ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Α. Σάββα, προσ. Ε.Δ.
ΜΕΤΑΞΥ:
Αγωγή αρ.: 756/2023
Σύλβια Νίττη
Ενάγουσας
και
Lazuli Apartments Limited
Εναγόμενης
Αίτηση ημερ. 11/4/2025 για παραμερισμό απόφασης
Ημερομηνία: 18/6/2025
Εμφανίσεις:
Για την Εναγομένη -Αιτήτρια: κα Καπφχάμερ για ΤΩΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ ΔΕΠΕ
Για την Ενάγουσα- Καθ’ ης η Αίτηση: κα. Στυλιανού για LC LAW ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Ι. Η Αίτηση
1. Με την υπό κρίση αίτηση η Εναγόμενη/ Αιτήτρια εξαιτείται:
“Α. Διάταγμα ή/και απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να παραμερίζεται (set aside) ή/και να ακυρώνεται η απόφαση του Δικαστηρίου στην υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό υπόθεση ημερ. 26/2/2024 ή/και οποιαδήποτε άλλη απόφαση εκδόθηκε εναντίον της Αιτήτριας στην υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό υπόθεση.
B. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να παραμερίζει και/ή να ακυρώνει το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 28/09/2023 για υποκατάστατο επίδοση της αγωγής στην Αιτήτρια ή/και οιοδήποτε άλλο διάταγμα δια του οποίου η Ενάγουσα έλαβε άδεια για υποκατάστατη επίδοση.
Γ. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να παραμερίζει και/ή να ακυρώνει την επίδοση που κατ' ισχυρισμό έλαβε χώρα στις 02/10/2023 στην διεύθυνση Γρίβα Διγενή 13 ή/και σε οιαδήποτε άλλη ημερομηνία ήθελε φανεί ότι η Ενάγουσα ισχυρίζεται ότι επέδωσε οποιαδήποτε έγγραφα στην Αιτήτρια ή/και οποιαδήποτε έγινε κατ' ισχυρισμό σύμφωνα με οποιοδήποτε διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης.
Δ. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να παραμερίζει και/ή να ακυρώνει το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 13/05/2024 για υποκατάστατο επίδοση του διατάγματος ημερομηνίας 26/02/2024 στην Αιτήτρια ή/και οιοδήποτε άλλο διάταγμα δια του οποίου η Ενάγουσα έλαβε άδεια για υποκατάστατη επίδοση.
Ε. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να παραμερίζει και/ή να ακυρώνει την επίδοση που κατ' ισχυρισμό έλαβε χώρα στις 15/05/2024 στην διεύθυνση Γρίβα Διγενή 13 ή/και σε οιαδήποτε άλλη ημερομηνία ήθελε φανεί ότι η Ενάγουσα ισχυρίζεται ότι επέδωσε οποιαδήποτε έγγραφα στην Αιτήτρια ή/και οποιαδήποτε έγινε κατ’ ισχυρισμό σύμφωνα με οποιοδήποτε διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης.
ΣΤ. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο θα καθορίζεται ο χρόνος καταχώρησης υπεράσπισης εκ μέρους της Εναγόμενης στην παρούσα αγωγή.
Ζ. Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία ως το Σεβαστό Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει ορθό και δίκαιο.
Η. Έξοδα πλέον Φ.Π.Α.”
2. Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Σωκράτη Μηχανικού (στο εξής η “Ε/Δ ΣΜ”), ο οποίος αναφέρει ότι είναι ο μοναδικός διευθυντής της εταιρείας NACHILIUS LIMITED, η οποία είναι η μοναδική διευθύντρια της Εναγόμενης. Ο ομνύοντας αναφέρει το ιστορικό λήψης των δικαστικών εγγράφων και ειδικότερα ότι στις 18/3/2025 υπάλληλος της Αιτήτριας ενημερώθηκε για την παράδοση της κατοχής του επίδικου διαμερίσματος με αριθμό [ ] το οποίο βρίσκεται στο κτίριο [ ] 2 στην οδό [ ] 9, [ ], στην Επαρχία Λάρνακας, επί του τεμαχίου ΕΠΙ 312, αριθμό εγγραφής 9/[ ], Φύλλο 60, Σχέδιο 01W2, τμήμα 9 (στο εξής το “Διαμέρισμα”) δυνάμει σχετικής ειδοποίησης και ακολούθως προέβηκαν σε αίτημα και λήψη των δικαστικών εγγράφων μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος i-justice.
Παράνομη και αντικανονική διαδικασία επίδοσης
3. Στη συνέχεια ο ομνύοντας ισχυρίζεται ότι τα διατάγματα υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 28/9/2023 και 13/05/2024 και η υποκατάστατη επίδοση έχουν γίνει παράτυπα και πάσχουν νομικά και πρέπει παραμεριστούν για το λόγο ότι η Καθ’ ης η Αίτηση κατ’ ισχυρισμό απέτυχε να εξαντλήσει όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες προσωπικής επίδοσης στις γνωστές διευθύνσεις της Αιτήτριας και να αποδείξει πρακτική αδυναμία προσωπικής επίδοσης προς τον διευθυντή της Αιτήτριας ή οποιοδήποτε αξιωματούχο της Αιτήτριας προτού ληφθεί άδεια για υποκατάστατη επίδοση. Επιπλέον ο ομνύοντας ισχυρίζεται ότι δεν έγινε καμία προσπάθεια για εντοπισμό της Αιτήτριας ή των εκπροσώπων της στο επίδικο Διαμέρισμα αλλά ούτε και μέσω του δικού του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο οποίο ισχυρίζεται ότι είχε γραπτή αλληλογραφία μαζί με την Καθ’ ης η Αίτηση ή τις κόρες της ή δεν ζήτησε επίδοση προς τους δικηγόρους της Αιτήτριας τους οποίους γνώριζε.
4. Ακολούθως ο ομνύοντας αναφέρει ότι δεν έλαβε τα δικαστικά έγγραφα μέχρι πρόσφατα αφού το εγγεγραμμένο γραφείο ήταν εγκαταλελειμμένο και η Αιτήτρια δεν είχε πρόσβαση σε αυτό. Όσον αφορά τη διεύθυνση του εγγεγραμμένου γραφείου της Αιτήτριας ο ομνύοντας αναφέρει ότι ήταν η διεύθυνση του τότε δικηγόρου της κ. Παναγιώτη Τουλούρα ο οποίος έχει αποχωρήσει εδώ και χρόνια από το ακίνητο εκείνο και έπειτα ενοικιάστηκε σε τρίτο πρόσωπο το οποίο είναι μόνιμος κάτοικος εξωτερικού και δεν διαμένει σε αυτό. Περαιτέρω παραπέμπει στην ειδοποίηση του ιδιώτη επιδότη που συνοδεύει την μονομερή αίτηση ημερομηνίας 21/7/2023 στην οποία γίνεται αναφορά ότι έγινε προσπάθεια επίδοσης στην διεύθυνση Γρίβα Διγενή 25 αναφέροντας ότι δεν εξηγείται τι αποτελεί αυτή η διεύθυνση.
Λόγοι παραμερισμού Απόφασης και Διαταγμάτων υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 28/9/2023 και 13/5/2024
Υποκατάστατη επίδοση
5. Είναι η θέση της Αιτήτριας ότι δεν έλαβε ποτέ γνώση των δικαστικών εγγράφων και η πρώτη φορά που έλαβε ενημέρωση ήταν μέσω του δικαστικού επιδότη. Αναφέρει δε ότι η μη εμφάνιση της στην διαδικασία δεν είναι λόγω περιφρόνησης της δικαστικής διαδικασίας. Ο ομνύοντας ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια έχει λόγους να πιστεύει ότι η Καθ’ ης η Αίτηση γνώριζε ότι η διεύθυνση αυτή είχε εγκαταλειφθεί αφού υπήρχαν κι άλλα έγγραφα που είχαν αφεθεί εκεί και δεν παραλήφθηκαν. Είναι επίσης η θέση της Αιτήτριας ότι δεν έχει παρουσιαστεί ικανοποιητική μαρτυρία ότι για οποιαδήποτε αιτία δεν μπορούσε να διενεργηθεί έγκυρη προσωπική επίδοση στον ίδιο ή στους δικηγόρους της Αιτήτριας, έτσι ώστε να δικαιολογείται η έκδοση του διατάγματος επίδοσης με θυροκόλληση.
6. Επιπλέον, ο ομνύοντας αναφέρει ότι οι ειδοποιήσεις του ιδιώτη επιδότη είναι ελλιπείς και η Καθ’ ης η Αίτηση δεν παρέθεσε κανένα υπαρκτό και έγκυρο λόγο για τον οποίο έπρεπε να διενεργηθεί υποκατάστατη επίδοση μέσω θυροκόλλησης.
Αναφορικά με την έκδοση της Απόφασης
7. Ακολούθως ο ομνύοντας ισχυρίζεται ότι η απόφαση ημερομηνίας 26/2/2024 (στο εξής η “Απόφαση”) θα πρέπει να ακυρωθεί καθότι δεν έχει αποδειχθεί καλή εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον της Αιτήτριας και ότι δεν προσκομίστηκε μαρτυρία με την οποία να αποδεικνύεται η υπόθεση εναντίον της Αιτήτριας.
8. Είναι η θέση της Αιτήτριας ότι το παρόν Δικαστήριο δεν έχει αρμοδιότητα να εξετάσει τις διαφορές των διαδίκων καθώς η ενοικίαση είναι θέσμια και δικαιοδοσία έχει το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων. Προσκόμισε δε ως Τεκμήριο 4 στην Ε/Δ ΣΜ έρευνα από την ηλεκτρονική σελίδα του Κτηματολογίου στην οποία φαίνεται ότι το έτος ανέγερσης του κτιρίου και του Διαμερίσματος είναι το έτος 1996.
9. Περαιτέρω είναι η θέση της Αιτήτριας ότι δεν ήταν εις γνώση της ότι το Διαμέρισμα ήταν ιδιοκτησία της Καθ’ ης η Αίτηση. Όσον αφορά το ποσό που επιδικάστηκε ως αποζημιώσεις ο ομνύοντας αναφέρει ότι δεν παρουσιάστηκε καμία μαρτυρία για την ενοικιαστική αξία την οποία θα έπρεπε να έχει ενώπιον του το Δικαστήριο μέσω αρμόδιου εμπειρογνώμονα συνεπώς η έκδοση της Απόφασης είναι λανθασμένη. Ισχυρίζεται δε ότι η Αιτήτρια έχει καταβάλει τουλάχιστον €35.000 - €50.000 συνολικά για έξοδα συντήρησης και ανακαίνισης του Διαμερίσματος.
10. Ο ομνύοντας ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια έχει καλόπιστη υπεράσπιση την οποία θα πρέπει να της δοθεί το δικαίωμα να την παρουσιάσει στο Δικαστήριο.
11. Η αίτηση στηρίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας (“ΘΠΔ”) Δ.2, Δ.5. Δ.5Α, Δ.6 Θ. 1-9, Δ.16 Θ. 1-9. Δ.27 θθ. 1-4 Δ.39, Δ.48 1-9, 13 Δ.57, Δ.64, στα άρθρα 21 και 22 του περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν. 14/60), στο άρθρο 3 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, στον περί Εταιρειών Νόμο, ΚΕΦ.113, στο άρθρο 30 του Συντάγματος, στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, στους κανόνες της επιείκειας και στη πρακτική και σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου.
ΙΙ. Η Ένσταση
12. Η Καθ’ ης η Αίτηση καταχώρισε ένσταση στις 23/5/2025 προβάλλοντας 17 λόγους με τους οποίους υποστηρίζει την απόρριψη της υπό κρίση αίτησης και οι οποίοι είναι οι ακόλουθοι:
12.1. Η αίτηση είναι νομικά και ουσιαστικά αβάσιμη και ανεδαφική και/ή αντικανονική και/ή παντελώς αδικαιολόγητη και/ή η νομική της βάση δεν μπορεί να οδηγήσει στην απόδοση των εξαιτούμενων θεραπειών.
12.2. Η δικονομική βάση της Αίτησης είναι ελλιπής και/ή ανεπαρκής για να δικαιολογήσει την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.
12.3. Δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.
12.4. Η Εναγόμενη-Αιτήτρια δεν παρουσιάζει οποιονδήποτε εύλογο και/ή ουσιαστικό λόγο που να δικαιολογεί και/ή επιτρέπει το αίτημά της για παραμερισμό και/ή ακύρωση της Απόφασης και/ή οποιασδήποτε άλλης απόφαση και/η διατάγματος εκδόθηκε εναντίον της Εναγόμενης-Αιτήτριας.
12.5. Η Εναγόμενη-Αιτήτρια δεν έχει επιδείξει οποιονδήποτε σοβαρό ή/και εύλογο λόγο για την παράλειψη της να εμφανιστεί στη διαδικασία.
12.6. Η Εναγόμενη-Αιτήτρια στερείται του δικαιώματος να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου και να παραμερίσει την Απόφαση, λόγω του ότι η Εναγόμενη-Αιτήτρια έχει επιδείξει εσκεμμένη ή/και αδικαιολόγητη περιφρόνηση προς την Δικαστική διαδικασία.
12.7. Η επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος της πιο πάνω αγωγής έγινε πλήρως νομότυπα στην βάση του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 28/9/2023 και επομένως δεν τίθεται ζήτημα παραμερισμού της Απόφασης ex debito justitiae.
12.8. Η Εναγόμενη-Αιτήτρια έχει προβεί στην καταχώρηση της παρούσας αίτησης με υπέρμετρη και/ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στοιχείο που συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας.
12.9. Η Εναγόμενη-Αιτήτρια προσβάλλει και/ή αμφισβητεί τις καθόλα νόμιμες διαδικασίες τόσο για την επίδοση όσο και για υποκατάστατη επίδοση οι οποίες ακολουθήθηκαν με βάσει τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας και τη νομολογία του Σεβαστού Δικαστηρίου.
12.10. Η Εναγόμενη-Αιτήτρια στερείται οποιασδήποτε υπεράσπισης στην αγωγή και η παρούσα αίτηση γίνεται με μόνο σκοπό την παρακώλυση της εκτέλεσης της Απόφασης.
12.11. Η Εναγόμενη-Αιτήτρια δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης που αντιμετωπίζει, όσον αφορά την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης στην πιο πάνω αγωγή.
12.12. Η Εναγόμενη-Αιτήτρια με την παρούσα αίτηση προωθεί καταχρηστικούς και/ή αλλότριους και/ή αθέμιτους σκοπούς και/ή για παρακώλυση της διαδικασίας εκτέλεσης της απόφασης.
12.13. Η αίτηση είναι ενοχλητική και/ή σκανδαλώδης και/ή καταχρηστική καθότι περιέχει ψευδείς και παραπλανητικούς ισχυρισμούς.
12.14. Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση δεν αποκαλύπτονται όλα τα γεγονότα και/ή αποκρύπτονται ουσιώδη γεγονότα με τρόπο που καθιστά αυτή παραπλανητική και/ή ελλιπή.
12.15. Τυχόν επιτυχία της υπό κρίση αίτησης θα είναι αντίθετη με τις νομοθετικές πρόνοιες και τις νομολογημένες αρχές, ότι θα αποστερήσει την Ενάγουσα-Καθ' ης η Αίτηση από τη δυνατότητα να επιδιώξει και να προωθήσει μέτρα για τη λήψη των καρπών της επιτυχίας της.
12.16. Τα πραγματικά γεγονότα πάνω στα οποία η Εναγόμενη-Αιτήτρια κωλύεται (estopped) και/ή εμποδίζεται και/ή δεν νομιμοποιείται να προωθεί την παρούσα Αίτηση εφόσον: (α) παρέλειψε να καταχωρήσει εμπρόθεσμα και/ή έγκαιρα σημείωμα εμφάνισης παρά την έγκαιρη, πλήρη, αποτελεσματική γνώση της παρούσας διαδικασίας με την επίδικη επίδοση, (β) παρέλειψε και/ή αδιαφόρησε και/ή δεν έλαβε υπόψη της την καθορισμένη προθεσμία για καταχώρηση σημειώματος εμφάνισης στην παρούσα διαδικασία και (γ) επιδιώκεται από την Εναγόμενη/ Αιτήτρια, κατά τρόπο ανεπίτρεπτο, ο παραμερισμός και/ή ακύρωση της επίδικης απόφασης παρόλο που τα σχετικά έγγραφα της είχαν δεόντως επιδοθεί και είχε την δυνατότητα να εμφανιστεί στη διαδικασία και να ενστεί στην έκδοση της.
12.17. Η Εναγόμενη-Αιτήτρια δεν αποκαλύπτει οποιεσδήποτε περιστάσεις και/ή λόγους που να δικαιολογούν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.
13. Η ένσταση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της Καθ’ ης η Αίτηση (στο εξής η “Ε/Δ ΣΝ”). Στην Ε/Δ ΣΝ η ομνύουσα αναφέρει ότι είναι η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του Διαμερίσματος. Αναφέρει δε ότι παρόλο που η Συμφωνία ενοικιάσεως με την Αιτήτρια έληξε στις 31/1/2023 εντούτοις η τελευταία παράνομα παραμένει στο Διαμέρισμα και αρνείται να παραδώσει το Διαμέρισμα στην ίδια το οποίο απαιτείται για ιδιοκατοίκηση της. Ακολούθως αναφέρει λεπτομερώς το ιστορικό της παρούσας υπόθεσης από την καταχώριση της Αγωγής μέχρι την έκδοση της Απόφασης.
14. Ειδικότερα η ομνύουσα αναφέρει ότι μετά από έρευνα στην ιστοσελίδα του Εφόρου, εντοπίστηκε το εγγεγραμμένο γραφείο της Εναγόμενης-Αιτήτριας εταιρείας, ήτοι η Γρίβα Διγενή 13, STAVRAKlS BUILDING, Όροφος 5, Διαμ/Γραφείο 501, 6030, Λάρνακα (η “επίδικη διεύθυνση”).
15. Ακολούθως, η ομνύουσα αναφέρει ότι δόθηκαν οδηγίες στον ιδιώτη επιδότη κ.Γιώργο Γεωργίου (ο “επιδότης”) για να προβεί στις δέουσες ενέργειες επίδοσης της αγωγής στην Αιτήτρια, στην πιο πάνω διεύθυνση. Περαιτέρω, στον επιδότη δόθηκε και δεύτερη πιθανή διεύθυνση της Αιτήτριας, ήτοι η διεύθυνση Γρίβα Διγενή 25, Γραφείο 203, Λάρνακα , η οποία αναγράφεται στην επίδικη σύμβαση ενοικίασης ως η διεύθυνση της Εναγόμενης-Αιτήτριας.
16. Ο επιδότης προσπάθησε να επιδώσει την αγωγή στην Αιτήτρια, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου, ο επιδότης απέστειλε στους δικηγόρους της Καθ’ ης η Αίτηση ειδοποίηση ημερομηνίας 06/07/2023, στην οποία σημειώνει ότι όσες φορές επισκέφθηκε την επίδικη διεύθυνση, η οποία ανευρίσκεται στην ιστοσελίδα του Εφόρου ως το εγγεγραμμένο γραφείο της Αιτήτριας κανένας δεν του άνοιξε. Παρομοίως, ο επιδότης προσπάθησε να εντοπίσει την Αιτήτρια και στη δεύτερη ανωτέρω διεύθυνση η οποία αναγράφεται στην σύμβαση ενοικίασης χωρίς κανένα και πάλι αποτέλεσμα.
17. Στις 28/9/2023 εκδόθηκε διάταγμα για υποκατάσταση επίδοση του κλητηρίου εντάλματος δια θυροκόλλησης στο εγγεγραμμένο γραφείο της Αιτήτριας διατάσσοντας την τελευταία να καταχωρίσει εμφάνιση εντός 20 ημερών από την επίδοση. Η θυροκόλληση με βάση και την ένορκη δήλωση του Επιδότη έγινε στην είσοδο του εγγεγραμμένου γραφείου της Εναγόμενης-Αιτήτριας στις 9/10/2023. Στις 28/12/2023 η Καθ’ ης η Αίτηση καταχώρισε αίτηση για απόφαση λόγω μη καταχώρισης εμφάνισης και στις 26/2/2024 εκδόθηκε η Απόφαση.
18. Αναφέρει δε ότι διενεργήθηκαν έρευνες από τους δικηγόρους της στο γραφείο του Εφόρου στο οποίο εμφαίνεται κατά ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο μέχρι και τις 7/1/2025 η επίδικη διεύθυνση ήταν το επίσημο εγγεγραμμένο γραφείο της Αιτήτριας. Προσκόμισε δε ως Τεκμήριο 2 στην Ε/Δ ΣΝ ιστορικό των διευθύνσεων του εγγεγραμμένου γραφείου της Αιτήτριας από την ίδρυση της μέχρι σήμερα.
19. Όσον αφορά τους αξιωματούχους της Αιτήτριας, η ομνύουσα αναφέρει ότι μοναδικός διευθυντής της Αιτήτριας μέχρι και τις 12/11/2024 ήταν η εταιρεία FAROK LlMlTED της οποίας το εγγεγραμμένο της γραφείο είναι η επίδικη διεύθυνση, δηλαδή η ίδια διεύθυνση με το εγγεγραμμένο γραφείο της Αιτήτριας. Περαιτέρω, η ομνύουσα αναφέρει ότι τις 12/11/2024 υπήρξε αλλαγή του διευθυντή της Αιτήτριας και στην θέση της εταιρείας FAROK LIMlTED διορίστηκε η εταιρεία NACHILIUS LIMlTED. Σύμφωνα με έρευνα στο γραφείο του Εφόρου ημερομηνίας 25/04/2025 μοναδικός διευθυντής της εταιρείας NACHILIUS LIMITED μέχρι και την 7/11/2024 ήταν η εταιρεία FAROK LlMlTED το εγγεγραμμένο γραφείο της οποίας είναι επίσης η επίδικη διεύθυνση. Αναφέρει δε ότι ο κ. Σωκράτης Μηχανικός διορίστηκε διευθυντής της NACHILIUS LIMITED στις 7/11/2024, ήτοι μεταγενέστερα της έκδοσης της Απόφασης και των επίδικων διαταγμάτων.
20. Επισημαίνει δε ότι το εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας NACHILIUS LIMlTED μέχρι και σήμερα είναι η επίδικη διεύθυνση (βλ. Τεκμήριο 5 στην Ε/Δ ΣΝ). Αναφέρει επίσης ότι στις 18/07/2024, η ίδια η Αιτήτρια καταχώρισε στον Έφορο ετήσια έκθεση - έντυπο ΗΕ32 με ημερομηνία σύνταξης 15/07/2022, στην οποία δηλώνεται ότι το εγγεγραμμένο γραφείο της είναι η επίδικη διεύθυνση (Τεκμήριο 6 στην Ε/Δ ΣΝ).
21. Ακολούθως η ομνύουσα αναφέρει τα γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά το τέλος Ιανουαρίου 2023 σχετική με την μη ανανέωση της επίδικης σύμβασης, την ηλεκτρονική επικοινωνία μεταξύ της ίδιας και του κ. Μηχανικού, το ότι η Αιτήτρια ακολούθως απάντησε μέσω δύο διαφορετικών δικηγορικών γραφείων στις 30/1/2023 και 3/2/2023, παραθέτοντας τη θέση της ότι ουδεμία σταθερή και αναγνωρισμένη νομική εκπροσώπηση υπήρχε κατά τον κρίσιμο χρόνο για να καθιστούσε δυνατή και νόμιμη την επίδοση μέσω συγκεκριμένου δικηγορικού γραφείου.
22. Ακολούθως η ομνύουσα ισχυρίζεται ότι τα διατάγματα υποκατάστατης επίδοσης καθώς και η υποκατάστατη επίδοση είναι απόλυτα έγκυρα και πλήρως εναρμονισμένα με τις σχετικές δικονομικές πρόνοιες και δεν είναι παράτυπα και οι επιδόσεις έχουν διενεργηθεί νομότυπα και η Αιτήτρια είχε κάθε ευκαιρία να εμφανιστεί, να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της και να αμφισβητήσει τους ισχυρισμούς της, πλην όμως επέλεξε να επέχει. Επισημαίνει δε ότι η Αιτήτρια δεν αμφισβητεί ότι τόσο η αγωγή όσο και η Απόφαση θυροκολλήθηκαν στην είσοδο του εγγεγραμμένου γραφείου της.
23. Επιπλέον ισχυρίζεται ότι η συμπεριφορά της Αιτήτριας καταδεικνύει συνειδητή επιλογή αποχής και αδιαφορίας έναντι της δικαστικής διαδικασίας.
24. Όσον αφορά την αρμοδιότητα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας η ομνύουσα αναφέρει ότι η ενοικίαση του Διαμερίσματος δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεως, καθώς δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις. Παραθέτει δε το ιστορικό ιδιοκτησίας του Διαμερίσματος επισημαίνοντας ότι από την αγορά του Διαμερίσματος από την οικογένεια της Καθ’ ης η Αίτηση αυτό χρησιμοποιείτο για ιδιοκατοίκηση από την οικογένεια της και δεν έχει εκμισθωθεί σε οποιονδήποτε πριν το 1999 μέχρι και το 2009. Αναφέρει δε ότι η Αιτήτρια δεν έχει προσκομίσει κανένα στοιχείο περί του αντιθέτου. Υποστηρίζει ότι η Αιτήτρια ουδέποτε απέκτησε καθεστώς θέσμιου ενοικιαστή και ότι ο εν λόγω ισχυρισμός είναι εκ των υστέρων σκέψεις για να μην παραδώσει το Διαμέρισμα και να συνεχίζει παράνομα να το εκμεταλλεύεται.
25. Η ομνύουσα αναφέρει επίσης ότι σχετικά με την αποζημίωση διεκδίκησε το ποσό των €17,28 ημερησίως, δηλαδή το ποσό €518,66 μηνιαίως που είναι το καθορισμένο ενοίκιο όπως προβλέπεται στη μεταξύ των διαδίκων συμφωνία. Ως προς τον ισχυρισμός της Αιτήτριας περί δήθεν δαπάνης ύψους €35.000-€50.000 για συντήρηση και ανακαίνιση του Διαμερίσματος, ισχυρίζεται ότι είναι παντελώς αβάσιμος και προσχηματικός, αφού ουδέν αποδεικτικό στοιχείο προσκομίστηκε από την Αιτήτρια.
26. Τέλος, η ομνύουσα αναφέρει ότι η Αιτήτρια δεν διαθέτει καμία καλόπιστη ή νομικά βάσιμη υπεράσπιση έναντι της Αγωγής.
27. Σημειώνεται δε ότι η συνήγορος της Αιτήτριας αντεξέτασε, κατόπιν σχετικού αιτήματος την Καθ’ ης η Αίτηση ως προς συγκεκριμένες παραγράφους της Ε/Δ ΣΝ.
28. Κατά την ακροαματική διαδικασία της υπό κρίση αίτησης οι ευπαίδευτοι συνήγοροι και των δύο πλευρών υιοθέτησαν τις γραπτές αγορεύσεις τις οποίες ετοίμασαν προς διευκόλυνση του Δικαστηρίου. Έχω μελετήσει το περιεχόμενο των γραπτών αγορεύσεων και θα αναφερθώ σε αυτές στη συνέχεια όπου κρίνω σκόπιμο.
IΙΙ. Νομική Πτυχή και Συμπεράσματα
29. Το δικαιοδοτικό υπόβαθρο της παρούσας αίτησης για παραμερισμό απόφασης καταγράφεται στη Δ.17 Θ.10 των ΘΠΔ, η οποία αναφέρει τα εξής:
“Where judgment is entered pursuant to any of the preceding Rules of this Order, it shall be lawful for the Court in a proper case to set aside or vary such judgment upon such terms as may be just.”
30. Κατατοπιστική επί του θέματος είναι η απόφαση LOVE BIRDS PET SHOP LIMITED v. ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΤΣΙΑΛΛΗ, Πολιτική Έφεση Αρ. 50/2019, 30/5/2024 στην όποια καταγράφηκαν οι γενικές αρχές επί της Δ.17 Θ.10 ΘΠΔ:
“Η Δ.17 θ.10 δίδει διακριτική εξουσία στο Δικαστήριο να παραμερίζει αποφάσεις οι οποίες εξεδόθηκαν ερήμην. Γνώμονα άσκησης της εξουσίας αυτής αποτελεί η ανάγκη να εξισορροπηθούν αφ' ενός το δικαίωμα κάθε διαδίκου να ακουσθεί και αφ' ετέρου η ανάγκη προόδου και αποπεράτωσης της δίκης.
Τα κριτήρια τα οποία λαμβάνονται υπόψη κατά την εξέταση αιτήσεως παραμερισμού απόφασης λόγω μη καταχώρησης εμφάνισης έχουν εκτεθεί επανειλημμένα σε αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι οποίες υιοθετούν την προσέγγιση με τα Αγγλικά Δικαστήρια, όπου ισχύουν παρόμοιοι θεσμοί. (Βλ. Phylactou v. Michael (1982) 1 C.L.R. 204, Mine & Quarry Services Ltd. V. Ανδρέα Γεωργίου (1993) 1 Α.Α.Δ. 26, Milouca Motor Trading Ltd v. Κούρτη (1997) 1Β Α.Α.Δ. 941, Δ. Σκάρος v. Π. Χριστοδούλου κ.α. (1998) 1 Α.Α.Δ. 291, Λουκαϊδου v. Γερολέμου (2000) 1Α Α.Α.Δ. 333, Γιωργαλλίδης v. Ταπελλ. Κώστας Παύλου & Σία Λτδ (2000) 1Β Α.Α.Δ. 1101, Εταιρεία Βοθροκαθαριστών Λεμεσού "Βοθροτεξ' Λτδ v. Φαντάκη (2001) 1Α Α.Α.Δ. 339, Steven Bush κ.α. v. Γιαννάκη Γιαννή (2001) 1Β Α.Α.Δ. 1342, Alpha Bank Ltd v. Στεφάνου (2003) 1Β Α.Α.Δ. 1101, Ευσταθίου κ.α. v. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (2003) 1Β Α.Α.Δ. 1007, Αργυρού v. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ (2005) 1Α Α.Α.Δ. 229, Τεγκεράκης v. Δήμου Λευκωσίας (2005) 1Α Α.Α.Δ. 289, Siberia Air v. Πούλλικα (2005) 1Β Α.Α.Δ. 893, Sabine Zehil v. Neil Roberts (2009) 1Α Α.Α.Δ. 678 και Claire Morris v. Saratoga Swimming Pools Ltd (2012) 1A Α.Α.Δ. 647).
Οι αρχές που επενεργούν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου εξηγούνται λεπτομερώς στην απόφαση Phylactou v. Michael (ανωτέρω), στη σελ. 210. Σε μετάφραση όπως υιοθετήθηκε στην υπόθεση Milouca v. Κούρτη (ανωτέρω) αυτές έχουν ως εξής:
«Κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, το Δικαστήριο πρέπει να επιδιώκει την εξισορρόπηση δύο παραγόντων, θεμελιακών για την απονομή της δικαιοσύνης: Την ανάγκη να διασφαλίσει, αφενός, αποτελεσματικά το δικαίωμα του διαδίκου να ακουστεί στην υπόθεση του και, αφετέρου, την ταχεία διεκπεραίωση των δικαστικών υποθέσεων. Η ταχεία απονομή της δικαιοσύνης δεν αποτελεί απλώς ζήτημα ευκολίας, αλλά υψίστης σημασίας παράγοντα για την αποτελεσματική διεκδίκηση των δικαιωμάτων του πολίτη. Η αρχή αυτή είναι στενά συνυφασμένη και με ένα άλλο λόγο, επίσης σημαντικό για την απονομή της δικαιοσύνης, την ανάγκη διασφάλισης της τελεσιδικίας. Εάν διάδικος μπορεί απρόσκοπτα να επιδιώκει το επανάνοιγμα της υπόθεσης, η σφραγίδα της οριστικότητας, την οποία φέρει η απόφαση, και όλα όσα εξυπακούει, καθώς και η βεβαιότητα την οποία εισάγει στη διαχείριση των υποθέσεων του ανθρώπου, θα απολεσθούν, με οδυνηρές συνέπειες για την απονομή της δικαιοσύνης - (βλ. παρατηρήσεις του Megaw L.J. στη Lambert v. Mainland Market (1977) 2 All E.R. 826, στη σελ. 833 (c-d)).
Το απαύγασμα της νομολογίας κατατείνει στο ότι το Δικαστήριο δεν πρέπει να επιδεικνύει υπέρμετρο ζήλο στην αποστέρηση του δικαιώματος του διαδίκου να ακουστεί στην υπόθεση του, νοουμένου ότι αποκαλύπτει υπεράσπιση. Εντούτοις, το Δικαστήριο μπορεί, παρά ταύτα, να αρνηθεί να επανανοίξει την υπόθεση, εάν η διαγωγή του είναι τέτοια, ώστε να πλήττει το θεμέλιο της απονομής της δικαιοσύνης. Όπου η διαγωγή του διαδίκου, ο οποίος εξαιτείται τον παραμερισμό εκδοθείσας απόφασης, είναι ασυγχώρητη, περιφρονητική μέχρι βαθμού καταφρόνησης της δικαστικής διαδικασίας ή των δικαιωμάτων του αντιδίκου, το Δικαστήριο δύναται, ενασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, να αρνηθεί να παραμερίσει την απόφαση.»
Χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει και στην υπόθεση Siberia Air (ανωτέρω), όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 897:
«Είναι γεγονός ότι το πιο σημαντικό στοιχείο σε αιτήσεις αυτής της μορφής είναι η ύπαρξη εκ πρώτης όψεως καλής υπεράσπισης. Όταν ένας διάδικος επιτύχει να αποδείξει ότι έχει εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση, καλύπτει ό,τι σχεδόν απαιτείται για τον παραμερισμό της απόφασης που εκδόθηκε στην απουσία του. Ωστόσο, η απόδειξη εκ πρώτης όψεως καλής υπεράσπισης δεν είναι στοιχείο απόλυτα καθοριστικό για την επιτυχία της αίτησης και τον παραμερισμό της ερήμην εκδοθείσας απόφασης. Το δικαστήριο, διατηρεί την ευχέρεια να αρνηθεί το επανάνοιγμα της υπόθεσης όταν διαπιστώσει ότι η διαγωγή του διαδίκου που εξαιτείται τον παραμερισμό της ερήμην εκδοθείσας απόφασης είναι τέτοια που πλήττει το συμφέρον της απονομής της δικαιοσύνης. Αν διαπιστωθεί ότι η συμπεριφορά του αιτητή είναι ασυγχώρητα περιφρονητική μέχρι βαθμού καταφρόνησης της δικαστικής διαδικασίας ή των δικαιωμάτων του αντιδίκου του ή αδικαιολόγητα καθυστερεί ή ανεξήγητα παραλείπει να κινηθεί με την πρώτη δυνατή ευκαιρία στην προώθηση της αίτησης για παραμερισμό της απόφασης, αυτή η συμπεριφορά, που με άλλα λόγια συνιστά αδιαφορία, μπορεί να αποβεί παράγων αποτυχίας της αίτησης για παραμερισμό.»
Στην υπόθεση Κυριακή Τσεσμελόγλου v. Σοφοκλή Σοφοκλέους (2013) 1Α Α.Α.Δ. 64 αναφέρθηκε ότι:
"Διαχρονικά η νομολογία έχει καθορίσει σε ποιες περιπτώσεις είναι δυνατή η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου προς ακύρωση απόφασης ληφθείσας λόγω παράλειψης καταχώρισης εμφάνισης. Διακρίνονται δύο περιπτώσεις: (α) όπου η ερήμην απόφαση εκδόθηκε παράνομα, δηλαδή, κατά παράβαση ουσιώδους τύπου ή διαδικασίας, οπότε και η απόφαση παραμερίζεται ex debito justitiae και (β) όπου η απόφαση είναι μεν νομότυπη, αλλά ο αιτούμενος τον παραμερισμό της παρουσιάζει διά ενόρκου δηλώσεως εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση, ενώ επεξηγεί ταυτόχρονα το λόγο που η υπόθεση αφέθηκε να προχωρήσει σε έκδοση απόφασης, χωρίς τη συμμετοχή του".»
(η έμφαση έχει προστεθεί)
31. Στην παρούσα περίπτωση η Αιτήτρια αξιώνει το παραμερισμό της Απόφασης ex debito justitiae καθότι ως ισχυρίζεται η επίδοση της Αγωγής δεν ήταν ορθή, αμφισβητόντας παράλληλα και την ορθότητα της έκδοσης του σχετικού διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 28/9/2023 και 13/5/2024. Επιπλέον ισχυρίζεται ότι η επίδοση της Απόφασης δεν ήταν ορθή αμφισβητόντας και την ορθότητα έκδοσης του σχετικού διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης. Επιπρόσθετα η Αιτήτρια αξιώνει το παραμερισμό της Απόφασης ισχυριζόμενη ότι πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις όσον αφορά την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως καλής υπεράσπισης, ενώ επεξηγεί ταυτόχρονα το λόγο που η υπόθεση αφέθηκε να προχωρήσει σε έκδοση απόφασης, χωρίς τη συμμετοχή της.
32. Αρχικά θα εξετάσω, στο βαθμό που είναι επιτρεπτό την ορθότητα της έκδοσης των διαταγμάτων υποκατάστατης επίδοσης καθώς και κατά πόσο ορθά διενεργήθηκε η υποκατάστατη επίδοση της Αγωγής και ακολούθως της Απόφασης.
33. Καθοδηγητική επί του θέματος είναι η απόφαση Σταύρος Φραγκέσκου κ.α. ν. Γεωργίου Γρηγορίου κ.α. (2000) 1 (Γ) Α.Α.Δ.1765, στην οποία λέχθηκαν τα εξής:
“Το θέμα της υποκατάστατης επίδοσης διέπεται από τη Δ.5 θ.9 η οποία παρέχει διακριτική ευχέρεια στο δικαστήριο να επιτρέψει υποκατάστατη επίδοση στις περιπτώσεις όπου για οποιοδήποτε λόγο δεν είναι δυνατό να γίνει έγκυρη επίδοση με τον τρόπο που προβλέπεται από τη Δ.5 θ.2.
Μοναδικός σκοπός της επίδοσης είναι η παροχή ειδοποίησης στην άλλη πλευρά για να ενημερωθεί και να είναι σε θέση να αντικρούσει εκείνο που επιδιώκεται εναντίον της (βλ. Annual Practice 1960, σελ.102). Οι πρόνοιες της Δ.5 θ.9 έχουν πολύ ευρεία εφαρμογή και παρέχουν ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο (βλ. Porter v. Freudenberg [1915] 1 K.B. 857). Όπως λέχθηκε στην Κarim v. Κονιδάρη (1994) 1 ΑΑΔ 36 το κύριο ερώτημα είναι κατά πόσο ο προσφερόμενος τρόπος θα θέσει κατά λογική προοπτική, αν όχι βεβαιότητα, το κλητήριο υπόψη του εναγομένου.”
34. Βάσει της Δ.16 θ.9 των ΘΠΔ, παρέχεται η δυνατότητα σε εναγόμενο να αποταθεί στο Δικαστήριο για ακύρωση της επίδοσης. Η εξουσία του Δικαστηρίου να ακυρώσει ή παραμερίσει διάταγμα του το οποίο εκδόθηκε μονομερώς παρέχεται από τη Δ.48 θ.8(4) των ΘΠΔ. Η εν λόγω δικονομική πρόνοια δίδει το δικαίωμα σε οποιοδήποτε πρόσωπο (εκτός από τον αιτητή) το οποίο επηρεάστηκε από διάταγμα το οποίο εκδόθηκε μονομερώς να αιτηθεί δια κλήσεως τον παραμερισμό και ή την τροποποίηση του εν λόγω διατάγματος και το Δικαστήριο δύναται να το παραμερίσει ή τροποποιήσει υπό τέτοιους όρους ως ήθελε κρίνει δίκαιο (βλ. Έλλη Νικολαΐδου ν. Νίκου Αττίπα κ.α.(1999) 1ΑΑΔ 1620).
35. Σχετικά είναι επίσης και τα όσα λέχθηκαν στην υπόθεση DEMSTAR LIMITED ν. ZIM ISRAEL NAVIGATION CO LIMITED κ.α., Αγ. Ναυτοδικείου αρ. 157/90., 30 Μαΐου 1996:
“Είναι θεμελιωμένο ότι διάδικος ο οποίος επιδιώκει με μονομερή αίτηση τη χορήγηση θεραπείας, πρέπει να προβεί σε πλήρη αποκάλυψη των γεγονότων τα οποία επενεργούν στην άσκηση των εξουσιών του Δικαστηρίου για την παροχή θεραπείας. Η αρχή αυτή συναρτάται με την καλή πίστη η οποία πρέπει να επιδεικνύεται οποτεδήποτε επιδιώκεται η θεραπεία στην απουσία του αντιδίκου. (Βλέπε Jadranska Slobodna Plovidba v. Photos Photiades & Co (1965)1 C.L.R. 58. Abdu Ali Altobeiqui v. M/V Nada G. and another (1985)1 C.L.R. 543. Sekavin S.A. v. Ship "Platon ch" (1987)1 C.L.R. 297. Amathus Navigation Co Ltd v. Concort Express Liners and others, Αγωγή Ναυτοδικείου 27/93, ημερομηνίας 22 Δεκεμβρίου 1993.) Στη Zachariades v. Liveras and Others (1989)1 C.L.R. 437, κρίθηκε υπό το φως της Αγγλικής νομολογίας ότι η μή αποκάλυψη όρου της μεταξύ των μερών συμφωνίας για την παραπομπή διαφορών σε Δικαστήριο της αλλοδαπής συνιστά εκτροπή από την αρχή της πλήρους αποκάλυψης των ουσιωδών γεγονότων και δικαιολογεί την ακύρωση του διατάγματος. Αντίθετα με την απόφαση στη Zachariades (ανωτέρω) και τις αρχές των Αγγλικών αποφάσεων που υιοθετεί, η απόφαση του δικαστηρίου στην Ellinger v. Guinness, Mahom & Co., (1939)4 All E.R. 16, τείνει να υποστηρίξει ότι η μή αποκάλυψη πρέπει να συνοδεύεται και από πρόθεση εξαπάτησης (deceit) για να δικαιολογείται η ακύρωση, προσέγγιση που απηχείται και σε δύο πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Cyprus Potato Marketing Board v. Primlaks (Pacific Violet) και άλλου, υπόθεση αρ. 93/89, ημερομηνίας 28 Μαρτίου 1990΄ και Sons of Afif Yamout v. Schiffahrts - Ges. Elbe M.B.H. & Co, και άλλων Αγ. Ναυτοδικείου αρ. 11/89, και 12/89, ημερομηνίας 25 Ιουνίου 1990, η κατάληξη της οποίας δεν εγκρίθηκε κατά την αναθεώρηση της. (Βλέπε Sons of Afif Yamout (αναφέρεται πιο κάτω.) Το στοιχείο της εξαπάτησης δεν αποτελεί προϋπόθεση για ακύρωση του διατάγματος. (Βλέπε The Andria (1984)1 All E.R. 1126 (C.A.). The Hagen (1908)P.189. Boyce v. Gill (1981)64 L.T. 824. Brink's Mat Ltd Elcombe (1988)1 W.L.R. 1350 (C.A.). Stavros Hotel Appartments Limited και άλλοι ν. Χριστοφόρου και άλλων Πολιτική Έφεση αρ. 8181, ημερομηνίας 23 Μαρτίου 1995. ) Η θέση αυτή κρίνεται σωστή. Ό,τι ανατρέπει τη βάση του διατάγματος είναι η μη αποκάλυψη γεγονότων εξ αντικειμένου ουσιώδους σημασίας για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Στην απουσία τους, η απόφαση του δικαστηρίου καθίσταται ακροσφαλής.”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
36. Σημειώνεται δε όταν το Δικαστήριο εξετάζει αιτήσεις που καταχωρούνται στη βάση των προνοιών της Δ.48 θ.8(4) ΘΠΔ, είναι απαράδεκτο να ενεργήσει ως εφετείο του εαυτού του ούτε και θα πρέπει να εξετάζει αν ορθώς και ευλόγως δόθηκε το υπό αμφισβήτηση διάταγμα μονομερώς. Εκείνο που θα απασχολήσει το Δικαστήριο, είναι αν στα πλαίσια της αίτησής του προσώπου που θεωρεί ότι τα δικαιώματά του επηρεάστηκαν από το μονομερώς εκδοθέν διάταγμα, έχει τεθεί «ενώπιον του επαρκής μαρτυρία ή περιστάσεις που, αντικειμενικώς, δικαιολογούσαν τον παραμερισμό» του μονομερώς εκδοθέντος διατάγματος (βλ. Τράπεζα Κύπρου Λτδ ν. Κρίνου Μακρίδη κ.α. (2012) 1ΑΑΔ 1218). Εναπόκειται δε στο παρόν Δικαστήριο να εξετάσει κατά πόσο τα στοιχεία τα οποία η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι δεν αποκαλύφθηκαν ήταν ουσιώδους σημασία για την ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου κατά την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων υποκατάστατης επίδοσης.
37. Επί του προκειμένου όσον αφορά το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 28/9/2023, η αίτηση υποκατάστατης επίδοσης υποστηρίχθηκε από την ένορκη δήλωση δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί την Ενάγουσα, ως απαιτείται από τη Δ.5Α των ΘΠΔ. Το Δικαστήριο αφού εξέτασε την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση ικανοποιήθηκε και έκδωσε το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 28/9/2023, με το οποίο επιτράπηκε η υποκατάστατη επίδοση του κλητηρίου εντάλματος στην Εναγόμενη στην οδό Γρίβα Διγενή 13, STAVRAKIS BUILDING, Όροφος 5, Διαμ./Γραφείο 501, 6030 Λάρνακα. Σύμφωνα με σχετική ένορκη δήλωση του επιδότη ο ίδιος επέδωσε, μεταξύ άλλων, το κλητήριο ένταλμα δια θυροκολλήσεως στην είσοδο του Διαμερίσματος 501, στην λεωφόρο Γρίβα Διγενή 13, STAVRAKIS BUILDING στη Λάρνακα στις 9/10/2023. Συνακόλουθα η Ενάγουσα επέδωσε το κλητήριο ένταλμα της παρούσας Αγωγής στην Εναγόμενη σύμφωνα με το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 28/9/2023. Η Καθ’ ης η Αίτηση στην ένορκη δήλωση που υποστήριξε την αίτηση για υποκατάστατη επίδοση παρέθεσε με λεπτομέρεια του λόγους που δεν κατέστη εφικτή η προσωπική επίδοση της Αγωγής στην Αιτήτρια και το λόγο που εξαιτείται την υποκατάστατη επίδοση μέσω θυροκόλλησης.
38. Η Αιτήτρια δεν έχει θέσει οποιοδήποτε ουσιώδες γεγονός το οποίο δεν αποκαλύφθηκε κατά την εξέταση της έκδοσης του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης. Το γεγονός ότι κατ’ ισχυρισμό το εγγεγραμμένο γραφείο της Αιτήτριας ήταν εγκαταλειμμένο αυτό αντικρούεται από τα τεκμήρια που προσκόμισε η Καθ’ ης η Αίτηση, ήτοι το ιστορικό έρευνας του Εφόρου το οποίο καταδεικνύει ότι η Αιτήτρια δήλωνε σε επίσημες αρχές την επίδικη διεύθυνση ως τη διεύθυνση του εγγεγραμμένου γραφείου της κατά τον ουσιώδη χρόνο μέχρι και τις 7/1/2025 (βλ. Τεκμήριο 2 της Ε/Δ ΣΝ). Η χρήση του εν λόγω εγγεγραμμένου γραφείου από την Καθ’ ης η Αίτηση εμφαίνεται και στο Τεκμήριο 6 της Ε/Δ ΣΝ, σύμφωνα με το οποίο στις 18/07/2024, η ίδια η Εναγόμενη-Αιτήτρια καταχώρισε στον Έφορο ετήσια έκθεση - έντυπο ΗΕ32 με ημερομηνία σύνταξης 15/07/2022, στην οποία δηλώνει ότι το εγγεγραμμένο γραφείο της είναι η επίδικη διεύθυνση. Επιπλέον ως εμφαίνεται και από το Τεκμήριο 5 της Ε/Δ ΣΝ το εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας NACHILIUS LIMlTED, διευθύντρια της Καθ’ ης η Αίτηση μέχρι και σήμερα είναι η διεύθυνση Γρίβα Διγενή 131 STAVRAKIS BUILDING, Όροφος 5, Διαμ/Γραφείο 501, 6030, Λάρνακα, ήτοι η επίδικη διεύθυνση. Συνακόλουθα η ίδια η Καθ’ ης η Αίτηση σε σωρεία επίσημων εγγράφων δήλωνε την επίδικη διεύθυνση ως το εγγεγραμμένο γραφείο της και με την συμπεριφορά της εμποδίζεται να ισχυρίζεται ότι αυτό ήταν εγκαταλειμμένο. Θεωρώ ότι από τη στιγμή που κατά τον ουσιώδη χρόνο στο αρχείο του Εφόρου το εγγεγραμμένο γραφείο της Αιτήτριας βρίσκεται στη δοθείσα διεύθυνση και μάλιστα δίδεται όνομα εταιρείας ως διευθυντή, με την ίδια διεύθυνση, τότε η υποκατάστατη επίδοση με θυροκόλληση και τοποθέτηση των εγγράφων στη θύρα της εν λόγω διεύθυνσης αποτελεί καλή επίδοση και συνακόλουθα το διάταγμα για υποκατάστατη επίδοση στην Αιτήτρια εύλογα έχει εκδοθεί με βάση το μαρτυρικό υλικό που τέθηκε τότε ενώπιον του Δικαστηρίου.
39. Οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας ότι δεν έγινε καμία προσπάθεια για εντοπισμό της Αιτήτριας ή των εκπροσώπων της στο Διαμέρισμα αλλά ούτε και μέσω του δικού του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή των δικηγόρους της τους οποίους γνώριζε ότι εκπροσωπούσαν την Αιτήτρια, δεν έχουν οποιοδήποτε έρεισμα στην υπό κρίση αίτηση, λαμβάνοντας υπόψη ότι η ίδια η Αιτήτρια επικοινώνησε, μέσω δύο διαφορετικών δικηγορικών γραφείων και ως η ίδια αναφέρει σε προγενέστερη χρονική περίοδο η οποία δεν καταγράφεται η Αιτήτρια εκπροσωπείτο από τρίτο δικηγόρο (βλ. Οαρα.11.5 της Ε/Δ ΣΜ), συνακόλουθα η Καθ’ ης η Αίτηση δικαιολογημένα δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει ποιός ακριβώς εκπροσωπούσε την Αιτήτρια, που σε κάθε περίπτωση ο οποιοσδήποτε δικηγόρος που εκπροσωπούσε κατά καιρούς την Αιτήτρια δεν σημαίνει ότι ήταν εξουσιοδοτημένος να του επιδοθούν οποιαδήποτε δικαστικά έγγραφα εκ μέρους της Αιτήτριας.
40. Υπό το φως των πιο πάνω, η Αιτήτρια δεν έχει θέσει οποιοδήποτε ουσιώδες γεγονός το οποίο δεν αποκαλύφθηκε κατά την εξέταση της έκδοσης του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης. Συνακόλουθα δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος για παραμερισμό του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης.
41. Όσον αφορά κατά πόσο υπάρχει οποιαδήποτε αντικανονικότητα στην ίδια την επίδοση στη βάση του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 28/9/2023, είναι ξεκάθαρο από την ένορκη δήλωση επίδοσης του επιδότη ότι η Καθ’ ης η Αίτηση τήρησε τα όσα αναγράφονται στο εν λόγω διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης.
42. Δεν έχω παραγνωρίσει ότι, ως αναγράφεται στην γραπτή αγόρευση της συνηγόρου της Αιτήτριας, κατά την επίδοση της Αγωγής δυνάμει του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 28/9/2023 δια θυροκόλλησης, δεν επιδόθηκε η αίτηση και η ένορκη δήλωση στη βάση της οποίας εκδόθηκε το εν λόγω διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης. Ωστόσο το συγκεκριμένο θέμα δεν μπορεί να έχει καμία ουσιαστική σημασία αφενός γιατί η βασική θέση που προωθεί η Αιτήτρια για παραμερισμό της Απόφασης είναι ότι, ό,τι και να επιδόθηκε δεν θα περιερχόταν στη γνώση της γιατί η διεύθυνση που χρησιμοποιήθηκε αποτελούσε εγκαταλελειμμένο γραφείο και αφετέρου διότι δεν εγείρεται στην παρούσα οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι συνεπεία της μη επίδοσης των εν λόγω εγγράφων μαζί με την Αγωγή παραβιάστηκε ή επηρεάστηκε με δυσμενή τρόπο η ικανότητα ή δυνατότητα της Αιτήτριας να εμφανιστεί στην Αγωγή. Η ενασχόληση του Δικαστηρίου με το συγκεκριμένο θέμα συνιστά ουσιαστικά καθαρό ακαδημαϊκό θέμα και σε κάθε περίπτωση εντελώς υποθετικό υπό την έννοια ότι το κατά πόσο η μη συμμόρφωση με τις πρόνοιες τις Δ.48 θ.13 ΘΠΔ έχει παραβιάσει τα δικαιώματα της Αιτήτριας θα πρέπει να γίνει υπό το φως των βασικών θέσεων που προωθεί η ίδια η Αιτήτρια, με γνώμονα το βαθμό επηρεασμού που έχει προκληθεί σε αυτήν η μη παραλαβή των εν λόγω εγγράφων. Σε κάθε περίπτωση η Αιτήτρια κατόπιν ενημέρωσης από τον ιδιώτη επιδότη σχετικά με την ανάκτηση της κατοχής του Διαμερίσματος, η ίδια αναφέρει ότι προέβει σε σχετικό αίτημα έρευνας στο ηλεκτρονικό σύστημα i-justice και έλαβε όλα τα σχετικά με τη παρούσα Αγωγή έγγραφα πριν τη καταχώριση της υπό κρίση Αίτησης. Συνακόλουθα κανένα δικαίωμα της Αιτήτριας δεν παραβιάστηκε ή επηρεάστηκε.
43. Όσον αφορά την ορθότητα έκδοσης του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης ημ.13/5/2024 καθώς και την επίδοση της ίδιας της Απόφασης, υιοθετώ και επαναλαμβάνω κατ’ αναλογία τα όσα αναφέρθηκαν σχετικά με το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 28/9/2023 και τη σχετική επίδοση.
44. Συνακόλουθα κρίνω ότι δεν τίθεται θέμα μη καλής επίδοσης προς την Εναγόμενη τόσο της Αγωγής όσο και της Απόφασης. Επομένως δεν δικαιολογείται ο παραμερισμός της Απόφασης ex debito justitiae.
45. Η Εναγόμενη εισηγείται ότι έχει καλή υπεράσπιση στην Αγωγή και έχει σοβαρό λόγο που δεν παρουσιάστηκε στο δικαστήριο και αφέθηκε να εκδοθεί απόφαση ερήμην της, ενώ η ίδια αιτήθηκε άμεσα τον παραμερισμό της Απόφασης.
46. Σχετικα είναι τα ακόλουθα τα οποία λεχθηκαν στην υπόθεση η Χρυσόδοντας v. Ακουλογικό Κέντρο Λάρνακας Γιώργος Παναγιώτου Λτδ, Πολ. Έφ. Ε10/13, ημ. 6.6.18:
“Με βάση τις αρχές της νομολογίας, εάν ένας εναγόμενος επιδείξει αδιαφορία για την αγωγή, η οποία είναι δυνατό να θεωρηθεί μομφή καταφρόνησης της δικαστικής διαδικασίας και των δικαιωμάτων του αντιδίκου του, αποτελεί βάσιμο λόγο για την απόρριψη αιτήματος παραμερισμού απόφασης, έστω και αν έχει αποκαλύψει συζητήσιμη υπεράσπιση (βλ. Phylactou v. Michael και Milouca Motor Trading Ltd v. Κούρτη, πιο πάνω). Γνώμονας για την άσκηση διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου είναι η εξισορρόπηση της ανάγκης διασφάλισης του δικαιώματος κάθε διαδίκου να ακουστεί στην υπόθεσή του από τη μια και της ανάγκης για τελεσιδικία από την άλλη.”
47. Επιπλέον καθοδηγητική είναι η υπόθεση Τσεσμέλογλου v. Σοφοκλέους (2013) 1(Α) Α.Α.Δ. 64 στην οποία λέχθηκαν τα εξής:
“Επομένως, όπως έχει κατ' επανάληψη λεχθεί (δέστε, για παράδειγμα, Milouca Motor Trading Ltd v. Κούρτη (1997) 1(B) Α.Α.Δ. 941), η χωρίς επαρκή λόγο παράλειψη εμφάνισης αποτελεί βάσιμο λόγο για απόρριψη της αίτησης παραμερισμού, διαφορετικά η όλη πορεία της δικαστικής διαδικασίας θα άφηνε αιωρούμενα τα εκατέρωθεν δικαιώματα και θα ήταν δέσμια της κρίσης του εναγόμενου σε σχέση με το χρόνο που ο ίδιος επιλέγει να καταχωρήσει την αίτηση παραμερισμού. Όταν η συμπεριφορά του διαδίκου είναι τέτοια που πλήττει το θεμέλιο της δικαιοσύνης, το Δικαστήριο έχει καθήκον να αρνείται την επαναφορά, (F.P.P. Fish Processing Ltd v. Nicolaou Aqua Culture Ltd (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2054).”
48. Κατατοπιστική επί του θέματος είναι η υπόθεση KAMENEVA v. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ (ΠΡΩΗΝ) CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD (ΠΡΩΗΝ) MARFIN POPULAR BANK PUBLIC LTD, Πολιτική Έφεση Αρ Ε102/2015, 29/3/2021, ECLI:CY:AD:2021:A107, στην οποία λέχθηκαν σχετικά τα εξής:
“H ακύρωση απόφασης που εκδίδεται εναντίον εναγόμενου συνεπεία παράλειψης καταχώρησης σημειώματος εμφάνισης στη βάση της Δ.17 θ.10 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών (αντίστοιχη της παλαιάς Αγγλικής Διαταγής Ο.13 r.10), εμπίπτει εντός της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Η νομολογία έχει εδραιώσει ορισμένα κριτήρια με τα οποία τα Δικαστήρια καθοδηγούνται ως προς τις περιπτώσεις που είναι ορθό να επανανοιχθεί μια υπόθεση. Ένα από αυτά τα κριτήρια απαιτεί την καταχώρηση ένορκης δήλωσης για την ουσία της αγωγής στην οποία να εμφαίνεται ότι ο αιτητής έχει μια εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση. Αυτή η αποκάλυψη εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπεράσπισης συνιστά, όπως λέχθηκε στην Κωνσταντινίδη ν. Hissin (2004) 1 Α.Α.Δ. 1774, τον «πρωταρχικό παράγοντα» που λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας. Ως επιπρόσθετη παράμετρος λαμβάνεται επίσης υπόψη ο χρόνος που έχει διαρρεύσει από την ημέρα έκδοσης της απόφασης μέχρι την καταχώρηση της αίτησης παραμερισμού, καθώς βέβαια και οι επεξηγήσεις που δίνονται ως προς το λόγο που η υπόθεση αφέθηκε να προχωρήσει ερήμην του αιτητή χωρίς την καταχώρηση εμφάνισης.
Οι πιο πάνω αρχές συνοψίστηκαν, μετά από ανασκόπηση της μέχρι τότε νομολογίας, στην υπόθεση Γιάγκου κ.ά ν. Φωτίου (2014) 1 (Α) Α.Α.Δ. 250, ECLI:CY:AD:2014:A56 και σε άλλη μεταγενέστερη νομολογία όπως στην Πολυδώρου κ.ά. ν. Marfin Popular Bank Public Co Ltd, Πολ. Έφεση αρ. Ε68/2014, ECLI:CY:AD:2019:A152, ημερομηνίας 18/4/2019, ECLI:CY:AD:2019:A152.
(...)
Όπως κατ' επανάληψη έχει λεχθεί η χωρίς επαρκή λόγο παράλειψη εμφάνισης αποτελεί βάσιμο λόγο για απόρριψη της αίτησης παραμερισμού, διαφορετικά η όλη πορεία της δικαστικής διαδικασίας θα άφηνε αιωρούμενα τα εκατέρωθεν δικαιώματα και θα ήταν δέσμια της κρίσης του εναγόμενου σε σχέση με το χρόνο που ο ίδιος επιλέγει να καταχωρήσει την αίτηση παραμερισμού.
Όταν η συμπεριφορά του διαδίκου είναι τέτοια που πλήττει το θεμέλιο της δικαιοσύνης, το Δικαστήριο έχει καθήκον να αρνείται την επαναφορά (βλ. F.P.P. Fish Processing Ltd v. Nicolaou Aqua Culture Ltd (2000) 1(Γ) A.A.Δ. 2054 και Τσεσμένογλου ν. Σοφοκλέους (ανωτέρω)). Στην υπόθεση Κοστανιάν ν. Βασιλείου, Πολιτική Έφεση Αρ. 168/2013, ημερομηνίας 25/2/2020, ECLI:CY:AD:2020:A73, ECLI:CY:AD:2020:A73 με αναφορά στην Sokolow S.A. Addzial Zaklady Miesne W Kole v. Lope Enterprises Ltd (2014) 1 Α.Α.Δ. 2555, ECLI:CY:AD:2014:A884, που αφορούσε επίσης σε αίτηση παραμερισμού απόφασης στη βάση της Δ.17 θ.10, τονίστηκε ότι «τυχόν επιπόλαιοι χειρισμοί ενός εναγομένου, που οδηγούν στην έκδοση απόφασης εναντίον του, δεν θεωρούνται, χωρίς άλλο, από τη νομολογία, ως καταφρόνηση της δικαστικής διαδικασίας, οποιασδήποτε μορφής πολύ περισσότερο, δε δικαιολογείται, στη βάση αυτή, η απόρριψη αίτησης για παραμερισμό απόφασης εκδοθείσας εναντίον του ερήμην».”
49. Αναφορικά με τη δικαιολόγηση μη εμφάνισης και συμπεριφορά της Αιτήτριας, η ίδια προβάλλει ως λόγο για τη μη εμφάνιση της ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο το εγγεγραμμένο γραφείο ήταν εγκαταλελειμμένο και δεν είχε πρόσβαση σε αυτό. Όσον αφορά την διεύθυνση του εγγεγραμμένου γραφείου της Αιτήτριας ο ομνύοντας αναφέρει ότι ήταν η διεύθυνση του τότε δικηγόρου τους κ.Παναγιώτη Τουλούρα ο οποίος έχει αποχωρήσει εδώ και χρόνια από το ακίνητο εκείνο και έπειτα ενοικιάστηκε σε τρίτο πρόσωπο το οποίο είναι μόνιμος κάτοικος εξωτερικού και δεν διαμένει σε αυτό. Ισχυρίζεται δε ότι έλαβε γνώση της Απόφασης από την ειδοποίηση επιδότη για ανάκτηση κατοχής του Διαμερίσματος. Ωστόσο παρά τους ισχυρισμούς περί εγκαταλελειμμένου γραφείου, η ίδια η Αιτήτρια φαίνεται να δηλώνει στις δημόσιες αρχές την επίδικη διεύθυνση ως το εγγεγραμμένο γραφείο της κατά τον ουσιώδη χρόνο μέχρι και τις 7/1/2025 (βλ. Τεκμήριο 2 στην Ε/Δ ΣΝ). Αξιοσημείωτο δε είναι ότι στις 18/07/2024, η ίδια η Αιτήτρια καταχώρισε στον Έφορο ετήσια έκθεσή - έντυπο ΗΕ32 με ημερομηνία σύνταξης 15/07/2022, στην οποία δηλώνεται ότι το εγγεγραμμένο γραφείο της είναι η επίδικη διεύθυνση (βλ. Τεκμήριο 6 στην Ε/Δ ΣΝ). Επιπλέον παρά το ότι η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι το εν λόγω γραφείο ήταν εγκαταλελειμμένο, δεν δίνει καμία πληροφορία ως προς τα γραφεία της Αιτήτριας. Σημειώνεται δε ότι ενώ στη παράγραφο 11 της Ε/Δ ΣΜ αναφέρεται ότι ο επιδότης επέδωσε εκ νέου την ειδοποίηση για παράδοση της κατοχής του Διαμερίσματος στα γραφεία της Αιτήτριας, καμία πληροφορία δεν παρουσιάζεται ως προς τη διεύθυνση των εν λόγω γραφείων. Επιπλέον ενώ η ίδια η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι το τότε εγγεγραμμένο γραφείο ήταν εγκαταλελειμμένο δεν παρουσιάζει οποιεσδήποτε λεπτομέρειες ή εξήγηση ως προς το πότε η εν λόγω διεύθυνση χρησιμοποιείτο από τον τότε δικηγόρο της κ. Παναγιώτη Τουλούρα ή για ποιο λόγο συνέχιζε να δηλώνει σε δημόσιες αρχές την εν λόγω διεύθυνση ως η διεύθυνση του εγγεγραμμένου γραφείου της.
50. Υπό το φως των πιο πάνω, με τη διαπίστωση καλής επίδοσης, παραμένει πλήρως αδικαιολόγητη η στάση της Αιτήτριας (βλ. Jurgen κ.ά. v. Σταυρινού, Πολ. Έφ. 80/14, ημ. 1.6.20, Γεωργίου κ.ά. v. Χριστοδούλου (2011) 1(Α) Α.Α.Δ. 56, Iason Travel & Tours Ltd v. L. Pashias Travel Ltd (2013) 1 Α.Α.Δ. 402). Η νομότυπη και δέουσα επιδοση και η συμπεριφορά της Αιτήτριας, ως εξηγείται ανωτέρω καθώς και η αδράνεια της να προβεί στη καταχώριση αίτησης παραμερισμού πέραν του ενός έτους, καταδεικνύουν έλλειψη σεβασμού προς τις δικαστικές διαδικασίες και του νόμους. Πέραν του ισχυρισμού κακής επίδοσης, ως αναλύθηκε ανωτέρω ο οποίος δεν κρίνεται βάσιμος καθώς και ότι ενώ έλαβε γνώση της ειδοποίησης για ανάκτηση κατοχής του Διαμερίσματος στις 18/3/2025, έλαβε γνώση των σχετικών εγγράφων αρχές Απριλίου 2025, ενώ στις 10/4/2025 ο δικαστικός επιδότης κ. Κώστας Καλλής επέδωσε εκ νέου την ειδοποίηση για παράδοση της κατοχής του ακινήτου στα γραφεία της Αιτήτριας, χωρίς να αναφέρει σε ποιά γραφεια της Αιτήτριας αναφέρεται. Θεωρώ ότι η Αιτήτρια δεν ενήργησε με την απαιτούμενη υπό τις περιστάσεις σπουδή.
51. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω σε συνδυασμό με την σχετική νομολογία η πιο πάνω διαπίστωση μου είναι καθοριστική για την τύχη της αίτησης εφόσον η μη προβολή επαρκών εξηγήσεων παράλειψης καταχώρισης εμφάνισης αποτελεί καλό λόγο για μη παραμερισμό, θα προχωρήσω ωστόσο να εξετάσω και τον ισχυρισμό της Αιτήτριας περί ύπαρξης καλής υπεράσπισης ενόψει του ότι είναι σε κάποιο βαθμό συνδεδεμένος και με τη γενικότερη στάση που αυτή επέδειξε.
52. Στην απόφαση I.O.A. v. A.D.A., Έφεση Αρ. 13/20, 24/3/2021, λέχθηκαν σχετικά τα εξής:
Άλλωστε, το βασικό κριτήριο είναι το κατά πόσον ο διάδικος που ζητά τον παραμερισμό αποκαλύπτει μια εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση. Ο λόγος της παράλειψης εμφάνισης αποκτά καθοριστική σημασία όταν ανάγεται σε συμπεριφορά περιφρονητική σε βαθμό καταφρόνησης της διαδικασίας ή των δικαιωμάτων του αντιδίκου (Evans v. Bartlam (1937) AC 473, Ioannis Kotsapas and Sons Ltd v. Titan Construction and Engineering Company (1961) 1 CLR 317, Phylactou and others v. Michael (1982) 1 CLR 204, Milouca Motors Trading Ltd v. Κούρτη (1997) 1 ΑΑΔ 941, Alpha Bank Ltd ν. xxx xxx Στεφάνου (2003) 1 ΑΑΔ 1101).
Επίσης η ανεξήγητη αργοπορία στην καταχώριση της αίτησης για παραμερισμό είναι παράγοντας που ασκεί «έντονα αρνητική επίδραση» (Mine & Quarry Services Ltd v. Γεωργίου (1993) 1 ΑΑΔ 26). Παράγοντας που εν προκειμένω ελλείπει.
Η παραπάνω προσέγγιση της νομολογίας μας συνάδει με την ερμηνεία της οποίας έτυχε το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ από το ΕΔΔΑ αναφορικά με αιτήσεις για παραμερισμό απόφασης:
«Even if the parties demonstrate a certain lack of diligence, the consequences attributed to their behavior by the domestic courts must be commensurate to the gravity of their failings and take heed of the overarching principle of fair hearing.» (Aždajić v. Σλοβενίας, Αρ. 71872/12, 8 Οκτωβρίου 2015, Gankin κ.α. ν. Ρωσίας, Αρ. 2430/06, 1454/08, 11670/10 και 12938/12, 31 Μαϊου 2016, Schmidt v. Λιθουανίας, Αρ. 22493/05, 27 Απριλίου 2017).
53. Είναι πάγια νομολογημένο η αποκάλυψη μιας καλής υπόθεσης ή συζητήσιμης υπεράσπισης, προϋποθέτει την προσκόμιση κάποιων αποδεικτικών στοιχείων τα οποία εξυπακούεται ότι εμπεριέχουν κάποιο βαθμό πειστικότητας όπως προβάλλεται μέσα από την ένορκη δήλωση, ώστε η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να μην ασκείται επί ματαίω και μόνον αν θα εξυπηρετηθεί ο χρήσιμος σκοπός επίλυσης της διαφοράς των διαδίκων (βλ. Πατουρης ν. Hellenic Bank Ltd (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2118. 2124 και Γεώργιος Φρίξου Γεωργαλλίδης ν. Ταπελλογραφείου Κώστα Παύλου & Σία Λτδ (2000) 1(B) Α.Α.Δ., 1101 σελ. 1106).
54. Ως προς το βάρος της απόδειξης της ύπαρξης εκ πρώτης όψεως καλής υπεράσπισης, σχετική είναι η απόφαση Merkis v. Yiannoukas and another (1994) 1 AAA 736 στην οποία λέχθηκαν τα εξής με παραπομπή στην αγγλική απόφαση Evans v. Bartlam [1937] 2 All E.R. 646:
“i. Το βάρος της απόδειξης είναι σίγουρα πάνω στον αιτητή να δείξει στο Δικαστήριο ότι έχει καλή υπεράσπιση πάνω στην ουσία της υπόθεσης ...
ii. ... Σχετικά με τη μαρτυρία την οποία πρέπει να προσκομίσει ο αιτητής για να αποδείξει ότι έχει καλή υπεράσπιση επί της ουσίας της υπόθεσης και ότι υπήρχε σοβαρός και εύλογος λόγος που δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο, αυτή πρέπει να είναι υπό τη μορφή ενόρκων δηλώσεων και οποιαδήποτε άλλη έγγραφη μαρτυρία συνημμένη στις ενόρκους δηλώσεις. Δεν προσκομίζεται οποιαδήποτε άλλη προφορική μαρτυρία. Οι διάδικοι όμως έχουν το δικαίωμα να αντεξετάσουν οποιονδήποτε ομνύοντα επί της ένορκης δήλωσης του, αφού δώσουν τη σχετική ειδοποίηση σύμφωνα με τους κανόνες της Πολιτικής Δικονομίας.”
55. Αρχικά ο ισχυρισμός περί έλλειψης δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας να εξετάσει τη διαφορά των διαδίκων, λόγω κατ’ ισχυριζόμενο καθεστώτος θέσμιας ενοικίασης και ότι αρμόδιο είναι το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, παρέμεινε στη σφαίρα της γενικότητας και της αοριστίας αφού το μόνο που αναφέρθηκε είναι ο χρόνος ανέγερσης του Διαμερίσματος. Στην αντίπερα όχη η ίδια η Καθ’ ης η Αίτηση εμπεριστατωμένα παρέθεσε ιδία γνώση ότι η επίδικη μίσθωση ήταν καθαρά συμβατική, άρχισε μεταγενέστερα του 1999 και ουδεμία ένδειξη υφίσταται ότι το Διαμέρισμα είχε εκμισθωθεί ή διατεθεί προς ενοικίαση πριν την 31/12/1999 (βλ. ΦΥΣΕΝΤΖΙΔΗ v. K&C SNOOKER & POOL ENTERTAINMENT, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 30/2019, 1/6/2020, ECLI:CY:AD:2020:A171). Ειδικότερα η ίδια ανέφερε ότι το Διαμέρισμα χρησιμοποιείτο για ιδιοκατοίκηση μέχρι το 2009 (βλ. Παρα.27.2, 27.3 της ΕΔ ΣΝ), γεγονός το οποίο επιβεβαίωσε η ίδια κατά την αντεξέταση της. Καμία μαρτυρία, έγγραφο ή άλλο τεκμήριο δεν έχει προσκομισθεί από την Αιτήτρια, η οποία έχει στους ώμους της το βάρος απόδειξης να αποδείξει τα απαραίτητα για υπαγωγή στο δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, στο βαθμό βεβαίως που απαιτείται στη βάση της υπό κρίση αίτησης.
56. Έχοντας μελετήσει το περιεχόμενο της Ε/Δ ΣΜ κρίνω ότι η Αιτήτρια- Εναγόμενη δεν έχει αποσείσει το βάρος αυτό. Τα όσα προβάλλονται στις παραγράφους 20-25 της Ε/Δ ΣΜ τα οποία σε μεγάλη έκταση αφορούν ισχυρισμούς ότι η Καθ’ ης η Αίτηση δεν έχει παρουσιάσει ικανοποιητικά στοιχεία για την έκδοση της Απόφασης, κάτι το οποίο το παρόν Δικαστήριο δεν είναι επιτρεπτό να εξετάσει. Όσον αφορά τον γενικό ισχυρισμό ότι η Αιτήτρια έχει καταβάλει το ποσό των €35.000 - €50.000 για έξοδα συντήρησης και ανακαίνισης του Διαμερίσματος δεν παρουσιάζεται οποιαδήποτε μαρτυρίας προς υποστήριξη του εν λόγω ισχυρισμού και σε ποιά βάση αξιώνει τούτα από την Καθ’ ης η Αίτησης. Το τι εξετάζει το Δικαστήριο στο πλαίσιο της υπό κρίση αίτησης είναι κατά πόσο η Αιτήτρια απέδειξε εκ πρώτης όψεως καλής υπεράσπισης. Διαπιστώνεται δε ότι οι ισχυρισμοί που προβάλλει η Αιτήτριας δεν μπορούν παρά να χαρακτηριστούν ως γενικοί και αόριστοι, χωρίς αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία και γεγονότα. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω δεν έχει καταδειχθεί η ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης, αφού δεν έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηριου επαρκή θετικά στοιχεία ώστε να δικαιολογείται το επανάνοιγμα της υπόθεσης και παράλληλα η έγκριση της υπό κρίση αίτησης (βλ. Πατούρης ν. Hellenic Bank Ltd (2001) 1 Α.Α.Δ. 2118, ΚΑΛΛΙΣΙΗΣ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ (ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΥΔΑΤΩΝ), ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. Ε207/2014, ECLI:CY:AD:2020:A314, 11/9/2020)
57. Υπό το φως όλων των πιο πάνω θεωρώ ότι η ενασχόληση του Δικαστηρίου με οτιδήποτε άλλο προβλήθηκε στην υπό κρίση αίτηση, ένσταση ή στις αγορεύσεις των μερών παρέλκει.
ΙV. Κατάληξη
58. Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η υπό κρίση Αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και συνεπώς απορρίπτεται.
59. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της Καθ’ ης η Αίτηση- Ενάγουσας και εναντίον της Αιτήτριας- Εναγόμενης ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.)................................. Α. Σάββα, προσ. Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφo
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο