ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, Α.Ε.Δ.
Αρ. Γενικής αίτησης: 350/20
Αίτηση, ημερ. 14.4.22, για ακύρωση μεταβιβάσεων
Αναφορικά με τον Κανονισμό (ΕΚ) 44/01 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
- και -
Αναφορικά με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (Τμήμα 14ο) στην υπόθεση με αρ. 5414/17, ημερ. 30.11.17
Μεταξύ:
Ιωάννης Τζέγκα
Αιτητής
- και -
1. Χριστόδουλος Έλληνας
2. Φίλιππος Λάρκος
3. Νεόφυτος Νεοφύτου
4. Ιωάννης Πίτσιλλος
5. SFS GROUP PUBLIC COMPANY LTD
6. SHARELINK SECURITIES AND FINANCIAL SERVICES LTD
Καθ’ ων η αίτηση
----------------------------------
Ημερομηνία: 17 Οκτωβρίου, 2024
Εμφανίσεις:
Για αιτητή: κα Ν. Πελεκάνου
Για καθ’ ων η αίτηση 2, 4 και 5: κα Μ. Σιαμμούτη
Για Roccastrada Holdings Ltd - ενδιαφερόμενο μέρος (ΕΜ1): κ. Α. Πετρίδης
Για Ξ. Λάρκου - ενδιαφερόμενο μέρος (ΕΜ2): καμία εμφάνιση
Για Στ. Πίτσιλλου - ενδιαφερόμενο μέρος (ΕΜ3): καμία εμφάνιση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής ζητά να ακυρωθούν μεταβιβάσεις ακινήτων από την καθ’ ης η αίτηση 5 στο ΕΜ1 (αιτητικό Α), από τον καθ’ ου η αίτηση 2 στο ΕΜ2 (αιτητικό Β) και από τον καθ’ ου η αίτηση 4 στο ΕΜ3 (αιτητικό Δ).
Οι καθ’ ων η αίτηση 2, 4 και 5 ενίστανται. Η εταιρεία ΕΜ1 ενίσταται.
Τα ΕΜ2 και ΕΜ3 δεν εμφανίστηκαν.
Η ακροαματική διαδικασία διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων. Τα ουσιώδη γεγονότα δεν αμφισβητήθηκαν. Επίκεντρο της αντιδικίας μεταξύ των μερών ήταν κατά πόσον αποδείχθηκε ότι οι μεταβιβάσεις ήταν δόλιες. Η μαρτυρία λήφθηκε υπόψη στην ολότητά της, έστω κι αν δεν γίνεται ρητή αναφορά στο κείμενο της απόφασης. Μπορεί να συνοψισθεί ως εξής:
Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση εκ μέρους του αιτητή. Το 2005 ηγέρθη αγωγή στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών από τον αιτητή και άλλους ενάγοντες εναντίον 16 προσώπων, ανάμεσά τους οι καθ’ ων η αίτηση. Οι τελευταίοι εκπροσωπούνταν από δικηγόρο. Η αγωγή έγινε μερικώς αποδεκτή. Τον Δεκέμβριο 2014 η απόφαση εφεσιβλήθηκε. Στις 30.11.17 το Εφετείο Αθηνών επιδίκασε υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση το ποσό των €50.000, πλέον τόκο. Στις 27.11.20 το Ε.Δ. Λευκωσίας εξέδωσε Διάταγμα με το οποίο αναγνώρισε ως εκτελεστή την απόφαση (Τεκμήριο Α). Το Διάταγμα επιδόθηκε στους καθ’ ων η αίτηση 2 και 5 στις 16.4.21 και στον καθ’ ου η αίτηση 4 στις 12.5.21. Καταχωρήθηκε αίτηση στον Άρειο Πάγο για αναίρεση της απόφασης του Εφετείου Αθηνών. Στις 31.5.21 οι καθ’ ων η αίτηση καταχώρισαν αίτηση για παραμερισμό του Διατάγματος του Ε.Δ. Λευκωσίας (η οποία εν τέλει αποσύρθηκε). Στις 13.7.21 δημοσιεύτηκε η απόφαση του Αρείου Πάγου με την οποία η αίτηση αναίρεσης απορρίφθηκε (Τεκμήριο Γ). Οι καθ’ ων η αίτηση σε όλες τις διαδικασίες εκπροσωπούνταν από δικηγόρο. Μέχρι σήμερα ουδέν ποσό πλήρωσαν έναντι του εξ αποφάσεως χρέους τους.
Με βάση τα Πιστοποιητικά Έρευνας του Κτηματολογίου (Τεκμήριο Δ):
Το 2012 ο καθ’ ου η αίτηση 2 μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς στον πατέρα του (ΕΜ2) ένα χωράφι στη Λάρνακα (αιτητικό Β).
Στις 31.7.18 ο καθ’ ου η αίτηση 4 μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς στον πατέρα του (ΕΜ3) τρία χωράφια στη Λάρνακα (αιτητικό Δ).
Στις 18.6.21 η καθ’ ης η αίτηση 5 μεταβίβασε δυνάμει πώλησης σε εταιρεία (ΕΜ1) εφτά γραφεία στη Λευκωσία (αιτητικό Α). Η καθ’ ης η αίτηση 5 και η εταιρεία, αναφέρει ο αιτητής, έχουν ίδιους διευθυντές, ένας εκ των οποίων είναι ο καθ’ ου η αίτηση 2, ίδιο γραμματέα και ίδιο εγγεγραμμένο γραφείο (Τεκμήριο Ε).
Η ένσταση των καθ’ ων η αίτηση 2, 4 και 5 περιέχει 27 λόγους ένστασης.
Ο καθ’ ου η αίτηση 2 στην ένορκη δήλωσή του αναφέρει ότι το 2012 μεταβίβασε το χωράφι (αιτητικό Β) στον πατέρα του (ΕΜ2) επειδή ο τελευταίος το έγραψε στο όνομά του εν αγνοία του. Μόλις το έμαθε, το επέστρεψε στον πατέρα του.
Ο καθ’ ου η αίτηση 4 στην ένορκη δήλωσή του αναφέρει ότι απέκτησε τα χωράφια (αιτητικό Δ) ως δωρεά από τον πατέρα του (ΕΜ3). Τον Ιούλιο 2018, μετά από έντονο καυγά επειδή τα παραμελούσε, αποφάσισε να του τα επιστρέψει.
Η καθ’ ης η αίτηση 5 στην ένορκη δήλωσή της αναφέρει ότι πούλησε τα γραφεία (αιτητικό Α) στην εταιρεία White Knight Properties Ltd το 2003. Το 2007 ή το 2008 η εταιρεία White Knight Properties Ltd έγινε θυγατρική της καθ’ ης η αίτηση 5 με ποσοστό 100%. Η καθ’ ης η αίτηση 5 «πήρε τα ακίνητα από τις θυγατρικές της» για να ξοφλήσει τους πιστωτές της. «Λόγω του ότι οι τίτλοι για τα συγκεκριμένα ακίνητα είχαν εκ παραδρομής παραμείνει στην καθ’ ης η αίτηση», στις 6.11.19 «έγινε αγοραπωλητήριο [μεταξύ της καθ’ ης η αίτηση 5 ως πωλητή και της εταιρείας ΕΜ1 ως αγοραστή] για εξόφληση άλλων οφειλών της καθ’ ης η αίτηση 5» (Τεκμήριο 10). Στις 19.12.19 η καθ’ ης η αίτηση 5 έγινε μέτοχος της εταιρείας ΕΜ1 κατά 40%, ποσοστό το οποίο κατείχε και όταν έγινε η μεταβίβαση. «Αρχές του 2021» δόθηκαν οδηγίες για να μεταβιβαστούν τα γραφεία στο όνομα της εταιρείας ΕΜ1 και «απλά (sic) η ολοκλήρωση της μεταβίβασης πρέπει να έγινε στις 18.6.21». Η μεταβίβαση έγινε, λέει, «για να διορθωθεί η μη μεταβίβασή τους από το 2003».
Η ένσταση της εταιρείας ΕΜ1 περιέχει 10 λόγους ένστασης. Στην ένορκη δήλωσή της αναφέρει ότι συμφωνεί με τα όσα αναφέρει η καθ’ ης η αίτηση 5 στη δική της ένορκη δήλωση. Αγόρασε τα γραφεία από την καθ’ ης η αίτηση 5, η οποία της τα μεταβίβασε στις 18.6.21. Πλήρωσε στο Κτηματολόγιο μεταβιβαστικά τέλη. Είναι, λέει, καλόπιστος τρίτος αγοραστής. Είναι ξεκάθαρο, λέει, ότι το 2003 τα γραφεία δεν ανήκαν στην καθ’ ης η αίτηση 5, αλλά στην εταιρεία White Knight Properties Ltd. Αν η αίτηση εγκριθεί, προσθέτει, θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά αφού θα απωλέσει τα ακίνητα που αγόρασε από την καθ’ ης η αίτηση 5.
Οι συνήγοροι αγόρευσαν γραπτώς, υποστηρίζοντας τις θέσεις τους. Έλαβα υπόψη μου όλα όσα ανέφεραν. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται όπου κρίνεται σκόπιμο.
Η αίτηση βασίζεται στον περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο, Κεφ. 62 και στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 6.
Οι αρχές έχουν αποκρυσταλλωθεί μέσα από την πλούσια νομολογία (Καή v. Γεώργιος Κωνσταντινίδης Ακίνητα Λτδ, Πολιτική Έφεση 174/18, ημερ. 31.5.24, Καλέζα v. Ιωάννου, Πολιτική Έφεση 65/18, ημερ. 30.5.24, Καρυδά κ.ά. v. Λυκούργου, Πολιτική Έφεση 182/18, ημερ. 17.5.24, ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. Λτδ κ.ά. v. Lakis Georgiou Construction Ltd, Πολιτική Έφεση 214/12, ημερ. 28.9.18), ECLI:CY:AD:2018:A422.
Η υποχρέωση ενός εξ αποφάσεως οφειλέτη να εξοφλήσει το χρέος του, δεν υφίσταται μόνο έναντι του εξ αποφάσεως πιστωτή αλλά και έναντι της έννομης τάξης καθότι «η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων αφορά καίρια την απονομή της δικαιοσύνης και άπτεται του κύρους και της αποτελεσματικότητας των δικαστικών διαδικασιών» (Λαούρη κ.ά. v. Themis Portfolio Management Holdings Limited, Πολιτική Έφεση E167/17, ημερ. 17.6.24).
Το Κεφ. 62 προνοεί ότι κάθε δωρεά ή πώληση ακίνητης περιουσίας που γίνεται από πρόσωπο με πρόθεση να παρεμποδίσει τους πιστωτές του να ανακτήσουν το χρέος του, θεωρείται ότι είναι δόλια και άκυρη (άρθρο 3(1)). Όταν η μεταβίβαση έγινε χωρίς χρηματικό αντάλλαγμα σε γονέα, σύζυγο, παιδί ή αδελφό του δικαιοπάροχου, το βάρος απόδειξης ότι η μεταβίβαση έγινε με καλή πίστη και χωρίς πρόθεση να παρεμποδίσει τους πιστωτές του, έχει ο δικαιοπάροχος και το πρόσωπο στο οποίο έγινε η μεταβίβαση (άρθρο 3(2)). Όταν η μεταβίβαση έγινε με αντάλλαγμα χρημάτων, η πώληση δεν θα είναι ακυρώσιμη, εκτός αν ο αγοραστής φανεί ότι έχει αποδεχθεί εν γνώσει του ότι η πώληση έγινε από τον πωλητή με πρόθεση να καταδολιεύσει τους πιστωτές του (άρθρο 3(3)). Η μεταβίβαση μπορεί να έγινε πριν από ή μετά την έναρξη της διαδικασίας στην οποία αποδείχθηκε το εξ αποφάσεως χρέος (άρθρο 4). Η αίτηση του εξ αποφάσεως πιστωτή γίνεται στην εν λόγω διαδικασία και στο Δικαστήριο ενώπιον του οποίου η διαδικασία έχει ακουστεί (άρθρο 4).
Το Κεφ. 6 προνοεί ότι η μεταβίβαση περιουσίας του εξ αποφάσεως οφειλέτη προς όφελος τρίτου, η οποία γίνεται με σκοπό την παρεμπόδιση ικανοποίησης του εξ αποφάσεως χρέους, είναι δόλια (άρθρο 91Α(1)). Τεκμαίρεται, μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο, ότι έγινε με σκοπό την καταδολίευση του εξ αποφάσεως πιστωτή, ασχέτως αν έγινε πριν ή μετά την καταχώριση της διαδικασίας στην οποία εκδόθηκε απόφαση (άρθρο 91Α(2)). Τέτοια μεταβίβαση δύναται να κηρυχθεί άκυρη, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα οποιουδήποτε καλόπιστου τρίτου (άρθρο 91Γ(1)). Το Δικαστήριο δύναται, μαζί με το ακυρωτικό Διάταγμα, να διατάξει όπως τα ακίνητα κατασχεθούν και πουληθούν προς ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους (άρθρο 91Γ(2)(α)).
Το βάρος απόδειξης είναι στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων (Καή (ανωτέρω)).
Πρωτίστως, ως θέμα λογικής προτεραιότητας, κρίνω σκόπιμο να εξετάσω κάποιες από τις εισηγήσεις των καθ’ ων η αίτηση και του ΕΜ1:
Παραπονούνται επειδή δεν προσκομίστηκε προφορική μαρτυρία. Υπήρχε, λένε, με βάση την Αργυρού κ.ά. v. Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως Λτδ (2008) 1 Α.Α.Δ. 1255, «αναπόδραστη ανάγκη προσκόμισης προφορικής μαρτυρίας». Τέτοια ανελαστική αρχή, με κάθε σεβασμό, δεν εντοπίζεται εκεί. Αντίθετα, στην πρόσφατη Καρυδά (ανωτέρω), τονίστηκε ότι «ο πρωτογενής χαρακτήρας της διαδικασίας δυνάμει του Κεφ. 62 δεν αναιρεί την ευρεία διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου να καθορίζει την ενώπιον του διαδικασία με απώτερο σκοπό την ορθή απονομή της δικαιοσύνης». Εδώ, τα μέρη επέλεξαν να καταχωρίσουν με την αίτηση ή την ένστασή τους αντίστοιχα, ένορκη δήλωση. Ουδείς ζήτησε να προσκομίσει προφορική μαρτυρία ή να αντεξετάσει. Εξάλλου, δεν εξειδικεύεται ποια δικαιώματα και με ποιο τρόπο επηρεάστηκαν από τη μη προσκόμιση προφορικής μαρτυρίας.
Παραπονούνται επίσης ότι ο ενόρκως δηλών εκ μέρους του αιτητή είναι, χωρίς ικανοποιητικό λόγο, δικηγόρος και ότι δεν μπορεί να ορκιστεί θετικά ώστε να αποδειχθεί δόλος. Κατά κανόνα, ένορκη δήλωση από δικηγόρο επιτρέπεται «όταν δοθεί ή συνάγεται λογική εξήγηση για το γεγονός τούτο, όπως για παράδειγμα όταν ο πελάτης βρίσκεται στο εξωτερικό» (Tsentas Developers Ltd κ.ά. v. Μιχαηλίδης, Πολιτική Έφεση 101/18, ημερ. 23.4.24). Ο ενόρκως δηλών επεξηγεί ότι αιτητής διαμένει μόνιμα στην Ελλάδα και, λόγω της πανδημίας Covid-19, δεν μπορούσε να ταξιδέψει στην Κύπρο. Αποκαλύπτει την πηγή της πληροφόρησής του και επισυνάπτει τεκμήρια. Τα ουσιώδη γεγονότα, ήτοι οι δικαστικές διαδικασίες και οι μεταβιβάσεις, αποτελούν κοινό έδαφος. Εξάλλου, κατά πόσον οι μεταβιβάσεις είναι δόλιες, αποτελεί το έσχατο συμπέρασμα το οποίο θα αποφασιστεί από το Δικαστήριο με βάση τα γεγονότα, και όχι με βάση τον ισχυρισμό καθαυτό (από οποιοδήποτε) ότι οι μεταβιβάσεις είναι δόλιες.
Προχωρώ να εξετάσω την ουσία της αίτησης.
Ο αιτητής είναι εξ αποφάσεως πιστωτής και οι καθ’ ων η αίτηση είναι εξ αποφάσεως οφειλέτες βάσει του Διατάγματος, ημερ. 27.11.20, του Ε.Δ. Λευκωσίας. Η αίτηση (ορθώς) έγινε στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας στην οποία εκδόθηκε το Διάταγμα, ως προβλέπεται στο άρθρο 4, Κεφ. 62.
Αρχίζοντας από το αιτητικό Β (δωρεά από τον καθ’ ου η αίτηση 2 στο ΕΜ2), η επίδοση της αίτησης είναι αναγκαία σε όλα τα επηρεαζόμενα πρόσωπα (Καρυδά (ανωτέρω), Ιωάννου v. Γενικός Εισαγγελέας, Πολιτική Έφεση 26/21, ημερ. 28.2.24). Εδώ, η αίτηση δεν επιδόθηκε στο ΕΜ2, «ως πρόσωπο του οποίου τα δικαιώματα ευθέως τίθενται υπό συζήτηση» (Χριστοφόρου v. Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Ακακίου (2008) 1 Α.Α.Δ. 708). Το αιτητικό, επομένως, υπόκειται σε απόρριψη.
Στρεφόμενος στο αιτητικό Δ (δωρεά από τον καθ’ ου η αίτηση 4 στο ΕΜ3), κατά το χρόνο μεταβίβασης (31.7.18) το Διάταγμα του Ε.Δ. Λευκωσίας δεν είχε ακόμη εκδοθεί. Η μεταβίβαση μπορεί να ακυρωθεί, είτε έγινε πριν είτε μετά την έναρξη της διαδικασίας στην οποία αποφασίστηκε το εξ αποφάσεως χρέος (άρθρο 4, Κεφ. 62 και άρθρο 91Α(2), Κεφ. 6, Γιαννίτσαρος κ.ά. v. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολιτική Έφεση Ε151/15, ημερ. 9.5.23). Στον όρο «πιστωτής» περιλαμβάνονται, εκτός από εξ αποφάσεως πιστωτές, και «πρόσωπα που αντικειμενικά ορωμένων των πραγμάτων, ο χρεώστης μπορεί να αντιληφθεί ότι οφείλει ή δυνατόν να οφείλει ενδεχόμενο χρέος» (Λαούρη (ανωτέρω)). Εδώ, κατά το χρόνο της μεταβίβασης είχε ήδη εκδοθεί η απόφαση του Εφετείου Αθηνών (30.11.17), η οποία ήταν σε γνώση του καθ’ ου η αίτηση 4. Ο αιτητής, επομένως, ήταν πιστωτής εν τη εννοία του νόμου.
Παρενθετικά σημειώνω ότι το ΕΜ3 δεν εμφανίστηκε μέχρι σήμερα στη διαδικασία, αν και ειδοποιήθηκε δεόντως. Η ένορκη δήλωση του επιδότη, σύμφωνα με την οποία η αίτηση του επιδόθηκε προσωπικά στις 17.5.23, βρίσκεται στον φάκελο.
Οι μεταβιβάσεις έγιναν δυνάμει δωρεάς στον πατέρα του καθ’ ου η αίτηση 4. Τεκμαίρεται ότι ήταν δόλιες (άρθρο 3(2), Κεφ. 62 και άρθρο 91Α(2), Κεφ. 6).
Το βάρος απόδειξης είναι στους ώμους των καθ’ ων η αίτηση να αποδείξουν ότι έγιναν με καλή πίστη (Ζίττη κ.ά. ν. Φθαρτεμπορική Α/φοί Α. Κατσαρής Π. Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε92/14, ημερ. 16.7.19), ECLI:CY:AD:2019:A308. Στην Καή (ανωτέρω) τονίστηκε ότι «η πεμπτουσία του πράγματος είναι ο πιστωτής, να υπήρχε στη σκέψη του δικαιοπάροχου την ώρα της μεταβίβασης, όχι κατ’ ανάγκη του δικαιοδόχου». Στη Ζίττη (ανωτέρω) τονίστηκε ότι για να διαπιστωθεί αν η μεταβίβαση έγινε δόλια «η πρόθεση που ο μεταβιβάζων είχε, κατά το χρόνο της μεταβίβασης, αποτελεί το ουσιώδες».
Ο καθ’ ου η αίτηση 4 αναφέρει στην ένορκη δήλωσή του ότι αποφάσισε να μεταβιβάσει τα χωράφια στον πατέρα του το 2018 μετά από ένα έντονο καυγά που είχαν λόγω του ότι τα παραμελούσε. Είχαν αρχικά μεταβιβαστεί στον ίδιο από τον πατέρα του με σκοπό να γίνει γεωργός, όμως ουδέποτε έγινε. Είναι σαφές ότι η μεταβίβαση έγινε λίγους μήνες μετά την έκδοση της απόφασης του Εφετείου Αθηνών, διαδικασία η οποία ήταν σε γνώση του καθ’ ου η αίτηση 4. Πέραν τούτου, οι ισχυρισμοί του για τους λόγους που αποφάσισε τη δεδομένη στιγμή να μεταβιβάσει τα χωράφια κρίνεται γενική και αόριστη. Δεν αναφέρει πότε αποφάσισε ότι δεν θα γίνει γεωργός και από πότε τα παραμελούσε ώστε να εξεταστεί η χρονική εγγύτητα των λόγων που επικαλείται με την απόφασή του να τα μεταβιβάσει. Εξάλλου, με βάση το Πιστοποιητικό Έρευνας του Κτηματολογίου (Τεκμήριο Ε στην αίτηση), τα χωράφια είχαν αρχικά μεταβιβαστεί στον ίδιο από το 2001 και το 2003. Δεν επεξηγεί για ποιο λόγο περίμενε 15 και πλέον χρόνια για να τα μεταβιβάσει. Μέχρι σήμερα ουδέν ποσό πλήρωσε έναντι του χρέους του. Το βάρος απόδειξης ότι οι μεταβιβάσεις έγιναν με καλή πίστη, υπό τις περιστάσεις, δεν έχει αποσεισθεί. Το τεκμήριο ότι ήταν δόλιες, με βάση τη μαρτυρία στο σύνολό της, δεν έχει ανατραπεί.
Εξετάζοντας το αιτητικό Α (μεταβίβαση από της καθ’ ης η αίτηση 5 στο ΕΜ1), κατά το χρόνο μεταβίβασης (18.6.21) το Διάταγμα του Ε.Δ. Λευκωσίας είχε ήδη επιδοθεί στην καθ’ ης η αίτηση 5 (16.4.21). Ο αιτητής ήταν πιστωτής.
Το Κεφ. 62, επειδή οι μεταβιβάσεις έγιναν δυνάμει πώλησης, εναποθέτει το βάρος απόδειξης ότι μεταβιβάστηκαν δολίως στους ώμους του αιτητή.
Η καθ’ ης η αίτηση 5 υπέγραψε το πωλητήριο έγγραφο (6.11.19), δύο χρόνια μετά την έκδοση από το Εφετείο της απόφασης εναντίον του και ενώ ήταν σε εξέλιξη οι δικαστικές διαδικασίες. Μεταβίβασε τα γραφεία (18.6.21) στην εταιρεία ΕΜ1 δύο μήνες μετά που της επιδόθηκε (16.4.21) το Διάταγμα του Ε.Δ. Λευκωσίας και λίγες μέρες μετά που είχε καταχωρίσει αίτηση (31.5.21) για παραμερισμό του Διατάγματος. Η χρονική εγγύτητα δεν μπορεί να αγνοηθεί (Γιαννίτσαρος (ανωτέρω)). Θέση της ήταν ότι «εάν είχε σκοπό με δόλιο τρόπο να αποξενώσει την περιουσία της αυτό θα το έκανε το 2017 όταν εκδόθηκε η απόφαση του Εφετείου και όχι 4 χρόνια μετά». Με κάθε σεβασμό, όπως λέχθηκε στη ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. Λτδ (ανωτέρω) όπου προβλήθηκε ίδιο επιχείρημα, «κάτι τέτοιο παραμένει στη σφαίρα της θεωρίας, εφόσον ουδέποτε έγινε».
Η καθ’ ης η αίτηση 5 ισχυρίζεται ότι «πραγματικός ιδιοκτήτης» των γραφείων ήταν η εταιρεία White Knight Properties Ltd στην οποία είχαν πωληθεί το 2003. Ό,τι προσκομίστηκε είναι ετήσιες εκθέσεις, φορολογικές δηλώσεις, φυλλάδιο εργασίας (spreadsheet) και ενοικιαστήρια έγγραφα (Τεκμήρια 1-9 και 11)). Ο ισχυρισμός αυτός είναι αντίθετος με το περιεχόμενο του πωλητηρίου εγγράφου, ημερ. 6.11.19, μεταξύ της καθ’ ης η αίτηση 5 και της εταιρείας ΕΜ1, όπου η πρώτη, ως πωλητής των γραφείων, «βεβαιώνει ότι…είναι ο νόμιμος ιδιοκτήτης των ακινήτων». Ουδεμία αναφορά γίνεται στην εταιρεία White Knight Properties Ltd.
Μελετώντας το Πιστοποιητικό Έρευνας του Κτηματολογίου (Τεκμήριο Δ στην αίτηση), προκύπτει ότι τα γραφεία ενεγράφησαν στο όνομα της καθ’ ης η αίτηση 5 τον Μάρτιο 2008. Ουδεμία επεξήγηση δίδεται για ποιο λόγο τα γραφεία, τα οποία η καθ’ ης η αίτηση 5 ισχυρίζεται ότι πούλησε σε άλλη εταιρεία το 2003, φαίνεται να έχουν εγγραφεί στο όνομά της 5 χρόνια μετά. Θέση της ήταν ότι δεν μεταβιβάστηκαν
«εκ παραδρομής». Πρόκειται για γενικό και αόριστο ισχυρισμό. Ομοίως, αόριστος και γενικός κρίνεται ο ισχυρισμός της ότι «λόγω του ότι οι τίτλοι για τα συγκεκριμένα ακίνητα είχαν εκ παραδρομής παραμείνει στην καθ’ ης η αίτηση 5 το 2019 έγινε αγοραπωλητήριο για εξόφληση άλλων οφειλών της καθ’ ης η αίτηση 5».
Η καθ’ ης η αίτηση 5 αναφέρει ότι το 2007 ή 2008 η εταιρεία στην οποία είχε πουλήσει τα γραφεία το 2003, έγινε θυγατρική της με ποσοστό 100% και (η καθ’ ης η αίτηση 5) «πήρε» τα ακίνητα για να ξοφλήσει τους πιστωτές της. Δεν επεξηγείται τι εννοείται με τη φράση «πήρε τα ακίνητα», για παράδειγμα αν μεταβιβάστηκαν στο Κτηματολόγιο καταβάλλοντας τυχόν μεταβιβαστικά τέλη. Μια εταιρεία είναι ξεχωριστή νομική οντότητα, ακόμη κι αν υφίσταται σχέση μητρικής και θυγατρικής εταιρείας (Διακουρτή v. B2Capital Cyprus Ltd, Πολιτική Έφεση 174/15, ημερ. 10.4.24).
Πέραν τούτων, από τα αρχεία του Εφόρου Εταιρειών (Τεκμήριο Ε) προκύπτει ότι η καθ’ ης η αίτηση 5 και η εταιρεία ΕΜ1 έχουν δύο ίδιους διευθυντές, ίδιο γραμματέα και ίδιο εγγεγραμμένο γραφείο. Το περιεχόμενο του τεκμηρίου, όχι μόνο δεν έχει αμφισβητηθεί, αλλά αντίθετα, η καθ’ ης η αίτηση 5 αναφέρει στην ένορκη δήλωσή της ότι οι δύο εταιρείες συνδέονται και μετοχικά επεξηγώντας ότι λίγες μέρες μετά την υπογραφή του πωλητήριου εγγράφου, η καθ’ ης η αίτηση 5 έγινε μέτοχος της εταιρείας ΕΜ1 κατά 40%. Επαναλαμβάνω ότι, σύμφωνα με την καθ’ ης αίτηση 5, η εταιρεία στην οποία το 2003 πούλησε τα ακίνητα, έγινε θυγατρική της με ποσοστό 100% το 2007 ή 2008. Προκύπτει, συνεπώς, διασύνδεση των εταιρειών μεταξύ τους, είτε μετοχικά είτε μέσω των (κοινών) αξιωματούχων τους.
Τα στοιχεία αυτά, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η καθ’ ης η αίτηση 5 ουδέν ποσό πλήρωσε έναντι του χρέους της, θεωρώ ότι επαρκούν για να καταδείξουν στον αναγκαίο βαθμό ότι οι μεταβιβάσεις ήταν δόλιες. Τόσο η πρόθεση όσο και η γνώση των εμπλεκόμενων συνάγονται από τα γεγονότα και μόνο (άρθρο 3, Κεφ. 62, Λεβέντη κ.ά. v. Alpha Bank Cyprus Ltd, Πολιτική Έφεση 253/14, ημερ. 5.12.22, ECLI:CY:AD:2022:A475, ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. Λτδ (ανωτέρω)). Συνάγεται, επίσης, ότι η εταιρεία ΕΜ1 δεν ήταν καλόπιστος τρίτος αγοραστής, ως ισχυρίζεται. Ο αιτητής, με βάση τη μαρτυρία στο σύνολό της, απέσεισε το βάρος απόδειξης με βάση το Κεφ. 62 ότι οι μεταβιβάσεις των γραφείων ήταν δόλιες.
Ανεξαρτήτως της κατάληξης αυτής, το Κεφ. 6 δημιουργεί τεκμήριο ότι οι μεταβιβάσεις των γραφείων έγιναν με σκοπό την καταδολίευση (άρθρο 91Α(2)). Επαναλαμβάνω τα όσα έχω αναφέρει πιο πάνω κατά την εξέταση των μεταβιβάσεων των γραφείων υπό το φως των προνοιών του Κεφ. 62. Για τους ίδιους λόγους, θεωρώ ότι το (μαχητό) τεκμήριο δεν έχει ανατραπεί.
Εν ολίγοις, τόσο με βάση το Κεφ. 62 όσο και το Κεφ. 6, αποδεικνύεται στον αναγκαίο βαθμό ότι οι μεταβιβάσεις των ακινήτων ως τα αιτητικά Α και Δ ήταν δόλιες.
Εξετάζοντας τους λοιπούς λόγους ένστασης και τα όσα οι καθ’ ων η αίτηση και το ΕΜ1 εισηγούνται, με κάθε σεβασμό δεν με βρίσκουν σύμφωνο. Εισηγούνται, για παράδειγμα, ότι η αίτηση είναι καταχρηστική, κακόπιστη, παράτυπη και ότι υπήρξε καθυστέρηση στην καταχώριση και επίδοση της αίτησης. Τίποτα δεν έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου που να δικαιολογεί τέτοιο συμπέρασμα. Εξάλλου, δεν έχει επεξηγηθεί με ποιο τρόπο η κατ’ ισχυρισμό καθυστέρηση τους επηρέασε.
Παραπονούνται ακόμη ότι στα Πιστοποιητικά Έρευνας του Κτηματολογίου (Τεκμήριο Δ στην αίτηση) δεν αναφέρεται από ποιον και για ποιο σκοπό έγινε η έρευνα και ότι αυτά εξασφαλίστηκαν παράνομα με αποτέλεσμα να επεξεργάζονται παράνομα τα προσωπικά τους δεδομένα. Η παροχή πληροφορίων από το Κτηματολόγιο προβλέπεται στο άρθρο 51Α, Κεφ. 224. Στα επίδικα Πιστοποιητικά αναγράφονται τα στοιχεία του αιτούντα, υπογράφονται εκ μέρους του Διευθυντή του Κτηματολογίου και φέρουν τη σφραγίδα του. Συνεπώς, δεν προκύπτει να έχουν εξασφαλιστεί παράνομα.
Τέλος, αν και δεν έχει τεθεί από καμία πλευρά, σημειώνω ότι, ως έχει νομολογηθεί, ορθότερο θα ήταν στον τίτλο να προστίθεντο οι νέοι ιδιοκτήτες (Gron v. Χαραλαμπίδη, Πολιτική Έφεση 328/13, ημερ. 16.4.19), ECLI:CY:AD:2019:A146. Η παράλειψη αυτή δεν επηρεάζει τη διαδικασία εφόσον ό,τι έχει σημασία είναι να λάβουν γνώση όλα τα αναγκαία πρόσωπα, και όχι η μορφή του τίτλου (Λαούρη (ανωτέρω)).
Η αίτηση εγκρίνεται μερικώς. Οι μεταβιβάσεις οι οποίες αναφέρονται στα αιτητικά Α και Δ ακυρώνονται. Τα ακίνητα να κατασχεθούν και να πουληθούν προς ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους (αιτητικό Ε). Το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ή άλλο δημόσιο αρχείο, με την προσκόμιση πιστοποιημένου αντίγραφου του Διατάγματος, να προβούν στις αναγκαίες διορθώσεις σε σχέση με τα ακίνητα.
Το αιτητικό Β απορρίπτεται.
Τα έξοδα ανάγονται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Αναφορικά με τους καθ’ ων η αίτηση 4 και 5 και ΕΜ1, δεν εντοπίζεται λόγος να μην ακολουθήσουν το αποτέλεσμα και επιδικάζονται υπέρ του αιτητή, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Αναφορικά με το ΕΜ3, κρίνω δίκαιο, επειδή δεν εμφανίστηκε στη διαδικασία για να ενστεί, η κάθε πλευρά να επωμιστεί τα έξοδά της. Αναφορικά με τον καθ’ ου η αίτηση 2, παρά το αποτέλεσμα της αίτησης, λόγω της κοινής ένστασης με τους αποτυχόντες καθ’ ων η αίτηση και την κοινή εκπροσώπησή τους, κρίνω δίκαιο να μην επιδικαστούν έξοδα υπέρ του (Λουκαΐδης κ.ά. v. Εκδοτική Εταιρεία Αλήθεια Λτδ (2003) 1Α Α.Α.Δ. 22).
(Υπ.) ……………………..
Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, A.Ε.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο