Κώστα Μαρίνου κ.α. ν. Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, Αρ. Αγωγής: 680/2018, 13/5/2025
print
Τίτλος:
Κώστα Μαρίνου κ.α. ν. Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, Αρ. Αγωγής: 680/2018, 13/5/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Α. Σάββα, προσ.Ε.Δ.

ΜΕΤΑΞΥ:

           Αρ. Αγωγής: 680/2018

 

1.    Κώστα Μαρίνου, εκ Λάρνακας

2.    Αικατερίνης Μαρίνου, εκ Λάρνακας

Ενάγοντες

και

 

Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ

Εναγόμενης

 

Αίτηση Εναγομένης ημερομηνίας 18/12/2024 για τροποποίηση της Υπεράσπισης

 

Ημερομηνία: 13/5/2025

Για Εναγόμενη- Αιτήτρια: κ.κ. ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Δ.Ε.Π.Ε.

Για Ενάγοντες 1 και 2- Καθ’ ων η Αίτηση: κ. ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ Ν. ΜΑΤΘΑΙΟΥ

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ι. Εισαγωγή- Η Αίτηση:

 

1.         Από το φάκελο της πιο αγωγής  στον οποίο έχω ανατρέξει, αφού άλλωστε αυτό καθίσταται επιτρεπτό (βλ. Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ ν. Χαρίδη (2011) 1 Α.Α.Δ. 825) προκύπτει το ακόλουθο ιστορικό:

 

     Η παρούσα αγωγή καταχωρίστηκε με ειδικό οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα στις 15/6/2018.

     Η Υπεράσπιση των Εναγομένων καταχωρίστηκε στις 5/9/2018.

     Η Κλήση για Οδηγίες των Εναγόντων καταχωρίστηκε στις 9/10/2018.

     Σχετικό Παράρτημα 25 από την Εναγόμενη καταχωρίστηκε στις 7/12/2018.

     Οι Ενάγοντες καταχώρισαν ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων στις 18/2/2019 και ακολούθως κατάλογο μαρτύρων και σύνοψη μαρτυρίας στις 19/2/2019.

     Η Εναγόμενη καταχώρισε ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων στις 20/3/2019 και ακολούθως κατάλογο μαρτύρων και σύνοψη μαρτυρίας στις 21/3/2019.

 

2.         Με την παρούσα αίτηση η Εναγόμενη αιτείται:

“Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου διατάττον την τροποποίηση της Έκθεση Υπεράσπισης της εναγόμενης.

 

Β. Διάταγμα του Δικαστηρίου διατάττον την τροποποίηση της Έκθεση Υπεράσπισης της εναγόμενης ως ακολούθως:

(α) Δια της προσθήκης μετά την παράγραφο 7 της Έκθεσης Υπεράσπισης ως παραγράφου 8 της ακόλουθης παραγράφου «Περαιτέρω είναι η θέση της εναγόμενης ότι την 26/08/2015 οι ενάγοντες 1 και 2 υπέγραψαν έγγραφο με τίτλο Τερματισμός Συμφωνίας. Σύμφωνα με το εν λόγο έγγραφο οι ενάγοντες την 26/08/2015 κένωσαν το χρηματοκιβώτιο (θυρίδα που είχαν ενοικιάσει από την εναγόμενη με βάση την συμφωνία ημερ. 14/06/2013 και παρέλαβαν το περιεχόμενο του»

(β) Δια της προσθήκης μετά την νέα παράγραφο 8 ως παραγράφου 9 της ακόλουθης παραγράφου: «οι ενάγοντες υπέγραψαν το έγγραφο με τίτλο Τερματισμός Συμφωνίας ημερ. 26/08/2015 χωρίς καμία επιφύλαξη και επομένως εμποδίζονται λόγω κωλύματος (estopel) δημιουργούμενου δια συμπεριφοράς και/ή δια συμπεριφοράς και εγγράφων τα οποία υπέγραψαν να εγείρουν την παρούσα αγωγή αξιώνοντας αποζημιώσεις από την εναγόμενη»

(γ) Δια της αναρίθμισης της παραγράφου 8 της Έκθεσης Υπεράσπισης σε 10

(δ) Δια της αναρίθμισης της παραγράφου 9 της Έκθεσης Υπεράσπισης σε 11

(ε) Δια της αναρίθμισης της παραγράφου 10 της Έκθεσης Υπεράσπισης σε 12

(ζ) Δια της αναρίθμισης της παραγράφου 11 της Έκθεσης Υπεράσπισης σε 13

(η) Δια της αναρίθμισης της παραγράφου 12 της Έκθεσης Υπεράσπισης σε 14

(θ) Δια της αναρίθμισης της παραγράφου 13 της Έκθεσης Υπεράσπισης σε 15

(ι) Δια της αναρίθμισης της παραγράφου 4 της Έκθεσης Υπεράσπισης σε 16

 

Γ. Οποιανδήποτε άλλη θεραπεία κρίνει εύλογη και δίκαιη το Δικαστήριο.

Δ. Έξοδα, πλέον Φ.Π.Α.”

 

3.         Η νομική βάση της αίτησης στηρίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας (“ΘΠΔ”) Δικονομίας Δ.48 Θ.1-9, Δ.20 Θ.1-5, Δ.25 Θ.1-6, Δ.98, Θ.1-13, Δ.12 Θ. 1-10, Δ.19 Θ.1-27, Δ.21 Θ.1-15, Δ.10 Θ.1-12, Δ.11 Θ.1-4 καθώς και επί των συμφυών εξουσιών του Δικαστηρίου.

 

4.         Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση υπαλλήλου στην υπηρεσία της Κυπριακής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, η οποία ως αναφέρει είναι κατά 100% θυγατρική εταιρεία της Εναγόμενης (στο εξής η “Ε/Δ ΒΝ”). Συνοπτικά η Ε/Δ ΒΝ αναφέρει ότι περί τα τέλη Νοεμβρίου αρχές Δεκεμβρίου του 2024 κατόπιν ενδελεχούς μελέτης διαπιστώθηκε ότι εκ παραδρομής ή/και εξ αβλεψίας ή/και εκ καλόπιστου λάθους δεν συμπεριλήφθηκαν βασικοί ισχυρισμοί της Εναγόμενης που θα βοηθήσουν την Εναγόμενη στην υπεράσπιση της θέσης της. Περαιτέρω, η ομνύουσα αναφέρει ότι το εν λόγω λάθος διαπιστώθηκε πρόσφατα και η υπό κρίση αίτηση υποβάλλεται το συντομότερο. Αναφέρει δε ότι η έγκριση της υπό κρίση αίτησης είναι προς το συμφέρον της ορθής απονομής της δικαιοσύνης καθότι με τη τροποποίηση θα τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα γεγονότα. Αναφέρει δε ότι δεν προκαλείται ζημιά στους Ενάγοντες η οποία δεν μπορεί να θεραπευτεί με τη κατάλληλη διαταγή για έξοδα.

 

ΙΙ. Η Ένσταση:

 

5.         Οι Ενάγοντες/ Καθ’ ων η Αίτηση με την ένσταση τους προβάλλουν 10 λόγους με τους οποίους υποστηρίζουν την απόρριψη της αίτησης. Ειδικότερα οι λόγοι ένστασης είναι οι ακόλουθοι:

     Η αίτηση καταχωρίθηκε σε πολύ καθυστερημένο στάδιο και με αδικαιολόγητη καθυστέρηση και έξι και πλέον χρόνια μετά την καταχώρηση υπεράσπισης την 5.9.2018.

     Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της Δ.25 Θ. 1(3).

     Τα δεδομένα των οποίων επιχειρείται η προσθήκη ήταν υπαρκτά κατά την λήψη των οδηγιών για καταχώριση υπεράσπισης και κατά την καταχώρηση της υπεράσπισης.

     Ο ισχυρισμός περί καλόπιστου λάθους, που σε κάθε περίπτωση δεν είναι παραδεκτός, παρατίθεται διαζευκτικά, περαιτέρω δε οι ισχυρισμοί των οποίων ζητείται η προσθήκη δεν αποτελούν σε καμιά περίπτωση καλόπιστο λάθος, ούτε μικρές ή τυπογραφικές παραλείψεις.

     Δεν παρέχεται καμία και/ή ικανοποιητική εξήγηση για την καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης.

     Η παρούσα αίτηση γίνεται κακή τη πίστη (Μala Fide) καθότι τα γεγονότα που υποστηρίζουν την αίτηση τροποποίησης ήταν γνωστά στην Αιτήτρια από το 2015 τουλάχιστον και αφού η υπόθεση ορίστηκε επανειλημμένα από το Δικαστήριο.

     Τυχόν έγκριση της αίτησης θα ζημιώσει ανεπανόρθωτα τα δικαιώματα των Καθ’ ων η αίτηση καθότι πρόκειται για υπόθεση του 2018 η οποία εμπίπτει στον κατάλογο των αγωγών backlog, η εκδίκαση της οποίας θα ξεκινούσε και σε περίπτωση τροποποίησης θα προκληθεί τεράστια καθυστέρηση.

     Η καταπάτηση του συνταγματικού δικαιώματος των Καθ' ων η αίτηση για την εκδίκαση της υπόθεσης εντός εύλογου χρόνου δεν μπορεί να αποζημιωθεί μόνο με διαταγή ως προς τα έξοδα.

     Η Αιτήτρια δεν νομιμοποιείται στην καταχώριση της αίτησης.

     Δεν λήφθηκε προηγουμένως η άδεια του Δικαστηρίου σύμφωνα με τις πρόνοιες των Περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικών) (Τροποποιητικών) (Αρ. 1) Διαδικαστικών Κανονισμών του 2022.

 

6.         Η ένσταση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Ενάγοντα 1 (“Ε/Δ ΚΜ), στην οποία επαναλαμβάνονται οι λόγοι ένστασης.

 

7.         Κατά την ακροαματική διαδικασία της υπό κρίση αίτησης, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι και των δύο πλευρών υιοθέτησαν τις γραπτές αγορεύσεις τις οποίες ετοίμασαν προς διευκόλυνση του Δικαστηρίου και καμία πλευρά δεν ζήτησε αντεξέταση των ενόρκων δηλούντων. Έχω μελετήσει το περιεχόμενο των γραπτών αγορεύσεων και θα αναφερθώ σε αυτές στη συνέχεια όπου κρίνω σκόπιμο.

 

ΙΙΙ. Νομική Πτυχή - Εξέταση της υπό κρίση Αίτησης:

 

8.         Ενόψει του ότι η Αγωγή καταχωρίστηκε στις 15/6/2018 διέπεται από τις διατάξεις των περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικοί) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2022 (35/2022) (στο εξής οι “Κανονισμοί”). Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2, οι Κανονισμοί αφορούν όλες τις εκκρεμούσες υποθέσεις που καταχωρίστηκαν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου, 2021 και στις οποίες δεν έχει κατά την ημερομηνία δημοσίευσης των Κανονισμών αρχίσει επί της ουσίας η ακροαματική διαδικασία.

 

9.         Ο Κανονισμός 4 προνοεί τα εξής:

 

“Για όλες τις υποθέσεις μεταξύ των πιο πάνω ετών για τις οποίες υπάρχει ήδη ορισμένη ημερομηνία έναρξης της ακροαματικής διαδικασίας ή που έχουν οριστεί για οποιονδήποτε σκοπό ενώπιον του Δικαστηρίου, δεν επιτρέπεται, χωρίς την προηγούμενη άδεια του δικαστηρίου, η καταχώριση οποιασδήποτε ενδιάμεσης αίτησης. Το αίτημα για άδεια τίθεται προφορικώς ενώπιον του δικαστηρίου προς έγκριση ή απόρριψη αναλόγως της περιπτώσεως. Εναπόκειται στο δικαστήριο να εξετάσει το αίτημα για να δώσει όλες τις πρέπουσες οδηγίες ή/και να αποφασίσει ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.”

(η έμφαση έχει προστεθεί)

 

10.      Από το λεκτικό του Κανονισμού 4 προκύπτει ότι για να καταχωριστεί οποιαδήποτε ενδιάμεση αίτηση σε υπόθεση που εμπίπτει στην κατηγορία των καθυστερημένων υποθέσεων απαιτείται προηγουμένως η άδεια του Δικαστηρίου. Η παροχή τέτοιας άδειας εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Μια ενδιάμεση αίτηση καταχωρείται και προωθείται μόνο εφόσον πρώτα το Δικαστήριο εγκρίνει σχετικό αίτημα που υποβληθεί ενώπιον του και δώσει άδεια γι’ αυτό. Η πρόθεση για καταχώριση ενδιάμεσης αίτησης εκδηλώνεται με την υποβολή προφορικού αιτήματος ενώπιον του Δικαστηρίου, το οποίο και το εξετάζει. Κριτήριο της κρίσης του Δικαστηρίου αποτελεί το συμφέρον της δικαιοσύνης.

 

11.      Το ερώτημα που καλείται το Δικαστήριο να απαντήσει στη παρούσα περίπτωση είναι κατά πόσο ενώπιον του έχει τεθεί αίτημα από την Εναγόμενη/Αιτήτρια, για να της δοθεί άδεια να προχωρήσει με τη καταχώριση αίτησης τροποποίησης του δικογράφου της, αν ο συνήγορος των Εναγόντων έχει τοποθετηθεί στο Δικαστήριο επί του αιτήματος και εάν το Δικαστήριο έχει αποφασίσει στη βάση των όσον είχαν λεχθεί ενώπιον του. Το λεκτικό του Κανονισμού 4 είναι ξεκάθαρο ότι  η χορήγηση τέτοιας άδειας εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, το οποίο εξετάζει το αίτημα που υποβάλλεται με γνώμονα το συμφέρον της δικαιοσύνης δίδοντας προς επίτευξη του σκοπού αυτού δέουσες οδηγίες. Η παροχή άδειας απαιτείται για κάθε καθυστερημένη υπόθεση που είναι ορισμένη είτε για ακρόαση είτε για οποιονδήποτε άλλο σκοπό. Παράλληλα όταν εξετάζεται το συμφέρον της δικαιοσύνης δύναται να ληφθεί υπόψη και ο Κανονισμός 60.2 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, ο οποίος αναφέρει ότι σε περιπτώσεις που το Δικαστήριο ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια σε διαδικασίες που ξεκίνησαν πριν να τεθούν σε ισχύ οι εν λόγω κανονισμοί, το Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη του το πρωταρχικό σκοπό και το καθήκον διαχείρισης υποθέσεων όπως αυτά αναφέρονται στο Μέρος 1.

 

12.      Στρεφόμενη τώρα στην παρούσα αίτηση και ειδικότερα ως προς το κατά πόσο λήφθηκε άδεια πριν την καταχώριση της υπό κρίση αίτησης, στρέφομαι στα όσα διεξήχθησαν κατά τις 18/12/2024 ημερομηνία που ήταν ορισμένη η παρούσα υπόθεση. Το Δικαστήριο επιλήφθηκε της υπόθεσης στη βάση περιεχομένου ηλεκτρονικών μηνυμάτων που αποστάληκαν από τους συνηγόρους των διαδίκων με βάση τον περί Ηλεκτρονικής Δικαιοσύνης (Ηλεκτρονική Επικοινωνία) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2021, 16/2021. Ειδικότερα, στις 16/12/2024 στάληκε ηλεκτρονική μήνυμα προς το Δικαστήριο από το γραφείο του συνηγόρου των Εναγόντων στην οποία ανέφερε: “Έχω ενημερωθεί από την κ Κώστα ότι μέχρι την Τετάρτη θα καταχωρηθεί αίτηση για τροποποίηση. Επομένως παρακαλώ όπως παραμείνει για οδηγίες σε σύντομο χρονικό διάστημα για να εξετάσουμε την αίτηση. (...)”. Ακολούθως ο συνήγορος της Εναγομένης ανέφερε με απαντητικό ηλεκτρονικό μήνυμα: “Στην εν λόγω υπόθεση προτιθέμεθα να καταχωρήσουμε αίτηση τροποποίησης πριν την ημέρα της ακρόασης. Ως εκ τούτου παρακαλώ η αγωγή οριστεί για οδηγίες νέα ημερομηνία ώστε να επιδοθεί η αίτηση στην άλλη πλευρά και να τοποθετηθεί.” Το πρακτικό του Δικαστηρίου ημερομηνίας 18/12/2024 αναφέρει “Η Αγωγή ορίζεται για οδηγίες στις 11.02.25 στις 09:00. Έξοδα στην πορεία.»

 

13.      Αυτό που προκύπτει από το πρακτικό ημερομηνίας 18/12/2024 και τη σχετική ηλεκτρονική αλληλογραφία των μερών προς διεκπεραίωση της εν λόγω εμφάνισης είναι ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος της Εναγομένης- Αιτήτριας ενημέρωσε περί της προθέσεώς του για καταχώριση της υπό εκδίκαση αίτησης, ουδέποτε προέβη σε αίτημα ως προνοούν οι Κανονισμοί και προχώρησε στην καταχώριση της αίτησης χωρίς να λάβει σχετική άδεια. Η παράλειψη λήψης της προηγούμενης άδειας του Δικαστηρίου σφραγίζει και τη τύχη της υπό κρίση αίτησης, σε απόρριψη.

 

14.      Παρά το ότι η πιο πάνω κατάληξη μου είναι καθοριστική ως προς το αποτέλεσμα της αίτησης ακόμη και στην ουσία η υπό κρίση αίτηση δεν θα μπορούσε να έχει διαφορετική κατάληξη, ως αναφέρω πιο κάτω.

 

15.      Ως εμφαίνεται από το περιεχόμενο τόσο της υπό κρίση αίτησης, όσο και τους ισχυρισμούς που αναπτύχθηκαν μέσω της γραπτής αγόρευσης των συνηγόρων της Αιτήτριας, η υπό κρίση αίτηση βασίζεται κυρίως στη Δ.25 ΘΠΔ.

 

16.      Η παρούσα αγωγή καταχωρίθηκε στις 18/12/2024 και λαμβάνοντας υπόψη τα όσα αναφέρονται στην Δ.30 θ.11 ΘΠΔ εφαρμόζεται η Δ.25 ΘΠΔ ως αυτή τροποποιήθηκε με την έκδοση του περί Πολιτική Δικονομίας (Τροποποιητικού) (Αρ.2) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2015.

 

17.      Η τροποποιημένη Δ.25 ΘΠΔ καθορίζει με λεπτομέρεια σε ποιο στάδιο της διαδικασίας και υπό ποιές προϋποθέσεις μπορεί να γίνει τροποποίηση ενός δικογράφου.

 

18.      Η υπό κρίση αίτηση έχει καταχωριθεί μεταγενέστερα της έκδοσης της κλήσης οδηγιών των Εναγόντων  (9/10/21018) συνεπώς σχετικές είναι οι πρόνοιες της Δ.25 θ.1(3) και θ.5, τις οποίες παραθέτω αυτούσιες:

 

“1 (...)(3) Μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ως προνοείται από τη Διαταγή 30, ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται με εξαίρεση το εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, και τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης.

 

5. Το Δικαστήριο μπορεί σε οποιοδήποτε χρόνο και με τέτοιους όρους ως προς τα έξοδα ή άλλως, ως θα έκρινε δίκαιο, να τροποποιήσει οποιοδήποτε ελάττωμα ή λάθος σε οποιαδήποτε διαδικασία, όλες δε οι αναγκαίες τροποποιήσεις θα πρέπει να γίνονται με σκοπό τον καθορισμό του πραγματικού ζητήματος ή επίδικου θέματος, το οποίο εγείρεται από ή κατά τη διαδικασία.”

 

19.      Το λεκτικό της Δ.25 θ.1(3) είναι ξεκάθαρο και αυστηρό. Μετά την έκδοση της κλήσης για οδηγίες ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται εκτός δύο περιπτώσεων: (1) όπου αποκαλύπτεται εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας; και (2) όπου έχουν προκύψει γεγονότα τα οποία δεν ήταν υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για την έγερση αγωγής ή καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας.

 

20.      Ως εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η δυνατότητα τροποποίησης δικογράφου αλλά και η φιλελεύθερη προσέγγιση που είχε καθιερωθεί με την ισχύουσα νομολογία πριν την τροποποίηση της Δ.25 ΘΠΔ έχει πλέον περιοριστεί και η εξουσία πλέον του Δικαστηρίου δεν είναι τόσο ευρεία όπως παλαιότερα (βλ. Arizona Trading Ltd ν. Μοντεξύλ Λτδ, Αρ. Αγωγής: 15/17, 31/5/2018, ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΒΡΑΑΜΙΔΗΣ ν. ΣΠΥΡΟΣ ΑΡΟΤΗΣ - ΕΛΕΝΑ ΑΡΟΤΑ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ, Αρ. Αγωγής: 41/15, 11/5/2016).

 

21.      Ανεξαρτήτως των πιο πάνω οι νομολογιακές αρχές οι οποίες καθιερώθηκαν στο πλαίσιο της Δ.25 ΘΠΔ πριν την τροποποίηση μπορούν να χρησιμοποιηθούν γενικά  ως προς το πλαίσιο της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου για παραχώρηση άδειας τροποποίησης, με κυρίαρχο στοιχείο και γνώμονα πάντα το συμφέρον της δικαιοσύνης (βλ. ΜΑΚΗΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ ν. ΑΥΓΗΣ Π. ΜΑΘΗΚΟΛΩΝΗ - ΠΟΥΡΓΟΥΡΙΔΟΥ, ΄Εφεση Αρ. 5/2016, 15/2/2018, IKOS CIF LTD ν. Martin Coward και Άλλων (2014) 1 ΑΑΔ 663, Χρίστου ν. Αζά (1992) 1 Α.Α.Δ. 704, Federal Bank of Lebanon (SAL) v. Ν. Σιακόλα (1999) 1 (Α) Α.Α.Δ. 44, Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation (1989) 1 (E) A.A.Δ. 33,Astor Manu-facturing & Exporting Co κ.α. v. A&G Leventis & Company (Nigeria) Ltd κ.α. (1993) 1 Α.Α.Δ. 726, SABA & Co. (T.M.B) v. T.M.P. Agents (1994) 1 A.A.Δ. 426, Ταξί Κυριάκος Λτδ ν. Παύλου (1995) 1 Α.Α.Δ. 560, Associated Leisure Ltd v. Associated Newspapers Ltd (1970) 2 All E.R. ).

 

22.      Στην προκειμένη περίπτωση η Αιτήτρια στηρίζει την αίτηση της στην περίπτωση όπου σύμφωνα με την Δ.25 θ.1(3) ΘΠΔ επιτρέπεται η τροποποίηση ενός δικογράφου μετά την έκδοση της κλήσης για οδηγίες όπου αποκαλύπτεται εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας.

 

23.      Ως αναφέρεται ανωτέρω στην Ε/Δ ΒΝ, η ομνύουσα αναφέρει ότι περί τα τέλη Νοεμβρίου αρχές Δεκεμβρίου 2024 κατά τη προετοιμασία της υπόθεσης για την ακρόαση που ήταν ορισμένη 18/12/2024 κατόπιν περαιτέρω και ενδελεχούς μελέτης διαπιστώθηκε ότι εκ παραδρομής ή/και αβλεψίας ή/και εκ καλόπιστου λάθους δεν συμπεριλήφθηκαν βασικοί ισχυρισμοί της Εναγόμενης που θα βοηθήσουν στην υπεράσπιση της θέσης της. Οι Καθ’ ων η Αίτηση παραθέτουν στην ένσταση και την ένορκη δήλωση που την υποστηρίζει λεπτομερώς τη δική τους εκδοχή ότι ο ισχυρισμός περί καλόπιστου λάθους ο οποίος δεν είναι αποδεκτός παρατίθεται διαζευκτικά και ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί που επιζητούνται να προστεθούν δεν αποτελούν καλόπιστο λάθος, ούτε μικρές ή τυπογραφικές παραλείψεις. 

 

24.      Μελετώντας τη Διαταγή 25 θ.1(3) ΘΠΔ, προκύπτει πως το λεκτικό της ίδια της διαταγής δεν αφήνει περιθώρια ερμηνείας της φράσης “καλόπιστο λάθος” που να επιτρέπει τη προσθήκη ισχυρισμών γνωστών στο διάδικο που επιδιώκει τη τροποποίηση.

 

25.      Παραθέτω πιο κάτω πρωτόδικες αποφάσεις, οι οποίες αν και δεν είναι δεσμευτικές για το παρόν Δικαστήριο, ακολουθούν ουσιαστικά την ίδια γραμμή, ότι η εξαίρεση του καλόπιστου λάθους δεν περιλαμβάνει την προσθήκη νέων ισχυρισμών. Ως προκύπτει και πιο κάτω καλόπιστο λάθος διαπιστώνεται εάν με την τροποποίηση επιδιώκεται η διόρθωση μιας μικρής παράλειψης ή ασάφειας.

 

26.      Ενδεικτική επί του ζητήματος είναι η απόφαση Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Λεμεσού Λίμιτεδ ν. Χλόης Ιωάννου Νεοφύτου κ.α., Αρ. Αγωγής 911/2016, Ε.Δ. Λεμεσού, ημερομηνίας 28.7.2017 της Ρ. Λιμνατίτου, Π.Ε.Δ. (ως ήταν τότε). Στην εν λόγω υπόθεση ο αιτητής επικαλέστηκε το καλόπιστο λάθος και/ή την αβλεψία λόγω αλλαγής του δικηγόρου του. Παραθέτω αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα όπου κρίθηκε ότι το εν λόγω γεγονός δεν μπορούσε να αποτελέσει λόγο για έγκριση του αιτήματος:

 

Τόσο το περιεχόμενο της προτεινόμενης Έκθεσης Υπεράσπισης όσο και της Ανταπαίτησης δεν μπορεί να αφορούν καλόπιστο λάθος κατά τη σύνταξη της Έκθεσης Υπεράσπισης αφού με την αίτηση επιζητείται μια ριζική τροποποίηση. Καλόπιστο λάθος θα ήταν μια μικρή παράλειψη ή ασάφεια και όχι προσθήκη ισχυρισμών σε τέτοια έκταση.

 

Ούτε όμως και ως νέα γεγονότα μπορεί να χαρακτηριστούν τα όσα ζητείται να προστεθούν αφού οι εναγόμενοι ανέφεραν όπως ο ίδιος ο ενόρκως δηλών αναφέρει, τα γεγονότα στον πρώτο δικηγόρο τους όταν τον επισκέφθηκαν και του παρέδωσαν όλα τα σχετικά έγγραφα.

 

Η ανάγκη για τροποποίηση προέκυψε όπως φαίνεται μέσα από την ένορκη δήλωση μετά που ο νέος δικηγόρος των εναγομένων ανέλαβε την υπόθεση και εισηγήθηκε την τροποποίηση με τον τρόπο που περιλαμβάνεται στην αίτηση και όπως ο ίδιος την επιθυμεί. Είναι η κρίση μου ότι τα πιο πάνω δεν μπορεί να ερμηνευθούν ως οι προϋποθέσεις της Δ.25 θ. 1(3). Οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία εκτός από την αυστηρή ερμηνεία της Διαταγής όπως αναφέρω πιο πάνω, θα ήταν αντίθετη τόσο με το γράμμα όσο και με το πνεύμα και τον σκοπό της Δ.25 και ιδιαίτερα το θ.1(3) που αφορά την παρούσα υπόθεση.

 

Ως εκ τούτου και για τους λόγους που αναφέρω πιο πάνω, κρίνω ότι η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.”

(η έμφαση έχει προστεθεί)

 

27.      Κατατοπιστική επί του θέματος είναι επίσης και η απόφαση του Παπαμιχαήλ Π.Ε.Δ. (ως ήταν τότε), στην υπόθεση AstroBank Limited πρώην (Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ) ν. Νικόλας Χρυσοστόμου, Αρ. Αγωγής: 1688/16, 8/2/2018,  όπου προωθήθηκε αίτημα τροποποίησης αφού είχε ολοκληρωθεί το στάδιο της αποκάλυψης εγγράφων και της σύνοψης μαρτυρίας. Παραθέτω αυτούσιο σχετικό απόσπασμα:

 

“Καλόπιστο λάθος θα μπορούσε να διαπιστωθεί εάν με την τροποποίηση επιδιωκόταν η διόρθωση μιας μικρής παράλειψης ή ασάφειας. Ο Αιτητής στην παρούσα περίπτωση δεν επιδιώκει να διορθώσει μια μικρή παράλειψη ή ασάφεια αλλά επιδιώκει να εισάξει ανταπαίτηση μετά την πάροδο μεγάλου χρονικό διαστήματος, αφού καταχώρησε ένορκη δήλωση αποκάλυψης, σύνοψη μαρτυρίας και ονομαστικό κατάλογο μαρτύρων, εντελώς καταχρηστικά και προς εξυπηρέτηση προφανώς αλλότριων σκοπών.

 

Σε περίπτωση που εκ παραδρομής και/ή αβλεψίας και/ή λάθους δεν συμπεριλήφθηκε κατά τη σύνταξη της υπεράσπισης η ανταπαίτηση του Εναγόμενου αυτό προφανώς θα εγίνετο άμεσα αντιληπτό όταν ο εναγόμενος και/ή οι δικηγόροι του έλαβαν οδηγίες από το Δικαστήριο να καταχωρήσουν ένορκη δήλωση αποκάλυψης, πολύ δε περισσότερο όταν εκλήθησαν να καταθέσουν στο Δικαστήριο ονομαστικό κατάλογο μαρτύρων και σύνοψη της μαρτυρίας προς απόδειξη των ισχυρισμών τους που περιλαμβάνονται στην υπεράσπιση.

 

Στην προκειμένη περίπτωση δεν διαπιστώνεται κατά συνέπεια καλόπιστο λάθος όταν τουλάχιστον σε 3 περιπτώσεις ο ίδιος ο Εναγόμενος αποσαφηνίζει στο Δικαστήριο ποια είναι η υπόθεση του και πού στηρίζει την υπεράσπιση του χωρίς να κάνει μνεία για την ύπαρξη ανταπαίτησης.”

 

 

28.      Επιπλέον στην υπόθεση ΑΝΔΡΕΑΣ ΙΑΚΩΒΟΥ ν. CNP ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΛΤΔ κ.α., Αρ. Αγωγής: 2743/2016, 31/3/2023, υπό Χ-Μ Καραπατάκη, Ε.Δ., αναφέρθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:

 

“Στρεφόμενος στην εξέταση της πρώτης εξαίρεσης για να επιτραπεί η τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης ως τα αιτητικά της υπό κρίση αίτησης, ήτοι αυτή του εκ παραδρομής καλόπιστου λάθους κατά την σύνταξη της δικογραφίας, αρκεί να αναφέρω ότι η προσέγγιση που υιοθετείται από τους έντιμους προέδρους την οποία και υιοθετεί το Δικαστήριο τούτο είναι ότι εκ του λεκτικού της νέας Δ.25 σε συνδυασμό με την αυστηρότητα που έχει εισαχθεί με την τροποποίησή της, η έννοια του καλόπιστου λάθους δεν περιορίζεται μόνο στην έλλειψη κακής πίστης, αλλά αφορά σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου υπάρχει μια εκ παραδρομής μικρή παράλειψη ή ασάφεια κατά την σύνταξη του δικογράφου και όχι η προσθήκη ισχυρισμών στην έκταση που επιχειρείται να γίνει με την υπό κρίση αίτηση.”

(η έμφαση έχει προστεθεί)

 

29.      Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, στη προκειμένη περίπτωση ο ισχυρισμός του καλόπιστου λάθους προβάλλεται στην Ε/Δ ΒΝ με τρόπο γενικό, αόριστο και μάλιστα διαζευκτικό. Επιπλέον η Αιτήτρια με την αιτούμενη τροποποίηση επιχειρεί να προσθέσει βασικούς ισχυρισμούς στην έκταση που μεταβάλλεται η θέση της Υπεράσπισης (βλ. παρα. 4 της Ε/Δ ΒΝ), γεγονός το οποίο δεν είναι επιτρεπτό.

 

30.      Αναφορικά με τον λόγο ένστασης (α), ήτοι ότι η Αίτηση καταχωρίστηκε με αδικαιολόγητη καθυστέρηση, καθοδηγητική είναι η υπόθεση  IKOS CIF LTD v Coward κ.α., ECLI:CY:AD:2014:A205, Πολιτικές Εφέσεις αρ. 137/2013 και 138/2013, απόφαση ημερομηνίας 20/3/2014, στην οποία λέχθηκαν σχετικά τα εξής:

 

Η όποια καθυστέρηση δεν πρέπει να εξετάζεται μεμονωμένα από απόψεως μόνο χρονικής διάστασης, αλλά θα πρέπει να συναρτάται με άλλους παράγοντες, όπως για παράδειγμα την ανυπαρξία καλής πίστης. Τροποποίηση μπορεί να επιτραπεί, ασχέτως εάν επιδείχθηκε αμέλεια και καθυστέρηση από διάδικο, αν αυτό απαιτεί το συμφέρον της δικαιοσύνης.  Όπως ήδη έχει καταγραφεί, τελικά ο κρίσιμος παράγοντας είναι η ανάγκη για προσδιορισμό των επίδικων θεμάτων και η διατύπωση των θέσεων των διαδίκων (Χριστοδούλου v. Χριστοδούλου, (1991) 1 Α.Α.Δ. 934, Ταξί Κυριάκος Λτδ v. Ανδρέα Παύλου, (1995) 1 Α.Α.Δ. 560, Astor Manufacturing & Exporting Co κ.α. v. A.G. Leventis κ.α., (1993) 1 Α.Α.Δ. 726, SABA & Co. (T.M.P.) v. T.M.P. Agents, (1994) 1 A.A.Δ. 426, Ιωάννης Νικολάου v. Ζωής Μυλτιάδους κ.ά, (2007) 1 Α.Α.Δ. 1005).”

(η έμφαση έχει προστεθεί)

 

31.      Σχετική είναι επίσης και η υπόθεση Astor Co κ.ά. ν. A & G Leventis Ltd κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 726 όπου αναφέρεται:

 

“Ο παράγοντας χρόνος είναι σχετικός.  Δεν είναι όμως εκ προοιμίου και απαρέγκλιτα αποφασιστικής σημασίας. Το ίδιο ισχύει για τον κάθε ένα από τη σειρά των παραγόντων που η νομολογία καθιέρωσε ως διαδραματίζοντας ρόλο. Η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου ασκείται αφού συνυπολογιστούν τα σχετικά στο πλαίσιο των ιδιαιτεροτήτων της κάθε υπόθεσης.”

 

32.      Ένας από τους παράγοντες που συνυπολόγισε το παρόν Δικαστήριο στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής του εξουσίας είναι το γεγονός ότι δεν προβάλλεται κανένας βάσιμος λόγος που να αιτιολογεί επαρκώς την καθυστέρηση στην καταχώριση της υπό εξέταση αίτησης τροποποίησης. Η Ε/Δ ΒΝ αναφέρει γενικά και αόριστα ότι η αίτηση υποβάλλεται σε σύντομο χρόνο αφού το εν λόγω λάθος διαπιστώθηκε μόλις πρόσφατα, ήτοι το 2024. Η τροποποίηση που ζητείται από την Αιτήτρια σχετίζεται γύρω από το έγγραφο με τίτλο Τερματισμός Συμφωνίας ημ.26/8/2015 και τις νομικές συνέπειες αυτού. Από το φάκελο της υπόθεσης διαπιστώνεται ότι το έγγραφο με τίτλο Τερματισμού Συμφωνίας ημ.26/8/2015 είχε δηλωθεί ως ένα από τα έγγραφα που έχει στη κατοχή της η Αιτήτρια, με την ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων σχετικών με τα επίδικα θέματα, η οποία καταχωρίστηκε στις 20/3/2019. Σημειώνω δε ότι την ίδια περίοδο η Αιτήτρια κατάρτησε σχετικό κατάλογο μαρτύρων και σύνοψη μαρτυρίας για σκοπούς της ακροαματικής διαδικασία της παρούσας αγωγής τον οποίο καταχώρισε στις 21/3/2019. Συνεπώς θεωρώ ότι η Αιτήτρια δεν έδειξε τα απαιτούμενα δικονομικά αντανακλαστικά και δεν ενήργησε με την απαιτούμενη σπουδή, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την παλαιότητας της υπόθεσης και το γεγονός ότι είχε τροχιοδρομηθεί η ακρόαση της, παράγοντας ο οποίος συνυπολογίζεται κατά την ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.

 

33.      Για τους προαναφερόμενους λόγους, η υπό κρίση αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει ούτε επί της ουσίας της.

 

34.      Με την ανωτέρω κατάληξή μου, θεωρώ ότι η ενασχόληση του Δικαστηρίου με οτιδήποτε άλλο προβλήθηκε στην υπό κρίση αίτηση και ένσταση παρέλκει.

 

ΙV. ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

35.      Υπό το φως των ανωτέρω κρίνω ότι η υπό κρίση Αίτηση είναι έκθετη σε απόρριψη και συνακόλουθα απορρίπτεται.

 

36.      Σε σχέση με τα έξοδα της υπό κρίση Αίτησης, δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον μου το οποίο να δικαιολογεί απόκλιση από τον γενικό κανόνα ότι αυτά επιδικάζονται υπέρ του επιτυχόντος διαδίκου. Ως εκ τούτου επιδικάζονται έξοδα υπέρ των Εναγόντων 1 και 2- Καθ’ ων η Αίτηση και σε βάρος της Εναγομένης- Αιτήτριας όπως αυτά υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, καταβλητέα στο τέλος της διαδικασίας.

 

 

 

                                                                          (Υπ.) ......................................

 

Α. Σάββα προσ. Ε.Δ

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο