ΣΩΤΗΡΗ ΚΑΔΗ ν. ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ (ΣΕΔΙΠΕΣ) κ.α., Αίτηση – Έφεση αρ.: 186/2022, 23/5/2024
print
Τίτλος:
ΣΩΤΗΡΗ ΚΑΔΗ ν. ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ (ΣΕΔΙΠΕΣ) κ.α., Αίτηση – Έφεση αρ.: 186/2022, 23/5/2024

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΟΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ.  ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Α.Ε.Δ.          

                       

                                                                  Αίτηση – Έφεση αρ.:  186/2022(i)

 

Αναφορικά με τον περί Υποθηκεύσεως και Μεταβιβάσεως Νόμο 9/65 ως τροποποιήθηκε

-και-

 

Αναφορικά με τον περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμο Κεφ. 224 ως τροποποιήθηκε

 

Μεταξύ:

 

ΣΩΤΗΡΗ ΚΑΔΗ

Αιτητή

 

-και-

 

1.            ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ  (ΣΕΔΙΠΕΣ)

2.            ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΟΣ

 

Καθ ών η αίτηση

 

Αίτηση ημερ. 14/9/2023 για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης ημερ. 28/2/2023

 

Ημερομηνία: 24 Μαΐου, 2024

Εμφανίσεις:

Για τον Αιτητή: Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου ΔΕΠΕ

Για τους Καθ΄ ων η αίτηση 1:  Ανδρέας Β. Ζαχαρίου & Σία ΔΕΠΕ

Για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 3 στην αίτηση: Δημητρίου & Δημητρίου ΔΕΠΕ

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

Παραθέτω συνοπτικά το ιστορικό της υπόθεσης καθώς θεωρώ ότι θα βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση της απόφασης. Την 05/05/2022 διεξήχθη διαδικασία πλειστηριασμού αναφορικά με το ακίνητο με αρ. εγγραφής 0/[ ], Φ/ΣΧ. 31/53, τεμάχιο [ ], τοποθεσία Μάνδρα του Σκόρτου, στη Λάρνακα (εφεξής το επίδικο ακίνητο) χωρίς αυτή να ακυρωθεί και χωρίς να υπάρξει επιτυχών προσφοροδότης με αποτέλεσμα οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 να αποκτήσουν το ακίνητο βάσει των προνοιών του Νόμου 9/65. Ο πλειστηριασμός διεξήχθη με επιφυλασσόμενη τιμή πώλησης €26.800 ενώ η ανάκτηση έγινε με βάσει την διαδικασία που προνοείται από το Νόμο 9/65 για το ποσό των €33.500 το οποίο δεν αμφισβητήθηκε από τον Αιτητή. Η πώληση και η μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου έγιναν στις 7/11/2022. Ακολούθως, η διάθεση του εκπλειστηριάσματος επικυρώθηκε την 14/12/2022. Την 28/02/2023 εκδόθηκε απόφαση με την οποία το παρόν Δικαστήριο απέρριψε αίτηση-έφεση εκ μέρους του Αιτητή ημερ. 10.11.22 με την οποία ζητούσε την ακύρωση της πώλησης και/ή της διάθεσης του προϊόντος της πώλησης του επίδικου ακινήτου και την έκδοση διατάγματος που να ακυρώνει και να εμποδίζει την εγγραφή του ακινήτου επ’ ονόματι της ΚΕΔΙΠΕΣ και την διάθεση ή την μετεγγραφή του ακινήτου σε οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο.

 

Ο Αιτητής την 13/03/2023 καταχώρησε έφεση κατά της πιο πάνω απόφασης ημερ. 28/02/2023 και στη συνέχεια καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση την 14/09/2023 με την οποία επιδιώκει την αναστολή της εκτέλεσης και/ή ισχύος αυτής της απόφασης.

 

Η  ΑΙΤΗΣΗ  ΚΑΙ  ΟΙ  ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ

 

Παραθέτω αυτούσια τα αιτητικά της αίτησης:  

 

A.  Διάταγμα του Δικαστηρίου διατάττον την αναστολή και/ή περαιτέρω αναστολή της μεταβίβασης και/ή της πώλησης και/ή της μετεγγραφής και/ή της αποξένωσης του κάτωθι ακίνητου του αιτητή/εφεσείοντα με αρ. εγγραφής 0/[ ], Φ/ΣΧ. 31/53, τεμάχιο [ ], τοποθεσία Μάνδρα του Σκόρτου, στη Λάρνακα μέχρι την εκδίκαση και πλήρη αποπεράτωση της παρούσας έφεσης και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.

 

B.  Διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να απαγορεύει την οποιαδήποτε περαιτέρω πώληση και/ή εγγραφή επ’ ονόματι και/ή μετεγγραφή και/ή επιβάρυνση και/ή αποξένωση και/ή μεταβίβαση του ακινήτου με αρ. εγγραφής 0/[ ], Φ/ΣΧ. 31/53, τεμάχιο [ ], τοποθεσία Μάνδρα του Σκόρτου, στη Λάρνακα υπό οιουδήποτε προσώπου το οποίο είναι εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης κατά το χρόνο καταχωρήσεως της παρούσας προς οιονδήποτε περαιτέρω και/ή άλλο πρόσωπο.

                                                                                                                       

Η αίτηση βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.35 Θ.2, 4, 18,19 Δ.40 Θ. 1, 9, 10 και 11, Δ.48 Θ. 1-4, 7, 8 και 9, Δ.64, στο άρθρο 47 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 στα άρθρα 9,23 και 25 του Συντάγματος, στη Νομολογία, στις Αρχές της Επιείκειας ιδίως quia timet και στις γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα στα οποία βασίζεται η αίτηση εκτίθενται στην επισυνημμένη ένορκη δήλωση του Σωτήρη Καδή, αιτητή/εφεσείοντα ο οποίος ως αναφέρει υιοθετά τους λόγους και το περιεχόμενο της παρούσας αίτησης και όπου αναφέρεται σε θέματα νομικής φύσης, το κάνει κατόπιν συμβουλής του δικηγόρου του. Σύμφωνα με τον ενόρκως δηλούντα, κατά τον ουσιώδη χρόνο της παρούσας αίτησης/έφεσης ήταν ο ιδιοκτήτης του επίδικου τεμαχίου επί του οποίου είναι οικοδομημένη και στο οποίο λειτουργεί η φάρμα ζώων, ήτοι αιγοπροβάτων, την οποία διατηρεί η οικογενειακή εταιρεία Σ. ΚΑΔΗΣ ΦΑΡΜΑ ΛΤΔ.  Είναι παιδιόθεν κτηνοτρόφος-ποιμνιοτρόφος.  Η οικογενειακή επιχείρηση και η εταιρεία φάρμας επί του επίδικου τεμαχίου ιδρύθηκε προκειμένου να λειτουργήσει την μάντρα. Για την οικοδόμηση της φάρμας δαπανήθηκαν τεράστια ποσά πέραν των €300.000 για τα οποία η πιο πάνω οικογενειακή εταιρεία χρηματοδοτήθηκε μέσω και της ΣΠΕ Αθηαίνου.  Για εξασφάλιση της χρηματοδότησης ενόψει των έργων στη φάρμα υποθηκεύθηκε το ακίνητο, στο οποίο ευρίσκεται οικοδομημένη η φάρμα, και το οποίο αποτελεί το αντικείμενο της εκποίησης και της παρούσης αίτησης.

 

Αναφέρει επίσης ότι η εταιρεία ενοικιάζει από την 1.1.2013 τη φάρμα από τον ίδιο ως ιδιοκτήτη. Κατά ή περί την 28.2.2023 εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας απόφαση στην αίτηση-έφεση με αριθμό 186/22 την οποία είχε καταχωρήσει εναντίον της ΚΕΔΙΠΕΣ, ούτως ώστε να ακυρωθεί η πώληση και/ή διάθεση του προϊόντος της πώλησης της φάρμας του, καθότι αυτή είχε γίνει παρανόμως και στη βάση άκυρης και ανύπαρκτης υποθήκης και περαιτέρω διάταγμα που να ακυρώνει και να εμποδίζει την εγγραφή επ’ ονόματι της ΚΕΔΙΠΕΣ της φάρμας του και διάταγμα που να εμποδίζει και που να αναστέλλει και απαγορεύει την πώληση και διάθεση και/ή τη μετεγγραφή του πιο πάνω ακινήτου σε οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο.  Το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση με απόφαση που επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Α. Κατά της απόφασης αυτής καταχωρήθηκε η Έφεση υπ’ αριθμό 18/2023, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Β, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί στο Ανώτατο Δικαστήριο. Είναι η θέση τους ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι εσφαλμένη και καταχωρήθηκε έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο για τους συγκεκριμένους λόγους οι οποίοι περιέχονται στο Εφετήριο, αντίγραφο του οποίου επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Γ.  Όπως του είχαν εξηγήσει οι δικηγόροι του, η Έφεση έχει πάρα πολύ καλές πιθανότητες επιτυχίας και οι λόγοι εφέσεως είναι πολύ καλώς δομημένοι και βάσιμοι. 

 

Σύμφωνα με τον ομνύοντα, η παρούσα αίτηση επιδίδεται και στον κ. Λένο Χρυσοστόμου, συγχωριανό του από την Αθηαίνου, ο οποίος όπως γνωρίζει ο ομνύων είχε εκδηλώσει στους εφεσίβλητους/καθ’ ων η αίτηση ενδιαφέρον για την αγορά του ακινήτου του ο οποίος, ως ο ίδιος του έχει αναφέρει, είναι ο επιτυχών προσφοριοδότης στην εκποίηση του χωραφιού και του βιός του και ότι ανέμενε να του μετεγγραφεί ο τίτλος ιδιοκτησίας επ’ ονόματί του.

 

Επί του παρόντος ο ομνύων, ως αναφέρει, δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσει εάν οι εφεσίβλητοι προχώρησαν στην εγγραφή και/ή στη μετεγγραφή επ’ ονόματι του ως άνω προσώπου του ακινήτου. Είναι η θέση του ότι ως προκύπτει από τα γεγονότα της υπόθεσης το Δικαστήριο θα πρέπει να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα προκειμένου να προστατευθεί το επίδικο ακίνητο ιδιοκτησίας του στο οποίο ασκεί το επιτήδευμα και το επάγγελμα του.  Είναι η θέση του ότι σε περίπτωση που οιονδήποτε πρόσωπο, της ΚΕΔΙΠΕΣ και/ή του Λένου Χρυσοστόμου περιλαμβανομένων, προχωρήσει σε περαιτέρω πώληση του ακινήτου σε οιονδήποτε καλόπιστο τρίτο, τότε θα απωλεσθεί το αντικείμενο της διαφοράς και η δυνατότητα άσκησης εκ μέρους του του επαγγέλματος και του επιτηδεύματος του ίδιου και της οικογένειάς του κατά παράβαση των συνταγματικών επιταγών και αρχών, ενώ εάν εκδοθεί το διάταγμα διαφυλάσσεται τόσο το ακίνητο από περαιτέρω πώληση αλλά και προστατεύονται τα ανθρώπινα του δικαιώματα και δη το δικαίωμά του προς εργασία, περιουσία και αξιοπρεπή διαβίωση. Σε διαφορετική περίπτωση δεν θα μπορεί να αποδοθεί δικαιοσύνη για τον λόγο ότι θα απωλέσει το μοναδικό του μέσο άσκησης του επαγγέλματος του το οποίο είναι η φάρμα του η οποία είναι κτισμένη στο εν λόγω ακίνητο.

 

Σύμφωνα με τη θέση τους η αιτουμένη αναστολή στηρίζεται, τόσο στην ανάγκη προστασίας και διαφύλαξης του αντικειμένου της διαφοράς, δηλαδή του ακινήτου το οποίο υποθηκεύτηκε στη βάση της Υποθήκης για την οποία γίνεται αναφορά στην Έφεση, όσο και στην ανάγκη αποτροπής απώλειας άσκησης του συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματός τόσο του ιδίου όσο και της οικογενειακής τους επιχείρησης για εργασία, πριν δηλαδή αυτό γίνει, με βάση τις αρχές της επιεικείας και ιδίως την αρχή quia timet.

 

Ισχυρίζεται επίσης ο ενόρκως δηλών ότι ενόψει του βάσιμου της Εφέσεως και των λόγων Έφεσης, το Δικαστήριο δύναται να αναστείλει την εκτέλεση της πρωτόδικης απόφασης καθ’ όν μέρος αυτή περιλαμβάνει διαδικασίες που τείνουν να αποξενώσουν περαιτέρω ή/και να μεταβάλουν το υφιστάμενο καθεστώς ιδιοκτησίας του επίδικου ακινήτου, έως ότου εκδικαστεί η Έφεση.  Σε αυτό συνηγορούν οι αρχές της Επιείκειας, η Νομολογία και τα συνταγματικά θεμελιώδη δικαιώματα εκάστου πολίτη να τυγχάνει αξιοπρεπούς διαβίωσης επιδιδόμενος σε οιανδήποτε απασχόληση. Θα ήταν δίκαιο και εύλογο να επιτραπεί η αίτηση, έτσι ώστε να διαφυλαχθεί η αποτελεσματικότητα του δικαιώματος του για έφεση ενώ εάν δεν εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα τότε οι εφεσίβλητοι/καθ’ ων η αίτηση θα έχουν ήδη εκτελέσει την εναντίον του απόφαση εκκρεμούσης της Εφέσεως με κίνδυνο να υποστεί ζημιά από απώλεια της επαγγελματικής του στέγης, η οποία μετά την επιτυχή προς όφελος του εκδίκαση της Έφεσης, θα είναι αδύνατο να αποκατασταθεί. Αντίθετα, είναι η θέση του ότι ουδεμία ζημιά θα προκύψει στην εφεσίβλητη ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο από την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Είναι δε διατεθειμένος να υπογράψει οποιαδήποτε εγγύηση και να συμμορφωθεί με οποιονδήποτε όρο ήθελε διατάξει το Δικαστήριο για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

Σημειώνεται ότι η αίτηση απεσύρθη εναντίον της Καθ΄ ης η αίτηση 2.

 

Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ (ΚΕΔΙΠΕΣ), η οποία απέκτησε τα δικαιώματα των καθ’ ων η αίτηση - εφεσιβλήτων καταχώρησε ένσταση στην αίτηση.

 

Οι συγκεκριμένοι λόγοι ένστασης είναι, αυτούσιοι οι ακόλουθοι:

 

1.         Η αίτηση είναι νομικά, δικονομικά και ουσιαστικά αβάσιμη.

2.         Ο αιτητής δεν δικαιούται στα αιτούμενα Διατάγματα.

3.         Η αίτηση στρέφεται εναντίον λανθασμένου και/ή ανύπαρκτου διαδίκου

4.         Το ένδικο μέσο που χρησιμοποιείται δεν είναι το ορθό

5.         Ο τύπος και ο τίτλος της αίτησης είναι λανθασμένος

6.         Δεν μπορεί να αποδοθεί η αιτούμενη θεραπεία.

7.         Οι λόγοι που προβάλλονται για έγκριση της αίτησης δεν καλύπτονται από τη Νομοθεσία.

8.         Η αίτηση είναι κακόπιστη και καταχρηστική.

9.         Η αίτηση υποβλήθηκε αδικαιολόγητα καθυστερημένα.

10.       Η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση είναι παράτυπη και αντικανονική και βρίθει ανακριβειών.

11.       Ο αιτητής προβάλλει ψευδείς και ανυπόστατους ισχυρισμούς.

12.       Δεν δικαιολογείται η έκδοση των αιτουμένων Διαταγμάτων. 

13.       Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων.

16.       Η αίτηση χρησιμοποιείται για αλλότριους σκοπούς.

17.       Η αίτηση είναι αχρείαστη και μάταιη.

18.       Το ένδικο μέσο που χρησιμοποιείται είναι λανθασμένο

19.       Η αίτηση είναι άνευ αντικειμένου.

20. Η αίτηση αποτελεί κατάχρηση διαδικασίας διότι προωθείται παράλληλα με πανομοιότυπη αίτηση ενώπιον Εφετείου.

 

Η αίτηση βασίζεται στον Νόμο 9/65 άρθρα 2, 27, 44Α-44ΙΑΑ ως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, στην ΚΔΠ 185/2015 Καν. 1-14, στα άρθρα 80 και 81 του Κεφ. 224, στους περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Κανονισμούς 1-18, στον περί Πώλησης Διαδικαστικό Κανονισμό του 1994 (1/1994), στους Διαδικαστικούς Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.9, Θ1-10, Δ.39, Δ.48 Θ 1-9, Δ.64, Δ.35 Θ 2 ,4,18,19, Δ.40 Θ 1, 9, 10 και 11 ως έχουν τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ. 6 άρθρα 2, 4-9, 16, 22, 23, 26, 27, στα άρθρα 2, 14, 21, 29, 30, 31, 32, 42 και 47 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960, στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας άρθρα 9, 16, 23, 25, 26, 28, 30, 152, στον περί Συμβάσεων Νόμο, στις συμφυείς και γενικές εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου, στις Αρχές της Νομολογίας και τις Αρχές της Επιείκειας.

 

Τα γεγονότα στα οποία βασίζεται η ένσταση φαίνονται στην ένορκη δήλωση της Μάρθας Γεωργίου η οποία αναφέρει τα ακόλουθα, ως προσπάθησα να τα συνοψίσω:

 

Είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη από την ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ (ΚΕΔΙΠΕΣ) η οποία απέκτησε τα δικαιώματα των καθ’ ων η αίτηση 1 να προβεί στην ένορκο δήλωση. Εργάζεται ως υπάλληλος στην εταιρεία Altamira Asset Management (Cyprus) Ltd η οποία έχει συνάψει συμφωνία διαχείρισης και ρύθμισης δανείων με την ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ  ( ΣΕΔΙΠΕΣ)  δυνάμει της οποίας η Altamira Asset Management (Cyprus) Ltd ενεργεί δια λογαριασμό της ΣΕΔΙΠΕΣ και έχει αναλάβει την διαχείριση αριθμού χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων της τελευταίας, μεταξύ των οποίων είναι η πιστωτική διευκόλυνση με τις σχετικές εξασφαλίσεις που αφορά η υπό κρίση αίτηση. Δυνάμει συμφωνίας ημερομηνίας 7 Οκτωβρίου 2022 η Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, έχει μεταβιβάσει στην Κυπριακή Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λίμιτεδ (ΚΕΔΙΠΕΣ),  όλες τις πιστωτικές διευκολύνσεις και συναφείς εξασφαλίσεις που κατείχε ως δανειστής, δυνάμει των προνοιών του Νόμου 169(Ι)/2015 ως τροποποιήθηκε, μεταξύ των οποίων και οι επίδικες υποθήκες και πιστωτική διευκόλυνση που εξασφαλίζεται από αυτές. Είναι πλήρως εξουσιοδοτημένη τόσο από την ΣΕΔΙΠΕΣ, όσο και από την Altamira Asset Management (Cyprus) Ltd να προβεί στη ένορκη δήλωση.

 

Είναι η θέση της ομνύουσας ότι η αίτηση στρέφεται εναντίον λανθασμένου διαδίκου αφού τα δικαιώματα της ΣΕΔΙΠΕΣ, καθ’ ων η αίτηση 1 στην παρούσα αίτηση έχουν από 7/10/2022 ήτοι πριν την καταχώρηση της παρούσας, ακόμη και της πρωτόδικης διαδικασίας περιέλθει στην ΚΕΔΙΠΕΣ.

 

Ως επίσης αναφέρει, στα πλαίσια των καθηκόντων της έχει στη κατοχή της τα έγγραφα που αφορούν τις διάφορες συμφωνίες δανείων ή άλλων πιστωτικών διευκολύνσεων οι οποίες καταλήγουν σε αγωγή εναντίον των οφειλετών των εναγόντων.  Γνωρίζει τα γεγονότα που αφορούν την παρούσα αίτηση από προσωπική γνώση και από όσα προκύπτουν από τα έγγραφα τα οποία έχει στην κατοχή της, από πληροφόρηση από τους συναδέλφους της ενώ όπου αναφέρεται σε νομικά θέματα έχει λάβει νομική συμβουλή από τους δικηγόρους τους.

 

Αρνείται την παράγραφο 1, 2 και 3 της ένορκης δήλωσης στην αίτηση και λέγει ότι η επιχείρηση που κατ’ ισχυρισμό ασκείτο στο ενυπόθηκο ακίνητο δεν ανήκει στον αιτητή αλλά σε άλλη νομική οντότητα, συγκεκριμένα στην εταιρεία Σ. ΚΑΔΗΣ ΦΑΡΜ Λτδ, ΗΕ 305842, που ιδρύθηκε την 7/5/2012, η οποία δεν είναι οφειλέτης του δανείου που εξασφαλίζετο με τις επίδικες υποθήκες. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τη δήλωση των ελεγκτών του, τεκμήριο Γ επί της αρχικής αίτησης στην πρωτόδικη διαδικασία, το περιεχόμενο της οποίας, στο βαθμό που αφορά το ποσό των εισπράξεων/κύκλου εργασιών, αμφισβητεί. Συνεπώς, το εν λόγω ακίνητο δεν αποτελεί επαγγελματική στέγη του οφειλέτη. Οι δε ισχυρισμοί περί ενοικίασης της φάρμας και ως προς το ότι πρόκειται περί οικογενειακής επιχείρησης παρόλο που δεν επηρεάζουν τα δεδομένα, ακόμη και να ίσχυαν δεν έχουν αποδειχτεί με οποιαδήποτε μαρτυρία, τίθενται δε για πρώτη φορά στην παρούσα ενώ ουδέν λέχθηκε στα πλαίσια της πρωτόδικης διαδικασίας. Λέγει επίσης ότι οι πιστωτικές διευκολύνσεις που εξασφαλίζονται με τις επίδικες υποθήκες παραχωρήθηκαν στον αιτητή και στην Ελένη Κολέ Καδή και δεν εξυπηρετούνταν, με αποτέλεσμα να τερματιστούν εξ υπαιτιότητας του αιτητή και της συνοφειλέτιδας του και να κινηθεί η αγωγή , τεκμήριο Α επί της αρχικής αίτησης στην πρωτόδικη διαδικασία, με την οποία διεκδικείται υπόλοιπο εκ €535.292,37 και σχετικά διατάγματα αναφορικά με τις εκποιήσεις.

 

Όσον αφορά τα όσα προβάλλει ο αιτητής στην παράγραφο 4 της ένορκης δήλωσης στην αίτηση, είναι η θέση της ότι σε κάθε περίπτωση και όσον αφορά τη διαδικασία εκποίησης, η νομιμότητα της δεν μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο της πρωτόδικης διαδικασίας, αφού είχε ήδη διεκπεραιωθεί ο πλειστηριασμός χωρίς επιτυχόντα προσφοροδότη την 5/5/2022, χωρίς να έχουν υποβληθεί οποιεσδήποτε ενστάσεις, είχε δε ξεκινήσει από τις 02/08/2021 με την έκδοση ειδοποιήσεων ΤΥΠΟΥ Ι, οι οποίες επιδόθηκαν νομότυπα και κανονικά την 12/8/2021 τόσον στον αιτητή όσο και στην συνοφειλέτιδα του. Ακολούθησε η έκδοση ειδοποιήσεων ΤΥΠΟΥ ΙΒ την 07/10/2021, οι οποίες επιδόθηκαν νομότυπα και κανονικά την 1/11/2021 και την 2/2/2022 εκδόθηκαν ειδοποιήσεις ΤΥΠΟΥ ΙΑ και δελτίο πλειστηριασμού, τα οποία επιδόθηκαν νομότυπα και κανονικά την 16/2/2022. Η όλη διαδικασία εκποίησης ακολουθήθηκε χωρίς να ακυρωθεί και ο πλειστηριασμός διεξήχθη κανονικά χωρίς να υπάρξει επιτυχών προσφοροδότης την 5/5/2022 και οι καθ’ ων η αίτηση απέκτησαν το ενυπόθηκο ακίνητο, βάσει των προνοιών του Νόμου 9/65, καθιστώντας από τότε την αίτηση άνευ αντικειμένου πριν καν την καταχώρηση της, αφού από τη στιγμή που η εν λόγω διαδικασία είχε ολοκληρωθεί δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί οποιοδήποτε στάδιο της που οδήγησε στον πλειστηριασμό και την ανάκτηση. Πιο συγκεκριμένα και για σκοπούς πληρότητας των γεγονότων, ο πλειστηριασμός διεξήχθη με επιφυλασσόμενη τιμή πώλησης €26.800 ενώ η ανάκτηση έγινε με βάσει τη διαδικασία που προνοείται από το Νόμο 9/65, για ποσό εκ €33.500, που και πάλιν δεν αμφισβητήθηκε ενώ ο αιτητής είχε την ευκαιρία με την ειδοποίηση ΤΥΠΟΥ ΙΒ να διορίσει δικό του εκτιμητή και δεν το έπραξε, με αποτέλεσμα οι καθ’ ων η αίτηση να ετοιμάσουν 2 εκτιμήσεις για να συνάδουν με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει της σχετικής Νομοθεσίας, το δε ακίνητο δεν είναι η επαγγελματική στέγη του αιτητή ούτε οποιουδήποτε εμπλεκόμενου στις πιστωτικές διευκολύνσεις, αλλά της εταιρείας Σ. ΚΑΔΗΣ ΛΤΔ και δεν ενέπιπτε στις πρόνοιες της αναστολής. Λέγει επίσης ότι η αίτηση έχει καταστεί άνευ αντικειμένου, καθότι η διάθεση του πλειστηριασμού είχε επικυρωθεί την 14/12/2022, ως οι επιστολές επικύρωσης που στάληκαν στον αιτητή και την συνοφειλετιδα του. Είναι περαιτέρω η θέση τους ότι τόσο η Νομοθεσία όσο και η Νομολογία το μόνο που επιτρέπει να προσβάλει με έφεση ενώπιον του Δικαστηρίου, είναι, εντός της τασσόμενης από το Νόμο προθεσμίας των 30 ημερών, την προτεινόμενη διάθεση του προϊόντος της πώλησης, ο δε αιτητής δεν αμφισβητεί καν τον τρόπο διάθεσης. Το προϊόν πώλησης θα μπορούσε να αμφισβητηθεί μόνο στα πλαίσια αίτησης εναντίον της ειδοποίησης ΙΑ.  Εισηγείται ότι δεν μπορεί να αμφισβητηθεί οτιδήποτε έγινε πριν, το θέμα που αμφισβητούσαν με τη πρωτόδικη διαδικασία ήτοι την πώληση με όλους τις παραμέτρους αυτής, περιλαμβανομένης της τιμής πώλησης.

 

Λέγει επίσης η ομνύουσα ότι η διαδικασία πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου ήταν καθόλα νόμιμη και κανονική. Εν πάση περιπτώσει εντός 30 ημερών από την μέρα που η πώληση του ακινήτου ήταν δυνάμενη να ολοκληρωθεί, ήτοι που αποκρυσταλλώθηκαν τα ποσά που ήταν πληρωτέα προς τις φορολογικές αρχές, στάληκε τόσο η επιστολή ενημέρωσης για το εκπλειστηρίασμα και για την προτεινόμενη διάθεση την 14/11/2022, Τεκμήριο 2, όσο και η επιστολή επικύρωσης του εκπλειστηριάσματος νομότυπα και κανονικά την 14/12/20222, Τεκμήριο 3, τόσο προς τον αιτητή όσο και προς την συνοφειλέτιδα του. Η δε πώληση έγινε την 7/11/2022 και ολοκληρώθηκε η μεταβίβαση με την πράξη πώλησης Π412/2022, Τεκμήριο 4. Διευκρινίζει ότι την 13/9/2022 οι καθ’ ων η αίτηση ζήτησαν πληροφόρηση βάσει του Νόμου 9/65 αναφορικά με τις φορολογίες. Η πώληση και μεταβίβαση έγινε την 7/11/2022. Λόγω του ότι δεν τους επιδόθηκε οποιοδήποτε διάταγμα για την προτεινόμενη διάθεση, η διάθεση επικυρώθηκε και η ΚΕΔΙΠΕΣ προχώρησε στην πίστωση του ποσού του εκπλειστηριάσματος .

 

Όλα τα πιο πάνω, ως αναφέρει η ομνύουσα τέθηκαν στο Δικαστήριο το οποίο έκδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία είναι καθόλα ορθή, αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη και η έφεση που καταχωρήθηκε (εναντίον της ΣΕΔΙΠΕΣ και όχι της ΚΕΔΙΠΕΣ) είναι άνευ αντικειμένου, αβάσιμη και παντελώς ανυπόστατη. Αναφέρει δε περαιτέρω ότι αφότου αποκτήθηκε το ενυπόθηκο ακίνητο αυτό πωλήθηκε και μεταβιβάστηκε σε τρίτο πρόσωπο, καλόπιστο αγοραστή, με μεταβίβαση που ολοκληρώθηκε την 3/4/2023. Παρουσιάζει το έντυπο Ν313 που αφορά την εξασφάλιση φοροαπαλλαγής για την πώληση καθώς και την απόδειξη πληρωμής μεταβιβαστικών τελών και μεταβίβασης ως Τεκμήρια 6 και 7.

 

Η ενόρκως δηλούσα κατά συνέπεια αρνείται τις παραγράφους 5 - 10 της ένορκης δήλωσης στην αίτηση, εισηγούμενη ότι τόσο η πρωτόδικη διαδικασία ήταν άνευ αντικειμένου από την 7/11/2022 όταν το ακίνητο περιήλθε στην ιδιοκτησία της ΚΕΔΙΠΕΣ, αλλά περαιτέρω και από την 3/4/2023 όταν περιήλθε στην ιδιοκτησία καλόπιστου τρίτου ήτοι του Λένου Χρυσοστόμου, γεγονός που με μια απλή έρευνα μπορούσε να εντοπιστεί από τον αιτητή πριν καταχωρήσει την παρούσα αίτηση. Επισημαίνει επίσης ότι ο αιτητής δεν αναφέρει πότε έμαθε για την αγορά του ακινήτου του από τον Λένο Χρυσοστόμου, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εξεταστεί αν έδρασε άμεσα. Σε κάθε περίπτωση είναι η θέση της ότι με δεδομένο ότι τα γεγονότα έτρεχαν και η έφεση έχει καταχωρηθεί την 13/3/2023 και η παρούσα την 28/6/2023 χωρίς καμία συγκεκριμένη αιτιολογία για τη καθυστέρηση, αποδεικνύει ότι μόνο άμεσα δεν ενήργησε ο αιτητής.

 

Αποτελεί πρόσθετα θέση τους ότι δεν τίθεται θέμα αναστολής απόφασης απορριπτικής και ότι αυτό που επιζητείται στην ουσία δεν είναι αναστολή εκτέλεσης της απόφασης αλλά κεκαλυμμένη ανάκληση και εκμηδενισμός της. Σε σχέση με τις παραγράφους 11 και 12 της ένορκης δήλωσης στην αίτηση, αναφέρει ότι η παρούσα αίτηση αποτελεί λανθασμένο ένδικο διάβημα και υποβάλλεται καταχρηστικά αφού εκκρεμεί πανομοιότυπη αίτηση ενώπιον του Εφετείου στην έφεση 18/2023, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτει, χωρίς να αποδέχεται την ορθότητα της, ως Τεκμήριο 8. Εν πάση περιπτώσει τονίζεται ότι η αίτηση είναι άνευ αντικειμένου και δεν θα περισώσει οτιδήποτε, η δε προσθήκη μη διαδίκου σε διαδικασία ενώπιον Εφετείου, δεν δικαιολογείται ούτε και επιτρέπει την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

Ένσταση καταχώρησε και το Ενδιαφερόμενο Μέρος – Λένος Χρυσοστόμου. Οι λόγοι της ένστασης είναι, αυτούσιοι οι ακόλουθοι:

 

  1. Η αίτηση είναι άνευ αντικειμένου καθότι η διάθεση και/ή μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου έχει ολοκληρωθεί επ’ ονόματι του Ενδιαφερόμενου Μέρους, ήτοι του Λένου Χρυσοστόμου.
  2. Η αίτηση είναι άνευ αντικειμένου, καθότι το επίδικο ακίνητο μεταβιβάστηκε και/ή εξαγοράστηκε από το Ενδιαφερόμενο Μέρος, ήτοι τον Λένο Χρυσοστόμου, αφότου είχε ολοκληρωθεί η διάθεση και αγορά του έναντι χρεών.
  3. Η αίτηση υποβλήθηκε με αδικαιολόγητη και/ή υπέρμετρη καθυστέρηση από την ημερομηνία αγοράς του ενυπόθηκου ακινήτου από την ΣΕΔΙΠΕΣ και/ή από την καταχώρηση της Έφεσης κατά την 13/03/2023 και/ή από την έκδοση της απόφασης την 28/02/2023 στην Αίτηση – Έφεση 186/2022.
  4. Ο Αιτητής δεν προέβηκε σε ειλικρινή αποκάλυψη των ουσιωδών γεγονότων και/ή ο Αιτητής απέκρυψε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήτοι Λένος Χρυσοστόμου, είναι ο νέος ιδιοκτήτης του επίδικου ακινήτου.
  5. Η Έφεση αρ. 18/2023 δεν έχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας.
  6. Ο Αιτητής καταχρηστικώς ζητεί την έκδοση διατάγματος με το οποίο αναστέλλει διαδικασία η οποία έχει ήδη διεκπεραιωθεί.
  7. Η Αίτηση είναι νομικά αβάσιμη ή/και ανυπόστατη ή/και δεν πληρούνται οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την ικανοποίηση των αιτούμενων θεραπειών.
  8. Η νομική βάση της Αίτησης είναι ελλειπής ή/και λανθασμένη.
  9. Η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση είναι ελλειπής ή/και περιέχει γενικούς, αόριστους, λανθασμένους και αβάσιμους ισχυρισμούς
  10. Δεν αποκαλύπτεται εύλογος λόγος ή/και δεν προβάλλονται επαρκείς λόγοι για τους οποίους το Δικαστήριο να εξασκήσει την διακριτική του ευχέρεια για την έγκριση της Αίτησης.
  11. Μπορεί με βεβαιότητα να γίνει πρόβλεψη για την αποτυχία της καταχωρηθείσας έφεσης, παράγοντας ο οποίος επιτρέπει στο Δικαστήριο να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια και να απορρίψει την Αίτηση.
  12. Η έφεση του Αιτητή – Εφεσείοντα έχει καταχωρηθεί καταχρηστικά και για αλλότριους σκοπούς στοχεύοντας στην περαιτέρω παρεμπόδιση και παρακώλυση της εν λόγω διαδικασίας.
  13. Το Ενδιαφερόμενο Μέρος θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά ως αναίτιο μέρος, εάν ανασταλεί η εκτέλεση της απόφασης ημερ. 28/02/2023 ή/και θα παρεμποδιστεί να απολαύσει το δικαίωμα του εκ του Νόμου ως ο νέος ιδιοκτήτης του ακινήτου με αρ. εγγραφής 0/32476 κατά παράβαση του άρθρου 23 του Συντάγματος.
  14. Δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος και/ή δεν συντρέχουν ειδικές και/ή εξαιρετικές περιστάσεις για να τύχει αναστολής η υπό έφεση απόφαση σύμφωνα με την Δ.35 Θ.18 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
  15. Τυχόν έκδοση οιονδήποτε διαταγμάτων, θα επηρεάσει δυσμενώς τα Συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα του Ενδιαφερόμενο Μέρους, όπως πηγάζουν από το άρθρο 23 του Συντάγματος.

 

Η ένσταση βασίζεται στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ.6, άρθρο 9, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.35 Θ.8, 18, Δ.40 Θ.1, 9, 11, Δ.48 Θ.1, 2, 3, 4, 8 και 9, στο άρθρο 47 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60,  στους Διαδικαστικούς Κανονισμούς του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στο Άρθρο  16, 23 και 30 του Συντάγματος, στο περιεχόμενο του φακέλου του Δικαστηρίου, στην σχετική Νομολογία και στις συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα επί των οποίων βασίζεται η ένσταση εκτίθενται στην επισυνημμένη ένορκη δήλωση του κ. Λένου Χρυσοστόμου ο οποίος είναι το Ενδιαφερόμενο Μέρος στην παρούσα υπόθεση και, ως αναφέρει, γνωρίζει προσωπικά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Για όσα γεγονότα δεν έχει προσωπική γνώση αναφέρει την πηγή της γνώσης του, ενώ για όλα τα νομικά θέματα λαμβάνει νομική συμβουλή από τους δικηγόρους του.

 

Σύμφωνα με τον ισχυρισμό του η αίτηση είναι άνευ αντικειμένου καθότι η διάθεση και μεταβίβαση του επίδικου ακινήτου έχει ολοκληρωθεί επ’ ονόματι του, γεγονός το οποίο ο Αιτητής γνώριζε και γνωρίζει και το επίδικο ακίνητο μεταβιβάστηκε και εξαγοράστηκε από αυτόν, αφότου είχε ολοκληρωθεί η διάθεση και αγορά του έναντι χρεών.

 

Περαιτέρω, είναι η θέση τους ότι η αίτηση υποβλήθηκε με αδικαιολόγητη και υπέρμετρη καθυστέρηση τόσο από την ημερομηνία αγοράς του ενυπόθηκου ακινήτου από την ΣΕΔΙΠΕΣ και από την καταχώρηση της Έφεσης κατά την 13/03/2023 όσο και από την έκδοση της απόφασης την 28/02/2023 στην Αίτηση – Έφεση με αρ. 186/2022.

 

Το επίδικο ακίνητο κατά την 17/10/2022 περιήλθε στην ιδιοκτησία των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και ακολούθως μετά από επιτυχή προσφορά που υπέβαλε περιήλθε στην κατοχή του την 03/04/2023. Ως προς τούτο επισυνάπτει ως Τεκμήριο 1 τίτλο ιδιοκτησίας του ακινήτου επ’ ονόματι του. Ο Αιτητής εσκεμμένα και με πρόθεση να παραπλανήσει το Δικαστήριο στην ένορκη δήλωση του στην αίτηση,  αναφέρει ότι έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για την αγορά του ακινήτου και ότι αναμένεται η μετεγγραφή και ο τίτλος ιδιοκτησίας επ’ ονόματι του, αφού την 22/06/2023 με επιστολή του μέσω των δικηγόρων του ενημέρωνε αυτόν ότι το ακίνητο έχει περιέλθει στην ιδιοκτησία του και ότι έκτοτε παράνομα επεμβαίνει και κατέχει το ακίνητο χωρίς τη συγκατάθεση και συναίνεση του. Παράλληλα κάλεσε τον αιτητή όπως παραδώσει το ακίνητο με κενή και ελεύθερη κατοχή την 20/07/2023. Επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 2 η επιστολή ημερ. 22/06/2023.

 

Ως περαιτέρω αναφέρει, δια μέσω των δικηγόρων του, απέστειλε εκ νέου επιστολή απαίτησης – Τύπος ΙΙΙ (προδικαστηριακή συμπεριφορά) ημερ. 20/09/2023 Τεκμήριο 3 προς τον Αιτητή – Εφεσείοντα ενημερώνοντας και πάλι αυτόν για την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του εν λόγω ακινήτου καλώντας τον τελευταίο να επιβεβαιώσει την λήψη της εντός 14 ημερών. Παρόλο που παρέλαβε προσωπικά την εν λόγω επιστολή δεν ανταποκρίθηκε με οιονδήποτε τρόπο. Ένεκα της ανωτέρω συμπεριφοράς του Αιτητή – Εφεσείοντα καταχώρησε την 27/10/2023 Έντυπο αρ. 4 – Έντυπο Απαίτησης με αρ. απαίτησης 1610/2023 εναντίον του Αιτητή – Εφεσείοντα, το οποίο επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 4.

 

Θεωρεί ότι η Αίτηση έχει καταχωρηθεί καταχρηστικά και με αλλότριους σκοπούς με σκοπό την καθυστέρηση της διαδικασίας και την παρεμπόδιση του να απολαύσει τα δικαιώματα του ως ο νέος, νόμιμος και εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του ακινήτου, αποστερώντας του τα δικαιώματα του που πηγάζουν από το άρθρο 23 του Συντάγματος.

 

Επιπρόσθετα, είναι η θέση τους ότι ο σημαντικότερος λόγος για απόρριψη της παρούσας Αίτησης είναι ότι μπορεί να γίνει πρόβλεψη με βεβαιότητα ως προς την αποτυχία της έφεσης που έχει καταχωρηθεί, παράγοντας ο οποίος επιτρέπει στο Δικαστήριο να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια και να απορρίψει την παρούσα χωρίς περαιτέρω συζήτηση του θέματος. Συγκεκριμένα, ο λόγος για τον οποίο μπορεί να γίνει πρόβλεψη για την προκείμενη αποτυχία της καταχωρηθείσας έφεσης, είναι ότι οι ισχυρισμοί που προωθούνται δεν τέθηκαν, ενώ μπορούσαν να είχαν τεθεί στο Δικαστήριο κατά την διαδικασία πλειστηριασμού του ακινήτου και στα πλαίσια αίτησης για αμφισβήτηση εναντίον της ειδοποίησης ΙΑ. Γι’ αυτό και μόνο το λόγο, εισηγούνται ότι είναι βέβαιο ότι η έφεση δεν μπορεί να επιτύχει και η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου θα πρέπει να λειτουργήσει εναντίoν της. Η Αίτηση δεν αποτελεί το κατάλληλο ένδικο μέσο για προώθηση τους, ακόμη και εάν ισχύουν οι ισχυρισμοί οι οποίοι προβάλλονται στην ένορκη δήλωση του Αιτητή – Εφεσείοντα.

 

Είναι περαιτέρω θέση του, ότι ο Αιτητής - Εφεσείοντας απέτυχε να αποδείξει και να παραθέσει επαρκείς λεπτομέρειες για τον ισχυρισμό του αναφορικά με την προοπτική επιτυχίας της έφεσης του και παραλείπει να αναφέρει για ποιο λόγο πιστεύει ότι έχει καλή υπόθεση για επιτυχία της. Ακόμη, η άσκηση έφεσης δεν αναιρεί, ούτε αναστέλλει την απόφαση επί της αίτησης - έφεσης. Η απόφαση παραμένει ισχυρή και διατηρεί τον τελεσίδικο της χαρακτήρα μέχρι την τροποποίηση ή ανατροπή της από το Ανώτατο Δικαστήριο στην άσκηση της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του. Οποιαδήποτε τροποποίηση ή ανατροπή της απόφασης στην αίτηση έφεση έχει αναδρομική ισχύ και συνεπάγεται ανάλογα με την περίπτωση την αναδιαμόρφωση της απόφασης επί της αίτησης – έφεσης.

 

Σύμφωνα με την εισήγηση του, τα γεγονότα που προβάλλονται επί της ένορκης δήλωσης του Αιτητή – Εφεσείοντα που συνοδεύει την Αίτηση δεν μπορούν, ούτε πρέπει να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, καθώς αποτελούν γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς, δεν συνοδεύονται από σχετικό αποδεικτικό υλικό και εν πάση περιπτώσει αντίκεινται στην Νομολογία.

 

Είναι καταληκτικά η θέση του ότι ο Αιτητής – Εφεσείοντας απέτυχε να ικανοποιήσει τις προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων, τα οποία είναι τέτοιου είδους που εκδίδονται πάντοτε με φειδώ και ότι στην παρούσα περίπτωση δεν συντρέχουν οι ειδικές και εξαιρετικές περιστάσεις που η νομολογία καθορίζει ότι πρέπει να υπάρχουν για την έκδοση τους. Περαιτέρω, είναι πρόσθετα η θέση του, ότι η μη έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων δεν θα δημιουργήσει μη αναστρέψιμες καταστάσεις ούτε θα επηρεάσει τα δικαιώματα του Αιτητή – Εφεσείοντα, αφού σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία είχε ενώπιον του το Δικαστήριο δεν επηρεάζονται οι βασικές, προσωπικές και οικογενειακές του ανάγκες, ενώ διαφάνηκε ότι το επίδικο ακίνητο δεν αποτελεί την επαγγελματική του στέγη, ενώ η τυχόν έκδοση τους θα πλήξει τα δικαιώματα του, αφού θα παρεμποδιστεί να απολαύσει την ιδιοκτησία του. Ως ο επιτυχών αγοραστής του επίδικου ακινήτου δεν πρέπει να στερείται, χωρίς ουσιαστικό λόγο του καρπού της επιτυχίας του και ακόμη και εάν η έφεση του Αιτητή – Εφεσείοντα επιτύχει, δεν θα επηρεαστούν με οποιοδήποτε ανεπανόρθωτο τρόπο τα δικαιώματα του, ούτε το ένδικο μέσο της έφεσης το οποίο ασκείται δικαιωματικά, θα αποστερηθεί της αποτελεσματικότητας του.

  

H ακρόαση της αίτησης διεξήχθη στη βάση των αγορεύσεων των συνηγόρων.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Από τη νομική πτυχή που αναφέρεται, τόσο επί της Αιτήσεως, όσο και επί των Ενστάσεων, προκύπτει ότι η δικονομική διαταγή που τυγχάνει εφαρμογής στην υπό εξέταση αίτηση, είναι η Δ.35 Θ. 18, η οποία και αναφέρει τα ακόλουθα :

 

«An appeal shall not operate as a stay of execution or of proceedings under the decision appealed from except so far as the Court appealed from or the Court of Appeal, or a Judge of either Court, may order; and no intermediate act or proceeding shall be invalidated, except so far as the Court appealed from the direct. Before any order staying execution is entered, the person obtaining the order shall furnish such security (if any) as may have been directed. If the security is to be given by means of a bond, the bond shall be made to the party in whose favour the decision under appeal was given»

 

Προκύπτει, συνεπώς, ότι η έκδοση σχετικού διατάγματος ανάγεται στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.

 

Τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου έχουν αναλυθεί σε σειρά αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστηρίου. Θεμελιακή επί του προκείμενου είναι η απόφαση  Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1147, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα :

 

«Η διασφάλιση του τελεσφόρου της πρωτόδικης απόφασης, αφενός, και της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης, αφετέρου, συνιστούν τους κατεξοχή παράγοντες που επενεργούν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου. Η εξισορρόπηση των συγκρουόμενων δικαιωμάτων επιβάλλει τη στάθμιση κάθε γεγονότος που σχετίζεται τόσο με τις επιπτώσεις της αναστολής, όσο και τη ζωτικότητα του δικαιώματος για την άσκηση έφεσης. Οι προοπτικές επιτυχίας της έφεσης είναι μεν παράγοντας σχετικός, αλλά οριακής σημασίας στις πλείστες περιπτώσεις. Το πλαίσιο για τη διάγνωση των δικαιωμάτων του εφεσείοντα σε συνάρτηση με την αποτίμηση των λόγων της έφεσης είναι η ακρόαση της έφεσης. Μόνο όπου μπορεί να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα ως προς την επιτυχία ή αποτυχία της έφεσης, χωρίς περαιτέρω συζήτηση του θέματος, ο παράγοντας αυτός αποκτά σπουδαιότητα στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου».

 

Οι πιο πάνω αρχές επαναδιατυπώθηκαν σε σειρά μεταγενέστερων αποφάσεων. Ενδεικτικά παραπέμπω στην απόφαση Χαραλάμπους ν. A. Panayides Contracting Ltd (2001) 1Γ Α.Α.Δ. 1978.

 

Η ουσία των σχετικών νομολογιακών αρχών συνοψίσθηκε στην απόφαση Βογαζιανός v. Γενικού Εισαγγελέα (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 594 , όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα :

 

"Το ορθό κριτήριο για την παροχή δικαστικής αναστολής έγκειται στην εξισορρόπηση δύο παραγόντων. Πρώτον, της φυσιολογικής προσδοκίας του ενάγοντα να δρέψει άμεσα τους καρπούς της νίκης του στο δικαστικό αγώνα που διεξήγαγε. Και, δεύτερον, την ανάγκη η ενδεχόμενη επιτυχία της έφεσης να μη χάσει τη σημασία της μένοντας χωρίς κανένα αντίκρυσμα.»

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΥΠΟ ΚΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ

 

Κρίνω σκόπιμο να εξετάσω κατά προτεραιότητα τους λόγους ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση ότι δεν μπορεί να αποδοθεί η αιτούμενη θεραπεία, ότι το ένδικο μέσο που χρησιμοποιείται είναι λανθασμένο και ότι η αίτηση είναι άνευ αντικειμένου. Όπως εξειδικεύουν οι Καθ’ ων η αίτηση στην αγόρευση τους το αντικείμενο της αναστολής με βάση την Δ.35 Θ.18 είναι η αναστολή θετικής υποχρέωσης ή καθήκοντος το οποίο επιβάλλεται από την απόφαση η οποία εφεσιβάλλεται και όχι η παγοποίηση, πόσο μάλλον ο προσωρινός παραμερισμός της απόφασης αυτής, όπως επιδιώκει εδώ ο αιτητής, μέσω της υπό κρίση αίτησης.

 

Σύμφωνα με τη νομολογία επίκληση της εν λόγω διάταξης, θα δικαιολογείτο σε περίπτωση που η αιτούμενη σε αναστολή απόφαση, επέβαλλε οιαδήποτε θετική ενέργεια που θα μπορούσε να τεθεί σε αναστολή. Εν προκειμένω όμως, η απόφαση της οποίας ζητείται η αναστολή δεν επιβάλλει τη διενέργεια οιασδήποτε θετικής ενέργειας ή καθήκοντος, ώστε να παρέχεται δικαιοδοτικό υπόβαθρο αναστολής της από το Δικαστήριο. Η φύση και το ίδιο το περιεχόμενο της απόφασης, η οποία ήταν απορριπτική, δεν υπόκεινται σύμφωνα με την ισχύουσα νομολογία και τις αρχές που διέπουν τα ζητήματα εφαρμογής της διάταξης αυτής, σε αναστολή. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να αναστείλει την ισχύ και/ή εκτέλεση της. Αυτό που στην πραγματικότητα επιχειρείται με την υπό κρίση αίτηση είναι ο παραμερισμός και ή εξάλειψη του απορριπτικού αποτελέσματος της εκδοθείσας απόφασης ημερ. 28.2.23 στην αίτηση - έφεση μέχρι την εκδίκαση της έφεσης.

 

Για τον πιο πάνω λόγο και μόνο κρίνω ότι η αίτηση είναι καταδικασμένη σε απόρριψη.

 

Στην πολύ πρόσφατη απόφαση DB TECHNOLOGIES BV κ.ά. ν. MILTIADES NEOPHYTOU CIVIL ENGINEERING CONSTRACTORS & DEVELOPERS LTD κ.ά. Πολ. Έφεση Αρ.: Ε7/2023 ημερ. 15/1/2024  λέχθηκαν τα ακόλουθα διαφωτιστικά:

  

«Σύμφωνα με νομολογία, το αντικείμενο της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου με βάση τη Δ.35 θ.18 είναι η αναστολή θετικής υποχρέωσης ή καθήκοντος το οποίο επιβάλλεται από την απόφαση η οποία εφεσιβάλλεται. Παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα από την απόφαση Grade One Shipping Ltd (No. 4) v. Cargo on Board the Ship "CRIOS II" (1976) 1 CLR 378σελ. 380:

 

«We do not think that there arises, in the circumstances of this case, any question of exercising our concurrent, with those of the trial Judge, powers of granting, under rule 18 Order 35 of the Civil Procedure Rules, a stay of execution of the aforesaid decision of October 29, 1976, because, actually, there is nothing to be stayed, since the appellants, who are applying for such a stay, are not required by means of such decision to do anything in order of arrest of the defendant cargo which had been previously made on the application of the appellants.  A similar application for stay of execution was made to the trial Judge, after his said decision, but it was refused by him on October 30, 1976."

 

Στην υπόθεση Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ v. Λύρα κ.α. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1384 όπου αντικείμενο της αίτησης για αναστολή ήταν η απόφαση με την οποία ακυρώθηκε η ειδοποίηση τριτοδιαδίκου, τονίστηκαν τα εξής:   

 

«Το αντικείμενο της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει της Δ.35, θ.18 είναι η αναστολή θετικής υποχρέωσης ή καθήκοντος το οποίο επιβάλλεται από την απόφαση η οποία εφεσιβάλλεται. Το αντικείμενο της αναστολής είναι η υποχρέωση ή καθήκον που επιβάλλεται από την απόφαση, και όχι η παγοποίηση ή ο προσωρινός παραμερισμός της απόφασης η οποία εφεσιβάλλεται.  Η θέση αυτή προκύπτει ευθέως από τις αποφάσεις (Fotiou and Another v. Petrolina Ltd. (1984) 1 C.L.R. 708· In re E.S. (an Infant) (1986) 1 C.L.R. 119 (βλεπίσης Aftomata Eleourgia v. Monastery of Mahera (1986) 1 C.L.R. 524.). Η Δ.35, θ.18, δεν αποτελεί μέσο για την αναστολή της διαδικασίας ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ή την παρεμπόδιση της συνέχισής της μέχρι την ακρόαση της έφεσης. Η απαγόρευση (prohibition), της συνέχισης της διαδικασίας μπορεί να διαταχθεί μόνο με ένταλμα (prohibition), βάσει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος.

 

Στην προκειμένη περίπτωση η ενδιάμεση απόφαση, της οποίας επιδιώκεται η αναστολή δεν θέτει οποιαδήποτε υποχρέωση, ούτε επιβάλλει οποιοδήποτε καθήκον το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο διαταγής βάσει της Δ.35, θ.18. Στην ουσία, επιδιώκεται ο παραμερισμός αυτής τούτης της ακυρωτικής απόφασης μέχρι την εκδίκαση της έφεσης. Αυτό, δεν είναι παραδεχτό, ευρίσκεται έξω από τα πλαίσια της Δ.35, θ.18.».

 

Στην υπό κρίση αίτηση, δεν επιχειρείται η αναστολή της ερήμην απόφασης ημερ. 19.1.2022.  Το αντικείμενο της αναστολής είναι η απορριπτική απόφαση ημερ. 11.01.2023 της αίτησης παραμερισμού. Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, το αντικείμενο της αναστολής είναι η υποχρέωση ή καθήκον που επιβάλλεται από την προσωρινή αναστολή της απόφασης που εφεσιβάλλεται.  Η απόφαση ημερ. 11.1.2023 δεν επιβάλλει οποιαδήποτε θετική ενέργεια, καθήκον ή υποχρέωση προς τους Αιτητές το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο διαταγής βάσει της Δ.35 θ.18.

 

Ενόψει των πιο πάνω, η επίδικη αίτηση είναι καταδικασμένη σε απόρριψη.  Λόγω της κατάληξης μας αυτής, θεωρούμε αχρείαστο να εξετάσουμε τους υπόλοιπους λόγους ένστασης.»

 

Παρά την πιο πάνω κατάληξη μου, για σκοπούς πληρότητας θα προχωρήσω να εξετάσω τα υπόλοιπα θέματα που εγείρονται στις ενστάσεις. Προχωρώντας στην εδώ εξέταση των σχετικών παραγόντων το μόνο το οποίο μπορεί να λεχθεί, είναι, ότι, είναι αδύνατο να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα σε ότι αφορά την έκβαση της έφεσης. Δεν πρόκειται για περίπτωση που βοά, έτσι ώστε να είναι πρόδηλο στον καθένα ότι η έφεση οπωσδήποτε θα πετύχει. Μόνο σε μια τέτοια περίπτωση, θα διαδραμάτιζε σημαίνοντα ρόλο στην κρίση του Δικαστηρίου αυτός ο παράγοντας, ιδιαίτερα ενός πρωτόδικου Δικαστηρίου, όπως είναι το παρόν Δικαστήριο. Αλλιώς θα μετατρεπόταν το πρωτόδικο Δικαστήριο σε Εφετείο, είτε του εαυτού του είτε άλλου πρωτόδικου Δικαστηρίου υπό άλλη σύνθεση. Για τούτο το λόγο δεν κρίνω σκόπιμο να εξετάσω την συγκλίνουσα εισήγηση των συνηγόρων των καθ’ ων η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους ότι η έφεση που έχει καταχωρηθεί από τον αιτητή είναι άνευ αντικειμένου και παντελώς αβάσιμη. Αισθάνομαι ότι αυτό που πρέπει να σημειωθεί μόνο είναι ότι στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση δεν δίδεται οποιαδήποτε συγκεκριμένη επεξήγηση του γιατί ο αιτητής θεωρεί βάσιμη την έφεση ούτε και εξειδικεύεται η θέση περί πολύ καλής πιθανότητας επιτυχίας της έφεσης.

 

Για να εγκριθεί το αίτημα αναστολής εκτέλεσης απόφασης θα πρέπει να καταδειχθεί ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες να το δικαιολογούν και θα πρέπει περαιτέρω ο αιτητής να καταδείξει ότι τυχόν απόρριψη της αίτησης θα του προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη (βλ. Χατζηευαγγέλου ν. Dozami Marine Ltd κ.α. (1991) 1 ΑΑΔ 172). Η ανεπανόρθωτη βλάβη που επικαλείται ο αιτητής στην παρούσα συναρτήθηκε με ισχυρισμό περί αδυναμίας αποκατάστασης της ζημιάς που θα υποστεί από την απώλεια της επαγγελματικής του στέγης, συγκεκριμένα της φάρμας του η οποία είναι το μόνο μέσο άσκησης του επαγγέλματος του. Παρά την αμφισβήτηση από τους καθ’ ων η αίτηση στην ένορκη τους δήλωση (i) ότι η επιχείρηση ανήκε στον αιτητή αφού ανήκε σε άλλη νομική οντότητα και ότι κατ’ επέκταση το ακίνητο δεν αποτελούσε την επαγγελματική του στέγη και (ii) ότι η οικογενειακή εταιρεία ενοικιάζει τη φάρμα από τον αιτητή οι θέσεις τους αυτές δεν αντικρούστηκαν από τον αιτητή. Πρόσθετα, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε με στοιχεία τους λόγους για τους οποίους η μη αποξένωση του επίδικου ακινήτου θα του προκαλέσει τέτοια ανεπανόρθωτη ζημιά και οικονομική καταστροφή. Υποστήριξε επίσης ότι η επιχείρηση που ασκεί είναι οικογενειακή και σε περίπτωση μεταβίβασης του ακινήτου θα επέλθει πλήρης αποστέρηση των μέσων βιοπορισμού του ιδίου του ομνύοντος και της οικογένειας του και η ζημιά του θα είναι ανεπανόρθωτη. Καμία αναφορά δεν έγινε από τον ομνύοντα, σε περιστάσεις όπως π.χ. στην ακριβή φύση της επιχείρησης, στα χαρακτηριστικά της και στους λόγους επηρεασμού της επιχείρησης από τυχόν μετακίνηση της. Χωρίς τεκμηρίωση των ισχυρισμών αυτών με στοιχεία, δεν μπορώ να καταλήξω ότι το δικαίωμα του αιτητή, που άπτεται της αποτελεσματικής διασφάλισης του δικαιώματος έφεσης, θα πληγεί εκτός εάν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.

 

Ο κανόνας, υπενθυμίζω, είναι οι δικαστικές αποφάσεις να εκτελούνται και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις να διατάσσεται αναστολή της εκτέλεσης. Στην προκειμένη περίπτωση ουδόλως έχει καταδειχθεί ότι θα πρέπει να τύχει εφαρμογής η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Εν όψει και της πιο πάνω κατάληξης θεωρώ αχρείαστη την εξέταση των υπόλοιπων λόγων ένστασης. 

 

Στη βάση όλων των πιο πάνω κρίνω ότι η Αίτηση είναι ολωσδιόλου αβάσιμη και ως τέτοια απορρίπτεται. Τα έξοδα, ως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται εναντίον του αιτητή.

 

 

 

 

 

           (Υπ.): ………………..........

                                                        Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο