
ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Λ. Πασχαλίδης, Α.Ε.Δ.
Αιτ. Εφ.: 258/24(ι)
Επί της αφορώσι τον Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο 9/65 όπως τροποποιήθηκε, ΜΕΡΟΣ VIA, άρθρα 51, 37 - 44ΙΑΑ
Μεταξύ:
1. ΜΑΡΙΟΣ ΣΤΕΛΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΗ
2. ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΣΤΕΛΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΗ
3. M.CHR. DRAKOU DEVELOPERS LTD
Εφεσείοντες / Αιτητές
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΙΜΙΤΕΔ
Εφεσίβλητοι / Καθ’ ων η αίτηση
--------------
Ημερομηνία: 10 Ιουνίου 2025
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για Αιτήτρια – Εφεσείουσα: κ. Χρίστος Θ. Θεοδούλου
Για Καθ’ων η αίτηση – Εφεσίβλητους: κα Ρ. Καραμανή για Χριστόφορος Ιωάννου Δ.Ε.Π.Ε.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την παρούσα αίτηση έφεση οι πιο πάνω εφεσείοντες ζητούν, στη βάση κυρίως των άρθρων 29-32 και 43 του Ν.14/60, των αρ. 21, 27, 36, 37, 44 και 44Α - 44ΙΑΑ του Ν.9/65 ως έχει τροποποιηθεί, των αρ. 80 και 81 Κεφ. 224, του Ν.169(Ι)/2015 και των συναφών Κανονισμών, όπως παραμεριστεί και/ή ακυρωθεί τόσο η Ειδοποίηση Τύπος ΙΑ που οι εφεσίβλητοι εξέδωσαν στις 08/08/24 και «η οποία επεδόθη στις 02/10/2024 στους Αιτητές 1 και 3» με σκοπό την διενέργεια ηλεκτρονικού πλειστηριασμού συγκεκριμένου ακινήτου της εφεσείουσας 3 στη Λάρνακα, πλειστηριασμός ο οποίος είχε τότε προγραμματιστεί να γίνει στις 12/12/24, όσο και αυτή καθ’ αυτή η διαδικασία εκποίησης που έχουν ενεργοποιήσει οι εφεσίβλητοι.
Αν και στο κυρίως σώμα της αίτησης παρατίθενται 12 συνολικά λόγοι για τους οποίους οι εφεσείοντες θεωρούν ότι η αίτηση τους θα πρέπει να επιτύχει, με την υποστηρικτική Ε/Δ του εφεσείοντα 1, στην οποία προβάλλεται τόσο η εκδοχή των εφεσειόντων ως προς τα επίδικα γεγονότα όσο και οι συμβουλές που αυτοί έλαβαν από τους δικηγόρους τους, οι λόγοι έφεσης καθορίζονται συνοπτικά ως εξής:
«(α) (η επίδικη ειδοποίηση ΙΑ) Δεν έχει επιδοθεί στον Αιτητή - ΕφεσεΙοντα 2 αλλά και σε άλλα ενδιαφερόμενα μέρη (πρωτοφειλέτη - εγγυητή) ως ανωτέρω αναφέρω
(β) Έχει καταχωρηθεί Απαίτηση, η υπ’ αριθμό 414/2024 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας με ουσιαστικό περιεχόμενο για ακύρωση της Υποθήκης αρ.Υ2124/2013 επειδή είναι παράνομη συνεπεία μεταξύ άλλων δόλου και/ή απάτης και/ή άλλως πως λόγων που την καθιστούν άκυρη, στα πλαίσια της οποίας απαίτησης εκκρεμεί αίτηση για προστατευτικό διάταγμα του αντικειμένου της επίδικης υποθήκης
(γ) Η ειδοποίηση ΤΥΠΟΣ ΙΑ δεν έχει νομότυπα επιδοθεί στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας
(δ) Άνευ βλάβης των πιο πάνω ουσιαστικών λόγων διαδικαστικά η ειδοποίηση ΤΥΠΟΣ ΙΑ δεν πληροί τις απαιτούμενες κατά τον προβλεπόμενο τύπο και περιεχόμενο προϋποθέσεις μεταξύ άλλων δεν τηρεί το άρθρο 21(1)(γ) του Ν.9/1965
Άνευ βλάβης…φαίνεται ξεκάθαρα ότι η Υ2124/13 καλύπτει μέχρι το ποσό των €60.000 μαζί με απλούν/σύνθετο τόκο πάνω στο ποσό αυτό προς 7,25 κυμαινόμενο από 17/10/13 και τα σχετικά έξοδα. Είναι ξεκάθαρο ότι στο ποσό που καλύπτει η υποθήκη κατά παράβαση των ρητών προνοιών του άρθρου 21(1)(γ) του Νόμου 9/65 περιλαμβάνονται προμήθειες, τέλη, έξοδα και οποιαδήποτε άλλα έξοδα ή επιβαρύνσεις. Το γεγονός αυτό όχι μόνο είναι ξεκάθαρα αντίθετο με τις πρόνοιες του αρ.21(1)(γ) αλλά και εξουδετερώνουν ουσιαστικά το ως άνω εξ επείκειας δικαίωμα του ενυπόθηκου οφειλέτη για εξόφληση ή και εξάλειψη υποθήκης. Περαιτέρω, η ειδοποίηση τύπος ΙΑ αναφέρει ότι κατέστη απαιτητό το ποσό των €122.288,42 πλέον τόκο €5.420,64, πλέον έξοδα περιλαμβανομένων των εξόδων της ειδοποίησης αυτής. Από την άλλη στην Σύμβαση και Δήλωση Υτοθήκης Υ/2124/2013 του Επαρχιακού Κτηματολογίου Λάρνακας ενεγράφη το ποσό των €60.000 μαζί με απλούν/σύνθετο τόκο, χωρίς να καθορίζεται ποιος τόκος εκ των δύο θα εφαρμοστεί και το οποίο πρέπει να καταβληθεί προς 7,25% κυμαινόμενο από τις 17/10/2013.
…και για τους ακόλουθους μεταξύ άλλων λόγους ήτοι:
Λ. Διότι το ποσοστό του τόκου δεν είναι καθορισμένο ούτε δύναται να προσδιοριστεί με αναφορά σε οποιοδήποτε άλλο ποσοστό.
B. Διότι η υποθήκη με βάση την δήλωση και την σύμβαση υποθήκης παρουσιάζεται να καλύπτει ποσά πέραν των εξόδων των διενεργούντων περίπτωση λήψεως νομίμων μέτρων προς είσπραξη του ενυπόθηκου χρέους και των τόκων.
Γ. Διότι επί της επίδικης υποθήκης δεν αναγράφεται ημερομηνία από την οποία θα πρέπει να υπολογίζεται ο τόκος
…. η ειδοποίηση τύπος ΙΑ δεν αναφέρει ποιος υπογράφει εκ μέρους του ενυπόθηκου δανειστή…»
Αν και ειδικότερη αναφορά στο περιεχόμενο της Ε/Δ του εφεσείοντα 1 κάνω σε κατοπινό στάδιο εντούτοις αναφέρω εδώ ότι με τη μαρτυρία του ο τελευταίος παρουσίασε ως τεκμήρια, την υποθήκη Υ2124/2013 του Επ. Κτηματολογίου Λάρνακας που επιβαρύνει το ακίνητο της εφεσείουσας 3 (Τεκ. 1), τις επίδικες Ειδοποιήσεις Τύπου ΙΑ ημερ. 08/08/24 που ο ομνύοντας ισχυρίζεται ότι του επιδόθηκαν προσωπικά τόσο για τον ίδιο όσο και για την εφεσείουσα 3 (Τεκ.2) και την απαίτηση 424/24 αλλά και την ενδιάμεση αίτηση που καταχωρήθηκε εκεί για σκοπούς έκδοσης προσωρινού διατάγματος (Τεκ.3 και 4).
Στο σημείο αυτό αναφέρω ότι την αίτηση υποστηρίζει και Ε/Δ του εφεσείοντα 2 ο οποίος περιορίζεται να ισχυριστεί ότι «δεν έχω παραλάβει την ειδοποίηση τύπου ΙΑ είτε μέσω επίδοσης είτε άλλως πως και δεν έχω λάβει γνώση του περιεχομένου αυτής».
Στην αντιπέρα όχθη η πλευρά των εφεσίβλητων καταχώρισε ένσταση στην αίτηση προβάλλοντας συνολικά 23 για τους οποίους θεωρεί ότι η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί. Οι λόγοι ένστασης των εφεσίβλητων, οι οποίοι χωρίζονται σε αρκετές υποπαραγράφους και εξειδικεύονται στην υποστηρικτική Ε/Δ μίας εκ των λειτουργών της εταιρείας που διαχειρίζεται τις πιστωτικές διευκολύνσεις που έχουν αναλάβει οι εφεσίβλητοι – ως τέτοια διευκόλυνση είναι και αυτή στην οποία αφορά η επίδικη διαδικασία πλειστηριασμού - περιστρέφονται γύρω από τις νομικές αρχές που περιβάλλουν τις εφαρμοστέες πρόνοιες του Ν.9/65 καθώς και τα γεγονότα της υπόθεσης.
Αν και στην Ε/Δ που υποστηρίζει την ένσταση επίσης θα κάνω αναφορά πιο κάτω, επί του παρόντος αναφέρω ότι με αυτή παρουσιάζονται ως Τεκμήρια, τα διάφορα έγγραφα που αφορούν στο πώς κατέληξαν οι εφεσίβλητοι να θεωρούνται ενυπόθηκοι δανειστές των εφεσειόντων, ήτοι τα διάφορα έγγραφα συγχώνευσης, μετονομασίας και μεταβίβασης των πιστωτικών διευκολύνσεων που εξασφαλίστηκαν με την υποθήκη Υ3907/12, πρώτα από τη Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Μακράσυκας – Λάρνακας – Επαρχίας Αμμοχώστου Λτδ (ΣΠΕ), ακολούθως στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ και μετέπειτα Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα (ΣΚΤ), στη συνέχεια στη Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ (ΣΕΔΙΠΕΣ) και εν τέλει στους εφεσίβλητους (ΚΕΔΙΠΕΣ) (Τεκ.1), τη συμφωνία δανείου που κάποιος ΣΓ είχε συνάψει με την ΣΠΕ στις 05/10/13 για €60.000 υπό την εγγύηση του εφεσείοντα 1 και υπό την εξασφάλιση της εγγραφής της υποθήκης Υ2124/2013 επί του ακινήτου της εφεσείουσας 3 (Τεκ.2, 3 και 4), τις επιστολές με τις οποίες τερματίστηκε το εξασφαλισμένο δάνειο του ΣΓ την 01/12/15 οι οποίες συνοδεύονταν με ειδοποίηση Θ και οι οποίες αποστάληκαν στους ΣΓ, εφεσείοντα 1 και εφεσείουσα 3 (Τεκ.5), αντίγραφα της ειδοποίησης Ι που οι εφεσίβλητοι εξέδωσαν στις 29/12/23 και την οποία, μαζί με συνημμένη φερόμενη «κατάσταση λογαριασμού οφειλόμενου ενυπόθηκου χρέους», φαίνεται, σύμφωνα με Ε/Δ ιδιώτη επιδότη, να επέδωσαν με ιδιωτική επίδοση στον ΣΓ στις 19/02/24 και στον εφεσειοντα 1 στις 10/02/24 τόσο για τον ίδιο όσο και για την εφεσείουσα 3 ένεκα του ότι όταν προσπάθησαν στείλουν την εν λόγω επίδοση στους συγκεκριμένους παραλήπτες μέσω συστημένου ταχυδρομείου στις 08/01/24 διαφάνηκε ότι αυτό δεν ήταν εφικτό (Τεκ.6 και 8), αντίγραφα των Ειδοποιήσεων ΙΒ που οι εφεσίβλητοι εξέδωσαν στις 08/04/24 και τις οποίες φαίνεται, σύμφωνα με Ε/Δ ιδιώτη επιδότη, να επέδωσαν στις 11/04/24 στον ΣΓ και στην εφεσείουσα 3 (Τεκ.7), αντίγραφα της επίδικης ειδοποίησης ΙΑ και του σχετικού Δελτίου που οι εφεσίβλητοι εξέδωσαν στις 08/08/24 και τα οποία έγγραφα φαίνεται, σύμφωνα με Ε/Δ ιδιώτη επιδότη, να επέδωσαν με ιδιωτική επίδοση στο ΣΓ στις 03/10/24 και στους εφεσείοντες 1 και 3 στις 02/10/24 ένεκα του ότι όταν προσπάθησαν να τα στείλουν στους συγκεκριμένους παραλήπτες μέσω συστημένου ταχυδρομείου στις 09/09/24 διαφάνηκε, κατ’ εκείνους, ότι αυτό δεν ήταν εφικτό (Τεκ. 7 και 9), πιστοποιητικό έρευνας από το κτηματολόγιο σε σχέση με το επίμαχο ακίνητο (Τεκ.10) και κατάσταση λογαριασμού του δανείου του ΣΓ (Τεκ.11).
Αναφέρω εδώ ότι κατά τους εφεσίβλητους, ο εφεσείοντας 2, όπως και τα άλλα πρόσωπα για τα οποία οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι έπρεπε να είχαν επίσης ειδοποιηθεί για την πρόθεση εκποίησης της επίδικης υποθήκης, «…ουδεμία σχέση έχουν με το επίδικο χρέος και την επίδικη υποθήκη και δεν αποτελούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο ενδιαφερόμενα πρόσωπα εν τη εννοία του Νόμου. Ως εκ τούτου οι καθ’ ων η αίτηση εφεσίβλητοι δεν είχαν καμία υποχρέωση να (τους) επιδώσουν οποιαδήποτε ειδοποίηση…»
Εφόσον δεν επιδιώχθηκε από πλευράς εφεσειόντων η καταχώριση συμπληρωματικής Ε/Δ προς απάντηση στους ισχυρισμούς των εφεσιβλήτων και ούτε και ζητήθηκε η αντεξέταση του οποιουδήποτε ομνύοντα, η ακρόαση της αίτησης ολοκληρώθηκε με την κατάθεση εμπεριστατωμένων γραπτών αγορεύσεων από τους ευπαίδευτους συνηγόρους των διαδίκων αναφορά στις οποίες κάνω πιο κάτω όπου κρίνεται αναγκαίο. Επί του παρόντος όμως σημειώνω ότι με την τελική της αγόρευση η πλευρά των εφεσείοντων δέχτηκε ότι ο εφεσείοντας 2 καμία σχέση δεν είχε με την επίδικη διαδικασία και περιόρισε τους λόγους έφεσης αποκλειστικά στον τρόπο με τον οποίο οι ειδοποιήσεις Ι και ΙΑ επιδόθηκαν στους εφεσείοντες 1 και 3 καθώς επίσης και στο περιεχόμενο των εν λόγω ειδοποιήσεων. Όσον αφορά δε τους λόγους έφεσης που αφορούσαν την απαίτηση 414/2024 που οι εφεσείοντες καταχώρισαν προκειμένου να ακυρώσουν την επίδικη υποθήκη, όπως επίσης και την εκεί ενδιάμεση αίτηση των τελευταίων για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, και οι λόγοι αυτοί στην ουσία εγκαταλείφθηκαν ένεκα του ότι στις 12/12/24 είχε εκδοθεί ενδιάμεση απόφαση με την οποία η συγκεκριμένη αίτηση των εφεσειόντων είχε απορριφθεί.
Από το περιεχόμενο λοιπόν των εκατέρωθεν Ε/Δ αλλά και με γνώμονα το ότι δεν υπήρξε αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων των δυο πλευρών, τα πιο κάτω γεγονότα προκύπτουν να συνιστούν κοινώς αποδεκτά και μη αμφισβητούμενα γεγονότα στην υπόθεση.
Ο ΣΓ είχε συνάψει με την ΣΠΕ στις 05/10/13 συμφωνία δανείου ύψους €60.000 υπό την εγγύηση του εφεσείοντα 1 και υπό την εξασφάλιση της εγγραφής της υποθήκης Υ2124/2013 επί του ακινήτου της εφεσείουσας 3. Σε κατοπινό στάδιο, οι συγκεκριμένες διευκολύνσεις, όπως και η Υ2124/13 που τις εξασφάλιζε, περιήλθαν κατόπιν διαφόρων συγχωνεύσεων, μετονομασιών και μεταβιβάσεων δυνάμει νομοθεσίας, στην ιδιοκτησία της ΣΚΤ, η οποία, διαπιστώνοντας ότι δεν υπήρχε ανταπόκριση στις συμβατικές υποχρεώσεις για αποπληρωμή του δανείου το τερμάτισε με επιστολές ημερ. 01/12/15 τις οποίες απέστειλε στο ΣΓ και στους εφεσείοντες 1 και 3 και με τις οποίες ενημέρωνε ότι το υπόλοιπο του δανείου καθίστατο άμεσα απαιτητό και πληρωτέο. Με τις ίδιες επιστολές, τις οποίες συνόδευε ειδοποίηση τύπου Θ, η ΣΚΤ ενημέρωνε τους παραλήπτες και για το ενδεχόμενο λήψης μέτρων προς εκποίηση της υποθήκης σε περίπτωση που το χρέος δεν εξοφλείτο εντός συγκεκριμένης προθεσμίας.
Στις 29/12/23 η ΚΕΔΙΠΕΣ, επικαλούμενη πλέον την ιδιότητα του ενυπόθηκου δανειστή του χρέους που εξασφαλιζόταν με την υποθήκη Υ2124/13, αποφάσισε να ενεργοποιήσει τη σχετική διαδικασία που προνοεί ο Ν.9/65 με σκοπό την εκποίηση της υποθήκης προς ανάκτηση του ποσού που θεωρούσε ότι της οφειλόταν. Κατ’ εκείνο τον χρόνο, οι σχετικές πρόνοιες του Ν.9/65, προνοούσαν τα εξής:
«44Α.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση σύμβασης υποθήκης, η οποία ενεγράφη στο κτηματικό μητρώο πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου ή η οποία εγγράφεται στο κτηματικό μητρώο μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου…(4) Καμία διάταξη του παρόντος Μέρους δεν αποκλείει το δικαίωμα του ενυπόθηκου δανειστή να προχωρήσει με την έγερση πολιτικής αγωγής για την εξασφάλιση διατάγματος δικαστηρίου για πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου.
44Β.-(1) Σε περίπτωση υπερημερίας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 27, ως αποτέλεσμα της οποίας ολόκληρο το ενυπόθηκο χρέος καθίσταται πληρωτέο και η υπερημερία αφορά σε περίοδο όχι μικρότερη των εκατόν είκοσι (120) ημερών από την ημερομηνία που αυτό καθίσταται πληρωτέο, δυνάμει των όρων της σύμβασης ή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να προχωρήσει στη διαδικασία που προβλέπεται στο παρόν Μέρος, εκτός εάν με βάση τις διατάξεις οποιωνδήποτε άλλων νόμων ή Κανονισμών ή οδηγιών, η προώθηση της διαδικασίας αναγκαστικής πώλησης του ενυποθήκου ακινήτου εκ μέρους του ενυπόθηκου δανειστή, ανασταλεί.
(2) Οποιαδήποτε ειδοποίηση ως προς παρατηρηθείσα υπερημερία ή απαίτηση για πληρωμή του ενυπόθηκου χρέους, η οποία αποστέλλεται από τον ενυπόθηκο δανειστή, όταν αυτός είναι αδειοδοτημένο ίδρυμα, προς τον ενυπόθηκο οφειλέτη ή εγγυητή σε σχέση με το ενυπόθηκο χρέος, συνοδεύεται από την ειδοποίηση που αναφέρεται στον Τύπο «Θ» του Δεύτερου Παραρτήματος και εμπεριέχει τυποποιημένη πληροφόρηση στην οποία αναφέρονται ρητά τα ακόλουθα::
Νοείται ότι, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 44ΓΑ, η αποστολή της ειδοποίησης κατά τον Τύπο «Θ» πραγματοποιείται μόνο μία φορά από το εκάστοτε αδειοδοτημένο ίδρυμα, το οποίο αποτελεί ενυπόθηκο δανειστή:…
(3) Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν Μέρος, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν αποκλείουν τον ενυπόθηκο οφειλέτη ή οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο από του να ασκήσει το δικαίωμά του να προχωρήσει με ένδικα μέσα ενώπιον Επαρχιακού Δικαστηρίου με βάση οποιουσδήποτε άλλους εν ισχύι νόμους και Κανονισμούς αμφισβητώντας το δικαίωμα του ενυπόθηκου δανειστή να κινεί τις διαδικασίες και να επιζητεί τις θεραπείες που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.»
44Γ.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 44Β, ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να προχωρήσει στην έναρξη της διαδικασίας που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, αφού επιδώσει στον ενυπόθηκο οφειλέτη και σε οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, έγγραφη ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι» του Δεύτερου Παραρτήματος, συνοδευόμενη από κατάσταση λογαριασμού του απαιτούμενου ενυπόθηκου χρέους, των τόκων και όλων των εξόδων για την είσπραξή του καλώντας τον όπως εξοφλήσει το ποσό, σύμφωνα με την επιδοθείσα κατάσταση λογαριασμού, τάσσοντας σε αυτόν προθεσμία όχι μικρότερη των σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης προς εξόφληση του απαιτούμενου ποσού:
Νοείται ότι, με την ειδοποίηση ενημερώνεται ο ενυπόθηκος οφειλέτης ότι σε περίπτωση μη εξόφλησης του απαιτούμενου ποσού που καθορίζεται σε αυτήν, ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να ασκήσει το δικαίωμά του για πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου με βάση τις διατάξεις του παρόντος Μέρους:
(2) Σε περίπτωση που ο ενυπόθηκος οφειλέτης ή οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της ειδοποίησης που του επιδίδεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να επιδώσει στον ενυπόθηκο οφειλέτη και σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο πρόσωπο, δεύτερη έγγραφη ειδοποίηση, στην οποία να αναφέρεται ότι το ενυπόθηκο ακίνητο πρόκειται να πωληθεί με πλειστηριασμό˙ η ειδοποίηση επιδίδεται κατά τον Τύπο «IΑ» του Δευτέρου Παραρτήματος, εντός περιόδου όχι μικρότερης των σαράντα πέντε (45) ηµερών από την καθορισμένη ημέρα και ώρα πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου.
(3) Ο ενυπόθηκος οφειλέτης καθώς και οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος δύναται, εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης, σύμφωνα με το εδάφιο (2) να καταχωρίσει έφεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο για παραμερισμό της ειδοποίησης της σκοπούμενης πώλησης μόνο, για τους ακόλουθους λόγους:
(α) Η επιδοθείσα ειδοποίηση δεν πληροί τις απαιτούμενες κατά τον προβλεπόμενο τύπο και περιεχόμενο, προϋποθέσεις˙
(β) η ειδοποίηση δεν έχει δεόντως επιδοθεί˙
(γ) η ειδοποίηση έχει αποσταλεί πριν τη λήξη της προθεσμίας για καταβολή της πληρωμής προς τον ενυπόθηκο δανειστή˙
(δ) έχει εκδοθεί παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα υπέρ του ενυπόθηκου οφειλέτη σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου˙
(ε)…(ζ)
44ΙΕ - «επίδοση» σημαίνει σε κάθε περίπτωση την παράδοση ειδοποίησης ή επικοινωνίας με συστημένη επιστολή, η οποία απευθύνεται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας ή του εγγεγραμμένου γραφείου του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση ή η επικοινωνία απευθύνεται, ή στη σχετική διεύθυνση που είναι καταχωρισμένη σε μητρώο του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, και σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό, την ιδιωτική επίδοση τέτοιας ειδοποίησης ή επικοινωνίας σε τέτοιο πρόσωπο:
Νοείται ότι η ιδιωτική επίδοση δύναται να γίνει με οποιονδήποτε τρόπο προβλέπεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, περιλαμβανομένης και της δυνατότητας υποκατάστατης επίδοσης με διάταγμα Δικαστηρίου κατόπιν γενικής αίτησης::…»
Εξέδωσαν λοιπόν οι εφεσίβλητοι ειδοποίηση τύπου Ι στις 29/12/23 την οποία απεύθυναν προς το ΣΓ και τους εφεσείοντες 1 και 3 στη τελευταία τους γνωστή διεύθυνση. Η εν λόγω ειδοποίηση συνοδεύονταν από έγγραφο που έφερε τίτλο «κατάσταση λογαριασμού οφειλόμενου ενυπόθηκου χρέους» ημερ. 22/12/23 και σε αυτή αναφερόταν ότι:
«…έγινε απαιτητό το ποσό των €122.288,42 (αναφέρεται το ποσό και γίνεται παραπομπή σε επισυνημμένη κατάσταση λογαριασμού), πλέον τόκοι επί (αναφέρεται το τοκοφόρο ποσό των €122.288,42) προς (αναφέρεται το ποσοστό επιτοκίου και ο τρόπος υπολογισμού του) επί τοις εκατόν από της, (αναφέρεται ημερομηνία) το οποίο οφείλετε σύμφωνα µε τη δήλωση σύμβασης υποθήκης µε αρ. (αναφέρεται η υποθήκη Υ2124/13και η ημερομηνία εγγραφής της) πλέον έξοδα μέχρι σήμερα περιλαμβανομένων των εξόδων της ειδοποίησης αυτής. Καλείσθε προς τούτο, όπως εντός σαρανταπέντε (45) ημερών καταβάλετε το πιο πάνω ποσό και τους οφειλόμενους τόκους, πλέον όλα τα ήδη διενεργηθέντα έξοδα για είσπραξη αυτών και ειδοποιείστε ότι αν δεν καταβάλετε το πιο πάνω ποσό πλήρως μαζί µε τους περαιτέρω τόκους, οι οποίοι θα οφείλονται μέχρι την ημέρα πληρωμής, καθώς και τα έξοδα, θα προχωρήσω µε την διαδικασία πλειστηριασμού που προβλέπεται στο Μέρος VIA του νόμου στην πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου και στην μεταβίβαση τούτου στον αγοραστή.»
Στη συγκεκριμένη ειδοποίηση γινόταν επίσης αναφορά και σε δικαίωμα που είχαν οι παραλήπτες των ειδοποιήσεων να εκφράσουν εντός 45 ημερών την οποιαδήποτε αντίθετη θέση τους στα όσα εκεί αναφέρονταν.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν παρουσιάσει οι εφεσίβλητοι και τα οποία οι εφεσείοντες δεν αμφισβητούν, την πιο πάνω ειδοποίηση τύπου Ι της 29/12/23 οι πρώτοι την απέστειλαν με συστημένο ταχυδρομείο την 01/02/24 όμως μέχρι και τις 10/02/24 οι εφεσείοντες 1 και 3 δεν την είχαν παραλάβει. Τελικά η ειδοποίηση τύπου Ι επιδόθηκε στους εφεσείοντες 1 και 3 στις 10/02/24 μέσω ιδιωτικής επίδοσης.
Σύμφωνα με τα αδιαμφισβήτητα αρχεία των Κυπριακών ταχυδρομείων που παρουσίασαν οι εφεσίβλητοι, από την 01/02/24 μέχρι και τις 05/03/24 που η συγκεκριμένη ειδοποίηση Ι καταγράφεται να επιστράφηκε στον αποστολέα της ως μη παραδοθείσα («unclaimed – item returned to sender»), βρισκόταν σε κατάσταση «item not delivered/pending delivery – no home delivery – notification issued».
Στη βάση της πιο πάνω ειδοποίησης οι εφεσίβλητοι εξέδωσαν στις 08/04/24 τις ειδοποιήσεις ΙΒ που προβλέπει το αρ. 44Δ(2) του Ν.9/65[1] και τις οποίες επέδωσαν στην εφεσείουσα 3 με ιδιωτική επίδοση στις 11/04/24.
Στη συνέχεια, και εφόσον το χρέος δεν είχε εξοφληθεί ως οι προηγούμενες ειδοποιήσεις απαιτούσαν, οι εφεσίβλητοι εξέδωσαν στις 08/08/24 την επίδικη ειδοποίηση ΙΑ και το σχετικό Δελτίο Α με τα οποία καθόρισαν την 12/12/24 ως την ημερομηνία που θα προχωρούσαν με τον πλειστηριασμό του ενυπόθηκου ακινήτου προκειμένου να ανακτήσουν συγκεκριμένο οφειλόμενο ποσό (€122.288,42) καθώς και συγκεκριμένο ποσό - και όχι ποσοστό – τόκου (€5.420,64)[2]. Τα εν λόγω έγγραφα οι εφεσίβλητοι τα απέστειλαν με συστημένο ταχυδρομείο στις 13/09/24 όμως μέχρι και τις 02/10/24 οι εφεσείοντες 1 και 3 δεν τα είχαν παραλάβει. Τελικά η ειδοποίηση τύπου ΙΑ επιδόθηκε στους εφεσείοντες 1 και 3 στις 02/10/24 μέσω ιδιωτικής επίδοσης
Σύμφωνα με τα αδιαμφισβήτητα αρχεία των Κυπριακών ταχυδρομείων που παρουσίασαν οι εφεσίβλητοι, από τις 13/09/24 μέχρι και τις 24/10/24 που η επίδικη ειδοποίηση ΙΑ και το σχετικό Δελτίο καταγράφονται να επιστράφηκαν στον αποστολέα τους ως μη παραδοθέντα («unclaimed – item returned to sender»), αυτά βρίσκονταν σε κατάσταση «item not delivered/pending delivery – no home delivery – notification issued».
Οι εφεσείοντες καταχώρισαν την παρούσα αίτηση έφεση εντός των 45 ημερών που καθορίζει ο Νόμος.
Στο σημείο αυτό αναφέρω ότι δεν έχει διαφύγει της προσοχής μου ότι μία εκ των πολλών θέσεων που προβάλλει η πλευρά των εφεσίβλητων και δη κατά διαζευκτικό τρόπο μέσω μίας εκ των «επαναριθμημένων» παραγράφων της Ε/Δ που υποστηρίζει την ένσταση, είναι ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να αγνοήσει τις Ε/Δ που υποστηρίζουν την αίτηση διότι δεν έχουν καταχωρηθεί με τον τύπο που προνοούν οι νέοι Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας. Ως προς αυτή τη θέση των εφεσίβλητων όμως θα περιοριστώ να αναφέρω ότι τα κοινώς αποδεκτά γεγονότα που καταγράφονται πιο πάνω, αυτά προέρχονται, είτε από την Ε/Δ των ίδιων των εφεσίβλητων είτε από τα όσα γεγονότα προβάλλει η πλευρά των εφεσειόντων με την Ε/Δ της και οι εφεσίβλητοι δεν τα αμφισβητούν. Καμία λοιπόν ουσιαστική σημασία δεν έχει υπό τις περιστάσεις ο τύπος των Ε/Δ που χρησιμοποίησαν οι εφεσείοντες.
Υπό το φως λοιπόν των πιο πάνω κοινώς αποδεκτών και μη αμφισβητούμενων γεγονότων, και υπενθυμίζοντας ότι στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας το Δικαστήριο έχει εξουσία να εξετάσει μόνο τα όσα το αρ.44Γ(3) επιτρέπει να προβληθούν για παραμερισμό της ειδοποίησης της σκοπούμενης πώλησης, σημειώνω τα ακόλουθα αναφορικά με τους προβαλλόμενους και προωθούμενους λόγους έφεσης:
Όσον αφορά κατ’ αρχή το θέμα της επίδοσης των επίδικων ειδοποιήσεων, υπενθυμίζω τόσο τις σχετικές πρόνοιες των αρ. 44Β έως 44Γ του Ν.9/65 που αφορούν στη θέσμια υποχρέωση επίδοσης των σχετικών ειδοποιήσεων που προνοεί ο Νόμος εντός των χρονοδιαγραμμάτων που εκεί αναφέρονται, όσο και τις σχετικές πρόνοιες του άρθρου 44ΙΕ που αφορούν στον τρόπο επίδοσης των εν λόγω ειδοποιήσεων. Ειδικότερα όμως υπενθυμίζω ότι σύμφωνα με το δεσμευτικό λόγο της ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ v. ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΝΤΕΛΑ, Πολιτική Έφεση Αρ. 159/2021, 1/12/2023, στην οποία εξετάστηκε το θέμα της ορθής ερμηνείας και εφαρμογής των προνοιών του αρ. 44ΙΕ, αναφέρθηκαν τα εξής:
«Στην προκειμένη περίπτωση ο σκοπός του Νομοθέτη είναι ξεκάθαρος. Θέλησε να ιεραρχήσει τον τρόπο επίδοσης, δίδοντας επιτακτικό προβάδισμα στη συστημένη επιστολή. Μόνον όταν η επίδοση με αυτόν τον τρόπο είναι ανέφικτη, διανοίγεται ο δρόμος εναλλακτικά για ιδιωτική επίδοση, συμφώνως των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, περιλαμβανομένης και της δυνατότητας υποκατάστατης επίδοσης, κατόπιν βεβαία σχετικού διατάγματος του Δικαστηρίου… Η υποκειμενική άποψη του Δικαστηρίου επί του ορθολογισμού ή μη του δεδηλωμένου σκοπού, δεν δικαιολογεί ερμηνευτική εκτροπή. Συνεπώς, το γεγονός ότι με την προσωπική επίδοση, ο παραλήπτης/ενδιαφερόμενος μιας ειδοποίησης, επικοινωνίας ή εγγράφου, σαφέστατα λαμβάνει γνώση και δύναται να υπερασπιστεί ή να ασκήσει τα όποια ένδικα μέσα του παρέχονται, όπως εξάλλου έχει επισυμβεί στην προκειμένη περίπτωση, δεν δικαιολογεί ερμηνεία άλλη απ' εκείνη που είναι κρυστάλλινα καθαρή στο μάτι… Ενόψει των πιο πάνω κρίνουμε ότι η εφεσείουσα όφειλε να επιχειρήσει να επιδώσει την επίμαχη ειδοποίηση Τύπου «ΙΑ» με συστημένη επιστολή και μόνον αν τούτο ήταν ανέφικτο να προχωρήσει με τη διαδικασία της ιδιωτικής επίδοσης. Την υποχρέωση επίδοσης της ειδοποίησης τη φέρει ασφαλώς ο ενυπόθηκος δανειστής, ο οποίος συνακόλουθα φέρει και το βάρος να αποδείξει το «ανέφικτο» της δια Νόμου επιβαλλόμενης μεθόδου επίδοσης. Στην προκειμένη περίπτωση κανένα τέτοιο στοιχείο προσκομίστηκε από πλευράς εφεσείουσας. Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι ένας από τους βασικούς λόγους βάσει του οποίου ενδιαφερόμενο πρόσωπο δικαιούται δυνάμει του άρθρου 44Γ να καταχωρήσει έφεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο και να πετύχει παραμερισμό της ειδοποίησης, είναι ακριβώς ότι «η ειδοποίηση δεν έχει δεόντως επιδοθεί» (άρθρο 44Γ(3)(β)).»
Πρόσθετα όμως των πιο πάνω σημειώνω και το ότι η μη ορθή επίδοση της επίδικης ειδοποίησης ΙΑ ως ο νόμος ορίζει με το αρ.44ΙΕ[3], συνιστά, ως άλλωστε είναι κοινώς αποδεκτό, αυτοτελή λόγο για παραμερισμό της συγκεκριμένης ειδοποίησης πέραν και ανεξάρτητα οποιουδήποτε άλλου θέματος τυχόν εγείρεται (βλ. αρ.44Γ(3)(β) Ν.9/65).
Με γνώμονα τα πιο πάνω λοιπόν και λαμβάνοντας υπόψη μου και τα όσα υποστήριξε η πλευρά των εφεσίβλητων με αναφορά στα αδιαμφισβήτητα έγγραφα των Κυπριακών Ταχυδρομείων που αφορούν στο ιστορικό ταχυδρόμησης και της επίδικης ειδοποίησης ΙΑ αλλά και των προηγούμενων ειδοποιήσεων, παρατηρώ τα ακόλουθα.
Υπενθυμίζω κατ’ αρχή ότι σύμφωνα με το Νόμο, η προθεσμία που η εφεσείουσα είχε στη διάθεση της «για καταβολή της πληρωμής προς τον ενυπόθηκο δανειστή» προτού ο τελευταίος «…(να) δύναται να επιδώσει … δεύτερη έγγραφη ειδοποίηση, στην οποία να αναφέρεται ότι το ενυπόθηκο ακίνητο πρόκειται να πωληθεί με πλειστηριασμό…» (αρ.44Γ(1), (2) και (3)), τάσσεται και ενεργοποιείται με την επίδοση της ειδοποίησης τύπου Ι ως ο νόμος προνοεί, δηλαδή, με «…την παράδοση ειδοποίησης ή επικοινωνίας με συστημένη επιστολή, η οποία απευθύνεται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας…του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση ή η επικοινωνία απευθύνεται…και σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό, την ιδιωτική επίδοση τέτοιας ειδοποίησης ή επικοινωνίας σε τέτοιο πρόσωπο…» (αρ.44ΙΕ). Και μόνο όταν ενεργοποιηθεί δεόντως και παρέλθει η συγκεκριμένη προθεσμία και «ο ενυπόθηκος οφειλέτης ή οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της ειδοποίησης…», μπορεί ο ενυπόθηκος δανειστής να επιδώσει στον οφειλέτη τη «…δεύτερη έγγραφη ειδοποίηση» τύπου ΙΑ, η οποία όμως και πάλι θα πρέπει να επιδοθεί ως ο Νόμος προνοεί,.
Στην προκειμένη περίπτωση, έχοντας κατά νου και το δεσμευτικό λόγο της Παντέλα ανωτέρω, προκύπτει ότι η επίδοση της ειδοποίησης Ι που έγινε στους εφεσείοντες, στις 10/02/24, και κατ’ επέκταση ο καθορισμός σ’ εκείνους της προβλεπόμενης προθεσμίας, δεν έγινε με τον τρόπο που προνοεί ο Νόμος, ήτοι το αρ.44ΙΕ, και το ίδιο διαπιστώνεται να ισχύει και σε σχέση με την επίδοση της ίδιας της επίδικης ειδοποίησης ΙΑ στις 02/10/24. Εξηγώ.
Όπως έχω αναφέρει, η μεν ειδοποίηση Ι επιδόθηκε στους εφεσείοντες με ιδιωτική επίδοση στις 10/02/24 ενώ η ειδοποίηση ΙΑ επιδόθηκε με τον ίδιο τρόπο στις 02/10/24. Προηγουμένως, αμφότερες οι εν λόγω ειδοποιήσεις είχαν επιχειρηθεί να αποσταλούν με συστημένο ταχυδρομείο, η μεν ειδοποίηση Ι την 01/02/24, η δε ειδοποίηση ΙΑ την 13/09/24. Σύμφωνα όμως με τα κυπριακά ταχυδρομεία, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που οι ίδιοι εφεσίβλητοι παρουσίασαν, μέχρι και την ημερομηνία που η κάθε ειδοποίηση επιδόθηκε στους εφεσείοντες με ιδιωτική επίδοση, δηλαδή στις 10/02/24 και 02/10/24 αντίστοιχα, αυτή, η ειδοποίηση δηλαδή, βρισκόταν σε κατάσταση «item not delivered/pending delivery – no home delivery – notification issued». Προφανώς οι εφεσίβλητοι θεώρησαν ότι η συγκεκριμένη αναφορά που καταγράφηκε από το ταχυδρομείο στις 10/02/24 για την ειδοποίηση Ι και στις 13/09/24 για την ειδοποίηση ΙΑ ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις του αρ.44ΙΕ ως προς το ανέφικτο της επίδοσης δια ταχυδρομείου και ότι τους νομιμοποιούσε πλέον να προχωρήσουν με ιδιωτική επίδοση της επίδικης ειδοποίησης. Η αναφορά όμως σε «pending delivery» και «notification issued» υποδηλούσε ότι κατά τις εν λόγω ημερομηνίες η παράδοση της κάθε ειδοποίησης ακόμη εκκρεμούσε να γίνει και αυτό ήταν κάτι που επιβεβαιώθηκε και στη συνέχεια από την ρητή καταγραφή που έγινε, στις 05/03/24 για την ειδοποίηση Ι και στις 24/10/24 για την ειδοποίηση ΙΑ, ότι είχε πλέον αποφασιστεί η επιστροφή τους στον αποστολέα τους ως μη παραδοθείσες («unclaimed – item returned to sender»). Είναι θεωρώ ευνόητο ότι για σκοπούς ικανοποίησης του νομοθετικού κριτηρίου του «ανέφικτου» του αρ. 44ΙΕ, η διαφορά μεταξύ του «pending delivery» και του «unclaimed – item returned to sender» αποκτά ιδιαίτερη σημασία ένεκα του ότι στην πρώτη περίπτωση αφήνεται να νοηθεί ότι η παράδοση ενδεχομένως να είναι ακόμη εφικτό να γίνει – άρα δεν ενεργοποιείται το δικαίωμα που προνοεί το αρ.44ΙΕ για ιδιωτική επίδοση - ενώ στη δεύτερη το αντίθετο.
Σημειώνω εδώ ότι δεν έχω παραγνωρίσει ότι ενδέχεται για τα Κυπριακά ταχυδρομεία να μην υπάρχει η ουσιαστική διαφορά που εκ πρώτης όψεως φαίνεται να υπάρχει μεταξύ των δυο αναφορών λόγω του λεκτικού τους. Αυτό όμως δεν είναι κάτι που θα έπρεπε να αποδείξουν οι εφεσείοντες αλλά οι εφεσίβλητοι, οι οποίοι είναι και τα πρόσωπα που υποστηρίζουν ότι στην προκειμένη περίπτωση η αναφορά ότι «item not delivered/pending delivery – no home delivery – notification issued» τους νομιμοποιούσε να προχωρήσουν με ιδιωτική επίδοση της κάθε ειδοποίησης. Από τη στιγμή όμως που καμία μαρτυρία δεν προσφέρθηκε από πλευράς εφεσιβλήτων που να εξηγεί το πώς η αναφορά σε pending delivery συνεπάγεται ότι η παράδοση μέσω ταχυδρομείου ήταν ανέφικτη κατά τις ημερομηνίες που έγινε η ιδιωτική επίδοση ή έστω το ότι η αναφορά σε pending delivery σημαίνει το ίδιο με την αναφορά «unclaimed – item returned to sender, δεν μπορεί να εξαχθεί με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι στην προκειμένη περίπτωση υπήρξε αποτυχημένη παράδοση μέσω συστημένου ταχυδρομείου πριν να επιτευχθεί η ιδιωτική επίδοση της κάθε ειδοποίησης. Άλλωστε, υπό το φως των αναφορών του ταχυδρομείου στις 05/03/24 και 24/10/24 ότι τότε ήταν που αποφασίστηκε όπως η αντίστοιχη ειδοποίηση επιστραφεί στον αποστολέα της ως μη παραδοθείσα, προβάλλει να είναι βάσιμη η θέση των εφεσειόντων ότι δεν είχε αποτύχει ή καταστεί ανέφικτη η παράδοση της κάθε ειδοποίησης μέσω συστημένου ταχυδρομείου μέχρι την ημερομηνία που έγινε η ιδιωτική επίδοση της. Και σίγουρα, ο χρόνος που χρειάζονται τα κυπριακά ταχυδρομεία για να παραδώσουν μια συστημένη επιστολή ή οι εσωτερικές διαδικασίες που αυτά ακολουθούν προτού αποφασίσουν να επιστρέψουν μια συστημένη επιστολή ως μη παραδοθείσα δεν θα πρέπει να επενεργήσει σε βάρος των εφεσειόντων. Αντιθέτως, οι παράγοντες αυτοί είναι τους εφεσίβλητους που θα έπρεπε να απασχολήσουν εφόσον αυτοί είναι που επέλεξαν να προχωρήσουν με ιδιωτική επίδοση ενόσω το ταχυδρομείο ενημέρωνε για την κάθε ειδοποίηση ότι βρισκόταν ακόμη σε κατάσταση «pending delivery – notification issued».
Αναφέρω εδώ ότι οι πιο πάνω επισημάνσεις δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να εκληφθούν ως αποδοχή της θέσης ότι ο παραλήπτης μιας συστημένης επιστολής μπορεί να καθυστερεί (εσκεμμένα) να παραλάβει μια επιστολή ώστε να παρέλθει η προθεσμία που προβλέπει ο Νόμος. Αντιθέτως, μια τέτοια ενέργεια, εκεί και όπου διαπιστώνεται να γίνεται είναι εναντίον του παραλήπτη που θα πρέπει να προσμετρήσει εξ ου και ο νομοθέτης έχει προβλέψει και για τη δυνατότητα υποκατάστατου επίδοσης. Στην προκειμένη όμως περίπτωση, όποιες και να ήταν οι ενέργειες ή η καθυστέρηση των εφεσειόντων, το μεν ταχυδρομείο φαίνεται ν’ άφησε «ανοιχτό» το χρόνο της παράδοσης της κάθε ειδοποίησης, δηλαδή μέχρι και τις 05/03/24 για την ειδοποίηση Ι και μέχρι και τις 24/10/24 για την ειδοποίηση ΙΑ, ενώ οι εφεσίβλητοι φαίνεται να «βιάστηκαν» να τις επιδώσουν με ιδιώτη επιδότη.
Παρά λοιπόν την ικανή αγόρευση των ευπαίδευτων συνηγόρων των εφεσίβλητων, στην προκειμένη περίπτωση προκύπτει ότι στους εφεσείοντες δεν είχε ταχθεί με το δέοντα τρόπο η προβλεπόμενη προθεσμία «για καταβολή της πληρωμής προς τον ενυπόθηκο δανειστή» και κατ’ επέκταση δεν μπορεί να λεχθεί ότι επειδή έληξε η προθεσμία και «…ο ενυπόθηκος οφειλέτης… δεν συμμορφώθηκε με τις απαιτήσεις της ειδοποίησης που του επιδίδεται…ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να επιδώσει…δεύτερη έγγραφη ειδοποίηση (ΙΑ), στην οποία να αναφέρεται ότι το ενυπόθηκο ακίνητο πρόκειται να πωληθεί με πλειστηριασμό…». Με άλλα λόγια διαπιστώνεται ότι η επίδικη ειδοποίηση τύπου ΙΑ αποστάλθηκε πρόωρα, ήτοι «πριν τη λήξη της προθεσμίας για καταβολή της πληρωμής προς τον ενυπόθηκο δανειστή».
Σε κάθε περίπτωση όμως, υπό το φως των λεχθέντων της Παντέλα προκύπτει και ότι οι εφεσίβλητοι δεν επέδωσαν την ειδοποίηση ΙΑ ως ο Νόμος επιβάλλει αφού δεν «…επιχείρησαν να επιδώσουν την επίμαχη ειδοποίηση Τύπου «ΙΑ» με συστημένη επιστολή και μόνον αν τούτο ήταν ανέφικτο να προχωρήσουν με τη διαδικασία της ιδιωτικής επίδοσης» (βλ. Παντελα ανωτέρω).
Εφόσον λοιπόν διαπιστώνεται αφ’ ενός ότι η επίδικη ειδοποίηση ΙΑ επιδόθηκε πρόωρα στους εφεσείοντες και αφ’ ετέρου ότι δεν επιδόθηκε ούτε με τον τρόπο που προνοεί ο Νόμος, και εφόσον τόσο η πρώτη διαπίστωση όσο και η δεύτερη είναι από μόνη της αρκετή για να οδηγήσει σε παραμερισμό της ειδοποίησης (βλ. αρ.44Γ(3)(γ)) αφ’ ενός και Παντέλα ανωτέρω αφ’ ετέρου- «…ένας από τους βασικούς λόγους βάσει του οποίου ενδιαφερόμενο πρόσωπο δικαιούται δυνάμει του άρθρου 44Γ να καταχωρήσει έφεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο και να πετύχει παραμερισμό της ειδοποίησης, είναι ακριβώς ότι «η ειδοποίηση δεν έχει δεόντως επιδοθεί» (άρθρο 44Γ(3)(β))…» - συνάγεται ότι η επίδικη ειδοποίηση ΙΑ θα πρέπει να παραμεριστεί.
Στην βάση όλων των πιο πάνω συνεπώς η αίτηση επιτυγχάνει και η επίδικη ειδοποίηση «Τύπου ΙΑ» που εκδόθηκε από τους εφεσίβλητους στις 08/08/24 ακυρώνεται και παραμερίζεται.
Όσον αφορά τα έξοδα της διαδικασίας αυτά επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον των εφεσίβλητων όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.) ……………………………
Λ. Πασχαλίδης, Α.Ε.Δ.
Πιστόν αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
[1] 44Δ(2) «Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), ο ενυπόθηκος δανειστής επιδίδει ειδοποίηση στον ενυπόθηκο οφειλέτη, κατά τον Τύπο «ΙΒ» του Δεύτερου Παραρτήματος, η οποία δύναται να επιδίδεται είτε πριν από είτε μετά από είτε ταυτόχρονα με την ειδοποίηση κατά τον Τύπο «ΙΑ», αναφέροντας σε αυτήν ότι εντός δέκα (10) ημερών από την επίδοση της ειδοποίησης θα προχωρήσει στο διορισμό εκτιμητή… σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο ο ενυπόθηκος οφειλέτης δεν έχει προβεί στο διορισμό εκτιμητή εντός της καθορισμένης προθεσμίας, ο ενυπόθηκος δανειστής προχωρεί στο διορισμό δύο (2) εκτιμητών για τον καθορισμό της αγοραίας αξίας του ενυπόθηκου ακινήτου:…»
[2] Βλ. μεταγενέστερη ΑΝΔΡΕΑΣ ΙΑΚΩΒΟΥ v. GORDIAN HOLDINGS LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 83/2019, 11/6/2024
[3] «επίδοση» σημαίνει σε κάθε περίπτωση την παράδοση ειδοποίησης ή επικοινωνίας με συστημένη επιστολή, η οποία απευθύνεται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας ή του εγγεγραμμένου γραφείου του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση ή η επικοινωνία απευθύνεται, ή στη σχετική διεύθυνση που είναι καταχωρισμένη σε μητρώο του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, και σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό, την ιδιωτική επίδοση τέτοιας ειδοποίησης ή επικοινωνίας σε τέτοιο πρόσωπο: Νοείται ότι η ιδιωτική επίδοση δύναται να γίνει με οποιονδήποτε τρόπο προβλέπεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, περιλαμβανομένης και της δυνατότητας υποκατάστατης επίδοσης με διάταγμα Δικαστηρίου κατόπιν γενικής αίτησης:
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο