
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.
Αίτηση ΠΣΑ αρ.: 3/2023(i)
Αναφορικά με τον περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμο του 2015
Αναφορικά με τον Ιακείμ Σπυρίδη, Χρεώστη
Αίτηση ημερομηνίας 11.7.23 από την Themis Portfolio Management Holdings Limited
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 30 Ιουλίου, 2024
Εμφανίσεις:
Για τους Αιτητές: κ. Β. Παπαδόπουλος για Στέλιος Στυλιανίδης & Σία ΔΕΠΕ
Για Καθ΄ ου η Αίτηση: κ. Γρ. Σαββίδης για Savvides & Kapelakis LLC
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με αυτή την Αίτηση οι Αιτητές ζητούν την ακύρωση του Διατάγματος ημερομηνίας 20/06/2023, το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτησης με το οποίο επιβάλλεται στους Αιτητές/Πιστωτές το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής το οποίο απέρριψαν σε σχέση με τον χρεώστη Ιακείμ Σπυρίδη.
Η Αίτηση βασίζεται στον περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμο του 2015 (Ν. 65(Ι)/2015), ειδικότερα αλλά χωρίς περιορισμό, στα άρθρα 41-75, στον περί Πτώχευσης Νόμο, Κεφ. 5, στον περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο του 1965, στον περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2016 (5/2016) Κανονισμοί 4, 5, 10 15, 16, 22, 23 και 24, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.48, Κ. 1, 2, 3, 5 και 9, καθώς επίσης και στις συμφυείς εξουσίες, διακριτική ευχέρεια και πρακτική του Δικαστηρίου.
Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η Αίτηση παρατίθενται στην ένορκη δήλωση του Άδωνι Ζαμπά, ο οποίος αναφέρει τα ακόλουθα:
Εργάζεται ως Δικαστηριακός Λειτουργός στην εταιρεία THEMIS PORTFOLIO MANAGEMENT LIMITED ( εφεξής «Themis Management») η οποία είναι 100% θυγατρική εταιρεία της THEMIS PORTFOLIO MANAGEMENT HOLDINGS LIMITED (εφεξής «η Themis Holdings»), ήτοι τους καθορισμένους Πιστωτές και Αιτητές στην Αίτηση (εφεξής «οι Αιτητές»), που έχουν υποκαταστήσει ή/και αντικαταστήσει την Bank of Cyprus Public Company Ltd στα δικαιώματα της που αφορούν στο επίδικο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής (εφεξής «ΠΣΑ»).
Οι λογαριασμοί στους οποίους αναφέρεται στη συνέχεια αποτελούν, μεταξύ άλλων, αντικείμενα της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αίτησης ΠΣΑ αλλά και της επίδικης Αίτησης και οι πιστώσεις σε αυτούς, παραχωρήθηκαν στον χρεώστη από την Bank of Cyprus Public Company Ltd.
Η Themis Holdings είναι εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων με έδρα τη Λευκωσία και έχει αδειοδοτηθεί προς τούτο και εποπτεύεται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου.
Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 18 του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και Συναφή Θέματα Νόμου του 2015 (Ν. 169(Ι)/2015), ως έχει τροποποιηθεί, και δυνάμει των προνοιών Σχεδίου Διακανονισμού το οποίο επικυρώθηκε την 04/06/2021 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στην Αίτηση Αρ. 320/2021 βάσει των Άρθρων 198 – 200 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, μεταξύ άλλων, πιστωτικές διευκολύνσεις οι οποίες βρίσκονταν στις οριστικές καθυστερήσεις της Bank of Cyprus Public Company Ltd, καθώς και οι οιασδήποτε μορφής εξασφαλίσεις αυτών, περιλαμβανομένων και των επίδικων διευκολύνσεων καθώς και των σχετικών εξασφαλίσεων, εγγυήσεων και των επίδικων υποθηκών, έχουν μεταβιβαστεί στην εταιρεία Themis Holdings. Ως εκ των ανωτέρω, όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις της Bank of Cyprus Public Company βάσει αυτών, έχουν τοιουτοτρόπως μεταβιβαστεί στην Τhemis Holdings η οποία έχει αυτόματα αντικαταστήσει και υποκαταστήσει την Bank of Cyprus Public Company στην παρούσα Αίτηση και σε ότι αφορά τους επίδικους λογαριασμούς. H Themis Management διαχειρίζεται κεντρικά τις υποθέσεις που σχετίζονται με τους εν λόγω δανεισμούς εκ μέρους της Themis Holdings.
Είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος από την Themis Management αλλά και από τους Αιτητές, να προβεί στην Ένορκη Δήλωση προς υποστήριξη της Αίτησής τους, διά της οποίας εξαιτούνται την ακύρωση του μονομερώς εκδοθέντος Διατάγματος ημερομηνίας 20/06/2023 διά του οποίου επιβλήθηκε στους Αιτητές το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής με αριθμό ΠΣΑ 3/2023 το οποίο καταρτίστηκε από τον κ. Μάριο Ιερόπουλο (εν τοις εφεξής «ο Σύμβουλος Αφερεγγυότητας»), το οποίο απορρίφθηκε στη συνέλευση των πιστωτών ημερομηνίας 23/05/2023. Γνωρίζει, ως αναφέρει, πολύ καλά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και τα όσα ορκίζεται και αναφέρει, πηγάζουν από πληροφορίες και έγγραφα που έχουν τεθεί ενώπιον του, και βασίζονται σε δική του γνώση και πληροφόρηση από την μελέτη του σχετικού φακέλου του χρεώστη, εκτός όπου ρητά αναφέρει διαφορετικά. Έχει επίσης στην κατοχή του όλα τα σχετικά με την παρούσα Αίτηση και διαδικασία ΠΣΑ έγγραφα καθώς επίσης και τα έγγραφα που αφορούν τα χρέη του Χρεώστη προς τους Αιτητές.
Το πρόσωπο το οποίο αφορά η παρούσα Αίτηση είναι και ήταν προ της έναρξης της διαδικασίας υποβολής ΠΣΑ οφειλέτης στους κατωτέρω Λογαριασμούς:
Λογαριασμός [ ] ([ ])
Ο Αρ. Λογαριασμού [ ] προκύπτει από τη Συμφωνία Στεγαστικού Δανείου την οποία σύνηψε ο Χρεώστης και ο αποβιώσαντας πατέρας του με την Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ και νυν με τους Αιτητές. Το συνολικό οφειλόμενο και απορρέον χρέος του Χρεώστη προς τους Αιτητές με βάση τον πιο πάνω λογαριασμό ανέρχεται στο ποσό των €176.246,85 πλέον τόκους και έξοδα από 22/02/2023.
Λογαριασμός [ ] ([ ])
Ο Αρ. Λογαριασμού [ ] προκύπτει από τη Συμφωνία Στεγαστικού Δανείου την οποία σύνηψε ο Χρεώστης με την Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ και νυν με τους Αιτητές. Το συνολικό οφειλόμενο και απορρέον χρέος του Χρεώστη προς τους Αιτητές με βάση τον πιο πάνω λογαριασμό ανέρχεται στο ποσό των €89.510,69 πλέον τόκους και έξοδα από 22/02/2023.
Προς εξασφάλιση των Λογαριασμών, ο Χρεώστης ενέγραψε και παραχώρησε την Υποθήκη Αρ.Y5270/2008 στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας, επί του ακινήτου με αρ. Εγγραφής 0/16403 στο Τσιακκιλερό, Λάρνακα και προχώρησε με εκχώρηση του αγοραπωλητηρίου εγγράφου ημερομ. 22/07/2008 επί του ιδίου ακινήτου.
Το συνολικό οφειλόμενο χρέος του Χρεώστη προς τους Αιτητές ανέρχεται στο ποσό των €265.757,54. Επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 4 η επαλήθευση των Αιτητών που περιέχει τα ανωτέρω στοιχεία.
Εξ’ όσων αντιλαμβάνεται και ως έχει πληροφορηθεί από τον Σύμβουλο Αφερεγγυότητας, οι ως άνω αναφερόμενες επαληθεύσεις έχουν γίνει πλήρως αποδεκτές και δεν υπάρχει οιαδήποτε αμφισβήτηση. Ούτως ή άλλως, τα πιο πάνω διεκδικούμενα ποσά χρησιμοποιούνται τόσο από τον Σύμβουλο Αφερεγγυότητας όσο και τον Χρεώστη στο επίδικο ΠΣΑ.
Το προτεινόμενο υπό του Συμβούλου Αφερεγγυότητας ΠΣΑ 3/2023 τέθηκε σε ψηφοφορία για όλους τους πιστωτές την 23/05/2023 και καταψηφίστηκε από τη συνέλευση των πιστωτών, με τους Αιτητές οι οποίοι κατέχουν το 100% του εξασφαλισμένου χρέους, να ψηφίζουν κατά του ΠΣΑ, εκπροσωπούμενοι από τους υπεύθυνους του τμήματος Διαχείρισης Δανείων. Επισυνάπτει ως Τεκμήριο 5 αντίγραφο του ΠΣΑ 3/2023, ως υποβλήθηκε από τον Σύμβουλο Αφερεγγυότητας το οποίο ενσωματώνει την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων του Χρεώστη και τα πρακτικά της Συνέλευσης Πιστωτών ημερομηνίας 23/05/2023, καθώς και άλλα έγγραφα.
Κατά την 27/06/2023 επιδόθηκε στους Αιτητές το προαναφερόμενο Διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ημερομηνίας 20/06/2023, με το οποίο το Δικαστήριο διέταξε την επιβολή του ΠΣΑ 3/2023 σ’ όλους τους πιστωτές, Τεκμήριο 6. Είναι η θέση τους ότι το πιο πάνω Διάταγμα θα πρέπει να ακυρωθεί, καθώς μεταξύ άλλων, δεν πληρούνται τα κριτήρια που προνοεί η σχετική Νομοθεσία.
Καταρχάς, δεν έχει προσκομιστεί ικανοποιητική μαρτυρία ότι ο Χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του λόγω χειροτέρευσης της οικονομικής του κατάστασης ως αποτέλεσμα γεγονότων ή καταστάσεων εκτός ελέγχου του τα οποία έχουν επισυμβεί από το 2009 και εντεύθεν και είχαν ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του εισοδήματός του κατά τουλάχιστον 25%.
Ο ενόρκως δηλών παρατηρεί ότι ουδέν τεκμήριο έχει προσκομιστεί ώστε να θεμελιώνεται ο ισχυρισμός περί ουσιαστικής μείωσης, κατά τουλάχιστον 25% των εισοδημάτων του. Συγκεκριμένα, ο Χρεώστης στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση Επιβολής ημερομ. 06/06/2023 επισυνάπτει κατάσταση εισοδημάτων από την Υπηρεσία Κοινωνικών Ασφαλίσεων η οποία κατ’ ουδένα τρόπο δεν αποδεικνύει την απαιτούμενη μείωση της τάξεως του 25%. Επισυνάπτει τις εν λόγω καταστάσεις ως Τεκμήριο 7.
Αρχικά, σημειώνει ότι τα προαναφερόμενα χρέη προκύπτουν από την αναδιάρθρωση των λογαριασμών δανείου οι οποίοι παραχωρήθηκαν από Τροποποιητικές Συμφωνίες που σύνηψε ο Χρεώστης με την Βank of Cyprus Public Company Ltd και νυν με τους Αιτητές κατά το έτος 2018, περίοδο κατά την οποία συνεπάγεται πως τα οικονομικά του δεδομένα του επέτρεπαν τη σύναψη των εν λόγω συμφωνιών και την ικανότητα του προς τήρηση των συμφωνηθέντων. Προς τούτο επισυνάπτονται οι Συμφωνίες του έτους 2018 μεταξύ της Τράπεζας Κύπρου και του Χρεώστη ως Τεκμήριο 8. Και για αυτό το λόγο πιστεύει πως ο Χρεώστης δεν δύναται να επικαλείται σήμερα οιανδήποτε μείωση εισοδημάτων κατά τα έτη 2013 και 2014 ως λόγο για αδυναμία αποπληρωμής των χρεών του, όταν τα εισοδήματα του σήμερα δεν παρουσιάζουν σημαντική μείωση της τάξεως του 25% συγκριτικά με τον ίδιο κρίσιμο χρόνο που προχώρησε στη σύναψη των εν λόγω συμφωνιών. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι κατά το έτος 2018 τα εισοδήματα του Χρεώστη ανέρχονταν στο ποσό των €21.581 ως παρουσιάζονται στις καταστάσεις απολαβών του στο Τεκμήριο 7. Συγκριτικά με το έτος 2022 το ετήσιο εισόδημα του Χρεώστη ανέρχεται στις €20.294,52 (1.691,21 x 12) ως αναφέρει και ο ίδιος στη ΚΠΟΣ και συνεπώς η μείωση που παρατηρείται είναι επουσιώδης αφού είναι της τάξεως του 5,9%.
Συμπληρωματικά, ο ομνύων αναφέρει ότι ο Χρεώστης επιτηδευμένα παρουσιάζει τις καταστάσεις απολαβών του σε συνδυασμό με τις καταστάσεις εισοδημάτων του αποβιώσαντα πατέρα του παρά το γεγονός ότι δεν δίνεται τέτοια δυνατότητα από το Νόμο και η μείωση πρέπει να στοιχειοθετείται στη βάση των εισοδημάτων μόνο του Χρεώστη. Αυτή η πρόνοια ομοιάζει με αυτή του περί Πτώχευσης Νόμου. Ο Χρεώστης επιχειρεί να παραπλανήσει το Δικαστήριο ενώ, ως ο ίδιος αναφέρει, ο αποβιώσαντας πατέρας του ήταν άνεργος από το έτος 2013 και εντεύθεν, γεγονός που οδήγησε τον ίδιο προσωπικά να προβαίνει σε ανακατασκευές των λογαριασμών κατά τα επόμενα χρόνια με την πιο πρόσφατη αναδιάρθρωση να έχει γίνει, ως προαναφέρθηκε, κατά το έτος 2018. Δεν ήταν δυνατό τέτοια αναδιάρθρωση να έγινε με γνώμονα τα εισοδήματα του αποβιώσαντα αφού επί 5 συναπτά έτη πριν την τελευταία αναδιάρθρωση ο αποβιώσαντας δεν εργαζόταν.
Άνευ βλάβης της θέσης ότι αφ’ ης στιγμής είχε συμφωνηθεί αναδιάρθρωση τότε το μέτρο σύγκρισης θα πρέπει να είναι το έτος αναδιάρθρωσης, ακόμα και εάν υπολογιστεί η μείωση των εισοδημάτων του Χρεώστη από το 2009 και έπειτα σε καμία περίπτωση δεν φτάνει το ελάχιστο του 25% μέχρι και πριν από την αίτηση του Προστατευτικού Διατάγματος. Συγκεκριμένα το 2009, τα εισοδήματα του Χρεώστη ανέρχονταν στο ποσό των €7.929 και ακολούθως παρουσίασαν σταθερή αύξηση μέχρι σήμερα, ως φαίνεται στο Τεκμήριο 7, με αποτέλεσμα τα εισοδήματα του σήμερα να είναι σχεδόν τρεις φορές υψηλότερα από αυτά που είχε κατά το έτος έναρξης του Νόμου.
Επίσης, είναι η θέση του ομνύοντα ότι ο Χρεώστης και ο Σύμβουλος Αφερεγγυότητας δεν έχουν καταφέρει να αποσείσουν το βάρος απόδειξης ώστε να δικαιολογείται η επιβολή μη συναινετικού ΠΣΑ στους Αιτητές, ενώ επιπλέον στο ΠΣΑ 3/2023 εντοπίζονται πολλές ασάφειες. Δεν υπάρχει διαφάνεια ούτε οιαδήποτε ανάλυση και εξήγηση που να επιτρέπει την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων ως προς τις διάφορες καταληκτικές εισηγήσεις και το προτεινόμενο ΠΣΑ.
Η ΚΠΟΣ που προσκομίζει ο Χρεώστης είναι μια επίσημη και δεσμευτική δήλωση η οποία πρέπει να περιέχει αληθή και διακριβωμένα δεδομένα αναφορικά με την οικονομική κατάστασή του. Στην ΚΠΟΣ του, η οποία επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 5 στην παρούσα, πέραν του γεγονότος ότι η τελευταία σελίδα με τον πίνακα του διαθέσιμου εισοδήματος του Χρεώστη είναι κενή αλλά υπογεγραμμένη, ο Χρεώστης ορίζει ως ποσό μηνιαίων αποκοπών το ποσό των €321,32. Η πρόταση ΠΣΑ από την άλλη αναφέρεται σε ποσό ύψους €461,94, ήτοι €140 περισσότερα για αποκοπές τις οποίες έχει υπογράψει ο Χρεώστης στην ΚΠΟΣ του ως αληθείς. Επιπλέον, πουθενά στην ΚΠΟΣ του ο Χρεώστης δεν αναφέρει ότι πληρώνει μηνιαίως ποσό €95 για ασφάλειες ενώ ο Νόμος είναι σαφής και οποιαδήποτε παράλειψη μπορεί να στοιχειοθετήσει απόκρυψη στοιχείων η οποία συνιστά αδίκημα στη βάση του περί Αφερεγγυότητας Νόμου.
Περαιτέρω, ως αναφέρει, με βάση όλα τα σχετικά έγγραφα που έχουν τεθεί ενώπιον των Πιστωτών και με βάση όλα τα ανωτέρω, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι το ΠΣΑ είναι βιώσιμο. Αυτό άλλωστε, σύμφωνα με τη θέση του επιμαρτυρείται από το γεγονός ότι οι αποπληρωμές επεκτείνονται για περίοδο 30 ετών μέχρι το 66ο έτος της ηλικίας του Χρεώστη και οι εν λόγω αποπληρωμές στηρίζονται σε συνεισφορά τρίτου, της μητέρας του. Η συνεισφορά της μητέρας του Χρεώστη αναμένεται ότι θα παρέχεται από την ίδια μέχρι την ηλικία των 88 ετών ενώ άξιο αναφοράς είναι ότι πρόκειται για ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό ύψους €650 - €850, ως αναφέρει ο ίδιος ο Χρεώστης στην ΚΠΟΣ του. Επομένως, εισηγείται ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο ο Χρεώστης να συμμορφωθεί με τους όρους του ΠΣΑ. Είναι τουλάχιστον αμφίβολο ότι η μητέρα του Χρεώστη θα έχει την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθεί για περίοδο 30 ετών, ιδιαίτερα αφ’ ης στιγμής το μόνο αποδεικτικό των εισοδημάτων της που προσκομίσθηκε από τον Χρεώστη είναι ένα αντίγραφο μισθοδοσίας ενός μηνός και συνεπώς ουδεμία επιβεβαίωση ή απόδειξη δίδεται ότι μετά από 5 ή 7 έτη όταν συνταξιοδοτηθεί η μητέρα του Χρεώστη, το ύψος της σύνταξης της θα είναι τέτοιο που η ίδια θα δύναται να προσφέρει το προαναφερόμενο ποσό για περίπου 23 έτη μετά την συνταξιοδότηση της.
Ως εκ τούτου, είναι η θέση του ότι είναι πρόδηλο ότι η επιβολή του ΠΣΑ σε καμία περίπτωση δεν θέτει τους Πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση απ’ αυτή στην οποία θα βρίσκονταν εάν η περιουσία του Χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου. Ουδεμία μαρτυρία προσφέρεται προς τούτο από τον Σύμβουλο Αφερεγγυότητας ή τον Χρεώστη, προσθέτει δε ότι ο πίνακας που έγινε από τον Σύμβουλο Αφερεγγυότητας και επισυνάπτεται ως τεκμήριο 15 στην ένορκη δήλωση του Χρεώστη, Τεκμήριο 9 στην παρούσα, είναι παραπλανητικός και καταλήγει σε λανθασμένα ποσά με σκοπό να αποδείξει ότι οι Αιτητές θα βρίσκονταν σε καλύτερη θέση σε περίπτωση επιβολής του ΠΣΑ. Πιο συγκεκριμένα, η θέση του Συμβούλου Αφερεγγυότητας ότι σε περίπτωση πτώχευσης θα πρέπει να υπολογιστεί η αξία αναγκαστικής πώλησης του ακινήτου και θα πρέπει να αφαιρεθούν έξοδα πτώχευσης και διαχειριστή δεν ευσταθεί. Αφ’ ης στιγμής ο Χρεώστης είναι ενυπόθηκος οφειλέτης, σε περίπτωση πτώχευσης του Χρεώστη, οι Αιτητές θα ήταν ελεύθεροι να χρησιμοποιήσουν την εξασφάλισή τους, και μεταξύ άλλων να την πωλήσουν άμεσα ιδιωτικά βάσει της Νομοθεσίας, ενώ σε περίπτωση αποτυχίας της πώλησης ακόμη και να την κατακρατήσουν έναντι του επίδικου χρέους. Επίσης, οι Αιτητές στην περίπτωση πτώχευσης του θα είχαν στη διάθεσή τους πολύ πιο σύντομα το υποθηκευμένο Ακίνητο, αντί να αναμένουν μέχρι να εισπράξουν τη σημερινή εκτιμηθείσα αξία του, ως προνοεί το ΠΣΑ.
Ως επίσης αναφέρει ο ενόρκως δηλών, η ασαφής και αόριστη θέση του Συμβούλου ότι είναι κοινώς γνωστό ότι ο Επίσημος Παραλήπτης δεν προχωρά σε μέτρα έξωσης χρεωστών από την κύρια κατοικία τους, είναι λανθασμένη, εκτός πραγματικότητας και γίνεται με μόνο σκοπό να τεθεί με τέτοιο τρόπο ο συγκριτικός πίνακας πληρωμών ώστε να παραπλανηθεί το Δικαστήριο. Ως οι προσθαφαιρέσεις του Συμβούλου στον προαναφερόμενο πίνακα, σε περίπτωση πτώχευσης το συνολικό ποσό είσπραξης των Αιτητών θα ήταν το ποσό της πώλησης του υποθηκευμένου ακινήτου πλέον το διαθέσιμο εισόδημα του Χρεώστη. Υπό την επιφύλαξη ότι δεν θα έπρεπε να υπολογίζεται η καταναγκαστική αξία του ακινήτου αλλά η αγοραία, με βάση τα δεδομένα του πίνακα φαίνεται ξεκάθαρα ότι το ποσό των €156.840 που θα ληφθεί σε περίπτωση πτώχευσης φέρνει σε καλύτερη θέση τους Αιτητές συγκριτικά με το ποσό των €45.000 που θα ληφθεί σε περίπτωση επιβολής του ΠΣΑ 3/2023. Ένας αστερίσκος στον πίνακα που αναφέρει ότι ο Χρεώστης δεν αποδέχεται να παραχωρήσει δικαιώματα επί της οικίας του δεν θεωρεί ότι έχει οιαδήποτε ουσιαστική ισχύ και δεν μπορεί να αποκλειστεί ολόκληρο το ποσό πώλησης του υποθηκευμένου ακινήτου, αφού, βάσει του περί Πτώχευσης Νόμου οι Πιστωτές σε περίπτωση πτώχευσης του Χρεώστη, έχουν δικαίωμα επί της κύριας κατοικίας του. Συνεπώς, ο ίδιος ο συγκριτικός πίνακας του Συμβούλου Αφερεγγυότητας καταδεικνύει την καλύτερη θέση στην οποία θα βρίσκονταν οι Αιτητές στην περίπτωση πτώχευσης του Χρεώστη.
Επιπρόσθετα, ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι δεν προβλέπεται από το ΠΣΑ συγκεκριμένη αποπληρωμή στο Σύμβουλο Αφερεγγυότητας παρά μόνο γίνεται αναφορά σε αποκοπή δικηγορικών και άλλων εξόδων που μπορεί να επωμιστεί ο Χρεώστης, χωρίς να συγκεκριμενοποιείται κάποιο ποσό. Ειδικότερα, ο Σύμβουλος Αφερεγγυότητας στην πρόταση ΠΣΑ 3/2023 αναφέρεται στους πρώτους 60 μήνες ισχύος του ΠΣΑ λέγοντας ότι ο Χρεώστης θα καταβάλλει μηδέν ευρώ τον μήνα για κάλυψη των δαπανών και εξόδων του Συμβούλου Αφερεγγυότητας, χωρίς να διευκρινίζεται και να παρέχεται οιαδήποτε περαιτέρω πληροφόρηση και ανάλυση ή επεξήγηση. Το ανωτέρω σημείο αποτελεί, εισηγείται, άλλη μια ασάφεια εντός του ΠΣΑ, η οποία καθιστά το ΠΣΑ επιτηδευμένο ακριβώς γιατί χωρίς τις αποκοπές των δαπανών του Συμβούλου, το ύψος των αποπληρωμών του Χρεώστη διαφοροποιείται με αναπόφευκτη απόρροια τη μη βιωσιμότητα του ΠΣΑ.
Ακόμη, ουδεμία δικαιολογία προσφέρεται για τον καθορισμό του επιτοκίου στο χαμηλό ποσοστό του 2,5% ετησίως, το οποίο είναι εντελώς εκτός των σημερινών επιτοκίων για τέτοιου είδους δάνεια.
Συνεπώς, σύμφωνα με τον ενόρκως δηλούντα, το ΠΣΑ και οι αποπληρωμές που προνοούνται στηρίζονται σε αβέβαιους και αστήρικτους υπολογισμούς που ουδόλως αποδεικνύονται, γεγονός που καθιστά αμφίβολη την βιωσιμότητα τόσο των αποπληρωμών όσο και του ίδιου του ΠΣΑ. Τα αυστηρότερα κριτήρια του άρθρου για τα μη συναινετικά επιβαλλόμενα Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής, δεν πληρούνται γι’ αυτό και είναι η θέση του ότι το εν λόγω ΠΣΑ αντιβαίνει τις εκ του Νόμου προβλεπόμενες πρόνοιες, είναι επιτηδευμένο, σκοπό έχει να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή διαγραφή, δεν πρόκειται να καταστήσει τον Χρεώστη φερέγγυο εντός 5 ετών ούτε θα φέρει τους Αιτητές σε καλύτερη θέση από αυτή που θα βρίσκονταν σε περίπτωση πτώχευσης του Χρεώστη.
Ο Καθ’ ου η Αίτηση/Χρεώστης καταχώρησε ένσταση στην Αίτηση. Οι λόγοι ένστασης είναι, αυτούσιοι, οι ακόλουθοι:
(α) Η παρούσα Αίτηση είναι νομικά και πραγματικά ανυπόστατη και/ή αβάσιμη και/ή παράτυπη και/ή ανεπίτρεπτη και/ή αντικανονική και/ή αντίθετη των διαδικαστικών κανονισμών και της πρακτικής του σεβαστού Δικαστηρίου και/ή δεν στηρίζεται σε συγκεκριμένη νομοθετική διάταξη και/ή στηρίζεται σε λανθασμένη και/ή ελλιπή νομική βάση.
(β) Δεν πληρούνται και/ή δεν συντρέχουν σε καμία περίπτωση οι προϋποθέσεις που τίθενται από το Νόμο και τη σχετική και/ή καθοδηγητική Νομολογία για την έκδοση του αιτούμενου Διατάγματος και/ή για την επιτυχία της παρούσας Αίτησης.
(γ) H παρούσα Αίτηση είναι κακόπιστη και/ή εκδικητική και/ή σκοπεί στην πρόκληση εκποίησης κύριας κατοικίας και/ή αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας (abuse of the process of the Court).
(δ) Με την παρούσα Αίτηση η Αιτήτρια επιδιώκει την έκδοση του Αιτούμενου Διατάγματος παραβλέποντας και/ή καταστρατηγώντας το σκοπό για τον οποίο είναι δυνατό να γίνει επίκληση και/ή χρήση της δικονομικής δυνατότητας για παραμερισμό και/ή ακύρωση Διατάγματος επιβολής Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής δυνάμει του Ν.65(Ι)/2015.
(ε) Η παρούσα Αίτηση είναι αντικανονική και/ή παράτυπη και/ή γίνεται κατά παράβαση του Νόμου και της σχετικής και/ή καθοδηγητικής Νομολογίας, καθώς η Αιτήτρια απέτυχε να παρουσιάσει στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι:
(α) Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Ν. 65(Ι)/2015 και ειδικότερα εκείνες του άρθρου 72(1) στη βάση των οποίων εκδόθηκε το Διάταγμα ημερομηνίας 27/04/2023 το οποίο επιδιώκει να παραμερίσει με την παρούσα Αίτηση, και/ή
(β) Η Αιτήτρια δεν θα είναι στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν ως πιστωτής, εάν η περιουσία του χρεώστη εδιατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του Περί Πτώχευσης Νόμου, και/ή
(γ) Η άρνηση έκδοσης τέτοιου διατάγματος θα προκαλούσε ανεπανόρθωτη ζημιά στην Αιτήτρια, την οποία αυτή δεν θα είχε υποστεί διαφορετικά.
(στ) Σε κάθε περίπτωση, όλα τα ουσιώδη και σχετικά γεγονότα που αφορούν την έκδοση του Διατάγματος ημερομηνίας 20/06/2023 είναι ήδη ενώπιον του Δικαστηρίου και/ή έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου μέσω της Αίτησης και Ένορκης Δήλωσης του χρεώστη, ημερομηνίας 02/06/2023, στη βάση του οποίου εκδόθηκε το Διάταγμα που η Αιτήτρια επιδιώκει να ακυρώσει και/ή να παραμερίσει με την παρούσα Αίτηση.
(ζ) Οι περισσότεροι ισχυρισμοί που περιέχονται στην Ένορκη Δήλωση του κ. Άδωνι Ζαμπά η οποία συνοδεύει την παρούσα Αίτηση, είναι άσχετοι καθότι αφορούν ισχυρισμούς οι οποίοι δεν είναι καθοριστικοί σχετικά με το κατά πόσον το Σεβαστό Δικαστήριο θα αποφασίσει να εκδώσει το αιτούμενο Διάταγμα και/ή είναι ισχυρισμοί οι οποίοι δεν θα επηρεάσουν και/ή δεν θα ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο κατά την εξέταση της παρούσας Αίτησης.
(η) Η παρούσα αίτηση δεν είναι δικαιολογημένη και αντίκειται στις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης και της ισότητας των όπλων.
(θ) Η Αιτήτρια δεν νομιμοποιείται στην αξίωση των εξόδων της παρούσας Αίτησης.
Η ένσταση βασίζεται στον Περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμο του 2015 (Ν.65(Ι)/2015) και τις τροποποιήσεις αυτού και ειδικότερα αλλά χωρίς περιορισμό στα άρθρα 28, 32, 33, 35, 37, 38, 39, 40-71, 72-77, στον περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2016 (5/2016) άρθρα 4, 5, 10, 15, 16, 22-24 και 28, στον περί Πτωχεύσεως Νόμο, στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, άρθρα 23 και 26, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.8 θ.2, Δ.39, Δ.48 θ.1-9, 11, 12, Δ.57, Δ.64, στις Γενικές και Συμφυείς Εξουσίες, στη Διακριτική Ευχέρεια του Δικαστηρίου και στην επί του θέματος Νομολογία.
Τα γεγονότα επί των οποίων βασίζεται η ένσταση εκτίθενται στην ένορκη δήλωση του Σύμβουλου Αφερεγγυότητας Μάριου Ιερόπουλου, ημερ. 28/09/2023 καθώς και στο φάκελο του Δικαστηρίου.
Ως αναφέρει ο ενόρκως δηλών είναι αδειοδοτημένος από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας ως Σύμβουλος Αφερεγγυότητας. Έχει θετική και προσωπική γνώση των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης, εκτός από τα θέματα για τα οποία κατονομάζει την πηγή της πληροφόρησής του. Έχει διαβάσει την Αίτηση της Αιτήτριας, (στο εξής η Αίτηση) και την ένορκη δήλωση του κ. Άδωνι Ζαμπά (στο εξής «EΔ Ζαμπά»), όπως και τα Τεκμήρια που επισυνάπτονται σε αυτή.
Σε σχέση με τους ισχυρισμούς που προβάλλει ο ενόρκως δηλών στην Ένορκη Δήλωση του στην Αίτηση αναφέρει τα πιο κάτω:
Αρνείται τους ισχυρισμούς που περιέχονται στις παραγράφους 20 – 34 της ΕΔ Ζαμπά καθότι κατά την άποψη του δεν αναφέρουν την αλήθεια και είναι ανυπόστατοι. Απλό παράδειγμα επί τούτου, είναι οι ισχυρισμοί στην παράγραφο 27, στην γραμμή 5 όπου ψευδώς αναφέρει ότι «…η τελευταία σελίδα με τον πίνακα του διαθέσιμου εισοδήματος του Χρεώστη είναι κενή αλλά υπογραμμένη…». Αναφέρει σχετικά ότι η ΚΠΟΣ που οι Αδειοδοτημένοι Σύμβουλοι Αφερεγγυότητας και οι χρεώστες συμπληρώνουν βάση οδηγιών της Υπηρεσίας Αφερεγγυότητας, στο συγκεκριμένο σημείο αναγράφει ‘ΓΙΑ ΕΠΙΣΗΜΗ ΧΡΗΣΗ (Να μην συμπληρωθεί από το/τη Χρεώστη/Χρεώστιδα).
Επί των ισχυρισμών οι οποίοι περιέχονται στην παράγραφο 20 της ΕΔ Ζαμπά, με τους οποίους διαφωνεί αναφέρει ότι τηρούνται τα κριτήρια Επιβολής του ΠΣΑ ως οι πρόνοιες του άρθρου 72 του Νόμου. Τα κριτήρια επιλεξιμότητας για μη συναινετικό ΠΣΑ αναγράφονται και επεξηγούνται στο άρθρο 72 (1) του Νόμου. Οι Αιτητές δεν κατάφεραν σε κανένα απολύτως σημείο να αποδείξουν ότι ο Χρεώστης δεν πληροί οποιοδήποτε κριτήριο. Ο Χρεώστης, κατά τη δική του επαγγελματική άποψη τεκμηρίωσε ότι πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας και έτσι το Δικαστήριο έκδωσε το Διάταγμα Επιβολής. Τα κριτήρια επιλεξιμότητας χρεώστη για ΠΣΑ επεξηγούνται στο άρθρο 35 του Νόμου. Οι Αιτητές δεν κατάφεραν σε κανένα απολύτως σημείο να αποδείξουν ότι ο Χρεώστης δεν πληροί οποιοδήποτε κριτήριο του άρθρου 35.
Οι ισχυρισμοί στην παράγραφο 21 της ΕΔ Ζαμπά δεν περιέχουν, κατά τη θέση του, την αλήθεια. Αναφέρει ότι «…δεν έχει προσκομιστεί ικανοποιητική μαρτυρία ότι ο Χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του λόγω χειροτέρευσης της οικονομικής του κατάστασης ως αποτέλεσμα γεγονότων η καταστάσεων εκτός του ελέγχου του …». Τα πιο πάνω συνιστούν γενικότητες για σκοπούς παραπλάνησης. Ο Νόμος, στο άρθρο 72 (2) αναφέρει σχετικά «Για τους σκοπούς της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), τεκμαίρεται ότι οποιαδήποτε μείωση στα εισοδήματα την οποία υπέστη ο χρεώστης από το έτος 2012 και μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου οφείλεται σε γεγονότα ή καταστάσεις εκτός του ελέγχου του χρεώστη και πιο συγκεκριμένα στην οικονομική κρίση, εκτός εάν ο πιστωτής μπορεί να αποδείξει, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ότι ο λόγος για τον οποίο ο χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του είναι άλλος από την οικονομική κρίση». Για κάτι που η Αιτήτρια όφειλε βάση του Νόμου εάν μπορούσε να αποδείξει, αναφέρει ο ενόρκως δηλών στην Αίτηση ότι ο Χρεώστης έπρεπε να προσκομίσει ικανοποιητική μαρτυρία, με σκοπό να παραπλανήσει. Η ΕΔ του Χρεώστη ημερομηνίας 02/06/2023, στην παράγραφο 13 περιλαμβάνει σχετική δήλωση του για την μείωση στα εισοδήματα που η Νομοθεσία προβλέπει.
Η παράγραφος 22 της ΕΔ Ζαμπά κατά την άποψη του επίσης περιέχει προσπάθεια πλάνης αφού προσπαθεί να αναφέρει μόνο τα εισοδήματα του Χρεώστη και αγνοεί εντελώς τον συνοφειλέτη αποβιώσαντα πατέρα του. Επαναλαμβάνει το περιεχόμενο της παραγράφου 13 (iii) της ΕΔ του Χρεώστη ημερομηνίας 02/06/2023 και εμπειρικά αναφέρει ότι, τόσο η Αιτήτρια όσο και η Τράπεζα Κύπρου, σε ότι αφορά κοινά δάνεια, απαραίτητα και πάντα, ζητούσαν τα κοινά οικονομικά στοιχεία.
Ως Σύμβουλος Αφερεγγυότητας, και έχοντας υπόψη τι αναφέρει η περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγία του 2015 της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (εφεξής Οδηγία ΚΤΚ 2015), δηλώνει ότι, οι συνάδελφοι του ενόρκως δηλούντα στην Αίτηση, σε θέματα αξιολόγησης κοινού οικιστικού δανείου ή άλλου είδους δανείου που αφορά κοινούς δανειολήπτες, για να αξιολογήσουν αίτημα αναδιάρθρωσης, πάντα ζητούν το οικογενειακό εισόδημα που αφορά χρεώστιδα/χρεώστη. Η αίτηση ούτε καν προχωρά αν δεν υποβληθούν πλήρη στοιχεία για το οικογενειακό εισόδημα. Πέραν όμως αυτού, η Νομοθεσία αναφέρεται σε μείωση στα εισοδήματα που αφορούν τον χρεώστη και έτσι δεν μπορεί να μην ληφθεί υπόψη το οικογενειακό εισόδημα, όπως ακριβώς έγινε σε όλες τις αξιολογήσεις - όπως πχ η προηγούμενη αναδιάρθρωση που αφορούσε τον χρεώστη. Ο ενόρκως δηλών παραπέμπει σχετικά στο άρθρο 33. Εισηγείται ότι και από τα πιο πάνω διαφαίνονται ότι οι πραγματικές προθέσεις της Αιτήτριας ως επενδυτικό ταμείο δεν είναι η αναδιάρθρωση και διατήρηση της κύριας κατοικίας αλλά το όσο πιο σύντομο κέρδος, αγνοώντας τις όποιες επιπτώσεις άστεγων οικογενειών.
Οι παράγραφοι 23 - 24 της ΕΔ Ζαμπά κατά την άποψη του δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο. Επιχειρούν να αποδείξουν ότι τα εισοδήματα του Χρεώστη βοήθησαν στην έγκριση της αναδιάρθρωσης αλλά αποκλείουν η αναδιάρθρωση να «…έγινε με γνώμονα τα εισοδήματα του αποβιώσαντα…αφού ο αποβιώσαντας δεν εργαζόταν» χωρίς να επισυνάψουν την αξιολόγηση της Τράπεζας Κύπρου, η την ΚΠΟΣ των χρεωστών κατά την περίοδο του Μάϊου του 2018 για να ιδωθεί το σκεπτικό έγκρισης. Διερωτάται ο ενόρκως δηλών αφού ορθώς χρησιμοποιούν τα παρόντα εισοδήματα, γιατί δεν δίδεται απάντηση γιατί οι Αιτητές απέρριψαν το ΠΣΑ, γιατί δεν πρότειναν μακρόχρονη βιώσιμη αναδιάρθρωση, αλλά αντίθετα με το πνεύμα του Νόμου ζητούν, είτε παραχώρηση της οικίας, είτε μετρητά τη στιγμή που γνωρίζουν ότι ο Χρεώστης δεν διατηρεί αποταμιεύσεις και κανένα πιστωτικό ίδρυμα στην Κύπρο δεν θα τον εγκρίνει για μεταφορά του δανεισμού του. Παραπέμπει σε σχετική πρόνοια της Οδηγίας ΚΤΚ 2015, στη σελίδα 624 στην οποία αναφέρεται «…με σκοπό την παροχή στους βιώσιμους δανειολήπτες λύσεων αναδιάρθρωσης, που να είναι κατάλληλες και βιώσιμες σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα…» για τις οποίες ειδικά οι Αιτητές δεν προσφέρουν σχεδόν σε κανένα χρεώστη και εν πάση περιπτώσει δεν προσέφεραν και δεν αποδέχονται για τον Χρεώστη. Διερωτάται επίσης ο ενόρκως δηλών γιατί αφού τον Μάϊο του 2018 με παρόμοιο εισόδημα αποδέχθηκαν να κάνουν αναδιάρθρωση, και μετά επήλθε ο θάνατος του συνοφειλέτη πατέρα του Χρεώστη, και αφού τα εισοδήματα δεν έχουν σημαντική απόκλιση, δεν δέχονται την πρόταση ΠΣΑ ως έχει υποβληθεί ή γιατί δεν προτείνουν κάτι στα πλαίσια της Οδηγίας ΚΤΚ.
Η παράγραφος 25 αποδεικνύει σύμφωνα με τη θέση του ότι η Αιτήτρια, σε αντίθεση με τον Οδηγία ΚΤΚ 2015, αρνείται τις μακρόχρονες βιώσιμες αναδιαρθρώσεις, και ως επενδυτικό ταμείο που είναι, επιθυμεί γρήγορες διευθετήσεις που να περιλαμβάνουν κυρίως μετρητά. Διαφωνεί με τη θέση στην παράγραφο 25 της ΕΔ Ζαμπά και ειδικά σε ότι αφορά το μέτρο σύγκρισης για την μείωση στα εισοδήματα.
Η Αιτήτρια, αγνοεί εντελώς το δικαίωμα των χρεωστών από την παρούσα Νομοθεσία για προστασία της οικίας τους ή για δεύτερη ευκαιρία σε νεαρά άτομα όπως τον Χρεώστη να αποπληρώσουν τα χρέη τους και να σώσουν την οικία τους. Παραθέτει τον ορισμό της «Αναδιάρθρωσης» ως αναφέρεται στην Οδηγία ΚΤΚ 2015 και επισυνάπτει ως Τεκμήριο 2 απόσπασμα της Οδηγίας.
Η παράγραφος 26 της ΕΔ Ζαμπά περιέχει, είναι η θέση του, τόσο ανακρίβειες όσο και ισχυρισμούς που περιέχουν ψεύδη. Ο ενόρκως δηλών στην Αίτηση αναφέρει ασάφειες στο ΠΣΑ αλλά τίποτε συγκεκριμένο. Οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί της Αιτήτριας δεν υπέδειξαν και δεν ανέφεραν σε κανένα σημείο της διαδικασίας μέχρι την συνέλευση πιστωτών οποιαδήποτε ασάφεια, ούτε και ζήτησαν κάποια διευκρίνηση κατά την διάρκεια της συνέλευσης πιστωτών, ούτε ανέφεραν ελλείψεις η ασάφειες αφού προφανώς δεν χρειάστηκε. Είχαν τουλάχιστον 15 ημέρες μέχρι την συνέλευση. Το ΠΣΑ που παρουσιάστηκε είναι βιώσιμο όπως τεκμηριώνεται και από την Δήλωση του, Τεκμήριο 14 στην ΕΔ του Χρεώστη ημερομηνίας 02/06/2023 και ορθώς το Δικαστήριο διάταξε την Επιβολή του στον πιστωτή, δίνοντας δεύτερη ευκαιρία στον Χρεώστη και την μητέρα του να διατηρήσουν την οικία τους. Το ΠΣΑ δεν πρέπει να ακυρωθεί αφού ο Χρεώστης τηρεί τα κριτήρια επιβολής μη συναινετικού ΠΣΑ ως οι πρόνοιες του άρθρου 72 του Νόμου. Επίσης η Αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει ότι υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος για ένσταση εκ μέρους τους ως οι πρόνοιες του άρθρου 65.
Η παράγραφος 27 της ΕΔ Ζαμπά περιέχει κατά τη θέση του ενόρκως δηλούντα ανακρίβειες και ψευδείς ισχυρισμούς. Η διαφορά των €140 των μηνιαίων αποκοπών που αναφέρεται προέρχεται από την επιθυμία της μητέρας του Χρεώστη να βοηθήσει στην αποπληρωμή του χρέους, αφού πέραν της γονικής τους σχέσης, και η ίδια διαμένει στην υποθηκευμένη οικία. Παραπέμπει σχετικά στο άρθρο 47(2)(α) και στο άρθρο 50. Σε ότι αφορά τα ασφάλιστρα ζωής παραπέμπει στο άρθρο 46. Για να τηρηθεί η πιο πάνω πρόνοια του Νόμου, ο Χρεώστης, που μέχρι τον Απρίλιο του 2023 ως τον έχει ενημερώσει, δεν διατηρούσε ασφάλεια ζωής, κατόπιν συμβουλής του, προχώρησε σε σύμβαση ασφάλειας για την ζωή του και για μόνιμη ολική ανικανότητα. Δηλώνει ότι εάν προσέθεταν με τον Χρεώστη τα ασφάλιστρα των €95 στην ημερομηνία 28/11/2022 ΚΠΟΣ του Χρεώστη, δηλαδή πριν τη σύμβαση για τη νέα του ασφάλιση που έγινε για το ΠΣΑ και την πιο πάνω πρόνοια του Νόμου, η Αιτήτρια θα έκανε σχόλια για ψευδή δήλωση και αυξημένα έξοδα, όπως ακριβώς έπραξε και με τις αποκοπές που υπολόγισαν για την μητέρα του, προσθέτοντας το εισόδημα της στο εισόδημα του Χρεώστη.
Διαφωνεί ότι το ΠΣΑ δεν είναι βιώσιμο. Το ΠΣΑ που παρουσιάστηκε είναι βιώσιμο, η οικία προστατεύεται από την Νομοθεσία και υπάρχει εύλογη προοπτική ότι η συμμετοχή του Χρεώστη σε ΠΣΑ θα τον διευκολύνει να καταστεί φερέγγυος. Το ΠΣΑ θα φέρει τον πιστωτή στην ίδια ή καλύτερη θέση από ότι θα ευρίσκονταν εάν η περιουσία του διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου. Το ΠΣΑ που προτάθηκε, Τεκμήριο 4 στην Ένορκη Δήλωση του Χρεώστη αναφέρει συγκεκριμένα ότι το ΠΣΑ θα αποπληρωθεί σε 360 δόσεις εκ €750 η κάθε μία. Σε ότι αφορά τη συνεισφορά από τη μητέρα του, επαναλαμβάνει ότι διαμένει μαζί του. Παρόλο που τόσο ο Νομοθέτης σε σχέση με την κείμενη Νομοθεσία που αφορά κύρια κατοικία μέχρι €350.000, όσο και η Οδηγία ΚΤΚ 2015 που συγκεκριμένα αναφέρει μακρόχρονες βιώσιμες αναδιαρθρώσεις, οι Αιτητές δεν επιθυμούν να δοθεί ο χρόνος και η δεύτερη ευκαιρία στον Χρεώστη για να σώσει την οικία του και να αποπληρώσει τα χρέη του.
Οι παράγραφοι 29 - 30 κατά την άποψη του περιέχουν προσπάθεια πλάνης. Ο σκοπός του υπό αναφορά νόμου είναι η προστασία της κύριας κατοικίας και η δεύτερη ευκαιρία σε δανειολήπτες να σώσουν την οικία τους. Η Νομοθεσία προβλέπει ότι μόνο Αδειοδοτημένος Σύμβουλος Αφερεγγυότητας μπορεί να εκφέρει αυτή την άποψη και ο ενόρκως δηλών στην Αίτηση δεν είναι Αδειοδοτημένος Σύμβουλος Αφερεγγυότητας και έτσι δεν μπορεί να εκφέρει την άποψη του για το συγκεκριμένο θέμα. Ο σκοπός της Νομοθεσίας είναι η διατήρηση της κύριας κατοικίας. Αγνοώντας το πνεύμα και τις πρόνοιες του Νόμου, η Αιτήτρια επιθυμεί σύντομα να λάβει μετρητά από πώληση ακινήτων και κύριων οικιών. Σε σχέση με τον Χρεώστη, πρότειναν πλήρη εξόφληση μέσω μακρόχρονης βιώσιμης αναδιάρθρωσης ως η σχετική πρόνοια της Οδηγίας 2015 της ΚΤΚ. Η πρόταση ΠΣΑ δείχνει ότι η Αιτήτρια θα είναι σε καλύτερη θέση από ότι θα βρίσκονταν με τον περί Πτώχευσης Νόμο διότι λαμβάνει υπόψη την επιθυμία του Χρεώστη να διατηρήσει την οικία του και να αποπληρώσει τα χρέη του, αλλά και το πνεύμα του Νόμου για προστασία της κύριας κατοικίας κάτω από €350.000.
Λόγω της ιδιότητας του, ο ομνύων αναφέρει ότι η αμοιβή του διαχειριστή σε πτώχευση, βάση Νομοθεσίας είναι 11%, και ειδικά σε περιπτώσεις ρευστοποίησης περιουσίας χρεώστη είναι συνήθης πρακτική στην αγορά. Επισυνάπτει ως Τεκμήριο 3 απόσπασμα του Πίνακα Αμοιβών (Κανονισμός 3) του περί Πτώχευσης Νόμου, Κεφ. 5 που επιβεβαιώνει το πιο πάνω ποσοστό. Η αμοιβή κυμαίνεται και ακριβώς αυτό προνοεί το άρθρο 77 του περί Πτώχευσης Νόμου Κεφ. 5.
Σε σχέση με την παράγραφο 31 της ΕΔ Ζαμπά ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι ο Χρεώστης έχει εξοφλήσει την αμοιβή του. Σε σχέση με την παράγραφο 32 αναφέρει ότι το συγκεκριμένο επιτόκιο (2,50%) είναι το επιτόκιο που όλοι οι πιστωτές συμφώνησαν στα πλαίσια του Σχεδίου Εστία.
Είναι η θέση του ότι ο Χρεώστης τηρεί όλα τα κριτήρια επιλεξιμότητας, ως ορίζει το άρθρο 35 του Ν.65(Ι)/2015. Απόλυτα σχετικό είναι και το άρθρο 50.
Είναι επίσης η θέση του ενόρκως δηλούντα ότι οι προτάσεις του πιστωτή δεν λάμβαναν υπόψη τα Λογικά Έξοδα της οικογένειας του χρεώστη, όπως ακριβώς η αναδιάρθρωση που δεν έγινε για τις συνολικές πιστωτικές διευκολύνσεις που αφορούσαν τον Χρεώστη, αλλά η Αιτήτρια πρότεινε επιλογές με υψηλά και μεγάλα εφάπαξ ποσά χωρίς να ερευνήσει από που θα προέρχονταν τα εφάπαξ ποσά. Έτσι κάλεσαν συνέλευση στην οποία παρουσίασαν το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που λάμβανε υπόψη τα Λογικά Έξοδα της οικογένειας του χρεώστη και αναφέροντας συγκεκριμένα από που θα προέλθουν τα χαμηλά εφάπαξ ποσά. Ο ενόρκως δηλών κάνει αναφορά στο άρθρο 46 (στ), στο άρθρο 59, 65 και 68 του Ν. 65(Ι)/2015.
Είναι εισήγηση του ότι ο χρεώστης πληροί τις πρόνοιες του άρθρου 72 για επιβολή του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής ως η παράγραφος 13 της ένορκης δήλωσης του ημερομηνίας 04/04/2023 και ότι η Αιτήτρια δεν νομιμοποιείται στην αξίωση των εξόδων της Αίτησης για το λόγο ότι δεν περιέλαβε στη νομική βάση της αίτησης τον θεσμό 7 της Διαταγής 48 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Μετά από άδεια του Δικαστηρίου καταχωρήθηκε συμπληρωματική ένορκη δήλωση εκ μέρους του Σύμβουλου Αφερεγγυότητας, στην οποία επισύναψε πίνακα όπου διαφαίνονται τα εισοδήματα του χρεώστη και του πατέρα του και, σύμφωνα με τη θέση του, η μείωση σε αυτά. Παραθέτω πιο κάτω τον εν λόγω πίνακα για σκοπούς εύκολης αναφοράς:
Έτος |
Χρεώστης |
Πατέρας |
Σύνολο |
Διαφορά |
2009 |
7,929 |
8,013 |
15,942 |
- |
2010 |
8,079 |
9,816 |
18,495 |
+16.01% |
2011 |
11,907 |
5,214 |
17,121 |
-8.02% |
2012 |
10,791 |
3,264 |
14,055 |
-24.02% (από 2010) |
2013 |
12,967 |
0 |
12,967 |
-29.89% (από 2010) |
|
|
|
|
-7.74% (από 2012) |
2014 |
12,332 |
0 |
12,332 |
-33,32% (από 2010) |
|
|
|
|
-12.25% (από 2012) |
2015 |
15,869 |
0 |
15,869 |
-14,20% ] (από 2012) |
2016 |
14,781 |
0 |
14,781 |
|
2017 |
18,136 |
0 |
18,136 |
|
2018 |
21,581 |
3,035 |
24,616 |
|
2019 |
17,105 |
0 |
17,105 |
|
2020 |
13,488 |
5,357 |
18,845 |
|
2021 |
19,267 |
5,475 |
24,742 |
|
Η ακρόαση της υπόθεσης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν, αντίστοιχα, την αίτηση και την ένσταση, χωρίς οι δύο πλευρές να προβούν σε αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων. Και οι δυο πλευρές υποστήριξαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους με την υποβολή εμπεριστατωμένων γραπτών αγορεύσεων, το περιεχόμενο των οποίων λαμβάνω υπόψη μου και θα αναφερθώ σε αυτό όπου το κρίνω απαραίτητο. Απαντήσεις στα διάφορα επιχειρήματα θα δοθούν με το σκεπτικό του Δικαστηρίου που θα ακολουθήσει.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Προτού προχωρήσω στην εξέταση της ουσίας της αίτησης, κρίνω σκόπιμο να σκιαγραφήσω τον σκοπό του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωµής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόµου του 2015, N. 65(Ι)/2015, όπως τροποποιήθηκε.
Όπως προκύπτει από το προοίμιο του Νόμου, η θέσπιση του κατέστη αναγκαία λόγω της οικονομική κρίσης που έπληξε την Κύπρο το 2012 και εντάσσεται στα πλαίσια των έκτακτων μέτρων που εφαρμόστηκαν για να αποφευχθεί η κατάρρευση της οικονομίας, να προφυλαχτεί η σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος και να εξασφαλιστεί η προστασία του δημοσίου συμφέροντος. Ταυτόχρονα, εκτός από την προστασία του χρηματοπιστωτικού τομέα, έπρεπε να αποτραπεί και η µετακύλιση των επιπτώσεων της κρίσης του στην ευρύτερη οικονομία και κοινωνία και να προφυλαχθούν τα δικαιώματα του κοινωνικού συνόλου στη Δημοκρατία.
Η θέσπιση δίκαιων και βιώσιμων μέτρων αποπληρωμής κρίθηκε επιβεβλημένη για την επαναφορά της ισορροπίας μεταξύ των δικαιωμάτων των χρεωστών και πιστωτών για σκοπούς επανεκκίνησης της οικονομίας. Μέσω της διαδικασίας που προνοεί ο Νόμος σκοπός είναι να υποβοηθούν αφερέγγυοι χρεώστες να αντιμετωπίσουν τις οφειλές τους, έτσι ώστε να αποφεύγεται η πτώχευση από τη μια και από την άλλη να διασφαλιστούν τα δικαιώματα των πιστωτών επί των οφειλόμενων από αφερέγγυους χρεώστες με λογικό και οργανωμένο τρόπο και με γνώμονα ότι δεν θα βρίσκονται σε χειρότερη θέση από αυτή στην οποία θα βρίσκονταν αν η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου.
Η διαδικασία που ακολουθείται με βάση το N. 65(Ι)/2015 αναφορικά με την έκδοση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής (ΠΣΑ), περιέχεται στο Κεφάλαιο 2 του Νόμου. Το ΠΣΑ ετοιμάζεται από σύμβουλο αφερεγγυότητας και παρουσιάζεται στη συνέλευση πιστωτών προς εξέταση όπου οι πιστωτές θα το εγκρίνουν ή θα το απορρίψουν. Σε περίπτωση έγκρισης του, τίθεται σε ισχύ αφού πρώτα επικυρωθεί από το Δικαστήριο με βάση το άρθρο 61 του Νόμου.
Σε περίπτωση που το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής απορριφθεί από τη συνέλευση των πιστωτών και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει άρθρο 72(1), ο χρεώστης δύναται να αποταθεί μονομερώς στο Δικαστήριο για την έκδοση διατάγματος με το οποίο να επιβάλλεται σε όλους τους πιστωτές το ΠΣΑ το οποίο απέρριψαν στη συνέλευση τους. Το Δικαστήριο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 73(1) του Νόμου, δύναται να εκδώσει διάταγμα κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 72(1), μόνο στις περιπτώσεις όπου το ΠΣΑ απορρίφθηκε από τους πιστωτές, θα είχε ως αποτέλεσμα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία τέτοιοι πιστωτές θα ευρίσκονταν εάν η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου. Για σκοπούς αξιολόγησης του κριτηρίου αυτού, το Δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 73(2) λαμβάνει υπόψη την έκθεση την οποία εκδίδει ο Σύμβουλος Αφερεγγυότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 52(1)(δ), καθώς και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα ή στοιχεία τα οποία κρίνει σχετικά. Επίσης λαμβάνονται υπόψη σύμφωνα με το άρθρο 73(3) όλα τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη για σκοπούς ενίσχυσης της δυνατότητας αποπληρωμής των χρεών του.
Σύμφωνα με το άρθρο 72(4) του Νόμου, ο χρεώστης μετά την έκδοση διατάγματος δυνάμει του παρόντος άρθρου δίδει ειδοποίηση στους καθορισμένους πιστωτές, τους εγγυητές, το σύμβουλο αφερεγγυότητας και την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.
Το άρθρο 72(5) του Νόμου προνοεί τα ακόλουθα:
«Οποιοδήποτε πρόσωπο αναφέρεται στο εδάφιο (4) δύναται να προσφύγει στο δικαστήριο για ακύρωση του διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος άρθρου εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία που ειδοποιήθηκε για την έκδοση του.»
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 77 του Νόμου, το οποίο εντάσσεται κάτω από ΤΙΤΛΟ ΙΙΙ - ΜΗ ΣΥΝΑΙΝΕΤΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗΣ εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 62-71 κατ' αναλογία σε ΠΣΑ το οποίο επιβάλλεται κατόπιν διατάγματος του Δικαστηρίου.
Ειδικότερα, το άρθρο 65 του Νόμου προνοεί τα εξής:
«65. Οι λόγοι για τους οποίους Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δύναται να προσβληθεί από πιστωτή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 59, περιορίζονται χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 68, στους ακόλουθους:
(α) Ότι ο χρεώστης έχει με τη συμπεριφορά του κατά τα δύο (2) έτη πριν από την έκδοση προστατευτικού διατάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39, διευθετήσει τις οικονομικές του υποθέσεις με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε να είναι ή να γίνει επιλέξιμος να υποβάλει αίτηση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(β) δεν υπήρξε συμμόρφωση με τις διαδικαστικές απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, περιλαμβανομένης της μη ύπαρξης τελεσίδικης απόφασης δικαστηρίου σε σχέση με την επαλήθευση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43, όπου αυτό εφαρμόζεται·
(γ) υπάρχει ουσιαστική ανακρίβεια ή παράλειψη στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, η οποία παραβλάπτει ουσιωδώς τα συμφέροντα του πιστωτή·
(δ) ο χρεώστης δεν πληρούσε τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 35 όταν προτάθηκε το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(ε) ο χρεώστης έχει διαπράξει αδίκημα που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο το οποίο προκαλεί ουσιαστική βλάβη στον πιστωτή·
(στ) ο χρεώστης είχε συναλλαγή με πρόσωπο η οποία έγινε κατά την περίοδο τριών (3) ετών αμέσως πριν από την ημερομηνία καταχώρισης αίτησης για
έκδοση προστατευτικού διατάγματος, η οποία δεν έγινε έναντι αξιόλογης αντιπαροχής και η οποία συνέβαλε ουσιαστικά στην ανικανότητα του χρεώστη να αποπληρώσει τα χρέη του, εξαιρουμένων των χρεών τα οποία οφείλονται στα πρόσωπα με τα οποία ο χρεώστης είχε εισέλθει σε συναλλαγές οι οποίες δεν έγιναν έναντι αξιόλογης αντιπαροχής·
(ζ) ο χρεώστης έδειξε προτίμηση δολίως σε πρόσωπο, τηρουμένων των διατάξεων της οικείας νομοθεσίας, κατά την περίοδο των τριών (3) ετών αμέσως πριν από την ημερομηνία καταχώρισης αίτησης για έκδοση του προστατευτικού διατάγματος, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του διαθέσιμου ποσού για την πληρωμή των χρεών του, εξαιρουμένων των χρεών που οφείλονται στο πρόσωπο στο οποίο δόθηκε η δόλια προτίμηση.»
Τα κριτήρια επιλεξιμότητας για μη συναινετικό ΠΣΑ καταγράφονται στο άρθρο 72(1)-(3) και τα παραθέτω αυτούσια:
«72.-(1) Σε περίπτωση που Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής απορρίφθηκε από τη συνέλευση των πιστωτών, σύμφωνα με τις διατάξεις μη συναινετικό του Τίτλου ΙΙ του παρόντος Κεφαλαίου και πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις-
(α) [Διαγράφηκε]·
(β) τουλάχιστον ένας από τους πιστωτές του είναι εξασφαλισμένος πιστωτής, ο οποίος έχει εξασφάλιση επί της κύριας κατοικίας του χρεώστη η οποία βρίσκεται στη Δημοκρατία, η αγοραία αξία της οποίας δεν υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων πενήντα χιλιάδων ευρώ (€350.000)· και
(γ) η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων του χρεώστη, εξαιρουμένης της κύριας κατοικίας του, δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000)· και
(δ) [Διαγράφηκε]·
(ε) ο χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του λόγω χειροτέρευσης της οικονομικής του κατάστασης ως αποτέλεσμα γεγονότων ή καταστάσεων εκτός του ελέγχου του, τα οποία έχουν επισυμβεί από το 2009 και εντεύθεν και πριν από την αίτηση για έκδοση προστατευτικού διατάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39, και είχαν ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του εισοδήματός του κατά τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατόν (25%) ή περισσότερο· και
(στ) ο σύμβουλος αφερεγγυότητας έχει υπογράψει δήλωση με την οποία επιβεβαιώνει ότι, έχει την άποψη ότι-
(i) οι πληροφορίες που περιέχονται στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων που ετοιμάστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, εξ όσων ο ίδιος γνωρίζει ή οφείλει να γνωρίζει, είναι πλήρεις και ακριβείς· και
(ii) χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας των άρθρων 35 και του παρόντος άρθρου για να αιτηθεί στο δικαστήριο για την έκδοση διατάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Τίτλου II παρόντος Τίτλου· και
(iii) ο χρεώστης έχει επιδείξει καλή πίστη ως προς την έγκριση συναινετικού Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής δυνάμει των διατάξεων του Τίτλου ΙΙ του παρόντος Κεφαλαίου, αλλά αυτή δεν κατέστη δυνατή· και
(iv) το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που απορρίφθηκε από τους πιστωτές έχει ως αποτέλεσμα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν οι εν λόγω πιστωτές, εάν η περιουσία του χρεώστη εδιατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, εξαιρουμένων των περιουσιακών στοιχειών που δεν διατίθενται και τηρουμένης της σειράς προτεραιότητας των χρεών· και
(v) τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 74, το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής προβλέπει ότι τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη, εξαιρουμένης της κύριας κατοικίας του και ποσού για την κάλυψη των λογικών εξόδων διαβίωσης του ιδίου και των εξαρτώμενων μελών της οικογένειάς του, χρησιμοποιούνται για την εξυπηρέτηση των χρέων του,
ο χρεώστης δύναται να αιτείται μονομερώς στο δικαστήριο την έκδοση διατάγματος, με το οποίο να επιβάλλεται σε όλους τους πιστωτές το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που απέρριψαν σε συνέλευσή τους σύμφωνα με τις διάταξεις του Τίτλου ΙΙ του παρόντος Κεφαλαίου:
Νοείται ότι, ο χρεώστης δύναται να υποβάλει αίτηση δυνάμει του παρόντος άρθρου στο δικαστήριο, μόνο ενόσω βρίσκεται σε ισχύ προστατευτικό διάταγμα το οποίο εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 75:
Νοείται περαιτέρω ότι, ο χρεώστης οφείλει όπως υποβάλει την αίτησή του αυτή στο δικαστήριο, καλή τη πίστει.
(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), τεκμαίρεται ότι οποιαδήποτε μείωση στα εισοδήματα την οποία υπέστη ο χρεώστης από το έτος 2012 και μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου οφείλεται σε γεγονότα ή καταστάσεις εκτός του ελέγχου του χρεώστη και πιο συγκεκριμένα στην οικονομική κρίση, εκτός εάν ο πιστωτής μπορεί να αποδείξει, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ότι ο λόγος για τον οποίο ο χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του είναι άλλος από την οικονομική κρίση.
(3) Για τον καθορισμό της αγοραίας αξίας της κύριας κατοικίας για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (1), ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 44.»
Με τα πιο πάνω ως υπόβαθρο θα προχωρήσω να εξετάσω την υπό κρίση αίτηση.
Προβλήθηκαν οι λόγοι ένστασης (α),(δ),(στ) και (ζ) στη βάση των οποίων η αίτηση είναι αντικανονική και προσκρούει στους Διαδικαστικούς Κανονισμούς. Ως ο συνήγορος του χρεώστη εξειδίκευσε τις θέσεις του στην αγόρευση του, η Αιτήτρια προσπαθεί να καταστήσει το Δικαστήριο ως Εφετείο του εαυτού του, κάτι που δεν είναι επιτρεπτό στη βάση νομολογίας που παραθέτει. Εισηγείται ότι επί της ουσίας η Αιτήτρια δεν παραθέτει κανένα απολύτως νέο στοιχείο το οποίο παρουσιάζει μία διαφορετική εικόνα από τα προσκομισθέντα στοιχεία και θα μπορούσε να εξεταστεί εκ νέου από το Δικαστήριο. Με όλο το σέβας προς τον ευπαίδευτο συνήγορο δεν συμφωνώ με την εισήγηση του. Η παρούσα διαδικασία συνιστά ιδιόμορφη διαδικασία. Εξετάζοντας τους λόγους που παρατίθενται πιο πάνω με βάση τους οποίους ο πιστωτής μπορεί να υποβάλει την αίτηση του, μεταξύ των οποίων και η μη ικανοποίηση των κριτηρίων επιλεξιμότητας, κρίνω ότι το Δικαστήριο μπορεί να εξετάσει εκ νέου το βάσιμο της έκδοσης του επίδικου μονομερώς εκδοθέντος διατάγματος, πάντοτε στα πλαίσια της εξουσίας που του δίνει ο Νόμος, παρά το ότι το διάταγμα εκδόθηκε από ομόβαθμο Δικαστήριο. Το δικονομικό πλαίσιο εντός του οποίου η αίτηση εκδικάζεται προνοείται από τον περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2016 και πιο συγκεκριμένα το άρθρο 24(α). Επιπροσθέτως, στη νομική βάση της υπό κρίση αίτησης δεν παρατηρείται οποιαδήποτε αοριστία ή παράλειψη αφού σε αυτήν παρατίθενται οι σχετικές διατάξεις των Νόμων στις οποίες βασίζεται, ειδικότερα οι διατάξεις του Ν65(Ι)/15, καθώς και του πιο πάνω κανονισμού.
Προβάλλεται, περαιτέρω, με βάση το λόγο ένστασης (γ) ότι η υπό κρίση αίτηση είναι κακόπιστη, καταχρηστική, και εκδικητική. Παρατηρώ ότι τα όσα με γενικότητα προβάλλονται δεν υποστηρίζονται από σχετική μαρτυρία που να περιέχεται στην ένορκη δήλωση που στηρίζει την ένσταση. Τίποτε απτό δεν έχει παρατεθεί από το οποίο μπορεί να εξαχθεί τέτοιο συμπέρασμα. Κατ’ επέκταση δεν υπάρχουν ενώπιον του Δικαστηρίου συγκεκριμένα στοιχεία με βάση τα οποία να προκύπτει κακοπιστία ή κατάχρηση.
Με το λόγο ένστασης (ε) σε συνδυασμό με την ένορκη δήλωση του Συμβούλου αφερεγγυότητας που συνοδεύει την ένσταση προβάλλεται ότι η οικονομική κατάσταση του χρεώστη έχει δυσμενώς επηρεαστεί και ότι τα εισοδήματα και ο μισθός του έχουν ουσιαστικά μειωθεί, ως ορίζει η πιο πάνω νομοθεσία.
Είναι πρόδηλο με βάση το λεκτικό του άρθρου 72(1)(ε) ότι το βάρος απόδειξης ότι έχει υποστεί ουσιαστική μείωση του εισοδήματος του κατά 25% είναι στους ώμους του Χρεώστη. Με την Ένορκη Δήλωση του ο Σύμβουλος Αφερεγγυότητας ισχυρίζεται πως η οικονομική κατάσταση του Χρεώστη έχει δυσμενώς επηρεαστεί και ότι τα έσοδα ή ο μισθός του έχουν ουσιωδώς μειωθεί. Οι Αιτητές απορρίπτουν τους εν λόγω ισχυρισμούς, και ισχυρίζονται, αφ’ ενός ότι ο Χρεώστης δεν έχει προσκομίσει επαρκή μαρτυρία από την οποία να εξάγεται με ασφάλεια πως τα κριτήρια του άρθρου 72(1)(ε) πληρούνται και αφ’ ετέρου ότι το εισόδημα του Χρεώστη δεν έχει κατ’ ουδένα τρόπο μειωθεί.
Στην παράγραφο 13 (iii) της ένορκης δήλωσης του Χρεώστη προς υποστήριξη της Αίτησης Επιβολής, ημερ.8/6/23 ο χρεώστης αναφέρει ότι το εισόδημα τους με τον αποβιώσαντα πατέρα του μειώθηκε στο ποσό των €12.967 για το έτος 2013 και €12.332 για το έτος 2014, δηλαδή μείωση, ως ο ισχυρισμός του, πέραν του 23%. Ο Σύμβουλος Αφερεγγυότητας στον πίνακα που παρατίθεται πιο πάνω, με τους υπολογισμούς του δεικνύει μείωση στα συνολικά εισοδήματα των πιο πάνω για τα έτη 2013 και 2014 σε σχέση με το έτος 2010, 29,89% και 33,32%, αντίστοιχα. Αναφέρω συναφώς ότι τα εισοδήματα μόνο του ίδιου του χρεώστη με βάση τον πίνακα φαίνεται να παρουσιάζουν κυρίως αύξηση μεταξύ των ετών 2009 και 2017 (με μικρές μειώσεις κατά τα έτη 2011-2012, 2013-2014 και 2015-2016 (σίγουρα όχι της τάξης του 25% και άνω), σημαντική αύξηση κατά το έτος 2018, ενώ κατά τα έτη 2019, 2020 και 2021 φαίνεται να μειώθηκαν σε σχέση με το έτος 2018, με μικρότερη τη μείωση κατά το έτος 2021. Για να ικανοποιηθεί το κριτήριο του εν λόγω άρθρου θεωρώ ότι η ελάχιστη μείωση του 25% στα εισοδήματα του χρεώστη δεν θα πρέπει να είναι αποσπασματική αλλά να προκύπτει από τη συνολική περίοδο που λαμβάνονται εισοδήματα. Τέτοια συνολική μείωση δεν προκύπτει με βάση τα δοθέντα στοιχεία. Σκοπός του Νομοθέτη ήταν να θεσπίσει μηχανισμό εκεί όπου έχει επέλθει σημαντική συνολική μείωση στα εισοδήματα του χρεώστη, η οποία έχει καθοριστεί νομοθετικά.
Η εισήγηση ότι κατά την εξέταση των προνοιών του άρθρου 72(1)(ε) θα πρέπει να συνυπολογιστούν και τα εισοδήματα του πατέρα του χρεώστη δεν με βρίσκει σύμφωνη. Το εν λόγω άρθρο αναφέρεται ρητά στην μείωση εισοδημάτων του χρεώστη και χειροτέρευση της κατάστασης του και όχι του οικογενειακού εισοδήματος. Θεωρώ ότι η ορθή ερμηνεία του άρθρου θα πρέπει να είναι αυτή εφόσον το άρθρο είναι σαφές και στις λέξεις θα πρέπει να αποδοθεί η συνήθης τους έννοια (Βλ. Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ και Γιώργος Παντέλα, Πολ.Εφ.αρ.159/2021,ημερ.1.12.2023). Εξάλλου αν ο νομοθέτης είχε πρόθεση να επεκτείνει την εμβέλεια του άρθρου σε άλλα μέλη της οικογένειας θα το καθόριζε ρητά. Ακόμα όμως και αν η πιο πάνω κατάληξη μου θεωρηθεί λανθασμένη, με βάση το άθροισμα των εισοδημάτων τόσο του χρεώστη όσο και του πατέρα του δεν προκύπτει η απαιτούμενη μείωση που προνοεί το πιο πάνω άρθρο. Η εικόνα της μείωσης θα πρέπει όμως, κατά την κρίση μου, να προκύπτει από τη συνολική περίοδο και όχι από κάποιο συγκεκριμένο έτος ή έτη που βοηθούν την υπόθεση. Η μείωση στο συνολικό εισόδημα της τάξης του 25% και άνω προκύπτει μόνο κατά τα έτη 2013 και 2014 με βάση τον πίνακα ενώ κατά τα επόμενα έτη δεν παρατηρείται τέτοια μείωση, αντίθετα, για τα πλείστα έτη παρατηρείται αύξηση.
Με έχει προβληματίσει, περαιτέρω, η πρόσθετη εισήγηση του συνηγόρου της Αιτήτριας ότι ενόψει του γεγονότος της αναδιάρθρωσης κατά το έτος 2018 τεκμαίρεται ότι τα οικονομικά δεδομένα του Χρεώστη του επέτρεπαν την σύναψη των σχετικών συμφωνιών του Τεκμηρίου 8 στην ένορκη δήλωση στην Αίτηση και ότι ήταν ικανός προς τήρηση των συμφωνηθέντων, συνεπώς δεν δύναται να επικαλείται σήμερα οιανδήποτε μείωση εισοδημάτων κατά τα προγενέστερα έτη 2013 και 2014 ως λόγο για αδυναμία αποπληρωμής των χρεών του.
Τα χρέη του χρεώστη σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση, προκύπτουν από την αναδιάρθρωση των λογαριασμών δανείου που συνήψε με την Bank of Cyprus Public Company Ltd και νυν με τους Αιτητές κατά το έτος 2018. Προκύπτει συνεπώς ότι κατά το χρόνο συνομολόγησης τα οικονομικά του δεδομένα του επέτρεπαν τη σύναψη των εν λόγω συμφωνιών κατά τρόπο που δεν δύναται να επικαλείται σήμερα οιανδήποτε μείωση εισοδημάτων κατά τα έτη 2013 και 2014 ως λόγο για αδυναμία αποπληρωμής των χρεών του, όταν μάλιστα τα εισοδήματα του σήμερα δεν παρουσιάζουν σημαντική μείωση της τάξεως του 25% συγκριτικά με τον ίδιο κρίσιμο χρόνο που προχώρησε στην σύναψη των εν λόγω συμφωνιών. Με βάση την προσκομισθείσα μαρτυρία κατά το έτος 2018 τα εισοδήματα του Χρεώστη ανέρχονταν στο ποσό των €21.581, ενώ κατά το έτος 2022 το ετήσιο εισόδημα του Χρεώστη ανέρχεται στις €20.294,52 (€1.691,21 x 12), επομένως δεν παρουσιάζεται η εκ του νόμου προνοούμενη μείωση των απολαβών του. Ούτε και στη βάση της πιο πάνω διαπίστωσης φαίνεται να προκύπτει η ελάχιστη μείωση του 25% στα εισοδήματα του χρεώστη ώστε να πληροί το κριτήριο της επιλεξιμότητας.
Στη βάση όλων των πιο πάνω, από όποια σκοπιά και αν ιδωθούν τα εισοδήματα του χρεώστη μετά το έτος 2009, είναι προφανές ότι δεν υπήρξε συμμόρφωση με το κριτήριο επιλεξιμότητας που προνοείται στο άρθρο 72(1)(ε) και θα απέρριπτα την αίτηση στη βάση μόνο αυτού του λόγου. Για σκοπούς πληρότητας όμως θα προχωρήσω να εξετάσω και την εισήγηση ότι το επίδικο ΠΣΑ δεν θα θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία θα ευρίσκονταν εάν η περιουσία του Χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτωχεύσεως Νόμου. Αποτέλεσε θέση των συνηγόρων της Αιτήτριας ότι η προϋπόθεση του άρθρου 73(1) δεν πληρούται.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι το κατά πόσο έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου επαρκή στοιχεία που να το ικανοποιούν ότι το επίδικο ΠΣΑ είναι βιώσιμο. Η κάθε περίπτωση εξετάζεται με βάση τα δικά της γεγονότα, έχοντας υπόψη τόσο τις πρόνοιες του άρθρου 35(1)(γ), δηλαδή την εύλογη προοπτική με το σχέδιο να διευκολυνθεί ο χρεώστης να καταστεί φερέγγυος σε περίοδο όχι μεγαλύτερη των πέντε ετών, όσο και τις πρόνοιες του άρθρου 46(στ), ότι δηλαδή το ΠΣΑ δεν περιέχει όρους οι οποίοι απαιτούν από τον χρεώστη να κάνει πληρωμές τέτοιου ύψους ώστε να μην έχει στη διάθεση του ικανοποιητικό εισόδημα για τα λογικά έξοδα διαβίωσης του ίδιου και των μελών της οικογένειας του εκτός αν συναινεί ρητά. Σε σχέση με το υπό κρίση θέμα βοηθητικές είναι οι αποφάσεις του Ιρλανδικού Δικαστηρίου οι οποίες ερμηνεύουν τον πανομοιότυπο Ιρλανδικό Νόμο.(Βλ. In the Matter of Frank Mcnamara (A debtor) (2019) IEHC 622 και In the Matter of Keith Cremlin (A debtor) (2021) IEHC 80. Στην Mcnamara (πιο πάνω) υιοθετήθηκε το ακόλουθο απόσπασμα:
“A court must be satisfied taking all matters into account that the proposed PIA enables the creditors to recover the debts due to them to the extent of the means of the debtor. The “means” engaged are present income and capital assets and not the projected means at a time so far into the future that the test is based on hypotheses or conjecture. There may on the other hand be circumstances where future certain or ascertainable means are to be brought into account.”
Σύμφωνα με τη μαρτυρία που έχει προσκομιστεί, στη βάση του επίδικου ΠΣΑ οι αποπληρωμές επεκτείνονται για περίοδο 30 ετών, μέχρι το 66ο έτος της ηλικίας του Χρεώστη, στηρίζονται δε σε συνεισφορά τρίτου, ήτοι της μητέρας του. Η συνεισφορά της τελευταίας συνίσταται σε ποσό ύψους €650 - €850, ως αναφέρει ο Χρεώστης στην ΚΠΟΣ του. Συνάγεται από τα πιο πάνω ότι η συνεισφορά της μητέρας του χρεώστη αναμένεται να συνεχίσει και μετά τη συνταξιοδότηση της. Δεν έχει επεξηγηθεί είτε από τον χρεώστη είτε από το Σύμβουλο Αφερεγγυότητας με ποιο τρόπο η μητέρα του Χρεώστη θα έχει την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθεί για περίοδο 30 ετών, και δη μετά τη συνταξιοδότηση της. Ουδένα στοιχείο δεν έχει προσκομιστεί σε σχέση με το ύψος της σύνταξης της το οποίο να δεικνύει ότι η ίδια θα δύναται να συνεισφέρει το προαναφερόμενο ποσό μετά την συνταξιοδότηση της. Συνεπώς, το ΠΣΑ και οι αποπληρωμές που προνοούνται, στηρίζονται σε αβέβαιους και ατεκμηρίωτους υπολογισμούς με αποτέλεσμα να δημιουργούνται εύλογα ερωτηματικά σε σχέση με την ικανότητα του χρεώστη να καταβάλλει το ποσό του ΠΣΑ.
Παρεμβάλλω στο σημείο αυτό ότι δεν είναι αρκετό να παρατίθενται απλώς ποσά από τα οποία να προκύπτει δυνατότητα πληρωμής μηνιαίων δόσεων. Επιβάλλεται να δικαιολογείται ότι τα προβλεπόμενα ποσά πληρωμών θα μπορούν να εξασφαλιστούν αδιάκοπα για το καθορισμένο από το ΠΣΑ χρονικό διάστημα. Στην παρούσα περίπτωση ουδεμία επεξήγηση έχει δοθεί σε σχέση με τη μελλοντική ικανότητα του χρεώστη ή της μητέρας του ως προς τη δυνατότητα τους να πληρώνουν τα προβλεπόμενα ποσά.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, δεν έχει καταδειχθεί ότι το επίδικο ΠΣΑ θα είναι βιώσιμο και ότι οι Αιτητές θα βρίσκονται στην ίδια ή καλύτερη θέση στην οποία θα βρισκόταν αν η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτωχεύσεως Νόμου.
Με βάση όλα τα πιο πάνω κρίνω ότι η αίτηση θα πρέπει να έχει επιτυχή κατάληξη, χωρίς να χρήζουν εξέτασης τα υπόλοιπα ζητήματα που έχουν εγείρει οι δικηγόροι των Αιτητών.
Το Διάταγμα ημερομηνίας 20/06/2023 με το οποίο επιβλήθηκε στους Αιτητές το επίδικο ΠΣΑ ακυρώνεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των Αιτητών και εναντίον του Καθ΄ ου η αίτηση ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.): …………………………
Μ. Παπαϊωάννου, Α.Ε.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο