Επί τοις αφορώσι την αίτηση της ASTROBANK PUBLIC COMPANY LIMITED ν. Επί τοις αφορώσι την εταιρεία ALDECOR CONSTRUCTION LIMITED, Αίτηση Ετ.: 46/2024, 17/3/2025
print
Τίτλος:
Επί τοις αφορώσι την αίτηση της ASTROBANK PUBLIC COMPANY LIMITED ν. Επί τοις αφορώσι την εταιρεία ALDECOR CONSTRUCTION LIMITED, Αίτηση Ετ.: 46/2024, 17/3/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Λ. Πασχαλίδης, Α.Ε.Δ.

Αίτηση Ετ.:  46/2024(ij)

 

Επί τοις αφορώσι την εταιρεία ALDECOR CONSTRUCTION LIMITED εκ Λάρνακας (HE 235851)

και

Επί τοις αφορώσι των περί Εταιρειών νόμο Κεφ.113 (άρθρα 203, 209, 211(ε), 212(α) & (β), 213, 214 και 233

και

Επί τοις αφορώσι την αίτηση της ASTROBANK PUBLIC COMPANY LIMITED εκ Λευκωσίας, πιστωτή της ALDECOR CONSTRUCTION LIMITED εκ Λάρνακας (HE 235851)

---------------------------------------------

 

(Αίτηση ημερ. 13/12/24 υπό ASTROBANK για αντεξέταση του ομνύοντα της Ε/Δ που υποστηρίζει την ένσταση της ALDECOR στην κυρίως αίτηση εκκαθάρισης)

Ημερομηνία: 17 Μαρτίου 2025

 

Εμφανίσεις:

Για αιτήτρια ASTROBANK: κ. Κ. Σεργίδης για ΣΚΟΡΔΗΣ & ΣΤΕΦΑΝΟΥ Δ.Ε.Π.Ε.

Για καθ’ ης η αίτηση ALDECOR: κα Ε. Μαρκαντώνη για Ανδρέα Θ. Μαθηκολώνη & Σια ΔΕΠΕ

Για Τμήμα Αφερεγγυότητας: Καμία Εμφάνιση

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Στις 11/05/24, το πιο πάνω αναφερόμενο τραπεζικό ίδρυμα ASTROBANK PUBLIC COMPANY LIMITED (εφ’ εξής η Astrobank), καταχώρισε αίτηση με την οποία ζητά όπως εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης της εταιρείας ALDECOR CONSTRUCTION LIMITED (εφ’ εξής ALDECOR). Σημειώνω εδώ ότι αν και η αίτηση της Astrobank αναφέρεται στον τίτλο της να εδράζεται στα αρ. 203, 209, 211(ε), 212(α) & (β), 213, 214 και 233 του Κεφ.113, εντούτοις στην νομική βάση που παρατίθεται στο κυρίως σώμα της αίτησης αναφέρονται και τα αρ. 211(στ) και 212(γ), Κεφ.113, τα άρθρα δηλαδή που προνοούν για την εκκαθάριση εταιρείας είτε όταν «το Δικαστήριο έχει τη γνώμη ότι είναι δίκαιο και σύμφωνο με το δίκαιο της επιείκειας να διαλυθεί η εταιρεία» είτε όταν η εταιρεία λογίζεται ότι είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της εν τι εννοία του αρ.211(ε) διότι «…εκτέλεση ή άλλη διαδικασία που λήφθηκε με δικαστική απόφαση, εντολή ή διάταγμα οποιουδήποτε Δικαστηρίου προς όφελος πιστωτή της εταιρείας, επιστρέφεται ολικά ή μερικά ανικανοποίητη…».

Εν συντομία λοιπόν αναφέρω ότι σύμφωνα με την Ε/Δ που υποστηρίζει την αίτηση, η ASTROBANK θεωρεί ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να διατάξει την εκκαθάριση της ALDECOR διότι αυτό είναι το ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις εφόσον η τελευταία είναι «αναξιόχρεα, έχει πολλά χρέη και ουδεμία και/ή δεν κατέχει περιουσία και/ή αδυνατεί να πληρώσει τα χρέη της…». Ειδικότερα, η ASTROBANK ισχυρίζεται ότι παρά το γεγονός ότι επέδωσε στο εγγεγραμμένο γραφείο της ALDECOR στις 04/03/24 γραπτή απαίτηση για πληρωμή εντός 21 ημερών του ποσού των €464.343,23 πλεόν τόκους και έξοδα, το οποίο ποσό είχε επιδικαστεί υπέρ της ASTROBANK και εναντίον της ALDECOR στις 09/09/22 στα πλαίσια της αγωγής 1442/14 του Ε.Δ Λ/κας, αυτή, η ALDECOR δηλαδή, παρέλειψε να το πράξει, ενώ το ένταλμα κινητών που εξέδωσε η ASTROBANK στις 17/10/23 σε σχέση με την κινητή περιουσία της ALDECOR επεστράφη ανεκτέλεστο στις 20/12/23. Προς επίρρωση των θέσεων αυτών επισυνάπτονται ως τεκμήρια στην Ε/Δ που υποστηρίζει την αίτηση, η το μητρώο που τηρεί ο Έφορος εταιρειών σε σχέση με την ALDECOR (Τεκ.1), την απόφαση στην αγωγή 1442/14 μαζί με κάποιες καταστάσεις λογαριασμού (Τεκ.2), ειδοποίηση του δικαστικού επιδότη ημερ. 20/12/23 ως προς την αποτυχία εκτέλεσης του εντάλματος κινητών υπ’ αρ. 283/23 (Τεκ.3), Ε/Δ ιδιώτη επιδότη ημερ. 11/03/24 αναφορικά με επίδοση επιστολής της ASTROBANK ημερ. 26/02/24 προς την ALDECOR η οποία φέρεται να έγινε στον διευθυντή της τελευταίας στις 04/03/24 (Τεκ.4) και αντίγραφο πληρωμής τέλους στον Έφορο Εταιρειών για την καταχώριση αίτησης εκκαθάρισης (Τεκ.5).

Στην αντιπέρα όχθη η ALDECOR καταχώρισε ένσταση στην αίτηση προβάλλοντας 10 συνολικά λόγους για τους οποίους υποστηρίζει ότι η αίτηση της ASTROBANK θα πρέπει να απορριφθεί. Οι λόγοι ένστασης αυτοί, οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από τις αρχές που διέπουν αιτήσεις αυτής της φύσης καθώς και τα γεγονότα της υπόθεσης, εξειδικεύονται στην υποστηρικτική Ε/Δ του διευθυντή της ALDECOR από την οποία κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσια κάποια αποσπάσματα.

Δεχόμενος λοιπόν ο διευθυντής της ALDECOR ότι έχει όντως εκδοθεί απόφαση εναντίον της τελευταίας και υπέρ της ASTROBANK στην αγωγή 1442/14, ισχυρίζεται τα εξής:

«…2. Μεταξύ των διαδίκων εκκρεμεί η Πολιτική Έφεση 296/2022 η οποία έχει καταχωριστεί στις 21/10/2022…(Τεκ.2)…Με την εν λόγω Πολιτική Έφεση αμφισβητείται τόσο η ύπαρξη του χρέους των καθ’ ων η αίτηση προς τους αιτητές όσο και το ύψος του χρέους αν αποδειχθεί ότι αυτό υπάρχει.

3. Οι αιτητές δεν απέστειλαν ως όφειλαν οποιαδήποτε απαίτηση πληρωμής πριν την καταχώρηση της παρούσας αίτησης. Στο τεκμήριο 4 της αίτησης τους υπάρχει απλά μια ένορκη δήλωση ενός ιδιώτη επιδότη στην οποία αναφέρεται ότι στις 04/03/2024 επέδωσε σε μένα κάτι το οποίο επεσύναψε ως τεκμήριο με τη σημείωση «Α» σε άγνωστο μέρος έναντι της υπογραφής μου. Στο επισυνημμένο έγγραφο ούτε η υπογραφή μου υπάρχει ώστε να φαίνεται ότι το παρέλαβα αλλά ούτε και οποιαδήποτε σημείωση ότι είναι όντως το τεκμήριο «Α» στο οποίο αναφέρεται ο ιδιώτης επιδότης. Δια της παρούσης δηλώνω και επιβεβαιώνω ότι παρόλο που συχνά παραλαμβάνω διάφορες επιδόσεις ωστόσο είμαι σχεδόν σίγουρος ότι δεν έχω παραλάβει οποιαδήποτε απαίτηση πληρωμής από τους αιτητές και έλαβα γνώση για αυτήν με την επίδοση της παρούσας αίτησης.

4. Περαιτέρω ο ιδιώτης επιδότης προέβη στην ένορκη δήλωση στις 11/03/24 ενώ σύμφωνα με τους νέους κανονισμούς πολιτικής δικονομίας αυτός θα έπρεπε να ορκιστεί στις 08/03/24 καθώς οι 7 μέρες εντός των οποίων είχε δικαίωμα να ορκιστεί θα έλεγαν την ημέρα Κυριακή (10/03/24) και ως εκ τούτου… θα έπρεπε να έχει ορκιστεί την Παρασκευή που προηγείται της καταληκτικής ημερομηνίας…

6. Η προώθηση της αίτησης εκκαθάρισης γίνεται ώστε να μας πιέσουν να αποσύρουμε την Πολιτική Έφεση την οποία έχουμε καταχωρίσει προ 2 ετών ώστε να αποδεχθώ ότι οφείλω το συγκεκριμένο ποσό το οποίο έχει επιδικαστεί πρωτόδικα εις βάρος μου και αμφισβητώ και ως εκ τούτου, εφόσον η αίτηση διάλυσης δεν αποτελεί μέτρο εκτέλεσης σύμφωνα με τον Νόμο, η προώθηση της γίνεται καταχρηστικά καθώς γνωρίζουν πολύ καλά οι αιτητές ότι αμφισβητώ - ως είναι δικαίωμά μου - στο Εφετείο το ποσό που επιδικάστηκε πρωτόδικα εναντίον μου…

8…έχουμε πολλές πιθανότητες να επιτύχουμε στην Πολιτική Έφεση 296/2022 η οποία έχει καταχωριστεί εναντίον της απόφασης στην αγωγή 1442/2014 βάσει της οποίας οι καθ’ ων η αίτηση ζητούν την εκκαθάριση της εταιρείας μας…

9. Η έκδοση του διατάγματος εκκαθάρισης θα έχει καταστροφικές συνέπειες σε μένα, την οικογένειά μου αλλά και σε όλους τους εμπλεκόμενους με την εταιρεία φορείς καθώς θα εκμηδενίσει την ικανότητά μας να λαμβάνουμε εισοδήματα, ενώ σε περίπτωση που θα δικαιωθούμε στην επισυνημμένη Πολιτική Έφεση θα έχουμε ήδη καταστραφεί και οι συνέπειες της έκδοσης διατάγματος εκκαθάρισης εναντίον μας θα είναι μη αναστρέψιμες δεδομένου ότι ως δρώσα επιχείρηση πρέπει να είμαστε σε θέση να κάνουμε πληρωμές, ήτοι την πληρωμή μισθών και προμηθευτών.

10. Αντιθέτως, αν οι καθ’ ων η αίτηση έπρατταν αυτό που ο Νόμος ορίζει και μπορούν κάλλιστα να πράξουν, δηλαδή να εκτελέσουν την απόφαση όπως προβλέπεται στο άρθρο 14 του Κεφαλαίου 6, θα είμαστε σε πολύ καλύτερη κατάσταση παρά να εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης εναντίον μας. Αναφορικά με το τεκμήριο 3 της αίτησης, όπως φαίνεται από την ένορκη δήλωση του δικαστικού επιδότη, αφ’ ενός είναι ότι είχε δοθεί λανθασμένη διεύθυνση σε αυτόν για το ένταλμα κατάσχεσης κινητής περιουσίας και αφ’ ετέρου ότι δεν υπήρχε περιουσία σε άλλη διαφορετική διεύθυνση από αυτήν που είχαν δώσει οι αιτητές προς τον επιδότη…

12. Οι καθ’ ων η αίτηση μπορούσαν και μπορούν κάλλιστα να εκτελέσουν την απόφαση όπως προβλέπεται στο άρθρο 14 του Κεφαλαίου 6 όμως οι αιτητές δεν έχουν επισυνάψει κανένα τεκμήριο αναφορικά με την ακίνητη περιουσία της εταιρείας ενώ μπορούσαν κάλλιστα να προβούν σε μια απλή έρευνα στο κτηματολόγιο ώστε να εξακριβώσουν αν όντως έχουμε ελεύθερη περιουσία ή όχι και να προχωρήσουν με εγγραφή επιβάρυνσης memo σε αυτή …

13. Επίσης οι αιτητές έχουν επισυνάψει ως τεκμήριο 2 την πρωτόδικη απόφαση και για κάποιον – άγνωστο λόγο – έχουν επισυνάψει μαζί με την απόφαση κάποιες καταστάσεις λογαριασμού οι οποίες σταματούν πριν την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης. Εν πάση περιπτώσει, καμία αναφορά δεν γίνεται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση τους σχετικά με τις καταστάσεις λογαριασμού…»

Υπό το φως των πιο πάνω θέσεων της ALDECOR η ASTROBANK καταχώρισε την παρούσα αίτηση στις 13/12/24 ζητώντας, στη βάση των Δ.25, 30, 39, 48, 57 και 64, όπως εκδοθεί διάταγμα αντεξέτασης του διευθυντή της ALDECOR  σε σχέση με τους ισχυρισμούς που προβάλλει στις παρ. 3, 4, 8, 9, 10, 12 και 13 και ειδικότερα τους ισχυρισμούς του «…για την επίδοση της επιστολής απαίτησης πληρωμής ημερομηνίας 26/02/24…για τις αναφερόμενες πιθανότητες επιτυχίας της Πολιτικής Έφεσης 296/2022…για τον κύκλο εργασιών της καθ’ ης η αίτηση και τη δυνατότητα αποπληρωμής του εξ’ αποφάσεως χρέους…για την εγγραφή επιβάρυνσης στην ακίνητη περιουσία της καθ’ ης η αίτηση …(και)…για τις αναφερόμενες καταστάσεις λογαριασμού που αποτελούν μέρος της απόφασης…».

Σύμφωνα με την Ε/Δ που υποστηρίζει την αίτηση αυτή, η ASTROBANK, αν και θεωρεί ότι στην Ε/Δ που υποστηρίζει την ενσταση «…αναφέρονται πάρα πολλοί αβάσιμοι και αναληθείς ισχυρισμοί καθώς επίσης και πολλές ανακρίβειες και ασάφειες…», εντούτοις,  αντιλαμβανόμενη ότι «…το Δικαστήριο δεν θα προβεί σε αυτό το στάδιο σε αξιολόγηση της μαρτυρίας ή ευρήματα…», θεωρεί ότι θα πρέπει να επιτραπεί η περιορισμένη αντεξέταση που ζητείται ώστε «…να διαφανεί η αλήθεια και να διευκρινισθούν, επεξηγηθούν και ξεκαθαρίσουν καίρια σημεία των επιδίκων θεμάτων έτσι ώστε να δοθεί στο Δικαστήριο η δυνατότητα να έχει πλήρη εικόνα και σε βάθος εικόνα και γνώση όλων των ουσιωδών γεγονότων που αφορούν την παρούσα υπόθεση…»

Η ALDECOR αντέδρασε στην αίτηση αυτή της ASTROBANK και με την ένσταση που καταχώρισε, η οποία δεν υποστηρίζεται από Ε/Δ, προβάλλει 13 λόγους για τους οποίους υποστηρίζει ότι η αίτηση δεν θα πρέπει να επιτύχει. Είναι θεωρώ αρκετό να αναφέρω ότι οι επί του προκειμένου θέσεις της ALDECOR περιστρέφονται γύρω από τις νομικές προϋποθέσεις που διέπουν τέτοιου είδους αιτήματα και οι οποίες προϋποθέσεις, κατά την ALDECOR, δεν πληρούνται στην προκειμένη περίπτωση.

Η ακρόαση της αίτησης ολοκληρώθηκε με την καταχώριση εμπεριστατωμένων γραπτών αγορεύσεων αναφορά στις οποίες κάνω πιο κάτω όπου κρίνεται αναγκαίο.

Εξέτασα λοιπόν με προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου.

Το δικαίωμα αντεξέτασης ενός ενόρκου δηλούντα, είτε αυτό εδράζεται στη βάση της Δ.48 Θ.4(2) είτε στη βάση της Δ.39 επί των ποίων εδράζεται η υπό κρίση αίτηση, διέπεται από σαφείς νομολογιακές αρχές.

Κατά πρώτο, η αίτηση για αντεξέταση παρέχει διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο, ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης, να εγκρίνει ή να απορρίψει το αίτημα, ευχέρεια η οποία ασκείται δικαστικά, με γνώμονα και τη φύση της διαδικασίας αλλά και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Όπως επισημαίνεται στη Λευτέρη Μήλου και Πανίκου Χατζηλοΐζου (2008) 1 Α.Α.Δ. 280, το Δικαστήριο μπορεί ακόμη και να απορρίψει την αίτηση έστω και αν δεν υπάρχει ένσταση στο σχετικό αίτημα.

Κατά δεύτερο, σε περίπτωση που διαταχθεί η αιτούμενη αντεξέταση, αυτή πρέπει να περιοριστεί μόνο σε θέματα συναφή με το περιεχόμενο της επίμαχης ένορκης δήλωσης και τα οποία τελούν υπό αμφισβήτηση.

Στην παρούσα περίπτωση λοιπόν, η φύση της κυρίως διαδικασίας αφορά σε αίτηση εκκαθάρισης εταιρείας η οποία δικονομικά διέπεται, πρωτίστως από τους Περί Εταιρειών (Εκκαθάριση) Κανονισμούς του 1933 και τους περί Εταιρειών Κανονισμούς του 1951. Ως προς τους τελευταίους, σημειώνω ότι οι εν λόγω Κανονισμοί, αν και θεσπίστηκαν στη βάση του νομοθετικού καθεστώτος που ίσχυε πριν την 1/07/1951 που τέθηκε σε ισχύ το Κεφ.113 (βλ. αρ. 392 Κεφ.113), εντούτοις διατηρήθηκαν ως οι εφαρμοστέοι περί Εταιρειών Κανονισμοί και ως τέτοιοι παραμένουν μέχρι και σήμερα (βλ. αρ 387-389 Κεφ.113). Με την πάροδο του χρόνου μάλιστα, και συνεπεία των αρ.387-389 Κεφ.113, οι εν λόγω Κανονισμοί, παρά την χρονολογία θέσπισης τους ήτοι το 1944, περιγράφονται πολλές φορές και ως οι περί Εταιρειών Κανονισμοί του 1951, δηλαδή οι Κανονισμοί του Νόμου του 1951, ήτοι του Κεφ.113 (βλ. Κ.2 ερμηνεία του όρου «Law» και Karaoglanian Sons Ltd. and Others v. Karaoglanian and Another (1976) JSC 1875). Τούτων λεχθέντων, σημειώνω ότι την δικονομική πτυχή αιτήσεων της συγκεκριμένης φύσης είχα την ευκαιρία να την εξετάσω σε διάφορες περιπτώσεις στο παρελθόν. Παραθέτω ενδεικτικά το απόσπασμα από την πιο πρόσφατη απόφαση που εξέδωσα στην         υπόθεση Αναφορικά με την εταιρεία RMP (SPORTS) LIMITED, Αρ. Αίτησης: 915/17, 21/10/2020:

«…η ακρόαση αίτησης εκκαθάρισης γίνεται κατά κανόνα στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που έχουν καταχωρηθεί (βλ. Κασπαρής Σάββας Ιωάννη (2013) 1 ΑΑΔ 2476,  Εταιρική Αίτηση 259/89 Επί της αφορώσι την εταιρεία D.J. Demades & Sons Ltd, ημερομηνίας 28.5.1990 και Αρ. αίτησης 552/07, Αναφορικά με την εταιρεία ALKΙS HADJIKYRIAKOS (FROU FROU BISCUITS) PUBLIC LTD, Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, 13/2/2009) και αν και υπάρχει το περιθώριο προσκόμισης προφορικής μαρτυρίας και αυτό αποκλειστικά στα πλαίσια αντεξέτασης των ενόρκως δηλούντων, εντούτοις αυτή η πρακτική θα πρέπει να ασκείται με περισσή φειδώ εφόσον ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζεται μια αίτηση εκκαθάρισης, αν και προσομοιάζει με τη διαδικασία για έκδοση συνοπτικής απόφασης στη βάση της Δ.18, δεν υποκαθιστά και ούτε αποσκοπεί στην ίδια κατάληξη με την εν λόγω Διάταξη, ήτοι στην έκδοση απόφασης επί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των μερών. (βλ. Re a Company No. 0012209 of 1991 reported in [1992] 1 WLR 351 υπό Hoffmann J. at p. 354 και Re a Company No. 006685 of 1996 υπό Chadwick J:

«But if, as in this case, it appears that the defence has a prospect of success and the company is solvent, then I think that the court should give the company the benefit of the doubt and not do anything which would encourage the use of the Companies Court as an alternative to the R.S.C., Ord. 14 procedure.» (Re a Company No. 0012209)

«I do not find, in that passage, any suggestion that the court, on an application of this nature, is not obliged to consider whether on the evidence before it there is indeed a dispute on substantial grounds; even if, in performing that task, it may be engaged in much the same exercise as that which would be required of a court faced with an application for summary judgment under O.14 (Re a Company No. 006685).

(σ.σ. Η αγγλική Ο.14 στην οποία αναφέρονται οι πιο πάνω αγγλικές αυθεντίες είναι η αντίστοιχη κυπριακή Δ.18)

Όπως και με τη Δ.18 όμως (βλ. Λαζάρου Eυάγγελος και Άλλη ν. Γιάννη Π. Mακεδόνα (1999) 1 ΑΑΔ 817), έτσι και σε μια αίτηση εκκαθάρισης, η ανάγκη για αντεξέταση μαρτύρων, λόγω διαπίστωσης ύπαρξης, πληθώρας, καλόπιστα  αμφισβητούμενων γεγονότων (bona fide), η ορθότητα των οποίων μόνο μέσω αντεξέτασης και συναφούς ενδελεχούς αξιολόγησης μπορεί να εξακριβωθεί, αποτελεί ένδειξη ότι η διαδικασία επιχειρείται να μετατραπεί σε δίκη επί της ουσίας, κάτι που σφραγίζει και την τύχη της αίτησης. (βλ. Σπανού Έφη M ν. GIP Constructions Limited (1999) 1 ΑΑΔ 315 ανωτέρω και τις προαναφερόμενες αγγλικές αυθεντίες)

Αυτή η «συνοπτική φύση» που διέπει τη διαδικασία της αίτησης εκκαθάρισης, οφείλεται κυρίως στις «δικονομικές ελλείψεις και περιορισμούς» του Δικαστηρίου που ασκεί εταιρική δικαιοδοσία, η άσκηση της οποίας περιορίζεται αποκλειστικά, στους εταιρικούς/πτωχευτικούς κανόνες και πρακτική, κατά  τρόπο όμοιο με τη δικαιοδοσία που ασκείται από τα αγγλικά Company και Bankruptcy Courts. Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην Re UOC Corp. Alipour v Ary [1997] B.C.C. 377, τo Δικαστήριο που ασκεί εταιρική δικαιοδοσία (Company Court) δεν είναι κατάλληλα, δικονομικά εξοπλισμένο, για να επιλύει διαφορές επί γεγονότων (disputes of fact) και να προβαίνει σε ανάλογα ευρήματα ούτε και η δικαιοδοσία του είναι τόσο ευρεία όσο η δικαιοδοσία που έχει το Δικαστήριο κατά την άσκηση της συνήθους πολιτικής του δικαιοδοσίας, ως Δικαστήριο γεγονότων (Trier/Court of facts). Οι δικονομικές πρόνοιες που διέπουν τη διαδικασία στο «εταιρικό» Δικαστήριο, δεν εκτείνονται στο βαθμό των προνοιών που έχει στη διάθεση του το Δικαστήριο που εκδικάζει αγωγές. Δικόγραφα, εν τη αυστηρή έννοια του όρου, δεν υπάρχουν, όπως δεν υπάρχουν ούτε πρόνοιες για ανταλλαγή και επιθεώρηση εγγράφων. Η προσκόμιση προφορικής μαρτυρίας δε, συνήθως δεν είναι ανεκτή, και τα «επίδικα» θέματα, αποφασίζονται κατά κανόνα, στη βάση της έγγραφης μαρτυρίας που προσκομίζεται, στα πλαίσια μιας συνοπτικής ουσιαστικά διαδικασίας. Όμως, όπως αναφέρει και ο Chadwick J στην Re a Company No. 006685 of 1996, υπάρχουν περιπτώσεις όπου το Δικαστήριο που επιλαμβάνεται αίτησης εκκαθάρισης θα χρειαστεί να προχωρήσει να εξετάσει και ίσως αποφασίσει, επί της διαφοράς των μερών, χωρίς όμως αυτό να συνεπάγεται και καθήκον επίλυσης της διαφοράς των μερών, κάτι που μόνο στα πλαίσια κανονικής αγωγής μπορεί να γίνει, όπου οι μάρτυρες αντεξετάζονται και αξιολογούνται. Κάτι τέτοιο, θα ήταν εκτός των δικονομικών ορίων και παραμέτρων της συνοπτικής φύσης που χαρακτηρίζει τη διαδικασία της αίτησης εκκαθάρισης.

Την ίδια στιγμή όμως δεν θα πρέπει να αγνοούνται και τα όσα αναφέρθηκαν υπό Oliver J στην Re Claybridge Shipping Company SA  [1981] Com LR 107, ήτοι ότι είναι εύκολο για μια οφειλέτιδα εταιρεία να επιχειρήσει να «θολώσει το τοπίο» εγείροντας με την ένορκη δήλωση της ένα «νέφος αμφισβητήσεων» (a cloud of objections on affidavits) ούτως ώστε να ισχυριστεί ότι υπάρχει ανάγκη για αντεξέταση και άρα η αίτηση εκκαθάρισης θα πρέπει να απορριφθεί αφού τα «αμφισβητούμενα» θέματα θα πρέπει να επιλυθούν σε διαδικασία αγωγής. Τέτοια προσπάθεια όμως δεν δύναται να επιτραπεί και αυτή είναι και η προσέγγιση που έχει υιοθετήσει και η κυπριακή νομολογία η οποία έχει τονίσει ότι «...η υποβολή αίτησης για εκκαθάριση εταιρείας δεν είναι πρόσφορη μέθοδος εκδίκασης αμφισβητούμενης οφειλής. Εάν υφίσταται οποιαδήποτε εύλογη βάση αμφισβήτησης της ύπαρξης του χρέους, όχι απλά του ύψους του, δεν πρέπει να υποβάλλεται τέτοια αίτηση. Ούτε και ασφαλώς είναι επιτρεπτό όπως χρησιμοποιείται καταχρηστικά η διαδικασία υποβολής αίτησης για εκκαθάριση ως μέθοδος άσκησης πίεσης σε εταιρεία να καταβάλει χρήματα τα οποία αμφισβητεί ότι οφείλει. (Βέβαια).... δεν πρέπει να επιτρέπεται στον κάθε οφειλέτη να αποφεύγει τις κυρώσεις του περί Εταιρειών Νόμου, προβάλλοντας απλά ότι αμφισβητεί το χρέος ... Η απλή άρνηση πληρωμής ενός αδιαμφισβήτητου χρέους συνιστά πάντα καλή μαρτυρία ότι ο χρεώστης αδυνατεί να πληρώσει. Εάν το Δικαστήριο όμως εξαγάγει το συμπέρασμα ότι μια εταιρεία προβάλλει μια ουσιαστική υπεράσπιση καλόπιστα και δεν επιδιώκει απλά να αποφύγει τις επιπτώσεις της οφειλής της, τότε ασφαλώς δεν θα εγκρίνει την αίτηση εκκαθάρισης» (βλ. Χατζηγιάννης Ανδρέας ν. C J Kyprianou Promotions Ltd, (2010) 1 Α.Α.Δ. 991 και Σπανού ανωτέρω καθώς επίσης και In the Matter of Claybridge Shipping Company S.A. [1981] Com LR 107, Re a Company No. 0012209 of 1991 [1992] 1 WLR 351, Re JN 2 Ltd [1978] 1 WLR 183 , at p. 187H και Palmer's Company Law, 21st Ed σελ. 738 και Pennington's Company Law, 4th ed. pg.679).

Είναι λοιπόν γι’ αυτούς τους λόγους που δεν ενδείκνυται η καταχώρηση μιας αίτησης εκκαθάρισης στη βάση γεγονότων και δη πολύπλοκων και εκτενών, τα οποία δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί με προηγούμενη απόφαση Δικαστηρίου ή που δεν συνιστούν γεγονότα που κατ' εφαρμογή νομοθετικών προνοιών ή νομολογιακών αρχών συνήθως δεν επιδέχονται αμφισβήτησης (π.χ ακάλυπτη επιταγή, γραμμάτιο συνήθους τύπου, γραπτή αναγνώριση χρέους κλπ), εφόσον κάτι τέτοιο μεγιστοποιεί το ενδεχόμενο να διαπιστωθεί εύλογη και γνήσια αμφισβήτηση σε περίπτωση καταχώρησης ένστασης και κατ' επέκταση να απορριφθεί η αίτηση (βλ. επίσης ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ & ΥΙΟΣ (ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ) ΛΙΜΙΤΕΔ ν. HELLENIC BANK PUBLIC COMPANY LIMITED, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 368/2009, 20/11/2014).

Στη βάση των πιο πάνω, συνάγεται ότι, η ορθή διαδικαστική προσέγγιση μιας αίτησης εκκαθάρισης, είναι, όπως αναφέρει ο Λόρδος Hodge στις παρ. 6 -10 της Macplant Services Ltd v. Contract Lifting Services (Scotland) Ltd [2008] ScotCS CSOH_158 (12 November 2008), όπου υιοθέτησε τα όσα αναφέρθηκαν υπό Chadwick J στην  Re a Company No. 006685 of 1996, απόφαση η οποία υιοθετήθηκε από την μεταγενέστερη αγγλική και σκωτσέζικη νομολογία (βλ., Citigate Dewe Rogerson Ltd v Artaban Public Affairs SPRL [2009] EWHC 1689 (Ch) (30 June 2009) και YELL.COM v. Internet Business Centres Ltd [2002] ScotSC 203 (29 October 2002) και συνάδει με την κυπριακή νομολογία, η εξής:

Η αίτηση αποφασίζεται στη βάση των γεγονότων που αποκαλύπτουν οι αντίστοιχα καταχωρηθείσες ένορκες δηλώσεις. Αν η μαρτυρία του αιτητή δεν ικανοποιεί τις προϋποθέσεις των άρθρων 211, 212 και 213 Κεφ.213, το θέμα λήγει εκεί. Αν όμως, αίτηση και ένορκη δήλωση, αποκαλύπτουν επαρκή μαρτυρία για να εγκριθεί η αίτηση, τότε το «βάρος», ουσιαστικά μετατίθεται στην εταιρεία, να αποδείξει εύλογη και καλόπιστη βάση αμφισβήτησης της ύπαρξης του χρέους (bona fide dispute of the debt) (βλ. επίσης Αυξεντίου ανωτέρω). Αν η εταιρεία εγείρει με την ένσταση της, ισχυρισμούς για να αμφισβητήσει το χρέος, το Δικαστήριο, στα πλαίσια του καθήκοντος του να εξετάσει κατά πόσο όντως πρόκειται για «γνήσια αμφισβήτηση», δεν εμποδίζεται ούτε και μπορεί να αρνηθεί να αποφασίσει το ερώτημα κατά πόσο όντως υπάρχουν ουσιώδεις (substantial) λόγοι για την αμφισβήτηση. Μάλιστα δε, το Δικαστήριο θα πρέπει να καταλήξει σε έκφραση δικαστικής κρίσης ως προς το κατά πόσο, με βάση τη προσκομισθείσα μαρτυρία, όντως υπάρχει βάσιμη αμφισβήτηση του χρέους. Αυτό όμως που δεν μπορεί και δεν θα πρέπει να πράξει το Δικαστήριο, έστω και αν η «διαχωριστική» γραμμή είναι λεπτή, είναι να διαγνώσει τα επίδικα θέματα και κατ' επέκταση τα ουσιαστικά δικαιώματα των μερών. Αν η έγγραφη μαρτυρία της εταιρείας, δεν αποκαλύπτει τέτοια βάσιμη αμφισβήτηση, τότε καμία περαιτέρω διερεύνηση απαιτείται. Η αντεξέταση μαρτύρων, θα πρέπει να αποφεύγεται. Αν όμως, οι αντίστοιχες ένορκες δηλώσεις, παρουσιάζονται να είναι το ίδιο αξιόπιστες και ικανοποιούν, «εκ πρώτης όψεως», το αντίστοιχο βάρος που η κάθε πλευρά έχει, το Δικαστήριο μπορεί, σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις, να επιτρέψει περιορισμένη αντεξέταση επί των συγκεκριμένων θεμάτων που προκύπτουν και αυτό υπό την επιφύλαξη πάντοτε, του κανόνα ότι, η αποκάλυψη εκ πρώτης όψεως βάσιμης και καλόπιστης αμφισβήτησης του χρέους που ενδεχομένως να δημιουργεί την ανάγκη αντεξέτασης, οδηγεί στην απόρριψη της αίτησης εκκαθάρισης. Αν πάλι, κατόπιν εξέτασης και κατανόησης της γραπτής μαρτυρίας, διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι, η μαρτυρία της μιας πλευράς «...is simply incredible...», τότε το θέμα δεν χρήζει περαιτέρω εξέτασης ή διαδικασίας…» ι

Σε σχέση με τα πιο πάνω παραπέμπω επίσης και στην πρόσφατη απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση της Evelyn Bates v. Αναφορικά με τη Εταιρεία M Moniatis & Sons Ltd, Πολιτική Έφεση αρ. 145/2018, 9/2/2024.

Με γνώμονα τις πιο πάνω αρχές παρατηρώ τα εξής σχετικά με το υπό κρίση αίτημα.

Η ASTROBANK επέλεξε να βασίσει την αίτηση της στις πρόνοιες των αρ.211(ε) και (στ) και 212(α), (β) και (γ). Πρόκειται για πρόνοιες οι οποίες, ως έχει νομολογηθεί, έχουν διαφορετικό πεδίο εμβέλειας και εφαρμογής και αυτό κυρίως γιατί, «...στην περίπτωση που αποδεικνύονται με αποδεκτή μαρτυρία τα στοιχεία που διαλαμβάνονται στο άρθρο 212, το Δικαστήριο δεν κέκτηται διακριτικής ευχέρειας να αποστεί της διάλυσης της εταιρείας, ενώ σε περίπτωση που ικανοποιούνται οι πρόνοιες του άρθρου 211 το Δικαστήριο διατηρεί ευρεία διακριτική ευχέρεια ...» στο κατά πόσο θα προχωρήσει να εκδώσει διάταγμα εκκαθάρισης χωρίς να συντρέχουν οι ειδικές προϋποθέσεις του άρθρου 212, νοουμένου βέβαια ότι πιστοποιείται αφερεγγυότητα της εταιρείας δυνάμει του άρθρου 211(ε) (βλ. AΝΔΡΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΚΑΙ ΥΙΟΣ ΛΤΔ ν. ALPHA BANK CYPRUS LTD, ECLI:CY:AD:2017:A176, Πολιτική Έφεση Αρ. 177/11, 15/5/2017, ECLI:CY:AD:2017:A176, SUPHIRE (FINANCE) LIMITED ν. ΦΩΤΗ ΦΩΤΙΟΥ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 266/2011, 24/4/2018, ECLI:CY:AD:2018:A189 και Χατζηγιάννη ανωτέρω και τις αυθεντίες στις οποίες οι εν λόγω αποφάσεις παραπέμπουν). Μάλιστα δε, όπως λέχθηκε στη Γεωργιάδης,  «…το Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη μαρτυρία και να εκδώσει διάταγμα διάλυσης αν πιστοποιήσει αφερεγγυότητα της εταιρείας δυνάμει του άρθρου 211(ε) και χωρίς να συντρέχουν οι ειδικές προϋποθέσεις του άρθρου 212…υπό την επιφύλαξη, βεβαίως ότι υπάρχει επαρκής αναφορά τόσο στην αίτηση όσο και στη μαρτυρία που προσάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου (C. PHASARIAS (AUTOMOTIVE CENTRE) LTD v. Eταιρεία Σκυροποιϊας «ΛΕΩΝΙΚ» ΛΤΔ (2009) 1 Α.Α.Δ. 1457)…» 

Ο λόγος που αναφέρω τα πιο πάνω είναι διότι από το περιεχόμενο της υπό κρίση αίτησης και της Ε/Δ που τη συνοδεύει διαπιστώνεται ότι αυτό που στην ουσία επιδιώκει να πράξει η ASTROBANK δεν είναι αυτό που επιτρέπεται να γίνεται σε διαδικασίες της φύσης της κυρίως αίτησης εκκαθάρισης. Εξηγώ.

Κατά πρώτο, στο βαθμό που η ASTROBANK προβάλλει ως βάση για την αίτηση της την επίδοση γραπτής απαίτησης στο εγγεγραμμένο γραφείο της ALDECOR και την επιστροφή ενταλμάτων κινητών ως ανεκτέλεστα, η θέση αυτή έχει επιχειρηθεί να υποστηριχτεί από πλευράς ASTROBANK με την κατάθεση σχετικών εγγράφων ως Τεκμήρια. Το αν τώρα τα τεκμήρια αυτά ικανοποιούν τις σχετικές πρόνοιες της νομοθεσίας, ως υποστηρίζει η ASTROBANK, ή δεν τις ικανοποιούν, ως υποστηρίζει ο ομνύοντας της ALDECOR, του οποίου υπενθυμίζω οι σχετικές θέσεις περιστρέφονται ουσιαστικά γύρω από το τι φαίνεται στα έγγραφα που παρουσίασε η ASTROBANK, αυτό δεν συνιστά ζήτημα για το οποίο θα πρέπει να υπάρξει αντεξέταση του ομνύοντα της ALDECOR αλλά ζήτημα αξιολόγησης των επίμαχων εγγράφων από το Δικαστήριο, στο βαθμό βεβαίως που επιτρέπεται να γίνεται αξιολόγηση σε τέτοιες διαδικασίες. Έπεται συνεπώς ότι δεν μπορεί να διαταχθεί οποιαδήποτε αντεξέταση του ομνύοντα της ALDECOR σε σχέση με τους ισχυρισμούς του «…για την επίδοση της επιστολής απαίτησης πληρωμής ημερομηνίας 26/02/24…».

Κατά δεύτερο, στο βαθμό που η ASTROBANK προβάλλει τη γενικότερη αδυναμία της ALDECOR να πληρώσει τα χρέη της, η θέση αυτή προβάλλεται να εδράζεται στον ισχυρισμό της ASTROBANK αναφορικά με το ποσό που της οφείλεται σήμερα από την ALDECOR, στην κατ’ ισχυρισμό παράλειψη της τελευταίας να συμμορφωθεί με την επιστολή απαίτησης και γενικότερα την παράλειψη της να καταβάλει το εν λόγω ποσό ή να το εξασφαλίσει ή να το διευθετήσει προς εύλογη ικανοποίηση της ASTROBANK και τέλος στον ισχυρισμό ότι το ένταλμα κατάσχεσης κινητής περιουσίας που εκδόθηκε για σκοπούς εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης έχει επιστραφεί ανεκτέλεστο. Όπως όμως εξήγησα ανωτέρω, για τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς, οι οποίοι αν ευσταθούν μπορούν να δικαιολογήσουν την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης (βλ. Γεωργιάδης ανωτέρω), δεν καταδεικνύεται οποιοσδήποτε λόγος για να διαταχθεί η αντεξέταση του ομνύοντα της ALDECOR. Έπεται συνεπώς ότι δεν δικαιολογείται να διαταχθεί η αντεξέταση του ομνύοντα της ALDECOR σε σχέση με τους ισχυρισμούς του «…για τον κύκλο εργασιών της καθ’ ης η αίτηση και τη δυνατότητα αποπληρωμής του εξ’ αποφάσεως χρέους…».

Κατά τρίτο, στο βαθμό που η ALDECOR εγείρει με την ένσταση της θέματα που αφορούν στην εκτέλεση της απόφασης που εκδόθηκε υπέρ της ASTROBANK και στις πιθανότητες που αυτή θεωρεί ότι έχει για να πετύχει την ανατροπή της εν λόγω απόφασης, περιορίζομαι να αναφέρω αφ’ ενός ότι τα συγκεκριμένα θέματα είναι στην ουσία νομικά (βλ. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ & ΥΙΟΣ (ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ) ΛΙΜΙΤΕΔ ανωτέρω) και αφ’ ετέρου ότι η θέση που η ASTROBANK πρόβαλε προς δικαιολόγηση της αίτησης της και την οποία αυτή οφείλει ν’ αποδείξει, είναι ότι υπό τις περιστάσεις η ALDECOR «δεν μπορεί να ικανοποιήσει την (εξ’ αποφάσεως) οφειλή της». Ουδόλως λοιπόν δικαιολογείται η αντεξέταση του ομνύοντα της ALDECOR σε σχέση με τους ισχυρισμούς του «…για τις αναφερόμενες πιθανότητες επιτυχίας της Πολιτικής Έφεσης 296/2022…» και «…για την εγγραφή επιβάρυνσης στην ακίνητη περιουσία της καθ’ ης η αίτηση …».

Τέλος, και όσον αφορά το αίτημα για αντεξέταση του ομνύοντα της ALDECOR σε σχέση με τους ισχυρισμούς του «…για τις αναφερόμενες καταστάσεις λογαριασμού που αποτελούν μέρος της απόφασης…», περιορίζομαι να αναφέρω ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί αφορούν απλά σε σχολιασμό ενός τεκμηρίου που η ίδια η ASTROBANK καταχώρισε και όχι σε προβολή οποιουδήποτε θετικού ισχυρισμού επί γεγονότων. Έπεται συνεπώς ότι ούτε και για το εν λόγω θέμα δύναται να διαταχθεί η αιτούμενη αντεξέταση.

Κοντολογίς, κανένα από τα ζητήματα που υποδεικνύει η ASTROBANK δεν διαπιστώνεται να δικαιολογεί την αντεξέταση του ομνύοντα της ALDECOR και συνεπώς η αίτηση απορρίπτεται.

Όσον αφορά τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας, αυτά, ένεκα του ότι η διαδικασία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κυρίως διαδικασία εντός της οποίας έχει καταχωρηθεί, διατάσσονται όπως συνιστούν έξοδα στην πορεία της κυρίως αίτησης εκκαθάρισης, σε καμία όμως περίπτωση δεν θα είναι εναντίον της ALDECOR.    

Ενόψει των πιο πάνω, η κυρίως αίτηση εκκαθάρισης ορίζεται για ακρόαση με γραπτές αγορεύσεις στις 08/04/25 στις 1030. Οι αγορεύσεις να αναρτηθούν στο σύστημα μέχρι τις 1000 και αν κανένας εκ των συνηγόρων δεν επιθυμεί να προσθέσει οτιδήποτε προφορικά στις 1030, η απόφαση θα επιφυλαχθεί χωρίς την ανάγκη για φυσική παρουσία των συνηγόρων.

(Υπ.)……………………….

Λ. Πασχαλίδης, Α.Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 

 

  


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο