
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: X-M Καραπατάκη, Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 2737/2015
Μεταξύ:
ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Α.Τ. [ ] εκ [ ], αρ. 4, [ ], Λεμεσός
Ενάγοντα
-και-
1. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ, εκ Στασίνου 51, 2002 Στρόβολος, Λευκωσία
2. Παπακυριακού Αντρέας, εκ [ ] [ ], Λεμεσός
Εναγόμενων
--------------------------------------------------------------------------------
Ημερομηνία: 31 Ιανουαρίου 2025
Εμφανίσεις:
Για Ενάγοντα: κα Κ. Ορφανίδου για κκ. Άριστος Δαμιανού & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
Για Εναγόμενους: κ. Σ. Κόκκινος για κκ. Χρυσαφίνης & Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
[1] Με την υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγή ο Ενάγων επιδιώκει να ανακτήσει το ποσοστό της κατάθεσης του στην Εναγόμενη 1, η οποία απομειώθηκε συνεπεία των γεγονότων που έλαβαν χώρα τον Μάρτιο του 2013, ένεκα της μη υλοποίησης των εντολών που προβάλει ότι έδωσε για την μετατροπή της σε κοινό λογαριασμό.
[2] Ειδικότερα, ο Ενάγων αξιώνει από τους Εναγόμενους 1 & 2 αλληλέγγυα και κεχωρισμένα το ποσό των €33.549- ως προέκυψε από την τελική απομείωση της κατάθεσης του αρ. λογαριασμού …352 στην Εναγόμενη αρ. 1, προβάλλοντας ότι την 22αν Φεβρουαρίου 2013 ζήτησε από τον Εναγόμενο 2 όπως ο λογαριασμός …352 που διατηρούσε στην Εναγόμενη 1 καταστεί κοινός με την μητέρα του και ότι υπέγραψε προς τον σκοπό αυτό σχετική αίτηση, όμως η εντολή του αυτή δεν εκτελέστηκε. Καταλογίζει δε αμέλεια στον Εναγόμενο 2 και κατ’ επέκταση στην Εναγόμενη 1.
[3] Στην Υπεράσπιση των Εναγόμενων 1 & 2 γίνεται παραδεκτή η διατήρηση του λογαριασμού αρ. …352 από τον Ενάγοντα στην Εναγόμενη 1, η υπογραφή της σχετικής αίτησης ημερ. 22/02/2013, όμως υποστηρίζουν ότι ο Ενάγων δεν ζήτησε να γίνει η μετατροπή την ίδια ημέρα, αλλά σε ημερομηνία που αυτός θα υποδείκνυε, κάτι που δεν έπραξε ποτέ. Αρνούνται δε τις λεπτομέρειες αμέλειας που τους καταλογίζει ο Ενάγων και προβάλλουν, μεταξύ άλλων, ότι η Εναγόμενη 1 αναγκάστηκε να συμμορφωθεί με τα διατάγματα της ΚΤΚ που εκδόθηκαν σύμφωνα με την σχετική Νομοθεσία.
[4] Στην Απάντηση στην Υπεράσπιση ο Ενάγων αρνείται τα όσα προβάλλονται περί προφορικής συνεννόησης και τονίζεται ότι το σχετικό έντυπο που έφερε ημερομηνία 22/02/2013 αφορούσε σε μετατροπή του λογαριασμού …352 σε κοινό από την ίδια ημέρα.
[5] Εκ μέρους του Ενάγοντα προσκομίστηκε η δική του μαρτυρία (ΜΕ), ενώ για τους Εναγόμενους 1 & 2 μαρτυρία έδωσε ο Εναγόμενος 2 (ΜΥ1) και ο κ. Μάριος Χαραλάμπους (ΜΥ2).
Μαρτυρία Ενάγοντα-ΜΕ:-
[6] Ο ΜΕ κατάθεσε γραπτή δήλωση που σημειώθηκε ως Έγγραφο Α’. Σε αυτήν αναφέρεται στην διατήρηση του λογαριασμού αρ. …352 στην Εναγόμενη 1 στο υποκατάστημα Αγρού, Λεμεσού και ότι στις 22/02/2013 έδωσε εντολή στον Εναγόμενο 2 υπογράφοντας σχετικό έντυπο (τεκμήριο 1) για να μετατραπεί από την ίδια ημερομηνία ο λογαριασμός του σε κοινό με την μητέρα του Ε.Ι. Όπως δηλώνει, στα μέσα Μαρτίου του 2013 επισκέφθηκε το υποκατάστημα της Εναγόμενης 1 και διαπίστωσε ότι οι εντολή του δεν είχε υλοποιηθεί και πως ο εν λόγω λογαριασμός υπέστηκε απομείωση σύμφωνα με τα διατάγματα της ΚΤΚ, η οποία εν τέλει διαμορφώθηκε στο ποσό των €33.549- (τεκμήριο 5). Προς τον σκοπό έγερσης της αξίωσης του εναντίον της Εναγόμενης 1 απέστειλε επιστολές μέσω Βουλευτού και των δικηγόρων του (τεκμήρια 2 & 4 αντίστοιχα) και έλαβε μόνο την απάντηση του τεκμηρίου 3. Ουδέν ποσό της απομείωσης δηλώνει ότι του έχει καταβληθεί μέχρι σήμερα. Σε συνέχεα της κυρίως του εξέτασης ο ΜΕ απάντησε ότι την 22/02/2013 υπέγραψε το τεκμήριο 1 και του έδωσαν έγγραφο που το πήρε σπίτι στην μητέρα του να το υπογράψει, επειδή αυτή δεν ήταν σε θέση να επισκεφθεί την Εναγόμενη 1, ότι αυτή το υπέγραψε και τους το πήρε πίσω, οπόταν έλαβε την διαβεβαίωση του Εναγόμενου 2 ότι από εκείνη την ώρα και στο εξής ο λογαριασμός του έχει γίνει κοινός και ότι να θεωρεί ότι η εντολή του εξετελέστηκε.
[7] Κατά την αντεξέταση του δήλωσε ότι γνώριζε πως θα γινόταν απομείωση καταθέσεων για ποσά άνω των €100.000- και ότι για να γλυτώσει έδωσε την εντολή. Επέμεινε ότι η μητέρα του υπέγραψε ένα έγγραφο, το οποίο το έδωσε στην τράπεζα και δεν ξέρει που βρίσκεται τώρα. Σε ερώτηση αν θυμάται να πήρε πίσω το έγγραφο που υπέγραψε η μητέρα του απάντησε ότι δεν μπορούσε να θυμηθεί, αλλά θυμάται ότι το υπέγραψε στο σπίτι της. Ήξερε ότι για να μπει κάποιος συνδικαιούχος σε ένα λογαριασμό χρειαζόταν και η υπογραφή του και πως η μητέρα του γνώριζε την πρόθεση του αυτή, αν και μεγάλη γυναίκα, όμως δεν ήταν σίγουρος αν το κατάλαβε. Δεν ανησυχούσε μήπως σε περίπτωση που αποβίωνε η μητέρα του θα διεκδικούσαν από τα χρήματα τα αδέλφια του, γιατί μαζί τους περνά καλά. Ούτε τέτοιους φόβους δήλωσε ότι είχε, αλλά ούτε και το συζήτησε. Την περίοδο από 22/02/2013 μέχρι τις 15/03/2013 που έκλεισαν οι τράπεζες δεν θυμάται να πήγαινε καθημερινά, αλλά μόνο για να πληρώσει. Ούτε και συζητούσε την εντολή που έδωσε με τον Εναγόμενο 2 ή με τον ΜΥ2. Αρνήθηκε την θέση ότι το τεκμήριο 1 που υπέγραψε το έδωσε στον Εναγόμενο 2 με οδηγίες να αναμένει για άλλη εντολή και να του προσκομίσει το έγγραφο της μητέρας του. Υπέδειξε ότι υπέγραψε η μάνα του και πήρε τα έγγραφα στην τράπεζα. Το τεκμήριο 1 δήλωσε ότι του το έδωσε εκείνη την περίοδο, ότι δεν θυμόταν πως του το έδωσε και τι έγινε. Για το έγγραφο που υπέγραψε η μητέρα του επέμεινε ότι δεν ξέρει τι απέγινε. Όταν διαπίστωσε ότι έγινε η απομείωση δεν είπε κάτι, ώστε να δει την εξέλιξη των πραγμάτων και τι θα γινόταν. Αρνήθηκε ότι την περίοδο από 15/03/2013 με 28/03/2013 τηλεφωνούσε καθημερινά στον ΜΥ2 για την εκτέλεση των εντολών του και την απάντηση που ο ΜΥ2 του έδωσε, ήτοι ότι αν του έδωσε όλα τα έγγραφα στον Εναγόμενο 2 αυτές θα έχουν εκτελεστεί. Κάτι τέτοιο εξήγησε πως δεν θυμάται να έγινε, υποστηρίζοντας ότι θεωρούσε ότι έγινε η δουλεία του και τίποτε άλλο δεν γνωρίζει. Επίσης, αρνήθηκε ότι ζήτησε από τον Εναγόμενο 2 να εκτελέσει την εντολή του ετεροχρονισμένα. Για τις μετοχές που έλαβε εκ της απομείωσης δήλωσε ότι δεν γνωρίζει που βρίσκονται, αλλά ούτε και αν τις έχει πωλήσει.
Μαρτυρία Εναγόμενου 2-ΜΥ1:-
[8] O ΜΥ1 κατάθεσε γραπτή δήλωση ως Έγγραφο Β’. Όπως δηλώνει, κατά τον επίδικο χρόνο ήταν διευθυντής του υποκαταστήματος Αγρού της Εναγόμενης 1. Στις 22/02/2013 δήλωσε ότι αυτός ενημέρωσε τον Ενάγοντα για το σχέδιο προστασίας των καταθέσεων και πως μπορούσε να προσθέσει και άλλο πρόσωπο στον λογαριασμό …352 για να απολαμβάνει της προστασίας και αυτός σκέφτηκε την μητέρα του, όμως είχε ενδοιασμούς για το ενδεχόμενο απαίτησης στα χρήματα από τα αδέλφια του αν αυτή αποβίωνε. Η συζήτηση αυτή ξεκίνησε πριν τις 22/02/2013 και στις 22/02/2013 εκτυπώθηκε και υπογράφηκε από τον Ενάγοντα με τις σαφείς οδηγίες να παραμείνει σε αναμονή μέχρι να του ξαναδώσει οδηγίες εκτέλεσης, αφού του προσκόμιζε τα απαραίτητα mandates υπογραμμένα από την μητέρα του που ήταν υπερήλικας. Την εντολή για αναμονή την επιβεβαίωνε κάθε μέρα που σχεδόν επισκεπτόταν την περίοδο 22/02/2013-15/03/2013 το υποκατάστημα της τράπεζας και συζητούσε το ζήτημα του λογαριασμού του και το κατά πόσο θα γινόταν εν τέλει κούρεμα καταθέσεων. Η εντολή για υλοποίηση και τα mandates από την μητέρα του δεν προσκομίστηκαν μέχρι την 15/03/2013 που ήταν η τελευταία εργάσιμη ημέρα για τις τράπεζες μετά από τα γνωστά γεγονότα που έλαβαν χώρα στο τραπεζικό σύστημα και στην Κυπριακή οικονομία. Μετά τα γεγονότα αυτά και την περίοδο 19/03/2013 – 28/03/2013 ο ΜΥ1 δηλώνει ότι προσπαθούσε να επικοινωνήσει με τον ίδιο και τον ΜΥ2 για να μάθει αν ο λογαριασμός του έγινε κοινός με την μητέρα του και του ζήτησε όπως το πράξει ετεροχρονισμένα. Στην επίσκεψη του την 28/03/2013 στην τράπεζα δεν διατύπωσε κάποιο παράπονο, αλλά ζήτησε να γίνει η μετατροπή ετεροχρονισμένα από τις 22/02/2013, κάτι για το οποίο έλαβε ενημέρωση από τον ΜΥ2 γιατί ο ίδιος απουσίαζε. Αντίγραφο του τεκμηρίου 1 έδωσε στον Ενάγοντα στις 29/03/2013 όταν τον επισκέφθηκε στο γραφείο του και συζήτησαν χωρίς να διατυπώσει το οποιοδήποτε παράπονο.
[9] Κατά την αντεξέταση του ο ΜΥ1 απάντησε ότι η όλη εργασία για την μετατροπή ενός λογαριασμού σε κοινό μπορεί να γίνει και αυθημερόν αν οι οδηγίες και τα έγγραφα ήταν ολοκληρωμένα. Όπως εξήγησε απαντώντας σχετικά σε ερώτηση, την επόμενη μέρα εκδίδονται καταστάσεις, τις οποίες ελέγχουν για το τι έγινε, το αν μετατράπηκε σε κοινό ή αν παρουσιάστηκε κάποιο πρόβλημα, οπόταν προβαίνουν σε διορθώσεις προς επίλυση. Διευκρίνισε ότι αυτό το «follow up» γίνεται όταν εκτελεστούν οι οδηγίες. Το έντυπο του τεκμηρίου 1 δήλωσε ότι με την εκτύπωση του από το σύστημα έλαβε αυτόματα την ημερομηνία εκτύπωσης. Αν αναμένονται από τον πελάτη έγγραφα και δεν τα προσκομίσει δεν θα εκτελεστούν οι οδηγίες και για το κατά πόσο θα υπενθυμίσει περί τούτου τον πελάτη εξαρτάται από τις οδηγίες που θα δώσει. Επέμεινε ότι ο Ενάγων υπέγραψε το τεκμήριο 1 και ρητά του είπε να αναμένει γιατί είχε ενδοιασμούς για το ζήτημα της κληρονομικότητας με τα αδέλφια του σε περίπτωση που η μητέρα του απεβίωνε. Επανέλαβε ότι σχεδόν καθημερινά περνούσε έκτοτε από το γραφείο του και το συζητούσαν και δεν τίθετο θέμα μη υπενθύμισης. Ούτε και τίθετο ζήτημα ακύρωσης της πράξης στο σύστημα, διότι ο Ενάγων απλά υπέγραψε το τεκμήριο 1 και πήρε τα έντυπα που θα υπέγραφε η μητέρα του και δεν τα επέστρεψε. Δεν καταγράφηκε κάτι περί τούτου, ούτε και τηρείται ημερολόγιο. Όπως εξήγησε, δεν υπήρχε λόγος να μην εκτελέσει την εντολή του Ενάγοντα, αφού με την μετατροπή του λογαριασμού σε κοινό η κατάθεση θα παρέμενε στην τράπεζα. Κατά την επανεξέταση του ανέφερε ότι το ο ίδιος έδωσε αντίγραφο του τεκμηρίου 1 στον Ενάγοντα όταν άνοιξαν οι τράπεζες στις 28/03/2013, όταν αυτός επέμεινε να γίνει ο λογαριασμός κοινός με ισχύ από 22/02/2013 και του ανέφεραν ότι αυτό δεν ήταν δυνατόν.
Μαρτυρία ΜΥ2:-
[10] O ΜΥ2 κατάθεσε γραπτή δήλωση που σημειώθηκε ως Έγγραφο Γ’. Σε αυτήν αναφέρει ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ταμίας στο υποκατάστημα Αγρού στη Λεμεσό της Εναγόμενης 1. Με τον Ενάγοντα δηλώνει ότι είναι συγχωριανός, καθώς και ότι αυτός επισκεπτόταν το υποκατάστημα της τράπεζας δύο με τρεις φορές την εβδομάδα κάνοντας διάφορες δουλειές και κουβέντιαζε με τον ίδιο και τον Εναγόμενο 2 διάφορα θέματα. Τον Φεβρουάριο του 2013 υποστηρίζει ότι τους επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινά γιατί ανησυχούσε για το ενδεχόμενο κουρέματος των καταθέσεων και έκανε σκέψεις να προσθέσει τρίτο πρόσωπο στον λογαριασμό του. Ο ΜΥ2 αναφέρθηκε στην εκτύπωση του τεκμηρίου 1 και ενός εγγράφου εντολών για την μητέρα του για να προχωρήσει στην προσθήκη της μητέρας του ως συνδικαιούχου στον λογαριασμό του. Όπως εξηγεί, υπέγραψε το τεκμήριο 1 και πήρε τα άλλα μαζί του για να υπογραφούν από την μητέρα του και είπε στον Εναγόμενο 2 να αναμένει μέχρι να του πει. Στο διάστημα 22/02/2013 – 15/03/2013 ερχόταν στο υποκατάστημα και έλεγε στον Εναγόμενο 2 να αναμένει μέχρι να του πει. Αυτό, όπως δήλωσε, του το ανέφερε ο Εναγόμενος 2. Ο ΜΥ2 αναφέρθηκε και στην περίοδο 18/03/2013 – 28/03/2013, αλλά και όταν αυτός απουσίαζε σε ταξίδι από τις 13/03/2013-18/03/2013 λέγοντας ότι ο Ενάγων του τηλεφωνούσε για να τον ρωτήσει αν ο λογαριασμός του είχε γίνει κοινός. Όπως δήλωσε ότι θυμάται, μέχρι την 12/03/2013 που ήταν στην εργασία του ο Ενάγων δεν είχε δώσει εντολή για να γίνει κοινός ο λογαριασμός, καθώς και ότι το διάστημα που οι τράπεζες παρέμειναν κλειστές του τηλεφωνούσε επίμονα και τον ρωτούσε αν θα μπορούσε να γίνει ο λογαριασμός κοινός. Όταν άνοιξαν τα υποκασταστήματα των τραπεζών ο Ενάγων επισκέφθηκε το υποκατάστημα της Εναγόμενης 1 και συζήτησαν το θέμα στην απουσία του Εναγόμενου 2 που δεν ήταν στην εργασία του για προσωπικούς λόγους, χωρίς να του εκφράσει κάποιο παράπονο ή να είναι θυμωμένος, γιατί γνώριζε ότι δεν είχε δώσει τις οδηγίες για την προσθήκη συνδικαιούχου στον λογαριασμό του, ενώ μετά από κάποιες συζητήσεις τις επόμενες μέρες έλαβε αντίγραφο του τεκμηρίου 1. Όπως καταληκτικά δηλώνει, τόσο ο ίδιος όσο και ο Εναγόμενος 2 έμειναν έκπληκτοι με την καταχώρηση της παρούσας αγωγής.
[11] Κατά την αντεξέταση του δήλωσε ότι κάποια πράγματα τα γνωρίζει προσωπικά και κάποια του τα μετέφερε ο Εναγόμενος 2. Τα γεγονότα τα γνωρίζει από τα όσα άκουσε όταν πηγαινοερχόταν στο υποκατάστημα που είναι μικρό, από όσα ενημερώθηκε από τον Εναγόμενο 2 και από όσα του ανέφερε ο Ενάγων. Όπως εξήγησε, η υλοποίηση μια εντολής προσθήκης συνδικαιούχου σε ένα λογαριασμό αν είναι και οι δύο παρόντες χρειάζεται πέντε λεπτά για να ετοιμαστούν τα έγγραφα, λαμβάνονται οι υπογραφές και μετά ένα λεπτό για να προστεθεί στο σύστημα το όνομα του συνδικαιούχου και η ένδειξη «κοινός». Ο ίδιος δήλωσε ότι χειρίστηκε τέτοιες περιπτώσεις στο παρελθόν αρκετές φορές. Στην ερώτηση αν ένας πελάτης δώσει τέτοια εντολή και στην πορεία τους πει να μην προχωρήσουν μέχρι να τους ξαναπεί, το ζητούν γραπτώς, απάντησε αρνητικά, καθότι είναι ζήτημα εμπιστοσύνης με τον πελάτη. Με τον Ενάγοντα είναι γνωστοί πενήντα χρόνια, το πατρικό του σπίτι απέχει 200 μέτρα από το δικό του και δεν υπήρχε λόγος να ζητήσει κάτι τέτοιο. Όπως υπέδειξε χαρακτηριστικά, «…μείναμε στο περίμενε και σταθήκαμε στην προφορική εντολή του Γιώργου, παιδιά θα σας πω εγώ πότε θα προχωρήσετε να κάμετε τον λογαριασμό…». Δεν τίθετο ζήτημα να ξεχάσουν τι τους είπε ο πελάτης, γιατί πρωταρχικό τους μέλημα ήταν η προστασία του και συχνά συζητούσαν και με τον Εναγόμενο 2 αν ο Ενάγων αποφάσισε να μετατρέψει τον λογαριασμό του σε κοινό. Επίσης, παράπεμψε σε συχνές επισκέψεις πριν το κούρεμα του Ενάγοντα στο υποκατάστημα, όπου συζητούσαν το ζήτημα και ουδέποτε τους ανέφερε ότι πήρε οριστική απόφαση για αυτό. Όταν δοθούν κανονικά οι εντολές, όπως εξήγησε ο ΜΥ2, ένας υφιστάμενος τις περνά στο σύστημα και δίδεται η έγκριση από τον προϊστάμενο, όμως στην περίπτωση του Ενάγοντα δεν περάστηκαν οι εντολές στο σύστημα, διότι είχαν μόνο ένα έγγραφο υπογραμμένο από τον Ενάγοντα και έμειναν στο «περίμενε».
[12] Ο ΜΥ2 δήλωσε ότι στην περίπτωση του Ενάγοντα όταν στις 22/02/2013 εξέφρασε την επιθυμία του να προσθέσει συνδικαιούχο στον λογαριασμό του εκτυπώθηκε το τεκμήριο 1 που έλαβε αυτόματα την ημερομηνία εκτύπωσης, το υπέγραψε και του δόθηκαν τα υπόλοιπα προς υπογραφή έγγραφα από την μητέρα του και τα «mandates» για τον τρόπο χειρισμού του λογαριασμού για να λάβει τις υπογραφές της και να τα επιστρέψει όταν αποφασίσει να ολοκληρώσει την διαδικασία. Αντίγραφο του τεκμηρίου 1 δήλωσε ότι ο Ενάγων έλαβε από τον Εναγόμενο 2 μετά που άνοιξαν οι τράπεζες. Σε ερώτηση για το κατά πόσο έκαναν «follow up» στην εντολή που υπέγραψε ο Ενάγων παράπεμψε στις καθημερινές επισκέψεις του στο υποκατάστημα, όπου το μόνο πράγμα που συζητούσαν ήταν το κατά πόσο αποφάσισε οριστικά ότι θέλει να προσθέσει στον λογαριασμό του ως συνδικαιούχο την μητέρα του, αλλά ο ίδιος ευρισκόταν σε δίλημμα. Για το ζήτημα του κατά πόσο περί τούτου η Εναγόμενη 1 διατηρεί κάποιο αρχείο για την επικοινωνία με τον πελάτη απάντησε ότι δεν τηρούνται σημειώσεις και αρχείο, αλλά εξαρτάται από το ζήτημα. Παράπεμψε ξανά στο ότι αυτό αποτελούσε θέμα εμπιστοσύνης με του πελάτη με την τράπεζα και δεν θεώρησαν ότι θα έμεναν εκτεθειμένοι επειδή το σύστημα εκτύπωσε αυτόματα την ημερομηνία 22/02/2013 στο τεκμήριο 1. Όπως υπέδειξε χαρακτηριστικά, αν ο Εναγόμενος 2 την ώρα που εκτύπωνε το τεκμήριο 1, επειδή οι οδηγίες του πελάτη δεν ήταν σαφείς, έσβηνε την ημερομηνία μέχρι να αποφασίσει ο πελάτης για να τοποθετηθεί η νέα ημερομηνία της τελικής του απόφασης «…δεν θα ήμασταν δαμε σήμερα…». Για τις επιστολές που απέστειλε ο Ενάγων δήλωσε ότι έλαβε γνώση με τα έγγραφα της αγωγής που του υπέδειξε ο δικηγόρος των Εναγόμενων, ενώ για την αγωγή ενημερώθηκε από τον Εναγόμενο 2, επειδή ο ίδιος την περίοδο από τον Οκτώβρη του 2013 μέχρι την 1η Απριλίου 2015 είχε μετατεθεί από το υποκατάστημα αλλού.
[13] Για το κατά πόσο υπογράφηκαν τα έγγραφα από την μητέρα του Ενάγοντα και επιστράφηκαν στον Εναγόμενο 2 ο ΜΥ2 δήλωσε ότι δεν γνωρίζει, όμως επέμεινε στα όσα είχε αναφέρει περί του ότι ανάμεναν τις οδηγίες του Ενάγοντα και ότι αυτός γνώριζε ότι οι εντολές του δεν ήταν ολοκληρωμένες.
[14] Η αξιολόγηση της μαρτυρίας λαμβάνει υπόψη της την αρχή ότι πρέπει να γίνεται πάντοτε υπό το πρίσμα της συνοχής της που αυτή καταδεικνύει σε σχέση με την δικογραφηθείσα εκδοχή της κάθε πλευράς (βλ. Χρίστου ν. Ηροδότου κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 676) και ότι η μαρτυρία που παρουσιάζεται δεν κρίνεται μικροσκοπικά, με απομόνωση των λεγόμενων του κάθε μάρτυρα από το συνολικό πλαίσιο της μαρτυρίας, ενώ δεν πρέπει να περιοριστεί στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα αλλά να συσχετιστεί, να τεθεί σε αντιπαράθεση και να διερευνηθεί με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων (βλ. Στυλιανίδης v. Χατζηπιέρα (1992) 1 Α.Α.Δ. 1056 και Mustafa v. Κακουρή κ.α (2002) 1Α Α.Α.Δ. 165). Επίσης, το Δικαστήριο, στα πλαίσια αυτά λαμβάνει υπόψη την αρχή ότι ένας μάρτυρας μπορεί να γίνει πιστευτός μερικώς ή ολικώς (βλ. Γενικός Εισαγγελέας v. Μανώλη (1995) 1 Α.Α.Δ. 207 και Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506) και πως η επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας ενός μάρτυρα δεν είναι επιλήψιμη (βλ. Χάρης Χρίστου v. Ευγενία Khoreva (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 455 και Mossa και Mohamed Mustafa v. Ανδρέα Κακουρή κ.ά. (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 165).
Αξιολόγηση μαρτυρίας ΜΕ
[15] Ο ΜΕ δεν άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο. Προσπάθησε σε πολλές περιπτώσεις να μην απαντά συγκεκριμένα στις ερωτήσεις που του έχουν τεθεί κατά την αντεξέταση, ενώ σε άλλε περιπτώσεις ήταν και αντιφατικός. Για το ζήτημα της υπογραφής της εξουσιοδότησης από την μητέρα του και την προσκόμιση της στην τράπεζα, ενώ δήλωνε ότι ήταν σίγουρος ότι η μητέρα του το υπέγραψε και το προσκόμισε, σε άλλη απάντηση του είπε πως δεν μπορούσε να θυμηθεί αν το πήρε στην τράπεζα, αλλά θυμάται ότι το υπέγραψε. Σκοπίμως παρέμεινε ασαφής στην θέση του πότε έλαβε αντίγραφο του τεκμηρίου 1 και δεν είχε αντίγραφο της εντολής της μητέρας του δηλώνοντας ότι δεν γνωρίζει τι αυτό απέγινε. Ήταν σε πολλές περιπτώσεις η θέση του γενικά ότι έδωσε τις εντολές και δεν γνωρίζει τίποτα άλλο. Όμως, δεν επεξήγησε γιατί από την 22/02/2013 που ισχυρίζεται ότι έδωσε όλα τα έγγραφα για την μετατροπή του λογαριασμού του σε κοινό με την μητέρα του μέχρι το κλείσιμο των τραπεζών την 15/03/2013 δεν αναζήτησε τα όποια αντίγραφα των εγγράφων του κοινού λογαριασμού, όπως επιδίωξε να καταστήσει αυτόν. Ούτε και ήταν ιδιαίτερα πειστικός ότι ως ένας λογικός άνθρωπος, ο οποίος έδωσε μια εντολή και δεν εκτελέστηκε, την ημέρα που το διαπίστωσε παρέμεινε σιωπηλός και δεν διαμαρτυρήθηκε άμεσα, γιατί περίμενε να δει τι θα γίνει, αν λάβουμε υπόψη και το ότι η απομείωση που υπέστηκε αρχικά, όπως και διεκδίκησε με την αγωγή του ανήλθε στο σεβαστό ποσό των €70.628,21. Και αφού δήλωσε ότι του έδωσε το τεκμήριο 1 η τράπεζα, γιατί δεν ζήτησε και το έγγραφο που υποστήριξε ότι υπέγραψε η μητέρα του και τους το παρέδωσε ή έστω στην περίπτωση που δεν του το έδιναν να διαμαρτυρηθεί περί τούτου. Γίνεται φανερό εκ της αξιολόγησης της μαρτυρίας του ΜΕ ότι αυτός δεν έδωσε ολοκληρωμένες εντολές για την μετατροπή του λογαριασμού του σε κοινό και αρκέστηκε στην υπογραφή του τεκμηρίου 1 εν αναμονή της νέας του εντολής για να προχωρήσουν με προσκόμιση του εντύπου με την υπογραφή της μητέρας του.
Αξιολόγηση μαρτυρίας ΜΥ1
[16] Ο ΜΥ1 άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο παρέχοντας σαφή και ξεκάθαρη μαρτυρία. Παρέμεινε ακλόνητος στις θέσεις του αναφορικά με τα όσα γεγονότα έλαβαν χώρα μετά την εκδήλωση της επιθυμίας του Ενάγοντα να προσθέσει ως συνδικαιούχο στον λογαριασμό του αρ. …352 την μητέρα του, στο γεγονός ότι αυτός μετά που εκτυπώθηκε το τεκμήριο 1 και έλαβε την ημερομηνία της εκτύπωσης του ο Ενάγων το υπέγραψε, ότι δόθηκε στον Ενάγοντα το σχετικό έντυπο για να υπογραφεί από την μητέρα του και αυτό δεν του το επέστρεψε ποτέ προς εκτέλεση, αφού η εντολή παρέμεινε εκκρεμής μέχρι να επανέλθει ο Ενάγων με νέα εντολή, κάτι που δεν έπραξε μέχρι και την 15/03/2013 όταν και έκλεισαν οι τράπεζες. Δεν διαπίστωσα να περιέπεσε σε οποιαδήποτε αντίφαση στα όσα απάντησε στο Δικαστήριο. Δέχομαι την μαρτυρία του ΜΥ1 στην ολότητα της.
Αξιολόγηση μαρτυρίας ΜΥ2
[17] Σαφής και ξεκάθαρη μαρτυρία, χωρίς αντιφάσεις και περιστροφές δέχομαι ότι έδωσε στο Δικαστήριο και ο ΜΥ2. Οι θέσεις του σε σχέση με το τι έγινε μετά που ο Ενάγων υπέγραψε το τεκμήριο 1 παρέμειναν ακλόνητες κατά την αντεξέταση του, παρά το ότι δήλωσε πως για κάποια ζητήματα έλαβε γνώση και από τον Εναγόμενο 2. Περί τούτου θα πρέπει να σημειώσω και τον τρόπο λειτουργίας ενός μικρού υποκαταστήματος σε χωριό, όπου δεν θα παρέμεναν άγνωστες λεπτομέρειες των συζητήσεων μεταξύ Ενάγοντα και Εναγόμενου 2, με δεδομένο ότι ο ΜΥ2 είναι και συγχωριανός με τον Ενάγοντα και τον γνωρίζει κάποιες δεκαετίες. Δεν θεωρώ ότι ο ΜΥ2 ήρθε στο Δικαστήριο για να πει μια ιστορία για να βοηθήσει την εργοδότη του Εναγόμενη 1 και τον Εναγόμενο 2. Σημειώνω δε, ότι μετά το γεγονός του κουρέματος των καταθέσεων ο Ενάγων που επισκέφθηκε το υποκατάστημα της Εναγόμενης 1 δεν διαμαρτυρήθηκε, κάτι που επιβεβαιώνεται και από την ίδια την μαρτυρία του Ενάγοντα. Δέχομαι την μαρτυρία του ΜΥ2 στην ολότητα της.
[18] Τα ευρήματα στα οποία προβαίνει το Δικαστήριο μετά την αξιολόγηση της προσκομισθείσας μαρτυρίας είναι αυτονόητα. Ο Ενάγων, ο οποίος κατά την 22/02/2013 διατηρούσε στο υποκατάστημα Αγρού της Εναγόμενης 1 τον λογαριασμό αρ. …352 υπέγραψε το τεκμήριο 1, με το οποίο επιθυμούσε να προσθέσει σε αυτό ως συνδικαιούχο την μητέρα του. Προς τον σκοπό υλοποίησης των εντολών του και ως απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η προσκόμιση δεόντως υπογραμμένου εντύπου από την μητέρα του, το οποίο του δόθηκε για να υπογράφει και να προσκομίσει, καθότι αυτή δεν μπορούσε να μεταβεί στο υποκατάστημα της Εναγόμενης 1. Το πρόσωπο που εκτύπωσε το τεκμήριο 1, έλαβε την υπογραφή του Ενάγοντα, αλλά και παρέδωσε τα έγγραφα προς υπογραφή από την μητέρα του, αλλά και τον σχετικών οδηγιών διαχείρισης του λογαριασμού ήταν ο Εναγόμενος 2. Ο Ενάγων για λόγους που τον αφορούσαν δεν ολοκλήρωνε τις εντολές για προσθήκη συνδικαιούχου αφήνοντας αυτές σε εκκρεμότητα μέχρι να αποφασίσει κατά πόσο θα προχωρούσε. Από την 22/02/2013 μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα των τραπεζών πριν το κλείσιμο τους συνεπεία των διαταγμάτων της ΚΤΚ, ήτοι την 15/03/2013, ο Ενάγων δεν προώθησε την εντολή του και δεν επανήλθε με νέα εντολή προς τον Εναγόμενο 2 και κατά συνέπεια στην Εναγόμενη 1, ούτε και προσκόμισε σε αυτούς υπογραμμένα υπό της μητρός του έντυπα. Συνεπεία των διαταγμάτων της ΚΤΚ ο λογαριασμός του Ενάγοντα απομειώθηκε με το τελικό ποσό της απομείωσης να ανέρχεται στο ποσό των €33.549-.
[19] H συμβατική φύση της σχέσης που δημιουργείται μεταξύ τραπεζίτη και πελάτη τονίστηκε και στην νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου όπου λέχθηκε ότι ο τραπεζίτης δεν θα πρέπει να επιδεικνύει αμέλεια κατά την εκτέλεση της συμφωνίας και ότι οφείλει να εξασκήσει φροντίδα όταν δέχεται τις οδηγίες του πελάτη, ενώ σε περίπτωση παράβασης του καθήκοντος αυτού με αποτέλεσμα την απώλεια υπό του πελάτη, παρέχεται δικαίωμα γι' αγωγή γι' αποζημιώσεις (βλ. Cyprus Popular Bank Public Co Ltd v. Otis Elevator (Cyprus) Ltd κ.α. (2015) 1(Α) ΑΑΔ 277).
Όπως λέχθηκε χαρακτηριστικά στην υπόθεση Hellenic Bank Public Company v. χχχ Ζαχαριάδου Πολιτική Έφεση Αρ. 13/2014, ημερ. 11.03.2021, ECLI:CY:AD:2021:A92, ECLI:CY:AD:2021:A92:
«Οι σχέσεις τραπεζίτη-πελάτη και το καθήκον επιμέλειας του πρώτου προς το δεύτερο έχει με σαφήνεια σχολιαστεί και οριοθετηθεί διαχρονικά μέσα από τη νομολογία και τα συγγράμματα. Στο σύγγραμμα "The relationship of bank and customer division C para.61" εξηγείται πως:
"General. A bank has a duty under its contract with its customer to exercise reasonable care and skill in carrying out its part with regard to operations within its contract with its customer. The duty to exercise reasonable care and skill extends over the whole range of banking business within the contract with the customer. Thus the duty applies to interpreting, ascertaining and acting in accordance with the instructions of the customer. The standard of reasonable scare and skill is an objective standard applicable to banks. Whether or not it has been attained in any particular case has to be decided in the light of all the relevant facts, which can vary almost infinitely."»
[20] Αναφορικά με το ζήτημα του τρόπου χορήγησης οδηγιών υποστηρίζεται ότι υφίσταται σύγχρονη τραπεζική πρακτική με την οποία η τράπεζα ενεργεί σύμφωνα με τις προφορικές οδηγίες του πελάτη και αυτό υποστηρίζεται από την απόφαση στην υπόθεση Morrell v. Workers Savings & Loan Bank [2007] UKPC 3, στην οποία κρίθηκε ότι όταν οι οδηγίες λογαριασμού (account mandate) απαιτούν όπως οι οδηγίες του πελάτη να είναι γραπτές, οι μεταγενέστερες προφορικές οδηγίες αποτελούν μετατροπή της προηγούμενης προϋπόθεσης. Παρά το ότι η υγιής τραπεζική πρακτική πιθανόν να απαιτεί γραπτή επιβεβαίωση των οδηγιών πελάτη, κρίθηκε ότι η τράπεζα μπορεί να στηριχθεί στις προφορικές του οδηγίες (βλ. Hill Street Services Co Ltd v. National Westminster Bank plc [2007] EWHC 2379 (Ch) [14]-[16]).
[21] Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Paget’s Law of Banking, 13η έκδοση, 2007, σελ. 149, δεν είναι δυνατό να παρατεθεί μια εξαντλητική λίστα καθηκόντων επιμέλειας που υπέχει η τράπεζα προς τον πελάτη και αντίστροφα, καθότι το δικαστήριο ενδιαφέρεται για την συγκεκριμένη σύμβαση ή σε περίπτωση απαίτησης για παράβαση καθήκοντος επιμέλειας σε αγωγή για αστικό αδίκημα, την εγγύτητα των μερών και προβλεψιμότητα εκ των περιστατικών της κάθε υπόθεσης (σελ. 149).
[22] Στην υπό κρίση υπόθεση ο Ενάγων δεν απέδειξε ότι έδωσε τις απαραίτητες εντολές προς τον Εναγόμενο 2 και κατ’ επέκταση προς την Εναγόμενη 1 για την μετατροπή του λογαριασμού του αρ. …352 σε κοινό με την μητέρα του. Όπως ο ίδιος παραδέχθηκε γνώριζε ότι απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η προσκόμιση υπογραμμένου εντύπου από την μητέρα του, κάτι που δεν κατάδειξε ότι έπραξε, απεναντίας μετά που υπέγραψε το τεκμήριο 1 άφησε με δική του επιθυμία τις εντολές του σε εκκρεμότητα, χωρίς την προσκόμιση της απαραίτητης υπογραφής από την μητέρα του, μέχρι που δεν ήταν δυνατή πλέον μετά τις 15/03/2013 η όποια υλοποίηση των εντολών προς τον σκοπό αυτό. Η διαπίστωση αυτή στα ευρήματα του Δικαστηρίου αποβαίνει καταλυτική για την τύχη της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής, η οποία μοιραία οδηγείται σε απόρριψη.
[23] Η αγωγή του Ενάγοντα εναντίον των Εναγόμενων 1 & 2 απορρίπτεται. Εκ της κοινής εκπροσώπησης Εναγόμενου 1 & 2 επιδικάζεται 1 σετ εξόδων υπέρ αυτών και εναντίον του Ενάγοντα, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(υπ.)………………………………………
Χ-Μ Καραπατάκης
Επαρχιακός Δικαστής
ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο