ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. Αγιομαμίτη, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 423/2025
ijustice
ITSAGA FINANCIAL LTD
Ενάγουσα – Αιτήτρια
και
1. KASUN SHAKYA BANDARA HERATH MUDIYANSELAGE
2. ΑΙΜΙΛΙΟΣ ΛΟΪΖΟΥ
Εναγόμενοι – Καθ΄ ων η Αίτηση
Αίτηση Ημερομηνίας 08.07.2025
Ημερομηνία: 27.10.2025.
Εμφανίσεις:
Για την Ενάγουσα – Αιτήτρια: κ. M. Ζιβανάρης για E. Economou & Co LLC.
Για τους Εναγόμενους – Καθ΄ ων η αίτηση: κ. K. Κότροφος για Δρ Ανδρέας Ποιητής & Σία ΔΕΠΕ.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Στις 09.07.2025, μετά από μονομερή αίτηση της Ενάγουσας (στο εξής «Αιτήτρια») εκδόθηκαν εναντίον των πρώην εργοδοτούμενων της – Εναγομένων 1 και 2 (στο εξής «Καθ’ ων η αίτηση») τα ακόλουθα διατάγματα:
«ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στους Καθ' ων η Αίτηση 1 και 2 προσωπικά και/ή από κοινού και/ή μέσω υπαλλήλων και/ή αντιπροσώπων τους και/ή δια μέσω οποιουδήποτε άλλου νομικού και/ή φυσικού προσώπου τα οποία ενεργούν εκ μέρους και/ή κατ' εντολή τους και/ή σύμφωνα με τις οδηγίες τους από του:
(α) Να χρησιμοποιούν και/ή να αποκαλύπτουν και/ή να κοινοποιούν και/ή εκμεταλλεύονται οποιαδήποτε εμπορικά μυστικά και/ή εμπιστευτικές πληροφορίες της Αιτήτριας στα οποία είχαν πρόσβαση λόγω της προηγούμενης σχέσης εργοδότησης που είχαν με την Αιτήτρια και που σχετίζονται με το πελατολόγιο και/ή με προσωπικά δεδομένα πελατών και/ή συνεργατών (partners) και/ή παροχών υπηρεσιών και/ή διαμεσολαβητών (introducers) και/ή με επικοινωνίες της Ενάγουσας με τους πελάτες της και/ή συνεργάτες της,
(β) Να επικοινωνούν και/ή να έρχονται σε επαφή με οποιονδήποτε τρόπο και/ή μέσο με τους πελάτες και/ή συνεργάτες και/ή διαμεσολαβητές και/ή άλλους συνεργάτες της Ενάγουσας και/ή τα διευθυντικά και/ή άλλα στελέχη και/ή τους υπαλλήλους και/ή αντιπροσώπους αυτών,
(γ) Να χρησιμοποιούν και/ή να αποκαλύπτουν και/ή εκμεταλλεύονται και/ή να κοινοποιούν και/ή να διαβιβάζουν και/ή διοχετεύουν σε τρίτους οποιαδήποτε εμπορικά μυστικά και/ή εμπιστευτικές πληροφορίες της Αιτήτριας που σχετίζονται με την τεχνογνωσία της, συμπεριλαμβανομένων των εγγράφων έναρξης συνεργασίας, μέχρι την τελική εκδίκαση της Απαίτησης με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο, στην έκταση που η απαγόρευση αφορά εμπορικά μυστικά της Αιτήτριας και/ή για περίοδο 12 μηνών από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος στην έκταση που η απαγόρευση αφορά εμπιστευτικές πληροφορίες της Αιτήτριας και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.
ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥΤΟ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ έκαστο εκ των Καθ' ων η Αίτηση 1 και 2, όπως εντός 7 ημερών από την επίδοση ή γνωστοποίηση του παρόντος διατάγματος, μεταφέρουν τη διαχείριση των ομαδικών συνομιλιών που διατηρούν σε εφαρμογές άμεσων μηνυμάτων με πελάτες και/ή συνεργάτες της Αιτήτριας, ως καταγράφονται στο Παράρτημα Γ της παρούσης Αίτησης και στην έκταση που είτε ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 είτε ο Καθ’ ου η Αίτηση 2 είναι διαχειριστές, σε αντιπρόσωπο της Αιτήτριας που θα υποδειχθεί από αυτήν.»
Ταυτόχρονα το Δικαστήριο όρισε για επίδοση το αιτητικό της παραγράφου 3 της επίδικης αίτησης με το οποίο ζητείται:
«3. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει έκαστο εκ των Καθ΄ ων η Αίτηση 1 και 2 όπως εντός 7 ημερών από την επίδοση ή γνωστοποίηση του παρόντος Διατάγματος, και στο μέτρο των δυνατοτήτων του καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια, να ενημερώσει τους δικηγόρους της Αιτήτριας μέσω της επίδοσης ένορκης δήλωσης (η οποία δεν θα καταχωριστεί στον δικαστικό φάκελο) στην οποία:
(α) Να αναφέρονται οποιαδήποτε εμπορικά μυστικά και/ή εμπιστευτικές πληροφορίες της Αιτήτριας που σχετίζονται με το πελατολόγιο και/ή με προσωπικά δεδομένα πελατών και/ή συνεργατών (partners) και/ή παρόχων υπηρεσιών και/ή διαμεσολαβητών (introducers) και/ή επικοινωνίες της Ενάγουσας με τους πελάτες της και/ή ενδιαφερόμενους πελάτες (leads) και/ή συνεργάτες της τα οποία βρίσκονται στην κατοχή τους.
(β) Να αναφέρονται οποιαδήποτε εμπορικά μυστικά και/ή εμπιστευτικές πληροφορίες της Αιτήτριας που σχετίζονται με την τεχνογνωσία της, συμπεριλαμβανομένων των εγγράφων έναρξης συνεργασίας, που λήφθηκαν από τους Καθ΄ ων η Αίτηση 1 και 2 από την Αιτήτρια κατά τη διάρκεια της σχέσης εργοδότησης μεταξύ των Καθ΄ ων η Αίτηση 1 και 2 και της Αιτήτριας τα οποία βρίσκονται στην κατοχή τους.
(γ) Να αναφέρονται οι τόποι και/ή οι τρόποι φύλαξης οποιονδήποτε εμπορικών μυστικών και/ή εμπιστευτικών πληροφοριών της Αιτήτριας, ως προσδιορίζονται στις παραγράφους 3(α) και (β) ανωτέρω, συμπεριλαμβανομένων των αντίγραφων αυτών.
(δ) Να αναφέρονται τυχόν άλλα νομικά και/ή φυσικά πρόσωπα προς τα οποία έχουν ήδη αποσταλεί και/ή κοινοποιηθεί και/ή παραδοθεί και/ή αλλιώς κοινοποιηθεί τα εμπορικά μυστικά και/ή εμπιστευτικές πληροφορίες της Αιτήτριας, ως προσδιορίζονται στις παραγράφους 3(α) και 3(β) ανωτέρω.»
Η αίτηση υποστηρίζεται από τις ένορκες δηλώσεις ενός εκ των διευθυντών της Αιτήτριας. Σύμφωνα με αυτές, η Αιτήτρια δραστηριοποιείται στον τομέα των συμβουλευτικών υπηρεσιών και ειδικεύεται στη διασύνδεση εταιρειών με αδειοδοτημένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, περιλαμβανομένων τραπεζών, ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος και εποπτευόμενων παρόχων πληρωμών. Η Αιτήτρια παρέχει τις υπηρεσίες της μέσω ενός δικτύου συνεργατών που διατηρεί με άλλους οργανισμούς.
Τα πρόσωπα προς τα οποία προσφέρει υπηρεσίες ονομάζονται συνήθως ως “clients” – «πελάτες» και οι οργανισμοί μέσω των οποίων προσφέρονται οι «λύσεις» στους πελάτες ως “partners” – «συνεργάτες».
Το επιχειρηματικό μοντέλο της Αιτήτριας βασίζεται στη διασύνδεση των πελατών με τους συνεργάτες. Σημαντικά στοιχεία στο εν λόγω μοντέλο είναι το μάρκετινγκ, αλλά και η λήψη παραπομπών από το επαγγελματικό δίκτυο που διατηρεί η Αιτήτρια. Οι παραπομπές έρχονται από τους “introducers” – «διαμεσολαβητές», οι οποίοι παραπέμπουν στην Αιτήτρια πρόσωπα προκειμένου να βρεθούν οι κατάλληλες λύσεις για τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες.
Σημαντικό ρόλο στην Αιτήτρια διαδραματίζουν οι “sales executive” – «σύμβουλοι», η κύρια ευθύνη των οποίων είναι η προσέλκυση νέων πελατών. Οι σύμβουλοι έχουν πρόσβαση σε ολόκληρη τη βάση πελατών και συνεργατών της Αιτήτριας και είναι, μεταξύ άλλων, επιφορτισμένοι με τη συλλογή και διατήρηση εμπιστευτικών πληροφοριών των πελατών ή συνεργατών. Οι σημαντικότερες εμπιστευτικές πληροφορίες που γνωρίζει και προστατεύει ένας σύμβουλος αφορούν τις χρηματοπιστωτικές ανάγκες των πελατών και τις λύσεις που προσφέρουν οι συνεργάτες.
Επίσης, στο πλαίσιο διεκπεραίωσης των καθηκόντων του, ο σύμβουλος χρησιμοποιεί εσωτερικά έγγραφα της Αιτήτριας. Ένα από τα κύρια εσωτερικά έγγραφα είναι το έντυπο προέγκρισης, το οποίο καταρτίστηκε από την Αιτήτρια χρησιμοποιώντας τις εξειδικευμένες εμπορικές γνώσεις και εμπειρία της. Περιέχει μοναδική δομή και διατύπωση, ενώ αντικατοπτρίζει εσωτερικές διαδικασίες που έχουν αναπτυχθεί από την Αιτήτρια για την προέγκριση των πελατών προτού οι τελευταίοι προωθηθούν σε κάποιον συνεργάτη.
Οι Καθ’ ων η αίτηση 1 και 2 εργοδοτήθηκαν στην Αιτήτρια ως σύμβουλοι τον Απρίλιο και Σεπτέμβριο του 2023 αντίστοιχα. Ο μεν Καθ’ ου η αίτηση 1 παραιτήθηκε στις 30.05.2025, ο δε Καθ’ ου η αίτηση 2 απολύθηκε στις 27.03.2025.
Στη σύμβαση εργοδότησης του Καθ’ ου η αίτηση 1 περιλαμβανόταν ρητή πρόνοια με την οποία απαγορευόταν στον τελευταίο να προσεγγίζει ή να προσελκύει πελάτες της Αιτήτριας. Με τον Καθ’ ου η αίτηση 2 δεν καταρτίστηκε γραπτή σύμβασης εργοδότησης. Ωστόσο, στην επιστολή τερματισμού της απασχόλησής του γνωστοποιήθηκε στον Καθ’ ου η αίτηση 2 η υποχρέωσή του να μην προσεγγίζει ή προσελκύει πελάτες της Αιτήτριας.
Στις 11.06.2025 διαπιστώθηκε, μέσω των προσωπικών λογαριασμών των Καθ’ ων η αίτηση στην πλατφόρμα επαγγελματικής δικτύωσης LinkedIn, ότι οι Καθ’ ων η αίτηση ίδρυσαν ανταγωνιστική εταιρεία με την επωνυμία Quantra. Συγκεκριμένα, η εταιρεία τους προσφέρει υπηρεσίες που ανταγωνίζονται εκείνες της Αιτήτριας, αφού παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες στον χρηματοπιστωτικό τομέα και ιδιαίτερα σε υπηρεσίες πληρωμών και τραπεζικές υπηρεσίες αντιγράφοντας το επιχειρηματικό μοντέλο της Αιτήτριας.
Η Αιτήτρια για τη διεκπεραίωση των εργασιών της διατηρεί βάση δεδομένων χρησιμοποιώντας διάφορα λογισμικά και μεθόδους. Μέσω αυτών συλλέγει, φυλάσσει και αρχειοθετεί σημαντικές εμπιστευτικές πληροφορίες και εμπορικά μυστικά απαραίτητα για τη διεκπεραίωση των εργασιών της.
Αποτελεί πάγια πρακτική της Αιτήτριας να διατηρεί σε ισχύ τις διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email) των υπαλλήλων της ακόμη και μετά την αποχώρησή τους. Αυτό έπραξε και με τους Καθ’ ων η αίτηση.
Στις 18.06.2025, η Αιτήτρια έλαβε μήνυμα στο email του Καθ’ ου η αίτηση 1. Σε αυτό επισυναπτόταν έντυπο προέγκρισης της Quantra. Στις 23.06.2025 λήφθηκε νέο μήνυμα από τον ίδιο αποστολέα με συνημμένα τρία έντυπα που αφορούσαν αίτηση σε συνεργάτη της Αιτήτριας, ήτοι την εταιρεία BCXPro. Φαίνεται, ότι ο αποστολέας παραπέμφθηκε στον Καθ’ ου η αίτηση 1 από διαμεσολαβητή με τα αρχικά J.M., ο οποίος συνεργάζεται με την Αιτήτρια.
Είναι ξεκάθαρο, ότι οι Καθ’ ων η αίτηση χρησιμοποίησαν εμπορικά μυστικά και εμπιστευτικές πληροφορίες της Αιτήτριας για να εντοπίσουν, προσεγγίσουν και συνδέσουν πελάτες με συνεργάτες με σκοπό να μεταφέρουν πελάτες, συνεργάτες και διαμεσολαβητές στη δική τους ανταγωνιστική επιχείρηση. Δηλαδή πέραν της άγρας πελατών, οι Καθ’ ων η αίτηση χρησιμοποίησαν το δίκτυο της Αιτήτριας με σκοπό να διασυνδέσουν πελάτες με τους κατάλληλους συνεργάτες.
Επιπροσθέτως των πιο πάνω, ο Καθ’ ου η αίτηση 1, μετά την αποχώρησή του από την Αιτήτρια, συνέχισε να επικοινωνεί με τον εμπορικό διευθυντή (COO) της Delos Group, η οποία είναι συνεργάτης της Αιτήτριας και εξειδικεύεται στην παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Μάλιστα, ο Καθ’ ου η αίτηση 1, αντιλαμβανόμενος ότι οι πράξεις του θα επιφέρουν την αντίδραση της Αιτήτριας, ζήτησε από τον προαναφερόμενο συνεργάτη όπως η συνομιλία μείνει μεταξύ τους.
Η Αιτήτρια διατηρεί εμπορικά μυστικά και εμπιστευτικές πληροφορίες και σε εφαρμογές ανταλλαγής άμεσων μηνυμάτων, όπως WhatsApp και Telegram. Οι πληροφορίες που φυλάσσονται σε αυτές τις συνομιλίες αφορούν, μεταξύ άλλων, προσωπικά δεδομένα και ανάγκες πελατών, καθώς και διαμεσολαβητών.
Στις ομαδικές συνομιλίες που δημιουργήθηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση, οι τελευταίοι είναι και διαχειριστές τους και μόνον αυτοί μπορούν να αφαιρέσουν τους εαυτούς τους από διαχειριστές των εν λόγω συνομιλιών και να τις διαγράψουν από τους λογαριασμούς τους. Οι Καθ’ ων η αίτηση έχουν διαγραφεί από την Αιτήτρια σε όσες συνομιλίες δεν ήταν διαχειριστές. Στις υπόλοιπες εξακολουθούν να διατηρούν πρόσβαση σε εμπορικά μυστικά και εμπιστευτικές πληροφορίες της Αιτήτριας, με αποτέλεσμα να έχουν αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Μία ακόμη πράξη μέσω της οποίας οι Καθ’ ων η αίτηση έχουν αποκτήσει παράνομα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα συνίσταται στη χρήση του εντύπου προέγκρισης της Αιτήτριας. Οι Καθ’ ων η αίτηση έχουν ιδιοποιηθεί το έντυπο της Αιτήτριας, το οποίο αποτελεί εμπορικό μυστικό αφού καθορίζει και εσωτερικές διαδικασίες.
Μετά τη διαπίστωση των προαναφερόμενων ενεργειών των Καθ’ ων η αίτηση, η Αιτήτρια διεξήγαγε εσωτερική έρευνα για να διαπιστωθεί το εύρος και το είδος της απόσπασης εμπορικών μυστικών και εμπιστευτικών πληροφοριών. Παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν, δεν κατέστη δυνατό να προσδιοριστούν επακριβώς ποιες επιπρόσθετες πληροφορίες αποσπάστηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση.
Σε περίπτωση μη έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων η ζημιά που θα υποστεί η Αιτήτρια δεν θα μπορεί να υπολογιστεί και η θεραπεία των αποζημιώσεων δεν θα είναι επαρκής. Αυτό, διότι οι Καθ’ ων η αίτηση θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τα εμπορικά μυστικά και εμπιστευτικές πληροφορίες της Αιτήτριας προωθώντας εις βάρος της Αιτήτριας τη δική τους ανταγωνιστική επιχείρηση προκαλώντας ταυτόχρονα ζημιά στη φήμη και πελατεία της Αιτήτριας.
Το ισοζύγιο της ευχέρειας, επίσης, είναι υπερ της Αιτήτριας, καθώς οι Καθ’ ων η αίτηση δεν αποτρέπονται από την άσκηση της επιχείρησής τους, αλλά από την αξιοποίηση παρανόμως ληφθέντων εμπορικών μυστικών και εμπιστευτικών πληροφοριών.
Η υπό κρίση αίτηση και τα εκδοθέντα διατάγματα επέφεραν την αντίδραση των Καθ΄ ων η αίτηση μέσω της καταχώρησης ένστασης. Σε αυτήν εγείρονται 18 λόγοι ένστασης οι οποίοι μπορεί να συνοψιστούν στους ακόλουθους 7:
1. Δεν συντρέχει το στοιχείο του επείγοντος ή των ιδιαίτερων περιστάσεων.
2. Η Αιτήτρια δεν προέβη σε πλήρη και/ή ειλικρινή αποκάλυψη και/ή δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια.
3. Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν.14/60.
4. Δεν συντρέχουν οι ειδικές προϋποθέσεις έκδοσης διαταγμάτων τύπου «Springboard», καθώς και διαταγμάτων τύπου «Norwich».
5. Τα διατάγματα είναι διατυπωμένα με ασαφή και/ή γενικό τρόπο.
6. Το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει προς την απόρριψη της αίτησης και ακύρωσης των εκδοθέντων διαταγμάτων.
7. Η χρονική ισχύς των διαταγμάτων είναι αβέβαιη.
Η ένσταση υποστηρίζεται από τις ένορκες δηλώσεις του Καθ΄ ου η αίτηση 2 και ενός πρώην υπαλλήλου της Αιτήτριας.
Στην ένορκη δήλωση του Καθ΄ ου η αίτηση 2 αναφέρεται, ανάμεσα σε άλλα, ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε καινοτόμο ή μοναδικό στον τρόπο που διεξάγονται οι επιχειρηματικές δραστηριότητες της Αιτήτριας. Η διασύνδεση πελατών με συνεργάτες είναι ο τρόπος με τον οποίο ενεργούν όλες οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον τομέα.
Ως πελάτες μιας εταιρείας που δραστηριοποιείται στον επίμαχο τομέα δεν θεωρούνται όλοι όσοι προσεγγίζονται από τους συμβούλους των εταιρειών ή προσεγγίζουν αυτούς. Πελάτης θεωρείται μόνο εκείνος τον οποίο ο συνεργάτης έχει αποδεχτεί και προσφέρει προς αυτόν υπηρεσίες.
Το έντυπο προέγκρισης δεν αποτελεί εμπορικό μυστικό της Αιτήτριας. Αποτελεί τη συνήθη και απαραίτητη πρακτική όλων όσων ασχολούνται με τον συγκεκριμένο τομέα παροχής υπηρεσιών. Τούτο, διότι για να καταστεί δυνατή η παραπομπή ενδιαφερόμενου πελάτη σε συνεργάτη θα πρέπει πρώτα να συλλεχθούν όλα εκείνα τα απαραίτητα στοιχεία που επιτρέπουν να αξιολογηθεί κατά πόσο ο υποψήφιος πελάτης πληροί ορισμένες προϋποθέσεις για να παραπεμφθεί σε συγκεκριμένο συνεργάτη.
Περαιτέρω, το έντυπο προέγκρισης δεν περιέχει οποιαδήποτε μοναδική δομή και διατύπωση, ούτε και αντικατοπτρίζει εσωτερικές διαδικασίες που έχουν αναπτυχθεί από την Αιτήτρια. Με αυτό ζητούνται στοιχεία των προτιθέμενων πελατών και των αναγκών τους. Όλες οι εταιρείες που ασχολούνται με τον επίμαχο τομέα χρησιμοποιούν παρόμοια έντυπα με τα οποία ζητούνται οι πλείστες των πληροφοριών που ζητούνται και με το έντυπο της Αιτήτριας. Σε κάθε περίπτωση, η Αιτήτρια παρέλειψε να αποκαλύψει στο Δικαστήριο ότι το εν λόγω έντυπο ήταν και εξακολουθεί να είναι αναρτημένο στην επίσημη ιστοσελίδα της και επομένως προσβάσιμο σε οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο. Επομένως, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για εμπορικό μυστικό ή εμπιστευτική πληροφορία.
Οι συνεργάτες δεν θεωρούνται ότι διατηρούν αποκλειστική συνεργασία με κάποια εταιρεία που εκτελεί το ρόλο του διαμεσολαβητή. Αντιθέτως, οι συνεργάτες διαφημίζουν τις υπηρεσίες τους. Μάλιστα, μέσω των επίσημων ιστοσελίδων τους, προσκαλούν οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο, περιλαμβανομένων εταιρειών όπως η Αιτήτρια και η εταιρεία των Καθ΄ ων η αίτηση, να συνεργαστούν μαζί τους. Κατά συνέπεια ο συνεργάτης δεν αποτελεί εμπιστευτική πληροφορία ή εμπορικό μυστικό της Αιτήτριας, αφού όλοι τους είναι γνωστοί στη σχετική αγορά.
Η αποστολή του email προς την Αιτήτρια, στο οποίο επισυναπτόταν το έντυπο της Quantra, στάλθηκε από πρόσωπο που ουδέποτε υπήρξε πελάτης της Αιτήτριας. Ο δε διαμεσολαβητής που παρέπεμψε τον εν λόγω αποστολέα στην Quantra δεν συνεργάζεται με την Αιτήτρια. Η μοναδική επαφή του εν λόγω διαμεσολαβητή με την Αιτήτρια ήταν προ ενός περίπου έτους και έκτοτε δεν είχε οποιαδήποτε άλλη σχέση με την Αιτήτρια. Επομένως, δεν υπήρξε άγρα πελατών από τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Η συνομιλία του Καθ΄ ου η αίτηση με τον COO της Delos Group παρατέθηκε παραπλανητικά και αποσπασματικά από την Αιτήτρια, αφού δεν τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου ολόκληρο το περιεχόμενό της. Συγκεκριμένα, παραλήφθηκε η συνέχεια της συζήτησης στη βάση της οποίας ο Καθ΄ ου η αίτηση 1 και ο COO της Delos Group συμφώνησαν να μιλήσουν τηλεφωνικώς σε μεταγενέστερο στάδιο. Η εν λόγω συνομιλία, ωστόσο, ουδέποτε έλαβε χώρα. Σε κάθε περίπτωση, η Delos Group δεν αποτελεί αποκλειστικό συνεργάτη της Αιτήτριας. Πρόκειται για όμιλο εταιρειών ο οποίος είναι πασίγνωστος και οι υπηρεσίες του διαφημίζονται δημόσια στην ιστοσελίδα του.
Αναφορικά με τις ομαδικές συνομιλίες στις εφαρμογές WhatsApp και Τelegram, η Αιτήτρια παρέλειψε να αναφέρει ότι μόνο 2 από τις 60 συνομιλίες αφορούν υφιστάμενους πελάτες της. Επίσης, δεν αποκάλυψε ότι οι πλείστες εκ των εν λόγω συνομιλιών είναι ανενεργές. Περαιτέρω, δεν αποκάλυψε ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση αφαιρέθηκαν από τις συνομιλίες στις οποίες δεν ήταν διαχειριστές μόλις στις 02 και 03.07.2025, ενώ η τελευταία μέρα εργασίας τους στην Αιτήτρια ήταν στις 30.05.2025 και 27.03.2025 αντίστοιχα. Παρά τα πιο πάνω, οι Καθ΄ ων η αίτηση έχουν συμμορφωθεί με το προστακτικό μέρος του διατάγματος του Δικαστηρίου και έχουν αποχωρήσει από τις συνομιλίες.
Στη βάση νομικής πληροφόρησης που έχει δοθεί στους Καθ΄ ων η αίτηση, η Αιτήτρια δεν αποκαλύπτει αγώγιμο δικαίωμα, αλλά ούτε και πιθανότητα επιτυχίας. Αυτό, διότι οι Καθ΄ ων η αίτηση δεν έχουν αποσπάσει και χρησιμοποιήσει προς όφελός τους και εις βάρος της Αιτήτριας οποιοδήποτε εμπορικό μυστικό ή εμπιστευτική πληροφορία.
Η ένσταση, ως ήδη αναφέρθηκε, υποστηρίζεται και από ένορκη δήλωση ενός πρώην υπαλλήλου της Αιτήτριας. Σε αυτήν αναφέρεται, ανάμεσα σε άλλα, ότι ο τελευταίος εξακολουθεί να είναι διαχειριστής σε 3 ομαδικές συνομιλίες στην εφαρμογή Telegram, παρά το ότι απολύθηκε από την Αιτήτρια τον Ιούλιο του 2024.
Η Αιτήτρια ουδέποτε τού έδωσε οδηγίες, είτε για να αποχωρήσει από τις συνομιλίες, είτε για να μεταφέρει τα διαχειριστικά του δικαιώματα σε άλλο πρόσωπο. Επίσης, δεν του δόθηκαν οδηγίες από την Αιτήτρια για να αφαιρέσει τους Καθ’ ων η αίτηση από συνομιλίες στις οποίες οι τελευταίοι ήταν μέλη και ο ίδιος διαχειριστής.
Στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση της Αιτήτριας αναφέρεται, ότι οι Καθ΄ ων η Αίτηση επιχείρησαν να περιπλέξουν τα γεγονότα τα οποία είναι απλά και ξεκάθαρα. Συγκεκριμένα, τα γεγονότα της υπόθεσης συνίστανται στο ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση επιχειρούν να λάβουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα με τη χρήση εμπιστευτικών πληροφοριών και εμπορικών μυστικών της Αιτήτριας.
Η Αιτήτρια έχει καταρτήσει ηλεκτρονική βάση δεδομένων με εταιρείες και φυσικά πρόσωπα στα οποία θα μπορούσε να παρέχει υπηρεσίες. Κάποιοι εξ αυτών είναι ενδιαφερόμενοι πελάτες και κάποιοι επιτυχείς πελάτες. Η δημιουργία αυτής της βάσης δεδομένων έχει υψηλό κόστος για την Αιτήτρια, αφού είναι το αποτέλεσμα προωθητικών ενεργειών με σημαντικό κόστος. Η βάση δεδομένων με το πελατολόγιο της Αιτήτριας αφορά εμπιστευτικές πληροφορίες και εμπορικά μυστικά. Οι Καθ΄ ων η αίτηση, ενόσω βρίσκονταν στην υπηρεσία της Αιτήτριας, είχαν πρόσβαση στη βάση δεδομένων της.
Η επιτυχής άσκηση της επιχείρησης της Αιτήτριας έγκειται στην ειδική διασύνδεση των πελατών με τους συνεργάτες. Η εν λόγω διασύνδεση προϋποθέτει τη χρήση των εξειδικευμένων διαδικασιών της Αιτήτριας και των εσωτερικών εγγράφων της. Μέσω αυτών των διαδικασιών η Αιτήτρια μπορεί να φιλτράρει τους πελάτες και να τους κατανέμει σε συνεργάτες ικανούς να τους παρέχουν λύση. Η ορθή και εξειδικευμένη καταγραφή στη βάση δεδομένων της Αιτήτριας, τόσο των αναγκών των πελατών, όσο και των δυνατοτήτων των συνεργατών, οδηγεί στην επιτυχή διασύνδεσή τους.
Η διεκπεραίωση των εργασιών της Αιτήτριας δεν εξαρτάται σε καθοριστικό βαθμό από την ικανότητα του εκάστοτε συμβούλου, αλλά από τα εσωτερικά έγγραφα και τις εξειδικευμένες διαδικασίες που έχουν καταρτιστεί από την Αιτήτρια και επιτρέπουν στους εκάστοτε συμβούλους να συνδέουν τους σωστούς πελάτες με τους σωστούς συνεργάτες.
Ό,τι επιθυμεί να προστατεύσει η Αιτήτρια είναι τις εξειδικευμένες εσωτερικές διαδικασίες και τη βάση δεδομένων που περιέχει τους συνεργάτες της, τα έντυπα των συνεργατών, πληροφορίες αναφορικά με τα τεχνικά χαρακτηριστικά των λύσεων των συνεργατών, καθώς και τις διαδικασίες που έχει καταρτίσει για επιβίβαση πελατών σε συγκεκριμένους συνεργάτες.
Οι εμπιστευτικές πληροφορίες και εμπορικά μυστικά της Αιτήτριας δεν αφορούν, επομένως, μη εμπιστευτικά δεδομένα τα οποία, είτε διαφημίζονται από τους συνεργάτες, είτε είναι εύκολα προσβάσιμα στο διαδίκτυο.
Όσον αφορά το έντυπο προέγκρισης, η Αιτήτρια ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι αυτό καθ΄ αυτό αποτελεί εμπορικό μυστικό. Η σημασία του εντύπου συνίσταται στην όλη διαδικασία που αποτυπώνει, δηλαδή στις επιχειρησιακές και εμπορικές πρακτικές της Αιτήτριας.
Οι ομαδικές συνομιλίες στις εφαρμογές WhatsApp και Telegram, έστω και αν ορισμένες εξ αυτών είναι ανενεργές, εντούτοις εξακολουθούν να έχουν χρησιμότητα για την Αιτήτρια. Ειδικότερα, ένας πελάτης ή ένας συνεργάτης με τον οποίο δεν υπάρχει ενεργή συνεργασία, αλλά υπάρχει επικοινωνία, μπορεί στο μέλλον να καταστεί ένας σημαντικός πελάτης ή συνεργάτης.
Τέλος, ζητήθηκε στις 12.08.2025 από τον πρώην υπάλληλο της Αιτήτριας όπως μεταφέρει τη διαχείριση και διαγράψει τις ομαδικές συνομιλίες στις οποίες είναι, είτε διαχειριστής, είτε μέλος.
Ο Καθ΄ ου η αίτηση 2 στη συμπληρωματική ένορκη δήλωσή του ισχυρίζεται, ότι η Αιτήτρια με τη δική της συμπληρωματική ένορκη δήλωση επιθυμεί να μεταφέρει τη βάση έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων σε διαφορετικά δεδομένα τα οποία εκφεύγουν της αγωγής της. Ουδεμία αναφορά γίνεται στην αρχική ένορκη δήλωση σε εξειδικευμένες διαδικασίες και εσωτερικά έγγραφα της Αιτήτριας.
Η πρόσβαση των Καθ΄ ων η αίτηση στη βάση δεδομένων της Αιτήτριας διακόπηκε με την αποχώρησή τους από την υπηρεσία της. Οι Καθ΄ ων η αίτηση δεν έχουν αποθηκεύσει οποιαδήποτε στοιχεία της βάσης δεδομένων της Αιτήτριας, ούτε και έχουν χρησιμοποιήσει τέτοια στοιχεία.
Η Αιτήτρια δεν έχει αναπτύξει οποιοδήποτε μοναδικό ή καινοτόμο τρόπο λειτουργίας. Αντιθέτως, το επιχειρηματικό μοντέλο της Αιτήτριας είναι αυτό το οποίο ακολουθούν όλες οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον ίδιο τομέα με αυτόν της Αιτήτριας. Οι υπηρεσίες που παρέχονται από τους συνεργάτες δεν αποτελούν εμπιστευτική πληροφορία ή εμπορικό μυστικό, αφού ο καθένας μπορεί να απευθυνθεί σε αυτούς και να λάβει απευθείας πληροφορίες ή να αντλήσει πληροφορίες μέσω των ιστοσελίδων τους.
Η ακρόαση της υπό κρίση αίτησης διεξάχθηκε στη βάση των ενόρκων δηλώσεων. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων μέσω των εμπεριστατωμένων αγορεύσεών τους ανέπτυξαν την επιχειρηματολογία τους επί των νομικών και πραγματικών ζητημάτων. Έχω μελετήσει και λαμβάνω υπόψη μου το σύνολο των επιχειρημάτων των συνηγόρων και ειδική αναφορά θα γίνει πιο κάτω μόνο όπου αυτό κριθεί σκόπιμο.
Νομική πτυχή
Η εξουσία του Δικαστηρίου προς χορήγηση ενδιάμεσης θεραπείας προβλέπεται στο άρθρο 32 του Ν.14/60, το οποίο θέτει τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες ασκείται η εν λόγω δικαιοδοσία. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 32(1) του Ν.14/60, πρέπει να συντρέχουν οι ακόλουθες τρεις προϋποθέσεις:
(α) Ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση.
(β) Ύπαρξη πιθανότητας ο Αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία.
(γ) Θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, εκτός αν εκδοθεί το ενδιάμεσο διάταγμα.
Στην κλασική αυθεντία Odysseos v. A. Pieris Estates Ltd a.o (1982) 1 C.L.R 557, λέχθηκε σε σχέση με την πρώτη προϋπόθεση που τίθεται από το άρθρο 32 (1) του Ν.14/60, ότι δεν περιλαμβάνει οτιδήποτε πέραν του να καταδειχθεί μία συζητήσιμη υπόθεση (arguable case) με βάση τα δικόγραφα. Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση ειπώθηκε, ότι περικλείει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα να δικαιούται ο Αιτητής σε θεραπεία, αλλά και κάτι πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων. Σύμφωνα με την Odysseos v. A. Pieris Estates Ltd a.o (ανωτέρω), ο Αιτητής θα πρέπει να δείξει ότι υπάρχει ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας.
Η τρίτη προϋπόθεση, αφορά το κατά πόσο χωρίς την έκδοση του διατάγματος θα είναι αδύνατο ή δύσκολο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Η εν λόγω προϋπόθεση ερμηνεύθηκε κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην περιορίζεται μόνο στη δυνατότητα χρηματικής αποζημίωσης ή αποκατάστασης της υλικής ζημιάς (Highgate Primary School Ltd κ.ά. v. Στέλιου Φυλακτίδη κ.ά. (2009) 1Α Α.Α.Δ 317 και Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd (2011) 1Γ Α.Α.Δ 1848).
Τα επίδικα διατάγματα στρέφονται εναντίον πρώην εργοδοτουμένων της Αιτήτριας και αποσκοπούν στη αφαίρεση από αυτούς του ισχυριζόμενου αθέμιτου πλεονεκτήματος που έχουν αποκτήσει εκμεταλλευόμενοι τη γνώση και χρήση εμπιστευτικών πληροφοριών και εμπορικών μυστικών του πρώην εργοδότη τους. Διατάγματα αυτής της φύσης είναι γνωστά ως springboard injunctions. Για την έκδοσή τους, μεταξύ άλλων παραμέτρων που λαμβάνονται υπόψη, εφαρμόζονται και οι συνήθεις αρχές έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων (Λ. Πρωτοπαπά & Σια Δ.Ε.Π.Ε. κ.α ν. George Pamboridis LLC, Πολ. Έφ. αρ.Ε190/2021, ημερ.10.04.2024)
Το άρθρο 9 του Κεφ. 6 και το Μέρος 25.3(1) των ΚΠΔ, δίδουν στο Δικαστήριο την ευχέρεια να εκδώσει μονομερώς ενδιάμεσο διάταγμα, εφόσον ο αιτητής έχει αποδείξει το κατεπείγον ή άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις. Έχει νομολογηθεί, ότι το υπαρκτό του επείγοντος ή οποιασδήποτε άλλης ιδιαίτερης περίστασης αποτελεί προϋπόθεση για την επίκληση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. Μόνο όταν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται στο άρθρο 9 του Κεφ. 6 και πλέον και στο Μέρος 25.3(1) των ΚΠΔ, δικαιολογείται η άσκηση δικαστικής εξουσίας στην απουσία της άλλης πλευράς (Resola (Cyprus) Ltd v. Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598 και Αμβροσιάδου ν. Coward (2013) 1 Α.Α.Δ. 78).
Συμπεράσματα
Ανάμεσα στους λόγους ένστασης που προβάλλει η Καθ’ ης η αίτηση περιλαμβάνεται και η μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων. Θεωρώ, ότι ο συγκεκριμένος λόγος θα πρέπει να εξεταστεί κατά προτεραιότητα ενόψει του ότι τα δύο εκ των τριών αιτούμενων διαταγμάτων εκδόθηκαν μονομερώς (Καρυδά ν. Καρυδά, Πολ. Έφ. αρ.Ε190/2019, ημερ.26.02.2025).
Σύμφωνα με πάγια νομολογιακή αρχή σε περίπτωση παραβίασης του καθήκοντος αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων το Δικαστήριο ακυρώνει το διάταγμα που εξέδωσε μονομερώς χωρίς να προχωρήσει στην εξέταση οποιουδήποτε άλλου ζητήματος. Αυτό, διότι η παραβίαση του καθήκοντος αποκάλυψης, είτε εσκεμμένη, είτε αθώα, θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου (Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248 και DB TECHNOLOGIES B.V και LOIZOS IORDANOU CONSTRUCTIONS LTD Πολ. Έφ. αρ. Ε166/2019, ημερ.15.10.2020), ECLI:CY:AD:2020:A347.
Καταρχάς, θα πρέπει να προσδιοριστεί η ουσία της επίδικης διαφοράς για να μπορεί να γίνει ευκολότερα κατανοητή ποια ήταν η βασική εκδοχή που έθεσε μονομερώς η Αιτήτρια στο Δικαστήριο, στη βάση της οποίας εξασφάλισε τα επίδικα διατάγματα, και κατά πόσο αυτή διαφοροποιήθηκε ακολούθως με την ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση.
Ο βασικός ισχυρισμός της Αιτήτριας συνίσταται στην ισχυριζόμενη απόκτηση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος από τους Καθ’ ων η αίτηση μέσω της χρήσης εμπιστευτικών πληροφοριών και εμπορικών μυστικών της Αιτήτριας. Οι Καθ’ ων η αίτηση έγιναν κοινωνοί των πιο πάνω εμπιστευτικών πληροφοριών και εμπορικών μυστικών ένεκα της υπαλληλικής σχέσης που διατηρούσαν με την Αιτήτρια. Μετά την αποχώρησή τους από την υπηρεσία της Αιτήτριας παραβίασαν το καθήκον πίστης, εμπιστοσύνης και εμπιστευτικότητας. Μάλιστα, ο Καθ’ ου η αίτηση 1 παραβίασε και ρητούς όρους της σύμβασης εργοδότησής του οι οποίοι απαγόρευαν τη χρήση εμπορικών μυστικών και εμπιστευτικών πληροφοριών της Αιτήτριας.
Η Αιτήτρια στήριξε την αίτησή της σε τρεις ουσιαστικά πυλώνες. Ο πρώτος αφορά την απόσπαση του εντύπου προέγκρισης από τους Καθ’ ων η αίτηση και τη χρησιμοποίησή του από την Quantra. Ο δεύτερος τη μεταφορά πελατών από την Αιτήτρια στην Quantra και ο τρίτος τη διατήρηση της πρόσβασης των Καθ’ ων η αίτηση σε ομαδικές συνομιλίες στις εφαρμογές ανταλλαγής άμεσων μηνυμάτων, WhatsApp και Telegram.
Για τους λόγους που θα προσπαθήσω να εξηγήσω αμέσως πιο κάτω, θεωρώ ότι η Αιτήτρια παραβίασε το καθήκον της πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων.
· Έντυπο προέγκρισης
Μετά την καταχώρηση της ένστασης και των συμπληρωματικών μαρτυριών αναδείχθηκε ως κοινά αποδεκτό γεγονός, ότι το έντυπο προέγκρισης της Αιτήτριας είναι προσβάσιμο στο ευρύ κοινό, αφού αυτό είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα της (Τεκμήριο 2 ένορκης δήλωσης υπ’ αρ.1 Καθ’ ου η αίτηση 2). Παράλληλα, δεν αμφισβητήθηκε το γεγονός ότι ανάλογα έντυπα διατηρούν όλες ή οι πλείστες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον ίδιο τομέα με την Αιτήτρια, καθώς και ότι οι πληροφορίες που ζητούνται με το εν λόγω έντυπο είναι ως επί το πλείστον πανομοιότυπες με αυτές των εντύπων άλλων ανάλογων εταιρειών (Τεκμήριο 3 ένορκης δήλωσης υπ’ αρ.1 Καθ’ ου η αίτηση 2).
Η Αιτήτρια με τη συμπληρωματική ένορκη δήλωσή της και την αγόρευση του συνηγόρου της, επιχείρησε να υποβαθμίσει τα προαναφερόμενα γεγονότα υποστηρίζοντας ότι ουδέποτε προέβαλε τη θέση ότι το έντυπο αυτό καθ’ αυτό αποτελεί εμπορικό μυστικό. Αντικείμενο προστασίας, κατά την Αιτήτρια, είναι η χρήση των δικών της εσωτερικών διαδικασιών οι οποίες αντικατοπτρίζονται στο έντυπο.
Η πιο πάνω θέση δεν με βρίσκει σύμφωνο.
Η εικόνα που μετέφερε η Αιτήτρια με την αρχική της ένορκη δήλωση, στη βάση της οποίας εκδόθηκαν μονομερώς τα επίδικα διατάγματα, ήταν ουσιωδώς διαφορετική. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια τόνισε ότι το έντυπο αποτελεί ένα από τα κύρια εσωτερικά έγγραφα το οποίο καταρτίστηκε χρησιμοποιώντας τις εξειδικευμένες εμπορικές γνώσεις και εμπειρία της. Μάλιστα, υποστηρίχθηκε ότι διαθέτει μοναδική δομή και διατύπωση (βλ. παράγραφο 20 αρχικής ένορκης δήλωσης Αιτήτριας). Περαιτέρω, στις παραγράφους 67 και 71 της αρχικής ένορκης δήλωσης, αποδίδεται στους Καθ’ ων η αίτηση η απόσπαση και ιδιοποίηση του υπό αναφορά εντύπου. Εξού και το έντυπο, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει τώρα η Αιτήτρια, αποτέλεσε αντικείμενο προστασίας. Ειδικότερα, στα εκδοθέντα διατάγματα απαγορεύεται στους Καθ’ ων η αίτηση να χρησιμοποιούν, μεταξύ άλλων, τα έγγραφα έναρξης συνεργασίας. Σημειώνω, ότι το μοναδικό έγγραφο έναρξης συνεργασίας που περιγράφεται στην αίτηση είναι το έντυπο προέγκρισης.
Ο χαρακτηρισμός του εντύπου από την Αιτήτρια ως εσωτερικού εγγράφου και ο ισχυρισμός της ότι η διατύπωση και δομή του είναι μοναδική, δεν αφήνουν περιθώρια οποιασδήποτε άλλης ερμηνείας πέραν του ότι το εν λόγω έγγραφο, αφενός δεν είναι προσβάσιμο στο ευρύ κοινό και αφετέρου, ότι πρόκειται για έγγραφο που δεν συναντάται σε άλλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον ίδιο τομέα με την Αιτήτρια. Είναι πάνω σε αυτά τα δεδομένα που στήριξε η Αιτήτρια τη θέση της περί εμπιστευτικών πληροφοριών και εμπορικών μυστικών.
Επομένως, η απόκρυψη του γεγονότος, ότι το έντυπο είναι δημόσια αναρτημένο στην ιστοσελίδα της Αιτήτριας δεν αφορά ένα επουσιώδες ζήτημα. Αντιθέτως, αφορά ουσιαστικό γεγονός, εφόσον προσδίδει άλλη διάσταση στον ισχυρισμό της Αιτήτριας ότι το εν λόγω έντυπο είναι ένα από τα κύρια εσωτερικά έγγραφά της.
Διαφορετική διάσταση αποκτά και ο έτερος ουσιώδης ισχυρισμός της Αιτήτριας, ότι η δομή και διατύπωση του εντύπου είναι μοναδική. Το γεγονός, ότι οι ουσιώδεις πληροφορίες του εντύπου περιλαμβάνονται σε σωρεία παρόμοιων εγγράφων άλλων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον ίδιο τομέα με την Αιτήτρια, παρέμεινε αναντίλεκτο. Πρόκειται, ασφαλώς, για ουσιώδες γεγονός, εφόσον ο ισχυρισμός ότι το έντυπο περιέχει μοναδική δομή και διατύπωση παρέπεμπε σε μία αποκλειστική και καινοτόμα δημιουργία της Αιτήτριας.
Δεν παραβλέπω, ότι στην αρχική ένορκη δήλωση περιλαμβάνονται ισχυρισμοί ότι το έντυπο αντικατοπτρίζει εσωτερικές διαδικασίες της Αιτήτριας αναφορικά με την προέγκριση πελατών. Οι εν λόγω ισχυρισμοί δεν θεραπεύουν τις προαναφερόμενες παραλείψεις της Αιτήτριας σε σχέση με την αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων. Επισημαίνω και το εξής. Ούτε στις αρχικές ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την αίτηση, αλλά ούτε και στη συμπληρωματική, προσδιορίζονται εκείνα τα στοιχεία του εντύπου τα οποία παραπέμπουν σε εσωτερικές διαδικασίες που ακολουθεί αποκλειστικά και μόνο η Αιτήτρια και τις οποίες ιδιοποιήθηκαν για δικό τους όφελος οι Καθ΄ ων η αίτηση.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της Αιτήτριας στην αγόρευσή του τόνισε, ότι το κατά πόσο μία εμπιστευτική πληροφορία ή εμπορικό μυστικό είναι διαθέσιμες στο ευρύ κοινό δεν συνιστά υπεράσπιση. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να αποτελέσει ουσιώδες γεγονός το οποίο θα έπρεπε να αποκαλυφθεί. Προς επίρρωση της θέσης του επικαλείται την απόφαση του Αγγλικού Εφετείου στην υπόθεση Force India Formula One Team Ltd v. Aerolab SRL (an Italian company) and another [2013] EWCA Civ 780.
Με κάθε σεβασμό, το όλο ζήτημα δεν είναι τόσο απλό όσο παρουσιάστηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο της Αιτήτριας. Καταρχάς, οι πιο πάνω αναφορές του Αγγλικού Εφετείου έγιναν σε σχέση με την εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης και όχι στο πλαίσιο εκδίκασης αίτησης για χορήγηση ενδιάμεσου διατάγματος. Περαιτέρω, το Αγγλικό Εφετείο επισήμανε ότι μία τέτοια ενέργεια θα μπορούσε να συνιστά παραβίαση της υποχρέωσης εμπιστευτικότητας η οποία δικαιολογεί την επιδίκαση αποζημιώσεων χωρίς, ωστόσο, να κάνει λόγο και για έκδοση διατάγματος. Παραθέτω, για καλύτερη κατανόηση, τις παραγράφους 72 – 74 της προαναφερόμενης απόφασης (οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου):
«[72] It is clearly not a defence that the person in breach of confidence could have obtained the information elsewhere if he did not in fact do so. This is illustrated by Saltman Engineering Co Ltd v Campbell Engineering Co Ltd [1963] 3 All ER 413n, 65 RPC 203. In that case, the Plaintiffs instructed the Defendant to make tools for the manufacture of leather punches in accordance with drawings which the Plaintiffs provided to the Defendant for this purpose. The Defendant used the drawings to make tools, and the tools to make leather punches, on their own account. The finished product (ie the leather punches) were readily available to buy in the shops; and the Defendants could have bought one and reverse engineered it. But they did not. Lord Greene MR said at 215:
“What the Defendants did in this case was to dispense in certain material respects with the necessity of going through the process which had been gone through in compiling these drawings, and thereby to save themselves a great deal of labour and calculation and careful draughtsmanship. No doubt, if they had taken the finished article, namely, the leather punch, which they might have bought in a shop, and given it to an expert draughtsman, that draughtsman could have produced the necessary drawings for the manufacture of machine tools required for making that particular finished article. In at any rate a very material respect they saved themselves that trouble by obtaining the necessary information either from the original drawings or from the tools made in accordance with them. That, in my opinion, was a breach of confidence.”
[73] As Mr Hobbs pointed out, the relief ordered in that case was an inquiry into damages suffered by the Plaintiffs caused by (a) the Defendants' use of the drawings (b) the tools made as a result of using the drawings and (c) the sale of the finished product made with the tools. All three activities, therefore, were caught by the obligation of confidence. But it is important not to confuse the absence of a defence with the measure of compensation payable for breach of confidence.
[74] In Seager v Copydex Ltd (No 1) [1967] 2 All ER 415, [1967] RPC 349, [1967] 1 WLR 923Lord Denning MR said at 931:
“When the information is mixed, being partly public and partly private, then the recipient must take special care to use only the material which is in the public domain. He should go to the public source and get it: or, at any rate, not be in a better position than if he had gone to the public source. He should not get a start over others by using the information which he received in confidence. At any rate, he should not get a start without paying for it. It may not be a case for injunction or even for an account, but only for damages, depending on the worth of the confidential information to him in saving him time and trouble.”
Όπως προκύπτει από την απόφαση Seager v Copydex Ltd (No1) [1967] 2 All ER 415, η οποία μνημονεύεται από το Αγγλικό Εφετείο, οι περιπτώσεις όπου μία εμπιστευτική πληροφορία ή εμπορικό μυστικό είναι διαθέσιμα στο ευρύ κοινό και έχουν εκτεθεί δημόσια δεν προσφέρονται για έκδοση διατάγματος, αλλά για επιδίκαση αποζημιώσεων.
Συνεπώς, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, αντικείμενο της οποίας είναι η χορήγηση προσωρινού διατάγματος, το κατά πόσο μία πληροφορία είναι διαθέσιμη στο ευρύ κοινό αποτελεί ουσιαστικό γεγονός κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για την χορήγηση ή όχι του διατάγματος.
· Μεταφορά πελατών από την Αιτήτρια στη Quantra
Η Αιτήτρια στις παραγράφους 47 – 53 της αρχικής ένορκης δήλωσης περιγράφει συγκεκριμένο περιστατικό το οποίο, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, δεικνύει τη χρησιμοποίηση εμπορικών μυστικών και εμπιστευτικών πληροφοριών της Αιτήτριας για να εντοπιστούν και να συνδεθούν πελάτες με σχετικούς συνεργάτες.
Μετά από την καταχώρηση της ένστασης αποτέλεσε κοινό έδαφος, ότι ο αποστολέας των email ημερομηνίας 18 και 23.06.2025 δεν ήταν τελικά πελάτης της Αιτήτριας.
Οι Καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζουν, ότι η Αιτήτρια παραπλάνησε το Δικαστήριο καθώς δεν αποκάλυψε το πιο πάνω γεγονός αφήνοντας να νοηθεί ότι το εν λόγω πρόσωπο ήταν πελάτης της. Στην αντίπερα όχθη η Αιτήτρια υποστήριξε, ότι ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι το υπό αναφορά πρόσωπο ήταν πελάτης της.
Θεωρώ, ότι η Αιτήτρια παραβίασε και πάλι το καθήκον της πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης. Ό,τι συνάγεται μέσα από την ανάγνωση των παραγράφων 47 – 53 της αρχικής ένορκης δήλωσης είναι ότι οι Καθ’ ων η αίτηση χρησιμοποιώντας εμπιστευτικές πληροφορίες της Αιτήτριας προσέγγισαν πελάτη της τελευταίας με σκοπό να τον μεταφέρουν στη δική τους ανταγωνιστική επιχείρηση. Θεωρώ χρήσιμη την αυτούσια παράθεση των παραγράφων 52 και 53 της αρχικής ένορκης δήλωσης της Αιτήτριας:
«52. Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: οι Καθ΄ ων η Αίτηση χρησιμοποίησαν εμπορικά μυστικά και εμπιστευτικές πληροφορίες της Αιτήτριας για να εντοπίσουν, προσεγγίσουν, δελεάσουν και, τελικά, συνδέσουν Πελάτες με τους σχετικούς Συνεργάτες. Καθίσταται σαφές από τα ηλεκτρονικά μηνύματα Τεκμήριο ΣΓ-10 και ΣΓ-12 ότι οι Καθ΄ ων η Αίτηση, κάνοντας χρήση των εμπορικών μυστικών και εμπιστευτικών πληροφοριών της Αιτήτριας επιχειρούν να μεταφέρουν Πελάτες, Συνεργάτες και Introducers που συνεργάζονταν με την Αιτήτρια στην δική τους, ανταγωνιστική επιχείρηση.
53. Ωστόσο, η χρήση των εμπορικών μυστικών και εμπιστευτικών πληροφοριών από τους Καθ΄ ων η αίτηση δεν σταματά στην άγρα Πελατών αλλά και στη χρήση του δικτύου Συνεργατών της Αιτήτριας. Εκμεταλλευόμενοι την πολύ καλή σχέση της Αιτήτριας με τους Συνεργάτες της, οι Καθ΄ ων η Αίτηση χρησιμοποίησαν ουσιαστικά το δίκτυο της Αιτήτριας με σκοπό να διασυνδέσουν τους Πελάτες με τους κατάλληλους Συνεργάτες. Αυτό είναι επίσης ξεκάθαρο αφού ο κ. Mechlinski παραπέμφθηκε σε Συνεργάτη της Αιτήτριας.»
Η Αιτήτρια είχε καθήκον να αποκαλύψει ότι πρόσωπο που αναφέρεται στις παραγράφους 48, 50, 51 και 53 της αρχικής ένορκης δήλωσή της δεν ήταν πελάτης της. Πολύ δε περισσότερο, αφ’ ης στιγμής η συμβατική υποχρέωση του Καθ’ ου η αίτηση 1 εξαντλείτο σε “….current clients or clients who have retained Itsaga Financial Ltd in the 6 month period immediately preceding the employee’s termination.” (βλ. παράγραφο 24 αρχικής ένορκης δήλωσης Αιτήτριας και Τεκμήριο 3 αυτής). Η σημασία της διάκρισης ενός πελάτη από ένα ενδιαφερόμενο πελάτη διαφαίνεται και από το γεγονός ότι το Δικαστήριο χορηγώντας στο μονομερές στάδιο το επίδικο διάταγμα διέγραψε τη φράση «και/ή ενδιαφερόμενους πελάτες (leads)», περιορίζοντας έτσι την έκταση της παρεχόμενης προστασίας.
Η Αιτήτρια επικαλείται το πιο πάνω γεγονός στην αγόρευσή της υποστηρίζοντας ότι εφόσον διαγράφηκε η πιο πάνω φράση δεν τίθεται ζήτημα μη αποκάλυψης ή παραπλάνησης. Δεν με βρίσκει σύμφωνο η πιο πάνω προσέγγιση. Η Αιτήτρια ουδέποτε κάλεσε το Δικαστήριο να αγνοήσει τους επίμαχους ισχυρισμούς. Αντιθέτως, η εικόνα που δημιούργησε με την αρχική ένορκη δήλωση ήταν ότι το υπό αναφορά πρόσωπο ήταν πελάτης της. Άλλωστε, υπενθυμίζω, ότι αυτό που ρητά αποδίδεται στους Καθ’ ων η αίτηση είναι προσπάθεια προσέγγισης και μεταφοράς πελατών στη δική τους ανταγωνιστική επιχείρηση και, χωρίς περιστροφές, κατηγορούνται οι τελευταίοι για άγρα πελατών.
Δεν παραβλέπω ότι της παραγράφου 47 της αρχικής ένορκης δήλωσης της Αιτήτριας προηγείται η χρήση του εξής υπότιτλου: «Μεταφορά ενδιαφερόμενων πελατών…….».
Η πιο πάνω αναφορά σε «ενδιαφερόμενους» πελάτες δεν ανατρέπει την όλη εικόνα που δημιούργησε η Αιτήτρια και αποτυπώνεται με διαύγεια στις παραγράφους 47 – 53 της αρχικής ένορκης δήλωσής της. Επαναλαμβάνω, ότι ρητά και ξεκάθαρα αναφέρεται σε πελάτη και σε άγρα πελατών.
· Διατήρηση της πρόσβασης των Καθ’ ων η αίτηση στις εφαρμογές ανταλλαγής άμεσων μηνυμάτων, WhatsApp και Telegram
Η Αιτήτρια ισχυρίστηκε, ότι στις ομαδικές συνομιλίες που δημιουργούνταν στις εφαρμογές WhatsApp και Telegram διατηρούνται εμπορικά μυστικά και εμπιστευτικές πληροφορίες. Οι Καθ’ ων η αίτηση είναι διαχειριστές των συνομιλιών που δημιούργησαν και μετά την αποχώρησή τους παρέμειναν στις ομαδικές συνομιλίες έχοντας πρόσβαση σε εμπορικά μυστικά και εμπιστευτικές πληροφορίες που ανήκουν στην Αιτήτρια. Περαιτέρω, ανέφερε ότι οι Καθ’ ων η αίτηση αφαιρέθηκαν από όσες συνομιλίες δεν ήταν διαχειριστές. Σε όσες είναι διαχειριστές, μόνο οι ίδιοι οι Καθ’ ων η αίτηση μπορούν να μεταβιβάσουν τη διαχείριση.
Δεν αποκάλυψε, ωστόσο, το εξής ουσιώδες και αναντίλεκτο γεγονός. Ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση αφαιρέθηκαν από τις συνομιλίες στις οποίες δεν ήταν διαχειριστές μόλις στις 02 και 03.07.2025. Υπενθυμίζω, ότι ο μεν Καθ΄ ου η αίτηση 1 αποχώρησε από την Αιτήτρια στις 30.05.2025, ο δε Καθ΄ ου η αίτηση 2 απολύθηκε στις 27.3.2025. Επίσης, παρέλειψε επιμελώς να αναφέρει κατά πόσο ζητήθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση να αποχωρήσουν από τις εν λόγω συνομιλίες και οι τελευταίοι αρνήθηκαν ή παρέλειψαν να το πράξουν.
Όλα τα προαναφερόμενα σε συνδυασμό και με την αναντίλεκτη ένορκη δήλωση πρώην υπαλλήλου της Αιτήτριας, ότι εξακολουθούσε να παραμένει διαχειριστής σε ομαδικές συνομιλίες της Αιτήτριας, παρά το ότι απολύθηκε από τον Ιούλιο του 2024, προσδίδουν μία εντελώς διαφορετική εικόνα ως προς τη σημασία που έχουν για την Αιτήτρια οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στις επίμαχες ομαδικές συνομιλίες.
Όσον αφορά ειδικότερα το προστακτικό διάταγμα της μεταφοράς της διαχείρισης των ομαδικών συνομιλιών, η αποκάλυψη των πιο πάνω ζητημάτων θα δημιουργούσε έντονο προβληματισμό ως προς την ύπαρξη του επείγοντος ή άλλων ιδιαίτερων περιστάσεων δυνάμει του άρθρου 9 του Κεφ.6 και του Μέρους 25.3(1) των ΚΠΔ.
Εν κατακλείδι, σημειώνω ότι οι τρεις πυλώνες επί των οποίων βασίστηκε η Αιτήτρια κατά τη μονομερή αίτησή της απέκτησαν μέσα από αντικειμενικά και αναντίλεκτα ουσιώδη γεγονότα μία εντελώς διαφορετική διάσταση μετά την καταχώρηση της ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση. Επιπροσθέτως, η παράλειψη αποκάλυψης των γεγονότων που προσδιορίστηκαν πιο πάνω είναι καταλυτική και ως προς την ικανοποίηση των προϋποθέσεων του άρθρου 9 του Κεφ. 6 και του Μέρους 25.3(1) των ΚΠΔ σε σχέση με το επείγον ή την ύπαρξη άλλων ιδιαίτερων περιστάσεων.
Η νομολογία είναι σταθερή ως προς τις συνέπειες που επιφέρει η μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων. Στην Sobolev κ.α.v. Weitzer, Πολ. Έφ. αρ.Ε177/2018, ημερ.21.05.2019, επαναλήφθηκε η αρχή ότι η μη αποκάλυψη θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου, το οποίο αρνείται πλέον να ακούσει αυτόν που το εξαπατά, είτε υπάρχει πρόθεση εξαπάτησης, είτε όχι (βλ. επίσης Πανεπιστήμιο Κύπρου v. Δημοσθένους, Πολ. Έφ. Ε85/2018, ημερ.20.09.2024).
Έχοντας, επομένως, αποφασίσει ότι η Αιτήτρια παραβίασε το καθήκον της για πλήρη αποκάλυψη αποκρύβοντας ουσιώδη γεγονότα περιττεύει η εξέταση των λοιπών λόγων ένστασης που επικαλούνται οι Καθ’ ων η αίτηση, αλλά και των προϋποθέσεων του άρθρου 32 του Ν.14/60. Όπως αναφέρεται και στην υπόθεση Γρηγορίου (ανωτέρω), το Δικαστήριο ακυρώνει τη διαταγή που εξέδωσε χωρίς να εξετάσει την ουσία.
Κατά συνέπεια τα επίδικα διατάγματα ακυρώνονται.
Παραμένει η εξέταση του αιτητικού της παραγράφου 3 της αίτησης, σε σχέση με το οποίο η αίτηση κατέστη διά κλήσεως.
Όπως αναφέρεται στην αγόρευση της Αιτήτριας το προαναφερόμενο διάταγμα είναι επικουρικό των εκδοθέντων διαταγμάτων. Η δε έκδοση του καθίσταται απαραίτητη, διότι μόνο με αυτόν τον τρόπο θα διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των εκδοθέντων διαταγμάτων.
Εν προκειμένω, ενόψει της ακύρωσης των μονομερώς εκδοθέντων διαταγμάτων, καθίσταται, κατά την άποψή μου, άνευ αντικειμένου η χορήγηση του αιτούμενου διατάγματος της παραγράφου 3.
Κατάληξη
Υπό το φως των πιο πάνω, τα εκδοθέντα διατάγματα ακυρώνονται και η αίτηση απορρίπτεται. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση 1 και 2 και εναντίον της Αιτήτριας.
Στη βάση του Μέρους 39.7 των ΚΠΔ θα προχωρήσω σε συνοπτικό υπολογισμό των εξόδων. Προς τούτο λαμβάνω υπόψη τους καταλόγους εξόδων που έχουν καταχωρηθεί από τους διαδίκους σε συνάρτηση με τα δικονομικά διαβήματα που λήφθηκαν στο πλαίσιο εκδίκασης της υπό κρίση αίτησης. Παρατηρώ, ότι μεταξύ των καταλόγων εξόδων δεν υπάρχουν διαφορές ως προς τα δικονομικά διαβήματα που ακολουθήθηκαν και τα οποία επιβεβαιώνονται από τον ηλεκτρονικό φάκελο της διαδικασίας. Παράλληλα, τα έξοδα που αξιώνονται συμβαδίζουν με τα προβλεπόμενα στον εν ισχύει κατάλογο δικηγορικών δικαιωμάτων.
Ως εκ των ανωτέρω επιδικάζονται υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας έξοδα εκ ποσού €7.146,00 πλέον Φ.Π.Α. Νοείται, ότι οι Καθ’ ων η αίτηση 1 και 2 δικαιούνται σε ένα σετ εξόδων.
Υπ. ..…………….…………..
Μ. Αγιομαμίτης, Π.Ε.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο