ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Α. Σάββα, προσ. Ε.Δ.
ΜΕΤΑΞΥ:
Αγωγή αρ.: 756/2023
Σύλβια Νίττη
Ενάγουσας
και
Lazuli Apartments Limited
Εναγόμενης
Αίτηση ημερ. 15/4/2025 για αναστολή εκτέλεσης απόφασης
Ημερομηνία: 5/6/2025
Εμφανίσεις:
Για την Εναγομένη -Αιτήτρια: κα Καπφχάμερ για ΤΩΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ ΔΕΠΕ
Για την Ενάγουσα- Καθ’ ης η Αίτηση: κα Στυλιανού για LC LAW ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Ι. Η Αίτηση
1. Mε αίτηση δια κλήσεως η Εναγομένη ζητά διάταγμα αναστολής εκτέλεσης της απόφασης που εκδόθηκε εναντίον της στις 26/2/2024 (η “Απόφαση”) καθώς και διάταγμα που να απαγορεύει την Ενάγουσα να προβεί σε οποιαδήποτε διαβήματα και/ή μέτρα εκτέλεσης της Απόφασης και/ή να αναστέλλει την ανάκτηση κατοχής του διαμερίσματος με αριθμό [ ] το οποίο βρίσκεται στο κτίριο [ ] Court 2 στην οδό [ ] 9, [ ], στην Επαρχία Λάρνακας, επί του τεμαχίου ΕΠΙ 312, αριθμό εγγραφής 9/[ ], Φύλλο 60, Σχέδιο 01W2, τμήμα 9 (το εξής το “Διαμέρισμα”) μέχρι την πλήρη εκδίκαση της αίτησης παραμερισμού ημερομηνίας 11/4/2025.
2. Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Σωκράτη Μηχανικού (στο εξής η “Ε/Δ ΣΜ”), ο οποίος αναφέρει ότι είναι ο μοναδικός διευθυντής της εταιρείας NACHILIUS LIMITED, η οποία είναι η μοναδική διευθύντρια της Εναγόμενης. Ο ομνύοντας ακολούθως αναφέρει το ιστορικό της αγωγής, την έκδοση της Απόφασης στην απουσία της Εναγόμενης, το ένταλμα ανάκτησης κατοχής του Διαμερίσματος που εκκρεμεί, καθώς και την αίτηση παραμερισμού της Απόφασης η οποία καταχωρίστηκε στις 11/4/2025 (στο εξής η “Αίτηση Παραμερισμού”). Αναφέρει δε ότι η ανάκτηση του Διαμερίσματος σύμφωνα με επικοινωνία των δικηγόρων της Αιτήτριας με τον επιδότη είναι ορισμένη μετά τις 22/4/2025.
3. Ακολούθως εξηγεί με λεπτομέρεια την ανάγκη αναστολής εκτέλεσης της Απόφασης και ειδικότερα τους λόγους που επιζητείται ο παραμερισμός της Απόφασης με την Αίτηση Παραμερισμού. Ειδικότερα ισχυρίζεται ότι τα διατάγματα υποκατάστατης επίδοσης ημερομηνίας 28/9/2023 και 13/5/2024 (στο εξής σωρευτικά τα “Διατάγματα υποκατάστατης επίδοσης”) και η υποκατάστατη επίδοση έχουν γίνει παράτυπα και πάσχουν νομικά, αφού μεταξύ άλλων, η Καθ’ ης η Αίτηση απέτυχε να εξαντλήσει όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες προσωπικής επίδοσης καθώς και ότι όσον αφορά τη διεύθυνση του εγγεγραμμένου γραφείου της αυτή ήταν η διεύθυνση του τότε δικηγόρου της ο οποίος έχει αποχωρήσει εδώ και χρόνια από το εν λόγω γραφείο το οποίο ενοικιάστηκε σε τρίτο πρόσωπο και οποίος δεν διαμένει εκεί αφού είναι μόνιμος κάτοικος εξωτερικού. Ακολούθως παραθέτει τους λόγους που τόσο η Απόφαση καθώς και τα Διατάγματα υποκατάστατης επίδοσης θα πρέπει να παραμεριστούν. Ειδικότερα ο ομνύοντας ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια δεν έλαβε ποτέ γνώση των δικαστικών εγγράφων. Όσον αφορά το αίτημα για παραμερισμό της Απόφασης, ο ομνύοντας αναφέρει ότι δεν έχει αποδειχθεί καλή εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον της Αιτήτριας και ότι το παρόν Δικαστήριο δεν έχει αρμοδιότητα να εξετάσει τις διαφορές των διαδίκων ενόψει του ότι η επίδικη ενοικίαση είναι θέσμια και δικαιοδοσία έχει το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων. Ακολούθως αναφέρει ότι η Αιτήτρια έχει καλόπιστη υπεράσπιση και θα πρέπει να της δοθεί το δικαίωμα να την παρουσιάσει στο Δικαστήριο. Γίνεται δε αναφορά στους λόγους που αιτιολογούν την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων στη βάση του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960. Τέλος ο ομνύοντας αναφέρει ότι υπάρχουν οι εξαιρετικές περιστάσεις υπέρ της έγκρισης της αιτούμενης αναστολής.
4. Η αίτηση στηρίζεται στον περί πολιτική δικονομία Νόμο, Κεφ.6 στον περί Δικαστηρίων Νόμο Ν.14/1960 άρθρο 32 και 47, στους περί Πολιτική Δικονομίας Θεσμούς Δ.35 θθ.2, 4, 18 και 19, Δ.40 θθ1, 7(β) και 11, Δ.48 θθ.1-7, στις γενικές συμφυείς εξουσίες και διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.
ΙΙ. Η Ένσταση:
5. Η Καθ’ ης η Αίτηση καταχώρισε ένσταση στις 28/4/2025 προβάλλοντας 12 λόγους με τους οποίους υποστηρίζει την απόρριψη της υπό κρίση αίτησης. Συνοπτικά η Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζει ότι:
5.1. Η αίτηση δεν ικανοποιεί τις νομοθετικές και νομολογιακές προϋποθέσεις για έκδοση του αιτούμενου διατάγματος και δεν συντρέχουν οι ειδικές και/ή εξαιρετικές περιστάσεις για τη χορήγηση του όπως απαιτείται.
5.2. Η υπό κρίση αίτηση προωθείται καταχρηστικά και για αλλότριους και/ή αθέμιτους σκοπούς.
5.3. Η Αιτήτρια δεν προβάλλει οποιονδήποτε και/ή ουσιαστικό λόγο που να δικαιολογεί το αίτημα της για αναστολή εκτέλεσης της Απόφασης μέχρι την εκδίκαση της Αίτησης Παραμερισμού.
5.4. Δεν υφίσταται εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση και/ή πιθανότητα επιτυχίας του παραμερισμού της Απόφασης.
5.5. Με την Ε/Δ ΣΜ αποκρύπτονται ουσιώδη γεγονότα και δεν αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπεράσπιση.
5.6. Η αιτήτρια δεν προσήλθε με καθαρά χέρια.
5.7. Δεν θα ήταν ορθό και δίκαιο να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.
5.8. Η αναστολή της ισχύς της εκτέλεσης της Απόφασης θα έχει ως μοναδικό σκοπό να πλήξει την απονομή της δικαιοσύνης.
6. Η ένσταση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της μητέρα της Καθ’ ης η Αίτηση η οποία ως αναφέρει είναι πλήρως εξουσιοδοτημένη από την ίδια την Καθ’ ης η Αίτηση να προβεί στην εν λόγω ένορκη δήλωση (στο εξής η “Ε/Δ ΜΝ”). Στην Ε/Δ ΜΝ η ομνύουσα παραθέτει με λεπτομέρεια τους ισχυρισμούς της προς υποστήριξη των λόγων ένσταση της. Ειδικότερα η ομνύουσα υποστηρίζει για το νομότυπο τόσο της έκδοσης των Διαταγμάτων υποκατάστατης επίδοσης καθώς και της επίδοσης που διενεργήθηκε. Επιπλέον η ομνύουσα προβάλλει του δικούς της ισχυρισμούς ως προς τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου υποστηρίζοντας ότι η παρούσα αγωγή δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων λόγω του ότι το Διαμέρισμα δεν έχει εκμισθωθεί σε οποιοδήποτε προ του 1999 χρόνου, αφού η ίδια διέμενε εκεί με την οικογένεια της μέχρι και το 2009. Η ομνύουσα επιμένει δε ότι η συμφωνία ενοικίασης μεταξύ των διαδίκων έληξε στις 31/1/2023 και εφόσον δεν υπήρξε ρητή ανανεώση, η Αιτήτρια όφειλε να εγκαταλείψει το Διαμέρισμα. Υποστηρίζει δε ότι καμία από τις προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Νόμου 14/1960 δεν πληρείται στη παρούσα περίπτωση. Ισχυρίζεται επιπλέον ότι αναφορικά με τον ισχυρισμό περί ενδεχόμενης ανεπανόρθωτης ζημιάς η Αιτήτρια δεν έχει παρουσιάσει οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο.
7. Κατά την ακροαματική διαδικασία της υπό κρίση αίτησης οι ευπαίδευτοι συνήγοροι και των δύο πλευρών υιοθέτησαν τις γραπτές αγορεύσεις τις οποίες ετοίμασαν προς διευκόλυνση του Δικαστηρίου και καμία πλευρά δεν ζήτησε αντεξέταση των ενόρκων δηλούντων. Έχω μελετήσει το περιεχόμενο των γραπτών αγορεύσεων και θα αναφερθώ σε αυτές στη συνέχεια όπου κρίνω σκόπιμο.
IΙΙ. Νομική Πτυχή και Συμπεράσματα
8. Η υπό κρίση αίτηση βασίζεται στο άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960, το οποίο προνοεί το ουσιαστικό δίκαιο για “κάθε αίτηση για ενδιάμεση θεραπεία σε οποιονδήποτε χρόνο, περιλαμβανομένου του χρόνου πριν από την καταχώριση απαίτησης ή μετά την έκδοση απόφασης (...)”. Το Δικαστήριο αρχικά εξετάζει κατά πόσο συντρέχουν οι τρεις θεμελιώδεις προϋποθέσεις, ήτοι:
○ η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση;
○ η ύπαρξη πιθανότητας να δικαιούται η Αιτήτρια σε θεραπεία; και
○ το ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, εκτός εάν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.
9. Σε περίπτωση που η Αιτήτρια ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι πληρούνται οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις τότε δημιουργείται το αναγκαίο υπόβαθρο στο πλαίσιο του οποίου το Δικαστήριο ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια ούτως ώστε να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα (βλ.Odysseos v. Pieris Estates Ltd and Others (1982) 1 C.L.R.55, Ιπποδρομιακή Αρχή Κύπρου ν. Πασχάλη Χ΄΄Βασίλη (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ.152)
10. Όσον αφορά την εξέταση των τριών προϋποθέσεων κατατοπιστική είναι η πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηριου MERIDIAN GAMING LTD κ.α. v. ΔΗΜΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. E179/2017, 2/5/2024 στην οποία παρατίθενται συνοπτικά οι σχετικές αρχές, απόσπασμα της οποία παραθέτω αυτούσιο:
“Κατ' αρχάς το καθήκον των Δικαστηρίων, σε τέτοιες αιτήσεις, περιορίζεται μόνο στη διαπίστωση κατά πόσο ικανοποιούνται οι τρεις προϋποθέσεις που απαιτούνται από το Άρθρο 32 του Νόμου, ήτοι σοβαρόν ζήτημα προς εκδίκαση, ορατή προοπτική και/ή πιθανότητα ο αιτών διάδικος να δικαιούται σε θεραπεία και να είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο χωρίς την έκδοση του διατάγματος. Η ικανοποίηση ή μη των εν λόγω προϋποθέσεων, βασίζεται, κατά κύριο λόγο, στη μαρτυρία και στις θέσεις, συναφώς, του αιτητή (βλ. Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών v. Γεωργιάδη κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε216/2021, ECLI:CY:AD:2023:A310, ημερ. 2/11/2023).
Αφού ικανοποιηθούν οι πιο πάνω προϋποθέσεις, το Δικαστήριο εξετάζει όλους τους παράγοντες που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για την ορθή ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας και σταθμίζει, στο πλαίσιο αυτό, αν είναι δίκαιο ή πρόσφορο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα.
Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Εκδόσεις «Αρκτίνος» Λίμιτεδ κ.ά. ν. Λοϊζίδου, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. Ε7/2018, ημερ. 21/3/2019:
«Με δεδομένη την πλήρωση των τριών κριτηρίων του άρθρου 32(1), υπεισέρχεται στην όλη εικόνα το ζήτημα της εξέτασης του πιο σημαντικού ίσως παράγοντα στην έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων, ήτοι, η ευρεία διακριτική εξουσία που δίδεται στο Δικαστήριο από το πιο πάνω άρθρο να εκδίδει διατάγματα στις περιπτώσεις όπου κρίνει ότι κάτι τέτοιο είναι «δίκαιον ή πρόσφορον». Το Δικαστήριο ενεργώντας με βάση τους κανόνες του δικαίου της επιείκειας, διατηρεί σε κάθε περίπτωση την ευχέρεια να αρνηθεί την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος, έστω και αν τηρούνται οι τυπικές προϋποθέσεις έκδοσής του. Το όλο ζήτημα συνίσταται στον ισοζυγισμό των ιδιαίτερων αναγκών των διαδίκων, υπό το φως πάντοτε των στοιχείων που καλύπτουν την κάθε περίπτωση.»
Το Δικαστήριο στο πλαίσιο εκδίκασης αιτήσεων, όπως η υπό κρίση, θα πρέπει να αποφεύγει να υπεισέρχεται σε βάθος στο μαρτυρικό υλικό που τίθεται ενώπιον του, καθώς και στη διεξοδική διευκρίνιση και εξέταση επίδικων θεμάτων της αγωγής. Δεν είναι επιτρεπτό για το Δικαστήριο να καταλήγει σε τελικά συμπεράσματα ως προς το πραγματικό και νομικό υπόβαθρο της υπόθεσης και να αποφασίζει τελεσίδικα τα επίδικα θέματα (βλ. Adidas v. Jonitexo Ltd (1984) 1 C.L.R. 263, Άκης άλλως Γρηγόρης Ν. Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστιάνας Σταύρου Χριστοφόρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 248). Όπως τονίσθηκε στην υπόθεση Πόλα Ιορδάνους v. PS Seamless Gutters Ltd κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 4/2022, ημερ. 8/11/2022, «δεν εκδικάζεται σε αυτό το στάδιο η διαφορά και δεν καθορίζονται από αυτό το πρόωρο στάδιο δικαιώματα και υποχρεώσεις». Το μαρτυρικό υλικό που τίθεται ενώπιον του προσεγγίζεται με μόνο σκοπό τη διακρίβωση του κατά πόσο πληρούνται οι τρεις προϋποθέσεις που θέτει το Άρθρο 32 του Νόμου 14/60 και κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα. Οι οποιεσδήποτε διαπιστώσεις του Δικαστηρίου στις οποίες προβαίνει, γίνονται για τους σκοπούς της εξέτασης της έκδοσης ή μη του προσωρινού διατάγματος και όλα τα ζητήματα που εγείρονται στην αγωγή παραμένουν ζωντανά για να αποφασιστούν όταν θα εκδικαστεί η ουσία της (βλ. Δημοκρατία Σλοβενίας v. Beogradska Banka D.D. (1999) 1 Α.Α.Δ. 225).
Μάλιστα στην υπόθεση Milton Investment Company Ltd κ.ά. v. Dryden Group Ltd (2014) 1(Α) Α.Α.Δ. 731, 740, τονίστηκε πως τα Δικαστήρια δεν πρέπει να αφήνουν να αιωρείται ούτε καν σκιά ότι έχουν αποφασίσει την ουσία της υπόθεσης. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:
«... το Δικαστήριο, κατά την εκδίκαση αίτησης για προσωρινό διάταγμα, πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει σε συμπεράσματα αναφορικά με την πλήρη εξέταση του πραγματικού και νομικού καθεστώτος της υπόθεσης καθότι αυτό γίνεται κατά τη δίκη της ουσίας της υπόθεσης. Πρόκειται, να τονίσουμε, για αρχή που πρέπει να τηρείται με ευλάβεια και κατά το ενδιάμεσο αυτό στάδιο, το Δικαστήριο όχι μόνο πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει στα προαναφερθέντα συμπεράσματα, αλλά και να μην αφήνει να αιωρείται η σκιά ότι έχει αποφασίσει την ουσία της υπόθεσης ή κάποια ουσιώδη πτυχή της».
Στην υπόθεση Hazlewood Investment & Finance Ltd v. Manuel κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε14/2017 και Ε209/2017, ημερ. 16/7/2019, το Ανώτατο Δικαστήριο, ανατρέποντας την πρωτόδικη κρίση, σημείωσε τα ακόλουθα:
«Είναι εδραιωμένο αλλά και κοινή γνώση πως το Δικαστήριο κατά την εξέταση ειδικά της β΄ προϋπόθεσης αποφεύγει την σε βάθος ανάλυση των επίδικων σχέσεων και δεν μπορεί να εξάγει τελικά ή δεσμευτικά συμπεράσματα επ΄ αυτών. (Βλ. Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248, Επίσημος Παραλήπτης κ.ά. ν. Nicantony Trading Co. Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 1653, Parico Aluminium Designs Ltd v. Muskita Aluminium Co. Ltd and other (2002) 1Γ Α.Α.Δ. 2015).»
Κατά ανάλογο τρόπο στην υπόθεση Rostovtsev v. Shchukin, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. Ε415/2016, ημερ. 5/7/2019, ECLI:CY:AD:2019:A282:
«Παρατήρησε [το Πρωτόδικο Δικαστήριο], όμως, παραπέμποντας σε σχετική νομολογία, πως, στο στάδιο εκείνο δεν ήταν επιτρεπτό να προβεί σε αξιολόγηση της μαρτυρίας. Όπως ορθώς το έθεσε, η εν λόγω διεργασία θα είναι αντικείμενο της δίκης επί της ουσίας της διαφοράς των διαδίκων.»”
11. Όσον αφορά τις αντικρουόμενες θέσεις που προβάλλονται από τις δύο πλευρές και σε ποιό βαθμό εξετάζονται από το Δικαστήριο στο πλαίσιο τέτοιων αιτήσεων, κατατοπιστική είναι η υπόθεση A.J. Georgiades v. N. Haddad Ltd Πολ. Εφ. Ε100/21 ημερ. 23/10/2023, στην οποία αναφέρθηκαν τα εξής:
“Στο στάδιο της ακρόασης της αίτησης θα πρέπει να αποφεύγεται η ενασχόληση με τους αντικρουόμενους ισχυρισμούς των διαδίκων και η επακόλουθη κατάληξη σε συμπεράσματα. Οι νομολογιακά καθιερωμένες προϋποθέσεις έκδοσης του ενδιάμεσου διατάγματος, θα πρέπει να εκπηγάζουν από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση και τα στοιχεία που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου στα πλαίσια της συγκεκριμένης διαδικασίας. Η έρευνα του Δικαστηρίου θα πρέπει να σταματά στο σημείο που επιτρέπει τη διαπίστωση της ύπαρξης ή ανυπαρξίας κάποιας προοπτικής επιτυχίας. Όπως τονίστηκε στην Jonitexo v. Adidas, (1984) 1 Α.Α.Δ. 263, το Δικαστήριο δεν κάνει αξιολόγηση της προσαχθείσας μαρτυρίας, ούτε οδηγείται σε εξαγωγή συμπερασμάτων αξιοπιστίας γιατί αυτό θα συμβεί κατά το στάδιο της δίκης (βλ. επίσης, Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beogradska Banka D.D., (1999) 1 ΑΑΔ 225). Το τι, φυσικά, θα πρέπει να διαχωριστεί είναι ακριβώς η αναγκαιότητα εξέτασης από το Δικαστήριο κατά πόσο τα ενώπιον του στοιχεία ικανοποιούν τις σχετικές προϋποθέσεις που αναφέρονται ανωτέρω.”
ΙV. Εφαρμογή Νομικών Αρχών στα γεγονότα της υπόθεσης και Συμπέρασμα
12. Προχωρώ τώρα να εξετάσω κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Νόμου 14/1960 σε συνάρτηση με την Αίτηση Παραμερισμού.
13. Ως έχει πάγια νομολογηθεί για να ικανοποιηθεί η πρώτη προϋπόθεση το μόνο που απαιτείται είναι η αποκάλυψη μιας συζητήσιμης υπόθεσης. Ειδικότερα ως έχει αναφερθεί στην Parico Aluminium Designs Ltd ν. Muskita - Aluminium Co Limited και Άλλων (2002) 1 ΑΑΔ 2015 με σχετική παραπομπή στην T.A. Micrologic Computer Consultants Ltd v. Microsoft Corporation (2002) 1 Α.Α.Δ. 1802:
“(...) Σε ενδιάμεση διαδικασία για προσωρινό διάταγμα εκείνο που χρειάζεται δεν είναι η απόδειξη του ουσιαστικού δικαιώματος αλλά σοβαρές ενδείξεις περί της πιθανότητας ύπαρξής του. Αυτό είναι το πραγματικό νόημα των επί του θέματος αποφάσεων μας: βλ. ενδεικτικά τις Constantinides v. Makriyiorghou (1978) 1 C.L.R. 585, Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557 κ.ά. και Κυτάλα ν. Χρυσάνθου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 253. Αυτό συχνά παραγνωρίζεται στα Επαρχιακά Δικαστήρια τόσο από δικηγόρους όσο και από δικαστές με αποτέλεσμα η διαδικασία να γίνεται απαραδέκτως πολύπλοκη και μακρά.»
(Βλ. και Επίσημος Παραλήπτης κ.ά. ν. Nicantony Trading Co. Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 1653:: «... το Δικαστήριο εξετάζει τη μαρτυρία με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο ή όχι να εκδοθεί το διάταγμα, αποφεύγοντας να υπεισέλθει στην ουσία της υπόθεσης. .... θα πρέπει απλά να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει συζητήσιμη υπόθεση και ότι υπάρχει πιθανότητα επιτυχίας»).
Η ίδια προσέγγιση υιοθετείται και από την Αγγλική Νομολογία - Βλ. Copinger and Skone James on Copyright, 12th ed., παραγ. 620 και 621:
«620. Remedy by injunction. ......................... ............................An interlocutory injunction is thus a temporary, discretionary and exceptional remedy. It is available before the rights of the parties have been finally determined and, in the case of an ex parte injunction, even before the court has been appraised of the nature of the defendant's case. It is no part of the court's function at this early stage in the litigation to try to resolve conflicts of evidence on affidavit as to the facts on which the claims of either party may ultimately depend. The evidence is incomplete because it is not until the trial that it is tested by oral cross-examination. Perfect justice cannot be achieved since the court is acting on imperfect information. It is not, therefore, appropriate for the court to decide conflicting questions of fact or difficult questions of law which call for detailed argument and mature consideration. These are matters to be dealt with at the trial. ..........................................
621. Arguable case. ................ What the affidavit evidence must disclose is that there is a serious question to be tried and that the plaintiff has prospects of success which exist in substance and reality. The plaintiff does not, as was formerly thought, have to establish that he has a strong prima facie case or a prima facie case or even a probability that he will succeed at the trial. The burden on the plaintiff is the lesser one of showing an arguable case to be tried. .......................»”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
14. Με την Αίτηση Παραμερισμού η Εναγομένη αποσκοπεί στον παραμερισμό της Απόφασης που εκδόθηκε ερήμην της καθώς και άλλες θεραπείες οι οποίες είναι άμεσα συνυφασμένες με τον παραμερισμό, σε περίπτωση που κριθεί ότι δικαιολογείται, τέτοια αίτηση είναι γνωστή στο δίκαιο. Συνακόλουθα κρίνω ότι αποκαλύπτεται στο παρόν στάδιο συζητήσιμο θέμα και συνεπώς ικανοποιείται η πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Νόμου 14/1960.
15. Για να ικανοποιηθεί η δεύτερη προϋπόθεση θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο η Αιτήτρια έχει πείσει το Δικαστήριο ότι έχει κάποια πιθανότητα επιτυχίας στην Αίτηση Παραμερισμού. Στο πλαίσιο εξέτασης της δεύτερης προϋπόθεσης εξετάζεται στην ουσία η αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης της Αιτήτριας σε συνάρτηση με τυχόν αντίθετη εκδοχή, έχοντας πάντα υπόψη του περιορισμούς που επιβάλλει η ενδιάμεση διαδικασία (βλ. ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ και CYFIELD - NEMESIS κ.α., Πολ. Έφεση αρ. Ε52/21, ημερ.10.02.2022, ECLI:CY:AD:2022:A79, ECLI:CY:AD:2022:A79).
16. Καθοδηγητικά είναι τα όσα καταγράφηκαν στην υπόθεση MOLVI ESTATES LTD v. ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΙΜΩΝΟΣ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε193/2015, ECLI:CY:AD:2023:A159, 9/5/2023, απόσπασμα της οποία παραθέτω αυτούσιο:
“Αναφορικά με τη δεύτερη προϋπόθεση του Άρθρου 32 αναφέρεται στην Parico Aluminium Designs Ltd v. Muskita - Aluminium Co Ltd κ.α. (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2015, 2041, ότι αυτό που πρέπει να αποκαλύπτεται από την ένορκη δήλωση είναι ότι ο ενάγων έχει προοπτικές επιτυχίας οι οποίες υφίστανται στην ουσία και στην πραγματικότητα. Στην Πουργουρίδη κ.α. ν. Μέζου κ.α. (1994) 1 Α.Α.Δ. 201, 207 αναφέρθηκε ότι η έννοια της πιθανότητας περικλείει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά και κάτι πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων που είναι το μέτρο απόδειξης στις αστικές υποθέσεις. Αυτό που απαιτείται από τον αιτητή είναι να δείξει ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας. Στην Κυτάλα κ.α. ν. Χρυσάνθου κ.α. (1996) 1 Α.Α.Δ. 253, 257-8, εξηγήθηκε, και αυτό είναι το ουσιώδες, ότι η μαρτυρία πρέπει να αναφέρεται με ακρίβεια σε γεγονότα από τα οποία να καταδεικνύεται η ύπαρξη πιθανότητας. Επισημάνθηκε, ακόμα, ότι η προοπτική επιτυχίας δεν μπορεί παρά να εξετάζεται στη βάση μαρτυρίας.”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
17. Παραπέμπω επίσης στην απόφαση του Εφετείου LAXIFLORA HOLDINGS LTD κ.α. v. ΚΩΣΤΑ ΖΕΡΒΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ.: Ε38/2021, Ε42/2021, 12/2/2024, στην οποία λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:
“Σε ό,τι αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση, απαιτείται η κατάδειξη μιας ορατής πιθανότητας, μιας προοπτικής επιτυχίας της αγωγής. Το βάρος απόδειξης δεν είναι ιδιαίτερα υψηλό και εν πάση περιπτώσει υπολείπεται ακόμα και του ισοζυγίου των πιθανοτήτων (βλ. Hellenic Bank Public Company Ltd v. Alpha Panareti Public Ltd (2013) 1(Β) Α.Α.Δ. 1235). Κατά την εξέταση της προϋπόθεσης αυτής γίνεται συσχέτιση της νομικής βάσης της αγωγής με την προσκομισθείσα, από πλευράς αιτητή, μαρτυρίας. Σταθμίζεται βέβαια και η αντίθετη εκδοχή του καθ' ου η αίτηση. Η υποκειμενική και εξαντλητική αξιολόγηση της μαρτυρίας, αλλά και η επιλογή εκδοχών και η εξαγωγή τελικών συμπερασμάτων θα πρέπει να αποφεύγεται. Αυτά είναι αξιώματα που ανήκουν στην κυρίως δίκη. Αυτού λεχθέντος, χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία, κάποια αποτίμηση της αποδεικτικής δύναμης της μαρτυρίας εκείνου που ζητά τη θεραπεία, θα πρέπει να γίνεται από το Δικαστήριο (βλ. Λόρδος κ.α. v. Σιακόλα κ.α. Πολ. Έφεση Ε143/15, ημερ. 23.3.2017 και την πρόσφατη απόφαση μας Boris Mints κ.α. v. Pavel Shishkin, Πολ. Έφεση Ε69/2020, σχ. με την Ε70/2020 και Ε71/2020, ημερ. 10/1/2024).”
18. Η Αίτηση Παραμερισμού υποστηρίζεται από μαρτυρία που χωρίς να αξιολογείται σε αυτό το στάδιο, λαμβάνοντας υπόψη ότι το απαιτούμενο βάρος απόδειξης είναι χαμηλότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, δεν αποκλείεται εκ πρώτης όψεως η Αιτήτρια να έχει κάποια πιθανότητα επιτυχίας χωρίς να σημαίνει ότι τέτοια θεραπεία θα μπορέσει και να της αποδοθεί όταν αυτή εκδικαστεί. Σε κάθε περίπτωση, το Δικαστήριο στο παρόν στάδιο δεν εξετάζει ούτε σε βάθος τους ισχυρισμούς της Εναγόμενης ούτε εάν πληρούνται ή όχι αυτές οι προϋποθέσεις που είναι το αντικείμενο της Αίτησης Παραμερισμού, αλλά διαπιστώνει τη μη ύπαρξη κάποιου έκδηλου λόγου απόρριψης της εν λόγω αίτησης. Επισημαίνω δε ότι στο πλαίσιο της υπό κρίση αίτησης το Δικαστήριο αποφεύγει την ενασχόληση με τους εκ διαμέτρου αντίθετους ισχυρισμούς των διαδίκων αφού κάτι τέτοιο λανθασμένα θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε συμπεράσματα το οποίο είναι ανεπίτρεπτο για σκοπούς της παρούσας (βλ. A.J. Georgiades v. N. Haddad Ltd Πολ. Εφ. Ε100/21 ημερ. 23/10/2023).
19. Προχωρώ τώρα να εξετάσω την ικανοποίηση της τρίτης προϋπόθεσης.
20. Καίριο ζήτημα για την ικανοποίηση της τρίτης προϋπόθεσης είναι κατά πόσο στη περίπτωση μη έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Όπως έχει νομολογηθεί η έννοια της απονομής πλήρους δικαιοσύνης δεν είναι ταυτόσημη με την αποκατάσταση μόνο της υλικής ζημιάς, αλλά είναι ευρύτερη και σ' αυτήν περιλαμβάνεται και η προστασία των δικαιωμάτων της Αιτήτριας. Το γεγονός δηλαδή ότι η Καθ’ ης η Αίτηση μπορεί να είναι σε οικονομική κατάσταση που της επιτρέπει να αποζημιώσει την Αιτήτρια, σε περίπτωση επιτυχίας της Αίτησης Παραμερισμού, δεν εξυπακούει αυτόματα ότι δεν θα προκληθεί οποιαδήποτε αδικία στην Αιτήτρια, υπό την ευρύτερη έννοια (βλ. Highgate Primary School Ltd και Άλλοι ν. Στέλιου Φυλακτίδη και Άλλης (2009) 1 ΑΑΔ 317). Σε κάθε περίπτωση ο χρηματικός παράγοντας της αποζημίωσης δεν είναι ο μόνος που λαμβάνεται υπόψη (βλ. Κυρίσαββα κ.ά. v. Κίζη (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1245, Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd (2011) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1848, Παπαστράτης ν. Πιερίδης (1979) 1 C.L.R. 231).
21. Σύμφωνα με την Ε/Δ ΣΜ σε περίπτωση που δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα τότε η Αιτήτρια θα υποστεί ανεπανόρθωτη και ανυπολόγιστη ζημιά και δεν θα μπορεί να αποδοθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, εφόσον η Αιτήτρια διαθέτει το Διαμέρισμα για χρήση σε τρίτα πρόσωπα, για τους επόμενους 6 μήνες και τα οποία έχουν πληρώσει ήδη και έχουν προγραμματίσει ταξίδια και διακοπές με βάση την κράτηση που έγινε στο Διαμέρισμα. Ταυτόχρονα η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η μη έκδοση του διατάγματος πέραν του ότι θα επιφέρει ακυρώσεις κρατήσεων που έγιναν εδώ και μήνες, θα πλήξει τη φήμη και την αξιοπιστία της Αιτήτριας σε ανυπολόγιστο βαθμό.
22. Περαιτέρω είναι η θέση της Αιτήτριας ότι αν δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα και εκτελεστεί η Απόφαση, τότε διαταράσσεται το status quo που υπάρχει από το έτος 2017 μέχρι και σήμερα, χωρίς να δοθεί στην Αιτήτρια το δικαίωμα να ακουστεί.
23. Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, η ζημιά της Αιτήτριας σε περίπτωση που δεν εκδοθεί το απαιτούμενο διάταγμα δεν είναι μόνο υλική, αλλά, η μη έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, συνυπολογίζοντας το περιορισμένο χρονικό διάστημα που επιζητείται, δύναται να επηρεάσει καλόπιστους τρίτους οι οποίοι ουδεμία σχέση έχουν με τις διαφορές των διαδίκων. Επιπλέον τυχόν μη έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα επηρεάσει δυσμενώς τη φήμη και την αξιοπιστία της Αιτήτριας η οποία λειτουργεί ως τουριστικό κατάλυμα. Συνακόλουθα κρίνω ότι οι αποζημιώσεις δεν αποτελούν επαρκή θεραπεία για την Αιτήτρια εφόσον ο όποιος επηρεασμός της φήμης και της αξιοπιστίας της Αιτήτριας ενόψει της μη αναστολής της Απόφασης μέχρι την εκδίκαση της Αίτησης Παραμερισμού είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο να υπολογιστεί και καθοριστεί χρηματικά.
24. Ενόψει των ιδιαίτερων περιστάσεων που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση, θεωρώ ότι πληρείται και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 Νόμου 14/1960.
25. Στρέφομαι τώρα στο ισοζύγιο της ευχέρειας. Κατατοπιστική επί του θέματος έναι η υπόθεση ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΑΡΚΤΙΝΟΣ» ΛΙΜΙΤΕΔ κ.α. ν. ΛΟΙΖΙΔΟΥ, Πολιτική Εφεση Αρ. E7/2018, 21/3/2019
“Με δεδομένη την πλήρωση των τριών κριτηρίων του άρθρου 32(1), υπεισέρχεται στην όλη εικόνα το ζήτημα της εξέτασης του πιο σημαντικού ίσως παράγοντα στην έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων, ήτοι, η ευρεία διακριτική εξουσία που δίδεται στο Δικαστήριο από το πιο πάνω άρθρο να εκδίδει διατάγματα στις περιπτώσεις όπου κρίνει ότι κάτι τέτοιο είναι «δίκαιον ή πρόσφορον». Το Δικαστήριο ενεργώντας με βάση τους κανόνες του δικαίου της επιείκειας, διατηρεί σε κάθε περίπτωση την ευχέρεια να αρνηθεί την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος, έστω και αν τηρούνται οι τυπικές προϋποθέσεις έκδοσής του. Το όλο ζήτημα συνίσταται στον ισοζυγισμό των ιδιαίτερων αναγκών των διαδίκων, υπό το φως πάντοτε των στοιχείων που καλύπτουν την κάθε περίπτωση. Στην όλη πορεία εντοπισμού ενός δίκαιου ισοζυγίου ο κάθε παράγοντας που καλύπτει την κάθε συγκεκριμένη υπόθεση αποκτά τη δική του σημασία στη διαμόρφωση του τελικού αποτελέσματος. Ζητούμενο είναι η άσκηση από το Δικαστήριο, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, της διακριτικής του εξουσίας, ώστε να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη και να εξαλειφθεί, στο μέτρο του δυνατού, ο κίνδυνος αδικίας στην περίπτωση κατά την οποία φανεί ότι λανθασμένα χορηγήθηκε το παρεμπίπτον διάταγμα. Η εν προκειμένω άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου δεν λαμβάνει τη μορφή αυθαίρετης απόφασης, αφού ενυπάρχει σε κάθε περίπτωση η υποχρέωση παράθεσης αιτιολογημένης απόφασης και παροχής εξηγήσεων ως προς τους λόγους άσκησης της διακριτικής ευχέρειας κατά συγκεκριμένο τρόπο. Παράγοντες που επιδρούν στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου είναι, μεταξύ άλλων, οι διαβλεπόμενες επιπτώσεις από την έκδοση ή μη του παρεμπίπτοντος διατάγματος στο πρόσωπο των διαδίκων ή ακόμη και σε τρίτα πρόσωπα, η ίδια η συμπεριφορά των διαδίκων, η καθυστέρηση προσφυγής προς αναζήτηση θεραπείας προσωρινού διατάγματος, αλλά και τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, δεδομένου ότι η άσκηση της υπό αναφορά διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου εδράζεται στις αρχές του δικαίου της επιείκειας.”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
26. Όπως υποδείχθηκε στην υπόθεση Bacardi & Co Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1(B) A.A.Δ. 788, το ισοζύγιο της ευχέρειας υποδηλώνει το ενδιαφέρον του Δικαστηρίου να ισοζυγίσει τον κίνδυνο αδικίας η οποία θα προκύψει αν φανεί ότι η απόφαση που δόθηκε στο ενδιάμεσο στάδιο ήταν εσφαλμένη. Το ισοζύγιο της ευχέρειας (balance of convenience) ουσιαστικά αφορά στο ισοζύγιο του κινδύνου να δημιουργηθεί αδικία. Ένας από τους παράγοντες που επηρεάζουν το ισοζύγιο της ευχέρειας είναι η διατήρηση του status quo.
27. Δεν παραγνωρίζω ότι έχει πάγια νομολογηθεί ότι διάδικος ο οποίος επιτυγχάνει την έκδοση απόφασης υπέρ του δεν πρέπει να στερείται, χωρίς ουσιαστικό λόγο, τους καρπούς της επιτυχίας του. Από την άλλη όμως - και επανερχόμενη στην υπό κρίση Αίτηση - το Δικαστήριο πρέπει να συνυπολογίσει κατά πόσο η άρνηση έκδοσης διατάγματος αναστολής εκτέλεσης της Απόφασης, δυνητικά συνεπάγεται κίνδυνο εξανέμισης της αποτελεσματικότητας της Αίτησης Παραμερισμού (βλ. Mavrochanna and another v. Michael (1984) 1 C.L.R. 760, E.U.R.I.K and Others v. Kotsonis (1986) 1 C.L.R. 617, BP Holdings Ltd κ.α. ν. Κιταλίδη κ.α. (Αρ.1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 287, Παπακοκκίνου ν. Glykys and Araouzos (Insurances) Ltd κ.α. (1998) 1Α Α.Α.Δ 513).
28. Έχω λάβει επίσης υπόψη μου το γεγονός ότι η Αίτηση Παραμερισμού έχει ήδη τροχιοδρομηθεί για Ακρόαση στις 10/6/2025 και η όποια αναστολή της Απόφασης και των μέτρων εκτέλεσης της θα συνδράμει στη διατήρηση του status quo για τον περιορισμένο χρόνο που το Δικαστήριο χρειάζεται για να ακούσει και να αποφασίσει την Αίτηση Παραμερισμού. Έχω επίσης συνυπολογίσει τις ιδιαίτερες περιστάσεις τις παρούσας υπόθεσης όσον αφορά τον επηρεασμό τρίτων προσώπων οι οποίοι δεν εμπλέκονται στις διαφορές των διαδίκων καθώς και τη ζημιά που θα υποστεί η Αιτήτρια με την εκτέλεση της Απόφασης σε περίπτωση που η Αίτηση Παραμερισμού στεφθεί με επιτυχία σε αντίθεση με την Καθ’ ης η Αίτηση η οποία δεν θα υποστεί οποιαδήποτε ιδιαίτερη ζημιά, εφόσον η Απόφαση εκδόθηκε στις 26/2/2024 και η κατοχή του Διαμερίσματος δεν έχει ακόμη ανακτηθεί. Θα ήταν κατά την κρίση μου άδικο να μην εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα και να ανατραπεί το status quo, αφού κάτι τέτοιο δεν θα συνιστούσε υπό τις περιστάσεις αποτέλεσμα ενός δίκαιου ισοζυγισμού των ιδιαίτερων αναγκών των διαδίκων. Κρίνω συνεπώς ότι υπό τις παρούσες περιστάσεις το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ της Αιτήτριας.
29. Συνακόλουθα, κρίνω ότι όλα τα παραπάνω στοιχεία συνηγορούν υπέρ της έγκρισης της Αίτησης.
30. Υπό το φως όλων των πιο πάνω θεωρώ ότι η ενασχόληση του Δικαστηρίου με οτιδήποτε άλλο προβλήθηκε στην υπό κρίση αίτηση, ένσταση ή στις αγορεύσεις των μερών παρέλκει.
V. Κατάληξη
31. Για όλους τους πιο πάνω λόγους, εκδίδεται διάταγμα με το οποίο αναστέλλεται η εκτέλεση της Απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 26/2/2024 και απαγορεύεται στην Ενάγουσα να προβεί σε οποιαδήποτε διαβήματα ή μέτρα εκτέλεσης της Απόφασης ημερομηνίας 26/2/2024 συμπεριλαμβανομένου της ανάκτησης της κατοχής του διαμερίσματος με αριθμό [ ] το οποίο βρίσκεται στο κτίριο [ ] 2 στην οδό [ ] 9, [ ], στην Επαρχία Λάρνακας, επί του τεμαχίου ΕΠΙ 312, αριθμό εγγραφής 9/[ ], Φύλλο 60, Σχέδιο 01W2, τμήμα [ ] μέχρι την πλήρη εκδίκαση της Αίτησης Παραμερισμού ημερομηνίας 11/4/2025.
32. Όσον αφορά τα έξοδα της παρούσας Αίτησης, κρίνω υπό τις περιστάσεις ορθότερο, όπως παραμείνουν στην πορεία και να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της Αίτησης Παραμερισμού και εκδίδεται αντίστοιχη διαταγή.
(Υπ.)................................. Α. Σάββα, προσ. Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφo
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο