ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Αγιομαμίτη, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 1499/2023
ijustice
Μεταξύ:
ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενάγοντας – Καθ΄ ου η Αίτηση
και
LOIS PARKING LTD
Εναγόμενη - Αιτήτρια
Αίτηση Ημερομηνίας 18.11.2024
Ημερομηνία: 14.10.2025
Εμφανίσεις:
Για την Εναγόμενη – Αιτήτρια: κα Κωνσταντινίδη για Ιωαννίδης Δημητρίου ΔΕΠΕ.
Για τον Ενάγοντα – Καθ΄ ου η αίτηση: Δρ Α. Ποιητής για Ανδρέα Π. Ποιητή & Σία ΔΕΠΕ.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την υπό κρίση αίτηση η Εναγόμενη (στο εξής «Αιτήτρια») αιτείται τη διαγραφή και/ ή παραμερισμό της παρούσας αγωγής λόγω κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας.
Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση ενός εκ των διευθυντών της Αιτήτριας ο οποίος, ανάμεσα σε άλλα, ισχυρίζεται ότι η παρούσα αγωγή βασίζεται στα ίδια ακριβώς γεγονότα με εκείνα της αγωγής με αρ. 402/2016 Ε.Δ. Λάρνακας.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον ενόρκως δηλούντα, η αγωγή με αρ. 402/2016 αφορά τη συμφωνία μίσθωσης ημερομηνίας 10.12.2010 μεταξύ της Αιτήτριας και του Ενάγοντα (στο εξής «Καθ΄ ου η αίτηση») και τις συμπληρωματικές συμφωνίες αυτής σε σχέση με τη μίσθωση δύο τεμαχίων για την κατασκευή και λειτουργία πολυώροφων χώρων στάθμευσης στη Λάρνακα. Στο πλαίσιο της εν λόγω αγωγής, η οποία καταχωρήθηκε από την Αιτήτρια, ο Καθ΄ ου η αίτηση καταχώρησε υπεράσπιση και ανταπαίτηση ισχυριζόμενος ότι η Αιτήτρια υπήρξε αμελής. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι η Αιτήτρια είναι αυτή που ευθύνεται για την παράβαση της σύμβασης. Αξιώνει, μάλιστα, ανταπαιτητικώς την επιδίκαση ενοικίων για την μίσθωση των τεμαχίων.
Με την παρούσα αγωγή το μοναδικό καινούργιο στοιχείο που εισάγεται είναι ο ισχυρισμός περί τερματισμού της επίμαχης σύμβασης εξ υπαιτιότητας της Αιτήτριας. Στην βάση του πιο πάνω ισχυρισμού έχουν προστεθεί και αξιώσεις αναφορικά με την εκκένωση και παράδοση των τεμαχίων, ενώ επαναλαμβάνονται οι αξιώσεις για επιδίκαση ενοικίων.
Τα προαναφερόμενα γεγονότα θα μπορούσαν να εισαχθούν στην αγωγή με αριθμό 402/2016 με την καταχώρηση αίτησης τροποποίησης. Αντ΄ αυτού, ο Καθ΄ ου η αίτηση εκδικητικά και με σκοπό την δημιουργία πίεσης προς την Αιτήτρια, καταχώρησε την παρούσα αγωγή με αποτέλεσμα την κατάχρηση των δικαστικών διαδικασιών.
Ο Καθ΄ ου η αίτηση εκδήλωσε την διαφωνία του προς την επίδικη αίτηση με την καταχώρηση ειδοποίησης περί πρόθεσης ένστασης στην οποία εγείρει 18 λόγους ένστασης. Οι λόγοι ένστασης συνοψίζονται στο ότι η αίτηση είναι νόμω και/ή ουσία αβάσιμη.
Στην υποστηρικτική ένορκη δήλωση αναφέρεται, ότι μετά την καταχώρηση της αγωγής με αρ. 402/2016 προέκυψαν νέα γεγονότα και συγκεκριμένα ο τερματισμός της επίμαχης σύμβασης μίσθωσης. Ο εν λόγω τερματισμός έλαβε χώρα στις 29.08.2023, ήτοι 7 χρόνια μετά την καταχώρηση της πιο πάνω αγωγής.
Η κοινή μερική βάση που παρουσιάζουν η παρούσα αγωγή με την αγωγή υπ΄ αρ. 402/2016 δεν οδηγεί σε ταύτιση των δύο αγωγών. Ειδικότερα, στην αγωγή με αρ. 402/2016 η βάση της αγωγής είναι η σύμβαση μίσθωσης η οποία παρέμεινε έγκυρη, ενώ στην παρούσα είναι ο τερματισμός της επίμαχης σύμβασης. Ούτε και συντρέχει κίνδυνος έκδοσης διαφορετικών αποφάσεων, καθώς σε περίπτωση έκδοσης απόφασης σε μία από τις δύο αγωγές, τότε, για τα κοινά γεγονότα θα υπάρχει δεδικασμένο.
Η ακρόαση της αίτησης διεξάχθηκε στη βάση των ενόρκων δηλώσεων και οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων μέσω των αγορεύσεών τους ανέπτυξαν εκατέρωθεν την επιχειρηματολογία τους. Έχω μελετήσει τις αγορεύσεις των συνηγόρων και ειδική αναφορά σε αυτές θα γίνει πιο κάτω, μόνο όπου αυτό κριθεί σκόπιμο.
Νομική πτυχή
Στη νομική βάση της αίτησης μνημονεύονται διάφορες νομοθετικές και δικονομικές διατάξεις. Η ουσιαστική, ωστόσο, διάταξη επί της οποίας εδράζεται είναι η Δ.27 θ.3 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Η εν λόγω διάταξη παρέχει στο Δικαστήριο τη δυνατότητα αναστολής ή απόρριψης αγωγής σε προκαταρκτικό στάδιο, λόγω μη αποκάλυψης αγώγιμου δικαιώματος.
Οι αρχές στη βάση των οποίων το Δικαστήριο δύναται να ασκήσει την εξουσία που του παρέχεται από τη Δ.27 θ.3 τέθηκαν με ενάργεια στην υπόθεση Λοϊζος Λουκά &Υιοί Λτδ ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. (1999) 1Β Α.Α.Δ 1316:
«Προκύπτει από την εξέταση της νομολογίας ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν στέργει σε ικανοποίηση αιτήματος για απόρριψη αγωγής, για το λόγο που προβλήθηκε, παρά μόνο στην περίπτωση που διαπιστώνεται ότι: (1) πράγματι το δικόγραφο του ενάγοντα δεν περιέχει, έξω από κάθε αμφιβολία, αιτία αγωγής, και (2) η αγωγή δεν μπορεί να διασωθεί ύστερα από τροποποιήσεις που μπορεί νόμιμα το δικαστήριο να επιτρέψει. Διαφορετικά θα έμενε κενό γράμμα το συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμα εκάστου να προσφύγει στο δικαστήριο για διάγνωση των δικαιωμάτων του σε συγκεκριμένη διαφορά. Από την επισκόπηση της νομολογίας διαφαίνεται μια σταθερή τάση φειδωλής χρήσης της εξουσίας για απόρριψη αγωγής που, όπως η παρούσα, βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα.»
Πρόσφατα, στην υπόθεση Αντωνιάδη κ.ά. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά., Πολ. Έφ. αρ. Ε86/2022, ημερομηνίας 23.02.2024, το Εφετείο, αφού προέβη σε μία ανασκόπηση της νομολογίας, επανέλαβε ότι ο σκοπός της Δ.27 είναι η εξοικονόμηση χρόνου και δαπάνης και η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για διαγραφή πρέπει να ασκείται με εξαιρετική φειδώ.
Παράλληλα, η υπό κρίση αίτηση στηρίζεται και στη σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου να ελέγχει την ενώπιόν του διαδικασία και να παρεμποδίζει, περιστέλλει ή απορρίπτει οτιδήποτε συνιστά κατάχρησή της.
Συμπεράσματα
Η δικαιοδοσία για την αποτροπή της κατάχρησης των διαδικασιών είναι σύμφυτη και αποτελεί απόρροια της κυριαρχίας των Δικαστηρίων στους μηχανισμούς για την απονομή της δικαιοσύνης (Διευθυντής των Φυλακών ν. Περέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ 217).
Στην προκείμενη περίπτωση η κατάχρηση προκύπτει, κατά την Αιτήτρια, από το γεγονός ότι η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε ενώ ταυτόχρονα εκκρεμεί προς εκδίκαση η αγωγή με αρ.402/2016 η οποία αφορά τα ίδια γεγονότα και τους ίδιους διαδίκους.
Αποτελεί κοινό έδαφος μεταξύ των διαδίκων, ότι οι υπό αναφορά αγωγές παρουσιάζουν κοινά επίδικα γεγονότα (βλ. παραγράφους 3 – 7 της ένορκης δήλωσης της Αιτήτριας και παράγραφο 4 της ένορκης δήλωσης του Καθ’ ου η αίτηση). Αυτό, άλλωστε, είναι ευδιάκριτο μέσα από τη σύγκριση των δικογράφων, ήτοι του ειδικά οπισθογραφημένου κλητηρίου εντάλματος της παρούσας αγωγής με τα δικόγραφα της αγωγής με αρ.402/2016 (Τεκμήρια 1 και 2 της αίτησης).
Συγκεκριμένα, η βάση και των δύο αγωγών έγκειται στη συμφωνία μίσθωσης που υπογράφηκε μεταξύ των διαδίκων στις 10.12.2010 και τις συμπληρωματικές συμφωνίες που ακολούθησαν. Το καινούριο στοιχείο που εισάγεται με την παρούσα αγωγή αφορά τον ισχυριζόμενο τερματισμό της πιο πάνω συμφωνίας και τις επιπρόσθετες θεραπείες που αξιώνονται από τον Καθ’ ου η αίτηση ως απόρροια του τερματισμού.
Ειδικότερα, στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση προσδιορίζονται ως νέα γεγονότα, σε σύγκριση με αυτά της αγωγής με αρ.402/2016, οι ισχυρισμοί που περιλαμβάνονται στις παραγράφους 39 – 45 και 47 της Έκθεσης Απαίτησης της παρούσας. Προσεκτική, ωστόσο, μελέτη των πιο πάνω παραγράφων δεικνύει, ότι τα κατ’ ισχυρισμό γεγονότα επί των οποίων βασίστηκε ο τερματισμός από τον Καθ’ ου η αίτηση είναι τα ίδια με αυτά που προβάλλονται ως επίδικα στην αγωγή με αρ.402/2016. Είναι χαρακτηριστικοί οι ισχυρισμοί της παραγράφου 41 της Έκθεσης Απαίτησης όπου, μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι τα γεγονότα που εκτίθενται στις προηγηθείσες παραγράφους αποτελούν θέματα της αγωγής με αρ.402/2016 με εξαίρεση τον ισχυριζόμενο τερματισμό ο οποίος δεν είχε μέχρι τότε λάβει χώρα.
Συνεπώς, η διασύνδεση των δύο αγωγών είναι εμφανής, καθώς αλληλοκαλύπτονται σε ουσιαστικό βαθμό. Για να είμαι πιο συγκεκριμένος, η ορθότητα ή νομιμότητα του ισχυριζόμενου τερματισμού δεν μπορεί, στη βάση των δικογραφημένων θέσεων του Καθ’ ου η αίτηση, να ιδωθεί απομονωμένα και με αποκλειστική αναφορά στις παραγράφους 42 – 47 της Έκθεσης Απαίτησης της παρούσας. Αντιθέτως, θα πρέπει να εξετασθεί στη βάση των όσων πράξεων ή παραλείψεων προηγήθηκαν κατά την εφαρμογή της συμφωνίας μίσθωσης των τεμαχίων και των συμπληρωματικών συμφωνιών της. Επισημαίνω, ότι τα προαναφερόμενα ζητήματα αποτελούν κοινά επίδικα θέματα στις δύο αγωγές.
Με άλλα λόγια, εάν οι δύο διαδικασίες προωθηθούν παράλληλα θα κληθούν δύο Δικαστήρια να εξετάσουν ίδια επίδικα ζητήματα με ορατό τον κίνδυνο έκδοσης διιστάμενων αποφάσεων επί των ιδίων γεγονότων. Αυτός ο κίνδυνος αναγνωρίζεται επί της ουσίας και από τον Καθ΄ ου η αίτηση.
Η νομολογία, τόσο η παλαιότερη όσο και η νεότερη, είναι σταθερή ως προς το ότι η ύπαρξη δύο παράλληλων διαδικασιών με όμοιο αντικείμενο αποτελεί κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας ( Διευθυντής των Φυλακών ν. Περέλλα, ανωτέρω, Κοζάκη ν. Κοζάκη (2002) 1 Α.Α.Δ 1710 και Κονναρής κ.α ν. Θεοφάνους κ.α, Πολ. Εφ. αρ.35/2014 και 251/2014, ημερ.27.01.2022).
Δεν παραβλέπω τον ισχυρισμό του Καθ’ ου η αίτηση ότι, σε περίπτωση που εκδοθεί απόφαση σε μία εκ των δύο αγωγών, τότε, για τα κοινά γεγονότα θα υπάρχει δεδικασμένο. Η πιο πάνω θέση προβάλλεται και στην αγόρευση των ευπαίδευτων συνηγόρων του Καθ΄ ου η αίτηση οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η πιθανότητα έκδοσης διαφορετικών αποφάσεων είναι αβάσιμη, καθώς η απόφαση επί των κοινών γεγονότων σε μία εκ των δύο αγωγών θα δεσμεύει και την άλλη αγωγή.
Με κάθε σεβασμό, η πιο πάνω προσέγγιση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Αυτό, διότι η διαπίστωση ενδεχόμενης κατάχρησης εξετάζεται κατά τον χρόνο καταχώρησης της μεταγενέστερης διαδικασίας και δεν τελεί υπό την αίρεση γεγονότων που μπορεί να λάβουν χώρα στο μέλλον. Ακόμη, επομένως, και αν προηγηθεί η εκδίκαση μίας εκ των δύο αγωγών και μπορούσε μέσω αυτής να δημιουργηθεί δεδικασμένο επί των κοινών γεγονότων, δεν θα αναιρείτο η ύπαρξη κατάχρησης η οποία προκύπτει από τους υφιστάμενους δικογραφημένους ισχυρισμούς του Καθ΄ ου η αίτηση.
Σε κάθε περίπτωση, ουδείς μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο οι δύο διαδικασίες να εκδικαστούν ταυτόχρονα και να προκύψει έτσι ο κίνδυνος έκδοσης συγκρουόμενων αποφάσεων.
Από την άλλη, σε περίπτωση που η Αιτήτρια δικαιωθεί στην αγωγή με αρ.402/2016, τότε η παρούσα, πολύ πιθανόν, να καταστεί άνευ αντικειμένου εφόσον θα κριθεί ότι είναι ο Καθ’ ου η αίτηση αυτός που ευθύνεται για την παράβαση της σύμβασης. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, τίθεται το ερώτημα με ποιον τρόπο θα εξυπηρετηθεί το συμφέρον της δικαιοσύνης μέσω της προώθησης της παρούσας διαδικασίας και της διάθεσης πόρων και εξόδων, αφής στιγμής αυτή ενδέχεται να καταστεί άνευ αντικειμένου;
Συνεπώς, η προώθηση της παρούσας αγωγής, ενόσω εκκρεμεί η αγωγή με αρ.402/2016, συνιστά, κατά την κρίση μου, κατάχρηση της διαδικασίας.
Στην Beogradska D.D. (1996) 1 Α.Α.Δ 911, απασχόλησε το Ανώτατο Δικαστήριο η κύρωση η οποία θα πρέπει επιβάλλεται σε περιπτώσεις κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας. Ειδικότερα, εξετάστηκε το κατά πόσο θα πρέπει να αποφασίζεται το μέτρο της αναστολής της μίας εκ των δύο διαδικασιών ή της απόρριψης. Αναφέρθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:
«Όπως φαίνεται από την πιο πάνω επισκόπηση της Αγγλικής νομολογίας η τελευταία έχει υιοθετήσει κατά κανόνα το μέτρο της αναστολής της μιας από τις δυο διαδικασίες - της μεταγενέστερης. Έχει δε υιοθετήσει το μέτρο της απόρριψης σε ποινικές υποθέσεις (Βλ. Mills, πιο πάνω). Δεν έχει διατυπώσει οποιοδήποτε κανόνα ο οποίος ρυθμίζει το πότε εφαρμόζεται το ένα ή το άλλο από τα δύο μέτρα.
Η δική μας νομολογία έχει υιοθετήσει τόσο το μέτρο της απόρριψης (βλ. Περέλλα, πιο πάνω) όσο και το μέτρο της αναστολής (βλ. Κωνσταντινίδης και Υψαρίδης, πιο πάνω). Χωρίς να επιχειρούμε την διατύπωση ενός άκαμπτου κανόνα θεωρούμε ότι εκεί που η μεταγενέστερη διαδικασία καλύπτει ουσιωδώς τα ίδια ζητήματα αυτή πρέπει να απορρίπτεται. Εκεί που καλύπτει ζητήματα τα οποία δεν εγείρονται καθόλου στην προγενέστερη διαδικασία τότε πρέπει να αναστέλλεται μέχρι την εκδίκαση της προγενέστερης διαδικασίας.»
Εν προκειμένω, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, οι δύο διαδικασίες δεν ταυτίζονται απόλυτα. Η παρούσα αγωγή εισήγαγε τον ισχυρισμό περί τερματισμού της επίμαχης σύμβασης στη βάση του οποίου αξιώνονται ανάλογες θεραπείες. Βρισκόμαστε, επομένως, ενώπιον περίπτωσης όπου με τη μεταγενέστερη διαδικασία εγείρεται ένα επιπρόσθετο ζήτημα που δεν εγείρεται στην αρχική. Στη βάση αυτού του δεδομένου, θεωρώ ότι θα πρέπει να προκριθεί η αναστολή της παρούσας διαδικασίας αντί της απόρριψης.
Κατάληξη
Το μέτρο της αναστολής δεν ζητείται στην παράγραφο Α της υπό κρίση αίτησης. Το Δικαστήριο, ωστόσο, τόσο στη βάση του αιτητικού της παραγράφου Β, όσο και στη βάση της σύμφυτης εξουσίας του προς αποτροπή της κατάχρησης των δικαστικών διαδικασιών, αλλά και με επίκληση του πρωταρχικού σκοπού των νέων Κ.Π.Δ (βλ. Μέρος 60.2 και Μέρος 1 των Κ.Π.Δ) δύναται να διατάξει την επιβολή του πιο πάνω μέτρου.
Κατά συνέπεια, η παρούσα αγωγή (1499/2023) αναστέλλεται μέχρι την τελική εκδίκαση της αγωγής με αρ.402/2016 Ε.Δ. Λάρνακας.
Ως προς τα έξοδα της υπό κρίση αίτησης, ενόψει της εφαρμογής του μέτρου της αναστολής της αγωγής και όχι της απόρριψής της, θεωρώ υπό τις περιστάσεις ως την ορθότερη και δικαιότερη λύση όπως αυτά παραμείνουν στην πορεία της παρούσας αγωγής. Επομένως, εκδίδεται ανάλογη διαταγή.
(Υπ.) …………………………….
Μ. Αγιομαμίτης, Π.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο