληροφορούσε για την παράλειψη του πρωτοφειλέτη να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του και, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, ότι θα λαμβάνονταν δικαστικά μέτρα εναντίον του.
Η θέση που προέβαλε ο εφεσείων 1 ήταν ότι δεν έλαβε γνώση της επιστολής αυτής και πως η μεταβίβαση έγινε προς υλοποίηση συμφωνίας που επιτεύχθηκε το 2006 με τη σύζυγό του για επίλυση των μεταξύ τους περιουσιακών διαφορών μετά τη διάσταση που επήλθε το 2006. Και οι δύο θέσεις του δεν έγιναν αποδεκτές από το Δικαστήριο. Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατήρησε ότι στη μεταγενέστερη επιστολή ημερ. 15.10.2009, η οποία είναι αποδεκτό ότι λήφθηκε, γίνεται αναφορά στην επιστολή της 7.9.2009. Περαιτέρω, επισήμανε ότι η μάρτυρας που κλήθηκε από τους εφεσείοντες, η οποία κατάθεσε ότι εκμίσθωσε τρία διαμερίσματα στον εφεσείοντα 1, δεν γνώριζε κατά πόσο τα χρησιμοποιούσαν οι υπάλληλοι του εφεσείοντα 1 ή και ο ίδιος. Ορθά κρίθηκε ότι η μαρτυρία της ήταν γενική, αόριστη και εξ ακοής, εφόσον η ίδια δεν διαπίστωσε οτιδήποτε για το οποίο κατέθεσε. Δεν διαπιστώνουμε σφάλμα στην προσέγγιση του Δικαστηρίου ως προς την αξιολόγησή της. Πέραν των πιο πάνω, όπως ορθά παρατήρησε η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσιβλήτων, η διεύθυνση που δήλωσε ο ίδιος, τόσο στους εφεσίβλητους στις 29.4.2013, όσο και στην ΑΗΚ, στις 14.10.2013, είναι η διεύθυνση στην οποία απεστάλη η επιστολή ημερ. 7.9.2009. Ως εκ τούτου, εφόσον η επιστολή, σύμφωνα με τη μαρτυρία, απεστάλη και δεν επεστράφη, υπάρχει τεκμήριο ότι έχει παραδοθεί στο πρόσωπο στο οποίο απευθυνόταν (Latifundia Properties Ltd v. Ψακή (2003) 1 ΑΑΔ 670 και Πιττάκας ν. Γ. και Β. Χατζηδημοσθένους Λτδ (2004) 1 ΑΑΔ 1895). Συνακόλουθα, το εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο εφεσείων 1 έλαβε γνώση της επιστολής των εφεσιβλήτων ημερ. 7.9.2009 είναι ορθό. Ούτε διαπιστώνουμε σφάλμα στην απόρριψη της θέσης του εφεσείοντα 1 ότι οι μεταβιβάσεις ήταν αποτέλεσμα συμφωνίας με τη σύζυγό του με την οποία, κατά τους ισχυρισμούς του, ευρίσκετο σε διάσταση το έτος 2006, αλλά δεν είχε, κατά την ακρόαση της αίτησης, εκδοθεί ακόμη διαζύγιο. Η κατ΄ ισχυρισμόν συμφωνία ποτέ δεν υλοποιήθηκε στην ολότητά της, παρά μόνο έγιναν, κατά τους ισχυρισμούς του εφεσείοντα 1, οι επίδικες μεταβιβάσεις προς μερική υλοποίηση της συμφωνίας, κατά το χρόνο που έλαβε την επιστολή ημερ. 7.9.2009. Στη βάση των πιο πάνω γεγονότων, ορθά δεν έγινε αποδεκτή η θέση του εφεσείοντα 1 ως προς το σκοπό των επίδικων μεταβιβάσεων.
Με την εν λόγω επιστολή οι εφεσίβλητοι ενημέρωναν τον εφεσείοντα 1 ότι ο πρωτοφειλέτης, τον οποίο εγγυήθηκε, καθυστερούσε την αποπληρωμή των δόσεων και του διδόταν περιθώριο 31 ημερών για να διευθετηθούν οι υποχρεώσεις του, διαφορετικά θα λαμβάνονταν εναντίον του δικαστικά μέτρα. Η εν λόγω επιστολή είχε δικογραφηθεί, όπως και όλοι οι ισχυρισμοί των εφεσιβλήτων, ως προς το ότι δόλια μεταβιβάστηκαν τα επίδικα ακίνητα στη θυγατέρα του εφεσείοντα 1.
Η αποστολή της επιστολής έθετε προ των ευθυνών του ως εγγυητή τον εφεσείοντα 1 για τις καθυστερήσεις που παρατηρούντο στην αποπληρωμή του δανείου της πρωτοφειλέτριας. Κατά το χρόνο αποστολής της επιστολής υπήρχαν οφειλόμενα ποσά τα οποία, εάν δεν εξοφλούντο, θα ακολουθούσε η λήψη των αναγκαίων μέτρων. Η συμφωνία δανείου δεν είχε τερματιστεί, όμως, εφόσον υπήρχαν οφειλόμενα ποσά, οι εφεσίβλητοι είχαν δικαίωμα να τα αξιώσουν με αγωγή, έστω και εάν δεν προηγείτο τερματισμός της συμφωνίας.
Με δεδομένο ότι το Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε τους λόγους που προβλήθηκαν για τη διά δωρεάς μεταβίβαση των ακινήτων στην εφεσίβλητη 2, η μεταβίβαση αμέσως μετά την αποστολή της επιστολής, ορθά κρίθηκε ότι στόχο είχε να μην επιτρέψει στους εφεσίβλητους να εισπράξουν το χρέος. Η ροή των γεγονότων είναι τέτοια που, σε περίπτωση που δεν υπάρχει ή δε γίνεται αποδεκτή η δικαιολογία της διά δωρεάς μεταβίβασης, όπως συνέβη εδώ, ορθά οδήγησε το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι οι εφεσείοντες είχαν πρόθεση να καταδολιεύσουν. Σημειώνεται πως η εφεσείουσα 2 δεν έδωσε μαρτυρία, ούτε οποιαδήποτε άλλη δικαιολογία για τη μεταβίβαση. Θα λέγαμε ότι ακόμη και χωρίς τη βοήθεια του τεκμηρίου του νόμου, τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης ήταν τέτοια που ο δόλος θα μπορούσε ούτως ή άλλως να στοιχειοθετηθεί.»
Στη βάση των πιο πάνω εκτιμώ ότι η Αιτήτρια, με τη λήψη της επιστολής 23/03/2009 είχε καταστεί «πιστωτής» εν τη εννοία του Κεφαλαίου 62, κατά το χρόνο της μεταβίβασης της Καθ’ ης η αίτηση 1. Όπως πολύ εύστοχα υπέδειξε η Λ. Δημητριάδου Π.Ε.Δ (ως ήταν τότε) στην αγωγή με αρ. 5351/2006 EUROINVESTMENT & FINANCE PUBLIC LTD v. 1. ΝΙΚΟΛΣΟΝ κ.α., ημερ. 29/12/2020 :
«Στη βάση όλων των πιο πάνω καθίσταται σαφές, κατά την κρίση μου, ότι στο ποιος μπορεί να θεωρηθεί πιστωτής περιλαμβάνονται εκτός από τους εξ' αποφάσεως πιστωτές και πρόσωπα τα οποία ο χρεώστης θεωρεί ότι ενδεχόμενα να τον υποβάλουν σε επικείμενη δικαστική διαδικασία ή να επιτύχουν απόφαση εναντίον του.»
Με δεδομένο ότι η Καθ' ης η αίτηση 1, προέβη στη μεταβίβαση δια δωρεάς του ακινήτου με αρ. Εγγραφής 0/[ ], Φ/Σχ. 0/2-276-372, τεμάχιο [ ], τμήμα 11, μερίδιο τα 3/5, στο Ξυλοφάγου, της επαρχίας Λάρνακας (με αριθμό φακέλου αποξένωσης 4/Δ/790/2009) επ’ ονόματι του γιού της, Αντρέα Τοφαλλή, με βάση τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 3, εδάφιο (2) του Κεφ.62, το βάρος απόδειξης ότι η μεταβίβαση δεν ήταν δόλια αλλά διενεργήθηκε καλόπιστα, μετατίθεται στους ώμους του μεταβιβάζοντα και του δεχόμενου τη μεταβίβαση.
Συνεπώς, το βάρος απόδειξης, ότι η μεταβίβαση δεν έγινε δόλια αλλά καλή τη πίστει, βρίσκεται εν προκειμένω, στους ώμους των Καθ' ων η αίτηση 1 και 2.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με το Άρθρο 3(2) του Κεφ. 62, όταν η μεταβίβαση έγινε, μεταξύ άλλων, σε παιδί και «..όχι με χρηματικό αντάλλαγμα ή με αντάλλαγμα άλλη περιουσία ισοδύναμης αξίας ή με καλή αντιπαροχή», δημιουργείται τεκμήριο (presumption) ότι η μεταβίβαση ήταν «δόλια».
Το εν λόγω τεκμήριο είναι, βέβαια, μαχητό και δύναται να ανατραπεί στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, νοουμένου ότι προς τούτο προσκομιστεί επαρκής, αξιόπιστη και αποδεκτή μαρτυρία.
Σε ό,τι αφορά το τεκμήριο της δόλιας μεταβίβασης και το βάρος απόδειξης που φέρουν υπό τις περιστάσεις οι Καθ΄ ων η αίτηση σχετικό είναι το απόσπασμα από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. ΛΤΔ (σε εκκαθάριση) και άλλων ν. Lakis Georgiou Construction Ltd, Πολ. Έφεση 214/12, ημερ. 28/9/18, ECLI:CY:AD:2018:A422 :
«Παρατηρείται επομένως ότι υπάρχει τεκμήριο το οποίο λειτουργεί υπέρ του πιστωτή με τον οφειλέτη να βαρύνεται με την απόδειξη του αντιθέτου. Απόδειξη που ικανοποιείται στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, (Ευαγγέλου ν. Κωστάκης Κουρέας και Υιός Λτδ (2005) 2 Α.Α.Δ. 415). Η δωρεά, όπως είναι εν προκειμένω η περίπτωση, προς όφελος τρίτου του περιουσιακού στοιχείου της εφεσείουσας εταιρείας τεκμαίρεται να αποτελεί πράξη καταδολίευσης των εφεσιβλήτων και αυτό ανεξάρτητα από το χρονικό σημείο που έγινε η μεταβίβαση δηλαδή πριν ή μετά την καταχώρηση αγωγής, ή, στα δεδομένα της παρούσας διαφοράς, της έκδοσης της διαιτητικής απόφασης και της μεταγενέστερης εγγραφής της στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου. Παρόμοιες πρόνοιες υπάρχουν στο Κεφ. 62, το άρθρο 3(1) του οποίου προνοεί ότι κάθε δωρεά, πώληση, κλπ, με πρόθεση την παρεμπόδιση ή καθυστέρηση των πιστωτών θα θεωρείται ως δόλια, κατά τεκμήριο, δηλαδή, με το βάρος κατά το εδάφιο (2), απόδειξης της καλής πίστης της μεταβίβασης ή εκχώρησης να φέρει ο δικαιοπάροχος ή εκχωρητής καθώς και το πρόσωπο στο οποίο έγινε η μεταβίβαση ή εκχώρηση.»
Σημαντικό είναι να προστεθεί σε σχέση με το στοιχείο της πρόθεσης ότι, ως αναφέρεται επίσης στην ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. ΛΤΔ (ανωτέρω) «η πρόθεση ……… συνάγεται από τα γεγονότα και μόνο». Σχετικά επίσης είναι και τα όσα λέχθηκαν στην πρόσφατη απόφαση ΑΝΝΑΣ ΛΕΒΕΝΤΗ κ.α. v. ALPHA BANK CYPRUS LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 253/2014, 5/12/2022, ECLI:CY:AD:2022:A475 από τον Σάντη Δ:
«Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος αναδίφησε τη μαρτυρία στο σύνολο της, αντικρίζοντας την μακροσκοπικά (και εκεί όπου χρειαζόταν και μικροσκοπικά), αντιπαραβάλλοντας την συν τω χρόνω με άλλη γραπτή και προφορική μαρτυρία που δόθηκε στη διαδικασία, συμπεραίνοντας, ως αναδύεται και από τα όσα απέγραψε ως κρίση, ότι η αποδοθείσα πρόθεση στις Εφεσείουσες δεν μπορούσε παρά να συναχθεί από τα γεγονότα, χειρισμός που σύναδε εξάλλου με τη νομολογία της εποχής (στην οποία παράπεμψε), αλλά και που συμπίπτει και με πιο πρόσφατες νομολογιακές τοποθετήσεις (ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. Λτδ ν. Lakis Georgiou Construction Ltd, Π.Ε. 214/12, ημ. 28.9.18, ECLI:CY:AD:2018:A422).»
Στην υπό κρίση περίπτωση, ως έχει προαναφερθεί, η ακρόαση της αίτησης έγινε στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που καταχωρήθηκαν εκατέρωθεν χωρίς να ζητηθεί η αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων, ως δε είχαν δικαίωμα και οι δύο πλευρές, επικαλέστηκαν τη μαρτυρία των ενόρκων δηλούντων στην αίτηση και Ένσταση αντίστοιχα.
Αποτέλεσε ισχυρισμό των Καθ’ ων η αίτηση ότι η μεταβίβαση και η εγγραφή του επίδικου ακινήτου από την Καθ' ης η αίτηση 1 προς τον Καθ' ου η αίτηση 2, έγινε καλόπιστα χωρίς πρόθεση καταδολίευσης και/ή παρεμπόδισης ανάκτησης εξ αποφάσεως χρέους των Αιτητών. Παρέμεινε σύμφωνα με τη θέση τους αναντίλεκτη η μαρτυρία της Καθ' ης η αίτηση 1 ότι το εν λόγω ακίνητο προοριζόταν εξ υπαρχής στον Καθ’ ου η αίτηση 2, ως δωρεά. Επίσης υποστήριξαν ότι δεν έτυχαν αμφισβήτησης τα γεγονότα όπως τα παραθέτει η Καθ’ ης η αίτηση στην ένορκη δήλωση της, συγκεκριμένα ότι Α) Το επίδικο τεμάχιο παλαιότερα και πριν δημιουργία του δρόμου ήταν ενωμένο με το τεμάχιο [ ] και είχαν τον ίδιο αριθμό τεμαχίου, Β) Μετά τη δημιουργία του δρόμου τα ακίνητα «διαχωρίστηκαν» και έτσι το ένα έλαβε αριθμό τεμαχίου το [ ] και το επίδικο το [ ]. Τα τεμάχια [ ] και [ ] βρίσκονται απέναντι το ένα με το άλλο, Γ) Το τεμάχιο [ ] η Καθ’ ης η αίτηση το είχε μεταβιβάσει στον Καθ’ ου η αίτηση 2 και στην τότε σύζυγο του, στο οποίο και ανεγέρθηκε η συζυγική κατοικία του Καθ’ ου η αίτηση όπου διαμένει μέχρι και σήμερα, Δ) Τόσο το τεμάχιο [ ] όσο και το επίδικο τεμάχιο [ ] προορίζονταν στον Καθ’ ου η αίτηση 2 ως δωρεά και ότι, Ε) Ο χρόνος που μεταβίβασε το επίδικο τεμάχιο στον Καθ’ ου η αίτηση 2 δεν έχει καμία σχέση με την παρούσα αγωγή και την πρόθεση της να καταδολιεύσει οποιονδήποτε, ο λόγος δε που μεταβίβασε τότε το ακίνητο στον Καθ’ ου η αίτηση 2 ήταν διότι εκείνο το διάστημα ο τελευταίος έκανε προσπάθειες να ανταλλάξει το επίδικο τεμάχιο με το τεμάχιο [ ] το οποίο βρίσκεται ακριβώς στην πρόσοψη της κατοικίας του.
Αντίθετη ήταν η άποψη των Αιτητών οι οποίοι επεσήμαναν ότι οι πιο πάνω ισχυρισμοί της Καθ’ ης η αίτηση δεν μπορούν να κριθούν πειστικοί. Είναι γεγονός ότι ο χρόνος κατά τον οποίο η Καθ’ ης η αίτηση μεταβίβασε το τεμάχιο [ ] στο γιό της, Καθ΄ ου η αίτηση 2 παρέμεινε ασαφής όπως και ασαφές και ανεξήγητος παρέμεινε και ο λόγος που η μεταβίβαση του επίδικου τεμαχίου δεν έγινε ταυτόχρονα αφού, αναντίλεκτα, τέτοια ήταν η δεδηλωμένη πρόθεση της Καθ’ ης η αίτηση εξαρχής. Εξάγεται βέβαια από το Τεκμήριο 4 στην ένορκη δήλωση στην αίτηση ότι η μεταβίβαση του τεμαχίου 128 έγινε πριν τον Ιανουάριο 2007. Προκύπτει συνεπώς με βάση τα πιο πάνω ότι η επίδικη μεταβίβαση, παρά την εν λόγω πρόθεση της Καθ’ ης η αίτηση δεν έγινε και αυτή πριν από το 2007 αλλά έγινε δύο μήνες μετά την επιστολή τερματισμού, ήτοι στις 20/5/2009. Στην ΑΝΝΑΣ ΛΕΒΕΝΤΗ κ.α. (πιο πάνω), το Ανώτατο Δικαστήριο υιοθέτησε το σκεπτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου, παραθέτοντας το σχετικό απόσπασμα :
«…. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η καθ' ης η αίτηση 1 έλαβε γνώση κατά το χρόνο που της είχαν αποσταλεί με συστημένο ταχυδρομείο οι επιστολές χωρίς να επιστραφούν και είχε σαφή αντίληψη της επερχόμενης αγωγής.
Η γνώση αυτή εξηγεί και τη μεταβίβαση ως προσπάθεια μέσα από μια οικογενειακή συμπαιγνία να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος για το διαμέρισμα. Υπενθυμίζεται δε, ότι κριτήριο αποτελεί η πρόθεση του εκχωρητή να εμποδίσει ή να καθυστερήσει τους πιστωτές του, όπως μπορεί να εξαχθεί από το σύνολο των περιστάσεων, όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Vasiliades v. Vasiliades & another (1949) 18 (Part 1) CLR 10.
Κανένα στοιχείο δεν δόθηκε που να καταδεικνύει ότι η πρόθεση της μητέρας να μεταβιβάσει το διαμέρισμα υπήρχε πριν λάβει γνώση. Το μόνο στοιχείο που παρουσίασαν είναι μια ξαφνική μεταβίβαση μεταξύ θυγατέρας και μητέρας κατά τον κρίσιμο χρόνο. Καμιά εξήγηση δεν δόθηκε γιατί η μεταβίβαση να γίνει κατ' εκείνο το χρόνο. Δεν τέθηκε λ.χ. ότι επίκειτο εκποίηση της υποθήκης ή ότι υπήρχε οποιοσδήποτε άλλος λόγος να γίνει η μεταβίβαση κατ' εκείνο το χρόνο. Οι καθ' ων η αίτηση αντί να δώσουν εξηγήσεις για αυτά, προσπάθησαν να παραπλανήσουν το δικαστήριο σε σχέση με τη γνώση που έλαβε η εναγόμενη 1 διά των επιστολών.
Συνεπώς, έστω και αν θα ελαμβάνετο υπόψη η συναλλαγή με το εξοφληθέν χρέος, είναι υπό το σύνολο των περιστάσεων φανερό ότι η συναλλαγή αυτή δεν ήταν γνήσια όπως παρουσιάστηκε, αλλά είχε κοινό σκοπό (με κοινή γνώμη) την παρεμπόδιση ή την καθυστέρηση των εξ αποφάσεως πιστωτών να εξασφαλίσουν το λαβείν τους.
Απλώς, η διαπίστωση αυτή είναι πιο ευχερής εάν, όπως πρέπει, παραβλεφθεί ως ανεπίτρεπτη η προσπάθεια να καταδειχθεί αντάλλαγμα.
....................................».
Σε συνάρτηση με τα όσα προανέφερα, κρίνω ότι ούτε και στην παρούσα περίπτωση υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο που να καταδεικνύει ότι η πρόθεση της μητέρας, Καθ΄ ης η αίτηση 1 υπήρχε πριν λάβει γνώση της επιστολής, ούτε και δόθηκε πειστική εξήγηση γιατί η επίδικη μεταβίβαση έγινε κατ’ εκείνο το χρόνο. Εξίσου απροσδιόριστες χρονικά (αλλά και πραγματικά) και κατ’ επέκταση ανεξήγητες παρέμειναν οι αναφορές για τη δημιουργία των δύο νέων τεμαχίων, όπως και οι προσπάθειες του γιού της Καθ’ ης η αίτηση 1 για ανταλλαγή του νέου, επίδικου τεμαχίου με άλλο τεμάχιο.
Έχοντας συνεπώς καταλήξει ότι η Καθ’ ης η αίτηση γνώριζε για την ύπαρξη του οφειλόμενου χρέους και ότι οι Αιτητές ήταν πιστωτές κατά το χρόνο της μεταβίβασης, κρίνω ότι η μεταβίβαση έγινε με σκοπό και πρόθεση να εμποδίσουν τους Αιτητές να ανακτήσουν το εν λόγω οφειλόμενο ποσό. Αυτό ενισχύεται και από το χρόνο κατά τον οποίο έγινε η μεταβίβαση, όπως αναλύεται πιο πάνω.
Δύο τελευταία ζητήματα που έχουν εγείρει και προωθήσει οι Καθ’ ων η αίτηση με την αγόρευση τους απομένουν προς εξέταση.
Το πρώτο αφορά τη θέση ότι οι Αιτητές είναι εξασφαλισμένοι από την ακίνητη περιουσία των πρωτοφειλετών και ότι έχει εκδοθεί διάταγμα εναντίον των Εναγόμενων 1 και 3 για καταβολή του ποσού των €650 μηνιαίως για την εξόφληση του εξ αποφάσεως χρέους. Η πιο πάνω θέση δεν βρίσκει έρεισμα στα ενώπιον μου στοιχεία. Προκύπτει από την ένορκη δήλωση Γεωργίου στην αίτηση, το περιεχόμενο της οποίας δεν έχει αμφισβητηθεί, ότι στις 09/02/2012 εκδόθηκε διάταγμα εναντίον του Εναγόμενου 1 όπως καταβάλλει προς εξόφληση του εξ αποφάσεως χρέους του €650 μηνιαίως από 01/04/2012 και €900 μηνιαίως από 01/04/2013. Στο Τεκμήριο Β που επισυνάπτεται στην ίδια ένορκη δήλωση φαίνεται ότι ο Εναγόμενος 1 κατέβαλε μόνο στις 08/08/2012 το ποσό των €600 και στις 19/04/2013, 24/07/2013, 22/08/2014 και 03/10/2014 το ποσό των €300, αντίστοιχα. Επιπρόσθετα στην ένορκη δήλωση Γεωργίου αναφέρεται, και δεν έχει αμφισβητηθεί ή αντικρουστεί με οποιοδήποτε τρόπο, ότι η αξία του ενυπόθηκου ακινήτου είναι χαμηλότερη από το χρεωστικό υπόλοιπο το οποίο σύμφωνα με το Τεκμήριο Β κατά την 31/12/2022 ήταν €332.548,74.
Σχετική με το επιχείρημα που προέβαλαν οι Καθ’ ων η αίτηση είναι η απόφαση στην ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ κ.α. ν. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ, Πολ. Έφεση 164/2012, ημερ. 01/06/2018, στην οποία το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την έφεση εναντίον της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην οποία οι επίδικες μεταβιβάσεις κηρύχθηκαν ως δόλιες, ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Εν προκειμένω, η πράξη που βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος είναι η αδιαμφισβήτητη μεταβίβαση, από την εφεσείουσα 2 προς τη δικαιοδόχο, δυνάμει δωρεάς, τεσσάρων τεμαχίων γης, περιουσία της πρώτης.Σύμφωνα με τις σχετικές διαπιστώσεις, πρωτόδικα, οι εφεσείοντες δεν προσκόμισαν οποιαδήποτε μαρτυρία, προς ανατροπή του εν λόγω τεκμηρίου. Το εκδικάσαν Δικαστήριο θεώρησε πως ό,τι ετέθη ενώπιόν του ενίσχυε, μάλλον, τη διαπίστωσή του για έλλειψη καλής πίστης από μέρους τους, ή ότι τα τεθέντα ήταν άσχετα με την εφαρμογή των προαναφερθεισών προνοιών. Πράγματι, από το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων που κατατέθηκαν προς υποστήριξη των δύο αιτήσεων, δε διαπιστώνεται να προβάλλεται οποιοσδήποτε ισχυρισμός, με τον οποίο να επεξηγείται και να υποστηρίζεται ο λόγος για τον οποίο είχε διενεργηθεί η μεταβίβαση των συγκεκριμένων τεμαχίων στη δικαιοδόχο.
Η διαπίστωση, ανωτέρω, του εκδικάσαντος Δικαστηρίου κρίνεται ορθή και δε χρειάζεται να σχολιαστεί οτιδήποτε άλλο έχει επισημανθεί, ως ενισχυτικό, κατά την άποψή του, της πιο πάνω πτυχής. Στη βάση της παρατήρησης αυτής, οι ισχυρισμοί των εφεσειόντων ότι τα υπό αναφορά κτήματα δεν έχουν αξία και ότι η οφειλή είναι εξασφαλισμένη επαρκώς από υποθήκη επί άλλων ακινήτων, σαφώς, εκ του περιεχομένου τους, δεν είναι ικανοί να ανατρέψουν το προαναφερθέν τεκμήριο. Για την ακρίβεια, στην προκειμένη περίπτωση, είναι εντελώς άσχετοι. Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, διαπιστώνεται ότι, όντως, οι εφεσείοντες απέτυχαν να ανατρέψουν το εν λόγω τεκμήριο.»
Το δεύτερο ζήτημα που απομένει να εξεταστεί είναι αυτό που εγείρεται με το λόγο ένστασης 6, δηλαδή το κατά πόσο οι Αιτητές νομιμοποιούνται στην έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Πάρα το γεγονός ότι ο εν λόγω λόγος δεν προωθήθηκε με την αγόρευση των Καθ’ ων η αίτηση κρίνω σκόπιμο να αναφέρω συνοπτικά τα εξής :
Στις 11/12/13, 24/08/17 και 25/09/20 καταχωρήθηκαν στο φάκελο του Δικαστηρίου σχετικές ειδοποίησης που αφορούν τη μετονομασία των Αιτητών. Περαιτέρω, μετά την καταχώρηση της αίτησης, και συγκεκριμένα στις 07/11/22 καταχωρήθηκε ειδοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 18(6) του Περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2015 (Ν.169(Ι)/2015) ως τροποποιήθηκε.
Διαφωτιστικά είναι τα όσα έχουν λεχθεί στην απόφαση Σταυρινίδης ν. Τράπεζα Κύπρου, Πολ. Έφ.Αρ.367/2012, ημερ.17/01/19, ECLI:CY:AD:2019:A11 στην οποία το Ανώτατο Δικαστήριο κατέληξε ότι η σχετική ειδοποίηση μετονομασίας στον δικαστηριακό φάκελο είναι αρκετή. Λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:
«Στα πλαίσια της θέσης της εφεσείουσας πως δεν καταδείχθηκαν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις έχει διατυπωθεί το παράπονο πως το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να αποφασίσει για τη νομιμοποίηση της αιτήτριας ως Marfin Popular Bank Public Ltd αφού ως ενάγουσα στην αγωγή αναγράφεται η Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ. Θα πρέπει να αναφέρουμε πως συμφωνούμε με τη θέση που διατύπωσε η πλευρά της εφεσίβλητης πως ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με το θέμα αφού τούτο δεν εγείρετο με τους λόγους ένστασης. Εν πάση περιπτώσει θα προσθέταμε πως εν προκειμένω η νομιμοποίηση προέκυψε από την ίδια την ταυτόσημη υπόσταση της εφεσίβλητης, αφού η απλή αλλαγή ονόματος δεν αλλοίωνε την υπόσταση της ως διαδίκου, αλλά και το δικαίωμα προς εκτέλεση και είσπραξη, νοουμένου μάλιστα ότι εντός του πρωτοδίκου φακέλου κατεχωρήθη σχετική Ειδοποίηση αλλαγής του ονόματος».
Προσθέτω επί του προκειμένου ότι το παρών Δικαστήριο εξετάζοντας στα πλαίσια αίτησης για άδεια εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης ημερομηνίας 21/10/2009 τον ίδιο λόγο ένστασης, στην απόφαση του ημερομηνίας 13/12/2022 ανέφερε τα ακόλουθα, τα οποία είναι για το ίδιο δεσμευτικά :
«Βρίσκω, επιπλέον, ότι οι Ενάγοντες δικαιούνται στην εκτέλεση της απόφασης. Η αλλαγή και μετονομασία του ονόματος των Εναγόντων- Αιτητών, προκύπτει μέσα από τις σχετικές ειδοποιήσεις μετονομασίας (ημερομηνίας 11/12/2013, 24/08/2017 και 25/09/2020) που καταχωρήθηκαν στο φάκελο της υπόθεσης. Όσον δε αφορά το παράπονο της Καθ’ ης η Αίτηση ότι δεν ειδοποιήθηκε για τη μετονομασία των Αιτητών και την εισήγηση της ότι η Αιτήτρια δεν νομιμοποιείται να ζητά το διάταγμα, κρίνω ότι δεν ευσταθούν. Η απλή αλλαγή του ονόματος δεν αλλοίωσε την υπόσταση της Αιτήτριας ως διαδίκου ούτε και το δικαίωμα των Εναγόντων προς εκτέλεση και είσπραξη, νοουμένου ότι εντός του φακέλου καταχωρήθηκαν οι σχετικές ειδοποιήσεις μετονομασίας (Βλ. Σταυρινίδης ν Τράπεζα Κύπρου, Πολ. Έφ.Αρ.367/2012, ημερ.17/01/19), ECLI:CY:AD:2019:A11.»
Στη βάση των πιο πάνω εκδίδεται Διάταγμα για ακύρωση της μεταβίβασης του ακινήτου υπ. Αρ. Εγγραφής 0/[ ], Φ/Σχ. 0/2-276-372, τεμάχιο [ ], τμήμα 11, μερίδιο τα 3/5, στο Ξυλοφάγου, της Επαρχίας Λάρνακας και για επανεγγραφή του ακινήτου επ’ ονόματι της Εναγομένης 2, Καθ’ ης η αίτηση 1. Ασκώντας τη διακριτική ευχέρεια που μου παρέχει το άρθρο 91Γ, ενόψει του γεγονότος ότι δεν υπάρχουν ενώπιον του Δικαστηρίου επαρκείς λεπτομέρειες σε σχέση με το τι περιέχεται στο εν λόγω τεμάχιο ή τη φύση του εν λόγω τεμαχίου, πλην το ότι αφορά μερίδιο τα 3/5 και ενόψει του ότι δεν έχει προωθηθεί με την αγόρευση των αιτητών η έκδοση διατάγματος κατάσχεσης και πώλησης του ακινήτου δεν εκδίδω διάταγμα σε σχέση με το εδάφιο 2 (α) του πιο πάνω άρθρου. Διατάσσω όπως κατ' εφαρμογή του εδαφίου 2 (γ) του άρθρου 91 (Γ) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, η ως άνω ακύρωση της εγγραφής και η επανεγγραφή στο όνομα της Καθ' ης η αίτηση 1, συνοδεύεται ταυτόχρονα με εγγραφή του εξ' αποφάσεως χρέους ως επιβάρυνσης επί του ακινήτου.
Σε σχέση με τα έξοδα αυτά επιδικάζονται υπέρ των Αιτητών και εναντίον των Καθ' ων η αίτηση ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, αφού δεν προκύπτει λόγος τα έξοδα να μην ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της αίτησης.
(Υπ.): ………………………..
Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο