ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Α. Σάββα προσ. Ε.Δ.
Αγωγή αρ.: 568/2022
Μεταξύ:
ΚΩΣΤΑ ΒΑΣΙΛΕΑ
Ενάγοντα
και
ΣΠΥΡΟΥ ΛΕΒΕΝΤΗ
Εναγόμενο
Ημερομηνία: 30/6/2025
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για Ενάγοντα: κ. Κ. Χρ. Κότροφος για ΔΡ. ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΙΗΤΗΣ & ΣΙΑ ΔΕΠΕ
Για την Εναγόμενo: κ. Α. Γ. Γεωργίου για ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ & ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δ.Ε.Π.Ε
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ι. Εισαγωγή
1. Με τη παρούσα Αγωγή ο Ενάγοντας αξιώνει εναντίον του Εναγομένου το ποσό των €720,00 πλέον ΦΠΑ ως αποζημιώσεις σε σχέση με κατ’ ισχυρισμό ζημιές τις οποίες υπέστη συνεπεία ατυχήματος το οποίο συνέβη στις 10/6/2019. Σημειώνω ότι κατά το στάδιο των αγορεύσεων η απαίτηση του Ενάγοντα περιορίστηκε στο ποσό των €645,00 για το οποίο προσκομίστηκε και σχετική μαρτυρία. Με την ανταπαίτηση του ο Εναγόμενος αξιώνει το ποσό των €400 ως αποζημιώσεις σχετικά με κατ’ ισχυρισμό ζημιές τις οποίες υπέστη συνεπεία του πιο πάνω ατυχήματος καθώς επίσης παραδειγματικές και/ή τιμωρητικές και/ή επαυξημένες αποζημιώσεις.
ΙΙ. Τα Δικόγραφα
2. Είναι πάγια νομολογημένο ότι τα δικόγραφα οριοθετούν τα επίδικα θέματα και το Δικαστήριο δεν εξετάζει θέματα τα οποία εκφεύγουν της δικογραφίας (βλ. Παπαγεωργίου ν. Κλάππα (1991) 1 A.Α.Δ 24, Latifundia Properties Ltd ν. Ανδρέα Μιχαήλ Ψάκη (2003) 1 ΑΑΔ 670)
3. Ο Ενάγοντας με την Έκθεση Απαίτησης ισχυρίζεται ότι είναι ιδιοκτήτης του οχήματος τύπου [] με αριθμούς εγγραφής [] (το “όχημα Α”). Αναφέρει ότι κατά τις 10/6/2019 ο Ενάγοντας είχε σταθμευμένο το όχημα Α κοντά στο αγροτεμάχιο του στην Αναφωτιά στη Λάρνακα και κατά την εν λόγω ημερομηνία έλαβε χώρα διαπληκτισμός μεταξύ του ιδίου και του Εναγόμενου, όπου ο Εναγόμενος τον απείλησε ότι θα προκαλέσει ζημιά στο αυτοκίνητο του και ακολούθως έφυγε από το χώρο. Στη συνέχεια ισχυρίζεται ότι ενώ το όχημα Α εξακολουθούσε να είναι σταθμευμένο, ο Εναγόμενος επανήλθε οδηγώντας το δικό του όχημα (το “όχημα Β”) και κτύπησε εσκεμμένα το όχημα Α προκαλώντας του ζημιά. Ο Ενάγοντας αναφέρει ότι η πιο πάνω ζημιά στο όχημα Α έγινε συνεπεία αμέλειας του Εναγόμενου ο οποίος, μεταξύ άλλων, οδηγούσε χωρίς να προβεί στους ορθούς και αναγκαίους ελιγμούς ώστε να αποφύγει το όχημα Α και δεν χρησιμοποίησε ορθά τα φρένα του οχήματος Β.
4. Με την υπεράσπιση και Ανταπαίτηση του ο Εναγόμενος εγείρει δύο προδικαστικές ενστάσεις, ήτοι ότι κατ’ ισχυρισμό (α) ο Ενάγοντας δεν έχει αγώγιμο δικαίωμα εναντίον του Εναγόμενου και ότι ο Ενάγοντας εξέθεσε τον εαυτό του σε κίνδυνο το οποίο καθιστά εφαρμοστέα την αρχή volenti non fit injuria και (β) η αγωγή θα πρέπει να απορριφθεί καθότι δεν έχει νομικό και πραγματικό έρεισμα.
5. Άνευ βλάβης των προδικαστικών ενστάσεων του ο Εναγόμενος αρνείται όλους του ισχυρισμούς του Ενάγοντα. Αναφέρει ότι την επίδικη μέρα ο Ενάγοντας εσκεμμένα στάθμευσε το όχημα Α με τρόπο επικίνδυνο και με τρόπο που εμπόδιζε την ελεύθερη διέλευση στο χωματόδρομο δίπλα από το αγροτεμάχιο του Ενάγοντα, ο οποίος οδηγεί στη φάρμα του Εναγομένου (στο εξής ο “χωματόδρομος”). Ισχυρίζεται δε ότι όταν ο Εναγόμενος επέστρεφε από τη φάρμα του, κάλεσε τον Ενάγοντα να μετακινίσει το όχημα Α καθότι εμπόδιζε τη διέλευση του οχήματος Β. Ο Εναγόμενος στη προσπάθεια του να περάσει από το χωματόδρομο κινήθηκε αριστερά σε σχέση με τη πορεία του για να αποφύγει το όχημα Α και το όχημα Β χτύπησε σε εμπόδιο με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να στρίψει το τιμόνι ελαφρώς δεξιά με αποτέλεσμα το καθρεφτάκι του οχήματος Β να αγγίξει το καθρεφτάκι του οχήματος Α και ο Εναγόμενος να υποστεί ζημιά ύψους €400.
6. Ισχυρίζεται δε ότι ο ίδιος κατέβαλε την επιμέλεια που θα κατέβαλε ο μέσος λογικός άνθρωπος κάτω από τις ίδιες αντικειμενικές συνθήκες και περιστάσεις και ότι ενήργησε ως ένας συνετός οδηγός. Επιπλέον αναφέρει ότι ο Ενάγοντας δεν δικαιούται κανένα ποσό καθότι το ισχυριζόμενο ατύχημα ήταν αποτέλεσμα αμέλειας του Ενάγοντα αφού ο ίδιος εξέθεσε τον εαυτό του σε κίνδυνο.
7. Με την ανταπαίτηση του ο Εναγόμενος ισχυρίζεται ότι το ατύχημα οφείλεται σε αποκλειστική αμέλεια του Ενάγοντα ο οποίος στάθμευσε το όχημα Α σε επικίνδυνο σημείο και παρά τις οχλήσεις του Εναγόμενου ο ίδιος εσκεμμένα αρνήθηκε να το μετακινήσει. Ενόψει της συμπεριφοράς του Ενάγοντα ο Εναγόμενος υπέστη ζημιά ύψους €400 το οποίο και αξιώνει.
8. Με την απάντηση στην υπεράσπιση και υπεράσπιση στην ανταπαίτηση ο Ενάγοντας αρνείται και απορρίπτει τους ισχυρισμούς του Εναγόμενου επαναλαμβάνοντας του ισχυρισμούς που παραθέτει στην Έκθεση Απαίτησης του. Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι την επίδικη μέρα ο Εναγόμενος πέρασε ελεύθερα από το χωματόδρομο την πρώτη φορά ενόσω το όχημα Α ήταν σταθμευμένο. Όσον αφορά τις ζημιές που αξιώνει ο Εναγόμενος, ο Ενάγοντας ισχυρίζεται ότι το όχημα Β ήταν μεγάλο σε διαστάσεις και σε ύψος συνεπώς οι αναφερόμενες ζημιές δεν θα μπορούσαν να προκληθούν. Αξιώνει δε απόρριψη της ανταπαίτησης.
9. Η Απαίτηση και Ανταπαίτηση συνεκδικάστηκαν ενόψει του ότι η συνεκδίκαση τους ήταν πρόσφορη και δεν προκαλούσε οποιαδήποτε δυσχέρεια στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων των διαδίκων (βλ. G.D.L.Trading (Famagusta) Ltd v. Φαρκονάς (2010) 1 Α.Α.Δ. 63)
ΙΙΙ. Διαδικασία και ακρόαση
10. Η υπόθεση εκδικάστηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες της Διαταγής 30 θεσμός 6 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας (“ΘΠΔ”) με ταχεία εκδίκαση, ενόψει του ότι η χρηματική διαφορά της δεν υπερβαίνει τις €3.000. Το σύνολο της μαρτυρίας προσκομίστηκε υπό μορφή ενόρκων δηλώσεων. Μόνο ο Εναγόμενος αντεξετάστηκε επί συγκεκριμένων παραγράφων της ένορκης δήλωσης του, κατόπιν σχετικής άδειας που λήφθηκε δυνάμει της Δ.30 θ.7 ΘΠΔ στις 16/4/2024.
11. Προς απόδειξη των αξιώσεων του Ενάγοντα, προσκομίστηκε έγγραφη μαρτυρία από τον ίδιο (στο εξής η «ΜΕ1»), το Νικόλα Ηλία Βασιλέα (στο εξής ο «ΜΕ2») και τον Κωνσταντίνο Τελεβάντο (στο εξής η «ΜΕ3»). Για την πλευρά του Εναγόμενου προσκομίστηκε έγγραφη μαρτυρία από τον ίδιο (στο εξής ο «ΜΥ1»).
12. Παραθέτω πιο κάτω συνοπτικά τη μαρτυρία που κατατέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου και ακολούθως το κρίσιμο μέρος της μαρτυρίας θα αξιολογηθεί. Περιορίζομαι στην καταγραφή των κύριων σημείων της μαρτυρίας, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο της ως αυτή βρίσκεται καταγεγραμμένη στα πρακτικά της υπόθεσης (βλ. Χρυσούλλα Καννάουρου κ.α. ν. Α. Σταθιώτη (1990) 1 Α.Α.Δ. 35 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Άντρης Ηρακλέους Π.Ε. 7332 ημερομηνίας 12/1/2005).
IV. Προσαχθείσα μαρτυρία
Ενάγοντας (ΜΕ1)
13. Με την έγγραφη μαρτυρία του ο Ενάγοντας επαναλαμβάνει τους δικογραφημένους ισχυρισμούς του. Συνοπτικά στην έγγραφη μαρτυρία του αναφέρει ότι είναι ιδιοκτήτης του οχήματος Α και ότι από τον Ιούνιο του 2018 ενοικιάζει αγροτεμάχιο στην περιοχή «Σούβλες» της Αναφωτίας, το οποίο προηγουμένως ενοικίαζε ο Εναγόμενος. Ακολούθως αναφέρει τις διάφορες συγκρούσεις μεταξύ των διαδίκων και άλλων μελών της οικογένειας τους. Αναφέρει δε ότι στις 10/06/2019 ενώ ο ίδιος ήταν στο χωράφι του, ο Εναγόμενος προσέγγισε με το όχημα Β, συνοδευόμενος από τον γιο του, πέρασε δίπλα από το όχημα Α το οποίο ήταν σταθμευμένο στη δεξιά άκρια του χωματόδρομου δίπλα από το αγροτεμάχιο του χωρίς να υπάρχει εμπόδιο. Ακολούθησε προφορική αντιπαράθεση μεταξύ του ιδίου και του Εναγόμενου στην οποία ο τελευταίος ανέφερε: “Αν εν δαμαί το αυτοκίνητό σου που εν να στραφώ, εν σου το τραβήσω” και ο Ενάγοντας με τη σειρά του απάντησε “Αν είσαι άδρωπος τράβα μου το”. Αναφέρει δε ότι αργότερα ο Εναγόμενος επέστρεψε από την αντίθετη κατεύθυνση οδηγώντας το όχημα Β και κατά τη διέλευση του από το χωματόδρομο προσέκρουσε σκόπιμα με τη δεξιά πλευρά του οχήματος Β στην αριστερή πλευρά του οχήματος Α.
14. Από το ατύχημα προκλήθηκαν οι εξής ζημιές στο όχημα του Ενάγοντα: (α) οριζόντιο γδάρσιμο και βούλωμα πάνω από το φτερό του πισινού αριστερού τροχού, (β) γδάρσιμο και βούλωμα πάνω στο φτερό του μπροστινού αριστερού τροχού, (γ) σπάσιμο του πλαϊνού καθρέφτη και (δ) σπάσιμο λυχνίας σηματοδότη κατεύθυνσης στο μπροστινό αριστερό φτερό. Επισύναψε δε ως Τεκμήριο 5 (ΜΕ1/ΤΚ5) φωτογραφίες που έλαβε στις 26/7/2023 και στις οποίες φαίνονται οι εν λόγω ζημιές, οι οποίες υπάρχουν ακόμα.
15. Ακολούθως ο Ενάγοντας ανέφερε ότι μετά το συμβάν ο Εναγόμενος αποχώρησε χωρίς να σταματήσει και ο ίδιος ειδοποίησε την Αστυνομία όπου κατέγραψε το περιστατικό και μετά προέβη σε σχετική καταγγελία στον αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου.
16. Ο Ενάγοντας αναφέρει επίσης ότι ο ίδιος επισκέφθηκε τον μπογιατζή- ισιωτή αυτοκινήτων κ. Γιώργο Παναγή, ο οποίος υπολόγισε το συνολικό κόστος επιδιόρθωσης των πιο πάνω ζημιών στο ποσό των €720 πλέον ΦΠΑ. Συγκεκριμένα ο κ. Παναγή υπολόγισε τα εξής ποσά: €150 για ισιώματα, €400 για βαφή, €120 για νέο καθρέφτη, €50 για την αντικατάσταση δείκτη και αυτοκόλλητων τα οποία θα πρέπει να αντικατασταθούν λόγω του ότι τα υφιστάμενα θα αλλοιωθούν κατά την επιδιόρθωση των ζημιών. Αναφέρει δε ότι τελικά ο ίδιος αγόρασε τον καθρέφτη ο οποίος στοίχισε €45 πλέον ΦΠΑ, καθότι ήταν απαραίτητος για την οδήγηση, αλλά δεν έχει την απόδειξη λόγω πυρκαγιάς στις εγκαταστάσεις της εταιρείας. Επισυνάπτει δε ως Τεκμήριο 7 (ΜΕ1/ΤΚ7) τη σχετική γραπτή κοστολόγηση του κ. Παναγή.
17. Όσον αφορά τον ισχυρισμό του Εναγόμενου ότι κατά τη διέλευση του από το χωματόδρομο στο σημείο που ήταν σταθμευμένο το όχημα Α, το όχημα Β χτυπήθηκε από αναθρήκα και ενστικτωδώς έκανε κίνηση προς τα δεξιά, ο Ενάγοντας απορρίπτει τους εν λόγω ισχυρισμούς και αναφέρει ότι οι αναθρήκες ήταν ξεραμένες και μικρές λόγω εποχής και υπήρχε επαρκής χώρος (άνω των 3,30μ) για το όχημα Β να περάσει. Ο Ενάγοντας προσκόμισε ως Τεκμήρια 1, 2, 3 καθώς και Τεκμήριο 9 βίντεο και φωτογραφίες αντίστοιχα τα οποία προβάλλουν αναπαράσταση του χώρου και της τοποθέτησης των οχημάτων Α και Β και τη δυνατότητα ασφαλούς διέλευσης (στο εξής “ΜΕ1/ΤΚ1”, “ΜΕ1/ΤΚ2”, “ΜΕ1/ΤΚ3” και “ΜΕ1/ΤΚ9”).
Νικόλας Ηλία Βασιλέα (ΜΕ2)
18. Με τη γραπτή του μαρτυρία ο ME2 πατέρας του Ενάγοντα αναφέρει ότι κατά την επίδικη ημερομηνία είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ενάγοντα ο οποίος τον ενημέρωσε για την αντιπαράθεση του με τον Εναγόμενο. Γνωρίζοντας τις εντάσεις μεταξύ των διαδίκων ο ΜΕ2 αναφέρει ότι πήγε επιτόπου για να μεσολαβήσει. Περαιτέρω αναφέρει ότι φτάνοντας είδε τον Εναγόμενο με το όχημα Β και μπροστά του τον υιό του ο οποίος οδηγούσε όχημα τύπου digger φορτωμένο με μπάλα σανού. Ο ΜΕ2 επιβεβαίωσε ότι το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο υιός του Εναγόμενου, το οποίο προπορεύτηκε του οχήματος Β, παρότι μεγαλύτερο σε πλάτος από το όχημα Β, πέρασε με άνεση δίπλα από το όχημα Α, το οποίο ήταν σταθμευμένο στο παγκέτο του χωματόδρομου, χωρίς να το αγγίξει.
19. Αναφέρει δε ότι ο Εναγόμενος σταμάτησε μπροστά από το όχημα Α και αφού είπε κάτι θυμωμένος στον Ενάγοντα και ο τελευταίος του απάντησε, ο Εναγόμενος προχώρησε οδηγώντας το όχημα Β να περάσει το χωματόδρομο κατά μήκος του οχήματος Α. Ο ΜΕ2 ανέφερε ότι είχε πλήρη ορατότητα του ατυχήματος αφού ήταν εκεί, αναφέροντας ότι ο Εναγόμενος έστριψε το όχημα Β ελαφρώς αριστερά, με αποτέλεσμα η «κάσια» του οχήματος Β να κινηθεί δεξιά και να συγκρουστεί σκόπιμα με την αριστερή πλευρά του οχήματος Α, προκαλώντας γδαρσίματα, βουλώματα, σπάσιμο καθρέφτη και της λυχνίας δείκτη. Επιβεβαιώνει ότι οι ζημιές φαίνονται στο ΜΕ1/ΤΚ5 υπό μορφή φωτογραφιών, τις οποίες προσκόμισε και ο ίδιος ο Τεκμήριο 3. Ακολούθως αναφέρει ότι ειδοποιήθηκε η Αστυνομία και ότι κατά τη συμφιλιωτική προσπάθεια στον Αστυνομικό Σταθμό Κοφίνου, ο Εναγόμενος αρνήθηκε να καλύψει το κόστος της ζημιάς. Ο ΜΕ2 επιβεβαιώνει τα γεγονότα και τα τεκμήρια (φωτογραφίες, μετρήσεις και αναπαράσταση) που προσκόμισε ο Ενάγοντας με τη μαρτυρία του.
Κωνσταντίνος Τελεβάντος (ΜΕ3)
20. Σύμφωνα με τη γραπτή μαρτυρία του ΜΕ3, ο ίδιος είναι ανεξάρτητος εκτιμητής μηχανοκίνητων οχημάτων με πολυετή εμπειρία και σημαντικές διακρίσεις στον κλάδο και είναι μέλος σε επαγγελματικούς συνδέσμους στην Κύπρο και διεθνώς. Ο ΜΕ3 αναφέρει ότι μετά από αίτημα του Ενάγοντα, επιθεώρησε στις 4/8/2023 το όχημα Α, το οποίο παρουσίαζε τις εξής ζημιές: (α) βούλωμα και γδάρσιμο στο πίσω αριστερό φτερό, (β) βούλωμα και γδάρσιμο στο μπροστινό αριστερό φτερό, και (γ) σπασμένη μπροστινή αριστερή λυχνία δείκτη σηματοδότησης.
21. Μετά από την επιθεώρηση του οχήματος Α ετοίμασε γραπτή έκθεση εκτίμησης, την οποία κατέθεσε μαζί με τις σχετικές εικόνες και το τιμολόγιο του ως Τεκμήριο 1 στη μαρτυρία του (στο εξής η “Έκθεση Εκτίμησης” και το “ΜΕ3/ΤΚ1” αντίστοιχα). Συνοπτικά σύμφωνα με την Έκθεση Εκτίμησης του ΜΕ3:
21.1. Τα δύο φτερά μπορούν να επιδιορθωθούν με σφυριλάτισμα και βάψιμο.
21.2. Το συνολικό κόστος σφυριλατίσματος (5 εργατοώρες) υπολογίστηκε ότι θα κοστίσει €150.
21.3. Το βάψιμο των δύο φτερών και της ενδιάμεσης πόρτας (για ομοιομορφία) υπολογίστηκε ότι θα κοστίσει €400.
21.4. Η αλλαγή του δείκτη σηματοδότησης το απαιτεί νέο ανταλλακτικό θα κοστίσει €50.
22. Ο ΜΕ3 ανέφερε ότι για τις πιο πάνω τιμές βασίστηκε στον επίσημο κατάλογο του Παγκυπρίου Συνδέσμου Ισιωτών - Βαφέων Αυτοκινήτων και ανέφερε δε ότι η εργασία απαιτεί ακρυλική μπογιά. Τέλος, ο ΜΕ3 δηλώνει ότι συμφωνεί με την προσφορά που υπέβαλε ο ισιωτής του ενάγοντα, κ. Παναγή, καθώς αντανακλά με ακρίβεια το κόστος επιδιόρθωσης της ζημιάς.
Εναγόμενος
23. Ο Εναγόμενος με τη γραπτή του μαρτυρία αναφέρει ότι είναι γεωργοκτηνοτρόφος και χρησιμοποιεί το χωματόδρομο δίπλα από τη φάρμα του για να μεταφέρει μπάλες σανού. Αναφέρει δε ότι ο χωματόδρομος διέρχεται πλησίον χωραφιού που καλλιεργεί ο Ενάγοντας. Το 2019 ισχυρίζεται ότι ο Ενάγοντας άρχισε να διαμαρτύρεται ότι το όχημα Β προκαλούσε σκόνη που βλάπτει τα φυτά του. Ακολούθως αναφέρει ότι ο Ενάγοντας άρχισε να σταθμεύει ένα διπλοκάμπινο όχημα το οποίο δεν γνωρίζει αν είναι ιδιοκτήτης του -όχημα Α- στο χωματόδρομο, εμποδίζοντας τη διέλευση προς το χωράφι του. Ένεκα αυτού ο Εναγόμενος ανέφερε ότι δυσκολευόταν να περνά από το χωματόδρομο όταν κουβαλούσε μπάλες σανού προς τη φάρμα του.
24. Ο Εναγόμενος αναφέρει ότι στις 10/06/2019 το όχημα Α ήταν και πάλι σταθμευμένο σχεδόν στη μέση του χωματόδρομου. Ενώ οδηγούσε το όχημα Β πέρασε αρχικά με δυσκολία από το σημείο. Στην επιστροφή του ο Εναγόμενος, οδηγώντας το όχημα Β κατά τη διέλευση από το χωματόδρομο ενώ ήταν φορτωμένος με μπάλες σανού αναφέρει ότι το καθρεφτάκι του οχήματός Β ακούμπησε το καθρεφτάκι του οχήματος Α. Υποστηρίζει ότι η μόνη ζημιά που προκλήθηκε από το ατύχημα ήταν το καθρεφτάκι το οποίο αναφέρει ότι δεν είχε γυαλί υποστηρίζοντας ότι το όχημα Α ήταν ήδη σε κακή κατάσταση. Ο Εναγόμενος αναφέρει δε ότι ότι ο Ενάγοντας χρησιμοποιεί τη νομική διαδικασία εκδικητικά για να του αποσπάσει χρήματα και να επισκευάσει παλαιότερες ζημιές. Αναφέρει δε ότι ο ίδιος ο Ενάγοντας εξέθεσε το όχημα Α σε κίνδυνο αφήνοντας το σχεδόν στη μέση του χωματόδρομου, γνωρίζοντας ότι υπήρχε κίνδυνος επαφής κάποιου διερχόμενου οχήματος.
25. Τονίζει ότι ο ίδιος έχει απαλλαγεί από σχετική ποινική υπόθεση το 2023, η οποία αφορούσε το αδίκημα της κακόβουλη βλάβης εναντίον περιουσίας το οποίο αφορούσε το επίδικο συμβάν και ότι το Δικαστήριο στην εν λόγω ποινική υπόθεση έκρινε τον Ενάγοντα και τον πατέρα του ως αναξιόπιστους μάρτυρες. Ο Εναγόμενος κάνει αναφορά στην απόφαση της ποινικής υπόθεσης την οποία κατέθεσε ως Τεκμήριο 1 (ΜΥ1/ΤΚ1) καθώς και τα πρακτικά της εν λόγω υπόθεσης τα οποία κατέθεσε ως Τεκμήρια 2, 3 και 4 (ΜΥ1/ΤΚ2, ΜΥ1/ΤΚ3, ΜΥ1/ΤΚ4 αντίστοιχα). Αμφισβητεί την ιδιοκτησία του οχήματος από τον Ενάγοντα και τη γνησιότητα των τεκμηρίων του. Τέλος, υποστηρίζει ότι δεν φέρει ευθύνη για το συμβάν και ισχυρίζεται ότι ο Ενάγοντας δεν είχε οπτική επαφή με το περιστατικό όταν συνέβη.
26. Κατά την αντεξέταση του επιβεβαίωσε ότι την ημέρα του ατυχήματος το όχημα Α ήταν σταθμευμένο στο χωματόδρομο και ο ίδιος πέρασε την πρώτη φορά από εκεί με το όχημα Β για να φορτώσει μπάλες σανού. Κατά την επιστροφή του στην προσπάθειά του να περάσει από το ίδιο σημείο του χωματόδρομου, ενώ ήταν σταθμευμένο το όχημα Α στο ίδιο σημείο αναφέρει ότι χτύπησε μια αναρθρήκα στο όχημα Β και ενστικτωδώς έστριψε το τιμόνι δεξιά για να μην ανατραπεί το όχημα του με αποτέλεσμα να αγγίξει τον καθρέφτη του οχήματος Α. Επιβεβαίωσε δε ότι το εν λόγω καθρεφτάκι περιείχε μόνο το πλαστικό κομμάτι. Ακολούθως σε ερώτηση του συνηγόρου του Ενάγοντα κατά πόσο έσπασε το καθρεφτάκι του οχήματος Β στο συμβάν ο ίδιος απάντησε καταφατικά εξηγώντας ότι αφού ήταν πολλές οι αναθρήκες.
27. Η ακροαματική διαδικασία ολοκληρώθηκε με τις γραπτές αγορεύσεις των συνηγόρων των διαδίκων οι οποίες έχουν ληφθεί υπόψη στο σύνολο τους και στις οποίες θα κάνω αναφορά όπου κρίνεται αναγκαίο.
V. Αξιολόγηση Mαρτυρίας
28. Η αξιολόγηση της μαρτυρίας γίνεται πρωτίστως στη βάση της μαρτυρίας που σχετίζεται με τα επίδικα θέματα και με γνώμονα τις καλά καθιερωμένες νομολογιακές αρχές (βλ. Al Ittihad Al Watani κ.ά. ν. Χρ.Παπαδόπουλου (2000) 1Γ Α.Α.Δ. 1924 Τσιαττές ν. Solomonides (Cartridges Industries) Ltd (2009) 1 A.A.Δ. 974, Mirza Feiz Hasan v. Μιχάλη Ανδρέου, Π.Ε 2/2011, ημερομηνίας 2.12.2015, ECLI:CY:AD:2015:A803, Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506, ΝΙΚΟΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ ν. ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ, Πολιτική Εφεση Αρ. 185/2012, 19/4/2018, ECLI:CY:AD:2018:A179) και Σάββα Γεώργιος ν. Aστυνομίας (1998) 2 ΑΑΔ 391). Στο πλαίσιο εκδίκασης υποθέσεων “ταχείας εκδίκασης”, το καθήκον του Δικαστηρίου να αξιολογήσει την ενώπιον του μαρτυρία δεν αλλάζει.
29. Έχω μελετήσει το περιεχόμενο της μαρτυρίας που προσκόμισε κάθε πλευρά, δίδοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στην πειστικότητα, λογική και συνοχή της μαρτυρίας και το βαθμό στον οποίο συνάδει με τις δικογραφημένες θέσεις και το περιεχόμενο των διαφόρων εγγράφων που κατατέθηκαν ως τεκμήρια.
30. Ο Ενάγοντας στη μαρτυρία του αναφέρθηκε λεπτομερώς στο ιστορικό της σχέσης του με τον Εναγόμενο και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν κατά καιρούς. Ειδικότερα αποδέχομαι το γεγονός ότι ο Ενάγοντας είναι ιδιοκτήτης του Οχήματος, λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω μαρτυρία παρέμεινε αναντίλεκτη αφού οι όποιοι γενικοί περί του αντιθέτου ισχυρισμοί από πλευράς Εναγομένου δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί. Ο Ενάγοντας ήταν σταθερός από την αρχή μέχρι το τέλος της μαρτυρίας του ότι την ίδια μέρα, ήτοι στις 10/6/2019, ενώ το όχημα Α ήταν σταθμευμένο στο χωματόδρομο ο Εναγόμενος πέρασε χωρίς δυσκολία με το όχημα Β δίπλα από το όχημα Α. Το ότι ο Εναγόμενος πέρασε από το ίδιο σημείο ενώ ήταν σταθμευμένο το όχημα Α την ίδια μέρα επιβεβαιώνεται και από την ίδια τη μαρτυρία του Εναγόμενου.
31. Ο Ενάγοντας παρέθεσε με λεπτομέρεια τι συνέβη την ημέρα και ώρα του ατυχήματος, δηλαδή ότι πριν περάσει ο Εναγόμενος οδηγώντας το όχημα Β δίπλα από το όχημα Α, πέρασε ο γιός του ο οποίος και ο ίδιος φορτωμένος με μπάλες σανού με όχημα μεγαλύτερο σε διαστάσεις από το όχημα Β δεν δυσκολεύτηκε κατά τη διέλευση του στο χωματόδρομο. Εξήγησε ακολούθως ότι ο Εναγόμενος προχώρησε και σταμάτησε πριν το όχημα Α και αφού υπήρξε λεκτική αντιπαράθεση μεταξύ τους τότο ο Εναγόμενος προχώρησε με το όχημα Β και “τράβηξε” την αριστερή πλευρά του οχήματος Α. Ο Ενάγοντας ανέφερε ότι εκείνη την ώρα ήταν στη δεξιά πλευρά του χωματόδρομου και είδε την κίνηση του οχήματος Β όταν χτύπησε ο Εναγόμενος το όχημα Α. Ως προς τις ζημιές που προκλήθηκαν από το συμβάν ο Ενάγοντας παρέπεμψε σε σχετική γραπτή κοστολόγηση του κ. Παναγή, την οποία επισύναψε ως ΜΕ1/ΤΚ7, ο οποίος υπολόγισε το συνολικό κόστος επιδιόρθωσης των ζημιών στο ποσό των €720 πλέον ΦΠΑ. Ειδικότερα: €150 για ισιώματα, €400 για βαφή, €120 για νέο καθρέφτη, €50 για την αντικατάσταση δείκτη και αυτοκόλλητων. Ο Ενάγοντας αναφέρει δε ότι αγόρασε τον καθρέφτη ο οποίος κόστισε €45 πλέον ΦΠΑ καθότι αυτός ήταν απαραίτητος για την οδήγηση, αλλά δεν έχει την απόδειξη λόγω πυρκαγιάς στις εγκαταστάσεις της εταιρείας. Αποδέχομαι το κόστος του καθρέφτη ως αυτό έχει περιοριστεί στο ποσό των €45 πλέον ΦΠΑ παρά το γεγονός ότι δεν προσκομίστηκε η απόδειξη, εφόσον παραθέτει σχετική δικαιολογία και ενόψει του ότι ο ίδιος ο Εναγόμενος παραδέχεται ότι έχει χτυπήσει το εν λόγω καθρέφτη και στην απουσία οποιασδήποτε περί του αντιθέτου μαρτυρίας, η μαρτυρία του Ενάγοντα παρέμεινε αναντίλεκτη. Όσον αφορά τον ισχυρισμό του Εναγομένου ότι κατά τη διέλευση του από το χωματόδρομο στο σημείο που ήταν σταθμευμένο το όχημα Α, το όχημα Β χτυπήθηκε από αναθρήκα και ενστικτωδώς έκανε κίνηση προς τα δεξιά, ο Ενάγοντας απέρριψε τους εν λόγω ισχυρισμούς αναφέροντας ότι (α) οι αναθρήκες ήταν ξεραμένες και μικρές λόγω εποχής και (β) υπήρχε επαρκής χώρος (άνω των 3,30μ) για να περάσει το όχημα Β . Ο Ενάγοντας προσκόμισε σχετικό βίντεο και φωτογραφίες (ΜΕ1/ΤΚ1, ΜΕ1/ΤΚ2, ΜΕ1/ΤΚ3, ΜΕ1/ΤΚ4 και ΜΕ1/ΤΚ9) στα οποία εμφαίνεται σχετική αναπαράσταση του χωματόδρομου και καταδεικνύεται η επάρκεια του χώρου, η τοποθέτηση του οχήματος Α, η σύγκριση οχημάτων παρόμοιου τύπου με του οχήματος Β στη σκηνή και η δυνατότητα ασφαλούς διέλευσης.
32. Ουσιαστικά ο Ενάγοντας παρέθεσε λεπτομερώς και με σαφήνεια χωρίς να διακρίνεται η οποιαδήποτε αντίφαση στην όλη μαρτυρία του. Οι πιο πάνω θέσεις του Ενάγοντα συνάδουν με την έγγραφη μαρτυρία που κατατέθηκε από αυτόν και κρίνονται από το Δικαστήριο ως λογικές και πειστικές. Συνακόλουθα οι θέσεις του Ενάγοντα γίνονται αποδεκτές. Σημειώνω ότι ο Ενάγοντας δεν αντεξετάστηκε (βλ. Δημήτρης Σκάρος ν. Χριστοδούλου κ.α. (1998) 1 Α.Α.Δ. 291, Μοσχάτου ν. Μοσχάτου (1999) 1 Α.Α.Δ. 785, A.C.T. Textiles v. Zodhiatis (1986) 1 C.L.R. 89, Philippou General Bonded Warehouse Ltd v. Νικολαΐδη (2006) 1 Α.Α.Δ. 1057, ημερ. 10.9.2015, ECLI:CY:AD:2015:A589, Adidas v. Jonitexo Ltd (1987) 1 C.L.R. 383, Νεοφύτου Πιριλλίδη ν. Δήμου Λεμεσού Ποιν. Εφ. 331/2015 ημερ. 11.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:B454, ECLI:CY:AD:2017:B454, Ντάγκλας ν. Ντάγκλας (2010) 1 Α.Α.Δ. 128).
33. Γενικά αποδέχομαι τη μαρτυρία του ΜE2 και το περιεχόμενο της κρίνεται πειστικό. Μέσω της έγγραφης μαρτυρίας του ο ΜE2 παρουσίασε μια ολοκληρωμένη εικόνα η οποία επιβεβαιώνεται από τα έγγραφα/τεκμήρια τα οποία έχει καταθέσει. Ο ίδιος ο ΜΕ2 βρισκόταν στην σκηνή κατά το επίδικο συμβάν, αναφέροντας ότι είδε τον Εναγόμενο με το όχημα Β και μπροστά του τον υιό του να οδηγεί όχημα τύπου digger φορτωμένο με μπάλα σανού. Ο ΜΕ2 επιβεβαίωσε ότι το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο υιός του Εναγόμενου, το οποίο προπορεύτηκε του οχήματος Β, παρότι μεγαλύτερο σε μέγεθος από το όχημα Β, πέρασε χωρίς πρόβλημα δίπλα από το όχημα Α, το οποίο ήταν σταθμευμένο στο παγκέτο, χωρίς να το αγγίξει. Τα πιο πάνω και ειδικότερα ότι ο ΜΕ2 ήταν στη σκηνή του ατυχήματος και είδε τι έγινε δεν αμφισβητήθηκαν από τον Εναγόμενο.
34. Ο ΜΕ2 ανέφερε ότι είχε πλήρη ορατότητα του ατυχήματος αφού ήταν εκεί, αναφέροντας ότι ο Εναγόμενος έστριψε το όχημα Β ελαφρώς αριστερά, με αποτέλεσμα η «κάσια» του οχήματος Β να κινηθεί δεξιά και να συγκρουστεί σκόπιμα με την αριστερή πλευρά του οχήματος Α, προκαλώντας γδαρσίματα, βουλώματα, σπάσιμο καθρέφτη και της λυχνίας δείκτη. Με τη δική του μαρτυρία ο ΜΕ2 επιβεβαιώνει τις ζημιές στο όχημα Α. Επιπλέον ο ΜΕ2 επιβεβαίωσε τα γεγονότα και τα τεκμήρια (φωτογραφίες, μετρήσεις και αναπαράσταση) που προσκομίζονται στη μαρτυρία του Ενάγοντα. Ο ΜΕ2 παρέθεσε λεπτομερώς και με σαφήνεια χωρίς να διακρίνεται η οποιαδήποτε αντίφαση στην όλη μαρτυρία του. Οι πιο πάνω θέσεις του ΜΕ2 συνάδουν με την έγγραφη μαρτυρία που κατατέθηκε από αυτόν και κρίνονται από το Δικαστήριο ως λογικές και πειστικές και ως τέτοιες γίνονται αποδεκτές. Σημειώνω ότι ούτε ο ΜΕ2 αντεξετάστηκε (βλ. Δημήτρης Σκάρος ν. Χριστοδούλου κ.α. (1998) 1 Α.Α.Δ. 291 κ.α. ανωτέρω).
35. Προχωρώντας στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΕ3, αρχικά το Δικαστήριο θα πρέπει να καταλήξει κατά πόσο θα αποδεχτεί τον ΜΕ3 ως εμπειρογνώμονα λαμβάνοντας υπόψη την έγγραφη μαρτυρία του. Είναι νομολογιακά γνωστό ότι κατά πόσο ένας μάρτυρας αποτελεί εμπειρογνώμονα αποφασίζεται από το Δικαστήριο με γνώμονα είτε τα ακαδημαϊκά του προσόντα είτε τη πείρα του (βλ. Evangelou & another ν. Ambizas & another (1982) 1 C.L.R. 41, Φιλίππου ν. Οδυσσέως (1989) 1 Α.Α.Δ. 1 και Θεοσκέπαστη Φάρμ ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 934). Ο ΜΕ3 στην έγγραφη μαρτυρία του αναφέρει ότι αποτελεί εμπειρογνώμονα εκτιμητής οχημάτων με πολυετή πείρα στον τομέα τον εκτιμήσεων οχημάτων, μαρτυρία η οποία παρέμεινε αναντίλεκτη από μέρους του Εναγόμενου καθότι ο ΜΕ3 δεν αντεξετάστηκε (βλ. (βλ. Δημήτρης Σκάρος ν. Χριστοδούλου κ.α. (1998) 1 Α.Α.Δ. 291 κ.α. ανωτέρω))
36. Η Έκθεση Εκτίμησης την οποία ετοίμασε κατόπιν σχετικής επιθεώρησης, επιβεβαιώνει και την προσφορά που υπέβαλε ο κ. Παναγή, πλην του κόστους αλλαγής του καθρέφτη, ο οποίος έχει περιοριστεί από τον Ενάγοντα στο ποσό των €45 ως έχω αναφέρει πιο πάνω. Η Έκθεση Εκτίμησης (ΜΕ3/ΤΚ1) είναι αναλυτική και επεξηγηματική και πείθει το Δικαστήριο για την πληρότητα και την ορθότητα της. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω κρίνω ότι η μαρτυρία του ΜΕ3 μπορεί να αποτελέσει ασφαλή και πειστική βάση για την εξαγωγή ευρημάτων, ως προς το κόστος διόρθωσης της ζημιάς πλην του ποσού των €45 που αφορά το καθρεφτάκι το οποίο είχε ήδη επιδιορθώσει ο Ενάγοντας και για το οποίο έχω αναφερθεί πιο πάνω. Συνακόλουθα αποδέχομαι τη μαρτυρία του ΜΕ3 ότι το κόστος επιδιόρθωσης της ζημιάς ανέρχεται στο συνολικό ποσό των €600 πλέον ΦΠΑ ως αξιόπιστη.
37. Η μαρτυρία του Εναγόμενου στηρίχθηκε κυρίως στην απόφαση της ποινικής υπόθεσης με αριθμό 6256/2019 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας η οποία αφορούσε τη κατηγορία της κακόβουλης βλάβης εναντίον περιουσίας καθώς και στα πρακτικά της εν λόγω ακροαματικής διαδικασίας στην οποία ο Εναγόμενος αθωώθηκε. Σύμφωνα με την Αγγλική απόφαση Hollington v. Hewthorn [1943] 2 All E.R. 35, (1943) K.B, 587 η οποία υιοθετήθηκε από τα Κυπριακά Δικαστήρια σε σωρεία αποφάσεων (βλ. Αναστασία Στυλιανού ν. Ρούλλας Νικολάου, (2000) 1 ΑΑΔ 434) ενώ μαρτυρία για καταδίκη μετά από παραδοχή είναι αποδεκτή, τούτο δεν ισχύει σε περίπτωση που η καταδίκη είναι αποτέλεσμα απόφασης του Δικαστηρίου μετά από ακρόαση.
38. Κατατοπιστικό επί του θέματος είναι το πιο κάτω απόσπασμα από το Halsbury's Laws of England, Criminal Procedure (Volume 27 (2021), paras 1–442; Volume 28 (2021), paras 443–938), 10. Evidence and Witnesses, (15) Previous Judgments, το οποίο παραθέτω αυτούσιο:
“The judgment of a civil or criminal court in the United Kingdom or elsewhere may (regardless of its merits) provide conclusive evidence as to the legal status of a person or thing[1]; but at common law a verdict in an earlier case was considered to be a mere expression of opinion and as such was inadmissible in other proceedings for the purpose of proving any alleged facts on which that judgment was based[2]”.
39. Στη βάση αυτής της αρχής οι αναφορές στην έγγραφη μαρτυρία του Εναγόμενου ως προς την Απόφαση και τα πρακτικά αυτής καθώς και η ίδια η Απόφαση, (MY1/TK1, MY1/TK2, MY1/TK3, MY1/TK4) δεν μπορούν να επιτραπούν και να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο αφενός διότι δεν θα μπορούν να προσφέρουν οτιδήποτε το ουσιαστικό και αφετέρου διότι ότι και να λέχθηκε στην απόφαση που εκδόθηκε στο πλαίσιο της ποινικής υπόθεσης δεν δεσμεύει το παρόν Δικαστήριο. Σημειώνεται δε ως προς την αξιοπιστία του Ενάγοντα και του ΜΕ2, ο Εναγόμενος είχε την δυνατότητα να αιτηθεί την αντεξέταση τους δυνάμει της Δ.30 θ.7 ΘΠΔ το οποίο δεν έπραξε.
40. Πέραν τούτου αποδέχομαι από τη μαρτυρία του Εναγόμενου ότι στις αρχές Ιουνίου 2019 ο Ενάγοντας στάθμευε το όχημα του στο χωματόδρομο και ότι ο ίδιος περνούσε από το εν λόγω σημείο. Επιπλέον αποδέχομαι από τη μαρτυρία του Εναγόμενου ότι ο ίδιος την ημέρα του επίδικου συμβάν πέρασε την πρώτη φορά από το σημείο και ότι στην επιστροφή χτύπησε με το όχημα Β, το όχημα Α στο αριστερό καθρεφτάκι το οποίο ο ίδιος επιβεβαίωσε και κατά την αντεξέταση του. Δεν αποδέχομαι ωστόσο τη μαρτυρία του Εναγόμενου ότι η μόνη ζημιά που προκλήθηκε από το ατύχημα ήταν στο αριστερό καθρεφτάκι του οχήματος Α. Οι προβαλλόμενες θέσεις του Εναγόμενου ως προς το συμβάν, ήτοι, ότι χτυπήθηκε από αναθρήκα και ενστικτωδώς έστριψε το τιμόνι του οχήματος Β με αποτέλεσμα να χτυπήσει το όχημα Α στερούνται πειστικότητας και δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές. Τίποτα περισσότερο δεν προβλήθηκε από τον Εναγόμενο που να εξηγεί πώς ενώ τις υπόλοιπες μέρες του Ιουνίου που το όχημα Α βρισκόταν σταθμευμένο στο χωματόδρομο δεν υπήρξε οποιαδήποτε σύγκρουση και ειδικότερα αφού ο ίδιος είχε περάσει από το ίδιο σημείο νωρίτερα την ίδια μέρα τκαι πάλι δεν υπήρξε οποιαδήποτε σύγκρουση. Επιπλέον όσον αφορά τους ισχυρισμούς του Εναγόμενου ότι δεν υπήρχε αρκετός χώρος για να περάσει ενόψει της απόφραξης του χωματόδρομου από το όχημα Α, αυτό καταρρίπτεται από την μαρτυρία του ΜΕ2 ο οποίος ήταν στη σκηνή και επιβεβαίωσε ότι υπήρχε χώρος διέλευσης αναφέροντας, μεταξύ άλλων, ότι ακριβώς πριν το ατύχημα πέρασε από το ίδιο σημείο ο υιός του Εναγόμενου με όχημα μεγαλύτερο διαστάσεων από το όχημα Β χωρίς να υπάρξει οποιοδήποτε θέμα. Επαναλαμβάνω ότι η μαρτυρία του ΜΕ2 παρέμεινε αναντίλεκτη, αφού δεν αντεξετάστηκε. Σημειώνω ότι ούτε κατά την αντεξέταση του ο Εναγόμενος δεν μπόρεσε να κατατοπίσει το Δικαστήριο με σχετικές λεπτομέρειες ως προς το συμβάν και οι όποιες αναφορές του παρέμειναν γενικές και αόριστες και ως τέτοιες δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές.
VΙ. Ευρήματα & Συμπεράσματα
41. Λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση της ανωτέρω μαρτυρίας, τις εκατέρωθεν δικογραφημένες θέσεις των διαδίκων και τις θέσεις που προωθήθηκαν από τους δικηγόρους τους στο πλαίσιο των γραπτών τους αγορεύσεων, έχω καταλήξει στα ακόλουθα ευρήματα:
42. Αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Ενάγοντας ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα στις 10/6/2019. Κατά την εν λόγω ημερομηνία ο Ενάγοντας είχε το όχημα του- όχημα Α- σταθμευμένο στην δεξιά άκρια του χωματόδρομου δίπλα από το αγροτεμάχιο που ενοικίαζε. Ο Εναγόμενος την ίδια μέρα κατά τις 5:30μμ πέρασε με το όχημα του- όχημα Β- δίπλα από το όχημα Α το οποίο ήταν σταθμευμένο, χωρίς να υπάρξει οποιαδήποτε σύγκρουση. Κατά τις 6μμ της ίδιας μέρας ο Εναγόμενος επέστρεψε από την αντίθετη κατεύθυνση, οδηγώντας το όχημα Β, το οποίο ήταν φορτωμένο με μπάλες σανού. Τότε ο Εναγόμενος κατά τη διέλευση του δίπλα από το όχημα Α το οποίο ήταν σταθμευμένο, χωρίς να επιδείξει την απαιτούμενη επιμέλεια συγκρούστηκε με το όχημα Α.
43. Αποτελεί επίσης εύρημα του Δικαστηρίου ότι το όχημα Α ήταν ακινητοποιημένο την ώρα της επίδικης σύγκρουσης. Η ζημιά στο όχημα του Ενάγοντα βρισκόταν επί της αριστερής πλευράς του αυτοκινήτου και πρόκειται για (α) οριζόντιο γδάρσιμο και βούλωμα πάνω από το φτερό του πισινού αριστερού τροχού, (β) γδάρσιμο και βούλωμα πάνω στο φτερό του μπροστινού αριστερού τροχού, (γ) σπάσιμο του πλαϊνού καθρέφτη και (δ) σπάσιμο λυχνίας σηματοδότη κατεύθυνσης στο μπροστινό αριστερό φτερό.
44. Ως αποτέλεσμα της επίδικης σύγκρουσης το όχημα του Ενάγοντα υπέστη ζημιά ύψους €645 πλέον ΦΠΑ και ο Εναγόμενος δεν κατέβαλε οποιοδήποτε ποσό για την επιδιόρθωση της ζημιάς.
VΙΙ. Νομική Πτυχή
45. Είναι πάγια νομολογημένο ότι στις πολιτικές υποθέσεις, όπως και στην παρούσα το βάρος απόδειξης της υπόθεσης το φέρει ο ενάγοντας στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων. Το κριτήριο δεν είναι εάν η θέση του διαδίκου που φέρει το βάρος απόδειξης είναι πιο πιθανή από εκείνη του αντιδίκου του, αλλά κατά πόσον ο διάδικος που φέρει το βάρος απόδειξης των ισχυρισμών του ικανοποίησε το Δικαστήριο ότι η δική του θέση ή εκδοχή είναι πιο πιθανή παρά όχι (βλ. Κουκουλή κ.α ν. Παπαδημήτρη Π.Ε. 378/10 ημερ.29.1.16, Μαρσέλ κ.ά. v. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (2001) 1 Α.Α.Δ. 1858, Αθανασίου v. Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614 και Χρυσάνθου κ.ά. v. Φραντζή (2010) 1 Α.Α.Δ. 1295). Ως εκ τούτου το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει κατά πόσο οι διάδικοι έχουν αποδείξει την εκατέρωθεν υπόθεση τους, στον απαιτούμενο από την νομολογία βαθμό.
46. Το σύγγραμμα “Το Δίκαιο της Απόδειξης” Τ. Ηλιάδης & Ν. Γ. Σάντης (Β’ ΕΚΔΟΣΗ), σελ.203, αναφέρει τα εξής σχετικά με τη Σύζευξη Βάρους Απόδειξης και Αξιοπιστίας Μαρτύρων:
“Είναι ανεπίτρεπτη η σύζευξη της αξιοπιστίας των μαρτύρων και του βάρους απόδειξης. Το Δικαστήριο πρέπει να προβαίνει στη διαπίστωση των γεγονότων που είναι άμεσα συνδεδεμένα με την επίλυση της διαφοράς και μόνο τότε να προβαίνει σε εξέταση αν ο διάδικος έχει αποσείσει το σχετικό βάρος.”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
47. Όσον αφορά τις αρχές που διέπουν την μαρτυρία εμπειρογνώμονα παραπέμπω σχετικά στην υπόθεση Νικολάου ν. Σταύρου (1992) 1 ΑΑΔ 746 στην οποία λέχθηκαν τα εξής:
“Η ιδιότητα του πραγματογνώμονα επιτρέπει παρέκκλιση από τους κανόνες ως προς την απόδειξη. Αυτή όμως η παρέκκλιση σχετίζεται μόνο με τη δυνατότητα έκφρασης γνώμης. Ο πραγματογνώμονας, κατ' εξαίρεση προς το γενικό κανόνα που δεν επιτρέπει την έκφραση γνώμης από μάρτυρα, μπορεί να εκφράσει γνώμη αναφορικά με ζητήματα που εμπίπτουν στη σφαίρα της ειδικότητάς του. (Βλ. Vassilico Cement Works v. Stavrou (1978) 1 CLR 389, Constantinides (Akinita) Ltd v. Mavrogenis (1983) 1 CUR 663). Σε τέτοια περίπτωση, όπως έχει εξηγηθεί επανειλημμένα, ο πραγματογνώμονας εφοδιάζει το Δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια για τον έλεγχο της ακρίβειας των συμπερασμάτων του έτσι που να μπορέσει ο δικαστής να διαμορφώσει τη δική του ανεξάρτητη κρίση με την εφαρμογή αυτών των κριτηρίων πάνω στα γεγονότα που αποδεικνύει η μαρτυρία. (Βλ. Davie ν. Edimborough Magistrates (1953) S.C. 34, Andreas Anastassiades v. Republic (1977) 2 CLR 97, Pouris and Another v. Republic (1983) 2 CLR 170, Philippou v. Odysseos (1989) 1 CLR 1.)
Κατά τα άλλα, οι κανόνες που διέπουν τη μαρτυρία όλων των μαρτύρων, διέπουν και τη μαρτυρία των πραγματογνωμόνων.”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
48. Κατατοπιστικά είναι και τα όσα λέχθηκαν στην πρόσφατη υπόθεση FEDERAL BANK OF LEBANON (SAL) v. ΝΙΚΟΣ ΣΙΑΚΟΛΑΣ, Πολιτική Έφεση Αρ.: 132/2021, 5/12/2024 τα οποία παραθέτω πιο κάτω:
“Στην Ψάλτης ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 113, λέχθηκε ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας εμπειρογνώμονα, εδράζεται στις ίδιες αρχές με βάση τις οποίες αξιολογείται η μαρτυρία και των υπολοίπων μαρτύρων. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο υποχρεούται να αξιολογήσει τέτοια μαρτυρία και να προβεί στην κατάληξη του, αναφορικά με την αξιοπιστία του μάρτυρος, είτε αποδεχόμενο εξ ολοκλήρου τη μαρτυρία του ή μέρος αυτής, είτε απορρίπτοντας τη στο σύνολο της (βλ. Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 692). Είναι σαφές από την πιο πάνω νομολογία ότι η εκτίμηση της μαρτυρίας εμπειρογνώμονα δεν διαφέρει από την αντιμετώπιση άλλων μαρτύρων.”
49. Αποτελεί πάγια νομολογία ότι το καθήκον φροντίδας και επιμέλειας εκτείνεται έναντι κάθε προσώπου το οποίο, κατά την κοινή πείρα και βάσει λογικής πρόβλεψης, δύναται να επηρεαστεί από τις πράξεις ή παραλείψεις ενός οδηγού. Η ύπαρξη και η έκταση του εν λόγω καθήκοντος προσδιορίζονται με βάση τη δυνατότητα πρόβλεψης του κινδύνου. Ειδικότερα, όταν η πιθανότητα πρόκλησης κινδύνου στον δρόμο είναι ευλόγως προβλέψιμη, εύλογα αναμενόμενη ή αντιληπτή από έναν μέσο συνετό οδηγό, η παράλειψη λήψης των αναγκαίων προφυλακτικών μέτρων συνιστά αμελή συμπεριφορά. Αντιθέτως, όταν η δημιουργία κινδύνου αποτελεί απλώς υποθετική ή μη λογικά προβλεπτή εκδοχή, η παράλειψη λήψης επιπλέον μέτρων δεν συνιστά αμέλεια. Το κριτήριο αξιολόγησης της ύπαρξης αμελούς συμπεριφοράς είναι αντικειμενικό και ερείδεται στη συμπεριφορά του μέσου συνετού και προσεκτικού οδηγού, όπως αυτή διαμορφώνεται από τις κοινές εμπειρίες οδήγησης και την υποχρέωση αυξημένης παρατηρητικότητας που τον διέπει (βλ. Αργυρού ν. Αστυνομίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 378, Χαραλάμπους v. Mc Gill, Πολιτική Έφεση Αρ. 38/2015, 18 Δεκεμβρίου 2019, ECLI:CY:AD:2019:A527, Lang v. London Transport Executive (1959) 3 All E.R. 609, Ελπινίκη Παναγιώτου ν. Γεώργιος Κυρ. Μαύρου (1970) 1 CLR 215).
50. Σε περιπτώσεις αγωγών για αποζημίωση λόγω οδικής αμέλειας, το βάρος απόδειξης το φέρει ο Ενάγοντας, ο οποίος πρέπει να καταδείξει ότι ο εναγόμενος δεν ενήργησε σύμφωνα με το πρότυπο του συνετού οδηγού και όχι να αποδείξει απόκλιση από συμπεριφορά ιδεατού ή άψογου οδηγού. Η εξέταση κατά πόσο υπάρχει αμέλεια συναρτάται με τις συγκεκριμένες περιστάσεις κάθε υπόθεσης, όπως ο χρόνος, ο τόπος και οι λοιπές συνθήκες του ατυχήματος. Το καθήκον επιμέλειας δεν είναι απεριόριστο, αλλά περιορίζεται σε κινδύνους που είναι λογικά προβλεπτοί, χωρίς να καθιστά υπέρμετρα δυσανάλογη την ευθύνη του οδηγού, κατά τρόπο που να ανατρέπεται η δίκαιη ισορροπία μεταξύ νομικής υποχρέωσης και εύλογης προσδοκίας (βλ. Μιχαήλ Φοινικαρίδης κ.ά. ν. Γεωργίου Λάμπρου Γεωργίου κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 475), Σωκράτους ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 1, Ανδρέου κ.ά ν. Πηλέα (2000) 1 Α.Α.Δ. 459).
51. Σχετικά είναι επίσης και τα όσα λέχθηκαν στην υπόθεση ΜΑΡΚΟΥ ν. ΜΙΧΑΗΛ, Πολιτική Έφεση Αρ. 246/2012, 27/6/2018, ECLI:CY:AD:2018:A310, απόσπασμα της οποίας παραθέτω αυτούσιο:
“Ως προς το ζήτημα της κατανομής της ευθύνης είναι γνωστό ότι η αμέλεια, νομική έννοια, στην πράξη εξαντλείται στην εξέταση των πραγματικών γεγονότων, κατά περίπτωση, σύμφωνα με την ανθρώπινη λογική και εμπειρία. Η αμέλεια δεν είναι μετρήσιμη με απόλυτους αριθμητικούς υπολογισμούς, αλλά είναι ζήτημα εκτίμησης και υπαγωγής των πραγματικών περιστατικών στις καθιερωμένες νομολογιακές αρχές. Όπως έχει λεχθεί, μεταξύ πολλών άλλων αποφάσεων, στην Κωνσταντίνου ν. Κατσιάρδη (2007) 1 Α.Α.Δ. 1178, ο οδηγός με γνώμονα το αντικειμενικό επίπεδο επιμέλειας έχει υποχρέωση να συμπεριφέρεται κατά τον έλεγχο του οχήματος του όπως αναμένεται από ένα συνετό οδηγό. Η επιμέλεια και η επίδειξη της δέουσας προσοχής κατά την οδήγηση εξαρτάται από τις ιδιαίτερες περιστάσεις του κινδύνου που δημιουργήθηκε. Και όπως ο οδηγός έχει υποχρέωση να ελέγχει και να οδηγεί κατά συνετό τρόπο το όχημα του, έτσι και ο άλλος οδηγός ή πεζός, κατά περίπτωση, υπέχει συντρέχουσα αμέλεια εάν δεν λαμβάνει μέτρα προς αυτοπροστασία του με την επίδειξη ανάλογης επιμέλειας. Όπως έχει λεχθεί στη Γεωργική Εταιρεία Πλατώνια Λτδ ν. Mohammad Al Sharif (2012) 1 Α.Α.Δ. 28, η συντρέχουσα αμέλεια δεν εδράζεται σε καθήκον επιμέλειας που φέρει ο ενάγων απέναντι στον εναγόμενο, αλλά σε καθήκον αυτοπροστασίας. Δεν εναπόκειται στον ενάγοντα να αποσείσει εκ προοιμίου το βάρος απόδειξης συντρέχουσας αμέλειας που φέρει ο εναγόμενος.
Η κατανομή ευθύνης σύμφωνα επίσης με νομολογία, κρίνεται στη βάση της υπαιτιότητας και αιτιώδους συνάφειας των εμπλεκομένων με αναφορά στο τελικό αποτέλεσμα. Η συμβολή εκάστου στην πρόκληση της ζημιάς συναρτάται με τη λογική πρόβλεψη των συνεπειών που ενδεχομένως να προκύψουν όταν υπάρχει απόκλιση από το καθήκον επιμέλειας που αναλογεί σε κάθε ένα από τα μέρη. ”
VIII. Υπαγωγή γεγονότων
52. Η κατάληξη του Δικαστηρίου ως προς τη συμπεριφορά του Εναγόμενου αποτυπώνεται στα ευρήματα που έχω παραθέσει πιο πάνω. Θα πρέπει ωστόσο να εξετάσω τη συμπεριφορά των διαδίκων σε συνάρτηση με το καθήκον επιμέλειας ή αυτοπροστασίας με το οποίο ο κάθε ένας από αυτούς ήταν επιφορτισμένος.
53. Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω αποτελεί κρίση και κατάληξη του Δικαστηρίου ότι η συμπεριφορά του Εναγομένου κατά τη διέλευση του από το χωματόδρομο όπου ήταν σταθμευμένο το όχημα του Ενάγοντα και η σύγκρουση του οχήματος του στην αριστερή μεριά του οχήματος του Ενάγοντα απέχει του επιπέδου επιμέλειας και προσοχής που πρέπει να επιδεικνύει ο μέσος συνετός οδηγός. Στη προκείμενη περίπτωση ο Εναγόμενος γνώριζε ότι υπήρχε χώρος ασφαλής διέλευσης από το χωματόδρομο ενώ ήταν σταθμευμένο το όχημα του Ενάγοντα, αφού ο ίδιος είχε περάσει από τον ίδιο χώρο ενώ ήταν σταθμευμένο το όχημα του Ενάγοντα σε προηγούμενες ημερομηνίες καθώς και την ίδια μέρα. Το αν ο εν λόγω χωματόδρομος είχε άγρια βλάστηση που καθιστούσε δυσμενή τη διέλευση του οχήματος, ο Εναγόμενος όφειλε να είναι προσεκτικός και να λάβει όλα τα δέοντα μέτρα, που προφανώς έπραττε τις προηγούμενες φορές που περνούσε από το ίδιο σημείο. Καθίσταται σαφές ότι αυτό το οποίο αναμένεται από ένα μέσο συνετό οδηγό είναι να οδηγεί κατά συνετό τρόπο το όχημα του.
54. Ενόψει της κατάληξης του Δικαστηρίου ως προς την αμελή συμπεριφορά του Εναγόμενου θα προχωρήσω να εξετάσω κατά πόσο υφίσταται αμέλεια εκ μέρους του Ενάγοντα, ούτως ώστε να αποφασιστεί τυχόν επιμερισμός ευθύνης μεταξύ των διαδίκων, το οποίο είναι άμεσα συνυφασμένο με την Ανταπαίτηση του Εναγόμενου.
55. Ενόψει του ότι το όχημα του Ενάγοντα ήταν σταθμευμένο κατά τη διάρκεια του ατυχήματος, κατατοπιστική είναι η υπόθεση Kυριάκου Mιχάλης και Άλλοι ν. Nίκης Kανάρη (1997) 1 ΑΑΔ 1436 λέχθηκαν σχετικά τα εξής:
“Συμφωνούμε με τη θέση ότι η απόφραξη του δρόμου από οδηγό αυτοκινήτου υποδηλώνει γενικά παράλειψη εκπλήρωσης του καθήκοντος προς άλλα άτομα τα οποία χρησιμοποιούν το δρόμο. Οι οδοί και όλως ιδιαίτερα ο υπεραστικός δρόμος είναι μέσο διάβασης και όχι στάθμευσης. Το ότι η απόφραξη του δρόμου από οδηγό αυτοκινήτου συνιστά πράξη η οποία μπορεί να στοιχειοθετήσει αμέλεια αναγνωρίζεται ευθέως στην Αγγλική απόφαση Rouse v. Squires and Others [1973] 2 All E.R. 903.
Η απόφραξη του δρόμου, αλόγιστη όσο και αν είναι, δεν προσδίδει αυτόματα ευθύνη στον οδηγό για οποιοδήποτε επακόλουθο δυστύχημα, ανεξάρτητο από τα αίτια του. Αυτό διευκρινίζεται στην Rouse και όλως ιδιαίτερα στην απόφαση του Δικαστή Buckley, L.J., στην οποία γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην απόφαση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου. Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση εκείνη είναι χαρακτηριστικό της προσέγγισης του θέματος.
"But when there is ample visibility and ample opportunity for the driver of an oncoming vehicle to see and appreciate the nature and extent of an obstruction and to take evasive action, then the obstruction does not constitute a danger, and in such a case there is a break in the chain of causation between the prior negligent act which caused the obstruction and the immediate consequence of the latter negligent act of a driver on the highway who causes an accident."
Ελληνική μετάφραση, (ελεύθερη).
"Αλλά όταν υπάρχει επαρκής ορατότης και παρέχεται η πρέπουσα ευχέρεια στον οδηγό επερχόμενου αυτοκινήτου να προσέξει και να εκτιμήσει τη φύση και έκταση του εμποδίου το οποίο παρεμβάλλεται στο δρόμο και να πάρει μέτρα αποφυγής του, τότε το εμπόδιο δεν δημιουργεί κίνδυνο, και σε τέτοια περίπτωση επέρχεται διακοπή στην άλυση της αιτιώδους σχέσης μεταξύ της προηγούμενης αμελούς πράξης η οποία προκάλεσε την απόφραξη και τις άμεσες συνέπειες της μεταγενέστερης πράξης οδηγού στον υπεραστικό δρόμο ο οποίος προκαλεί το δυστύχημα."
Προκύπτει, ότι μόνο όπου η πράξη του οδηγού του σταθμευμένου αυτοκινήτου συνέχεται προς το δυστύχημα και αποτελεί μέρος των γενεσιουργών αιτίων που το προκάλεσαν δικαιολογείται η απόδοση ευθύνης σ' αυτόν. Είναι προς αυτά τα αίτια που συνδέεται η αμέλεια και ο καταμερισμός της. Προϋπόθεση για την απόδοση αμέλειας αποτελεί η επενέργεια αμελούς πράξης στην πρόκληση του δυστυχήματος ως θέμα άμεσης αιτιώδους σχέσης μεταξύ της πράξης και του δυστυχήματος.”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
56. Περαιτέρω σχετική επί του θέματος είναι η υπόθεση ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΠΟΝΤΙΚΟΣ ν. SVETLANA RAILEANY, Πολιτική Έφεση Αρ. 84/2012, 8/3/2018, ECLI:CY:AD:2018:A103, στην οποία λέχθηκαν τα ακόλουθα:
“Σε τέτοιες περιπτώσεις, κατά τη νομολογία, για να αποδοθεί αμέλεια ή αστική ευθύνη για οχληρία, στον οδηγό που προκάλεσε την απόφραξη, θα πρέπει να στοιχειοθετηθεί αιτιώδης συνάφεια των ενεργειών του με τις ενέργειες του επερχομένου οδηγού, ο οποίος προκαλεί το δυστύχημα. Αν τέτοια αιτιώδης συνάφεια δεν στοιχειοθετηθεί, τότε η απόφραξη του δρόμου, όσο αλόγιστη και αν είναι, δεν προσδίδει ευθύνη στον πρώτο οδηγό για επακόλουθο ατύχημα. Σε τέτοια περίπτωση, δημιουργείται κενό στην αλυσίδα αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της αρχικής αμέλειας του πρώτου οδηγού που προκάλεσε την απόφραξη και της μεταγενέστερης αμέλειας του άλλου οδηγού που προκάλεσε το δυστύχημα (Κυριάκου ν. Κανάρη (1997) 1 ΑΑΔ 1436, Σιαλαμπή ν. Παναγή (2008) 1 Α.Α.Δ. 75 και Rouse v. Squires and others (1973) 2 All E.R. 903, Τσολάκης ν. Ανδρέου (2007) 1 ΑΑΔ 129).”
57. Υπό το φως των πιο πάνω όταν υπάρχει επαρκής ορατότητα και παρέχεται η πρέπουσα ευχέρεια στον οδηγό επερχόμενου αυτοκινήτου να προσέξει και να εκτιμήσει τη φύση και έκταση του εμποδίου το οποίο παρεμβάλλεται στο δρόμο και να πάρει μέτρα αποφυγής του, τότε το εμπόδιο δεν δημιουργεί κίνδυνο, και σε τέτοια περίπτωση επέρχεται διακοπή στην αλυσίδα της αιτιώδης συνάφειας μεταξύ της προηγούμενης αμελούς πράξης η οποία προκάλεσε την απόφραξη και τις άμεσες συνέπειες της μεταγενέστερης πράξης οδηγού. Συνακόλουθα είναι η κρίση και η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι στην προκειμένη περίπτωση η πράξη του Ενάγοντα, ήτοι η απόφραξη μέρους του χωματόδρομου με τη στάθμευση του οχήματος του, δεν αποτελεί μέρος της γενεσιουργός αιτίας που προκάλεσε το επίδικο ατύχημα. Σύμφωνα με τα ευρήματα στα οποία έχει το Δικαστήριο καταλήξει υπό το φως της αποδεκτής ενώπιον του μαρτυρίας, η γενεσιουργός αιτία του επίδικου ατυχήματος ήταν η συμπεριφορά του Εναγόμενου ο οποίος το απόγευμα της επίδικης ημέρας δεν επέδειξε την απαιτούμενη και πρέπουσα προσοχή ούτως ώστε να εκτιμήσει τη φύση και την έκταση του εμποδίου και να πάρει τα απαιτούμενα μέτρα αποφυγής του, όπως έπραττε άλλωστε κάθε άλλη φορά ακόμη και την ίδια μέρα, με τρόπο ώστε το σταθμευμένο όχημα του Ενάγοντα, να μην δημιουργεί κίνδυνο και να επέλθει η διακοπή της αλυσίδας της αιτιώδους σχέσης μεταξύ της προηγούμενης πράξης του Ενάγοντα και των άμεσων συνεπειών της μεταγενέστερης πράξης του Εναγόμενου η οποία προκάλεσε το ατύχημα.
58. Υπό το φως των πιο πάνω κρίνω ότι υπό τις περιστάσεις ευθύνη στο επίδικο συμβάν έχει εξ ολοκλήρου ο Εναγόμενος και δεν μπορεί να αποδοθεί οποιαδήποτε αμέλεια στον Ενάγοντα.
ΙΧ. Η υπεράσπιση δυνάμει του άρθρου 59 του ΚΕΦ.148- επίκληση της αρχής volenti non fit injuria
59. Σε ότι αφορά τον ισχυρισμό που δικογραφήθηκε από μέρους του Εναγομένου ότι ο Ενάγοντας εξέθεσε μόνος του την ιδιοκτησία του σε κίνδυνο με τον τρόπο που στάθμευσε το όχημά του στον χωματόδρομο, το Δικαστήριο άντλησε καθοδήγηση από σχετική επί της εν λόγω αρχής νομολογία.
60. Ειδικότερα κατατοπιστικής επί της εν λόγω αρχής είναι η υπόθεση Eυαγγέλου Mιχαλάκης ν. Nαυτιλιακής Eταιρείας Aμαθούς Λτδ. και Άλλων (1997) 1 ΑΑΔ 187 στην οποία λέχθηκαν σχετικά τα εξής:
“Καθοδήγηση, όπως αναφέρεται στην απόφαση, για την εφαρμογή της αρχής αυτής στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, αντλείται από το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση στη Fysco v. Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1014 - (σελ. 1025):-
"Γνώση αναφορικά με το δυνητικά επικίνδυνο του τρόπου εκτέλεσης της εργασίας δεν είναι στοιχείο που, από μόνο του, μπορεί να στοιχειοθετήσει συντρέχουσα αμέλεια όταν το ζημιογόνο αποτέλεσμα επέρχεται επειδή ο εργοδοτούμενος απλώς εκτέλεσε την εργασία του, όπως όφειλε να κάμει, αν ήθελε να τη διατηρήσει. Δεν επεκτεινόμαστε στα όσα εξηγήθηκαν από τη νομολογία ως προς το ανεφάρμοστο κάτω από παρόμοιες συνθήκες της αρχής volenti non fit injuria, γιατί η εισήγηση των εφεσειόντων περιοριζόταν στην άποψη πως αποδείχτηκε συντρέχουσα αμέλεια και δεν επεκτεινόταν μέχρι του σημείου αυτού. [Βλέπε Djemal v. Zim Israel Navigation Co Ltd (1967) 1 C.L.R. 227, Vassilico Cement Works v. Christos Stavrou (1978) 1 C.L.R. 389, Covotsos Textiles v. Serghiou (1981) 1 C.L.R. 475, Viceroy Shipping v. Mahattou (1982) 1 C.L.R. 170.] Σημειώνουμε μόνο πως για να απαλλαγεί από την ευθύνη ο εργοδότης για τέτοιο λόγο, χρειάζεται να αποδειχθεί πως ο εργοδοτούμενος, όχι απλώς γνώριζε την ύπαρξη του κινδύνου αλλά και τον αποδέχτηκε ρητά ή έστω με τη συμπεριφορά του με την έννοια ότι συμφώνησε να τον υποστεί παραιτούμενος του δικαιώματος του να αξιώσει αποζημιώσεις. Σε κάθε περίπτωση η αποδοχή του κινδύνου πρέπει να αποδεικνύεται πως ήταν το προϊόν της ελεύθερης θέλησης του εργοδοτουμένου. Αυτό, εξυπακούει δυνατότητα εκλογής. Τέτοια δυνατότητα δεν θεωρείται ότι υπάρχει στις περιπτώσεις εργοδοτουμένων που απλώς ανταποκρίνονται στην υποχρέωσή τους για εκτέλεση της εργασίας τους, χωρίς ο,τιδήποτε άλλο."
(η έμφαση έχει προστεθεί)
61. Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω η απουσία μαρτυρίας που να καταδεικνύει ρητή αποδοχή του οποιουδήποτε κινδύνου από μέρους του Ενάγοντα και ρητή συμφωνία να υποστεί παραιτούμενος του δικαιώματος του να αξιώσει αποζημιώσεις σφραγίζει και την αποτυχία της πιο πάνω ειδικής υπεράσπισης η οποία και απορρίπτεται.
Χ. Αποζημιώσεις
62. Όσον αφορά την επιδίκαση ειδικών αποζημιώσεων είναι καθιερωμένη αρχή ότι οι ειδικές αποζημιώσεις πρέπει να αναφέρονται στα δικόγραφα με λεπτομέρεια και να αποδεικνύονται με αυστηρότητα για κάθε σκοπό και αποτελεί υποχρέωση του Ενάγοντα να αποδεικνύει τη ζημιά του με σχετική μαρτυρία (βλ. Χαραλάμπους ν. Χαραλάμπους (2012) 1Α Α.Α.Δ. 753, Ηρακλέους ν. Πίτρου (1994) 1 ΑΑΔ 239, Ζαβρού κ.ά. ν. Καριτζή (2006) 1B A.A.Δ. 977, Αντωνίου ν. Α. Panayides Contracting Ltd, Πολ. Έφεση Αρ. 259/2011, ημερ.4/10/2017, ECLI:CY:AD:2017:A333, ECLI:CY:AD:2017:A333, Παναγιώτου ν. Φραγκίσκου κ.α. (1999) 1 ΑΑΔ 687, Αλεξάνδρου ν. Ιωάννου (1996) 1 ΑΑΔ 1157, Χριστοδούλου ν. Αγαθοκλέους (1977) 1 ΑΑΔ 396, Ηρακλέους ν. Πίτρου (1994) 1 ΑΑΔ 239, Λοϊζου ν. Μουρτζή (1999) 1 ΑΑΔ 883, Μουττά ν. Γεωργίου κ.α. (1998) 1 ΑΑΔ 1, Ζήνων Μερκής Λτδ. ν. Ελληνικής Τράπεζας (1999) 1 ΑΑΔ 1923, Παπαϊωάννου ν. Κωνσταντίνου (2008) 1 (Β) ΑΑΔ 1083, Ismail v. Αντωνίου κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 333/2009, 12.2.2014).).
63. Λαμβάνοντας υπόψη τη μαρτυρία η οποία κρίθηκε ως αξιόπιστη και έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο, σε συνάρτηση με τα ευρήματα του Δικαστηρίου, κρίνω ότι το ποσό των €645 έχει αποδειχθεί στον απαιτούμενο βαθμό.
ΧΙ. Τόκος
64. Ως προς την επιδίκαση νόμιμου τόκου έχω λάβει καθοδήγηση από την υπόθεση Φοινικαρίδης & άλλη ν. Γεωργίου & άλλων (1991) 1 ΑΑΔ 475 στην οποία λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:
“Το ύψος των ειδικών ζημιών είναι γνωστό κατά το χρόνο της δίκης και, ως θέμα αρχής, το ορθό θα ήταν να επιδικάζεται τόκος από την ημερομηνία κατά την οποία ο ενάγων είχε υποστεί την κάθε ζημιά. Ομως αυτό θα συνεπαγόταν πολυδιάσπαση των ποσών και ενασχόληση με πολλές αριθμητικές πράξεις συνήθως με αντικείμενο μικρά ποσά κάθε φορά. Αναφέρεται το παράδειγμα της απώλειας απολαβών που είναι σταδιακή και που εκτείνεται στη μεγάλη καμιά φορά περίοδο από την ημέρα της γέννησης του αγώγιμου δικαιώματος ως τη δίκη. Έτσι, ευνοήθηκε η προσέγγιση του θέματος πάνω σε γενικές γραμμές και προκρίθηκε ως δίκαιη η επιδίκαση τόκου πάνω στο συνολικό ποσό των ειδικών αποζημιώσεων που επιδικάζονται, από την ημέρα της γέννησης του αγώγιμου δικαιώματος ως τη δίκη, μειωμένου όμως κατά το μισό ώστε να αντισταθμιστεί το γεγονός ότι δεν προκύπτει όλη η ζημιά από την αρχή*. Τονίζεται πως αυτό μόνο σε συνηθισμένες περιπτώσεις. Δεν αποκλείεται διαφορετική προσέγγιση όταν τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης το δικαιολογούν.
* Jefford v. Gee (ανωτέρω), Cookson v. Knowles [1978] 2 All E.R. 604 (H.L.), Pickett v. British Rail Engineering [1979] 1 All E.R. 774 (H.L.). Birkett v. Hayes and another [1982] 2 All E.R. 710 (C.A.)”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
65. Επιπλέον σύμφωνα με τη νομολογία ένας παράγοντας που δεν μπορεί να παραγνωριστεί, είναι ο τρόπος προώθησης της αγωγής καθότι μια αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην προώθηση της, μπορεί να έχει ως επακόλουθο τον περιορισμό της χρονικής έκτασης καθορισμού του τόκου (βλ. Καμπούρης ν. Εταιρείας Βιοχρώμ Λτδ (2005) 1 (Β) ΑΑΔ 1246).
66. Στην υπό κρίση υπόθεση το επίδικο ατύχημα έλαβε χώρα στις 10/6/2019, ενώ το ειδικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα καταχωρήθηκε στις 7/6/2022, το οποίο στη συνέχεια τροποποιήθηκε στις 13/12/2022. Δεν τέθηκε τίποτα ενώπιον του Δικαστηρίου που να εξηγεί τον λόγο της καθυστέρησης στην καταχώριση του τροποποιημένου κλητηρίου εντάλματος σε συνάρτηση με τον χρόνο γένεσης του αγώγιμου δικαιώματος.
67. Συνεπώς λαμβάνοντας υπόψη τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, κρίνω ορθότερο όπως οι ειδικές αποζημιώσεις φέρουν τόκο από την ημερομηνία καταχώρισης του τροποποιημένου ειδικώς οπισθογραφημένο κλητηρίου εντάλματος, ήτοι 13/12/2022.
68. Όσον αφορά την Ανταπαίτηση, λαμβάνοντας υπόψη τα όσα έχουν λεχθεί πιο πάνω, ο Εναγόμενος δεν απέδειξε στον απαιτούμενο βαθμό αμέλεια από μέρους του Ενάγοντα συνακόλουθα αυτή απορρίπτεται στην ολότητα της. Σε κάθε περίπτωση, ο Εναγόμενος δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία προς απόδειξη της επικαλούμενης ζημιάς. Όσον αφορά στην αξίωση για παραδειγματικέ και/ή επαυξημένες και/ή τιμωρητικές αποζημιώσεις έχοντας κατά νου τη σχετική νομολογία (βλ. Παπακόκκινου κ.α. ν. Κουρέα (2002) 1 Α.Α.Δ. 1833), κρίνεται πως τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης δεν δικαιολογούν επιδίκαση τιμωρητικών αποζημιώσεων. Ως εκ τούτου η αξίωση του Εναγόμενου προς τούτο δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.
69. Υπό το φως όλων των πιο πάνω θεωρώ ότι η ενασχόληση του Δικαστηρίου με οτιδήποτε άλλο προβλήθηκε στα δικόγραφα ή στις αγορεύσεις των μερών παρέλκει.
70. Σχετικά με τα έξοδα, τόσο της Απαίτησης όσο και της Ανταπαίτησης, δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος απόκλισης τους από το γενικό κανόνα που ισχύει για την επιδίκαση τους.
ΧII. Κατάληξη
71. Εκδίδεται απόφαση υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον του Εναγόμενου για το ποσό των €645,00 πλέον νόμιμο τόκο από 13/12/2022 μέχρι εξοφλήσεως.
72. Η Ανταπαίτηση απορρίπτεται.
73. Όσον αφορά τα έξοδα της υπόθεσης, ενόψει του ότι απαίτηση και ανταπαίτηση συνεκδικάστηκαν, τα έξοδα τόσο της απαίτησης όσο και της ανταπαίτησης επιδικάζονται προς όφελος του Ενάγοντα και εναντίον του Εναγομένου όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο πλέον νόμιμο τόκο και ΦΠΑ, περιορισμένα όμως σε ένα σετ (βλ. Theomaria Estates Ltd ν. Samuel Mason και Άλλων, (2005) 1 ΑΑΔ 256).
(Υπ.) .................................................
Α. Σάββα, προσ. Ε.Δ.
ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
[1] Judgments which conclusively determine status include adjudications in bankruptcy (see the Insolvency Act 1986 ss 278–282 (see BANKRUPTCY AND INDIVIDUAL INSOLVENCY VOL 5 (2020) PARA 620 et seq); grants of probate (see Allen v Dundas (1789) 3 Term Rep 125; and WILLS AND INTESTACY VOL 103 (2021) PARA 672 et seq); adjudications by professional bodies such as the Law Society or the General Medical Council under which practitioners are 'struck off' (Hill v Clifford [1907] 2 Ch 236, CA); and disqualification orders made under the Company Directors Disqualification Act 1986 (see COMPANIES VOL 15A (2023) PARA 1671 et seq) or the Road Traffic Act 1988 (see ROAD TRAFFIC VOL 90A (2022) PARA 812 et seq).
[2] Hollington v F Hewthorn & Co Ltd [1943] KB 587 , [1943] 2 All ER 35, CA; R v Spinks [1982] 1 All ER 587, 74 Cr App Rep 263, CA; Hui Chi-ming v R [1992] 1 AC 34 , [1991] 3 All ER 897, PC (at the defendant's trial as a secondary party to murder allegedly committed by A, evidence of A's earlier acquittal of that murder and conviction of manslaughter was inadmissible, and the defendant's conviction for murder was upheld). See also R v Petch [2005] EWCA Crim 1883, [2005] 2 Cr App Rep 657, [2005] All ER (D) 151 (Jul).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο