THEMIS PORTFOLIO MANAGEMENT HOLDINGS LTD ν. GEORGE COLVILLE, Αρ. Αγωγής: 494/2024, 30/6/2025
print
Τίτλος:
THEMIS PORTFOLIO MANAGEMENT HOLDINGS LTD ν. GEORGE COLVILLE, Αρ. Αγωγής: 494/2024, 30/6/2025

ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ                               

ΕΝΩΠΙΟΝ: Λ. Πασχαλίδη, Α.Ε.Δ.

 Αρ. Αγωγής: 494/2024(ij)

Μεταξύ:                      

THEMIS PORTFOLIO MANAGEMENT HOLDINGS LTD

   Ενάγοντες

-και-

GEORGE COLVILLE

Εναγόμενος

---------------

(Αίτηση εναγόντων ημερ. 19/11/24 για έκδοση συνοπτικής απόφασης δυνάμει του Μ.24)

Ημερομηνία: 30 Ιουνίου 2025

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για ενάγοντες – αιτητές: κα Έ. Καπφχάμερ για ΗΑRRIS KYRIAKIDES (ΤΩΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ Δ.Ε.Π.Ε.

Για  εναγόμενο – καθ’ ου η αίτηση: κα Μ. Μικελλίδου

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Με το έντυπο απαίτησης που καταχώρισαν στις 04/09/2024 (Μ.7 Κ1(1)(α)) και στο οποίο επισυνάπτεται Ε/Α, οι πιο πάνω ενάγοντες αξιώνουν, α) την έξωση του εναγόμενου από συγκεκριμένο ακίνητο (κατοικία) στη Λάρνακα το οποίο ισχυρίζονται ότι τους ανήκει, β) την προς όφελος τους επιδίκαση του ποσού των €4950 ως οφειλόμενα ενοίκια «δυνάμει συμφωνίας ενοικίασης» για την περίοδο Μάρτιο 2023 – Φεβρουάριο 2024, γ) του ποσού των €960 μηνιαίως από 01/03/24 μέχρι εκκενώσεως και παραδόσεως κενής και ελεύθερης κατοχής του ακινήτου και δ) γενικές αποζημιώσεις για παράνομη επέμβαση και/ή ζημιές.  

Ο εναγόμενος, μετά που του επιδόθηκε η απαίτηση, καταχώρισε σημείωμα εμφάνισης στις 17/10/24 και μέχρι σήμερα δεν έχει καταχωρίσει υπεράσπιση.

Επειδή οι δικογραφημένες θέσεις των εναγόντων έχουν σε μεγάλο βαθμό επαναληφθεί στα πλαίσια των γραπτών παραστάσεων που καταχώρισαν στα πλαίσια της παρούσας αίτησης που καταχωρίστηκε στις 19/11/2024 για έκδοση συνοπτικής απόφασης εναντίον του εναγόμενου ως η απαίτηση δυνάμει του Μ.24[1], θα προχωρήσω να συνοψίσω εκείνες τις θέσεις.

Προς υποστήριξη λοιπόν της παρούσας αίτησης κατατέθηκε ένορκη δήλωση από εξουσιοδοτημένο λειτουργό του τμήματος των εναγόντων που διαχειρίζεται τα ακίνητα των τελευταίων και ο οποίος ισχυρίζεται ότι λόγω της ιδιότητας του αυτής αλλά και λόγω της θέσης που κατέχει στους ενάγοντες, έχει προσωπική, απευθείας και θετική γνώση των επίδικων θεμάτων.

Σύμφωνα με τον ομνύοντα, οι ενάγοντες είχαν αντικαταστήσει και υποκαταστήσει το πιστωτικό ίδρυμα Τράπεζα Κύπρου στα δικαιώματα και υποχρεώσεις που είχαν δημιουργηθεί μεταξύ της τελευταίας και κάποιων TJA και SLB στα πλαίσια πιστωτικών διευκολύνσεων που η πρώτη συμφώνησε να παρέχει στους δεύτερους και οι οποίες διευκολύνσεις εξασφαλίζονταν με την υποθήκη Υ1396/12 η οποία είχε εγγραφεί το 2012 επί του επίδικου ακινήτου το οποίο τότε ανήκε στους TJA και SLB (Τεκ.1, 3, 4, 5 και 4). Σε κάποιο στάδιο, και αφού η τράπεζα μεταβίβασε στους ενάγοντες τα δικαιώματα που είχε επί του επίδικου ακινήτου ως ενυπόθηκος δανειστής αλλά και τα δικαιώματα που είχε αποκτήσει συνεπεία δικαστικής απόφασης που κατάφερε να εξασφαλίσει εναντίον των TJA και SLB σε σχέση με την εξόφληση των διευκολύνσεων που τους παρείχε, αποφασίστηκε από τους ενάγοντες όπως το ακίνητο πωληθεί μέσω της διαδικασίας εξ’ αναγκαστικού πλειστηριασμού που προνοεί ο Ν.9/65. Αφού όμως ακολουθήθηκαν όλες οι προβλεπόμενες από το Νόμο διαδικασίες τελικά δεν κατέστη δυνατό το ακίνητο να πωληθεί κατά την ημερομηνία που έγινε ο πλειστηριασμός. Ως εκ τούτου οι ενάγοντες άσκησαν το σχετικό δικαίωμα που τους παρέχει ο Ν.9/65 οπόταν και αφού αγόρασαν οι ίδιοι το ακίνητο ενεγράφηκαν περί την 21/02/23 ως οι αποκλειστικοί ιδιοκτήτες του (Τεκ.2). Ακολούθως προσπάθησαν μέσω επιστολής ημερ. 18/05/23 να ενημερώσουν τους TJA και SLB για την αλλαγή του ιδοκτησιακούκαθεστώτος του ακινήτου (Τεκ.6) οπόταν και:

«… Σε απάντηση στην εν λόγω επιστολή, ο Καθ΄ου η Αίτηση απέστειλε επιστολή στην Αιτήτρια με την οποία ανέφερε μεταξύ άλλων ότι: …κατείχε το Ακίνητο από την 01/04/2014 δυνάμει συμφωνίας ενοικίασης, με τους Προηγούμενους Ιδιοκτήτες ημερομηνίας 12/03/2014 (η Συμφωνία Ενοικίασης). Η Συμφωνία Ενοικίασης είχε ισχύ για ένα έτος…Μετά την λήξη της Συμφωνίας Ενοικίασης συνέχισε να κατέχει το Ακίνητο στη βάση προφορικής συμφωνίας που είχε με τους Προηγούμενους Ιδιοκτήτες (η Προφορική Συμφωνία). Συνεπώς η ενοικίαση ήταν από μήνα σε μήνα…(Τεκμήριο 7, 8 και 9)… Ακολούθως, η Αιτήτρια επέδωσε δια ιδιώτη επιδότη στον Καθ' ου ο η Αίτηση, επιστολή των δικηγόρων της ημερομηνίας 24/01/24 (η επιστολή τερματισμού) δια της οποίας: Τερματίστηκε η από μήνα σε μήνα ενοικίαση…ο καθ’ ου η αίτηση κλήθηκε να παραδώσει κενή και ελεύθερη την κατοχή του ακινήτου σε συγκεκριμένη μέρα και ώρα…ο καθ’ ου η αίτηση κλήθηκε να καταβάλει το ποσό των €4950 το οποίο αντιστοιχεί στα ενοίκια για την περίοδο από τον Μάρτιο του 2023 μέχρι τον |Φεβρουάριο του 2024…(Τεκ.10)…Παρά το γεγονός ότι ο καθ’ ου η αίτηση παρέλαβε την επιστολή τερματισμού ουδέποτε απάντησε στην εν λόγω επιστολή…(επίσης)…δεν συμμορφώθηκε με τις οδηγίες της αιτήτριας ή/και αμέλησε ή/και αρνήθηκε ή/και παράλειψε να παραδώσει το ακίνητο…»

Ισχυρίζονται επομένως οι ενάγοντες ότι:

«…η από μήνα σε μήνα ενοικίαση τερματίστηκε και έκτοτε ο καθ’ ου η αίτηση διαμένει στο ακίνητο παράνομα και οφείλει στην Αιτήτρια τόσο τα ενοίκια μέχρι και τον τερματισμό αλλά και αποζημιώσεις για κάθε μήνα που διαμένει παράνομα σε αυτό. Για σκοπούς πληρότητας να αναφέρω ότι το Ακίνητο έχει ανεγερθεί μετά το έτος 2000 και ειδικότερα έχει ανεγερθεί το έτος 2008 και αυτό επιβεβαιώνεται και από την έκθεση εκτίμησης (βλ. παράρτημα 7 της επιστολής απαίτησης ήτοι τεκμήριο 11 στην παρούσα)… Ο Καθ' ου η Αίτηση οφείλει στην Αιτήτρια το ποσό των €4.950 το οποίο αφορά οφείλόμενα ενοίκια για την περίδοο από Φεβρουάριο του 2023 μέχρι Ιανουάριο του 2024 όπου τερματίστηκε η από μήνα σε μήνα ενοικίαση. Ταυτόχρονα πιο πάνω πράξεις και παραλείψεις του Καθ΄ ου η Αίτηση έχουν ως αποτέλεσμα η Αιτήτρια να στερείται την κατοχή, χρήση και απόλαυση του Ακινήτου ιδιοκτησίας της και να υφίσταται ζημιές και απώλειες. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια δεν μπορεί να αξιοποιήσει και να εκμεταλλευτεί το Ακίνητο ενόψει της παράνομης επέμβασης του Καθ’ ου η Αίτηση στο Ακίνητο, η δε ζημιά που θα υποστεί ακόμα και ημερήσια από τη μη χρήση του Ακινήτου είναι ανυπολόγιστη. Με βάση έκθεση εκτίμησης ημερομηνίας 16/5/2024 από T. DIMOPOULOS ASSOCIATES PROPERTY VALUERS L.L.C (AXIA CHARTERED SURVEYORS) η μηνιαία ζημία που υφίσταται η Αιτήτρια με βάση την ενοικιαστική αξία του Ακινήτου ανέρχεται σε €916 μηναία. Η σχετική έκθεση εκτίμησης επισυνάπτεται στην επιστολή απαίτησης τεκμήριο 11 και είναι το παράρτημα 7 αυτής.»

Είναι λοιπόν η θέση των εναγόντων ότι ο εναγόμενος δεν έχει οποιαδήποτε υπεράσπιση στις αξιώσεις τους και για το λόγο αυτό η εξουσία του Δικαστηρίου για έκδοση συνοπτικής απόφασης θα πρέπει να ασκηθεί υπέρ τους αφού δεν υπάρχει οτιδήποτε που να χρειάζεται να οδηγηθεί σε κανονική δίκη.

Στην αντίπερα όχθη, για να υποστηρίξει τους 4 λόγους ένστασης που προβάλλει (νομικές αρχές, κατάχρηση και δικαίωμα ακρόασης), ο εναγόμενος, ο οποίος δεν αμφισβητεί ότι οι ενάγοντες είναι οι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες του ακινήτου, ότι ο ίδιος δεν τους έχει καταβάλει οποιοδήποτε ενοίκιο και ότι όντως ανταλλάχτηκε μεταξύ τους οι αλληλογραφία που εκείνοι παρουσίασαν, ισχυρίζεται με την Ε/Δ του τα εξής:

«…Διαμένω στο εν λόγω ακίνητο ως ενοικιαστής και έχω ενεργά συνεργαστεί κατά την παραλαβή της 1ης επιστολής των αιτητών, αποκαλύπτοντας πλήρως όλα τα απαραίτητα έγγραφα και πληροφορίες για την διευθέτηση της εν λόγω υπόθεσης…Μετά την παραλαβή επιστολής των αιτητών ημερομηνίας στις 24/05/2023 και όχι 18/5/2023, προχώρησα σε τηλεφωνική επικοινωνία με τους εκπροσώπους τους, στις 29/05/2023, καλώντας τον αριθμό 22816816, όπου συζητήσαμε τα θέματα που αφορούσαν την κατάσταση του ακινήτου, την σχέση μου με τον προηγούμενο ιδιοκτήτη και την νομική μου θέση ως ενοικιαστής. Αμέσως μετά, παρέδωσα προσωπικά στα γραφεία των Αμέσως μετά, παρέδωσα προσωπικά στα γραφεία των αιτήτων (δείχνοντας πλήρη πρόθεση συνεργασίας) όλα τα σχετιζόμενα έγγραφα μαζί με χειρόγραφη επιστολή μου (αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 1), τα οποία επιβεβαίωναν τα λεγόμενα μου και ξεκαθάριζαν την κατάσταση, ενημερώνοντας για την γνήσια πρόθεση μου για συνέχιση της ενοικίασης με τους νέους Ιδιοκτήτες…Σε μεταγενέστερο χρόνο δηλαδή μετά από ένα περίπου μήνα, επικοινώνησα ξανά με τους αιτήτες προκειμένου να ενημερωθώ για το ενδεχόμενο διευθέτησης νέου ενοικιαστήριου ώστε να παραμείνω στην κατοικία μαζί με την σύζυγο μου. Κατά τη διάρκεια αυτής της επικοινωνίας, που έγινε στην παρουσία του γείτονα μου κυρίου Β…διαβεβαιώθηκα ότι δεν υπήρχε πρόθεση να μας εκδιώξουν και ενημερώθηκα ότι θα μου απέστειλαν σχετικό αριθμό λογαριασμού για να καταβάλλω το ενοίκιο προς τους ίδιους, κάτι που δυστυχώς δεν έγινε καθώς δεν υπήρξε περαιτέρω επικοινωνία ή παροχή των εν λόγω στοιχείων από μέρους τους. Παρά τα παραπάνω, η επόμενη επιστολή που παρέλαβα ήταν επιστολή τερματισμού της από μήνα-σε-μήνα ενοικίασης, χωρίς να μου έχει δοθεί n προβλεπόμενη προειδοποίηση, καθορίζοντας ως ημερομηνία παράδοση της κατοχής έως την 15/03/2024. Σημειώνω ότι λόγω σοβαρής ασθένειας της συζύγου μου, κατά τον Ιανουάριο του 2024 και της τραγικής απώλειάς της 10 ημέρες μετά την μονομερώς καθορισμένη προθεσμία παράδοσης της κατοικίας μας, δεν ήμουν σε θέση να ανταποκριθώ στην επιστολή τερματισμού…»

Η ακρόαση της αίτησης ολοκληρώθηκε με τις εμπεριστατωμένες γραπτές αγορεύσεις των μερών αναφορά στις οποίες κάνω πιο κάτω όπου κρίνεται αναγκαίο.

Έχοντας λοιπόν εξετάσει με προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου κρίνω σκόπιμο όπως στο στάδιο αυτό προβώ σε παράθεση των νομικών αρχών που περιβάλλουν αιτήσεις αυτής της φύσης, ήτοι αιτήσεις στη βάση του Μ.24[2] για έκδοση συνοπτικής απόφασης, και αυτό καθαρά για σκοπούς ευκολότερης κατανόησης των όσων θα αναφερθούν πιο κάτω.

Επισημαίνω εδώ ότι ένεκα του ότι οι συγκεκριμένες πρόνοιες συνιστούν πρόνοιες που πρόσφατα εισήχθηκαν στην κυπριακή δικονομική τάξη και οι οποίες, έστω και αν σε κάποιο βαθμό προσομοιάζουν με τις φαινομενικά αντίστοιχες πρόνοιες των «παλαιών» Θεσμών, δηλαδή της Δ.18 (συνοπτική απόφαση), είναι εντούτοις διαφορετικές,έχω ανατρέξει για καθοδήγηση στο εγνωσμένου κύρους νομικό σύγγραμμα BLACKSTONE’S CIVIL PRACTICE 2019, όπου  στις σελίδες 614 - 623 αναλύεται η νομική πτυχή και ο τρόπος εφαρμογής των αντίστοιχων αγγλικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας (CPR r.24) οι οποίοι είναι όμοιοι με τους υπό κρίση κυπριακούς Κανονισμούς (Μ.24). Εκεί γίνεται μάλιστα και συγκριτική αναφορά στους παλαιούς αγγλικούς κανονισμούς οι οποίοι είναι σε μεγάλο βαθμό πανομοιότυποι με τους παλαιούς κυπριακούς Θεσμούς (Δ.18). Ενόψει λοιπόν και της απουσίας στο παρόν στάδιο οποιασδήποτε κυπριακής νομολογίας σε σχέση με τους συγκεκριμένους κυπριακούς Κανονισμούς, κρίνω σκόπιμο όπως παραθέσω αυτούσια και σε κάποια έκταση τα σχετικά αποσπάσματα από τον Blackstone’s (σε ελεύθερη μετάφραση στα ελληνικά):

Ανατρέχοντας λοιπόν στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας, διαπιστώνεται ότι η εξουσία για χορήγηση της αιτούμενης θεραπείας παρέχεται ουσιαστικά από το Μ.24 Κ.1 και Κ.2. σύμφωνα με το οποίο το Δικαστήριο δύναται να αποφασίσει επί απαίτησης ή συγκεκριμένου ζητήματος χωρίς δίκη και να εκδώσει συνοπτική απόφαση εναντίον ενάγοντα ή εναγόμενου «…επί του συνόλου απαίτησης ή επί συγκεκριμένου ζητήματος (στην περίπτωση εναγόμενου) αν :(α) κρίνει ότι:… (ii) ο εναγόμενος δεν έχει πραγματική προοπτική επιτυχούς υπεράσπισης της απαίτησης ή του ζητήματος· και…δεν υπάρχει κανένας άλλος επιτακτικός λόγος για τον οποίο η υπόθεση ή το ζήτημα πρέπει να αποφασιστεί σε δίκη.». Στα πλαίσια δε μιας αίτησης για συνοπτική απόφαση «…(1) Τα διατάγματα τα οποία δύναται να εκδώσει το δικαστήριο … περιλαμβάνουν: (α) απόφαση επί της απαίτησης, (β) διαγραφή ή απόρριψη της απαίτησης, (γ) απόρριψη της αίτησης,(δ) διάταγμα υπό όρους…(ήτοι)… διάταγμα το οποίο απαιτεί από διάδικο (α) να καταβάλει χρηματικό ποσό στο δικαστήριο, ή (β) να πραγματοποιήσει συγκεκριμένο βήμα σε σχέση με την απαίτηση ή υπεράσπιση του διαδίκου, κατά περίπτωση, και προνοεί ότι η απαίτηση τού διαδίκου αυτού θα απορρίπτεται ή το δικόγραφό του θα διαγράφεται αν ο διάδικος δεν συμμορφωθεί.» (βλ. Μ.24 Κ.6).

Οι δικονομικές δε προϋποθέσεις για την έκδοση συνοπτικής απόφασης, είναι, σύμφωνα με τα Μ.24 Κ.3, 4 και 5, οι ακόλουθες:

Α.   Ο εναγόμενος εναντίον του οποίου υποβάλλεται η αίτηση θα πρέπει να έχει καταχωρίσει σημείωμα εμφάνισης προτού ο ενάγοντας να δικαιούται να αιτηθεί την έκδοση συνοπτικής απόφασης εναντίον του εκτός αν εξασφαλίσει προηγουμένως την άδεια του Δικαστηρίου. Αν καταχωρηθεί δε αίτηση για έκδοση συνοπτικής απόφασης εναντίον εναγόμενου και ο τελευταίος δεν έχει ακόμη καταχωρίσει υπεράσπιση τότε δεν χρειάζεται να προβεί σε τέτοια καταχώριση πριν από την ακρόαση της αίτησης. Παρομοίως, όταν ο εναγόμενος έχει αιτηθεί την έκδοση συνοπτικής απόφασης εναντίον του ενάγοντα, ήτοι για συνοπτική απόρριψη της αγωγής, ο τελευταίος δεν μπορεί να αιτηθεί την έκδοση απόφασης λόγω παράλειψης καταχώρισης υπεράσπισης μέχρι να αποπερατωθεί η αίτηση του εναγόμενου (βλ. παρ. 34.6 Blackstones’ ανωτέρω)

       Όπως περαιτέρω αναφέρεται στον Blackstone’s:

«…Αίτηση για συνοπτική απόφαση μπορεί να υποβληθεί από ένα ενάγοντα ή ένα εναγόμενο ή μπορεί να εγερθεί από το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα … Όπου ένας ενάγοντας έχει παραλείψει να συμμορφωθεί με προδικαστηριακό πρωτόκολλο συνήθως δεν θα διασκεδαστεί αίτηση για συνοπτική απόφαση πριν να καταχωρηθεί υπεράσπιση ή όταν ο χρόνος για τέτοια καταχώριση έχει παρέλθει… Αιτήσεις για συνοπτική απόφαση θα πρέπει συνήθως να γίνονται μεταξύ της επίδοσης και της καταχώρισης του ερωτηματολογίου του αιτητή … Αν για οποιοδήποτε λόγο η αίτηση δεν γίνει πριν την ταξινόμηση της υπόθεσης τότε υπάρχει ακόμη η γενική  υποχρέωση να υποβληθεί το συντομότερο που θα διαπιστωθεί ότι είναι επιθυμητό να καταχωρηθεί … Με βάση τους παλαιούς θεσμούς δεν υπήρχε τίποτα που να εμποδίζει την καθυστερημένη καταχώριση αίτησης συνοπτικής απόφασης αλλά ο Δικαστής που εξέταζε τέτοια αίτηση μπορεί εύλογα να ένιωθε ότι δεν πείθει ο αιτητής λόγω της σημαντικής καθυστέρησης…»

Β.   Οι γενικοί κανόνες που διέπουν τις ενδιάμεσες αιτήσεις εφαρμόζονται και στις αιτήσεις για συνοπτική απόφαση με κάποιες ειδικότερές ρυθμίσεις. Ως εκ τούτου, η αίτηση για συνοπτική απόφαση υποβάλλεται σύμφωνα με το Μέρος 23 και πρέπει να υποστηρίζεται από μαρτυρία και εκτός αν η ίδια η αίτηση περιέχει το σύνολο τής μαρτυρίας (αν υπάρχει) στην οποία στηρίζεται ο αιτητής, η αίτηση θα πρέπει να προσδιορίζει τη γραπτή μαρτυρία στην οποία ο τελευταίος στηρίζεται. Συνήθως η μαρτυρία θα περιέχεται είτε στην ίδια την αίτηση είτε σε ξεχωριστό έγγραφο το οποίο θα πρέπει επίσης να επιδοθεί στην αντίδικη πλευρά. Σε κάθε περίπτωση, το σύνολο της γραπτής μαρτυρίας που καταχωρίζεται επιβεβαιώνεται με δήλωση αληθείας.

Γ.    Η αίτηση ή η μαρτυρία η οποία περιέχεται ή αναφέρεται σε αυτή ή επιδίδεται με αυτή θα πρέπει να προσδιορίζει περιεκτικά οποιοδήποτε νομικό σημείο ή πρόνοια σε έγγραφο στα οποία στηρίζεται ο αιτητής, «ή/και» ν’ αναφέρει ότι υποβάλλεται διότι ο αιτητής πιστεύει ότι, με βάση τη μαρτυρία ο καθ’ ου η αίτηση δεν έχει πραγματική προοπτική επιτυχίας επί της απαίτησης ή του ζητήματος ή (ανάλογα με την περίπτωση) προοπτική επιτυχούς υπεράσπισης της απαίτησης. Σε κάθε περίπτωση όμως, στην αίτηση ή στη μαρτυρία θα πρέπει ν’ αναφέρεται ότι ο αιτητής δεν γνωρίζει άλλο λόγο για τον οποίο η απαίτηση ή το ζήτημα πρέπει να εκδικαστεί. Όπως αναφέρεται και στον Blackstone’s ανωτέρω, αν και τα γεγονότα που υποστηρίζουν την απαίτηση θα έχουν ήδη βεβαιωθεί με σχετική δήλωση αλήθειας που θα περιέχεται στην έκθεση απαίτησης, «… θα ήταν φρόνιμο (ο αιτητής) να προχωρήσει και να δώσει (με την αίτηση και μαρτυρία) λεπτομέρειες για το υπόβαθρο γεγονότων και να παρουσιάσει σχετική γραπτή μαρτυρία προκειμένου να δείξει ότι δεν υπάρχει εύλογη υπεράσπιση…».

Δ.   Στον καθ’ ου η αίτηση (ή στους διαδίκους όταν η ακρόαση ορίζεται αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο) θα πρέπει να δοθεί ειδοποίηση τουλάχιστον 14 ημερών για την ημερομηνία ακρόασης της αίτησης.

Όσον αφορά τώρα το «τεστ» για την έκδοση συνοπτικής απόφασης δυνάμει του Μ.24, αναφέρονται τα εξής σχετικά στον Blackstone’s ανωτέρω:

«Τεστ για Έκδοση Συνοπτικής Απόφασης

…Αίτηση για έκδοση συνοπτικής απόφασης αποφασίζεται με βάση το κατά πόσο ο καθ΄ ου η αίτηση αποκαλύπτει υπόθεση που έχει κάποια πραγματική προοπτική επιτυχίας για την οποία λαμβάνεται υπόψη ο πρωταρχικός σκοπός μεταχείρισης των υποθέσεων κατά τρόπο δίκαιο.  Αυτό έχει λεχθεί  ότι συνάδει με την ανάγκη για δίκαιη δίκη που επιβάλλει το άρθρο 6(1) της ΕΣΔΑ … Το κατά πόσο υπάρχει πραγματική προοπτική επιτυχίας αποφασίζεται με το ίδιο τεστ που ισχύει για τις αιτήσεις παραμερισμού απόφασης που εκδόθηκε ερήμην (βλ. E.D. and F. Man Liquid Products Ltd v Patel [2003] EWCA Civ 472). Το ερώτημα είναι κατά πόσο υπάρχει μια πραγματική προοπτική επιτυχίας της υπόθεσης ως έχει δικογραφηθεί με την έκθεση απαίτησης …  Στην υπόθεση Swain v Hillman [2001] 1 All ER 91…(λέχθηκε) ότι οι λέξεις «καμία πραγματική προοπτική επιτυχίας» δεν χρειάζονταν καμία επέκταση καθώς μιλούσαν από μόνες τους. Η λέξη «πραγματική» κατεύθυνε το δικαστήριο στην ανάγκη να διαπιστώσει εάν υπήρχε μια ρεαλιστική, σε αντίθεση με μια φανταστική, προοπτική επιτυχίας. Η φράση δεν σημαίνει «πραγματική και ουσιαστική» προοπτική επιτυχίας. Ούτε σημαίνει ότι συνοπτική απόφαση θα εκδοθεί μόνο εάν η αξίωση ή η υπεράσπιση «είναι βέβαιο ότι θα απορριφθεί στη δίκη». Ούτε ότι η υπεράσπιση είναι «σοβαρά αμφισβητήσιμη» (National Infrastructure Development Co. Ltd ν Banco Santander SA (2011] EWCA Civ 27... Ούτε απαιτεί να υπάρχουν πειστικά αποδεικτικά στοιχεία, αλλά απλώς αρκετά αποδεικτικά στοιχεία για να εγείρουν μια πραγματική πιθανότητα περί ύπαρξης αντίθετης υπόθεσης (Korea National Insurance Corporation ν Allianz Global Corporate and Speciality AG [2007) EWCA Civ 1066... ​​Στην Bee v Jenson [2006] EWHC 2534 (Comm)… το δικαστήριο υιοθέτησε την προσέγγιση που εξήγησε ο Potter LJ στην υπόθεση E. D. και F Man Liquid Products Ltd ν Patel [2003] EWCA CIV 472... «η υπεράσπιση που ζητείται να υποστηριχθεί πρέπει να φέρει κάποιο βαθμό πειστικότητας. Και οι δύο προσεγγίσεις απαιτούν από τον εναγόμενο να έχει μια υπόθεση που είναι καλύτερη από απλώς συζητήσιμη, όπως ίσχυε προηγουμένως βάσει του RSC Ord. 14…ο δικαστής θα πρέπει να λάβει υπόψη τη γραπτή μαρτυρία και να διερωτηθεί κατά πόσο η υπόθεση δύναται να ενισχυθεί με μαρτυρία κατά τη δίκη…όπου η μαρτυρία του καθ’ ου η αίτηση, στο απόγειο της, δεν εγείρει την πιθανότητα υπεράσπισης αλλά είναι στη σφαίρα της απλής (και σαφώς απίθανης) πιθανότητας, (τότε) είναι ορθό να εκδοθεί συνοπτική απόφαση (Akinleye v East Sussex Hospitals NHS Trust [2008] EWHC 68 (QB)…Αντιστρόφως, όπουυπάρχει κάποια προοπτική επιτυχίας, το δικαστήριο θα αρνηθεί την έκδοση συνοπτικής απόφασης και δεν θα πρέπει να διεξάγει μια μίνι δίκη σε σχέση με τα αμφισβητούμενα γεγονότα (cotton v Rickard Metals Inc. [2008] EWHC 824 (QB)…   

Το ερώτημα του κατά πόσο υπάρχει μια πραγματική προοπτική επιτυχίας δεν προσεγγίζεται με την εφαρμογή του συνήθους βάρους απόδειξης του ισοζυγίου των πιθανοτήτων … Πολλές υποθέσεις θα επιτύχουν στη δίκη αλλά θα είναι ακατάλληλες για συνοπτική απόφαση επειδή υπάρχουν πολυπλοκότητες, διαφωνίες γεγονότων ή περαιτέρω διερευνήσεις που θα πρέπει να επιλυθούν κατά την διάρκεια της διαχείρισης της υπόθεσης… Αιτήσεις για συνοπτική απόφαση θα πρέπει να κρατούνται εντός του σωστού ρόλου τους. Δεν αποσκοπούν στο να αποφευχθεί η ανάγκη για δίκη όπου υπάρχουν θέματα που θα πρέπει να εξεταστούν σε δίκη. Επιπλέον η ακρόαση αίτησης για συνοπτική απόφαση δεν θα πρέπει να συνιστά μίνι - δίκη. Είναι απλά συνοπτικές ακροάσεις προκειμένου να διεκπεραιωθούν υποθέσεις οι οποίες δεν έχουν πραγματική πιθανότητα επιτυχίας…

Βάρος απόδειξης

…το βάρος απόδειξης είναι στους ώμους του αιτητή να αποδείξει ότι η υπόθεση του καθ’ ου η αίτηση δεν έχει πραγματική προοπτική επιτυχίας…

Πολύπλοκες Υποθέσεις

Πολύπλοκες υποθέσεις, υποθέσεις οι οποίες εδράζονται σε πολύπλοκα γεγονότα και υποθέσεις με θέματα που αφορούν και νομικά αλλά και πραγματικά θέματα όπου ο νόμος είναι πολύπλοκος μάλλον δεν είναι κατάλληλα για έκδοση συνοπτικής απόφασης…

Υπεράσπιση επί της ουσίας

Όταν αντιμετωπίζει αίτηση για έκδοση συνοπτικής απόφασης από ένα ενάγοντα, ο εναγόμενος ενδεχομένως να επιχειρήσει να καταδείξει ότι (έχει) υπεράσπιση με πραγματική πιθανότητα επιτυχίας στη βάση (α) Μίας ουσιαστικής υπεράσπισης…(β) Ενός νομικού σημείου που καταστρέφει την υπόθεση του ενάγοντα…(γ) άρνησης των γεγονότων που συνθέτουν το αγώγιμο δικαίωμα του ενάγοντα…(δ) περαιτέρω γεγονότα που απαντούν στη βάση αγωγής του ενάγοντα

Ένα παράδειγμα με βάση τους παλιούς θεσμούς ήταν η υπόθεση Mercer v Craven Storage Ltd [1994] CLC 328…(όπου) ο εναγόμενος είχε ισχυριστεί ότι ο ενάγοντας είχε συμφωνήσει (με τρίτο πρόσωπο) για την αφαίρεση των εμπορευμάτων του από την αποθήκη του εναγόμενου. Με απλή πλειοψηφία αποφασίστηκε ότι αυτή η υπεράσπιση ήγειρε νομικά και πραγματικά ζητήματα που έπρεπε να εκδικαστούν σε κανονική δίκη. Με την αλλαγή 9όμως0 του «τεστ» αυτή η υπόθεση ενδεχομένως σήμερα να κατάληγε σε έκδοση κάποιου διατάγματος υπό όρους…

Νομικά Σημεία και ερμηνεία εγγράφων

Παρόλο που οι αιτήσεις για συνοπτικές αποφάσεις δεν θα πρέπει να επιτρέπεται να μετατρέπονται σε μίνι δίκες, όταν η υπόθεση αφορά ζήτημα ερμηνείας ενός όρου σε μια σύμβαση, το Δικαστήριο συνήθως θα επιλύσει το ζήτημα και θα εκδώσει την ανάλογη απόφαση του (Wootton ν Telecommunications UK Ltd (2000) LTL 4/5/2000)...όπου στα πλαίσια αίτησης για συνοπτική απόφαση εγείρεται ένα ξεκάθαρο νομικό ζήτημα υπό τύπο υπεράσπισης, το Δικαστήριο θα πρέπει να το αποφασίσει άμεσα. Αυτό ακόμα και αν το ερώτημα είναι, εκ πρώτης όψεως, κάποιας πολυπλοκότητας και επομένως θα χρειαστεί χρόνος για να επιχειρηματολογηθεί (Cow v Casey [1949] 1 KB 474).  Το να μην αποφασιστεί μια υπόθεση μετά που προβάλλεται πλήρης επιχειρηματολογία στο Δικαστήριο θα συνεπάγεται να οδηγηθεί η υπόθεση σε δίκη όπου η επιχειρηματολογία απλά θα επαναπροβληθεί με συνεπακόλουθο την πρόκληση ταλαιπωρίας και αχρείαστων εξόδων . Συνοπτική απόφαση μπορεί να εκδοθεί όταν η διαφορά είναι κατά κύριο λόγο νομική και τα οποιαδήποτε αμφισβητούμενα γεγονότα είναι κατά κύριο λόγο παρεμφερή (Jenson v Faux [2011] EWCA Civ 423

Αμφισβητήσεις γεγονότων

Πολλές αιτήσεις για έκδοση συνοπτικής απόφασης υποβάλλονται μετά την καταχώριση υπεράσπισης από τον εναγόμενο. Οι περισσότερες από αυτές τις αιτήσεις αποφασίζονται με βάση τα γεγονότα που δεν αμφισβητούνται από τον καθ’ ου η αίτηση, μαζί με την εκδοχή του καθ’ ου η αίτηση ως προς τα αμφισβητούμενα γεγονότα (Prince of Wales ν Associated Newspapers Ltd [2006] EWCA Civ 1776, [2008] Κεφ. 57). Απόφαση μπορεί να εκδοθεί εάν δεν υπάρχει, ή δεν υπάρχει πραγματική προοπτική ο εναγόμενος να αποδείξει γεγονότα επαρκή για να δικαιολογήσουν τα βασικά στοιχεία που επικαλείται στην υπεράσπιση του (P and S. Amusements Ltd ν Valley House Leisure Ltd (2006) 1510 (Ch), LTL 4/7/2006). Όταν δεν υπάρχει αμφισβήτηση πραγματικών γεγονότων, υπό την έννοια ότι τα αποδεικτικά στοιχεία περί ευθύνης είτε είναι παραδεκτά είτε προέρχονται από στοιχεία που προσκομίζει ο καθ’ ου η αίτηση, μπορεί να εκδοθεί συνοπτική απόφαση (Wrexham Association Football Club Ltd κατά Crucialmove Ltd [2006] EWCA Civ 237, [2008] 1 BCLC 508). Μια υπεράσπιση που αποτελείται κυρίως από αρνήσεις χωρίς εξηγήσεις μπορεί να οδηγήσει το δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι η υπεράσπιση δεν έχει πραγματική προοπτική επιτυχίας (Broderick κατά Centaur Tipping Services Ltd (2006) LTL 22/8/2006)…όπου υπάρχουν ζητήματα αναφορικά με γεγονότα, τα οποία αν αποφασίζονταν υπέρ του καθ’ ου η αίτηση θα οδηγούσαν στην έκδοση απόφασης υπέρ του τελευταίου τότε δεν είναι ορθό να εκδοθεί συνοπτική απόφαση ακόμη και αν υπάρχει ουσιαστική μαρτυρία προς υποστήριξη της υπόθεσης του αιτητή (Munn v north West Water Ltd (2000) LTL 18/7/2000)…Το δικαστήριο δεν είναι πάντα υπόχρεο να δεχτεί την γραπτή μαρτυρία στην όψη της και μπορεί να αγνοήσει μαρτυρία η οποία δεν είναι πειστική…είναι γενικά ακροσφαλές να βασιστεί η έκδοση συνοπτικής απόφασης σε δεύτερου και τρίτου βαθμού μαρτυρίας. Τέτοια μαρτυρία συχνά λαμβάνει άλλη υπόσταση όταν υποστεί αντεξέταση…

Μαρτυρία η οποία δεν έχει ακόμη διερευνηθεί

…όπου ένα ζήτημα απαιτεί από το δικαστήριο όπως λάβει υπόψη του συμπεριφορά που έλαβε χώρα σε μια περίοδο χρόνου είναι απίθανο ότι το ζήτημα θα μπορεί να επιλυθεί στα πλαίσια μιας αίτησης για συνοπτική απόφαση (Celador Productions Ltd v Melville [2004] EWHC 2362 (Ch))…»

Με γνώμονα τις πιο πάνω αρχές λοιπόν και λαμβανομένου υπόψη ότι δεν αμφισβητείται από πλευράς εναγόμενου ότι πληρούνται οι δικονομικές τουλάχιστο προϋποθέσεις για την έκδοση συνοπτικής απόφασης που αναφέρονται ανωτέρω υπό στοιχεία Α – Δ, σημειώνω τα ακόλουθα σε σχέση με την ουσία της υπό κρίση αίτησης.

Από το περιεχόμενο των εκατέρωθεν γραπτών παραστάσεων προκύπτουν να συνιστούν κοινώς αποδεκτά και αδιαμφισβήτητα γεγονότα μεταξύ των διαδίκων τα εξής.

Οι ενάγοντες είναι οι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες του επίδικου ακινήτου από το Φεβρουάριο 2023. Ο εναγόμενος βρισκόταν στο ακίνητο από πριν την εν λόγω ημερομηνία ως ενοικιαστής δυνάμει γραπτής συμφωνίας που είχε συνάψει με τους προηγούμενους ιδιοκτήτες η οποία όμως έληξε στις 31/03/15. Το μηνιαίο ενοίκιο που ο εναγόμενος είχε συμφωνήσει με τους προηγούμενους ιδιοκτήτες να καταβάλλει κατά τη διάρκεια της ενοικίασης του ήταν €450. Ο εναγόμενος συνέχισε να παραμένει στο ακίνητο ως ενοικιαστής και μετά την 31/03/15 κατόπιν προφορικής συμφωνίας που είχε με τους προηγούμενους ιδιοκτήτες. Από το Φεβρουάριο 2023 και εντεύθεν ο εναγόμενος συνεχίζει να παραμένει στο ακίνητο χωρίς όμως να καταβάλλει στους ενάγοντες ή σε άλλο πρόσωπο οποιοδήποτε ποσό ως ενοίκιο. Οι ενάγοντες ειδοποίησαν γραπτώς τον εναγόμενο στις 24/01/24 ότι λόγω της μη πληρωμής ενοικίων από μέρους του κατά την περίοδο Φεβρουαρίου 2023 – Ιανουαρίου 2024, για 11 μήνες δηλαδή (σύνολο €4950 - 11μ Χ €450), δεν επιθυμούσαν άλλο τη συνέχιση της ενοικίασης και για το λόγο αυτό την τερμάτιζαν και τον καλούσαν όπως εντός 1 ½ μήνα, δηλαδή μέχρι την 15/03/24, εκκενώσει το ακίνητο και τους παραδώσει κενή και ελεύθερη την κατοχή του. Ο εναγόμενος δεν συμμορφώθηκε με την απαίτηση των εναγόντων και παρέμεινε στο ακίνητο οπόταν και καταχωρήθηκε η υπό κρίση υπόθεση. Μέχρι σήμερα ο εναγόμενος δεν έχει καταβάλει οποιοδήποτε ποσό στους ενάγοντες και παραμένει στο υποστατικό παρά την περί του αντιθέτου θέση των τελευταίων.

Με τα πιο πάνω μη αμφισβητούμενα γεγονότα κατά νου, και λαμβάνοντας υπόψη ότι ούτε ο εναγόμενος αλλά ούτε και οι ενάγοντες αμφισβητούν ότι από το Φεβρουάριο 2023 και εντεύθεν ο πρώτος βρισκόταν στο ακίνητο ως ενοικιαστής από μήνα σε μήνα, συνάγεται ότι οι ενάγοντες νομιμοποιούνται πλήρως να διεκδικούν το δικαίωμα τους ως ιδιοκτήτες να λαμβάνουν ενοίκιο από τον εναγόμενο ενοικιαστή και κάτοχο του ακινήτου τους για όσο χρόνο αυτός παραμένει στο ακίνητο και η υποχρέωση του τελευταίου να τους καταβάλλει το εν λόγω ενοίκιο, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και με το δικαίωμα του να κατέχει το ακίνητο, παραμένει αναλλοίωτη. Κατ’ επέκταση, αν οι ενάγοντες ήθελαν να τερματίσουν την ενοικίαση, είτε λόγω απλήρωτων ενοικίων είτε για οποιοδήποτε άλλο λόγο, θα έπρεπε να δώσουν στον εναγόμενο ενοικιαστή προειδοποίηση τουλάχιστο ενός μηνός (βλ. Christou Nicos Developments Ltd. ν. Παναγιώτη Tοφινή (1998) 1 ΑΑΔ 1990). Οι ενάγοντες στην προκειμένη περίπτωση, επικαλούμενοι τη μη πληρωμή οποιωνδήποτε ενοικίων από πλευράς εναγόμενου για 11 μήνες, τερμάτισαν την ενοικίαση και έδωσαν στον τελευταίο προειδοποίηση πέραν του ενός μηνός για να εγκαταλείψει το ακίνητο, ήτοι προειδοποίηση 1 μηνός και 15 ημερών. Αυτό μάλιστα ήταν και το τι προνοούσε και η συμφωνία που ο εναγόμενος είχε με τους προηγούμενους ιδιοκτήτες (βλ. όρο 11 Τεκ.8 εναγόντων). Και αν και ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι ξαφνιάστηκε από τον επικαλούμενο λόγο του τερματισμού διότι «…διαβεβαιώθηκα ότι δεν υπήρχε πρόθεση να μας εκδιώξουν και ενημερώθηκα ότι θα μου απέστειλαν σχετικό αριθμό λογαριασμού για να καταβάλλω το ενοίκιο προς τους ίδιους…», εντούτοις ούτε εντός του επόμενου 1½ μήνα αλλά ούτε και μέχρι σήμερα έχει καταβάλει ή έστω προσφέρει να καταβάλει στους ενάγοντες οποιοδήποτε ποσό.

Υπό αυτά τα δεδομένα συνεπώς, ήτοι ότι ο εναγόμενος δεν καταβάλλει στους ενάγοντες οποιοδήποτε ενοίκιο για την από μέρους του κατοχή και χρήση του ακινήτου μετά που αυτοί κατέστησαν οι ιδιοκτήτες του και συνεχίζει να παραμένει εκεί παρά την περί του αντιθέτου θέση που ρητά εξέφρασαν οι τελευταίοι, εξάγεται θεωρώ το συμπέρασμα ότι αυτός, ο εναγόμενος δηλαδή, είναι παράνομος επεμβασίας ως ισχυρίζονται και οι ενάγοντες. Υπενθυμίζω συναφώς ότι στην υπόθεση Δάμτσας Κωνσταντίνος Ε. και Άλλοι ν. D Ouzounian M Sultanian and Company (Cars) Ltd (2016) 1 ΑΑΔ 805, επαναλήφθηκε με επιδοκιμασία η νομολογιακή αρχή ότι όταν κάποιο πρόσωπο παραμένει στο ακίνητο άλλου χωρίς ο ιδιοκτήτης του ακινήτου να επιθυμεί ή να συγκατατίθεται άμεσα ή έμμεσα σε κάτι τέτοιο, τότε εκτός αν τίθεται θέμα δημιουργίας θέσμιας ενοικίασης, η παραμονή στο ακίνητο θεωρείται ότι συνιστά παράνομη επέμβαση που δικαιολογεί την έξωση του επεμβασία - «…Στη βάση λοιπόν της εκφρασμένης αντίθεσης της πλευράς των εφεσειόντων για παράταση της επίδικης συμφωνίας η παραμονή των εφεσιβλήτων στο ακίνητο χωρίς οποιανδήποτε ένδειξη θέλησης παράτασης μόνο σαν παράνομη επέμβαση μπορεί να θεωρηθεί. Όπως τίθεται στο ίδιο Σύγγραμμα ανωτέρω, στην παρα.1207: "Tenant trespasserIf a tenancy determines by effuxion of time or otherwise, and the former tenant remains in possession against the will of the rightful owner, the former tenant is, apart from statutory protection, a trespasser from the date of the determination of the tenancy."»

Των πιο πάνω λεχθέντων επισημαίνω ότι με τη δική του Ε/Δ ο εναγόμενος δεν προβάλλει να έχει οποιοδήποτε καλό ή νόμιμο λόγο για τον οποίο θα πρέπει να συνεχίσει να παραμένει στο ακίνητο χωρίς τη θέληση ή την συγκατάθεση των εναγόντων ιδιοκτητών. Έπεται συνεπώς ότι θα πρέπει να το εγκαταλείψει. Ακόμη όμως και αν ο εναγόμενος θεωρεί ότι ο τερματισμός της ενοικίασης θα του προκαλέσει υπό τις περιστάσεις κάποια ζημιά, υπενθυμίζω ότι αυτό δεν συνιστά, σύμφωνα με τη νομολογία, καλή υπεράσπιση σε αγωγή για οφειλόμενα ενοίκια αφού το όποιο τυχόν παράπονο  έχει ο εναγόμενος εναντίον των εναγόντων, αν αυτό ευσταθεί, μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ανταπαίτησης ή χωριστής αγωγής. Δεν επηρεάζει όμως την υπόθεση των εναγόντων ούτε και δικαιολογεί τη χορήγηση άδειας για υπεράσπιση της (βλ. CH ARESTI ESTATES LIMITED κ.α. ν. LOUCAS KYPRIANOU CO ENTERPRISES LTD, ECLI:CY:AD:2016:A492, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 68/11, 21/10/2016, Αριστοδήμου ν. Χαραλάμπους (1990) 1 ΑΑΔ 319.).

Υπό το φως της πιο πάνω κατάληξης μου σε σχέση με τις αξιώσεις των εναγόντων που αφορούν στο θέμα της κατοχής του ακινήτου στρέφομαι να εξετάσω την άλλη πτυχή της υπόθεσης που προωθούν οι τελευταίοι με την παρούσα αίτηση, ήτοι το θέμα των αποζημιώσεων που αξιώνουν από τον εναγόμενο. Για το συγκεκριμένο θέμα σημειώνω τα εξής.

Οι ενάγοντες αξιώνουν από τον εναγόμενο δύο ειδών αποζημιώσεις, ήτοι το ποσό των €4950 ως ήδη οφειλόμενα ενοίκια για την περίοδο Μαρτίου 2023 – Φεβρουαρίου 2024, ήτοι για τους 11 μήνες μέχρι τον τερματισμό της ενοικίασης όπου το ενοίκιο του εναγόμενου ήταν από προηγουμένως καθορισμένο στο ποσό των €450 μηνιαίως (11μ Χ €450), και του ποσού των €960 μηνιαίως από 01/03/24 μέχρι εκκενώσεως και παραδόσεως κενής και ελεύθερης κατοχής του ακινήτου ως κατ’ ισχυρισμό απώλεια της μηνιαίας ενοικιαστικής αξίας του ακινήτου με βάση ιδιωτική εκτίμηση που έχει εξασφαλιστεί (βλ. Τεκ.11)

Ως προς το πώς προσεγγίζονται τέτοιες αξιώσεις στα πλαίσια διαδικασίας της παρούσας φύσης παραπέμπω στα όσα λέχθηκαν στην υπόθεση MUKHTAR MOHAMED AL NWILI v. MAREMONTE INVESTEMENTS LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε205/2017, 9/1/2024:

«.Σε σχέση με την επιδίκαση αποζημιώσεων μέχρι την παράδοση κενής και ελεύθερης κατοχής της κατοικίας, σημειώνουμε ότι στο Ειδικά Οπισθογραφημένο Κλητήριο Ένταλμα ζητείτο αποζημίωση €1.500 μηνιαίως μέχρι την εκκένωση και παράδοση κενής και ελεύθερης κατοχής της κατοικίας στην Εφεσίβλητη.  Ωστόσο, δεν επρόκειτο για προσυμφωνημένη αποζημίωση στην οποία η Εφεσίβλητη θα εδικαιούτο χωρίς άλλο. Δικογραφείτο ότι το ποσό, δηλαδή €1.500 μηνιαίως, ήταν η ενοικιαστική αξία της επίδικης κατοικίας, όμως δεν ήταν περίπτωση ανάκτησης κατοχής από ενοικιαστή που ήταν υπόχρεος στην καταβολή συγκεκριμένου ενοικίου.  Δεν εγειρόταν καν ζήτημα διαπίστωσης υπεράσπισης του Εφεσείοντα στην επιμέρους απαίτηση, αλλά αξίωσης που η Εφεσίβλητη όφειλε να αποδείξει με μαρτυρία, που θα έπρεπε να γίνει αποδεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο κατόπιν αξιολόγησης, στο πλαίσιο της μόνης προσφερόμενης διαδικασίας, της «κανονικής» δίκης.  Το μηνιαίο ποσό που επιδικάστηκε ως αποζημίωση με την πρωτόδικη απόφαση δεν ήταν €1.500, αλλά €1.067, για το οποίο είχε προσφερθεί μαρτυρία με την επισύναψη σχετικού τεκμηρίου, έκθεσης εκτίμησης ημερ.13.3.2017, στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση για συνοπτική απόφαση.  Κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς την αποδοχή ως αξιόπιστης της σχετικής μαρτυρίας (έκθεσης) από το πρωτόδικο Δικαστήριο, διεργασία ανεφάρμοστη στο πλαίσιο εξέτασης αίτησης για συνοπτική απόφαση.

Στην J. & M. Loizides Ag. Ltd κ.ά. ν. Τράπ. Κύπρου Δημ. Ετ. Λτδ (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 1280, 1288-9, αναφέρθηκε ότι:

«Στο στάδιο εξέτασης αίτησης για συνοπτική απόφαση, το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στα γεγονότα της υπόθεσης για να τα κρίνει. Κάτι τέτοιο δεν συνάδει με το ρόλο του Δικαστηρίου. ........Εξάλλου, διαφορετικός τρόπος προσέγγισης δεν θα συνήδε με τη συνταγματικά κατοχυρωμένη θέση ότι κάθε διάδικος έχει το δικαίωμα όχι μόνο να προσφύγει στο Δικαστήριο, αλλά και να απαιτήσει να παρουσιάσει και να εξετάσει μάρτυρες και γενικά να του δοθεί η ευκαιρία να παρουσιάσει μέσα στα πλαίσια ακροαματικής διαδικασίας τις θέσεις και τα επιχειρήματά του (βλ. Άρθρο 30 του Συντάγματος)».

Υπόλογος ή όχι να πληρώσει αποζημιώσεις για την κατοχή της κατοικίας μέχρι την παράδοση της, ο Εφεσείων είχε κάθε δικαίωμα να αντεξετάσει τον εκτιμητή της Εφεσίβλητης και να παρουσιάσει και δικό του, για να καταδείξει ότι η ενοικιαστική αξία της κατοικίας ήταν μικρότερη και συνεπώς και η αποζημίωση που όφειλε να καταβάλει πιο μικρή.  Αυτό μόνο στο πλαίσιο της «κανονικής» δίκης μπορούσε να γίνει.»

Με γνώμονα τα πιο πάνω συνεπώς, επισημαίνω ότι το πρώτο αξιούμενο κονδύλι των €4950, το οποίο βασίζεται σε προκαθορισμένα ποσά, δύναται, εφόσον δεν έχει αμφισβητηθεί με οποιοδήποτε τρόπο από πλευράς εναγόμενου, να αποτελέσει αντικείμενο συνοπτικής απόφασης υπέρ των εναγόντων. Το δεύτερο όμως κονδύλι, ήτοι αυτό που αφορά στην κατ’ ισχυρισμό ενοικιαστική αξία του ακινήτου, αυτό δεν συνιστά προσυμφωνημένες ή προκαθορισμένες αποζημιώσεις αλλά αποζημιώσεις το ύψος και η φύση των οποίων θα πρέπει να αποδειχτεί με την ανάλογη μαρτυρία και συνεπώς «μόνο στο πλαίσιο της «κανονικής» δίκης» μπορεί να εξεταστεί.

Στη βάση όλων των πιο πάνω λοιπόν, κρίνεται ότι δικαιολογείται η έκδοση συνοπτικής απόφασης υπέρ των εναγόντων και εναντίον του εναγόμενου ως οι παρ. Α, Β, Γ, Δ και Θ του εντύπου απαίτησης, όχι όμως και σε σχέση με τις παρ. Ε και ΣΤ.

Ασκώντας επομένως τις εξουσίες που παρέχει το Μ.24 Κ.6 διατάσσονται τα εξής:

Α.   Εκδίδεται συνοπτική απόφαση υπέρ εναγόντων και εναντίον εναγόμενου ως  οι παρ. Α, Β, Γ, Δ και Θ του εντύπου απαίτησης. Ως χρόνος συμμόρφωσης του εναγόμενου με τα διατάγματα που εκδίδονται καθορίζονται οι 30 μέρες από της επίδοσης τους σε αυτόν.

Β.   Στο βαθμό που η υπόθεση των εναγόντων αφορά στις αξιώσεις υπό στοιχεία Ε και Στ του εντύπου απαίτησης, η παρούσα αίτηση απορρίπτεται. Αν οι ενάγοντες δεν προτίθενται να προωθήσουν αυτή την πτυχή της υπόθεσης τότε να καταχωρίσουν εντός 7 ημερών σχετική ειδοποίηση διακοπής ενημερώνοντας προς τούτο και την πλευρά του εναγόμενου ώστε να γνωρίζει αν θα πρέπει να καταχωρήσει ή όχι υπεράσπιση. Νοείται ότι εντός αυτής της περιόδου των 7 ημερών ο εναγόμενος δεν θα υποχρεούται να καταχωρίσει υπεράσπιση και σε περίπτωση που αποφασίσει να καταχωρίσει υπεράσπιση εντός αυτής της περιόδου των 7 ημερών αλλά διαφανεί στη λήξη της περιόδου ότι τελικά οι ενάγοντες δεν θα προωθήσουν αυτή την πτυχή της υπόθεσης τους, τότε ο εναγόμενος δεν θα δικαιούται σε οποιαδήποτε έξοδα για την καταχώριση υπεράσπισης.   

Όσον αφορά τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας, αυτά, ένεκα της ουσιαστικής επιτυχίας της αίτησης τα δικαιούται, ως είναι και ο γενικός κανόνας, η πλευρά των εναγόντων.

Χωρίς λοιπόν να παραγνωρίζω ότι πρόκειται για διαδικασία για την οποία θα μπορούσε να γίνει συνοπτικός υπολογισμός από το Δικαστήριο δυνάμει του Μ.39 Κ.7, εντούτοις, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ενάγοντες έχουν στη διάθεση τους 7 μέρες για να αποφασίσουν αν θα προωθήσουν ή όχι την υπόλοιπη απαίτηση τους κρίνω ορθό όπως διατάξω να γίνει λεπτομερής υπολογισμός των εξόδων από τον Πρωτοκολλητή ο οποίος θα τελεί υπό την αίρεση της έγκρισης του Δικαστηρίου.

Νοείται ότι αν οι ενάγοντες αποφασίσουν στις επόμενες 7 μέρες να επιμείνουν στις υπόλοιπες αξιώσεις τους τότε τα υπέρ τους επιδικασθέντα έξοδα δεν θα περιλαμβάνουν οποιαδήποτε έξοδα πέραν της παρούσας διαδικασίας και θα είναι πληρωτέα στο τέλος της υπόθεσης. Αν από την άλλη οι ενάγοντες δεν θα επιμείνουν στις υπόλοιπες αξιώσεις τους οπόταν και η απαίτηση θα θεωρείται αποπερατωθείσα με την έκδοση της παρούσας απόφασης, τότε στα έξοδα που δικαιούνται οι ενάγοντες θα περιληφθούν και όλα τα μέχρι σήμερα έξοδα που έγιναν στην κυρίως διαδικασία και τα οποία οι τελευταίοι δικαιούνται.

 

Πιστόν αντίγραφο                                                                 (Υπ.)…………………………

Πρωτοκολλητής                                                                                Λ. Πασχαλίδης, Α.Ε.Δ.

Αν

    

 

 



[1] 24.2. (1) Το δικαστήριο δύναται να εκδώσει συνοπτική απόφαση εναντίον ενάγοντα ή εναγόμενου επί του συνόλου απαίτησης ή επί συγκεκριμένου ζητήματος αν:(α) κρίνει ότι: (i) ο ενάγων δεν έχει πραγματική προοπτική επιτυχίας επί της απαίτησης ή του ζητήματος· ή (ii) ο εναγόμενος δεν έχει πραγματική προοπτική επιτυχούς υπεράσπισης της απαίτησης ή του ζητήματος· και (β) δεν υπάρχει κανένας άλλος επιτακτικός λόγος για τον οποίο η υπόθεση ή το ζήτημα πρέπει να αποφασιστεί σε δίκη.

[2] Οι αναφορές που γίνονται στην αίτηση και στην ένσταση στους προηγούμενους Θεσμούς (Δ.18) αγνοούνται ως μη τυγχάνουσες εφαρμογής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο