
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ. Ηλία, Ε.Δ.
Αγωγή αρ. 2918/2023
Μεταξύ:-
Τζόρτζ (Τζιόρτζ) Φάρακ ή George Faraq
Ενάγων
-και-
Χάρης Αβραάμ
Εναγόμενος
Ημερομηνία: 28 Μαρτίου 2025
Για Ενάγοντα: κ. Λ. Παπαλουκά για Λ. Λουκαΐδου Θεοφάνους Δ.Ε.Π.Ε.
Για Εναγόμενο: Καμία εμφάνιση
ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την ως άνω αγωγή ο Ενάγων αξιώνει εναντίον του Εναγομένου γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και έξοδα που υπέστη συνεπεία τροχαίου ατυχήματος.
Σύμφωνα με ένορκη δήλωση επίδοσης που βρίσκεται καταχωρισμένη στον ηλεκτρονικό φάκελο της υπόθεσης, το γενικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα επιδόθηκε στον Εναγόμενο στις 11/9/2023. Ένεκα της παράλειψης του Εναγόμενου να καταχωρίσει σημείωμα εμφάνισης εντός της καθορισθείσας προθεσμίας, ο Ενάγων καταχώρησε στις 23/2/2024 αίτηση για απόφαση δυνάμει της Δ.17 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Στις 22/2/2024 καταχωρίστηκε Έκθεση Απαίτησης, η οποία επιδόθηκε στον Εναγόμενο στις 7/2/2025. Ο Εναγόμενος παραλείπει να καταχωρίσει σημείωμα εμφάνισης μέχρι και σήμερα.
Προς υποστήριξη της αίτησης για απόφαση, καταχωρίστηκε ένορκη δήλωση του Ενάγοντα, ημερομηνίας 15/3/2024 (εφεξής «ΕΔ Ενάγοντα») και συμπληρωματική ένορκη δήλωση του, ημερομηνίας 26/3/2025 (εφεξής «ΣΕΔ Ενάγοντα»).
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην ΕΔ Ενάγοντα, αλλά και τους δικογραφημένους ισχυρισμούς του, ο Ενάγων ήταν συνεπιβάτης και ιδιοκτήτης του οχήματος με αρ. εγγραφής [] (εφεξής «το Όχημα Α»). Περί τις 31/3/2023, το Όχημα Α οδηγούνταν από την σύζυγο του στην οδό Ηρώων στην Μακεδονίτισσα, Λευκωσία σε ευθεία πορεία. Ο Εναγόμενος, οδηγώντας το όχημα με αρ. εγγραφής [] (εφεξής «το Όχημα Β») στην ίδια κατεύθυνση, πίσω από το Όχημα Α και σε ευθεία πορεία, προσέκρουσε με το μπροστινό μέρος του Οχήματος Β στο οπίσθιο μέρος του Οχήματος Α.
Σύμφωνα με τον Ενάγοντα, το ατύχημα οφείλεται στην αποκλειστική αμέλεια και παράβαση των νομίμων καθηκόντων του Εναγόμενου αφού:
- παρέλειψε να λάβει υπόψη του την παρουσία και την πορεία του προπορευόμενου Οχήματος Α,
- παρέλειψε να δει το Όχημα Α έγκαιρα ώστε να αποφύγει τη σύγκρουση, ενώ είχε την ευκαιρία να το πράξει,
- οδηγούσε με μεγάλη υπό τις περιστάσεις ταχύτητα,
- παρέλειψε να κρατά δέουσα απόσταση από το Όχημα Α,
- παρέλειψε να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια προς αποφυγή του ατυχήματος.
Αμέσως μετά το ατύχημα, ο Ενάγων μεταφέρθηκε στο Απολλώνειο Ιδιωτικό Νοσοκομείο όπου μετά από ακτινολογικό έλεγχο διαγνώσθηκε με ευθειασμό ΑΜΣΣ. Σχετικό είναι το τιμολόγιο, ημερομηνίας 31/3/2023, μέρος του Τεκμηρίου 3, για το ποσό των €130.
Στις 4/4/2023, λόγω αυχεναλγίας, ραχιαλγίας και έντονης ζάλης, με αναφερόμενα προλιποθυμικά επεισόδια και αστάθεια, ο Ενάγων επισκέφθηκε τον Δρ [], νευροχειρουργό, ο οποίος διέγνωσε:
- κάκωση εις δίκη μαστιγίου της ΑΜΣΣ πρώτου βαθμού στην κλίμακα Qeubec Task Force (QTF),
- εγκεφαλική διάσειση, και
- έντονη μεταδιασεισική συνδρομή.
Συνεστήθη ανάπαυση κατ’ οίκον, λήψη αναλγητικής αγωγής, φυσιοθεραπείες και παρακολούθηση. Σχετική είναι η ιατρική γνωμάτευση του Δρος [], ημερομηνίας 17/5/2023, και η γνωμάτευση ακτινογραφίας, ημερομηνίας 4/4/2023, μέρος του Τεκμηρίου 2. Ως προκύπτει από έγγραφο, μέρος του Τεκμηρίου 2, ο Ενάγων έλαβε άδεια ασθενείας για την περίοδο 5/4/2023-20/4/2023. Σε ό,τι αφορά τις φυσιοθεραπείες, σχετικές είναι οι αποδείξεις είσπραξης, ημερομηνίας 26/4/2023, 15/5/2023 και 15/6/2023, για το συνολικό ποσό των €360, μέρος του Τεκμηρίου 3.
Συνεπεία των σωματικών βλαβών που υπέστη, ο Ενάγων υπέφερε και υποφέρει από πόνο και ταλαιπωρία και χρήζει συχνής ιατρικής παρακολούθησης και θεραπείας.
Επίσης, το Όχημα Α υπέστη ζημιές, για την επισκευή και επιδιόρθωση των οποίων ο Ενάγων κατέβαλε το ποσό των €2,383.57. Σχετικά είναι τα τιμολόγια, ημερομηνίας 12/7/2023 και 13/7/2023, μέρος του Τεκμηρίου 3.
Μέχρι την επισκευή και επιδιόρθωση του εν λόγω οχήματος, ο Ενάγων αναγκαζόταν να μετακινείται και να πληρώνει ταξί με αποτέλεσμα να υποστεί περαιτέρω έξοδα. Σχετικές είναι οι 24 αποδείξεις είσπραξης προς €150 έκαστη, οι οποίες καλύπτουν την περίοδο 10/4/2023-15/6/2023, για το συνολικό ποσό των €3,600.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην ΣΕΔ Ενάγοντα, ο λόγος που αναγκαζόταν να χρησιμοποιεί ταξί ήταν επειδή ούτε ο ίδιος αλλά ούτε και η σύζυγος του μπορούσαν να οδηγούν συνεπεία των τραυματισμών που υπέστηκαν από το επίδικο ατύχημα. Αναφέρει, περαιτέρω, ότι υπήρξε καθυστέρηση από την ασφάλεια του Εναγομένου σε σχέση με την επιθεώρηση του οχήματος του, μετά την ολοκλήρωση της οποίας δόθηκαν οδηγίες στο συνεργείο για την επισκευή του. Ο μοναδικός λόγος που χρησιμοποιούσε ταξί ήταν για να μεταβαίνει για φυσιοθεραπείες λόγω των τραυματισμών του. Πράγματι, οι ημερομηνίες των αποδείξεων για τα μεταφορικά έξοδα συνάδουν με τις ημερομηνίες συνεδριών που αναγράφονται στις αποδείξεις είσπραξης για τις φυσιοθεραπείες (μέρος Τεκμηρίου 3).
Ο συνήγορος του Ενάγοντα στην αγόρευση του εισηγήθηκε ότι σε σχέση με τους τραυματισμούς και την ταλαιπωρία που υπέστη ο Ενάγων το ποσό των €7,000 θεωρείται εύλογο ως γενικές αποζημιώσεις.
Στην Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν Χαραλάμπους κ.α. (2010) 1 ΑΑΔ 829 λέχθηκαν τα ακόλουθα: «Συμφωνούμε βέβαια με τη γενική αρχή ότι επειδή στη διαδικασία απόδειξης δεν έλαβε μέρος ο αντίδικος, ενώ είχε τη δυνατότητα, αυτό δεν σημαίνει ότι το Δικαστήριο θα απαλλασσόταν από την υποχρέωση να εξετάσει και αξιολογήσει την επάρκεια και αξιοπιστία της μαρτυρίας που προσφερόταν από την πλευρά της εφεσείουσας. (Barry Wynne v. David Costakis Mavronicola, ως διαχειριστή της περιουσίας του Κωστάκη Δαυΐδ Μαυρονικόλα, ανικάνου προσώπου (2009) 1 A.A.Δ. 1138). Όπως όμως ειδικά αναφέρθηκε στην ίδια την υπόθεση Barry Wynne, όταν υπάρχει μια μόνο εκδοχή ως προς τα γεγονότα, τότε συνήθως αυτό που απομένει να εξεταστεί, εκτός και αν υπάρχουν εγγενείς δυσκολίες σε σχέση με το μάρτυρα και την αξιοπιστία του, είναι το εάν τα γεγονότα όπως τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου είναι αρκετά για να αποδείξουν την υπόθεση στο αναγκαίο επίπεδο.»
Εν προκειμένω, τα όσα ανέφερε ο Ενάγων στις ένορκες δηλώσεις του παρέμειναν αναντίλεκτα και δεν εντοπίζεται οποιαδήποτε εγγενής δυσκολία σε σχέση με αυτόν και την αξιοπιστία του. Ουδόλως έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον μου που να κλονίζει το βάσιμο και αξιόπιστο των όσων ανέφερε. Όσον αφορά τις αναφερόμενες σωματικές βλάβες, υποστηρίζονται από το ιατρικό πιστοποιητικό του Δρος [] και την γνωμάτευση ακτινογραφίας (μέρος Τεκμηρίου 2). Η άδεια ασθενείας που έλαβε και οι φυσιοθεραπείες στις οποίες υπεβλήθη συνάδουν με τη σύσταση του Δρος []. Τα δε έξοδα που υπέστη υποστηρίζονται από σχετικά έγγραφα (Παναγιώτου ν Φραγκέσκου κ.α. (1999) 1 ΑΑΔ 687, Σπύρου ν Χατζηχαραλάμπους (1989) 1Ε ΑΑΔ 298, Ηρακλέους ν Πίτρου (1994) 1 ΑΑΔ 239, Αντωνίου ν A. Panagides Contracting Ltd, Πολ. Εφ. 259/11, ημερομηνίας 4/10/2017, ECLI:CY:AD:2017:A333). Ως εκ τούτου, αποδέχομαι τη μαρτυρία του Ενάγοντα στο σύνολο της ως αξιόπιστη και προβαίνω σε σχετικά ευρήματα.
Νομική πτυχή
Η αξίωση του Ενάγοντα εδράζεται σε αμέλεια δυνάμει του άρθρου 51(1), Κεφ. 148. Σε υποθέσεις τροχαίων ατυχημάτων, η συμπεριφορά των εμπλεκομένων εξετάζεται και κρίνεται με βάση το επίπεδο του μέσου συνετού οδηγού και ο προσδιορισμός του καθήκοντος επιμέλειας εξαρτάται από τα αντικειμενικά δεδομένα που επικρατούσαν στην σκηνή του ατυχήματος κατά τον επίδικο χρόνο. Κάθε πρόσωπο έχει καθήκον να λάβει προστατευτικά μέτρα για αποφυγή ατυχημάτων και το καθήκον αυτό εξετάζεται και κρίνεται με γνώμονα τη δυνατότητα λογικής πρόβλεψης (δέστε Βίκης ν Νεοφύτου (1990) 1 ΑΑΔ 345).
Όπως λέχθηκε στην πρόσφατη απόφαση Arabani κ.α. ν Αριστείδου κ.α., Πολ. Εφ. 139/2014, ημ. 18/4/2022, ECLI:CY:AD:2022:A177:
«Συνιστά νομολογιακό δόγμα, ως προς το θέμα ευθύνης πρόκλησης τροχαίου ατυχήματος, ότι η απόδοση αμέλειας κρίνεται με βάση τις συνθήκες και περιστάσεις της κάθε υπόθεσης. Αποτελεί θεμελιώδη αρχή ότι η αμέλεια, ως πραγματικό γεγονός, συνίσταται στην παράλειψη επίδειξης εύλογης προσοχής, υπό το φως των συγκεκριμένων σε κάθε περίπτωση γεγονότων.».
Περαιτέρω, στην Αλεξάνδρου κ.α. ν Λεβέντη κ.α. (1996) 1 ΑΑΔ 420 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Το καθήκον για επιμέλεια γεννάται αφότου η διακίνηση άλλων προσώπων καθιστά εξ αντικειμένου μέριμνα του προσώπου που χρησιμοποιεί το δρόμο τη λήψη προφυλακτικών μέτρων για την προστασία της ασφάλειάς τους.
Το κριτήριο για τον καθορισμό της αμέλειας είναι καθολικό και απρόσωπο. Η αμέλεια κρίνεται αντικειμενικά με γνώμονα τις αντιδράσεις ενός συνετού οδηγού, ο οποίος χρησιμοποιεί το δρόμο λελογισμένα και με συναίσθηση ευθύνης για την ασφάλεια των άλλων που χρησιμοποιούν το δρόμο.».
Σε ό,τι αφορά το καθήκον του οδηγού που ακολουθεί προπορευόμενο όχημα, σχετική είναι η Sir Rentals Co. Ltd v Χαραλάμπους ν Μαυρογιωρκή (2003) 1 ΑΑΔ 1498, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Στην Brown and Lynn v. Western Scottish Motor Traction Co. Ltd [1945] S.C. 31, Ct. of Sess. ο Lord Cooper καθόρισε ως εξής το επίπεδο επιμέλειας που πρέπει να τηρείται από τον ακολουθούντα οδηγό:
«The distance which should separate two vehicles travelling one behind the other must depend upon many variable factors - their speed, the nature of the locality, the other traffic present or to be expected, the opportunity available to the following driver of commanding a view ahead of the leading vehicle, the distance within which the following vehicle can be pulled up, and many other things. The following driver is, in my view, bound, so far as reasonably possible, to take up such a position, and to drive in such a fashion, as will enable him to deal successfully with all traffic exigencies reasonably to be anticipated: but whether he has fulfilled this duty must in every case be a question of fact, just as it is a question of fact whether, on any emergency disclosing itself, the following driver acted with the alertness, skill and judgment reasonably to be expected in the circumstances."
Σε μετάφραση:
"Η απόσταση που πρέπει να χωρίζει δύο οχήματα που οδηγούνται το ένα πίσω από το άλλο πρέπει να εξαρτάται από πολλούς μεταβλητούς παράγοντες - την ταχύτητα τους, τη φύση της περιοχής, την υπόλοιπη τροχαία που βρίσκεται στην περιοχή ή αναμένεται να βρεθεί, την ευκαιρία που έχει ο ακολουθών οδηγός να έχει ορατότητα μπροστά από το προπορευόμενο όχημα, την απόσταση εντός της οποίας το όχημα που ακολουθεί μπορεί να σταματήσει, και πολλά άλλα ζητήματα. Ο ακολουθών οδηγός υπέχει, κατά την άποψη μου, υποχρέωση στο βαθμό που αυτό είναι εύλογα δυνατό, να λαμβάνει τέτοια θέση, και να οδηγεί με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να του παρέχεται η δυνατότητα να αντιμετωπίζει με επιτυχία όλες τις ανάγκες της τροχαίας οι οποίες εύλογα μπορούν να προβλεφθούν: Ωστόσο το κατά πόσο έχει εκπληρώσει αυτή την υποχρέωση πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι θέμα πραγματικό, ακριβώς όπως είναι θέμα πραγματικό το κατά πόσο, σε οποιαδήποτε έκτακτη ανάγκη που παρουσιάζεται, ο ακολουθών οδηγός ενήργησε με την ετοιμότητα, δεξιοτεχνία και κρίση που εύλογα αναμένεται υπό τις περιστάσεις".
Η απόφαση στην Brown and Lynn (πιο πάνω) υιοθετήθηκε στην Scott v. Warren [1974] R.T.R. 104 Div. Ct. και στην Antoniou v. Police (1976) 2 C.L.R. 140, 143, 144.
Στην Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Μαυροφτή (2001) 2 Α.Α.Δ. 130, ο εφεσίβλητος οδηγούσε επί του αυτοκινητόδρομου Λευκωσίας - Λεμεσού με κατεύθυνση τη Λευκωσία. Μπροστά ήταν το αυτοκίνητο YS955, πίσω του το αυτοκίνητο ΡΑ772, πίσω από το ΡΑ772 ήταν το αυτοκίνητο CAN445, και πιο πίσω το ΡΡ180 με οδηγό τον εφεσίβλητο. Κάποια στιγμή ο οδηγός του YS955 σταμάτησε το αυτοκίνητό του, πίσω του σταμάτησε το ΡΑ772 και πιο πίσω σε απόσταση 3 μ. περίπου το CAN445. Ο εφεσίβλητος συγκρούστηκε με το αυτοκίνητο CAN445.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είχε αποδειχθεί η κατηγορία της αμελούς οδήγησης γιατί το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος συγκρούστηκε με το προπορευόμενο όχημα «από μόνο του δεν είναι αρκετό για να στοιχειοθετηθεί η κατηγορία».
Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας άσκησε έφεση κατά της αθωωτικής απόφασης. Το Εφετείο, μετά από επισκόπηση της σχετικής με τα επίπεδα προσοχής που πρέπει να τηρούνται από τον ακολουθούντα οδηγό νομολογίας (βλ. Brown and Lynn, πιο πάνω, Scott , πιο πάνω, Antoniou, πιο πάνω και Κωνσταντινίδης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 190), έθεσε το θέμα ως εξής:
«Η ορθή νομική θέση είναι εκείνη που έχει διατυπωθεί στην απόφαση του Lord Cooper στην Brown and Lynn (πιο πάνω) και υιοθετήθηκε στην Antoniou (πιο πάνω). Επαναλαμβάνουμε ότι το κατά πόσο ο οδηγός που ακολουθεί έχει εκπληρώσει την υποχρέωση του είναι θέμα πραγματικό. Το θέμα είναι θέμα βαθμού στην κάθε περίπτωση.
Στην παρούσα υπόθεση ο εφεσίβλητος οδηγούσε σε υπεραστικό δρόμο με απεριόριστη ορατότητα. Ακολουθούσε αριθμό προπορευόμενων οχημάτων. Είχε υποχρέωση στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό να κρατεί τέτοια απόσταση από το προπορευόμενο όχημα, και να οδηγεί με τέτοιο τρόπο, ο οποίος θα του επέτρεπε να αντιμετωπίσει με επιτυχία οποιοδήποτε έκτακτο τροχαίο περιστατικό το οποίο ήταν εύλογα προβλεπτό. Η εμφάνιση κάποιου κινδύνου σε ένα υπεραστικό δρόμο, ιδίως κοντά σε παρόδους με πρόσβαση στον υπεραστικό δρόμο - όπως ήταν εδώ η περίπτωση - ήταν εύλογα προβλεπτή. Έπεται πως ο εφεσίβλητος είχε υποχρέωση να τηρεί τέτοια απόσταση από το προπορευόμενο όχημα και να οδηγεί με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να σταματήσει με ασφάλεια στην περίπτωση εμφάνισης οποιουδήποτε κινδύνου. Παρεμβάλλουμε ότι τα προπορευόμενα του εφεσίβλητου αυτοκίνητα αντελήφθηκαν έγκαιρα τον κίνδυνο και έλαβαν αποτελεσματικά μέτρα για να τον αποφύγουν. Όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα ο εφεσίβλητος δεν έχει εκπληρώσει την πιο πάνω υποχρέωση του. Ακολουθεί πως η συμπεριφορά του συνιστούσε αμελή οδήγηση. Η απόδειξη που προσάχθηκε ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου δικαιολογεί την καταδίκη του εφεσίβλητου για αμελή οδήγηση πέρα από κάθε λογική αμφιβολία. Η περί του αντιθέτου κατάληξη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου κρίνεται εσφαλμένη.»
Στην παρούσα υπόθεση ο εφεσίβλητος οδηγούσε το όχημα του σε υπεραστικό δρόμο ο οποίος ενώνει δύο πόλεις σε σημείο του που βρίσκεται εντός κατοικημένης περιοχής - στο χωριό Κολώνη της Πάφου. Ακολουθούσε προπορευόμενο όχημα. Είχε την υποχρέωση που έχει προσδιορισθεί από την πιο πάνω σχετική Νομολογία. Να κρατεί, στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, τέτοια απόσταση από το προπορευόμενο όχημα, και να οδηγεί με τέτοιο τρόπο, ο οποίος θα του επέτρεπε να αντιμετωπίσει με επιτυχία οποιοδήποτε έκτακτο τροχαίο περιστατικό το οποίο ήταν εύλογα προβλεπτό. Τονίζουμε ότι εύλογα προβλεπτό τροχαίο περιστατικό δεν περιορίζεται στο επίδικο περιστατικό - την ξαφνική εμφάνιση του σκύλου. Περιλαμβάνει οποιοδήποτε κίνδυνο του οποίου η εμφάνιση στο συγκεκριμένο δρόμο είναι εύλογα προβλεπτή.
Έχουμε την άποψη πως η εμφάνιση κάποιου κινδύνου σε ένα τέτοιο δρόμο ήταν εύλογα προβλεπτή. Όπως έχουμε υποδείξει ο εφεσίβλητος οδηγούσε σε υπεραστικό δρόμο ο οποίος στο σημείο εκείνο διέσχιζε κατοικημένη περιοχή. Επομένως μπορούσε να δημιουργηθεί κίνδυνος τόσο από οχήματα όσο και από πεζούς ή και από άλλες αιτίες. Έπεται πως ο εφεσίβλητος είχε υποχρέωση να τηρεί τέτοια απόσταση από το προπορευόμενο όχημα και να οδηγεί με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να σταματήσει με ασφάλεια στην περίπτωση εμφάνισης κάποιου κινδύνου. Υπό το φως των γεγονότων που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση η απόσταση των 10μ. περίπου που χώριζε το όχημα του εφεσίβλητου από το προπορευόμενο όχημα δεν ήταν ασφαλής. Δεν του παρείχε τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει με επιτυχία όλες τις ανάγκες της τροχαίας που εύλογα μπορούν να προβλεφθούν. Τα γεγονότα απέδειξαν ότι ο εφεσίβλητος δεν έχει εκπληρώσει την πιο πάνω υποχρέωση του ακολουθούντος οδηγού. Έπεται πως έχει ενεργήσει με αμέλεια και η περί του αντιθέτου κατάληξη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου κρίνεται εσφαλμένη.».
Εν προκειμένω, με βάση την αποδεκτή μαρτυρία του Ενάγοντα, ο Εναγόμενος, οδηγώντας το Όχημα Β, προσέκρουσε στο οπίσθιο μέρος του Οχήματος Α. Ουδόλως αναφέρθηκε οτιδήποτε περί απρόβλεπτου κινδύνου. Σύμφωνα με τις πιο πάνω αρχές, ο Εναγόμενος είχε «υποχρέωση στο βαθμό που αυτό είναι εύλογα δυνατό, να λαμβάνει τέτοια θέση, και να οδηγεί με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να του παρέχεται η δυνατότητα να αντιμετωπίζει με επιτυχία όλες τις ανάγκες της τροχαίας οι οποίες εύλογα μπορούν να προβλεφθούν.». Η παράλειψη του Εναγόμενου εντοπίζεται στη μη διατήρηση δέουσας απόστασης από το Όχημα Α με αποτέλεσμα την πρόσκρουση του σε αυτό, η οποία κρίνω ότι συνιστά αμέλεια.
Γενικές αποζημιώσεις
Η αρχή που διέπει τον υπολογισμό αποζημιώσεων στα αστικά αδικήματα είναι η αρχή της αποκατάστασης. Με βάση την αρχή αυτή, οι αποζημιώσεις που επιδικάζονται θα πρέπει να είναι εκείνο το ποσό, το οποίο θα θέσει τον ενάγοντα στη θέση που θα βρισκόταν εάν δεν διαπραττόταν το εν λόγω αστικό αδίκημα (Papakokkinou and others v Kanther (1982) 1 CLR 65). Η επιδικασθείσα αποζημίωση θα πρέπει να είναι δίκαιη και εύλογη (Paraskevopoullos v Georghiou (1970) 1 CLR 116) και κοινωνικά αποδεκτή (Ioannou and Paraskevaides (Overseas) Ltd and another v Christofis (1982) 1 CLR 789). «Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, οι χρηματικές αποζημιώσεις δεν αποκαθιστούν την υγεία του θύματος του αστικού αδικήματος. Γι' αυτό, δεν αποτελούν τέλειο μέτρο αποκατάστασης· είναι όμως το καλύτερο γνωστό μέσο αποκατάστασης. Η χρηματική αποζημίωση συναρτάται άμεσα με τη σοβαρότητα των τραυμάτων, τον πόνο, την οδύνη, τη δυσχέρεια που προκαλούν (τα τραύματα) και τη διάρκειά τους. Όπου οι κακώσεις προκαλούν μόνιμη αναπηρία και δυσχέρεια στην ανθρώπινη λειτουργία, οι αποζημιώσεις αποτιμούνται με βάση τη μακροχρόνια προοπτική…. Σταθερή είναι όμως η αρχή του δικαίου ότι οι αποζημιώσεις πρέπει να είναι κοινωνικά παραδεκτές. Η αποζημίωση για αστικά αδικήματα δεν έχει σκοπό την τιμωρία αλλά την αποκατάσταση. Αυτή τούτη η ατέλεια του χρήματος ως μέσου για αποκατάσταση, δεν πρέπει να επενεργεί προς επαύξηση των αποζημιώσεων.» (Μαυροπετρή ν Λουκά (1995) 1 ΑΑΔ 66).
Όπως λέχθηκε στην Φοινικαρίδης & άλλη ν Γεωργίου & άλλων (1991) 1 ΑΑΔ 475, «…όσο κι αν προηγούμενες αποφάσεις, ιδιαίτερα αποφάσεις των Κυπριακών Δικαστηρίων που αντικατοπτρίζουν τις δικές μας πραγματικότητες, προσφέρουν καθοδήγηση στο βαθμό που είναι συγκριτικές ως αποκαλυπτικές της επικρατούσας τάσης, δεν είναι δεσμευτικές. Σε κάθε υπόθεση είναι ανάγκη να γίνονται οι αναγκαίες προσαρμογές έχοντας υπόψη τα ιδιαίτερα περιστατικά της και, βέβαια, να συνυπολογίζεται η μείωση, με την πάροδο του χρόνου, της αξίας του χρήματος*. Σημειώνουμε εδώ, την τάση που παρατηρείται μέσα από τη νομολογία για πρόσδοση μεγαλύτερης σημασίας στον ανθρώπινο πόνο και της αγωνίας που προκαλεί η ανικανότητα που εκδηλώνεται με την επιδίκαση, με την πάροδο του χρόνου, πιο γενναιόδωρων αποζημιώσεων**.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου) (δέστε, επίσης, Ioannou and Paraskevaides (Overseas) Ltd and another (ανωτέρω), Θεμιστοκλέους ν Παρασκευά (1992) 1 ΑΑΔ 498, Παναγή ν Θεοδώρου και άλλων (1992) 1 ΑΑΔ 1303, Ορφανίδου ν Περνάρου (1994) 1 ΑΑΔ 253, Μαυροπετρή (ανωτέρω), Παναγιώτου (ανωτέρω), Κωμιάτη ν Πολίτσου κ.α. (2001) 1 ΑΑΔ 226, Χαριλάου ν Νικολάου (2003) 1 ΑΑΔ 1460, Ταμπούρας ν Κολάνη (2008) 1 ΑΑΔ 384, Νικολάου ν Επίσημου Παραλήπτη, ως διαχειριστή της περιουσίας του πτωχεύσαντος Λούη Αιμιλίου (2009) 1 ΑΑΔ 1339). Πιο πρόσφατα στην Προεστός ν Προδρόμου κ.α., Πολ. Εφ. 326/2011, ημερομηνίας 12/4/2017, ECLI:CY:AD:2017:A140 λέχθηκαν τα ακόλουθα: «Έχει διαπιστωθεί από τη νομολογία ότι ενώ αναγνωρίζεται η αυξητική τάση στις αποζημιώσεις σε μια προσπάθεια ικανοποίησης σε χρήμα του ανθρωπίνου πόνου και της ταλαιπωρίας (A. Panayides Contracting Ltd v. Χαραλάμπους (2004) 1 Α.Α.Δ. 416), από την άλλη η αυξητική αυτή τάση δεν αποτελεί και οδικό χάρτη για παροχή αυξανόμενων ποσών σε κάθε περίπτωση, (Σπύρος Μελάς και Ελένη Λτδ ν Πολίτη (2003) 1 Α.Α.Δ. 590).» (δέστε, επίσης, Ανδρέου ν Iacovou Brothers (Constructions) Ltd κ.α. (2014) 1 ΑΑΔ 2851).
Στην πρόσφατη απόφαση Φωτίου ν Ξενοφώντος, Πολ. Εφ. Αρ. 212/2019, ημ. 9/1/2025 το ατύχημα έλαβε χώρα στις 31/7/2010. Το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβηκε σε εύρημα ότι από το επίδικο ατύχημα η εφεσίβλητη, η οποία κατά το χρόνο του ατυχήματος ήταν 48 ετών, υπέστη διάστρεμμα της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης τύπου whiplash, κάκωση δεξιού ώμου και κλειδικής χώρας δεξιά, κάκωση αριστερών κατωτέρων πλευρών και ελαφρά εγκεφαλική διάσειση. Έλαβε φαρμακευτική αγωγή η οποία συνίστατο σε παυσίπονα, αντιφλεγμονώδη και μυοχαλαρωτικά ενώ για κάποια χρονική περίοδο χρησιμοποίησε αυχενικό κολλάρο. Λόγω των τραυμάτων της έλαβε αναρρωτική άδεια μέχρι τις 30/9/2019. Κατέληξε ότι το ποσόν των €4.500 ήταν δίκαιο και εύλογο να επιδικαστεί ως γενικές αποζημιώσεις υπό τις περιστάσεις. Το Εφετείο έκρινε ότι το εν λόγω ποσό δεν ήταν υπό τις περιστάσεις υπερβολικό.
Στην Χατζηελευθερίου ν Κανάρη, Πολ. Εφ. Αρ. 233/2014, ημ. 27/6/2022, ECLI:CY:AD:2022:A264, οι τραυματισμοί του Εφεσείοντα συνεπεία του δυστυχήματος συνίσταντο σε κάκωση κεφαλής με εκδορά στο μέτωπο, στη μύτη και εγκεφαλική διάσειση, βαριά θλάση αυχένα, θλάση του αριστερού γόνατος και του αριστερού ταρσού και εκδορές στο αριστερό γόνατο, την ποδοκνημική, τον πήχυ αριστερά και ελαφρότερες στο δεξιό γόνατο. Το πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε προς όφελος του το ποσό των €6,000 ως εύλογο και δίκαιο ποσό ως γενικές αποζημιώσεις, για τον πόνο και ταλαιπωρία του και επικυρώθηκε κατ’ έφεση.
Στην Alfa Concrete Public Company Ltd v Γλυκύ, Πολ. Εφ. Αρ. 316/2013, ημ. 21/7/2020, ECLI:CY:AD:2020:A253, το πρωτόδικο Δικαστήριο καθόρισε ως δίκαιο ποσό γενικών αποζημιώσεων το ποσό των €6,000. Ο εφεσίβλητος υπέστη εγκεφαλική διάσειση, μεταδιασειστικό σύνδρομο, διάστρεμμα/θλάση της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης καθώς και βαθύ θλαστικό τραύμα στο τριχωτό της κεφαλής στο οποίο είχε γίνει συρραφή με τέσσερεις ραφές. Κατ’ έφεση κρίθηκε ότι το επιδικασθέν ποσό ήταν εύλογο.
Στην Στεφάνου ν Αντωνίου, Πολ. Εφ. Αρ. 508/12, ημ. 17/12/2018, ECLI:CY:AD:2018:A545, επιδικάστηκε το ποσό των €6,000 για εγκεφαλική διάσειση, διάστρεμμα αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης πρώτου βαθμού, θλάση θώρακος και θωρακικής μοίρας και θλάση δεξιού μηρού. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη την «…περίοδο περίπου δύο μηνών οπόταν και επήλθε αποθεραπεία και των θλάσεων της θωρακικής μοίρας και του μηρού, όπως επίσης και την μελλοντική πιθανότητα δημιουργίας οστεοαρθρίτιδας…». Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι ο υπολογισμός των αποζημιώσεων έγινε καθόλα δίκαια και ορθά καθώς η σοβαρότητα των τραυματισμών της εφεσίβλητης, ο πόνος, η οδύνη και η ταλαιπωρία, η διάρκεια της δυσχέρειας, τα κατάλοιπα και οι μελλοντικές συνέπειες του τραυματισμού της (ενοχλήσεις στις αλλαγές του καιρού, λήψη αναλγητικών φαρμάκων), το ότι σε κάποιο βαθμό περιορίστηκαν οι δραστηριότητες της προ του ατυχήματος (τρέξιμο, δρόμο, ποδήλατο, περπάτημα και κολύμβηση) δικαιολογούσαν την επιδίκαση του ποσού των €6.000 ως γενικές αποζημιώσεις.
Τέλος, στην Χριστοδούλου ν Hoffer, Πολ. Εφ. Αρ. 263/2012, ημ. 11/1/2018, η εφεσείουσα διαγνώστηκε με κάκωση του αυχένα, τραυματισμό στην περιοχή του θώρακα και φούσκωμα στο πηγούνι. Την επόμενη μέρα του ατυχήματος επισκέφθηκε τα εξωτερικά ιατρεία του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας όπου παραπονέθηκε για πόνο στον αυχένα, κεφαλαλγία και ζάλη. Της χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή και της συστήθηκε να χρησιμοποιεί κολάρο αυχένος. Την 21.6.2008 επισκέφθηκε ορθοπεδικό ιατρό, ο οποίος διέγνωσε κάκωση του αυχένα, με τις κινήσεις αυτού να είναι επώδυνες και περιορισμένες. Παρουσίαζε ζάλη και κεφαλαλγία. Της χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή. Εξετάστηκε ξανά από τον εν λόγω ιατρό στις 10.7.2008, 19.7.2008 και 25.8.2008. Κατά την τελευταία εξέταση, η βελτίωση της κατάστασης της ήταν ικανοποιητική, εξακολουθούσε όμως να παραπονείται για ελαφριά ζάλη. Τα συμπτώματα ζάλης διήρκησαν για δύο με τρεις μήνες περίπου μετά το ατύχημα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι το ποσό των €4,500 αποτελούσε δίκαιη και εύλογη γενική αποζημίωση. Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι το εν λόγω ποσό ήταν εντός λογικών πλαισίων.
Οι πιο πάνω αποφάσεις αφορούν και σε επιπρόσθετους τραυματισμούς σε σύγκριση με αυτούς που υπέστη ο Ενάγων στην υπό κρίση υπόθεση και οι πλείστες σε διάστρεμμα ή βαριά θλάση. Λαμβάνοντας υπόψη το είδος και τη φύση των τραυματισμών που υπέστη ο Ενάγων (κάκωση εις δίκη μαστιγίου της ΑΜΣΣ πρώτου βαθμού, εγκεφαλική διάσειση, έντονη μεταδιασεισική συνδρομή), την ηλικία του (ημ/νια γέννησης …./1967, ως καταγράφεται στην ιατρική γνωμάτευση του Δρος [] και την γνωμάτευση ακτινογραφίας), τη φύση και τη διάρκεια της θεραπείας που ακολούθησε καθώς και την επιμονή του πόνου και της ταλαιπωρίας, κρίνω ως κατάλληλο ποσό γενικών αποζημιώσεων τις €3,500.
Κατάληξη
Στη βάση των πιο πάνω, η αγωγή επιτυγχάνει.
Εκδίδεται απόφαση υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον του Εναγομένου για:
- το ποσό των €3,500 ως γενικές αποζημιώσεις, και
- το ποσό των €6,473.57 ως ειδικές αποζημιώσεις.
Ο Ενάγων αξιώνει τόκο από τις 31/3/2023, ήτοι την ημερομηνία του ατυχήματος. Σχετικές είναι οι πρόνοιες του α. 58Α, Κεφ. 148 και οι υποθέσεις Φοινικαρίδης (ανωτέρω), Καμπούρης ν Εταιρεία Βιοχρώμ Λτδ (2005) 1 ΑΑΔ 1246, Novichkova v Βλάβη (2012) 1 ΑΑΔ 1111 και Ανδρέου ν Iacovou Brothers (Constructions) Ltd κ.α. (2014) 1 ΑΑΔ 2851.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αγωγή καταχωρίστηκε στις 30/8/2023, κρίνω ότι δικαιολογείται η επιδίκαση νόμιμου τόκου επί των γενικών αποζημιώσεων από την ημερομηνία του ατυχήματος (31/3/2023) μέχρι πλήρους εξόφλησης και εκδίδεται ανάλογη διαταγή. Σε ό,τι αφορά τις ειδικές αποζημιώσεις, επιδικάζεται τόκος από την ημερομηνία του ατυχήματος (31/3/2023) μέχρι την καταχώριση της αγωγής, μειωμένος κατά ½, πλέον νόμιμος τόκος από την καταχώριση της αγωγής μέχρι πλήρους εξόφλησης.
Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον του Εναγομένου ύψους €1,000, πλέον Φ.Π.Α., πλέον έξοδα επίδοσης.
(Υπ.)………………………..
Κ. Ηλία, Ε.Δ.
Πιστό αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο