ΛΑΙΚΗ ΥΠΕΡΑΓΟΡΑ ΣΤΕΛΙΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Απαίτηση Αρ. 234/2025, 16/6/2025
print
Τίτλος:
ΛΑΙΚΗ ΥΠΕΡΑΓΟΡΑ ΣΤΕΛΙΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Απαίτηση Αρ. 234/2025, 16/6/2025

ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Α. Σάββα, προσ. Ε.Δ.

                                                                              Απαίτηση Αρ. 234/2025 (i-justice)

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ΛΑΙΚΗ ΥΠΕΡΑΓΟΡΑ ΣΤΕΛΙΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ ΛΙΜΙΤΕΔ (Η.Ε [ ])

Ενάγουσας

 

και

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ [ ]

Εναγόμενου

 

Αίτηση Ενάγουσας- Αιτήτριας ημερομηνίας 11/4/2025

για προσωρινό διάταγμα

 

Ημερομηνία: 16/6/2025

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα/Αιτήτρια: κ. Ζαπούνης

Για Εναγόμενο/ Καθ’ ου η Αίτηση: κ. Αργυρίδης για Γ. ΑΡΓΥΡΙΔΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ι. Εισαγωγή- Η Αίτηση

 

1.             Με την καταχώριση της Απαίτησης, η Ενάγουσα/Αιτήτρια καταχώρισε παράλληλα την υπό κρίση μονομερή Αίτηση, στο πλαίσιο της οποίας η Ενάγουσα αιτήθηκε και το Δικαστήριο στις 14/4/2025 εξέδωσε μονομερώς το αιτούμενο προσωρινό διάταγμα, ήτοι διάταγμα με το οποίο ο Εναγόμενος/Καθ’ ου η αίτηση διατάχθηκε να παραδώσει αμέσως στην Ενάγουσα/Αιτήτρια ελεύθερη και κενή κατοχή των ακινήτων επί του τεμαχίου [ ], Φ/Σχ. 1-2570-[ ], με αρ. εγγραφής 0/[ ] και του τεμαχίου 142, Φ/Σχ.  1-2570-[ ],  με  αρ.  εγγραφής  0/[ ]  τα  οποία εφάπτονται και αποτελούν ενιαίο ακίνητο στην οδό Λεωφ. Μακαρίου 59, 7060,  στο δημοτικό διαμέρισμα Λιβαδιών στο Δήμο Λάρνακας στην Επαρχία Λάρνακας (στο εξής το “τεμάχιο 143” και το “τεμάχιο 142” αντίστοιχα και μαζί το “Ακίνητο”) με σκοπό η Αιτήτρια να ανακτήσει την κατοχή του Ακινήτου και να το κατεδαφίσει το οποίο πρώτον κρίθηκε ακατάλληλο, ετοιμόρροπο και εξαιρετικό επικίνδυνο  για  τους  κατοίκους  και  διερχόμενους  από  τις αρμόδιες αρχές και δεύτερο για να ανεγείρει νέο ακίνητο (στο εξής το “Διάταγμα”).

 

2.             Σημειώνεται δε ότι με την Απαίτηση η Ενάγουσα- Αιτήτρια αξιώνει πέραν του ανωτέρω διατάγματος, μεταξύ άλλων, €5.000 ως ενδιάμεσα οφέλη, αναγνωριστική απόφαση σχετικά με την εγκυρότητα του τερματισμού της επίδικης σύμβασης, τιμωρικές και γενικές αποζημιώσεις.

 

3.             Η αίτηση συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση του διευθυντή της Ενάγουσας (η “Ε/Δ ΣΑ”), ο οποίος αναφέρει ότι η Αιτήτρια κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του Ακινήτου, επισυνάπτοντας δε τους σχετικού τίτλου εγγραφής, ως Τεκμήριο 1 στην Ε/Δ ΣΑ. Ακολούθως αναφέρει το ιστορικό της επίδικης σύμβασης, ήτοι ότι την 1/7/2019 ο Καθ’ ου η Αίτηση ενοικίασε το Ακίνητο από τον προηγούμενο ιδιοκτήτη, για τρία χρόνια, ήτοι μέχρι τις 30/6/2022, προσκομίζοντας δε αντίγραφο της εν λόγω σύμβασης ως Τεκμήριο 2 στην Ε/Δ ΣΑ. Την 1/6/2022 δυνάμει νέας συμφωνίας ενοικιάσεως, η Ενάγουσα ενοικίασε στον Εναγόμενο το Ακίνητο, ως σχετικά περιγράφεται στη σύμβαση, για περίοδο δύο ετών μέχρι τις 31/5/2024, με συμφωνηθέν μηνιαίο ενοίκιο €440 μηνιαίως, επισύναψε δε αντίγραφο της εν λόγω επίδικης σύμβασης ως Τεκμήριο 3 στην Ε/Δ ΣΑ. Ακολούθως ο ομνύοντας αναφέρει ότι η συμφωνία έληξε στις 31/5/2024 και δεν ανανεώθηκε και ο Καθ’ ου η Αίτηση παραμένει παράνομα στο Ακίνητο, επισημαίνοντας δε ότι δεν είναι θέσμιος ενοικιαστής.

 

4.             Στη συνέχεια αναφέρει ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση χρησιμοποιούσε το υποστατικό ως κατάστημα και ειδικότερα ως πρακτορείο στοιχημάτων με την ονομασία Megabet plus και κατέβαλε το συμφωνηθέν ενοίκιο από την αρχή της ενοικίασης μέχρι την λήξη του. Η Αιτήτρια στις 15/07/2024 και 24/07/2024 απέστειλε επιστολές τερματισμού της επίδικης σύμβασης στον Καθ’ ου η Αίτηση και τον καλούσε να εγκαταλείψει και παραδώσει κενό το Ακίνητο, δίνοντας του περιθώριο τεσσάρων μηνών καθότι ως ισχυρίστηκε η Αιτήτρια είχει εκδομένη άδεια κατεδάφισης από τις αρμόδιες αρχές, αντίγραφα των επιστολών ημερομηνίας 15/7/2024 και 24/7/2024 επισυνάφθηκαν ως Τεκμήριο 5 στην Ε/Δ ΣΑ.

 

5.             Ο Καθ’ ου η αίτηση δεν εγκατέλειψε το Ακίνητο και δεν κατέβαλε το οφειλόμενο ενοίκιο για τους μήνες Σεπτέμβριο του 2024 μέχρι και τον Νοέμβριο του 2024. Ακολούθως η Αιτήτρια απέστειλε στον Καθ’ ου η Αίτηση επιστολή την 19/11/2024 (Τεκμήριο 6 στην Ε/Δ ΣΑ) ζητώντας, μεταξύ άλλων, τα ανωτέρω ενοίκια, ήτοι το ποσό των €1320, το οποίο τελικά με την παραλαβή της επιστολής ο Καθ’ ου η Αίτηση εξόφλησε αλλά δεν παρέδωσε κατοχή του Ακινήτου. Ο Καθ΄ ου η αίτηση κατά ή περί τις 14/12/2024 εγκατέλειψε το υποστατικό, το οποίο από έκτοτε μέχρι και σήμερα δεν το λειτουργεί και μεταφέρθηκε σε νέο κατάστημα/ακίνητο στην ίδια περιοχή, αλλά αρνείται να παραδώσει τα κλειδιά του επίδικου υποστατικού και την ελεύθερη κατοχή του.

 

6.             Ακολούθως αναφέρει ότι κατόπιν επιστολής του δικηγόρου του ζήτησε από την Επαρχιακή Διοίκηση Λάρνακας και τον Επαρχιακό Οργανισμό Αυτοδιοίκησης Λάρνακας (“ΕΟΑΛ”) να επιθεωρήσουν το Ακίνητο με σκοπό να διαπιστωθεί η πραγματική κατάσταση της. Μετά από τον έλεγχο του Ακινήτου, διαπιστώθηκε ότι είναι εγκαταλειμμένο και παρουσιάζει έντονη φθορά και η οροφή έχει καταρρεύσει σε προγενέστερο στάδιο. Σε σχετικές εκθέσεις των αρμόδιων λειτουργών, οι οποίες επισυνάφθηκαν ως Τεκμήριο 8 στην Ε/Δ ΣΑ αναφέρεται ότι η όλη κατάσταση του κτιρίου το καθιστά ετοιμόρροπο και εξαιρετικά επικίνδυνο για τους κατοίκους διπλανών οικοδομών και τους διερχόμενους.

 

7.             Η Αιτήτρια στις 4/2/2025 απέστειλε εκ νέου επιστολή αναφορικά με τον τερματισμό της ενοικίασης στον Καθ’ ου η Αίτηση, αναφέροντας δε την κατάσταση του Ακινήτου (Τεκμήριο 9 στην Ε/Δ ΣΑ). Ακολούθως, η Αιτήτρια στις 18/02/2025 απέστειλε επιστολή υπενθύμισης προς τον Καθ’ ου η Αίτηση αναφέροντας του τόσο για την κατάσταση του κτιρίου όσο και για τα οφειλόμενα ενοίκια για τους μήνες Δεκέμβριο 2024 μέχρι και Φεβρουάριο 2025 (Τεκμήριο 10 στην Ε/Δ ΣΑ). Ο Καθ’ ου η αίτηση μετά την παραλαβή της παραπάνω επιστολής, έστειλε με επιδότη επιταγή εξόφλησης των πιο πάνω οφειλόμενων ενοικίων, αλλά δεν παρέδωσε τη κατοχή του Ακινήτου, παρά το γεγονός ότι το επίδικο ακίνητο είναι εγκαταλειμμένο και κανένας δεν το λειτουργεί.

 

8.             Η υπό κρίση αίτηση εδράζεται, μεταξύ άλλων, στα άρθρα 31 και 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν.14/60, στα άρθρα 1, 2, 4, 5, 7, 9, 14, 22, 23, 25, 26, 29, 32 - 34, 72 – 81, 96 και 99 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ. 6 καθώς και στις αρχές της επιείκειας, στη διακριτική ευχέρεια και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

II. Η Ένσταση

 

9.             Ο Εναγόμενος/ Καθ’ ου η Αίτηση καταχώρισε ένσταση στις 30/4/2025 προβάλλοντας συνολικά 18 λόγους ένστασης υποστηρίζοντας την απόρριψη της αίτησης. Παραθέτω πιο κάτω τους λόγους ένστασης:

               9.1.        Η Αίτηση είναι νομικά ή/και πραγματικά αβάσιμη ή/και αστήριχτη ή/και η νομική βάση της Αίτησης πάσχει ή/και είναι ελλιπής.

               9.2.        Η Αίτηση είναι αντικανονική και/ή παράτυπη και/ή άκυρη καθ' ότι στην νομική βάση αυτής αναφέρονται σωρεία άρθρα και κανονισμοί, που δεν έχουν εφαρμογή στην παρούσα διαδικασία.

               9.3.        Η Ενάγουσα δεν νομιμοποιείται στις αιτούμενες θεραπείες και/ή κωλύεται να προωθεί την παρούσα Αγωγή και/ή η Αγωγή είναι πρόωρη και/ή δεν έχει πιθανότητα επιτυχίας καθώς η συμφωνία ενοικίασης των διαδίκων βρίσκεται σε ισχύ και/ή δεν έχει τερματιστεί δεόντως.

               9.4.        Η καταχώριση τόσο της Αγωγής όσο και της επίδικης Αίτησης γίνεται με σκοπό την εξυπηρέτηση των προσωπικών και/ή οικονομικών συμφερόντων της Ενάγουσας, χωρίς να αποκαλύπτεται οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα και/ή προωθείται καταχρηστικά.

               9.5.        Έχει υπάρξει απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων.

               9.6.        Η υπό κρίση Αίτηση προωθήθηκε κακόπιστα και/ή κακόβουλα και/ή αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου και/ή είναι καταπιεστική και/ή ενοχλητική και/ή καταχωρίστηκε για αλλότριους λόγους.

               9.7.        Δεν πληρούνταν οι αυστηρές προυποθέσεις του άρθρου 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 1960 (Ν. 14/60) ούτε και οι απαιτούμενες προυποθέσεις για την έκδοση και/ή συνέχιση του διατάγματος.

               9.8.        Η Ενάγουσα δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και/ή παραπλανεί το Δικαστήριο και/ή αποκρύβει ουσιώδη γεγονότα και/ή έχει κατασκευάσει μαρτυρία με σκοπό να παραπλανήσει το σεβαστό Δικαστήριο, ούτως και έπραξε.           

               9.9.        Δεν συντρέχει το στοιχείο του κατεπείγοντος που να δικαιολογούσε την έκδοση του επίδικου διατάγματος αφού υπήρξε καθυστέρηση στην καταχώρηση της Αγωγής και της Αίτησης από την ημερομηνία που περιήλθαν εις γνώση της Ενάγουσας τα γεγονότα επί των οποίων στηριζόταν για να καταδείξει το κατεπείγον.

            9.10.        Κατά παράβαση των Κανονισμών, δεν έχει καθοριστεί επί του μονομερούς διατάγματος χρόνος εντός του οποίου μετά την επίδοση ο Εναγόμενος όφειλε να συμμορφωθεί.

            9.11.        Η συνέχιση του διατάγματος επιφέρει ουσιαστικά και τον τερματισμό της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων ή του ενδιαφέροντος τους να συνεχίσουν με την ταχύτατη εκδίκαση της Απαίτησης και/ή έχει δοθεί δια ενδιάμεσης αίτησης θεραπεία η οποία ζητείται ως τελική δια της Απαιτήσεως. Πρόκειται για μια εντόνως αμφισβητούμενη διαφορά όπου εν πάση περιπτώσει η Ενάγουσα δεν έχει αποδείξει ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Προβάλλονται ισχυρισμοί από τον Εναγόμενο που φανερώνουν καλή υπεράσπιση, ούτως ώστε να μην έχει αποκρυσταλλωθεί και/ή αποδειχθεί το δικαίωμα της Ενάγουσας σε κατοχή του επίδικου ακινήτου ένεκα παράνομης επέμβασης υπό του Εναγόμενου. Ο δε ισχυρισμός περί ακατάλληλης και/ή επικίνδυνης οικοδομής καταρρίπτεται με την μαρτυρία που έχει προσφέρει ο Εναγόμενος.

            9.12.        Με το εκδοθέν διάταγμα επήλθε αλλαγή και διαταράχθηκε το status quo χωρίς η υπόθεση να είναι ξεκάθαρη, έτσι ώστε να μην είναι δίκαιο ή/και πρόσφορο ή/και εύλογο να συνεχίσει να υφίσταται το διάταγμα καθώς προστακτικά παρεμπίπτοντα διατάγματα, ιδιαίτερα στο παρεμπίπτον στάδιο όπου το Δικαστήριο δεν μπορεί να λάβει θέση επί των γεγονότων, εκδίδονται με μεγάλη διστακτικότητα και φειδώ.

            9.13.        Ουδέποτε έχει επιδοθεί προς τον Εναγόμενο η αίτηση ημερομηνίας 11/04/2025 δυνάμει της οποία εκδόθηκε το προσβαλλόμενο διάταγμα.

            9.14.        Γενικά, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την εξάσκηση της διακριτικής εξουσίας ή/και ευχέρειας του Δικαστηρίου για την οριστικοποίηση του εκδοθέντος διατάγματος.

            9.15.        Συμπεριλαμβάνεται ακίνητη ιδιοκτησία επί του διατάγματος επί της οποίας δεν έχει την κατοχή και ουδέποτε είχε την κατοχή ο Εναγόμενος.

            9.16.        Ουδέποτε επιδόθηκε και/ή δόθηκε προς τον Εναγόμενο επιστολή απαίτησης στην οποία να καθορίζεται επ' ακριβώς η αξίωση της Ενάγουσας και που στηρίζεται αυτή, κατά παράβαση των Κανονισμών.

            9.17.        Δεν έχει παρουσιαστεί οποιαδήποτε μαρτυρία που να καταδεικνύει η Ενάγουσα θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά.

            9.18.        Το εκδοθέν διάταγμα είναι δραστικό και/ή δεν δύνανται να δοθεί σε ενδιάμεση αίτηση.

 

10.                Οι λόγοι αυτοί υποστηρίζονται από την ένορκη δήλωση του ίδιου του Καθ’ ου η Αίτηση η “Ε/Δ ΓΓ”. Στην Ε/Δ ΓΓ, ο ομνύοντας επαναλμβάνει με περισσότερη λεπτομέρεια του λόγους ένστασης του. Πέραν τούτου ο ομνύοντας αναφέρει συνοπτικά τα ακόλουθα.

 

11.                Στην Ε/Δ ΓΓ ο ομνύοντας αναφέρει το ιστορικό ενοικίασης μέρους του Ακινήτου, διευκρινίζοντας ότι  το τεμάχιο 143 εφάπτεται επί του Τεμαχίου 142, στο οποίο υπάρχει ένα πάρα πολύ παλιό κτίριο στο οποίο στεγαζόταν παλαιότερο το σινεμά των Λειβαδιών (το τεμάχιο 142 θα αναφέρεται στο εξής και ως “Κτίριο”) και το οποίο βρίσκεται στην ίδια κατάσταση τα τελευταία 30 χρόνια. Αναφέρει δε ότι κατά τον χρόνο που η Αιτήτρια κατέστη ιδιοκτήτρια του τεμαχίου 142 και του τεμαχίου 143 η κατάσταση του Κτιρίου ήταν ακριβώς η ίδια με σήμερα. Διευκρινίζει επίσης ότι η επίδικη συμφωνία ενοικίασης αφορούσε μόνο το τεμάχιο 143 στο οποίο στεγαζόταν η επιχείρηση του Καθ’ ου η Αίτηση (στο εξής το τεμάχιο 143 θα αναφέρεται και ως “Κατάστημα”). Τονίζει δε ότι το Κατάστημα και το Κτίριο εφάπτονται αλλά δεν αποτελούν ενιαίο κτίριο.

 

12.                Ομνύοντας αναφέρει ότι η Αιτήτρια ουδέποτε θεώρησε ότι υπήρχε οποιοδήποτε ζήτημα ασφάλειας του κοινού ή των περιοίκων το οποίο επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι την 1/6/2022 οι διάδικοι υπέγραψαν την επίδικη συμφωνία η οποία σχετιζόταν με το Κατάστημα. Ακολούθως ο ομνύοντας αναφέρει τη διαδικασία πληρωμής του ενοικίου η οποία ακολουθείτο κατά τη διάρκεια της ενοικίασης του Καταστήματος. Ακολούθως γίνεται αναφορά σε γεγονότα που έλαβαν χώρα περί τον Ιούλιο του 2024, όπου η Αιτήτρια, μέσω υπαλλήλου της ανέφερε στον Καθ’ ου η Αίτηση ότι θα έπρεπε να φύγουν αφού το κτίριο θα κατεδαφιζόταν ούτως ώστε να χτιστεί άλλο κτίριο με μαγαζιά και διαμερίσματα. Ο Καθ’ ου η Αίτηση ανέφερε ότι το ενοικιαστήριο είχε ανανεωθεί αυτόματα τέλος Μαΐου 2024 αφού δεν είχε δοθεί ειδοποίηση ότι δεν θα ανανεωνόταν και η Αιτήτρια συνέχισε να εισπράττει τα ενοίκια.

 

13.                Ακολούθως αναφέρει την λήψη επιστολών ημερομηνίας 15/7/2024 και 24/7/2024. Αναφέρει δε ότι οι δικηγόροι του απάντησαν στις εν λόγω επιστολές με επιστολή τους ημερομηνίας 12/08/2024, απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς της Ενάγουσας αναφέροντας ότι κατείχε το Ακίνητο ως θέσμιος ενοικιαστής και ότι προστατεύεται από τις πρόνοιες του περί Ενοικιοστασίου Νόμου του 1983 (Ν. 23/1983), επισυνάπτει δε την εν λόγω επιστολή ημερομηνίας 12/8/2024, ως Τεκμήριο 3 στην Ε/Δ ΓΓ.

 

14.                Αναφέρει επίσης ότι παρά το γεγονός ότι η Αιτήτρια αρνείτο να εισπράττει τα ενοίκια, σε προσπάθεια της να αποδείξει οφειλές, ο Καθ’ ου η αίτηση προέβει σε έμβασμα ποσού ύψους €880 στο προσωπικό λογαριασμό του διευθυντή της Αιτήτριας (Τεκμήριο 4 στην Ε/Δ ΓΓ), το οποίο αφορούσε τα ενοίκια για τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο 2024. Στις 16/01/2025 οι δικηγόροι του επέδωσαν προς την Αιτήτρια επιστολή απαίτησης ημερομηνίας 15/01/2025, στην οποία επισυνάπτεται και τραπεζική επιταγή που εξέδωσε επ' ονόματι της προς εξόφληση των ενοικίων για τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο 2024, επισυνάπτει αυτή ως Τεκμήριο 5 στην Ε/Δ ΓΓ. Αναφέρει δε ότι η Αιτήτρια ουδέποτε εξέδωσε αποδείξεις είσπραξης για τα εν λόγω εισπραχθέντα ενοίκια αλλά ούτε και απάντησε στην επιστολή απαίτησης με την οποία καλείτο όπως υπογράψει την δήλωση συγκατάθεσης προς την εθνική αρχή στοιχημάτων για το έτος 2025. Ο ομνύοντας αναφέρει ότι ενόψει του γεγονότος ότι η Αιτήτρια δεν υπέγραφε την εν λόγω συγκατάθεση ο Καθ’ ου η Αίτηση δεν μπορούσε να λειτουργεί την επιχείρηση του στο Κατάστημα, και αυτός είναι και ο λόγος που μεταγενέστερα δεν διεξήγαγε οποιαδήποτε επιχειρηματική δραστηριότητα σε αυτό αφού θα ήταν παράνομος. Επισημαίνει δε ότι ουδέποτε εγκατέλειψε το Κατάστημα, απλός δεν μπορούσε να εργάζεται, ένεκα της συμπεριφοράς της Αιτήτριας.

 

15.                Στη συνέχεια ο ομνύοντας κάνει αναφορά στις επιστολές 4/2/2025 και 18/2/2025. Αναφέρει δε ότι με επιστολή των δικηγόρων του ημερομηνίας 24/02/2025, η οποία επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 6 στην Ε/Δ ΓΓ, αναφέρθηκε ότι οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί τους αποτελούσαν προφάσεις για να επιτύχουν ανάκτηση του Ακινήτου. Προς τούτο, στην επιστολή ημερομηνίας 24/2/2025 επισυνάφθηκε και πιστοποιητικό οπτικού ελέγχου που εκδόθηκε από αρχιτέκτονα στις 06/02/2025, και με το οποίο δηλωνόταν ότι στο Ακίνητο δεν παρατηρούνταν εμφανή προβλήματα.

 

16.                Ως προς την μαρτυρία που έθεσε η Αιτήτρια για την επικινδυνότητα του Ακινήτου ο ομνύοντας αναφέρει ότι πουθενά στις επιστολές του ΕΟΑΛ και της επαρχιακής διοίκησης που παραθέτει η Αιτήτρια ως Τεκμήριο 8 της Ε/Δ ΣΑ δεν γίνεται καθορισμός κατά πόσο η αναφορά αφορά το Κατάστημα και το Κτίριο ή μόνο το Κτίριο. Αναφέρει δε ότι ούτε η κατάσταση του Κτιρίου εγκυμονεί κινδύνους για τον οποιοδήποτε εφόσον το Κτίριο είναι στην ίδια κατάσταση τα τελευταία 30 χρόνια. Επισημαίνει δε ότι δεν θα του ενοικίαζε το Κατάστημα η Αιτήτρια εάν υπήρχε θέμα ασφάλειας.

 

17.                Ακολούθως, ο ομνύοντας αναφέρει ότι με επιστολή των δικηγόρων του ημερομηνίας 27/02/2025, που επιδόθηκε στην Ενάγουσα στις 28/02/2025 επισύναψε τραπεζική επιταγή που εξέδωσε επ' ονόματι της Ενάγουσας προς εξόφληση των ενοικίων για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2025 (Τεκμήριο 7 στην Ε/Δ ΓΓ).

 

18.                Ο ομνύοντας αναφέρει επίσης ότι στις 27/03/2025 καταχώρισε την αίτηση αρ. 04/2025 στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Λάρνακας - Αμμοχώστου η οποία επιδόθηκε στην Αιτήτρια στις 07/04/2025 και με την οποία ο ίδιος ζητά την προστασία του Δικαστηρίου (Τεκμήριο 8 στην Ε/Δ ΓΓ).

 

19.                Στη βάση των οδηγιών που έδωσε το Δικαστήριο κατά το καθορισμό του χρονοδιαγράμματος της παρούσας αίτησης, αμφότερες οι πλευρές προχώρησαν σε καταχώριση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Ειδικότερα αναφορά στο περιεχόμενο των εκατέρωθεν συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων γίνεται πιο κάτω όπου αυτή κριθεί αναγκαία.

 

20.                Κατά την ακροαματική διαδικασία της υπό κρίση αίτησης, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων υιοθέτησαν τις γραπτές αγορεύσεις τις οποίες ετοίμασαν προς διευκόλυνση του Δικαστηρίου και καμία πλευρά δεν ζήτησε αντεξέταση των ενόρκων δηλούντων. Έχω μελετήσει το περιεχόμενο των γραπτών αγορεύσεων και θα αναφερθώ σε αυτές στη συνέχεια όπου κρίνω σκόπιμο.

 

IΙΙ. Νομική Πτυχή και Συμπεράσματα

 

21.             Η υπό κρίση αίτηση βασίζεται, μεταξύ άλλων στο άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960, το οποίο προνοεί το ουσιαστικό δίκαιο για την έκδοση προστακτικών διαταγμάτων. Οι αρχές με βάση τις οποίες το Δικαστήριο εκδίδει ενδιάμεσα διατάγματα έχουν αναλυθεί και αποκρυσταλλωθεί σε πληθώρα αποφάσεων (βλ. MERIDIAN GAMING LTD κ.α. v. ΔΗΜΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. E179/2017, 2/5/2024, Recnex Trading Ltd κ.ά. ν Τράπεζας Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, Πολ. Εφ.71/11 ημερ. 16.4.14, A.J. Georgiades v. N. Haddad Ltd Πολ. Εφ. Ε100/21 ημερ. 23/10/2023, Parico Aluminium Designs Ltd ν. Muskita - Aluminium Co Limited και Άλλων (2002) 1 ΑΑΔ 2015, T.A. Micrologic Computer Consultants Ltd v. Microsoft Corporation (2002) 1 Α.Α.Δ. 1802, MOLVI ESTATES LTD v. ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΙΜΩΝΟΣ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε193/2015, ECLI:CY:AD:2023:A159, 9/5/2023, ΑΝΝΑΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ v. ΓΡΗΓΟΡΗ ΣΠΑΝΟΥ, Πολιτική Έφεση αρ. Ε76/2018, 16/11/2023). Το Δικαστήριο αρχικά εξετάζει κατά πόσο συντρέχουν οι τρεις θεμελιώδεις προϋποθέσεις, ήτοι:

 

            21.1.        η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση;

            21.2.        η ύπαρξη πιθανότητας να δικαιούται ο Ενάγοντας σε θεραπεία; και

            21.3.        το ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, εκτός εάν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.

 

22.                Σε περίπτωση που οι Αιτητές ικανοποιήσουν το Δικαστήριο ότι πληρούνται οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις τότε δημιουργείται το αναγκαίο υπόβαθρο στο πλαίσιο του οποίου το Δικαστήριο ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια ουτως ώστε να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα (βλ.Odysseos v. Pieris Estates Ltd and Others (1982) 1 C.L.R.55, Ιπποδρομιακή Αρχή Κύπρου ν. Πασχάλη Χ΄΄Βασίλη (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ.152).

 

23.                Στη προκείμενη περίπτωση, θεωρώ ορθότερο όπως εξεταστεί κατά προτεραιότητα το ζήτημα που έχει τεθεί από τον Καθ’ ου η Αίτηση, ότι κατ΄ισχυρισμό ότι η Αιτήτρια δεν προέβη σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων κατά το χρόνο που απευθύνθηκε μονομερώς στο Δικαστήριο εξασφαλίζοντας το Διάταγμα.

 

24.                Κατατοπιστική επί του ζητήματος της πλήρης και ειλικρινής αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων που ενδεχομένως να επηρεάσουν την κρίση του Δικαστηρίου κατά την έκδοση μονομερώς προσωρινού διατάγματος είναι η πρόσφατη απόφαση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ v. ΔΗΜΟΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε85/2018, 20/9/2024, σχετικό απόσπασμα της οποία παραθέτω αυτούσιο:

 

“Όταν κάποιος αιτητής προσέλθει ενώπιον του Δικαστηρίου και στην απουσία του αντιδίκου του και κατά παρέκκλιση της αρχής «audi alteram partem» ζητά θεραπεία του δικαίου της επιείκειας, τότε έχει υποχρέωση προς το Δικαστήριο να προβεί σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων που ενδεχομένως να επηρεάσουν την κρίση του Δικαστηρίου κατά την έκδοση μονομερώς προσωρινού διατάγματος.  Ο αιτητής σε τέτοιες περιπτώσεις έχει υποχρέωση να επιδείξει καλή πίστη και η μη αποκάλυψη θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου να ακούσει αυτόν που τον εξαπατά, δηλαδή σε περίπτωση που κριθεί ότι ευσταθεί κάτι τέτοιο, θα συνεπάγεται την άνευ ετέρου ακύρωση του προσωρινού διατάγματος χωρίς το Δικαστήριο να υπεισέλθει στην ουσία του (βλ. μεταξύ άλλων, Σύγγραμμα «ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ, INJUNCTIONS», των Γιώργου Ερωτοκρίτου και Πέτρου Αρτέμη Έκδοση 2016 σελ. 163 και επόμενες, Μιχαήλ (Αρ. 3) (2012) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1943, Bloczek Ltd v. Vianova Holdings Ltd (2013) 1(Β) Α.Α.Δ. 1410, Commerzbank Auslandsbanken Holding A.G. κ.α. ν. Adeona Holdings Ltd (2014) 1(A) Α.Α.Δ. 386, Brink's Mat Ltd v. Elcombe [1988] 1 W.L.R. 1350, Γρηγορίου ν. Χριστοφόρου [1995] 1 Α.Α.Δ. 248, Rybolovlev v. Rybolovleva (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 82 και DEMSTAR LIMITED (ανωτέρω)).

 

25.                Παραθέτω επίσης σχετικό απόσπασμα από την απόφαση CROLANTACO LIMITED κ.α. v. Ν.ANASTASIOU INVESTMENTS LIMITED κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. E162/18, 17/6/2024:

“Όπως αναφέρεται στην απόφαση Castelli v Cook (1849) 7 Hare 89, η οποία υιοθετήθηκε στην Κυπριακή απόφαση Fedossova Larissa (αρ. 2) (1997) 1 Α.Α.Δ. 1333:

 

«A plaintiff applying ex parte comes (as it has been expressed) under a contract with the Court that he will state the whole case fully and fairly to the Court. If he fails to do that, and the Court finds, when the other party applies to dissolve the injunction, that any material fact has been suppressed or not properly brought forward, the plaintiff is told that the Court will not decide on the merits, and that, as he has broken faith with the Court, the injunction must go».

 (έμφαση δοθείσα)

       

Όπως μάλιστα λέχθηκε στην Bloczek Limited v Vianova Holding Limited (2013) 1 Α.Α.Δ. 1460:

 

«.Παράλειψη  παρουσίασης ουσιωδών γεγονότων ενώπιον του δικαστηρίου, σε μονομερή αίτηση, θεωρείται ως  είδος εξαπάτησης του δικαστηρίου και το δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να ακυρώσει ένα, μονομερώς εκδοθέν, παρεμπίπτον διάταγμα, για το λόγο της μη αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων, χωρίς καν να εξετάσει την ουσία της αίτησης. Επομένως, τέτοιο θέμα, όταν εγείρεται, εξετάζεται κατά προτεραιότητα. Το τι συνιστά ουσιώδες θέμα είναι αντικειμενικό.».

 (έμφαση δοθείσα)

 

Δεδομένου του ότι ενώπιον μας υπάρχουν όλα τα απαραίτητα δεδομένα, παρέχεται η δυνατότητα να προχωρήσουμε στην εξέταση του κατά πόσο τα όσα οι Εφεσείοντες επικαλούνται αποτελούσαν τέτοια ουσιώδη στοιχεία που να έπρεπε να οδηγήσουν στην ακύρωση του μονομερώς εκδοθέντος διατάγματος.

 

Παραθέτουμε απόσπασμα από την απόφαση Commerzbank Auslandsbanken Holdings A.G. v Adeona Holding Ltd (2015) 1 Α.Α.Δ.386  όπου λέχθηκαν τα εξής:

 

«Κριτής του τι είναι ουσιώδες, είναι ο δικαστής ο οποίος έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια και δεν διστάζει να ακυρώσει το ήδη εκδοθέν μονομερές διάταγμα, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που διαπιστώνει κακοπιστία και πρόθεση απόκρυψης ή παραπλάνησης του δικαστηρίου.  Οδηγός είναι πάντοτε τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης στο πλαίσιο της αντιδικίας των διαδίκων.

 

Βέβαια δεν είναι κάθε παράλειψη αποκάλυψης που οδηγεί σε ακύρωση.  Αν το δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια κρίνει ότι η παράλειψη αφορούσε σε ουσιώδες γεγονός, τότε κατά κανόνα ακυρώνει το διάταγμα, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να αφαιρέσει κάθε όφελος που απεκόμισε ο αιτητής.  Στην αγγλική υπόθεση Bank Mellat v. Nikpour (Mohammad Ebrahaim) (1985) F.S.R. 87 CA, αναφέρθηκε ότι το δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, σύμφωνα με την αρχή του locus poenitentiae (ευκαιρία για μεταμέλεια ή διόρθωση), μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδιαίτερα όταν η μη αποκάλυψη είναι αθώα, να ακυρώσει το προηγούμενο διάταγμα και να εκδώσει νέο, υπό όρους (βλ. επίσης Recnex Trading Ltd κ.α. v. Tράπεζας Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, ECLI:CY:AD:2014:A269, Πολιτική Έφεση Αρ. 71/11, ημερ. 16.4.2014).  Όμως αυτή η διακριτική ευχέρεια θα πρέπει να ασκείται με αρκετή περισυλλογή, ώστε να μην εξουδετερώνει το μοναδικό κόστος ή «τιμωρία» για μη αποκάλυψη, που δεν είναι άλλο από την ακύρωση του διατάγματος».”

 

26.                Είναι ξεκάθαρο από τη νομολογία ότι όποιος επιδιώκει θεραπεία μονομερώς θα πρέπει να παρουσιάζει τα γεγονότα πλήρως και με δίκαιο τρόπο, ακόμα και σημεία τα οποία ενδεχομένως να μην είναι υπέρ του αιτητή, όχι μόνο ως προς τα γεγονότα τα οποία είναι γνωστά στον ίδιο αλλά ακόμη και όσον αφορά γεγονότα που θα μπορούσε να αποκαλύψει με εύλογη έρευνα, περιλαμβανομένου και της άνευ βλάβης αλληλογραφίας (βλ. Linsen International Ltd v Hambus Sea Transport PTE Ltd (2010) EWHC 303 (Comm)). Το δε κριτήριο ικανοποίησης της υποχρέωσης αποκάλυψης είναι αντικειμενικό και εναπόκειται στη κρίση του Δικαστηρίου αν ένα στοιχείο είναι ουσιώδες. 

 

27.                Στη προκειμένη περίπτωση η Αιτήτρια όταν αποτάθηκε στο Δικαστήριο μονομερώς δεν παρουσίασε καμία από τις επιστολές των δικηγόρων του Καθ’ ου η Αίτηση που στάλθηκαν προς αυτήν και προς τους δικηγόρους της στις οποίες αναφέρονταν οι θέσεις του Καθ’ ου η Αίτηση επί των επίδικων ζητημάτων και ειδικότερα όσον αφορά την επικαλούμενη από την Αιτήτρια επικινδυνότητα του Ακινήτου, συμπεριλαμβανομένου μεταξύ άλλων, ότι το Ακίνητο βρίσκεται στην ίδια κατάσταση τα τελευταία 30 χρόνια. Όσον αφορά την καταβολή του ποσού των €880 το οποίο αφορούσε τα ενοίκια των μηνών Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2024, ενώ η Αιτήτρια παρουσίασε ότι το εν λόγω ποσό καταβλήθηκε κατόπιν αποστολής της επιστολής ημερομηνίας 19/11/2024, στο Τεκμήριο 4 της Ε/Δ ΓΓ φαίνεται ότι το εν λόγω έμβασμα εκτελέστηκε στις 22/11/2025 και από το Τεκμήριο 6 της Ε/Δ ΣΑ, το οποίο προσκόμισε η ίδια η Αιτήτρια φαίνεται ότι η εν λόγω επιστολή επιδόθηκε στις 25/11/2025.

 

28.                Η Αιτήτρια, όταν αποτάθηκε στο Δικαστήριο μονομερώς για την εξασφάλιση του Διατάγματος, δεν έθεσε υπόψη του Δικαστηρίου το Τεκμήριο 6 της Ε/Δ ΓΓ, όπου στο πλαίσιο της επιστολής ημερομηνίας 24/2/2025, πέραν του ότι καταγράφεται η θέση του Καθ’ ου η Αίτηση για το καίριο ζήτημα της κατάστασης του Ακινήτου, επισυνάπτεται σχετικό πιστοποιητικό οπτικού ελέγχου που εκδόθηκε από αρχιτέκτονα στις 6/2/2025 όσον αφορά τη κατάσταση του Ακινήτου και στο οποίο αναγράφεται ότι δεν παρατηρούνται εμφανείς ανησυχητικές βλάβες/φθορές στο Κατάστημα το οποίο βρίσκεται στη διεύθυνση Μακαρίου 59, 7060. Χωρίς να εισέρχομαι στην ουσία των ισχυρισμών του Καθ’ ου η Αίτηση, εκ της όψεως των προαναφερόμενων εγγράφων, η ανταλλαγείσα αλληλογραφία μεταξύ των δικηγόρων των μερών, τα οποία η Αιτήτρια δεν αποκάλυψε στο Δικαστήριο καταδεικνύει ότι το θέμα της κατάστασης του Ακινήτου αποτέλεσε σημαντικό σημείο αντίκρουσης των διαδίκων και το οποίο αφοροά το καίριο ζήτημα που προέβαλε η Αιτήτρια για την εξασφάλιση του Διατάγματος μονομερώς.

 

29.                Επιπλέον η Αιτήτρια δεν έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου, όταν αυτή αποτάθηκε μονομερώς ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση έχει καταχωρίσει την Αίτηση Ενοικιοστασίου υπ' αριθμό 04/25 (Τεκμήριο 8 της Ε/Δ ΓΓ) και η οποία είχε επιδοθεί στην Αιτήτρια στις 7/4/2025, ήτοι σε χρόνο προγενέστερο της καταχώρισης της υπό κρίση αίτησης. Ως εμφαίνεται από το Τεκμήριο 8 της Ε/Δ ΓΓ η εν λόγω αίτηση ενοικιοστασίου αφορά θέματα που σχετίζονται με την παρούσα Απαίτηση. Επιπλέον η Αιτήτρια, όταν αποτάθηκε στο Δικαστήριο μονομερώς ενώ από την μια έντονα υποστήριζε ότι το μέρος του Ακινήτου που χρησιμοποιούσε ο Καθ’ ου η Αίτηση ήταν εγκαταλελειμμένο ουδέποτε ανέφερε ότι η ίδια η Αιτήτρια αρνήθηκε να υπογράψει την απαραίτητη συγκατάθεση προς την Εθνική Αρχή Στοιχημάτων, ούτως ώστε να είναι σε θέση ο Καθ’ ου η Αίτηση να λειτουργεί την επιχείρηση του στο Κατάστημα.

 

30.                Αναφέρω δε ότι ούτε στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση που καταχώρισε ο διευθυντής της Αιτήτριας τοποθετήθηκε με οποιοδήποτε τρόπο ως προς τη μη αποκάλυψη των ανωτέρω ουσιωδών γεγονότων όταν η Αιτήτρια αποτάθηκε μονομερώς για την έκδοση του Διατάγματος.

 

31.                Λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του Διατάγματος και τη δραστικότητα του η Αιτήτρια είχε ύψιστο καθήκον να αποκαλύψει όταν αποτάθηκε στο Δικαστήριο μονομερώς τα πιο πάνω, δίνοντας την ευκαιρία στο Δικαστήριο να έχει ενώπιον του όλα τα σχετικά ουσιώδη γεγονότα και να τα αξιολογήσει δεόντως κατά τον ουσιώδη χρόνο, ούτως ώστε να μπορεί να αποφασίσει την αποδοχή ή όχι την προώθηση  της υπό κρίση αίτηση μονομερώς για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος. Υπό το φως των πιο πάνω, καταλήγω ότι η Αιτήτρια προέβη σε μια επιλεκτική παρουσίαση στοιχείων προς στο Δικαστήριο, παρουσιάζοντας μόνο τα γεγονότα και έγγραφα τα οποία υποστήριζαν τη θέση της, κατά την αναζήτηση μονομερής θεραπείας, προβαίνοντας σε μη αποκάλυψη όλων των ουσιώδη γεγονότων. Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία το ποια θα ήταν η κατάληξη του Δικαστηρίου και πώς θα χειριζόταν την υπόθεση σε περίπτωση που είχε ενώπιον του όλα τα πιο πάνω γεγονότα, εφόσον σε αυτό το στάδιο δεν μπορεί να λεχθεί ποιά θα ήταν η επίδραση εάν όλα τα ουσιώδη γεγονότα παρατίθονταν ενώπιον του Δικαστηρίου κατά το στάδιο που η Αιτήτρια απευθύνθηκε μονομερώς.

 

32.                Η Αιτήτρια επιλεκτικά παρέθεσε τα γεγονότα και στοιχεία που περιβάλλουν την υπόθεση, παρουσιάζοντας μια εικόνα που εξυπηρετούσε ασφαλώς την προώθησης της υπό κρίση αίτησης και δη μονομερώς, χωρίς να αποκαλύψει, ως όφειλε, την ολοκληρωμένη πραγματική εικόνα των επίδικων γεγονότων και ειδικότερα στοιχεία και γεγονότα τα οποία εκ των πραγμάτων θα μπορούσαν να έχουν ουσιαστική σημασία στην αντιμετώπιση της υπό κρίση αίτησης από το Δικαστήριο και συνακόλουθα στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας.

 

33.                Υπό το φως των πιο πάνω, λαμβάνοντας υπόψη και τη σχετική νομολογία, ως συνοπτικά παρατάθηκε ανωτέρω, θεωρώ ότι η επιλογή της Αιτήτριας/Ενάγουσας να μην προβεί σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων, ενόψει και της σοβαρότητας της και στην απουσία οποιασδήποτε αιτιολογίας δεν μπορεί να παραβλεφθεί.

 

34.                Ενόψει της ανωτέρω κατάληξης του Δικαστηρίου, η ενασχόληση του Δικαστηρίου με οτιδήποτε άλλο προβλήθηκε στην υπό κρίση αίτηση και ένσταση ή με άλλες πτυχές του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 παρέλκει, εφόσον όχι μόνο δεν επιβάλλεται αλλά αντίθετα, αντενδείκνυται  (βλ. κατ' αναλογίαν, Banka Turco Romana SA v Cortuk and Another (2018) EWHC 662 (Comm), Γρηγορίου και Άλλοι ν Χριστοφόρου και Άλλων (1995) 1 ΑΑΔ 248, 264-265).

 

35.                Σημειώνεται δε όσον αφορά τους ισχυρισμούς περί συμπαιγνίας λειτουργών της Επαρχιακής Διοίκησης Λάρνακας και του ΕΟΑΛ έχει επισημανθεί με την Ε/Δ ΓΓ ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση μέσω των δικηγόρων του έχει προβεί σε σχετική καταγγελία στην αρμόδια αρχή, ως εκ τούτου δεν κρίνεται αναγκαίο στο παρόν στάδιο το Δικαστήριο να ασχοληθεί με το θέμα αυτό.

 

36.                Συνακόλουθα κρίνω ότι το Διάταγμα ημερομηνίας 14/4/2025, το οποίο εκδόθηκε μονομερώς με τα πιο πάνω δεδομένα, δεν μπορεί να παραμείνει σε ισχύ και πρέπει να ακυρωθεί. Συνακόλουθα το Διάταγμα ημερομηνίας 14/4/2025 ακυρώνεται και η αίτηση ημερομηνίας 11/4/2025 απορρίπτεται.

 

37.                Σε ότι αφορά τα έξοδα, έχοντας υπόψη μου τους Κανονισμούς 39.2 και 39.4  των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023, δεν βλέπω λόγο να παρεκκλίνω από τον γενικό κανόνα ότι αυτά επιδικάζονται υπέρ του επιτυχόντος διαδίκου.  Συνακόλουθα, τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του Εναγόμενου/Καθ’ ου η Αίτηση και εναντίον της Ενάγουσας/Αιτήτριας καταβλητέα στο τέλος της διαδικασίας.

 

38.                Να σημειωθεί ότι οι συνήγοροι, κατά παράβαση του Κανονισμού 39.9(1) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, δεν συμμορφώθηκαν με το καθήκον τους για υποβοήθηση του Δικαστηρίου στον συνοπτικό υπολογισμό των εξόδων. Προτού προχωρήσω να ακούσω τους συνηγόρους των διαδίκων σε σχέση με το ύψος των εξόδων αυτών στο πλαίσιο της σχετικής διαδικασίας που προνοούν οι Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας, θα δώσω στους τελευταίους την ευκαιρία να συμφωνήσουν και να δηλώσουν το ύψος τους. Αν λοιπόν μέχρι τις 19/6/2025 οι διάδικοι δεν καταλήξουν σε συμφωνία ως προς το ύψος των εξόδων τότε να καταχωρήσουν εκατέρωθεν σχετικούς καταλόγους μέχρι τις 23/6/2025 και το Δικαστήριο θα επιληφθεί του θέματος στις 24/6/2025 και ώρα 9πμ στη φυσική παρουσία τους.

 

 

 

 

 

            (Υπ.).................................                                                                                                                                                                          Α. Σάββα, προσ. Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφo

 

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο