
ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Λ. Πασχαλίδη, Α.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής:716/24(i)
Μεταξύ:
ADMITOS DEVELOPERS LTD, Λάρνακα
Ενάγοντες
Και
D.P. ELLINAS + ASSOCIATES ARCITECTS – CONSULTING ENGIGEERS LTD
Εναγόμενοι
-------------
(Διαδικασία Συνοπτικού Υπολογισμού Εξόδων δυνάμει του Μ.39 Κ.7 σε σχέση με το αίτημα των εναγόντων ημερ. 11/02/25)
Ημερομηνία: 13 Μαρτίου, 2025
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για Ενάγοντες: κ.. Φ. Ταλιώτης για L.LOUCAIDES-THEOPHANOUS LLC
Για Εναγόμενους: κα Χαραλαμπίδου για ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΟΥ & ΤΣΙΑΝΝΗ Δ.Ε.Π.Ε
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Το ζήτημα που έχει εγερθεί στην προκειμένη περίπτωση αφορά στο ύψος των εξόδων που δικαιούνται οι ενάγοντες να λάβουν από τους εναγόμενους σε σχέση με το αίτημα που οι πρώτοι υπέβαλαν στις 11/02/2025 δυνάμει του Μ.13Κ.4(1)(α), ήτοι για έκδοση απόφασης ερήμην για καθορισμένο χρηματικό ποσό συνεπεία της παράλειψης των εμαγομένων να καταχωρήσουν εμπρόθεσμα την υπεράσπιση τους. Την εν λόγω υπεράσπιση, σημειώνω, οι εναγόμενοι τελικά την καταχώρισαν με τη σύμφωνο γνώμη των εναγόντων μετά την καταχώριση του αιτήματος γι’ απόφαση και είναι γι’ αυτό το λόγο που οι τελευταίοι έχουν ζητήσει την άδεια του Δικαστηρίου να αποσύρουν το αίτημα τους αλλά με έξοδα υπέρ τους. Οι εναγόμενοι αποδέχονται να καταβάλουν στους ενάγοντες τα έξοδα του αιτήματος αλλά δεν δέχονται το ύψος των εξόδων που οι τελευταίοι ζητούν, δηλαδή, €1468.80 συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α., και υποστηρίζουν ότι το ορθό και δίκαιο ποσό εξόδων υπό τις περιστάσεις είναι το ποσό των €635,80 περιλαμβανομένου του ΦΠΑ. Αμφότερες δε οι πλευρές έχουν επιχειρηματολογήσει σε σχέση με τις αντίστοιχες θέσεις τους προς υποστήριξη των οποίων έχουν καταθέσει και ενδεικτικούς καταλόγους εξόδων δυνάμει του Μ.39 Κ.9.
Προτού προχωρήσω να εξετάσω το εγερθέν ζήτημα σημειώνω για σκοπούς πληρότητας ότι δίδεται στην πλευρά των εναγομένων η απαιτούμενη άδεια και παράταση χρόνου προκειμένου να θεωρηθεί εμπρόθεσμη η υπεράσπιση που καταχώρισαν όπως και δίδεται επίσης άδεια στους ενάγοντες να αποσύρουν το αίτημα τους ημερ. 11/02/25 το οποίο και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ τους και εναντίον των εναγομένων.
Προχωρώ λοιπόν να εξετάσω το εγερθέν ζήτημα αναφορικά με το ύψος των εξόδων του επίμαχου αιτήματος επισημαίνοντας ότι πρόκειται για γραπτό αίτημα που εδράζεται στο Μ.13 Κ.4(1)(α), το οποίο καταχωρίστηκε χωρίς ειδοποίηση στην άλλη πλευρά και για το οποίο πραγματοποιήθηκε μία εμφάνιση στο Δικαστήριο όταν ορίστηκε για πρώτη φορά από το Πρωτοκολλητείο. Κατά την εν λόγω εμφάνιση είχαν εμφανιστεί και οι δύο πλευρές οπόταν και το αίτημα αποσύρθηκε για τους λόγους που αναφέρω ανωτέρω.
Έχω λοιπόν μελετήσει με προσοχή τα όσα οι δυο πλευρές έχουν επιχειρηματολογήσει αναφορικά με τα έξοδα του αιτήματος των εναγόντων κατ’ εφαρμογή των εξουσιών που μου παρέχει το Μ.39 Κ.4 και Κ.7, σημειώνω εξ’ αρχής ότι και οι δυο πλευρές επικαλούνται τις σχετικές κλίμακες του Πίνακα εξόδων που αφορούν σε αιτήσεις που καταχωρούνται δυνάμει του Μέρους 23 σε εκκρεμούσα διαδικασία, δηλαδή την παράγραφο 8.2 του Πίνακα, όπου εκεί προνοείται για ποσό €159 σε σχέση με σύνταξη αίτησης με ειδοποίηση σε εκκρεμούσα διαδικασία και σε €233 για σύνταξη αίτησης χωρίς ειδοποίηση σε εκκρεμούσα διαδικασία, καθώς και τις παραγράφους 11 και 12 που αφορούν στα έξοδα των εμφανίσεων στο Δικαστήριο για τέτοιας φύσης αιτήσεις, δηλαδή αιτήσεις του Μ.23. Ειδικότερα, οι δύο πλευρές συμφωνούν ως προς το ότι θα πρέπει να επιδικαστούν υπέρ των εναγόντων έξοδα €233 για τη σύνταξη του αιτήματος καθώς και €89 για την καταχώριση του στο Πρωτοκολλητείο, διαφωνούν όμως ως προς το ύψος των εξόδων σε σχέση με τη μία εμφάνιση που έγινε στο Δικαστήριο. Η μεν πλευρά των εναγόντων ζητά όπως της επιδικασθεί το ποσό των €898 που αναφέρεται στην παράγραφο 11 των Κανονισμών ως το υψηλότερο ποσό για εμφάνιση για ΑΔΟ σε αίτηση χωρίς ειδοποίηση, ενώ η πλευρά των εναγομένων παραπέμπει στο χαμηλότερο ποσό της παραγράφου 12 (α)(i), δηλαδή στο ποσό των €198 που αφορά σε εμφάνιση για ΑΔΟ σε αίτηση με ειδοποίηση όπου δεν υπάρχει ένσταση.
Των πιο πάνω λεχθέντων όμως, έχοντας μελετήσει προσεκτικά το σχετικό Πίνακα Εξόδων των Κανονισμών όπως και το φάκελο της διαδικασίας, διαπιστώνεται ότι αμφότερες οι πλευρές έχουν αντιληφθεί εσφαλμένα την πραγματική φύση της ενδιάμεσης διαδικασίας για την οποία εγείρεται το υπό συζήτηση θέμα των εξόδων. Εξηγώ.
Το υπό κρίση αίτημα της 11/02/25 δεν ήταν αίτηση δυνάμει του Μέρους 23 αλλά αίτημα δυνάμει του Μέρους 13 Κ.4(1)(α) εξ’ ου και το έντυπο που καταχωρήθηκε από πλευράς εναγόντων ήταν το έντυπο 15 και όχι το έντυπο 34 στο οποίο αφορούν οι παράγραφοι 8.2, 11 και 12 του σχετικού Πίνακα εξόδων που επικαλούνται οι συνήγοροι. Τούτου λεχθέντος, σημειώνω ότι στην παράγραφο 25 του Πίνακα εξόδων, η οποία αφορά στα έξοδα λήψης απόφασης κατόπιν αιτήματος με Έντυπο 15, δηλαδή δυνάμει του Μ.13 Κ.4(1)(α), αναφέρεται ότι τα συγκεκριμένα έξοδα θα πρέπει να κυμαίνονται μεταξύ €263 - €355, ήτοι ποσό πολύ χαμηλότερο από αυτό που προβλέπεται σε σχέση με τα έξοδα αιτήσεων δυνάμει του Μ.23. Ο λόγος βέβαια που υπάρχει αυτή η σημαντική διαφορά μεταξύ των εξόδων που αφορούν σε αίτημα για απόφαση δυνάμει του Μέρους 13 Κ.4(1)(α) (Έντυπο 15) και σε αίτηση για απόφαση δυνάμει του Μέρους 23 (Έντυπο 34) είναι ευνόητος και οφείλεται στο γεγονός ότι στην πρώτη περίπτωση το αίτημα αφορά σε πολύ συγκεκριμένες και καθορισμένες περιπτώσεις, εξ’ ου και δεν απαιτείται η κατάθεση οποιασδήποτε μαρτυρίας προς υποστήριξη του αφού ουσιαστικά εξετάζεται επί μιας διαδικαστικά τυπικής βάσης (βλ. Μ.13 Κ.4(1) και Blackstone’s Civil Practice 2019 παρ.20.1a - «judgment is entered over the counter»), ενώ στη δεύτερη περίπτωση απαιτείται να γίνει κάποια ακρόαση της αίτησης στα πλαίσια της οποίας το Δικαστήριο εξετάζει σε κάποιο πιο προχωρημένο βαθμό τις θέσεις του αιτητή προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο ο τελευταίος όντως δικαιούται σε απόφαση ως η απαίτηση του (βλ. παρ. 20.1b Blackstone’s ανωτέρω).
Βεβαίως, το κατά πόσο θα πρέπει σε μια περίπτωση να καταχωρηθεί αίτημα δυνάμει του Μ.13 Κ.4(1) ή αίτηση δυνάμει του Μ.23 είναι ζήτημα το οποίο εξαρτάται και από τη φύση της αξίωσης αλλά και από τις προθέσεις του ενάγοντα υπό την έννοια ότι αν η απαίτηση του τελευταίου δεν συνιστά απαίτηση που εντάσσεται καθαρά στο Μ.13 Κ.4(1) τότε ο ενάγοντας θα πρέπει, είτε να καταχωρήσει αίτηση δυνάμει του Μ.23 για απόφαση επί ολόκληρης της απαίτησης του (βλ.Μ.13 Κ.4(2)) ή να υποβάλει αίτημα δυνάμει του Μ.13Κ.4(3), ήτοι για έκδοση απόφασης μόνο σε σχέση με το μέρος της απαίτησης του που εμπίπτει στις πρόνοιες του Μ.13 Κ.4(1), με ταυτόχρονη ρητή δήλωση επί του αιτήματος ότι εγκαταλείπει τις υπόλοιπες απαιτήσεις του οι οποίες δεν εμπίπτουν στο Μ.13 Κ.4(1).
Με γνώμονα τα πιο πάνω λοιπόν, υπενθυμίζω ότι στην προκειμένη περίπτωση οι ενάγοντες καταχώρησαν έντυπο απαίτησης αξιώνοντας θεραπείες οι οποίες δεν εμπίπτουν όλες στις περιπτώσεις του Μ.13 Κ.4(1). Επέλεξαν όμως, όταν οι εναγόμενοι δεν καταχώρισαν υπεράσπιση, αντί να καταχωρήσουν αίτηση για απόφαση δυνάμει του Μ.23 να υποβάλουν αίτημα δυνάμει του Μ.13 Κ.4(1)(α) για έκδοση απόφασης μόνο για κάποιες πτυχές της απαίτησης τους. Δεν δήλωσαν όμως επί του εντύπου 15 ότι εγκαταλείπουν τις άλλες θεραπείες που αξιώνουν με την απαίτηση ως όφειλαν να πράξουν ούτως ώστε να μπορεί το αίτημα τους να εγκριθεί στη βάση του Μ.13 Κ.4(1)(α) επί του οποίου αυτό εδραζόταν. Συνεπεία αυτής της παράλειψης, το αίτημα, ως είχε υποβληθεί, θα ενέπιπτε αναπόφευκτα στις πρόνοιες του Μ.13 Κ.4(2) ή και Κ.4(4), ήτοι θα συνιστούσε αίτημα το οποίο, είτε θα έπρεπε να απορριφθεί (βλ. Μ.13 Κ.4(2)), είτε να μην εγκριθεί και να δοθούν οδηγίες όπως καταχωρηθεί αίτηση δυνάμει του Μ.23 (βλ. Μ.13 Κ.4(4)(α)) για την οποία θα έπρεπε να ειδοποιηθεί σχετικά η πλευρά των εναγομένων εφόσον εκ μέρους της είχε ήδη καταχωρηθεί εμφάνιση (βλ. Μ.23 Κ.5 και Μ.23 Κ.6 καθώς και παρ. 20.9 Blackstone’s ανωτέρω). Λόγω όμως της επιλογής των εναγόντων να προωθήσουν αίτημα δυνάμει του Μ.13 Κ.4(1), και δη με εσφαλμένο τρόπο, δεν δόθηκε η ειδοποίηση στην άλλη πλευρά που κανονικά θα έπρεπε να δοθεί αν το αίτημα υποβαλλόταν δυνάμει του Μ.23 ως θα έπρεπε υπό τις περιστάσεις να υποβληθεί (βλ. παρ. 20.4 Blackstone’s ανωτέρω).
Όπως και να έχει το πράγμα όμως, όποιες και αν ήταν οι πρόνοιες του Μ.13 που θα εφαρμόζονταν στην προκειμένη περίπτωση αν το αίτημα προχωρούσε σε εξέταση ως είχε, ήτοι είτε εφαρμόζονταν οι πρόνοιες για απόρριψη δυνάμει του Μ.13Κ.4(2) είτε οι πρόνοιες για άρνηση έγκρισης του αιτήματος και παραπομπής των εναγόντων για καταχώριση άλλης αίτησης δυνάμει του Μ.23 (βλ. Μ13 Κ.4(4)(α), το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο. Το υποβληθέν αίτημα θα «τελείωνε» εκεί και, εφόσον είχε υποβληθεί χωρίς ειδοποίηση, κανένα θέμα εξόδων δεν θα προέκυπτε είτε υπέρ είτε εναντίον των εναγόντων.
Ο λόγος που έχω αναφέρει τα πιο πάνω είναι διότι υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις οι ενάγοντες, αν δικαιούνται σε οποιαδήποτε έξοδα για το αίτημα της 11/02/25 σίγουρα δεν δικαιούνται έξοδα που αφορούν σε διαδικασία που αυτοί δεν ακολούθησαν, δηλαδή για διαδικασία αίτησης χωρίς ειδοποίηση δυνάμει του Μ.23 (έντυπο 34). Αντιθέτως, τα έξοδα που αυτοί θα δικαιούντο να πληρωθούν θα ήταν τα έξοδα που αφορούν στη διαδικασία που επέλεξαν να ακολουθήσουν, δηλαδή τη διαδικασία του εντύπου 15 του Μ.13, τα οποία, ως ανέφερα, είναι σαφώς πολύ πιο χαμηλά από τα έξοδα της διαδικασίας του Μ.23.
Έχοντας όμως αναφέρει τα πιο πάνω επισημαίνω ότι δεν έχω καθόλου παραγνωρίσει ότι η πλευρά των εναγομένων συμφωνεί να καταβάλει στους ενάγοντες το ύψος των εξόδων σύνταξης και καταχώρησης αίτησης που αυτοί αξιώνουν, καθώς επίσης και €198 τουλάχιστο σε σχέση με την εμφάνιση που τα μέρη πραγματοποίησαν στο Δικαστήριο. Συμφωνούν δηλαδή οι εναγόμενοι να καταβάλουν στους ενάγοντες συνολικά €635,80 περιλαμβανομένου του ΦΠΑ και τη συμφωνία αυτή των διαδίκων, το Δικαστήριο, έστω και αν ενδεχομένως θα κατέληγε σε διαφορετική απόφαση αν ήταν όλα τα κονδύλια αμφισβητούμενα, δεν μπορεί να την αγνοήσει (βλ. Μ.39 Κ.8). Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για το κονδύλι που αμφισβητείται και το οποίο, για τους λόγους που έχω εξηγήσει, δεν δικαιολογείται να επιδκασθεί.
Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη όλα τα πιο πάνω αλλά και το ότι το συνολικό ποσό των €635,80 (περ.ΦΠΑ) που συμφωνούν να καταβάλουν οι εναγόμενοι συνιστά ποσό το οποίο υπερβαίνει κατά πολύ το συνολικό ποσό των έξοδών που οι ενάγοντες θα δικαιούντο να λάβουν στην καλύτερη για εκείνους περίπτωση, ήτοι στην περίπτωση όπου θα πετύχαιναν να εξασφαλίσουν απόφαση στα πλαίσια του αιτήματος που επέλεξαν να καταχωρίσουν δυνάμει του Μ.13, κρίνεται ότι το συνολικό ποσό εξόδων που υπό τις περιστάσεις είναι ορθό και δίκαιο να επιδικαστεί υπέρ των εναγόντων και εναντίον των εναγομένων σε σχέση με το αίτημα της 11/02/25 είναι το ποσό των €635,80 περιλαμβανομένου του ΦΠΑ και εκδίδεται ανάλογη διαταγή. Το εν λόγω ποσό διατάσσεται όπως είναι καταβλητέο στο τέλος της αγωγής.
(Υπ.) ………………………….
Λ. Πασχαλίδης, Α.Ε.Δ.
Πιστόν αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο