ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ ν. ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Η «ΚΕΝΤΡΙΚΗ» ΛΙΜΙΤΕΔ, Αρ. Αγωγής: 4511/2017, 30/1/2025
print
Τίτλος:
ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ ν. ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Η «ΚΕΝΤΡΙΚΗ» ΛΙΜΙΤΕΔ, Αρ. Αγωγής: 4511/2017, 30/1/2025

ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Μ-Α ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Ε.Δ.  

                

 

                                                                                       Αρ. Αγωγής: 4511/2017                                                                

Μεταξύ:

 

                                                  ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ                                                                                                            

                                                                                                                             Ενάγοντας

 

                                                            και

 

                                    ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Η «ΚΕΝΤΡΙΚΗ» ΛΙΜΙΤΕΔ

                                                                       

             Εναγόμενης

Ημερομηνία:  30 Ιανουαρίου 2025

 

Εμφανίσεις:

 

Για Ενάγοντα: κα Στ. Δημητριάδη για κκ Θεοφάνη Ανδρέου & Συνεργάτες

Για Εναγόμενη: κος Χατζηιωάννου για κκ Α.Κ. Χατζηιωάννου & Σία

 

                                                        ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η απόφαση δίδεται χωρίς τη φυσική παρουσία των συνηγόρων των διαδίκων και διαβιβάζεται σε αυτούς ηλεκτρονικά, με τη συγκατάθεσή τους.

 

Με γενικά  οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα o Ενάγοντας αξίωσε αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και ζημιές τις οποίες ως ισχυρίζεται υπέστη συνεπεία τροχαίου δυστυχήματος την 29/09/2017 στην οδό Ηρώων στη Μακεδονίτισσα στη Λευκωσία με κατεύθυνση την Ανθούπολη. Σύμφωνα με τον Ενάγοντα ενώ την πιο πάνω ημερομηνία οδηγούσε το όχημα του με αριθμούς εγγραφής [ ] δέχθηκε κτύπημα όπισθεν του οχήματος του από το όχημα που οδηγούσε o ασφαλισμένος της Εναγόμενης, Χαράλαμπος Αντωνίου ο οποίος οδηγούσε το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] (στο εξής «ως ο Αντωνίου»). Είναι ισχυρισμός του Ενάγοντα ότι ο ασφαλισμένος της Εναγόμενης, Αντωνίου υπέχει ευθύνη για την πρόκληση του δυστυχήματος και ότι υπήρξε αμελής. Ο Ενάγοντας  επιπλέον παραπονείται για την πρόκληση σ’ αυτόν σωματικών βλαβών τις οποίες παραθέτει στο δικόγραφο του και διεκδικεί γενικές και ειδικές αποζημιώσεις.

Η Εναγόμενη μέσω της Υπεράσπισης της αρνείται τις θέσεις του Ενάγοντα και αποδίδει ευθύνη για την πρόκληση του δυστυχήματος στον Ενάγοντα. Διαζευκτικά ισχυρίζεται ότι το ατύχημα συνέβη συνεπεία της συντρέχουσας αμέλειας του Ενάγοντα.

 

Για να αποδείξει τις αξιώσεις του ο Ενάγοντας μαρτυρία έδωσε ο ίδιος ο Ενάγοντας (ΜΕ1) και ο Δρ. Παπαγιάννης(ΜΕ2). Εκ μέρους της Εναγόμενης δε προσφέρθηκε μαρτυρία.

 

Επιπλέον της προφορικής μαρτυρίας κατετέθηκε και έγγραφη.  Η ακροαματική διαδικασία ολοκληρώθηκε με τις εκατέρωθεν αγορεύσεις.

 

Η προφορική μαρτυρία είναι καταγεγραμμένη στα πρακτικά της διαδικασίας, η δε έγγραφη είναι καταχωρισμένη ως Τεκμήρια.  Συνοπτικά παρατίθενται τα κύρια σημεία της μαρτυρίας.

 

Πρωτίστως να αναφερθεί ότι το βάρος απόδειξης της απαίτησης το φέρει ο Ενάγοντας στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων.[1] Ο Ενάγοντας δηλαδή θα πρέπει να παρουσιάσει επαρκή και αξιόπιστη μαρτυρία με την απαραίτητη αποδεικτική βαρύτητα ώστε να αποσείσει το βάρος απόδειξης που το βαραίνει. Το κριτήριο είναι να ικανοποιηθεί το Δικαστήριο με επαρκή στοιχεία ότι η θέση του είναι πιο πιθανή[2]. Το γεγονός ότι δεν παρουσίασε η πλευρά της Εναγόμενης μαρτυρία δεν τον απαλλάσσει από το αποδεικτικό βάρος που το βαραίνει. Είναι ορθό επίσης να αναφερθεί ότι βασικός κανόνας είναι ότι τα δικόγραφα αποτελούν το θεμέλιο της δίκης και αποτελούν το αποκλειστικό μέσο για τον προσδιορισμό των επίδικων θεμάτων. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να βασιστεί ή να επεκταθεί σε θέματα που δε δικογραφούνται.[3]

 

Ο ΜΕ1 ως μέρος της κυρίως εξέτασης του κατάθεσε το Έγγραφο Α. Μαζί κατάθεσε τα Τεκμήρια 1-11. Περιέγραψε τις συνθήκες πρόκλησης του επίδικου συμβάντος ως το έζησε ο ίδιος. Ανάφερε ότι οδηγούσε το όχημα του πατέρα του στην οδό Ηρώων στη Μακεδονίτισσα με κατεύθυνση τη Λευκωσία προς Ανθούπολη. Ο ασφαλισμένος της Εναγόμενης οδηγός κτύπησε το όχημα του Ενάγοντα όπισθεν. Ο Ενάγοντας ως αναφέρει προπορευόταν. Ο άλλος οδηγός παρέλειψε να σταματήσει πίσω από το όχημα του και τον χτύπησε βίαια. Ο Ενάγοντας ήταν σταματημένος σε αναμονή λόγω τροχαίας κίνησης και είχαν ανάψει και τα «stoplights» του οχήματος του. Το όχημα του σπρώχθηκε προς τα εμπρός με αποτέλεσμα να κτυπήσει εκ των όπισθεν το προπορευόμενο του όχημα. Ανάφερε τι ακολούθησε του συμβάντος και δη εξήγησε ότι μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών (ΤΑΕΠ) όπου έτυχε των πρώτων βοηθειών και απολύθηκε με οδηγίες. Παράθεσε στο Δικαστήριο τα τραύματα και σωματικές βλάβες που ισχυρίζεται ότι έχει υποστεί. Ως Τεκμήριο 1 κατάθεσε αντίγραφο από Rescue Line στο οποίο ως αναφέρει καταγράφονται οι δηλώσεις των εμπλεκομένων μερών με το δυστύχημα. Ο Ενάγοντας επίσης κατάθεσε σωρεία Τεκμηρίων-ιατρικών εγγράφων. Τόνισε ότι είχε έντονα συμπτώματα ζάλης, κεφαλαλγίας, δυσκαμψίας, αυχένα, επιδείνωση ενοχλημάτων στην οσφυϊκή του μοίρα και έτσι επισκέφθηκε το Δρ. Γιάννη Παπαγιάννη Ορθοπαιδικό Τραυματιολόγο. Μεταξύ άλλων ο ιατρός του συνέστησε φυσιοθεραπεία και του χορήγησε αναρρωτική άδεια. Ο ΜΕ1 έδωσε έμφαση σε ενοχλήσεις και πόνο στον αυχένα και την οσφύ του. Σε περιόδους έντονης κόπωσης ή αλλαγής του καιρού ταλαιπωρείται, λαμβάνει παυσίπονα ή χρησιμοποιεί κολλάρο.

 

Κατά την αντεξέταση του ΜΕ1 αμφισβητήθηκαν έντονα οι σωματικές βλάβες που ισχυρίστηκε ότι έχει υποστεί και ειδικότερα ότι έχει υποστεί θλάση οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης αλλά και οι ισχυρισμοί του ότι έκανε φυσιοθεραπείες. Επίσης αμφισβητήθηκε η αναγκαιότητα να γίνουν φυσιοθεραπείες. Υποδείχθηκε στο μάρτυρα ότι στο Τεκμήριο 1 ο ίδιος δήλωσε ότι υπέστη μικροτραυματισμούς με το μάρτυρα να απαντά ότι μετά που «κρύανε» ένιωσε τη σοβαρότητα των σωματικών βλαβών.

 

Αρνήθηκε επίσης υποβολή ότι ο ασφαλισμένος οδηγός της Εναγόμενης τον κτύπησε μόλις σταμάτησε. Αρνήθηκε ότι σταμάτησε απότομα. Ανάφερε ότι ήταν σταματημένος και πίσω του δεν είχε άλλο όχημα. Ένιωσε το κτύπημα σαν βόμβα. Σε ερώτηση γιατί δεν απαιτεί απώλεια απολαβών αφού απουσίαζε από την εργασία του απάντησε ότι του έδωσαν μισθό. Αρνήθηκε την υποβολή ότι εργαζόταν.

 

Ο ΜΕ2 ήταν ο δεύτερος μάρτυρας που παρουσίασε η πλευρά του Ενάγοντα. Σημειώνω ότι δεν αμφισβητήθηκε η ιδιότητα του μάρτυρα, η ειδικότητα του, ούτε τα προσόντα του. Ο μάρτυρας αναγνώρισε ένα ιατρικό πιστοποιητικό ημερ. 09/10/2017 που ετοίμασε ο ίδιος και κατατέθηκε ως Τεκμήριο με αριθμό 7. Ουσιαστικά υιοθέτησε το περιεχόμενο του εν λόγω Τεκμηρίου. Σύμφωνα με το μάρτυρα ο Ενάγοντας διαγνώστηκε με διάστρεμμα αυχένα με μυϊκό σπασμό και θλάση οσφυϊκής. Το διαπίστωσε αυτό κάνοντας κλινική εξέταση. Ως ανάφερε οι ακτινογραφίες που υποβλήθηκε ο Ενάγοντας απεικονίζουν την αυχενική μοίρα και όχι την οσφύ. Δεν υποβλήθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας σε ακτινογραφία της οσφύς διότι τότε τα ενοχλήματα του δεν ήταν αρκετά και έτσι εικάζει ότι αυτός είναι ο λόγος που δεν του έκαναν ακτινογραφίες στο ΤΑΕΠ (Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών) του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας. Ο ίδιος διαπίστωσε θλάση οσφυϊκής μοίρας μετά από κλινική εξέταση ως ανάφερε. Ανάφερε ότι διαπίστωσε μυϊκό σπασμό στους ιερονωτιαίους μυς.  

 

Ως επίσης ανάφερε διέγνωσε ότι ο ΜΕ2 είχε περιορισμό στην κίνηση. Οι τραυματισμοί που ο Ενάγοντας υπέστηκε συνήθως βελτιώνονται γύρω στις 4-8 εβδομάδες. Αναγνώρισε επίσης τα Τεκμήρια 8 και 9 διευκρινίζοντας ότι πληρώθηκε από τον Ενάγοντα.

 

Αντεξεταζόμενος με αναφορά στα Τεκμήρια 7 και 10 ανάφερε ότι στο ΤΑΕΕΠ δεν εξετάστηκε ο Ενάγοντας για την οσφύ του και δεν υποβλήθηκε ούτε σε ακτινογραφία. Σε ερώτηση για ποιο λόγο στο ΤΑΕΠ διέγνωσαν μόνο κάκωση αυχενικής μοίρας και όχι θλάση οσφυϊκής μοίρας  δεν γνώριζε το λόγο. Επέμενε ο ΜΕ2 ότι ο Ενάγοντας παραπονέθηκε στο ΤΑΕΠ για ενοχλήσεις στην οσφυϊκή του μοίρα και παρόλα αυτά δεν του έκαναν ακτινογραφίες. Στον ίδιο παραπονέθηκε ότι τα ενοχλήματα επιδεινώθηκαν. Ο ΜΕ2 σε υποβολή ότι ο Ενάγοντας υπέστη μόνο κάκωση αυχένα ως αναφέρεται στο Τεκμήριο 2 και 3 εξήγησε ότι δεν υπάρχει διάγνωση κάκωση αλλά είναι διάστρεμμα αυχένα εξηγώντας ότι από το τροχαίο δυστύχημα αυτό που υπέστη είναι διάστρεμμα αυχένα.

Υποδείχθηκε στο μάρτυρα ότι αυτά που γράφει στο Τεκμήριο 7 ότι διαγνώσθηκε ο Ενάγοντας στο Γενικό Νοσοκομείο δεν καταγράφηκαν σε κανένα ιατρικό πιστοποιητικό του Γενικού Νοσοκομείου με το μάρτυρα να απαντά ότι είναι η διάγνωση που δίδει αυτός.

 

Αντεξεταζόμενος ανάφερε ότι οι τραυματισμοί του Ενάγοντα χαρακτηρίζονται ως ήπιοι. Δε διαπίστωσε ευθειασμό. Τον εξέτασε δύο φορές έκτοτε δεν τον έχει ξαναδεί.

 

Προτού προχωρήσω στην αξιολόγηση της μαρτυρίας σημειώνω ότι παρακολούθησα τους μάρτυρες ενώ έδιδαν τη μαρτυρία τους και έλαβα υπόψη την ποιότητα της μαρτυρίας, τη σαφήνεια στον τρόπο απάντησης, στη φυσικότητα και  αμεσότητα των απαντήσεων, την ύπαρξη τυχόν συμφέροντος, τυχόν ουσιαστικές αντιφάσεις, τη μνήμη των μαρτύρων, τους λόγους που είχαν να τα θυμούνται αυτά κοσκινίζοντας τη μαρτυρία τους, συγκρίνοντας, συσχετίζοντας και αντιπαραβάλλοντας τούτη με τα όσα ανάφερε ο κάθε μάρτυρας ξεχωριστά.[4]

 

Σε σχέση με τον εμπειρογνώμονα, αυτός οφείλει να εφοδιάσει το Δικαστήριο με όλα τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια και δεδομένα που θα του επιτρέψουν να καταλήξει σε δικαστική κρίση. Ενώ η μαρτυρία πραγματογνώμονα, κατά κανόνα θεωρείται μαρτυρία ανεξάρτητου μάρτυρα, η εκτίμηση της εν λόγω μαρτυρίας δε διαφέρει από την εκτίμηση της μαρτυρίας άλλων μαρτύρων. Και τούτο, επειδή οι κανόνες που διέπουν τη μαρτυρία των πραγματογνωμόνων είναι ίδιοι με τους κανόνες που διέπουν τη μαρτυρία όλων των άλλων μαρτύρων. Ένα πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί ως εμπειρογνώμονας, με βάση, είτε τα ακαδημαϊκά του προσόντα είτε την πείρα του σ' ένα τομέα, η  οποία από μόνη της μπορεί να καταστήσει το μάρτυρα εμπειρογνώμονα ή πραγματογνώμονα. Το Δικαστήριο θα αξιολογήσει όλα τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης, την όλη εντύπωση και τους λόγους που δίνει ο μάρτυρας για τα όσα κατάθεσε.[5]

 

Προχωρώ να αξιολογήσω πρωτίστως τη μαρτυρία του Ενάγοντα ΜΕ1. Μέσα από την συμπεριφορά τoυ στο εδώλιο του μάρτυρα, τον τρόπο και το ύφος με το οποίο απαντούσε στις διάφορες ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν ο Ενάγοντας μου έκανε σε γενικές γραμμές θετική εντύπωση αν και παρατήρησα ότι σε ορισμένα σημεία της μαρτυρίας του ειδικότερα αναφορικά με τους τραυματισμούς του υπήρξε υπερβολικός στις τοποθετήσεις του και φάνηκε ότι είχε πρόθεση να μεγαλοποιήσει τα γεγονότα.

 

Καταρχάς είναι παραδεκτό ότι το όχημα του Ενάγοντα κτυπήθηκε από το όχημα που οδηγούσε ο Αντωνίου εκ των όπισθεν. Αυτό που τέθηκε εκ μέρους της Εναγόμενης είναι ότι ο Ενάγοντας σταμάτησε απότομα και ξαφνικά με αποτέλεσμα να μην μπορούσε ο Αντωνίου να αντιδράσει. Η εν λόγω θέση παρόλο που εν τέλει δεν προωθήθηκε με μαρτυρία παρέμεινε μετέωρη. Σε κάθε περίπτωση ως εξηγείται κατωτέρω ο Ενάγοντας ήταν σαφής ως προς την περιγραφή του για το πως συνέβη το συμβάν και που βρισκόταν ο ίδιος. Η μαρτυρία του στο θέμα αυτό δε κλονίστηκε. Όμως παρατηρώ ότι εντελώς αχρείαστα και με δόση υπερβολής θα έλεγα ο μάρτυρας περιέγραψε τι έκανε η κοπέλα που βρισκόταν στο μπροστινό από τον ίδιο όχημα πριν κτυπηθεί το όχημα του από τον Αντωνίου. Σε κάθε περίπτωση όμως αποδέχομαι ως ειλικρινή τη μαρτυρία του ως προς το πως επεσυνέβη το επίδικο συμβάν και ότι λίγο πριν χτυπηθεί ήταν σταματημένος πίσω από άλλο όχημα λόγω τροχαίας κίνησης. Δεν τέθηκε ενώπιον μου αξιόπιστη μαρτυρία που να αντικρούει τη θέση του ότι προτού συμβεί το επίδικο συμβάν ήταν ήδη σταματημένος πίσω από άλλα οχήματα και ότι πίσω του δεν υπήρχε άλλο όχημα.

 

Αναφορικά δε με τις σωματικές βλάβες καταρχάς δεν αμφισβητήθηκε το περιεχόμενο των τεκμηρίων 2 και 3. Παρατηρώ ότι στο Τεκμήριο 3 υπάρχει αναφορά σε κάκωση αυχένα. Ως εξηγώ κατωτέρω θεωρώ ότι ο ΜΕ3 εξήγησε με επάρκεια ότι η ορθή διάγνωση δεν είναι κάκωση αυχένα αλλά διάστρεμμα αυχενικής μοίρας. Παρατηρώ ότι στο Έγγραφο Α ο Ενάγοντας αναφέρει ότι στο ΤΑΕΠ διέγνωσαν διάστρεμμα αυχενικής μοίρας ενώ στο Τεκμήριο 3 γράφει κάκωση αυχένα αλλά εφόσον εξηγήθηκε από το ΜΕ2 ποια είναι η ορθή διάγνωση δε θεωρώ ότι αυτό επηρεάζει την αξιοπιστία του ότι δηλαδή υπέστη διάστρεμμα αυχένα.

 

Σε κάθε περίπτωση όμως παρόλο που γίνεται αποδεκτό ότι ο Ενάγοντας υπέστη διάστρεμμα αυχενικής μοίρας κρίνω ότι περιέγραψε τις σωματικές βλάβες που ισχυρίστηκε ότι έχει υποστεί με υπερβολική χροιά. Καταρχάς ο Ενάγοντας παρουσίασε ως σοβαρές τις σωματικές βλάβες ενώ ο ΜΕ2 ως ήπιες. Όσον αφορά τη θλάση οσφυϊκής μοίρας δεν εξήγησε τι ενοχλήσεις είχε στην οσφυϊκή μοίρα. Κατά την κυρίως εξέταση του ανάφερε μέσω του Εγγράφου Α ότι στο ΤΑΕΠ διαγνώσθηκε μεταξύ άλλων με θλάση οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης ενώ ως φάνηκε δεν έγινε τέτοια διάγνωση ούτε ανάφερε ο μάρτυρας ότι είχε τέτοιες ενοχλήσεις όταν βρισκόταν στο ΤΑΕΠ. Σε ερώτηση κατά την αντεξέταση του για το τι ενοχλήσεις είχε αμέσως μετά το κτύπημα ανάφερε ότι οι ενοχλήσεις που είχε ήταν στον αυχένα. Είπε ότι εκείνη την ώρα δεν πονούσε τη μέση του. Ως είναι λογικό δε θα μπορούσε να προβεί σε διάγνωση το ΤΑΕΠ για θλάση οσφυϊκής μοίρας αφού δεν παραπονέθηκε για ενοχλήσεις στην οσφυϊκή μοίρα.

 

Αναγνωρίζω επίσης ότι ο μάρτυρας δεν είναι γιατρός αλλά αξίζει να αναφερθεί ότι στο Τεκμήριο 1 δήλωσε ότι υπέστη μικροτραυματισμούς. Επισημαίνω ότι τη θέση του ότι όταν «κρυάνεις» και μετά φαίνεται η σοβαρότητα των τραυμάτων δε φαίνεται να υποστήριξε ο ΜΕ2.

 

Ανάφερε επίσης μέσω του Εγγράφου Α ότι λόγω των τραυματισμών του δεν μπορούσε να βοηθήσει την οικογένεια του χωρίς να εξηγεί ποια βοήθεια στερήθηκε η οικογένεια του ή με ποιο τρόπο εμποδίστηκε να τους βοηθήσει.

 

Τα πιο πάνω όμως δεν είναι ικανά να διασαλεύσουν την εν γένει αξιοπιστία του ως προς το πως συνέβη το επίδικο συμβάν. Σε κάθε περίπτωση η υπερβολική χροιά που προσέδωσε στις σωματικές βλάβες δεν αποδυναμώνουν τη θέση του ότι από το κτύπημα πράγματι υπέστη ζημιά αλλά λαμβάνοντας υπόψη τη μαρτυρία του στο σύνολο μπορώ να προβώ με ασφάλεια σε εύρημα ότι δεν υπέστη σοβαρές ζημιές. Δεν έχω λόγο να αμφισβητήσω ότι στο ΤΑΕΠ του έδωσαν κολλάρο. Όσον αφορά τη θέση του όμως ότι υπέστη μεταξύ άλλων θλάση οσφυϊκής μοίρας έχουν παραμείνει κενά και ασάφειες τα οποία δε συμπληρώθηκαν με τη μαρτυρία του ΜΕ2 ως εξηγείται κατωτέρω ώστε να μην μπορώ να προβώ σε ασφαλή ευρήματα.  Υπενθυμίζω ότι ενοχλήσεις στην οσφυϊκή μοίρα ως ο ίδιος ανάφερε δεν είχε όταν κτύπησε αλλά στη συνέχεια αναφέρει επιδείνωση των ενοχλήσεων στην οσφυϊκή μοίρα. Υποστήριξε επίσης ότι το ΤΑΕΠ διάγνωσαν θλάση οσφυϊκής μοίρας αλλά στα Τεκμήρια 2 και 3 που κατάθεσε δεν προκύπτει κάτι τέτοιο. Τα πιο πάνω κενά σαφώς άφησαν ασάφειες.

 

H θέση του επίσης ως προς το ότι έλαβε άδεια αναπαύσεως για κάποιο χρονικό διάστημα γίνεται αποδεκτή. Δεν έχω λόγο να αμφισβητήσω ότι είχε ζάλη κεφαλαλγία με πόνο στον αυχένα, και ότι δικαιολογείτο η άδεια αναπαύσεως. Παρατηρώ όμως ότι ο Ενάγοντας μέσω του δικογράφου της Έκθεσης Απαίτησης δικογράφησε ότι έλαβε άδεια αναπαύσεως μέχρι την 20/10/2017. Στο Δικαστήριο κατάθεσε το Τεκμήριο 10 άδεια ασθενείας από 24/10/2017 μέχρι 31/10/2017. Πέραν του ότι δε εξηγήθηκε με επάρκεια η αναγκαιότητα λήψης άλλης άδειας ασθενείας από 24/10/2017 δεν έχει δικογραφήσει τέτοιο ισχυρισμό ο Ενάγοντας. Είναι γνωστή η νομολογιακή αρχή ότι η δίκη δρομολογείται με βάση τα όσα δικογραφούνται. Κατά συνέπεια δε λαμβάνεται υπόψη αυτός ο ισχυρισμός. Ομοίως ο Ενάγοντας δεν έχει δικογραφήσει ισχυρισμό ότι ακόμη και σήμερα υποβάλλεται σε φυσιοθεραπεία, θέση που δε θα ληφθεί υπόψη. Υπήρξε εμφανής η προσπάθεια του να προσδώσει σοβαρότητα στους τραυματισμούς του.

 

Παρατηρώ επίσης ότι εν τέλει δεν αντικρούστηκε το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 4 και δη ότι στην επίσκεψη του στο ΤΑΕΠ υποβλήθηκε σε ακτινογραφίες αυχένα. Αναφορικά με τα Τεκμήρια 5-10 γίνεται αναφορά κατωτέρω. Τέλος δόθηκε έμφαση κατά την αντεξέταση του ΜΕ1 στο κατά πόσο έγιναν οι φυσιοθεραπείες του Τεκμηρίου 11 και την αναγκαιότητα αυτών. Παρατηρώ ότι ενώ αμφισβητήθηκε έντονα το εν λόγω Τεκμήριο και δη η διενέργεια αυτών των φυσιοθεραπειών δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο ο συντάκτης του εν λόγω τεκμηρίου. Μάλιστα καμία εξήγηση δόθηκε ως προς τη μη κλήτευση του ως μάρτυρα. Το εν λόγω Τεκμήριο συνιστά εξ ακοής μαρτυρία. Η εξ’ ακοής μαρτυρία σαφώς και δεν αποκλείεται και είναι αποδεκτή ως μαρτυρία η αποδεικτική της αξία όμως εξετάζεται από το Δικαστήριο υπό το πρίσμα του άρθρου 27(2) του περί Αποδείξεως Νόμου Κεφ. 9 αλλά και των νομολογιακών αρχών σε συνάρτηση με το τι απαιτεί το συμφέρον της δικαιοσύνης.

 

Στην προκείμενη περίπτωση η απουσία μαρτυρίας ώστε να επιβεβαιώσει και να εξηγήσει το εν λόγω έγγραφο αλλά και στην απουσία δικαιολογίας ως προς τη μη κλήτευση του προσώπου αυτού να δώσει μαρτυρία καμία αποδεικτική βαρύτητα δε δίδεται.

 

Υπό το φως των πιο πάνω η μαρτυρία του Ενάγοντα γίνεται εν μέρει αποδεκτή. Έχει κριθεί νομολογιακά ότι όταν ένας μάρτυρας κριθεί αξιόπιστος, το Δικαστήριο μπορεί να αποδεχθεί μέρος της μαρτυρίας του και να απορρίψει άλλο. Επισημαίνω ότι στα σημεία που διέκρινα το στοιχείο της υπερβολής νοείται ότι δε θα αποδοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα. Σημειώνω ότι αποδέχομαι ότι ο ΜΕ2 του συνέστησε φυσιοθεραπείες αλλά δεν μπορώ να αποδεχθώ το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 11. Δεν έχει εξηγηθεί στο Δικαστήριο ο λόγος μη κλήτευσης του προσώπου που συνέταξε το έγγραφο και τον υπέβαλε σε φυσιοθεραπεία για να καταθέσει στο Δικαστήριο ειδικότερα τη στιγμή που υπήρξε αμφισβήτηση για τη σοβαρότητα των τραυματισμών του Ενάγοντος.

 

Όσον αφορά τη μαρτυρία του ΜΕ2 παρόλο που δεν αμφισβητήθηκαν τα προσόντα του και ότι αυτός είναι εμπειρογνώμονας στην ειδικότητά του, εξέτασα το επάγγελμα, την εκπαίδευση, τα προσόντα, τις γνώσεις και την πείρα του και έχοντας κατά νου τις αρχές που καθορίζουν πότε ένας μάρτυρας είναι εμπειρογνώμονας, κρίνω ότι αυτός είναι εμπειρογνώμονες, στην ειδικότητα που έχει.[6]

 

Ο ρόλος ενός εμπειρογνώμονα είναι να παράσχει στο Δικαστήριο τεκμηριωμένα τα ευρήματα και συμπεράσματα του αναλόγως της ειδικότητας του ώστε να βοηθήσει το Δικαστήριο να βασιστεί σ’ αυτήν στα θέματα της ειδικότητας του. Με βάση τα όσα παράθεσε κρίνω ότι μπορώ να βασιστώ στη μαρτυρία του για να καταλήξω σε ασφαλή ευρήματα εκτός από ορισμένα σημεία που άφησαν κενά και δεν βοήθησαν το Δικαστήριο ειδικότερα αναφορικά με τον ισχυρισμό για θλάση οσφυϊκής μοίρας. Πιο συγκεκριμένα η μαρτυρία του αναφορικά με τη διάγνωση για θλάση της οσφυϊκής μοίρας παρέμεινε σε γενική βάση. Επιπλέον παρατήρησα ότι δε δίστασε να ξεφύγει από την εμπειρογνωμοσύνη του και να παραθέσει μαρτυρία γεγονότων προκειμένου να τεκμηριώσει τη θέση ότι ο Ενάγοντας από το επίδικο συμβάν υπέστη μεταξύ άλλων και θλάση οσφυικής μοίρας. Εξηγώ. Ο Ενάγοντας ως πρόκυψε από τη μαρτυρία του δεν παραπονέθηκε στο ΤΑΕΠ για ενοχλήσεις στην οσφυϊκή μοίρα αλλά ο ΜΕ2 ανάφερε με σιγουριά ότι ο Ενάγοντας κατά την επίσκεψη του στο ΤΑΕΠ παραπονέθηκε στους επί καθήκοντι ιατρούς ότι είχε ενοχλήσεις στην οσφύ του. Μάλιστα είκασε το λόγο που δεν έκαναν ακτινογραφία στον Ενάγοντα για την οσφυϊκή μοίρα. Ως ανάφερε ο ίδιος διαπίστωσε θλάση στην οσφυϊκή μοίρα από κλινικό έλεγχο. Σε γενικές γραμμές όμως δεν κατέστη δυνατό να συνδεθεί οποιοδήποτε εύρημα του ΜΕ2 για θλάση οσφυϊκής μοίρας με το επίδικο συμβάν. Το γεγονός ότι προσπάθησε να συνδέσει το εύρημα του λέγοντας ότι είχε ενοχλήσεις ήδη ο Ενάγοντας από τη μέρα που έγινε το επίδικο συμβάν ενώ τέτοια μαρτυρία δεν παρουσίασε ο ίδιος ο Ενάγοντας δημιούργησε κενά και ασάφειας. Παρατήρησα επίσης ότι στην έκθεση του Τεκμήριο 7 αναγράφει ότι στο ΤΑΕΠ διαγνώστηκε μεταξύ άλλων ο Ενάγοντας με θλάση οσφυϊκής μοίρας κάτι που δεν προκύπτει από τα πιστοποιητικά του ΤΑΕΠ θέση που ενώ υποδείχθηκε στο μάρτυρα ο ίδιος έδωσε αόριστες απαντήσεις.

 

Εν τέλει παραδέχθηκε ότι οι σωματικές βλάβες που υπέστη ο Ενάγοντας ήταν ήπιας μορφής και δε διαπίστωσε ευθειασμό.

 

Δεν αντικρούστηκε η αναγκαιότητα χορήγησης αδειών ασθενείας ως τα Τεκμήρια  5 και 6. Παρόλο που το Τεκμήριο 10 δεν γίνεται αποδεκτό για τους λόγους που εξηγούνται ανωτέρω εντούτοις δεν εξηγήθηκε για ποιο λόγο ενώ η προηγούμενη άδεια ασθενείας έληγε στις 20/10/2017 η νέα άδεια ασθενείας θα ξεκινούσε  4 μέρες μετά. Αποδέχομαι ότι ο ΜΕ2 για τις υπηρεσίες που παρείχε στον Ενάγοντα ήτοι ιατρικές εξετάσεις 2 φορές και έκδοση ιατρικού πιστοποιητικού πληρώθηκε το ποσό των ευρώ 300. Είναι δηλαδή αποδεκτό το περιεχόμενο των Τεκμηρίων 8 και 9. Δε συμφωνώ με την εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου της Εναγόμενης ότι τα Τεκμήρια 8, 9 και 10 είναι κατασκευασμένα. Τέτοιο ισχυρισμό δε δικογράφησε ποτέ η Εναγόμενη και δη δε δικογράφησε ότι ο Ενάγοντας δεν επισκέφθηκε τον ιατρό και δη ότι όλα όσα ισχυρίστηκε είναι κατασκευασμένα. Η γενική άρνηση στο δικόγραφο δεν επιτρέπει την προβολή τέτοιων ισχυρισμών.

 

Τέλος παρατήρησα το εξής οξύμωρο. Ενώ ο Ενάγοντας κατάθεσε τα Τεκμήρια 2 και 3 του ΤΑΕΠ στηριζόμενος και σ΄ αυτά για τις σωματικές βλάβες  επανεξεταζόμενος ο ΜΕ2 ερωτήθηκε κατά πόσο οι ιατροί στο ΤΑΕΠ είναι ορθοπαιδικοί. Σε κάθε περίπτωση δεν έχει τεθεί οτιδήποτε που να συνηγορεί ότι οι ιατροί στο ΤΑΕΠ δεν είναι καταρτισμένοι ώστε να προβαίνουν σε διάγνωση μετά από τροχαίο δυστύχημα. Σημειώνω επίσης ότι δεν αντικρούστηκε η διάγνωση του ΤΑΕΠ ότι ο Ενάγοντας υπέστη ζημιά στον αυχένα.

 

Υπό το φως των πιο πάνω είναι αποδεκτό ότι ο Ενάγοντας κατά το επίδικο συμβάν τραυματίστηκε ήπια. Υπέστη διάστρεμμα αυχένα και μέχρι τις 09/10/2024 τα συμπτώματα του είχαν βελτιωθεί με αποτέλεσμα ο ΜΕ2 να τον απολύσει. Έκτοτε δεν τον εξέτασε ξανά.

 

Επί τη βάση λοιπόν της αξιολόγησης της μαρτυρίας, καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα αναφορικά με τα γεγονότα:

 

(α)      Περί την 29/09/2017 ενώ ο Ενάγοντας οδηγούσε το όχημα με αρ. Εγγραφής [ ]  στην οδό Ηρώων στη Μακεδονίτισσα στη Λευκωσία με κατεύθυνση την Ανθούπολη. Ο Αντωνίου ασφαλισμένος της Εναγόμενης οδηγούσε το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ] πίσω από το όχημα του Ενάγοντα ο οποίος προπορευόταν. Ο Αντωνίου κτύπησε το όχημα που οδηγούσε ο Ενάγοντας εκ των όπισθεν. Το επίδικο συμβάν συνέβη περί τις πέντε το απόγευμα. Ο Ενάγοντας βρισκόταν σταματημένος πίσω από άλλα οχήματα λόγω τροχαίας κίνησης και ενώ βρισκόταν σταματημένος δέχθηκε το κτύπημα στο πίσω μέρος του οχήματος.

(β)    Μετά το δυστύχημα o Eνάγοντας μετέβηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας στο τμήμα Επειγόντων Περιστατικών ΤΑΕΠ με συμπτώματα διάστρεμμα αυχένα, ζάλης, κεφαλαλγίας. Εκεί έτυχε των πρώτων βοηθειών και στη συνέχεια απολύθηκε. Οι ιατροί που τον εξέτασαν τον υπέβαλαν σε ακτινογραφία και διέγνωσαν «κάκωση» αυχένα δηλαδή διάστρεμμα αυχένα. Του συστήθηκε η χρήση κολλάρου αυχένα, λήψη φαρμακευτικής αγωγής και αναρρωτική άδεια. Σχετικά είναι τα Τεκμήρια 2 και 3.

(γ)    Ο ΜΕ2 εξέτασε τον Ενάγοντα 2 φορές. Πρώτη φορά τον επισκέφθηκε στις 03/10/2017 και τελευταία φορά στις 09/10/2017 όπου διαπίστωσε βελτίωση των συμπτωμάτων του και τον απέλυσε.

(δ)     Τόσο στο ΤΑΕΠ όσο και ο ΜΕ2 χορήγησαν στον Ενάγοντα αναρρωτική άδεια ως τα Τεκμήρια 2 και 6 μέχρι την 20/10/2017.

(ε)     Ο Ενάγοντας πλήρωσε το ποσό των ευρώ 300 ως ιατρικά έξοδα (Τεκμήριο 8).

(στ)   Ο Ενάγοντας είχε κεφαλαλγίες, ζάλη, δυσκαμψία αυχένα, υποβλήθηκε σε ακτινογραφία στο ΤΑΕΠ, χρησιμοποίησε κολλάρο. Μετά από αλλαγή καιρού έχει κάποιες ενοχλήσεις στον αυχένα. Δεν έχει μόνιμες βλάβες.

 

Νομική Πτυχή

 

Σε υποθέσεις αμέλειας το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει πρωτίστως το θέμα της ευθύνης. Η στοιχειοθέτηση του αστικού αδικήματος της αμέλειας ουσιαστικά είναι θέμα γεγονότων και αποφασίζεται με βάση τις συνθήκες και περιστάσεις της κάθε υπόθεσης.[7] Η ίδια η αμέλεια ως αστικό αδίκημα δεν μπορεί να εξετάζεται αφηρημένα, αλλά πάντοτε σε συνάρτηση με το συγκεκριμένο πρόσωπο που την επικαλείται και με αναφορά στην παράλειψη που προκάλεσε τη ζημιά.[8] Τα συστατικά στοιχεία που πρέπει να αποδειχθούν σε κάθε αγωγή για αμέλεια είναι τα ακόλουθα τρία: (1) αμελής πράξη ή παράλειψη, (2) υποχρέωση επιμέλειας προς το ζημιωθέν πρόσωπο και (3) πρόκληση ζημιάς.  Ο εναγόμενος για να υπέχει ευθύνη πληρωμής αποζημιώσεων για το αστικό αδίκημα της αμέλειας πρέπει να αποδειχθεί ότι: (α) απέτυχε να επιδείξει επιμέλεια, (β) υπείχε υποχρέωση επιμέλειας προς το ζημιωθέν πρόσωπο και (γ) η αποτυχία του να επιδείξει επιμέλεια ήταν η αιτία που προκάλεσε τη ζημιά. Tο καθήκον για επιμέλεια γεννάται αφότου η διακίνηση άλλων προσώπων καθιστά εξ αντικειμένου μέριμνα του προσώπου που χρησιμοποιεί το δρόμο στη λήψη προφυλακτικών μέτρων για την προστασία της ασφάλειας τους.[9]

Η  συμπεριφορά ενός οδηγού εξετάζεται και κρίνεται με βάση το επίπεδο του μέσου συνετού ανθρώπου, δηλαδή με βάση την αντίληψη ενός συνηθισμένου οδηγού όχι και του ενεχόμενου οδηγού[10], δε προσδιορισμός του καθήκοντος ποικίλλει ανάλογα με τα αντικειμενικά δεδομένα που επικρατούν στη σκηνή.  Το καθήκον για λήψη προφυλακτικών μέτρων διαφαίνεται κατά τη λογική πρόβλεψη.[11] Ο βαθμός της απαιτούμενης προσοχής από τον Ενάγοντα συσχετίζεται με τις περιστάσεις και τις συνθήκες που περιστοιχίζουν το ατύχημα. Ο κανόνας που διέπει την συμπεριφορά του Ενάγοντα είναι ότι πρέπει να φανεί ότι επέδειξε, για τη δική του ασφάλεια, την προσοχή που αναμένεται από το μέσο λογικό άνθρωπο που είναι συνυφασμένη με την έννοια της σωφροσύνης.[12]

 

Το καθήκον επιμέλειας ενός οδηγού που ακολουθεί άλλο όχημα περιγράφεται στην Sir Rentals CoLtd v Κυριάκου Χαραλάμπους[13], με παραπομπή σε σχετική αγγλική νομολογία.

 

Παρατίθεται απόσπασμα꞉

 

«Στην Brown and Lynn v. Western Scottish Motor Traction Co. Ltd [1945] S.C. 31, Ctof Sess. ο Lord Cooper καθόρισε ως εξής το επίπεδο επιμέλειας που πρέπει να τηρείται από τον ακολουθούντα οδηγό:

 

«The distance which should separate two vehicles travelling one behind the other must depend upon many variable factors - their speed, the nature of the locality, the other traffic present or to be expected, the opportunity available to the following driver of commanding a view ahead of the leading vehicle, the distance within which the following vehicle can be pulled up, and many other things.  The following driver is, in my view, bound, so far as reasonably possible, to take up such a position, and to drive in such a fashion, as will enable him to deal successfully with all traffic exigencies reasonably to be anticipated:  but whether he has fulfilled this duty must in every case be a question of fact, just as it is a question of fact whether, on any emergency disclosing itself, the following driver acted with the alertness, skill and judgment reasonably to be expected in the circumstances."

Σε μετάφραση:

"Η απόσταση που πρέπει να χωρίζει δύο οχήματα που οδηγούνται το ένα πίσω από το άλλο πρέπει να εξαρτάται από πολλούς μεταβλητούς παράγοντες - την ταχύτητα τους, τη φύση της περιοχής, την υπόλοιπη τροχαία που βρίσκεται στην περιοχή ή αναμένεται να βρεθεί, την ευκαιρία που έχει ο ακολουθών οδηγός να έχει ορατότητα μπροστά από το προπορευόμενο όχημα, την απόσταση εντός της οποίας το όχημα που ακολουθεί μπορεί να σταματήσει, και πολλά άλλα ζητήματα. Ο ακολουθών οδηγός υπέχει, κατά την άποψη μου, υποχρέωση στο βαθμό που αυτό είναι εύλογα δυνατό, να λαμβάνει τέτοια θέση, και να οδηγεί με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να του παρέχεται η δυνατότητα να αντιμετωπίζει με επιτυχία όλες τις ανάγκες της τροχαίας οι οποίες εύλογα μπορούν να προβλεφθούν:  Ωστόσο το κατά πόσο έχει εκπληρώσει αυτή την υποχρέωση πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι θέμα πραγματικό, ακριβώς  όπως είναι θέμα πραγματικό το κατά πόσο, σε οποιαδήποτε έκτακτη ανάγκη που παρουσιάζεται, ο ακολουθών οδηγός ενήργησε με την ετοιμότητα, δεξιοτεχνία και κρίση που εύλογα αναμένεται υπό τις περιστάσεις".

 

Η απόφαση στην Brown and Lynn (πιο πάνω) υιοθετήθηκε στην Scott v. Warren [1974] R.T.R. 104 Div. Ct. και στην Antoniou v. Police (1976) 2 C.L.R. 140143, 144.».

 

Το ίδιο καθήκον επιμέλειας εφαρμόζεται ακόμη και στην περίπτωση οδηγών σε υπεραστικό δρόμο. Στην Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Μαυροφτή[14] , ο εφεσίβλητος οδηγούσε επί του αυτοκινητόδρομου Λευκωσίας - Λεμεσού με κατεύθυνση τη Λευκωσία.  Μπροστά ήταν το αυτοκίνητο YS955, πίσω του το αυτοκίνητο ΡΑ772, πίσω από το ΡΑ772 ήταν το αυτοκίνητο CAN445, και πιο πίσω το ΡΡ180 με οδηγό τον εφεσίβλητο.  Κάποια στιγμή ο οδηγός του YS955 σταμάτησε το αυτοκίνητό του, πίσω του σταμάτησε το ΡΑ772 και πιο πίσω σε απόσταση 3 μ. περίπου το CAN445. Ο εφεσίβλητος συγκρούστηκε με το αυτοκίνητο CAN445. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είχε αποδειχθεί η κατηγορία της αμελούς οδήγησης γιατί το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος συγκρούστηκε με το προπορευόμενο όχημα «από μόνο του δεν είναι αρκετό για να στοιχειοθετηθεί η κατηγορία». Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας άσκησε έφεση κατά της αθωωτικής απόφασης.  Το Εφετείο, μετά από επισκόπηση της σχετικής με τα επίπεδα προσοχής που πρέπει να τηρούνται από τον ακολουθούντα οδηγό νομολογίας έθεσε το θέμα ως εξής:

 

«Η ορθή νομική θέση είναι εκείνη που έχει διατυπωθεί στην απόφαση του Lord Cooper στην Brown and Lynn (πιο πάνω) και υιοθετήθηκε στην Antoniou (πιο πάνω). Επαναλαμβάνουμε ότι το κατά πόσο ο οδηγός που ακολουθεί έχει εκπληρώσει την υποχρέωση του είναι θέμα πραγματικό. Το θέμα είναι θέμα βαθμού στην κάθε περίπτωση.

 

Στην παρούσα υπόθεση ο εφεσίβλητος οδηγούσε σε υπεραστικό δρόμο με απεριόριστη ορατότητα. Ακολουθούσε αριθμό προπορευόμενων οχημάτων. Είχε υποχρέωση στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό να κρατεί τέτοια απόσταση από το προπορευόμενο όχημα, και να οδηγεί με τέτοιο τρόπο, ο οποίος θα του επέτρεπε να αντιμετωπίσει με επιτυχία οποιοδήποτε έκτακτο τροχαίο περιστατικό το οποίο ήταν εύλογα προβλεπτό.  Η εμφάνιση κάποιου κινδύνου σε ένα υπεραστικό δρόμο, ιδίως κοντά σε παρόδους με πρόσβαση στον υπεραστικό δρόμο - όπως ήταν εδώ η περίπτωση - ήταν εύλογα προβλεπτή. Έπεται πως ο εφεσίβλητος είχε υποχρέωση να τηρεί τέτοια απόσταση από το προπορευόμενο όχημα και να οδηγεί με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να σταματήσει με ασφάλεια στην περίπτωση εμφάνισης οποιουδήποτε κινδύνου.  Παρεμβάλλουμε ότι τα προπορευόμενα του εφεσίβλητου αυτοκίνητα αντελήφθηκαν έγκαιρα τον κίνδυνο και έλαβαν αποτελεσματικά μέτρα για να τον αποφύγουν. Όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα ο εφεσίβλητος δεν έχει εκπληρώσει την πιο πάνω υποχρέωση του. Ακολουθεί πως η συμπεριφορά του συνιστούσε αμελή οδήγηση.  Η απόδειξη που προσάχθηκε ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου δικαιολογεί την καταδίκη του εφεσίβλητου για αμελή οδήγηση πέρα από κάθε λογική αμφιβολία.  Η περί του αντιθέτου κατάληξη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου κρίνεται εσφαλμένη.»

 

Εφόσον η πιθανότητα δημιουργίας κινδύνου είναι εύλογα εμφανής, η παράλειψη λήψης μέτρων προφύλαξης συνιστά αμέλεια. [15]

 

Εν προκειμένω με βάση τα ευρήματα του Δικαστηρίου ο Αντωνίου ασφαλισμένος οδηγός της Εναγόμενης κτύπησε εκ των όπισθεν το όχημα που οδηγούσε ο Ενάγοντας με αποτέλεσμα το όχημα του Ενάγοντα να σπρώχθηκε προς τα εμπρός και να κτυπήσει το μπροστινό προπορευόμενο όχημα. Ο Ενάγοντας ήταν σταματημένος λόγω τροχαίας κίνησης. Ενώ περίμενε σταματημένος δέχθηκε το κτύπημα. Ο Εναγόμενος εμφανίστηκε ως φαίνεται ξαφνικά. Ως ανάφερε ο Ενάγοντας όταν σταμάτησε είχε κοιτάξει από το καθρεφτάκι και δεν είχε κάποιο όχημα πίσω του. Είναι προφανές ότι ο Αντωνίου δε σταμάτησε έγκαιρα ώστε να αποφύγει τη σύγκρουση. Δεν υπάρχει μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε ορατότητα στο δρόμο ή ότι οι συνθήκες ήταν τέτοιες ώστε να μη μπορούσε να δει τον Ενάγοντα ή να μην μπορούσε να αποφύγει τη σύγκρουση. Το επίδικο συμβάν έγινε απόγευμα Σεπτέμβριο.

 

Ως έχει επίσης προκύψει είχε τροχαία κίνηση (δεν αμφισβητήθηκε) και δη τα οχήματα βρίσκονταν σε σειρά το ένα πίσω από το άλλο. Ο Αντωνίου ουσιαστικά ακολουθούσε την τροχαία κίνηση. Δεν έχει παρουσιαστεί μαρτυρία εάν έλαβε μέτρα αποτροπής του κινδύνου. Αντιθέτως ως φαίνεται δεν εκπλήρωσε την υποχρέωση του να είναι επιμελής. Είχε καθήκον να οδηγεί προσεκτικά και με σύνεση. Αντιθέτως παρέλειψε να σταματήσει έγκαιρα, δεν αντιλήφθηκε έγκαιρα το προπορευόμενο όχημα του. Ο τρόπος που περιέγραψε ο Ενάγοντας ότι εμφανίστηκε ο Αντωνίου αφού εμφανίστηκε ξαφνικά δεικνύουν ότι δεν ήταν προσεκτικός και ότι οδηγούσε με τέτοιο τρόπο που δεν του επέτρεπε να σταματήσει έγκαιρα. Ως ανάφερε ο Ενάγοντας και δεν αντικρούστηκε τη συγκεκριμένη ώρα και μέρα στην οδό Ηρώων στη Μακεδονίτισσα υπήρχε τροχαία κίνηση. Ο Ενάγοντας κράτησε απόσταση από το προπορευόμενο όχημα. Είναι λογικό ότι σε περιπτώσεις τροχαίας κίνησης οι οδηγοί πρέπει να κρατούν απόσταση, να είναι προσεκτικοί και να είναι έτοιμοι εάν χρειαστεί να σταματήσουν. Ως έχει επίσης νομολογηθεί όταν υπάρχει σύγκρουση μεταξύ ενός οχήματος που κινείται και ενός σταματημένου οχήματος το οποίο είναι εύλογα ορατό, το βάρος είναι στους ώμους του οδηγού του οχήματος που βρίσκεται εν κινήσει να αποδείξει ότι επέδειξε εύλογη επιμέλεια.[16] Εν προκειμένω το Δικαστήριο δεν έχει ενώπιον του μαρτυρία από τον οδηγό του οχήματος και κατά συνέπεια δεν έχει αποδείξει ότι επέδειξε εύλογη επιμέλεια. Τα γεγονότα όμως ως έγιναν αποδεκτά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν επιδείχθηκε η απαιτούμενη επιμέλεια.

 

Ο Αντωνίου παραβιάζοντας το καθήκον επιμέλειας έναντι των άλλων χρηστών του δρόμου και δη τον Ενάγοντα προκάλεσε σ’ αυτόν ζημιά και δη προκλήθηκαν σ’ αυτόν σωματικές βλάβες ως εξηγείται ανωτέρω.

 

Η πλευρά της Εναγόμενης ισχυρίζεται ότι ο Ενάγοντας ευθύνεται με συντρέχουσα αμέλεια σε ποσοστό 20%-25%. Το θέμα της συντρέχουσας αμέλειας διέπεται από το άρθρο 57 του Κεφ. 148. Ουσιαστικά αποτελεί παράγοντα μείωσης των αποζημιώσεων που θα καταβάλει ο Εναγόμενος.[17] Η ύπαρξη συντρέχουσας αμέλειας απορρέει από την παράλειψη του ενάγοντα να επιδείξει την απαιτούμενη επιμέλεια για να προστατεύσει τον ίδιο τον εαυτό του από βλάβη ή ζημιά. Το κριτήριο για να αποφασιστεί αν έχει επιτευχθεί συντρέχουσα αμέλεια είναι βασικά το ίδιο με την αμέλεια αφού το προβλεπτό πρόκλησης ζημιάς και η παράλειψη να ληφθούν προφυλάξεις έναντι προβλεπτών κινδύνων είναι το κλειδί για να καταλήξει το Δικαστήριο σε εύρημα ύπαρξης συντρέχουσας αμέλειας.[18]

 

Στην προκείμενη περίπτωση αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Ενάγοντας δέχθηκε κτύπημα εκ των όπισθεν ενώ ήταν ήδη σταματημένος και περίμενε λόγω τροχαίας κίνησης. Ο Ενάγοντας είχε σταματήσει πίσω του δεν υπήρχε άλλο όχημα, το είχε παρατηρήσει από το καθρεφτάκι του οχήματος του. Δε φαινόταν να τον ακολουθεί κάποιος. Μάλιστα ως ανάφερε θέση που δεν αμφισβητήθηκε πιο πίσω είχε φώτα και είχε σταματήσει στα φώτα τροχαίας ο Αντωνίου. Όταν δέχθηκε το κτύπημα ήταν ήδη σταματημένος και το ένιωσε σαν βόμβα, δεν το περίμενε. Ο Ενάγοντας κινείτο νόμιμα και απλώς περίμενε λόγω τροχαίας κίνησης. Δε φαίνεται να πρόβηκε σε κάποια ενέργεια που να ενείχε τον κίνδυνο να προκληθεί ζημιά ή βλάβη. 

 

Δεν έχω διαπιστώσει λοιπόν να παραβίασε με οποιοδήποτε τρόπο ο Ενάγοντας το καθήκον επιμέλειας του ή να πρόβηκε σε κάποια ενέργεια που να συνέβαλε στην πρόκληση του επίδικου ατυχήματος.

 

Ειδικές αποζημιώσεις

 

Σε σχέση με τις ειδικές ζημιές είναι καθιερωμένη αρχή ότι αυτές πρέπει να καταγράφονται στις έγγραφες προτάσεις και να αποδεικνύονται με αυστηρότητα. Η Νομολογία επιβάλλει σε διάδικο την υποχρέωση να αποδεικνύει τη ζημία του με θετική μαρτυρία.[19] Οι διάδικοι οφείλουν λοιπόν να αποδεικνύουν τις ειδικές ζημιές τους.[20]

 

Η μαρτυρία η οποία κρίθηκε ως αξιόπιστη και έγινε αποδεκτή, σε συνάρτηση με τα ευρήματα του Δικαστηρίου, κρίνω ότι αποδεικνύουν στον απαιτούμενο βαθμό τα ακόλουθα ποσά τα οποία ο Ενάγοντας διεκδικεί ως ειδικές αποζημιώσεις.

 

α) Ιατρικά έξοδα €300. Το εν λόγω ποσό επιβεβαιώθηκε ότι οφείλεται και ότι αφορά τα ιατρικά έξοδα του ΜΕ2. Αποτελούν ειδικές ζημιές του Ενάγοντα συνεπεία του επίδικου συμβάντος και αφορά ζημιά που έχει υποστεί.

 

β) Τα έξοδα φυσιοθεραπείας δεν αποδείχθηκαν για τους λόγους που εξηγούνται ανωτέρω. 

 

Γενικές Αποζημιώσεις

 

Αναφορικά με τις αξιωμένες γενικές αποζημιώσεις, έχω κατά νου ότι ο σκοπός για τον οποίο επιδικάζονται είναι η δίκαιη αποζημίωση του θύματος για τη ζημιά και τραυματισμούς που έχει υποστεί και συναρτώνται άμεσα με τη σοβαρότητα των τραυμάτων, τον πόνο, την οδύνη, τη δυσχέρεια που προκαλούν τα τραύματα, τη διάρκεια των τραυμάτων και τα κατάλοιπα από τους τραυματισμούς με την όποια μορφή αυτά παίρνουν. Δεν υπάρχει μέτρο, ούτε ζυγαριά, με τα οποία θα μπορούσαμε να μετρήσουμε και να ζυγίσουμε αυτό τούτο τον τραυματισμό και τα όσα πιθανόν να έπονται απ' αυτόν, χωρίς όμως να εναποτίθεται υπέρμετρο βάρος στον αδικοπραγούντα[21]. Έχω επίσης κατά νου ότι το επιδικασθέν ποσό πρέπει να είναι εύλογο,[22] «κοινωνικά αποδεκτό»[23] και να αντανακλά την ευαισθησία για τον ανθρώπινο πόνο που υπέστη το αθώο μέρος[24]. Επίσης, χωρίς όμως να πρόκειται για απόλυτο κανόνα, διαπιστώνεται μια γενικά αυξητική τάση στα ποσά που επιδικάζονται ως γενικές αποζημιώσεις. [25]

 

Η υποτίμηση του χρήματος στην περίοδο που διέρρευσε από τον χρόνο προηγουμένων επιδικασθέντων ποσών, είναι παράγοντας που κατά τον υπολογισμό των αποζημιώσεων θα πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψη.[26] Για τον λόγο αυτό, προηγούμενες αποφάσεις δεν αποτελούν δεσμευτικό προηγούμενο με την έννοια του δεδικασμένου αλλά παρέχουν απλή καθοδήγηση στο Δικαστήριο.[27]

Για σκοπούς καθοδήγησης ως προς το ύψος των γενικών αποζημιώσεων έχω λάβει υπόψη μου, το ύψος των αποζημιώσεων που επιδικάστηκαν σε περιπτώσεις όπου η φύση και έκταση των τραυματισμών όπως και τα κατάλοιπα των τραυμάτων ήταν αντίστοιχα ή προσομοίαζαν με την παρούσα υπόθεση (βλέπε ενδεικτικά  Δημητρίου ν Ιωάννου κ.α. (2003) 1 Α ΑΑΔ 274, Κωνσταντινίδης ν Παπαμιλτιάδους (2007) 1Β ΑΑΔ 733, Π.Ε. 288/2018 Μιρέλα Μαρκίδου v Χριστάκης Παπαμάρκου ημερ. 16/07/2024, Αρετούλα Μερακλή κ.α. v. Α. Ταλιώτη (1997) 1 Α.Α.Δ. 1148, Ανδρέας Νεοκλέους vSimon John Worley (2001) 1 A.A.Δ. 652 , Κασιάνα Χαραλάμπους v. Γιαννάκη Αναστασιάδη (2003)1Γ Α.Α.Δ. 1709, Χαραλάμπους v. Αβραάμ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1441. Σε κάποιες υποθέσεις υπήρξαν και σοβαρότερα τραύματα.

 

Για σκοπούς γενικών αποζημιώσεων λοιπόν λαμβάνω υπόψη μου τον πόνο και ενόχληση που είχε ο Ενάγοντας στον αυχένα και ότι κατά διαστήματα έχει ενοχλήσεις κατά την αλλαγή καιρού. Οι τραυματισμοί του ήταν ήπιοι και 10 μέρες μετά είχαν βελτιωθεί τα συμπτώματα του. Υπέστη διάστρεμμα αυχένα αλλά χωρίς ευθειασμό, είχε κεφαλαλγίες και ζαλάδες στην αρχή. Επίσης έλαβα υπόψη μου ότι έλαβε αναρρωτική άδεια για περίπου 3 εβδομάδες  ότι χρησιμοποίησε κολλάρο που του το έδωσαν στο ΤΑΕΠ. Έλαβα γενικά υπόψη μου τον πόνο και την ταλαιπωρία που έχει υποστεί.

 

Συνυπολογίζοντας όλα τα πιο πάνω, κρίνω ως εύλογο και δίκαιο, το ποσό των €3.500 ως γενικές αποζημιώσεις επί πλήρους ευθύνης.

 

Με αναφορά όλα όσα αναφέρονται ανωτέρω κρίνω ότι επί πλήρους ευθύνης θα πρέπει να επιδικαστεί υπέρ του Ενάγοντα το ποσό των €300 ως ειδικές αποζημιώσεις και το ποσό των € 3.500 ως γενικές αποζημιώσεις.

 

Αναφορικά με την επιδίκαση τόκου ως προκύπτει από το άρθρο 58Α του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου Κεφ. 148, ο νόμος απολήγει στην παροχή δυνατότητας επιδίκασης τόκου για ολόκληρο ή μέρος του ποσού των αποζημιώσεων από την ημέρα γένεσης του αγώγιμου δικαιώματος ή από οποιαδήποτε μεταγενέστερη ημερομηνία, ως ήθελε κριθεί δίκαιο. To Δικαστήριο δύναται να επιδικάζει τόκο ίσο με το ύψος του τόκου που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (2), (3) και (4) του άρθρου 33 του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν. 14/60 μετά των συναφών τροποποιήσεων.  Ως έχει περαιτέρω νομολογηθεί επιδικάζεται νόμιμος τόκος από την ημέρα γένεσης του αγώγιμου δικαιώματος εκτός εάν διαπιστωθεί αδικαιολόγητη καθυστέρηση ή ολιγωρία εκ μέρους του ενάγοντα. Ο νόμιμος τόκος επιδικάζεται επί του ποσού των γενικών αποζημιώσεων καθώς και επί των ειδικών αποζημιώσεων, μειωμένος όμως κατά το ήμισυ έτσι ώστε να αντισταθμιστεί το ότι δεν προκύπτει όλη η ζημιά από την αρχή.[28]

 

Από τον φάκελο της υπόθεσης δε διαπιστώνω να ολιγώρησε ο Ενάγοντας στην καταχώρηση της αγωγής. Το επίδικο συμβάν συνέβη το Σεπτέμβριο 2017 η αγωγή καταχωρήθηκε 3 μήνες μετά και η Έκθεση Απαίτησης εντός του έτους 2018. Δεν κρίνω όμως ότι η καθυστέρηση είναι τόσο μεγάλη ώστε να στερηθεί ο Ενάγοντας της επιδίκασης τόκων από τη γένεση του αγώγιμου δικαιώματος ή ότι ο Ενάγοντας επέδειξε ολιγωρία καθότι μετά την γένεση του αγώγιμου δικαιώματος. Κρίνω ορθό και δίκαιο λοιπόν όπως ο νόμιμος τόκος ετησίως να αρχίζει από τη γένεση του αγώγιμου δικαιώματος σε σχέση με τις γενικές αποζημιώσεις.

 

Σε σχέση με τις ειδικές αποζημιώσεις κατ΄ εφαρμογή της απόφασης Φοινικαρίδης & άλλη v Γεωργίου & άλλων κρίνω ορθό και δίκαιο να επιδικαστεί τόκος από την ημέρα γένεσης του αγώγιμου δικαιώματος μειωμένου όμως στο μισό μέχρι την έκδοση απόφασης.

 

Κατάληξη

 

Συνακόλουθα εκδίδεται απόφαση ως ακολούθως:

 

Εκδίδεται απόφαση υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον της Εναγόμενης για το ποσό των €3.500 πλέον νόμιμο τόκο ετησίως από την 29/09/2017 μέχρι εξόφλησης, για το ποσό των € 300 με νόμιμο τόκο από την 29/09/2017 μειωμένος στο ήμισυ μέχρι σήμερα και με νόμιμο τόκο από σήμερα μέχρι εξόφλησης, πλέον έξοδα στην κλίμακα της αγωγής όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

                                                                                                  (Υπ.)…………….………………
                                                                                              Μ-Α Στυλιανού, Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 



[1] Πουρίκος v Σάββα κ.α. (1991) 1 ΑΑΔ 507.

[2] Βλ. σύγραμμα των κκ Τάκη Ηλιάδη και Νικόλα Γ. Σάντη “Το Δίκαιο της Απόδειξης Δικονομικές και Ουσιαστικές Πτυχές ” 2014, σελ. 196-198 και Σοφοκλέους ν Κυριάκου (2010) 1 Α.Α.Δ. 665 .

[3] Γεώργιος Παπαγεωργίου v Λούη Κλάππα (Investments Services Ltd) (1991) 1 Α.Α.Δ. 24

[4] Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506

 

[5] Νικολάου ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 841.

[6] Ελένη Τσαγγάρη Δημητρίου ν. Ανδριανής Κυριάκου Εγγλέζου κ.ά. (1997) 1 ΑΑΔ 1285).

 

 

[7] Panayiotoy v Mavrou (1970)1 C.L.R. 215.

[8] Λάππας ν. Παφίτη (1995) 1 Α.Α.Δ. 832 και  Συκοπετρίτης ν. Χριστοδούλου (2004) 1(Α) Α.Α.Δ. 218.

[9] Αλεξάνδρου ν. Λεβέντη  (1996) 1 Α.Α.Δ. 420

[10] Μαρκαντώνης ν. Δημάκη (1989) 1 C.L.R. 387  

[11] Βίκης ν. Νεοφύτου (1990) 1 Α.Α.Δ. 345

[12] Αβραάμ ν. Αρέστη Στυλιανού (2002) 1 Α.Α.Δ. 50

[15] Elpiniki Panayiotou v. Georghios Kyriacou Mavrou (1970) 1 CLR 215).

 

[16] Randall v Tarrant [1955]1 All ER 600, [1955] 1 WLR 255, Bingham's Motor Claims Cases, Eighth ed., London, Butterworths, 1980, σελ. 56

[17] Covotsos Textiles v. Serghiou (1981) 1 C.L.R. 475

[18] Odysseos v. Mantovani & Sons (1989) 1 C.L.R. 321

[19] Βλ. Ελισάβετ Ηρακλέους ν. Ρένου Πίτρου (1994) 1 ΑΑΔ 239,  Ανδρέας Σπύρου ν. Άριστου Χ΄΄ Χαραλάμπους (1989) 1Ε ΑΑΔ 298, Λαζούρας ν. Σκυλλουριώτου (1992) 1 ΑΑΔ 168, Θεμιστοκλέους ν. Παρασκευά (1992) 1 ΑΑΔ 498, Aloupou and Another v. Hadjigeorghiou and Another (1984) 1 CLR 475.

[20]  Κούνουνα κ.α. ν. Κώστας Κυριάκου & Υιός Λτδ κ.α. (2001) 1 ΑΑΔ 2126.

[21] Χαριλάου ν Νικολάου (2003)1 Α.Α.Δ. 1460, Fletcher v Autocar Transporters Ltd [1968] 1 All E.R. 726, Constantinou v Salahouris (1969) 1 C.L.R. 416.

[22] Βαρβάρα Χρίστου Μιχαήλ ν Φίλιος Συκοπετρίτης Λτδ (2000) 1 Α.Α.Δ. 1049, Κώστας Ιακώβου ν Αλέξανδρος Παπαδάκη κ.α. (2000) 1 Α.Α.Δ. 2079

[23] Paraskevaides (Overseas) Ltd v Christofi (1982) 1 C.L.R. 789

[24] Φοινικαρίδης κ.α. ν Γεωργίου κ.α. (1991) 1 Α.Α.Δ. 475, Παναγή ν Θεοδώρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 1303, Μαυροπετρή ν Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66

[25] Παναγή ν Θεοδώρου κ.α. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1303, Κωνσταντίνου ν Ιωάννου (1993) 1 Α.Α.Δ. 669

[26] (βλ.Σύγραμμα Φρίξου Νικολαΐδη 'Αποζημιώσεις για Σωματικές Βλάβες' παρ. 1-21, σελ. 25)

[27] Ιακώβου ν Παπαδάκη κ.α (2000) 1Γ Α.Α.Δ 2079).

[28](βλέπε Φοινικαρίδης ν. Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 475 και Θεοδούλου ν. APanayides Contracting Ltd (1999) 1 A.A.Δ. 2134). 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο