ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Α. Σάββα, προσ.Ε.Δ.
ΜΕΤΑΞΥ:
Αρ. Αγωγής: 1334/2019
ΠΑΥΛΟΣ ΔΙΓΓΛΗΣ
Ενάγοντας
Και
GHADA NYMAK
Εναγόμενης
Αίτηση Εναγομένης ημερομηνίας 13/12/2023 για τροποποίηση της Υπεράσπισης
Ημερομηνία: 2/4/2025
Για Εναγόμενη- Αιτήτρια: κ.κ. ΑΝΤΩΝΗΣ Κ. ΚΑΡΑΣ Δ.Ε.Π.Ε.
Για Ενάγοντα- Καθ’ ου η Αίτηση: κ. Ηλίας Χρίστου για ΗΛΙΑΣ ΧΡΙΣΤΟΥ Δ.Ε.Π.Ε.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Ι. Εισαγωγή- Η Αίτηση:
1. Με την παρούσα ενδιάμεση αίτηση η Εναγόμενη αιτείται την τροποποίηση της Υπεράσπισης της με την προσθήκη της ακόλουθης νέας παραγράφου:
“4.3 Ανεξάρτητα από τα όσα αναφέρει η Εναγόμενη 2 ως υπεράσπιση εάν ήθελε φανεί ότι οποιεσδήποτε ζημιές στο διαμέρισμα σχετίζονται με πράξεις και/ή παραλείψεις της ίδιας, είναι η θέσης της ότι περί το έτος 2018 ο Ενάγοντας έχει αποζημιωθεί και καμία απαίτηση δεν μπορεί να έχει ως προς τούτου από την ασφαλιστική εταιρεία της Εναγόμενης.”
2. Η νομική βάση της αίτησης στηρίζεται στους περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς (“ΘΠΔ”) Δ.4, Δ.9, Δ.25, Δ.48 θθ.1-4, 8, 9, Δ.57 και Δ.64 καθώς και επί των συμφυών εξουσιών του Δικαστηρίου.
3. Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του κ. Ανδρέα Νικολάου (η “Ε/Δ ΑΝ”) ο οποίος αναφέρει ότι είναι εξουσιοδοτημένος από την Εναγόμενη να προβεί στην εν λόγω ένορκη δήλωση ενόψει του ότι η τελευταία είναι μόνιμη κάτοικος εξωτερικού και ότι τα τελευταία χρόνια ενεργεί ως αντιπρόσωπος της. Συνοπτικά ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι πρόσφατα περιήλθε στην αντίληψη του έγγραφο από την ασφαλιστική εταιρεία που συνεργάζεται η Εναγόμενη το οποίο φέρει τίτλο “Εξοφλητική Απόδειξη/ Δήλωση Απαλλαγής”, το οποίο είναι υπογεγραμμένο από τον Ενάγοντα και το οποίο επισυνάπτει ως Τεκμήριο Α. Ισχυρίζεται δε ότι πρόκειται για νέα δεδομένα τα οποία η Εναγόμενη δεν γνώριζε προηγουμένως αλλά ούτε κατά το στάδιο καταχώρηση της Υπεράσπισης της και ότι η όποια καθυστέρηση οφείλεται στο ότι η Εναγόμενη δεν είχε πληροφορηθεί για την καταβολή αυτού του ποσού. Αναφέρει ότι απώτερος σκοπός είναι η ορθή και πλήρης προβολή των πραγματικών γεγονότων ούτως ώστε να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου η υπεράσπιση της Εναγόμενη σε ολοκληρωμένη και ορθή βάση. Περαιτέρω υποστηρίζει ότι η αιτούμενη τροποποίηση ουδεμία ουσιαστική ζημιά ή αδικία θα προκαλέσει στον Ενάγοντα, αφού το Δικαστήριο μπορεί να εκδώσει κατάλληλη διαταγή σχετικά με τα έξοδα της αίτησης.
ΙΙ. Η Ένσταση:
4. Ο Ενάγοντας/ Καθ’ ου η Αίτηση καταχώρησε ένσταση στις 15/11/2024 προβάλλοντας συνολικά 23 λόγους ένστασης. Συνοπτικά ο Καθ’ ου η Αίτηση προωθεί τους ακόλουθους λόγους ένστασης:
● η υπό κρίση Αίτηση έχει καταχωρηθεί με υπέρμετρη και/ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση;
● Δεν συντρέχουν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για έγκριση της αίτησης;
● Η υπό κρίση αίτηση είναι κακόπιστη και/ή καταχρηστική και/ή ενοχλητική και/ή κακόβουλη.
● Η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση είναι παράτυπη και/ή ελλιπής και γίνεται από πρόσωπο ο οποίος δεν έχει προσωπική γνώση των γεγονότων και/ή δεν αναφέρει κατά πόσο νομιμοποιείται να προβαίνει σε ένορκη δήλωση εκ μέρους της Αιτήτριας.
5. Η ένσταση του Καθ’ ου η Αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του ιδίου (“Ε/Δ ΠΔ), στην οποία επαναλαμβάνονται οι λόγοι ένστασης. Περαιτέρω ο Καθ’ ου η Αίτηση αναφέρει συνοπτικά τα ακόλουθα: ότι η Αιτήτρια επιχειρεί να προσθέσει ένα παντελώς αβάσιμο και παραπλανητικό ισχυρισμό, αναφέροντας τη δική του θέση ως προς τα γεγονότα που περιβάλλουν το Τεκμήριο Α. Ειδικότερα ισχυρίζεται ότι το Τεκμήριο Α αφορά ποσό που έλαβε ως αποζημίωση για τις ζημιές που προέκυψαν στο διαμέρισμα του, από την διαρροή που υπήρχε στο διαμέρισμα της Αιτήτριας αναφορικά με συγκεκριμένο περιστατικό κατά τις 22/12/2017. Επιπλέον ισχυρίζεται ότι τα γεγονότα ήταν σε γνώση της Αιτήτριας σε προγενέστερο στάδιο και πριν την καταχώρηση της Αγωγής. Αναφέρει δε ότι η υπό κρίση αίτηση έχει καταχωρηθεί με υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση 5 χρόνια μετά την καταχώρηση της Αγωγής και ότι σε περίπτωση έγκρισης της υπό κρίση αίτησης αυτή θα επηρεάσει τα συμφέροντα του Ενάγοντα και θα προκληθεί ζημιά σε αυτόν τα οποία δεν θεραπεύονται με την επιδίκαση εξόδων. Επιπλέον αναφέρει ότι η υπό κρίση αίτηση έχει καταχωρηθεί με κακοπιστία.
6. Κατά την ακροαματική διαδικασία της υπό κρίση αίτησης, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι και των δύο πλευρών υιοθέτησαν τις γραπτές αγορεύσεις τις οποίες ετοίμασαν προς διευκόλυνση του Δικαστηρίου και καμία πλευρά δεν ζήτησε αντεξέταση των ενόρκων δηλούντων. Έχω μελετήσει το περιεχόμενο των γραπτών αγορεύσεων και θα αναφερθώ σε αυτές στη συνέχεια όπου κρίνω σκόπιμο.
ΙΙΙ. Νομική Πτυχή και Συμπεράσματα
7. Ως εμφαίνεται από το περιεχόμενο τόσο της υπό κρίση Αίτησης, όσο και τους ισχυρισμούς που αναπτύχθηκαν μέσω της γραπτής αγόρευσης των συνηγόρων της Αιτήτριας, η υπό κρίση αίτηση βασίζεται κυρίως στη Δ.25 ΘΠΔ.
8. Η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε στις 11/9/2019 και λαμβάνοντας υπόψη τα όσα αναφέρονται στην Δ.30 θ.11 ΘΠΔ εφαρμόζεται η Δ.25 ΘΠΔ ως αυτή τροποποιήθηκε με την έκδοση του περί Πολιτική Δικονομίας (Τροποποιητικού) (Αρ.2) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2015.
9. Η τροποποιημένη Δ.25 ΘΠΔ καθορίζει με λεπτομέρεια σε ποιο στάδιο της διαδικασίας και υπό ποιές προϋποθέσεις μπορεί να γίνει τροποποίηση ενός δικογράφου.
10. Η υπό κρίση αίτηση έχει καταχωρηθεί μεταγενέστερα της έκδοσης της κλήσης οδηγιών του Ενάγοντα (17/1/2022) συνεπώς σχετικές είναι οι πρόνοιες της Δ.25 θ.1(3) και θ.5, τις οποίες παραθέτω αυτούσιες:
“1 (...)(3) Μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ως προνοείται από τη Διαταγή 30, ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται με εξαίρεση το εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, και τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης.
5. Το Δικαστήριο μπορεί σε οποιοδήποτε χρόνο και με τέτοιους όρους ως προς τα έξοδα ή άλλως, ως θα έκρινε δίκαιο, να τροποποιήσει οποιοδήποτε ελάττωμα ή λάθος σε οποιαδήποτε διαδικασία, όλες δε οι αναγκαίες τροποποιήσεις θα πρέπει να γίνονται με σκοπό τον καθορισμό του πραγματικού ζητήματος ή επίδικου θέματος, το οποίο εγείρεται από ή κατά τη διαδικασία.”
11. Το λεκτικό της Δ.25 θ.1(3) είναι ξεκάθαρο και αυστηρό. Μετά την έκδοση της κλήσης για οδηγίες ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται εκτός δύο περιπτώσεων: (1) όπου αποκαλύπτεται εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας; και (2) όπου έχουν προκύψει γεγονότα τα οποία δεν ήταν υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για την έγερση αγωγής ή καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας.
12. Ως εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η δυνατότητα τροποποίησης δικογράφου αλλά και η φιλελεύθερη προσέγγιση που είχε καθιερωθεί με την ισχύουσα νομολογία πριν την τροποποίηση της Δ.25 ΘΠΔ έχει πλέον περιοριστεί και η εξουσία πλέον του Δικαστηρίου δεν είναι τόσο ευρεία όπως παλαιότερα (βλ. Arizona Trading Ltd ν. Μοντεξύλ Λτδ, Αρ. Αγωγής: 15/17, 31/5/2018, ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΒΡΑΑΜΙΔΗΣ ν. ΣΠΥΡΟΣ ΑΡΟΤΗΣ - ΕΛΕΝΑ ΑΡΟΤΑ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ, Αρ. Αγωγής: 41/15, 11/5/2016).
13. Ανεξαρτήτως των πιο πάνω οι νομολογιακές αρχές οι οποίες καθιερώθηκαν στο πλαίσιο της Δ.25 ΘΠΔ πριν την τροποποίηση μπορούν να χρησιμοποιηθούν γενικά ως προς το πλαίσιο της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου για παραχώρηση άδειας τροποποίησης, με κυρίαρχο στοιχείο και γνώμονα πάντα το συμφέρον της δικαιοσύνης (βλ. ΜΑΚΗΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ ν. ΑΥΓΗΣ Π. ΜΑΘΗΚΟΛΩΝΗ - ΠΟΥΡΓΟΥΡΙΔΟΥ, ΄Εφεση Αρ. 5/2016, 15/2/2018, IKOS CIF LTD ν. Martin Coward και Άλλων (2014) 1 ΑΑΔ 663, Χρίστου ν. Αζά (1992) 1 Α.Α.Δ. 704, Federal Bank of Lebanon (SAL) v. Ν. Σιακόλα (1999) 1 (Α) Α.Α.Δ. 44, Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation (1989) 1 (E) A.A.Δ. 33,Astor Manu-facturing & Exporting Co κ.α. v. A&G Leventis & Company (Nigeria) Ltd κ.α. (1993) 1 Α.Α.Δ. 726, SABA & Co. (T.M.B) v. T.M.P. Agents (1994) 1 A.A.Δ. 426, Ταξί Κυριάκος Λτδ ν. Παύλου (1995) 1 Α.Α.Δ. 560, Associated Leisure Ltd v. Associated Newspapers Ltd (1970) 2 All E.R. ).
14. Στην προκειμένη περίπτωση η Αιτήτρια στηρίζει την αίτηση της στην περίπτωση όπου σύμφωνα με την Δ.25 θ.1(3) ΘΠΔ επιτρέπεται η τροποποίηση ενός δικογράφου μετά την έκδοση της κλήσης για οδηγίες όταν έχουν προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη οδηγιών για καταχώρηση της δικογραφίας.
15. Ως αναφέρεται ανωτέρω στην Ε/Δ ΑΝ, ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι πρόσφατα περιήλθε στην αντίληψη του έγγραφο από την ασφαλιστική εταιρεία που συνεργάζεται η Εναγόμενη το οποίο φέρει τίτλο “Εξοφλητική Απόδειξη/ Δήλωση Απαλλαγής”, το οποίο είναι υπογεγραμμένο από τον Ενάγοντα και ισχυρίζεται δε ότι πρόκειται για νέα δεδομένα τα οποία η Εναγόμενη δεν γνώριζε προηγουμένως αλλά ούτε κατά το στάδιο καταχώρηση της Υπεράσπισης της και ότι η όποια καθυστέρηση οφείλεται στο ότι η Εναγόμενη δεν είχε πληροφορηθεί για την καταβολή αυτού του ποσού. Υποστηρίζει δε ότι η αιτούμενη τροποποίηση είναι αναγκαία ούτως να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου η υπεράσπιση της Εναγόμενης σε ολοκληρωμένη και ορθή βάση.
16. Ο Καθ’ ου η Αίτηση παραθέτει στην Ένσταση του λεπτομερώς την δική του εκδοχή ως προς την ουσία των γεγονότων που επιθυμεί να προσθέσει η Αιτήτρια με την υπό κρίση Αίτηση. Σημειώνω δε ότι δεν είναι κατά την κρίση μου επί του παρόντος που το Δικαστήριο θα πρέπει να αποφασίσει ποιά από τις εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις που προωθεί η Αιτήτρια και ο Καθ’ ου η Αίτηση είναι η ορθή, όσον αφορά την ουσία του περιεχομένου των αιτούμενων τροποποιήσεων. Κάτι τέτοιο αποτελεί ζήτημα το οποίο θα κριθεί και θα εξεταστεί κατά την ακρόαση της Αγωγής. Σε κάθε περίπτωση ο Καθ’ ου η Αίτηση δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία για να καταδειχτεί κατά πόσο το Τεκμήριο Α ήταν υπαρκτό και γνωστό στην Αιτήτρια από το 2018. Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου κρίνω ότι το περιεχόμενο της αιτούμενης τροποποίησης αποτελεί νέα δεδομένα τα οποία δεν ήταν υπαρκτά και γνωστά στην Αιτήτρια σε προγενέστερο χρονικό σημείο. Όσον αφορά την δεύτερη εξαίρεση δυνάμει της Δ.30 θ.5 περί καλόπιστου λάθους επισημαίνω ότι αυτό δεν προωθήθηκε με οποιοδήποτε τρόπο από την Αιτήτρια.
17. Ως προς τον ισχυρισμό του Καθ’ ου η Αίτηση ότι η αιτούμενη τροποποίηση έχει σκοπό να επηρεάσει ουσιαστικά τα νόμιμα δικαιώματα του. Στην ουσία ο Καθ’ ου η Αίτηση ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια επιχειρεί την εισαγωγή νέας βάσης υπεράσπισης. Ως έχει νομολογηθεί η εισαγωγή νέας βάσης υπεράσπισης δεν οδηγεί στην απευθείας απόρριψη της αίτησης αλλά αποτελεί στοιχείο και/ή παράγοντα που συνεκτιμάται με τα υπόλοιπα στοιχεία στο πλαίσιο εξέτασης της υπό κρίση Αίτησης. Καθοδηγητική είναι υπόθεση Κώστας Παφίτης & Υιοί Λτδ ν. Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας (2012) 1 ΑΑΔ 745 στην οποία αναφέρθηκαν σχετικά τα εξής:
“Οι Εφεσείοντες προβάλλουν επίσης στα πλαίσια του τρίτου λόγου έφεσης, ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έπρεπε να επιτρέψει την τροποποίηση, εφόσον με αυτή προστίθεντο νέες βάσεις υπεράσπισης. Συνήθως η συγκεκριμένη ένσταση εγείρεται σε περιπτώσεις που γίνεται προσπάθεια να προστεθούν νέες βάσεις αγωγής εντελώς διαφορετικές από τις αρχικές, κάτι το οποίο θεωρείται ότι τείνει να περιπλέξει τα επίδικα θέματα. Ορισμένες φορές μάλιστα, οι νέες αιτίες αγωγής ενδέχεται να έχουν παραγραφεί. Όμως η προσθήκη νέων υπερασπίσεων, δεν έχει την ίδια δυναμική, εφόσον ο ενάγων έχει πάντοτε τη δυνατότητα να αντικρούσει τους όποιους ισχυρισμούς, με την Απάντησή του στην Υπεράσπιση (βλ. Σύγγραμμα Annual Practice 1958, σελ. 627). Όμως, ακόμη και στις περιπτώσεις που επιδιώκεται η εισαγωγή νέας βάσης αγωγής, η οποία δεν έχει παραγραφεί, η οποία θεωρείται πολύ πιο σοβαρή δικονομική ενέργεια από την εισαγωγή νέας βάσης υπεράσπισης, η αίτηση τροποποίησης δεν οδηγείται χωρίς άλλο σε απόρριψη, αλλά ο παράγοντας αυτός συνεκτιμάται με τα υπόλοιπα στοιχεία (βλ. Χρίστου ν. Αζά (1992) 1 Α.Α.Δ. 704, 707).”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
18. Επιπλέον, στην Αρακελιάν ν Ταμείου Προνοίας του Προσωπικού της Marfin Λαϊκής Τράπεζας Δημόσια Εταιρεία Λτδ και των Εξαρτημένων της Εταιρειών κ.α., ECLI:CY:AD:2016:A87, Πολιτική Έφεση αρ. 51/2012, Απόφαση ημερομηνίας 11/2/2016 λέχθηκαν τα εξής:
«Μπορεί ορισμένες από τις νέες αξιώσεις να θέτουν καινούργια θέματα, αλλά αυτά δεν έπρεπε να ήταν καθοριστικά στοιχεία στην έκβαση της αίτησης, εφόσον η νομολογία σαφώς δεν απαγορεύει εκ προοιμίου κάτι τέτοιο (βλ. Χρίστου ν. Αζά (1992) 1Α ΑΑΔ 704). Όπως υποδείξαμε πιο πάνω, η τροποποίηση οποιουδήποτε δικογράφου, σύμφωνα με τη νομολογία, είναι εφικτή οποτεδήποτε κρίνεται αναγκαίο για να προσδιοριστεί η ουσία της διαφοράς και να αποτραπεί η πολλαπλότητα των δικαστικών διαδικασιών. Η μόνη περίπτωση που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής είναι εκεί που αν επιτραπεί η τροποποίηση θα επέλθει βλάβη στον αντίδικο ή όπου είναι φανερό ότι ο Αιτητής ενεργεί με κακή πίστη. Η συνήθης βλάβη που μπορεί να επέλθει και η οποία δεν είναι εύκολο να αποζημιωθεί με την καταβολή εξόδων, είναι στις περιπτώσεις που εγείρεται θέμα παραγραφής, π.χ. όπου εισάγεται αγώγιμο δικαίωμα το οποίο έχει παραγραφεί ή όπου ο εναγόμενος εμποδίζεται από του να εγείρει συγκεκριμένη υπεράσπιση, λόγω νομοθετικής παραγραφής (βλ. Lancaster v. Moss [1899] 32(2) Reissue, Digest 1575, Marshall v. L.P.T.D. [1936] 3 All ER 83 και Annual Practice 1959 σελ. 627).»
(η έμφαση έχει προστεθεί)
19. Η Δ.25 ΘΠΔ δεν απαγορεύει την έγκριση τροποποίησης στη περίπτωση που επιδιώκεται η τροποποίηση της υπεράσπισης λόγω νέων γεγονότων, δεδομένου ότι εμπίπτει στις προϋποθέσεις και χρονοδιάγραμμα που θέτει η εν λόγω διαταγή. Ως αναφέρεται και ανωτέρω η επιδίωξη νέας βάσης υπεράσπισης δεν οδηγεί σε αυτόματη απόρριψη της αίτησης καθότι αποτελεί παράγοντα ο οποίος συνεκτιμάται με τα υπόλοιπα στοιχεία, λαμβάνοντας υπόψη την δυνατότητα των Καθ΄ου η Αίτηση να αντικρούσει τους εν λόγω ισχυρισμούς με την Απάντηση στην Υπεράσπιση. Όσον αφορά την ενδεχόμενη καθυστέρηση της υπόθεσης και ενδεχόμενο εκτροχιασμό της εκδίκασης της είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι η υπό κρίση αίτηση έχει καταχωρηθεί πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας και δεν έχει ακόμη ακουστεί οποιαδήποτε μαρτυρία.
20. Παρά το γεγονός ότι τα επίδικα θέματα διευρύνονται, η ακροαματική διαδικασία δεν έχει ξεκινήσει ακόμη και ως εκ τούτου κρίνω ότι αυτό δεν πρέπει να επενεργήσει εναντίον της Αιτήτριας. Επιπλέον δεν έχει καταδειχθεί από τον Καθ’ ου η Αίτηση οι κατ’ ισχυρισμό αλλότριοι σκοποί της Αιτήτριας και δεν εντοπίζω οποιαδήποτε ανεπανόρθωτη ζημιά που ενδεχομένως να υποστούν τα συμφέροντα του Καθ’ ου η Αίτηση με την τροποποίηση η οποία να μην μπορεί να αποζημιωθεί με την έκδοση κατάλληλης διαταγής ως προς τα έξοδα. Σε κάθε περίπτωση η οποιαδήποτε καθυστέρηση στην εκδίκαση της υπόθεσης που ενδεχομένως να προκληθεί ενόψει της τροποποίησης αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί με κατάλληλες οδηγίες του Δικαστηρίου και είναι επίσης μια ζημιά η οποία μπορεί να ικανοποιηθεί με καταβολή εξόδων. Συνακόλουθα δεν τίθεται θέμα κατάχρησης ή εκτροχιασμού της εκδίκασης της υπόθεσης. Αφετέρου, η έγκριση της υπό κρίση Αίτησης θα έχει ως αποτέλεσμα να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα επίδικα ζητήματα της παρούσας υπόθεσης.
21. Ως εκ τούτου οι λόγοι ένστασης αρ. 8, 10, 11, 12, 14, 17, 21 και 23 δεν μπορούν να επιτύχουν και απορρίπτονται.
22. Αναφορικά με τους λόγους ένστασης 3, 4, 5, 7, 9, 13, 15, 16 και 22, ήτοι ότι η Αίτηση καταχωρήθηκε με υπέρμετρη και/ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση καθοδηγητική είναι η υπόθεση IKOS CIF LTD v Coward κ.α., ECLI:CY:AD:2014:A205, Πολιτικές Εφέσεις αρ. 137/2013 και 138/2013, απόφαση ημερομηνίας 20/3/2014, στην οποία λέχθηκαν σχετικά τα εξής:
“Η όποια καθυστέρηση δεν πρέπει να εξετάζεται μεμονωμένα από απόψεως μόνο χρονικής διάστασης, αλλά θα πρέπει να συναρτάται με άλλους παράγοντες, όπως για παράδειγμα την ανυπαρξία καλής πίστης. Τροποποίηση μπορεί να επιτραπεί, ασχέτως εάν επιδείχθηκε αμέλεια και καθυστέρηση από διάδικο, αν αυτό απαιτεί το συμφέρον της δικαιοσύνης. Όπως ήδη έχει καταγραφεί, τελικά ο κρίσιμος παράγοντας είναι η ανάγκη για προσδιορισμό των επίδικων θεμάτων και η διατύπωση των θέσεων των διαδίκων (Χριστοδούλου v. Χριστοδούλου, (1991) 1 Α.Α.Δ. 934, Ταξί Κυριάκος Λτδ v. Ανδρέα Παύλου, (1995) 1 Α.Α.Δ. 560, Astor Manufacturing & Exporting Co κ.α. v. A.G. Leventis κ.α., (1993) 1 Α.Α.Δ. 726, SABA & Co. (T.M.P.) v. T.M.P. Agents, (1994) 1 A.A.Δ. 426, Ιωάννης Νικολάου v. Ζωής Μυλτιάδους κ.ά, (2007) 1 Α.Α.Δ. 1005).”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
23. Σχετική είναι επίσης και η υπόθεση Astor Co κ.ά. ν. A & G Leventis Ltd κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 726 όπου αναφέρεται:
«Ο παράγοντας χρόνος είναι σχετικός. Δεν είναι όμως εκ προοιμίου και απαρέγκλιτα αποφασιστικής σημασίας. Το ίδιο ισχύει για τον κάθε ένα από τη σειρά των παραγόντων που η νομολογία καθιέρωσε ως διαδραματίζοντας ρόλο. Η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου ασκείται αφού συνυπολογιστούν τα σχετικά στο πλαίσιο των ιδιαιτεροτήτων της κάθε υπόθεσης.»
24. Ενόψει του ότι η ακροαματική διαδικασία της παρούσας Αγωγής δεν έχει ακόμη ξεκινήσει, η όποια καθυστέρηση καταχώρηση της αίτησης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει ξεκάθαρη αναφορά ενόψη του ότι στην Ε/Δ ΑΝ αναφέρεται ότι η ενημέρωση σχετικά με τα όσα αναφέρονται στην αιτούμενη τροποποίηση έχουν αναδειχθεί μόλις πρόσφατα, δεν θεωρώ ότι θα υπάρξει ανεπανόρθωτη ζημιά στα συμφέροντα του Καθ’ ου η Αίτηση που να μην μπορεί να αποζημιωθεί με την έκδοσης κατάλληλης διαταγής ως προς τα έξοδα. Από την άλλη η έγκριση του αιτήματος τροποποίησης, ακόμη και μερικώς, θα έχει ως αποτέλεσμα να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα επίδικα θέματα που αφορούν την παρούσα αγωγή. Συνακόλουθα, κρίνω ότι η καθυστέρηση που έχει προηγηθεί μέχρι την καταχώρηση της αίτησης οφείλει να εξισορροπηθεί με τον καθορισμό και εκδίκαση όλων των επίδικων ζητημάτων. Ως εκ τούτου οι λόγοι ένστασης 3, 4, 5, 7, 9, 13, 15, 16 και 22 απορρίπτονται.
25. Ως προς του ισχυρισμούς περί αντινομικής και παράτυπης αίτησης και ένορκης δήλωσης ή περί κακοπιστίας της Αιτήτριας, σημειώνω ότι ο ενόρκως δηλών στην Ε/Δ ΑΝ αναφέρει ξεκάθαρα ότι είναι εξουσιοδοτημένος από την Αιτήτρια να προβεί στην εν λόγω ένορκη δήλωση, σε κάθε περίπτωση οι εν λόγω ισχυρισμοί είναι γενικοί και αόριστοι και έκθετοι σε απόρριψη, συνακόλουθα απορρίπτονται.
26. Με την ανωτέρω κατάληξή μου, θεωρώ ότι η ενασχόληση του Δικαστηρίου με οτιδήποτε άλλο προβλήθηκε στην υπό κρίση αίτηση και ένσταση παρέλκει.
ΙV. ΚΑΤΑΛΗΞΗ
27. Υπό το φως όλων των ανωτέρω και συνεκτιμώντας όλα τα γεγονότα της υπόθεσης βρίσκω ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις ούτως ώστε το Δικαστήριο να ασκήσει τη διακριτική του εξουσία υπέρ της Εναγόμενης/Αιτήτριας και η Αίτηση επιτυγχάνει στην ολότητα της με την εξής διαφοροποίηση του εξόφθαλμα τυπογραφικού λάθους και αντικατάσταση της φράσης “Εναγόμενης 2” με τη λέξη “Εναγόμενη”.
28. Τροποποιημένη Υπεράσπιση να καταχωρηθεί σε 10 ημέρες μετά τη σύνταξη του παρόντος Διατάγματος και τυχόν Απάντηση στην τροποποιημένη Υπεράσπιση να καταχωρηθεί σε 10 ημέρες μετά την επίδοση της τροποποιημένης Υπεράσπισης. Στη συνέχεια να ακολουθηθούν οι Θεσμοί Πολιτική Δικονομίας.
29. Η Αγωγή ορίζεται για Οδηγίες στις 23/9/2025 και ώρα 9πμ.
30. Όσον αφορά τα έξοδα που δύναται να προκληθούν συνεπεία της τροποποίησης καθώς και τα έξοδα της υπό κρίση Αίτησης επιδικάζονται υπέρ του Καθ’ ου η Αίτηση και εναντίον Αιτήτριας, ως αυτά υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλή και εγκριθούν από το Δικαστήριο καταβλητέα στο τέλος της αγωγής.
(Υπ.) ......................................
Α. Σάββα προσ. Ε.Δ
ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο