
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. Κούρα, προσ. Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 1074/2016
Μεταξύ:
1. HERMES AIRPORTS LTD
2. ADAIRPORT MEDIA LTD
Εναγόντων
και
MAQAMAL SULTAN LEBANESE RESTAURANT
Εναγόμενης
Ημερομηνία: 25/04/2025
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για την Ενάγοντες: κος Α. Πετρίδης για Πολύκαρπος Δ. Πετρίδης & Σια
Για την Εναγόμενη: κα. Καπφχάμερ για Χάρης Κυριακίδης Δ.Ε.Π.Ε.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ / ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
1. Οι Ενάγοντες καταχώρησαν την παρούσα αγωγή με την οποία, ως έχουν περιοριστεί με τις αγορεύσεις των Εναγόντων (βλ. παράγραφος 1 των τελικών αγορεύσεων των Εναγόντων) αξιώνουν υπέρ των Εναγόντων 1 και εναντίον της Εναγόμενης το ποσό των €5.223,22 και υπέρ των Εναγόντων 2 και εναντίον της Εναγόμενης το ποσό των €6.150,80 πλέον τόκους και επί των δύο ποσών προς 1,5% ετησίως από 20/12/2024 δυνάμει σύμβασης παροχής διαφημιστικών υπηρεσιών και/ή δυνάμει κατάστασης λογαριασμού και/ή δυνάμει τιμολογίων.
2. Σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης τόσο οι Ενάγοντες 1 όσο και οι Ενάγοντες 2 είναι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, οι οποίες έχουν την έδρα τους στη Λευκωσία και η μεν πρώτη κατέχει τα αποκλειστικά δικαιώματα διαχείρισης των αεροδρομίων Λάρνακας και Πάφου και η δε δεύτερη ενεργεί ως αντιπρόσωπος της πρώτης σε θέματα διαφήμισης στα εν λόγω αεροδρόμια.
3. Στις 20/05/2014 υπεγράφη συμφωνία μεταξύ των Εναγόντων και της Εναγόμενης, η οποία είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης που έχει έδρα της τη Λάρνακα και ασχολείται μεταξύ άλλων με τη διαχείριση εστιατορίου, η οποία προνοούσε μεταξύ άλλων ότι οι Ενάγοντες θα διαφήμιζαν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες της Εναγόμενης στο αεροδρόμιο Λάρνακας για 2 έτη, από 10/06/2014 μέχρι 10/06/2016 για το ποσό των €1350 πλέον Φ.Π.Α. το μήνα.
4. Σύμφωνα με τους Ενάγοντες η Εναγόμενη κατέβαλε προκαταβολικά ολόκληρο το ποσό των δικαιωμάτων για το πρώτο έτος, ενώ για το δεύτερο έτος θα έπρεπε να εκδώσει και να παραδώσει προς αυτούς μεταχρονολογημένες επιταγές κάτι που δεν έπραξε. Ως εκ τούτου η Εναγόμενη μέχρι την καταχώρηση της αγωγής, ήτοι 10/06/2016, οφείλει σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των Εναγόντων προς αυτούς, τα ποσά που αναφέρονται ανωτέρω, δυνάμει εκδοθέντων απλήρωτων τιμολογίων και/ή κατάστασης λογαριασμού.
5. Η Εναγόμενη με την Έκθεση Υπεράσπισης, μεταξύ άλλων, αρνείται τους ισχυρισμούς των Εναγόντων, παραδέχεται όμως την υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ των μερών και ισχυρίζεται ότι περί το τέλος του 2014 η Εναγόμενη και/ή οι αντιπρόσωποι αυτής διαπίστωσαν ότι οι Ενάγοντες δεν τηρούσαν πιστά τις υποχρεώσεις τους και δεν εκτέλεσαν τις υποχρεώσεις τους όπως αυτές απορρέουν από τις πρόνοιες της επίδικης συμφωνίας με αποτέλεσμα η Εναγόμενη με γραπτή επιστολή των δικηγόρων τους στις 29/02/2016 να τερματίσει την επίδικη συμφωνία και να αξιώνει με την ανταπαίτηση της δηλώσεις του Δικαστηρίου ότι οι Ενάγοντες έχουν παραβεί ουσιώδους όρους της επίδικης συμφωνίας, ότι η επίδικη συμφωνία έχει τερματιστεί νομίμως από την Εναγόμενη και επιστροφή του ποσού των €20.000 το οποίο αφορούσε ποσό που η ίδια η Εναγόμενη κατέβαλε στους Ενάγοντες προκαταβολικά για τον πρώτο χρόνο της συμφωνίας. Σχετικές λεπτομέρειες παράβασης της επίδικης συμφωνίας παρατίθενται στην Έκθεση Υπεράσπισης.
6. Επί του παρόντος περιορίζομαι να αναφέρω ότι κάποιες από τις ουσιαστικές πτυχές των θέσεων της Εναγόμενης αναφορικά με την παράβαση της επίδικής συμφωνίας από τους Ενάγοντες περιστρέφονται γύρω από τα πιο κάτω:
· Οι διαφημίσεις δεν προβάλλονταν στους συμφωνηθέντες χώρους και κατά τα χρονικά διαστήματα που συμφωνήθηκαν για μεγάλη χρονική περίοδο και/ή περίοδο πέραν των 4 μηνών.
· Ο ηλεκτρονικός πίνακας εναλλασσόμενων διαφημίσεων των Εναγόντων δεν λειτουργούσε σωστά και δεν ενάλλασσε τις διαφημίσεις της Εναγόμενης ως είχε συμφωνηθεί.
· Τα σημεία παρουσίασης διαφημίσεων μέσω τηλεοράσεων δεν λειτουργούσαν κανονικά.
· Τα φυλλάδια διαφημίσεων της Εναγόμενης δεν τοποθετήθηκαν στα συμφωνηθέντα σημεία διάθεσης φυλλαδίων.
7. Μέσω της Απάντησης στην υπεράσπιση και υπεράσπισης στην ανταπαίτηση που καταχωρήθηκε από την πλευρά των Εναγόντων, οι Ενάγοντες απορρίπτουν όλους τους ισχυρισμούς της Εναγόμενης ως ψευδείς και περαιτέρω ισχυρίζονται ότι στερούνται οποιουδήποτε νομικού και πραγματικού ερείσματος και χρησιμοποιούνται ως πρόφαση από την Εναγόμενη για να αποφύγει την εκπλήρωση των συμβατικών της υποχρεώσεων έναντι των Εναγόντων.
8. Οι επακριβείς θέσεις των διαδίκων αποτυπώνονται στη δικογραφία ως τούτη έχει καταχωρηθεί στον δικαστηριακό φάκελο. Αναφορά στα δικόγραφα θα γίνει κατωτέρω εκεί όπου κριθεί απαραίτητο.
ΙΙ. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ, ΑΚΡΟΑΣΗ ΚΑΙ ΒΑΡΟΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ
9. Μετά και τη σύμφωνη γνώμη των μερών, η υπόθεση εκδικάστηκε με την «ταχείας εκδίκαση» διαδικασία, ήτοι με την εκατέρωθεν καταχώρηση γραπτής ένορκης μαρτυρίας προς απόδειξη των αντίστοιχων δικογραφημένων ισχυρισμών.
10. Για την απόδειξη της υπόθεσης τους, οι Ενάγοντες προσκόμισαν έγγραφη μαρτυρία από τον κ. Μιχάλη Κυριακίδη, διευθυντή των Εναγόντων 2 (στο εξής η «ΜΕ1»). Για την πλευρά της Εναγόμενης προσκομίστηκε έγγραφη μαρτυρία από έναν εκ των διευθυντών της Εναγόμενης, τον κ. Adam Madi (στο εξής ο «ΜΥ1»). Στο πλαίσιο της ακρόασης o ΜY1 αντεξετάστηκε από τo δικηγόρο των Εναγόντων μετά από σχετική άδεια του Δικαστηρίου.
11. Αναφορικά με το βάρος απόδειξης υπενθυμίζω αρχικά την πάγια νομολογιακή αρχή ότι εφόσον πρόκειται για αστική υπόθεση, ο ενάγων έχει γενικό βάρος απόδειξης (burden of proof) της υπόθεσής του στη βάση του κριτηρίου του ισοζυγίου των πιθανοτήτων. Αν το έχει καταφέρει αυτό ο ενάγων, τότε το ερώτημα είναι αν ο εναγόμενος, ο οποίος έχει ειδικό βάρος απόδειξης (evidential burden), παρουσίασε με τη σειρά του, τέτοια ικανοποιητική μαρτυρία προς υποστήριξη των θεμάτων που κατέστησε επίδικα με τη δική του εκδοχή, ώστε το βάρος να μετατοπιστεί πίσω στον ενάγοντα να απαντήσει ικανοποιητικά και να αποσείσει το εκ πρώτης όψεως, περί αντιθέτου συμπέρασμα που δημιουργήθηκε από τον εναγόμενο (βλ. μεταξύ άλλων Σοφοκλέους Κυριάκος ν. Γιώτας Κυριάκου, (2010) 1 ΑΑΔ 665).
12. Το κριτήριο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων δεν είναι αν η θέση ή η εκδοχή του διάδικου που φέρει το βάρος της απόδειξης (onus of proof) είναι "πιο πιθανή παρά ή αντίθετη", εκείνης, δηλαδή, του αντιδίκου του. Το κριτήριο είναι κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης ικανοποίησε το Δικαστήριο με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση ή εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (is more probable than not). Αν απέτυχε να αποδείξει τη θέση ή την εκδοχή του σε αυτό το επίπεδο (standard of proof), ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης δεν θεωρείται ότι το απέσεισε, έστω και αν η θέση ή η εκδοχή του είναι "πιο πιθανή παρά ή αντίθετη", εκείνης, δηλαδή, του αντιδίκου του (βλ. απόφαση Σοφοκλέους Κυριάκος ανωτέρω).
13. Εκεί βέβαια όπου το δίκαιο της απόδειξης επιβάλλει όπως το βάρος απόδειξης συγκεκριμένων ισχυρισμών και υπερασπίσεων είναι στους ώμους του εναγόμενου να το αποσείσει, οι ρόλοι αντιστρέφονται, νοουμένου βέβαια ότι ο ενάγοντας έχει πρωτίστως αποσείσει το γενικό βάρος απόδειξης της δικής του υπόθεσης.
IΙΙ. ΠΡΟΣΑΧΘΕΙΣΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ (ΜΕ1)
14. Στη μαρτυρία του ο ΜΕ1 επανέλαβε ουσιαστικά σχεδόν όλους τους δικογραφημένους ισχυρισμούς των Εναγόντων. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω τους κατωτέρω ουσιώδεις ισχυρισμούς του.
15. Στις 20/05/2014 υπεγράφη μεταξύ των Εναγόντων και της Εναγόμενης συμφωνία σύμφωνα με την οποία οι Ενάγοντες θα προέβαλαν και/ή θα διαφήμιζαν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες της Εναγόμενης στο αεροδρόμιο Λάρνακας. Η χρονική περίοδος ισχύος της Συμφωνίας θα ήταν για 2 έτη, από 10/06/2014 μέχρι 10/06/2016. Η αμοιβή και/ή τα δικαιώματα των Εναγόντων, ανά μήνα, συμφωνήθηκαν στο ποσό των € 1.350,00, πλέον Φ.Π.Α. Η Εναγόμενη κατέβαλε, προκαταβολικά, ολόκληρο το ποσό των δικαιωμάτων που αναλογούσε στο πρώτο έτος, ενώ για το δεύτερο έτος θα έπρεπε να εκδώσει και να παραδώσει προς τους Ενάγοντες μεταχρονολογημένες επιταγές, κατά ή περί το Δεκέμβριο, του 2014, κάτι που ουδέποτε έπραξε. Είχε συμφωνηθεί επίσης ότι επί οποιουδήποτε καθυστερημένου ποσού, η Εναγόμενη είναι υποχρεωμένη να καταβάλλει τόκο 1,5%, από την ημερομηνία που το ποσόν καθίσταται πληρωτέο.
16. Στη βάση της επίδικης συμφωνίας οι Ενάγοντες ξεκίνησαν και πρόσφεραν τις συμφωνηθείσες διαφημιστικές υπηρεσίες και την προβολή των προϊόντων και υπηρεσιών της Εναγόμενης στο αεροδρόμιο Λάρνακας και η Εναγόμενη ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλλει προς τους Ενάγοντες, ανελλιπώς, το μηνιαίο ποσό των € 1.350,00, πλέον Φ.Π.Α.. Στη βάση αυτού οι Ενάγοντες εξέδωσαν σχετικά τιμολόγια προς την Εναγόμενη τα οποία παράδωσαν προς αυτήν και άνοιξαν και διατηρούσαν χρεωπιστωτικό λογαριασμό στο όνομα της Εναγόμενης.
17. Οι Ενάγοντες, σύμφωνα με τον ΜΕ1, εξέδωσαν 2 πιστωτικές σημειώσεις προς την Εναγόμενη ένεκα του ότι ο Διευθυντής της Εναγόμενης Adam Madi παρακάλεσε τον ΜΕ1 τόσο σε τηλεφωνικές συνομιλίες τους όσο και σε συναντήσεις τους όπως του γίνει κάποια έκπτωση διότι σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του ΜΕ1 «είχε μειωθεί πολύ ο κύκλος εργασιών του και συγκεκριμένα το πελατολόγιο του από την Ανατολική Ευρώπη και κυρίως τη Ρωσία».
18. Σύμφωνα με τον ΜΕ1 και αφού η Εναγόμενη έλαβε τις πιστωτικές σημειώσεις, οι οποίες ισοδυναμούσαν με έκπτωση, περίπου, στο 40%, «η Εναγόμενη ξεκίνησε να προφασίζεται ότι, δήθεν, δεν προβάλλονταν τα προϊόντα της και οι υπηρεσίες της στις οθόνες του αεροδρομίου, που της είχαν παραχωρηθεί, κάτι που απορρίπτω, ως ψευδές. Λέγω, επίσης, ότι η Εναγόμενη, ουδέποτε, τερμάτισε τη Συμφωνία, προτού της ζητηθεί να εξοφλούσε τα οφειλόμενα για το 2ον έτος της Συμφωνίας».
19. Στις 18/01/2016 οι Ενάγοντες, μέσω των δικηγόρων τους, απέστειλαν προειδοποιητική επιστολή προς την Εναγόμενη αναφορικά με τα απλήρωτα τιμολόγια και οφειλόμενα ποσά. Στις 29/02/2016, η Εναγόμενη μέσω των δικηγόρων της, απέστειλε επιστολή προς τους Ενάγοντες ισχυριζόμενη, για πρώτη φορά σύμφωνα με τον ΜΕ1, ότι υπήρχε διακοπή της προβαλλόμενης διαφήμισης και προβληματική έκθεση και λειτουργία της διαφημιστικής πινακίδας. Πριν την καταχώρηση της παρούσας αγωγής, ήτοι στις 30/03/2016, οι Ενάγοντες μέσω των δικηγόρων τους, απέστειλαν εκ νέου προειδοποιητική επιστολή προς την Εναγόμενη αναφορικά με τα οφειλόμενα ποσά. Επιστολή επίσης στάλθηκε από τους δικηγόρους των Εναγόντων προς την Εναγόμενη και στις 20/04/2016 στη βάση της οποίας απέρριψαν τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν στην επιστολή της Εναγόμενης ημερομηνίας 29/02/2016.
20. Στη βάση των ανωτέρω, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του ΜΕ1, η Εναγόμενη οφείλει προς τους Ενάγοντες 1 το ποσό των € 5.223,22 και προς τους Ενάγοντες 2 το ποσό των € 6.150,80 αντίστοιχα.
21. Αναφορικά με την Έκθεση Υπεράσπισης της Εναγόμενης ο ΜΕ1 ισχυρίζεται ότι το κείμενο της επίδικης συμφωνίας ρυθμίζει εξαντλητικά τη συμβατική σχέση των διαδίκων και η επίκληση από μέρους της Εναγόμενης περί ύπαρξης ρητών ή εξυπακουόμενων όρων, είναι ισχυρισμός αβάσιμος. Όπως επίσης και ο όρος για δικαίωμα τερματισμού της αγωγής με την έλευση 30 ημερών από γραπτή ειδοποίηση. Σημειώνει επίσης ο ΜΕ1 ότι η Εναγόμενη τερμάτισε την επίδικη συμφωνία στις 29/02/2016 μετά που έλαβε την επιστολή ημερομηνίας 18/1/2016 από τους Ενάγοντες.
22. Ισχυρίζεται επίσης ο ΜΕ1 ότι οι Ενάγοντες εκτέλεσαν πλήρως το μέρος της επίδικης συμφωνίας που τους αναλογούσε και μάλιστα «ουδέν πρόβλημα υπήρξε με την προβολή των υπηρεσιών διαφήμισης προς την Εναγομένη και των διαφημιστικών χώρων και χρόνων που της είχαν παραχωρηθεί». Σύμφωνα με τον ΜΕ1 οι αναφορές της Εναγόμενης περί παράβασης των Εναγόντων είναι «ψευδείς, στερούνται οποιουδήποτε νομικού και πραγματικού ερείσματος και χρησιμοποιούνται ως πρόφαση από την Εναγομένη για να αποφύγει την εκπλήρωση των συμβατικών της υποχρεώσεων έναντι των Εναγόντων αρ. 1 & 2.» Όπως αυτολεξεί ανέφερε ο ΜΕ1 «Αντίθετα, η Εναγομένη έλαβε τις υπηρεσίες των Εναγόντων και αφού διαφήμισε τα προϊόντα της, επιχείρησε να επικαλεστεί ένα περιστατικό που είχε λήξει με τις εκδοθείσες πιστωτικές σημειώσεις που της παραχωρήθηκαν, προσπαθώντας να αποφύγει να εξοφλήσει τα οφειλόμενα».
23. Περαιτέρω, σύμφωνα με τον ΜΕ1 κανένας δικογραφημένος ισχυρισμός της Εναγόμενης δεν παραπέμπει σε παραβίαση της συμφωνίας από τους Ενάγοντες και σε ηθελημένη παραβίαση τους και περαιτέρω η Εναγόμενη εμποδίζεται, διά των έργων, λόγων και πράξεων της, να προβάλει την εγειρόμενη Υπεράσπιση περί άκυρης Συμφωνίας και τις λοιπές υπερασπίσεις.
24. Τέλος, ο ΜΕ1 ισχυρίζεται ότι ουδέν ποσόν η Εναγόμενη δικαιούται σε επιστροφή, συμπεριλαμβανομένου και του ποσού των € 20.000,00, το οποίο, η Εναγόμενη αξιώνει με την ανταπαίτηση της.
25. Προς υποστήριξη των ισχυρισμών του ο ΜΕ1 κατέθεσε ως τεκμήρια τα ακόλουθα έγγραφα:
· Τεκμήριο 1: Πιστοποιητικό εγγραφής των Εναγόντων 1
· Τεκμήριο 2: Πιστοποιητικό Συστάσεως Εναγόντων 2
· Τεκμήριο 3: Πιστοποιητικό Αξιωματούχων Εναγόντων 2
· Τεκμήριο 4: Συμφωνία ημερομηνίας 20/05/2014
· Τεκμήριο 5: Δέσμη Τιμολογίων
· Τεκμήριο 6: 2 Πιστωτικές Σημειώσεις
· Τεκμήριο 7: Κατάσταση Λογαριασμού της Εναγόμενης στους Ενάγοντες 1
· Τεκμήριο 8: Κατάσταση Λογαριασμού της Εναγόμενης στους Ενάγοντες 2
· Τεκμήριο 9: Δέσμη επιστολών από Ενάγοντες προς Εναγόμενη ημερομηνίας 18/01/2016 και 30/03/2016
· Τεκμήριο 10: Δέσμη επιστολών ημερομηνίας 29/02/2016 και 20/04/2016, η μεν πρώτη από την Εναγόμενη στους Ενάγοντες και η δε δεύτερη από τους Ενάγοντες στην Εναγόμενη
ADAM MADI (ΜΥ1)
26. Στη μαρτυρία του ο ΜΥ1 υιοθέτησε και επανέλαβε ουσιαστικά σχεδόν όλους τους δικογραφημένους ισχυρισμούς του. Από τη μαρτυρία του ΜΥ1 παραθέτω τους κατωτέρω ουσιώδεις ισχυρισμούς του.
27. O MY1 παραδέχεται την υπογραφή της συμφωνίας ημερομηνίας 20/05/2014 και την καταβολή προκαταβολικά από μέρους της Εναγόμενης του συνολικού ποσού των €20.000 για τον πρώτο χρόνο της συμφωνίας.
28. Σύμφωνα με τον ΜΥ1 η «συμφωνία λειτουργούσε κανονικά μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2014 … Περί το τέλος του 2014 διαπιστώσαμε τόσο εγώ προσωπικά αλλά και από γνωστούς της Εναγόμενης ότι οι Ενάγοντες δεν τηρούσαν πιστά τις υποχρεώσεις τους όπως αυτές απορρέουν από τις πρόνοιες της Συμφωνίας.» Η γνώση του, σύμφωνα με τον ίδιο πηγάζει από τα ταξίδια που έκανε ο ίδιος και επισκεπτόταν το αεροδρόμιο Λάρνακας αλλά και από ενημέρωση που λάμβανε ανά τακτά χρονικά διαστήματα από δικούς του ανθρώπους που επισκέπτονταν ή δούλευαν στο αεροδρόμιο Λάρνακας.
29. Ο ΜΥ1 υποστηρίζει ότι οι Ενάγοντες «δεν τηρούσαν τα συμφωνηθέντα και αθετούσαν ουσιώδεις όρους της Συμφωνίας.» Συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι:
· Ο ηλεκτρονικός πίνακας εναλλασσόμενων διαφημίσεων των Εναγόντων δεν λειτουργούσε σωστά και/ή είχε τεθεί εκτός λειτουργίας και δεν ενάλλασσε κανονικά τις διαφημίσεις ως είχε συμφωνηθεί με αποτέλεσμα να παρουσιάζει ο πίνακας μόνο τις διαφημίσεις της εταιρείας με την οποία η Εναγόμενη μοιραζόταν τον πίνακα.
· Τα σημεία παρουσίασης διαφημίσεων μέσω τηλεοράσεων δεν λειτουργούσαν κανονικά και υπήρχαν και ημέρες που δεν λειτουργούσαν καθόλου.
· Τα φυλλάδια διαφημίσεων της Εναγόμενης δεν τοποθετήθηκαν στα συμφωνηθέντα σημεία διάθεσης φυλλαδίων και δεν τοποθετήθηκαν γενικότερα σε κανένα σημείο διαφήμισης.
30. Ως ο ΜΥ1 ισχυρίζεται όταν διαπιστώθηκαν οι πιο πάνω παραβιάσεις ενημέρωσε ο ίδιος τους Ενάγοντες και συγκεκριμένα είχε επαφή τόσο με τον κ. Μιχάλη Κυριακίδη όσο και με τον κ. Μανώλη Λαδαβό, οι οποίοι τον διαβεβαίωναν ότι θα διορθώσουν τις ισχυριζόμενες παραβάσεις. Περί το τέλος Ιουλίου 2015 και ενώ οι Ενάγοντες γνώριζαν για τις εν λόγω παραβιάσεις ζήτησαν την προεξόφληση του τιμήματος της Συμφωνίας για το έτος 2016. Η Εναγόμενη, σύμφωνα με τον ΜΥ1, εξέφρασε μέσω του ιδίου του ΜΥ1, ξανά την δυσαρέσκειά της προς τους Ενάγοντες και την πρόθεσή της να τερματίσει την επίδικη συμφωνία εξαιτίας της αντισυμβατικής συμπεριφοράς των Εναγόντων. Γι’ αυτό το λόγο σύμφωνα με τον ΜΥ1 εκδόθηκαν και οι πιστωτικές σημειώσεις από τους Ενάγοντες καθώς οι Ενάγοντες προσέφεραν έκπτωση 40% προς την Εναγόμενη και έπειτα επιπλέον 10% έκπτωση το οποίο θα αφαιρείτο από το ποσό είτε ως έκπτωση είτε με την παραχώρηση μεγαλύτερου χρόνου προβολής παρουσίασης των διαφημίσεων της Εναγόμενης, ως αντάλλαγμα για τις μη ορθά παρασχεθείσες υπηρεσίες για το έτος 2014. Αναφορικά με τους ισχυρισμούς των Εναγόντων περί οικονομικών προβλημάτων ως αιτία για παραχώρηση της έκπτωσης ο ΜΥ1 ισχυρίζεται ότι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και αποτελούν κατασκευασμένους ισχυρισμούς των Εναγόντων οι οποίοι ουδέποτε προβλήθηκαν σε προηγούμενο στάδιο και δεν αποτελούν μέρος της δικογραφίας. Ουδέποτε αντιμετώπιζε η Εναγόμενη οποιαδήποτε οικονομικά προβλήματα, σύμφωνα με τον ΜΥ1, ή μειώθηκε ο κύκλος των εργασιών της και ουδέποτε ζητήθηκε έκπτωση για τους λόγους αυτούς.
31. Ως ισχυρίζεται ο ΜΥ1, η Εναγόμενη δεν αποδέχτηκε την έκπτωση που προσέφεραν οι Ενάγοντες ούτε και την συνέχιση της συμφωνίας και ενημέρωσε τους Ενάγοντες ότι η επίδικη συμφωνία τερματίζεται. Οι Ενάγοντες, σύμφωνα με τον ΜΥ1, επικοινωνούσαν μαζί του συνεχώς σε μια προσπάθεια να τον πείσουν να μην διακόψει τη συμφωνία και απολογούνταν συνεχώς για την μη τήρηση της συμφωνίας εκ μέρους τους, αλλά οι Ενάγοντες συνέχισαν να μην παρέχουν τις συμφωνηθείσες υπηρεσίες προς την Εναγόμενη, συνέχισαν δηλαδή να παρουσιάζουν κάποιες διαφημίσεις της Εναγόμενης χωρίς όμως να έχουν συμμορφωθεί πλήρως με τη συμφωνία και με τα όσα ο ΜΥ1 τους είχε αναφέρει και για τα οποία είχε παραπονεθεί η Εναγόμενη. Συνεπεία των ανωτέρω, και ως ο ΜΥ1 ισχυρίζεται, η Εναγόμενη νόμιμα τερμάτισε την επίδικη συμφωνία με σχετική επιστολή των δικηγόρων της στις 29/02/2016.
32. Σύμφωνα με τον ΜΥ1 η πρόνοια που αναφέρεται στην παράγραφο 6 της μαρτυρίας του ΜΕ1 αποτελεί ποινική ρήτρα και είναι άκυρος όρος καθώς η εν λόγω συμφωνία ετοιμάστηκε από τους Ενάγοντες με τρόπο που οι όροι αυτής ήταν ευνοϊκοί μόνο για αυτούς αφού καθόρισαν μονομερώς όλους τους όρους χωρίς να αφήσουν την Εναγόμενη να διαπραγματευτεί τους όρους αυτούς και το περιεχόμενο της συμφωνίας. Περαιτέρω ο ΜΥ1 ισχυρίζεται ότι η σχετική πρόνοια εν πάση περιπτώσει δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση νόμιμου τερματισμού της επίδικης συμφωνίας από την Εναγόμενη, και σε κάθε περίπτωση, οι Ενάγοντες είχαν καθήκον λήψης όλων των εύλογων και εφικτών ενεργειών για μείωση της ζημιάς τους και μπορούσαν να αναζητήσουν και να συνάψουν νέες συμφωνίες με νέους διαφημιζόμενους με ευνοϊκότερους όρους προς αυτές.
33. Αναφέρει περαιτέρω ο ΜΥ1 ότι στα πλαίσια της υποχρέωσης των Εναγόντων για μείωση της ζημιάς τους, οι Ενάγοντες μείωσαν και εξάλειψαν οποιαδήποτε ζημιά είχαν δυνάμει της συμφωνίας, δια της σύναψης νέων συμφωνιών με νέους διαφημιζόμενους με ευνοϊκότερους όρους προς τους Ενάγοντες.
34. Στη βάση όλων των πιο πάνω ο ΜΥ1 ισχυρίζεται ότι ουδέν ποσό οφείλει η Εναγόμενη προς τους Ενάγοντες και αξιώνει από τους Ενάγοντες το ποσό των €20.000 που έδωσε προκαταβολικά η Εναγόμενη σε αυτούς.
35. Προς υποστήριξη των ισχυρισμών του ο ΜΥ1 κατέθεσε ως τεκμήρια τα ακόλουθα έγγραφα:
· Τεκμήριο 1: Αντίγραφο ηλεκτρονικής έρευνας αναφορικά με την Εναγόμενη.
· Τεκμήριο 2: Αλληλογραφία που είχε ο ΜΥ1 με τον κ. Μιχάλη Κυριακίδη (ΜΕ1) από τον Αύγουστο του 2015
· Τεκμήριο 3: Επιστολή τερματισμού ημερομηνίας 29/02/2016
· Τεκμήριο 4: Αλληλογραφία μεταξύ των δικηγόρων των διαδίκων
ΑΝΤΕΞΕΤΑΣΗ ΜΥ1
36. Όπως ανέφερα και πιο πάνω, κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου ο ΜΥ1 αντεξετάστηκε από το δικηγόρο των Εναγόντων αναφορικά με τις θέσεις που προβάλλει μέσω της ένορκης του μαρτυρίας.
37. Αναφορικά με το Τεκμήριο 4 που κατατέθηκε από τον ΜΕ1, ο ΜΥ2 ανάφερε ότι η συμφωνία που έγινε ήταν για 2 χρόνια και πλήρωσε προκαταβολικά το ποσό των €20.000. Ότι οι Ενάγοντες έκαναν 1 μήνα να τακτοποιήσουν αυτά που έπρεπε για την παροχή των υπηρεσιών διαφήμισης και μετά από 3-4 μήνες παρατήρησε ότι η τηλεόραση στις αφίξεις ήταν εκτός λειτουργίας και δεν εμφανίζονταν οι διαφημίσεις στις συμφωνηθείσες τηλεοράσεις και πινακίδες, αλλά ούτε τοποθετούνταν τα διαφημιστικά φυλλάδια στον καθορισμένο τόπο και επικοινώνησε με τον κ. Κυριακίδη (ΜΕ1).
38. Σχετικά με την πληρωμή που έπρεπε να γίνει για τον δεύτερο χρόνο απάντησε ότι στις 20/05/2025 θα έπρεπε να πληρώσει για τον δεύτερο χρόνο. Αναφορικά με ερώτηση του δικηγόρου των Εναγόντων για τον τρόπο πληρωμής των Εναγόντων και ότι σύμφωνα με τη συμφωνία, Τεκμήριο 4 που κατατέθηκε από τον ΜΕ1, έπρεπε να γίνεται με μεταχρονολογημένες επιταγές, απάντησε ότι δεν γνωρίζει και ότι ήταν 10 χρόνια πριν.
39. Σε υποβολή του δικηγόρου των Εναγόντων ότι καμία παραδοχή δεν υπάρχει στο ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 12/08/2015, Τεκμήριο 2 που κατατέθηκε από τον ίδιο, ότι η έκπτωση έγινε λόγω ελαττωματικότητας των διαφημίσεων, ο ΜΥ1 το παραδέχτηκε και ισχυρίστηκε πως η έκπτωση δόθηκε λόγω δυσλειτουργιών και προβλημάτων που υπήρχαν και της έλλειψης παροχής υπηρεσιών. Σε άλλη υποβολή του δικηγόρου των Εναγόντων ότι ο ίδιος ζήτησε την έκπτωση γιατί μειώθηκε ο κύκλος εργασιών της Εναγόμενης, αρνήθηκε κάτι τέτοιο και είπε ότι ο ίδιος ζήτησε τερματισμό της συμφωνίας και όχι έκπτωση και ισχυρίστηκε ότι η Εναγόμενη δεν είχε ποτέ οικονομικά προβλήματα αλλά επίσης ότι το ζήτημα μεταξύ Ουκρανίας – Ρωσίας είναι πρόσφατο και δεν αφορά την επίδικη περίοδο.
40. Αναφορικά με τη θέση του δικηγόρου των Εναγόντων ότι δεν στάλθηκε επιστολή τερματισμού πριν τον Ιανουάριο του 2016, ο ΜΥ1 ανάφερε ότι ήταν σε επικοινωνία με τον ΜΕ1 και μετά αρνήθηκε να πληρώσει. Σημείωσε επίσης ότι οι Ενάγοντες δεν έλαβαν υπόψη τους την ειδοποίηση τερματισμού που τους έδωσε ο ίδιος παρόλο που ήταν ξεκάθαρο εκ μέρους του και συνέχιζαν να διαφημίζουν την Εναγόμενη, όχι όμως όπως προνοείται στην επίδικη συμφωνία και του έστειλαν το ηλεκτρονικό μήνυμα με την έκπτωση (βλ. Τεκμήριο 2 της έγγραφης του μαρτυρίας).
41. Περαιτέρω, ο ΜΥ1 διαφώνησε με την υποβολή του δικηγόρου των Εναγόντων ότι οι Ενάγοντες σε καμία χρονική στιγμή δεν είχαν παραβιάσει τα δικαιώματα του διαφημιζόμενου και διαφήμιζαν σωστά και ανελλιπώς κατά τον συμφωνηθέν τρόπο. Σε υποβολή ότι ουδέποτε η Εναγόμενη έδωσε 30 ημέρες ειδοποίηση στους Ενάγοντες, ο ΜΥ1 απάντησε ότι έδωσε περισσότερες από 30 ημέρες προς συμμόρφωση και δέχτηκε ότι δεν έδωσε γραπτώς την προειδοποίηση.
42. Τέλος, σε υποβολή του δικηγόρου των Εναγόντων ότι ήρθε εκ των υστέρων και αφού του δόθηκε έκπτωση να επικαλεστεί ελαττωματικότητα των διαφημίσεων για να εκμεταλλευτεί την έκπτωση, ο ΜΥ1 απάντησε ότι δεν είναι τα χρήματα το ζήτημα αλλά η εμπιστοσύνη. Αν το πρόβλημα ήταν οικονομικό είπε δεν θα είχε δώσει μερικούς μήνες προηγουμένως €20.000 προκαταβολικά.
43. Η ακροαματική διαδικασία ολοκληρώθηκε με τις γραπτές αγορεύσεις των συνηγόρων των διαδίκων οι οποίες έχουν ληφθεί υπόψη στο σύνολο τους και στις οποίες θα κάνω αναφορά όπου κρίνεται αναγκαίο.
ΙV. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ, ΕΥΡΗΜΑΤΑ, ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
44. Η αξιολόγηση της μαρτυρίας γίνεται πρωτίστως στη βάση της μαρτυρίας που σχετίζεται με τα επίδικα θέματα και με γνώμονα τις καλά καθιερωμένες νομολογιακές αρχές (βλ. Al Ittihad Al Watani κ.ά. ν. Χρίστου Παπαδόπουλου (2000) 1 ΑΑΔ 1924, Τσιαττές Ιωάννης ν. Kokis Solomonides (Cartridges Industries) Ltd (2009) 1 AAΔ 974, Hasan Mirza Feiz v. Μιχάλη Ανδρέου, (2015) 1 AΑΔ 2624, Ομήρου Όμηρος Σάββα v. Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506, Νίκος Κυριακίδης ν. Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, Πολ. Εφ. 185/2012, 19/4/2018, ECLI:CY:AD:2018:A179 και Σάββα Γεώργιος ν. Aστυνομίας (1998) 2 ΑΑΔ 391). Στο πλαίσιο εκδίκασης υποθέσεων “ταχείας εκδίκασης”, το καθήκον του Δικαστηρίου να αξιολογήσει την ενώπιον του μαρτυρία δεν αλλάζει. Με γνώμονα λοιπόν τις πιο πάνω αρχές εξέτασα με προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου τόσο εγγράφως όσο και προφορικά κατά την αντεξέταση του MY1.
45. Ο ΜΕ1 αναφέρθηκε στους όρους της επίδικης συμφωνίας και στα τιμολόγια που εκδόθηκαν από τους Ενάγοντες προς την Εναγόμενη στη βάση της συμφωνίας. Ήταν σταθερός από την αρχή μέχρι το τέλος της μαρτυρίας του ότι οι υπηρεσίες που παρασχεθήκαν από τους Ενάγοντες προς την Εναγόμενη ήταν σύμφωνα με την επίδικη συμφωνία και ότι οι πιστωτικές σημειώσεις που εκδόθηκαν αφορούσαν την έκπτωση που έγινε προς την Εναγόμενη καθώς είχε μειωθεί ο κύκλος εργασιών της. Αναφορικά με τη θέση της Εναγόμενης περί τερματισμού της επίδικης συμφωνίας, ο ΜΕ1 σημείωσε ότι η επιστολή τερματισμού στάλθηκε αφού πρώτα στάλθηκε από τους Ενάγοντες στην Εναγόμενη η επιστολή απαίτησης αναφορικά με τα επίδικα τιμολόγια. Η εν λόγω θέση του ΜΕ1 επιβεβαιώνεται και από τις επιστολές που κατέθεσε ως Τεκμήρια στη διαδικασία (βλ. επιστολή ημερομηνίας 18/01/2016, μέρος του Τεκμηρίου 9 και επιστολή ημερομηνίας 29/02/2016, μέρος του Τεκμηρίου 10). Όπως προκύπτει από την επιστολή ημερομηνίας 18/01/2016 οι Ενάγοντες απαιτούν από την Εναγόμενη την πληρωμή των ποσών που αξιώνονται και η Εναγόμενη με την επιστολή της ημερομηνίας 29/02/2016 απαντούν στην εν λόγω επιστολή, αναφέρονται στην παράβαση της συμφωνίας από τους Ενάγοντες και τερματίζουν την επίδικη συμφωνία. Αναφορικά με το επιτόκιο, ήτοι 1,5%, που αξιώνουν οι Ενάγοντες, ο ΜΕ1 σημείωσε ότι κάτι τέτοιο προβλέπεται από την επίδικη συμφωνία, κάτι που αποδεικνύεται με μια απλά ανάγνωση του κειμένου της συμφωνίας, ήτοι Τεκμήριο 4 που κατέθεσε ο ΜΕ1. Ουσιαστικά ο ΜΕ1 παρέθεσε τις θέσεις του με λεπτομέρεια και με σαφήνεια χωρίς να διαφαίνεται η οποιαδήποτε αντίφαση στην όλη του μαρτυρία. Οι πιο πάνω θέσεις του ΜΕ1 συνάδουν με την έγγραφη μαρτυρία που κατατέθηκε από αυτόν και κρίνονται από το Δικαστήριο ως λογικές και πειστικές και ως τέτοιες γίνονται αποδεκτές. Σημειώνω ότι ο ΜΕ1 δεν αντεξετάστηκε από τους δικηγόρους της Εναγόμενης (βλ. Philippou General Bonded Warehouse Ltd ν. Κώστα Νικολαΐδη (2006) 1 ΑΑΔ 1057).
46. Ο ΜΥ1 αφού παραδέχεται την υπογραφή της επίδικης συμφωνίας αναφέρει στη μαρτυρία του ότι διαπίστωσε ο ίδιος προσωπικά περί το τέλος του 2014 από ταξίδια που έκανε στο εξωτερικό αλλά και από γνωστούς που ταξίδευαν ή δούλευαν στο αεροδρόμιο ότι οι Ενάγοντες δε διαφήμιζαν την Εναγόμενη σύμφωνα με την επίδικη συμφωνία. Συνεχίζει περαιτέρω και αναφέρει ότι οι διαφημίσεις που αφορούσαν την Εναγόμενη δεν προβάλλονταν στους προβλεπόμενους και συμφωνηθέντες χώρους κατά τα χρονικά διαστήματα που συμφωνήθηκαν και για μεγάλη χρονική περίοδο και ειδικότερα για περίοδο πέραν των 4 μηνών, χωρίς όμως να γίνεται αναφορά σε ποιους μήνες αντιστοιχούσε η χρονική περίοδος των 4 μηνών. Σημειώνει επίσης ο ΜΥ1 ότι ο ηλεκτρονικός πίνακας εναλλασσόμενων διαφημίσεων των Εναγόντων δεν λειτουργούσε σωστά και/ή είχε τεθεί εκτός λειτουργίας και δεν ενάλλασσε κανονικά τις διαφημίσεις ως είχε συμφωνηθεί με αποτέλεσμα να παρουσιάζει ο πίνακας μόνο τις διαφημίσεις της εταιρείας με την οποία η Εναγόμενη μοιραζόταν τον πίνακα, ότι τα σημεία παρουσίασης διαφημίσεων μέσω τηλεοράσεων δεν λειτουργούσαν κανονικά και υπήρχαν και ημέρες που δεν λειτουργούσαν καθόλου και τέλος ότι τα φυλλάδια διαφημίσεων της Εναγόμενης δεν τοποθετήθηκαν στα συμφωνηθέντα σημεία διάθεσης φυλλαδίων και/ή δεν τοποθετήθηκαν γενικότερα σε κανένα σημείο διαφήμισης. Όλες αυτές οι προβαλλόμενες θέσεις από τον ΜΥ1 είναι γενικές και αόριστες και όλοι αυτοί οι ισχυρισμοί είναι οι ίδιοι ακριβώς ως προβάλλονται και στο δικόγραφο του ΜΥ1. Τίποτα περισσότερο δεν προβλήθηκε από τον ΜΥ1 που να συγκεκριμενοποιεί τις θέσεις του περί παράβασης της επίδικης συμφωνίας. Σημειώνω ότι ούτε κατά την αντεξέταση του, ο ΜΥ1 μπόρεσε να κατατοπίσει το Δικαστήριο με σχετικές λεπτομέρειες για την ελαττωματικότητα των διαφημίσεων από τους Ενάγοντες και οι αναφορές του παρέμειναν ως ανωτέρω γενικές και αόριστες και ως τέτοιες δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές.
47. Αναφορικά με τη θέση του ΜΥ1 ότι τόσο οι πιστωτικές σημειώσεις όσο και η έκπτωση έγιναν από τους Ενάγοντες προς την Εναγόμενη επί των εκδοθέντων τιμολογίων λόγω της ενημέρωσης που είχαν οι Ενάγοντες από τον ΜΥ1 αναφορικά με τις παραβιάσεις της επίδικης συμφωνίας σχετικά με την ελαττωματικότητα των διαφημίσεων, ο ΜΥ1 επισύναψε στην μαρτυρία του το Τεκμήριο 2 αναφερόμενος ότι με το εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα αποδεικνύεται η εν λόγω θέση. Με μια απλή ανάγνωση του Τεκμηρίου 2, δεν προκύπτει κάτι τέτοιο, κάτι το οποίο δέχτηκε και ο ίδιος με την αντεξέταση του. Πουθενά στο εν λόγω Τεκμήριο δεν προκύπτει ότι η Εναγόμενη είχε το οποιοδήποτε παράπονο από τους Ενάγοντες αναφορικά με τις προσφερθείσες υπηρεσίες. Σημειώνω στο σημείο αυτό ότι η πρώτη φορά που φαίνεται να παραπονέθηκε γραπτώς η Εναγόμενη για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες από τους Ενάγοντες είναι με την επιστολή τερματισμού ημερομηνίας 29/02/2016. Είναι άξιον απορίας πώς η Εναγόμενη από τα τέλη του 2014 που διαπίστωσε ότι η Εναγόμενη είχε παραβεί την επίδικη συμφωνία, απέστειλε για πρώτη φορά επιστολή για να διαμαρτυρηθεί ένα και πλέον έτος μετά και σημειωτέο ενάμιση μήνα αφού οι Ενάγοντες απαίτησαν την πληρωμή των οφειλόμενων ποσών. Το στοιχείο αυτό σχετίζεται με την γνησιότητα των θέσεων της Εναγόμενης σε σχέση με την παράβαση της σύμβασης από μέρους των Εναγόντων. Στη βάση αυτών που έχουν αναφερθεί ούτε και αυτή η θέση του ΜΥ1 μπορεί να γίνει πιστευτή και συνεπώς αποδεκτή από το Δικαστήριο.
48. Σημειώνω στο σημείο αυτό ότι οι ισχυρισμοί τόσο του ΜΥ1 όσο και των δικηγόρων του περί μη δικογράφησης των ισχυρισμών των Εναγόντων για την έκδοση των πιστωτικών σημειώσεων ένεκα των οικονομικών προβλημάτων της Εναγόμενης και γι’ αυτό τον λόγο δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί, δεν με βρίσκουν σύμφωνη. Στο δικόγραφο της Απάντησης στην Υπεράσπιση και Υπεράσπισης στην Ανταπαίτηση γίνεται αναφορά από τους Ενάγοντες ότι έγινε έκπτωση από αυτούς προς την Εναγόμενη αναφερόμενοι ότι έγινε καλή τη πίστη και χωρίς να αναγνωρίζεται οποιαδήποτε αντισυμβατική συμπεριφορά από αυτούς (βλ. παραγράφους 5 IV (γ) και 6 του σχετικού δικογράφου). Η έκδοση πιστωτικών σημειώσεων και οικονομικών προβλημάτων της Εναγόμενης δεν αποτελούν ισχυρισμούς που έπρεπε η πλευρά των Εναγόντων να δικογραφήσει ειδικά εφόσον ο βασικός ισχυρισμός της έκπτωσης δικογραφήθηκε με την αναγκαία λεπτομέρεια (βλ. Homeros Th. Courtis and Others v. Panos K. Iasonides (1970) 1 CLR 180, Christakis Loucaides v. C.D. Hay and Sons Ltd (1971) 1 CLR 134 και Παπαγεωργίου v. Κλάππα (1991) 1 ΑΑΔ 24).
49. Προχωρώ στο σημείο αυτό να αναφερθώ σε όσα προκύπτουν να συνιστούν κοινώς αποδεκτά και μη αμφισβητούμενα γεγονότα:
Α. Η υπογραφή της συμφωνίας ημερομηνίας 20/05/2014 η οποία προνοούσε ότι οι Ενάγοντες θα διαφήμιζαν με τον τρόπο που περιγράφεται στην εν λόγω συμφωνία την Εναγόμενη για δύο χρόνια, ήτοι από 10/06/2014 μέχρι 10/06/2016 για το ποσό των €1350, πλέον Φ.Π.Α. το μήνα.
Β. Η Εναγόμενη προπλήρωσε στους Ενάγοντες το ποσό των €20.000 προκαταβολικά, ποσό το οποίο αναλογούσε στην αμοιβή των Εναγόντων για τον πρώτο χρόνο.
Γ. Η Εναγόμενη δεν πλήρωσε άλλο ποσό δυνάμει της συμφωνίας στους Ενάγοντες.
Δ. Έγινε έκπτωση από τους Ενάγοντες προς την Εναγόμενη στα εκδοθέντα τιμολόγια περί του 40%.
Ε. Η Εναγόμενη τερμάτισε την επίδικη συμφωνία στις 29/02/2016 επικαλούμενη παράβαση σύμβασης από τους Ενάγοντες.
Για όλα τα πιο πάνω κάνω ανάλογα ευρήματα.
50. Έχοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω, στρέφομαι τώρα στο επίδικο και αμφισβητούμενο θέμα της υπόθεσης όπου είναι το κατά πόσο οι Ενάγοντες διαφήμιζαν την Εναγόμενη ως προνοούσε η επίδικη συμφωνία. Όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω στην αξιολόγηση της μαρτυρίας, η θέση του ΜΥ1 αναφορικά με την ελαττωματικότητα των διαφημίσεων και ως εκ τούτου την παραβίαση της συμφωνίας από τους Ενάγοντες περιτριγυρίζεται από αοριστία και ασάφεια και ως τέτοια δεν μπορεί να γίνει πιστευτή και αποδεκτή από το Δικαστήριο. Στη βάση όλων των ανωτέρω και στο βαθμό που αποδέχτηκα και την μαρτυρία του ΜΕ1 βρίσκω ότι οι Ενάγοντες διαφήμισαν την Εναγόμενη ως προβλέπεται από την επίδικη συμφωνία, θέση η οποία και στο σύνολο των ανωτέρω ευρημάτων γίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο. Σημειώνω εδώ ότι η θέση της Εναγόμενης είναι όχι ότι δεν οφείλουν οποιοδήποτε ποσό επειδή δεν παρασχέθηκαν οι υπηρεσίες από τους Ενάγοντες, αλλά επειδή δεν παρασχέθηκαν οι υπηρεσίες που έπρεπε σύμφωνα με την επίδικη συμφωνία. Το ότι οι Ενάγοντες συνέχιζαν να διαφημίζουν την Εναγόμενη και μετά την επιστολή τερματισμού προκύπτει και από την μαρτυρία του ΜΥ2 αλλά και επιβεβαιώνεται και από τις γραπτές αγορεύσεις των δικηγόρων της Εναγόμενης (βλ. παράγραφο 15 της έγγραφης μαρτυρίας του ΜΥ1 και παράγραφο 85 της γραπτής αγόρευσης της Εναγόμενης).
51. Υπό το φως των πιο πάνω επομένως, προχωρώ στην ανάλυση των νομικών σημείων της υπόθεσης όπου εκείνα τα οποία θα πρέπει να εξεταστούν είναι το κατά πόσο η παράθεση των τιμολογίων από τους Ενάγοντες ως έγινε είναι αρκετή για να αποδείξουν την υπόθεση τους και το κατά πόσο ο τερματισμός της Εναγόμενης επηρεάζει με οποιοδήποτε τρόπο την αξίωση των Εναγόντων.
52. Ξεκινώντας πρώτα από το θέμα των τιμολογίων, σημειώνω ότι ο ΜΕ1 στην μαρτυρία του, αναφερόμενος πρώτα στους όρους της επίδικης συμφωνίας και στα συμφωνηθέντα δικαιώματα διαφήμισης που αναλογούσαν στο ποσό των €1.350 πλέον Φ.Π.Α., αναφέρθηκε και στην τιμολόγηση της Εναγόμενης, τα οποία τιμολόγια επισύναψε ως δέσμη και ως Τεκμήριο 5. Επισύναψε επίσης και τις πιστωτικές σημειώσεις ως Τεκμήριο 6 αναφέροντας και τον λόγο που έγινε η έκπτωση και τις σχετικές καταστάσεις των λογαριασμών ως Τεκμήρια 7 και 8 αντίστοιχα. Είναι γεγονός ότι ο ΜΕ1 δεν ανέλυσε επακριβώς ούτε τα εκδοθέντα τιμολόγια αλλά ούτε και τις καταστάσεις λογαριασμών. Από την κατωτέρω έγγραφη μαρτυρία που κατέθεσε ο ΜΕ1 προκύπτουν τα πιο κάτω:
· Τεκμήριο 5 - τιμολόγιο με αριθμό ΜΙ-00015671 από την Ενάγουσα 1 προς την Εναγόμενη το οποίο εκδόθηκε στις 01/07/2014 με την περιγραφή «Licence fees for airport advertising for the period 10/6/2014-31/5/2015» για το συνολικό ποσό των €8,280.71 το οποίο αναλογούσε στο ποσό των €6,958.58 πλέον Φ.Π.Α., ήτοι €1,322.13.
· Τεκμήριο 5 - τιμολόγιο με αριθμό ΜΙ-00015990 από την Ενάγουσα 1 προς την Εναγόμενη το οποίο εκδόθηκε στις εκδόθηκε στις 23/07/2015 με την περιγραφή «Licence fees for airport advertising for the period 1/6/2015-9/6/2016» για το συνολικό ποσό των €8,705.36 το οποίο αναλογούσε στο ποσό των €7,315.43 πλέον Φ.Π.Α., ήτοι €1,389.93.
· Τεκμήριο 5 - τιμολόγιο με αριθμό 101400353 από την Ενάγουσα 2 προς την Εναγόμενη το οποίο εκδόθηκε στις 01/07/2014 με την περιγραφή «L-DIGITAL CUBES, PRINTING COST, UPLOADING FEE, L-LARGE FRM SCROLLER, L-SMALL POCKETS» για την περίοδο από 10/06/2014 μέχρι 31/05/2015 για το συνολικό ποσό των €11,943.34 το οποίο αναλογούσε στο ποσό των €10,036.42 πλέον Φ.Π.Α., ήτοι €1,906.92.
· Τεκμήριο 5 - τιμολόγιο με αριθμό 101400901 από την Ενάγουσα 2 προς την Εναγόμενη το οποίο εκδόθηκε στις 15/07/2015 με την περιγραφή «L-DIGITAL CUBICAL, L-LARGE FRM SCROLLER, L-SMALL POCKET» για την περίοδο από 01/06/2015 μέχρι 09/06/2016 για το συνολικό ποσό των €11,054.59 το οποίο αναλογούσε στο ποσό των €9,289.57 πλέον Φ.Π.Α., ήτοι €1,765.02.
· Τεκμήριο 6 – Credit note με αριθμό ΜΙ-00016026 από την Ενάγουσα 1 προς την Εναγόμενη ημερομηνίας 07/08/2015 με την περιγραφή «40% Discount on the amount invoiced for the period 1/6/2015-9/6/2016» για το συνολικό ποσό των €3,482.14 το οποίο αναλογούσε στο ποσό των €2,926.17 πλέον Φ.Π.Α., ήτοι €555.97.
· Τεκμήριο 6 – Credit note με αριθμό 101500158 από την Ενάγουσα 2 προς την Εναγόμενη ημερομηνίας 07/08/2015 με την περιγραφή «L-DIGITAL CUBICAL, L-LARGE FRM SCROLLER, L-SMALL POCKET» για την περίοδο από 01/06/2015 μέχρι 09/06/2016 για το συνολικό ποσό των €4,421.84 το οποίο αναλογούσε στο ποσό των €3,715.83 πλέον Φ.Π.Α., ήτοι €706.01.
· Τεκμήριο 8 - κατάσταση λογαριασμού της Ενάγουσας 2 αναφορικά με την Εναγόμενη όπου φαίνεται πληρωμή από την Εναγόμενη ημερομηνίας 21/05/2014 ποσού €20,706 όπου εξοφλήθηκε το τιμολόγιο της Ενάγουσας 2 για το ποσό των €11,943.34 και μεταφέρθηκε και στην Ενάγουσα 1 από την Ενάγουσα 2 το ποσό των €8,280.71 και μετά η χρέωση του λογαριασμού με το ποσό των €11,054.59 που αντιστοιχεί στο ποσό του τιμολογίου με αριθμό 101400901 και η πίστωση του με το ποσό των €4,421.84 που αντιστοιχούσε στο ποσό της πιστωτικής σημείωσης με αριθμό 101500158.
53. Ως είναι σχετικά νομολογημένο, «οι λογαριασμοί εμπορευόμενου δεν αποτελούν αφεαυτών απόδειξη των γεγονότων που καταγράφουν», και «τα γεγονότα που απεικονίζουν πρέπει να αποδειχθούν» (βλ. Παναγιώτης Μαστρής Λτδ ν. Επιπλώσεις Λάσκο Λτδ (2006) 1 ΑΑΔ 728 και A L Mantovani Sons Ltd v. Christis Travel Tourism Ltd (1999) 1 ΑΑΔ 156). Τα τιμολόγια, ως είναι επίσης νομολογημένο, δεν έχουν αυτοδύναμη αποδεικτική αξία (βλ. Palatino Developments Limited v. Telectronics Communication Limited (2002) 1 AAΔ 962 και Demil Imports Exports Ltd v. Ζήνων Η. Κωνσταντινίδης Λτδ (2011) 1 AΑΔ 462), αλλά αφού συνεκτιμηθούν στο σύνολο της μαρτυρίας μπορούν να θεωρηθούν ως ο έγγραφος λογαριασμός μεταξύ διαδίκων (βλ. Γεώγιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν. Παναγιώτη Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339). Στην υπόθεση Μαστρής (ανωτέρω), όπου η απαίτηση βασίστηκε σε υπόλοιπο κατάστασης λογαριασμού και όχι σε εκδοθέντα τιμολόγια, λέχθηκε ότι «η παρουσίαση των τιμολογίων ήταν μαρτυρία που, αν ήταν αποδεκτή, θα έτεινε να αποδείξει την απαίτηση». Μεταγενέστερα στην απόφαση στην υπόθεση Κλεάνθης Κλεάνθους κ.α. ν. Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή Λτδ (2012) 1 ΑΑΔ 1344, το Ανώτατο Δικαστήριο επιβεβαιώνοντας την πρωτόδικη κρίση ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι από τη στιγμή που παρουσιάζεται εκ πρώτης όψεως επαρκής μαρτυρία για να αποδείξει το υπόλοιπο της ισχυριζόμενης οφειλής, εναπόκειται στον αντίδικο να αντικρούσει τα στοιχεία που αποτελούσαν το λογαριασμό, προκειμένου να πείσει το Δικαστήριο ότι η προσκομισθείσα μαρτυρία δεν ήταν επαρκής για να αποδείξει την απαίτηση στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων. Στη δε απόφασή του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση του CITI PRINCIPAL INVESTMENTS LTD v. Γιωργάλλα, Πολ. Εφ. 271/2012, ημερομηνίας 10/07/2018, ECLI:CY:AD:2018:A348, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση αναφέροντας, μεταξύ άλλων, τα εξής, αναφορικά με τη θέση της εκεί εφεσείουσας: «… η ουσία είναι ότι η εφεσείουσα, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ήτοι κατά πόσο η εκδοχή της είναι πιο πιθανή παρά όχι, είχε δώσει ικανοποιητικά στοιχεία μαρτυρίας προς υποστήριξη της αξίωσης της. Αναμφίβολα θα μπορούσε να έδινε περισσότερες λεπτομέρειες, ακόμη και να υποστήριζε την αξίωση με πρόσθετα στοιχεία και έγγραφα, αλλά εκείνο το οποίο είχε παρουσιάσει, δηλαδή, το Τεκμήριο 1, ήταν ικανοποιητικό. Πρόκειτο για κατάσταση λογαριασμού στην οποία αποτυπωνόταν όλο το ιστορικό των συναλλαγών με την εφεσίβλητη, με γνώση του περιεχομένου του από τον Μ.Ε.1, ο οποίος ως λειτουργός του Back Office ήλεγχε τις συναλλαγές. Η κατάσταση δόθηκε στην εφεσίβλητη, η ίδια βρισκόταν στο πάτωμα του Χ.Α.Κ. ως συνεργάτης της εφεσείουσας και ανά πάσα στιγμή μπορούσε και να γνωρίζει και να αμφισβητήσει τις πράξεις».
54. Τούτων λεχθέντων, κρίνω πρώτα ότι ο ΜΕ1 έχει την απαραίτητη γνώση και ενεργό εμπλοκή προκειμένου να είναι σε θέση να παρουσιάσει τα τιμολόγια και τις καταστάσεις λογαριασμών στο βαθμό φυσικά που παρουσιάστηκαν από αυτόν. Κρίνω επίσης ότι τόσο τα τιμολόγια όσο και οι καταστάσεις λογαριασμών που παρουσιάστηκαν από τους Ενάγοντες και αναφέρθηκαν ανωτέρω, αποτύπωναν ορθώς τις συναλλαγές μεταξύ των διαδίκων και συμπεραίνω ότι η πλευρά των Εναγόντων προσκόμισε στο Δικαστήριο ικανοποιητικά στοιχεία, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, προκειμένου να στηρίξει την απαίτησή της για το χρεωστικό υπόλοιπο στη βάση των εν λόγω καταστάσεων λογαριασμών και τιμολογίων, όπως προκύπτει από τα τεκμήρια ανωτέρω.
55. Λαμβάνοντας υπόψη το εύρημα του Δικαστηρίου ότι οι Ενάγοντες διαφήμισαν την Εναγόμενη ως προβλέπεται από την επίδικη συμφωνία, κρίνω ότι οι Ενάγοντες δικαιούνται τα ποσά που προκύπτουν από τις καταστάσεις λογαριασμών, Τεκμήρια 7 και 8 αντίστοιχα της μαρτυρίας του ΜΕ1, τα οποία αντιστοιχούν στις παρασχεθείσες υπηρεσίες μέχρι τη λήξη της επίδικης συμφωνίας.
56. Έχοντας υπόψη το πιο πάνω συμπέρασμα του Δικαστηρίου περί εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων των Εναγόντων και με δεδομένη τη μη αποδοχή των θέσεων της Υπεράσπισης και της μαρτυρίας του ΜΥ1 η ανταπαίτηση είναι καταδικασμένη σε απόρριψη. Ενώπιον του Δικαστηρίου δεν υπάρχει οτιδήποτε που να καταδεικνύεται παράβαση του οποιουδήποτε όρου της επίδικης συμφωνίας από τους Ενάγοντες και συνεπώς ο τερματισμός της συμφωνίας από την Εναγόμενη δεν μπορεί να κριθεί νόμιμος. Ούτε βεβαίως προκύπτει οτιδήποτε που να δικαιολογεί επιστροφή του ποσού των €20.000 που καταβλήθηκαν από την Εναγόμενη ως προκαταβολή.
57. Να σημειώσω τέλος ότι αναφορικά με τις θέσεις του ΜΥ1, οι οποίες είναι αυτούσιες με το δικόγραφο της Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης της Εναγόμενης, ότι η πρόνοια που αναφέρεται στην παράγραφο 6 της γραπτής μαρτυρίας του ΜΕ1 αποτελεί ποινική ρήτρα και είναι άκυρη καθώς η εν λόγω συμφωνία ετοιμάστηκε από τους Ενάγοντες με τρόπο που οι όροι αυτής ήταν ευνοϊκοί μόνο για αυτούς και αυτοί καθόρισαν μονομερώς όλους τους όρους χωρίς να αφήσουν την Εναγόμενη να διαπραγματευτεί τους όρους αυτούς και το περιεχόμενο της συμφωνίας, καθώς επίσης και ότι η σχετική πρόνοια, εν πάση περιπτώσει, δεν εφαρμοζόταν σε περίπτωση νόμιμου τερματισμού της επίδικης συμφωνίας από την Εναγόμενη, όπως επίσης και το ότι οι Ενάγοντες είχαν καθήκον λήψης όλων των εύλογων και εφικτών ενεργειών για μείωση της ζημιάς τους και μπορούσαν να αναζητήσουν και να συνάψουν νέες συμφωνίες με νέους διαφημιζόμενους με ευνοϊκότερους όρους προς αυτές, είναι ισχυρισμοί οι οποίοι δεν προωθήθηκαν από τους δικηγόρους της Εναγόμενης στην γραπτή τους αγόρευση και θεωρούνται από το Δικαστήριο ότι έχουν εγκαταλειφθεί. Όπως και να έχει όμως, η παράγραφος 6 της γραπτής μαρτυρίας του ΜΕ1 δεν αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη πρόνοια. Αναφέρεται στην επίδικη συμφωνία, Τεκμήριο 4, και σε αρκετούς όρους αυτής.
V. ΚAΤΑΛΗΞΗ
Υπό το φως των πιο πάνω:
Α. Εκδίδεται απόφαση υπέρ των Εναγόντων και εναντίον της Εναγόμενης ως το Α (Ι) και (ΙΙ) της Έκθεσης Απαίτησης πλέον τόκος 1,5% επί των εν λόγω ποσών από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής, ήτοι 10/06/2016, ενώ η Ανταπαίτηση απορρίπτεται.
Β. Όσον αφορά τα έξοδα της υπόθεσης, ενόψει του ότι απαίτηση και ανταπαίτηση συνεκδικάστηκαν, τα έξοδα τόσο της απαίτησης όσο και της ανταπαίτησης επιδικάζονται προς όφελος των Εναγόντων και εναντίον της Εναγόμενης όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, περιορισμένα όμως σε ένα σετ εκεί όπου είναι κοινά για απαίτηση και ανταπαίτηση (βλ. Theomaria Estates Ltd ν. Samuel Mason και Άλλων, (2005) 1 ΑΑΔ 256).
(Υπ.) .................................................
Α. Κούρα, προσ. Ε.Δ.
ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο