LIBRA CAPITAL LIMITED κ.α. ν. BANK OF CYPRUS PUBLIC COMPANY LIMITED, Αγωγή αρ.: 3865/2019, 3/3/2020

ECLI:CY:EDLEF:2020:A117

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον:  Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ - ΑΝΔΡΕΟΥ, Π.Ε.Δ.

 

Αγωγή αρ.: 3865/2019

 

Μεταξύ:

 

 

1.   LIBRA CAPITAL LIMITED, από το Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο

2.   FIRST MEDITERRANEAN INVESTMENTS CORPORATION, από τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους

3.   EuroEnergy Investments Corporation, από τις Βρετανικές

4.    Παρθένες Νήσους

 

Ενάγουσες

-και-

 

 

                BANK OF CYPRUS PUBLIC COMPANY LIMITED, από την Λευκωσία

 

 

Εναγόμενη

 

 

 

Αίτηση ημερ. 28/11/19 για έκδοση διαταγμάτων τύπου Norwich Pharmacal

 

 

Ημερομηνία:  3  Μαρτίου 2020

 

Εμφανίσεις:

Για Αιτήτριες/Ενάγουσες:  Μ. Κυπριανού για Michael Kyprianou & Co. LLC

Για Καθ’ ης η Αίτηση/Εναγόμενη:  Χρ. Ιωσήφ για Χρυσαφίνης & Πολυβίου ΔΕΠΕ


ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

Επιζητούμενες Θεραπείες

 

Με την υπό κρίση Αίτηση επιζητούνται οι ακόλουθες θεραπείες:

 

1.     Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάζει την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση όπως, εντός 7 ημερών από την επίδοση του αιτούμενου Διατάγματος ή εντός άλλης περιόδου που το Δικαστήριο ήθελε καθορίσει, συντάξει, καταχωρήσει και επιδώσει στους δικηγόρους των Εναγουσών/Αιτητριών ένορκη δήλωση από διευθυντή της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση στην οποία να αναφέρονται και/ή να επισυνάπτονται τα κάτωθι αναφορικά με εκάστη εκ των εταιρειών που αναφέρονται στο Παράρτημα Α (οι «Εταιρείες»):

 

α)   Να αναφέρονται πλήρεις λεπτομέρειες αναφορικά με όλους τους λογαριασμούς που οι Εταιρείες τηρούν ή τηρούσαν στο παρελθόν στην Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση τράπεζα, προσδιορίζοντας τους αριθμούς λογαριασμού των εν λόγω τραπεζικών λογαριασμών, τους αριθμούς IBAN και SWIFT των εν λόγω τραπεζικών λογαριασμών, σε ποια Εταιρεία ανήκει ο κάθε λογαριασμός καθώς και το υπόλοιπο των εν λόγω λογαριασμών κατά την ημερομηνία της ένορκης δήλωσης.

 

β)   Να επισυνάπτονται καταστάσεις λογαριασμού για έκαστο εκ των πιο πάνω λογαριασμών που θα αποκαλυφθούν στις οποίες να φαίνονται όλες οι πιστώσεις, χρεώσεις ή άλλες κινήσεις που έγιναν στο λογαριασμό κατά την περίοδο 1/1/2014 μέχρι σήμερα.

 

γ)   Για οποιεσδήποτε κινήσεις επί των πιο πάνω λογαριασμών που θα αποκαλυφθούν που αφορούν ποσά πέραν των €10,000 (ή το αντίστοιχο ποσό σε άλλο συνάλλαγμα) να προσδιορίζεται το πρόσωπο από το οποίο λήφθηκαν τα ποσά ή το πρόσωπο προς το οποίο μεταβιβάστηκαν, ανάλογα με την περίπτωση, και να επισυνάπτονται οποιαδήποτε σχετικά έγγραφα όπως για παράδειγμα εντολές πληρωμής, βεβαιώσεις, συμβάσεις βάσει των οποίων έγιναν τα εμβάσματα και έντυπα SWIFT.

 

δ)   Να αναφέρονται τα στοιχεία του τελικού δικαιούχου και/ή των τελικών δικαιούχων των Εταιρειών καθ΄ όλους τους ουσιώδεις χρόνους που οι Εταιρείες ήταν πελάτες της Εναγόμενης - Καθ’ ης η Αίτηση και να επισυνάπτονται τα σχετικά έγγραφα KYC (Know Your Client) που έχει στην κατοχή της η Εναγόμενη - Καθ’ ης η Αίτηση σε σχέση με τις Εταιρείες.

 

2.     Διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να απαγορεύει και/ή να εμποδίζει την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση και τους διευθυντές και αξιωματούχους και υπάλληλους και αντιπροσώπους και υπηρέτες αυτής από του να πληροφορήσουν με οποιοδήποτε τρόπο (άμεσο ή έμμεσο) οποιοδήποτε πρόσωπο (εκτός από τους δικηγόρους τους για σκοπούς λήψης νομικής συμβουλής ως προς τον χειρισμό της παρούσας αγωγής και διαδικασίας) αναφορικά με την ύπαρξη και το περιεχόμενο της παρούσας αγωγής και/ή αναφορικά με την ύπαρξη και/ή το περιεχόμενο της παρούσας ενδιάμεσης αίτησης και/ή της επισυνημμένης ένορκης δήλωσης και/ή τεκμηρίων αυτής και/ή της ύπαρξης και/ή του περιεχομένου διαταγμάτων και/ή εγγράφων και/ή δικογράφων και/ή άλλου εγγράφου που καταχωρήθηκε και/ή θα καταχωρηθεί στο Δικαστήριο μετά την έκδοση οποιουδήποτε διατάγματος συνεπεία της παρούσας αίτησης και/ή την αποκάλυψη που μπορεί να γίνει και/ή από του να ειδοποιήσει οποιοδήποτε πρόσωπο περί της έγερσης και/ή της ενδεχόμενης έγερσης δικαστικής διαδικασίας εναντίον του από τις Ενάγουσες-Αιτήτριες μέχρι την τελική εκδίκαση της παρούσας αγωγής ή μέχρι άλλης διαταγής του Δικαστηρίου.

 

 

Νομική βάση Αίτησης

 

Η παρούσα Αίτηση βασίζεται στον Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ. 6, Άρθρα 4, 5 και 9, στον Περί Δικαστηρίων Νόμο (Ν. 14/60)Άρθρα 29, 32, 42 και 44, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.48, θθ. 1-4, 9, Δ.28, θθ. 1-4, στις νομικές αρχές που θεσπίστηκαν με την απόφαση Norwich Pharmacal Co and others v. Commissioners of Customs and Excise (1973) 2 All ER 943 και με την απόφαση Bankers Trust Co v. Shapira [1980] 1 WLR 1274, στις αρχές της Επιείκειας και στο Κοινοδίκαιο, στην νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου και στις συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου.

 

 

Ένορκη Δήλωση

 

Η Αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της XXXXX XXXXX Μόρτογλου η οποία είναι επικεφαλής εκπρόσωπος του Ομίλου Libra Group στην Ελλάδα.

 

1.     Ο όμιλος εταιρειών Libra Group (εφεξής ο «Όμιλος») είναι ένας διεθνής οργανισμός επενδύσεων ο οποίος δραστηριοποιείται σε 35 χώρες σε 6 ηπείρους στους τομείς της ναυτιλίας, της αεροπλοΐας, των ξενοδοχείων καθώς και σε άλλους επιλεγμένους επενδυτικούς τομείς. Είναι ένας μεγάλος διεθνής όμιλος με γραφεία ανά τω παγκόσμιο, συμπεριλαμβανομένης της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου, της Ουάσιγκτον, του Πεκίνου και της Αθήνας. Η Αιτήτρια 1 είναι εταιρεία δεόντως συσταθείσα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η Αιτήτρια 1 είναι η διαχειρίστρια εταιρεία ολόκληρου του Ομίλου Libra Group, ο οποίος αποτελείται από μεγάλο αριθμό εταιρειών. Η Αιτήτρια 1 αποτελεί την εταιρεία που έχει αναλάβει την διαχείριση συνολικά όλων των θεμάτων και υποθέσεων του Ομίλου, με τις υπόλοιπες εταιρείες να είναι απλά ιδιοκτήτριες περιουσιακών στοιχείων ή/και εταιρείες διοίκησης επιμέρους περιουσιακών στοιχείων.

2.     Η Αιτήτρια 2 είναι εταιρεία δεόντως συσταθείσα στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους. Η Αιτήτρια 2 ήταν στο παρελθόν η βασική κεφαλική θυγατρική εταιρεία του Ομίλου για την Ελλάδα και την ανατολική Μεσόγειο και έχει υπό την ιδιοκτησία της αριθμό άλλων εταιρειών που έχουν επηρεασθεί από τις πράξεις που μνημονεύονται στην παρούσα ένορκη δήλωση.

3.     H Αιτήτρια 3 είναι εταιρεία δεόντως συσταθείσα στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους. Η Αιτήτρια 3 δραστηριοποιείται στην Ευρώπη στον τομέα της αγοράς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αποτελώντας τη μια εκ των δύο αυτοτελών εταιρικών υπό-ομίλων του Ομίλου Libra Group που δραστηριοποιούνται παγκοσμίως στον τομέα της ενέργειας.

4.     ο XXXXX Μπίτζιος (ο «Μπίτζιος») ήταν στην πράξη από το 2008 ο διευθύνων σύμβουλος (CEO) της Ελληνικής θυγατρικής της Αιτήτριας 2 και γενικά των επιχειρήσεων σε  Ελλάδα και Μεσόγειο. Η θέση του, όμως, ουσιαστικά του έδινε στην πράξη τη δυνατότητα να επηρεάζει απόλυτα το σύνολο των αποφάσεων που λαμβάνονταν από όλες τις εταιρείες του Ομίλου αναφορικά με όλα τα θέματα που σχετίζονταν με την Ελλάδα και τις λοιπές Μεσογειακές χώρες.

5.     Η επιρροή του ήταν απόλυτη είτε συμμετείχε εμφανώς στη διοικητική δομή μιας θυγατρικής του Ομίλου στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο, είτε δεν ήταν τυπικά μέλος του διοικητικού συμβουλίου κάποιας εταιρείας. Αναφορικά με την συντριπτική πλειοψηφία των θυγατρικών εταιρειών στην Ελλάδα του είχε επίσημα δοθεί η κάτωθι εξουσία:  «Προκειμένου να εξυπηρετηθεί αποτελεσματικότερα ο σκοπός της Εταιρείας, το Διοικητικό Συμβούλιο ομοφώνως αποφασίζει όπως εξουσιοδοτηθεί και δια του παρόντος εξουσιοδοτείται, ο κ. XXXXX Μπίτζιος, όπως εκπροσωπεί και δεσμεύει την εταιρεία, ανεξαρτήτως ποσού, αναφορικά με πάσης φύσεως συμβάσεις. Να εκπροσωπεί και να δεσμεύει, ανεξαρτήτως ποσού, την εταιρεία ενώπιον Τραπεζών ή/και άλλων Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων για οποιασδήποτε φύσεως συναλλαγή, κίνηση λογαριασμού, σύμβαση, άλλου τύπου τραπεζικού εγγράφου, συμπεριλαμβανομένης της υπογραφής, έκδοσης ή είσπραξης επιταγών, συναλλαγματικών και άλλων εντολών πληρωμής στο όνομα και για λογαριασμό της Εταιρείας, υπογράφοντας κάτω από την σφραγίδα της Εταιρείας.» Αυτό στην ουσία τον καθιστούσε αν μη τι άλλο οιωνοί νόμιμο εκπρόσωπο και διευθύνων σύμβουλο. Για όλες τις εταιρίες του Ομίλου στην Ελλάδα, με εξαίρεση ελάχιστες εταιρίες, και για κάθε έργο στην Ελλάδα και την Ανατολική Μεσόγειο, ήταν σε κάθε περίπτωση ο Μπίτζιος ο ντε φάκτο διευθύνων σύμβουλος και νόμιμος εκπρόσωπος αυτών. 

6.     Ο XXXXX Μπίτζιος εκμεταλλεύθηκε τη θέση του αυτή στήνοντας με τους συνεργούς του ένα εταιρικό πλέγμα μέσω του οποίου κατάφερε να αποσπάσει τεράστια χρηματικά ποσά από τον Όμιλο και στην πορεία να προκαλέσει σημαντική ζημιά στη φήμη του Ομίλου. Τα κύρια πρόσωπα που συνωμότησαν με τον Μπίτζιο τα οποία είναι επί του παρόντος γνωστά στον Όμιλο είναι οι XXXXX Στασινόπουλος (ο «Στασινόπουλος»), XXXXX Λαζαράκης (ο «Λαζαράκης»), Nostira A.E. (η «Nostira»), XXXXX Καλιακάτσος (ο «Καλιακάτσος»), XXXXX Τζιαμούρτας (ο «Τζιαμούρτας») και XXXXX Κυριακίδης (ο «Κυριακίδης»).

 

Ο Μπίτζιος, εκμεταλλευόμενος τη σχέση εμπιστοσύνης που είχε με τους Αιτητές, προέβη στις ακόλουθες απατηλές πράξεις:

 

·         Με τη βοήθεια των συνεργών του διευθέτησε όπως ο Όμιλος επενδύσει σε διάφορα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δηλώνοντας στον Όμιλο τίμημα μεγαλύτερο από αυτό που πράγματι άξιζαν και/ή που πράγματι καταβλήθηκε. Στη συνέχεια, έχοντας τον πλήρη έλεγχο τον εταιρειών που χρησιμοποιήθηκαν για τη διενέργεια των σχετικών συναλλαγών (και οι οποίες κατόπιν δικών του προτροπών συστάθηκαν εκτός του Ομίλου) διοχέτευσε προς εταιρείες δικές του ή των συνεργών του τη διαφορά μεταξύ του ποσού που διέθεσε ο Όμιλος για τις συναλλαγές και του ποσού που πράγματι καταβλήθηκε για αυτές.

·         Προσπάθησε αλλά απέτυχε να πωλήσει το ξενοδοχείο Mykonos Grace προς την Nostira (εταιρεία που ελέγχεται από συνεργούς του) σε πολύ υποτιμημένη αξία.

·         Μεσολάβησε, σε συνομωσία με τον Στασινόπουλο και τον Λαζαράκη, ούτως ώστε να ανατεθούν από τον Όμιλο στην Nostira διάφορα έργα ανάπτυξης ή η παροχή διαφόρων υπηρεσιών σε πολύ υπερτιμημένες τιμές.

·         Εξασφάλισε για την Nostira φερόμενη αμοιβή «μεσολάβησης» για συμφωνία αγοράς έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτό παρά το γεγονός ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε σχετική μεσολάβηση από πλευράς της Nostira.

·         Προκάλεσε τον Όμιλο να συνάψει σωρεία συμφωνιών οι οποίες στην πραγματικότητα ήταν εικονικές με σκοπό να κατευθύνει χρήματα του Ομίλου προς εταιρείες δικών του συμφερόντων ή συμφερόντων των συνεργών του.

·         Ανέφερε στον Όμιλο ότι στα πλαίσια της επένδυσης σε έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα εξασφαλιζόταν μεγαλύτερο δάνειο από αυτό που απαιτείτο. Αυτό, με σκοπό την αναχρηματοδότηση προβληματικών δανείων που είχε εξασφαλίσει ο Όμιλος στο παρελθόν για να αγοραστούν μετοχές της Τράπεζας Πειραιώς (ήτοι στην ουσία να μεταφερθούν τα δάνεια και οι μετοχές στις νέες εταιρείες). Στην πράξη τα σχετικά ποσά από τα επιπλέον δάνεια χρησιμοποιήθηκαν για να αγοραστούν επιπρόσθετες μετοχές από συνεργούς του και όχι για αναχρηματοδότηση των προηγούμενων προβληματικών δανείων του Ομίλου.

·         Οι διάφορες ύποπτες συναλλαγές οδήγησαν την Τράπεζα της Ελλάδας να προβεί σε έρευνα και να εκδώσει επίσημη Έκθεση σε σχέση με το θέμα.

·         Η Έκθεση αυτή της Τράπεζας της Ελλάδος εστάλη και στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης. Η εν λόγω αρχή πραγματοποίησε δική της έρευνα και προχώρησε στην δέσμευση συγκεκριμένων τραπεζικών λογαριασμών.

·         Στη συνέχεια και η Εισαγγελία Διαφθοράς της Ελλάδας ξεκίνησε δική της προκαταρκτική εξέταση και στη συνέχεια παρήγγειλε ποινική δίωξη η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη.

·          Η ίδια η Καθης η αίτηση προέβη σε δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών που διαφάνηκε να σχετίζονται με την υπό συζήτηση απάτη.

·         Πρόκειται για μία τεραστίων διαστάσεων απάτη η οποία διεξήχθη από τους XXXXX Μπίτζιος, Στασινόπουλος, Καλιακάτσος, Λαζαράκης, Κυριακίδης, Nostira, Τζαμούρτας και τις εταιρείες οχήματα που χρησιμοποίησαν εις βάρους του Ομίλου.

·         Πρόκειται για απάτη ενόψει και των εν γνώσει του Μπίτζιου ψευδών παραστάσεων που προέβη προς τον Όμιλο αναφορικά με τις διάφορες επενδύσεις που περιγράφονται πιο πάνω, είτε αυτές αφορούσαν την απόκτηση έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, είτε αφορούσαν την απόκτηση μετοχών της Τράπεζας Πειραιώς είτε αφορούσαν την αποεπένδυση που ακολούθησε.

·         Η συνωμοσία διαπράχθηκε σε πολλά επίπεδα, μέσω ενός τεράστιου δικτύου εταιρειών και τα παράνομα έσοδα αυτής διοχετεύθηκαν προς διάφορες εταιρείες και επενδύσεις. Αν και η Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, η πράξη δέσμευσης της Αρχής για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Παράνομων Εσόδων και ο εσωτερικός έλεγχος που διενήργησε ο Όμιλος έχουν αποκαλύψει πολλά στοιχεία σε σχέση με τους μηχανισμούς που χρησιμοποιήθηκαν, υπάρχουν ακόμη πολλά ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα. Δεν γνωρίζουν οι Αιτήτριες όλες τις εταιρείες που χρησιμοποιήθηκαν για σκοπούς του παράνομου σχεδίου, δεν γνωρίζουν ποιοι είναι οι τελικοί δικαιούχοι όλων των εταιρειών αυτών και δεν γνωρίζουν που κατέληξαν όλα τα ποσά.

·         Είναι λοιπόν γνωστό πως αρκετές εταιρείες του δικτύου που έστησε ο Μπίτζιος τηρούσαν λογαριασμούς στην Καθ’ ης η Αίτηση. Εύλογα αναμένεται να χρησιμοποιήθηκε η Καθ’ ης η Αίτηση και για τις άλλες εταιρείες.

·         Η Καθ’ ης η Αίτηση φαίνεται πως εν αγνοία της και κατά τρόπο αθώο ενεπλάκη στην απάτη. Παρείχε τραπεζικές υπηρεσίες προς τις πιο πάνω εταιρείες, ή τουλάχιστο σε ορισμένες από αυτές, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για να υπεξαιρεθούν τεράστια χρηματικά ποσά από τον Όμιλο.

·         Η Καθ’ ης η Αίτηση έχει πληροφορίες και είναι σε μοναδική θέση να βοηθήσει τον Όμιλο να ανιχνεύσει τις ροές των χρημάτων, τις οποιεσδήποτε άλλες εταιρείες που εμπλέκονται στο δίκτυο καθώς και τους τελικούς δικαιούχους των διαφόρων εταιρειών.

·         Η Καθ’ ης η Αίτηση ήταν από τις πρώτες Τράπεζες αν όχι η πρώτη Τράπεζα που εκμεταλλεύτηκαν χωρίς την γνώση της ο Μπίτζιος και οι συνεργοί του για να πετύχουν τους σκοπούς του νεφελώδους σχεδίου τους. Και για να το επιτύχουν αυτό εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο το όνομα του Ομίλου Libra.

·         Ο Μπίτζιος και οι συνεργοί του έστησαν και εκτέλεσαν μία εξαιρετικά πολύπλοκη απάτη χρησιμοποιώντας ένα τεράστιο δίκτυο εταιρειών. Ακόμη μέχρι και σήμερα, παρά την ενδελεχή έρευνα που διεξάγει ο Όμιλος, παρά την έρευνα και τα σχετικά ευρήματα που καταγράφονται στην Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος και παρά την Πράξη Δέσμευσης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, ο Όμιλος δεν έχει καταφέρει να ξετυλίξει το κουβάρι της απάτης που ο Μπίτζιος έχει πλέξει.

 

 

Ένσταση – Λόγοι Ένστασης

 

Στην Αίτηση κατεχωρήθη Ένσταση η οποία βασίζεται στους Περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμούς Δ.28, θθ.1 – 15 , Δ.39, Δ.48, θθ.1, 2, 3, 4  και 9, στα Άρθρα 29, 31 και 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου (14/60), επί του Άρθρου 29 (2) του Νόμου 66 (1)/97 (του Περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου του 1997), στον Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ. 6, στις νομικές αρχές που σχετίζονται με τα Διατάγματα τύπου Norwich Pharmacal, καθώς  και στις γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Ως λόγοι Ένστασης εξειδικεύονται οι ακόλουθοι:

 

1.         Η παρούσα Αίτηση, όπως και η Αγωγή 3865/2019 καταχωρήθηκαν με υπέρμετρη καθυστέρηση καθώς, κατά παραδοχή των Αιτητριών, τους είχαν δημιουργηθεί υποψίες σχετικά με το κατ’ ισχυρισμό δόλιο σχέδιο από το 2017, ενώ ήδη από το 2017 είχαν στην κατοχή τους δύο (2) εκθέσεις των Ελληνικών Αρχών, οι οποίες τους ενημέρωναν για πράξεις του Ομίλου Εταιρειών των Αιτητριών οι οποίες τελούσαν υπό διερεύνηση, ενώ είχε εκδοθεί και μία (1) Πράξη Δέσμευσης από τις Ελληνικές Αρχές,

2.         Δεν πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του Νόμου 14/1960.

3.         Δεν πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις έκδοσης των διαταγμάτων τύπου Norwich Pharmacal, καθώς, μεταξύ άλλων, δεν γίνεται αναφορά στην Αίτηση ή στην Ένορκη Δήλωση που την συνοδεύει κατά πόσον οι Αιτήτριες προτίθενται να κινήσουν Αγωγή, ούτε έχουν εξακριβώσει έναντι ποιων πιθανών Εναγομένων, ούτε έχουν εξακριβώσει κατά πόσον πιθανή έγερση Αγωγής θα εγερθεί στην Κύπρο ή σε κάποιαν άλλη δικαιοδοσία.  

4.         Οι Αιτήτριες δεν προσδιορίζουν με την απαραίτητη σαφήνεια τον τρόπο με τον οποίο προτίθενται να χρησιμοποιήσουν της πληροφορίες τις οποίες επιζητούν μέσω των Αιτούμενων διαταγμάτων και κατά πόσον προτίθενται να καταχωρίσουν Αγωγή έναντι κάποιου αδικοπραγούντος.

5.         Οι Αιτήτριες δεν αποκαλύπτουν την ταυτότητα και/ή την προέλευση πολλών από τα κατ’ ισχυρισμό γεγονότα στα οποία αναφέρονται και/ή δεν τεκμηριώνουν επαρκώς το αληθές των ισχυρισμών τους και/ή το περιεχόμενο πολλών εκ των επισυνημμένων επί της Ένορκης Δήλωσης Μόρτογλου δεν τεκμηριώνουν τους ισχυρισμούς των Αιτητριών και/ή ως εκ τούτου οι Αιτητές δεν έχουν προβεί σε πλήρη αποκάλυψη όλων των σχετικών πληροφοριών.

6.         Οι αιτούμενες πληροφορίες θα  μπορούσαν και/ή μπορούν να ληφθούν μέσω άλλου διαθέσιμου τρόπου, καθώς τα αιτούμενα διατάγματα αφορούν σε πληροφορίες τις οποίες οι Αιτήτριες κατέχουν και/ή θα έπρεπε να κατέχουν και/ή θα κατείχαν εάν προέβαιναν στις εύλογες και στοιχειώδεις απαραίτητες ενέργειες ελέγχου των Εταιρειών που είχαν συσταθεί προς διεκπεραίωση των δραστηριοτήτων τους και/ή εάν προέβαιναν στις εύλογες και στοιχειώδεις απαραίτητες ενέργειες ελέγχου των αντιπροσώπων που οι ίδιοι διόρισαν ως αντιπροσώπους τους.

7.         Οι Αιτήτριες επιδιώκουν την αποκάλυψη στοιχείων Εταιρειών τα οποία οι Αιτήτριες δεν έχουν με επαρκή τεκμηρίωση συνδέσει με την κατ’ ισχυρισμό αδικοπραξία και/ή Εταιρειών οι οποίες κατά παραδοχή τους ενδεχομένως να μην διατηρούν λογαριασμούς στην Καθ’ ης η Αίτηση. 

8.         Η Καθ’ ης η Αίτηση μπορεί να φανεί υπόλογη και/ή να υπάρχει αγώγιμο δικαίωμα εναντίον της από τυχόν τρίτα πρόσωπα εάν προχωρήσουν στην αποκάλυψη των εν λόγω στοιχείων χωρίς σχετικό Διάταγμα του Δικαστηρίου.

9.         Η Καθ’ ης η Αίτηση δεσμεύεται από συμβατική σχέση εμπιστοσύνης και/ή τραπεζικό απόρρητο, και η παρούσα αίτηση δεν εμπίπτει μέσα σε οποιαδήποτε από τις εξαιρέσεις του άρθρου 29 (2) του Νόμου 66(1)/97 (Περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου).

10.      Τα αιτούμενα Διατάγματα είναι γενικά στην ολότητα τους και καλύπτουν ένα πολύ ευρύ φάσμα οδηγιών και/ή ενδεχόμενων πληροφοριών και/ή κινήσεων των διαφόρων διατηρουμένων με την εναγομένη τραπεζικών λογαριασμών, από οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο, για ακαθόριστη χρονική περίοδο, καθιστώντας την συμμόρφωση των Εναγομένων σχεδόν αδύνατη. 

11.      Τα αιτούμενα Διατάγματα ουσιαστικά αποτελούν προσπάθεια “ψαρέματος μαρτυρίας” (“fishing expedition”), ιδιαίτερα λόγω του ότι επεκτείνονται και αφορούν λογαριασμούς Εταιρειών οι οποίες ενδεχομένως να μην σχετίζονται με το κατ’ ισχυρισμό δόλιο σχέδιο και όλες τις πιθανές οδηγίες που δόθηκαν για την λειτουργία αυτών για μεγάλη χρονική περίοδο, από οποιοδήποτε πρόσωπο. Επιπλέον είναι γενικά και αόριστα.  

12.      Η Αίτηση των Εναγουσών/Αιτητριών είναι πρόωρη. Έχει καταχωρηθεί πριν από την καταχώρηση των δικογράφων και πριν την ολοκλήρωση των εγγράφων προτάσεων, δηλαδή πολύ πριν την αποκρυστάλλωση των επίδικων θεμάτων.

13.      Δεν υπάρχουν και δεν συντρέχουν και/ή δεν απεκαλύφθησαν εξαιρετικοί λόγοι και/ή εξαιρετικές περιστάσεις (exceptional circumstances) σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας για να δικαιολογήσουν και/ή καταστήσουν αναγκαία την παρούσα αίτηση τόσο νωρίς στη διαδικασία και δη πριν την καταχώρηση των εγγράφων προτάσεων.

14.      Τα αιτούμενα Διατάγματα προκαλούν αδικία και είναι καταπιεστικά στους Εναγομένους τόσον λόγω του περιεχομένου των, συμπεριλαμβανομένης της γενικότητας των όσο και λόγω του περιορισμένου χρόνου που αναφέρεται σε αυτό, ήτοι επτά (7) ημερών.

15.      Τα αιτούμενα Διατάγματα όπως είναι διαμορφωμένα είναι πανομοιότυπα με τις αξιώσεις των εναγόντων όπως εμφαίνονται στο οπισθογραφημένον κλητήριον ένταλμα, συνεπώς τυχόν έγκρισή τους θα διεκπεραιώσει και θα αποφασίσει ουσιαστικώς την ουσία της Αγωγής.

 

 

 

 

 

Ένορκη δήλωση Ένστασης

 

Η Ένσταση υποστηρίζεται από Ένορκη δήλωση του XXXXX Κουντούρη, υπαλλήλου στην Εναγόμενη. Σε αυτήν αναφέρονται, όπως μπορώ να συνοψίσω, τα ακόλουθα:

 

·         Η υπό κρίση Αίτηση, όπως και η Αγωγή, καταχωρήθηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση.

 

·         Οι Αιτήτριες είχαν στην κατοχή τους από το 2017 τα εξής:

 

i)          Επίσημη Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος ημερ. 11/10/2017, η οποία αναφέρεται, κατ’ ισχυρισμό των Αιτητριών, σε παρατυπίες σε σχέση με τις συναλλαγές που διενεργούνταν από τις Εταιρείες που ελέγχονταν από τον Μπίτζιο και σε σχέση με τους εσωτερικούς κανονισμούς του Ελληνικού Τραπεζικού συστήματος (capital control restrictions).

ii)        Πόρισμα Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης εσόδων και Εγκληματικές Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας ημερ. 2/11/2017.

iii)       Πράξη Δέσμευσης ημερ 3/11/2017 της Ελληνική Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης εσόδων και Εγκληματικές Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας, μέσω της οποίας δεσμεύθηκαν ορισμένοι λογαριασμοί του Μπίτζιου και συνεργατών του.

·      Οι Αιτήτριες είχαν στην κατοχή τους από το 2017 όλα τα απαραίτητα στοιχεία ή τουλάχιστον ενδείξεις ως προς το ότι διενεργείτο από τον Μπίτζιο ένα σχέδιο το οποίο δεν καλυπτόταν από τις οδηγίες των Αιτήτριων προς τον Μπίτζιο. Είχαν στην κατοχή τους τις δύο Εκθέσεις των Ελληνικών αρχών, ενώ εις γνώση τους διενεργείτο από την Εισαγγελία Διαφθοράς προκαταρκτική εξέταση επί των γεγονότων.

·      Στη βάση νομικής συμβουλής της οποίας τυγχάνει ο ομνύων δεν αποκαλύπτεται σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και πιθανότητες επιτυχίας. Παρατηρείται ανεπαρκής τεκμηρίωση μέσω θετικής ή άλλης μαρτυρίας των ισχυρισμών των Αιτητριών όσον αφορά την κατ’ ισχυρισμό αδικοπραξία αυτήν καθ’ εαυτήν, ως εξής:

 

              i.        H Επίσημη Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος ημερ. 11/10/2017 στην οποία οι Αιτήτριες αναφέρονται ως ένα κομβικής σημασίας έγγραφο ως προς την απόδειξη της αδικοπραξίας δεν έχει επισυναφθεί ως Τεκμήριο στην Ε/Δ Μόρτογλου. Συνεπώς, η εγκυρότητα και η αλήθεια των αναφορών των Αιτητριών σε σχέση με την εν λόγω Έκθεση δεν μπορεί να σχολιαστεί από την Καθ’ ης η Αίτηση.

             ii.        Το Πόρισμα της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης εσόδων και Εγκληματικές Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας ημερ. 2/11/2017 καθώς και η Πράξη Δέσμευσης ημερ. 3/11/2017, στις οποίες έγινε αναφορά ανωτέρω, δεν καταπιάνονται και δεν ασχολούνται με οποιεσδήποτε πράξεις στις οποίες προέβη ο Μπίτζιος και οι Εταιρείες του, οι οποίες να προξένησαν ζημιά προς τις Αιτήτριες. Αφ’ ης στιγμής το τί εξετάζεται από τις Ελληνικές αρχές είναι οι παραβιάσεις του Μπίτζιου και γενικότερα των Αιτητριών σε σχέση με τους Τραπεζικούς Κανονισμούς και τους κεφαλαιουχικούς ελέγχους (capital controls), αυτό δεν σχετίζεται με την κατ’ ισχυρισμό αδικοπραξία την οποία υπέστησαν οι Αιτήτριας ως εκτίθεται στην παράγραφο 113 της Ε/Δ Μόρτογλου.

           iii.        Σε σχέση με την χρήση του πλέγματος των εταιρειών ειδικού σκοπού (Ενότητα Στ. 1 στην Ε/Δ Μόρτογλου), τα Τεκμήρια 26 – 29 στην Ε/Δ Μόρτογλου τα οποία οι Αιτήτριες ισχυρίζονται ότι αποδεικνύουν χρηματικές ροές σε άγνωστα άτομα, δεν είναι αναγνώσιμα και ούτε μπορούν να εξαχθούν οποιαδήποτε συμπεράσματα βάσει αυτών.

            iv.        Η Ενότητα Στ. 2(i) της Ε/Δ Μόρτογλου και συγκεκριμένα σε σχέση με την παράγραφο 77 της Ε/Δ Μόρτογλου, οι Αιτήτριες  όπου αναφέρετια ότι ο Μπίτζιος «προσπάθησε να αποσπάσει υπέρ της Nostira ποσό …. Ο Μπίτζιος δεν επανήλθε στο θέμα του τιμήματος» δεν αποκαλύπτει τίποτα το μεμπτό.

             v.        Η Ενότητα Στ. 2(ii) της Ε/Δ Μόρτογλου σε σχέση με την κατ’ ισχυρισμό υπερτιμολόγηση των έργων, και πάλι οι Αιτήτριες βασίζεται εκτενώς στην Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (βλ. παραγράφους 87 και 88 της Ε/Δ Μόρτογλου) η οποία δεν έχει επισυναφθεί ως Τεκμήριο και ως εκ τούτου δεν βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου για να επαληθευθούν οι ισχυρισμοί των Αιτητριών.

            vi.        Όσον αφορά την Ενότητα 3 της Ε/Δ Μόρτογλου σε σχέση με τις «Εικονικές Συμφωνίες», οι Αιτήτριες επισυνάπτουν αριθμό Τεκμηρίων 45 – 80 σε μια απόπειρα τεκμηρίωσης της θέσης τους.  Τα εν λόγω Τεκμήρια αφορούν σε τιμολόγια τα οποία πλήρωνε ο Όμιλος Baywest Business Limited και Green Services, τα οποία εντούτοις δεν επεξηγούν οι Αιτήτριες με ποιον τρόπο δείχνουν ότι οι εν λόγω Συμφωνίες είναι εικονικές ή δόλιες.

          vii.        Όσον αφορά την Ενότητα 4 της Ε/Δ Μόρτογλου σε σχέση με την αγορά μετοχών της Τράπεζας Πειραιώς η παράγραφος 106 αναφέρεται και πάλι σε παραβίαση των capital controls η οποία από μόνη της δεν προκαλεί ζημία στις Αιτήτριες αλλά ενδεχομένως στο Ελληνικό Τραπεζικό σύστημα.

 

  • Σε σχέση με την αδυναμία απονομής δικαιοσύνης στο μέλλον οι Αιτήτριες δεν έχουν καταδείξει τι είδους ζημιά έχουν υποστεί συνεπεία της αδικοπραξίας και δεν είναι αναγκαία η ιχνηλάτηση των πραγματικών δικαιούχων των Εταιρειών μέσω ιχνηλάτησης των τραπεζικών κινήσεων και λογαριασμών των Εταιρειών. Οι Εταιρείες που καταγράφονται στην παράγραφο 107 της Ε/Δ Μόρτογλου αποτελούν αυτοτελείς νομικές οντότητες από τους τελικούς δικαιούχους τους και συνεπώς ο εντοπισμός τους (lifting of the corporate veil) δεν είναι απαραίτητος, καθώς οι Αιτήτριες είναι ενάντια στις Εταιρείες που ενδεχομένως να μπορούν να κινηθούν νομικά, καθώς είναι οι Εταιρείες που σύναψαν συμφωνίες με τον Μπίτζιο και όχι οι τελικοί τους δικαιούχοι υπό την προσωπική τους ιδιότητα.
  • Το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας δια την έκδοση των σχετικών Διαταγμάτων, καθότι  τα αιτούμενα Διατάγματα είναι γενικά στην ολότητα τους και καλύπτουν ένα πολύ ευρύ φάσμα οδηγιών και/ή ενδεχόμενων πληροφοριών και/ή κινήσεων των διαφόρων διατηρουμένων με την εναγομένη τραπεζικών λογαριασμών των εναγόντων, από οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο, για ακαθόριστη χρονική περίοδο, καθιστώντας την συμμόρφωση των εναγομένων σχεδόν αδύνατη.
  • Οι πληροφορίες οι οποίες επιζητούνται από τις Αιτήτριες θα μπορούσαν με σχετική ευκολία να είχαν έρθει εις γνώση των Αιτητριών εάν αυτές προέβαιναν στα εύλογα απαραίτητα μέτρα υπό τις περιστάσεις από το 2017.
  • Σύμφωνα με νομική συμβουλή της οποίας λαμβάνει ο ομνύων, η Καθ’ ης η Αίτηση δεν μπορεί να συναινέσει στην παραχώρηση των αιτούμενων πληροφοριών, καθώς ένεκα των προβληματισμών που εγείρονται ανωτέρω, συμπεριλαμβανομένου του ζητήματος της αποκάλυψης των τελικών δικαιούχων των Εταιρειών που εκτίθενται στην παράγραφο 107 της Ε/Δ Μόρτογλου, αλλά και των υπόλοιπων Εταιρειών, η Καθ‘ ης η Αίτηση θα έχει παράνομα δώσει δεδομένα που ανήκουν στην Αιτήτρια σε τρίτα πρόσωπα κατά παράβαση του Τραπεζικού απορρήτου

 

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΥΠΟ ΚΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ

Η υπό κρίση Αίτηση αφορά σε διατάγματα αποκάλυψης πληροφοριών και εγγράφων θεραπεία η οποία εμπίπτει στις αρχές του Δικαίου της Επιείκειας και στρέφεται κατά προσώπου που στην προκειμένη περίπτωση είναι η εναγομένη Τράπεζα η οποία, όπως είναι η θέση των Αιτητών, αναμείχθηκε σε αδικοπραξίες ή παράνομες δραστηριότητες ή υποβοήθησε στις επιλήψιμες δραστηριότητες άλλων προσώπων και για την οποία οι Ενάγοντες δεν έχουν αγώγιμο δικαίωμα.

Με βάση το Άρθρο 29(1)(γ) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 τα Κυπριακά Δικαστήρια εφαρμόζουν τις αρχές της Επιείκειας και στο πλαίσιο αυτό έχουν την εξουσία να εκδίδουν παρεμπίπτοντα διατάγματα σύμφωνα με το Άρθρο 32 του Ν.14/60 που αποτελεί και το ουσιαστικό δίκαιο έκδοσης τέτοιας φύσεως διαταγμάτων. Διατάγματα τα οποία εμπίπτουν στο Δίκαιο της Επιείκειας όπως τα διατάγματα αποκάλυψης που καθιερώθηκαν νομολογιακά στην Αγγλία με τις αποφάσεις Norwich Pharmacal Co and others v. Commissioners of Customs & Excise (1973) 2 All E.R 943 και Bankers Trust v. Shabira (1980) 1 W.L.R 1274 εμπίπτουν σ’ αυτό το Δίκαιο και εφαρμόζονται, κατ΄ επέκταση, και από τα δικά μας Δικαστήρια.

Η νομική αρχή της υπόθεσης Norwich αποτελεί ξεχωριστή αιτία αγωγής και δίδει τη δυνατότητα έγερσης αγωγής εναντίον προσώπων που αναμείχθηκαν ή συνδέθηκαν με οποιοδήποτε τρόπο στην παράνομη πράξη.

Η καθιερωθείσα από την υπόθεση Νorwich νομική αρχή ακολουθήθηκε έκτοτε από τα Αγγλικά Δικαστήρια. Η υπό αναφορά νομική αρχή αποτελεί αυτοτελή αιτία αγωγής και μπορεί να προωθηθεί με αγωγή – όπως έγινε και στην παρούσα – εναντίον προσώπων τα οποία κατέχουν πληροφορίες, λόγω της ανάμειξης ή της διευκόλυνσης που παρείχαν στην τέλεση της παράνομης πράξης, έστω κι  αν οι ίδιοι μπορεί να μην έχουν προσωπική ευθύνη. Το καθήκον των προσώπων αυτών, επισημάνθηκε, έγκειται στην παροχή βοήθειας στο πρόσωπο που αδικήθηκε, κι αυτό εκπληρώνεται με το να αποκαλύψει τις πληροφορίες που κατέχει και που σχετίζονται με την αδικοπραξία.

Οι προϋποθέσεις που πρέπει να ικανοποιούνται για έκδοση θεραπείας Νorwich Pharmacal κωδικοποιήθηκαν, τρόπο τινά, στην υπόθεση Mitsui & Co v. Nexen Petroleum UK Ltd (2005) 3 All E.R.511, σελ. 518. Παραθέτω αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα:-

“[21] The three conditions to be satisfied for the court to exercise the power to order Norwich Pharmacal relief are:  (1) a wrong must have been carried out, or arguably carried out, by an ultimate wrongdoer; (ii) there must be the need for an order to enable action to be brought against the ultimate wrongdoer; and (iii) the person against whom the order is sought must:  (a) be mixed up in so as to have facilitated the wrongdoing; and (b) be able or likely to be able to provide the information necessary to enable the ultimate wrongdoer to be sued.”

Σε κάθε περίπτωση όπως τονίστηκε τόσο στη Norwich (ανωτέρω) όσο και σε άλλες αποφάσεις που ακολούθησαν, η θεραπεία της αποκάλυψης παρέχεται από το Δίκαιο της Επιείκειας ως ένα όπλο υποβοήθησης ενός διαδίκου σε εκκρεμούσα δικαστική διαδικασία εναντίον προσώπων τα οποία κατέχουν πληροφορίες λόγω της ανάμειξης ή διευκόλυνσης στην τέλεση της παράνομης πράξης έστω και αν τα ίδια δεν έχουν προσωπική ευθύνη.

Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Ashworth Hospital Authority v. M.G.N Ltd (2002) 4 All. E.R 193 ένα διάταγμα για αποκάλυψη μπορεί να εκδοθεί ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία το πρόσωπο εναντίον του οποίου ζητείται η αποκάλυψη είχε αθώα ή χωρίς πρόθεση ανάμειξη στην αδικοπραξία[1].

Είναι νομολογημένο, έχοντας υπόψη ιδιαίτερα τις αγγλικές αποφάσεις, ότι το Δικαστήριο έχει την εξουσία να εκδίδει διατάγματα με σκοπό τον εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων και για το σκοπό αυτό υπάρχει πληθώρα αγγλικών αποφάσεων, μεταξύ των οποίων και η υπόθεση Bankers Trust Co. ν. Shapira & Others (1980) 3 AllE.R. 353.

Επίσης η απόφαση A. v.C. (1981) 1 Q.B. 629 και παραθέτω σχετικό απόσπασμα από την απόφαση A. v. C. (ανωτέρω):

Now these cases provide ample authority that, in an action in which the plaintiff seeks to trace property which in equity belongs to him, the court not only has jurisdiction to grant an injunction restraining the disposal of that property; it may in addition, at the interlocutory stages of the action, make orders designed to ascertain the whereabouts of that property. In particular, it may order a bank (whether or not party to the proceedings) to give discovery of documents in relation to the bank account of a defendant who is alleged to have defrauded the plaintiff of his assets; and it may make orders for interrogatories to be answered by the defendants or their employees or director.”

                            (Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

Στην υπόθεση Bankers Trust (ανωτέρω)λέχθηκαν τα εξής σχετικά από τονΛόρδο Denning στη σελίδα 358:

The plaintiff, who has been defrauded, has a right in equity to follow the money. He is entitled, in Atkin LJ's words, to lift the latch of the banker's door» see BanqueBelge Pour L' Etranger v. Hambrouck [1921] 1 KB 321 at 335.”

Στην Bankers Trust Co. (ανωτέρω) επιπρόσθετα αναφέρθηκαν τα ακόλουθα από τον LordDenning:

This new jurisdiction must, of course, be carefully exercised. It is a strong thing to order a bank to disclose the state of its customer's account and the documents and the correspondence relating to it. It should only be dome when there is a good ground for thinking the money in the bank is the plaintiff's money - as, for instance, when the customer has got the money by fraud - or other wrongdoing - and paid it into his account at the bank.”

Για σκοπούς εξασφάλισης της ενδιάμεσης θεραπείας που επιζητείται θα πρέπει να πληρούνται τόσον οι προϋποθέσεις που τίθενται από το Άρθρο 32 του Ν.14/60 όσο και των προϋποθέσεων που αναγνωρίσθησαν, κυρίως, στην υπόθεση Mitsui & Co.

 

Ύπαρξη Αδικοπραξίας

Μέσω της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία και μαρτυρία αναφορικά με μία τεραστίων διαστάσεων απάτη κατά του Ομίλου εταιρειών Libra Group ο οποίος είναι ένας διεθνής οργανισμός επενδύσεων ο οποίος δραστηριοποιείται ανά το παγκόσμιο στους τομείς της ναυτιλίας, της αεροπλοΐας, των ξενοδοχείων καθώς και σε άλλους επιλεγμένους επενδυτικούς τομείς. Η απάτη αυτή φαίνεται να διενεργήθηκε από τον XXXXX Μπίτζιο, πρώην αξιωματούχο των Αιτητριών, με τη βοήθεια συνεργών οι οποίοι κατονομάζονται και μέσω ενός πλέγματος εταιρειών οι οποίες ενεγράφησαν κατόπιν εντολών του Μπίτζιου. Έσοδα και/ή ποσά τα οποία αποσπάσθηκαν από τον Όμιλο αυτής της ισχυριζόμενης απάτης φαίνεται να κατέληξαν ή διοχετεύτηκαν μέσω τραπεζικών λογαριασμών που ανήκουν σε αυτές τις εταιρείες. Ειδικότερα μέσω της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου τέθηκαν τα εξής:

 

Ο Μπίτζιος, εκμεταλλευόμενος τη σχέση εμπιστοσύνης που είχε με τις Αιτήτριες, φαίνεται να προέβη στις ακόλουθες απατηλές πράξεις:

 

 

Εξαγορά διαφόρων έργων ανανεώσιμων πηγών ενεργείας

 

     i.        Με τη βοήθεια των συνεργών του διευθέτησε όπως ο Όμιλος επενδύσει σε διάφορα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δηλώνοντας στον Όμιλο τίμημα μεγαλύτερο από αυτό που πράγματι άξιζαν και/ή που πράγματι καταβλήθηκε. Στη συνέχεια, έχοντας τον πλήρη έλεγχο τον εταιρειών που χρησιμοποιήθηκαν για τη διενέργεια των σχετικών συναλλαγών (και οι οποίες κατόπιν δικών του προτροπών συστάθηκαν εκτός του Ομίλου) διοχέτευσε προς εταιρείες δικές του ή των συνεργών του τη διαφορά μεταξύ του ποσού που διέθεσε ο Όμιλος για τις συναλλαγές και του ποσού που πράγματι καταβλήθηκε για αυτές[2].

 

Πρόταση για πώληση του ξενοδοχείου Mykonos Grace

 

   ii.        Προσπάθησε αλλά απέτυχε να πωλήσει το ξενοδοχείο Mykonos Grace  το οποίο ανήκε στον Όμιλο προς την Nostira (εταιρεία που ελέγχεται από συνεργούς του) σε πολύ υποτιμημένη αξία.[3]

 

 

 

 

Υπερτιμολόγηση από ανάθεση προς την ανάπτυξη έργων και παροχή υπηρεσιών

 

  iii.        Μεσολάβησε, σε συνομωσία με τον Στασινόπουλο και τον Λαζαράκη, ούτως ώστε να ανατεθούν από τον Όμιλο στην Nostira διάφορα έργα ανάπτυξης ή η παροχή διαφόρων υπηρεσιών σε πολύ υπερτιμημένες τιμές[4].

 

 

Παρουσίαση της Nostira ως «μεσίτρια» σε σχέση με τη συναλλαγή της Fortress

 

  iv.        Εξασφάλισε για την Nostira φερόμενη αμοιβή «μεσολάβησης» για συμφωνία αγοράς έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτό παρά το γεγονός ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε σχετική μεσολάβηση από πλευράς της Nostira[5].

 

Εικονικές Συμφωνίες

 

   v.        Προκάλεσε τον Όμιλο να συνάψει σωρεία συμφωνιών οι οποίες στην πραγματικότητα ήταν εικονικές με σκοπό να κατευθύνει χρήματα του Ομίλου προς εταιρείες δικών του συμφερόντων ή συμφερόντων των συνεργών του. Εταιρείες που προφανώς σχετίζονταν με τον Μπίτζιο και τους συνεργούς του εξέδιδαν τιμολόγια προς εταιρείες του Ομίλου για δήθεν συμβουλευτικές, χρηματοοικονομικές και άλλες υπηρεσίες και οι εταιρείες του Ομίλου, οι οποίες, ως προς θέματα που αφορούσαν έργα και επενδύσεις στην Ελλάδα, ενεργούσαν βάσει εντολών, υποδείξεων και καθοδηγήσεων ελέγχονταν και αυτές  από τον XXXXX Μπίτζιο, προχωρούσαν σε πληρωμή των σχετικών τιμολογίων[6].

 

Αγορά επιπρόσθετων μετοχών από συνεργούς Μπίτζιου αντί αναχρηματοδότηση προηγούμενων προβληματικών δανείων Ομίλου

 

  vi.        Ανέφερε στον Όμιλο ότι στα πλαίσια της επένδυσης σε έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα εξασφαλιζόταν μεγαλύτερο δάνειο από αυτό που απαιτείτο. Αυτό, με σκοπό την αναχρηματοδότηση προβληματικών δανείων που είχε εξασφαλίσει ο Όμιλος στο παρελθόν για να αγοραστούν μετοχές της Τράπεζας Πειραιώς (ήτοι στην ουσία να μεταφερθούν τα δάνεια και οι μετοχές στις νέες εταιρείες). Στην πράξη τα σχετικά ποσά από τα επιπλέον δάνεια χρησιμοποιήθηκαν για να αγοραστούν επιπρόσθετες μετοχές από συνεργούς του και όχι για αναχρηματοδότηση των προηγούμενων προβληματικών δανείων του Ομίλου[7].

 

Οι διάφορες ύποπτες συναλλαγές οδήγησαν την Τράπεζα της Ελλάδας να προβεί σε έρευνα και να εκδώσει επίσημη Έκθεση σε σχέση με το θέμα[8].

 

▬ Η Έκθεση αυτή της Τράπεζας της Ελλάδος εστάλη και στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης. Η εν λόγω Αρχή πραγματοποίησε δική της έρευνα και προχώρησε στην δέσμευση συγκεκριμένων τραπεζικών λογαριασμών[9].

 

▬ Στη συνέχεια και η Εισαγγελία Διαφθοράς της Ελλάδας ξεκίνησε δική της προκαταρκτική εξέταση και στη συνέχεια παρήγγειλε ποινική δίωξη η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη[10].

 

▬ Η ίδια η Καθης η Αίτηση προέβη σε δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών που διαφάνηκε να σχετίζονται με την υπό συζήτηση απάτη.

 

▬ Ο Όμιλος αρχικά αμφισβητούσε το όσα αναφέρονταν στην Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος. Αυτό διότι τον αποκλειστικό έλεγχο της Αιτήτριας 2 τον είχε ο Φ. Μπίτζιος και όλες οι πληροφορίες σε σχέση με τις συναλλαγές της και το βάσιμο των όσων καταγράφονταν στην Έκθεση προέρχονταν από τον ίδιο. Ο ίδιος μάλιστα ήταν αυτός που διόρισε τους δικηγόρους που θα παρουσίαζαν υπεράσπιση εναντίων των καταγγελιών. Παράλληλα, όμως, οι έρευνες που διεξάγονται είχαν εγείρει υποψίες στον Όμιλο ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Ο Όμιλος συνεπώς άρχισε να διεξαγάγει μία μυστική εσωτερική έρευνα η οποία ήταν άγνωστη σχεδόν σε όλους, συμπεριλαμβανομένου του Φ. Μπίτζιου. Από την Έκθεση της Ελλάδος, την Πράξη Δέσμευσης της Αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και από την εσωτερική έρευνα που διεξήγαγε ο Όμιλος ήρθαν στο φως πολλές παρανομίες οι οποίες διεξήχθησαν από τον Φ. Μπίτζιο και τους συνεργούς του εις βάρος του Ομίλου.

 

 ▬ Όπως  φαίνεται να προέκυψε χρησιμοποιήθηκαν οι ακόλουθοι μηχανισμοί από τον Μπίτζιο και τους συνεργούς του στο πλαίσιο της απάτης εναντίον του Ομίλου:

→ Χρήση του πλέγματος των εταιρειών ειδικού σκοπού[11]

→ Απάτες που έγιναν μέσω της Nostira[12]

→ Εικονικές συμφωνίες[13]

▬ Το ακριβές ποσό που απεσπάσθη δεν είναι ξεκάθαρο. Για το θέμα αυτό γίνονται σε διάφορες παραγράφους της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου σχετικές αναφορές. Για παράδειγμα:

 

§  Η Aimeus Ltd, μία από τις εταιρείες που συνεστήθηκαν για υποστηρίξουν τις εξαγορές διαφόρων έργων ανανεώσιμων πηγών ενεργείας, πωλήθηκε στον Όμιλο για ποσό €52.900,000 ενώ η αξία της υπολογίζεται ότι δεν ξεπερνά το ποσό των €7.500.000[14].

§  Οι εικονικές Συμφωνίες Τεκμήρια 48-80 ανέρχονται σε ποσά πολλών εκατομμύριων[15].

§  Οι υπερτιμολογήσεις της Nostira και οι «φουσκωμένες» αμοιβές της.[16]

§  Τα απολεσθέντα έσοδα ενόψει του ότι η αποεπένδυση των έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ήτοι η συναλλαγή με τον Όμιλο Fortress Investment Group, η οποία έγινε έναντι του συνολικού τιμήματος €298.600,000 και παρουσιάσθηκε ως αληθινή ευκαιρία, πιθανολογείται ότι έγινε σε χαμηλότερο τίμημα από αυτό που θα μπορούσε να επιτευχθεί[17].

 

 

Αναγκαιότητα έκδοσης των Αιτουμένων Διαταγμάτων

 

Με βάση τα όσα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου διαφαίνεται ότι οι Αιτήτριες δεν γνωρίζουν:

 

ü  όλες τις εταιρείες που χρησιμοποιήθηκαν για σκοπούς του παράνομου σχεδίου και γενικότερα στην όλη αδικοπραξία και/ή ποια άλλα πρόσωπα φυσικά και νομικά εμπλέκονται σε αυτή

ü  ποιοι είναι οι τελικοί δικαιούχοι όλων αυτών των εταιρειών και

ü  που κατέληξαν και που βρίσκονται σήμερα όλα τα ποσά που αποσπάσθηκαν από αυτούς

 

 

Εμπλοκή της Τράπεζας και δυνατότητα παροχής των αιτουμένων πληροφοριών

 

Με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία στην υπό εξέταση περίπτωση φαίνεται ότι διάφορα πρόσωπα και εταιρείες που εμπλέκονται στην επίδικη αδικοπραξία διατηρούν λογαριασμούς στην Καθ΄ης η Αίτηση. Όσον αφορά την εμπλοκή των εταιρειών αυτή επεξηγείται στην παράγραφο 119 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου. Στην  παράγραφο 120 αναφέρεται ότι κατά το χρόνο σύστασης διαφόρων εκ των εταιρειών που μαζί σχημάτισαν το δίκτυο δια του οποίου ο Μπίτζιος και οι συνεργοί του συντέλεσαν την απάτη εναντίον του Ομίλου, μεσολάβησαν οι δικηγόροι του Ομίλου στην Κύπρο για το άνοιγμα διαφόρων λογαριασμών. Είναι δε για αυτό το λόγο, όπως αναφέρεται, που οι Αιτήτριες γνωρίζουν, μέσω των δικηγόρων τους κκ. Michael Kyprianou & Co LLC, ότι ορισμένες εκ των πιο πάνω εταιρειών άνοιξαν λογαριασμό στην Καθ’ ης η Αίτηση. Βεβαίως η Καθ΄ης η Αίτηση δηλώνει ότι από τις 50 εταιρείες για τις οποίες ζητούνται Διατάγματα μόνο οι 18 εξ αυτών είναι πελάτες της και διατηρούν λογαριασμούς σε αυτή.

 

Ενόψει των πιο πάνω η Καθ’ ης η Αίτηση φαίνεται πως εν αγνοία της και κατά τρόπο αθώο ενεπλάκη στην  επίδικη αδικοπραξία. Παρείχε τραπεζικές υπηρεσίες προς τις πιο πάνω εταιρείες, ή τουλάχιστο σε ορισμένες από αυτές, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για να υπεξαιρεθούν τεράστια χρηματικά ποσά από τον Όμιλο. Ενόψει τούτου η Καθ’ ης η Αίτηση είναι σε θέση και/ή πιθανόν να είναι σε θέση να παράσχει πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να μπορέσει ο Όμιλος να ανιχνεύσει τις ροές των χρημάτων, τις οποιεσδήποτε άλλες εταιρείες που εμπλέκονται στο δίκτυο καθώς και τους τελικούς δικαιούχους των διαφόρων εταιρειών και να μπορέσει να λάβει δικαστικά μέτρα εναντίον των τελικών αδικοπραγούντων.

 

Στην προκειμένη περίπτωση έχει καταδειχθεί:

(α) η διάπραξη ή, τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως, διάπραξη αδικοπραξίας σε βάρος των Αιτητών, ήτοι η διάπραξη απάτης εναντίον του Ομίλου από πρώην αξιωματούχο των Αιτητριών με τη βοήθεια συνεργών και την απόσπαση μεγάλων ποσών

(β) ότι οι Αιτητές χρειάζονται τις αιτούμενες πληροφορίες γιατί χωρίς αυτές δεν θα είναι σε θέση να προωθήσουν δικαστικές διαδικασίες εναντίον των εταιρειών που εμπλέκονται στο δίκτυο δια του οποίου ο Μπίτζιος και οι συνεργοί του συντέλεσαν την απάτη εναντίον του Ομίλου καθώς και των τελικών δικαιούχων των διαφόρων εταιρειών για να ληφθούν δικαστικά μέτρα εναντίον των τελικών αδικοπραγούντων.

(γ) η Τράπεζα είναι σε θέση να προμηθεύσει τους Αιτητές με τις πληροφορίες που ζητούν και οι οποίες είναι αναγκαίες για την προώθηση των πιο πάνω δικαστικών διαβημάτων εναντίον των προσώπων που διέπραξαν σε βάρος τους τις ισχυριζόμενες αδικοπραξίες ενόψει του ότι η Καθ΄ης η Αίτηση είναι το Τραπεζικό ίδρυμα με το οποίο συνεργάζονται εταιρείες που εμπλέκονται στην επίδικη αδικοπραξία.

 

Όσον αφορά τις προϋποθέσεις του Άρθρου 32 είναι αρκετό οι Αιτητές με το υλικό που έθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου να έχουν καταδείξει:

(α) συζητήσιμη υπόθεση που δεν είναι άλλη από τις αδικοπραξίες που, όπως ισχυρίζονται, διαπράχθηκαν σε βάρος τους με αποτέλεσμα την απόσπαση τεράστιων χρηματικών ποσών από τον Όμιλο στον οποίον ανήκουν οι Αιτήτριες,

(β) ότι έχουν ορατή προοπτική να δικαιούνται σε θεραπεία,

(γ) ότι η Τράπεζα είναι σε θέση να δώσει τις αιτούμενες πληροφορίες χωρίς τις οποίες δεν μπορούν οι Αιτητές να προωθήσουν δικαστική διαδικασία και, κατά συνέπεια, θα είναι αδύνατο να αποδοθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.

 

Όσον αφορά το ισοζύγιο της ευχέρειας (balance of convenience) το οποίο έχει στο επίκεντρο του τον κίνδυνο αδικίας που θα προκύψει αν φανεί ότι η απόφαση που δόθηκε στο ενδιάμεσο στάδιο είναι λανθασμένη[18], θεωρώ ότι αυτό κλίνει σαφέστατα υπέρ των Αιτητριών και, συνεπακόλουθα, υπέρ της έκδοσης των αιτουμένων Διαταγμάτων. Δεν μου έχει τεθεί οτιδήποτε απτό από την άλλη πλευρά που να ανατρέπει την δυναμική των θέσεων των Αιτητριών.

 

Πέρα από την πλήρωση των προϋποθέσεων, κρίνεται ότι η έκδοση των αιτουμένων Διαταγμάτων είναι και δίκαιη και πρόσφορη αφού οι αδικοπραγούντες φέρονται να έχουν ενεργήσει εις βάρος των Αιτητών μεθοδευμένα και βάσει ενός περίπλοκου και δαιδαλώδους σχεδίου με αποτέλεσμα να είναι απόλυτα δυσχερής o εντοπισμός φυσικών και νομικών προσώπων που εμπλέκονται στην επίδικη αδικοπραξία και η ιχνηλάτηση των χρημάτων που έχουν αποσπασθεί χωρίς την έκδοση των αιτουμένων Διαταγμάτων.

Ικανοποιούνται, λοιπόν, σωρευτικά όλες οι προϋποθέσεις για έκδοση των αιτουμένων Διαταγμάτων.

 

Τραπεζικό Απόρρητο

 

Ένας από τους λόγους Ένστασης που προβλήθηκε είναι ότι οι Εναγόμενοι/Καθ΄ ων η Αίτηση δεσμεύονται από συμβατική σχέση εμπιστοσύνης και/ή τραπεζικό απόρρητο και ότι η παρούσα Αίτηση δεν εμπίπτει μέσα σε οποιαδήποτε από τις εξαιρέσεις του Άρθρου 29(2) του Ν.66(1)/97.

Το Άρθρο 29(2) του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου έχει ως εξής:

(2) Το εδάφιο (1) δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις όπου-

(α) Ο πελάτης ή οι εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι του παρέχει ή παρέχουν τη γραπτή συγκατάθεση τους για το σκοπό αυτό· ή

(β) ο πελάτης έχει κηρυχτεί σε πτώχευση ή αν ο πελάτης είναι εταιρεία, η εταιρεία ευρίσκεται υπό διάλυση· ή

(γ) έχει εγερθεί δικαστική διαδικασία μεταξύ του ΑΠΙ και του πελάτη ή του εγγυητή του αναφορικά με λογαριασμό του πελάτη· ή

(δ) οι πληροφορίες παρέχονται στην αστυνομία δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε νόμου ή σε δημόσιο λειτουργό που είναι κατάλληλα εξουσιοδοτημένος από το σχετικό Νόμο να λάβει τις πληροφορίες αυτές ή σε δικαστήριο κατά τη δίωξη ή εκδίκαση ποινικού αδικήματος δυνάμει του σχετικού Νόμου· ή

(ε) έχει επιδοθεί στο ΑΠΙ δικαστικό διάταγμα κατάσχεσης χρημάτων που βρίσκονται σε πίστη λογαριασμού πελάτη· ή

(στ) οι πληροφορίες απαιτούνται από συνάδελφο που εργοδοτείται από το ίδιο ΑΠΙ ή τη μητρική του επιχείρηση ή θυγατρική εταιρεία του ΑΠΙ ή της μητρικής του επιχείρησης ή εγκεκριμένο ελεγκτή ή νομικό σύμβουλο του ΑΠΙ, για την εκτέλεση των καθηκόντων τους· ή

(ζ) οι πληροφορίες είναι αναγκαίες για την αξιολόγηση του αξιόχρεου πελατών αναφορικά ή σε σχέση με καλόπιστη (bonafide) εμπορική πράξη ή μέλλουσα εμπορική πράξη εφόσον οι πληροφορίες που απαιτούνται είναι γενικής φύσης και σε καμιά περίπτωση δε σχετίζονται με στοιχεία λογαριασμού συγκεκριμένου πελάτη· ή

i) οι πληροφορίες παρέχονται για σκοπούς τήρησης και λειτουργίας του δυνάμει των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 41 προνοουμένου Κεντρικού Αρχείου Πληροφοριών· ή

ii) οι πληροφορίες παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 74 του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου∙ ή

iii) οι πληροφορίες παρέχονται στον Κεντρικό Φορέα από ΣΠΙ που έχει συνδεθεί με αυτόν δυνάμει του άρθρου 25Α · ή

iv) οι πληροφορίες παρέχονται σε σύστημα ή μηχανισμό ανταλλαγής δεδομένων των πιστωτικών ιδρυμάτων δυνάμει του παρόντος Νόμου και οδηγιών που εκδίδονται με βάση το άρθρο 41(6):

Νοείται ότι, εκτός αν συντρέχει μία ή περισσότερες από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει μέσω συστήματος ή μηχανισμού ανταλλαγής δεδομένων ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο πρόσβαση στις πληροφορίες που παρασχέθηκαν σε σύστημα ή μηχανισμό ανταλλαγής δεδομένων, να παρέχει, κοινοποιεί, αποκαλύπτει ή προς ίδιο όφελος χρησιμοποιεί οποιεσδήποτε πληροφορίες αναφορικά με το λογαριασμό συγκεκριμένου πελάτη πιστωτικού ιδρύματος, είτε ενόσω η εργοδότηση ή η επαγγελματική σχέση, χάρη στην οποία απέκτησε πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές, συνεχίζεται είτε μετά τον τερματισμό της· ή

v)  οι πληροφορίες παρέχονται στην Aρχή Πληροφόρησης ως αυτή ορίζεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 6 του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου, κατ’ εφαρμογή του στοιχείου (α)  της παραγράφου (5) του άρθρου 14 του Κανονισμού (ΕΕ.) αριθ. 655/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαΐου 2014 περί της διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης λογαριασμού προς διευκόλυνση της διασυνοριακής είσπραξης οφειλών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις·

vi) οι πληροφορίες παρέχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 59 του περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου· ή

vii) οι πληροφορίες παρέχονται στο Τμήμα Φορολογίας της Δημοκρατίας, για σκοπούς συμμόρφωσης με τις πρόνοιες πολυκρατικών ή διακρατικών συμφωνιών ή με τις διατάξεις νομοθεσιών· ή

(η) η παροχή των πληροφοριών επιβάλλεται για λόγους δημόσιου συμφέροντος ή είναι αναγκαία για λόγους προστασίας των συμφερόντων του ΑΠΙ·

(θ) χωρίς περιορισμό των λοιπών διατάξεων του παρόντος εδαφίου, η παροχή των πληροφοριών είναι αναγκαία για-

(i) την κατάλληλη αξιολόγηση του ΑΠΙ ή οποιουδήποτε μέρους του ενεργητικού του ΑΠΙ αναφορικά με καλόπιστη (bona fide) εμπορική πράξη ή μέλλουσα εμπορική πράξη-

(Α) για πώληση, είτε με παραχώρηση (“allotment”) είτε αλλιώς, από το ΑΠΙ σε δυνητικό αγοραστή, εκδοθέντος μετοχικού κεφαλαίου του ΑΠΙ που ισούται με τουλάχιστον το ένα εικοστό (1/20) του συνολικού εκδοθέντος μετοχικού κεφαλαίου του ΑΠΙ (υπολογιζόμενου κατά το χρόνο αμέσως μετά την ολοκλήρωση της εν λόγω πώλησης)˙ ή/και

(Β) για πώληση (είτε με εκχώρηση είτε αλλιώς), από το ΑΠΙ σε δυνητικό αγοραστή, οποιουδήποτε μέρους του ενεργητικού του ΑΠΙ˙ ή/και

(Γ) για συνομολόγηση, με το ΑΠΙ, συμφωνίας συμμετοχής όπου τρίτο πρόσωπο (το οποίο για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου θα αναφέρεται εφεξής ως «ο συμμετέχων») αναλαμβάνει μέρος ή το σύνολο των κινδύνων πιστωτικών διευκολύνσεων που παραχωρήθηκαν από το ΑΠΙ (“participation/sub-participation agreement”)˙ ή/και

(Δ) για επιβάρυνση από το ΑΠΙ οποιουδήποτε μέρους του ενεργητικού του ΑΠΙ προς όφελος τρίτου προσώπου (το οποίο για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου θα αναφέρεται εφεξής ως «ο αντισυμβαλλόμενος») ˙ ή/και

(ii) την ανάθεση, από το ΑΠΙ, εργασιών ή/και υπηρεσιών ή/και δραστηριοτήτων σε συνεργάτη, ή/και την αγορά ή/και την απόκτηση από το ΑΠΙ προϊόντων ή/και υπηρεσιών που παρέχονται από συνεργάτη˙ ή/και

(iii) την ολοκλήρωση ή/και εφαρμογή οποιασδήποτε εκ των πράξεων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii), νοουμένου ότι οι πληροφορίες παρέχονται, κοινοποιούνται ή αποκαλύπτονται αποκλειστικά για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου -

(Α) σε δυνητικό ή πραγματικό αγοραστή ή εκδοχέα εκχώρησης ή συμμετέχοντα ή αντισυμβαλλόμενο ή συνεργάτη˙ ή/και

(Β) στη μητρική επιχείρηση οποιουδήποτε εκ των προσώπων που αναφέρονται στο σημείο (Α) της υποπαραγράφου (iii)˙ ή/και

(Γ) στη θυγατρική εταιρεία είτε οποιουδήποτε εκ των προσώπων που αναφέρονται στο σημείο (Α) της υποπαγράφου (iii) είτε της μητρικής του επιχείρησης˙ ή/και

(Δ) σε πρόσωπο που παρέχει διευκολύνσεις σε οποιοδήποτε εκ των προσώπων που αναφέρονται στο σημείο (Α) της υποπαραγράφου (iii) για τους σκοπούς οποιασδήποτε εκ των πράξεων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii)˙ ή/και

(Ε) σε επαγγελματία σύμβουλο ή άλλο συνεργάτη ή/και οποιοδήποτε υπάλληλο, αξιωματούχο, αντιπρόσωπο, διευθυντή, διαχειριστή ή/και εμπιστευματοδόχο οποιουδήποτε εκ των προσώπων που αναφέρονται στο σημείο (Α) της υποπαραγράφου (iii):

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η με οποιοδήποτε τρόπο πρόσβαση και διάθεση πληροφοριών, που αφορούν τραπεζικούς λογαριασμούς φυσικών προσώπων, οι οποίες εμπίπτουν στην έννοια του όρου «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» κατά τα προβλεπόμενα στο Άρθρο 4(1) του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, γίνεται μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω Κανονισμού.

Το Άρθρο αυτό απαγορεύει, πλην συγκεκριμένων περιπτώσεων, σε υπαλλήλους ή εκπροσώπους τραπεζών να παρέχουν ή αποκαλύπτουν οποιεσδήποτε πληροφορίες αναφορικά με το λογαριασμό συγκεκριμένου πελάτη στην Τράπεζα.

Στην προκειμένη περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των αιτουμένων πληροφοριών, στη βάση των όσων οι Αιτήτριες ισχυρίζονται, φαίνεται ότι είναι τέτοια ώστε να εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον που είναι η καταστολή δόλιων ή παράνομων πράξεων και, σε τέτοιες περιπτώσεις, το δημόσιο συμφέρον υπερέχει έναντι της εμπιστευτικής σχέσης τράπεζας-πελάτη.

Η αρχή ότι το δημόσιο συμφέρον υπερέχει έναντι της εμπιστευτικής σχέσης τράπεζας-πελάτη καθιερώθηκε στην υπόθεση Tournier v. National Provincial and Union Bank of England Ltd(1923) All E.R Rep. 550όπου στη σελ. 554 αναφέρονται τα εξής:-

In my opinion it is necessary in a case like the present to direct the jury what are the limits, and what are the qualifications of the contractual duty of secrecy implied in the relation of banker and customer. There appears to be no authority on the point. On principle I think that the qualifications can be classed under four heads: (a) where disclosure is under compulsion by law; (b) where there is a duty to the public to disclose; (c) where the interests of the bank require disclosure; (d) where the disclosure is made by the express or implied consent of the customer.”

Στη σελ. 558 της πιο πάνω απόφασης, συμπεριλαμβάνεται ανάμεσα στις περιπτώσεις που μπορεί να γίνει αποκάλυψη η επιδίωξη σκοπού καταστολής δόλιων πράξεων ή εγκλημάτων ως στοιχείο που συνάδει με το δημόσιο συμφέρον για αποκάλυψη.

 Στην υπόθεση Ι.Β.L. v. Planet (1990) JLR 294 τονίσθηκαν τα εξής σχετικά:

The issue of confidentiality was considered in the Norwich Pharmacal case. The court was entitled to order discovery of documents for the purpose of legal proceedings if the public interest in the administration of justice required it. The court found that in the circumstances of the case the public interest in the confidentiality of the information was outweighed by the interests of justice.

     The court applies the incidental test in the present case. Of course, we have weighed confidentiality in the balance in reaching our decision. But we do not share Mr O’Connell’s fears for the future of the finance industry. Confidentiality depends upon legitimate private business affairs being properly conducted. Here, there is a strong prima facie case to the contrary….”

                              (Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

Στην υπόθεση Norwich (ανωτέρω) τονίστηκε ότι το συμφέρον της δικαιοσύνης ως έκφανση του δημόσιου συμφέροντος υπερτερεί της προστασίας των εμπιστευτικών δεδομένων των αδικοπραγούντων.

Κατ΄ ακολουθία των πιο πάνω η θέση της Τράπεζας ότι δεν μπορεί να δώσει τις ζητούμενες πληροφορίες λόγω τραπεζικού απορρήτου ή λόγω της σχέσης εμπιστευτικότητας με τον πελάτη της δεν ευσταθεί.

 

Πανομοιότυπα Διατάγματα με την Αγωγή

Κατά το στάδιο των αγορεύσεων η πλευρά της Τράπεζας προβλήθηκε η θέση ότι τα αιτούμενα Διατάγματα, όπως είναι διαμορφωμένα, είναι πανομοιότυπα με τις αξιώσεις των Εναγόντων στο οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα με αποτέλεσμα τυχόν έκδοση τους να οδηγήσει  ολόκληρη την Αγωγή σε αποπεράτωση της. 

 

Είναι πράγματι νομολογιακά καθιερωμένο ότι είναι ανεπιθύμητη η έκδοση διαταγμάτων με τα οποία αποφασίζονται τελεσίδικα τα όσα ζητούνται στην αγωγή. Το ανεπιθύμητο, ωστόσο, δεν ισοδυναμεί με απαγόρευση. Η έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος αντίστοιχου με τη θεραπεία που ζητείται με την αγωγή δεν αποκλείεται.

Τέτοιο ζήτημα εγέρθηκε στην υπόθεση Avila Management Services Ltd κ.α. ν. Frantisek Stepanek κ.α. (2012) 1 Α.Α.Δ. 1403 όπου ο Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου Στ. Ναθαναήλ έθεσε τα πλαίσια του όλου ζητήματος ως εξής:

 

«Τέθηκε επίσης ζήτημα ότι δεν ήταν ορθή η χορήγηση των αιτουμένων διαταγμάτων εφόσον μ’ αυτά ουσιαστικά αποφασιζόταν και η ίδια η αγωγή. Δεν χορηγείται με άλλα λόγια η ουσιαστική θεραπεία από το ενδιάμεσο στάδιο με αίτηση για προσωρινό μέτρο (Michael v. Brevinos) (1969) 1 C.L.R 578). Το ανεπιθύμητο όμως δεν εξισούται με απαγόρευση.  Δεν υπάρχει άκαμπτος κανόνας αποκλεισμού της θεραπείας ενδιαμέσως, αν αυτή ορθά και δικαίως ζητείται, επειδή και η αγωγή ουσιαστικά επιδιώκει το ίδιο πράγμα.  Κατ΄ αρχάς η ενδιάμεση θεραπεία παραμένει ενδιάμεση, αναθεωρήσιμη ανα πάσα στιγμή θεωρηθεί ότι οι περιστάσεις έχουν διαφοροποιηθεί προς τροποποίηση ή ακόμη και ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος. Πρόσθετα, ενώ το εκδοθέν διάταγμα παραχωρείται ως λύση επείγουσας και παρεμπίπτουσας μορφής, οι ίδιες οι θεραπείες που ζητούνται με το κλητήριο, εάν επιτύχουν, χορηγούνται τελεσίδικα και στο διηνεκές, (δέστε και Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd – ανωτέρω -).  Εξαρτάται από την κρίση του Δικαστηρίου, αναλόγως των περιστάσεων (Parico Aluminium Designs Ltd v. Muskita Aluminium Co Ltd (2002) 1 Α.Α.Δ 2015).»

 

Λαμβάνοντας υπόψη αφενός μεν το γεγονός ότι οι Αιτητές έθεσαν υπόψη του Δικαστηρίου ικανοποιητικά στοιχεία για διάπραξη εκ πρώτης όψεως αδικοπραξιών και/ή επιλήψιμων και/ή παράνομων πράξεων που είχαν ως συνέπεια την απόσπαση μεγάλων ποσών σε βάρος τους και αφετέρου το γεγονός ότι χωρίς την εξασφάλιση των αιτουμένων πληροφοριών δεν θα είναι σε θέση να εντοπίσουν όλους τους αδικοπραγούντες που ενέχονται και στη συνέχεια να προωθήσουν δικαστικές διαδικασίες και μέτρα με σκοπό τον εντοπισμό των ποσών που έχουν αποσπασθεί από τον Όμιλο, στην προκειμένη περίπτωση η έκδοση των αιτουμένων Διαταγμάτων καθίσταται επιθυμητή.

 

Κατά πόσο υπήρξε υπέρμετρη καθυστέρηση στην καταχώρηση της Αίτησης

 

Αποτέλεσε θέση της Καθ΄ης η Αίτηση ότι η υπό κρίση Αίτηση κατεχωρήθη με υπέρμετρη καθυστέρηση και ότι θα πρέπει να απορριφθεί για αυτό το λόγο. Συγκεκριμένα προβλήθηκε ότι, ενώ οι Αιτήτριες είχαν στην κατοχή τους από το 2017 την επίσημη Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας ημερ. 11/10/17, το πόρισμα Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης εσόδων και Εγκληματικές Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας ημερ. 2/11/17 καθώς και την Πράξη Δέσμευσης ημερ. 3/11/17 της Ελληνικής Αρχής της Νομιμοποίησης εσόδων και Εγκληματικές Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας καθώς και ενδείξεις ότι διενεργείτο από τον Μπίτζιο ένα σχέδιο το οποίο δεν καλυπτόταν από τις οδηγίες των Αιτητριών προς αυτόν, δεν εκκίνησαν νωρίτερα την εσωτερική έρευνα που εν τέλει διενήργησαν το 2019 για να ανακαλύψουν το κατ΄ισχυρισμό δόλιο σχέδιο του Μπίτζιου.

Από την άλλη η πλευρά των Αιτητριών απορρίπτοντας τη θέση αυτή υποστήριξε ότι τα ζητήματα που προέκυψαν από την Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας ημερ. 11/10/2017 ακόμη δεν έχουν διαλευκανθεί και ότι η Έκθεση αποτέλεσε απλώς «το έναυσμα» για τις έρευνες που ακολούθησαν[19]. Όπως δε αναφέρεται στην ένορκη δήλωση Μόρτογλου, η εν λόγω Έκθεση είχε θεωρηθεί από τον Όμιλο των Αιτητριών λανθασμένη στηριζόμενη μέχρι τότε στα όσα ο Μπίτζιος κατ΄εκείνο το στάδιο διεμήνυε στον Όμιλο[20]. Όσον δε αφορά την Πράξη Δέσμευσης της Ελληνικής Αρχής της Νομιμοποίησης εσόδων και Εγκληματικές Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας αναφέρεται ότι, αν και παρείχε στον Όμιλο κάποιες πληροφορίες οι οποίες έφεραν στην επιφάνεια την ύπαρξη μεγάλων ποσών σε λογαριασμούς προσώπων που φαίνεται να σχετίζονταν με τις συναλλαγές, εντούτοις τα πρόσωπα αυτά ουδέποτε είχαν αναφερθεί από τον Μπίτζιο και αυτό οδήγησε στη δημιουργία κάποιων υποψιών. Επισημαίνεται ότι μέχρι το στάδιο εκείνο, ήτοι μετά την έκδοση της Πράξης Δέσμευσης καθώς και την εκκίνηση  προκαταρκτικής εξέτασης από την Εισαγγελία Διαφθοράς, ο Όμιλος, βασιζόμενος στις διαβεβαιώσεις Μπίτζιου, συνέχιζε να τον υποστηρίζει[21]. Παράλληλα, ωστόσο, όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση Μόρτογλου, οι έρευνες που διεξάγονταν είχαν εγείρει υποψίες στον Όμιλο ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και για αυτό ο Όμιλος άρχισε τη διεξαγωγή μιας μυστικής εσωτερικής έρευνας[22]. Όπως δε αναφέρεται σε άλλο σημείο της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου, στο πλαίσιο αυτής της εσωτερικής έρευνας μόλις τον Μάιο του 2019 που εξασφαλίστηκαν τα φύλλα υπολογισμού excel από τον Κυριακίδη, ήτοι τα Τεκμήρια 26-29 αποκαλύφθηκαν πολλές εταιρείες που εμπλέκονταν στην όλη υπόθεση μαζί με τις σχετικές ροές χρημάτων. Εν ολίγοις διαφαίνεται ότι χρειάστηκε περίοδος περίπου δύο ετών μετά την Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας για να αρχίσει να διαφαίνεται μια εικόνα της υπό κρίση περίπτωσης. Δεν είναι, επίσης, άνευ σημασίας και τα όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση Μήτρογλου αναφορικά με τη φύση της παρούσα υπόθεσης και το στάδιο στο οποίο αυτή βρίσκεται σήμερα.

Το περιεχόμενο της παραγράφου 129 είναι σχετικό και έχει ως εξής:

«Είναι ξεκάθαρο, εισηγούμαι, από τα όσα αναφέρω πιο πάνω ότι ο Μπίτζιος και οι συνεργοί του έστησαν και εκτέλεσαν μία εξαιρετικά πολύπλοκη απάτη χρησιμοποιώντας ένα τεράστιο δίκτυο εταιρειών. Ακόμη μέχρι και σήμερα, παρά την ενδελεχή έρευνα που διεξάγει ο Όμιλος, παρά την έρευνα και τα σχετικά ευρήματα που καταγράφονται στην έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος και παρά την πράξη δέσμευσης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, ο Όμιλος δεν έχει καταφέρει να ξετυλίξει το κουβάρι της απάτης που ο Μπίτζιος έχει πλέξει

 

Στη βάση όλων όσων έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου θεωρώ ότι δεν διαπιστώνεται η ύπαρξη καθυστέρησης και δη υπέρμετρης καθυστέρησης στην καταχώρηση της υπό κρίση Αίτησης.

Εν πάση δε περιπτώσει η υπό κρίση Αίτηση, αν και καταχωρήθηκε μονομερώς, ενόψει των οδηγιών του Δικαστηρίου για επίδοση της στην άλλη πλευρά κατέστη στην πραγματικότητα Αίτηση δια κλήσεως οπόταν και η όποια καθυστέρηση στη διεκδίκηση των αιτούμενων θεραπειών και αν υπήρχε δεν θα είχε την ίδια δυναμική που θα υφίστατο στην περίπτωση όπου επιδιώκετο θεραπεία μέσω μονομερούς αίτησης[23].

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα και δεδομένα και καθοδηγούμενη από τις νομικές αρχές που σκιαγραφήθηκαν ανωτέρω, καταλήγω ότι είναι ορθό και δίκαιο όπως τα αιτούμενα Διατάγματα εκδοθούν με μόνη διαφορά ότι ο χρόνος συμμόρφωσης καθορίζεται σε τριάντα (30) εργάσιμες μέρες από την επίδοση των Διαταγμάτων.

Επομένως, εκδίδονται Διατάγματα με το οποίο η Εναγόμενη διατάσσεται να αποκαλύψει ενόρκως και παραδώσει στους Ενάγοντες και/ή στους δικηγόρους των Εναγόντων και στο Δικαστήριο ένορκη δήλωση από διευθυντή και/ή εξουσιοδοτημένο αξιωματούχο και/ή αντιπρόσωπο και/ή υπάλληλο της Εναγόμενης όπως αναφέρεται στα Αιτητικά υπό στοιχεία 1 (α), (β), (γ) και (δ) της υπό κρίση Αίτησης.

Σε ό,τι αφορά τα έξοδα συμμόρφωσης με τα Διατάγματα που έχουν εκδοθεί η υπόθεση Avila Management Services Limited κ.ά v. Frantisek Stepanek κ.ά (2012) 1 Α.Α.Δ. 1403 παρέχει άριστη καθοδήγηση ως ακολούθως:

«[…] Στο Civil Litigation 2006-2007  των Inns of Court School of Law, αναφέρονται τα εξήςστη σελ. 212, παρ. 21.2.8:

 

     A claimant will normally be required to pay the legal costs and any other expenses incurred by a blameless defendant in complying with a Norwich Pharmacal order. It may be possible to recover such costs and expenses from the wrongdoer if liability is eventually established, provided it was foreseeable that the claimant would need to make a Norwich Pharmacal application before bringing the substantive proceedings (Totalise plc v. Motley Fool Ltd (No. 2) The Times, 10 January 2002).»

 

     Σε μετάφραση:

 

     «Θα ζητηθεί κατά κανόνα από τον ενάγοντα να καταβάλει τα δικαστικά και άλλα έξοδα τα οποία θα υποστεί ο αναίτιος εναγόμενος συμμορφούμενος με τη διαταγή Norwich Pharmacal. Πιθανόν να είναι δυνατή η ανάκτηση των δικαστικών και άλλων εξόδων από τον αδικοπραγούντα υπό την προϋπόθεση ότι ήταν προβλεπτό ότι ο ενάγων θα αναγκαζόταν να προωθήσει αίτηση για Norwich Pharmacal προτού εγείρει την ουσιαστική διαδικασία (Totalise plc v. Motley Fool Ltd (No. 2) The Times, 10 Ιανουαρίου 2012).»

 

Η αρχή της επιδίκασης εξόδων υπέρ του εναγομένου στις υποθέσεις τύπου Norwich Pharmacal, ακόμη και της παροχής ασφάλειας για τυχόν έξοδα και απώλειες που θα υποστούν οι εναγόμενοι για την εξασφάλιση των στοιχείων και των πληροφοριών, δεν είναι ασυνήθης. Εφαρμόζεται επίσης, τουλάχιστον σ’ ό,τι αφορά την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα, διοικητικά, δικαστικά και άλλα, που θα υποστούν τρίτα πρόσωπα τα οποία θα πρέπει να συμμορφωθούν με το διάταγμα του Δικαστηρίου και σε υποθέσεις Mareva, όπου συνήθως τράπεζες, ως τρίτα πρόσωπα, πρέπει να ελέγξουν διάφορους λογαριασμούς για να διαπιστώσουν κατά πόσο ο εναγόμενος έχει τραπεζικούς λογαριασμούς στο όνομα του ή σε συνδεδεμένες μ’ αυτόν εταιρείες, στοιχεία τα οποία οφείλουν να παρουσιάσουν στο Δικαστήριό επί ποινή περιφρόνησης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Τέτοιοι όροι είναι συνήθεις και επιβάλλονται από το Δικαστήριο κατά την έκδοση Mareva Injunctions (δέστε  Z. Ltd v.  A-Z  [1982] 1 Q.B. 558). 

 

Η διαταγή εξόδων ως ανωτέρω ενδείκνυται όμως όταν ο εναγόμενος θεωρείται αμέτοχος στις όλες αδικοπραξίες («blameless defendant») και είναι αθώο μέρος.[..]»

 

Κατ΄ακολουθίαν, εκδίδονται Διατάγματα υπό στοιχεία 1 (α), (β) (γ) και (δ) της υπό κρίση Αίτησης υπό τους ακόλουθους όρους:

     i.        Οι Ενάγοντες αναλαμβάνουν όπως καλύψουν την Εναγόμενη για οποιαδήποτε έξοδα αυτοί ήθελαν υποστεί λόγω της συμμόρφωσης τους προς το εν λόγω διάταγμα. Τα έξοδα αυτά θα υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή στη βάση στοιχείων που η Καθ΄ ης η Αίτηση Τράπεζα θα προσκομίσει και τα οποία έξοδα στη συνέχεια θα εγκριθούν από το Δικαστήριο και,

   ii.        Οι Αιτήτριες αναλαμβάνουν να μην χρησιμοποιήσουν τις πληροφορίες και/ή τα έγγραφα που θα αποκαλυφθούν για να εγείρουν οποιαδήποτε διαδικασία (ποινική ή αστική) εναντίον της Τράπεζας, των υπαλλήλων, διευθυντών και αντιπροσώπων της.

 

 iii.        Επίσης το Διάταγμα φίμωσης (Gagging Order) που εκδόθηκε ως η παράγραφος 2 της Αίτησης καθίσταται απόλυτο και θα ισχύει μέχρι την πλήρη συμμόρφωση της Εναγόμενης αναφορικά με τα εκδοθέντα υπό στοιχεία1 (α), (β) (γ) και (δ) Διατάγματα

  iv.        Αναφορικά με τα έξοδα της Αίτησης, έχοντας κατά νου την επιτυχία των Εναγόντων αφενός, αλλά και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες παρουσιάζεται ως διάδικος η Καθ΄ ης η Αίτηση Τράπεζα αφετέρου, ήτοι ενόψει του ότι η Τράπεζα, κατά την άποψη μου, καταχώρησε Ένσταση για να αποφύγει ενδεχόμενες απαιτήσεις εναντίον της εκ μέρους των πελατών της στην περίπτωση που έδιδε τις πληροφορίες χωρίς δικαστικό διάταγμα, κρίνω ότι η ορθότερη διαταγή είναι όπως η κάθε πλευρά επωμισθεί τα έξοδα της.

 

 

(Υπ.) ....................................................

 

 

         Λ. Δημητριάδου - Ανδρέου, Π.Ε.Δ.

 

 

 

 

 

 

Πιστόν αντίγραφο

Πρωτοκολλητή

     /Λ.Δ.



[1]“Held. – (1)  For the purposes of the disclosure jurisdiction, there was no requirement that the person against whom the proceedings had been brought should be an actual wrongdoer who had committed a tort or breached a contract or committed some other civil or criminal wrongful act.  Rather, it was sufficient that he had become involved in the wrongdoing.  If he had become so involved, it did not matter that he was innocent and in ignorance of the wrongdoing by the person whose identity it was hoped to establish.”

 

 

[2] Δέστε παραγράφους 15-27 και 55-68 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[3] Δέστε παραγράφους 71--83 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[4] Δέστε παραγράφους 84--93 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[5] Δέστε παραγράφους 90--100 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[6] Δέστε παραγράφους 101-103 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[7] Δέστε παραγράφους 17 και 18 και 104-110 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[8] Δέστε παραγράφους 28-29 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[9]  Δέστε παράγραφο 34 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[10] Δέστε παραγράφους 38 και 42 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[11] Δέστε παραγράφους 55-68 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[12] Δέστε παραγράφους 69-100  της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[13] Δέστε παραγράφους 101-103 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[14] Δέστε παράγραφο 62 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[15] Δέστε παραγράφους  101-102 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[16] Δέστε παραγράφους  84-89  της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[17] Δέστε παραγράφους  46-51 και 99 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[18] Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Χρίστος Ευστρατίου ν. Dicran Ouzounian and Company Limited, Πολ. Έφεση 292/2010, απόφαση ημερ. 20/1/2014:

«Τέλος, κρίνουμε ότι δεν ευσταθεί και ο τρίτος λόγος έφεσης και σχετικά είναι αρκετό να υπενθυμίσουμε ότι το ισοζύγιο των πιθανών επιπτώσεων (balance of convenience) έχει στο επίκεντρο του τον κίνδυνο αδικίας που θα προκύψει αν φανεί ότι η απόφαση που δόθηκε στο ενδιάμεσο στάδιο είναι λανθασμένη. Ο κίνδυνος αυτός εναποθέτει στο Δικαστήριο το καθήκον όπως, κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας, ισοζυγίζει τα ενώπιον του στοιχεία και υιοθετεί εκείνη την πορεία η οποία φαίνεται να ενέχει τους λιγότερους κίνδυνους αδικίας  (βλ.  Bacardi  CoLtd  vVinco  Ltd  (1996) 1 (B)  Α.Α.Δ.  788η οποία υιοθέτησε τα λεχθέντα από το Δικαστή Hoffman στην  Films Rover International Ltd  vCannon Film Sales Ltd  [1987] 1 W.L.R. 670).»

 

[19] Δέστε παράγραφο 29  της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[20] Δέστε παραγράφους 31-33 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[21] Δέστε παράγραφο 39 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[22] Δέστε παραγράφους 53-54 της ένορκης δήλωσης Μόρτογλου.

[23] Δέστε την απόφαση στην υπόθεση υπ.αρ. 4935/2013 ημερ. 11/3/2014 του Ε.Δ. Λεμεσού, Οντόνι  v. Nomatov Investments Ltd (η οποία δόθηκε από την έντιμη Δικαστή Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου (Π.Ε.Δ. ως ήταν τότε) και στην οποία με παρέπεμψε ο κ. Κυπριανού στην οποία λέχθηκαν τα εξής σχετικά:

 

«Η καθυστέρηση στη διεκδίκηση έχει πάντα την σημασία της και σίγουρα έχει άλλη ισχυρότερη σαφώς δυναμική όταν επιδιώκεται θεραπεία με ex-parte αίτηση». 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο