
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ. Ηλία, Ε.Δ.
Αγωγή αρ. 1792/21
Μεταξύ:-
Θεόδουλος Φούλης
Ενάγων
-και-
Πέτρος Αντωνίου
Εναγόμενος
Αίτηση, ημ. 20/9/2024
Ημερομηνία: 31 Μαρτίου 2025
Για Ενάγοντα: κ. Σ. Παρπαρίνος για Λούκας & Βίας Λ. Παρπαρίνος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
Για Εναγόμενο: κ. Π. Γεωργίου για κα Σάββια Σάββα Γεωργίου
Ενδιάμεση απόφαση
Με την υπό κρίση αίτηση, ο Εναγόμενος / Αιτητής (εφεξής «οι Εναγόμενος») αιτείται την προδικαστική εκδίκαση των ενστάσεων που αναφέρονται στις παρ. 1 και 2 της Έκθεσης Υπεράσπισης, οι οποίες έχουν ως ακολούθως:
«1. Ο Εναγόμενος εγείρει προδικαστική ένσταση και ισχυρίζεται ότι η παρούσα αγωγή βασίζεται εξ ολοκλήρου σε επιστολή όχι του ιδίου αλλά της δικηγόρου του η οποία εστάλη άνευ βλάβης και συνεπώς δεν επιτρέπεται καν η παρουσίαση της ή και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για παρουσίαση της ενώπιον Δικαστηρίου ή και δεν έδωσε ή και θα δώσει τη συγκατάθεση του για παρουσίαση της ενώπιον Δικαστηρίου ή και η οποία προστατεύεται από απόλυτο προνόμιο. Συνακόλουθα η αγωγή στερείται παντελώς της όποιας βάσης.
2. Ο Εναγόμενος εγείρει και δεύτερη προδικαστική ένσταση και ισχυρίζεται ότι εάν ήθελε επιτραπεί η παράθεση της επίμαχης άνευ βλάβης σταλείσας επιστολής, το περιεχόμενο αυτής από μόνο του δεν συνιστά δυσφήμηση σε βαθμό που η ζημιά να είναι αυταπόδειχτη. Δεδομένου τούτου αφενός και αφετέρου του γεγονότος ότι ο Ενάγοντας ουδεμία ζημιά επικαλείται ή επαρκώς επικαλείται ή δικογραφεί, ουδεμία ουσιαστικά ζημιά έχει καταδείξει ακόμα και εάν ετίθετο το όποιο θέμα δυσφημιστικών ισχυρισμών. Ως δε αποτέλεσμα η αγωγή είναι και γ’ αυτό το λόγο αβάσιμη.».
Η αίτηση βασίζεται μεταξύ άλλων στις Δ.19, θ. 26, Δ.27, θ. 1-4, Δ.48, θ. 1-13 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του [], δικηγόρου, ο οποίος αναφέρεται στους λόγους για τους οποίους η αίτηση θα πρέπει να επιτύχει.
Ο Ενάγων / Καθ’ ου η Αίτηση (εφεξής «ο Ενάγων») καταχώρισε ένσταση προβάλλοντας 11 λόγους ένστασης, οι οποίοι συνοψίζονται στο ότι η αίτηση στερείται του πραγματικού και νομικού υποβάθρου, στηρίζεται σε λανθασμένη και/ή ελλιπή νομική βάση και είναι καταχρηστική καθώς και στο ότι επιζητείται η εκδίκαση ισχυρισμών του Εναγόμενου και όχι νομικών σημείων, τα οποία θα εξεταστούν κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας. Η ένσταση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της [], δικηγόρου, η οποία αναφέρεται στους λόγους για τους οποίους η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.
Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθη στη βάση των γραπτών αγορεύσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων, οι οποίες έχουν μελετηθεί και δεν κρίνεται σκόπιμη η λεπτομερής αναφορά σε αυτές.
Νομική βάση
Η Δ.27, θ. 1 και 2, επί της οποίας εδράζεται η αίτηση, προνοεί ως ακολούθως:
«1. Any party shall be entitled to raise by his pleading any point of law, and any point so raised shall be disposed of by the Court at any stage that may appear to it convenient.
2. If in the opinion of the Court the decision of such point of law substantially disposes of the whole action, or of any distinct cause of action, ground of defence, counter-claim, or reply therein, the Court may thereupon dismiss the action or make such other order therein as may be just.».
Ως νομολογιακά έχει καθιερωθεί, το Δικαστήριο θα πρέπει πρώτα να αποφασίσει κατά πόσο θα επιτρέψει ή όχι την εκδίκαση των προδικαστικών ενστάσεων και, ακολούθως, προχωρά με την εκδίκαση της ουσίας των προδικαστικών ενστάσεων (Χρίστος Χ”Παύλου και Υιοί Λτδ ν Δήμου Λεμεσού (1998) 1 ΑΑΔ 2046).
Η προδικαστική εκδίκαση νομικού σημείου, το οποίο εγείρεται στα δικόγραφα είναι θέμα το οποίο ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.
Στην υπόθεση Malachtou v Armefti and another (1984) 1 CLR 548 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«The establishment with certainty of the state of facts from which there emerges the necessity of a preliminary decision of a point: of law under Order 27, rule 1, is invariably a "sine qua non" element in all Cyprus authorities and in the vast majority of English cases to which we have looked for guidance….Only pure issues of law should be dealt with under Order 27, rule 1, which if decided in one way are going to be decisive of litigation between the parties; and the factual substratum thereof must not be in dispute. The Court called, upon to decide a preliminary point of law should first know the undisputed facts giving rise to the legal issues he is invited to resolve If the facts are not settled the best course is to proceed under Order 33 i.e the hearing of the whole action A decision under Order 27, rule 1 when the facts are not settled will inevitably lead to declarations in abstracto or to use the wording in the case of Georgallides (supra) to decide academic questions something impermissible and quite outside the task entrusted to the Courts.».
Περαιτέρω, στην Paikkos v Kontemeniotis (1989) 1 CLR 50 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«The function of the Court is not to decide abstract questions of law, but to decide questions of law when aristing between the parties as a result of a certain state of facts. Only points of law should be dealt with under the provisions of Order 27, rule 1.
Whilst cases of mixed law and fact or fact alone should follow the procedure laid down in Order 33, regarding the hearing of an action.
The true test whether the trial of a preliminary issue on a point of law should be ordered is where the point of law, if decided in oneway, should be decisive on the litigation - (MaroullaAthanassiMichaelides (Wife of AristotelisGregoriades) v. PinelopiHji Michael Diakou (1968) 1 C.L.R. 392; Michael Papamichael v. KlitosChaholiades (1970) 1 C.L.R. 305; Jupiter Electrical (Overseas) Ltd. and Another v. Savvas Costa Christides (1975) 1 C.L.R. 144; Malachtou v. Armefti and Another (1984) 1 C.LR. 548 and Everett v. Ribbands and Another [1952] 1 All E.R. 823 at p. 827 per Romer, L.J.).».
Στην Χ”Οικονόμου ν Ελληνικής Τραπέζης Λτδ (1992) 1 ΑΑΔ 949 λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:
«Η σχετική αίτηση πρέπει να καθορίζει το συγκεκριμένο νομικό σημείο που εγείρεται και να καταχωρείται κατά το χρόνο που κλείνουν οι έγγραφες προτάσεις ή πολύ σύντομα αργότερα. Κανονικά η προκαταρτική εκδίκαση θα πρέπει να ζητείται στην Αίτηση για Οδηγίες (Summons for Directions). Η έκδοση τέτοιας διαταγής γίνεται κατά κανόνα, όταν το Δικαστήριο κρίνει ότι το κρινόμενο νομικό σημείο εγείρει σοβαρό νομικό θέμα, το οποίο αν αποφασιστεί υπέρ του αιτητή, αποφασίζεται η όλη υπόθεση, ή ένα ουσιώδες θέμα της αγωγής. Μια τέτοια διαταγή θα πρέπει να εκδίδεται με φειδώ και σε εξαιρετικά απλές και καθαρές περιπτώσεις και όχι στις περιπτώσεις εκείνες που τα εγειρόμενα θέματα, λόγω της ασάφειας των γεγονότων ή του νόμου, θα πρέπει να αποφασιστούν κατά την ακρόαση. Ακόμα, η διαταγή αυτή δεν εκδίδεται όταν υπάρχουν αμφισβητούμενα γεγονότα.».
Στην Πιερίδης ν Kevork Keshishian κ.α. (1996) 1 ΑΑΔ 224 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Τίθεται ζήτημα νομικού σημείου το οποίο μπορεί να εκδικαστεί προκαταρκτικά μόνο πάνω στη βάση παραδεκτού πραγματικού υπόβαθρου. Κάθε δε τέτοιο σημείο υποχρεωτικά κρίνεται με γνώμονα τη δοσμένη πραγματική θεμελίωση του.».
(δέστε, επίσης, Bibbs v P.P. Dolphin Boat Safar Ltd κ.α., Πολ. Εφ. Αρ. 111/2014, ημ. 2/6/2021, ECLI:CY:AD:2021:A210)
Στη βάση των ως άνω αρχών, προκειμένου το Δικαστήριο να επιτρέψει την προδικαστική εξέταση των εγειρόμενων ενστάσεων, θα πρέπει να εξετάσει:
- κατά πόσο η αίτηση υποβλήθηκε εγκαίρως,
- κατά πόσο εγείρεται σοβαρό νομικό θέμα, και
- κατά πόσο υπάρχει το αναγκαίο πραγματικό υπόβαθρο.
Εξέταση της αίτησης
Σημειώνω καταρχάς ότι δεν εγείρεται οποιοσδήποτε λόγος ένστασης σε σχέση με το στάδιο υποβολής της υπό κρίση αίτησης. Καταχωρίστηκε, εξάλλου, αμέσως μετά τη συμπλήρωση των δικογράφων.
Όσον αφορά την πρώτη προδικαστική ένσταση σε σχέση με το ότι η επίδικη επιστολή αποστάλθηκε από την δικηγόρο του Εναγόμενου άνευ βλάβης των δικαιωμάτων του και είναι απόλυτα προνομιούχα, θα πρέπει να λεχθεί ότι ο Ενάγων βασίζει την αξίωση του στον ισχυρισμό ότι «ο Εναγόμενος, κατά και/ή περί τις 17/11/2020, προέβη σε δημοσίευση γραπτού κειμένου και/ή επιστολής… που συντάχθηκε από την δικηγόρο του, κατόπιν εντολής του, δια της οποίας προέβη σε δυσφήμιση της προσωπικότητας και/ή του χαρακτήρα του Ενάγοντας και/ή συκοφαντία και/ή λίβελο και/ή επιζήμια ψευδολογία…» (παρ. 3, Έκθεση Απαίτησης). Σύμφωνα με τους δικογραφημένους ισχυρισμούς του Ενάγοντα, η εν λόγω επιστολή αποστάλθηκε «μέσω της δικηγόρου του… στον εργολάβο» και «κοινοποιήθηκε στις εταιρείες [] και [].» (παρ. 9, Έκθεση Απαίτησης). Ο Εναγόμενος με την Υπεράσπιση του δέχεται την αποστολή της επιστολής στα πιο πάνω πρόσωπα, πλην, όμως, προβάλλει ότι «η επίμαχη επιστολή εστάλη άνευ βλάβης εκ μέρους της δικηγόρου του στα πλαίσια απαίτησης του Εναγόμενου» (παρ. 4, Υπεράσπισης). Με την Απάντηση του, ο Ενάγων αρνείται τον εν λόγω ισχυρισμό (παρ. 2).
Προκύπτει ότι οι συνθήκες αποστολής και το κατά πόσο η επίδικη επιστολή αποστάλθηκε «άνευ βλάβης» ή όχι δεν είναι παραδεκτά. Επομένως, δεν μπορεί να εκδικαστεί προδικαστικά οποιοδήποτε πάνω σε αυτή τη βάση. Πέραν τούτου, όμως, ακόμα κι αν ήθελε θεωρηθεί ότι η επίδικη επιστολή αποστάλθηκε «άνευ βλάβης», ως ο Εναγόμενος ισχυρίζεται, το κατά πόσο θα γίνει αποδεκτή ως μαρτυρία κατά την ακροαματική διαδικασία και το κατά πόσο, σε περίπτωση που η κατάθεση της δεν γίνει αποδεκτή, η αγωγή θα πρέπει να απορριφθεί είναι ζητήματα που αφορούν στην ακροαματική διαδικασία και την απόδειξη της αξίωσης του Ενάγοντα. Αφορούν, δηλαδή, σε ζητήματα μαρτυρίας και όχι σε αμιγώς νομικά ζητήματα που μπορούν να επιλυθούν εκτός του πλαισίου της δίκης και πριν από αυτή.
Όσον δε αφορά τη θέση περί του ότι η αγωγή αφορά σε «επιστολή όχι του ιδίου [του Εναγόμενου] αλλά της δικηγόρου του», ο κ. Γεωργίου εισηγείται τα ακόλουθα στην γραπτή του αγόρευση:
«Μια επιστολή που στέλνεται κατ’ εντολήν από δικηγόρο ασφαλώς και στέλνεται με εξουσιοδότηση αλλά το θέμα αγωγής ως η παρούσα δεν έχει να κάνει με το κατά πόσο η επιστολή εστάλη με εξουσιοδότηση ή όχι. Ασφαλώς και εστάλη με εξουσιοδότηση. Το ζήτημα όμως είναι κατά πόσο οι λέξεις/φράσεις που έχει απομονώσει ο Ενάγοντας είναι λέξεις φράσεις που υπαγόρευσε ο Εναγόμενος και κατά πόσο συνεπεία τούτου, έστω και αν δεν είναι ο συντάκτης, έχει ευθύνη συνεπεία δυσφήμησης. Τέτοια δικογραφημένη θέση δεν υπάρχει. Υπάρχει θέση ότι η επιστολή εστάλη με οδηγίες του Εναγόμενου που ισχύει. Θέση στο δικόγραφο ότι για τις συγκεκριμένες λέξεις προσωπικά ο Εναγόμενος είναι ο εκφωνητής κλπ – βλ. άρθρο 18 Κεφ. 148 – δεν υπάρχει. Το εν λόγω κενό είναι τέτοιο που δεν διασώζει το δικόγραφο θα εισηγηθούμε.».
Κατά την κρίση μου, το ζήτημα, ως εγείρεται από την πλευρά του Εναγόμενου, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αμιγώς νομικό και τέτοιο που θα μπορούσε να εξεταστεί προδικαστικά. Αντίθετα, προκύπτει ότι συνιστά θέμα, το οποίο θα πρέπει να αποφασιστεί στα πλαίσια διαδικασίας κατά την οποία το Δικαστήριο θα εξετάσει την ουσία της υπόθεσης με γνώμονα το πραγματικό πλαίσιο που την περιβάλλει.
Αν, βεβαίως, η θέση του Εναγόμενου είναι ότι η αγωγή είναι εξόφθαλμα έκθετη σε απόρριψη λόγω των δικογραφημένων θέσεων του Ενάγοντα, περιλαμβανομένων και των όσων εγείρονται με τη δεύτερη προδικαστική ένσταση σε σχέση με την ζημιά, τότε, υπό τις περιστάσεις, η διαδικασία για να επιτευχθεί τέτοια απόρριψη δεν είναι η υπό κρίση αίτηση για εκδίκαση προδικαστικών ενστάσεων.
Όσον αφορά το κατά πόσο το περιεχόμενο της επίδικης επιστολής συνιστά δυσφήμιση, ζήτημα που εγείρεται με τη δεύτερη προδικαστική ένσταση, στο Annual Practice 1958, σελ. 571, σε σχέση με την παλαιά Αγγλική O. 25, r. 2, η οποία αντιστοιχεί στην Δ.27, θ. 1, αναφέρεται ότι «this procedure is not suitable for the purpose of determining an issue in a libel action as to whether the words complained of are defamatory (Morris and Another v. Sanders Universal Products, [1954] 1 W.L.R. 67, C.A.».
Κατάληξη
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.
Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον του Εναγομένου, ως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, πλέον Φ.Π.Α..
(Υπ.)………………….
Κ. Ηλία, Ε.Δ.
Πρωτοκολλητής
Πιστό αντίγραφο
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο