J. MANTIS CONSTRUCTIONS LTD ν. ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛ κ.α., Αρ. Αγωγής: 4222/2015, 28/2/2025
print
Τίτλος:
J. MANTIS CONSTRUCTIONS LTD ν. ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛ κ.α., Αρ. Αγωγής: 4222/2015, 28/2/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: X-M Καραπατάκη, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 4222/2015

Μεταξύ:

J. MANTIS CONSTRUCTIONS LTD

Ενάγοντες

-και-

 

1. ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛ

 2. ΘΕΟΔΩΡΑ ΜΙΧΑΗΛ

           3. ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΠΙΣΣΑΡΙΔΗΣ

Εναγόμενοι

 

και ως έχει τροποποιηθεί δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου ημερ. 01/12/2015

 

J. MANTIS CONSTRUCTIONS LTD

Ενάγοντες

-και-

 

1. ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛ

                   2. ΗΛΕΚΤΡΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΜΙΧΑΗΛ

            3. ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΠΙΣΣΑΡΙΔΗΣ

Εναγόμενοι

 

------------------------------------------------------------------------------------------

Ημερομηνία: 28 Φεβρουαρίου 2025

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα: κ. Ν. Ηλία με κα Ε. Χαραλάμπους για κκ. Νίκος Μ. Ηλία Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενους: κ. Σ. Νεάρχου για κκ. Μ.Π. Σοφοκλέους & Σια Δ.Ε.Π.Ε.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Α. Εισαγωγή- Δικόγραφα

[1] Η υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγή αφορά σε αξιώσεις της Ενάγουσας που εγείρονται σε σχέση με εργασίες αποκατάστασης διατηρητέας οικοδομής στον Άγιο Γεώργιο Καυκάλου, Λευκωσία εναντίον του Εναγόμενου 1 ως εργοδότη, της Εναγόμενης 2 ως ιδιοκτήτριας, αλλά και εναντίον του Εναγόμενου 3 ως αρχιτέκτονα.

Α.1. Έκθεση Απαίτησης

[2] Όπως προβάλλεται στην Έκθεση Απαίτησης την 21/12/2011 υπογράφηκε συμφωνία Έντυπο Ε2(Α) χωρίς ποσότητες για το ποσό των €90.000- πλέον Φ.Π.Α. με τους Εναγόμενους 1 και 2, οι οποίοι διόρισαν ως αρχιτέκτονα τον Εναγόμενο 3. Η κατοχή της οικοδομής παραλήφθηκε από την Ενάγουσα στις 09/01/2012 και οι εργασίες συμφωνήθηκε να ολοκληρωθούν στις 28/12/2012, κάτι που δεν έγινε. Στις 28/03/2014 η οικοδομή παραλήφθηκε από τους Εναγόμενους 1 και 2 και έκτοτε χρησιμοποιείται από αυτούς ανελλιπώς, ενώ στις 25/08/2014 ο Εναγόμενος 1 προέβηκε σε μονομερή και παράνομο τερματισμό της συμφωνίας. Όπως προβάλλει η Ενάγουσα, δικαιούται με βάση την σύμβαση σε δικαιολογημένη παράταση χρόνου 640 ημερών για την περίοδο 29/12/2012 μέχρι 25/08/2014 και αξιώνει ποσό (α) €20.334,48 για έξοδα γραφείου και κέρδος, ασφάλειες προσωπικού, έξοδα περίφραξης χώρου και άλλα που καθορίζει, καθώς και σε ποσό (β) €31.584- πλέον Φ.Π.Α. για ενδιάμεσο πιστοποιητικό πληρωμής αρ. 5 ημερ. 02/06/2014 (€24.980) και για πιστοποίηση επιπρόσθετων εργασιών (€6.604- πλέον Φ.Π.Α.). Περαιτέρω, υποστηρίζει ότι οι Εναγόμενοι 1 και 2 κατέβαλαν συνολικό ποσό €40.670,68 και ότι μετά την επιμέτρηση στην οποία προέβηκε η Ενάγουσα, η οποία κατέδειξε ότι παρασχέθηκαν εργασίες αξίας €85.951 πλέον Φ.Π.Α., της οφείλουν €45.280,32 στο οποίο συμπεριλαμβάνεται το υπό (α) και (β) αλλά και το ποσό των €13.696,32. Στον Εναγόμενο 3 καταλογίζεται συμπαιγνία με τον Εναγόμενο 1 για μη έκδοση πιστοποιητικών πληρωμής ή την έγκαιρη έκδοση τους, την μη παραχώρηση παράτασης χρόνου για δικαιολογημένες καθυστερήσεις λεπτομέρειες και λόγους των οποίων παραθέτουν, για το ότι πιστοποίησε ότι οι εργασίες έπρεπε να ολοκληρωθούν μέχρι την 28/12/2012 χωρίς παράταση χρόνου, αλλά και ότι εξέδωσε απόφαση αρχιτέκτονα χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις. Αξιώνει αναγνωριστικές αποφάσεις για το ότι δικαιούται σε δικαιολογημένη παράταση χρόνου 640 ημερών συμπλήρωσης των εργασιών, τις ειδικές αποζημιώσεις, γενικές αποζημιώσεις, καθώς και χρηματοδοτικά έξοδα πλέον τόκους.   

Α.2. Υπεράσπιση Εναγόμενων 1 & 2- Ανταπαίτηση Εναγόμενης 2

[3] Στην Υπεράσπιση των Εναγόμενων 1 & 2 και Ανταπαίτηση της Εναγόμενης 2, εκτός της άρνησης των αξιώσεων της Ενάγουσας, προβάλλονται οι εξής ισχυρισμοί:

 

      i.        Ότι η Ενάγουσα δεν κατείχε άδεια εργολήπτη.

     ii.        Ότι ο Εναγόμενος 1 είναι ο υιός και αντιπρόσωπος της Εναγόμενης 2 που είναι η ιδιοκτήτρια της οικοδομής, καθώς και ότι ο Εναγόμενος 1 ουδέποτε συμβλήθηκε με την Ενάγουσα.

    iii.        Ότι η Εναγόμενη 2 δυνάμει των συμφωνιών διόρισε ως αρχιτέκτονα τον Εναγόμενο 3.

   iv.        Ότι η Ενάγουσα καθυστερούσε συστηματικά και αδικαιολόγητα την εκτέλεση των έργων, για το οποίο της δίνονταν κατ’ επανάληψη ειδοποιήσεις περί τούτου.

     v.        Ότι η Εναγόμενη 2 δεν παρέλαβε την οικοδομή στις 28/03/2014 από την Ενάγουσα.

   vi.        Ότι το ποσό της πιστοποίησης των επιπρόσθετων εργασιών ήταν στο ποσό των €6.604- συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. και όχι πλέον το Φ.Π.Α., αλλά δεν οφείλεται στην Ενάγουσα.

  vii.        Ότι οι Εναγόμενοι 1, 2 και 3 εκτελούσαν πιστά τις υποχρεώσεις τους, ότι υπήρξαν κακοτεχνίες, ότι η Ενάγουσα αδικαιολόγητα εγκατέλειψε το εργοτάξιο και ορθά τερματίστηκε η συμφωνία την 25/08/2014.

 viii.        Ότι η Εναγόμενη 2 δικαιούται σε ποσό €50- ημερησίως για κάθε καθυστέρηση, το οποίο μπορεί να ανακτηθεί ως χρέος και να αφαιρεθεί από τα οφειλόμενα προς την Ενάγουσα.

   ix.        Ως εκ τούτου απαιτεί ποσό €5.300 για επιδιόρθωση κακοτεχνιών, €16.400- για αποπεράτωση εργασιών που δεν έγιναν, €20.000- ως αποζημίωση για απώλεια χρήσης από 28/12/2012 μέχρι 01/02/2015 ημερομηνία αποπεράτωσης των εργασιών μετά τον τερματισμό (25 μήνες Χ €800-), καθώς και ποσό €30.350 ως συμβατικές αποζημιώσεις για τις καθυστερήσεις.

Α.3. Απάντηση στην Υπεράσπιση των Εναγόμενων 1 & 2- Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση Εναγόμενης 2

[4] Στην Απάντηση στην Υπεράσπιση η Ενάγουσα εμμένει στο ότι αποτελεί εργοληπτική εταιρεία, ενώ σε σχέση με την θέση ότι ο Εναγόμενος 1 είναι αντιπρόσωπος της Εναγόμενης 2/ιδιοκτήτριας, υποστηρίζει ότι στην συμφωνία κατονομάζεται ως εργοδότης ο Εναγόμενος 1 και κωλύεται δια δηλώσεως σε έγγραφο να προβάλλει τέτοιο ισχυρισμό. Σε σχέση με τα ενδιάμεσα πιστοποιητικά πληρωμής επιμένει ότι εκδίδονταν πάντοτε με καθυστέρηση και δεν εξοφλούνταν εντός προθεσμίας και σε σχέση με τους ισχυρισμούς περί κακοτεχνιών, ότι ουδέποτε υπήρξε η οποιαδήποτε περί τούτου διαμαρτυρία των Εναγόμενων 1 και 2. Στην Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση της Εναγόμενης 2, εκτός της άρνησης της υποστηρίζεται ότι οι καθυστερήσεις ήταν δικαιολογημένες για τους λόγους που παρατίθενται στην Έκθεση Απαίτησης, ενώ για την απώλεια χρήσης προβάλλεται ότι η οικοδομή δεν ήταν προς ενοικίαση, αλλά για ίδια χρήση.

 

Α.4. Υπεράσπιση Εναγόμενου 3[5] Στην Υπεράσπιση του Εναγόμενου 3, εκτός της άρνησης των θέσεων της Ενάγουσας για τα όσα του καταλογίζονται, υποστηρίζει τα εξής:

 

      i.        Ότι η εργασία του αφορούσε και σε επιμέτρηση ποσοτήτων.

     ii.        Ότι για την έκδοση ενδιάμεσων πιστοποιητικών πληρωμής θα έπρεπε να υποβληθεί αίτηση από τον εργολάβο με λεπτομερή στοιχεία και επιμέτρηση.

    iii.        Ότι για να χορηγηθεί παράταση χρόνου εκτέλεσης εργασιών θα έπρεπε να δοθεί γραπτή ειδοποίηση με λεπτομέρειες των λόγων της καθυστέρησης εκτέλεσης και αν κρίνει αυτή ο αρχιτέκτονας δικαιολογημένη χορηγεί εύλογη παράταση.

   iv.        Ότι πριν την οποιαδήποτε παραλαβή προ της έμπρακτης συμπλήρωσης εργασιών πρέπει να γίνει κοινοποίηση στον αρχιτέκτονα.

     v.        Ότι οι εργασίες δεν εκτελούντο απρόσκοπτα και επαρκώς εξ’ υπαιτιότητας της Ενάγουσας.

   vi.        Ότι η αναστολή εργασιών προέκυψε εξ’ ολοκλήρου από την Ενάγουσα άνευ εγκρίσεως του Εναγόμενου 3.

  vii.        Ότι το αίτημα δια επιστολής για παράταση χρόνου για περίοδο από 26/05/2012 μέχρι 19/10/2012 δεν εγκρίθηκε από τον Εναγόμενο 3, γιατί ήταν αδικαιολόγητη, ενώ το ημερολόγιο εργοταξίου δεν του παρασχέθηκε ποτέ για να κριθεί το εύλογο της παρατάσεως, τουναντίον με επιτόπου επιθεώρηση παρατηρήθηκε και επισημάνθηκε η καθυστέρηση.

 viii.        Ότι η παραλαβή την 28/03/2014 έγινε κατά παράβαση της συμφωνίας και αυτό επισημάνθηκε στην Ενάγουσα γραπτώς.

   ix.        Ότι με πολλές γραπτές επιστολές για τις οποίες παραθέτει ημερομηνίες επισήμανε στην Ενάγουσα την παράλειψη της να προχωρήσει κανονικά σε εκτέλεση των εργασιών.

     x.        Ότι στις 26/08/2014 ο Εναγόμενος 1 πληροφόρησε τον Εναγόμενο 3 για τον τερματισμό της συμφωνίας και υπέβαλε αίτημα για απόφαση αρχιτέκτονα, η οποία, αφού έκρινε τον τερματισμό δικαιολογημένο, στις 28/08/2014 εξεδόθηκε απόφαση αρχιτέκτονα με πιστοποίηση αξίας εργασιών μέχρι τον τερματισμό.

   xi.        Ότι αρνείται τα περί συμπαιγνίας με τον Εναγόμενο 1 και τις ειδικές αποζημιώσεις που αξιώνει η Ενάγουσα ή ότι αμέλησε ή καθυστέρησε στην έκδοση ενδιάμεσων πιστοποιητικών πληρωμής.

  xii.        Ότι το αίτημα για έκδοση ενδιάμεσου πιστοποιητικού πληρωμής αρ. 6 εξετάστηκε και συμπεριλήφθηκε στο διατακτικό πληρωμής αρ. 5.

 xiii.        Ότι οι καθυστερήσεις στο έργο οφείλονται στην Ενάγουσα και ήταν αδικαιολόγητες και ότι εγκατέλειψε το εργοτάξιο αδικαιολόγητα άνευ της εγκρίσεως του.

Α.5. Απάντηση στην Υπεράσπιση Εναγόμενου 3

[6] Στην Απάντηση στην Υπεράσπιση του Εναγόμενου 3 η Ενάγουσα υποστηρίζει τα εξής:

 

      i.        Ότι ο Εναγόμενος 3 δύναται και υποχρεούται στην έκδοση ενδιάμεσων πιστοποιητικών πληρωμής ακόμη και αν ο εργολάβος παραλείψει να υποβάλει λεπτομερή αίτηση.

     ii.        Ότι η καθυστέρηση οφείλεται στους λόγους που παραθέτει στην παράγραφο 14 της Έκθεσης Απαίτησης.

    iii.        Ότι η αναστολή και η καθυστέρηση των εργασιών οφείλεται στους Εναγόμενους 1, 2 και 3.

   iv.        Ότι η αιτούμενη παράταση για περίοδο από 26/05/2012 μέχρι 19/10/2012 δεν παραχωρήθηκε αδικαιολόγητα και αμελώς από τον Εναγόμενο 3 και σε συμπαιγνία με τον Εναγόμενο 1.

     v.        Ότι ο Εναγόμενος 3 ενήργησε κατά παράβαση του καθήκοντος επιμέλειας του προς την Ενάγουσα.

   vi.        Ότι η παραλαβή την 28/03/2014 έγινε κατά επίμονη παράκληση των Εναγόμενων 1 και 2 και ως μερική παραλαβή είναι σύμφωνα με την συμφωνία.

  vii.        Ότι ουδέποτε υποβλήθηκε εγγράφως στον Εναγόμενο 3 αίτημα για έκδοση απόφασης αρχιτέκτονα σύμφωνα με το άρθρο 36 του συμβολαίου και κανένα άλλο πιστοποιητικό πληρωμής πέραν του υπ’ αριθμό 5 δεν έχει εκδοθεί.

 viii.        Ότι το πιστοποιητικό πληρωμής αρ. 5 εκδόθηκε στις 02/06/2014, ήτοι με καθυστέρηση 3 μηνών από την ημερομηνία υποβολής του (30/04/2014) και συνοδευόταν από επιστολή έγκρισης επιπλέον εργασιών ποσού €6.604-.

   ix.        Ότι ο Εναγόμενος 3 αρνήθηκε να εκδώσει το πιστοποιητικό πληρωμής αρ. 6.

Β. Επ’ ακροατηρίω διαδικασία

[7] Η επ’ ακροατηρίω διαδικασία διεξήχθη με την προσκόμιση της μαρτυρίας του Διευθυντή της Ενάγουσας κ. Γ. Μάντη (ΜΕ), του Εναγόμενου 3 (ΜΥ1) και του Εναγόμενου 1 (ΜΥ2). Κατατέθηκαν συνολικά 61 τεκμήρια. Ακολουθεί η παράθεση της μαρτυρίας εκάστου μάρτυρα.

Β.1. Μαρτυρία ΜΕ- 
Κυρίως εξέταση

[8] Ο ΜΕ κατάθεσε γραπτή δήλωση που σημειώθηκε ως Έγγραφο Α’. Σε αυτή αναφέρεται στη σύναψη γραπτής συμφωνίας ημερ. 21/12/2011 με τους Εναγόμενους 1 & 2 ως Ε2(Α)-Έντυπο Κυρίως Συμβολαίου για Οικοδομικά Έργα (Χωρίς Ποσότητες) αρ. 9295, την οποία κατάθεσε ως τεκμήριο 5. Αυτή αφορούσε στην αποκατάσταση διατηρητέας οικοδομής ιδιοκτησίας της Εναγόμενης 2 στον Αγ. Γεώργιο Καυκάλλου, Λευκωσίας για ποσό €90.000- εξαιρεμένου του Φ.Π.Α. Αρχιτέκτονας του έργου και επιμετρητής ποσοτήτων διορίστηκε ο Εναγόμενος 3. Ως ημερομηνία κατοχής ορίστηκε η 9η Ιανουαρίου 2012 και ως ημερομηνία παράδοσης του έργου η 28η Δεκεμβρίου 2012. Προβάλλει σειρά γεγονότων που υποστηρίζει ότι αποτέλεσαν την αιτία για καθυστερήσεις πέραν του ελέγχου της Ενάγουσας.

 

[9] Συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι οι Εναγόμενοι 1 & 2 ανέστειλαν τις εργασίες διότι δεν έτυχαν έγκρισης του Τομέα Διατήρησης για οικονομική βοήθεια. Κατάθεσε περί τούτου ως τεκμήριο 6(4) επιστολή ημερ. 15/10/12 προς Ιδιοκτήτη με κοινοποίηση προς τον Εναγόμενο 3 με παράθεση θέσεων και γεγονότων. Περαιτέρω, επικαλείται καθυστερήσεις εκ της εκδόσεως οδηγιών και τροποποιήσεων από τον Εναγόμενο 3, οι οποίες δίδονταν προφορικά και σπανίως γραπτώς. Ακόμη, ο ΜΕ υποστηρίζει ότι η κρίση που προέκυψε το 2013 με το χρηματοπιστωτικό σύστημα και συνακόλουθα στην οικοδομική βιομηχανία είχε ως αποτέλεσμα οι υπεργολάβοι να μην προσέρχονται στο εργοτάξιο εκτός αν προπληρωθούν, ειδικότερα, ενόψει του ότι η εργασία τους παρέμενε απλήρωτη. Κατάθεσε περί τούτου ως τεκμήριο 8 εγκυκλίους του Γενικού Λογιστηρίου της Δημοκρατίας με τις οποίες εξηγεί ότι αναγνωρίζονται οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης στον κλάδο των κατασκευών. Προέβαλε την καθυστέρηση στην αποπληρωμή ενδιάμεσων πιστοποιητικών πληρωμής («ΕΠΠ») και ειδικότερα του ΕΠΠ2, το οποίο εκδόθηκε στις 14/05/2012 και αποστάλθηκε στους Εναγόμενους 1 & 2 στις 16/05/2012, χωρίς να το εξοφλήσουν εντός 14 ημερών. Ο ΜΕ επικαλείται καθυστερήσεις στην έκδοση και άλλων ΕΠΠ όπως το ΕΠΠ4 και το ΕΠΠ5, ενώ το αιτηθέν προς έκδοση ΕΠΠ6 ουδέποτε εκδόθηκε από τον Εναγόμενο 3, ενώ υποστηρίζει ότι το ΕΠΠ5 για το ποσό των €29.726,20 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. όπως και ποσό €6.604- πλέον Φ.Π.Α. για τις επιπλέον εργασίες δεν έχουν εξοφληθεί. Για το ποσό των επιπλέον εργασιών εξηγεί ότι ο Εναγόμενος 3 δεν εξέδωσε ΕΠΠ αλλά ότι του απέστειλε επιστολή ημερ. 2/06/14 που κατέθεσε ως τεκμήριο 26. 

 

[10] Σε μια σύνοψη των προβαλλόμενων καθυστερήσεων, ο ΜΕ επικαλείται συνολικά 640 ημέρες δικαιολογημένης καθυστέρησης που αναλύει, οι οποίες περιλαμβάνουν πέραν των όσων ήδη παρέθεσε και τον ισχυρισμό ότι από τις 28/03/2014 οι Εναγόμενοι 1 & 2 παρέλαβαν ανεπιφύλακτα την οικοδομή και ότι μέχρι τις 25/08/2014 δεν επέτρεψαν στην Ενάγουσα να εκτελέσει οποιαδήποτε εργασία. Για όλες τις καθυστερήσεις απαιτεί ως ειδικές ζημιές για γενικά έξοδα γραφείου, ασφάλειες, προστατευτικούς φράκτες κτλ. το ποσό των €18.052,30. Υπολογίζει τα έξοδα γραφείου λαμβάνοντας υπόψη τις Οικονομικές Καταστάσεις που κατάθεσε ως τεκμήρια των ετών 2009-2011 και την φόρμουλα υπολογισμού «Hudson» και παραθέτει λεπτομέρειες για τα υπόλοιπα κονδύλια και έξοδα.

 

[11] Ο ΜΕ εξηγεί τις εκδόσεις των ΕΠΠ και δηλώνει ότι τα ΕΠΠ1-4 έχουν εξοφληθεί, όμως πάντοτε με καθυστέρηση. Όπως υποστηρίζει, οι Εναγόμενοι 1 & 2 πλήρωσαν αυτά αδιαμαρτύρητα χωρίς να προβάλλουν οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή παράπονα για κακοτεχνίες και ελαττώματα, αλλά και ότι ούτε ο Εναγόμενος 3 υπέδειξε ή πιστοποίησε οποτεδήποτε τέτοια. Όπως εξηγεί, από τις 28/03/2014 και πριν από την έμπρακτη συμπλήρωση των εργασιών οι Εναγόμενοι 1 & 2 παράλαβαν ανεπιφύλακτα την οικοδομή και έκτοτε την χρησιμοποιούν αδιάλειπτα. Αρνήθηκαν να παραδώσουν στην Ενάγουσα τα κλειδιά για την συμπλήρωση των εργασιών, η οποία στις 25/08/2014 αποχώρησε από το εργοτάξιο όταν ο Εναγόμενος 1 παράνομα προέβη σε μονομερή τερματισμό του τεκμηρίου 5 μέσω επιστολής την οποία κατάθεσε ως τεκμήριο 23. Υποστηρίζει ότι από τις 28/03/2014 η Ενάγουσα είχε ολοκληρώσει όλες σχεδόν τις εργασίες και απέμειναν κάποιες που παραθέτει, τις οποίες θα εκτελούσαν υπεργολάβοι, όμως αυτοί δεν προσέρχονταν στο εργοτάξιο, καθότι παρέμειναν απλήρωτοι. Παραθέτει ως τεκμήρια 24 & 25 επιστολές που απέστειλε στον Εναγόμενο 3 περί τούτου.  

 

[12] Ο ΜΕ υπολογίζει ότι το σύνολο της εκτελεσθείσας εργασίας ανέρχεται στο ποσό των €85.951- πλέον Φ.Π.Α. και παραθέτει σχετικό πίνακα υπολογισμού. Όπως εξηγεί, εκ της παράλειψης των Εναγόμενων 1 & 2 να εξοφλήσουν το ΕΠΠ5, με επιστολή τους ημερ. 18/09/2014 προς τον Εναγόμενο 1 με κοινοποίηση προς τον Εναγόμενο 3 απαίτησαν πληρωμή (τεκμήριο 27) και επειδή αυτή αγνοήθηκε, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 31(5) του τεκμηρίου 5 ανέστειλαν τις εργασίες με επιστολή ημερ. 20/10/2014 (τεκμήριο 28). Τα ποσά που υποστηρίζει ότι καταβλήθηκαν μέχρι σήμερα ανέρχονται στα €40.670,68 και απομένει προς εξόφληση το ποσό των €45.280,32 πλέον Φ.Π.Α., το οποίο συμπεριλαμβάνει το ποσό που πιστοποιήθηκε ως το ΕΠΠ5 (€24.980- πλέον Φ.Π.Α), το ποσό των επιπρόσθετων εργασιών που εγκρίθηκε με το τεκμήριο 26 (€6.604- πλέον Φ.Π.Α.) και το υπόλοιπο ποσό των €13.696,32 πλέον Φ.Π.Α. που υποστηρίζει ότι αποτελεί το ποσό που εκκρεμεί ως ΕΠΠ6 και ο Εναγόμενος 3 δεν εξέδωσε. Υποστηρίζει δε, ότι η Ενάγουσα δικαιούται σε τόκο που καθόριζε η ΚΤΚ την περίοδο της υπογραφής του τεκμηρίου 5 στο 5% σύμφωνα με την Κ.Δ.Π. 521/2010 και προβαίνει σε σχετικούς υπολογισμούς.

 

[13] Σε σχέση με τον Εναγόμενο 3 υποστηρίζει ότι σε συνεννόηση με τον Εναγόμενο 1 και με πρόθεση να εξαπατήσει την Ενάγουσα αρνήθηκε να παράσχει λογική παράταση ένεκα της καθυστέρησης και δεν εξέδιδε έγκαιρα τα ΕΠΠ, όπως το ΕΠΠ2, το ΕΠΠ5, ότι δεν εξέδωσε το ΕΠΠ6, ότι πιστοποίησε πως οι εργασίες έπρεπε να είχαν συμπληρωθεί μέχρι την 28/12/2012, καθώς και ότι εξέδωσε απόφαση Αρχιτέκτονα ημερ. 28/08/2014 χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις επιτρέποντας στον Εναγόμενο 1 να προβεί σε παράνομο τερματισμό και να απαιτεί αποζημιώσεις από την Ενάγουσα (τεκμήριο 31).

 

[14] Σε συνέχεια της κυρίως του εξέτασης ο ΜΕ επισήμανε ότι ο λόγος που δεν πληρώνονταν οι υπεργολάβοι ήταν εκ της καθυστέρησης έκδοσης του ΕΠΠ5, της μη έκδοσης του ΕΠΠ6 και της μη πληρωμής για της εργασίας στα οποία αυτά αφορούσαν. Όπως εξήγησε, το κούρεμα και ο πανικός που προκάλεσε εξώθησε τους υπεργολάβους (πελεκάνους, υδραυλικούς, ηλεκτρολόγους) να αρνούνται να εργαστούν εκτός αν προπληρώνονταν. Το ίδιο δήλωσε και για τους προμηθευτές που απαιτούσαν τα χρήματα τους άμεσα για να προμηθεύσουν. Για το ζήτημα της διακοπής του συμβολαίου από τον Εναγόμενο 1 ανέφερε ότι του το είχε πει τηλεφωνικά ο Εναγόμενος 3 ένεκα της μη έγκρισης της χορηγίας.

Β.2. Μαρτυρία ΜΕ-
Αντεξέταση & Επανεξέταση

[15] Κατά την αντεξέταση του ο ME απάντησε ότι μετά που η Ενάγουσα εξέδωσε το διατακτικό της στις 11/05/2012 του ζητήθηκε από τον Εναγόμενο 3 τηλεφωνικά όταν αυτός ήταν με τον Εναγόμενο 1 να διακόψουν το συμβόλαιο και να ετοιμάσει κατάλογο με τις εκτελεσθείσες εργασίες πλέον το διατακτικό. Αυτός δήλωσε ότι του ανέφερε πως διεκδικεί το ποσό των €3.000- ως αποζημίωση για τα έξοδα του και ανέμενε το ραντεβού, όμως ο Εναγόμενος 1 τον παρέπεμπε από καιρό σε καιρό από τον Ιούνιο μέχρι και τον Σεπτέμβρη οπότε και συναντήθηκαν στο γραφείο του Αρχιτέκτονα και συμφωνήθηκε η διακοπή. Αργότερα του είπαν ότι οι εργασίες θα συνεχίζονταν κανονικά, κάτι με το οποίο συμφώνησε, νοουμένου ότι πληρωθεί το διατακτικό. Το ότι δεν έχει κάτι περί τούτου γραπτώς το απέδωσε στο ότι ο Αρχιτέκτονας ανέφερε ότι εργαζόταν με προφορικές οδηγίες και όχι γραπτές και έκρινε την τηλεφωνική επικοινωνία αρκετή. Στην ερώτηση αν απέστειλε επιστολή για την δοθείσα προφορική οδηγία σύμφωνα με το συμβόλαιο εντός 7 ημερών παράπεμψε στην όλη επιστολογραφία της περιόδου και ειδικότερα στο τεκμήριο 6.

 

[16] Σε σχέση με την συχνότητα αποστολής διατακτικών, αν και αρχικά δήλωσε πως είχε το δικαίωμα να αποστέλλει ένα κάθε μήνα, εν τέλει συμφώνησε ότι δικαιούτο σε ένα διατακτικό κάθε δύο μήνες. Για τις καθυστερήσεις παράπεμψε στην περίοδο της αναστολής εργασιών τον Μάιο του 2012 μετά την έκδοση του 2ου διατακτικού, στις οδηγίες που αναγκάστηκε να δώσει ο πολιτικός μηχανικός για το κτίσιμο που λίθινου τοίχου που καθόρισε στους δυο μήνες για να δοθούν και άλλους δύο μήνες για να γίνει, ένα φρεάτιο στο οποίο έπρεπε να μπει σωλήνα και καθυστέρησε για ένα μήνα και τα απλήρωτα διατακτικά παραπέμποντας στο ΕΠΠ5, που δεν του επέτρεπε να πληρώσει τους υπεργολάβους, καθώς και το ότι από τον Μάρτιο του 2014 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2014 δεν είχε τα κλειδιά της κατοικίας. Επίσης, επανέλαβε τα όσα παράθεσε για το ζήτημα του κουρέματος και στο ότι ουδείς υπεργολάβος θα εργαζόταν εκτός αν πληρωνόταν.   

 

[17] Οι επιπλέον εργασίες απάντησε ότι είναι αυτές που απαριθμούνται στο τεκμήριο 22 (κατασκευή βόρειου τοίχου αντιστήριξης από μπετόν αντί πέτρα, κατασκευή νότιου τοίχου αντιστήριξης, σωλήνα αποχετευτικού και επιχρίσματα τοίχων αντιστήριξης). Για την πρώτη εργασία εξήγησε ότι είχε οδηγία από τον πολιτικό μηχανικό. Υπέδειξε ότι με τα όσα του επιβεβαιώνονται με το τεκμήριο 26, ήτοι την επιστολή του Εναγόμενου 3 διαφωνεί και τόνισε πως αυτή η επιστολή που του εγκρίθηκε το ποσό των €6.604- δεν την έλαβε, όμως εξήγησε ότι δεν είναι διατακτικό για να μπορεί να το πληρωθεί από τον Εργοδότη. Την διαφωνία του όμως δήλωσε ότι δεν παράπεμψε σε διαιτησία και παράπεμψε στο ότι ο Εναγόμενος 3 έδωσε βιαστικά οδηγίες για διακοπή του συμβολαίου και δεν δόθηκε χρόνος στην Ενάγουσα να εκδώσει τελικό λογαριασμό ή χρόνο παράτασης για όλα τα σημεία. Επέμεινε ότι ακόμη και να μην είχαν κάτι ουσιαστικό να κάνουν πήγαιναν σχεδόν καθημερινά στο εργοτάξιο και ότι από τις 28/03/2014 τους απαγορεύτηκε να πηγαίνουν. Από εκείνη την ημερομηνία δήλωσε ότι τόσο ο Εργοδότης όσο και ο Εναγόμενος 3 γνώριζαν ότι υπολείπονταν κάποιες εργασίες των υπεργολάβων. Δεν γνώριζε αν ο Εναγόμενος 3 πήγε για επίβλεψη μετά από την ημερομηνία αυτή.

 

[18] Ο ΜΕ απάντησε ότι την Εναγόμενη 2 εκπροσωπούσε ο Εναγόμενος 1 για την οποία υπέγραψε. Διαφώνησε με την θέση ότι η Ενάγουσα δεν ήταν κάτοχος εν ισχύ άδειας για εργοληπτικές εργασίες στην υπόδειξη ότι οι ανανεώσεις άδειας των ετών 2012-2014 δεν φαίνεται να κάλυπταν κάποιες περιόδους. Όπως εξήγησε, οι άδειες εκδίδονται ετήσιες και δεν σημαίνει ότι αν υπήρξε καθυστέρηση μερικών ημερών επηρεάζεται η ετήσια εγκυρότητα τους. Στην υπόδειξη ότι η εγκύκλιος του τεκμηρίου 8 αναφέρεται σε έργα του δημοσίου, απάντησε ότι ο οποιοσδήποτε Νόμος της Κυπριακής Δημοκρατίας εφαρμόζεται και στους ιδιώτες και υποστήριξε ότι τα ιδιωτικά συμφωνητικά υπέστησαν την μεγαλύτερη ζημιά εκ της οικονομικής κρίσης. Όπως δήλωσε, υπέβαλε πολλές φορές αίτημα στον Εναγόμενο 3 σε σχέση με την αδυναμία να προχωρήσει το έργο εκ του κουρέματος του 2013. Ειδικότερα, στην ερώτηση αν υπέβαλε αίτημα για απευθείας πληρωμή των υπεργολάβων απάντησε ότι υπέβαλε στον Εναγόμενο 3 διατακτικά και τόνιζε την σημασία του να εξοφληθούν για να πληρώσει τους υπεργολάβους και τους προμηθευτές, ώστε να ολοκληρωθεί το έργο. Επέμεινε ότι προέβη σε αίτημα για παράταση, όμως δήλωσε ότι δεν πήρε απάντηση και δεν τους δόθηκε ο χρόνος να υποβάλουν άλλο αίτημα. Για το ζήτημα του τόκου που απαιτεί και στην υπόδειξη ότι το τεκμήριο 29 που κατάθεσε αφορά σε ιδιωτικά έργα δεν μπορούσε να απαντήσει, καθότι το ζήτημα είναι νομικό. Σε σχέση με το κατά πόσο τηρούσε ημερολόγιο εργοταξίου απάντησε ότι αρχικά όπως γίνεται σε όλα τα έργα η Ενάγουσα είχε ημερολόγιο εργοταξίου, υπέδειξε όμως ότι για να είναι σε ισχύ έπρεπε να υπάρχει και ο εκπρόσωπος του ιδιοκτήτη, κάτι που ήταν ανέφικτο, επειδή ο αρχιτέκτονας δεν τα ζητούσε και δεν τα επέβαλλε.

 

[19] Για τις επιπρόσθετες εργασίες και ειδικότερα για τις υπό 1 και 2 δήλωσε ότι ζήτησε χρόνο παράτασης. Στην υπόδειξη ότι δεν υπέβαλε αίτημα, απάντησε ότι ζήτησε παράταση για ολόκληρο το έργο, όμως δεν ήταν σε θέση να υποδείξει πως και με ποια επιστολή. Για τις 4 επιπρόσθετες εργασίες στο τεκμήριο 22 συμφώνησε ότι ο Εναγόμενος 3 αποφάσισε στο τεκμήριο 26 με τα σημεία υπό 1, 2, 3 και 5, όμως διαφωνεί με τα ποσά που αυτός καθόρισε. Αρνήθηκε την θέση ότι τα προς έκδοση πιστοποιητικά πληρωμής αρ. 5 και αρ. 6, ήτοι τα τεκμήρια 18 και 19, με αιτούμενη προς πιστοποίηση εκτελεσθείσας εργασίας €69.050 πιστοποιήθηκαν μέσω του ΕΠΠ5 στις 02/06/2014 στο ποσό των €68.000. Επέμεινε ότι το τεκμήριο 26 για τις επιπρόσθετες εργασίες δεν ήταν διατακτικό για να μπορεί να διεκδικήσει πληρωμή. Του υποδείχθηκε και κατατέθηκε ως τεκμήριο 31 η απόφαση αρχιτέκτονα ημερ. 28/08/2014 που πιστοποιείται ότι η Ενάγουσα δικαιούται το ποσό του ΕΠΠ5 πλέον το ποσό που αναφέρεται στο τεκμήριο 26 για τις επιπρόσθετες εργασίες.

 

[20] Ο ΜΕ δήλωσε ότι δεν γνώριζε ότι οι Εναγόμενοι 1 & 2 αιτήθηκαν στον Εναγόμενο 3 διακοπή συμβολαίου.

 

[21] Ο ΜΕ επέμεινε ότι ο Εναγόμενος 3 επέλεξε τον Αύγουστο του 2014 να αποστείλει τις επιστολές ότι δήθεν η Ενάγουσα δεν ευρισκόταν στο εργοτάξιο, εντός της περιόδου των αργιών και των θερινών διακοπών. Με την απόφαση του ημερ. 28/08/2014 υπέδειξε ότι αφαίρεσε το δικαίωμα της Ενάγουσας να διεκδικήσει παράταση χρόνου και την έκδοση τελικού λογαριασμού. Επίσης υπέδειξε ότι στις 28/03/2014 θεωρείται ότι παραδόθηκε το έργο από την στιγμή που ο ιδιοκτήτης μπήκε μέσα. Όταν του υποδείχθηκε το ότι συνέχισε και μετά από αυτή την περίοδο να ασφαλίζει το έργο απάντησε ότι δεν το έκρινε προβληματικό. Υποστήριξε ότι ο Εναγόμενος 3 εξέδωσε την απόφαση του χωρίς να ερωτηθεί η Ενάγουσα.

 

[22] Για το κατά πόσο ήταν έτοιμο το έργο όπως είχε υποστηρίξει, επισήμανε ότι υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα από την προσωρινή παροχή, ότι υπήρχαν λάμπες και πρίζες, νερό, ότι ήταν μπογιατισμένο και εκκρεμούσε το 3ο χέρι μπογιατίσματος, και παρόλο που δεν είχε πάγκο κουζίνας, μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν τα δωμάτια, τα αποχωρητήρια, οι σκάλες, η αυλή και η ψησταριά. Ήταν ένα σπίτι που θα χρησιμοποιείτο δύο φορές τον χρόνο. Επέμεινε ότι η μη πληρωμή του ΕΠΠ5 και η μη έκδοση του ΕΠΠ6 ήταν η αιτία για να μην ολοκληρωθούν οι εργασίες και να μην εκδοθεί πιστοποιητικό έμπρακτης συμπλήρωσης εργασιών. Όπως εξήγησε, ο Ιδιοκτήτης του πήρε τα κλειδιά από τις 28/03/2014 και δεν τον άφηνε να μπει στο εργοτάξιο, ότι προσπάθησε μέσω των υπεργολάβων να ολοκληρώσει τις εργασίες και τόνισε ότι ο σκοπός του ήταν να ανακατασκευάσει την οικοδομή με τα χρήματα της χορηγίας και σε βάρος της Ενάγουσας. Του υποδείχθηκε ότι στην επιστολή που απέστειλε τον Αύγουστο του 2014-τεκμήριο 24, δεν αναφέρει οτιδήποτε για παρεμπόδιση εισόδου, όπου μετά από διάφορες επαναλήψεις των θέσεων του απάντησε ότι στις 8/08/2014 ευρισκόταν σε αμφιβολία και πως στο τέλος Αυγούστου κατάλαβε τι ήθελαν να κάνουν σε βάρος της Ενάγουσας.

 

[23] Κατά την επανεξέταση του ο ΜΕ διευκρίνισε ότι το ΕΠΠ5 αφορούσε εργασίες του Φεβρουαρίου και αργότερα υπέβαλε προς έκδοση το ΕΕΠ6 στις 30 Απριλίου, που αφορούσε εργασίες του Μαρτίου και Απριλίου, επειδή η Ενάγουσα είχε προβεί σε κάποιες περαιτέρω εργασίες, ενώ το ΕΠΠ5 δεν είχε ακόμη εκδοθεί προς πληρωμή και υπέβαλε και το υπ’ αριθμό 6 κάτι που είθισται να γίνεται όταν δεν πληρωθεί το ένα, οπόταν υπολογίζονται μετά και τα δύο.

Β.3. Μαρτυρία ΜΥ1-
Κυρίως εξέταση

[24] O MY1 κατάθεσε γραπτή δήλωση που σημειώθηκε ως Έγγραφο Β’.  Όπως υποστηρίζει, έλαβε εντολή από την Εναγόμενη 2, η οποία είναι ιδιοκτήτρια της κατοικίας να επιβλέψει τις εργασίες αποκατάστασης της. Κατάθεσε ως τεκμήριο 33 την εξουσιοδότηση εντολέα και ως τεκμήριο 34 την άδεια οικοδομής. Ο ΜΥ1 κατάθεσε ως τεκμήριο 35 δέσμη του συμβολαίου με σχέδια και τις τεχνικές προδιαγραφές που υποστήριξε ότι δεν συμπεριλήφθηκαν στο τεκμήριο 5. Υποστήριξε ότι από την ημερομηνία έναρξης των εργασιών του έργου διεκπεραίωσε 27 επισκέψεις μέχρι την ολοκλήρωση του από τον άλλο εργολάβο και της παράδοσης του. Αναφέρθηκε σε όρους του συμβολαίου αναφορικά με την περίοδο έκδοσης ενός ΕΠΠ. Ειδικότερα, υποστήριξε ότι αυτό εκδίδεται ένα κάθε δύο μήνες υπό τον όρο ότι ο Αρχιτέκτονας θα λάβει λεπτομερή αίτηση έκδοσης και ότι από την ημερομηνία υποβολής της ο Αρχιτέκτονας θα πρέπει να το εκδώσει εντός 2 μηνών με την συμπερίληψη και της εργασίας που εκτελέστηκε μέχρι και 14 ημέρες πριν την έκδοση του. Για την παραχώρηση παράτασης χρόνου υπέδειξε ότι απαιτείται γραπτή ειδοποίηση στον Αρχιτέκτονα με παράθεση λεπτομερειών των λόγων, ενώ για την όποια παραλαβή του έργου ή τμήματος του από τον Ιδιοκτήτη πριν την Έμπρακτη συμπλήρωση των εργασιών θα πρέπει να κοινοποιηθεί άμεσα στον Αρχιτέκτονα.

 

[25] Ο ΜΥ1 υπέδειξε ότι υπήρξαν 607 μέρες καθυστερήσεων στην συμπλήρωση των εργασιών μέχρι την ημερομηνία διακοπής του συμβολαίου, ήτοι την 25/08/2014. Όπως υποστήριξε, η Ενάγουσα δεν προσήλθε στο εργοτάξιο την περίοδο 26/05/2012 – 19/10/2012 γιατί πρόθεση του ήταν να διακόψει το συμβόλαιο, οπόταν μετέβηκε στο εργοτάξιο για καταγραφή εργασιών, αλλά στις 26/09/2012 σε συνάντηση στο γραφείο του και με τον Ιδιοκτήτη, η πρόταση δεν έγινε αποδεκτή. Το αίτημα ημερ. 15/10/2012 για παράταση χρόνου για την περίοδο αυτή απορρίφθηκε. Αρνήθηκε την θέση ότι υπήρξε οποτεδήποτε πρόθεση του Ιδιοκτήτη να διακόψει το συμβόλαιο και ότι έγινε περί τούτου συζήτηση. Όπως εξηγεί, την περίοδο εκείνη του τηλεφώνησε ο ΜΕ για να τον ρωτήσει αν εξέδωσε το ΕΠΠ2 του οποίου την έκδοση αιτήθηκε στις 11/05/2012 και ότι του απάντησε ότι το είχε εκδώσει την 14/05/2012. Αποδίδει τις επιστολές του τεκμηρίου 6 ως στρατηγική του ΜΕ για να εξασφαλίσει παράταση χρόνου. Υποστηρίζει δε, ότι για τις καθυστερήσεις που σημειώθηκαν στην πρόοδο των εργασιών προειδοποίησε σχετικά την Ενάγουσα και κατάθεσε περί τούτου δέσμη επιστολών ως τεκμήριο 36, με τις οποίες την καλούσε σε άμεση εκτέλεση και παράδοση χρονοδιαγράμματος εργασιών και ημερολόγιο εργοταξίου άνευ αποτελέσματος. 

 

[26] Όπως προβάλλει ο ΜΥ1, η παραλαβή της οικοδομής μόνο για την ημέρα του Πάσχα 28/03/2014 έγινε άνευ της ενημέρωσης του κατά παράβαση του συμβολαίου και κατάθεσε ως τεκμήριο 38 δέσμη επιστολών ημερ. 01/08/2014 και 21/08/2014, με τις οποίες ενημέρωσε την Ενάγουσα και αρνείται την θέση ότι υπήρξε ανεπιφύλακτη παραλαβή του έργου και χρήση του μέχρι την 25/08/2014, υποστηρίζοντας ότι η θέση πως δεν επιτρεπόταν η είσοδος στον εργολάβο έκτοτε είναι ανυπόστατη. Αρνείται την αξίωση €20.334,48 εναντίον του ένεκα συμπαιγνίας ένεκα μη παράτασης χρόνου. Όπως υποδεικνύει, έχει εξετάσει όλες τις αιτήσεις για έκδοση ΕΠΠ που του υπέβαλε η Ενάγουσα και πιστοποίησε τόσο την εκτελεσθείσα, όσο και τις επιπρόσθετες εργασίες, τονίζοντας ότι οι αιτήσεις για πιστοποιητικά πληρωμής αρ. 5 και 6 πιστοποιήθηκαν στο ΕΠΠ5, επειδή η Ενάγουσα υπέβαλε αίτηση για το υπ’ αρ. 6 πριν περάσουν δύο μήνες από την υποβολή του υπ’ αρ. 5, ενώ τις επιπρόσθετες εργασίες εξέτασε και εξέδωσε στο τεκμήριο 26, ήτοι την επιστολή ημερ. 02/06/2014 προς την Ενάγουσα. Για την εκτέλεση των επιπρόσθετων εργασιών η Ενάγουσα δεν του υπέβαλε αίτημα για παράταση χρόνου και δεν κρίνει πως δικαιούται κάτι τέτοιο, επειδή αποτελούν εργασίες τροποποίησης προβλεπόμενων υποχρεώσεων. Για το ζήτημα της παράτασης χρόνου εκ της εγκυκλίου του τεκμηρίου 8 υποστηρίζει ότι δεν δικαιούται σε παράταξη εξ αυτών, καθότι δεν του υποβλήθηκε αίτημα με στοιχεία προς εξέταση, ότι αυτή αφορά σε δημόσιες συμβάσεις, καθώς και ότι η ημερομηνία της εγκυκλίου, ήτοι η 19/07/2013 είναι προγενέστερης του ισχυρισμού της. Παραδέχεται ότι έλαβε επιστολή από τον Εργολάβο του τεκμηρίου 8 (5) ημερ. 20/04/2014 για το πρόβλημα στην οικοδομική βιομηχανία, όμως κανένα στοιχείο ή αίτημα για να εξεταστεί.

 

[27] Ο ΜΥ1 κρίνει ως δικαιολογημένο το τερματισμό του Εργοδότη και για τον λόγο αυτό δηλώνει ότι προχώρησε στην έκδοση του τεκμηρίου 31 στο οποίο καθόρισε τα ποσά που δικαιούται η Ενάγουσα ήτοι του ΕΠΠ5 και της επιστολής του τεκμηρίου 26, αλλά και στις αποζημιώσεις που δικαιούται ο Εργοδότης στο ποσό των €30.350-. Για δε την ολοκλήρωση των εργασιών προβάλλει ότι ο Εργοδότης προσέλαβε άλλο εργολάβο και δαπάνησε για την συμπλήρωση των εργασιών το ποσό των €16.400 πλέον Φ.Π.Α. καταθέτοντας περί τούτου το τεκμήριο 40. Όπως υποστηρίζει, το σύνολο της εκτελεσθείσας εργασίας ανέρχεται στο ποσό των €68.000- πλέον Φ.Π.Α.,  πλέον το ποσό των €6.604- πλέον Φ.Π.Α. ως επιπρόσθετες εργασίες ως το τεκμήριο 26, όμως υπήρξαν και επί το ελάττον εργασίες €4.500- πλέον Φ.Π.Α. Οι επί το ελάττον εργασίες δεν κρίνονται ως δικογραφημένες, κάτι που επιβεβαιώθηκε και από τον συνήγορο των Εναγόμενων στα πλαίσια της μαρτυρίας του Εναγόμενου 1. Με αυτή την θέση, ήτοι της αφαίρεσης των επί το ελάττον εργασιών καθορίζει το σύνολο της εκτελεσθείσας εργασίας στο ποσό των €70.104- που αν ληφθεί υπόψη η καταβολή του ποσού των €40.720- πλέον Φ.Π.Α. παραμένει προς πληρωμή στον Εργοδότη το ποσό των €29.384-. Προβαίνει και σε κάποιους άλλους υπολογισμούς για τις εκατέρωθεν κατά τον ίδιο οφειλόμενες πληρωμές.

Β.4. Μαρτυρία ΜΥ1-
Αντεξέταση & Επανεξέταση

[28] Κατά την αντεξέταση του ΜΥ1 κατατέθηκε ως τεκμήριο 41 σειρά πιστοποιητικών και διπλωμάτων του. Τα προσόντα του δεν αμφισβητήθηκαν. O ίδιος, όπως εξήγησε, δεν ήταν μέρος του τεκμηρίου 5, αλλά μάρτυρας των υπογραφών, αρχιτέκτονας και διαχειριστής του.

 

[29] Ο ΜΥ1 απάντησε ότι δεν γνώριζε ότι έγινε παραλαβή της οικίας και παράπεμψε στις επιστολές που απέστειλε και ζητούσε το ημερολόγιο του εργοταξίου. Κατάθεσε περί της υποχρεωτικότητας τήρησης ημερολογίου εργοταξίου απόσπασμα από Κ.Δ.Π. ως τεκμήριο 43. Όπως υπέδειξε, το έμαθε στις 14/08/2014 με επιστολή που του αναφέρθηκε ότι ο Ιδιοκτήτης μπήκε μέσα και δεν πήγαιναν να δουλέψουν οι υπεργολάβοι γιατί δεν πληρώνονταν.

 

[30] Για το ζήτημα των οδηγιών Αρχιτέκτονα υπέδειξε ότι αυτές δίδονται όταν προκύπτουν ζητήματα που δεν εμφαίνονται στο υπογραφέν συμβόλαιο και παράπεμψε στην οδηγία μετά από την παράκληση του Πολιτικού Μηχανικού να κτιστούν δύο τοίχοι αντιστήριξης δεξιά και αριστερά από το τζάκι για να καταστεί πιο σταθερός ο τοίχος στο νότιο μέρος.

 

[31] Ο ΜΥ1 απάντησε ότι ο Εργολάβος αποκτά δικαίωμα πληρωμής από τα πιστοποιητικά πληρωμής που εκδίδει ο Αρχιτέκτονας σύμφωνα με το άρθρο 31 του συμβολαίου. Επέμεινε ότι σύμφωνα με το συμβόλαιο εκδίδεται ένα ΕΠΠ ανά δύο μήνες και εντός δύο μηνών από την ημερομηνία του αιτήματος προς έκδοση. Όπως δήλωσε, ο ίδιος ουδέποτε εξέδωσε από μόνος του χωρίς αίτηση για έκδοση ΕΠΠ, εξηγώντας ότι για να το πράξει πάει πάντοτε επιτόπου για να ελέγξει. Το ΕΠΠ1 υπέδειξε ότι αποτελούσε την προκαταβολή και με δεδομένο ότι αυτή δόθηκε τον Ιανουάριο του 2012 με την έναρξη του έργου, εξήγησε ότι η επόμενη αίτηση για ΕΠΠ θα μπορούσε να υποβληθεί αρχές Μαρτίου του 2012 και δεν έγινε.

 

[32] Όπως δήλωσε ο ΜΥ1, αρχικά συναντήθηκε με την αδελφή του Εναγόμενου 1 και με την Εναγόμενη 2 συναντήθηκε όταν ήταν να προχωρήσει στην κατάρτιση των σχεδίων. Υπέδειξε το τεκμήριο 33 ως την εξουσιοδότηση από την Εναγόμενη 2, η οποία αποτελούσε μέρος μπλοκ εξουσιοδοτήσεων που αγόραζαν από το ΕΤΕΚ. Σε επόμενη δικάσιμο της αντεξέτασης του κατάθεσε ευκρινές αντίγραφο που εμφαίνονται οι υπογραφές ως τεκμήριο 50.

 

[33] Ο ΜΥ1 δήλωσε ότι η Ενάγουσα τις πρώτες επιπρόσθετες εργασίες τις ζήτησε με το 4ο αίτημα για έκδοση ΕΠΠ, το οποίο εκδόθηκε στις 30/07/2013 και πληρώθηκε στις 05/08/2013 και αφορούσε στην απαίτηση του Πολιτικού Μηχανικού για την δημιουργία τοίχου δεξιά και αριστερά στο τζάκι. Τα αιτήματα για επιπρόσθετες εργασίες δήλωσε ότι ήταν τέσσερα και το 4ο που ήταν οι σοβάδες υποβλήθηκε με το αίτημα για το 6ο ΕΠΠ. Τα ποσά των επιπρόσθετων εργασιών δεν φαίνονται στα ΕΠΠ4 και ΕΠΠ5. Όπως εξήγησε, ο λόγος που δεν τα συμπεριέλαβε ήταν επειδή το έργο επιχορηγείτο από την Πολεοδομία και ότι αυτό που έκαναν με ενημέρωση του Εργολάβου ήταν να αιτηθούν προς την Πολεοδομία πριν την ολοκλήρωση των εργασιών να εγκρίνει το ποσό των επιπρόσθετων εργασιών των €6.604- και όταν θα γινόταν ο τελικός λογαριασμός το ποσό αυτό θα πληρωνόταν. Όπως υποστήριξε, αν το ενέκρινε σε κάθε ένα ΕΠΠ δεν θα πληρωνόταν από την Πολεοδομία. Του υποδείχθηκε ότι το συμβόλαιο στο άρθρο 31.2 αναφέρει ότι σε κάθε ΕΠΠ πρέπει να πληρώνονται οι επιπρόσθετες εργασίες και συμφώνησε και ότι αυτός δεν τα πιστοποίησε, απαντώντας ότι συμφωνεί, όμως παράπεμψε στο ότι αυτό το ποσό είναι μόνο €6.604-. Ο ΜΥ1 δήλωσε ότι δεν αρνείται ότι η Ενάγουσα προέβηκε στις επιπρόσθετες εργασίες που βεβαίωσε και εξήγησε ποιες ήταν αυτές. Διευκρινήσεις δήλωσε ότι ζήτησε για τις υπ’ αριθμό 2 και 4 επιπρόσθετες εργασίες για να τις κοστολογήσει. Αυτές τις πιστοποίησε με την επιστολή του τεκμηρίου 26 στις 02/06/2013 που του απέστειλε μαζί με το ΕΠΠ5. Επανέλαβε τον λόγο για τον οποίο δεν τα συμπεριέλαβε στα ΕΠΠ, καθώς και ότι ήταν ενήμερος ο Εργολάβος και δεν υπήρχε καμία σκοπιμότητα γιατί αυτά θα εγκρίνονταν στο τέλος και θα πληρώνονταν. Του υποδείχθηκε η αναφορά στο τεκμήριο 8(5) ότι η Ενάγουσα στην επιστολή της δηλώνει ότι ο Εργολάβος δεν έχει οικονομική συναλλαγή με την Πολεοδομία και ζητά να το εξηγήσει στον Εναγόμενο 1, άρα δεν το γνώριζε. Ο ΜΥ1 απάντησε ότι η πρακτική ήταν όπως οι επιπρόσθετες εργασίες μείνουν να πληρωθούν στο τέλος και ότι δεν αρνήθηκε να τις πληρώσει. Αρνήθηκε ότι σκόπιμα άφησε την πληρωμή τους στο τέλος, ώστε να προβεί ο πελάτης του σε συμψηφισμό. Όπως απάντησε, εξήγησε στον Εναγόμενο 1 να πληρώσει το διατακτικό και μετά να πάει σε διαιτησία για να διεκδικήσει τις αποζημιώσεις για τις καθυστερήσεις.

 

[34] Ο ΜΥ1 σε σχέση με την υπόδειξη που του έγινε ότι σύμφωνα με τις συλλογικές συμβάσεις οι εργολάβοι τον Αύγουστο δεν εργάζονται, απάντησε ότι το συμβόλαιο είναι κάτι διαφορετικό και πως για να γνωρίζει τις ημερομηνίες των διακοπών, επειδή οι εργολάβοι εργάζονται σε διαφορετικές εβδομάδες, έπρεπε να έχει το ημερολόγιο εργοταξίου. Παραδέχθηκε ότι η πρώτη φορά που ζήτησε το ημερολόγιο του εργοταξίου ήταν με την επιστολή του ημερ. 21/01/2014, ήτοι το τεκμήριο 36(3). Όπως επισήμανε, ο λόγος ήταν ότι μέχρι και το 2013 εύρισκε υπάλληλο της Ενάγουσας στο εργοτάξιο, όχι όμως το 2014.

 

[35] Αναφορικά με το ΕΠΠ2 ο ΜΥ1 δήλωσε ότι αυτό εκδόθηκε στις 14/05/2012 και απεστάλη στον Εργοδότη την ίδια ή την επόμενη ημέρα. Κατάθεσε περί τούτου ως τεκμήριο 45 απόδειξη αποστολής δια τηλεομοιότυπου που εμφανίζει το ΕΠΠ2. Αρνήθηκε ότι δεν το έστειλε και στην Ενάγουσα, αν και δήλωσε ότι δεν έχει την απόδειξη διότι μπορεί να χάθηκε. Υποστήριξε ότι αυτό είχε όντως αποσταλεί και ότι όταν μίλησε μαζί με τον ΜΕ στο τηλέφωνο τον ρώτησε και του είχε πει ότι το έστειλε. Όπως πρόσθεσε, μίλησε πολλές φορές μαζί του την περίοδο εκείνη και διερωτήθηκε πως μπορεί να μην το ήξερε. Ως τεκμήριο 46 κατατέθηκε η απόδειξη αποστολής δια τηλεομοιότυπου του ΕΠΠ2 που απεστάλη στις 16/10/2012. Στον ΜΥ1 υποδείχθηκε η διαφορά στον αριθμό τηλεομοιότυπου της Ενάγουσας στο τεκμήριο 24 και στο τεκμήριο 46, ο οποίος συνάδει με αυτόν που εμφαίνεται στις επιστολές της Ενάγουσας του τεκμηρίου 6.

 

[36] Όπως υποστήριξε ο ΜΥ1, αρχές Ιουνίου του 2012 επικοινώνησε μαζί του ο ΜΕ και του ζήτησε να τερματίσει το συμβόλαιο, για λόγω του ότι η δουλειά ήταν μικρή, υπήρχαν δυσκολίες στο θέμα της πέτρας, αλλά και ένεκα της κρίσης και άλλων πιο σοβαρών εργασιών που είχε. Δεν μπορούσε να βρει τον ιδιοκτήτη και στις 03/09/2012 επανήλθε με πρόταση διακοπής του συμβολαίου. Μετά που έγινε περί το τέλος Σεπτεμβρίου 2012 η συνάντηση στο γραφείο του δήλωσε ότι πήγε στο εργοτάξιο ως επιμετρητής για να δει ποιες δουλειές έγιναν για να μπορεί να εκδώσει πιστοποιητικό πληρωμής σε περίπτωση διακοπής του συμβολαίου. Του υποδείχθηκε ότι αν γνώριζε πως είχε εκδοθεί το ΕΠΠ2 και είχε παραμείνει απλήρωτο πέραν των 14 ημερών θα μπορούσε να τερματίσει το συμβόλαιο δυνάμει του άρθρου 27.1. και δεν θα διαπραγματευόταν τερματισμό την περίοδο εκείνη. Ο ΜΥ1 απάντησε ότι στον τερματισμό υπάρχουν συνέπειες και δεν θα είχε τα ωφελήματα. Στα πλαίσια της αντεξέτασης επί του ζητήματος αυτού κατατέθηκε ως τεκμήριο 47 αντίγραφο του διατακτικού υπ’ αριθμό 2 που φέρει ημερ. 21/09/2011, προφανώς εκ παραδρομής αντί 21/09/2012, το οποίο δηλώθηκε ότι είναι το ίδιο με το τεκμήριο 15 χωρίς τις χειρόγραφες σημειώσεις και εκ του περιεχομένου του υποβλήθηκε στον ΜΥ1 ότι η συζήτηση τον Σεπτέμβριο του 2012 ήταν για την έκδοση του ΕΠΠ2. Ο ΜΥ1 απάντησε ότι στην τελευταία σελίδα του τεκμηρίου 47 η γραμματέας του ανέγραψε την ημερομηνία 03/09/2013, όπου αυτό απεστάλη, όπου έγινε η πρόταση για διακοπή του συμβολαίου για €9.000- ως αίτημα, €3.000- ως αποζημίωση και €1.200- οι επιπρόσθετες εργασίες που αυτό αναγράφει, ήτοι για ποσό €13.200-.

 

[37] Ο ΜΥ1 αρνήθηκε ότι αυτή η πρόταση ήταν αποτέλεσμα συζήτησης και παράκλησης του εργοδότη γιατί δεν είχε εγκριθεί η χρηματοδότηση από το Τμήμα Αναπαλαίωσης της Πολεοδομίας. Όπως εξήγησε, μπορεί ο Ιδιοκτήτης να έλαβε γνώση της επιχορήγησης την 02/01/2013, όμως πριν να ξεκινήσει το έργο είχε τα μισά χρήματα και δεν αποτελούσε λόγο να καθυστερήσει η εργασία. Παράπεμψε δε στις καθυστερήσεις που σημειώθηκαν με αναφορά στην αίτηση για το 2ο διατακτικό τέσσερις μήνες μετά την έναρξη του έργου, το επόμενο τον Μάρτη του 2013, τον Ιούλιο του 2013 και μετά τον Μάρτη του 2014. Του υποδείχθηκε και κατατέθηκε ως τεκμήριο 48 η επιστολή της Πολεοδομίας για την αίτηση επιχορήγησης ημερ. 02/01/2013 και συμφώνησε με την θέση ότι αυτή δεν είναι η αίτηση της χορηγίας, αλλά η έγκριση.

 

[38] Στον ΜΥ1 υποδείχθηκε η επιστολή της Ενάγουσας ημερ. 15/10/2012 του τεκμηρίου 6(4) και η εκεί αναφορά σε τηλεφώνημα του προς τον ΜΕ. Ο ΜΥ1 ερωτήθηκε γιατί στην απάντηση στην επιστολή αυτή ημερ. 18/10/2012-τεκμήριο 6(7) δεν αρνήθηκε ότι έκανε το τηλεφώνημα που του αναφερόταν ότι ο ιδιοκτήτης επιθυμούσε διακοπή του συμβολαίου. Ο ΜΥ1 απάντησε ότι το αν έκανε ή όχι το τηλεφώνημα ποιος ήταν ο σκοπός να το αναφέρει και πρόσθεσε ότι δεν του στάληκε καμία γραπτή συμφωνία και αν έκανε το τηλεφώνημα που δεν θυμάται «…πόθεν ως τα πόθεν να σταματήσει επειδή μου είπε ο εργοδότης …». Όπως εξήγησε, μιλούσαν μεταξύ τους και ότι αν δεν έχει ο ίδιος απόφαση διερωτήθηκε τι έπρεπε να πράξει και επισήμανε ότι αποφασίζει μόνο βάσει συμβολαίου.

 

[39] Στον ΜΥ1 με υπόδειξη των εγκυκλίων του τεκμηρίου 8 υποβλήθηκε η θέση ότι την εποχή εκείνη οι πλείστες εργασίες είχαν ανασταλεί ένεκα κλεισίματος των πιστωτικών ιδρυμάτων. Ο ΜΥ1 απάντησε ότι ακόμη και αν είχαν κλείσει οι τράπεζες η Ενάγουσα πληρώθηκε και παρέπεμψε στο ότι οι εγκύκλιοι αφορούν σε δημόσιες συμβάσεις. Πρόσθεσε δε, ότι η Ενάγουσα τέτοιο αίτημα δεν του είχε υποβάλει και ότι ακόμη και να του υπέβαλλε δεν θα δικαιούτο, γιατί έπρεπε να είχε ημερολόγιο εργοταξίου για να καταγράφει πόσες μέρες έκλεισε, κάτι που δεν μπορούσε να αποφασίζει ο ίδιος, γιατί θα τον κατάγγελλε ο Ιδιοκτήτης αν προέβαινε σε αυθαίρετο καθορισμό.

 

[40] Ο ΜΥ1 κατάθεσε ως τεκμήριο 49 επιστολή ημερ. 18/08/2014 προς τον Εναγόμενο 1 που τον ενημερώνει ότι μετά από επισκέψεις του στο εργοτάξιο στις 19/05 και 28/07 δεν σημειώθηκε πρόοδος εργασιών, ότι ημερολόγιο εργασιών δεν του έχει αποσταλεί και τον παραπέμπει στο άρθρο 26 του συμβολαίου, με το οποίο αυτός δύναται να λύσει το συμβόλαιο με αναφορά στις περιπτώσεις. Στην επιστολή αυτή του επιβεβαιώνει ότι ο Εργολάβος έχει εγκαταλείψει το εργοτάξιο. Όπως δήλωσε, στις 14/08/2014 ο Εργολάβος του είχε αναφέρει ότι ο λόγος που δεν πήγαιναν οι υπάλληλοι του ήταν η απουσία των υπεργολάβων. Την επιστολή αυτή δεν την απέστειλε στον Εργολάβο, αλλά αποτελούσε ενημέρωση του Ιδιοκτήτη. Αναφέρθηκε στο τεκμήριο 36(9) όπου είχε επισημάνει προηγουμένως στον Εργολάβο ότι αν δεν προσέλθει στο εργοτάξιο θα ενημερώσει τον Ιδιοκτήτη ότι είχε εγκαταλείψει το εργοτάξιο. Επισήμανε δε, απαντώντας σχετικά στην υποβολή ότι η περίοδος εκείνη ήταν θερινών διακοπών, ότι το συμβόλαιο και οι συλλογικές συμβάσεις είναι δύο διαφορετικά πράγματα που άλλοτε συμπίπτουν, άλλοτε όχι, καθότι υπάρχουν διαφορετικές ημερομηνίες που εργάζονται οι εργολάβοι και διερωτήθηκε πως απαντούσε στις επιστολές με το γραφείο του κλειστό λέγοντας του ότι δεν πληρώνονταν οι υπεργολάβοι.

 

[41] Στην υποβολή ότι δεν γίνεται ο ιδιοκτήτης να παραλαμβάνει για μια μέρα το έργο και μετά να το επιστρέψει, απάντησε ότι ο ίδιος δεν ήταν ενήμερος για κάτι τέτοιο και διερωτήθηκε πως μπορούσε να παραδώσει την κατοικία χωρίς ρεύμα κτλ και να μην του ζητούσε διορθώσεις για σκοπούς ασφάλειας. Υπέδειξε ότι δεν υπάρχει επιστολή από τον ίδιο, αλλά ούτε και από τα μέρη. Την επιστολή του τεκμηρίου 39 δήλωσε ότι την σύνταξε ο Ιδιοκτήτης και του την παρέδωσε δια χειρός στο γραφείο του. Την αποζημίωση δήλωσε ότι την υπολόγισε για 607 ημέρες προς €50- ημερησίως. Στην ερώτηση αν του παρουσίασε οποιαδήποτε στοιχεία για τις ζημιές που υπέστηκε ημερησίως απάντησε αρνητικά και εξήγησε ότι δεν τον αφορά και δεν είναι η δουλειά του. Όπως εξήγησε αυτός είναι τεχνικός και όχι Δικαστής και ότι έπρεπε να γίνει προσφυγή σε διαιτησία. Του υποβλήθηκε ότι ως Αρχιτέκτονας δεν έχει ούτε δικαίωμα, αλλά ούτε και υποχρέωση να πιστοποιήσει τις ζημιές για καθυστέρηση και απάντησε ότι του ζητήθηκε και το έκανε.

 

[42] Σε σχέση με το τεκμήριο 40 και τα όσα χρέωσε ο άλλος εργολάβος μεταγενέστερα, ο ΜΥ1 απάντησε ότι δεν εξέδιδε πιστοποιητικά πληρωμής, αλλά γνωρίζει ότι πληρώθηκε. Όπως εξήγησε, ο λόγος ήταν επειδή τα περισσότερα που έγιναν δεν ήταν εργολαβικά, αλλά αγορές που έκανε ο Ιδιοκτήτης και περνούσαν μέσω του εργολάβου για σκοπούς χορηγίας. Υπέδειξε ενδεικτικά ότι από το ποσό των €16.400- που ήταν η προσφορά για ολοκλήρωση το πολύ €1.000- δόθηκαν για τον υπεργολάβο. Δήλωσε δε, ότι έχει δει τα τιμολόγια και τις αποδείξεις πληρωμών, αλλά δεν τα έχει στην κατοχή του.

 

[43] Ο ΜΥ1 επεξήγησε τις επιπρόσθετες εργασίες που αφαιρέθηκαν εκ του τεκμηρίου 22, τόσο για τον τοίχο που κτίστηκε δεξιά και αριστερά του τζακιού, όσο και για την περίφραξη που έγινε τοίχος αντιστήριξης ο νότιος που αρχικά θα γινόταν λίθινος, εν τέλει δεν έγινε. Όπως εξήγησε ο ΜΥ1, για την εργασία υπ’ αριθμό 2 χρεώθηκε ξανά το μπετόν για να γίνει ο τοίχος και έπρεπε να αφαιρεθεί, ενώ για την εργασία υπ’ αριθμό 1 που θα επιδιορθώνονταν οι πέτρες θα γινόταν και μπετόν και αφαίρεσε εργασίες, επειδή οι πέτρες θα γίνονταν έτσι και αλλιώς που συμπεριλαμβάνονταν στο συμβόλαιο. Ο αρχικός τοίχος της εργασίας υπ’ αριθμό 2 θα ήταν από πέδιλο σκυροδέματος και λίθινος τοίχος και δόθηκε εντολή να γίνει ολόκληρος από σκυρόδεμα. Υποβλήθηκε στον ΜΥ1 ότι ένα πέδιλο για στήριξη τοίχου από πέτρα θα ήταν με ελάχιστη ενίσχυση από σιδηρούν οπλισμό, ενώ με την νέα εργασία που θα στήριζε τοίχο αντιστήριξης το πέδιλο θα ήταν μεγαλύτερο, ενόψει και του ότι εγκρίνεται ως νέα εργασία η εκσκαφή πέδιλου. Ο ΜΥ1 απάντησε ότι από το σημείο υπό 2 της επιπλέον εργασίας του τεκμηρίου 22(2) θα μπορούσε να δοθεί αντί €800 το ποσό των €300-400, δεν θα το αρνείτο και ότι αυτό θα μπορούσε να καθοριστεί και τώρα.     

 

[44] Ο ΜΥ1 επέμεινε ότι οδηγίες έλαβε από την Εναγόμενη 2, η οποία του υπέγραψε την εξουσιοδότηση και ότι ο Εναγόμενος 1 θα ήταν ο εκπρόσωπος της, με τον οποίο είχε επαφή. Αυτό δήλωσε ότι γράφει το συμβόλαιο και υπέδειξε ότι οι προδιαγραφές και τα σχέδια που αναφέρονται σε οικοδομή του Εναγόμενου 1 δεν είναι νομικά έγγραφα.

 

[45] Σε σχέση με τα αντικείμενα που μπήκαν στο συμβόλαιο, όπως κλιματιστικά, φωτιστικά, παρκέ, κτλ, εξήγησε ότι συνήθως μπαίνουν πάνω στον Εργοδότη, όμως επειδή το έργο επιχορηγείτο έπρεπε να συμπεριληφθούν, αλλιώς δεν θα τα πλήρωνε η Πολεοδομία.

 

[46] Ο ΜΥ1 συμφώνησε ότι το συνολικό ποσό των εκτελεσθεισών εργασιών ήτοι €68.000 πλέον Φ.Π.Α., πλέον το ποσό των €16.400- που χρέωσε ο επόμενος εργολάβος, ήτοι συνολικά €84.400- πλέον Φ.Π.Α. ήταν μικρότερο από το ποσό του συμβολαίου της Ενάγουσας, ήτοι €90.000- πλέον Φ.Π.Α.

 

[47] Για το ζήτημα των καθυστερήσεων από τις επιπρόσθετες εργασίες υπέδειξε ότι για την πρώτη εργασία θα χαλούσε ο τοίχος και θα γινόταν νέος, άρα υπολόγισε 10 ημέρες καθυστέρηση, για την δεύτερη εργασία ο νότιος τοίχος που θα γινόταν πέτρινος πάνω σε βάση από μπετόν έγινε ολόκληρος από μπετόν και θα ήθελε άλλες 10 ημέρες. Όμως, όπως υπέδειξε, το γεγονός ότι ένας πέτρινος τοίχος χρειάζεται για να γίνει αρκετή δουλειά αυτό ισοδυναμούσε με 20 ημέρες εργασίας, άρα μέχρι το στάδιο αυτό η όποια καθυστέρηση συμψηφιζόταν και μηδενιζόταν. Για τον βόρειο τοίχο που έπρεπε να γίνει από πέτρα έγινε εν τέλει από μπετόν, άρα ο Εργολάβος κέρδισε 10 ημέρες. Για τους σοβάδες δήλωσε ότι θα απαιτούντο 35 με 40 ημέρες, όμως υπέδειξε ότι δεν υπήρξε η οποιαδήποτε καθυστέρηση και ανέφερε ότι το να γίνει ένας τοίχος αντιστήριξης σε εργατοώρες μέχρι την ολοκλήρωση του με το να στεγνώσει δεν υπάρχει ζήτημα να σπαταληθεί προσωπικό και εργατοώρες. Για το ζήτημα των καθυστερήσεων ένεκα της οικονομικής κρίσης τον Μάρτιο του 2013 παράπεμψε στο ότι το έργο ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2012 και ζήτησε διατακτικό τον Μάιο του 2012 και μετά το 2013. Στην υποβολή της θέσης ότι σκόπιμα καθυστέρησε την έκδοση του ΕΠΠ5 με σκοπό να δημιουργήσει συνθήκες για τερματισμό και ζήτησε ανάλυση των επιπρόσθετων εργασιών που δεν συμπεριέλαβε όταν το έκδωσε, απάντησε ότι ο ΜΕ το αιτήθηκε στις 11/03/2014 και στις 02/04/2014 του έστειλε τις διευκρινήσεις και ότι πρέπει να ελέγξει αυτά που του αναφέρει. Μετά ακολούθησαν οι διακοπές του Πάσχα και στις 04/5/2014 παντρευόταν, αλλά πήγε στις 18/05/2014 για να πιστοποιήσει ότι θα πληρωθεί τόσο το ΕΠΠ5 όσο και το ΕΠΠ6 που απέστειλε στο μεταξύ, όμως δεν εντόπισε κάποιο στο εργοτάξιο, όπως και στις 27/07/2014 όταν ξαναπήγε. Για την υποβληθείσα θέση ότι από τις 28/03/2014 δεν επιτράπηκε στην Ενάγουσα να εισέλθει για να συμπληρώσει τις εργασίες διερωτήθηκε πως τότε η Ενάγουσα απέστειλε το ΕΠΠ6 στις 30/04/2014 και ότι η θέση πως δεν είχε κλειδιά πρώτη φορά εγείρεται και δεν προέκυψε ότι την αναφέρει στην επιστολογραφία που έχει ανταλλαχθεί την περίοδο εκείνη.

Β.5. Μαρτυρία ΜΥ2- Κυρίως Εξέταση

[48] Ο ΜΥ2 κατάθεσε γραπτή δήλωση που σημειώθηκε ως Έγγραφο Γ’. Όπως αναφέρει σε αυτή, η μητέρα του Εναγόμενη 2 είναι η ιδιοκτήτρια της επίδικης κατοικίας, η οποία εξουσιοδότησε μέσω του τεκμηρίου 33 τον Εναγόμενο 3 για ετοιμασία των σχεδίων και διαχείριση του έργου της αποκατάστασης. Όπως υποστηρίζει, υπέγραψε το συμβόλαιο εκ μέρους της μητέρας του. Αναφέρεται στην ημερομηνία παράδοσης του έργου, ήτοι την 28/12/2012 και προβάλλει διάφορες περιόδους που ο εργολάβος δεν κατείχε εν ισχύ άδεια εργολήπτη ως η δέσμη του τεκμηρίου 3.

 

[49] Όπως δηλώνει ο ΜΥ2, κατά καιρούς επισκεπτόταν το εργοτάξιο και λάμβανε πληροφόρηση τόσο από τον ΜΕ όσο και από τον Εναγόμενο 3. Υποστηρίζει ότι η πρόοδος των εργασιών δεν ήταν ικανοποιητική και προβάλλει τον μη δικογραφημένο ισχυρισμό ότι ο Εργολάβος του ζήτησε να διακόψουν το συμβόλαιο και αυτός δεν ήθελε, με απαίτηση καταβολής αποζημίωσης €3.000-, την οποία απέρριψε. Εξηγεί τις πληρωμές των διατακτικών, εκτός του ΕΠΠ1 που αποτελούσε την προκαταβολή. Ειδικότερα, αναφέρεται στο ΕΠΠ2, το οποίο εκδόθηκε από τις 14/05/2012 και το εξόφλησε στις 27/10/2012. Γενικά αναφέρθηκε σε όλα τα εκδοθέντα διατακτικά και αποδείξεις πληρωμής, τα οποία κατάθεσε ως τεκμήρια 51-58. Τόνισε δε, ότι η ημερομηνία που καθορίστηκε για την παράδοση του έργου είχε παρέλθει χωρίς οι εργασίες να έχουν συμπληρωθεί και υπέδειξε ότι ο Εναγόμενος 3 πιστοποίησε καθυστέρηση 600 ημερών δια επιστολής του ημερ. 22/08/2014, την οποία κατάθεσε ως τεκμήριο 59. Αξιώνει αποζημιώσεις για τις καθυστερήσεις, όπως εν τέλει διαμορφώθηκαν, για 607 ημέρες προς €50- ημερησίως σύμφωνα με τους όρους του συμβολαίου, ήτοι €30.350- και θεωρεί ότι η αξίωση του αυτή συμψηφιζόταν με το σύνολο του ΕΠΠ5 και των επιπρόσθετων εργασιών του τεκμηρίου 26.

 

[50] Ο ΜΥ2 αρνείται ότι η κατοικία του παραδόθηκε έτοιμη για την σκοπούμενη της χρήση, γιατί δεν είχε ρεύμα, η κουζίνα ήταν ατελείωτη και προέβαλε ότι ο Εναγόμενος 3 ουδέποτε εξέδωσε πιστοποιητικό έμπρακτης συμπλήρωσης ή πιστοποιητικό μερικής παραλαβής. Όπως δηλώνει, επειδή η Ενάγουσα δεν εργαζόταν στο εργοτάξιο και το εγκατέλειψε, αυτός προχώρησε σε τερματισμό του συμβολαίου στις 25/08/2014 και ενημέρωσε περί τούτου τον Αρχιτέκτονα στις 26/08/2014 ζητώντας απόφαση Αρχιτέκτονα, η οποία κατατέθηκε ως τεκμήριο 31. Ακολούθως, στις 29/05/2015 ανάθεσε σε άλλο εργολάβο να ολοκληρώσει τις εργασίες, οι οποίες ολοκληρώθηκαν και μετακόμισε τον Αύγουστο του 2015. Επιστολή ημερ. 07/09/2015 προς επιβεβαίωση της έγκρισης για την λήψη της χορηγίας της Πολεοδομίας κατάθεσε ως τεκμήριο 61.

 

[51] Καθ’ όλη την διάρκεια που ανέμενε την ολοκλήρωση της κατοικίας δηλώνει ότι ενοικίαζε κατοικία στη Λεμεσό, όμως δεν μπόρεσε να ανεύρει τις σχετικές αποδείξεις. Μετά που έληξε το συμβόλαιο του στη Λεμεσό, εξηγεί πως αναγκάστηκε να μετακομίσει στην οικία της Εναγόμενης 2 στην Κυπερούντα. Υποστηρίζει ότι το ποσό των αποζημιώσεων δεν αμφισβητήθηκε και ότι αυτό είναι το συμβατικό και επαναλαμβάνει ότι λογικώς το συμψήφισε με τα ποσά που έχει να λαμβάνει ο εργολάβος από το ΕΠΠ5 και το τεκμήριο 26. Τους ισχυρισμούς της Ενάγουσας για συνομωσία και δόλο με τον Εναγόμενο 3 απορρίπτει ως απαράδεκτους και κακοπροαίρετους.

 

[52] Σε συνέχεια της κυρίως του εξέτασης επέμεινε ότι το ΕΠΠ5 το πλήρωσε με την πιστοποίηση από τον Αρχιτέκτονα της ζημιάς εκ της καθυστέρησης της συμπλήρωσης του έργου, την οποία απαίτησε από τον Εργολάβο. Το ΕΠΠ2 δήλωσε ότι το πλήρωσε τον Οκτώβρη του 2012 και όχι τον Μάιο που εκδόθηκε, επειδή όταν επικοινώνησε με τον Εργολάβο για να του το πληρώσει αυτός του ανάφερε ότι ήθελε να διακόψει το συμβόλαιο. Η πρόθεση διακοπής αποτέλεσε μη δικογραφημένο ισχυρισμό. Συνάντηση περί τούτου δήλωσε ότι δεν έγινε ποτέ γιατί περίμενε από τον Εργολάβο να τον ενημερώσει να τον πληρώσει μέχρι που κατέληξαν τον Οκτώβρη στο γραφείο του Αρχιτέκτονα να συζητήσουν την λύση του συμβολαίου.

Β.6. Μαρτυρία ΜΥ2- Αντεξέταση & Επανεξέταση

[53] Στα πλαίσια της αντεξέτασης του ο ΜΥ2 δήλωσε ότι σήμερα η Εναγόμενη 2 είναι 86 ετών και ότι του μεταβίβασε την κατοικία μετά που ολοκληρώθηκε το έργο. Όπως απάντησε, η απαίτηση του έναντι του Εργολάβου είναι η απόφανση ότι όλα τα διατακτικά που εξέδωσε ο Αρχιτέκτονας είναι εξοφλημένα και ειδικότερα η απαίτηση του είναι στο ποσό των €30.350- που πιστοποίησε ο Εναγόμενος 3. Ερωτήθηκε για το ποιες παραβάσεις του συμφωνητικού έκανε ο Εργολάβος εκ του τεκμηρίου 23 που του απέστειλε και δεν ήταν σε θέση να ξεκαθαρίσει. Αρνήθηκε ότι ο Εργολάβος είχε πρόθεση να συνεχίσει τις εργασίες του παραπέμποντας στην πάροδο του χρόνου από την ημερομηνία που το έργο έπρεπε να παραδοθεί. Επέμεινε ότι ο ίδιος συνέταξε τις επιστολές, αλλά ζήτησε βοήθεια από κάποιους στην εργασία του, όμως δεν θυμόταν. Αρνήθηκε την υποβολή ότι τον βοήθησε ο Εναγόμενος 3, όμως υποστήριξε ότι όποτε χρειαστεί την διευκρίνηση του μπορεί να την λάβει σε σχέση με το συμβόλαιο.

 

[54] Ο ΜΥ2 δήλωσε ότι σε αρκετές περιπτώσεις που πήγαινε στο εργοτάξιο δεν εύρισκε κανένα. Επανέλαβε την περίοδο συμπλήρωσης των εργασιών και αρνήθηκε ότι ο ίδιος ζήτησε να τερματιστεί η σύμβαση, όπως και το ότι ο Εργολάβος δικαιούτο σε οποιαδήποτε παράταση χρόνου. Για την θέση του ότι η πρόοδος του έργου δεν ήταν ικανοποιητική υπέδειξε ότι για να εκδοθεί το 2ο πιστοποιητικό πέρασαν 5 μήνες και επανέλαβε ότι ο λόγος που δεν το πλήρωσε άμεσα ήταν η επιθυμία του Εργολάβου να τερματίσει το συμβόλαιο, κάτι που ο ίδιος δεν επιθυμούσε. Παραπέμφθηκε στην επιστολή του τεκμηρίου 6(4) στην οποία η Ενάγουσα εκθέτει τις θέσεις της και τα γεγονότα της περιόδου εκείνης και δήλωσε ότι δεν θυμάται αν την απάντησε. Για το ΕΠΠ5, το οποίο θεωρεί ότι το εξόφλησε με την πιστοποίηση της καθυστέρησης και τις αποζημιώσεις από τον Αρχιτέκτονα, δήλωσε ότι δεν το εξόφλησε, επειδή ζήτησε γνωμάτευση του. Παραδέχθηκε ότι από τις 02/06/2014 που εκδόθηκε έπρεπε να εξοφληθεί μέχρι τις 16 του μήνα, ήτοι εντός 14 ημερών με βάση το συμβόλαιο και δήλωσε ότι την επιστολή της αφαίρεσης ένεκα των αποζημιώσεων την απέστειλε τον Αύγουστο. Σε σχέση με τον υπολογισμό των αποζημιώσεων που κρίνει ότι δικαιούται εκ της πιστοποιήσεως του Αρχιτέκτονα, ο ΜΥ2 δήλωσε ότι δεν χρειάστηκε να του δώσει κάποια στοιχεία γιατί αυτός ήξερε το συμβόλαιο.       

 

[55] Αρνήθηκε ότι στις 28/03/2014 παρέλαβε το κτίριο δηλώνοντας ότι απλά του ζήτησε το σπίτι για να πάει να κάμει σούβλα, επειδή ήταν Δευτέρα του Πάσχα, αφού ήταν το μόνο σπίτι που είχε η οικογένεια του και είχε ήδη καθυστερήσει αρκετά η ολοκλήρωση των εργασιών. Όπως υποστήριξε, δεν ήταν δυνατό να κατοικηθεί αφού δεν είχε ρεύμα, ούτε κουζίνα, μόνο μια τουαλέτα που μετά από πολλή πίεση στον Εργολάβο την τοποθέτησε.

 

[56] Στον ΜΥ2 υποβλήθηκε η θέση ότι δεν δικαιολογείτο η προσφυγή σε απόφαση αρχιτέκτονα, επειδή δεν υπήρξε διαφωνία με τον εργολάβο. Ο ΜΥ2 απάντησε ότι αυτό το έκανε επειδή δεν προχωρούσαν τα έργα, ενώ παράπεμψε στο μέγεθος της κατοικίας που ήταν 65 τ.μ. με όλο το τεμάχιο στα 110 τ.μ. και στις προειδοποιήσεις που απέστελλε στην Ενάγουσα ο Αρχιτέκτονας, παρά το ότι είχαν εξοφληθεί τέσσερα ΕΠΠ.

 

[57] Στον ΜΥ2 υποβλήθηκε η θέση ότι δεν έχει υποστεί οποιοδήποτε πρόσθετο έξοδο με την εργοδότηση του νέου εργολάβου σε σχέση με αυτό που θα είχε υποστεί αν συμπλήρωνε η Ενάγουσα το έργο και απάντησε ότι αν τα ποσά που του αναφέρθηκαν είναι ορθά, τότε συμφωνεί. Όπως δήλωσε, δεν έχει εκτός του τεκμηρίου 40 τα τιμολόγια και τις αποδείξεις του νέου εργολάβου. Αρνήθηκε ότι δεν έχει υποστεί ζημιά από την καθυστέρηση στην αποπεράτωση του έργου, παραπέμποντας σε ενοικίαση κατοικίας στην Λεμεσό, για την οποία είχε τόσο συμβόλαιο, όσο και αποδείξεις, όμως δεν είχε υπολογίσει ότι η παρούσα θα κατέληγε στο Δικαστήριο.

 

[58] Στις καταληκτικές του απαντήσεις, ο ΜΥ2 απάντησε ότι δεν έχει την γραπτή εξουσιοδότηση της Εναγόμενης 2 για υπογραφή του συμβολαίου εκ μέρους της, αλλά εξ όσων θυμόταν αυτή υπήρχε. Κατά την επανεξέταση του ο ΜΥ2 απάντησε ότι το Φ.Π.Α. κατά την διάρκεια της συμφωνίας άλλαξε σε διάφορα ποσοστά από 15% μέχρι και 19%.

Γ. Αξιολόγηση μαρτυρίας

[59] Κρίσιμο ζήτημα σε αστικής φύσεως υποθέσεις είναι η ορθή αξιολόγηση της  προσκομισθείσας μαρτυρίας από το Δικαστήριο, ώστε να προβεί σε διαπιστώσεις αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα, με τελική κατάληξη στο κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης το έχει αποσείσει στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων. Η αναφορά της απόφασης στην υπόθεση Μαρσέλ κ.α. ν. Λαϊκή Τράπεζα Λτδ (2001) 1(B) Α.Α.Δ 1858 είναι διαφωτιστική αναφορικά με το ζήτημα αυτό:

 

«Το κριτήριο δεν είναι αν η θέση ή η εκδοχή του διαδίκου που φέρει το βάρος της απόδειξης (onus of proof) είναι «η πιο πιθανή παρά η αντίθετη», εκείνη δηλαδή του αντιδίκου του. Το κριτήριο είναι κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης ικανοποίησε το Δικαστήριο, με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση του ή η εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (is more probable than not).».

 

[60] Περαιτέρω, σημαντικό είναι να λεχθεί ότι η οποιαδήποτε υπόθεση πρέπει να εκδικάζεται μέσα στα στενά πλαίσια της δικογράφησης των προβαλλόμενων ισχυρισμών όπως αποτυπώνονται στην όποια προσκομισθείσα μαρτυρία (Cheeseline  Ltd  v  Ανθούλης Θωμά  &  Υιοί Λτδ ECLI:CY:AD:2014:A319, Πολιτική Έφεση 45/2009, ημερομηνίας 14.5.2014). Ως αυτού, η αξιολόγηση της μαρτυρίας γίνεται πάντοτε υπό το πρίσμα της συνοχής της που αυτή καταδεικνύει σε σχέση με την δικογραφηθείσα εκδοχή της κάθε πλευράς (βλ. Χρίστου ν. Ηροδότου κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 676).

 

[61] H σημαντικότητα της αντεξέτασης έγκειται στην νομική αρχή που καθορίζει ότι όπου ένας μάρτυρας δεν αντεξετάζεται σε ουσιώδες τμήμα της μαρτυρίας του, παρέχεται διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να θεωρήσει την παράλειψη αυτή ως αποδοχή των ισχυρισμών του στο σημείο που δεν αντεξετάστηκε (βλ. Philippou General Bonded Warehouse Ltd v. Νικολαϊδη (2006) 1Β 1057). Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην υπόθεση Σκάρος v. Χριστοδούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 291:

 

«Η παράλειψη αντεξέτασης δεν εξυπακούει ότι η μαρτυρία που δίνεται μπορεί να γίνει αποδεκτή στη μορφή που παρουσιάζεται και να οδηγήσει στην εξαγωγή τελικών συμπερασμάτων χωρίς την αξιολόγηση της μαρτυρίας της άλλης πλευράς.  Αντίθετα το Δικαστήριο προβαίνει στην αξιολόγηση των δύο εκδοχών για να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα».

 

[62] Μικρές αντιφάσεις σε ασήμαντες λεπτομέρειες ή μικροανακρίβειες σε επουσιώδη θέματα δεν καταστρέφουν την αξιοπιστία των μαρτύρων, αλλά αντίθετα ενδυναμώνουν την ειλικρίνειά τους και δείχνουν ότι δεν προσχεδίασαν την εκδοχή που μετέφεραν στο Δικαστήριο (Κουδουνάρης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 320).

 

[63] H κρίση του Δικαστηρίου επί της αξιοπιστίας δεν πρέπει να απορρίπτεται με μόνο την εξωτερική εντύπωση του προκαλεί ο μάρτυρας, αλλά θα πρέπει να τίθεται στη βάσανο της αξιολόγησης του περιεχομένου της, ήτοι κατά κύριο λόγο τον έλεγχο με τη βάσανο της λογικής και την ανθρώπινη εμπειρία ως προς την αναμενόμενη φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων της ζωής (βλ. Ζερβού Παναγιώτης και άλλη ν. Τράπεζα Κύπρου Δημοσία Εταιρεία Λτδ (2011) 1 Α.Α.Δ. 2192).

 

[64] Το Δικαστήριο προέβηκε σε ενδελεχή μελέτη και αξιολόγηση της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιον του τόσο από τον ΜΕ για την Ενάγουσα, όσο και από τον Εναγόμενο 3-ΜΥ1 και Εναγόμενο 1-ΜΥ2. Επίσης, το Δικαστήριο μελέτησε και αξιολόγησε όλα τα τεκμήρια που κατατέθηκαν. Προς τον σκοπό αυτό δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στην πειστικότητα, καθώς και στην συνοχή της μαρτυρίας αυτής, ενόψει βεβαίως και των δικογραφημένων θέσεων και του περιεχομένου των εγγράφων που κατατέθηκαν ως τεκμήρια. Επίσης, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του την νομολογιακή αρχή ότι η μαρτυρία που παρουσιάζεται δεν κρίνεται μικροσκοπικά, με απομόνωση των λεγόμενων του κάθε μάρτυρα από το συνολικό πλαίσιο της μαρτυρίας, ενώ η αξιολόγηση δεν έχει περιοριστεί στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα αλλά συσχετίστηκε, τέθηκε σε αντιπαράθεση και διερευνήθηκε με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων (βλ. Στυλιανίδης v. Χατζηπιέρα (1992) 1 Α.Α.Δ. 1056 και Mustafa v. Κακουρή κ.α (2002) 1Α Α.Α.Δ. 165). Επίσης, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη την αρχή ότι ένας μάρτυρας μπορεί να γίνει πιστευτός μερικώς ή ολικώς  (βλ.  Γενικός Εισαγγελέας  v. Μανώλη (1995) 1 Α.Α.Δ. 207 και Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506) και πως η επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας ενός μάρτυρα δεν είναι επιλήψιμη (βλ. Χάρης Χρίστου v. Ευγενία  Khoreva  (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 455 και Mossa και Mohamed Mustafa v. Ανδρέα Κακουρή κ.ά. (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 165). Λαμβανομένων υπόψη μου των ανωτέρω προχωρώ στην αξιολόγηση της μαρτυρίας εκάστου μάρτυρα.

 

[65] H αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΕ όπως και των άλλων μαρτύρων θα γίνει σε συνάρτηση με τις θέσεις και απαντήσεις που εξέφρασαν σε σειρά ζητημάτων που τέθηκαν.

Γ1. Αξιολόγηση μαρτυρίας ΜΕ

[66] Σε σχέση με το ζήτημα του προσώπου με το οποίο συμβλήθηκε η Ενάγουσα, η θέση του ΜΕ ήταν ότι αυτό έγινε με τους Εναγόμενους 1 & 2. Αυτό που προκύπτει από το τεκμήριο 5 είναι ότι στην αρχική αναφορά σε εργοδότη παρατίθεται το όνομα του Εναγόμενου 1 ενώ στη θέση των υπογραφών γίνεται αναφορά σε «εκπρόσωπο Ιδιοκτήτη». Τα όσα άλλα σχέδια και προδιαγραφές παραθέτουν το όνομα του Εναγόμενου 1, ενώ στα σχέδια αναφέρεται ως Ιδιοκτήτης. Μόνο στα διατακτικά πληρωμής ο Εναγόμενος 1 αναφέρεται ως εκπρόσωπος του Ιδιοκτήτη και η Εναγόμενη 2 ως η Ιδιοκτήτρια, εκτός της συγκεκριμένης αναφοράς του ονόματος της στην άδεια οικοδομής και εξουσιοδότηση προς τον Εναγόμενο 3. Η θέση του ΜΕ περί τούτου θα αποφασιστεί σε συνάρτηση με τις κείμενες νομικές αρχές.

 

[67] Αναφορικά με την αιτούμενη παράταση για την περίοδο 26/05/2012 – 19/10/2012 παρατηρώ ότι εκ της δέσμης του τεκμηρίου 6(4) όντως παράθεσε συγκεκριμένες θέσεις για την πρόθεση του ΜΥ2 να διακόψει το συμβόλαιο. Οι θέσεις αυτές απαντήθηκαν από τον ΜΥ2 με αναφορά στο ότι ουδέποτε έλαβε γραπτή οδηγία για κάτι τέτοιο και απέρριψε το αίτημα. Στην μαρτυρία των Εναγομένων, γίνεται αναφορά στην μη δικογραφημένη θέση περί πρόθεσης του ΜΕ να διακόψει το συμβόλαιο. Δεν θεωρώ ότι ο Εργολάβος θα διέκοπτε το συμβόλαιο και θα αξίωνε και €3.000-, που σε ιδιόχειρη σημείωση αναγράφονται οι λέξεις «too much», όπως παρατέθηκε στο τεκμήριο 47 (τεκμήριο 15 άνευ σημειώσεων), έστω και με λανθασμένη ημερομηνία. Ούτε και ο Εναγόμενος 3 έκανε την οποιαδήποτε αναφορά στην επιστολή του ημερ. 18/10/2012 σε πρόθεση του ΜΕ να διακόψει το συμβόλαιο, αφού κάτι τέτοιο υποστήριξαν. Ούτε και υπήρξε μαρτυρία ότι για 4 μήνες που δηλώνεται στο τεκμήριο 6(6), ήτοι την επιστολή ημερ. 31/10/2012 ότι το εργοτάξιο παρέμενε κλειστό, ο Εναγόμενος 3 απέστειλε επιστολή για καθυστερήσεις. Ως εκ τούτου, δέχομαι περί τούτου την μαρτυρία του ΜΕ ως αληθή.

 

[68] Για το ζήτημα της γνώσης του ΜΕ ότι είχε εκδοθεί το ΕΠΠ2 και πάλι δέχομαι την θέση του ότι δεν το γνώριζε. Δεν μου έχει παρατεθεί μαρτυρία ότι του είχε αποσταλεί, άσχετα αν είχε εκδοθεί, εξ’ ου και ο ΜΕ στο τεκμήριο 47 φαίνεται να εντάσσει στο ίδιο αιτούμενο προς έκδοση διατακτικό την αποζημίωση που διεκδικούσε.

 

[69] Σε σχέση με τις καθυστερήσεις που επικαλείται ο ΜΕ ένεκα απεργίων στην Οικοδομική Βιομηχανία, αλλά και σε σχέση με την κρίση στο Χρηματοπιστωτικό Σύστημα δεν προκύπτει οτιδήποτε από το τεκμήριο 8 που κατάθεσε, εκτός του ότι αυτά προνοούνται για δημόσιες συμβάσεις. Δεν αμφιβάλλω ότι υπήρξε δυσκολία για διεκπεραίωση, όμως δεν προκύπτει ότι ο ΜΕ και κατ’ επέκταση η Ενάγουσα προέβηκε σε οποιοδήποτε αίτημα για παράταση χρόνου προς συμμόρφωση με το άρθρο 24 του συμβολαίου με παράθεση λεπτομερειών, ώστε να εξεταστεί. Η θέση του περί παράδοσης του εργοταξίου την 28/03/2014 ως παράδοση έργου, αλλά και η παρεμπόδιση του να εισέλθει ώστε να ολοκληρώσει τις εργασίες, κρίνονται ως μη δικογραφημένες εκ των υστέρων σκέψεις. Η παράδοση οικοδομής ή τμήματος προβλέπεται υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 17, κάτι που δεν προέκυψε από την μαρτυρία του. Για καθυστερήσεις που επικαλείται εκ της παροχής επιπρόσθετων υπηρεσιών, δεν μου έχει παραθέσει οτιδήποτε το συγκεκριμένο πέραν τους υπολογισμούς στους οποίους προβαίνει ο ίδιος, αντιθέτως τα όσα δήλωσε ο Εναγόμενος 3 για την φύση των εργασιών, όπως η αντικατάσταση πέτρας με μπετόν και το πόσος χρόνος εξοικονομήθηκε μάλλον καταρρίπτουν τις θέσεις του ΜΕ. Όμως και πάλι υπογραμμίζω την απουσία αιτήματος παράτασης χρόνου με συγκεκριμένες λεπτομέρειες σύμφωνα με το άρθρο 24 του συμβολαίου, ενώ φαίνεται ότι η οδηγία για την κατασκευή του τοίχου αντιστήριξης ως το τεκμήριο 7(3) ήταν ήδη στην κατοχή της Ενάγουσας από τις 14/03/2013 ως τα ίχνη τηλεομοιότυπου, αν και στη επιστολή του Εναγόμενου 3 γίνεται αναφορά σε συνάντηση περί τούτου στο εργοτάξιο την 01/11/2013. Τα όσα υποστηρίζει ότι προκάλεσαν καθυστέρηση ο ΜΕ θα έπρεπε να τα καταδείξει ο ίδιος, αφού φέρει το βάρος απόδειξης και ειδικότερα παροχή λεπτομερειών, κάτι που το ημερολόγιο εργοταξίου θα αποτύπωνε, άσχετα ότι διαφάνηκε πως ο Εναγόμενος 3 το ζήτησε μόλις αρχές του 2014.

 

[70] Η θέσεις του ΜΕ για την αξία των επιπρόσθετων εργασιών ουδόλως στηρίχθηκαν από συγκεκριμένες λεπτομέρειες για να καταρρίψουν το υπολογισμό τους στο τεκμήριο 26, παρά μόνο ένα ζήτημα τέθηκε στην ουσία στον Εναγόμενο 3, ήτοι το αν το πέδιλο που θα στήριζε ένα τοίχο αντιστήριξης θα ήταν μεγαλύτερο άρα το κόστος κατασκευής του θα ήταν μεγαλύτερο, χωρίς αυτός να διαφωνήσει. Όμως τίποτα επί της ουσίας που να κάνει δεκτούς τους ισχυρισμούς του ΜΕ περί αξίωσης €10.000- για επιπρόσθετες εργασίες. Οι θέσεις του ΜΕ τόσο στα δικόγραφα όσο και στην μαρτυρία του για αξίωση μέσω του αιτούμενου Πιστοποιητικού Πληρωμής αρ. 6 για περίπου €13.000- δεν φαίνεται να υποστηρίζονται από συγκεκριμένη μαρτυρία. Η θέση του ότι το ΕΠΠ5 δεν πληρώθηκε είναι παραδεκτή, όμως όχι το ότι οι εργασίες του αιτούμενου προς έκδοσης πιστοποιητικού πληρωμής αρ. 6 δεν έχουν υπολογιστεί. Αρκεί περί τούτου να αντιπαρατεθεί το αιτούμενο προς έκδοση ΕΠΠ5-τεκμήριο 18 που αναγράφει σύνολο με τις επιπρόσθετες και άλλες εργασίες το ποσό των €74.577- πλεον Φ.Π.Α. και μέχρι τότε εκτελεσθείσες εργασίες το ποσό των €63.000-, ενώ στο αιτούμενο προς έκδοση ΕΠΠ6-τεκμήριο 19 αναγράφονται εκτελεσθείσες εργασίες €69.050- πλέον οι επιπρόσθετες και άλλες με τελική κατάληξη €81.951 πλέον Φ.ΠΑ. Στο τεκμήριο 20(5) όπου παρατίθεται το ΕΠΠ5 ο Εναγόμενος 3 πιστοποιεί σύνολο εκτελεσθείσας εργασίας €68.000- που αν δεν ελάμβανε υπόψη του το αιτούμενο προς έκδοση ΕΠΠ6 δεν ανερχόταν στο ποσό αυτό με δεδομένο ότι ο ίδιος ο ΜΕ βεβαιώνει για το αιτούμενο προς έκδοση ΕΠΠ5 εκτελεσθείσα εργασία ύψους €63.000-. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τις ημερομηνίες της υποβολής του αιτήματος για ΕΠΠ5 και ΕΠΠ6, ήτοι την 11/03/2014 και 30/04/2014, ενόψει της έκδοσης του ΕΠΠ5 την 02/06/2014, ήτοι μεταγενέστερα. Για δε τις επιπρόσθετες εργασίες, κατά την αντεξέταση του παραδέχθηκε ότι εκτός της διαφωνίας του με τα ποσά υπολογισμού, όλες οι επιπρόσθετες εργασίες που αιτήθηκε, υπολογίστηκαν επιπρόσθετα του ΕΠΠ5 στο τεκμήριο 26, όμως δέχομαι την θέση του ότι ο ίδιος θα είχε αξίωση για αυτές μόνο μετά την έκδοση διατακτικού, κάτι που παραδέχθηκε και ο Εναγόμενος 3.

[71] Το κατά πόσο το έργο ήταν συμπληρωμένο στις 28/03/2014, εκ της θέση του ΜΕ ότι ήταν σχεδόν ολοκληρωμένο, παρατηρώ στα προς αίτηση έκδοσης ΕΠΠ5 και ΕΠΠ6 διαφοροποίηση στην εκτελεσθείσα εργασία κατά περίπου €5.750 σύμφωνα πάντα με τον εργολάβο. Η διαφοροποίηση αυτή αφορά μια περίοδο από το ένα αίτημα προς έκδοση μέχρι το άλλο, ήτοι περίπου 1.5 μήνες και με τις πιστοποιήσεις του Εναγόμενου 3 στις €68.000-, την οποία αποδέχομαι, αφού δεν μου έχει καταδειχθεί κάτι προς το αντίθετο, οπόταν έχουμε μια διαφορά εργασιών περίπου €5.000- που φαίνεται να έγιναν μεταξύ των δύο διατακτικών, όμως δεν υπάρχει χρονολογικός πίνακας για να καταδειχθεί αν έγινε οτιδήποτε μετά τις 28/03/2014. Το γεγονός ότι η οικοδομή ευρισκόταν στα τελευταία στάδια συμπλήρωσης και υπολοίπονταν κάποιες εργασίες εμφαίνεται τόσο στο τεκμήριο 40, όπου ο επόμενος εργολάβος βεβαιώνει σειρά εργασιών που αφορούσαν κυρίως αγορά υλικών που χρεώνονταν σε αυτόν για να χορηγηθούν, όσο και από την μαρτυρία του Εναγόμενου 3. Όμως δεν δέχομαι τη θέση του ΜΕ ότι η κατοικία ήταν σε κατάσταση που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί με τις ελλείψεις που υπήρχαν, αλλά και της ύπαρξης προσωρινής παροχής ρεύματος της Α.Η.Κ. Τα όσα απέρριψε για κακοτεχνίες ο ΜΕ γίνονται δεκτά, αφού τίποτα συγκεκριμένο περί τούτου δεν προσκομίστηκε από πλευράς Εναγόμενων.

 

[72] Σε σχέση με το επιτόκιο που αξιώνει ο ΜΕ θα προβώ σε κατάληξη με βάση τις κείμενες νομικές αρχές, απλά παρατηρώ ότι αυτά τα οποία προσκόμισε περί τούτου ως μαρτυρία δεν αφορούν αυτό το οποίο προκύπτει στο τεκμήριο 5, ήτοι το επιτόκιο της ΚΤΚ. Για το κατά πόσο δύναται να αξιώνει ασφάλειες και έξοδα περίφραξης, δεν θα προβώ σε αξιολόγηση, παρά μόνο αν και εφόσον καταλήξω ότι δικαιολογημένα αξίωνε παράταση και για πόσο χρόνο. Για δε τα έξοδα γραφείου («overhead and profit»), ο ΜΕ δεν αποτελεί εμπειρογνώμονα, ώστε να καταλήξω αν τα όσα μου παραθέτει είναι αποδεκτή μέθοδος υπολογισμού, αλλά ούτε και μου έχει επεξηγηθεί με σαφήνεια. Εν πάση όμως περιπτώσει το αν δικαιούται η Ενάγουσα έξοδα γραφείου θα εξαρτηθεί και πάλι από το κατά πόσο δικαιούτο εύλογη παράταση χρόνου για ολοκλήρωση του συμβολαίου και κατά πόσο αντισυμβατικά τερματίστηκε το συμβόλαιο.

 

[73] Αναφορικά με τις θέσεις του ΜΕ ότι υπήρχε καθυστέρηση στην έκδοση των ΕΠΠ, αλλά και στις πληρωμές τους, είναι ξεκάθαρο ότι το ΕΠΠ2 αποπληρώθηκε στις 27/10/2013, ήτοι 5.5 μήνες μετά την έκδοση του. Το ΕΠΠ5 δεν αποπληρώθηκε ποτέ. Τα ΕΠΠ3 και ΕΠΠ4 εκδόθηκαν στις 08/03/2013 και 05/08/2013 αντίστοιχα, μετά που υποβλήθηκαν στις 28/02/2013 και 30/07/2013. Για αυτά δεν τίθεται οποιοδήποτε ζήτημα καθυστέρησης, μάλιστα δε το μεν ΕΠΠ4 εξοφλήθηκε την επόμενη ημέρα της έκδοσης του, αν και για το ΕΠΠ3 παρατηρείται καθυστέρηση πέραν του 1 μηνός για εξόφληση (13/04/2013). Για δε το αιτούμενο προς έκδοση ΕΠΠ5 την 11/03/2014 παρατηρείται ότι αυτό εν τέλει εκδόθηκε στις 02/06/2014, καθότι μεσολάβησε επιστολή παροχής λεπτομερειών που υποβλήθηκε στις 02/04/2014. Παρά τις εξηγήσεις του Εναγόμενου 3 δέχομαι ότι υπήρξε καθυστέρηση στην έκδοση του, όχι όμως ότι αυτό έγινε σκοπίμως ως η θέση του ΜΕ. Για το ότι η καθυστέρηση στην αποπληρωμή του ΕΠΠ5, αλλά και των επιπρόσθετων εργασιών απέτρεψε την πληρωμή των υπεργολάβων και την συμπλήρωση του έργου, γίνεται αντιληπτή η θέση του ΜΕ, όμως αυτός θα μπορούσε να ασκήσει τα όσα δικαιώματα του έδιδε το τεκμήριο 5 και παραπέμπω στο άρθρο 31(5) του συμβολαίου, αλλά και στο άρθρο 24(λ), κάτι που δεν έπραξε, παρά μόνο ετεροχρονισμένα μετά τον τερματισμό του από τον Εναγόμενο 1. Εκείνο στο οποίο απέτυχε να εξηγήσει ο ΜΕ είναι το πως για ένα συμβόλαιο που συμφώνησε για διάρκεια περίπου ενός έτους αιτήθηκε μετά την προκαταβολή την έκδοση ΕΠΠ στις 11/05/2012, ήτοι μετά από 5 μήνες που έλαβε την κατοχή του εργοταξίου.  

 

[74] Το κατά πόσο η άδειες εργολήπτη, όπως τις κατάθεσε ο ΜΕ, καλύπτουν πλήρως την περίοδο του επίμαχου συμβολαίου και η όποια επενέργεια τους επί αυτού, δεν χρίζει αξιολόγησης η θέση του ΜΕ, καθότι θα απασχολήσει το Δικαστήριο στην εκφορά της κρίσης του ενόψει των νομικών αρχών.

Γ2. Αξιολόγηση μαρτυρίας ΜΥ1

[75]  Σε σχέση με την αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΥ1 επισημαίνεται ότι σε πολλά ζητήματα έχουν παρατεθεί κρίσεις στην αξιολόγησης της μαρτυρίας του ΜΕ. Για το ζήτημα του ποιος εξουσιοδότησε τον ΜΥ1 για την ετοιμασία σχεδίων για την επίδικη κατοικία, τα όσα παράθεσε αποδεικνύονται από τις εξουσιοδοτήσεις που του δόθηκαν, ήτοι το τεκμήριο 50. Η  αναφορά του ΜΥ1 σε σχέση με το ότι είναι ο Εργολάβος που ζήτησε να διακόψει το συμβόλαιο δεν γίνεται δεκτή από το Δικαστήριο για τους λόγους που επεξηγήθηκαν στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΕ στην οποία παραπέμπω περί τούτου σχετικά. Για τις υπόλοιπες αξιούμενες παρατάσεις, ήτοι για καθυστερήσεις οδηγιών, εκτέλεσης επιπρόσθετων εργασιών, ένεκα οικονομικής κρίσης, απεργίες κτλ. δέχομαι την θέση του ΜΥ1 ότι ο Εργολάβος ουδέποτε υπέβαλε αίτημα σύμφωνα με το συμβόλαιο με λεπτομέρειες ώστε να αξιολογηθεί. Επίσης, τα όσα παρατέθηκαν στο τεκμήριο 8 ενισχύουν τα όσα υποστήριξε ο ΜΥ1 ότι δεν αφορά στην κρινόμενη περίπτωση. Περαιτέρω, δέχομαι τα όσα ανάφερε αναφορικά με το κατά πόσο υπήρξαν καθυστερήσεις στην εκτέλεση των επιπρόσθετων εργασιών, ενώ σε σχέση με το ζήτημα της ανταπόκρισης του στην έκδοση ΕΠΠ δεν θεωρώ ότι υπήρξε η οποιαδήποτε καθυστέρηση εκ μέρους του, με εξαίρεση το ΕΠΠ5, στο οποίο όμως δέχομαι ότι πιστοποίησε τις εργασίες του αιτούμενου προς έκδοση ΕΠΠ6.

  

[76] Αναφορικά με την θέση του ότι ο Εργολάβος καθυστερούσε στην διεκπεραίωση του έργου δέχομαι ότι ο ΜΥ1 στήριξε τις θέσεις του με την δέσμη επιστολών του τεκμηρίου 36. Μπορεί να ζήτησε για πρώτη φορά ημερολόγιο εργασιών με την επιστολή του ημερ. 21/01/2014, όμως αυτό αποτελούσε ευθύνη τήρησης του από τον Εργολάβο. Για το ζήτημα της παράδοσης της οικοδομής και το ότι αυτός δεν είχε ενημερωθεί περί τούτου δέχομαι την θέση του, όπως και για το ότι ουδέποτε του επισημάνθηκε ο ισχυρισμός του ΜΕ ότι από τις 28/03/2014 αυτός εμποδιζόταν να ολοκληρώσει το έργο.

 

[77] Όσον αφορά την πιστοποίηση των επιπρόσθετων εργασιών, αυτές δέχομαι ότι έγιναν στο τεκμήριο 26 με τα ποσά τα οποία καθόρισε ο ΜΥ1 και ότι σε καμία περίπτωση δεν αμφισβητήθηκε καταλυτικά ο υπολογισμός του. Ο ΜΥ1 φάνηκε ειλικρινής όταν εξήγησε ότι άφησε την πληρωμή τους προς το τέλος αν και δεν είναι κάτι που αφορά τον Εργολάβο, ο οποίος δεν έχει οποιαδήποτε δοσοληψία με την Πολεοδομία και ότι είναι υποχρέωση του Εργοδότη να αποπληρώσει. Ούτε και δέχομαι ότι σκοπίμως άργησε να εκδώσει το ΕΠΠ5 για να δώσει δικαιώματα αποζημίωσης στον Ιδιοκτήτη, αν ληφθεί υπόψη ότι ο χρόνος συμπλήρωσης του έργου είχε ήδη ξεπεραστεί κατά τον χρόνο γενικής υποβολής του αιτήματος, ήτοι την 11/03/2014 κατά 14 και πλέον μήνες. Δέχομαι από τα όσα εξήγησε ο ΜΥ1 ως σύνολο εκτελεσθείσας εργασίας το συνολικό ποσό των €68.000-, καθώς και ως οφειλόμενα προς την Ενάγουσα τα ποσά των € 24.980 πλέον Φ.Π.Α. €4.746,2, ήτοι €29.726,2, καθώς και το ποσό των €6.604 πλέον Φ.Π.Α. Ο ΜΥ1 αν και στο τεκμήριο 31 δεν ανάφερε στο δικαίωμα της Ενάγουσας σε Φ.Π.Α., στην γραπτή του δήλωση το πρόσθεσε, ενώ από το σύνολο της μαρτυρίας, αλλά και τους υπολογισμούς του τεκμηρίου 26 προκύπτει ότι ο υπολογισμός που έγινε ήταν εξαιρούμενου του Φ.Π.Α. Για το ζήτημα των επί το ελάττων εργασιών που υποστήριξε, ήτοι το ποσό των €4.500- αποτελούν μη δικογραφημένους ισχυρισμούς και δεν αξιολογούνται, ενώ για το ζήτημα των καθυστερήσεων που υποστήριξε ο ΜΥ1 θα επανέλθω μετά την παράθεση των νομικών αρχών.

Γ3. Αξιολόγηση μαρτυρίας ΜΥ2


[78]  Η θέση που εξέφρασε ο ΜΥ2 για καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του έργου επιβεβαιώνονται από την συνολική προσκομισθείσα μαρτυρία. Άλλωστε, η ημερομηνία ολοκλήρωσης του έργου δεν αμφισβητήθηκε, αλλά υποστηρίχθηκε από τον ΜΕ ότι η Ενάγουσα δικαιούται σε παρατάσεις χρόνου, κάτι το οποίο έχει ήδη αξιολογήσει το Δικαστήριο. Η θέση του ΜΥ2 ότι η Ενάγουσα ζήτησε διακοπή συμβολαίου δεν στηρίζεται στις δικογραφημένες της θέσεις, όμως το αντίθετο που πρόβαλε η Ενάγουσα έχει ήδη αξιολογηθεί και στην αξιολόγηση αυτή παραπέμπω ακόμη μια φορά. Τονίζω ότι στην απάντηση που έδωσε ο ΜΥ2 στο κατά πόσο απάντησε στην επιστολή του τεκμηρίου 6(4) υπήρξε ασαφής και προσπάθησε να αποφύγει να γίνει συγκεκριμένος. Δέχομαι ότι ο ΜΥ2 έλαβε την κατοχή του εργοταξίου για την ημέρα του Πάσχα την 28/03/2014 ενώ αυτό δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί για μόνο εκείνη την ημέρα.

 

[79] Τα όσα υποστηρίζει για την Ενάγουσα εκ της μη κατοχής άδειας εργολήπτη για κάποιες περιόδους του έργου θα επανέλθω μετά την παράθεση των νομικών αρχών, όπως και για το ζήτημα του κατά πόσο το συμβόλαιο τερματίστηκε ή όχι παράνομα. Δεν αποδέχομαι την θέση του ΜΥ2 ότι δεν έλαβε συμβουλή από τον Εναγόμενο 3 για την σύνταξη της επιστολής τερματισμού του συμβολαίου. Άλλωστε ο ίδιος δήλωσε ότι αν ήθελε κάτι τον συμβουλευόταν, προσθέτοντας όμως ότι αυτό θα ήταν διευκρινιστικό. Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν αποδίδει σκοπιμότητα ενεργειών. Το κατά πόσο θεωρεί πως έχει εξοφλήσει το ΕΠΠ5 και τα όσα βεβαιώνονται σε σχέση με τις επιπρόσθετες εργασίες στο τεκμήριο 26 είναι ζήτημα ερμηνείας του συμβολαίου ως προς το ποια δικαιώματα αυτό αποδίδει. Πάντως υπήρξε σαφής στη θέση του ότι δεν πλήρωσε τα οφειλόμενα γιατί θεωρούσε ότι με τις αποζημιώσεις εκ των καθυστερήσεων έχει εξοφλήσει. Ούτε και θεωρώ ότι παρεμπόδισε την έκδοση ΕΠΠ ή καθυστέρησε την καταβολή των ποσών σε σχέση με το ΕΠΠ5 και του τεκμηρίου 26 για να κερδίσει περισσότερες ημέρες καθυστερήσεων, ώστε να συμψηφίσει τα οφειλόμενα. Για το ζήτημα της μη έκδοσης πιστοποιητικού πληρωμής για τις επιπρόσθετες εργασίες ή την μη συμπερίληψη τους στα προηγούμενα ΕΠΠ είναι φανερό ότι δεν κατέβαλε γιατί αυτό αποφάσισε ο Εναγόμενος 3 για τους λόγους που αυτός πρόβαλε.

 

[80] Τα όσα πρόβαλε ο ΜΥ2 για ενοικίαση κατοικίας στην Λεμεσό δεν υποστηρίζονται από τα δικόγραφα, όμως εν πάση περιπτώσει δεν προσέφερε τίποτα περί τούτου ως μαρτυρία επικαλούμενος το ότι δεν υπολόγιζε να καταλήξει η παρούσα στο Δικαστήριο. Το ίδιο ισχύει και για τον ισχυρισμό περί ελάττων εργασίες που δεν δικογραφείται.

Δ. Ευρήματα Δικαστηρίου

[81] Έχοντας προβεί στην αξιολόγηση της προσαχθείσας μαρτυρίας προβαίνω στην διατύπωση των κάτωθι ευρημάτων:     

 

            I.        Με γραπτή συμφωνία «Ε2 (Α)- Έντυπο Κυρίως Συμβολαίου για Οικοδομικά Έργα (Χωρίς Ποσότητες), 1η έκδοση, Ιούλιος 1996 της Μ.Ε.Δ.Σ.Κ. ημερ. 21/12/2011, που συνομολογήθηκε και υπογράφηκε μεταξύ της Ενάγουσας και του Εναγόμενου 1 ως εκπροσώπου του Ιδιοκτήτη, με μάρτυρα των υπογραφών τον Εναγόμενο 3, η Ενάγουσα ανέλαβε την αποκατάσταση της διατηρητέας οικοδομής ιδιοκτησίας της Εναγόμενης 2 στον Άγιο Γεώργιο Καυκάλλου, Λευκωσία, για το ποσό των €90.000- εξαιρούμενου του Φ.Π.Α.

          II.        Αρχιτέκτονας του έργου, Επιμετρητής και Διαχειριστής του Συμβολαίου διορίστηκε ο Εναγόμενος 3.

         III.        Ημερομηνία κατοχής του έργου από την Ενάγουσα, οπόταν και ξεκίνησαν οι εργασίες καθορίστηκε η 09/01/2012 και ως η ημερομηνία παράδοσης του έργου συμφωνήθηκε η 28η Δεκεμβρίου 2012.

        IV.        Η Εναγόμενη 2 ως ιδιοκτήτρια της επίδικης κατοικίας αιτήθηκε στις 29/12/2011 επιχορήγησης του κόστους συντήρησης και αποκατάστασης από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, η οποία παραμένει άγνωστο το πότε εγκρίθηκε, κατά πάσα πιθανότητα εντός του έτους 2013.

          V.        Στις 11/01/2012 τιμολογήθηκε και εισπράχθηκε από την Ενάγουσα το ποσό των €10.350- συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. (15%) που αφορούσε την προκαταβολή που εκδόθηκε ως το ΕΠΠ1.

        VI.        Στις 14/05/2012 ο Εναγόμενος 3 εξέδωσε κατόπιν αίτησης για έκδοση της Ενάγουσας ημερ. 11/05/2012 το ΕΠΠ2 για ποσό €15.093- συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. (17%).

       VII.        Ο Εναγόμενος 1 κοινοποίησε την πρόσθεση του στην Ενάγουσα και στον Εναγόμενο 3 για διακοπή του συμβολαίου περί τον Μάιο του 2012 και αναμενόταν η συνάντηση για τον σκοπό αυτό, η οποία εν τέλει έγινε περί το τέλος Σεπτεμβρίου 2012, αλλά ο Εναγόμενος 1 αποφάσισε την συνέχιση των εργασιών. Για την περίοδο αυτή και για περίπου 4 μήνες το εργοτάξιο παρέμεινε κλειστό.

      VIII.        Η Ενάγουσα απέστειλε στον Εναγόμενο 3 επιστολή ημερ. 15/10/2012 με αίτημα παράτασης χρόνου για την περίοδο από 26/05/2012 μέχρι την 19/10/2012, το οποίο ο Εναγόμενος 3 με επιστολή ημερ. 18/10/2012 απέρριψε.

        IX.        Στις 27/10/2012 το ΕΠΠ2 αποπληρώθηκε στην Ενάγουσα από τον Εναγόμενο 1.

          X.        Στις 08/03/2013 ο Εναγόμενος 3 μετά από αίτημα της Ενάγουσας ημερ. 28/02/2013 εξέδωσε το ΕΠΠ3 για ποσό €9.482,48 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. (18%), το οποίο τιμολογήθηκε και εξοφλήθηκε από τον Εναγόμενο 1 στις 13/04/2013.

        XI.        Στις 05/08/2013 ο Εναγόμενος 3 μετά από αίτημα της Ενάγουσας ημερ. 30/07/2013 εξέδωσε το ΕΠΠ4 για ποσό €12.785,12 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. (18%), το οποίο τιμολογήθηκε και εξοφλήθηκε από τον Εναγόμενο 1 στις 09/08/2013.

       XII.        Με επιστολή του ημερ. 21/01/2014 προς την Ενάγουσα ο Εναγόμενος 3 αναφέρεται ότι μετά από επίσκεψη του στο εργοτάξιο ημερ. 17/01/2014 δεν διαπιστώνει πρόοδο εργασιών και ζητά αναθεωρημένο πρόγραμμα εργασιών και ημερολόγιο εργοταξίου. Επιστολές του Εναγόμενου για καθυστερήσεις προηγήθηκαν στις 18/10/2012, 09/11/2012 και 18/11/2013.

      XIII.        Στις 11/03/2014 η Ενάγουσα αιτήθηκε την έκδοση του 5ου διατακτικού πληρωμής από τον Εναγόμενο 3.

     XIV.        Με επιστολή του Εναγόμενου 3 προς την Ενάγουσα ημερ. 19/03/2014 δηλώνεται ότι δεν σημειώνεται πρόοδος στο έργο και ζητείται αναθεωρημένο χρονοδιάγραμμα και ημερολόγιο εργοταξίου.

      XV.        Στις 20/03/2014 η Ενάγουσα παραπέμπει στις εγκυκλίους του Υπουργείου Οικονομικών και σε απάντηση ο Εναγόμενος 3 επισημαίνει την μη πρόοδο και ζητά λεπτομερή ανάλυση των επιπρόσθετων εργασιών που παρατίθενται. Σε αυτή η Ενάγουσα αντιτείνει με επιστολή ημερ. 28/03/2014 προβλήματα στην οικοδομική βιομηχανία, ενώ με επιστολή ημερ. 02/04/2014 προβαίνει σε ανάλυση των επιπρόσθετων εργασιών με λεπτομέρειες.

     XVI.        Στις 28/03/2014 η Ενάγουσα κατόπιν συνεννόησης παράδωσε την οικοδομή στον Εναγόμενο 1 για την Δευτέρα του Πάσχα χωρίς ειδοποίηση του Εναγόμενου 3.

    XVII.        Στις 30/04/2014 η Ενάγουσα αιτείται την έκδοση του 6ου διατακτικού πληρωμής και αναλύει τις επιπρόσθετες εργασίες αρ. 4.

  XVIII.        Στις 02/06/2014 ο Εναγόμενος 3 εκδίδει το ΕΠΠ5 για ποσό €29.726,20 συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. (19%) στο οποίο συμπεριέλαβε και το αιτούμενο προς έκδοση ΕΠΠ6, ενώ οι επιπρόσθετες εργασίες εξετάστηκαν και βεβαιώθηκαν σε επιστολή ημερ. 02/06/2014, ήτοι στο τεκμήριο 26 που αποτελεί και εύρημα του Δικαστηρίου, στο ποσό των €6.604- στο οποίο κρίνω ότι δεν συμπεριέλαβε το Φ.Π.Α. 19%.

     XIX.        O Εναγόμενος 3 μετά από σειρά επιστολών που καλούσε την Ενάγουσα να επιστρέψει στο εργοτάξιο προς ολοκλήρωση των εργασιών προέβηκε με επιστολή του ημερ. 21/08/2014 σε πιστοποίηση ότι ο Εργολάβος εγκατέλειψε το εργοτάξιο και ότι δεν ανταποκρίθηκε στις οδηγίες του.

      XX.        Ο Εναγόμενος 1 με επιστολή του ημερ. 25/08/2014 προς την Ενάγουσα τερμάτισε το συμβόλαιο με αναφορά στις περιπτώσεις των άρθρων 26.1 (α), (β) και (γ).

     XXI.        Ο Εναγόμενος 1 με επιστολή του ημερ. 26/08/2014 προς τον Εναγόμενο 3 τον πληροφορεί για τον τερματισμό του συμβολαίου και του αιτείται «απόφασης Αρχιτέκτονα» προς επίλυση διαφοράς δυνάμει του άρθρου 36(1) του συμβολαίου.

    XXII.        Με επιστολή του ημερ. 28/08/2014 προς Ενάγουσα και Εναγόμενο 1, ο Εναγόμενος 3 προβαίνει σε πιστοποιήσεις των ποσών του ΕΠΠ5 και του τεκμηρίου 26 για οφειλή προς Ενάγουσα και σε πιστοποίηση ότι ο Εργοδότης δικαιούται αποζημίωσης από την Ενάγουσα το ποσό των €30.350- για 607 ημέρες καθυστερήσεων προς €50- ημερησίως.

  XXIII.        Μετά τον τερματισμό του συμβολαίου η Ενάγουσα με επιστολή της ημερ. 20/10/2014 ανέστειλε της εργασίες δυνάμει του άρθρου 31(5) του συμβολαίου ένεκα του απλήρωτου ΕΠΠ5, αφού απαίτησε προηγουμένως με επιστολή της ημερ. 18/09/2014 την πληρωμή του.

  XXIV.        Η αποπεράτωση του έργου έγινε εντός του έτους 2015 από έτερο εργολάβο για το ποσό των €16.400- και εγκρίθηκε και η τελευταία δόση της επιχορήγησης από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως.

   XXV.         Το ποσό του ΕΠΠ5 και το ποσό που καθορίστηκε στο τεκμήριο 26 για τις επιπρόσθετες εργασίες δεν καταβλήθηκε στην Ενάγουσα.

 

Ε. Νομική πτυχή & Κρίση Δικαστηρίου

[82] Η νομική πτυχή η οποία θα παρατεθεί κατωτέρω και η απόληξη της δικαστικής κρίσης επί των επιδίκων θεμάτων αφορά σε μια ευρεία παράθεση ισχυρισμών που προβλήθηκαν εκατέρωθεν και αξιολογήθηκαν.

 

1.    Το ζήτημα τυχόν ακυρότητας της συμφωνίας ημερ. 28/12/2011

 

[83] Το πρώτο ζήτημα που ετέθη από την πλευρά του Εναγόμενου 1 είναι το ζήτημα της κατοχής ετήσιας άδειας από την Ενάγουσα. Πράγματι, το τεκμήριο 3 που κατάθεσε η πλευρά της Ενάγουσας υποδηλώνει ότι φέρει εγγραφή εργολήπτη με αρ. μητρώου [ ], όμως για το έτος 2011 κατέχει ετήσια άδεια που τέθηκε σε ισχύ κατά την 19/01/2011 και έληξε την 31/12/2011, για το έτος 2012 κατέχει ετήσια άδεια που τέθηκε σε ισχύ την 20/02/2012 και έληξε την 31/12/2012, για το έτος 2013 κατείχε ετήσια άδεια που τέθηκε σε ισχύ την 08/01/2013 και έληξε την 31/12/2013, ενώ για το έτος 2014 κατείχε ετήσια άδεια που τέθηκε σε ισχύ την 13/01/2014 και έληξε την 31/12/2014. Όπως υποβλήθηκε, η παράλειψη κατοχής άδειας τις ημερομηνίες που δεν καλύπτονται στα υπό αναφορά έτη επηρεάζουν την εγκυρότητα την σύμβαση και συνεπώς τις απαιτήσεις της Ενάγουσας. Το Δικαστήριο διαφωνεί με την θέση αυτή και εξηγώ.

 

[84] Σύμφωνα με το άρθρο 30 του περί Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων Νόμος του 2001 (29(I)/2001), ως ετροποποιήθηκε, ο οποίος ίσχυε κατά τα επίδικα έτη και εξακολουθεί βεβαίως να ισχύει, υπό τον τίτλο «Ακυρότητα συμβατικών υποχρεώσεων» προνοεί ως εξής:

 

«30.—(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2) κάθε συμφωνία, γραπτή ή προφορική, η οποία αφορά σε ανάθεση της εκτέλεσης οικοδομικού ή τεχνικού έργου σε μη εγγεγραμμένο εργολήπτη ή εγγεγραμμένο αλλά μη κάτοχο ισχύουσας ετήσιας άδειας ή εγγεγραμμένο αλλά μη κάτοχο ετήσιας άδειας αντίστοιχης της τάξης του τεχνικού ή οικοδομικού, ανάλογα με την περίπτωση, έργου είναι άκυρη.

 

(2) Χωρίς επηρεασμό της ποινικής ευθύνης οποιουδήποτε προσώπου δυνάμει του παρόντος Νόμου, η κατά το εδάφιο (1) ακυρότητα μπορεί στην περίπτωση εγγεγραμμένου ήδη εργολήπτη, να θεραπευθεί αναδρομικά αν αυτός, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία συνομολόγησης της συμβάσεως, εξασφαλίσει από το Συμβούλιο ετήσια άδεια της τάξης του οικοδομικού ή τεχνικού, ανάλογα με την περίπτωση, έργου που διαλαμβάνεται στη συμφωνία.».

 

[85] Όπως μπορεί να γίνει κατανοητό από την παράθεση της ανωτέρω πρόνοιας, το γεγονός ότι για κάποιες περιόδους των ετών 2011-2014 δεν είχε ανανεωθεί άμεσα η ετήσια άδεια εργολήπτη της Ενάγουσας, η οποία όταν υπογράφηκε η σύμβαση ημερ. 28/12/2011 ευρισκόταν σε ισχύ και με δεδομένο ότι ήταν εγγεγραμμένη εργολήπτης δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιασδήποτε σύμβασης. Μάλιστα δε, το άρθρο 30 προνοεί για ακυρότητα στην περίπτωση που η σύμβαση ανατίθεται σε εγγεγραμμένο εργολήπτη, αλλά μη κάτοχο κατά τον χρόνο εκείνο ετήσιας άδειας κάτι που δεν ισχύει στην προκείμενη περίπτωση. Εν πάση όμως περιπτώσει, η παράγραφος (2) του άρθρου 30 προνοεί για την αναδρομική θεραπεία της ακυρότητας στην περίπτωση που εντός 3 μηνών από την συνομολόγηση της σύμβασης εξασφαλιστεί η ετήσια άδεια. Στην περίπτωση της Ενάγουσας, κατά τον χρόνο της συνομολόγησης της συμφωνίας ημερ. 28/11/0211 κατείχε ετήσια άδεια εργολήπτη για το έργο, ενώ δεν είχε ανανεωθεί για μερικές μέρες το 2013-2014, ενώ για το έτος 2012 φαίνεται να ανανεώθηκε περί το τέλος του 2ου μήνα του έτους, κάτι που κρίνω ότι η όποια ακυρότητα έχει θεραπευτεί.

 

2.    Το ζήτημα του ποιος εν τέλει ήταν ο αντισυμβαλλόμενος Εργοδότης με την Ενάγουσα

 

[86] Σημαντική παράμετρος καθορισμού προς αυτή την κατεύθυνση είναι η διαπίστωση του ποιος ανάθεσε την συγκεκριμένη εργασία στην Ενάγουσα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στον Hudson’s Building and Engineering Contracts, 13η έκδοση, 2015, σελ. 3, «…so far as the contract parties themselves are concerned, the traditional nomenclature can also be confusing. Persons commissioning construction work can be and are variously described in the contracts as Owners, Clients, Employers (particularly in civil engineering contracts but also in the UK building standard forms) or purchasers…».

 

[87] Στην περίπτωση του τεκμηρίου 5, παρατηρείται ότι στην σύμβαση αναγράφεται ως Εργοδότης ο Εναγόμενος 1, ενώ στη θέση των υπογραφών το όνομα του Εναγόμενου 1 και η υπογραφή του τίθεται με την αναφορά «εκπρόσωπος ιδιοκτήτη». Η θέση της εν λόγω υπογραφής τίθεται κάτω από την αναφορά «υπό ή εκ μέρους του Εργοδότη», δηλαδή το πρόσωπο που υπογράφει θα πρέπει να είναι ή ο ίδιος ο Εργοδότης ή κάποιος εκ μέρους του. Ο Εναγόμενος 1 επικαλέστηκε ότι υπέγραψε το τεκμήριο 5 ως αντιπρόσωπος της Εναγόμενης 2 και αρνείται την απαίτηση της Ενάγουσας εναντίον του.

[88] Στην Αγγλική υπόθεση Humble v. Hunter [1843-60] All ER Rep 468 αποφασίστηκε ότι δεν ήταν δυνατή η προσκόμιση μαρτυρίας για ύπαρξη σχέσης αντιπροσώπευσης όταν αυτό δεν θα συνάδε με τους ρητούς όρους της σύμβασης. Εξετάζοντας τις αναφορές στο τεκμήριο 5 γίνεται μεν φανερό ότι μπορεί η αναφορά στο όνομα του Εναγόμενου 1 να γίνεται στα συμβαλλόμενα μέρη χωρίς μνεία οποιασδήποτε σχέσης αντιπροσώπευσης, όμως στις υπογραφές αναφέρεται ως εκπρόσωπος του Ιδιοκτήτη. Συνεπώς, δεν τίθεται ζήτημα να εκληφθεί ότι ο Εναγόμενος 1 ήταν ο ίδιος ο Εργοδότης του έργου. Ούτε και η Ενάγουσα μέσω του ΜΕ μπορεί να επικαλεστεί ότι δεν γνώριζε ποιος ήταν ο Εργοδότης του έργου και να υποστηρίζει πως αυτός ήταν ο Εναγόμενος 1. Όταν ένα πρόσωπο συνομολογεί σύμβαση επ’ ονόματι του χωρίς να αποκαλύπτει είτε το όνομα είτε την ύπαρξη του αντιπροσωπευόμενου φέρει συμβατική ευθύνη προς τον αντισυμβαλλόμενο, παρά το ότι μπορεί στην πραγματικότητα να ενεργεί για τον αντιπροσωπευόμενο (βλ. Earnest Scragg & Sons Ltd v. Perseverance Banking and Trust Co Ltd [1973] 2 Lloyd’s Rep 101).  Περί τούτου οφείλω να παρατηρήσω ότι ήταν ξεκάθαρο πως το ΕΠΠ1, ήτοι την προκαταβολή που εξέδωσε και κοινοποίησε και στην Ενάγουσα ο Εναγόμενος 3 την 28/12/2011 (αντί 28/12/2012 που φανερά εκ παραδρομής και εκ του συνόλου της λοιπής μαρτυρίας αποτυπώνεται) αναφέρεται και απευθύνεται ως υπόχρεο την Εναγόμενη 2, παρά το ότι τόσο τα σχέδια όσο και οι λοιποί όροι κάνουν αναφορά σε διατηρητέα οικοδομή του Εναγόμενου 1. Η αναφορά στο όνομα της Εναγόμενης 2 ως Ιδιοκτήτριας της κατοικίας γίνεται σε όλα τα διατακτικά και σε καμία περίπτωση δεν προέκυψε ότι η Ενάγουσα το αμφισβήτησε, παρά την αποστολή επιστολών και αιτημάτων πληρωμής διατακτικών στο όνομα του Εναγόμενου 1 με αναφορά στο ότι η επίδικη κατοικία είναι δική του. Συνεπώς, δεν μπορώ να αποδεχθώ ότι η Ενάγουσα συνομολόγησε την σύμβαση του τεκμηρίου 5 με τον Εναγόμενο 1 υπό την προσωπική του ιδιότητα, αλλά υπό την ιδιότητα του ως αντιπροσώπου της Εναγόμενης 2, παρά την μη ρητή της αφορά στο συμβόλαιο, κάτι που ήταν σε γνώση του ΜΕ και κατ’ επέκταση της Ενάγουσας. Η κρίση αυτή αναπόδραστα οδηγεί στην αποτυχία της αγωγής εναντίον του Εναγόμενου 1.

 

3.    Κατά πόσο η Ενάγουσα έχει παραβεί το τεκμήριο 5 εκ της καθυστέρησης περάτωσης των εργασιών και το κατά πόσο ο τερματισμός στον οποίο προέβηκε ο Εναγόμενος 1 (εκ μέρους της Εναγόμενης 2) είναι νόμιμος

 

[89] Η εξέταση του ζητήματος αυτού είναι συνυφασμένη με το κατά πόσο οι καθυστερήσεις που είχαν ως αποτέλεσμα να μην συμπληρωθεί το έργο μέχρι την 28/12/2012 ήταν δικαιολογημένες, κάτι που έχει να κάνει με την συμβατική συμπεριφορά της Ενάγουσας, το κατά πόσο αυτή δικαιούτο σε παρατάσεις χρόνου από τον Αρχιτέκτονα και υπό ποιες προϋποθέσεις.

 

[90] Στο σύγγραμμα John Murdoch and Will Hughes, Construction Contracts Law and management, 4η έκδοση, 2008, σελ. 197, αναφέρονται οι συνέπειες της παρεμπόδισης συμπλήρωσης των εργασιών από τον Εργοδότη. Συγκεκριμένα, αναφέρονται τα εξής:

 

«At common law, the contractor’s obligation to complete the works by the specified date is removed if the employer delays the contractor in the execution of the works. Thus, if the contract administrator issues an instruction which increases the amount of work to be done, or is late in giving the contractor necessary instructions, the specified completion date no longer applies. In this situation, time is said to be ‘at large’, and the contractor’s obligation is merely to complete the works within a reasonable time. In order to fix what is ‘reasonable’, all the circumstances of the particular project must be taken into account, but in many cases it will simply mean that the amount of delay for which the employer is responsible will be added to the old completion date. The importance of losing the fixed date is that a contractor who has caused part of the delay is still liable to pay general damages for delay, but is not liable for liquidated damages. Even where the delay caused by the employer is a very small part of the overall delay, the employer cannot simply discount this and claim liquidated damages for the remainder. The liquidated damages provision fails altogether, and the employer can claim only for those losses resulting from the delay which can actually be proved.».

 

[91] Στο σύγγραμμα Emdens Construction Law, COC, παρ. 9.44. αναφέρεται ότι όταν η σύμβαση εμπεριέχει ημερομηνία συμπλήρωσης, όρο παράτασης και ρήτρες για αποζημιώσεις, νοουμένου ότι η οποιαδήποτε καθυστέρηση εμπίπτει στους όρους της παράτασης, το αποτέλεσμα της καθυστέρησης είναι η παράταση της ημερομηνίας συμπλήρωσης με το κατάλληλο χρονικό περιθώριο. Περαιτέρω, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, «…however, where a delay caused by the employer does not fall within the extension clause, or there is no extension clause, time will be at large and there will thus be no date from which liquidated damages can run. If an employer, in those circumstances, cannot establish an entitlement to liquidated damages then they are not prevented (provided that the terms of the contract do not confine the employer's remedy for delay to liquidated damages) from pursuing a claim for unliquidated damages. The Court will determine such a claim allowing for any delay attributable to the employer's ordering of variations.».

 

Στον John Murdoch and Will Hughes, Construction Contracts Law and management, ανωτέρω, σελ. 197 τονίζονται αναφορικά με το ζήτημα ενδεχόμενης χορήγησης παράτασης χρόνου, τα εξής:

 

«A fundamental point is that the time for completion can only be adjusted where the contract permits, and strictly in accordance with the contract provisions. If delay is caused by some event which the contract does not cover, then the contractor cannot claim more time, nor can the employer insist on giving any (in order to keep alive a claim for liquidated damages). For example, it was held that a power to extend time for delays caused by the ordering of extra work only applied where the extra work was properly ordered, and not where the architect gave the relevant instructions orally, instead of in writing, as the contract required.».

 

[92] Στην σελ. 204 του συγγράμματος τονίζεται ότι η χορήγηση έγκυρης παράτασης χρόνου θα γίνει νοουμένου ότι ακολουθούνται οι διαδικασίες που καθορίζει το συμβόλαιο. Τα Αγγλικά Δικαστήρια έχουν αποδεχθεί ότι παράταση χρόνου μπορεί να δοθεί και αναδρομικά ακολουθώντας μια λιγότερο αυστηρή προσέγγιση (βλ. Temloc Ltd v Errill Properties Ltd (1987) 39 BLR 30). Η αναφορά στο συμβόλαιο σε ημερομηνία παράδοσης/συμπλήρωσης του έργου, σε παράταση χρόνου και οι αναφορές σε αποζημιώσεις για καθυστέρηση επιτελούν ένα συμβατικό σκοπό, ο οποίος έχει συμφωνηθεί και δεν πρέπει να αντιστρατεύεται (βλ. Balfour Beatty Building Ltd v. Chestermount Properties Ltd (1993) 32 ConLR 139).

 

[93] Μια άλλη σημαντική παράμετρος είναι το κατά πόσο η αναφορά στο συμβόλαιο σε ημερομηνία παράδοσης καθορίζει το χρόνο ως ουσιώδη («time is of the essence») ή όχι. Στην πρώτη περίπτωση η συμπλήρωση των εργασιών αποτελεί ουσιώδη όρο της σύμβασης και η παράλειψη του εργολάβου να συμπληρώσει τις εργασίες έγκαιρα νομιμοποιεί τον Εργοδότη να τερματίσει την σύμβαση (βλ. United Scientific Holdings Ltd v. Burnley Council [1977] 2All ER 62). Όπως αναγράφεται στο σύγγραμμα Emdens Construction Law, ανωτέρω, παρ. 9.51, η γενική προσέγγιση στα τυποποιημένα συμβόλαια («standard form contracts») είναι ότι η καθυστέρηση θεραπεύεται με την απαίτηση στις προκαθορισμένες αποζημιώσεις και ο χρόνος δεν είναι ουσιώδης, κάτι που ενισχύεται και εκ της αναφοράς σε πρόνοιες παράτασης χρόνου. Αυτό αντιπαραβάλλεται στις συμβάσεις που προσαρμόζονται σε συγκεκριμένου είδους έργα («bespoke contracts»), όπου ο χρόνος συμπλήρωσης θεωρείται ουσιώδης. Ο χρόνος ακόμη και αν δεν είναι ουσιώδης μπορεί να καταστεί τέτοιος με την παροχή εύλογης προειδοποίησης μετά την λήξη της περιόδου εκτέλεσης της σύμβασης (βλ. United Scientific Holdings Ltd v. Burnley Council, ανωτέρω). Ο εύλογος χρόνος για συμπλήρωση των εργασιών εξαρτάται από τις περιστάσεις (βλ. Behzadi v. Shaftesbury Hotels Ltd [1991] 2 All ER 477). Στην περίπτωση που δεν καταστεί ο χρόνος ουσιώδης, τότε απομένει η αξίωση για αποζημιώσεις του Εργοδότη. Στις σύγχρονες κατασκευαστικές συμβάσεις τονίζεται η σημασία της ύπαρξης καλών δεδομένων και στοιχείων («records») για το καθορισμένο χρονοδιάγραμμα των προγραμματισμένων εργασιών και αυτών που εν τέλει έγιναν («as-planned vs as-built programme» βλ. Emdens Construction Law, ανωτέρω, παρ. 9.60).

 

[94] Επιστρέφουμε στην επίδικη σύμβαση του τεκμηρίου 5. Το άρθρο 24 απαριθμεί τις περιπτώσεις και ρυθμίζει την διαδικασία για την χορήγηση παράτασης χρόνου. Αυτή απαιτεί την παροχή στον Αρχιτέκτονα γραπτής ειδοποίησης με παροχή λεπτομερειών για τους λόγους της καθυστέρησης, ώστε να δύναται να αξιολογήσει την ενδεχόμενη χορήγηση παράτασης. Στην περίπτωση των όσων επικαλέστηκε ο ΜΕ, ούτε η οικονομική κρίση, ούτε οι δυσκολίες του χρηματοπιστωτικού συστήματος την επίδικη περίοδο ή οι επιπρόσθετες εργασίες και οι απεργίες έχουν επαρκώς τεκμηριωθεί μέσω σχετικού αιτήματος για παράταση χρόνου, ώστε να εξεταστούν. Για δε το τεκμήριο 8 που υπέβαλε ο ΜΕ η θέση του Δικαστηρίου έχει ήδη καθοριστεί και δεν χρήζει επανάληψης. Η παρουσίαση ημερολογίου εργοταξίου όπου θα διαφαινόταν το τι προγραμματίστηκε να γίνει, ήτοι το χρονοδιάγραμμα και τι και για ποιους λόγους καθυστέρησε ήταν καταλυτικής σημασίας στην όποια δικαιολόγηση αιτήματος παράτασης χρόνου.

 

[95] Στο ζήτημα του τι προκύπτει σε σχέση με την περίοδο που η Ενάγουσα αξίωσε παράταση χρόνου για την περίοδο 26/05/2012-19/10/2012, περίοδο κατά την οποία το Δικαστήριο δέχεται ότι ο Εργοδότης συζητούσε την διακοπή του συμβολαίου δεν έχω παραπεμφθεί σε οποιαδήποτε οδηγία του Αρχιτέκτονα για αναστολή εκτέλεσης των εργασιών σύμφωνα με το άρθρο 22(2) του συμβολαίου. Προς τον σκοπό πληρότητα παρατίθεται αυτούσια η υποχρέωση του Εργολάβου να προχωρεί κανονικά τις εργασίες ως προβλέπεται στο άρθρο 22(1) του συμβολαίου:

 

«Άρθρο 22: Κατοχή, συμπλήρωση και αναστολή

 

(1)  Κατά την Ημερομηνία Κατοχής η οποία καθορίζεται εις το Παράρτημα των παρόντων Όρων, θα δοθεί κατοχή του Χώρου Εργοταξίου εις τον Εργολάβο ο οποίος ως εκ τούτου θα αρχίσει τις Εργασίες και θα προχωρεί αυτές κανονικά και με επιμέλεια και ο οποίος θα έχει υποχρέωση βάσει των Όρων του παρόντος Συμβολαίου να συμπληρώσει τις Εργασίες κατά ή πριν από την Ημερομηνία Συμπλήρωσης η οποία καθορίζεται εις το εν λόγω Παράρτημα πλην όμως υπό τις πρόνοιες για παράταση χρόνου οι οποίες περιλαμβάνονται εις τα Άρθρα 24 και 34(1)(γ) των παρόντων Όρων.

 

(2)  Ο Αρχιτέκτονας θα δύναται να εκδώσει οδηγίες εις ότι αφορά την αναβολή της παραχώρησης κατοχής του Χώρου Εργοταξίου από τον Εργοδότη προς τον Εργολάβο ή την αναστολή της εκτέλεσης των Εργασιών ή οποιουδήποτε τμήματος αυτών.».

 

[96] Μάλιστα δε, σύμφωνα με το άρθρο 24(ε) του συμβολαίου, το οποίο παραπέμπει σε Αρχιτεκτονικές οδηγίες δυνάμει του άρθρου 22(2), ο Εργολάβος στην περίπτωση αυτή θα δικαιούτο να αιτηθεί παράταση χρόνου και θα μπορούσε να αιτηθεί αποζημίωσης δυνάμει του άρθρου 25. Στην υπό κρίση περίπτωση, παρά το ότι συζητήθηκε η διακοπή και όχι η αναστολή των Εργασιών στην επίδικη οικοδομή, η Ενάγουσα χωρίς την ύπαρξη Αρχιτεκτονικής οδηγίας, στην ουσία ανέστειλε τις εργασίες, τις οποίες μεταγενέστερα συνέχισε, κατά παραδοχή για τέσσερις μήνες. Ως εκ τούτου, ούτε σε παράταση χρόνου δικαιούτο, αλλά ούτε και ο χρόνος συμπλήρωσης αναιρέθηκε, καθιστάμενος κατά τον τρόπο αυτό «time at large».

 

[97] Η παράλειψη αποπληρωμής του ΕΠΠ2 έδιδε το δικαίωμα στην Ενάγουσα να αναστείλει την περαιτέρω εκτέλεση εργασιών δυνάμει του άρθρου 31(5) και λόγο χορήγησης παράτασης χρόνου σύμφωνα με το άρθρο 24(λ) του συμβολαίου-τεκμήριο 5, όμως η Ενάγουσα δεν το έπραξε, αλλά ούτε και το επικαλέστηκε. Το ίδιο θα μπορούσε να πράξει και με την μη πληρωμή του ΕΠΠ5. Ακόμη, το άρθρο 27(1)(α)(i) έδιδε δικαίωμα στην Ενάγουσα να τερματίσει το τεκμήριο 5, υπό τις προϋποθέσεις που αυτό καθορίζει. Κάτι τέτοιο όμως δεν έπραξε, αλλά ενέμεινε στην σύμβαση του τεκμηρίου 5 και το μόνο που θα μπορούσε να ανακτήσει είναι την ζημιά που υπέστηκε από την μη πληρωμή του ΕΠΠ2, το οποίο εν τέλει πληρώθηκε και ΕΠΠ5. Τέτοια ζημιά δεν κατέδειξε πέραν της ενδεχόμενης αξίωσης της σε τόκους που θα τύχει πραγμάτευσης. Τα όσα αξιώνει η Ενάγουσα για έξοδα γραφείου, ασφάλειες και προστατευτικούς φράκτες δεν μπορεί να θεωρηθούν ως ζημιές που είναι συνυφασμένες με την παράλειψη αποπληρωμής εν τέλει του ΕΠΠ5, αλλά και των επιπρόσθετων εργασιών ως το τεκμήριο 26, ενώ όπως έχει ήδη κριθεί τα έξοδα γραφείου δεν μου έχουν καταδειχθεί με μαρτυρία εμπειρογνώμονα που θα εξηγούσε και θα παρείχε τις απαραίτητες και επιστημονικά τεκμηριωμένες παραμέτρους για να καταλήξω στα όποια ευρήματα ζημίας σύμφωνα με την κείμενη νομολογία (βλ. Philippou v. Odysseos (1989) 1 CLR 1), ενώ ειδικότερα για τα έξοδα περιφράξεων παρατηρώ ότι δεν μου έχει εξηγηθεί το κόστος και το πως αυτό υπολογίστηκε υπό συνθήκες πραγματικής αγοράς. Τα όσα προβλήθηκαν για χρηματοδοτικά έξοδα ουδόλως προωθήθηκαν ή αποδείχθηκαν με την μαρτυρία.

 

[98] Οι ανωτέρω επισημάνσεις και διαπιστώσεις του Δικαστηρίου οδηγούν αναπόδραστα στο συμπέρασμα ότι η Ενάγουσα έχει αδικαιολόγητα υπερβεί τον χρόνο αποπεράτωσης των εργασιών, ήτοι την 28/12/2012 χωρίς να έχει έγκυρα εξασφαλίσει παρατάσεις χρόνου σύμφωνα με τους όρους του τεκμηρίου 5. Για το κατά πόσο υπήρξε έγκυρος τερματισμός του τεκμηρίου 5 θα πρέπει να ανατρέξουμε στο τι αυτό προνοεί σε σχέση με τις ενέργειες του Εναγόμενου 1 και του Εναγόμενου 3. Ο όρος 26 του τεκμηρίου 5 προνοεί για λύση του από τον Εργοδότη, νοουμένου ότι πληρούνται κάποιοι από τις εκεί προβλεπόμενες περιπτώσεις, όπως η παράλειψη του Εργολάβου να προχωρεί τις εργασίες κανονικά και με επιμέλεια και διακόψει χωρίς λογική αιτία εξ ολοκλήρου τις εργασίες. Από το περιεχόμενο του τεκμηρίου 36(8), ημερ. 01/08/2014 ο Εναγόμενος 3 αναφέρεται σε προγενέστερες επιστολές ότι οι εργασίες έχουν διακοπεί. Αυτό δεν φαίνεται να έχει αμφισβητηθεί από την πλευρά της Ενάγουσας και σε σχέση με την θέση της ότι δεν έχει πληρωθεί το ΕΠΠ5 και αν αυτό θα εξεταζόταν ως λογική αιτία, επισημαίνω ότι η Ενάγουσα δεν άσκησε το δικαίωμα της για αναστολή των εργασιών υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 31(5). Τα ίδια επαναλαμβάνει ο Εναγόμενος 3 προς την Ενάγουσα με την επιστολή του ημερ. 13/08/2014 και την καλεί να επιστρέψει στο εργοτάξιο για συμπλήρωση των εργασιών και ότι σε αντίθετη περίπτωση θα προβεί σε πιστοποίηση των παραλείψεων στον Εργοδότη. Αυτή απεστάλη με μήνυμα τηλεομοιότυπου, ήτοι πιστοποιημένη παράδοση και δεν αμφισβητήθηκε στον αριθμό της Ενάγουσας. Στις 18/08/2014 ο Εναγόμενος 3 γνωστοποιεί στον Εργοδότη ότι μετά την πάροδο 10 ημερών, ήτοι συνολικά 14 ημέρες από την ειδοποίηση του προς την Ενάγουσα και νοουμένου ότι συνεχιστεί η παράλειψη θα μπορεί να προβεί σε τερματισμό του τεκμηρίου 5, κάτι που έπραξε στις 25/08/2014 με το τεκμήριο 23. Εκ των όσων έχουν παρατεθεί κρίνεται ότι ο τερματισμός έγινε σύμφωνα με τους όρους του τεκμηρίου 5. Υπογραμμίζω δε ότι οι περιπτώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 26 δεν είναι περιοριστικές, αλλά ενδεικτικές, καθότι η παράγραφος (1) αναφέρεται σε «χωρίς βλάβη εις οποιαδήποτε άλλα δικαιώματα ή θεραπείες τα οποία δυνατόν να έχει ο Εργοδότης».

 

4.    Κατά πόσο η «Απόφαση Αρχιτέκτονα»-τεκμήριο 31 εκδόθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του τεκμηρίου 5

 

[99] Η επιστολή του Εναγόμενου 1 στον Εναγόμενο 3 που τον πληροφορεί για τον τερματισμό του τεκμηρίου 5 τον καλεί να προβεί σε έκδοση «Απόφασης Αρχιτέκτονα» σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 36(1). Το άρθρο 36(1) αναφέρεται σε διαφορά μεταξύ Εργοδότη και Εργολάβου που αναφύεται είτε πριν είτε μετά την λύση ή ισχυριζόμενη λύση της εργοδότησης του Εργολάβου για ζήτημα, μεταξύ άλλων, των δικαιωμάτων των μερών βάση των άρθρων 26, 27, 33 και 34, οπόταν αυτή θα υποβάλλεται εγγράφως είτε από οποιοδήποτε μέρος είτε και από τα δύο μέρη στον Αρχιτέκτονα για απόφαση. Στο άρθρο 26(δ) αναφέρεται ότι σε περίπτωση που η εργοδότηση λυθεί τότε ο Αρχιτέκτονας θα πιστοποιήσει με την συμπλήρωση των εργασιών και την επαλήθευση των λογαριασμών την οποιαδήποτε απώλεια ή ζημιά στον Εργοδότη εξαιτίας της λύσης και αναλόγως του ποσού των καταβολών τότε θα υπάρχει υποχρέωση για καταβολή ως χρέος είτε από τον Εργολάβο είτε από τον Εργοδότη. Μπορεί δε η αναφορά για τις ζημιές να αναφέρεται σε πιστοποίηση με την συμπλήρωση των εργασιών, κάτι που στην προκείμενη περίπτωση έγινε μετά την έκδοση του τεκμηρίου 31 («Απόφασης Αρχιτέκτονα»), όμως το άρθρο 36 (1)(β) δεν φαίνεται να περιορίζει την εφαρμογή του, αφού γίνεται σε αυτό ρητή αναφορά για «οποιοδήποτε θέμα ή πράγμα οποιασδήποτε φύσης το οποίο αναφύεται με βάση ή σε σχέση με το παρόν Συμβόλαιο». Το δε άρθρο 23 προνοεί για αξιώσεις του Εργοδότη στην περίπτωση που δεν συμπληρωθούν οι εργασίες μέχρι την ημερομηνία συμπλήρωσης ή εντός οποιουδήποτε παραχωρηθέντος χρόνου παράτασης με πιστοποίηση περί τούτου από τον Αρχιτέκτονα. Ο χρόνος που έπρεπε να συμπληρωθούν οι εργασίες για σκοπούς εφαρμογής του όρου στο Παράρτημα για το ποσό των €50- ημερησίως είναι η 28/12/2012, κάτι που είχε ήδη πιστοποιήσει επανηλειμμένως και αναφέρει ο Εναγόμενος 3. Το γεγονός ότι δεν κατέστη ο χρόνος αυτός ουσιώδης δεν αποτρέπει την έναρξη του συνυπολογισμού των αποζημιώσεων για καθυστερήσεις βάσει του άρθρου 23, αφού στην περίπτωση που ο Εργοδότης δεν τερματίζει την σύμβαση παρά την παράβαση όρου του συμβολαίου διατηρεί το δικαίωμα του για αποζημιώσεις. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι ο Εναγόμενος 3 μπορούσε να εκδώσει «Απόφαση Αρχιτέκτονα» κατά τα διαλαμβανόμενα στο τεκμήριο 31, χωρίς προβαίνω σε απόφανση επί του περιεχομένου της.

 

5.    Τα ποσά των εκατέρωθεν αξιώσεων και η πρόνοια του άρθρου 23 για αποζημιώσεις για μη αποπεράτωση

 

[100] Αυτό που γίνεται φανερό εκ των ευρημάτων του Δικαστηρίου μετά την αξιολόγηση της προσκομισθείσας μαρτυρίας είναι ότι τα όσα πιστοποίησε ο Εναγόμενος 3 για τις εκτελεσθείσες εργασίες είναι ορθά. Συγκεκριμένα παραμένει απλήρωτο το ΕΠΠ5 για το ποσό των €29.726,20 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. καθώς και το ποσό των €6.604 πλέον Φ.Π.Α προς 19%, ήτοι €7.858,76 για τις επιπρόσθετες εργασίες. Σε αυτά τα ποσά δικαιούται η Ενάγουσα εναντίον του Εργοδότη.

 

[101] Εκ του ΕΠΠ5, το οποίο είναι και το τελευταίο ΕΠΠ που εξέδωσε ο Εναγόμενος 3 παρατηρώ ότι υπάρχει και ένα ποσό €4.500-, το οποίο αποτελεί το 10% της μέχρι τότε εκτελεσθείσας εργασία ως η κράτηση σύμφωνα με το άρθρο 31(3)(α) και ο σχετικός όρος του Παραρτήματος του τεκμηρίου 5. Το ποσό αυτό δεν προκύπτει να έχει αποδοθεί στην Ενάγουσα, αφού σύμφωνα με το άρθρο 31(4)(β) κατά την έκδοση του πιστοποιητικού έμπρακτης συμπλήρωσης των εργασιών θα έπρεπε να αποδεσμευτεί το ήμισυ του εν λόγω ποσού και μετά την πάροδο της περιόδου ευθύνης για ελαττώματα ή κατά την έκδοση του πιστοποιητικού συμπλήρωσης της επιδιόρθωσης των ελαττωμάτων θα εκδοθεί πιστοποιητικό για το υπόλοιπο. Ουδεμία μαρτυρία μου έχει δοθεί για κακοτεχνίες ή ελαττώματα που αποδίδονται στην Ενάγουσα και κατά συνέπεια κρίνω ότι η Ενάγουσα δικαιούται σε επιστροφή του ποσού της κράτησης στο ποσό των €5.355 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α 19%. Ουδεμία άλλη θεραπεία κρίνω ότι δικαιούται η Ενάγουσα.

 

[102] Αναφορικά με τις αξιώσεις του Εργοδότη για τις καθυστερήσεις, ο Εναγόμενος 3 πιστοποιεί αυτές για 607 ημέρες προς €50- ημερησίως, ήτοι €30.350. Σύμφωνα με το άρθρο 23 του τεκμηρίου 5 στην περίπτωση μη συμπλήρωσης των εργασιών ο Αρχιτέκτονας πιστοποιεί γραπτώς ότι έπρεπε να είχαν λογικά συμπληρωθεί και ότι θα δίδεται κάποιο ποσό βάσει της τιμής που καθορίζει το Παράρτημα ως εκτιμηθείσες αποζημιώσεις για καθυστερήσεις σε σχέση με την χρονική περίοδο κατά την οποία οι εργασίες θα παραμένουν ή θα είχαν παραμείνει ασυμπλήρωτες. Το ποσό αυτό δύναται, όπως προνοείται, να αφαιρεθεί από τα οφειλόμενα προς τον Εργολάβο ποσά ή δύνανται να ανακτηθούν υπό μορφή χρέους. Σημασία στην παρούσα διεργασία αποκτά η δεύτερη παράγραφος που προνοεί ότι «Πάντοτε νοουμένου ότι οποιοσδήποτε υπολογισμός και οποιαδήποτε αφαίρεση ή ανάκτηση του προαναφερόμενου ποσού θα γίνεται ανεξάρτητα από οτιδήποτε το οποίο εκφράζεται ρητά ή υπονοείται αλλού εις το παρόν Συμβόλαιο, συμφώνως προς την σχετική Νομοθεσία της Δημοκρατίας η οποία ισχύει κατά την ημερομηνία της υπογραφής του Συμφωνητικού Εγγράφου.».

 

[103] Η πιστοποίηση της ημερομηνίας συμπλήρωσης από τον Εναγόμενο 3 έγινε στο τεκμήριο 59, όπου αναφέρθηκε πως αυτές έπρεπε να είχαν συμπληρωθεί μέχρι τις 28/12/2011, ενώ με το τεκμήριο 32 απαιτήθηκαν από τον Εναγόμενο 1 από την Ενάγουσα το ποσό των €30.350 ως το τεκμήριο 23. Ο Εναγόμενος 1 προκύπτει ότι δεν προέβη σε συμψηφισμό, αλλά σε απαίτηση του ποσού, αν και στην μαρτυρία του ανέφερε ότι συμψήφισε με την μη πληρωμή του ΕΠΠ5 το οφειλόμενο κατά τον ίδιο ποσό των αποζημιώσεων. Οποιοδήποτε όμως ποσό έστω και σε περίπτωση συμψηφισμού θα έπρεπε πρώτα να κριθεί ως έγκυρο και ισχυρό. Η θέση του Εναγόμενου 1 είναι ότι δικαιούται στο ποσό που αξιώνει εκ της ρήτρας για την περίπτωση καθυστερήσεων που καθορίζει το Παράρτημα και αξιώνει στην ουσία όπως το Δικαστήριο με την απόφαση του πιστοποιήσει τις καθυστερήσεις και ότι δεν οφείλεται οτιδήποτε προς την Ενάγουσα ένεκα της αξίωσης για αυτές τις αποζημιώσεις. Αυτό αποτελεί και την ουσία της Ανταπαίτησης της Εναγόμενης 2. Το τι δικαιούται όμως στην περίπτωση αυτή χρήζει πραγμάτευσης και η αναφορά σε ρήτρα προς €50- ημερησίως δεν αποτελεί αυταπόδεικτη ζημιά. Και εξηγώ.

 

[104]  Φέρω εις προσοχή το άρθρο 74 (1) του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149 που προβλέπει ως εξής:

 

«74.-(1) Αν στη σύμβαση διαλαμβάνεται όρος ως προς το ποσό το οποίο πρέπει να καταβληθεί σε περίπτωση παράβασης αυτής ή ποινική ρήτρα, σε περίπτωση παράβασης της σύμβασης από τον ένα από τους συμβαλλόμενους, ο άλλος δικαιούται, και αν ακόμη δεν αποδειχτεί ότι υπέστη από την παράβαση πραγματική ζημιά ή απώλεια, να λάβει από τον υπαίτιο εύλογη αποζημίωση που δεν υπερβαίνει το ποσό που ορίστηκε κατά τον πιο πάνω τρόπο, ή ανάλογα με την περίπτωση, την ποινική ρήτρα

 

[105] Στην υπόθεση Χαραλάμπους κ.α. v. Liberty Life Insurance Public Company Limited (πρώην Liberty Life Insurance Limited) (2011) 1 Α.Α.Δ. 1739) λέχθηκαν τα εξής σχετικά:

 

«Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 74(1) του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, ο προκαθορισμός της ζημιάς στη σύμβαση δεν είναι δεσμευτικός, επενεργεί μόνο στην οριοθέτηση του ανωτάτου ορίου της αποζημίωσης που μπορεί να επιδικασθεί. Εκεί όπου η προβλεπόμενη αποζημίωση ενέχει χαρακτήρα ποινικής ρήτρας (penalty) αυτή αγνοείται, ενώ εκεί που συνιστά γνήσια προσπάθεια προκαθορισμού της ζημιάς την οποία θα υποστεί το αθώο μέρος από την παράβαση της συμφωνίας, τότε μετρά ως στοιχείο σχετικό στον καθορισμό της εύλογης αποζημίωσης και λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο (βλ. The Holy Monastery of Ayios Neophytos v. Antoniades (1968) 1 C.L.R. 10, Panayiotou v. Island Beach Development Ltd. (1985) 1 C.L.R. 623, Χαραλάμπους v. A.N. Stasis Estates Ltd. κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 418, Παγιάση κ.ά. v. Σπύρος Σταυρινίδης Κέμικαλς Λτδ. (1993) 1 Α.Α.Δ. 232 και Σύλλογος «Ανόρθωσις» Αμμοχώστου v. «Απόλλων» Αθλητικός Ποδοσφαιρικός Όμιλος Λεμεσού (πιο πάνω))

 

[106] Εκ των ανωτέρω προνοιών συνάγεται ότι εφόσον καταδειχθεί ότι η Εναγόμενη 2 υπέστηκε ζημιά και/ή απώλεια και αποδειχτεί το ύψος αυτής, το Δικαστήριο θα της επιδικάσει την εύλογη αποζημίωση που δεν θα υπερβαίνει το ποσό που σημειώνεται στον όρο της ποινικής ρήτρας ή των προσυμφωνημένων εκκαθαρισμένων αποζημιώσεων (Michael Antoni Maltezou and Another v. Iosif Louka and Another 16 C.L.R. 88). Τα όσα παρουσιάστηκαν στο Δικαστήριο στην περί τούτου σχετική μαρτυρία παραπέμπουν στο άρθρο 23 και τον σχετικό όρο του Παραρτήματος του συμφωνητικού εγγράφου και δεν θέτουν ενώπιον του Δικαστηρίου όλες τις απαραίτητες παραμέτρους για να καταλήξει στο κατά πόσο το διεκδικούμενο ποσό υπό των Εναγόμενων αποτελεί γνήσια προσπάθεια προκαθορισμού των αποζημιώσεων ή ποινική ρήτρα, αλλά και να καταδείξουν το ύψος αυτών που στην προκείμενη περίπτωση δεν θα μπορούσε να υπερβεί το κατονομαζόμενο στο συμφωνητικό έγγραφο (βλ. και Mεταλλικά Hράκλης Mιχαηλίδης Λτδ. ν. G & C Exhaust Systems Ltd (2001) 1 ΑΑΔ 500). Ούτε και μου έχει καταδειχθεί πέραν τούτου οποιαδήποτε ζημιά που προέκυψε από τις καθυστερήσεις της Ενάγουσας, αφού η οποιαδήποτε ενοικιαστική αξία της επίδικης κατοικίας δεν έτυχε επίκλησης ή απόδειξης ότι απωλέσθηκε, αλλά ούτε και αποδείχθηκε η θέση του Εναγόμενου 1 ότι κατέβαλε ενοίκια και συνεπώς υπέστηκε ζημιά, ακόμη και αν παραβλέψω το ότι κάτι τέτοιο δεν είχε δεόντως δικογραφηθεί. Σημειώνω δε ότι την Ανταπαίτηση εγείρει η Εναγόμενη 2 και όχι ο Εναγόμενος 1. Οποιαδήποτε άλλη ζημιά ή αξίωση δεν προκύπτει να έχει δικογραφηθεί, αλλά ούτε και έχει υποστηριχθεί, όπως οποιαδήποτε αξίωση για ζημιά ένεκα συμπλήρωσης από άλλο εργολάβο του έργου, η οποία εκ της προσκομισθείσας μαρτυρίας δεν προκύπτει ότι υπέστηκε η Εναγόμενη 2. Για οποιαδήποτε αξίωση για κακοτεχνίες δεν έχει προσκομιστεί μαρτυρία.     

 

[107] Η κατάδειξη όμως της παράβασης του όρου του συμφωνητικού εγγράφου αναφορικά με την παράλειψη παράδοσης της κατοικίας εντός του συμφωνημένου χρονοδιαγράμματος τους νομιμοποιεί την Εναγόμενη 2 σε ονομαστικές αποζημιώσεις εναντίον της Ενάγουσας που καθορίζω στο ποσό των €200- (βλ. Μούρτζινος ν. Πλοίου "Galaxias" κ.α. (1997) 1 Α.Α.Δ. 80).

 

6.    Το ζήτημα του αξιούμενου τόκου επί των οφειλόμενων ποσών στην Ενάγουσα

 

[108] Η θέση που υποστηρίζει η Ενάγουσα με την κατάθεση από τον ΜΕ του τεκμηρίου 29 είναι ότι δικαιούται σε τόκο προς 5%. Ανατρέχω στην πρόνοια του άρθρου 39 του τεκμηρίου 5 σε σχέση με τον τόκο επί εκκρεμούσων πληρωμών. Η πρόνοια αυτή προνοεί για την καταβολή τόκου επί οποιονδήποτε οφειλόμενων εξουσιοδοτημένων σύμφωνα με τους όρους του τεκμηρίου 5 πληρωμών από την ημερομηνία που αυτές καθίστανται πληρωτέες. Ο τόκος που προνοείται είναι ίσος «…προς το μέγιστο επιτόκιο το οποίο καθορίζεται από την Κεντρική Τράπεζα της Δημοκρατίας και ισχύει κατά την περίοδο εντός της οποίας υπογράφεται το παρόν Συμβόλαιον από τα μέρη και το οποίο επιτόκιο θα εφαρμόζεται επί των εν λόγω πληρωμών από την ημερομηνία κατά την οποία αυτές καθίστανται ή έπρεπε να είχαν καταστεί οφειλόμενες βάσει των παρόντων Όρων…».

 

[109] Το τεκμήριο 29 όπως κατατέθηκε στο Δικαστήριο για να υποστηρίξει την αξίωση σε τόκο υπέρ της Ενάγουσας στο 5% αποτελείται από δύο σελίδες. Στην πρώτη παρατίθεται Διάταγμα του Υπουργού Οικονομικών ημερ. 15/12/2010 με ισχύ από 01/01/2011, το οποίο αναφέρεται στην εξουσία του να καθορίσει τόκο δυνάμει διατάγματος ως το άρθρο 4 του Ενιαίου Δημοσίου Επιτοκίου Υπερημερίας για το έτος 2011 (Κ.Δ.Π. 521/2010). Η Κ.Δ.Π. 521/2010 εκδόθηκε συμφώνως των εξουσιών του άρθρου 4(1) του περί Ενιαίου Δημοσίου Επιτοκίου Υπερημερίας Νόμου του 2006 (Ν. 167(Ι)/2006). Συμφώνως του άρθρου 4(1) ο Υπουργός Οικονομικών το Δεκέμβριο έκαστου έτους καθορίζει με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας το ύψος του δημοσίου επιτοκίου υπερημερίας που θα ισχύει και θα εφαρμόζεται για ολόκληρο το επόμενο έτος. Για τον καθορισμό αυτό λαμβάνεται υπόψη ως βάση ο κατά τους τελευταίους 12 μήνες σταθμικός μέσος όρος του βασικού επιτοκίου της ΚΤΚ με προσθήκη ενός ποσοστό αναπροσαρμογής που δεν μπορεί να υπερβεί τις τέσσερις εκατοστιαίες μονάδες (άρθρο 4(2)). Στην ερμηνεία του άρθρου 2 αναφέρεται ότι «δημόσιος τόκος υπερημερίας» σημαίνει τον τόκο που προβλέπεται ευθέως εκ του νόμου ως πληρωτέος ή καταβλητέος από ή προ το Δημόσιο συνεπεία παράλειψης ή καθυστέρησης στην εξόφληση οποιασδήποτε ληξιπρόθεσμης οφειλής ή χρέους οφειλόμενου από ή προς το Δημόσιο. Γίνεται φανερό εκ της διάταξης αυτής και κατ’ επέκταση της Κ.Δ.Π. 521/2010 που παρατέθηκε ότι το επιτόκιο προς 5% δεν αφορά τα ιδιωτικά συμφωνητικά ως το τεκμήριο 5, αλλά ληξιπρόθεσμες οφειλές από και προς το Δημόσιο.      

 

[110] Η δεύτερη σελίδα του τεκμηρίου 29 παραθέτει υπό την αναφορά «Central Bank of Cyprus - Reference Interest Rates» σειρά από ποσοστά % τα οποία έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας κατά την άσκηση της εξουσίας της σύμφωνα με το άρθρο 314Α του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και καθ’ υπολογισμό του υπό αναφορά άρθρου. Το άρθρο 314Α του Κεφ. 154 υπό τον τίτλο «Τοκογλυφία» προνοεί ότι πρόσωπο που κατά την παροχή δανείου, κατά την παροχή ή την παράταση της προθεσμίας πληρωμής, κατά την ανανέωση ή την προεξόφληση δανείου, λαμβάνει, εισπράττει, χρεώνει, συνομολογεί ή παίρνει για τον εαυτό του ή για τρίτον οικονομικό όφελος ή περιουσιακά ωφελήματα που υπερβαίνουν το επιτόκιο αναφοράς, διαπράττει αδίκημα. Στην παρ. 2 αναφέρεται ως «επιτόκιο αναφοράς» ο μέσος όρος των ετήσιων επιτοκίων, συμπεριλαμβανομένων προμηθειών, επιβαρύνσεων ή οποιωνδήποτε εξόδων χρεώνουν τα πιστωτικά ιδρύματα για καταναλωτικά δάνεια, αυξανόμενο κατά το ήμισυ, με ελάχιστη αύξηση πέντε ποσοστιαίες μονάδες και μέγιστη αύξηση μέχρι δέκα ποσοστιαίες μονάδες, το οποίο υπολογίζεται ανά τριμηνία από την ΚΤΚ. Όπως γίνεται φανερό από την πρόνοια αυτή τα όσα μου έχουν περί τούτου παρατεθεί δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην υπό κρίση περίπτωση, ώστε να καταδεικνύεται το επιτόκιο που καθορίζει η ΚΤΚ ως η πρόνοια του άρθρου 39 το τεκμηρίου 5, αφού ο καθορισμός που συμπεριλαμβάνεται στο τεκμήριο 29 αφορά τους σκοπούς του άρθρου 314Α του Κεφ. 154 με τον τρόπο που το άρθρο αυτό προνοεί στην παρ. (2). Ως εκ τούτου, κρίνω ότι στα οφειλόμενα ποσά προς την Ενάγουσα θα πρέπει να αποδοθεί ο νόμιμος τόκος από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής.

 

7.    Η αξιώση της Ενάγουσας εναντίον του Εναγόμενου 3

 

[111] Εκ των ευρημάτων του Δικαστηρίου και την κρίση που παρατέθηκε σε σχέση με τους Εναγόμενους 1 και 2 καθίσταται αχρείαστη η επανάληψη της αναφορικά με το τι καταλογίζονται εναντίον του Εναγόμενου 3 στην Έκθεση Απαίτησης και ειδικότερα για την αξίωση τους για ποσό €20.334,48 ως οι αναφορές των παραγράφων 21 και 22. Η δε παράλειψη που του καταλογίζουν στην παράγραφο 31 της Έκθεσης Απαίτησης αναφορικά με παράλειψη έκδοσης ΕΠΠ6 σε συνεννόηση με τους Εναγόμενους 1 & 2 και κατόπιν οδηγιών του απαντάται ήδη στην παρατιθέμενη δικαστική κρίση. Πέραν αυτού, η Ενάγουσα στην Έκθεση Απαίτησης καταλογίζει συμπαιγνία του Εναγόμενου 3 με τον Εναγόμενο 1 με παράθεση λεπτομερειών που είχε ως αποτέλεσμα ο Εναγόμενος 3 να επιρρίψει στην Ενάγουσα την ευθύνη για την καθυστέρηση στην εκτέλεση των εργασιών και στο να προβεί σε παράνομη και αντισυμβατική λύση της εργοδότησης της Ενάγουσας και στην αξίωση για το ποσό των €30.350- για ισχυριζόμενες καθυστερήσεις.

 

[112] Η θέση του Αρχιτέκτονα αποτυπώνεται εναργώς στο κάτωθι απόσπασμα του λόγου του Λόρδου Reid στην απόφαση της Δικαστικής Επιτροπής των Λόρδων στην Sutcliffe v Thackrah and others [1974] 1 All ER 859 (υπογραμμίσεις δικές μου):

 

«Now I can come to the position of an architect. He is employed by the building owner but has no contract with the contractor. We do not in this case have occasion to consider whether nevertheless he may have some duty to the contractor: I do not think that a consideration of that matter would help in the present case. The RIBA form of contract sets out the architect's functions in great detail. It has often been said, I think rightly, that the architect has two different types of function to perform. In many matters he is bound to act on his client's instructions, whether he agrees with them or not; but in many other matters requiring professional skill he must form and act on his own opinion.

 

Many matters may arise in the course of the execution of a building contract where a decision has to be made which will affect the amount of money which the contractor gets. Under the RIBA contract many such decisions have to be made by the architect and the parties agree to accept his decisions. For example, he decides whether the contractor should be reimbursed for loss under cl 11 (variation), cl 24 (disturbance) or cl 34 (antiquities); whether he should be allowed extra time (cl 23); or where work ought reasonably to have been completed (cl 22). And, perhaps most important, he has to decide whether work is defective. These decisions will be reflected in the amounts contained in certificates issued by the architect.

 

The building owner and the contractor make their contract on the understanding that in all such matters the architect will act in a fair and unbiased manner and it must therefore be implicit in the owner's contract with the architect that he shall not only exercise due care and skill but also reach such decisions fairly holding the balance between his client and the contractor».

 

[113] Στον HUDSON's Building and Engineering Contracts, ανωτέρω, σελ. 306 αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι δεν υφίσταται «direct contract between the Contractor and the Certifier…», ο οποίος δεν εργοδοτείται από τον Εργολάβο. Όπως αναφέρεται στο εν λόγω σύγγραμμα, στην μεγαλύτερη πλειοψηφία των υποθέσεων «α Certifier is not when certifying ruling upon any dispute formulating between the Employer and Contractor and referred to them for settlement and decision, but is merely concerned, without consciously  resolving any dispute as such, to decide matters such as value, quality of work or extension of time as part of an administrative function evidenced by the certificate. In all these cases, the Certifier is to be regarded as acting agent of the building Owner subject only, therefore, to the possible case where the Certifier is called upon to rule on a formulated dispute between the Employer and Contractor. The duties owed to the client by Certifiers will differ in no respect form their other duties, save that, in discharging them, they will not be obliged to obey their client’s instructions in regard thereto, as will certainly be the case in regard to their other duties.».

 

[114] Αποκωδικοποιώντας τις θέσεις της Ενάγουσας σε σχέση με την ισχυριζόμενη συμπεριφορά του Εναγόμενου 3 πέραν του ότι καταλογίζει εναντίον του σκοπιμότητα στην μη αποστολή του ΕΠΠ2 για να αποκτήσουν δικαίωμα πληρωμής, σε παράλειψη έκδοσης του ΕΠΠ6 και σε καθυστέρηση έκδοσης του ΕΠΠ5, προβάλλεται ότι σε συμπαιγνία με τον Εναγόμενο 1 δεν παραχώρησε παράταση χρόνου, ότι προέβηκε σε πιστοποίηση ότι οι εργασίες έπρεπε να είχαν συμπληρωθεί μέχρι τις 28/12/2012 γνωρίζοντας την δικαιολογημένη καθυστέρηση των εργασιών, ότι αναληθώς πιστοποίησε εγκατάλειψη του εργοταξίου από την Ενάγουσα, καθώς και ότι εξέδωσε «Απόφαση Αρχιτέκτονα» χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση της, με απώτερο σκοπό, πέραν της παροχής δικαιώματος λύσης του συμβολαίου από τον Εναγόμενο 1, να προωθείται αξίωση εναντίον της για το ποσό των €30.350-.

 

[115]  Όπως έχει λεχθεί η έννοια του δόλου προσδιορίζεται ως κάτι ανέντιμο, ηθικώς ανάρμοστο, ειδικώς σε απόκτηση χρηματικού οφέλους με άδικα μέσα (βλ. Τσιάρτας Ανδρέας και Άλλος ν. Alocay Holdings Ltd και Άλλου (2010) 1 ΑΑΔ 1523 ). Η έννοια της συνομωσίας παρατίθεται εναργώς στην απόφαση ημερ. 31/03/2009 του Έντιμου Α. Πασχαλίδη πρώην Δικαστή Α.Δ. (Π.Ε.Δ. όπως ήταν τότε) στην υπ’ αριθμό αγωγή 3740/01 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας Χριστάκη Λαζαρίδη κ.α. ν. MTV Cosmetics Ltd κ.α., το οποίο υιοθετώ για σκοπούς της παρούσας:    

 

«Όπως προκύπτει από τη Νομολογία, εκεί όπου δύο ή περισσότερα πρόσωπα, χωρίς νόμιμη δικαιολογία (lawful justification), συνδυάζονται (combined), με σκοπό, ηθελημένα να προκαλέσουν ζημιά στον ενάγοντα και σαν αποτέλεσμα προκύπτει πραγματική ζημιά, διαπράττεται το αστικό αδίκημα της συνομωσίας.

 

Για τη διάπραξη του συγκεκριμένου αστικού αδικήματος δεν απαιτείται κατ' ανάγκη χρήση παράνομου μέσου για σκοπούς επίτευξης του επιδιωκόμενου σκοπού.  Αν όμως η ζημιά που έχει προκύψει, προκλήθηκε από τη χρήση τέτοιων μέσων, τότε είναι άνευ σημασίας αν ο επιδιωκόμενος σκοπός ήταν νόμιμος.  Είναι αρκετό το γεγονός ότι για επίτευξη του χρησιμοποιήθηκαν παράνομα μέσα.  Εκεί όμως που η ζημιά που προκλήθηκε δεν έχει προκύψει από τη χρήση παράνομων μέσων, τότε η νομιμότητα του κύριου και βασικού σκοπού που επιδιώκεται, είναι καθοριστικής σημασίας γιατί, σε μια τέτοια περίπτωση, ενέργειες οι οποίες κατά τα άλλα θα ήταν νόμιμες, ενδεχομένως να καθίστανται παράνομες.  (Βλ. Croffer v. Hand-Woven Tweed Co. Ltd v. Veitch (1942) A.C. 435).  Στον όρο «παράνομα μέσα», εκτός από ενέργειες που συνιστούν ποινικά αδικήματα, περιλαμβάνονται και ενέργειες που συνιστούν αστικά αδικήματα και ενδεχομένως παράβαση συμφωνίας.  Δεν απαιτείται να καταδειχθεί κακοβουλία από πλευράς συνομωτών (malice), η ύπαρξη όμως τέτοιου στοιχείου, δυνατό να αποτελέσει ισχυρή μαρτυρία τείνουσα να αποδείξει ότι η ζημιά προκλήθηκε ηθελημένα.  Τέλος, σε αντίθεση με το ποινικό αδίκημα της συνομωσίας, εκείνο που απαιτείται για σκοπούς αστικής ευθύνης, είναι η από πλευράς εναγομένων επιπλέον ενέργεια, η οποία προκαλεί ζημιά.

 

Για μια λεπτομερή συζήτηση επί του συγκεκριμένου θέματος παραπέμπω στο Σύγγραμμα Clerk & Lindsell on Torts, 16η έκδοση, παρ. 15-21 μέχρι και 15-26.».

 

[116] Τα όσα ευρήματα προέκυψαν εκ της αξιολόγησης της μαρτυρίας και η συνεπακόλουθη δικαστική κρίση όπως αναδιπλώθηκε στις προηγούμενες παραγράφους, δεν παρέχει έρεισμα στα όσα καταλογίζει η Ενάγουσα στον Εναγόμενο 3. Για τον σκοπό αυτό παραπέμπω στην κρίση μου σε σχέση με το κατά πόσο υπήρξαν καθυστερήσεις στην έκδοση των ΕΠΠ, στο κατά πόσο η Ενάγουσα απέδειξε ότι δικαιούτο σε εύλογη παράταση χρόνου για καθυστερήσεις και στο κατά πόσο υπήρξε καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του έργου με υπέρβαση του χρονικού σημείου συμπλήρωσης των εργασιών. Ούτε και διέκρινα σκοπιμότητα ή μεροληπτική στάση του Εναγόμενου 3 που να δικαιολογεί εύρημα δόλου ή συμπαιγνία με τον Εναγόμενο 1, παρά το ότι φάνηκε πως γνώριζε για την επιθυμία του Εναγόμενου 1 να διακόψει αρχικά το συμβόλαιο ή στο να μην προβεί με ΕΠΠ σε πιστοποίηση των επιπρόσθετων εργασίων για τους λόγους που επεξήγησε. Δεν κρίνω ότι οι ενέργειες του έγιναν προς την κατεύθυνση παροχής ερείσματος διεκδικήσεων του πελάτη του σε βάρος της Ενάγουσας, αλλά ούτε και εν τέλει προέκυψε η οποιαδήποτε ζημιά στην Ενάγουσα εκ των αξιώσεων της Εναγόμενης 2 στην Ανταπαίτηση της. Ως εκ τούτου, οι όποιες αξιώσεις της Ενάγουσας εναντίον του Εναγόμενου 3 αποτυγχάνουν.

ΣΤ. Κατάληξη

 

[117] Λαμβανομένων υπόψη της δικαστικής κρίσης ως παρατίθεται στις προηγούμενες παραγράφους η αγωγή της Ενάγουσας εναντίον του Εναγόμενου 1 και Εναγόμενου 3 απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του Εναγόμενου 1 και Εναγόμενου 3 ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, τα οποία αποδίδονται κατά 1/3 σε έκαστο εκ των Εναγόμενων 1 και 3 εκ της κοινής τους νομικής εκπροσώπησης με την Εναγόμενη 2. Εκδίδεται απόφαση υπέρ Ενάγουσας εναντίον της Εναγόμενης 2 για το ποσό των €42.939,96 πλέον νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής, πλέον έξοδα όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο. Σε σχέση με την Ανταπαίτηση εκδίδεται απόφαση υπέρ Εναγόμενης 2 και εναντίον Ενάγουσας για το ποσό των €200-, το οποίο συμψηφίζεται με το ποσό που επιδίκασε υπέρ της Ενάγουσας το Δικαστήριο δυνάμει της Δ.57 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας που τυγχάνουν εφαρμογής. Σε σχέση με την Ανταπαίτηση, καθότι η Εναγόμενη 2 ανακτά ονομαστικές και μόνο αποζημιώσεις, δεν δύναται να θεωρηθεί στη συνήθη ορολογία ως «επιτυχών» διάδικος (βλ. Anglo-Cyprian Agencies v. Paphos Industries [1951] 1 All E.R. 873). Ως εκ τούτου κρίνω ότι η Εναγόμενη 2 δεν δικαιούνται σε έξοδα ανταπαίτησης και εκ της συνεκδίκασης Απαίτησης και Ανταπαίτησης δεν εκδίδω καμία διαταγή για έξοδα στην Ανταπαίτηση. Αναφορικά με το ζήτημα της χαρτοσήμανσης του συμβολαίου του τεκμηρίου 5 στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας δεν μου έχει τεθεί μαρτυρία ότι έχει δεόντως χαρτοσημανθεί, παρά την αξιολογηθείσα μαρτυρία περί της επιχορήγησης της αναπαλαίωσης της επίδικης κατοικίας από την Αρμόδια Αρχή. Ως εκ τούτου η παρούσα απόφαση να μην συνταχθεί εκτός αν χαρτοσημανθεί δεόντως σύμφωνα με τον Περί Χαρτοσήμων Νόμο (19/1963) ως έχει τροποποιηθεί ή μετά από προσκόμιση στον Πρωτοκολλητή αντιγράφου του τεκμηρίου 5 δεόντως χαρτοσημασμένου.  

 

 

 

            (Υπ.).............................

                                                                                         Χ-Μ Καραπατάκης, Ε.Δ.

 

 

 

 

 

 

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο