MARTIN BOGATINOV ν. ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΖΑΡΙΦΗΣ, Αρ. Αγωγής: 1514/2022, 25/4/2024
print
Τίτλος:
MARTIN BOGATINOV ν. ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΖΑΡΙΦΗΣ, Αρ. Αγωγής: 1514/2022, 25/4/2024

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ.  ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Α.Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής: 1514/2022(i)

Μεταξύ:

 

MARTIN BOGATINOV

Ενάγοντος

-και-

 

ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΖΑΡΙΦΗΣ

Εναγόμενου

 

Αίτηση ημερ. 3.2.23 για συνοπτική απόφαση

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:  26 Απριλίου, 2024

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντα - Αιτητή: κα Π. Θεοχάρη για Αντώνης Κ. Καράς ΔΕΠΕ 

Για Εναγόμενο - Καθ΄ ου η Αίτηση: ΓΙΑΝΝΗΣ  ΑΡΓΥΡΙΔΗΣ  &  ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ  ΔΕΠΕ

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με αυτή την αίτηση ζητείται η έκδοση συνοπτικής απόφασης ως η Έκθεση Απαίτησης του Ενάγοντα.

 

Η Αίτηση βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.18 Θ. 1 (a), 2 , Δ.26 , Δ.30 και Δ.48 Θ. 1-9, Δ.64, στο άρθρο 30 του Συντάγματος, στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων επί των Γενικών Αρχών του Νόμου, επί των Κανόνων της Επιείκειας της Πρακτικής και των Συμφυών Εξουσιών των Δικαστηρίων.

 

Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η αίτηση φαίνονται στην ένορκο δήλωση της Μαρίας Φιλίππου, συζύγου του Ενάγοντα η οποία αναφέρει ότι γνωρίζει προσωπικά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, είναι άμεσα εμπλεκόμενο και επηρεαζόμενο πρόσωπο ως εκ τούτου είναι σε θέση να προσφέρει μαρτυρία και μπορεί να ορκιστεί θετικά για τα επίδικα γεγονότα. Για τα νομικά σημεία που αναφέρει στην ένορκη δήλωση της έχει λάβει τη συμβουλή των δικηγόρων του Ενάγοντα - Αιτητή. Υιοθετεί πλήρως το περιεχόμενο της βάσεως αγωγής, την αιτία της αγωγής και το ποσό που αξιώνεται από τον Ενάγοντα.  Αναφορικά με το ιστορικό της υπόθεσης αναφέρει ότι περί την 11/11/2022 καταχωρήθηκε Αγωγή με αριθμό 1514/2022 με Ειδικώς Οπισθογραφημένο Κλητήριο Ένταλμα, εναντίον του Εναγόμενου. Η Αγωγή επιδόθηκε στον Εναγόμενο περί την 18/11/2022 ο οποίος καταχώρησε Σημείωμα Εμφάνισης μέσω δικηγόρου περί την 22/11/2022. Δεν έχει καταχωρηθεί Υπεράσπιση από τον Εναγόμενο και ο Εναγόμενος καμία ουσιαστική Υπεράσπιση δεν έχει στα πλαίσια της παρούσας Αγωγής.  Περαιτέρω, είναι θέση τόσο της ίδιας όσο και του Ενάγοντα, ότι ο μόνος λόγος που καταχωρήθηκε εμφάνιση στη διαδικασία είναι απλά και μόνο για να προκληθεί καθυστέρηση στη διαδικασία έκδοσης απόφασης εναντίον του Εναγόμενου.

 

Είναι η θέση τους ότι ο Εναγόμενος - Καθ’ ου η αίτηση όχι μόνο δεν μπορεί να εγείρει γνήσια και καλόπιστη Υπεράσπιση ως προς την ουσία της Αγωγής, αλλά με βάση τα γεγονότα καθίσταται προφανές ότι ο Εναγόμενος ποτέ δεν συμβλήθηκε με τον Ενάγοντα ενώ παράλληλα παραδέχεται ότι δεν έχει δικαίωμα να κατέχει την επίδικη οικία. Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η απαίτηση του Ενάγοντα είναι τόσο καθαρά, που η διενέργεια κανονικής δίκης, θα καθυστερούσε απλά και μόνο τη διαδικασία, με αποτέλεσμα να συνεχίζει επ’ αόριστο ο Ενάγοντας να αποστερείται των νόμιμων δικαιωμάτων του ως ιδιοκτήτης της επίδικης οικίας.

 

Σε σχέση με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, η ομνύουσα αναφέρει ότι περί τον Μάιο του 2021, ο Ενάγοντας προέβη σε αγορά του επίδικου ακινήτου - σπίτι αριθμός 10, επί της οδού [ ], Συγκρότημα [ ], [ ], [ ], Λάρνακα.  Αντίγραφο της Συμφωνίας Αγοράς και Τίτλου Ιδιοκτησίας ημερομηνίας 03/12/2021 επισυνάπτονται ως Τεκμήριο Α1 και Α2 αντίστοιχα. Ο σκοπός που αγοράστηκε το συγκεκριμένο ακίνητο είναι για να μπορέσουν να το χρησιμοποιούν οι ίδιοι. Ο Εναγόμενος κατά τον ως άνω χρόνο αλλά και μέχρι και σήμερα συνεχίζει να κατέχει το επίδικο ακίνητο. Το ακίνητο δεν εμπίπτει εντός του περί Ενοικιοστασίου Νόμου 1983, αφού δεν είχε ολοκληρωθεί πριν την 31ην Δεκεμβρίου του 1999. Εξ όσων τους ενημέρωσε ο αρχιτέκτονας αλλά και η προηγούμενη ιδιοκτήτρια του ακινήτου, η έμπρακτη ημερομηνία παράδοσης της οικίας στους ιδιοκτήτες ήταν μετά το 2000.  Επισυνάπτει αντίγραφο πιστοποιητικού τελικής έγκρισης από τον Έπαρχο ημερομηνίας 14/04/2004, το οποίο τους παρέδωσε ο αρχιτέκτονας του έργου, ως Τεκμήριο Β. Επιπλέον, το χωριό Ορόκλινη δεν ανήκει σε ελεγχόμενη περιοχή αφού βρίσκεται εκτός των διοικητικών ορίων της Λάρνακας. Επισυνάπτει σχετικά στιγμιότυπο οθόνης που έλαβε από τον υπολογιστή της, από την επίσημη ιστοσελίδα της Ένωσης Δήμων Κύπρου, όπου φαίνεται ότι η περιοχή της Ορόκλινης δεν εμπίπτει εντός των δημοτικών ορίων του Δήμου Λάρνακας, ως Τεκμήριο Γ.

 

Ως περαιτέρω αναφέρει η ενόρκως δηλούσα, εξ όσων τους ενημέρωσε η προηγούμενη ιδιοκτήτρια, πρόκειται για ακίνητο που προσφέρθηκε για πρώτη φορά για ενοικίαση περί το 2004, στον Εναγόμενο.  Αντίγραφο Συμφωνίας Ενοικίασης του Εναγόμενου με την προηγούμενη ιδιοκτήτρια ημερομηνίας 31/08/2004 επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Δ. Η διάρκεια της Συμφωνίας ήταν για χρονική περίοδο 2 ετών, ήτοι μέχρι την 31/08/2006. Μεταξύ των ουσιωδών όρων της εν λόγω συμφωνίας ήταν:

 

1.1.1.    Ότι το συγκεκριμένο ακίνητο θα χρησιμοποιείτο ως οικία.

 

1.1.2.    Ότι έκαστον των συμβαλλόμενων μερών έχει προθεσμία 2 μηνών πριν την λήξη της συμφωνίας ενοικίασης να εκφράσει την πρόθεση του στην άλλη πλευρά μέσω επιστολής ότι δεν επιθυμεί την ανανέωση του συμβολαίου. Ειδάλλως το Συμβόλαιο θα γνώριζε αυτόματης ανανέωσης με το νέο ενοίκιο να πρέπει να συμφωνηθεί ως οι κανονισμοί της κυβέρνησης.

 

1.1.3.    Ο ενοικιαστής με το τέλος της ενοικίασης είναι υποχρεωμένος να παραδώσει κενή και ελεύθερη την κατοχή του ακινήτου στον ιδιοκτήτη σε καλή κατάσταση την οποία είχε παραλάβει.

 

1.1.4.    Το συμφωνημένο ενοίκιο συμφωνήθηκε όπως καταβάλλεται μηνιαίως στο ποσό των £350,00.

 

1.1.5.    Το συμφωνημένο ενοίκιο θα ήταν πληρωτέο την 1η ημέρα εκάστου μήνα.

 

Παρότι η συμφωνία του Εναγόμενου με την τέως ιδιοκτήτρια είχε προ πολλού λήξει ο ίδιος φαίνεται να συνέχισε να διαμένει μέσα στο ακίνητο καταβάλλοντας ποσά τα οποία ο ίδιος θεωρεί ως ενοίκια. Ο Εναγόμενος παρά το ότι ενημερώθηκε ότι είχε αλλάξει το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ακινήτου από την προηγούμενη ιδιοκτήτρια, συνεχίζει μέχρι και σήμερα να καταβάλλει ποσά ως ενοίκια στον τραπεζικό λογαριασμό των προηγούμενων ιδιοκτητών, μέσω κατάθεσης, σε μία προσπάθεια να συνεχίζει να κατακρατά αθέμιτα την κατοχή του ακινήτου.  Ο λόγος μάλιστα που το κάνει μέσω κατάθεσης και όχι μέσω μεταφοράς είναι διότι με αυτόν τον τρόπο δεν μπορεί να του απαγορεύσει η Τράπεζα να τα καταθέσει, έτσι αναγκάζονται να λαμβάνουν μέχρι σήμερα τα ποσά.

 

Ενόψει των ανωτέρω, τόσο η ίδια όσο και ο σύζυγος της προέβησαν τόσο σε προφορικές ενημερώσεις για το νέο καθεστώς αλλά και σε  οχλήσεις προς τον Εναγόμενο ώστε να τους παραδώσει την οικία. Δυστυχώς, οι προσπάθειες τους δεν είχαν αποτέλεσμα και ως εκ τούτου απευθύνθηκαν στους δικηγόρους τους.  Συγκεκριμένα, με την επιστολή των δικηγόρων του Ενάγοντα ημερομηνίας 29/03/2022 η οποία επιδόθηκε στις 13/05/2021 στον Εναγόμενο, ο Ενάγοντας ενημέρωσε και γραπτώς τον Εναγόμενο για την αλλαγή που έχει επέλθει στο πρόσωπο του ιδιοκτήτη του ακινήτου και για την πρόθεση του να κατοικήσει ο ίδιος στο ακίνητο, δίδοντας του μάλιστα εύλογο χρόνο για να παραδώσει κενή και ελεύθερη την κατοχή του ακινήτου μέχρι και την 31/06/2022. Αντίγραφο της επιστολής και της ενόρκου δηλώσεως του επιδότη επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Ε. Ο Εναγόμενος ως απάντηση στην ως άνω επιστολή απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 16/05/2022 στους δικηγόρους του Ενάγοντα, με το οποίο δεν αμφισβήτησε ούτε αρνήθηκε τα όσα ο Ενάγοντας του ανέφερε, αλλά προέβη σε μία προσπάθεια εκφοβισμού τους αφού ξεκίνησε να εξαπολύει απειλές περί «δυσφήμησης» εναντίον τους. Αντίγραφο ηλεκτρονικού μηνύματος με το οποίο ενημερώθηκε για το μήνυμα του Εναγόμενου και αντίγραφο του μηνύματος – επιστολής του επισυνάπτεται ως δέσμη Τεκμήριο Στ.

 

Μετά το πιο πάνω μήνυμα του ο Εναγόμενος, μέχρι και την καταληκτική ημερομηνία που είχαν θέσει με την επιστολή τους, ήτοι την 31/06/2022, δεν ανταποκρίθηκε θετικά και δεν παρέδωσε ελεύθερη την κατοχή του ακινήτου.  Ως εκ τούτου έδωσαν οδηγίες στους δικηγόρους τους να προωθήσουν ξανά νέα επιστολή με την οποία να ζητούν την άμεση παράδοση της κατοχής της οικίας. Με την εν λόγω επιστολή των δικηγόρων του Ενάγοντα ημερομηνίας 28/07/2022 η οποία παραλήφθηκε περί την 29/07/2022 από την σύζυγο του Εναγόμενου, ο Ενάγοντας, μεταξύ άλλων, επανέλαβε στον Εναγόμενο ότι δεν επιθυμεί να συμβληθεί με οποιοδήποτε τρόπο μαζί του, ότι η σύμβαση που είχε ο Εναγόμενος με την πρώην ιδιοκτήτρια είχε λήξει και ή τερματιστεί και ή σε κάθε περίπτωση δεν μπορούσε να δεσμεύει τον Ενάγοντα και ότι ο ίδιος ο Ενάγοντας προέβη στην αγορά της οικίας με σκοπό να την χρησιμοποιεί ο ίδιος. Κάλεσε δε τον Εναγόμενο όπως παραδώσει την κατοχή εντός 5 ημερών από την ημέρα παραλαβής της επιστολής. Αντίγραφο της πιο πάνω επιστολής και της ένορκης δήλωσης επίδοσης επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Ζ.

 

Σε απάντηση της ως άνω επιστολής ο Εναγόμενος απέστειλε επιστολή ημερομηνίας 03/08/2022, Τεκμήριο Η, μέσω του δικηγόρου του με την οποία απέρριπταν όλους τους ισχυρισμούς του Ενάγοντα, υποστηρίζοντας ότι η Συμφωνία Ενοικίασης δεσμεύει τον νέο ιδιοκτήτη, ήτοι τον Ενάγοντα, ότι η Συμφωνία γνώρισε αυτόματης ανανέωσης την 01/09/2020 και ως εκ τούτου η λήξη της θα ήταν την 31/08/2022 και ότι σε κάθε περίπτωση η Συμφωνία δεν έχει τερματιστεί και ή δεν έχει λήξει και ή ότι ο Εναγόμενος δεν έχει ενημερωθεί δεόντως για τον τερματισμό της συμφωνίας. Σε απάντηση της ως άνω επιστολής απάντησαν με ηλεκτρονικό τους μήνυμα ημερομηνίας 11/08/2022 με το οποίο απέρριψαν τις θέσεις του Εναγόμενου, επανέλαβαν τα όσα είχαν αναφέρει με τις προηγούμενες επιστολές τους και ζήτησαν, ανεξάρτητα από τα όσα αναφέρθηκαν και χωρίς να αποδέχονται οποιονδήποτε ισχυρισμό του Εναγόμενου, να ενημερώσει εάν η πρόθεση του ήταν να παραδώσει το ακίνητο περί την 31/08/2022. Αντίγραφο ηλεκτρονικού μηνύματος των δικηγόρων τους ημερομηνίας 11/08/2022 επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Ι. Εξ όσων την ενημέρωσαν οι δικηγόροι τους, ουδέποτε έλαβαν απάντηση στο πιο πάνω μήνυμα τους, ως εκ τούτου δόθηκαν σε αυτούς οδηγίες από τον Ενάγοντα όπως λάβουν εκ μέρους του, τα κατάλληλα δικαστικά μέτρα.

 

Παράλληλα, η ομνύουσα αναφέρει ότι ο Εναγόμενος περί τα τέλη Αυγούστου ξεκίνησε να αποστέλλει μάλιστα στην ίδια προσωπικά μέσω της εφαρμογής WhatsApp,  απειλητικά και ενοχλητικά μηνύματα.  Συγκεκριμένα, την απειλούσε και ή ενημέρωνε ότι θα προβεί σε δημοσίευση άρθρων με τα οποία να δυσφημίζει και ή να αναφέρει προσβλητικά σχόλια για την ίδια, την οικογένεια της και τον άντρα της, μετρώντας μάλιστα αντίστροφα τις ημέρες μέχρι την 31/08/2022. Επισυνάπτει στιγμιότυπα οθόνης που έλαβε από το κινητό της τηλέφωνο των μηνυμάτων που της απέστελλε ο Εναγόμενος, ως Τεκμήριο ΙΑ.

 

Είναι η θέση τους ότι τόσο η επιστολή του δικηγόρου του Εναγόμενου όσο και τα μηνύματα του φανερώνουν ξεκάθαρα ότι ο ίδιος κατόπιν δικής του παραδοχής, είχε αποδεχτεί ότι το αργότερο μέχρι και την 31/08/2022 θα έπρεπε να τους παραδώσει την οικία, και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να τους εκφοβίσει ώστε να συνεχίσει να καρπώνεται παράνομα την κατοχή του ακινήτου του Ενάγοντα. Σημειώνει επίσης ότι περί τις 30/08/2022 είχε μάλιστα ενημερώσει τον αρμόδιο αστυνομικό σταθμό Ορόκλινης για τα μηνύματα που λάμβανε.

 

Περαιτέρω, ο Ενάγοντας περί την 04/08/2022 προέβη σε διορισμό ιδιώτη εκτιμητή ώστε να αξιολογήσει την πραγματική αξία του ακινήτου κατά τον επίδικο χρόνο.  Με βάση την έκθεση εκτίμησης, Τεκμήριο ΙΒ ημερομηνίας 04/08/2022 προκύπτει ότι η αγοραία αξία της οικίας ανέρχεται στα €220.000 ενώ η ενοικιαστική αξία ανά μήνα ανέρχεται στο ποσό των €1.070 μηνιαίως.  Ο Εναγόμενος μέχρι σήμερα συνεχίζει να κατέχει το ακίνητο, και αρνείται να παραδώσει κενή και ελεύθερη την κατοχή του, ενώ παράλληλα καταχρηστικά και ή καταπιεστικά προβαίνει σε καταβολή ποσών ύψους €500 τον μήνα, στους προηγούμενους ιδιοκτήτες οι οποίοι με την σειρά τους τα δίνουν στην ίδια. 

 

Είναι η θέση τους ότι, το ποσό των €500, είναι ποσό το οποίο ουδέποτε αποδέχτηκαν ως ενοίκιο, αφού ουδέποτε σύναψαν οποιαδήποτε συμφωνία με τον Εναγόμενο. Ο Εναγόμενος επιδεικτικά αρνείται και αγνοεί τις οχλήσεις τους και τις θέσεις τους ως ξεκάθαρα εκφράστηκαν στον ίδιο, για αυτό το λόγο καταχωρήθηκε η παρούσα αγωγή και προωθείται η παρούσα αίτηση. Οι πιο πάνω πράξεις και παραλείψεις του Εναγόμενου έχουν σαν αποτέλεσμα ο Ενάγοντας να στερείται την κατοχή, χρήση και απόλαυση της οικίας της οποίας είναι ο νόμιμος ιδιοκτήτης. Μέχρι και σήμερα ο Εναγόμενος κατακρατεί την ακίνητη περιουσία του Ενάγοντα, παρά την λήξη της όποιας συμφωνίας είχε με τους προηγούμενους ιδιοκτήτες και παρά τις δικές τους οχλήσεις, ως εκ τούτου έχει καταστήσει τον εαυτό του παράνομο επεμβασία.

 

Σημειώνει δε η ομνύουσα ότι δόθηκε στον Εναγόμενο υπέρμετρος χρόνος για να αποχωρήσει από την οικία πριν να προωθηθούν δικαστικά μέτρα αφού από την 31/06/2022 που ήταν η καταληκτική προθεσμία μέχρι και την ημέρα καταχώρησης της αγωγής την 11/11/2022 ο Εναγόμενος είχε στη διάθεση του 5 μήνες να αποχωρήσει ή έστω να τους ενημερώσει για το ποιες είναι οι θέσεις του χωρίς να χρειαστεί να προχωρήσουν με δικαστικά μέτρα, αλλά δεν το έπραξε.

 

Είναι η θέση τους ότι όχι μόνο πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις έκδοσης της απόφασης ως η αίτηση τους αλλά παράλληλα ισχύει και η προϋπόθεση ότι ο Εναγόμενος δεν έχει καμία υπεράσπιση στην παρούσα αγωγή γι’ αυτό και μέχρι σήμερα δεν έχει καταχωρηθεί. Ενώ, σημαντικό σημείο, είναι ότι έχει εκπνεύσει η προθεσμία για να το πράξει.

 

Σύμφωνα με τη θέση τους είναι δίκαιο και εύλογο να εκδοθεί απόφαση ως η αίτηση αφού σε αντίθετη περίπτωση ο Ενάγοντας θα συνεχίζει να αποστερείται του Συνταγματικά θεμελιωμένου δικαιώματος του προς την ιδιοκτησία, αλλά και του δικαιώματος του για δίκαιη δίκη εντός εύλογου χρόνου, ενώ ο Εναγόμενος θα συνεχίζει να καρπώνεται παράνομα την κατοχή ενός ακινήτου στο οποίο δεν έχει κανένα δικαίωμα.

 

Ο Εναγόμενος - Καθ’ ου η Αίτηση καταχώρησε ένσταση στην Αίτηση.

 

Η ένσταση βασίζεται στον περί Δικαστηρίων Νόμο Ν.14/60 ως έχει τροποποιηθεί, άρθρα 2, 22, 29, 30, 31, 32 και 43, στους περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς  Δ.18 Θ. 1-9, Δ.39 Θ.1 - 6, Δ.48 Θ. 1-7, Δ.59 και Δ.64 Θ.1 - 3, στη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου, στις αρχές του Κοινοδικαίου, στις αρχές της Επιείκειας, στις αρχές της Φυσικής Δικαιοσύνης, στην ακολουθητέα πρακτική, στις γενικές, συμφυείς εξουσίες και την διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.

 

Οι λόγοι Ένστασης του Εναγόμενου είναι , αυτούσιοι, οι ακόλουθοι:

 

1.    Η Αίτηση είναι νομικά ή/και πραγματικά αβάσιμη ή/και αστήριχτη ή/και η νομική βάση της Αίτησης πάσχει ή/και είναι ελλιπής.

 

2.    Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις έκδοσης συνοπτικής απόφασης που απαιτούν οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας ή/και η νομολογία, κατά παρέκκλιση του δικαιώματος του Εναγόμενου σε δίκαιη δίκη και αποστερώντας το δικαίωμά του να προσαγάγει μαρτυρία.

 

3.    Ο Ενάγοντας δεν προσκομίζει την αναγκαία μαρτυρία σε σχέση με τα όσα αξιώνει, παρά το γεγονός ότι αυτά αμφισβητούνται από τον Εναγόμενο.

4.    Ο Εναγόμενος έχει βάσιμη ή/και καλή ή/και γνήσια ή/και ισχυρή Υπεράσπιση, της οποίας η βασιμότητα δύναται να διαπιστωθεί αποκλειστικά και μόνο με την εισαγωγή μαρτυρίας.

 

5.    Το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να κρίνει ότι δεν υπάρχει βάσιμη Υπεράσπιση ή/και ότι έχει αποδειχθεί η απαίτηση εκτός και αν ακούσει μαρτυρία, και δεν υπάρχει το αναγκαίο υπόβαθρο για την απόδειξη των ισχυρισμών του Ενάγοντα.

 

6.    Τυχόν έγκριση της αίτησης θα απολήξει σε στέρηση του δικαιώματος ακροάσεως του Εναγόμενου ή/και του δικαιώματός του σε δίκαιη δίκη ή/και της πρόσβασής του στο Δικαστήριο.

 

7.    Ο Ενάγοντας δεν νομιμοποιείται στις αιτούμενες θεραπείες και/ή κωλύεται να προωθεί την παρούσα αγωγή.

 

8.    Ο Ενάγοντας βασίστηκε σε λανθασμένες εκτιμήσεις οι οποίες είναι πλασματικές και/ή λανθασμένες, και που δεν μπορούν να αποτελέσουν αποδεκτή μαρτυρία για τεκμηρίωση της απαίτησης του.

 

9.    Η Ένορκη Δήλωση της κ. Μαρίας Φιλίππου, ημερομηνίας 03/02/2023 που συνοδεύει την αίτηση δεν ικανοποιεί τις προϋποθέσεις που θέτει η Δ.18 Θ.1 καθ’ ότι η Ενόρκως Δηλούσα δεν μπορεί να ορκιστεί θετικά για τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, και/ή εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη η ένορκη δήλωση της καθότι η ομνύουσα πουθενά δεν αναφέρει ότι είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη από τον Ενάγοντα για να ορκιστεί θετικά ως προς τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης.

 

10.  Η υπό κρίση αίτηση προωθήθηκε κακόπιστα και/ή κακόβουλα και/ή αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου και/ή είναι καταπιεστική και/ή ενοχλητική και/ή καταχωρίστηκε για αλλότριους λόγους, καθότι επιδιώκει την εξάλειψη του δικαιώματος Υπεράσπισης του Εναγόμενου στην παρούσα υπόθεση.

 

11.  Υπάρχει έλλειψη δικαιοδοσίας στην έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων αλλά και στην εκδίκαση της Αγωγής από το παρόν Δικαστήριο αφού η υπόθεση εμπίπτει εντός της δικαιοδοσίας του Ενοικιοστασίου σύμφωνα με τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο του 1983 (Ν. 23/1983).

 

12.  Είναι πρόσφορο να επιτραπεί στον Εναγόμενο να Υπερασπιστεί την παρούσα υπόθεση και/ή στην παρούσα περίπτωση υπάρχουν ουσιώδη ζητήματα προς εκδίκαση και/ή στην παρούσα περίπτωση υπάρχει αμφισβήτηση σε σχέση με πραγματικά και/ή νομικά ζητήματα.

 

13.  Υπάρχει σύγχυση και/ή διάσταση ανάμεσα στους δικογραφημένους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην Έκθεση Απαίτησης του Ενάγοντα και στα γεγονότα που προβάλλονται μέσα από την Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση, ως εκ τούτου τα ζητήματα αυτά πρέπει να ξεκαθαριστούν καθ’ ότι σε διαφορετική περίπτωση θα παραβιασθεί το δικαίωμα του Εναγόμενου να ακουστεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Δεν δύναται να εκδοθεί απόφαση στην βάση μαρτυρίας η οποία είναι αντίθετη και/ή διίσταται από τους δικογραφημένους ισχυρισμούς.

 

14.  Ο Αιτητής δεν έχει προσέλθει στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια.

 

Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η Αίτηση εκτίθενται στην Ένορκη Δήλωση του  Εναγόμενου, ο οποίος ως αναφέρει, γνωρίζει τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης απευθείας και προσωπικά. Σε αντίθετη περίπτωση αποκαλύπτει την πηγή της πληροφόρησης του. Σε ότι αφορά νομικής φύσης ζητήματα έχει λάβει νομική συμβουλή από τους δικηγόρους του.

 

Ο ενόρκως δηλών αρνείται και απορρίπτει όλους τους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση της Μαρίας Φιλίππου και αναφέρει ότι τα πραγματικά γεγονότα έχουν ως θα αναλύσει κατωτέρω. Πρωτίστως όμως αναφέρει ότι η ομνύουσα πουθενά δεν αναφέρει ότι είναι εξουσιοδοτημένη από τον Ενάγοντα για να προβεί στην εν λόγω ένορκη δήλωση. Ως εκ τούτου, η ένορκη δήλωση της δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή και έτσι η αίτηση μένει μετέωρη και/ή χωρίς να υποστηρίζεται από γεγονότα.

 

Ως ο ομνύων αναφέρει, είναι ηλικίας 74 ετών και μαζί με την σύζυγο του, ηλικίας 70 ετών, κατοικούν στην οικία 10, στην οδό Αποδήμων 1, στο συγκρότημα Santa Elena στην Ορόκλινη, την οποία ενοικιάζουν από το 2004. Κατά το έτος 2004, ιδιοκτήτρια της εν λόγω οικίας ήταν η κα Ανδρούλα Χατζηγεωργίου η οποία τους ενοικίαζε την ανωτέρω αναφερόμενη οικία και στην οποία κατέβαλλαν μηνιαίως το ποσό των €600 για το ενοίκιο. Κατά ή περί το έτος 2013 εξαιτίας της οικονομικής κρίσης που έπληξε την οικονομία της Κύπρου, το συμφωνηθέν ενοίκιο μειώθηκε στο ποσό των €500 μηνιαίως. Από το 2004 μέχρι σήμερα με απόλυτη συνέπεια και παρά το γεγονός ότι είναι χαμηλοσυνταξιούχοι, κατέβαλλαν το ενοίκιο ανελλιπώς, χωρίς καθυστερήσεις και χωρίς ουδέποτε να δημιουργήσουν το οποιοδήποτε πρόβλημα.

 

Όταν ενοικίασαν το εν λόγω ακίνητο, είχε συμφωνηθεί με την ιδιοκτήτρια ότι θα συνείσφερε στην συντήρηση και επιδιόρθωση της οικίας την οποία παρέλαβαν από τους προηγούμενους ιδιοκτήτες σε άθλια κατάσταση, όμως κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ με αποτέλεσμα ο ίδιος και η σύζυγος του όλα αυτά τα χρόνια να έχουν καταβάλει τεράστια ποσά για την συντήρηση του ακινήτου. Συγκεκριμένα έχουν μπογιατίσει όλο το σπίτι, έχουν προβεί σε διάφορες κατασκευές, έχουν διορθώσει ρωγμές που έχουν δημιουργηθεί στην οικία λόγω της παλαιότητας του κτηρίου και έχουν αντιμετωπίσει τις ζημίες που δημιουργήθηκαν στους τοίχους και στα ταβάνια εξαιτίας της υγρασίας. Όλες οι πιο πάνω εργασίες γίνονταν με δικά τους έξοδα και ουδέποτε η ιδιοκτήτρια δεν συνέβαλε στα έξοδα αυτά παρά το γεγονός ότι οι φυσικές φθορές που προκαλούνται σε ένα ακίνητο είναι ευθύνη του ιδιοκτήτη και όχι του ενοικιαστή. Η προθυμία να συντηρούν με δικά τους έξοδα την οικία προέκυπτε από το γεγονός ότι η ιδιοκτήτρια τους είχε διαβεβαιώσει θετικά ότι θα μπορούσαν να μείνουν στο ακίνητο για το υπόλοιπο της ζωής τους.

 

Σύμφωνα με τον ομνύοντα, κατά ή περί το έτος 2021, είδε για πρώτη φορά τον Ενάγοντα ο οποίος πήγε μαζί με τη σύζυγο του να δουν την οικία ως ενδιαφερόμενοι αγοραστές και στη συνέχεια ενημερώθηκε από την προηγούμενη ιδιοκτήτρια ότι είχε πωλήσει το εν λόγω ακίνητο στον Ενάγοντα χωρίς να τους έχει δοθεί η οποιαδήποτε προειδοποίηση και χωρίς να γνωρίζουν ποιες ήταν οι προθέσεις του Ενάγοντα. Ο Ενάγοντας όταν προέβη στην αγορά του ακινήτου γνώριζε ότι αυτό ενοικιαζόταν για 17 συνεχόμενα έτη. Εξ’ ου και επισυνάπτει στην ένορκη του δήλωση τη συμφωνία ενοικίασης με την προηγούμενη ιδιοκτήτρια. Απορρίπτει και αρνείται όλους τους ισχυρισμούς του Ενάγοντα αναφορικά με τις δήθεν οχλήσεις και τις επιστολές που έχουν σταλεί προς αυτόν καθ’ ότι ουδέποτε έλαβε την οποιαδήποτε επιστολή από αυτόν ή τους δικηγόρους του και ουδέποτε έχει επικοινωνήσει μαζί του με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.

 

Κατ’ επέκταση το γεγονός ότι ουδέποτε έχει συμβληθεί με τον Ενάγοντα δεν έχει οποιαδήποτε σχέση αφού οποιοσδήποτε μεταγενέστερος ιδιοκτήτης οφείλει να αποδέχεται τον υφιστάμενο ενοικιαστή με τους ίδιους όρους ενοικίασης που ίσχυαν πριν καταστεί ιδιοκτήτης του ακινήτου. Η όλη συμπεριφορά του Ενάγοντα, ως αυτή αναφύεται μέσα από την μαρτυρία που έχει προσκομίσει, αποδεικνύει άνθρωπο ο οποίος σε καμία περίπτωση δεν έχει λάβει υπόψη τα δικά του δικαιώματα επί του ακινήτου ως ενοικιαστή, και με τραμπουκισμό και ετσιθελισμό θέλει να τον εκδιώξει. Χρησιμοποίει μάλιστα αυτό το πολύ εξαιρετικό μέτρο της συνοπτικής απόφασης σε μια προσπάθεια του να συμπαρασύρει και το ίδιο το Δικαστήριο στο να αποδεχτεί ότι ουδέν δικαίωμα έχει να κατέχει το εν λόγω ακίνητο. Ούτε και αποδέχεται τον ισχυρισμό του Ενάγοντα ότι έχει δήθεν παραδεχθεί ότι δεν έχει δικαίωμα να κατέχει την κατοικία, και κατά τον ισχυρισμό του ο Ενάγοντας προβαίνει σε αυθαίρετα συμπεράσματα στην προσπάθεια του να δημιουργήσει εντυπώσεις.

 

Είναι η θέση τους ότι το εν λόγω ακίνητο εμπίπτει στον περί Ενοικιοστασίου Νόμο και λανθασμένα προωθείται ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού. Η υπόθεση εμπίπτει εντός του Ενοικιοστασίου καθ’ ότι το ακίνητο κτίστηκε το 1999 και όχι μετά το 2000 ως αναφέρει ψευδώς η Ενόρκως Δηλούσα στην παράγραφο 8.4 της Ένορκης Δήλωσης στην Αίτηση. Το ψέμα που προσπαθεί να προωθήσει η ενόρκως δηλούσα αποδεικνύεται από τη μαρτυρία την οποία η ίδια έχει προσκομίσει. Συγκεκριμένα, στην σελίδα 5, παράγραφο 5.4, της εκτίμησης που έχει προσκομίσει υπό τεκμήριο ΙΒ αναφέρεται ξεκάθαρα ότι το ακίνητο ανεγέρθηκε το έτος 1999. Προς τούτο επισυνάπτει ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 1 δήλωση της κας Μαρίας Κατόλη, ενοίκου της κατοικίας αρ. 5, η οποία επιβεβαιώνει ότι κατοικούσε στην οικία με αρ. 5 στην οδό Αποδήμων 1, 7041 στην Ορόκλινη στο συγκρότημα Santa Elena από τον Νοέμβριο του 1999 και δηλώνει ότι στην οικία 10 που διαμένουν οι ίδιοι τώρα, διέμενε ζεύγος αλλοδαπών το ίδιο χρονικό διάστημα. Η τελευταία δήλωση απαντά και στον ισχυρισμό στην παράγραφο 8.6 της ένορκης δήλωσης ότι το επίδικο ακίνητο ενοικιάσθηκε δήθεν για πρώτη φορά το έτος 2004. Επισυνάπτεται επίσης κατάσταση οφειλόμενων εξόδων στο όνομα της κας Κατόλη ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 2, από το οποίο προκύπτει ότι το σπίτι επιβαρυνόταν με έξοδα από το 1999, επομένως αποδεικνύεται ότι ήταν κτισμένο και κατοικημένο. Μάλιστα, είναι ο ίδιος ο εκτιμητής του Ενάγοντα που αναφέρει στην παράγραφο 5.5. της εκτίμησης του ότι προστατεύεται από τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο του 1983.

 

Εξ όσων γνωρίζει η οικία στην οποία διαμένει με την σύζυγο του εμπίπτει εντός των δημοτικών ορίων του Δήμου Λάρνακας και συνεπώς εντός της δικαιοδοσίας του Ενοικιοστασίου αφού πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις. Εν πάση περιπτώσει η μαρτυρία που προσκομίζεται αναφορικά με το συγκεκριμένο ζήτημα των δημοτικών ορίων της Λάρνακας δεν είναι επαρκής καθ’ ότι δεν δύναται η σύζυγος του Ενάγοντα, χωρίς κανένα προσόν και/ή χωρίς να αποκαλύπτει το προσόν που την κάνει πραγματογνώμονα, να εκφέρει άποψη επί του θέματος των δημοτικών ορίων. Η ενόρκως δηλούσα δεν είναι ούτε πραγματογνώμονας αλλά ούτε και ειδικές γνώσεις έχει ώστε να δύναται να αναλύει σχέδια του Κτηματολογίου.

 

Αναφέρει επίσης ο ενόρκως δηλών ότι το συμφωνηθέν ποσό του ενοικίου συνεχίζει μέχρι και σήμερα να το καταβάλλει κάθε μήνα στον Ενάγοντα με απόλυτη συνέπεια, και ο ίδιος λαμβάνει τα χρήματα αδιαμαρτύρητα. Η ενόρκως δηλούσα στην παράγραφο 20 αναφέρει ότι παραλαμβάνει τα χρήματα κάθε μήνα. Κατ’ επέκταση ο Ενάγοντας κωλύεται από το να ισχυρίζεται ότι επιμένει να καταβάλλει ενοίκιο ενώ αυτοί δεν το αποδέχονται. Επισυνάπτει ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 3 αντίγραφο του μηνύματος που έλαβε από την Ευαγγελία Χατζηγεωργίου ότι η μεταφορά των χρημάτων γίνεται κατευθείαν στο νέο ιδιοκτήτη καθ’ ότι είναι συγγενείς, και να συνεχίζει να πληρώνει με τον τρόπο που πλήρωνε και προηγουμένως. Ούτε μπορούν να ληφθούν υπόψιν τα αυθαίρετα συμπεράσματα που προωθούνται στην παράγραφο 8.9 της ένορκης δήλωσης, καθότι ως ο νόμιμος κάτοχος του ακινήτου καταβάλλει κάθε μήνα το ενοίκιο του ως οφείλει να πράττει.

 

Αληθινά και ειλικρινά πιστεύει ότι καθίσταται θέσμιος ενοικιαστής και ότι αυτή η υπόθεση εμπίπτει εντός του Ενοικιοστασίου και από την στιγμή που το ζήτημα του κατά πόσο η παρούσα εμπίπτει εντός της δικαιοδοσίας του Ενοικιοστασίου είναι αμφισβητούμενο και δεν έχει δοθεί επαρκής μαρτυρία επ’ αυτού, είναι απαραίτητο να του δοθεί η ευκαιρία να καταχωρήσει την Υπεράσπιση του ώστε να επιληφθεί του θέματος το Δικαστήριο.

 

Αναφορικά με τους ισχυρισμούς που εκτίθενται στην παράγραφο 19 της Ένορκης Δήλωσης που συνοδεύει την Αίτηση ημερομηνίας 03/02/2023, αυτοί απορρίπτονται επίσης ως αβάσιμοι καθ’ ότι η μαρτυρία που έχει δοθεί σχετικά με την ενοικιαστική αξία του ακίνητου είναι ελλιπής και αναξιόπιστη. Όπως προκύπτει και από την Έκθεση του ιδιώτη εκτιμητή (παράγραφος 8.2), η αξιολόγηση έγινε βάση της εξωτερικής όψης του ακινήτου και χωρίς να γίνει η οποιαδήποτε επιθεώρηση εσωτερικά άλλα και χωρίς να έχει ο εκτιμητής την οποιανδήποτε πληροφορία για την εσωτερική μορφή του ακινήτου. Η έρευνα στο ακίνητο έγινε στην βάση πολλών υποθετικών σεναρίων όπως για παράδειγμα ότι η εσωτερική κατάσταση συντήρησης και επισκευής της οικίας είναι η ίδια με την εξωτερική χωρίς να υπάρχει αληθινή γνώση ποια είναι η πραγματική κατάσταση. Το εν λόγω ακίνητο έχει συγκριθεί με τα λοιπά ακίνητα της περιοχής από την εξωτερική και μόνο κατάσταση και μορφή που έχει, γεγονός το οποίο δεν μπορεί να αποτελεί αξιόπιστη μαρτυρία καθ’ ότι ο ίδιος διαμένοντας όλα αυτά τα χρόνια στο επίδικο ακίνητο γνωρίζει από προσωπική εμπειρία ότι η κατάσταση του ακινήτου εσωτερικά δεν είναι ίδια με την εξωτερική.

 

Πιο σημαντικό όμως είναι κατά την άποψη του ομνύοντα το γεγονός ότι η μαρτυρία που έχει δοθεί αναφορικά με την ενοικιαστική αξία του ακινήτου δεν είναι επαρκής ή/και δεν έχει οποιαδήποτε αποδεικτική αξία αφού η γνώμη του εκτιμητή βασίζεται όχι επί πραγματικών συγκριτικών ενοικίων στην ίδια περιοχή, αλλά ούτε και λαμβάνει υπόψη ακίνητα ίδιας χρονολογίας και κατάστασης. Είναι πρωτάκουστο να γίνεται εκτίμηση της ενοικιαστικής αξίας ακινήτου με σύγκριση τα ζητούμενα ενοίκια στην περιοχή και όχι τα πραγματικά ενοίκια που καταβάλλονται.

 

Έχει επικοινωνήσει με τον αδειούχο κτηματομεσίτη Παναγιώτη Παπακωνσταντίνου, ο οποίος εκ του νόμου δικαιούται να εκφέρει γνώμη ως προς τις αξίες των ακινήτων, ο οποίος του ανάφερε ότι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση της ενοικιαστικής αξίας ακινήτου παράγοντες όπως το κατά πόσο το σπίτι είναι επιπλωμένο, κατά πόσο υπάρχουν κλιματιστικά στα δωμάτια, η ηλικία του ακινήτου αλλά και η ενεργειακή απόδοση του. Επομένως, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη η Έκθεση του ιδιώτη εκτιμητή η οποία έγινε «στο περίπου».

 

Αποτελεί επίσης θέση τους ότι η Ενόρκως Δηλούσα δεν έχει προσωπική και θετική γνώση των γεγονότων που αφορούν την αγωγή και ούτε αποκαλύπτει τις πηγές γνώσης της. Στην παρούσα περίπτωση ο Ενόρκως Δηλών θα έπρεπε να είναι ο ίδιος ο Ενάγοντας ο οποίος είναι το μοναδικό πρόσωπο το οποίο μπορεί να ορκιστεί θετικά αναφορικά με τα γεγονότα της υπόθεσης καθ’ ότι η σύζυγος του ουδεμία σχέση έχει με τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης. Η σύζυγος του Ενάγοντα δεν είναι σε θέση να επαληθεύσει και να επιβεβαιώσει θετικά το περιεχόμενο του Κλητήριου Εντάλματος από προσωπική της γνώση αφού η αγορά του ακινήτου και όλα τα σχετικά διαβήματα έγιναν από τον Ενάγοντα.

 

Επιπλέον, είναι η θέση του ότι υπάρχει σύγχυση και διάσταση ανάμεσα στους δικογραφημένους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην Έκθεση Απαίτησης του Ενάγοντα και στους ισχυρισμούς που προβάλλονται μέσα από την Ένορκη Δήλωση στην Αίτηση και ως εκ τούτου τα ζητήματα αυτά πρέπει να ξεκαθαριστούν. Συγκεκριμένα, στην παράγραφο 10 της Ένορκης Δήλωσης στην Αίτηση αναφέρεται ότι οι δικηγόροι του Ενάγοντα του έχουν αποστείλει επιστολή ημερομηνίας 29/03/2022 η οποία επιδόθηκε στις 13/05/2021 (σε προγενέστερη δηλαδή ημερομηνία της επιστολής) ενώ στην παράγραφο 7 της Έκθεσης Απαίτησης αναφέρεται ότι του έχει σταλεί επιστολή ημερομηνίας 13/05/2022 η οποία επιδόθηκε στις 26/05/2021 (πάλι σε μεταγενέστερη ημερομηνία της επιστολής). Είναι ξεκάθαρο ότι οι πιο πάνω θέσεις είναι έκδηλα αντιφατικές, γεγονός το οποίο ενισχύει την θέση του ότι η Ενόρκως Δηλούσα δεν έχει θετική και προσωπική γνώση για τα γεγονότα της παρούσας. Δεν δύναται να εκδοθεί απόφαση στα πλαίσια αίτησης για συνοπτική απόφαση όταν τα γεγονότα που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση βρίσκονται σε αντίθεση με τους δικογραφημένους ισχυρισμούς.

 

Περαιτέρω, ως ο ομνύον αναφέρει, στη συμφωνία ενοικίασης που έχει συνάψει με την προηγούμενη ιδιοκτήτρια, μεταξύ άλλων αναφέρεται στην παράγραφο 8 ότι κάθε συμβαλλόμενο μέρος έχει στη διάθεση του 2 μήνες πριν την λήξη της συμφωνίας ενοικίασης να εκφράσει την πρόθεση του στο άλλο μέρος μέσω επιστολής ότι δεν επιθυμεί την ανανέωση του συμβολαίου. Σε αντίθετη περίπτωση το συμβόλαιο θα τυγχάνει αυτόματης ανανέωσης και θα έχει ισχύ για δύο ακόμη χρόνια. Το εν λόγω συμβόλαιο υπογράφηκε για πρώτη φορά στις 31/08/2004 και έληγε στις 31/08/2006 όμως έκτοτε ανανεώνεται αυτόματα κάθε διετία καθ’ ότι ούτε ο ίδιος αλλά ούτε η προηγούμενη ιδιοκτήτρια προέβησαν σε τερματισμό του με αποτέλεσμα να δεσμεύει και τον Ενάγοντα.

 

Ως εκ των ανωτέρω, και ακόμη και να μην προστατεύεται από τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο, σήμερα υπάρχει σε ισχύ σύμβαση ενοικίασης την οποία ο Ενάγοντας όφειλε να τερματίσει κατά ή περί τις 31/06/2022, ήτοι 2 μήνες πριν τη λήξη της συμφωνίας ενοικίασης καθ’ ότι δυνάμει του σχετικού όρου η τελευταία φορά που αυτή είχε αυτομάτως ανανεωθεί ήταν κατά ή περί την 01/09/2020 και θα είχε διάρκεια για δύο έτη ήτοι μέχρι τις 31/08/2022. Η μαρτυρία που παρουσιάζει ο Ενάγοντας δεν έχει συνοχή με τα δικογραφημένα γεγονότα στην Έκθεση Απαίτησης αλλά ούτε και συνάδει με τα τεκμήρια που επισυνάπτει στην Ένορκη Δήλωση.

 

Ο Ενάγοντας σε καμία περίπτωση δεν τερμάτισε νομότυπα την εν λόγω σύμβαση καθ’ ότι ο ίδιος θεωρούσε ότι δεν δεσμεύεται από αυτήν. Ακόμη και στην περίπτωση που θεωρηθεί ότι οι ισχυριζόμενες επιστολές που του απέστειλε ο Ενάγοντας έχουν επιδοθεί νόμιμα και έχει λάβει γνώση αυτών και πάλι ο τερματισμός δεν έγινε νομότυπα καθ’ ότι η πρώτη επιστολή φέρει ημερομηνία 29/03/2022 και η δεύτερη 28/07/2022 ως αναφέρεται στην Ένορκη Δήλωση στην Αίτηση. Από όλα τα ανωτέρω συνάγεται ότι αφού η σύμβαση δεν έχει τερματιστεί νομότυπα έχει τύχει αυτόματης ανανέωσης κατά την 01/09/2022 και έχει ισχύ μέχρι τις 31/08/2024.

 

Είναι περαιτέρω η θέση του ομνύοντα ότι οι ισχυρισμοί περί ιδιοκατοίκησης είναι ψευδείς και ανυπόστατοι καθ’ ότι γνωρίζει προσωπικά ότι ο Ενάγοντας και η γυναίκα του είναι μόνιμοι κάτοικοι Ορόκλινης και συγκεκριμένα διαμένουν στην Οικία 1 του ίδιου συγκροτήματος ενώ είναι δικής τους ιδιοκτησίας και η Οικία 2 που βρίσκεται στο συγκρότημα Santa Elena. Έχει λάβει μήνυμα στις 03/10/2021 από την ενόρκως δηλούσα ότι μόλις γίνει η μεταφορά του σπιτιού, την επόμενη μέρα θα προχωρήσουν σε άμεση ανακαίνιση για να μετακομίσουν. Περαιτέρω, έχει λάβει μήνυμα από την κ. Ευαγγελία Χατζηγεωργίου την ίδια ημέρα στο οποίο αναφέρεται ότι ο Ενάγοντας ενημέρωσε ότι μόλις γίνει η μεταβίβαση θα μπούνε κτίστες μέσα στο σπίτι. Το σπίτι θα πουληθεί στον Ενάγοντα για ιδιοκατοίκηση και θα γίνει πλήρης ανακαίνιση. Τα ανωτέρω μηνύματα τα οποία επισυνάπτει ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 4, έχουν σταλεί με μοναδικό σκοπό την παραπλάνηση του Δικαστηρίου καθ’ ότι έχει ενημερωθεί ότι ο Ενάγοντας αποσκοπεί να ενοικιάζει την οικία μέσα από την πλατφόρμα AirBnb αφού ο ίδιος και η σύζυγος του κατοικούν στην Οικία 2 του συγκροτήματος Santa Elena.

 

Έχουν, ως αναφέρει, καταβάλει μεγάλα ποσά με την σύζυγο του για συντήρηση και επιδιόρθωση του εν λόγω ακινήτου ενώ επιπλέον έχουν αγοράσει όλα τα έπιπλα και έχουν ενσωματώσει κλιματιστικά με δικά τους χρήματα. Όλα αυτά γίνονταν επειδή είχαν την πεποίθηση ότι αυτή θα ήταν η οικία τους μέχρι τα βαθιά γεράματα εξ’ ου και επένδυαν σε αυτήν.

 

Είναι η θέση του ότι η αίτηση του Ενάγοντα στερείται του αναγκαίου πραγματικού υπόβαθρου για χορήγηση της συνοπτικής απόφασης καθ’ ότι έχει γνήσια, καλή και ουσιαστική Υπεράσπιση αλλά και Ανταπαίτηση, και σε καμία περίπτωση δεν αποδέχεται τον ισχυρισμό ότι απλά επιθυμεί την καθυστέρηση στην εκδίκαση της αγωγής. Ειδικότερα, η Ανταπαίτηση του στηρίζεται στο γεγονός ότι έχει καταβάλει υπέρογκα ποσά προς συντήρηση και επιδιόρθωση της επίδικης οικίας με αποτέλεσμα ναι αιτείται αποζημίωση για τα έξοδα που έχει καταβάλει.

 

Ισχυρίζεται επίσης ότι είναι προς το συμφέρον της ορθής απονομής της δικαιοσύνης όπως η παρούσα αγωγή ακουστεί από το Δικαστήριο στην ολότητα της ούτως ώστε να εκδικαστούν όλες οι διαφορές τους με τον Ενάγοντα εφόσον υπάρχει αμφισβήτηση ως προς τα πραγματικά γεγονότα και κατατεμαχισμός των επίδικων διαφορών δεν θα εξυπηρετήσει το καλώς νοούμενο συμφέρον ορθής απονομής της δικαιοσύνης. Σε περίπτωση έκδοσης συνοπτικής απόφασης εναντίον του τα δικαιώματα του θα παραβιασθούν και θα υποστούν ανεπανόρθωτη βλάβη τόσο ο ίδιος όσο και η σύζυγος του, δύο ηλικιωμένοι χαμηλοσυνταξιούχοι καθ’ ότι θα βρεθούν στον δρόμο χωρίς καν να τους δοθεί το δικαίωμα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και να αξιώσουν τις απαιτήσεις τους μέσω της Ανταπαίτησης τους.

 

Η ακρόαση της υπόθεσης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν, αντίστοιχα, την αίτηση και την ένσταση. H αίτηση του Εναγόμενου ημερ.2.6.23 που μεσολάβησε από την καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης, για άδεια για αντεξέταση της Ανδρούλλας Χατζηγεωργίου σε σχέση με τα όσα η Μαρία Φιλίππου ανέφερε στην ένορκη δήλωση στην αίτηση απορρίφθηκε από το Δικαστήριο. Και οι δυο πλευρές υποστήριξαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους με την υποβολή εμπεριστατωμένων γραπτών αγορεύσεων, το περιεχόμενο των οποίων λαμβάνω υπόψη μου  και θα αναφερθώ σε αυτό όπου το κρίνω απαραίτητο. Απαντήσεις στα διάφορα επιχειρήματα θα δοθούν με το σκεπτικό του Δικαστηρίου που θα ακολουθήσει.

 

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

 

Οι αρχές με βάση τις οποίες εξετάζονται αιτήσεις όπως η παρούσα έχουν συνοψιστεί στην πρόσφατη απόφαση του νέου Εφετείου Σάββας Πασιουρτίδης κ.ά.v. BANK OF CYPRUS PUBLIC COMPANY LTD, Πολ.Εφ.Αρ. Ε95/2021,ημερ.8.2.24, ως ακολούθως:

 

«Η αίτηση για συνοπτική απόφαση στηρίχθηκε στην Δ.18 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας η Νομολογία επί της οποίας είναι πλούσια. Όπως προκύπτει από το λεκτικό της πιο πάνω Διαταγής, και έχει καθιερωθεί από τη Νομολογία, για την έκδοση συνοπτικής απόφασης  πρέπει να ικανοποιηθούν τρεις προϋποθέσεις, ήτοι η αγωγή να έχει καταχωριστεί σε κλητήριο ειδικά οπισθογραφημένο, να έχει καταχωριστεί Εμφάνιση από τον εναγόμενο και η αίτηση να υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση από τον ίδιο τον ενάγοντα ή από άλλο πρόσωπο το οποίο μπορεί να ορκισθεί θετικά για τα γεγονότα, να επιβεβαιώνει την αιτία της αγωγής και το ποσό που αξιώνεται και να δηλώνει ότι, καθώς πιστεύει, δεν υπάρχει υπεράσπιση στην αγωγή. Η τήρηση των εν λόγω προϋποθέσεων σχετίζεται με την δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, η δε μη ικανοποίηση τους στερεί το Δικαστήριο από τη δικαιοδοσία να εκδώσει συνοπτική απόφαση. Αφού ο ενάγοντας ικανοποιήσει τις προϋποθέσεις αυτές, το βάρος μετατοπίζεται στους ώμους του εναγομένου να αποδείξει ότι έχει καλή υπεράσπιση  επί της ουσίας της αγωγής ή να αποκαλύψει γεγονότα που να μπορούν να θεωρηθούν ικανά να του επιτρέψουν να υπερασπιστεί (βλ. μεταξύ άλλων Χριστόδουλος Μεττή κ.α. ν. Τράπεζας Κύπρου, (2002) 1 Α.Α.Δ. 417,  Kyprianides v. Ioannou (1966) 1 C.L.R. 265, Christodoulou v. Erotocritou XXI C.L.R. 175).

 

Συμφωνούμε ότι η Νομολογία που παραθέτει και η πλευρά των Εφεσειόντων, καταδεικνύει ότι μόνο σε καθαρές περιπτώσεις μπορεί Δικαστήριο να αποστερήσει από διάδικο το να προβάλει την υπεράσπιση του. Η διαδικασία έκδοσης συνοπτικής απόφασης  είναι κατ' εξαίρεση διαδικασία που παρακάμπτει την κανονική διαδικασία της ακρόασης των αγωγών, αφού ουσιαστικά, υπό τις κατάλληλες συνθήκες, αποκλείει τον εναγόμενο από του να αμφισβητήσει την εναντίον του αξίωση. (βλΙουλία Μαγγλή ν. C.B.C.I Cyprus - Balkan Consulting and Investment Ltd, (2004) 1 (ΑΑ.Α.Δ. 896, Zervos v Euroinvestment & Finance Ltd (2003) 1 Α.Α.Δ. 1968).  Η όλη δικαιοδοσία πρέπει να ασκείται με μεγάλη προσοχή, ώστε να μην αφαιρεί από διάδικο το δικαίωμα να εγείρει υπεράσπιση. (βλTrans Middle East (Trading) (TMET) Ltd v. Tlais (1991) 1 Α.Α.Δ. 339). Η δε άδεια για υπεράσπιση πρέπει να παρέχεται στον εναγόμενο ακόμα και όταν φαίνεται ότι δεν έχει πολλές πιθανότητες επιτυχίας. Ο εναγόμενος όμως, δεν πρέπει να προβάλλει απλά γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς, αλλά η ένσταση πρέπει να περιέχει λεπτομερώς τις θέσεις του (Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. ν. Νέστωρα Χ'Νέστωρος (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 204). Περαιτέρω, σε τέτοιες αιτήσεις, η συζήτηση του κατά πόσο υπάρχει ή όχι υπεράσπιση γίνεται σε επίπεδο ισχυρισμών μόνο, και το Δικαστήριο δεν προχωρεί σε αξιολόγηση μαρτυρίας.»

 

Στην επίσης πρόσφατη απόφαση του νέου Ανωτάτου Δικαστηρίου MUKHTAR MOHAMED AL NWILI V. MAREMONTE INVESTEMENTS LTD, Πολ.Εφ.Αρ. Ε95/2021,ημερ.9.1.24, παραμερίστηκε η πρωτόδικη απόφαση στην οποία είχε εκδοθεί συνοπτική απόφαση και δόθηκε άδεια στον Εφεσείοντα να καταχωρίσει υπεράσπιση στην αγωγή. Η υπόθεση αφορούσε συμφωνία πώλησης κατοικίας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε εκδώσει συνοπτική απόφαση αναγνωρίζοντας ότι η επίδικη συμφωνία είχε νόμιμα τερματιστεί και διέταξε τη διαγραφή της από το Κτηματολόγιο, παράλληλα επιδικάζοντας αποζημιώσεις σε μηνιαία βάση μέχρι την παράδοση κενής και ελεύθερης κατοχής της κατοικίας.

 

Κρίθηκε από το  Ανώτατο Δικαστήριο ότι οι περιστάσεις της υπόθεσης, όπως καταφαίνονταν από το Κλητήριο και την ίδια την ένορκη δήλωση που υποστήριζε την αίτηση, αποκάλυπταν την ύπαρξη ανταπαίτησης του Εφεσείοντα που προέκυπτε από τα ίδια γεγονότα της αγωγής και διασυνδεόταν άμεσα με την αξίωση.  Η ανταπαίτηση αφορούσε στην προκαταβολή που δόθηκε, στην επιστροφή της οποίας δικαιούτο ο Εφεσείων, υπό την αίρεση των απαιτήσεων της Εφεσίβλητης για αποζημιώσεις, ώστε να αποφευχθεί ο άδικος πλουτισμός της τελευταίας σε βάρος του με την παράδοση της κατοικίας και τη διαγραφή του αγοραπωλητηρίου εγγράφου από το Κτηματολόγιο.  Οι πιο πάνω περιστάσεις καταδείκνυαν ότι η υπόθεση δεν μπορούσε να επιλυθεί συνοπτικά και θα έπρεπε να είχαν οδηγήσει το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση εκείνη που θα επέτρεπε στον Εφεσείοντα να προβάλει την ανταπαίτηση του, και τη διεξαγωγή δίκης στην οποία και η ίδια η Εφεσίβλητη θα προωθούσε τις αξιώσεις της για αποζημιώσεις. Το γεγονός ότι ο Εφεσείων είχε πληρώσει στην Εφεσίβλητη το ποσό των €100.000, ήταν αδιαμφισβήτητο.  Προέκυπτε από το περιεχόμενο του Κλητηρίου και επιβεβαιωνόταν με την ένορκη δήλωση που υποστήριζε την αίτηση.  Τεκμηριωνόταν έτσι μια ανταπαίτηση, που ο Εφεσείων θα μπορούσε να προωθήσει. Έγινε αναφορά στην απόφαση στην υπόθεση Subotic v. Στυλιανίδη (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 22, 28, στην οποία αναφέρθηκε ότι:

 

 «Είναι καθιερωμένο ότι όπου εγείρεται καλή τη πίστει ανταπαίτηση που προκύπτει από τα ίδια γεγονότα της αγωγής και συνδέεται άμεσα με τους λόγους υπεράσπισης πρέπει να δίδεται τέτοια άδεια, ακόμα και αν ο εναγόμενος παραδέχεται μέρος ή ολόκληρη την απαίτηση (Βλέπε: Morgan & Son Ltd. v. S. Martin Johnson & Co. [1949] 1 K.B. 107). Η ανταπαίτηση είναι αγωγή (cross action) αλλά για τους σκοπούς της Δ.18 πρέπει να θεωρείται ως Υπεράσπιση (Βλέπε: Zoedone Co. v. Barrett [1882] 26 S.J. 657).»

 

Περαιτέρω, επαναλήφθηκε ότι η βασική αρχή που προκύπτει από τις αυθεντίες είναι ότι συνοπτική απόφαση πρέπει να δίδεται μόνο όπου είναι αναμφίβολο ότι ο εναγόμενος δεν έχει υπεράσπιση στην αγωγή. Όπου όμως δίδει στην ένορκη δήλωση του αρκετές λεπτομέρειες που να δείχνουν την ύπαρξη καλόπιστης υπεράσπισης ή εγείρει θέμα σε απάντηση της απαίτησης που θα πρέπει να εκδικάζεται, ή όπου ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι έχει καλή και ουσιαστική υπεράσπιση ή αποκαλύπτει τέτοια γεγονότα που μπορούν να κριθούν ως αρκετά για να του δώσουν το δικαίωμα να προβάλει την υπεράσπισή του, τότε πρέπει να δίδεται τέτοιο δικαίωμα (CY.E.M.S. Co. v. Central Co-Operative Industries (1982) 1 Α.Α.Δ. 897, 902-5 και Τrans Middle East Trading v. Tlais (1991) 1 Α.Α.Δ. 239, 243-4). 

 

ΕΞΕΤΑΣΗ  ΥΠΟ  ΚΡΙΣΗ  ΑΙΤΗΣΗΣ

  

Από το περιεχόμενο του φακέλου της υπόθεσης, διαπιστώνω ότι το Κλητήριο Ένταλμα που καταχωρίστηκε την 1/11/22 είναι ειδικά οπισθογραφημένο και ότι ο Εναγόμενος καταχώρησε Σημείωμα Εμφάνισης στις 22/11/22.

 

Σε σχέση με την προϋπόθεση της θετικής γνώσης των γεγονότων από το άτομο το οποίο ορκίστηκε, ηγέρθη ως λόγος ένστασης από τον Καθ’ ου η αίτηση ότι η Ένορκη Δήλωση της Μαρίας Φιλίππου, ημερομηνίας 03/02/2023 στην αίτηση δεν ικανοποιεί τις προϋποθέσεις που θέτει η Δ.18 Θ.1 καθ’ ότι η πιο πάνω δεν μπορεί να ορκιστεί θετικά για τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, και/ή εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη η ένορκη δήλωση της καθότι η ομνύουσα πουθενά δεν αναφέρει ότι είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη από τον Ενάγοντα για να ορκιστεί θετικά ως προς τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Η πιο πάνω θέση δεν με βρίσκει σύμφωνη. Αρχίζοντας από το τελευταίο σημείο σημειώνεται ότι το θέμα της εξουσιοδότησης έχει επιλυθεί στην υπόθεση M.AGOODVALUE SUPPLIERS LTD κ.α. ν. BARCLAYS BANK PLC (2001) 1Β Α.Α.Δ. 1038  όπου κρίθηκε ότι για να δοθεί κάποια μαρτυρία στο Δικαστήριο δεν απαιτείται εξουσιοδότηση από οιονδήποτε αφού ο κάθε μάρτυρας που παρουσιάζεται καταθέτει για τα γεγονότα που ο ίδιος γνωρίζει. Στην υπό κρίση περίπτωση η αίτηση για συνοπτική απόφαση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση της συζύγου του Ενάγοντα, η οποία δηλώνει και είναι πρόσωπο που μπορεί να ορκιστεί θετικά για τα γεγονότα, αφού είναι άμεσα εμπλεκόμενη σε αυτά και γνωρίζει προσωπικά τα γεγονότα της υπόθεσης και επιβεβαιώνει την αιτία της Αγωγής, το αξιούμενο ποσό και εκφράζει την άποψη πως δεν υπάρχει υπεράσπιση στην Αγωγή.

 

Στη βάση των πιο πάνω διαπιστώσεων κρίνω ότι πληρούνται οι τρείς προϋποθέσεις που θέτει η Δ.18 για την ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου να εξετάσει την παρούσα Αίτηση. Συνεπώς το βάρος μετατοπίζεται στους ώμους του Εναγομένου  –  Καθ’ ου η Αίτηση να αποδείξει ότι έχει καλή υπεράσπιση  επί της ουσίας της αγωγής ή να αποκαλύψει τέτοια γεγονότα που να μπορούν να θεωρηθούν ικανά να του επιτρέψουν να υπερασπιστεί την υπόθεση του.  

 

Εγείρεται ως λόγος ένστασης από τον Εναγόμενο – Καθ’ ου η Αίτηση ότι υπάρχει έλλειψη δικαιοδοσίας στην έκδοση του αιτούμενου διατάγματος αλλά και στην εκδίκαση της Αγωγής από το παρόν Δικαστήριο αφού η υπόθεση εμπίπτει εντός της δικαιοδοσίας του Ενοικιοστασίου σύμφωνα με τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο (Ν. 23/1983). Σύμφωνα με την εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου του Εναγομένου με βάση τα γεγονότα που παρατίθενται στην Ένορκη Δήλωση στην Ένσταση και τα σχετικά Τεκμήρια που επισυνάπτονται η υπόθεση εμπίπτει στο Ενοικιοστάσιο καθ’ ότι το ακίνητο κτίστηκε και ενοικιάστηκε το έτος 1999 και εμπίπτει εντός των δημοτικών ορίων του Δήμου Λάρνακας με αποτέλεσμα ο Εναγόμενος να καθίσταται θέσμιος ενοικιαστής. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του Ενάγοντα αντέτειναν ότι το ζήτημα της καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητας του Δικαστηρίου δεν μπορεί να αποτελέσει κατ’ ισχυρισμό υπεράσπιση, αφού είναι ζήτημα το οποίο μπορεί να εξεταστεί αυτεπάγγελτα σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας από το ίδιο το Δικαστήριο. Πρόσθετα, εισηγήθηκαν ότι το επίδικο ακίνητο δεν βρίσκεται εντός ελεγχόμενης περιοχής, αφού δεν καλύπτεται από τα Δημοτικά όρια του Δήμου Λάρνακας και τούτο προκύπτει τόσο από το Τεκμήριο Γ, όσο και από τον ίδιο το Νόμο αφού εάν ο Νομοθέτης ήθελε να περιλάβει την Κοινότητα Ορόκλινης εντός των ελεγχόμενων περιοχών, θα το έπραττε όπως έκανε με τον Δήμο Αραδίππου και Δήμο Λευκάρων. Περαιτέρω, επικαλούμενοι την απόφαση στην υπόθεση ΦΥΣΕΝΤΖΙΔΗ v. K&C SNOOKER & POOL ENTERTAINMENT, Πολ. Εφ. Αρ. 30/2019, ημερ. 1/6/2020, ECLI:CY:AD:2020:A171, σύμφωνα με την οποία ένα ακίνητο για να ανήκει στην έννοια του ακινήτου ως ο Ειδικός Νόμος ορίζει, θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί πριν το 1999 και να προσφέρετο για ενοικίαση πριν το 1999, προέβαλαν ότι η μαρτυρία μίας δήθεν γειτόνισσας του Εναγόμενου ότι το ακίνητο στο οποίο διαμένει ο ίδιος είχε κτιστεί πριν το 1999 και ενοικάζετο πριν το 1999 καμία αποδεικτική αξία δεν μπορεί να έχει σε αντίθεση με τις πληροφορίες που έλαβε ο Αιτητής από την ίδια την ιδιοκτήτρια του επίδικου ακινήτου και περαιτέρω ότι η αναφορά στην έκθεση εκτίμησης την οποία επικαλούνται αποτελεί απλώς πληροφόρηση που έλαβε ο εκτιμητής από το Κτηματολόγιο αναφορικά με το όλο συγκρότημα κατοικιών, η οποία είναι ενδεικτική ως προς το χρόνο ανέγερσης του συγκροτήματος και όχι καθοριστική.

 

Έχω την άποψη ότι το κατάλληλο στάδιο για αποσαφήνιση γεγονότων που αφορούν το ζήτημα καθ’ ύλην δικαιοδοσίας δεν είναι η εκδίκαση της αίτησης για συνοπτική απόφαση. Όταν εγείρονται ισχυρισμοί που γεννούν πραγματικό ζήτημα δικαιοδοσίας αυτοί θα πρέπει να αφήνονται να αποφασιστούν σε μεταγενέστερο στάδιο και όχι σε αυτό της αίτησης για έκδοση συνοπτικής απόφασης

 

Το ζητούμενο δεν είναι αν τα γεγονότα είναι στην πραγματικότητα όπως ισχυρίζεται ο Εναγόμενος, αλλά κατά πόσο οι ισχυρισμοί που προβάλλονται από τον τελευταίο θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την παραχώρηση άδειας να προβάλει υπεράσπιση σε σχέση με την απαίτηση του Ενάγοντα. Ο δε Ενάγοντας δεν έχει υποχρέωση να απαντήσει σε όλα όσα ο Εναγόμενος προέβαλε με σκοπό να αποδείξει την ύπαρξη καλής υπεράσπισης, η κατάδειξη της οποίας θα σφράγιζε την τύχη της αίτησης του Ενάγοντα παραπέμποντας τη διαφορά σε κανονική δίκη.

 

Στην υπόθεση L.C.A. DOMIKI  LIMITED V. ICE DEVELOPERS LTD, Πολ. Έφ. Αρ. 473/2011 ημερ. 28.9.2017, αποφασίστηκε ότι διεργασία του πρωτόδικου Δικαστηρίου η οποία οδήγησε στην κρίση του ότι στερείτο κατά τόπο αρμοδιότητας να εκδικάσει την μεταξύ των διαδίκων αγωγή, στα πλαίσια αίτησης δυνάμει της Δ.18, υπερέβη της δικαιοδοσίας που του παρείχε η εν λόγω δικονομική διάταξη. Λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:

 

«Το πρωτόδικο Δικαστήριο, λοιπόν, δεν έπρεπε, κατά την κρίση μας, στο στάδιο της αίτησης να αποφασίσει τελικά σε σχέση με τους ισχυρισμούς γεγονότων που πρόβαλλαν οι εφεσίβλητοι στην ένορκη δήλωση τους αναφορικά με την κατά τόπο αρμοδιότητα του, επαναλαμβάνοντας ουσιαστικά τα όσα σχετικά διατείνονταν στην υπεράσπιση που είχαν ήδη καταχωρίσει. Το κατάλληλο στάδιο εξέτασης και απόφασης επί των θεμάτων που εγείρονταν στην ένορκη δήλωση και ειδικότερα το θέμα της κατά τόπο δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, ήταν αυτό της κανονικής ακροαματικής διαδικασίας.  Τότε είναι που οι δύο πλευρές θα έχουν την ευκαιρία να παρουσιάσουν τη μαρτυρία τους και το Δικαστήριο να προβεί στην αξιολόγηση της και στην εξαγωγή των συμπερασμάτων και ευρημάτων του σε σχέση με το θέμα της κατά τόπο δικαιοδοσίας. Ενεργώντας όπως ενήργησε το πρωτόδικο Δικαστήριο, υπερέβη της δικαιοδοσίας που του παρείχετο δυνάμει της Δ.18

 

Πέραν όμως του θέματος της δικαιοδοσίας, λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο της Αίτησης, της Ένστασης και των Ενόρκων Δηλώσεων που τις συνοδεύουν, είναι έκδηλο ότι εγείρονται ζητήματα όπως το νομότυπο του τερματισμού της σύμβασης και η ενοικιαστική αξία του επίδικου ακίνητου. Αποκαλύπτεται περαιτέρω με βάση την ένορκη δήλωση στην Ένσταση και η ύπαρξη ανταπαίτησης. Παρεμβάλλω συναφώς στο σημείο αυτό ότι τα όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση στην Ένσταση του Εναγομένου δεν έχουν αντικρουστεί. Κρίνω, συνεπώς, ότι ο Εναγόμενος έχει αποκαλύψει τέτοια γεγονότα που να θεωρούνται ικανά να του παράσχουν το δικαίωμα σε υπεράσπιση και ανταπαίτηση.  

 

Για όλους τους λόγους που προσπάθησα να επεξηγήσω πιο πάνω καταλήγω ότι η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.  Δίνεται άδεια στον Εναγόμενο να καταχωρήσει την Υπεράσπιση του στην αγωγή εντός 15 ημερών από σήμερα.  Όσον αφορά τα έξοδα δεν βλέπω οποιονδήποτε λόγο για απόκλιση από το γενικό κανόνα ότι ακολουθούν το αποτέλεσμα.

 

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του Εναγομένου - Καθ' ου η αίτηση και εναντίον του Ενάγοντα - Αιτητή όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.  Τα έξοδα θα είναι πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας.

 

 

 

 

 

(Υπ.):  ……………………..

Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.        

 

 

ΠΙΣΤΟΝ   ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο